Άρθρα

Το “Μανιφέστο για την Ειρήνη” ταράζει τα νερά στη Γερμανική Αριστερά

Η Σάρα Βάγκενκνεχτ, πρώην κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του Die Linke και στέλεχος της Αριστεράς, μαζί με την Άλις Σβάρτσερ, συγγραφέα, δημοσιογράφο και κορυφαία μορφή του φεμινιστικού κινήματος στη Γερμανία, απευθύνουν έκκληση για την ειρήνη δημοσιεύοντας ένα Μανιφέστο που μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα συγκέντρωσε εκατοντάδες χιλιάδες υπογραφές. Η Σάρα Βάγκενκνεχτ αποχώρησε σπό το Die Linke κριτικάροντας το πρώην κόμμα της για συνέργεια στον φιλοπολεμικό παροξυσμό της γερμανικής άρχουσας τάξης. Είχαν προηγηθεί διαφωνίες της για το “δικαιωματικό προφίλ” που καλλιέργησε το κόμμα της Αριστεράς και την απώλεια των δεσμών με την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Η έκκληση των δύο γυναικών βρίσκει ισχυρή απήχηση στη βάση της Αριστεράς αλλά και ευρύτερα, καθώς το πολεμικό κλίμα και η αντιρωσική ψύχωση στη Γερμανία είναι σε έξαρση.
Η πρωτοβουλία κορυφώνεται στις 24 Φεβρουαρίου με συγκέντρωση στην πύλη του Βραδεμβούργου και βασικό αίτημα την απεμπλοκή της Γερμανίας από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τον εξοπλισμό της κυβέρνησης του Κιέβου. Το Μανιφέστο υπογράφτηκε αρχικά από άλλες 69 προσωπικότητες της γερμανικής πολιτικής, κοινωνικής και πολιτστικής ζωής. Ανάμεσά τους ο οικονομολόγος Βόλφγκανκ Στρεκ, η ηθοποιός Χάνα Σιγκούλα, ο πρώην πρόεδρος του Die Linke Όσκαρ Λαφοντέν, αλλά και η θεολόγος Μάργκοτ Κάσμαν, πρώην επικεφαλής της προτεσταντικής Εκκλησίας και ο στρατηγός Έριχ Βαντ, πρώην σύμβουλος της Μέρκελ κλπ.
Ενώ στη Γερμανία επικρατούν καθολικά οι φιλοπόλεμες δυνάμεις που στηρίζουν με νύχια και με δόντια το καθεστώς Ζελένσκι και τη Νατοϊκή στρατηγική, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ένα 35% των Γερμανών πιστεύουν ότι η Γερμανία το “παρακάνει” με την υποστήριξή της στο Κίεβο, ενώ το 58% πιστεύει ότι δεν γίνονται αρκετές προσπάθειες για την ειρήνη.
Στο Μανιφέστο των Βάγκενκνεχτ – Σβάρτσερ ανέλαβε να απαντήσει η Υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, προερχόμενη από τους Πράσινους, Αναλένα Μπάερμποκ, η οποία υποστήριξε ότι η ειρήνη αυτή τη στιγμή δεν είναι ειρήνη αλλά υποταγή της Ουκρανίας στη Ρωσία.
Δημοσιεύουμε παρακάτω το κείμενο των Βάγκενκνεχτ – Σβάρτσερ.

Σήμερα είναι η 352η ημέρα πολέμου στην Ουκρανία. Πάνω από 200.000 στρατιώτες και 50.000 πολίτες έχουν σκοτωθεί μέχρι στιγμής. Γυναίκες βιάστηκαν, παιδιά φοβήθηκαν, ένας ολόκληρος λαός τραυματίστηκε. Αν οι μάχες συνεχιστούν έτσι, η Ουκρανία θα είναι σύντομα μια αποψιλωμένη, κατεστραμμένη χώρα. Και πολλοί άνθρωποι σε όλη την Ευρώπη φοβούνται επίσης την επέκταση του πολέμου. Φοβούνται για το μέλλον τους και το μέλλον των παιδιών τους.

Ο ουκρανικός λαός, που δέχεται βάναυση εισβολή από τη Ρωσία, χρειάζεται την αλληλεγγύη μας. Αλλά τι σημαίνει αλληλεγγύη τώρα; Πόσο ακόμα θα συνεχιστούν οι μάχες και ο θάνατος στην Ουκρανία; Και ποιος είναι τώρα, ένα χρόνο μετά, ο πραγματικός στόχος αυτού του πολέμου; Η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών μίλησε πρόσφατα για “εμάςτους Γερμανούς” που διεξάγουμε “πόλεμο κατά της Ρωσίας”. Σοβαρά;

Ο πρόεδρος Ζελένσκι δεν κρύβει τον στόχο του. Μετά τα τανκς που του υποσχεθήκαμε, τώρα απαιτεί μαχητικά αεροσκάφη, πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς και πολεμικά πλοία – για να νικήσει τη Ρωσία σε όλα τα επίπεδα; Ο Γερμανός καγκελάριος εξακολουθεί να διαβεβαιώνει ότι δεν θέλει να στείλει ούτε μαχητικά αεροσκάφη ούτε “χερσαία στρατεύματα”. Αλλά πόσες “κόκκινες γραμμές” έχουν ήδη ξεπεραστεί τους τελευταίους μήνες;

Φοβόμαστε ότι ο Πούτιν θα εξαπολύσει μέγιστη αντεπίθεση σε περίπτωση επίθεσης στην Κριμαία. Μήπως τότε οδεύουμε αναπότρεπτα στον ολισθηρό δρόμο προς τον παγκόσμιο πόλεμο και τον πυρηνικό πόλεμο; Δεν θα ήταν ο πρώτος μεγάλος πόλεμος που θα ξεκινούσε με αυτόν τον τρόπο. Αλλά μπορεί να είναι ο τελευταίος.

Η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει μεμονωμένες μάχες – με την υποστήριξη της Δύσης. Αλλά δεν μπορεί να κερδίσει έναν πόλεμο εναντίον της μεγαλύτερης πυρηνικής δύναμης του κόσμου. Αυτό λέει και ο ανώτατος στρατιωτικός αξιωματικός των ΗΠΑ, ο στρατηγός Milley. Μιλάει για ένα αδιέξοδο στο οποίο καμία πλευρά δεν μπορεί να κερδίσει στρατιωτικά και ο πόλεμος μπορεί να τερματιστεί μόνο στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Τότε γιατί όχι τώρα; Αμέσως!

Διαπραγμάτευση δεν σημαίνει παράδοση. Διαπραγμάτευση σημαίνει συμβιβασμούς, και από τις δύο πλευρές. Με στόχο την αποτροπή περαιτέρω εκατοντάδων χιλιάδων θανάτων και χειρότερων. Το ίδιο πιστεύουμε και εμείς, το ίδιο πιστεύει και ο μισός γερμανικός πληθυσμός. Ήρθε η ώρα να μας ακούσετε!

Εμείς οι πολίτες της Γερμανίας δεν μπορούμε να επηρεάσουμε άμεσα την Αμερική και τη Ρωσία ή τους Ευρωπαίους γείτονές μας. Μπορούμε όμως και πρέπει να θέσουμε την κυβέρνησή μας και τον Καγκελάριο προ των ευθυνών τους και να του υπενθυμίσουμε τον όρκο του: “Να αποτρέπει το κακό του γερμανικού λαού”.

Καλούμε τον Καγκελάριο να σταματήσει την κλιμάκωση των παραδόσεων όπλων. Τώρα! Θα πρέπει να ηγηθεί μιας ισχυρής συμμαχίας για κατάπαυση του πυρός και ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις τόσο σε γερμανικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Τώρα! Επειδή κάθε μέρα που χάνεται κοστίζει έως και 1.000 επιπλέον ζωές – και μας φέρνει πιο κοντά σε έναν 3ο παγκόσμιο πόλεμο.

Alice Schwarzer και Sahra Wagenknecht

Πηγή: change.org

Το Ευρώ χωρίς τη Γερμανία

Η αντίδραση στο σαμποτάζ τριών από τους τέσσερις αγωγούς Nord Stream 1 και 2 σε τέσσερα σημεία τη Δευτέρα, 26 Σεπτεμβρίου, έχει επικεντρωθεί σε εικασίες σχετικά με το ποιος το έκανε και αν το ΝΑΤΟ θα κάνει μια σοβαρή προσπάθεια να ανακαλύψει την απάντηση. Ωστόσο, αντί για πανικό, υπήρξε ένας μεγάλος αναστεναγμός διπλωματικής ανακούφισης, ακόμη και ηρεμίας. Η απενεργοποίηση αυτών των αγωγών τερματίζει την αβεβαιότητα και τις ανησυχίες των διπλωματών των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ, οι οποίες παραλίγο να φτάσουν σε βαθμό κρίσης την προηγούμενη εβδομάδα, όταν πραγματοποιήθηκαν μεγάλες διαδηλώσεις στη Γερμανία με αίτημα να τερματιστούν οι κυρώσεις και να τεθεί σε λειτουργία ο Nord Stream 2 για την επίλυση της ενεργειακής έλλειψης.

Η γερμανική κοινή γνώμη άρχισε να καταλαβαίνει τι σήμαινε ότι οι χαλυβουργίες, οι εταιρείες λιπασμάτων, οι εταιρείες γυαλιού και οι εταιρείες χαρτιού τουαλέτας έκλειναν. Οι εταιρείες αυτές προέβλεπαν ότι θα έπρεπε να βάλουν λουκέτο εξ ολοκλήρου -ή να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες- εάν η Γερμανία δεν αποσυρόταν από τις εμπορικές και νομισματικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας και δεν επέτρεπε να ξαναρχίσουν οι εισαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου πιθανότατα υποχωρώντας από την αστρονομική οκταπλάσια έως δεκαπλάσια αύξησή της τιμής τους.

Ωστόσο, το γεράκι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η Βικτόρια Νούλαντ, είχε ήδη δηλώσει τον Ιανουάριο ότι “με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ο Nord Stream 2 δεν θα προχωρήσει” αν η Ρωσία απαντήσει στις επιταχυνόμενες στρατιωτικές επιθέσεις του ΝΑΤΟ/Ουκρανίας στις ρωσόφωνες ανατολικές περιοχές. Ο πρόεδρος Μπάιντεν υποστήριξε την αμερικανική επιμονή στις 7 Φεβρουαρίου, υποσχόμενος ότι “δεν θα υπάρξει πλέον Nord Stream 2. Θα βάλουμε τέλος σε αυτό. … Σας υπόσχομαι ότι θα είμαστε σε θέση να το κάνουμε”.

Οι περισσότεροι παρατηρητές υπέθεσαν απλώς ότι οι δηλώσεις αυτές αντανακλούσαν το προφανές γεγονός ότι οι Γερμανοί πολιτικοί ήταν πλήρως στο τσεπάκι των ΗΠΑ/του ΝΑΤΟ. Επέμειναν σταθεροί στην άρνησή τους να αδειοδοτήσουν τον Nord Stream 2, και ο Καναδάς σύντομα κατάσχεσε τους συμπιεστές της Siemens που χρειάζονταν για να στείλουν φυσικό αέριο μέσω του Nord Stream 1. Αυτό φάνηκε να διευθετεί τα πράγματα μέχρι που η γερμανική βιομηχανία – και ένας αυξανόμενος αριθμός ψηφοφόρων – άρχισαν τελικά να υπολογίζουν τι ακριβώς θα σήμαινε για τη γερμανική βιομηχανική βάση ο αποκλεισμός του ρωσικού φυσικού αερίου.

Η προθυμία της Γερμανίας να επιβάλει στον εαυτό της μια οικονομική ύφεση κλονιζόταν – αν και όχι οι πολιτικοί της ή η γραφειοκρατία της ΕΕ. Αν οι Γερμανοί πολιτικοί έβαζαν πρώτα τα γερμανικά επιχειρηματικά συμφέροντα και το βιοτικό επίπεδο, θα έσπαγαν οι κοινές κυρώσεις του ΝΑΤΟ και το μέτωπο του Νέου Ψυχρού Πολέμου. Η Ιταλία και η Γαλλία θα μπορούσαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους. Αυτός ο εφιάλτης της ευρωπαϊκής διπλωματικής ανεξαρτησίας κατέστησε επιτακτική την ανάγκη να αφαιρεθούν οι αντιρωσικές κυρώσεις από τα χέρια των δημοκρατικών διαδικασιών και να διευθετηθούν τα πράγματα με το σαμποτάζ των δύο αγωγών. Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για μια πράξη βίας, αποκατέστησε την ηρεμία στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Αμερικανών και Γερμανών πολιτικών.

Δεν υπάρχει πλέον αβεβαιότητα για το αν η Ευρώπη μπορεί και να ξεφύγει από τους στόχους του Νέου Ψυχρού Πολέμου των ΗΠΑ, αποκαθιστώντας το αμοιβαίο εμπόριο και τις επενδύσεις με τη Ρωσία. Αυτή η επιλογή έχει πλέον αποκλειστεί. Η απειλή ότι η Ευρώπη θα απομακρυνθεί από τις εμπορικές και οικονομικές κυρώσεις των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας έχει λυθεί, φαινομενικά για το ορατό μέλλον, καθώς η Ρωσία ανακοίνωσε ότι καθώς η πίεση του φυσικού αερίου πέφτει σε τρεις από τους τέσσερις αγωγούς, η έγχυση αλμυρού νερού θα διαβρώσει ανεπανόρθωτα τους σωλήνες. (Tagesspiegel, 28 Σεπτεμβρίου.)

Πού πηγαίνουν το ευρώ και το δολάριο από εδώ και πέρα;

Εξετάζοντας πώς αυτή η εμπορική “λύση” θα αναδιαμορφώσει τη σχέση μεταξύ του δολαρίου και του ευρώ, μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί δεν έχουν συζητηθεί ανοιχτά οι φαινομενικά προφανείς συνέπειες της διακοπής των εμπορικών δεσμών της Γερμανίας, της Ιταλίας και άλλων ευρωπαϊκών οικονομιών με τη Ρωσία. Η “συζήτηση για τις κυρώσεις” έχει λυθεί με ένα γερμανικό και μάλιστα πανευρωπαϊκό οικονομικό κραχ. Για την Ευρώπη, η επόμενη δεκαετία θα είναι μια καταστροφή. Μπορεί να υπάρξουν αλληλοκατηγορίες για το τίμημα που πλήρωσε επειδή άφησε την εμπορική της διπλωματία να υπαγορεύεται από το ΝΑΤΟ, αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτα γι’ αυτό. Κανείς δεν περιμένει (ακόμη) ότι θα ενταχθεί στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης. Αυτό που αναμένεται είναι να καταρρεύσει το βιοτικό της επίπεδο.

Οι βιομηχανικές εξαγωγές της Γερμανίας ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας που στήριζε την ισοτιμία του ευρώ. Το μεγάλο δέλεαρ για τη Γερμανία για να μεταβεί από το γερμανικό μάρκο στο ευρώ ήταν ότι έτσι θα μπορούσε να αποφύγει την άνοδο της συναλλαγματικής ισοτιμίας του γερμανικού μάρκου εξαιτίας του πλεονάσματος των εξαγωγών της σε βαθμό που τα γερμανικά προϊόντα να βρεθούν εκτός των παγκόσμιων αγορών. Η επέκταση του νομίσματος ώστε να συμπεριλάβει την Ελλάδα, την Ιταλία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και άλλες χώρες με ελλειμματικό ισοζύγιο πληρωμών θα απέτρεπε την εκτίναξη του νομίσματος στα ύψη. Και αυτό θα προστάτευε την ανταγωνιστικότητα της γερμανικής βιομηχανίας.

Μετά την εισαγωγή του το 1999 στα 1,12 δολάρια, το ευρώ όντως βυθίστηκε στα 0,85 δολάρια μέχρι τον Ιούλιο του 2001, αλλά ανέκαμψε και πράγματι ανήλθε στα 1,58 δολάρια τον Απρίλιο του 2008. Έκτοτε διολισθαίνει σταθερά προς τα κάτω και από τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους οι κυρώσεις οδήγησαν την ισοτιμία του ευρώ κάτω από την ισοτιμία με το δολάριο στα 0,97 δολάρια αυτή την εβδομάδα. Ο σημαντικότερος παράγοντας ήταν η άνοδος των τιμών του εισαγόμενου φυσικού αερίου και πετρελαίου, καθώς και προϊόντων όπως το αλουμίνιο και τα λιπάσματα που απαιτούν μεγάλες ενεργειακές εισροές για την παραγωγή τους. Και καθώς η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ υποχωρεί έναντι του δολαρίου, το κόστος διαχείρισης του χρέους του σε δολάρια ΗΠΑ – ο συνήθης όρος για τις συνεργαζόμενες εταιρείες με Αμερικανικές πολυεθνικές – θα αυξηθεί, συμπιέζοντας τα κέρδη τους.

Αυτό δεν είναι το είδος της ύφεσης που οι “αυτόματοι σταθεροποιητές” μπορούν να επεξεργαστούν “μέσω της μαγείας της αγοράς” για να αποκαταστήσουν την οικονομική ισορροπία. Η ενεργειακή εξάρτηση είναι δομική. Και οι ίδιοι οι οικονομικοί κανόνες της ευρωζώνης περιορίζουν τα δημοσιονομικά της ελλείμματα σε μόλις 3% του ΑΕΠ. Αυτό εμποδίζει τις εθνικές κυβερνήσεις της να στηρίξουν την οικονομία με ελλειμματικές δαπάνες. Οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας και των τροφίμων – και η εξυπηρέτηση του χρέους σε δολάρια – θα αφήσουν πολύ λιγότερο εισόδημα για να δαπανηθεί σε αγαθά και υπηρεσίες.

Φαίνεται περίεργο ότι το αμερικανικό χρηματιστήριο εκτινάχθηκε – 500 μονάδες για τον Dow Jones Industrial Average την Τετάρτη. Ίσως επρόκειτο απλά για μια παρέμβαση της Plunge Protection Team που προσπάθησε να καθησυχάσει τον κόσμο ότι όλα θα πάνε καλά. Αλλά η οικονομική πραγματικότητα σήκωσε το άσχημο κεφάλι της την Πέμπτη και το χρηματιστήριο επέστρεψε τα πλασματικά κέρδη του.

Είναι αλήθεια ότι το τέλος του γερμανικού βιομηχανικού ανταγωνισμού με τις Ηνωμένες Πολιτείες σφραγίστηκε στο εμπορικό ισοζύγιο. Αλλά στο ισοζύγιο κεφαλαίου, η υποτίμηση του ευρώ θα μειώσει την αξία των αμερικανικών επενδύσεων στην Ευρώπη και την αξία σε δολάρια των όποιων κερδών που μπορεί να αποφέρουν ακόμη αυτές οι επενδύσεις καθώς η ευρωπαϊκή οικονομία συρρικνώνεται. Έτσι, τα δηλωθέντα κέρδη των αμερικανικών πολυεθνικών θα μειωθούν.

