Προγράμματα, υποσχέσεις και «ποιος θα κυβερνήσει τελικά αυτόν τον τόπο»

Κ. Μητσοτάκης:  «Χωρίς φοβικότητα, με θάρρος και τόλμη να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της 4ης βιομηχανικής επανάστασης. Χρειαζόμαστε πλέον ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο με ψηφιακά χαρακτηριστικά».

Ν. Ανδρουλάκης: «Χρέος λοιπόν των σοσιαλδημοκρατών είναι να διαμορφώσουν τις συνθήκες για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, το οποίο θα λαμβάνει υπόψη τις οικονομικές, κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις και θα προστατεύει τον κόσμο της εργασίας». 

Α. Τσίπρας: «Πρόκειται για τον οδικό χάρτη της προοδευτικής κυβέρνησης, για ένα συμβόλαιο με την κοινωνία, που εμπεριέχει τις δεσμεύσεις για μια κυβέρνηση προοδευτικής συνεργασίας μακράς πνοής». 

Γ. Τσούνης, Πρέσβης ΗΠΑ: «Η εξαιρετική αυτή συνεργασία διατηρείται εδώ και πάνω από μία δεκαετία παρά τις τέσσερις διαφορετικές κυβερνήσεις και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ελλάδα…. μέσα σε αυτά τα χρόνια η Ελλάδα αναδείχθηκε «σε στρατιωτικό εφοδιαστικό κόμβο για το ΝΑΤΟ» Καμία από τις δύο πλευρές»,(σ.σ.: εννοεί ούτε η Ελλάδα, ούτε η Τουρκία) δεν έχουν το μονοπώλιο του τι είναι σωστό και τι λάθος». 

Καθημερινή (άρθρο της Ειρήνης Χρυσολωρά): «Η κεντρική ιδέα της πρότασης της Κομισιόν για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες είναι τα εθνικά μεσοπρόθεσμα σχέδια 4ετούς διάρκειας, που θα συμφωνούνται σε διμερή βάση με το κάθε κράτος-μέλος και θα προβλέπουν έναν συνδυασμό μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων. Το μέγεθος της προσαρμογής πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να εξασφαλίζει καθοδική πορεία του χρέους για χώρες με χρέος πάνω από 100% του ΑΕΠ και μείωση του ελλείμματος κατά 0,5% του ΑΕΠ τον χρόνο για χώρες με έλλειμμα πάνω από το όριο του 3% του ΑΕΠ. Αυτά θα προκύπτουν από την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους που θα κάνει η Επιτροπή… Το Πρόγραμμα Σταθερότητας 2023-2026, που υποβάλλει η κυβέρνηση αύριο Κυριακή 30 Απριλίου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προσπαθεί να υπακούσει σ’ αυτούς τους κανόνες, που –πάντως– βρίσκονται ακόμη υπό διαπραγμάτευση. Προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 0,7%-1% του ΑΕΠ για φέτος και στην περιοχή του 2% τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, όπως διευκρινίζεται, το πρόγραμμα αυτό έχει μόνο ένα βασικό σενάριο, που δεν περιλαμβάνει τις προεκλογικές εξαγγελίες, πλην της πρόβλεψης για αναμόρφωση του μισθολογίου των δημοσίων υπαλλήλων, κόστους 500 εκατ. ευρώ. Τα μέτρα, όμως, που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχουν δημοσιονομικό κόστος 1,2 δισ. ευρώ για το 2023 (περιλαμβανομένων των 500 εκατ. ευρώ των δημοσίων υπαλλήλων), που ανεβαίνει σταδιακά στα 2,2-2,3 δισ. ευρώ το 2027 (συνολικά 8 δισ. ευρώ την τετραετία). Για να εφαρμοστούν τα συγκεκριμένα μέτρα πρέπει να εξασφαλισθεί πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος μόνιμου χαρακτήρα 700 εκατ. ευρώ έως 1,8 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει πρόσθετα μόνιμα μέτρα… Σύμφωνα με τις προτάσεις της Κομισιόν, οι λεγόμενες «καθαρές δαπάνες», δηλαδή οι δαπάνες αφαιρουμένων των προσωρινού χαρακτήρα εσόδων, δεν πρέπει να αυξάνονται με ρυθμό υψηλότερο από το μεσοπρόθεσμο ΑΕΠ. Ετσι, ένα έκτακτο έσοδο, που δημιουργεί προσωρινά δημοσιονομικό χώρο, δεν δικαιολογεί αύξηση μόνιμης δαπάνης, όπως οι συντάξεις, σύμφωνα με τους νέους κανόνες. Μόνο μια μόνιμη αύξηση εσόδων, π.χ. ένας νέος φόρος, το επιτρέπει».

Το προεκλογικό κλίμα παραμένει χαλαρό έως αδιάφορο. Η αποστροφή, η απόσταση ή ακόμα και η οργή απέναντι στο πολιτικό σύστημα καθορίζει αυτή τη στάση. Τα μνημονιακά και ευρωατλαντικά κόμματα προσπαθούν να αλλάξουν το κλίμα με πλήθος υποσχέσεων, όπως διορισμοί στα υποστελεχωμένα νοσοκομεία και σχολεία, αυξήσεις στους κατακρεουργημένους από την ακρίβεια και την αισχροκέρδεια μισθούς, μειώσεις φόρων.

Δεν είναι γενικώς η έλλειψη πολιτικοποίησης ή η ανωριμότητα του ελληνικού λαού. Καλώς ή κακώς υπάρχει μια λαϊκή σοφία για το «ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο». Άσχετα αν αυτή οδηγείται τελικά σε συντηρητικοποίηση και αναδίπλωση καθώς δημιουργείται η πεποίθηση ότι «δεν αλλάζει τίποτα».

Οι δημοσιονομικοί κανόνες είναι σαφείς. Για να δώσει μια χώρα, με πρόβλημα χρέους, κάπου αυξήσεις θα πρέπει να δηλώσει ισοδύναμο μέτρο. Από ποιες δαπάνες θα κόψει ή ποιό φόρο θα προσθέσει.

Κάτι τέτοιο δεν είδαμε στο πρόγραμμα του Μητσοτάκη.

Ούτε στο πρόγραμμα Τσίπρα, το οποίο απαιτεί και περισσότερο δημοσιονομικό χώρο – πέρα από την υπόσχεση να καταργήσει τους μισούς νόμους από όσους ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε (πχ τράπεζες, ενέργεια).

Και όσον αφορά τη συζήτηση για τον προσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, σε έναν κόσμο που γεωπολιτικά αλλάζει ραγδαία, οι διεκδικητές της εξουσίας δεν μπαίνουν καν στον κόπο να μας πουν τι θέλουν. 

Μιλά για λογαριασμό τους ο πρέσβης των ΗΠΑ.  Για να μην ξεχνάμε «ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο».

Το ερώτημα της ρήξης με το μνημονιακό και ευρωατλαντικό πλαίσιο και της διεκδίκησης μιας πιο ανεξάρτητης πολιτικής μπορεί να μην βρίσκει, προς το παρόν, πολιτική δύναμη που να το απαντά. Το λαϊκό φρόνημα παραμένει χαμηλά, μετά το τραύμα του 2015. Ωστόσο το άγχος των μνημονιακών κομμάτων να τάζουν φύκια για μεταξωτές κορδέλες ή να την πέφτουν με λύσσα στο Βαρουφάκη για την παραμικρή υπόνοια μικροαμφισβήτησης των ευρωπαϊκών κανόνων, δείχνει ότι δεν μπορεί παρά να ξαναμπεί στο τραπέζι.

Διεκδίκηση ή διαχείριση;