Ως τελευταίο λάκτισμα, ο Pepe Escobar επισήμανε στις 28 Σεπτεμβρίου ότι “η Γερμανία είναι συμβατικά υποχρεωμένη να αγοράζει τουλάχιστον 40 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ρωσικού αερίου ετησίως μέχρι το 2030. … Η Gazprom έχει το νόμιμο δικαίωμα να πληρωθεί ακόμη και χωρίς να στείλει αέριο. Αυτό είναι το πνεύμα ενός μακροπρόθεσμου συμβολαίου. … Το Βερολίνο δεν παίρνει όλο το φυσικό αέριο που χρειάζεται, αλλά και πάλι πρέπει να πληρώνει”. Μοιάζει με μια μακρά δικαστική διαμάχη προτού τα χρήματα αλλάξουν χέρια – αλλά η ικανότητα της Γερμανίας να πληρώσει θα αποδυναμώνεται συνεχώς.

Για το θέμα αυτό, η ικανότητα πολλών χωρών να πληρώσουν φτάνει ήδη στο σημείο θραύσης.

Η επίδραση των αμερικανικών κυρώσεων και ο Νέος Ψυχρός Πόλεμος εκτός Ευρώπης

Οι διεθνείς πρώτες ύλες εξακολουθούν να τιμολογούνται κυρίως σε δολάρια, οπότε η άνοδος της συναλλαγματικής ισοτιμίας του δολαρίου θα αυξήσει αναλογικά τις τιμές εισαγωγής για τις περισσότερες χώρες. Αυτό το πρόβλημα της συναλλαγματικής ισοτιμίας εντείνεται από τις κυρώσεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, οι οποίες ανεβάζουν τις παγκόσμιες τιμές του φυσικού αερίου, του πετρελαίου και των σιτηρών. Πολλές χώρες της Ευρώπης και του Παγκόσμιου Νότου έχουν ήδη φθάσει στα όρια της ικανότητάς τους να εξυπηρετούν τα χρέη τους σε δολάρια, και εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν την πανδημία του Covid. Δεν έχουν την πολυτέλεια να εισάγουν την ενέργεια και τα τρόφιμα που χρειάζονται για να ζήσουν, αν πρέπει να πληρώσουν τα εξωτερικά τους χρέη. Η παγκόσμια οικονομία υπερβαίνει πλέον τα όρια του χρέους της, οπότε κάτι πρέπει να γίνει.

Την Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου, όταν έγινε γνωστή η είδηση των επιθέσεων κατά των αγωγών φυσικού αερίου Nord Stream, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν έχυσε κροκοδείλια δάκρυα και δήλωσε ότι η επίθεση κατά των ρωσικών αγωγών δεν ήταν “προς το συμφέρον κανενός”. Αλλά αν όντως ίσχυε αυτό, κανείς δεν θα είχε επιτεθεί στους αγωγούς φυσικού αερίου.

Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι οι Αμερικανοί υπεύθυνοι στρατηγικής διαθέτουν ένα σχέδιο παιχνιδιού για το πώς θα προχωρήσουν από εδώ και πέρα, και ότι θα το υλοποιήσουν έτσι ώστε να είναι όντως στην κατεύθυνση που οι νεοσυντηρητικοί ισχυρίζονται ότι είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ – δηλαδή τη διατήρησης μιας μονοπολικής νεοφιλελευθεροποιημένης και χρηματιστικοποιημένης παγκόσμιας οικονομίας για όσο περισσότερο μπορούν.

Εδώ και καιρό έχουν ένα σχέδιο για τις χώρες που αδυνατούν να ανταποκριθούν στα εξωτερικά τους χρέη. Το ΔΝΤ θα τους δανείσει τα χρήματα, υπό την προϋπόθεση ότι η χώρα-οφειλέτης θα συγκεντρώσει το συνάλλαγμα για να αποπληρώσει τα (ολοένα και ακριβότερα) δάνεια σε δολάρια, ιδιωτικοποιώντας ό,τι έχει απομείνει από τη δημόσια περιουσία, την κληρονομιά φυσικών πόρων και άλλα περιουσιακά στοιχεία, κυρίως σε Αμερικανούς χρηματοοικονομικούς επενδυτές και τους συμμάχους τους.

Θα πετύχει; Ή θα ενωθούν οι χώρες-οφειλέτες και θα βρουν τρόπους να αποκαταστήσουν τον φαινομενικά χαμένο κόσμο των προσιτών τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, των τιμών των λιπασμάτων, των σιτηρών και άλλων τροφίμων καθώς και των μετάλλων ή των πρώτων υλών που παρέχονται από τη Ρωσία, την Κίνα και τους συμμάχους Ευρασιατικούς γείτονές τους;

Αυτή είναι η επόμενη μεγάλη ανησυχία για τους διαμορφωτές της παγκόσμιας στρατηγικής των ΗΠΑ. Φαίνεται λιγότερο εύκολο να επιλυθεί από ό,τι έγινε μέσω του σαμποτάζ των Nord Stream 1 και 2. Αλλά η λύση φαίνεται να είναι μέσω της συνήθους αμερικανικής προσέγγισης: κάτι στρατιωτικής φύσης, νέες έγχρωμες επαναστάσεις. Ο στόχος είναι να αποκτήσουν την ίδια δύναμη πάνω στις χώρες του Παγκόσμιου Νότου και της Ευρασίας που η αμερικανική διπλωματία ασκούσε πάνω στη Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες μέσω του ΝΑΤΟ.

Αν δεν δημιουργηθεί μια θεσμική εναλλακτική λύση στο ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Δικαστήριο, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και τους πολυάριθμους οργανισμούς του ΟΗΕ που σήμερα λειτουργούν μεροληπτικά, εξαρτημένοι από τους Αμερικανούς διπλωμάτες και τους τοποτηρητές τους, οι επόμενες δεκαετίες θα δουν την οικονομική στρατηγική των ΗΠΑ για οικονομική και στρατιωτική κυριαρχία να εξελίσσεται όπως έχει σχεδιάσει η Ουάσιγκτον.

Το πρόβλημα είναι ότι σε σχέση με τα σχέδιά της, μέχρι στιγμής ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι αντιρωσικές κυρώσεις έχουν λειτουργήσει ακριβώς αντίστροφα από ό,τι είχε ανακοινωθεί. Αυτό μπορεί να δώσει κάποια ελπίδα για το μέλλον του κόσμου. Η αντίθεση, ακόμη και η περιφρόνηση των Αμερικανών διπλωματών προς άλλες χώρες που ενεργούν με βάση τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα και τις δικές τους κοινωνικές αξίες είναι τόσο ισχυρή που δεν είναι πρόθυμοι να σκεφτούν πώς ακριβώς αυτές οι χώρες θα μπορούσαν να αναπτύξουν τη δική τους εναλλακτική λύση στο παγκόσμιο σχέδιο των ΗΠΑ.

Το ερώτημα λοιπόν είναι πόσο επιτυχώς αυτές οι άλλες χώρες μπορούν να αναπτύξουν την εναλλακτική τους νέα οικονομική τάξη και πώς μπορούν να προστατευτούν από τη μοίρα που μόλις επέβαλε στον εαυτό της η Ευρώπη για την επόμενη δεκαετία.

Πηγή: naked capitalism

“Οι άνθρωποι αισθάνονται όλο και περισσότερο τις συνέπειες της φιλοπόλεμης πολιτικής στο πορτοφόλι τους”, Συνέντευξη του Όσκαρ Λαφοντέν.

Tο antapocrisis σε συνέχεια της αναδημοσίευσης του σχολίου της Βάγκεκνεχτ, αναδημοσιεύει τη συνέντευξη του Όσκαρ Λαφοντέν στο Junge Welt τον περασμένο Μάιο. Ο Λαφοντέν, πρώην συμπρόεδρος του Κόμματος της Αριστεράς, αποχώρησε από το Κόμμα θεωρώντας ότι δεν εκπροσωπούνται πλέον τα συμφέροντα των εργαζομένων. Κομβικής σημασίας στην εξέλιξη αυτή ήταν η φιλική στάση που κράτησε η πλειοψηφία του die Linke στην πολιτική της Γερμανικής κυβέρνησης για επανεξοπλισμό της Γερμανίας, παράδοση όπλων στην Ουκρανία, πλειοδοσία στην αντιρωσική υστερία και υποταγή στα αμερικανικά συμφέροντα.

Ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας διαρκεί τώρα σχεδόν τρεις μήνες. Η απάντηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ήταν: επανεξοπλισμός της Ουκρανίας και παράδοση όπλων. Συμφωνείτε με τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς: Βιώνουμε σήμερα ένα “σημείο καμπής”;

Όχι, δεν πρόκειται για σημείο καμπής – τουλάχιστον όσον αφορά τη γεωπολιτική κατάσταση. Βρισκόμαστε εδώ και καιρό σε μια φάση όπου η Ρωσία και η Κίνα είναι στρατιωτικά περικυκλωμένες από τις ΗΠΑ. Εδώ και 20 χρόνια η Μόσχα λέει ότι η Ουκρανία δεν πρέπει να γίνει δεκτή στο ΝΑΤΟ. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούν να αναπτυχθούν αμερικανικοί πύραυλοι στα ουκρανορωσικά σύνορα. Αυτά τα συμφέροντα ασφαλείας έχουν αγνοηθεί συστηματικά. Αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Σύμφωνα με τη δυτική πολεμική συμμαχία, η κυβέρνηση του Κιέβου, όπως και εκείνες της Βαρσοβίας ή της Βουδαπέστης, μπορούν να λάβουν κυρίαρχες αποφάσεις σχετικά με την ένταξή της στο ΝΑΤΟ. Δεν είναι έτσι;

Το επιχείρημα ότι κάθε κράτος μπορεί να αποφασίσει μόνο του σε ποια συμμαχία θα ενταχθεί είναι ψευδές. Όλοι γνωρίζουν ότι οι ΗΠΑ δεν θα δέχονταν ποτέ την είσοδο της Κούβας σε μια στρατιωτική συμμαχία με τη Ρωσία ή την εγκατάσταση ρωσικών πυραύλων στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό ή τον Καναδά.

Στο τέλος της ημέρας, αυτό δεν αφορά την εισδοχή στο ΝΑΤΟ. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: Μπορούν να εγκατασταθούν πύραυλοι στα σύνορα μιας πυρηνικής δύναμης οι οποίοι δεν έχουν επαρκή χρόνο προειδοποίησης; Αυτό ήταν ήδη ένα μεγάλο ζήτημα στο ειρηνευτικό κίνημα της δεκαετίας του 1980. Τότε επρόκειτο για τη στάθμευση πυραύλων Pershing II στη Γερμανία, εναντίον της οποίας διαδηλώσαμε. Ο χρόνος πτήσης τους προς τη Μόσχα θα ήταν μόνο περίπου δέκα λεπτά. Από τα ουκρανορωσικά σύνορα, ο χρόνος πτήσης είναι πολύ μικρότερος.

Κατά τη γνώμη σας, πώς μπορεί να τερματιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία; Σε αυτή τη χώρα, γίνεται όλο και πιο σαφές ότι δεν θα υπάρξει καμιά υπαγορευμένη ειρήνη με τη Ρωσία.

Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, πρέπει να κατανοήσουμε τη σύγκρουση. Μπορούν να διακριθούν τρεις φάσεις. Η πρώτη ήταν η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά. Πολλές σημαντικές φωνές στις ΗΠΑ προειδοποίησαν επειγόντως ενάντια σε κάτι τέτοιο. Ακόμη και τότε είχε προβλεφθεί ότι ένα τέτοιο βήμα θα οδηγούσε σε στρατιωτική σύγκρουση με τη Ρωσία. Η δεύτερη φάση ξεκίνησε με την απόφαση του Βλαντιμίρ Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία. Καταδικάζω αυτόν τον πόλεμο, όπως καταδικάζω ανεπιφύλακτα και όλους τους άλλους πολέμους που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο. Η τρίτη φάση, για την οποία η γερμανική κοινή γνώμη δεν έχει ακούσει ακόμη, είναι ο πόλεμος φθοράς του Τζο Μπάιντεν. Τα 40 δισεκατομμύρια δολάρια που διέθεσε το αμερικανικό Κογκρέσο την περασμένη εβδομάδα, κυρίως για πωλήσεις όπλων στην Ουκρανία, είναι η απόδειξη ότι οι ΗΠΑ δεν θέλουν την ειρήνη. Θέλουν να αποδυναμώσουν την αντίπαλό τους, τη Ρωσία, και το λένε ανοιχτά.

Η εγχώρια συζήτηση αφορά επίσης πρωτίστως νέες παραδόσεις όπλων. Επί δεκαετίες, η γερμανική εξωτερική πολιτική βασιζόταν στην αρχή ότι δεν πρέπει να παραδίδονται όπλα σε εμπόλεμες περιοχές. Πιστεύατε ότι αυτή η αλλαγή πορείας ήταν δυνατή;

Τις τελευταίες δεκαετίες έμαθα ότι οι πολιτικές αρχές συχνά δεν αντέχουν στο χρόνο. Παρ’ όλα αυτά, εξεπλάγην από το πόσο γρήγορα μια τόσο κεντρική αρχή πετάχτηκε στη θάλασσα. Ανεξάρτητα από το αν τα όπλα για την Ουκρανία προέρχονται από τις ΗΠΑ ή την ΕΕ, με αυτή την πρακτική, ο πόλεμος θα παραταθεί και όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα πεθαίνουν.

Εν τω μεταξύ, οι υποστηρικτές αυτής της πολιτικής της κλιμάκωσης έχουν αντιστρέψει το επιχείρημα και ισχυρίζονται ότι ο πόλεμος θα παραταθεί αν δεν παραδίδονται όλο και περισσότερα όπλα. Συμφωνούν στο ότι η Ρωσία πρέπει να ηττηθεί στο πεδίο της μάχης.

Δυστυχώς, αυτοί οι άνθρωποι σκέφτονται μόνο με όρους νίκης ή ήττας. Αλλά το πιο σημαντικό πράγμα, η διάσωση ανθρώπινων ζωών, προφανώς δεν παίζει κανένα ρόλο. Όποιος δεν θέλει να πεθάνουν περισσότεροι άνθρωποι πρέπει να είναι κατά της παράτασης του πολέμου και επομένως και κατά της παράδοσης όπλων. Το επιχείρημα ότι αυτή η αναβάθμιση θα προστατεύσει την Ουκρανία είναι απίθανο. Κανείς δεν σκέφτηκε να υποστηρίξει τις χώρες που εισέβαλαν οι Ηνωμένες Πολιτείες με την προμήθεια γερμανικών όπλων. Αυτό δείχνει πόσο ανέντιμοι είμαστε αυτή τη στιγμή.

Εκτός από τις παραδόσεις όπλων, η Δύση αντιδρά με κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Τονίζεται ότι πρέπει να γίνει ό,τι είναι δυνατόν σε άμεση εμπόλεμη κατάσταση για να νικηθεί η Ρωσία. Η υπουργός Εξωτερικών και πολιτικός των Πρασίνων Annalena Baerbock μίλησε για καταστροφή της χώρας . Ο ζήλος που επιδεικνύεται εδώ είναι απαράμιλλος.

Έτσι είναι τα πράγματα. Ειδικά από τη στιγμή που οι κυρώσεις βλάπτουν όλο και περισσότερο τους ανθρώπους σε αυτή τη χώρα – ειδικά εκείνους με χαμηλά εισοδήματα που δεν μπορούν πλέον να πληρώσουν τους λογαριασμούς ενέργειας. Εξαιτίας της βλακείας των Πρασίνων, των άλλων πολιτικών του τρικολόρε συνασπισμού (σ.μ. συνασπισμός που έχει τα χρώματα των φαναριών – κόκκινο (Σοσιαλδημοκράτες), κίτρινο (Φιλελεύθεροι Δημοκράτες), πράσινο (Πράσινοι)), αλλά και των CDU/CSU που τους υποστηρίζουν, οι γερμανικές επιχειρήσεις χάνουν την ανταγωνιστικότητά τους. Πυροβολούμε τα πόδια μας. Οι ΗΠΑ πιθανόν να μας κοροϊδεύουν, επειδή ελάχιστα επηρεάζονται από τις κυρώσεις, μπορούν τώρα να πουλήσουν περισσότερο από το υγροποιημένο φυσικό τους αέριο στην Ευρώπη, ενώ και η βιομηχανία όπλων τους κάνει τεράστιες δουλειές.

Δεν είναι καινούργιο στοιχείο ότι οι ΗΠΑ προσπαθούν να βάλουν σφήνα μεταξύ της Γερμανίας και της Ρωσίας. Είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες ο νικητής της σημερινής κατάστασης;

Βραχυπρόθεσμα ναι. Με την επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς και την απερίσκεπτη απόφαση του Πούτιν να ξεκινήσει τον πόλεμο, οι ΗΠΑ πέτυχαν τον στόχο τους να στρέψουν τη Ρωσία και τη Γερμανία τη μία εναντίον της άλλης. Μακροπρόθεσμα, όμως, κάνουν ένα σοβαρό λάθος σπρώχνοντας τη Ρωσία στο πλευρό της Κίνας. Με τον τρόπο αυτό, θα ενισχύσουν τη χώρα που είναι ο κύριος αντίπαλος των ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι οι Γερμανοί δεν είναι σε θέση να ενεργήσουν σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα. Αντιθέτως, προκαλούν μεγάλη ζημιά στον εαυτό τους στο ρόλο του πιστού υποτελούς των ΗΠΑ.

Πώς θα εξηγούσατε σε έναν άπειρο ψηφοφόρο ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ακολουθεί πολιτική ενάντια στα γερμανικά συμφέροντα;

Η είσοδος των Πρασίνων στην κυβέρνηση είναι καθοριστική. Από τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και τον ρόλο που έπαιξε ο τότε υπουργός Εξωτερικών Γιόσκα Φίσερ, είναι σαφές ότι οι Πράσινοι είναι ο μόνιμος βραχίονας των ΗΠΑ στην Γερμανική Βουλή. Υποστηρίζουν κάθε απόφαση των ΗΠΑ όταν πρόκειται για πολέμους. Αυτοαποκαλούνται κόμμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά γνωρίζουν μόνο για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τη Ρωσία ή την Κίνα. Οι μονόφθαλμοι Πράσινοι αδυνατούν να δουν ότι οι ΗΠΑ είναι υπεύθυνες για τις περισσότερες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως αποτέλεσμα των πολέμων τους. Παρεμπιπτόντως, κακό ρόλο παίζει και ο Τύπος, ο οποίος είναι εξίσου τυφλός απέναντι στα εγκλήματα πολέμου των ΗΠΑ και αφήνει τον εαυτό του να χαλιναγωγηθεί από πολεμοκάπηλους.