Ανακοίνωση για τις εκλογές της 21ης Μαϊου

Για τις εκλογές της 21ης Μαΐου,
με τη ματιά μας στραμμένη στην επόμενη μέρα

  1. Παρά τη διάχυτη οργή για το έγκλημα των Τεμπών και τις καταστροφικές συνέπειες της ιδιωτικοποίησης και της διάλυσης των δημόσιων υποδομών, ο αρνητικός συσχετισμός παραμένει. Απουσιάζει ένα εναλλακτικό πολιτικό και κοινωνικό σχέδιο πέραν αυτού που παρουσιάζει ως μονόδρομο ο καπιταλισμός. Απουσιάζει και μια αξιόπιστη πολιτική δύναμη που να έχει πρόγραμμα ανατροπής αυτού του συσχετισμού δύναμης. Μεγάλο τμήμα της κοινωνίας θεωρεί ότι η Αριστερά (δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ) δοκιμάστηκε, κυβέρνησε και τελικά εφάρμοσε το ίδιο, πάνω-κάτω, νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. Δεν έχει αναληφθεί σοβαρά από κανένα συλλογικά οργανωμένο υποκείμενο η ευθύνη ανατροπής αυτής της αίσθησης. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη κομμουνιστικής Αριστεράς αλλά και στην απουσία μιας μετωπικής αριστερής-προοδευτικής εναλλακτικής πολιτικής δύναμης που θα συγκρούονταν με πλευρές του σύγχρονου καπιταλισμού και θα εξέφραζε, έστω πρόσκαιρα και μερικά, τα συμφέροντα των εργαζομένων και των μικρομεσαίων στρωμάτων.
  2. Η μακρά ύφεση που πλήττει τον δυτικό καπιταλιστικό κόσμο έχει αρνητικά αποτελέσματα στην καθημερινή επιβίωση των λαϊκών στρωμάτων και πολύ περισσότερο των νέων εργαζομένων. Η ακρίβεια και ο πληθωρισμός μειώνουν τις προσδοκίες μιας καλύτερης ζωής και επιπλέον καθιστούν προβληματική την ίδια την επιβίωση. Σε αυτό το περιβάλλον, ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζει να διαιρεί το ενιαίο σύστημα κοινωνικών σχέσεων γεωγραφικά και πολιτικά (δύση και ανατολή). Απέναντι σε αυτό το οικονομικό – γεωπολιτικό πλαίσιο έχουμε μια πολιτική πλήρους υποταγής από την πλευρά της αστικής τάξης. Τόσο η υπαγωγή της Ελλάδας στο ατλαντικό σχέδιο (ΝΑΤΟ – ΗΠΑ) όσο και η ένταξη και παραμονή στο οικονομικό ευρωπαϊκό σχέδιο (ΕΕ), δεν αμφισβητούνται θεωρητικά από τη συντριπτική πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών κομμάτων και πρακτικά – πολιτικά δεν αντιπαλεύονται από κανέναν. Από την άλλη, η εργαζόμενη κοινωνία δεν έχει υπερβεί το σοκ του 2015 και χαρακτηρίζεται από εναλλασσόμενες στιγμές μοιρολατρίας, αμηχανίας, οργής, αδιεξόδου. Εγκλήματα σαν αυτό των Τεμπών, απελευθερώνουν τη δυσαρέσκεια απέναντι στην διαχρονική και κοινή πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και αναδεικνύουν την ευθύνη των κομμάτων που την εφάρμοσαν (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ). Δεν μπορούν όμως να συγκροτήσουν το αντίπαλο πολιτικό υποκείμενο. Σε κάθε περίπτωση, σε κάθε ζήτημα που προκύπτει, σε κάθε στροφή της συγκυρίας, το δίλημμα παραμένει: είτε αποδοχή του συστήματος και των πολιτικών του, είτε σύγκρουση. Ενδιάμεσες απαντήσεις και εύκολες λύσεις, δεν υπάρχουν.
  3. Το γεγονός ότι το πλαίσιο της αντιπαράθεσης είναι δεδομένο και μη αμφισβητήσιμο από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου, προσδιορίζει και τον χαρακτήρα των συγκεκριμένων εκλογών. Δεν κυοφορούνται εκπλήξεις για το τι θα συμβεί την επόμενη μέρα. Η εκλογική αναμέτρηση αφορά κυρίως την εμπέδωση του δικομματισμού και τη συνέχιση της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, γεγονός που αποδεικνύεται και από την ποιότητα, τον προβληματισμό και τα θέματα που απασχολούν τον δημόσιο διάλογο, λίγο πριν τις κάλπες. Η αναξιοπιστία της Αριστεράς είναι βαθιά και οργανική, τροφοδοτεί την ηγεμονία της απροκάλυπτης δεξιάς νεοφιλελεύθερης πολιτικής, όπως αυτή εκφράζεται από το πρόσωπο του Μητσοτάκη, κι ορίζει, είτε το θέλουμε, είτε όχι, πολύ πιο σύνθετα και στρατηγικά καθήκοντα από αυτά της μιας ή της άλλης εκλογικής στάσης.
  4. Σε αυτή τη συγκεκριμένη συνθήκη, ο δρόμος ανάταξης του λαϊκού φρονήματος, του κινήματος και της Αριστεράς δεν περνά από τις εκλογικές μάχες αλλά αφορά μια πιο βαθιά, επίπονη, δύσκολη διαδικασία ανασυγκρότησης σε όλα τα επίπεδα. Βαθύτερη εννοούμε καταρχήν την προγραμματική συγκρότηση για το τι σημαίνει μια εναλλακτική πορεία για τη χώρα και την κοινωνία σε ρήξη με την ολιγαρχία και το ευρωατλαντικό πλαίσιο, αξιόπιστες διαδικασίες συγκρότησης πολιτικού μετωπικού υποκειμένου, πέρα από την μετωπική φλυαρία και τους παραγοντισμούς της τελευταίας 10ετίας, και κυρίως επίπονη προσπάθεια οργάνωσης του κοινωνικού υποκειμένου για την υπεράσπιση των συμφερόντων του. Οι εκλογές μπορεί να είναι μια σημαντική στιγμή στην πολιτική διαδικασία, αλλά σημαντικότερη είναι η ανταπόκριση σε ανάγκες που υπερβαίνουν τις εκλογές. Το πρόβλημα γίνεται πιο οξύ ειδικά όταν στις εκλογικές μάχες δεν παρεμβαίνει μια πολιτική πρόταση που να απαντάει σε αυτές τις ανάγκες. Η υπέρβαση των πολλαπλών αδιεξόδων που αντιμετωπίζει σήμερα η κοινωνία δεν θα γίνει μέσα από τη μία ή την άλλη εκλογική στάση. Ανεξάρτητα από αναλαμπές, εκρήξεις, ξεσπάσματα, ο συσχετισμός δύναμης παραμένει τέτοιος που απαιτεί βαθύτερη στάση από την εκλογική στιγμή. Αν υπήρχε εκλογική δύναμη που να υπηρετεί αυτό το πολιτικό σχέδιο ανάταξης και ανασυγκρότησης δυνάμεων, η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ θα ήταν παρούσα.
  5. Είναι προφανές ότι στεκόμαστε με τον πιο αποφασιστικό τρόπο ενάντια στα κόμματα που εκφράζουν τις -όχι ίδιες- αλλά πάντως όμοιες μνημονιακές, συστημικές ή «αντισυστημικές»-ακροδεξιές, ευρωατλαντικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Δεν διαλέγουμε τον ήπιο (ΣΥΡΙΖΑ) από τον αυταρχικό (ΝΔ) διαχειριστή, μιας δεδομένης νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Η ιστορικά διαδεδομένη λογική λεηλασίας της Αριστεράς που είναι η επιλογή του «μικρότερου κακού», δηλαδή σήμερα του ΣΥΡΙΖΑ, έχει επίσης ιστορικά αποδειχθεί ότι οδηγεί αναπόφευκτα στο μεγαλύτερο κακό. Στο χώρο που ορίζεται αριστερά και ριζοσπαστικά, το μεν ΚΚΕ αδιαφορεί και αποσύρεται, γιατί καταλαβαίνει ότι η παραμικρή αμφισβήτηση του συστημικού πλαισίου οδηγεί σε σύγκρουση, ενώ από την άλλη, ο ιδεολογικός προσανατολισμός του ΜΕΡΑ25 αφορά μια κεντροαριστερή φιλολαϊκή διαχείριση (που κι αυτή ακόμα δεν είναι αποδεκτή από τον σημερινό καπιταλισμό). Η δε εξωκοινοβουλευτική αριστερά επιμένει να δοκιμάζει το ίδιο ανύπαρκτο πολιτικό σχέδιο, εδώ και δεκαετίες, που δεν μετατοπίζει στο παραμικρό το συσχετισμό. Το διπλό καθήκον της οικοδόμησης τόσο της κομμουνιστικής Αριστεράς όσο και μιας νέας μετωπικής πολιτικής δύναμης, παραμένει ορφανό και δε θα λυθεί – ούτε καν θα διευκολυνθεί – στην εκλογική μάχη.
  6. Οι υπαρκτές δυνάμεις της ελληνικής αριστεράς, παρ’ όλες τις διαφορές τους, δε μπορούν ή δε θέλουν να δώσουν πολιτική διέξοδο, τώρα ή μετά τις εκλογές. Ωστόσο είτε η εκλογική λεηλασία αυτής της αριστεράς από τη λογική του μικρότερου κακού – ειδικά αν υπάρξουν δεύτερες εκλογές – είτε η αριθμητική και κοινοβουλευτική συρρίκνωσή της θα επιταχύνει την αποστράτευση την απογοήτευση τον ατομικό-ιδιωτικό δρόμο . Δυστυχώς θα εμπεδώνει βαθύτερα την αίσθηση ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Μια τέτοια συρρίκνωση δεν θα βοηθήσει τη δράση για χιλιάδες αριστερούς και κομμουνιστές που παλεύουν στα συνδικάτα, στα σωματεία, στους κοινωνικούς χώρους, στη δημόσια συζήτηση, ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, την ολοκληρωτική ΝΑΤΟποίηση της χώρας, την αναδιανομή του πλούτου και της εξουσίας υπέρ της αστικής τάξης.
  7. Με αυτή τη λογική, καλούμε σε μαύρισμα όλων των μνημονιακών, νεοφιλελεύθερων, ακροδεξιών κομμάτων που εφάρμοσαν στο παρελθόν -και υποστηρίζουν και σήμερα- όμοιες πολιτικές. Καλούμε σε στήριξη αριστερών και ριζοσπαστικών ψηφοδελτίων, με πλήρη συνείδηση των ανεπαρκειών, των λαθών, των αναντιστοιχιών τους. Δεν μπαίνουμε σε αντιπαραθέσεις, τουναντίον, αναζητούμε δίαυλους επικοινωνίας και μορφές πολιτικής και αγωνιστικής συγκρότησης των νέων ανθρώπων και των εργαζομένων τάξεων που ψηφίζουν άκυρο ή απέχουν. Πάνω από όλα όμως, καλούμε να αναταχθούν και να ανασκοπήσουν υπαρκτές πολυάριθμες δυνάμεις και άνθρωποι για να καλυφθεί το κενό της κομμουνιστικής Αριστεράς, αλλά και να συγκεντρωθούν όροι για τη συγκρότηση μιας μετωπικής πολιτικής δύναμης που θα αναλαμβάνει το την ευθύνη της σύγκρουσης με το νεοφιλελεύθερο και ευρωατλαντικό πλαίσιο. Αυτό το διπλό καθήκον ορίζει το περιεχόμενο της πολιτικής μάχης που δίνει η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ μπροστά στις ερχόμενες εκλογές, και προφανώς υπερβαίνει τον εκλογικό ορίζοντα.

 

Αποχαιρετούμε τον σ. Τάσο Σταυρόπουλο

Έφυγε την Πρωτομαγιά από κοντά μας ο σ. Τάσος Σταυρόπουλος.

Από τα φοιτητικά του χρόνια στρατευμένος στην Αριστερά, στάθηκε με συνέπεια και συνέχεια με το μέρος του εργαζόμενου λαού. Κατά τη διάρκεια της 30ετούς θητείας του στη Β’ βάθμια εκπαίδευση πρωτοστάτησε στους αγώνες του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος των καθηγητών. Την τελευταία δεκαετία, αναδείχθηκε σε κύριο εκφραστή της αγωνιστικής στάσης στο κίνημα των συνταξιούχων και ειδικά των συνταξιούχων εκπαιδευτικών, μέσα από την Π.Ε.Σ.ΕΚ. της οποίας ήταν ιδρυτικό μέλος και πρόεδρός της μέχρι σήμερα.

Ο σ. Τάσος διακρίνονταν για την αταλάντευτη στάση του σε ζητήματα πολιτικών και ιδεολογικών αρχών, για την ουσιαστική  πολιτική λακωνικότητα του, την κοινή λογική που τον χαρακτήριζε και τον έκανε να προσεγγίζει τα πάντα με κριτήριο τα συμφέροντα των εργαζομένων, καθώς και για την ακούραστη ανιδιοτέλειά του σε κάθε τι μικρό ή μεγάλο που του ζητιότανε. Ο σ. Τασος, παρόλο που δεν του άρεσαν οι ετικέτες, ήταν ένας γνήσιος κομμουνιστής.

Η Παρέμβαση είχε την τύχη και συνεργάστηκε μαζί του σε πολλές μετωπικές απόπειρες, τόσο σε κεντρικό πολιτικό όσο και σε κινηματικό επίπεδο. Ιδιαίτερα θα τον θυμόμαστε από τους κοινούς αγώνες μέσα από τις γραμμές του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής και του Σχεδίου Β, για την οικοδόμηση ενός λαϊκού μετώπου διεξόδου από την κρίση, εξόδου από την ευρωζώνη.