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, στο πρόσωπο του υπουργού Οικονομίας Habeck, επίσης πολιτικού των Πρασίνων, ανακοίνωσε με σχετική ειλικρίνεια ότι “όλοι” θα χάσουμε κάτι από την ευημερία μας στο μέλλον. Η ενέργεια ή τα τρόφιμα που γίνονται πιο ακριβά είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε για να σταματήσει ο πόλεμος. Ποιος πληρώνει τις κυβερνητικές πολιτικές ;

Ο Habeck ή ο Baerbock μπορούν να εμφανίζονται έτσι μόνο επειδή οι Πράσινοι έχουν γίνει το κόμμα που εκπροσωπεί τα υψηλότερα εισοδήματα. Αν γνώριζαν κάτι για τις συνθήκες διαβίωσης όσων έχουν χαμηλά εισοδήματα, τότε δεν θα μιλούσαν τόσο ανόητα. Γιατί τελικά, αυτοί οι άνθρωποι είναι που θα πληρώσουν το λογαριασμό για την “πράσινη” υπερτιμολόγηση. Μακροπρόθεσμα θα χαθούν θέσεις εργασίας. Η αγορά φθηνής ενέργειας από τη Ρωσία ήταν ένα μεγάλο πλεονέκτημα θέσης για τη γερμανική οικονομία. Τώρα καταστρέφεται, με την υποκίνηση των Πρασίνων. Και η γερμανική οικονομία εμφανίζει πολύ μικρή αντίσταση σε αυτό.

Η συνειδητοποίηση των συνεπειών αυτής της πολιτικής δεν φαίνεται να είναι επαρκώς ανεπτυγμένη μεταξύ των θιγόμενων.

Η εντύπωσή μου είναι ότι ένα μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού συνειδητοποιεί τώρα ότι ο κίνδυνος πολέμου για τη Γερμανία αυξάνεται με τις παραδόσεις όπλων και ότι οι τιμές συνεχίζουν να αυξάνονται. Ελπίζω ότι οι συνέπειες αυτής της λανθασμένης πολιτικής θα αναγνωριστούν και ότι θα υπάρξουν διαμαρτυρίες και κινήματα αντίδρασης. Δυστυχώς, πολλοί αντίπαλοι του πολέμου έμειναν μακριά από τις εκλογές της NRW. Οι “πράσινοι” πολεμοκάπηλοι επωφελήθηκαν από αυτό.

Αναφερθήκατε στο ρόλο των μέσων ενημέρωσης σε αυτή τη χώρα. Λόγω της ομοιόμορφης στάσης του αστικού τύπου σε σχέση με τη Ρωσία, τίθεται το ερώτημα πώς ένα σχετικό τμήμα του πληθυσμού μπορεί να καταλήξει να σκέφτεται με κριτικό τρόπο τις εξελίξεις.

Αυτό που έχει σημασία είναι ότι οι άνθρωποι αισθάνονται όλο και περισσότερο τις συνέπειες αυτής της πολιτικής στο πορτοφόλι τους. Επιπλέον, παρά τη συνεχιζόμενη πολεμοκαπηλεία, όλο και περισσότεροι άνθρωποι βλέπουν τους κινδύνους που ενέχει. Τέλος, ο ίδιος ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος επέστησε την προσοχή στον κίνδυνο κλιμάκωσης του πολέμου, συμπεριλαμβανομένου ενός πυρηνικού πλήγματος.

Εκτός από τις παραδόσεις όπλων, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θέλει να αυξήσει δραστικά τον αμυντικό προϋπολογισμό και να κατοχυρώσει ως βασικό νόμο ένα λεγόμενο ειδικό ταμείο για την Bundeswehr. Από πού θα κόψει ο υπουργός Οικονομικών του FDP Christian Lindner για να χρηματοδοτήσει τον επανεξοπλισμό;

Όταν πρόκειται για τη μείωση του χρέους στο μέλλον, το FDP θα σκεφτεί κυρίως να κόψει τον κοινωνικό προϋπολογισμό. Ο Lindner θα εκπροσωπεί τις επιδιώξεις της πελατείας του, δηλαδή των υψηλότερων εισοδημάτων και των οικονομικών συμφερόντων. Το καταπληκτικό όμως είναι ότι όταν πρόκειται για τις τιμές της ενέργειας, ο πολιτικός του FDP ενεργεί ενάντια στα συμφέροντα των επιχειρήσεων. Αν αναγνώριζε τις συνέπειες της τρέχουσας πολιτικής για τη γερμανική οικονομία, θα έπρεπε να απειλήσει με έξοδο του FDP από τον συνασπισμό.

Λαμβάνοντας υπόψη την πολιτική πολέμου και φτωχοποίησης της “κοκκινοπράσινης” ομοσπονδιακής κυβέρνησης υπό τον Γκέρχαρντ Σρέντερ, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τώρα είναι το SPD, οι Πράσινοι και το FDP που καθορίζουν την πορεία του επανεξοπλισμού;

Αυτό δεν με εξέπληξε. Πρέπει να δείτε τις αλλαγές που έχουν γίνει στα τρικολόρε κόμματα. Το SPD δεν είναι πλέον το κόμμα του Βίλι Μπραντ, το οποίο έκανε εκστρατεία για την ειρήνη, τον αφοπλισμό και τις κοινωνικές βελτιώσεις. Ο σημερινός καγκελάριος των Σοσιαλδημοκρατών, ο Σολτς, υποστηρίζει τον επανεξοπλισμό και τις κοινωνικές περικοπές. Οι Πράσινοι, που κάποτε είχαν μια ισχυρή ειρηνιστική πτέρυγα, έχουν γίνει οι μεγαλύτεροι πολεμοκάπηλοι της Γερμανίας μετά τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας. Και το FDP δεν διαθέτει κανέναν του διαμετρήματος του πρώην υπουργού Εξωτερικών Χανς Ντίντριχ Γκένσερ ή του Γκουίντο Βαστερβέλε. Ο Γκένσερ προσπάθησε τα πάντα για να αποτρέψει μια πολιτική που θα έκανε πιο πιθανό έναν πυρηνικό πόλεμο που θα περιοριζόταν στην Ευρώπη. Και ο Βεστερβέλε είχε το θάρρος να δείξει στους Αμερικανούς την ψυχραιμία του κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Λιβύη.

Ο συμπρόεδρος του SPD Λαρς Κλινγκμπέλ δήλωσε ότι η αρχή ότι η ειρήνη και η ασφάλεια στην Ευρώπη μπορούν να διατηρηθούν μόνο με τη Ρωσία και όχι εναντίον της, είναι πλέον ξεπερασμένη. Πώς βλέπετε την εξέλιξη του κόμματος του οποίου προεδρεύσατε από το 1995 έως το 1999;

Όποιος πιστεύει στις μέρες μας ότι είναι λάθος η ιδέα ότι η ειρήνη στην Ευρώπη μπορεί να υπάρξει συμπεριλαμβάνοντας τη Ρωσία, πρέπει να εξεταστεί η ψυχική του κατάσταση. Η πολιτική της ύφεσης οδήγησε στην ειρήνη στην Ευρώπη και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Από την άλλη πλευρά, η πολιτική της αντιπαράθεσης που ξεκίνησε μετά την πτώση του Τείχους και την οποία ακολούθησαν οι ΗΠΑ οδήγησε πρώτα στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και τώρα στον πόλεμο της Ουκρανίας. Βασικά, δεν θα πρέπει να είναι δύσκολο να καταλάβουμε ότι η ύφεση, δηλαδή η προσπάθεια συνεννόησης, οδηγεί στην ειρήνη και η αντιπαράθεση τελικά στον πόλεμο. Ωστόσο, ζούμε σε εποχές μεγάλης πνευματικής σύγχυσης.

Υπό τον τίτλο “Ζώντας χωρίς το ΝΑΤΟ – ιδέες για την ειρήνη” θα πραγματοποιηθεί αυτό το Σάββατο στο Βερολίνο ένα συνέδριο, στο οποίο θα μιλήσετε για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Περιγράψατε τις προκλήσεις για το γερμανικό κίνημα ειρήνης. Ανταποκρίνεται σε αυτές στη σημερινή του κατάσταση;

Όχι, αλλά πολλοί ανησυχούν ότι ο πόλεμος εξαπλώνεται. Επομένως, θα πρέπει τώρα να βγούμε ξανά στους δρόμους σε μεγάλους αριθμούς, ακολουθώντας την παράδοση του κινήματος ειρήνης της δεκαετίας του 1980 ή των διαδηλώσεων πριν από τον πόλεμο στο Ιράκ.

Τα καθήκοντα που περιγράφονται πρέπει να είναι κεντρικής σημασίας και για το κόμμα Die Linke. Τον Μάρτιο δηλώσατε την αποχώρησή σας από το κόμμα που κάποτε βοηθήσατε να ιδρυθεί. Θα πρέπει να κατανοήσει κανείς ότι αυτό το βήμα σημαίνει ότι οι θέσεις σας για την πολιτική ειρήνης δεν εκπροσωπούνται εκεί;

Όχι αρκετά πλέον. Υπήρξαν επανειλημμένες προσπάθειες να γίνουμε “κυβερνητοποιήσιμοι” ως κόμμα. Κάποιοι θέλουν να αλλάξουν το πρόγραμμα ώστε να υποστηρίζουν πολέμους υπό την εντολή του ΟΗΕ και να αποφασίζουν για τις αποστολές όπλων κατά περίπτωση. Για πολλά χρόνια αυτές οι προσπάθειες δεν κατέληξαν κάπου. Όταν στη συνέχεια ο Σολτς ανακοίνωσε το “σημείο καμπής” στην ομιλία του στη Γερμανική Βουλή, υπήρξε πίεση από βουλευτές γύρω από τον πρώην επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας Γκρεγκόρ Γκίζι και την τότε επικεφαλής του κόμματος Σουζάν Χένινγκ Βελσοου να συμφωνήσουν με την πρόταση για τους εξοπλισμούς. Δόξα τω Θεώ εκείνοι που ζητούσαν να απορριφθεί η πρόταση αυτή επικράτησαν την τελευταία στιγμή. Ωστόσο, η συζήτηση στο κόμμα στη συνέχεια δείχνει ότι εξακολουθούν να γίνονται προσπάθειες να βρεθεί η Αριστερά σε παρόμοια πορεία με το SPD και τους Πράσινους. Αν αυτή η πορεία επικυρωθεί πραγματικά στο συνέδριο του κόμματος στα τέλη Ιουνίου, τότε το κόμμα θα έχει τελειώσει.

Δεν θεωρείτε ότι οι αριστερές δυνάμεις εντός του κόμματος θα μπορέσουν να ανατρέψουν τα πράγματα;

Υπάρχει ακόμα μια πιθανότητα. Αλλά για να γίνει αυτό, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το θέμα είναι πώς οι ψηφοφόροι κρίνουν την πολιτική του κόμματος της Αριστεράς – όχι ποια ομάδα οργανώνει την πλειοψηφία στο συνέδριο του κόμματος. Όχι μόνο στο κόμμα Die Linke εμφανίζεται το μεγάλο λάθος να πιστεύει κανείς δημοκρατία είναι να διαμορφώνεται πλειοψηφία στις εσωτερικές διαμάχες. Σε μια δημοκρατία, όμως, η πλειοψηφία πρέπει να καταμετρηθεί στον πληθυσμό, όχι στα συνέδρια των κομμάτων.

Χωρίς τις εκτεταμένες διαμαρτυρίες κατά της πολιτικής της “Ατζέντας 2010”, τα πρώτα επιτυχημένα χρόνια του κόμματος της Αριστεράς δεν θα ήταν δυνατά. Αυτή ήταν μια ιδιαίτερη ιστορική αφετηρία. Η σημερινή κατάσταση δίνει λόγο να αμφιβάλλει κανείς ότι ένα νέο αριστερό κόμμα θα μπορούσε σύντομα να εκλεγεί στην Μπούντεσταγκ.

Όπου η αριστερή πολιτική είναι επιτυχής, εκπροσωπείται το σωστό πρόγραμμα. Όταν κάναμε κυρίως εκστρατεία για τα συμφέροντα των εργαζομένων – χωρίς να χάσουμε από τα μάτια μας την προστασία του κλίματος – είχαμε επιτυχία. Από τότε που αυτή η πολιτική άλλαξε πριν από μερικά χρόνια, χάνουμε τις εκλογές. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από αυτό είναι προφανή. Είναι σχεδόν γελοίο να υποθέσουμε ότι δεν υπάρχει δυναμικό για ένα κόμμα που θέτει την ειρήνη και τις κοινωνικές ανησυχίες σε προτεραιότητα. Ιδιαίτερα όταν βλέπεις το βαθμό στον οποίο οι κοινωνικά μειονεκτούντες εξαθλιώνονται πλέον από τις ανόητες πολιτικές της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Ένα αριστερό κόμμα που εκπροσωπεί τα πραγματικά συμφέροντα της πλειοψηφίας του πληθυσμού θα είχε σήμερα μεγαλύτερη υποστήριξη από τους Πράσινους.

Πηγή: Junge Welt

Μετάφραση: antapocrisis

Με αφορμή τον πόλεμο και την εκτίναξη των τιμών: ένα σχόλιο για τη Γερμανική Αριστερά

Το antapocrisis αναδημοσιεύει ένα σχόλιο της Σάρα Βάγκενκνεχτ, κοινοβουλευτικής εκπροσώπου και πρώην συμπροέδρου του Die Linke στο οποίο με αφορμή τη στάση απέναντι στη Ρωσία θέτει διαχωριστικές γραμμές από την κυρίαρχη τάση στο κόμμα της Γερμανικής Αριστεράς. Την προηγούμενη εβδομάδα η Βάγκενκνεχτ μίλησε στη βουλή θέτοντας ζήτημα γενικότερης πολιτικής απέναντι στη Ρωσία, φέρνοντας το κόμμα της στα όρια της διάσπασης. Κατηγόρησε την κυβέρνηση για τις κυρώσεις και τα αποτελέσματά τους, τάχθηκε ανοιχτά ενάντια τους και ζήτησε διαπραγματεύσεις με τη ρωσική κυβέρνηση και πρωτοβουλίες από πλευράς Γερμανίας για να σταματήσει ο εξοπλισμός της Ουκρανίας με όπλα και γενικότερα ο πόλεμος. Η τοποθέτησή της ξεσήκωσε αναμενόμενα αντιδράσείς, αλλά δημιούργησε εξελίξεις και στο ίδιο το κόμμα της Αριστεράς. Η Δεξιά και οι φιλελεύθεροι δικαιωματικοί του κόμματος την κατηγόρησαν για πουτινισμό, διασπαστική τακτική, σύμπλευση με την ακροδεξιά κοκ.
Η δεξιά πτέρυγα έχει ανοίξει εδώ και καιρό αντιπαράθεση με την Σάρα, όταν ο Γκρέγκορ Γκίζι κάποιους μήνες πριν, στη αρχή του πολέμου, είχε δημοσιεύσει κείμενο τοποθέτησης στην ΤΑΖ που απαντούσε στην γραμμή Βάγκενκνεχτ και έθετε το ζήτημα πως δεν είναι αριστερή στάση η μη στήριξη της Ουκρανίας, ζητούσε να εξοπλιστεί η Ουκρανία απένταντι στον φασισμό του Πούτιν, και να υπάρξει κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στη Ρωσία κλπ.
Πρόσφατα αποχώρησε και επίσημα ο Φάμπιο Ντε Μάσι από το κόμμα κατηγορώντας το για προδοτική στάση απέναντι στο γερμανικό λαό και στηρίζοντας την τοποθέτηση της Βάγκενκνεχτ. Είχε προηγηθεί και η αποχώρηση Λαφονταίν και η παραίτηση του αριστερού τμήματος της ηγετικής ομάδας.
Η Αριστερά έχει κάνει μια κίνηση το τελευταίο διάστημα να οργανώσει διαδηλώσεις στη Γερμανία για την ακρίβεια και τα καύσιμα, κάνοντας ότι δεν βλέπει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ρίχνει τις ευθύνες για τις αυξήσεις στις τιμές και στα καύσιμα γενικά και αόριστα στο κεφάλαιο και στην κυβέρνηση που δεν παίρνει μέτρα. Ωστόσο, για τα αδιέξοδα της γερμανικής πολιτικής στην Ουκρανία, για το ότι έχει βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο σε ότι αφορά την ενέργεια, και για την τυφλή στήριξη στις ΗΠΑ, δεν λέει και δεν θέλει να πει τίποτα. Στην πράξη, ένα μεγάλο μέρος του κόμματος στηρίζει τους εξοπλισμούς και την συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία.

Αυτό που ζητούσαν ήδη από την άνοιξη ένας-δυο τρελοί Πράσινοι αλλά και ο Φρίντριχ Μερτς των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), ο Πούτιν το έκανε τελικά πραγματικότητα: δεν έρχεται πλέον φυσικό αέριο από τη Ρωσία και οι τιμές της ενέργειας είναι τόσο υψηλές, που πολλές επιχειρήσεις βρίσκονται στο όριο και εκατομμύρια άνθρωποι οδηγούνται στην φτώχεια και την απόγνωση. Το νέο πακέτο μέτρων ανακούφισης που έχει σκοπό να κατευνάσει τα πλήθη με μικρές παροχές και αόριστες υποσχέσεις, δεν φέρνει καμία απολύτως βελτίωση.

Η κυβέρνηση συνεργασίας οδηγεί τη χώρα σε κοινωνική και οικονομική καταστροφή. Μία στις τρεις επιχειρήσεις απειλείται με κλείσιμο, οι διακοπές ρεύματος είναι πλέον στην ημερήσια διάταξη, και ενώ οι εταιρείες πετρελαίου και εξοπλισμών καταγράφουν ρεκόρ κερδών, οι καταναλωτές στη Γερμανία πρέπει να επωμισθούν την επιπλέον επιβάρυνση στο φυσικό αέριο, όπως ο υπαγορεύει υπουργός οικονομικών Χάμπεκ και το ενεργειακό λόμπι.

Η Ευρώπη και κυρίως η Γερμανία έχουν κακό φύλλο στο πόκερ των κυρώσεων με τη Ρωσία. Θα ήταν τρελό να συνεχίσουμε με αυτήν την πολιτική, μέχρι να μπει στο παιχνίδι και η Κίνα. Και σε τι χρησιμεύει στον λαό της Ουκρανίας το να φτωχαίνουν οι οικογένειες στη Γερμανία και να καταστρέφεται η οικονομία μας; Εκτός αυτού, το να ενθαρρύνουμε την ουκρανική ηγεσία να χρησιμοποιήσει όπλα για να κάψει τον ίδιο της τον πληθυσμό της για μη ρεαλιστικούς πολεμικούς στόχους, όπως η ανακατάληψη της Κριμαίας, δεν έχει καμία σχέση με την αλληλεγγύη.

Ωστόσο, όποιος ζητά τον τερματισμό των κυρώσεων και διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία διατρέχει τον κίνδυνο να δυσφημιστεί ως προπαγανδιστής του Κρεμλίνου και να χαρακτηριστεί ακροδεξιός. Η συζήτηση είναι πραγματικά άρρωστη: βρίσκονται πράγματι αυτοί που υποστηρίζουν την ειρήνη στα δεξιά και αυτοί που υποστηρίζουν τη στρατιωτική βαρβαρότητα στα αριστερά; Και για ποιο λόγο οι αριστεροί καταγγέλλονται ως προσκείμενοι στην Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) όταν απαιτούν την άρση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, αλλά όχι ο κ. Μερτς όταν – σε απόλυτη συμφωνία με το νεοφιλελεύθερο AfD – απαιτεί αυστηρότερες οικονομικές κυρώσεις για τους ανέργους;

Η απάντηση στην πολιτική του «Πρώτα η Αμερική (America first)» των Μπέρμποκ, Μέρτς κλπ δεν είναι το «η Γερμανία πάνω απ’ όλα» – και φυσικά δε μπορούμε να υποστηρίξουμε τους Ρώσους εθνικιστές μόνο και μόνο επειδή μισούμε τους φασίστες στην Ουκρανία. Το ίδιο ισχύει και αντίστροφα. Φυσικά, δεν κινητοποιούμαστε μαζί με την ακροδεξιά στο δρόμο. Αλλά τι μπορούμε να κάνουμε όταν οι δεξιοί καλούν στις συγκεντρώσεις μας, όταν μας χειροκροτούν, γνωρίζοντας καλά ότι μας κάνει κακό;

Ένα είναι ξεκάθαρο: δεν πρέπει να αφήσουμε την αντιπολίτευση στην κυβέρνηση στον κ. Μερτς ή την κυρία Βάιντελ (AfD)! Δεν πρέπει να χαρίσουμε καμία μέρα της εβδομάδας και κανένα καλό επιχείρημα στη δεξιά. Όποιος παραιτείται από σωστές και φιλολαϊκές θέσεις μόνο και μόνο επειδή κάποιες από αυτές εκπροσωπούνται και από το AfD, έχει ήδη χάσει τον αγώνα πριν καν ξεκινήσει.

Όταν η Γερμανία προσπίπτει ικέτης στον Καναδά ζητώντας μια στάλα κατανόησης

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΑΝΑΔΑ: «ΕΑΝ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΝΟΜΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΝΑΔΑ, ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΑΝΩ ΚΑΘΑΡΟ ΟΤΙ ΔΕΝ ΖΗΤΩ ΝΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΩΣΟΥΝ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ, ΑΛΛΑ ΝΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΝ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ. ΕΙΝΑΙ ΜΕ ΒΑΡΙΑ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ ΠΟΥ ΑΝΑΓΚΑΣΤΗΚΑΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΤΟ ΖΗΤΗΣΟΥΜΕ…ΖΗΤΑΜΕ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ».

Η Γερμανία σήμερα, μέσω τους αντικαγκελαρίου και υπουργού οικονομικών Ρόμπερτ Χάμπεκ, απηύθυνε ταπεινά δημόσια έκκληση προς τον Καναδά να της επιστρέψει την τουρμπίνα συμπίεσης του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream που κατακρατά, επειδή οι συνέπειες ενδεχομένως να είναι καταστροφικές για την οικονομία της.

*          *          *

Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, η οποία βρίσκεται σε δεινότατη οικονομική θέση λόγω των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, στις οποίες η κυβέρνηση Σολτς ηλιθίως πρωτοστάτησε, σήμερα Πέμπτη 7 Ιουλίου, το γύρισε στα παρακάλια προς τον Καναδά και προσπίπτει ικέτης στα γόνατα του Καναδού πρωθυπουργού προκειμένου να επιστρέψει ο Καναδάς την τουρμπίνα του αγωγού Nord Stream που κατακρατεί μέχρι μεθαύριο …Δευτέρα, 11 Ιουλίου.

Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι το ζήτημα με την τουρμπίνα είναι παλιό, αφού έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας από τότε που η Ρωσία περιόρισε τη ροή φυσικού αερίου προς τη Γερμανίας μέσω του αγωγού Nord Stream I κατά 60%. Να υπενθυμίσουμε ότι σύμφωνα με το συμβόλαιο συντήρησης, ο κατασκευαστής της τουρμπίνας (Siemens) την πήρε για την προγραμματισμένη συντήρηση και την έστειλε στο εργοστάσιό της στον Καναδά. Η τουρμπίνα συντηρήθηκε, αλλά στη συνέχεια ο Καναδάς μπλόκαρε την επιστροφή της στη …Γερμανία, επειδή θεωρεί ότι αυτή εμπίπτει στα υλικά που απαγορεύεται να προμηθεύει η Δύση στη Ρωσία και με το δεδομένο (έωλο νομικά) ότι η τουρμπίνα θα επιστραφεί στη Ρωσία, την κατακρατά, όχι από τη Ρωσία αλλά από τη Γερμανία.

Η Γερμανία, αντί να ζητήσει την τουρμπίνα από τον Καναδά, περιορίστηκε να καταγγέλλει τον Πούτιν μέχρι σήμερα. Τι άλλαξε λοιπόν; Η απάντηση είναι ότι τη Δευτέρα ξεκινά η ετήσια συντήρηση του Nord Stream και η ροή φυσικού αερίου διακόπτεται για δύο εβδομάδες. Αλλά η Γερμανία έχει πληροφορίες, μάλλον αξιόπιστες, ότι στους ελέγχους που θα ακολουθήσουν η Ρωσική αρχή ασφάλειας των υποδομών θα εκτιμήσει ότι η λειτουργία του αγωγού δεν πληροί τους όρους ασφαλείας και θα παρατείνει τη μη λειτουργία του μέχρι να επιστραφεί η τουρμπίνα. Ο Σολτς, όπως φαίνεται, έθεσε το ζήτημα της επιστροφής της τουρμπίνας στον Τριντό κατά την πρόσφατη συνάντηση των G7, αλλά ο Καναδός πρωθυπουργός δεν δείχνει να ενδίδει.

Και άλλωστε, γιατί ο Καναδάς να την επιστρέψει, τη στιγμή που η καταστροφή της Ευρωπαϊκής οικονομίας, της οποίας η Γερμανία θεωρείται ο κινητήρας, αποτελεί κρυφή επιδίωξη των υπερατλαντικών “εταίρων”; Το μόνο κίνητρο που θα είχε για να το κάνει θα ήταν αν η Γερμανία απειλούσε ότι θα “κάνει νερά” στις κυρώσεις των Δυτικών απέναντι στη Ρωσία. Αλλά είναι διατεθειμένη η Γερμανία να παίξει αυτό το διαπραγματευτικό ατού όταν κυριαρχείται από τέτοιο αντι-Ρωσικό μένος που έφτασε στο σημείο να βγάλει τα ίδια τα ματάκια της με τα χεράκια της ακυρώνοντας τον Nord Stream II, αν και ήταν εντελώς έτοιμος να λειτουργήσει;

Παρακολουθούμε ένα σήριαλ θεατρικών έργων του παραλόγου, με τις Ευρωπαϊκές χώρες να δίνουν τα ρέστα τους σε ηλιθιότητες που τις αυτοκαταστρέφουν και από πάνω να αποδίδουν στον …Πούτιν την καταστροφή τους—αυτά διάβαζα σήμερα σε υποτίθεται “έγκυρη” Ελληνική οικονομική στήλη: Ότι κανείς δεν ξέρει πού θα φτάσει η τιμή του ηλεκτρικού επειδή κανείς δεν ξέρει με τι πλευρό θα ξυπνήσει ο …Πούτιν αύριο. Όταν οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ θεωρούν τον κόσμο τόσο ηλίθιο ώστε να λένε τόσες και τέτοιες ανοησίες, θα θερίσουν θύελλες, και συντομότερα από όσο βαυκαλίζονται μέσα στη μονοφωνία των ΜΜΕ τους.

Σταθμός άφιξης αερίου στο Lubmin της Γερμανίας. Ανήκει στο έργο του αγωγού Nord Stream 2, ο οποίος θα είχε πολλαπλασιάσει την ποσότητα αερίου που δέχεται η Γερμανία από τη Ρωσία. Ο αγωγός, αφού κατασκευάστηκε πλήρως και ήταν έτοιμος να λειτουργήσει, πετάχτηκε στα άχρηστα κατ΄ απαίτηση των ΗΠΑ στις οποίες οι Γερμανοί πειθάρχησαν ως εάν να ήταν Αμερικανική αποικία.  

Το όλο σκηνικό των ικεσιών της Γερμανίας προς τον Καναδά περιγράφει εκτεταμένα το Bloomberg σε ένα πολύ κατατοπιστικό ρεπορτάζ, του οποίου παραθέτω εκτεταμένα αποσπάσματα, μαζί με τα αναγκαία σχόλια. Τα σχόλιά μου, προκειμένου να διαχωρίζονται από το ρεπορτάζ του Bloomberg, παρατίθενται μέσα σε αγκύλες.

Γράφει λοιπόν το Bloomberg:

“Ο αντικαγκελάριος της Γερμανίας [και υπουργός Οικονομικών] έκανε δημόσια έκκληση προς την καναδική κυβέρνηση να απελευθερώσει μια τουρμπίνα που έχει κρατηθεί λόγω των κυρώσεων κατά της Ρωσίας και είναι κρίσιμη για τις ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.

Ο υπουργός Οικονομικών Ρόμπερτ Χάμπεκ δήλωσε στο Bloomberg ότι είναι ανάγκη η τουρμπίνα για τον αγωγό Nord Stream 1 να επιστραφεί πριν ξεκινήσουν οι εργασίες συντήρησης τη Δευτέρα. Η απελευθέρωση του μηχανήματος θα αφαιρούσε μια δικαιολογία για τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν να κρατήσει τον αγωγό κλειστό.

O Γερμανός αντικαγκελάριος και υπουργός οικονομικών Ρόμπερτ Χάμπεκ, μέλος των “Πράσινων” οι οποίοι λυσσασμένα πρωτοστατούν στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, σήμερα προσέπεσε ικέτης στα πόδια του Καναδού πρωθυπουργού Τριντό,
ζητώντας την κατανόησή του με «βαριά καρδιά».

«Θα είμαι ο πρώτος που θα αγωνιστεί για ένα περαιτέρω ισχυρό πακέτο κυρώσεων της ΕΕ, αλλά ισχυρές κυρώσεις σημαίνει ότι αυτές πρέπει να βλάπτουν και να κάνουν ζημιά στη Ρωσία και στον Πούτιν περισσότερο από όσο στη δική μας οικονομία», είπε ο Χάμπεκ σε τηλεφωνική συνέντευξη αργά την Τετάρτη. «Ως εκ τούτου, ζητώ κατανόηση, δηλαδή ότι πρέπει να αφαιρέσουμε από τον Πούτιν αυτή τη δικαιολογία για την τουρμπίνα».

Η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με την προοπτική να καθιερώσει δελτίο για τη διανομή ενέργειας τους επόμενους μήνες, κάτι που θα μπορούσε να πλήξει τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές και να παρασύρει τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης σε ύφεση. Αξιωματούχοι έχουν προειδοποιήσει ότι η Ρωσία θα μπορούσε να κλείσει μακροπρόθεσμα τον Nord Stream μετά την περίοδο συντήρησης των δύο εβδομάδων [που έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει τη Δευτέρα 11 Ιουλίου] στον μεγαλύτερο αγωγό φυσικού αερίου από τη Ρωσία προς την Ευρώπη. Οι ροές είχαν ήδη μειωθεί κατά 60% τον Ιούνιο λόγω του ζητήματος της τουρμπίνας, παρεμποδίζοντας τις προσπάθειες της Γερμανίας να αποθηκεύσει επαρκή αποθέματα για το χειμώνα.

«Χρειαζόμαστε την [διέλευση αερίου υπό πλήρη] χωρητικότητα στον Nord Stream 1 για να γεμίσουμε τον αποθηκευτικό μας χώρο», είπε ο Habeck. «Η πλήρωση των αποθηκευτικών χώρων στη Γερμανία δεν είναι σημαντική μόνο για τη γερμανική αγορά, αλλά επίσης και για την ευρωπαϊκή αγορά και για την εξασφάλιση του εφοδιασμού της Ευρώπης».”

[Αυτό ισχύει όχι μόνον έμμεσα αλλά και άμεσα–πολλές χώρες προμηθεύονται Ρωσικό αέριο από τη Γερμανία είτε μέσω δημοσίων συμβάσεων (π.χ. Αυστρία) είτε στα “μουλωχτά” (π.χ. Πολωνία).]

Και το Bloomberg συνεχίζει: “Το στράγγισμα της προσφοράς έχει προκαλέσει αναταραχή στις αγορές φυσικού αερίου. Οι τιμές των Ευρωπαϊκών συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης [Europe’s benchmark futures, βασικός δείκτης των τάσεων στις αγορές] που έχουν διπλασιαστεί κατά τον προηγούμενο μήνα, την Πέμπτη [7 Ιουλίου] σημείωσαν τη μεγαλύτερη ακολουθία διαδοχικών ημερήσιων ανόδων εδώ και περισσότερο από εννέα μήνες. [βλ. Διάγραμμα].

Οι υψηλότερες τιμές σε συνδυασμό με την έλλειψη προσφοράς θέτουν σε κίνδυνο εταιρείες όπως η Uniper SE. Ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικού φυσικού αερίου της Γερμανίας βρίσκεται σε συνομιλίες με την κυβέρνηση για ένα πρόγραμμα διάσωσης, καθώς αγωνίζεται να εκπληρώσει τα συμβόλαια παράδοσης εν μέσω της αύξησης των τιμών. Ο Χάμπεκ είπε ότι η κατάσταση κινδυνεύει να λειτουργήσει «σαν χιονοστιβάδα» στο ενεργειακό σύστημα της Γερμανίας.

[Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι η Ρωσία ανέκαθεν πρότεινε στη Γερμανία να αγοράζει το αέριο, όπως και το πετρέλαιο, με συμβόλαια σταθερών τιμών, πράγμα που τόσο η Γερμανία όσο και η ΕΕ αρνήθηκαν να κάνουν προτιμώντας την αγορά σε σποτ τιμές, λειτουργώντας εντελώς τυχοδιωκτικά. Μετά και τις κυρώσεις, που οδήγησαν σε αλματώδη άνοδο τις σποτ τιμές, οι εταιρείες που διανέμουν το αέριο βρέθηκαν σε δεινή θέση, επειδή αυτές οφείλουν να εκπληρώσουν συμβόλαια. Αν όμως χρεοκοπήσουν, μπαίνει το ερώτημα ποιος θα διανέμει το αέριο στη Γερμανική βιομηχανία και στους καταναλωτές. Μετά ο Πούτιν και οι Ρώσοι τους φταίνε…Πρόκειται για κλασική περίπτωση που σίγουρα ο Έρασμος θα τοποθετούσε σε περίοπτη θέση στο «Μωρίας Εγκώμιον»].

Αν και η παρούσα τιμή του φυσικού αερίου υπολείπεται ελαφρά από τα ιστορικά υψηλά της,
εν τούτοις παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ακολουθία ημερήσιων αυξήσεων κατά το τελευταίο εννεάμηνο.

Και το Bloomberg συνεχίζει:

“Η τουρμπίνα, που έχει κατασκευαστεί στον Καναδά από τη Siemens Energy AG, στάλθηκε στο Μόντρεαλ για επισκευές [βάσει συμβολαίου, τη συντήρηση των τουρμπινών των σταθμών συμπίεσης έχει αναλάβει ο κατασκευαστής τους, δηλ. η Siemens], αλλά παραμένει εκεί ακινητοποιημένη [δηλαδή έχει κατακρατηθεί] λόγω των κυρώσεων στη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου της Ρωσίας που ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Τζάστιν Τριντό τον περασμένο μήνα. Αναγνωρίζοντας τη νομική δέσμευση που δημιουργήθηκε από τις καναδικές κυρώσεις, ο αντικαγκελάριος πρότεινε μια λύση.

[Το περίεργο βέβαια είναι γιατί να θεωρείται ότι είναι νόμιμη η δέσμευση της τουρμπίνας, αφού αυτή έχει αποσταλεί στον Καναδά από την μητρική της Siemens στη Γερμανία. Δηλαδή, ο Καναδάς, δεσμεύει εμπορεύματα που διακινεί η Γερμανία με το σκεπτικό ότι αυτά από τη Γερμανία (χώρα παραλαβής) θα καταλήξουν στη Ρωσία, δηλαδή ο Καναδάς κάνει δίκη προθέσεων προκειμένου να απαγορεύσει διακίνηση εμπορευμάτων μεταξύ συμμάχων και ετάρων. Είμαι περίεργος για τις νομικές ακροβασίες που δικαιολογούν αυτή την παράδοξη απόφαση].

«Αν το ζήτημα είναι νομικής υφής για τον Καναδά, θέλω να ξεκαθαρίσω ότι δεν τους ζητώ να το παραδώσουν στη Ρωσία, αλλά να το αποστείλουν στη Γερμανία», είπε ο Χάμπεκ. «Με βαριά την καρδιά μας αναγκαζόμαστε να το ζητήσουμε».

[Πραγματικά ξεκαρδιστικό απόσπασμα της συνέντευξης-ικεσίας Χάμπεκ. Εδώ και σχεδόν ένα μήνα ο κ. Χάμπεκ ποιούσε την νύσσαν και μόνο τώρα αντιλήφθηκε τη σοβαρότητα της κατάστασης αντί να κινητοποιηθεί από την πρώτη στιγμή, να σηκώσει το τηλέφωνο και να μιλήσει στους Καναδούς].

H Αντιπαράθεση στους G-7 [υπότιτλος στο πρωτότυπο του Bloomberg].

Η ασυνήθιστη δημόσια έκκληση [του Γερμανού αντικαγκελάριου και υπουργού οικονομικών] γίνεται δύο ημέρες αφότου ο Καγκελάριος Όλαφ Σολτς συζήτησε τηλεφωνικά με τον Τριντό για την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια και μια εβδομάδα αφότου ο πρωθυπουργός [του Καναδά] βρέθηκε στη Γερμανία για τη σύνοδο των ηγετών της Ομάδας των Επτά, η οποία επικεντρώθηκε σε μεγάλο βαθμό στις συνέπειες της εισβολής του Πούτιν στο Ουκρανία.

[Το ρεπορτάζ του Bloomberg εδώ υπονοεί ότι οι Γερμανοί δεν κινητοποιήθηκαν μόνο σήμερα, αλλά απευθύνθηκαν στους Καναδούς ήδη μια βδομάδα πριν. Το ρεπορτάζ παραλείπει να επισημάνει ότι το ζήτημα όμως έχει δημιουργηθεί πριν σχεδόν ένα μήνα].

Καναδοί αξιωματούχοι απέφυγαν να δεσμευτούν όταν ρωτήθηκαν όσο αφορά την έκκληση βοήθειας από τη Γερμανία σχετικά με την τουρμπίνα που έχει δεσμευτεί λόγω των κυρώσεων.

«Δεν θα σταματήσουμε να επιβάλλουμε σοβαρό κόστος στο καθεστώς Πούτιν όσο συνεχίζεται η αδικαιολόγητη εισβολή του», δήλωσε μέσω email ο Ίαν Κάμερον, εκπρόσωπος του υπουργού Φυσικών Πόρων Τζόναθαν Γουίλκινσον. «Θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε τους Ευρωπαίους φίλους και συμμάχους μας εργαζόμενοι για να βοηθήσουμε στη σταθεροποίηση των αγορών ενέργειας και στην ανάπτυξη μακροπρόθεσμων και βιώσιμων λύσεων στον ενεργειακό εφοδιασμό».

[Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε! Οι Γερμανοί τους λένε ότι πνίγονται και οι Καναδοί απαντάνε με νηπιακές εκθέσεις ιδεών. Έχω άδικο να αισθάνομαι ότι οι Καναδοί, εκτός των άλλων, επί πλέον “δουλεύουν” τους Γερμανούς μέσα στη δυστυχία τους;]

Και το Bloomberg συνεχίζει:

“Ο Χάμπεκ είπε ότι ο Πούτιν μπορεί να εκμεταλλευτεί το ζήτημα της τουρμπίνας για να απειλήσει την προμήθεια φυσικού αερίου της Γερμανίας, παρά το γεγονός ότι ο αγωγός μπορεί ακόμα να λειτουργήσει. Είπε ότι πιστεύει πως ο κρατικός ρωσικός κολοσσός φυσικού αερίου Gazprom PJSC, που εκμεταλλεύεται τον αγωγό, έχει και εφεδρική τουρμπίνα που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει στο μεταξύ.

[Η βλακεία των Γερμανών επανέρχεται. Ακόμη και όταν δυστυχούν, δίνουν επιχειρήματα στους Καναδούς για να συνεχίσουν την κατακράτηση της τουρμπίνας. Εκτός και αν δεν πρόκειται για βλακεία, αλλά για κουτοπονηριά του Χάμπεκ που κάνει εσωτερικό Γερμανικό πολιτικάντικο παιχνίδι πάνω στις πλάτες του λαού του, δηλαδή λέει μεν προς τα έξω αυτό που συμφωνήθηκε στο υπουργικό συμβούλιο, αλλά στη συνέχεια το υπονομεύει προωθώντας την “πράσινη” ατζέντα σύγκρουσης χωρίς όρια με τη Ρωσία. Άλλωστε τα πολιτικάντικα παιχνίδια έχουν καθιερωθεί πλέον στην άσκηση πολιτικής στην Ευρώπη από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ όλων σχεδόν των κρατών].

«Δεν πρέπει να κάνουμε το λάθος [να παραστήσουμε] ότι πιστεύουμε την προπαγάνδα του Πούτιν», είπε ο Χάμπεκ. Η επιστροφή του εξοπλισμού πριν από την προγραμματισμένη διακοπή λειτουργίας ενδέχεται να μην επιλύσει το πρόβλημα [της μείωσης της ροής του φυσικού αερίου προς τη Γερμανία], αλλά θα υπονόμευε ένα από τα δυνητικά επιχειρήματα του Πούτιν προκειμένου να κρατήσει τον αγωγό κλειστό στη συνέχεια, πρόσθεσε.

«Αν θέλουμε να του αφαιρέσουμε αυτόν τον δρόμο των δικαιολογιών, καλώ την καναδική κυβέρνηση να μην περιμένει πολύ και να πάρει την απόφαση πριν ξεκινήσει η περίοδος συντήρησης», είπε ο Χάμπεκ. «Διαφορετικά, είμαι σίγουρος ότι ο Πούτιν θα βρει [την ευκαιρία να δημιουργήσει] ένα πολιτικό πρόβλημα μέσω του αγωγού».

Η Ευρώπη αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη ενεργειακή κρίση της εδώ και δεκαετίες, με τον κύριο προμηθευτή της, τη Ρωσία, να περιορίζει τις αποστολές φυσικού αερίου ως αντίποινα για τις κυρώσεις και τη στρατιωτική υποστήριξη της Ευρώπης στην Ουκρανία.”

[Προφανώς εδώ το Bloomberg διαστρεβλώνει την πραγματικότητα. Η Ρωσία δεν περιόρισε τις αποστολές φυσικού αερίου ως αντίποινα, αν και θα είχε κάθε δικαίωμα να το πράξει. Απλά ζητάει να τηρηθεί το συμβόλαιο συντήρησης από εκείνους που το έχουν αναλάβει–και άλλωστε, όπως έχει γίνει σαφές, αυτοί θίγονται όταν το παραβιάζουν– και επίσης έχει ζητήσει οι πληρωμές να γίνονται με ένα σύστημα που δεν επιτρέπει την κατάσχεση από τους Δυτικούς της αξίας του φυσικού αερίου που παραλαμβάνουν, δηλαδή που εμποδίζει τους Δυτικούς από το να παραλαμβάνουν αέριο τζάμπα. Ειδικότερα στο τελευταίο θέμα, να θυμίσουμε τις φαιδρότητες ορισμένων χωρών, όπως η Πολωνία, που δεν δέχτηκε το σύστημα πληρωμής με ρούβλια και παρόλ’ αυτά συνεχίζει να αγοράζει Ρωσικό αέριο μέσω…Γερμανίας. Ή την απίστευτο τρόπο προμήθειας από τις Ευρωπαϊκές χώρες Ρωσικού πετρελαίου, μετά τις κυρώσεις που οι ίδιες επέβαλαν κατά των εξαγωγών πετρελαίου από τη Ρωσία: Τώρα πλέον οι Ευρωπαϊκές χώρες αγοράζουν το Ρωσικό πετρέλαιο μέσω Ινδίας, η οποία τρίβει τα χέρια της με την ανέλπιστη ευκαιρία για μπίζνες που της έτυχε, έχοντας δεκαπλασιάσει τις εισαγωγές της από τη Ρωσία μέσα σε τέσσερις μήνες.]

Χάρτης στο ρεπορτάζ του Bloomberg που απεικονίζει τις ροές φυσικού αερίου κατά μήκος αγωγών από τη Ρωσία προς τις Ευρωπαϊκές χώρες. Η εξάρτηση της κάθε χώρας από το Ρωσικό αέριο απεικονίζεται με αποχρώσεις του κίτρινου σύμφωνα με τις επεξηγήσεις.

Και το Bloomberg συνεχίζει:

“Η Γερμανία προχωρά σε κατεπείγουσα νομοθεσία αυτή την εβδομάδα που θα της επιτρέπει να σώζει τις καταρρέουσες επιχειρήσεις σε μια προσπάθεια να περιορίσει τις επιπτώσεις της σύνθλιψης στην προσφορά και της εκτόξευσης του ενεργειακού κόστους για τους καταναλωτές.

Αμέσως μετά την κατακράτηση της τουρμπίνας της Siemens τον περασμένο μήνα, η Gazprom μείωσε τις ροές μέσω του Nord Stream. Το καλοκαίρι είναι μια κρίσιμη περίοδος για την αναπλήρωση των αποθεμάτων που απαιτούνται για τη θέρμανση των σπιτιών και τη λειτουργία των εργοστασίων κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η χώρα στοχεύει να έχει συμπληρώσει το 90% της χωρητικότητας [των αποθηκευτικών της χώρων] μέχρι την 1η Νοεμβρίου. Το επίπεδο [πλήρωσης] βρισκόταν στο 62,6% την Τετάρτη.

Άλλες τουρμπίνες εξακολουθούν να υπάρχουν στη Ρωσία, αλλά η Gazprom έχει πει ότι δεν λειτουργούν όλες. Ο ενεργειακός γίγαντας επικαλέστηκε εντολές από την [Ρωσική] κρατική ρυθμιστική αρχή ασφάλειας [των εγκαταστάσεων] να σταματήσει να χρησιμοποιεί εξοπλισμό που έχει συμπληρώσει τον προδιαγεγραμμένο χρόνο λειτουργίας χωρίς τακτική συντήρηση.

Ο Χάμπεκ, επικαλούμενος την ουκρανική διασπορά στον Καναδά—τη μεγαλύτερη στον κόσμο εκτός Ρωσίας, είπε ότι κατανοεί γιατί η επιστροφή της τουρμπίνας θα μπορούσε να είναι πολιτικά αμφιλεγόμενη για την κυβέρνηση του Τριντό.

[Αυτό είναι καρφί του Χάμπεκ προς τον Τριντό, ότι κρατά την τουρμπίνα για ψηφοθηρικούς λόγους, αν και η αλήθεια μάλλον είναι ότι όπως οι Γερμανοί είναι τρελαμένοι και παίρνουν αποφάσεις που θίγουν τελικά τους ίδιους, έτσι και οι Καναδοί είναι τρελαμένοι και παίρνουν αποφάσεις που ωθούν τους Γερμανούς σε κατεύθυνση ανάποδη από την επιδιωκόμενη–πάντα με την επιφύλαξη ότι εφόσον ΗΠΑ και Καναδάς είναι μάλλον υπέρ της περιθωριοποίησης των Ευρωπαϊκών οικονομιών δεν θα στενοχωρηθούν και ιδιαίτερα αν η Γερμανία, και συνακόλουθα η Ευρώπη, περιπέσουν σε βαθιά ύφεση. Σε μια τέτοια εκδοχή, ΗΠΑ και Καναδάς θα στεναχωριόντουσαν μόνο αν η Γερμανία τότε ωθούνταν να ακολουθήσει …φιλογερμανική πολιτική, δηλαδή υπερασπιζόταν τα δικά της συμφέροντα με ανεξάρτητο τρόπο και αποστασιοποιούταν από τις αντι-Ρωσικές κυρώσεις. Αλλά με αυτούς που την κυβερνούν, πρώτα θα δούμε λαϊκές εξεγέρσεις στη Γερμανία και μετά αλλαγές στην πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση αυτής της χώρας.]

«Ξέρω ότι σκέφτονται προσεκτικά την κατάσταση και καταλαβαίνω πλήρως την κατάσταση που πρέπει να εξισορροπήσουν», είπε [ο Χάμπεκ], αρνούμενος να εκφράσει την απογοήτευσή του για την καθυστέρηση του Καναδά να λάβει μια απόφαση για την τουρμπίνα.

Αντίθετα, ως αιτιολογία της έκκλησής του προς τον Τριντό για βοήθεια, ο Χάμπεκ ανέφερε τα λάθη της παρελθούσας πολιτικής της Γερμανίας καθώς και το προσωπικό του καθήκον ως μέλος του υπουργικού συμβουλίου.

[Αν νομίσατε ότι ο Γερμανός αντικαγκελάριος εννοεί τους παραλογισμούς των τελευταίων μηνών, κάνατε λάθος. Εννοεί ότι η Γερμανία δεν έπρεπε εξ αρχής να προμηθεύεται αέριο και πετρέλαιο από τη Ρωσία. Χωρίς βέβαια να λέει ότι οι εναλλακτικές που είχε—και μένει να αποδειχτεί ότι όντως έχει τέτοιες εναλλακτικές—στη διάθεση της η Γερμανία ήταν τρεις και τέσσερις φορές ακριβότερες]

Η υποχρέωσή μου να διασφαλίσω την ενεργειακή ασφάλεια, «αποτελεί μέρος του όρκου που έχω δώσει στον γερμανικό λαό», είπε. «Αποτελούσε τραγικό λάθος το γεγονός ότι η Γερμανία ήταν τόσο εξαρτημένη από μία χώρα για τον εφοδιασμό της σε ενέργεια, και μάλιστα ότι αυτή η χώρα είναι η Ρωσία».”

Η ομίχλη του πολέμου

Η παρακολούθηση της εμπλοκής του ευρωπαϊκού συστήματος στη βαρβαρότητα του πολέμου –για πρώτη φορά μετά τον βομβαρδισμό του ΝΑΤΟ στο Βελιγράδι το 1999– χρειάζεται κάτι περισσότερο από ψυχολογικές εκτιμήσεις. Τι έκανε τη Ρωσία και τη «Δύση» να εμπλακούν σε έναν αδυσώπητο αγώνα πάλης στην άκρη της αβύσσου, με τις δύο πλευρές να πέφτουν τελικά από τον γκρεμό; Καθώς ζούμε αυτή την τερατώδη εποχή, καταλαβαίνουμε καλύτερα από ποτέ τι πρέπει να εννοούσε ο Γκράμσι με τον όρο μεσοβασιλεία: μια κατάσταση «στην οποία το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν μπορεί να γεννηθεί», μια κατάσταση στην οποία «εμφανίζεται μια μεγάλη ποικιλία νοσηρών συμπτωμάτων», όπου ισχυρές χώρες αναζητούν το μέλλον τους στις αβεβαιότητες του πεδίου της μάχης, συννεφιασμένο από την ομίχλη του πολέμου.

Κανείς δεν γνωρίζει τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές πώς θα τελειώσει ο πόλεμος για την Ουκρανία και μετά από πόση αιματοχυσία. Αυτό που μπορούμε να προσπαθήσουμε να υποθέσουμε σε αυτό το σημείο, είναι ποιοι μπορεί να ήταν οι λόγοι – και οι ανθρώπινες πράξεις έχουν πάντα αιτίες, όσο αψυχολόγητες κι αν φαίνονται σε τρίτους – για την ριψοκίνδυνη πολιτική τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ρωσίας. Τι φοβερή σκηνή: Κλιμακούμενη σύγκρουση, ραγδαία μείωση των δυνατοτήτων και των δύο πλευρών να σώσουν την αίγλη τους χωρίς την ολοκληρωτική νίκη, που τελειώνει με τη φονική επίθεση της Ρωσίας σε μια γειτονική χώρα με την οποία κάποτε συμβίωνε σε ένα κοινό κράτος.

Εδώ βρίσκουμε αξιοσημείωτους παραλληλισμούς, καθώς και προφανείς ασυμμετρίες, αφού τόσο η Ρωσία όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν εδώ και καιρό την υφέρπουσα αποσύνθεση τόσο της εσωτερικής κοινωνικής τους τάξης όσο και της διεθνούς τους θέσης. Προφανώς αυτό τους κάνει να αισθάνονται ότι πρέπει να σταματήσουν την αποσύνθεση τώρα, διαφορετικά αυτή θα συνεχίζεται για πάντα. Στη ρωσική περίπτωση, αυτό που βλέπει κανείς είναι ένα καθεστώς, κρατικό αλλά και ολιγαρχικό, που αντιμετωπίζει αυξανόμενη αναταραχή μεταξύ των πολιτών του, πλούσιο σε πετρέλαιο και διαφθορά, ανίκανο να βελτιώσει τη ζωή των απλών ανθρώπων του, ενώ οι ολιγάρχες του πλουτίζουν απροσμέτρητα, ένα καθεστώς που χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο το βαρύ αντιδημοκρατικό του χέρι ενάντια σε κάθε οργανωμένη διαμαρτυρία. Για να εγκαθιδρύσει κανείς μια κατάσταση που βασίζεται στις ξιφολόγχες, απαιτείται εσωτερική σταθερότητα, που προέρχεται από την οικονομική ευημερία και την κοινωνική πρόοδο, που με τη σειρά της εξαρτάται από την παγκόσμια ζήτηση για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο που πρέπει να πουλήσει η Ρωσία. Για αυτό, ωστόσο, χρειάζεται πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές και την προηγμένη τεχνολογία, πρόσβαση που οι ΗΠΑ είχαν αρχίσει να περιορίζουν εδώ και καιρό.

Το ίδιο γίνεται με την εξωτερική ασφάλεια, όπου οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ έχουν διεισδύσει για σχεδόν δύο δεκαετίες τώρα πολιτικά και στρατιωτικά σε αυτό που η Ρωσία (πολύ εξοικειωμένη με τις ξένες εισβολές), ισχυρίζεται ότι είναι η ζώνη ασφαλείας της. Οι προσπάθειες της Μόσχας να διαπραγματευτεί επ’ αυτού οδήγησαν τη μετα-σοβιετική Ρωσία να αντιμετωπίζεται από την Ουάσιγκτον με τον ίδιο τρόπο όπως η προκάτοχός της, η Σοβιετική Ένωση, με απώτερο σκοπό των ΗΠΑ την αλλαγή καθεστώτος. Όλες οι προσπάθειες για τον τερματισμό της καταπάτησης δεν οδήγησαν πουθενά. Το ΝΑΤΟ πλησιάζει όλο και πιο κοντά, τοποθετώντας πρόσφατα πυραύλους μέσου βεληνεκούς στην Πολωνία και στη Ρουμανία, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο την Ουκρανία ως έδαφος που τους ανήκει – ας θυμηθούμε τα κηρύγματα της υφυπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Βικτόριας Νιούλαντ σχετικά με το ποιος πρέπει να ηγηθεί της κυβέρνησης στο Κίεβο.

Στην πορεία, το ρωσικό καθεστώς προφανώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτή η υφέρπουσα διάβρωση, εσωτερική αλλά και εξωτερική, θα συνεχιζόταν αμείωτη, εκτός και αν αναλαμβανόταν δραματική δράση για να σταματήσει η παρακμή. Αυτό που ακολούθησε ήταν η στρατιωτική συγκέντρωση δυνάμεων γύρω από την Ουκρανία από την άνοιξη του 2021, συνοδευόμενη από το αίτημα για επίσημη δέσμευση από την Ουάσιγκτον να σέβεται εφεξής τα ρωσικά συμφέροντα ασφαλείας. Επιδιώκοντας έτσι μια ανοιχτή σύγκρουση αντί για μια υφέρπουσα, ίσως με την ελπίδα να κινητοποιηθεί το πνεύμα του ρωσικού πατριωτισμού που κάποτε είχε νικήσει τους Γερμανούς.

Στρεφόμενοι προς την αμερικανική πλευρά, θα ανακαλύψει κανείς μια μνησικακία που πηγαίνει πίσω, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν ο Μπόρις Γέλτσιν, ο μετασοβιετικός υπάλληλος της Αμερικής, παρέδωσε το μαγαζί στον Βλαντιμίρ Πούτιν, στον απόηχο της οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής που προκλήθηκε από τη «θεραπεία σοκ» που εισηγήθηκαν οι Αμερικανοί. Η αρχική προσπάθεια του Πούτιν να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ υπό την αιγίδα της Νέας Παγκόσμιας Τάξης, απορρίφθηκε, παρόλες τις προσπάθειές του να βοηθήσει την Ουάσιγκτον στην εισβολή της στο Αφγανιστάν. Οι ρωσικές αντιρρήσεις για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ το 2004 –που απειλούν τώρα τα βορειοδυτικά σύνορά του– αντιμετωπίστηκαν με την πολιτική των Μπους και Μπλερ για μια Νατοϊκή πολιτική «ανοιχτών θυρών» για τη Γεωργία και την Ουκρανία, στη σύνοδο κορυφής του Βουκουρεστίου το 2008.

Το αμερικανικό πολιτικό κατεστημένο, υπό την ηγεσία της πτέρυγας της Χίλαρι Κλίντον στο Δημοκρατικό Κόμμα, άρχισε να αντιμετωπίζει τη Ρωσία ως ένα κράτος αδίστακτο, όπως εκείνη η άλλη χώρα που είχε ξεφύγει από τον αμερικανικό έλεγχο, το Ιράν. Εκεί που στο παρελθόν παραφύλαγε ένας Κόκκινος κάτω από κάθε αμερικάνικο κρεβάτι, τώρα ο αυτόκλητος επισκέπτης ήταν ένας Ρώσος – μια διάκριση που πολλοί Αμερικανοί δεν είχαν μάθει ποτέ πραγματικά να κάνουν. Ακόμη και η εκλογή του Τραμπ το 2016 αποδόθηκε από το ηττημένο κόμμα των Δημοκρατικών σε μυστικές ρωσικές μηχανορραφίες, οι οποίες και εξόντωσαν πολιτικά τις αρχικές προσπάθειες του Τραμπ να αναζητήσει κάποιου είδους συμφωνία με τη Ρωσία. (Θυμάστε την αθώα ερώτησή του για το γιατί υπήρχε ακόμα το ΝΑΤΟ, τρεις δεκαετίες μετά το τέλος του κομμουνισμού;) Μέχρι το τέλος της θητείας του, προκειμένου να διορθώσει τη ρήξη με το αμερικανικό βαθύ κράτος και τους ψηφοφόρους, είχε επιστρέψει στην κλασική δοκιμασμένη αντιρωσική στάση.