Τον αποχαιρετούμε με σεβασμό και αγάπη.

Η απώλειά του αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό.

Εκφράζουμε θερμά συλλυπητήρια στους οικείους του.

Περί των ορίων της αριστεράς και των εκλογών

Για τις επερχόμενες εκλογές είναι καλό να μιλούμε εγκαίρως, αναλαμβάνοντας το σχετικό κόστος για την όποια λανθασμένη εκτίμηση κάνουμε. Οι εκλογές που έρχονται θα είναι πιθανότατα και αυτές, εκλογές ήττας για ό,τι μπορούμε σχηματικώς και εν μέρει υπεραπλουστετικώς να αποκαλέσουμε λαϊκά συμφέροντα.

Η επίδραση των διαδοχικών ηττών άλλου επιπέδου και άλλης σημασίας (‘90-‘91, ’96, 2009, 2015) είναι ακόμα έντονη και λειτουργεί διαλυτικώς σε κάθε προσπάθεια ανασυγκρότησης με βάθος. Επιπλέον είναι τόσο τραγική η κατάσταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αλλά και τόσο ανεπαρκή τα μικρότερα αριστερά κόμματα, ώστε πιθανότατα η ΝΔ θα μείνει πρώτη (τουλάχιστον αν δε δούμε δραματικά γεγονότα στον δρόμο προς τις κάλπες).

Την ίδια στιγμή, οι εκλογές αυτές λαμβάνουν χώρα μέσα σε ένα περιβάλλον ραγδαίων και εντυπωσιακών αλλαγών. Η Δύση χάνει με αιματηρό τρόπο (τον μόνο εφικτό δυστυχώς) τα παγκόσμια πρωτεία. Ένας άνεμος ελευθερίας φυσά στην Ασία και στην Αφρική, όχι με την έννοια της φιλελευθεροποίησης των πολιτικών συστημάτων αλλά της διαμόρφωσης ενός πλαισίου νέου δυνατοτήτων για τους (νέο-) αποικιοκρατούμενους λαούς. Παραλλήλως, δίπλα στους κινδύνους από τη χρήση πυρηνικών όπλων και την κλιματική αλλαγή, η άνοδος της τεχνητής νοημοσύνης διαμορφώνει νέες ιστορικές δυνατότητες και απειλές. Και τέλος, μια νέα φάση όξυνσης της οικονομικής κρίσης έχει ξεκινήσει.

Ένα από όλα αυτά θα αρκούσε για να μιλούμε για μια από τις πλέον κρίσιμες περιόδους των τελευταίων δεκαετιών (μετά μάλιστα από 15 χρόνια κρίσης). Όλα μαζί φτιάχνουν επιτέλους ενδιαφέροντας καιρούς.

Δυστυχώς, τα κόμματα τα οποία θα συμμετέχουν στην επόμενη Βουλή δεν έχουν προετοιμαστεί παρά σε ελάχιστο βαθμό στην καλύτερη περίπτωση, για όλα αυτά. Αν μάλιστα για τη δεξιά και τους «σώγαμπρους» του συστήματος εξουσίας κάτι τέτοιο είναι λογικό και αναμενόμενο, για την αριστερά διαφόρων εκδοχών είναι αρκετά καταθλιπτικό.

Μηδενός κόμματος της όποιας εκδοχής αριστεράς εξαιρουμένου, παραμένουν πρώτα κόμματα της Δύσης και έπειτα σοσιαλιστικά, κομμουνιστικά ή οτιδήποτε άλλο. Κάποια έχουν κάνει βήματα ριζοσπαστικοποίησης πλην όμως ανεπαρκή και επιφανειακά και κάποια άλλα έχουν υιοθετήσει αντιδραστικές και αντικειμενικά φιλό-ιμπεριαλιστικές αναλύσεις με άφθονη πλην όμως ανέξοδη επαναστατική ρητορική και εθιμοτυπία. Σε κάθε περίπτωση είτε αδυνατεί, είτε δε θέλει η ελληνική αριστερά να αντιληφθεί τόσο ότι αλλάζει ο κόσμος όσο και γιατί είναι καλό το γεγονός ότι αλλάζει. Ως εκ τούτου και ασχέτως προθέσεων προδίδει τον απελευθερωτικό της ρόλο.

Επιπλέον, δεν αγγίζει παρά ελάχιστα έως καθόλου, με οργανωμένο και συλλογικό τρόπο τα σύγχρονα θέματα. Πρόγραμμα δεν είναι οι ιδέες του επικεφαλής ή μιας ηγετικής ομάδας, μεταφερμένες στα κομματικά κείμενα. Αυτό είναι παιχνίδι ακαδημαϊκής επιρροής. Πρόγραμμα είναι η κινητοποίηση οργανωμένων χώρων και προσώπων προς τη βαθιά επεξεργασία των ζητημάτων που αφορούν τον κοινωνικό σχηματισμό. Εξ ου και βλέπει κανείς να υπάρχει πλήρης απουσία σοβαρών επεξεργασιών ως προς τα μέσα παραγωγής (κατοχή και κινητοποίησή τους  σήμερα και υπό τις παρούσες συνθήκες) ως προς το ρόλο των νέων τεχνολογιών, ως προς συνέπειες της μακρόχρονης κρίσης (πχ. Δημογραφικές μεταβολές) ως προς τη συνολική και όχι μόνο επιμέρους, προετοιμασία για τη νέα φάση της κρίσης. Δεν αρκεί να μιλούμε για το ιδιωτικό ή δημόσιο χρέος επειδή αυτό αφορά συγκεκριμένα πρόσωπα σε συγκεκριμένα κόμματα. Πού είναι για παράδειγμα, η συζήτηση για τις χιλιάδες αποφοίτων λυκείων και πανεπιστημίων, με μηδενικές προοπτικές δουλειάς συναφούς με τα όποια προσόντα τους; Πού είναι η συζήτηση για το ρόλο της τεχνικής παιδείας και τα εργατικά δικαιώματα; Είτε παραπέμπονται στο σοσιαλισμό, είτε χωράνε σε μια- δυο γραμμές διακηρυκτικού χαρακτήρα, όταν δεν απουσιάζουν εντελώς γιατί δε συμφώνησαν οι διαβόητες τάσεις και συνιστώσες που μας τυραννούν δεκαετίες.

Η ανεπάρκεια αυτή (ή η συνειδητή άρνηση) αποτελεί το πιο καθαρό αποτέλεσμα της ήττας ή και των ηττών. Η απομάκρυνση του κοινωνικού από το πολιτικό έχει εσωτερικευθεί από την αριστερά εξ ου και η τελευταία είναι τόσο αδύναμη. Έχουμε μια αριστερά που ηγεμονεύεται ιδεολογικώς από τον πυρήνα των δεξιών ιδεών και δη τη σημαντικότερη: την αντίληψη της πολιτικής ως «βασιλείου των ειδικών». Παρεμπιπτόντως και συνήθως, αυτοί οι «ειδικοί» δεν είναι παρά μετριότητες για να μην πούμε εντελώς αδαείς.

Δεν πρόκειται για ζήτημα έξυπνων ιδεών και καταστατικών προβλέψεων αλλά για την κυρίαρχη παρουσία της λογικής της κάστας και της εξουσιαστικής της νοοτροπίας. Οι αντιλήψεις και της αριστεράς έχουν ως όριο τη Βουλή και την εκπροσώπηση. Τα στελέχη είναι κυριολεκτικώς μια επαγγελματική ομάδα δια του κόμματος, τα οποία εν τέλει εξαντλούν τον ορίζοντά τους στο πώς θα διασφαλίσουν τη δική τους παρουσία στη Βουλή.

Ο μηχανισμός (πάντα αναγκαίος μέσα στα κόμματα) παρασιτεί εις βάρος του κοινωνικού στοιχείου, το διώχνει από την πολιτική διαδικασία, θεωρώντας ότι μπορεί να το επιστρατεύει μόνο ως άλλοθι και άθροισμα κλακαδόρων. Κούνια που τους κούναγε… Το ενδιαφέρον για τις ανάγκες του λαού φτάνει μέχρι του σημείου που δεν θα ταραχτεί η κυνική ανάγκη του μηχανισμού για αναπαραγωγή του. Όσο πιο μικρός ο μηχανισμός, τόσο πιο κυνικός. Τα όρια της σημερινής αριστεράς και επομένως και αυτών των εκλογών είναι απελπιστικά μικρά.

Ωστόσο, έστω κι έτσι είναι υπαρκτή η δυνατότητα προώθησης ορισμένων αλλαγών. Ποια είναι η σημαντικότερη; Η αποσταθεροποίηση κατά ένα μέρος του συστήματος εξουσίας. Χάρη στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχουμε υποστεί 8 χρόνια απόλυτης σταθερότητας του συστήματος εξουσίας. Αυτή η σταθερότητα γίνεται επισφαλής για λόγους εξωγενείς και ενδογενείς. Έχει νόημα λοιπόν η ψήφος αποσταθεροποίησης του συστήματος εξουσίας. Πρόκειται για ρόλο τον οποίο παρεμπιπτόντως τα ναζιστικά κατακάθια δεν μπορούν και δε θέλουν να παίξουν. Τον ρόλο του μαστιγίου του συστήματος εξουσίας θα διαδραματίσουν και πάλι.

Επομένως, με όλες τις προαναφερθείσες ανεπάρκειες και αδυναμίες εκδοχών της αριστεράς, γνωρίζοντας τα όρια τόσο αυτών των σχηματισμών, όσο και του ίδιου του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού (τα οποία θα γίνονται ολοένα στενότερα), λαμβάνοντας υπόψιν ότι η διέξοδος θα ανοίξει από το οργανωμένο κοινωνικό στοιχείο και όχι από την κάστα των κοινοβουλευτικών, η ψήφος αποσταθεροποίησης έχει νόημα. Η συγκυβέρνηση του ευρωατλαντισμού και του νεοφιλελευθερισμού πρέπει αριθμητικώς να γίνει δυσκολότερη και κατά το δυνατό να βρεθούν στη Βουλή πρόσωπα με βάθος. Πράγμα σπάνιο αλλά όχι ανύπαρκτο ακόμα και στα σημερινά ψηφοδέλτια.