Για τον διάδοχο του Τραμπ, τον Μπάιντεν, όπως και για τους Ομπάμα – Κλίντον, η Ρωσία παρουσιάστηκε ως ένας βολικός εχθρός, εγχώρια και διεθνώς: μικρός οικονομικά, αλλά εύκολο να παρουσιαστεί ως μεγάλος λόγω των πυρηνικών όπλων της. Μετά την επικοινωνιακή καταστροφή  της αποχώρησης του Μπάιντεν από το Αφγανιστάν, η επίδειξη δύναμης έναντι της Ρωσίας φαινόταν ένας ασφαλής τρόπος για να αναδειχθεί η αμερικανική δύναμη, αναγκάζοντας τους Ρεπουμπλικάνους, κατά τη διάρκεια των κρίσιμων ενδιάμεσων εκλογών, να στοιχηθούν πίσω από τον Μπάιντεν ως ηγέτη ενός αναστημένου “ελεύθερου κόσμου”. Η Ουάσιγκτον στράφηκε δεόντως στη διπλωματία πυγμής και εντυπωσιασμού, και αρνήθηκε κατηγορηματικά κάθε διαπραγμάτευση για την επέκταση του ΝΑΤΟ. Για τον Πούτιν, έχοντας προχωρήσει όσο πιο μακριά μπορούσε, η επιλογή τέθηκε ξεκάθαρα μεταξύ της κλιμάκωσης και της συνθηκολόγησης. Ήταν σε αυτό το σημείο που η μέθοδος μετατράπηκε σε τρέλα, και ξεκίνησε η φονική, καταστροφική από στρατηγικής άποψης, ρωσική χερσαία εισβολή στην Ουκρανία.

Για τις ΗΠΑ, η άρνηση των ρωσικών απαιτήσεων για εγγυήσεις ασφαλείας ήταν ένας βολικός τρόπος για να υποστηρίξουν την άνευ όρων πρόσδεση των ευρωπαϊκών χωρών στο ΝΑΤΟ, μια συμμαχία που είχε γίνει ασταθής τα τελευταία χρόνια. Αυτό αφορούσε ιδιαίτερα τη Γαλλία, της οποίας ο πρόεδρος πριν από λίγο καιρό είχε χαρακτηρίσει το ΝΑΤΟ «εγκεφαλικά νεκρό», αλλά και τη Γερμανία με τη νέα κυβέρνησή της, της οποίας το ηγετικό κόμμα, το SPD (σοσιαλδημοκράτες), θεωρούνταν πολύ φιλικό προς τη Ρωσία. Εκκρεμούσαν επίσης ημιτελή έργα σχετικά με τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2. Η Μέρκελ, μαζί με τον Σρέντερ, είχε ζητήσει από τη Ρωσία να τον κατασκευάσει, ελπίζοντας να καλύψει το κενό στον ενεργειακό εφοδιασμό της Γερμανίας. Οι ενεργειακές ελλείψεις αναμένεται να προκύψουν από το μετασχηματισμό της Γερμανίας σε χώρα χωρίς άνθρακα και πυρηνικά. Οι ΗΠΑ αντιτάχθηκαν στο σχέδιο, όπως και πολλοί άλλοι στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων των Γερμανών Πρασίνων. Μεταξύ των λόγων ήταν οι φόβοι ότι ο αγωγός θα έκανε τη Δυτική Ευρώπη πιο εξαρτημένη από τη Ρωσία και ότι θα ήταν πλέον αδύνατο για την Ουκρανία και την Πολωνία να διακόψουν τις παραδόσεις ρωσικού φυσικού αερίου σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η Μόσχα δεν συμπεριφέρεται σωστά.

Η αντιπαράθεση για την Ουκρανία, με την αποκατάσταση της ευρωπαϊκής εμπιστοσύνης στην αμερικανική ηγεσία, έλυσε αυτό το πρόβλημα σε χρόνο μηδέν. Μετά τη διαρροή των αποχαρακτηρισμένων εγγράφων της CIA, ο λεγόμενος «ποιοτικός τύπος» της Δυτικής Ευρώπης, για να μην αναφέρουμε τα δημόσια ραδιοτηλεοπτικά συστήματα, παρουσίασε τη ραγδαία επιδεινούμενη κατάσταση ως μια μανιχαϊστική πάλη μεταξύ καλού και κακού, των ΗΠΑ υπό τον Μπάιντεν, εναντίον της Ρωσίας υπό τον Πούτιν. Τις τελευταίες εβδομάδες της Μέρκελ, η κυβέρνηση Μπάιντεν συζητούσε με τη Γερουσία των ΗΠΑ πιθανές κυρώσεις στη Γερμανία και στους φορείς εκμετάλλευσης του Nord Stream 2, με αντάλλαγμα την απόσπαση της γερμανικής συναίνεσης στο να συμπεριληφθεί ο αγωγός σε ένα πιθανό μελλοντικό πακέτο κυρώσεων προς τη Ρωσία. Μετά τη ρωσική αναγνώριση των δύο αποσχισμένων επαρχιών της Ανατολικής Ουκρανίας, το Βερολίνο ανέβαλε επισήμως τη θεσμική ρύθμιση του αγωγού – κάτι που, ωστόσο, δεν ήταν αρκετό. Με τον νέο γερμανό καγκελάριο να στέκεται δίπλα του σε συνέντευξη Τύπου στην Ουάσιγκτον, ο Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι, αν χρειαστεί, ο αγωγός θα περιλαμβανόταν σε πιθανές κυρώσεις, με τον Σολτς να μένει σιωπηλός. Λίγες μέρες αργότερα, ο Μπάιντεν ενέκρινε το σχέδιο της Γερουσίας στο οποίο είχε αντιταχθεί νωρίτερα. Στη συνέχεια, στις 24 Φεβρουαρίου, η ρωσική εισβολή ώθησε το Βερολίνο να κάνει μόνο του, ό,τι σε διαφορετική περίπτωση θα είχε κάνει η Ουάσιγκτον για λογαριασμό της Γερμανίας και της Δύσης: να βάλει στο ράφι τον αγωγό, μια για πάντα.

Έτσι, η δυτική ενότητα επέστρεψε, χαιρετίστηκε από το ενθουσιώδες χειροκρότημα των εγχώριων σχολιαστών, ευγνώμονες πλέον για την επιστροφή των υπερατλαντικών βεβαιοτήτων του Ψυχρού Πολέμου. Η προοπτική να μπουν οι Ευρωπαίοι στη μάχη, σε συμμαχία με τον πιο τρομερό στρατό στην παγκόσμια ιστορία, εξαφάνισε αμέσως τις μνήμες μερικών μηνών πριν, όταν οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν με ελάχιστη προειδοποίηση όχι μόνο το Αφγανιστάν αλλά και τα βοηθητικά στρατεύματα που παρείχαν οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ για να υποστηρίξουν τα αμερικανικά, ευνοώντας έτσι την κατεύθυνση της «οικοδόμησης του έθνους». Δεν έχει σημασία επίσης η ιδιοποίηση από τον Μπάιντεν του μεγαλύτερου μέρους των αποθεματικών της αφγανικής κεντρικής τράπεζας, ύψους 7,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, για να μοιραστούν σε όσους επλήγησαν από την 11η Σεπτεμβρίου (και στους δικηγόρους τους), ενώ το Αφγανιστάν υπάρχει πείνα σε όλο το έθνος. Ξεχασμένα είναι επίσης τα συντρίμμια που άφησαν πίσω τους οι πρόσφατες αμερικανικές επεμβάσεις στη Σομαλία, το Ιράκ, τη Συρία, τη Λιβύη – η απόλυτη καταστροφή, ακολουθούμενη από βιαστική εγκατάλειψη, ολόκληρων χωρών και περιοχών.

Τώρα είναι πάλι η «Δύση», είναι η Μέση Γη που πολεμά τη Μόρντορ, για να υπερασπιστεί μια γενναία μικρή χώρα που θέλει μόνο «να γίνει σαν εμάς» και για τον σκοπό αυτό δεν επιθυμεί παρά να της επιτραπεί να περάσει από τις ανοιχτές πόρτες του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Οι κυβερνήσεις της Δυτικής Ευρώπης κατέπνιξαν ευσυνείδητα όλες τις εναπομείνασες αναμνήσεις της βαθιά ριζωμένης απερισκεψίας της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Απερισκεψία που προκλήθηκε από το τεράστιο μέγεθος των Ηνωμένων Πολιτειών και τη θέση τους σε μια νησιωτική ήπειρο, την Αμερική, όπου κανείς δεν μπορεί να φτάσει σε αυτή, ανεξάρτητα από το χάος που δημιουργείται όταν οι στρατιωτικές τους περιπέτειες πηγαίνουν στραβά. Με εκπληκτικό τρόπο η Ευρώπη έδωσε στις Ηνωμένες Πολιτείες -μια μακρινή μη ευρωπαϊκή αυτοκρατορία σε παρακμή με διαφορετικά συμφέροντα και διαφορετικά προβλήματα από τα δικά της- πλήρες πληρεξούσιο για τη διαχείριση της Ρωσίας και το μέλλον του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Τι γίνεται με την ΕΕ; Εν ολίγοις, καθώς η Δυτική Ευρώπη επιστρέφει στη «Δύση», η ΕΕ περιορίζεται στο ρόλο ενός γεωοικονομικού εργαλείου για το ΝΑΤΟ, δηλαδή τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα γεγονότα γύρω από την Ουκρανία καθιστούν πιο σαφές από ποτέ ότι για τις ΗΠΑ, η ΕΕ είναι ουσιαστικά μια πηγή οικονομικών και πολιτικών ρυθμίσεων για τα κράτη που χρειάζονται για να βοηθήσουν τη «Δύση» να περικυκλώσει τη Ρωσία από τη δυτική της πλευρά. Η διατήρηση φιλοαμερικανικών κυβερνήσεων στην εξουσία στα πρώην σοβιετικά δορυφορικά κράτη, είναι δαπανηρή, οπότε δημιουργείται έναν ελκυστικός επιμερισμός των βαρών σύμφωνα με τον οποίο η «Ευρώπη» πληρώνει για το ψωμί, ενώ οι ΗΠΑ παρέχουν τη δύναμη πυρός – πραγματικά ή φανταστικά. Αυτό καθιστά την ΕΕ στην πραγματικότητα οικονομικό στήριγμα του ΝΑΤΟ. Εν τω μεταξύ, οι κυβερνήσεις της Ανατολικής Ευρώπης προτιμούν να εμπιστεύονται στην Ουάσιγκτον την άμυνά τους, συγκριτικά με το Παρίσι και το Βερολίνο, δεδομένης της αποδεδειγμένα ασφαλούς μακρινής έδρας της. Σε αντάλλαγμα για την προστασία των ΗΠΑ μέσω του ΝΑΤΟ και την υποστήριξη της Ουάσιγκτον στη σχέση τους με την ΕΕ, χώρες όπως η Πολωνία και η Ρουμανία φιλοξενούν αμερικανικούς πυραύλους που υποτίθεται ότι υπερασπίζονται την Ευρώπη ενάντια στο Ιράν, ενώ δυστυχώς η Ρωσία βρίσκεται ακριβώς στο δρόμο από τον οποίο θα πρέπει να περάσουν.

Το υπονοούμενο για τη φον ντερ Λάιεν και την ομάδα της είναι να επιβεβαιώσουν την υποταγή τους. Η επέκταση της ΕΕ στην Ουκρανία και τα Δυτικά Βαλκάνια, ακόμη και στη Γεωργία και την Αρμενία, θεωρείται από τις ΗΠΑ ως ζήτημα που αποφασίζεται από την Ουάσιγκτον. Η Γαλλία ειδικότερα μπορεί να εξακολουθεί να έχει αντίρρηση για περαιτέρω διεύρυνση, αλλά το πόσο μπορεί να αντέξει, ειδικά εάν η Γερμανία αναγκάζεται να καλύψει το λογαριασμό, είναι ζητούμενο. (Αν και δεν έχουν ξεκινήσει επίσημες διαδικασίες ένταξης στην ΕΕ για την Ουκρανία, η φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε: «Τους θέλουμε να μπουν»). Επιπλέον, επειδή η Πολωνία είναι αυστηρά αντι-ρωσική και φιλοΝΑΤΟϊκή, θα είναι πλέον δύσκολο να την τιμωρήσει με περικοπές στην οικονομική στήριξη της ΕΕ για αυτό που το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θεωρεί ως ελλείψεις στο «κράτος δικαίου». Το ίδιο ισχύει και για την Ουγγαρία, της οποίας ο δύστροπος ηγέτης, Όρμπαν, γίνεται ολοένα και πιο αντιρωσικός. Με την επιστροφή των Αμερικανών, η εξουσία πειθάρχησης των κρατών μελών της ΕΕ έχει μεταναστεύσει από τις Βρυξέλλες στην Ουάσιγκτον.

Ένα πράγμα που μαθαίνουν επί του παρόντος οι Ευρωπαίοι – ειδικά οι Πράσινοι-  είναι ότι εάν επιτρέψετε στις ΗΠΑ να σας προστατεύουν, η γεωπολιτική θα υπερισχύσει όλων των άλλων πολιτικών, και ότι η γεωπολιτική ορίζεται μόνο από την Ουάσιγκτον. Έτσι λειτουργεί μια αυτοκρατορία. Η Ουκρανία, μια χώρα διαιρεμένη σε ολιγάρχες, θα αρχίσει σύντομα να λαμβάνει ενισχυμένη οικονομική υποστήριξη από την «Ευρώπη». Αυτό, ωστόσο, δεν θα είναι παρά ένα κλάσμα των όσων καταθέτουν τακτικά οι Ουκρανοί ολιγάρχες σε ελβετικές, βρετανικές ή, υποθέτουμε, αμερικανικές τράπεζες. Όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν ότι, σε σύγκριση με την Ουκρανία, η Πολωνία, ή ακόμη και η Ουγγαρία, είναι καθαρές λες και βγήκαν από πλυντήριο. (Ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει τον μισθό που απολάμβανε ο Χάντερ Μπάιντεν ως μη εκτελεστικός διευθυντής μιας ουκρανικής εταιρείας φυσικού αερίου της οποίας ο κύριος ιδιοκτήτης αντιμετώπιζε τότε έρευνα της δικαιοσύνης για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος;)

Αυτό που παραμένει μυστήριο, προφανώς όχι το μοναδικό σε αυτό το πλαίσιο, είναι γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους ήταν ως επί το πλείστον ευχαριστημένοι απορρίπτοντας την πιθανότητα η Ρωσία να απαντά στις συνεχιζόμενες πιέσεις για αλλαγή καθεστώτος – με τη μορφή μιας «δυτικού τύπου» άρνησης μιας ζώνης ασφαλείας – οδηγώντας τη στην εμβάθυνση μιας συμμαχίας με την Κίνα. Είναι αλήθεια ότι ιστορικά, η Ρωσία πάντα ήθελε να είναι μέρος της Ευρώπης, και κάτι σαν φοβία για την Ασία είναι βαθιά ριζωμένη στην εθνική της ταυτότητα. Η Μόσχα είναι για τους Ρώσους η Τρίτη Ρώμη, όχι το Δεύτερο Πεκίνο. Μέχρι το 1969, η Ρωσία και η Κίνα, και οι δύο κομμουνιστικές τότε, συγκρούστηκαν για τα αμοιβαία σύνορά τους στον ποταμό Ουσούρι. Τώρα, με τη Ρωσία αποκομμένη από τη Δύση στο απροσδιόριστο μέλλον, η Κίνα, χωρίς πρώτες ύλες, μπορεί να παρέμβει και να προσφέρει στη Ρωσία τη δική της σύγχρονη τεχνολογία. Καθώς το ΝΑΤΟ διαιρεί την ευρασιατική ήπειρο σε «Ευρώπη», συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας, εναντίον της Ρωσίας, ως μη-ευρωπαϊκού εχθρού της Ευρώπης, ο ρωσικός εθνικισμός μπορεί, ενάντια στο ιστορικό του φορτίο, να αισθανθεί αναγκασμένος να συμμαχήσει με την Κίνα, όπως προμηνύεται από αυτή την παράξενη εικόνα του Σι και του Πούτιν να στέκονται δίπλα-δίπλα στα εγκαίνια των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου.

Θα ήταν μια συμμαχία μεταξύ Κίνας και Ρωσίας ένα ακούσιο αποτέλεσμα της αμερικανικής ανικανότητας, ή αντίθετα, ένα επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της αμερικανικής παγκόσμιας στρατηγικής; Εάν η Μόσχα συνεργαζόταν με το Πεκίνο, δεν θα υπάρχει πλέον προοπτική για μια ρωσο-ευρωπαϊκή διευθέτηση α λα γαλλικά. Η Δυτική Ευρώπη, σε οποιαδήποτε πολιτική μορφή, θα λειτουργούσε περισσότερο από ποτέ ως η υπερατλαντική πτέρυγα των Ηνωμένων Πολιτειών σε έναν νέο ψυχρό ή, ίσως, θερμό πόλεμο μεταξύ των δύο παγκόσμιων μπλοκ ισχύος, με το ένα παρακμάζει, ελπίζοντας να αντιστρέψει την παλίρροια, και το άλλο να ελπίζει να ανέβει.

Μόνο μια Ευρώπη σε ειρήνη με τη Ρωσία, μια Ευρώπη που σέβεται τις ρωσικές ανάγκες ασφαλείας, θα μπορούσε να ελπίζει ότι θα απελευθερωθεί από την αμερικανική αγκαλιά, η οποία τόσο αποτελεσματικά ξανάνιωσε κατά τη διάρκεια της ουκρανικής κρίσης. Αυτός, υποθέτει κανείς, είναι ο λόγος για τον οποίο ο Μακρόν επέμενε τόσο καιρό στη Ρωσία να είναι μέρος της Ευρώπης και στην ανάγκη της «Ευρώπης», όπως φυσικά εκπροσωπείται από τον ίδιο και τη Γαλλία, να διασφαλίσει την ειρήνη στην ανατολική της πλευρά. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει θέσει για πολύ καιρό, αν όχι για πάντα, ένα τέλος σε αυτό το έργο. Αλλά τότε, δεν ήταν ποτέ πολλά υποσχόμενο το να ξεκινήσουμε, δεδομένης της αισθητής εξάρτησης της Γερμανίας από την αμερικανική πυρηνική προστασία, και σε συνδυασμό με τις γερμανικές αμφιβολίες για τις υπερβολικά φαντασιόπληκτες γαλλικές παγκόσμιες φιλοδοξίες, που επαναπροσδιορίστηκαν ως ευρωπαϊκές φιλοδοξίες για να χρηματοδοτηθούν από τη γερμανική οικονομική δύναμη. Και η Ρωσία μπορεί, έχοντας υπαρκτούς λόγους, να αμφισβήτησε εάν, υπό αυτές τις συνθήκες, η Γαλλία θα μπορούσε να απωθήσει τις ΗΠΑ από τη θέση του οδηγού της Ευρώπης.

Οπότε ο νικητής είναι …οι Ηνωμένες Πολιτείες; Όσο περισσότερο διαρκεί ο πόλεμος, λόγω της επιτυχούς αντίστασης των Ουκρανών και του στρατού τους, τόσο περισσότερο θα παρατηρούμε ότι ο ηγέτης της «Δύσης», που μιλούσε για «Ευρώπη» όσο ο πόλεμος ετοιμαζόταν, δεν θα επεμβαίνει στρατιωτικά για λογαριασμό της Ουκρανίας. Οι ΗΠΑ απουσιάζουν, δίνοντας στους εαυτούς τους ειδική άδεια, όπως ξεκαθάρισε από την αρχή ο Μπάιντεν. Κοιτάζοντας την ιστορία των ΗΠΑ, αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο: όταν η αποστολή τους γίνεται ανεξέλεγκτη, αποσύρονται στο μακρινό τους νησί. Ωστόσο, καθώς οι Γερμανοί θα αναρωτιούνται πού βρίσκονται οι ΗΠΑ, μπορεί να αρχίσουν να αισθάνονται κάποιες αμφιβολίες για την αμερικανική δέσμευση να προστρέξουν για την πυρηνική ομπρέλα προστασίας τους. Αυτή η δέσμευση, σε τελική ανάλυση, βασίζεται στη γερμανική ένταξη στο ΝΑΤΟ, τη γερμανική προσχώρηση στη συνθήκη μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων και την εγκατάσταση 30.000 περίπου αμερικανικών στρατευμάτων σε γερμανικό έδαφος.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ειδικός προϋπολογισμός των 100 δισ. ευρώ, που ανακοινώθηκε λίγες μέρες μετά τον πόλεμο από την κυβέρνηση Σολτς και αφιερώθηκε στο να εκπληρώσει την υπόσχεση, από το 2001, να ξοδεύεται το 2% του γερμανικού ΑΕΠ σε όπλα, μοιάζει με τελετουργική θυσία κατευνασμού ενός θυμωμένου Θεού, για τον οποίο φοβούνται ότι μπορεί να εγκαταλείψει όσους δεν πιστεύουν και πολύ σε αυτόν. Κανείς δεν σκέφτεται ότι αν η Γερμανία ανταποκρινόταν στην απαίτηση του 2% του ΝΑΤΟ, η Ρωσία θα είχε αποτραπεί από την εισβολή στην Ουκρανία ή ότι η Γερμανία θα μπορούσε και θα ήθελε να την βοηθήσει. Σε κάθε περίπτωση θα χρειαστούν χρόνια για να διατεθεί στα στρατεύματα το νέο υλικό, φυσικά το πιο πρόσφατο σε προσφορά. Θα είναι επίσης υλικό ακριβώς του ίδιου είδους, που έχουν ήδη σε αφθονία οι ΗΠΑ, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Επιπλέον, ολόκληρος ο γερμανικός στρατός βρίσκεται υπό τη διοίκηση του ΝΑΤΟ, δηλαδή του Πενταγώνου, επομένως τα νέα όπλα θα προστεθούν στη δύναμη πυρός του ΝΑΤΟ και όχι στη Γερμανία. Τεχνολογικά, θα σχεδιαστούν για ανάπτυξη σε όλο τον κόσμο, σε «αποστολές» όπως στο Αφγανιστάν – ή, πιθανότατα, στα περίχωρα της Κίνας, για να βοηθήσουν τις ΗΠΑ στην αναδυόμενη αντιπαράθεσή τους στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Δεν υπήρξε καθόλου συζήτηση στην Γερμανική Βουλή σχετικά με το ποιες ακριβώς νέες «ικανότητες» θα χρειαστούν ή για ποιο σκοπό θα χρησιμοποιηθούν. Όπως και στο παρελθόν, επί Μέρκελ, αυτό αφέθηκε στους «συμμάχους» να καθοριστεί. Ένα στοιχείο θα μπορούσε να είναι το Future Combat Air System (FCAS), αγαπημένο στους Γάλλους, το οποίο συνδυάζει μαχητικά βομβαρδιστικά, drones και δορυφόρους για επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο. Υπάρχει μια ελάχιστη ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα υπάρξει μια στρατηγική συζήτηση στη Γερμανία σχετικά με το τι σημαίνει να υπερασπίζεσαι το δικό σου έδαφος, αντί να επιτίθεσαι στο έδαφος άλλων. Μπορεί η ουκρανική εμπειρία να βοηθήσει στην έναρξη αυτής της συζήτησης; Απίθανο.

Μετάφραση: antapocrisis

Πηγή: New Left Review

Οι χρήσιμοι ‘παλιάτσοι’ της Γερμανίας

Πάνε πολλά χρόνια από τότε που σε μιαν άλλη εποχή, σε έναν ολότελα διαφορετικό κόσμο, ο φανατικός αντικομμουνιστής και επί χρόνια πρωθυπουργός της Βαυαρίας, Φραντς Γιόζεφ Στράους, δήλωνε στο ραδιόφωνο ότι “δεξιά της Χριστιανοδημοκρατίας δεν επιτρέπεται να υπάρχει άλλο δημοκρατικά νομιμοποιημένο κόμμα”. Ήταν καλοκαίρι του 1987 και τότε στη γερμανική πολιτική σκηνή προσπαθούσε να δημιουργήσει ερείσματα το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, συγκεντρώνοντας στις τάξεις των ψηφοφόρων του ακραία συντηρητικούς, ακροδεξιούς και νεοναζί.

Τη δεκαετία του 1980 στη Δυτική Γερμανία είχαν κάνει την εμφάνισή τους με ανησυχητικό τρόπο νεοναζί, με την χαρακτηριστική του εμφάνιση – ξυρισμένα κεφάλια, αρβύλες και στρατιωτικά αεροπορικά αμερικάνικα μπουφάν. Μάλιστα στις τοπικές εκλογές της Βαυαρίας εκείνης της χρονιάς οι Χριστιανοκοινωνιστές (CSU), η βαυαρική εκδοχή της Χριστιανοδημοκρατίας, είχαν χάσει την απόλυτη πλειοψηφία λόγω του διεμβολισμού τους  από τους  Ρεπουμπλικάνους και γινόταν έντονη συζήτηση για το αν πρέπει να υπάρξει μαζί τους κάποια συνεργασία ή αν αυτοί πρέπει να πολεμηθούν ανελέητα. Είναι στο συγκεκριμένο πλαίσιο, που ο Στράους διατύπωσε τη μνημειώδη εκείνη φράση, που αποτελεί κατά κάποιο τρόπο δόγμα για τον γερμανικό συντηρητικό χώρο.

Οι Ρεπουμπλικάνοι δεν τα κατάφεραν να  αναδειχθούν σε σημαντικό κόμμα: έφτασαν το ζενίθ της επιρροής τους στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και στη συνέχεια πήραν την κατιούσα. Το δόγμα του Στράους διατηρείται μέχρι σήμερα και η εφαρμογή του έγκειται στη διαρκή προσπάθεια να δίνεται πολιτικός χώρος για υπερσυντηρητικούς και ακροδεξιούς μέσα στην ίδια τη Χριστιανοδημοκρατία, με τον όρο να μην εκφράζονται με τρόπο που να είναι ανοιχτά ναζιστικός. “Δεν θέλουμε παλιάτσους στις τάξεις μας”, είχε πει ο Στράους, εννοώντας τους νεοναζί με τις στολές και τις εμφανίσεις τους αλλά και όσους δεν μπορούσαν να διατηρήσουν έστω κάποια προσχήματα δημοκρατικότητας.

Αν υπάρχει τουλάχιστον ένα (γιατί υπάρχουν και άλλα) βαθύ τραύμα στον γερμανικό επεκτατισμό  -και άρα στην ακροδεξιά- αυτό έχει την πηγή του στην Ανατολή, στη Μόσχα και ονομάζεται Ρωσία. Δυο φορές στην ιστορία προσπάθησε η Γερμανία να αποσπάσει από τη Ρωσία, έστω την Ουκρανία. Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και στον Δεύτερο. Στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στόχευση ήταν όχι απλά η απόσπαση της Ουκρανίας, αλλά η καθυπόταξη ολόκληρης της Σοβιετικής Ένωσης. Η ήττα των Γερμανών υπήρξε ολοκληρωτική, όπως ολοκληρωτικός ήταν ο πόλεμος που διεξήγαγαν.

Η Γερμανία είχε, έχει και θα έχει συμφέροντα στην Ανατολή.
Ο ζωτικός χώρος που περιέγραφε η στρατηγική του Βερολίνου είτε επί Κάιζερ είτε επί Βαϊμάρης και που ήρθε να κατακτήσει πρόσκαιρα ο Χίτλερ δεν αλλάζει ως προς το εύρος του.

Ήταν σαν σήμερα, 30 Απρίλη του 1945 που η κόκκινη σημαία της ΕΣΣΔ κυμάτισε στην καρδιά του Βερολίνου, στο καμένο από τους Ναζί κτίριο του Ράιχσταγκ, ενώ ο Χίτλερ την ίδια μέρα έδινε τέλος στη ζωή του με μια σφαίρα στο κεφάλι.

“Οι Χίτλερ έρχονται και παρέρχονται, το γερμανικό έθνος και κράτος παραμένουν” είχε διαμηνύσει ο Στάλιν στη διαταγή No. 55 τον Φλεβάρη του 1942. Άλλο το νόημα στη φράση του ηγέτη της ΕΣΣΔ, που κοίταζε το πώς θα διαμορφωνόταν η κατάσταση μετά την ήττα του ναζισμού. Σήμερα, με την ιστορική απόσταση, μπορούμε να του δώσουμε και μια ακόμα ερμηνεία: τα μακροπρόθεσμα στρατηγικά συμφέροντα των εθνικών κρατών έχουν συνέχεια. Η Γερμανία είχε, έχει και θα έχει συμφέροντα στην Ανατολή.

Ο ζωτικός χώρος που περιέγραφε η στρατηγική του Βερολίνου είτε επί Κάιζερ είτε επί Βαϊμάρης και που ήρθε να κατακτήσει πρόσκαιρα ο Χίτλερ δεν αλλάζει ως προς το εύρος του. Η λεκάνη του Δούναβη, τα Βαλκάνια, η Τσεχία, η Πολωνία, οι Βαλτικές χώρες και, τέλος, ο κάμπος της Ουκρανίας με τα σιτηρά, τις ποτάμιες οδούς, το ευρύ μέτωπο στη Μαύρη Θάλασσα και τη βιομηχανία της, είναι ο απαραίτητος χώρος για να είναι η Γερμανία παγκόσμια μεγάλη δύναμη.

Ακριβώς αυτή η γεωστρατηγική αναγκαιότητα περιγράφει το τι συνέβη οικονομικά και πολιτικά μετά την κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού. Μεγάλο τμήμα της τσεχοσλοβάκικης βιομηχανίας πέρασε σε γερμανικά και γαλλικά χέρια, έτσι, όπως παλιά. Οι Πολωνοί επιστρατεύθηκαν για να δουλέψουν στη Γερμανία ως φτηνό εργατικό δυναμικό και οι Ρουμάνοι επίσης. Η Γιουγκοσλαβία διαλύθηκε με πόλεμο και ενώ οι Κροάτες στη Γερμανία απολαμβάνουν μια κάποιας εκτίμησης, η λέξη ‘Σέρβος’ είναι για πολλούς συνώνυμο κατωτερότητας, πονηριάς, ατιμίας. Η λέξη ‘Γιουγκοσλάβος’ είναι επίσης απαξιωμένη: ‘Jugo-Betrugo’, λέγεται συχνά από ανθρώπους άνω των 50 και σημαίνει ‘Γιουγκοσλάβος-απατεώνας’.

Η Ελλάδα, χώρα που εντάχθηκε στον ζωτικό χώρο της Γερμανίας τον χειμώνα του 1940, υποτάχθηκε κι αυτή στα γερμανικά συμφέροντα μετά την κρίση του 2008-9. Απέμενε, όμως, η Ουκρανία, όπως παλιά…

Το φθινόπωρο του 2013 σήμανε η ώρα της. Με την ενορχηστρωμένη εξέγερση του Μαϊντάν η Ουκρανία, μια εξαιρετικά περίπλοκη χώρα σε όλα τα επίπεδα, έχασε το καθεστώς της ουδετερότητάς της, διασπάστηκε, έζησε και ζει ακόμα έναν πόλεμο, έχασε εδάφη και λειτουργεί σε ένα ιδιαίτερο καθεστώς ναζιστικού τρόμου μέτριας έντασης. Συνδικαλιστές και αντιναζιστές δολοφονήθηκαν είτε μαζικά στην Οδησσό στις 4 Μαΐου 2014 είτε και μεμονωμένα, φυλακίστηκαν, διώχθηκαν, βασανίστηκαν. Μειονότητες τρομοκρατούνται και η χώρα μοιάζει παραδομένη σε μια αναβίωση του ναζισμού με την κλασική του μορφή, που μπορεί να μην έχει την εξουσία αυτή καθ’ αυτή, έχει όμως ερείσματα στον κρατικό μηχανισμό και κυρίως στις δυνάμεις καταστολής. Ναζιστές αστυνομικοί λοιπόν που κυνηγούν Ρώσους, κομμουνιστές, Εβραίους, Ρομά, ομοφυλόφιλους. Όπως παλιά…

Στην Ουκρανία τελετές λαμβάνουν χώρα όπου τιμάται η μνήμη των Ες Ες. Το ίδιο και στις Βαλτικές χώρες. Οι Εβραίοι φοβούνται και πάλι.

Η Γερμανία πρωτοστάτησε στην ανατροπή του καθεστώτος ουδετερότητας που ίσχυε για την Ουκρανία και ενεργά συμμετείχε στην προσπάθεια να θέσει την απέραντη αυτή χώρα στην άμεση επιρροή της Ε.Ε. Οι ‘παλιάτσοι’ στους οποίους αναφέρονταν ο μακαρίτης Στράους είχαν κάνει την εμφάνισή τους με τις στολές τους, τα σύμβολά τους, το ναζιστικό χαιρετισμό, αλλά αυτή τη φορά επίσης με αυτόματα όπλα, με τανκς, με κανόνια να προσπαθούν να κάμψουν την αντίσταση μέσα στο χώρο που ελέγχονταν από την φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση του Κίεβου αλλά και στα ανατολικά της πολύπαθης χώρας. Στην Ανατολή εμφανίστηκαν οι αντίπαλοί τους, οι αυτοανακηρυγμένες Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονμπάς. Εκεί επιστρατεύτηκαν τα σύμβολα των αντιπάλων του ναζισμού, οι κόκκινες σημαίες, το σφυροδρέπανο και η σύγκρουση συνεχίζεται ακόμη με χαμηλή ένταση μεν αλλά με φόρο αίματος.

Η Γερμανία στην προσπάθειά της να ελέγξει την Ανατολή οφείλει να αντιμετωπίσει τη Ρωσία. Την προσπάθειά της αυτή τη συνδυάζει με τις ενέργειες που πηγάζουν από τη στρατηγική των ΗΠΑ για περικύκλωση της Ρωσίας και χρησιμοποιεί για τους σκοπούς της κάθε μέσο που ενισχύει το αντιρωσικό στρατόπεδο. Παλιοί γνώριμοι επιστρατεύονται για να βοηθήσουν στην προσπάθεια. Παλιοί γνώριμοι, όχι ως φυσικά πρόσωπα, αλλά ως μηχανισμοί, ως θεσμοί, ως πολιτικές παρατάξεις. Η Γερμανία και η Ρωσία αλληλεξαρτώνται. Η Ρωσία εφοδιάζει τη Γερμανία με ενέργεια και η Γερμανία εξάγει στη Ρωσία προϊόντα. Αυτό συνέβαινε πάντα και θα συμβαίνει. Άρα η προσπάθεια για μεταβολή των ισορροπιών είναι επίπονη και περίπλοκη.

Οι παλιοί γνώριμοι δεν είναι άλλοι από τους διαδόχους των παλιών Ναζί. Στην Ουκρανία τελετές λαμβάνουν χώρα όπου τιμάται η μνήμη των Ες Ες. Το ίδιο και στις Βαλτικές χώρες. Οι Εβραίοι φοβούνται και πάλι. Η διαμάχη όμως με τη Ρωσία απαιτεί φροντίδα αυτών που όπως στην Ουκρανία θα βρεθούν αν παραστεί ανάγκη στην πρώτη γραμμή της μάχης. Και αυτούς οφείλει η Γερμανία να τους φροντίζει.

Έτσι όταν το Νοέμβριο του 2017 η Ρωσία έφερε στον ΟΗΕ σχέδιο ψηφίσματος για την καταδίκη της εξύμνησης του ναζισμού έχοντας το βλέμμα στραμμένο σε αυτά που συμβαίνουν στις βαλτικές χώρες και στην Ουκρανία, το Κίεβο και η Ουάσιγκτον καταψήφισαν, ενώ οι χώρες της Ε.Ε. απείχαν από την ψηφοφορία. Άλλες 121 χώρες, μαζί και το Ισραήλ, υπερψήφισαν. Στο ψήφισμα καταδικάζεται η εξύμνηση του ναζισμού και καλούνται τα κράτη να λάβουν κατασταλτικά μέτρα ενάντια στη διατύπωση ναζιστικού λόγου, ενάντια σε τελετές που εξυμνούν ναζί και τους συνεργάτες τους κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ενάντια σε οργανώσεις που διαδίδουν αυτού του είδους τη μνήμη.

Οι χώρες που καταψήφισαν ή που απείχαν, δικαιολόγησαν τη στάση τους με το επιχείρημα ότι η Ρωσία προσπαθεί με αυτό το πρόσχημα να ασκήσει πίεση στις Βαλτικές χώρες και την Ουκρανία. Η άρνηση όμως ειδικά της Γερμανίας να καταδικάσει τις τελετές αυτού του είδους φέρνει στο νου ότι οι ‘παλιάτσοι’ έστω εκτός της χώρας είναι ακόμα χρήσιμοι στον αγώνα για να τεθεί η Ουκρανία προνομιακά μέσω της Ε.Ε. υπό γερμανικό – σε τελική ανάλυση –  έλεγχο.

Τα βασανιστήρια απέδωσαν, οι κρατούμενοι τα ξέρασαν όλα…

Με εργαλεία βασανισμού επέβαλαν οι ισχυροί της Ε.Ε. την περασμένη δεκαετία τις διάφορες τρόικες στις καθημαγμένες από την οικονομική κρίση οικονομίες και κοινωνίες των PIGS και τους όρους των εκάστοτε συμφωνιών για νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις και προγράμματα εξοντωτικής λιτότητας. Αυτήν την απροκάλυπτη παραδοχή έκανε ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, ο Σοσιαλδημοκράτης Χάικο Μάας, σε συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε την Παρασκευή στο γερμανικό περιοδικό Spiegel. Η έκπληξη δεν έγκειται στο χαρακτηρισμό αυτόν καθ’ αυτό.