Τι σημαίνει ότι κάποιο κόμμα είναι αντισυστημικό;

«Ενισχύονται τα αντισυστημικά κόμματα», ακούμε συχνά πυκνά να λένε οι αναλυτές των δημοσκοπήσεων. Τι σημαίνει, όμως, ότι κάποιο κόμμα είναι αντισυστημικό; Σημαίνει πολύ απλά ότι είναι κατά του συστήματος. Και ποιο είναι το σύστημα που υπάρχει; Ο καπιταλισμός (εκτός αν ζούμε σε κομμουνιστική κοινωνία και δεν το γνωρίζουμε). Και ποιους βαφτίζουν αντισυστημικούς; Ανάμεσα σε άλλους και τους ναζί και τους ακροδεξιούς. Άρα πρέπει εμείς να συνάγουμε το συμπέρασμα ότι οι νεοναζί μάχονται τον καπιταλισμό!

Παρατήρηση 1η: Υπάρχει συσσωρευμένη ιστορική εμπειρία με βάση την οποία οι ναζί στη Γερμανία αυτοχαρακτηρίστηκαν τους ως εθνικοσοσιαλιστές (έκλεψαν, δηλαδή, τον χαρακτηρισμό του σοσιαλιστή από την αριστερά) και χρησιμοποιούσαν δήθεν αντικαπιταλιστικό λόγο. Ωστόσο, ήταν επιλεκτικοί στην κίβδηλη αντικαπιταλιστική ρητορική τους. Δεν καταγγέλλανε το μεγάλο κεφάλαιο γενικά αλλά τους τραπεζίτες που τους συνέδεαν με τους Εβραίους. Η χρηματοδότησή τους και ενίσχυσή τους από το μεγάλο κεφάλαιο και η υλοποίηση των επιθυμιών του που οδήγησε στο σφαγείο του Β΄ παγκόσμιου πολέμου με τις ανείπωτες φρικαλεότητες των ναζί, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για το ποιον εξυπηρετούσαν.

Παρατήρηση 2η: Οι εγχώριοι νεοναζί, όταν η Χρυσή Αυγή βρισκόταν στη βουλή, έκαναν συνεχώς ερωτήσεις για το εφοπλιστικό κεφάλαιο με στόχο την υπεράσπισή του. Επίσης, έβαλαν ως στόχο την εκκαθάριση της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης από τους κομμουνιστές συνδικαλιστές και πάλι προς τέρψη του εφοπλιστικού κεφαλαίου. Αυτοί οι ίδιοι ενισχύθηκαν ποικιλοτρόπως από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης. Ουδέποτε έθεσαν θέμα εξόδου από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Ουδέποτε μίλησαν για την ανάγκη να αυξηθεί η φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου. Ονομάζονται, λοιπόν, αντισυστημικοί όλοι αυτοί που εκτός των άλλων έχουν χαρακτηρισθεί δικαστικά ως εγκληματική οργάνωση και αποδεδειγμένα δολοφόνησαν και προπηλάκισαν άνανδρα αθώους ανθρώπους. Ή ακόμη άνθρωποι ή πολιτικά μορφώματα (βλέπε Μπογδάνο για παράδειγμα) που αποτελούν τους πιο λυσσασμένους υπερασπιστές του καπιταλισμού και εμφορούνται από αντικομμουνισμό και μάλιστα στην πιο χυδαία του μορφή.

Παρατήρηση 3η: Ερωτώμενοι οι αναλυτές των δημοσκοπήσεων πώς ορίζουν αυτοί την έννοια του αντισυστημικού απαντάνε με έναν απίστευτα αστείο τρόπο: «Υπάρχει (για κάποιον κόσμο) μία περιπεπλεγμένη περιπλοκή συμφερόντων που αλληλοεξυπηρετούνται και που κρατάει το στάτους κβο του συστήματος. Ο κόσμος που επιλέγει τα αντισυστημικά κόμματα σημαίνει ότι θέλει να τα ισοπεδώσει όλα», μας είπε ο αναλυτής Δ. Μαύρος σε συνέντευξή του στο ραδιόφωνο, ενώ σε άλλη του συνέντευξη είπε πως το πιο αντισυστημικό κόμμα είναι η Χρυσή Αυγή. Είτε η απάντηση αυτή είναι προϊόν ανοησίας είτε στημένης απάντησης, το αποτέλεσμα δεν αλλάζει. Διαμορφώνεται μία άποψη σε αυτό που συνηθίζουμε να λέμε κοινή γνώμη με βάση την οποία αντισυστημικός μπορεί να είναι και ο νεοναζί. Έτσι ονομάζουμε αντισυστημικό ό,τι μπορεί να νομίζει ο κόσμος ότι είναι (ή ό,τι τον μαθαίνουν να πιστεύει) και όχι χρησιμοποιώντας επιστημονικά εργαλεία ανάλυσης. Εν τέλει συγκροτείται μία επίπλαστη εικόνα για το μακρύ χέρι τους συστήματος και το μακρύ αυτό χέρι πάει να μετατραπεί στον τιμωρό του συστήματος όχι στην πραγματικότητα αλλά στα μάτια των απλών ανθρώπων. Ηθελημένα ή άθελα οι νεοναζί με αυτό τον τρόπο προμοτάρονται. Ειδικά σε μία εποχή κατά την οποία υπάρχει μεγάλη οργή και απαξίωση του συστήματος.

Παρατήρηση 4η: Το αντισυστημικό κόμμα κρίνεται από τέσσερα στοιχεία: α) από το αν καταγγέλλει την αδικία, την εκμετάλλευση, την καταπίεση και ό,τι τα αναπαράγει, β) από το αν αποκαλύπτει τα πραγματικά αίτια των προβλημάτων, γ) από το αν έχει πρόγραμμα που συγκρούεται με το υπάρχον πλαίσιο και στοχεύει σε μία κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση και δ) κυρίως από το αν μάχεται στην πράξη για το δίκιο των καταπιεσμένων. Αντισυστημικό κόμμα δεν μπορεί να είναι αυτό που απλώς αναπαράγει τις υπάρχουσες κοινωνικές δομές ή ακόμη χειρότερα αυτό που αποτελεί τον τραμπούκο του συστήματος.

Τέλος, ας μην ξεχνάμε κάτι βασικό. Οι περισπούδαστοι δημοσκόποι που αντικειμενικά είναι και διαμορφωτές άποψης και ψυχολογίας, δεν είναι αθώοι αναλυτές. Οι δημοσκοπικές εταιρείες συνδέονται με κόμματα και συμφέροντα. Δεν είναι ευαγή ιδρύματα που μοχθούν για την αποτύπωση των κοινωνικών τάσεων. Συχνά οι ερωτήσεις που θέτουν είναι στημένες και τα αποτελέσματα «πειραγμένα». Ας θυμηθούμε μόνο τι αποτελέσματα προβλέπανε πριν τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος του 2015.

Πως ανοίγει ο δρόμος στην ακροδεξιά;

Η προεκλογική περίοδος ξεκίνησε και θα είναι αβέβαιη. Η μόνη σίγουρη τάση είναι η αντιπολιτική στάση, ως γενική δυσαρέσκεια απέναντι σε όλους τους διεκδικητές της κυβερνητικής εξουσίας. Η οποία μπορεί να εκφραστεί είτε με την αύξηση της αποχής είτε με την αύξηση των ακροδεξιών σχημάτων. Με τον τρόπο όμως αυτό ανοίγει ο δρόμος για την ακροδεξιά στις εκλογές.

Οι νουθεσίες στον «πολιτικά απαίδευτο» λαό για την αντιπολιτική του στάση, δε θα ανακόψουν την γενική τάση. Υπάρχει απόσταση μεταξύ του λαού και του πολιτικού συστήματος και όσο και να επιτευχθεί μια ορισμένη συσπείρωση κατά την προεκλογική περίοδο, αυτή δε θα ανακόψει την υπάρχουσα πορεία. Ίσα ίσα που η υποκριτική κριτική για την «ποιότητα» του πολιτικού λόγου θα προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη αηδία και αγανάκτηση.

Η πολιτική αντιπαράθεση θα έχει αρκετή σκανδαλολογία. Η βίλα του Ραγκούση κόντρα στα χρέη του φιλοκυβερνητικού και «πετσωμένου» Χατζηνικολάου. Τα δις, οι offshore, οι βαλίτσες, οι βίλες. Τα κρατικοδίαιτα αρπακτικά της ΝΔ κόντρα στα φουσκωμένα πόθεν έσχες (όχι πάντα ως αποτέλεσμα… εργατικότητας) στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι άριστοι της ΝΔ θεωρούν το κράτος λάφυρό τους και έχουν πέσει με τα μούτρα σε συμβάσεις, ΕΣΠΑ, επιδοτήσεις κοκ. Μπορεί οι του ΣΥΡΙΖΑ να είναι ερασιτέχνες στο συγκεκριμένο άθλημα, προς το παρόν, όμως η διεύρυνση προς τον πασοκικό χώρο και η γενική στάση τους αναιρεί το πάλαι ποτέ ηθικό πλεονέκτημα. Και η μεγάλη εικόνα που μένει στον νέο εργαζόμενο ή τον συνταξιούχο των 800 € είναι ότι αυτοί τσακώνονται για να ζουν στη χλιδή, ενώ εγώ δεν τη βγάζω. Και η απόσταση μεγαλώνει.

Το δεύτερο στοιχείο του προεκλογικού πολιτικού λόγου θα είναι η έλλειψη εναλλακτικών προγραμμάτων. Ότι και να ψηφίσει ο πολίτης θα ξέρει ότι ο μισθός, η σύνταξη, η δημόσια παιδεία και υγεία, η ασφάλεια δεν θα αλλάξουν. Αυτά είναι δεδομένα. Σε μια πρόσφατη εκπομπή στον ΣΚΑΙ, σε συζήτηση για τις κινητοποιήσεις των Γάλλων για τα όρια ηλικίας, σε ερώτηση αν υπάρχει ενδεχόμενο να μειωθεί το όριο των 67 ετών στην Ελλάδα, ο Γ. Κουμουτσάκος είπε το αμίμητο ότι στους δεξιούς αρέσει η δουλειά και ότι γι’ αυτό δε θέλουν να βγαίνουν νωρίς στη σύνταξη! Ποιος; Ο Γ. Κουμουτσάκος που στα 63 του δεν έχει δουλέψει ποτέ πέρα από το να είναι δια βίου κρατικά σιτιζόμενος, από τα 30 του, ως «διπλωμάτης» και μετέπειτα «σύμβουλος » στο ΥΠΕΞ αλλά και σε διεθνείς οργανισμούς!

Ο δε εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ στην αντίστοιχη ερώτηση είπε το άλλο αμίμητο. «Θα ρωτήσω το κόμμα μου»!

Ο ένας εκ των ηγετών της αριστερής φωνής του ΣΥΡΙΖΑ έχασε τη μιλιά του στην ερώτηση για τα όρια συνταξιοδότησης!

Στα δε υπόλοιπα ερωτήματα η κοροϊδία ήταν επίσης προκλητική. Για παράδειγμα λέει όχι στις εξορύξεις ο Φίλης, αλλά ο υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ Σταθάκης υπέγραψε τις συμβάσεις για τις εξορύξεις, όχι στους εξοπλισμούς του ΝΑΤΟ, αλλά ο Τσίπρας τις υπέγραφε, όχι στις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά ο Τσίπρας μίλαγε για το βαρίδι των δημόσιων τρένων, υπέγραψε το υπερταμείο, προχώρησε τις ιδιωτικοποιήσεις.

Η έλλειψη εναλλακτικής σκοτώνει την πολιτική στον πυρήνα της, στην ουσία της. Ότι ο σκοπός της είναι να κάνουμε καλύτερη τη ζωή μας και ότι κάθε πολιτικό πρόγραμμα εκφράζει συγκεκριμένα συμφέροντα και κοινωνικά στρώματα.

Αν αυτή η συζήτηση έχει εξοριστεί  γιατί το πλαίσιο θεωρείται πάνω κάτω δεδομένο τότε η πολιτική δεν έχει λόγο ύπαρξης. Και αυτό είναι μια διεθνής τάση στις λεγόμενες δυτικές δημοκρατίες. Η πολιτική αφορά τους διαχειριστές, αν είναι άριστοι, βουλιμικοί, άσχετοι, ικανοί, υποκριτές, τα πρόσωπα όπως ποιον θα έχουμε πρωθυπουργό. Το ποια πολιτική θα ακολουθήσουν οι διαχειριστές είναι δεδομένο.

Αλλά μια τέτοια “πολιτική” λίγο αφορά τα καθημερινά προβλήματα. Και αυτή την πραγματικότητα, ο «πολιτικά απαίδευτος» λαός το καταλαβαίνει. Μπορούμε να του ρίξουμε πολλές ευθύνες γιατί πάει αντιπολιτικά ή και ακροδεξιά αλλά ποτέ η πολιτική δεν ήταν ζήτημα προσωπικών επιλογών μιας κοινωνίας -αθροίσματος ατόμων. Συλλογικό φαινόμενο μιας κοινωνίας που αποτελείται από τάξεις και διαφορετικά συγκρουόμενα συμφέροντα είναι, και μπορεί να εξηγηθεί μόνο με κοινωνικούς όρους. Και να απαντηθεί με τέτοιους. Κοινώς, το πολιτικό παιχνίδι όπως παίζεται – και θα παιχτεί και στις εκλογές – θα ενισχύσει την ακροδεξιά και θα μεγαλώσει την απόσταση μεταξύ πολιτικής και λαού. Η ανατροπή αυτού του παιχνιδιού είναι ζητούμενο. Το βασικό καθήκον για κάθε προοδευτικό άνθρωπο είναι η δημιουργία εναλλακτικής. Προγραμματικά,  κινηματικά, πολιτικά.

ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ: όχι ίδιοι, αλλά όμοιοι (η περίπτωση των συντάξεων)

Με αφορμή τον ξεσηκωμό των Γάλλων εργαζομένων ενάντια στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση Μακρόν που αυξάνει τα όρια της συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64, πικρή συζήτηση γίνεται στην Ελλάδα για τα δικά μας όρια συνταξιοδότησης που ανέβηκαν εδώ και μια δεκαετία στα 67 χρόνια, και σήμερα όχι μόνο δεν κουνιέται φύλλο για το συνταξιοδοτικό, αλλά ορισμένοι κύκλοι προετοιμάζουν περαιτέρω αύξηση του ορίου ηλικίας επισείοντας το δημογραφικό πρόβλημα. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ, υποκριτικά, στηρίζει εκ του ασφαλούς τις κινητοποιήσεις στη Γαλλία, την ώρα που επί κυβέρνησής του, με τον νόμο Κατρούγκαλου, οι συντάξεις μειώθηκαν δραματικά. Η λαθροχειρία που γίνεται εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο ισχυρισμός ότι ο νόμος Κατρούγκαλου δεν αύξησε τα όρια συνταξιοδότησης. Πράγματι, ο νόμος 4387/2016, δεν αύξησε τα όρια συνταξιοδότησης. Δεν χρειάστηκε, καθώς αυτά είχαν ήδη αυξηθεί με τους νόμους 3863/2010 και 3865/2010 της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, και εφαρμόστηκαν με τον νόμο 4093/2012 της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου.

Πέραν όμως του ότι η ασφαλιστική μεταρρύθμιση ΣΥΡΙΖΑ δεν ακύρωσε τις προηγούμενες αυξήσεις των ορίων συνταξιοδότησης, ο νόμος Κατρούγκαλου ήταν κυριολεκτικά λαιμητόμος για τις συντάξεις και τους συνταξιούχους. 

Πιο συγκεκριμένα, παραθέτουμε σχετική ανάρτηση του Γιάννη Καραχάλιου στο facebook: 

  1. Θεσπίστηκε η βάρβαρη «προσωπική διαφορά» στερώντας από 1.000.000 συνταξιούχους τις αυξήσεις με βάση τις πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ που κατά ένα τμήμα τούς δικαίωσαν. Οι ίδιοι συνταξιούχοι ή οι κληρονόμοι τους θα εισπράξουν αυξήσεις ΜΟΝΟ εφόσον μηδενίσουν την προσωπική διαφορά!
  2. Μειώθηκαν τα ποσοστά αναπλήρωσης, με συνέπεια όλες οι συντάξεις μετά τον Μάιο του 2016 να είναι κατά 20% χαμηλότερες από εκείνες πριν τη δημοσίευση του νόμου Κατρούγκαλου 4387/2016 (13-5-2016).
  3. Νομιμοποιήθηκαν όλες οι προηγούμενες μνημονιακές περικοπές των συντάξεων με τους εφαρμοστικούς νόμους του α’ και β’ Μνημονίου (άρθρο 14 ν. 4387/2016).
  4. Νομιμοποιήθηκε η οριστική κατάργηση των τριών Δώρων-Επιδομάτων (Χριστουγέννων, Πάσχα, Αδείας).
  5. Επιβλήθηκε ο επανυπολογισμός όλων των «παλαιών» συντάξεων με βάση τα νέα μικρότερα ποσοστά αναπλήρωσης, με αποτέλεσμα τη δημιουργία τής «προσωπικής διαφοράς» που ουσιαστικά είναι μηχανισμός μείωσης των συντάξεων.
  6. Αυξήθηκε ο «θεμελιωτικός» χρόνος για πλήρη εθνική σύνταξη από 15 (4.500 ΗΑ) σε 20 έτη (6.000 ΗΑ).
  7. Νομοθετήθηκε η χορήγηση της πλήρους εθνικής σύνταξης των 384 € ΜΟΝΟ με 40 χρόνια εργασίας (12.000 ΗΑ) στο 62ο έτος ηλικίας ή με 20 χρόνια (6.000 ΗΑ) στο 67ο.
  8. Καθιερώθηκε «εθνική σύνταξη πολλών ταχυτήτων» με πρώτα θύματα: τις χήρες/χήρους (μείωση της σύνταξης χηρείας από 70% στο 50% για όλους, ηλικιακός «κόφτης», «κόφτης» εθνικής σύνταξης όταν υπάρχουν περισσότερες συντάξεις) και τους ανασφάλιστους υπερήλικες (χορήγηση του επιδόματος με βάση το τεκμαρτό και όχι το πραγματικό εισόδημα) .
  9. Επιβλήθηκε και για την εθνική σύνταξη η εξοντωτική ισόβια ποινή («πέναλτι») ύψους 30% για όσους εξέλθουν με μειωμένη σύνταξη στο 62ο έτος ηλικίας (6% μείωση για κάθε έτος πρόωρης φυγής και μέχρι πέντε έτη).
  10. Καταργήθηκαν τα κατώτατα όρια των κύριων και επικουρικών συντάξεων.
  11. Αυστηροποιήθηκαν απάνθρωπα οι συντάξεις χηρείας και διαζευγμένων καθώς και οι προϋποθέσεις της σύνταξης από διαδοχική ασφάλιση.
  12. Θεσπίστηκαν αναπηρικές συντάξεις σε τέσσερις (4) κλίμακες (384, 288, 192 και 153€) ανάλογα με το ποσοστό αναπηρίας (80% και άνω, 67%-79,99%, 50%-66,99%, μέχρι 49,99%, αντιστοίχως)!
  13. Τιμωρήθηκε εξοντωτικά η εργασία των συνταξιούχων με την πρωτοφανή παρακράτηση του 60% της σύνταξης! (Τώρα παρακρατείται το 30%).
  14. Απαγορεύθηκε για επτά χρόνια (2015-2022) κάθε αύξηση στις συντάξεις.
  15. Μειώθηκε σταδιακά (από το 2016) και τελικά καταργήθηκε τον Δεκέμβριο του 2019 το ΕΚΑΣ, ο κοινωνικότερος θεσμός τού Ελληνικού Συνταξιοδοτικού Συστήματος!
  16. Θεσπίστηκε η χορήγηση του επιδόματος των ανασφάλιστων υπερηλίκων με βάση το τεκμαρτό και όχι το πραγματικό εισόδημα, με συνέπεια οι μισοί και πλέον δικαιούχοι να χάσουν το επίδομα.
  17. Θεσπίστηκε η ακραία νεοφιλελεύθερη αρχή για τον υπολογισμό τής σύνταξης με βάση τον μισθό ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ του εργασιακού βίου, γεγονός που θα οδηγήσει, κυρίως μετά το 2028, σε συντάξεις ύψους 400-500 ευρώ.
  18. Καταργήθηκαν τα οικογενειακά επιδόματα γάμου και τέκνου στις συντάξεις.
  19. Μειώθηκε το εφάπαξ από το 2014 και μετά, αφού από 1-1-2014 και εφεξής το εφάπαξ στερείται της ανταποδοτικότητας και στον δικαιούχο καταβάλλονται ΜΟΝΟ οι άτοκες εισφορές!!
  20. Θεσπίστηκε «κόφτης» στις δαπάνες για τις συντάξεις μέχρι το 2060, απαγορεύοντας αυτές να υπερβαίνουν το 2,5% του ΑΕΠ, με έτος αναφοράς το 2009!
  21. Αυξήθηκε από 4% σε 6% η εισφορά υπέρ ΕΟΠΥΥ για παροχές ασθενείας σε όλες τις κύριες συντάξεις και επιβλήθηκε νέα εισφορά 6% υπέρ ΕΟΠΥΥ σε κάθε επικουρική σύνταξη!

Και επιπλέον: Δεν κατάργησε καμία από τις προηγούμενες ρυθμίσεις – το αντίθετο – νομιμοποίησε τις αυξήσεις των ορίων συνταξιοδότησης. 

Η ίδια η κυβέρνηση Μητσοτάκη δια του νόμου Βρούτση, αποδέχτηκε, θωράκισε και εδραίωσε τον νόμο Κατρούγκαλου, κλείνοντας τα όποια νομικά κενά που αυτός είχε, αποδεικνύοντας ότι η ασφαλιστική μεταρρύθμιση επί μνημονίων ήταν μια κοινή και ενιαία πολιτική.

Κατόπιν αυτών, μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι υπάρχει ανταγωνιστική πολιτική ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ στο ασφαλιστικό, στα όρια συνταξιοδότησης, αλλά και στο ύψος των συντάξεων;

Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι δεν εφαρμόστηκαν παραπλήσιες, όμοιες, και συμπληρωματικές πολιτικές από ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ;

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, πηγαίνοντας ένα ακόμα βήμα παραπέρα, ιδιωτικοποιεί την επικουρική ασφάλιση στο δρόμο της πλήρους ιδιωτικοποίησης του ασφαλιστικού συστήματος. 

Αρκεί αυτό για να επιλέξουν οι εργαζόμενοι να στηρίξουν τον ΣΥΡΙΖΑ;

Ή μήπως διαχρονικά και αποδεδειγμένα, η επιλογή του “μικρότερου κακού” οδηγεί πάντα, μα πάντα, στο “μεγαλύτερο κακό”;

Το γεγονός ότι ο νόμος Κατρούγκαλου “πονούσε” τον ΣΥΡΙΖΑ κατά την εφαρμογή του, ενώ ο νόμος Βρούτση “ευχαριστεί” τη ΝΔ, δεν είναι τίποτα διαφορετικά από μια φαιδρή απόπειρα να εφευρεθούν διαφορές ανάμεσα σε όχι ίδιες, αλλά πάντως όμοιες πολιτικές.

Τι περιμένει ο ΣΥΡΙΖΑ;

Αρκετοί είναι αυτοί που προβληματίζονται σχετικά με την πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ. Kατά τη διάρκεια των 3μισι χρόνων διακυβέρνησης της ΝΔ, χρονικό διάστημα στο οποίο έχουν συμβεί αρκετά (δύο χρόνια καραντίνα χωρίς κανέναν σχεδιασμό, δρομολόγηση διάλυσης του ΕΣΥ, εκτίναξη του πληθωρισμού, ενεργειακή φτώχεια, υποκλοπές, ιδιωτικοποιήσεις – ετοιμάζονται για το νερό τώρα, εμπλοκή σε πολεμικές περιπέτειες για χάρη του ΝΑΤΟ, ακραία νεοφιλελεύθερη ατζέντα γενικά, έγκλημα στα Τέμπη), ο Τσίπρας επέλεξε τους χαμηλούς τόνους, τη χλιαρή αντιπολίτευση, τον σεβασμό του αστικού πολιτικού παιχνιδιού και των κανόνων του, την “υπευθυνότητα”.

Δεν είναι λίγοι αυτοί που έχοντας αηδιάσει από τη σκληρή δεξιά πολιτική του Μητσοτάκη αναρωτιούνται αν θα κυβερνάει για πάντα. Αν θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, η κυβέρνηση να πέσει ή έστω να υπάρξει κάποια κυβερνητική εναλλαγή μέσω των εκλογών που πλησιάζουν. Διαπιστώνουν ότι το δεύτερο δημοσκοπικά κόμμα δεν προσπαθεί να στριμώξει την κυβέρνηση και να διεκδικήσει χώρο για τον εαυτό του. Πως δε μπορεί να “αναπτύξει δυναμική”. Και με τρόμο καταλήγουν πως “θα έχουμε για άλλη μια 4ετία Μητσοτάκη”, καθώς δεν υπάρχει στον πολιτικό χάρτη κάποιος που θα ήθελε και θα μπορούσε να τον εκτοπίσει.

Ο παραπάνω συλλογισμός μπορεί να μην είναι ολόσωστος. Ούτε για πάντα θα κυβερνάει ο Μητσοτάκης, ούτε ο Τσίπρας θα μένει αδρανής ες αεί. Οι εκλογές πλησιάζουν και η προεκλογική μάχη θα ορίσει μια διαφορετική περίοδο. Ούτε μια 4ετία Τσίπρα θα δώσει λύση στα προβλήματα του λαού.

Η αλήθεια είναι πως ο Τσίπρας δεν περιφρονεί την κυβερνητική εξουσία, το έχει αποδείξει εξάλλου. Η πρώτη κυβερνητική θητεία δε φαίνεται να έχει κορέσει τις πολιτικές φιλοδοξίες του. Δεν είναι αυτό το “πρόβλημα”. Ένας “σεμνός” δηλαδή αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Φυσικά και θέλει να ξαναγίνει πρωθυπουργός. Και θα το επιδιώξει με κάθε μέσο, το οποίο θα είναι όμως σύμφωνο με τον ιδεολογικό και πολιτικό του προσανατολισμό. Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές, οι τόνοι θα ανεβαίνουν.

Το σωστό στοιχείο του παραπάνω συλλογισμού είναι αυτό: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ενόχλησε την κυβέρνηση της ΝΔ στο ελάχιστο για 3.5 χρόνια. Την άφησε να “κάνει τη δουλειά της”. Η όποια αντιπαράθεση ανοίξει την επόμενη περίοδο θα αφορά μονάχα αυτό: τις ψήφους. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ ενδιαφερόταν για την αποδυνάμωση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων, των μνημονιακών δεσμεύσεων, της λιτότητας, θα είχε πολιτευτεί αλλιώς μέσα στην τετραετία. Μετά το έγκλημα στα Τέμπη θα είχε “πυροβολήσει” την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Θα καλούσε τον λαό στους δρόμους για να ρίξει την κυβέρνηση τώρα. Θα καλούσε σε “ανένδοτο”. Δε θα απαιτούνταν καν να είναι αριστερό κόμμα για να το κάνει. Αστικά κόμματα (Γεώργιος Παπανδρέου) το έχουν κάνει στο παρελθόν.

Φυσικά, το παρελθόν είναι παρελθόν. Δε ζούμε στη δεκαετία του ΄60 (όπου το ειδικό βάρος της – ακόμα και ηττημένης – αριστεράς χρωμάτιζε το πολιτικό τοπίο). Σήμερα τα δικομματικά συστήματα εξουσίας είθισται να αποτελούνται από δύο όμοια κόμματα με αμοιβαίο σεβασμό και στήριξη, ορισμένες φορές δημόσια, άλλες φορές ανομολόγητα, μα εξίσου φανερά. Δεν είναι προς όφελος του συστήματος να “πέφτουν κυβερνήσεις”, ο αστάθμητος παράγοντας που λέγεται λαός να έρχεται στο προσκήνιο και το κοινά παραδεκτό πλαίσιο άσκησης πολιτικής – όπως καθορίζεται από την ένταξη της χώρας στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ– να αμφισβητείται.

Ο ΣΥΡΙΖΑ στην περίοδο της διακυβέρνησής του βαφτίστηκε ως ένα καθαρά αστικό κόμμα. Οι πολιτικές του επιλογές, με κορυφαία την αντιστροφή/το κουρέλιασμα του δημοψηφίσματος το έδειξαν με τρόπο αδιαμφισβήτητο. Ας θυμηθούμε την περίοδο που η διάκρισή του από τη ΝΔ ήταν ότι “εσείς ψηφίζετε με ευχαρίστηση τα μνημόνια, εμείς όμως με πόνο ψυχής”. Ένα αστικό κόμμα στην εποχή της κρίσης και των μνημονίων (τις δεσμεύσεις από τα οποία βιώνουμε με οδυνηρό τρόπο και σήμερα) δε σηκώνει τους τόνους, δεν κάνει σκληρή αντιπολίτευση, δεν καλεί τον λαό στους δρόμους, δε ρίχνει κυβερνήσεις. Ούτε τις πιο δεξιές και ακραία νεοφιλελεύθερες. Ούτε εν μέσω ξεσηκωμού για το έγκλημα στα Τέμπη.

Δεν παραβαίνει τους κανόνες, δεν ξεχνάει την “πολιτική ευγένεια”. Συμπονά τον πολιτικό του αντίπαλο (;) και τον βοηθάει κάπως να βγει από τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει. Νιώθει μάλλον μια συγγένεια μαζί του. Πως περισσότερα τον ενώνουν παρά τον χωρίζουν.

Έχει και ο ΣΥΡΙΖΑ ευθύνη για το έγκλημα στα Τέμπη, εξάλλου. Η τετραετία 2015-2019 υπήρξε καθοριστική για την τύχη των ελληνικών σιδηροδρόμων. Πόσο τυχαίο είναι που ο Σπίρτζης, πρώην υπουργός υποδομών δεν έχει μιλήσει καθόλου. Πρόσωπο που σίγουρα γνώριζε την κατάσταση, είχε μάλιστα επισκεφτεί το εργοτάξιο τον Νοέμβρη του 2017. Υπάρχει συνυπευθυνότητα ευρύτερη, πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μέσα στο μνημονιακό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.

Εντούτοις, η στάση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορά κυρίως το παρελθόν, μα κυρίως το μέλλον. Ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει και πάλι εξετάσεις. (Ειδικά η προεκλογική περίοδος έχει κάτι από… εξεταστική για τα κόμματα εξουσίας. Μοιάζουν με πρωτοετείς φοιτητές μπροστά στην οικονιμοκή ελίτ της χώρας και στους “δυτικούς συμμάχους μας”). Και αυτή είναι η βασική εξήγηση για την πολιτική του αφωνία. Θέλει να δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι σέβεται τα μνημόνια, τη λιτότητα, τις ιδιωτικοποιήσεις. Πως το “κράτος έχει συνέχεια” και αυτή θα διασφαλιστεί από “πολιτικούς εταίρους” που μπορεί να μην είναι ίδιοι, είναι όμως όμοιοι (δε βγαίνει να πει για παράδειγμα “τώρα που βγήκαμε από τα μνημόνια, θα κρατικοποιήσω και πάλι τα τρένα, θα αναιρέσω τις εξής ιδιωτικοποιήσεις”κλπ). Πως οι “δυναμικοί παράγοντες” της χώρας δεν έχουν κάτι να φοβηθούν από μια ενδεχόμενη “δεύτερη φορά αριστερά”, όπως εν τέλει δεν είχαν και από την πρώτη. Πως τώρα αυτό είναι ακόμα πιο προφανές και καθαρό από τότε (για αυτό και ρητορικές τύπου Πολάκη, χωρίς να εκφράζουν κάποιον αντισυστημισμό, είναι κομμένες πλέον). Πως η αστικοποίηση του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ είναι πλήρης. Η συζήτηση για το αν θα πάρει Αντώναρο και Σπηλιωτόπουλο ενδεικτική (δεν αρκεί που έχει βάλει μέσα το μισό ΠΑΣΟΚ…). Πως τη στιγμή που ο μέχρι χτες κραταιός αστικός διαχειριστής (Μητσοτάκης) έχει αρχίσει να κονταίνει, χωρίς να αποκλείεται και η περίπτωση να καεί εντελώς, υπάρχει σε πλήρη ετοιμότητα το άλλο μεγάλο, υπέυθυνο, σοβαρό και αξιόπιστο αστικό κόμμα με όλη τη διάθεση να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. Να αποδείξει ότι “στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα”, για την αστική πολιτική.

Την ίδια στιγμή, οι λαϊκές μάζες που κατεβαίνουν κατά χιλιάδες στους δρόμους αποδεικνύουν ότι ούτε και για τον λαό και την αριστερά της κοινωνίας υπάρχουν αδιέξοδα. Κάνουν και πάλι την εμφάνισή τους μετά το επεισόδιο “ΣΥΡΙΖΑ” (ανάθεση – ελπίδα, διάψευση προσδοκιών – απογοήτευση). Επουλώνουν τις πληγές τους και αναζητούν πολιτική έκφραση.

Η αριστεία σκοτώνει. Όχι άλλη αριστεία. Όχι άλλοι νεκροί.

Η κυβέρνηση των αρίστων του Κυριάκου Μητσοτάκη ήρθε στην εξουσία πουλώντας το αφήγημα ότι είναι ικανοί, αποτελεσματικοί, αξιόπιστοι διαχειριστές. Πολιτικές διαφορές με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ – μετά τα μνημόνια – επί της ουσίας δεν υπήρχαν, ή ήταν εντελώς δευτερεύουσες. Η διαφορά ήταν ότι οι Συριζαίοι ήταν κατσαπλιάδες, αγροίκοι, ανίκανοι και κακοντυμένοι, ενώ οι κολλεγιόπαιδες νόμιμοι ιδιοκτήτες της χώρας και μόνιμοι ένοικοι του Μαξίμου, ήταν άριστοι, πτυχιούχοι των ακριβότερων Πανεπιστημίων, σχεδόν νέιτιβ σπήκερς αγγλικών, με ακριβά ρούχα, καλούς τρόπους και γραβάτες.

Ο Μητσοτάκης υποσχέθηκε “όχι άλλο Μάτι” και επί των ημερών του συνέβη κάτι χειρότερο. Αν στο Μάτι είχαμε μια φυσική καταστροφή, ένα ανίκανο – αδιάφορο κράτος και μια κυβέρνηση να πελαγοδρομεί, να καταρρέει και να παίζει θέατρο, στα Τέμπη είχαμε την παταγώδη χρεοκοπία της Ελλάδας του Μητσοτάκη, δηλαδή της Ελλάδας της “αριστείας”, της “ικανότητας”, της “αξιοκρατίας” και του “ψηφιακού μετασχηματισμού”. 

Στα Τέμπη, όλα είχαν ειπωθεί, όλοι είχαν προειδοποιηθεί, όλοι γνώριζαν. Οι κακοί συνδικαλιστές, οι επάρατοι εργατοπατέρες, όσο κι αν στοχοποιούνται από τον ένοχο πρωθυπουργό είναι αυτοί που είχαν δίκιο. Είχαν στείλει μέχρι και εξώδικα στον υβριστή τους, όπου προειδοποιούσαν τον κ. Μητσοτάκη να πάρει μέτρα, να μη συμβεί το δυστύχημα για να μην χύνει μετά κροκοδείλια δάκρυα. Η κυβέρνηση επέλεξε να τους αγνοήσει. Και τώρα η χώρα θάβει τους νεκρούς της με το υπουργικό συμβούλιο και τον πρωθυπουργό να παριστάνουν τις τεθλιμμένες χήρες και να χύνουν τα κροκοδείλια δάκρυα για τα οποία είχαν προειδοποιηθεί. Σήμερα, η εκστρατεία εναντίον των συνδικαλιστών ενορχηστρώνεται μετά μανίας, αλλά τα γεγονότα είναι πεισματάρικα. 

Ο Μητσοτάκης ήρθε στην εξουσία υποσχόμενος ότι θα βάλει τη χώρα σε πρόγραμμα μετά τον “εκτροχιασμό” που υποτίθεται υπέστη από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ότι θα σταματήσει το “πάμε κι όπου βγει” του Βαρουφάκη όταν αυτός διαπραγματευόταν με την τρόικα. Ότι θα βάλει φρένο στον λαϊκισμό, στις πελατειακές σχέσεις, στο πλιάτσικο του κράτους, στο χάος του δημοσίου. 

Η Ελλάδα, μας διαβεβαίωνε ο κ. Μητσοτάκης, “ταξιδεύει στο πρώτο βαγόνι της ευρωπαϊκής αμαξοστοιχίας”. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα του Μητσοτάκη στέλνει στο θάνατο τα παιδιά που ήταν και στο πρώτο και στο δεύτερο και στο τρίτο βαγόνι του Intercity 62. Η Ελλάδα, μας έλεγε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος “ηγείται της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης”. Στην πράξη, είμαστε πίσω και από τη δεύτερη βιομηχανική επανάσταση που σηματοδότησαν οι σιδηρόδρομοι του 19ου αιώνα – τα τρένα στην Ελλάδα ταξιδεύουν τυφλά. Οι Ιάπωνες, κατά τον Πιερρακάκη, “θέλουν να αντλήσουν μαθήματα από τον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας μας”. Όμως η χώρα μας δεν μπορεί να ελέγξει, ούτε ψηφιακά, ούτε αναλογικά, ούτε καν με σήματα καπνού, αν δύο τρένα κινούνται σε τροχιά μετωπικής σύγκρουσης. 

Ποτέ άλλοτε, τόσο ψέμα, τόση προπαγάνδα, και τόσο θέατρο, δεν πληρώθηκε τόσο ακριβά σε ανθρώπινες ζωές.

Μια κινέζικη παροιμία λέει πως όσο ψηλότερα ανεβαίνει η μαϊμού στο δέντρο, τόσο περισσότερο φαίνεται ο πισινός της. Και η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη πήρε πολύ ψηλά τον αμανέ της αριστείας.

Και ήρθαν οι 57 νεκροί. 

Οι άριστοι τα σκάτωσαν. Απέτυχαν να εγγυηθούν την ασφάλεια των πολιτών. Στην πραγματικότητα άλλωστε ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν για αυτήν. Με το τρένο ταξιδεύει η πλέμπα. Παιδιά της επαρχίας, φοιτητές, εργαζόμενοι του μεροκάματου, χαμηλά εισοδήματα, μετανάστες. Τα δικά τους παιδιά, ταξιδεύουν με αεροπλάνο και κατά πάσα πιθανότητα δεν φοιτούν στο ΑΠΘ αλλά στα Αγγλικά πανεπιστήμια, επί πληρωμή. Θα αγοράσουν ωραία πτυχία, και μετά θα παραστήσουν, όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου, τους επόμενους “άριστους”, “άξιους” και “ικανούς”, τους μόνους που προορίζονται από τον Θεό και την Ιστορία να κυβερνούν αυτή την καθυστερημένη και ταλαίπωρη χώρα.

Το να συγκρούονται μετωπικά δύο τρένα στην Ελλάδα του 2023, σε διπλή γραμμή, την ώρα που επί 150 χρόνια, τρένα σε μονές γραμμές, δεν είχαν ποτέ συγκρουστεί, θέλει πράγματι πτυχία από το Χάρβαρντ, από το Κολάμπια, από το Ταφτς και το Στάνφορντ. 

Γιατί απαιτεί διάλυση των υποδομών, υποστελέχωση των υπηρεσιών, μείωση της ασφάλειας, επιπλέον κέρδος, συμβάσεις που σέρνονται επ’ αόριστον προς όφελος των εργολάβων. Οι άριστοι μισούν από τα βάθη της καρδιάς τους τα κοινωνικά αγαθά, θεωρώντας ότι δεν πρέπει να είναι κοινωνικά. Πρέπει να είναι πεδίο κερδοσκοπίας. 

Στην περίπτωση του ΟΣΕ η αριστεία ξεσάλωσε. Υπό τη διεύθυνση της ΕΕ διέλυσαν τον ΟΣΕ, κατακρεούργησαν και τεμάχισαν έναν ενιαίο οργανισμό, με στόχο η επιβατική κίνηση με εξασφαλισμένες τις δημόσιες επιδοτήσεις να πουληθεί μπιρ παρά στους ξένους, ενώ οι υποδομές να μείνουν να σαπίζουν και να απαξιώνονται στο μνημονιακό και πτωχευμένο δημόσιο. Ξεκίνησαν από υπαρκτά προβλήματα σπατάλης και διαφθοράς. Και εμφανίστηκαν ως χειρούργοι, έχοντας όχι απλά σκοτώσει, αλλά κατακρεουργήσει τον ασθενή. 

Αν λοιπόν τα τρένα να συγκρούονται μετωπικά σε διπλή σιδηροδρομική γραμμή, το 2023, τι χρειαζόμαστε υπουργούς αποφοίτους Χάρβαρντ, ΜΙΤ και Κολάμπια; 

Μήπως να επιλέγαμε υπουργούς αποφοίτους κάποιου ΕΠΑΛ;

Γιατί σε αυτή την περίπτωση, οι πιθανότητες να μην είχε γίνει το δυστύχημα θα ήταν πολύ περισσότερες. Οι απόφοιτοι του ΕΠΑΛ δεν θα σφύριζαν αδιάφορα στις προειδοποιήσεις των ειδικών. Δεν θα έγραφαν στα παλιά τους τα παπούτσια τα εξώδικα των σιδηροδρομικών. Το σημαντικότερο είναι ότι δεν θα έβαζαν την καριέρα τους πάνω από τις ζωές δεκάδων ομοίων τους.

Δυστυχώς έχουμε πολιτικούς από τα ακριβά σχολεία και τα ακριβότερα Πανεπιστήμια. Πολιτικούς που κλίνουν τη λέξη αριστεία, αλλά δεν θέλουν και δεν μπορούν να διασφαλίσουν ασφαλείς μεταφορές. Πολιτικούς που αυτοδιαφημίζονται ως ντούερς αλλά δεν θέλουν και δεν μπορούν να προχωρήσουν τις απαραίτητες συμβάσεις, τουλάχιστον αν αυτές δεν αποφέρουν θηριώδη κέρδη για την τάξη που εκπροσωπούν. 

Η αριστεία σκοτώνει. Όχι επειδή το θέλει ή το σχεδιάζει, αλλά επειδή αδιαφορεί για κάθε τι που δεν φουσκώνει τις τσέπες της άρχουσας τάξης. Και οι τσέπες των εθνικών νταβατζήδων δεν γεμίζουν με ασφαλείς σιδηροδρομικές μεταφορές. Οι τσέπες τους φουσκώνουν με ιδιωτικούς δρόμους, με ιδιωτικά διόδια, με καρτέλ στην ενέργεια, με αεροπορικό μονοπώλιο. Αυτά ήθελε να κάνει η αριστεία και αυτά έκανε. 

Όχι άλλη αριστεία, όχι άλλοι νεκροί.

Επιστολή ενός σιδηροδρομικού: “Ντρέπομαι”

Διαχρονικό «έγκλημα»; Πάνω στο πτώμα της νιότης… η εγκατάλειψη (του σιδηροδρομικού δικτύου)

Διαβάζω από ανάρτηση του Γιάννη Αγγελάκα: “ούτε αυτοί ντρέπονται, ούτε εμείς ντρεπόμαστε και το προτεκτοράτο συνεχίζει το προεκλογικό του καρναβάλι πάνω στο πτώμα της νιότης που δεν μπόρεσε ή δεν πρόλαβε να ξενιτευτεί”.

Με δύο αράδες ο ερμηνευτής και στιχουργός, ο καλλιτέχνης, περιγράφει την πραγματικότητα.

Ίσως θα έπρεπε να ξεκινήσει κάποιος πολύ βαθιά στο ιστορικό παρελθόν, για την πορεία της απαξίωσης του σιδηρόδρομου.

Μια φορά και έναν καιρό λοιπόν, υπήρχε ο ΟΣΕ (όπως υπήρχε και ο ΟΤΕ, η ΔΕΗ, τα λιμάνια, τα αεροδρόμια… κλπ κλπ) και αποτελούσε έναν δημόσιο οργανισμό που εκτελούσε το μεταφορικό έργο επιβατών και εμπορευμάτων. Αυτός ο οργανισμός είχε τη δυνατότητα επίσης της επέκτασης, της συντήρησης, της ανάπτυξης και του εκσυγχρονισμού του σιδηροδρομικού δικτύου και του τροχαίου υλικού (μηχανές , βαγόνια μεταφοράς, ειδικά σιδηροδρομικά οχήματα). Είχε, βάσει κεντρικού σχεδιασμού, αναπτύξει τις διάφορες υποδομές του όπως εργοστάσια παραγωγής  και συντήρησης σιδηροδρομικών οχημάτων και υλικών, στελεχωμένες επιθεωρήσεις και υπηρεσίες, συνεργεία και εργοδηγούς γραμμής, επανδρωμένους σταθμούς και εγκαταστάσεις. Επίσης, πέρα από την ευθύνη της εκτέλεσης των δρομολογίων, είχε την ευθύνη του σχεδιασμού και της υλοποίησης των νέων απαιτούμενων έργων και μελετών για το σιδηροδρομικό δίκτυο.

Όλα αυτά πριν 30 με 35 χρόνια.

Μέχρι τότε περίπου, που στα πλαίσια της ευθυγράμμισης της εθνικής πολιτικής με τις (νεοφιλελεύθερες) οδηγίες της ενωμένης Ευρώπης, της ΕΟΚ και κατόπιν ΕΕ, όλο αυτό το πακέτο θα έπρεπε να «εκσυγχρονιστεί και να αναβαθμιστεί»…  Θα έπρεπε να σπάσει σε κομμάτια διαχειρίσιμα από τον νεοφιλελευθερισμό, αλλού η εκμετάλλευση-κυκλοφορία, αλλού η υποδομή και το τροχαίο υλικό, αλλού τα έργα και οι μελέτες, αλλού η συντήρηση, αλλού η ακίνητη περιουσία. Μόνο νούμερα, στατιστικές και κέρδη ή ζημίες, μόνο βάσει των ιδιωτικο-οικονομικών κριτηρίων…  (βλέπε πολιτική Θάτσερ στην Μ. Βρετανία). Θα έπρεπε να πάψει να υφίσταται το «δημόσιο μονοπώλιο» στη σιδηροδρομική μεταφορά, να ενισχυθεί η «υγιής ανταγωνιστικότης» των ιδιωτικών επιχειρήσεων… να ρυθμιστούν όλα αυτά σύμφωνα με τους «νόμους της αγοράς», βρε αδερφέ. Να πάψει να υπάρχει ως μέσο συλλογικής κατανάλωσης, να ξεκοπεί από τον ρόλο που έχει ως κοινωνικό αγαθό.

Από τότε λοιπόν, ξεκίνησε μια πορεία που καθόρισε τη μοίρα του οργανισμού, με ορατό αποτέλεσμα τη σημερινή κατάσταση και πραγματικότητα.

Αρχές μνημονιακών χρόνων (2010 – 2011):

Ο ΟΣΕ είναι ο πρώτος οργανισμός που βάλλεται πανταχόθεν (είναι πολλοί, είναι άχρηστοι, τεμπέληδες δημόσιοι υπάλληλοι, παίρνουν πολλά, φταίνε οι εργαζόμενοι, τα τραίνα κοστίζουν…κλπ κλπ).

Διαλύεται σε κομμάτια, εταιρείες για την υποδομή, την κυκλοφορία, την ακίνητη περιουσία (2η μεγαλύτερη μετά απ’ αυτήν της εκκλησίας, που περιλαμβάνει αρκετά ακίνητα «φιλέτα»), τα έργα!

Όλα τα παραπάνω σύμφωνα με τις ευλογίες των ευρωπαίων εταίρων …αυτών  που τώρα συμπάσχουν και μας συμπαραστέκονται .

Μετατάξεις, πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, απαξίωση για τις εγκαταστάσεις και για το προσωπικό που παρέμενε, εγκατάλειψη, …διαλυμένο «βασίλειο»!

ΑΥΤΟΙ:

Δεν τους ενδιαφέρει η ανάπτυξη αυτού του μέσου (αποτελεί ίσως το λαϊκότερο μέσο μαζικής μεταφοράς), μετακινούνται – ταξιδεύουν με αυτό μόνο η πλέμπα, οι νεολαίοι, άντε τα φαντάρια και ίσως κάποιοι συνταξιούχοι. Γιατί να τους νοιάξει;  αυτοί μετακινούνται – ταξιδεύουν με το αεροπλάνο, με το αμάξι, με τον σωφέρ τους.

Το μισούν, για όλους τους παραπάνω λόγους και για το ότι δεν τους αποφέρει τα αναμενόμενα κέρδη για τις επιχειρήσεις τους. Είναι ανταγωνιστικό στους δρόμους (βλέπε εθνικοί εργολάβοι και διόδια), μπορεί να γίνει ανταγωνιστικό με την αεροπορική μεταφορά (βλέπε Ολυμπιακή που έγινε aegean), είναι ακόμη το φτηνότερο και λαϊκότερο μέσο μαζικής μεταφοράς κλπ κλπ.

Έχουν προχωρήσει στην υποβάθμισή του από πολύ παλιά, διότι τα συμφέροντα του δικτύου των πετρελαιάδων (καύσιμα, βενζίνες – πετρέλαια), των εισαγωγέων – εμπόρων αυτοκινήτων και ανταλλακτικών,  των εργολάβων κατασκευαστών – ασφαλτάδων, είναι αυτά που δίνουν τον τόνο, που κυριαρχούν!!!   

Ασχολούνται με αυτό παρεμπιπτόντως και περιστασιακά, μόνο όταν πρόκειται να μοιραστεί η πίτα των χρηματοδοτήσεων στους εθνικούς εργολάβους για προμήθειες, έργα και μελέτες.

Το θεωρούν βάρος που ξεφορτώθηκε, μπορούν τώρα να «αξιοποιήσουν» την ακίνητη περιουσία του.

Εξαρτημένοι – δεμένοι – διαπλεκόμενοι, από ξένες πολυεθνικές και ντόπιες εταιρείες,   συμφέροντα εργολάβων – κατασκευαστών – προμηθευτών, παλιές και νέες τεχνολογίες – χρήσιμες ή άχρηστες (…χρήσιμες γι’ αυτούς).

Στα πλαίσια της διατήρησης… του προτεκτοράτου.   

Αντ’ αυτού σήμερα, μετά την καταστροφή, τον όλεθρο, τον θάνατο …προεκλογικό καρναβάλι, όχι μόνο τώρα, αλλά κάθε φορά!!! Διαχρονικά !!! Παντού!!!

Από τα διάφορα «μέσα» επικοινωνίας:

«Ανθρώπινο λάθος» ή ο ανταγωνισμός Siemens – Alstom στην ανάταξη της τηλεδιοίκησης του ΟΣΕ;

Σταθμάρχης της Hellenic Train ή σύγχρονα συστήματα ελέγχου της κυκλοφορίας, φωτοσήμανσης και τηλεδιοίκησης;

Θα φτάσει το μαχαίρι στο κόκκαλο ή δεν υπάρχει πια τσίπα;

Είναι ο Κούγιας ο καταλληλότερος ή το θέατρο σκιών;

Οι προηγούμενοι φταίνε, που τα κάναν χειρότερα ή η σημερινή μαφιόζικη συμμορία;

Εικόνες από εγκαίνια ή χρήσιμα έργα για τον κόσμο, για την κοινωνία αυτής της χώρας;

Φωτογραφία στα συντρίμια των τρένων ή στην αιμοδοσία;

Ανεξάρτητη επιτροπή τεχνοκρατών – ειδικών διερεύνησης ή ο λύκος που φυλάει τα πρόβατα;

Στην κοινωνία της εικόνας, πόσο μετράει η ανθρώπινη απώλεια;

ΕΜΕΙΣ

Σήμερα όλοι εμείς …οι άλλοι, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την φριχτή πραγματικότητα …του πτώματος της νιότης που δεν πρόλαβε…να ΣΩΘΕΙ!

Δεν το χωράει το μυαλό!

Δεν αρκούν τα ερωτήματα!

Δεν φτάνουν οι διαπιστώσεις!

Δεν πνίγεται το κλάμα!

Δεν αντέχεται ο πόνος!

Δεν μπορώ την «κακιά την ώρα»!

(Δεν;) Υπάρχει εναλλακτική για τις ζωές μας!

Τα αυτονόητα! Φτάνει!

Ντρέπομαι ! Γιατί ανεχόμαστε τους εχθρούς της κοινωνίας, της νεολαίας, του λαού!

———————————————————

Ένας εργαζόμενος στον σιδηρόδρομο