Δεν προξενεί έκπληξη, γιατί από το 2010 μέχρι σήμερα δεν χρειάζεται να γνωρίζει κανείς οικονομία, κοινωνιολογία και πολιτική για να ξέρει τι σήμανε τρόικα και μνημόνιο – τα έχει βιώσει με σκληρό και ανυπόφορο τρόπο.

Έχουν γραφτεί άπειρα σχετικά με τη σκληρότητα των μέτρων, σχετικά με τις καταστροφικές συνέπειές τους για ευρύτατα τμήματα του πληθυσμού των χωρών που υποχρεώθηκαν να εφαρμόσουν μνημόνια. Ακόμα πιο πίσω, δεν ήταν έκπληξη το είδος των μέτρων και η κατεύθυνσή τους για όσους ήξεραν τι σημαίνει Μάαστριχτ, Λισαβώνα, τι σημαίνει ΟΝΕ. Ακόμα, πόσοι και πόσοι δεν ανατρίχιαζαν στο άκουσμα των αρχικών ΔΝΤ, αν είχαν μια μέτρια γνώση περί Λατινικής Αμερικής στις δεκαετίες του 1980 και 1990; Πόσοι δεν είχαν διαβάσει ή δεν είχαν ακούσει σχετικά με τη Ναόμι Κλάιν και το βιβλίο της ‘Δόγμα του Σοκ’; Τα μεταμοντέρνα νεοφιλελεύθερα βασανιστήρια, τους εικονικούς πνιγμούς τους έζησαν όλες οι κοινωνίες της Ανατολικής Ευρώπης μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού με την ανείπωτη φτώχεια, ανεργία, απώλεια αξιοπρέπειας. Με τη δραματική πτώση ακόμα και αυτού του προσδόκιμου ζωής. Η δε Γερμανία τα πρώτα τέτοιου είδους βασανιστήρια τα έκανε πάνω στον ίδιο της τον πληθυσμό που είχε την ατυχία να γεννηθεί στην πρώην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας.

Τι ξέρασαν όμως οι βασανισμένες χώρες και κοινωνίες του Νότου; Δεν ξέρασαν πληροφορίες αλλά γιατρούς και νοσηλευτές, φτηνούς εργάτες, λιμάνια, τρένα και αεροδρόμια.

Έκπληξη προκαλεί το θράσος που έχει ο Γερμανός αξιωματούχος. Θράσος που τον οδηγεί να παραδέχεται ότι η χώρα του, μαζί με άλλες εύρωστες οικονομικά χώρες του Βορρά, τότε, στα 2010 και 2012 και 2015, έκαναν βασανιστήρια στις χώρες του Νότου για να τις κάνουν να “ξεράσουν”. Δεν εφάρμοσαν “μέτρα σωφρονισμού”, ώστε να συνετιστεί ο “παραβατικός” και να πάρει τον σωστό δρόμο. Έκαναν βασανιστήρια.

Τα βασανιστήρια γίνονται για δυο λόγους και έναν τρίτο, πιο βαθύ. Γίνονται για να αποσπάσει ο βασανιστής πληροφορίες και υλικά μέσα, για να εκμηδενίσει την ηθική ή σωματική ισχύ του θύματος και πιο βαθιά για να ικανοποιήσει τα σαδιστικά του ένστικτα. Τι ξέρασαν όμως οι βασανισμένες χώρες και κοινωνίες του Νότου; Δεν ξέρασαν πληροφορίες αλλά γιατρούς και νοσηλευτές, φτηνούς εργάτες, λιμάνια, τρένα και αεροδρόμια, ξέρασαν τις βουνοκορφές τους για ανεμογεννήτριες και τις πρώτες ύλες τους. Ξέρασαν τις παραλίες τους για να πίνουν μοχίτο οι Βόρειοι τα καλοκαίρια. Δεν απέσπασαν, λοιπόν, πληροφορίες οι βασανιστές. Απέσπασαν ανθρώπινο δυναμικό και πλούτο. Έδρασαν ως λήσταρχοι που βασάνισαν τα θύματά τους για να τους δώσουν την περιουσία τους.

Φυσικά, δεν θα ήταν εύκολο να λυγίσει το θύμα αν δεν είχαν οι λήσταρχοι τη συνεργασία ντόπιων χωροφυλάκων, που και αυτοί περίμεναν να πάρουν λεία από την περιουσία του θύματος. Ήταν φθινόπωρο του 2013 όταν ο Άδωνις Γεωργιάδης καυχιόταν ότι αυτός και όχι η τρόικα απολύει γιατρούς και νοσηλευτές. Ένα χρόνο μετά, η γερμανική κρατική Deutsche Welle περιχαρής δημοσίευε άρθρο για τους Έλληνες γιατρούς που φτάνουν στη Γερμανία, η οποία τους περίμενε με ανοιχτές αγκάλες. Μετά τους Ρουμάνους, είναι οι Έλληνες η δεύτερη πολυπληθέστερη ομάδα στις τάξεις των ξένων γιατρών στη Γερμανία: 2059 Έλληνες και Ελληνίδες γιατροί δούλευαν την 31η Δεκεμβρίου 2018 στα γερμανικά νοσοκομεία, 3556 Ρουμάνοι. Επίσης, σχεδόν 1000 Ιταλοί και Ιταλίδες, 1334 Βούλγαροι και 1231 Ούγγροι. Άραγε να μην παίζουν αυτοί οι Έλληνες, και οι Ρουμάνοι, κι οι Ιταλοί το ρόλο τους σήμερα στο ότι η Γερμανία, με τόσα πολλά κρούσματα κορονοϊού, παρουσιάζει πολύ χαμηλό ποσοστό θνητότητας; Και μήπως έλειψαν αυτοί οι γιατροί από την Ιταλία, μήπως έλειψαν από την Καστοριά και τις Κυκλάδες;

Έκπληξη προκαλεί η πνευματική και πολιτική φτώχεια του Μάας. Ήθελε να δείξει πόσο καλοί είναι πλέον οι Βόρειοι; Ότι δεν θέτουν όρους για να δώσουν τα 500 δισ.; Δεν το έδειξε, παρά έκανε σαφές ότι δεν σκαμπάζει από διπλωματία. Είναι δυνατόν ο επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας να παραδέχεται ότι η κυβέρνησή του, μαζί με τους Ολλανδούς, τους Αυστριακούς και τους Φιλανδούς, υπέβαλαν σε βασανιστήρια τον ευρωπαϊκό Νότο; Ναι, είναι δυνατόν. Διαχειριστής είναι ο άνθρωπος. Τα ‘αστεία’ των διαδρόμων του υπουργείου του και των γραφείων των Βρυξελλών αναπαράγει. Του ξέφυγε; Όχι, γιατί το ανάρτησε και στο Twitter του. Βασανιστές εθνών, λοιπόν.

Δεν ζούμε ωστόσο σε εποχή που βγάζει μεγάλους πολιτικούς. Ούτε καν μέτριους. Ζούμε σε εποχή κυνικών διαχειριστών.

Είπε και άλλα ο Μάας. Η Γερμανία επί μέρες δέσμευε υλικά που είχαν προορισμό τις χώρες του Νότου, πολύτιμα υλικά για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Έπρεπε να νιώσουν την καυτή ανάσα των Κινέζων στα αεροδρόμια της Ευρώπης με στολές και μάσκες για μοίρασμα ή πώληση και τις αποστολές γιατρών του ρωσικού στρατού, την παρουσία στην Ιταλία των κομμουνιστών μαύρων γιατρών από την Κούβα, για να καταλάβουν ότι χάνουν οποιαδήποτε συνοχή στο θάλαμο των βασανιστηρίων τους. Και να αποδεσμεύσουν όσα υλικά δεν τους ήταν απαραίτητα. Τον ρώτησαν για αυτό και απάντησε πως ήταν όπως όταν το αεροπλάνο αποσυμπιέζεται: πρώτα φοράς τη δική σου μάσκα και μετά δίνεις βοήθεια στους άλλους. Μόνο που η Γερμανία δέσμευε τον Μάρτη τις μάσκες των άλλων, δεν τις έδινε. Και αυτοί πέθαιναν.

Είναι η ίδια ποιότητα Ευρωπαίων πολιτικών που ερμηνεύουν τη στάση του Ολλανδού υπουργού Οικονομικών Χέκστρα ως επίδειξη του τεντωμένου μεσαίου δάχτυλου της χώρας του στην Ιταλία, η οποία παλεύει με τον θάνατο και την οικονομική καταστροφή. Ο Χέκστρα είχε αρνηθεί στα τέλη του Μάρτη βοήθεια στην Ιταλία λέγοντας ότι η Ρώμη δεν έχει με δική της ευθύνη τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει οικονομικά στην πρωτοφανή κρίση. Ο υπουργός Οικονομικών του τέταρτου μεγαλύτερου φορολογικού παραδείσου της υφηλίου…

Ο Μάας δεν μίλησε ως υπουργός Εξωτερικών μεγάλης παγκόσμιας δύναμης, δεν μίλησε με τη διπλωματική γλώσσα που απαιτεί ο ρόλος του. Και αυτό εκπλήσσει. Δεν ζούμε ωστόσο σε εποχή που βγάζει μεγάλους πολιτικούς. Ούτε καν μέτριους. Ζούμε σε εποχή κυνικών διαχειριστών, στην εποχή του Τραμπ, του Μάας, του Χέκστρα, του Άδωνι Γεωργιάδη. Η δήλωσή του λοιπόν αρμόζει σε ένα διαχειριστή.

Παιδί διάβαζα τον ‘Μικρό Ήρωα’. Για βασανιστήρια διάβαζα, για πείσμα και σφιγμένα δόντια που κράταγαν τα στόματα κλειστά. Για εντυπωσιακές απελευθερώσεις αγωνιστών από τα μπουντρούμια της Γκεστάπο. Πού ξέρουμε; Μπορεί κάπου στη νέα γενιά να υπάρχουν μικροί ήρωες και πάλι, κάποιος Γιώργος Θαλάσσης, που να ξέρει τι να κάνει τους βασανιστές.

Το Eurogroup σπάει πλάκα

Το 2018, το ΑΕΠ της Ε.Ε. των 28 την καθιστούσε τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, με μέγεθος περίπου 18,768 τρις. δολάρια. Εξαιτίας του Brexit, υπολογίζεται ότι η Ε.Ε. έχασε περίπου το 12% του ΑΕΠ της. Ωστόσο παραμένει μια γιγαντιαία οικονομία και η δεύτερη παγκοσμίως.

Την ώρα λοιπόν που οι ΗΠΑ, με περίπου 19 τρις. δολάρια ΑΕΠ υιοθέτησαν ήδη ένα πακέτο 2,5 τρισ. δολαρίων για τη στήριξη της οικονομίας τους, με τη FED να ακολουθεί μόλις δέκα μέρες μετά με ένα δεύτερο (ύψους 2 τρισ., ίσως και ελαφρώς μεγαλύτερο), στην Ευρώπη οι υπουργοί Οικονομικών συνεχάρησαν αλλήλους γιατί θα εισηγηθούν ένα οικονομικό πρόγραμμα αξίας 540 δισ. ευρώ…

Από αυτό, μάλιστα, τα μισά περίπου (240 δισ.) θα κατευθυνθούν μόνο στα συστήματα υγείας και επομένως όχι άμεσα στη στήριξη των οικονομιών εν γένει, για τις οποίες μένουν 300 δισ., εκ των οποίων τα 100 θα εκταμιευθούν σε βάθος 7ετίας!

Από τα 240 δισ. μάλιστα, θα προκύψουν δεσμεύσεις για πολλές γενιές Ευρωπαίων πολιτών κατά την (κατά τα λοιπά ανύπαρκτη και σε αυτήν την κρίση) Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αλλά προς το παρόν αυτές οι δεσμεύσεις δε θα αποκληθούν μνημόνια από… τακτ. Τα υπόλοιπα θα συνοδεύονται από ‘κανονικές’ δεσμεύσεις προφανώς.

Για να γίνει το αστείο καλύτερο, συμφωνήθηκε ότι κάποιο ακόμα ταμείο αλληλεγγύης θα συζητηθεί, αλλά στο μέλλον, διότι προφανώς δεν υπάρχει κανένας λόγος βιασύνης.

Ειλικρινά αναρωτιέται κανείς τι να πρωτοσχολιάσει: την ανεπάρκεια των αποφάσεων που δεν αγγίζουν παρά στο ελάχιστο το ζήτημα της πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης έως κατάρρευσης;

Ότι για την επανεκκίνηση των οικονομιών και για την επιβίωσή τους εν μέσω πανδημίας δεν υπάρχει καμία ουσιαστική πρόβλεψη;

Ότι η όποια βοήθεια θα συνοδεύεται από μνημονικού τύπου όρους, ρητά ή υπόρρητα, ακόμα και για λόγους που αφορούν άμεσα την πανδημία;

Ότι η Λαγκάρντ ξέκοψε κάθε συζήτηση για διαγραφή χρεών, όταν η υπερχρέωση είναι προφανές ότι καλπάζει;

Ότι η αμοιβαιοποίηση των χρεών πήγε περίπατο και ότι οι ‘Εννέα’ εξευτελίστηκαν;

Ότι η Γαλλία για άλλη μια φορά τα τελευταία χρόνια αποδείχτηκε κομπάρσος του Βερολίνου;

Οποιοδήποτε από αυτά από μόνο του θα αρκούσε για να μιλούμε για βαθιά κρίση. Όλα μαζί θα έκαναν οποινδήποτε σώφρονα αστό πολιτικό να τραβάει τα μαλλιά του.

Ωστόσο δεν είναι η πρώτη φορά που βρισκόμαστε σε παρόμοια θέση.

Το ζήτημα με την Ε.Ε. και με την Ευρωζώνη εντοπίζεται σε μια θεμελιακή ‘παρεξήγηση’: ούτε η μία, ούτε η άλλη είναι ‘μία’. Τόσο η Ε.Ε., όσο και η Ευρωζώνη συνιστούν ένα, λιγότερο ή περισσότερο, ανταγωνιστικό άθροισμα οικονομιών και κρατών, με κάποιους κανόνες συνεννόησης και με ηγεμονική εδώ και περίπου δύο δεκαετίες θέση της Γερμανίας και μόνο.

Όσο λοιπόν η Ε.Ε. και η Ευρωζώνη παριστάνουν ότι είναι ‘μία’, δηλαδή ότι κατισχύει το ενοποιητικό στοιχείο στο εσωτερικό τους, ενώ αυτό δεν συμβαίνει, τα κράτη-μέλη διχάζονται σε κερδισμένους και χαμένους, οπότε αντικειμενικά οι φυγόκεντρες τάσεις εντείνονται και το άθροισμα συνολικά οδηγείται στην παρακμή.

Αποδεικνύεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πολύ μεγάλη για να την προστατεύσει η Γερμανία.

Εν προκειμένω, σε ό,τι αφορά και τη συγκεκριμένη απόφαση (και εντός του προαναφερθέντος πλαισίου) πρυτάνευσαν δύο βασικές αντιλήψεις: πρώτον, ότι και αυτή η κρίση θα έχει κερδισμένους και χαμένους εν γένει, αλλά και εντός της Ε.Ε. Η Γερμανία θέλει να ανήκει στους πρώτους και ο καλύτερος τρόπος για να το πετύχει είναι η παροχή βοήθειας με το σταγονόμετρο και με ανταλλάγματα που αποδυναμώνουν κάθε δυνάμει Ευρωπαίο ανταγωνιστή της, καθιστώντας τον εξαρτημένο από τους όρους που η ίδια υπαγορεύει.

Δεύτερον, η Ε.Ε. είναι πολύ μεγάλη για να την προστατεύσει η Γερμανία. Η αμοιβαιοποίηση του χρέους μπορεί να συντελεστεί είτε όταν έχουν “αμοιβαιοποιηθεί” και οι κρατικές οντότητες, δηλαδή όταν έχουν συνθέσει ένα ομόσπονδο κράτος, είτε όταν το ισχυρότερο μέρος αφενός διαβλέπει όφελος από την όποια ανάληψη υποχρεώσεων και αφετέρου μπορεί να σηκώσει το βάρος μιας πιθανής αδυναμίας πληρωμής από πλευράς των λιγότερο ισχυρών κρατών. Ο πλούσιος Βορράς και ειδικότερα η Γερμανία, όχι μόνο δεν βλέπει τα οφέλη της αμοιβαιοποίησης αλλά επιπλέον ούτε εμπιστεύεται την Ιταλία και την Ισπανία (πιθανώς και τη Γαλλία) ούτε μπορεί να αναλάβει το κόστος του ρίσκου που ίσως πραγματωθεί. Επιπλέον, η υιοθέτηση ενός συστήματος ενδο-ευρωπαϊκών μεταβιβαστικών πληρωμών, χωρίς μνημόνια, θα μπορούσε να υλοποιηθεί μόνο εάν κυριαρχούσε μια ομοσπονδιακή, ‘φεντεραλιστική’ προσέγγιση. Αυτή, και αν ποτέ συζητούνταν, δεν υπάρχει πλέον, ούτε πάνω, ούτε κάτω από το τραπέζι.

Επομένως, σε μια εσωτερικά ανταγωνιστική και άνιση Ε.Ε., η Γερμανία και οι άμεσοι δορυφόροι της διευρύνουν το δικό τους πλεονέκτημα έναντι των εταίρων και πιθανών ανταγωνιστών τους, διατηρούν ένα βολικό νόμισμα, συντηρούν τον κύκλο δανεισμού και μνημονίων προς όφελός τους και την ίδια στιγμή αποφεύγουν την ανάληψη ρίσκων, τα οποία δεν μπορούν να καλύψουν αν τυχόν προκύψουν.

Από το 2007-2008 η πορεία άρχισε να εκτροχιάζεται. Τον εκτροχιασμό τον πληρώσαμε οι Νότιοι, αλλά σταδιακώς τον πληρώνει και η Γερμανία.

Αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να συνεχίζεται επ’ άπειρον εάν δεν ήταν τόσο μοναδικά, ‘γερμανικά’, κοντόφθαλμη. Τα γερμανικά οφέλη από τη διατήρηση του ευρώ και από την ηγεμονία εντός Ε.Ε. απαιτούν ζωντανές και ικανές να καταναλώνουν οικονομίες, ακόμα και αν η ανταγωνιστική τους θέση έναντι της Γερμανίας και διεθνώς φθίνει. Προϋποθέτει ένα είδος ενδο-ευρωπαϊκού, διακρατικού, πιστωτικού κεϋνσιανισμού σε διαρκή κίνηση. Μια ισορροπία και αλληλοτροφοδότηση πλεονασμάτων και ελλειμμάτων.

Από το 2007-2008 αυτή η κυκλική πορεία άρχισε να εκτροχιάζεται. Τον εκτροχιασμό τον πληρώσαμε οι Νότιοι, και κυρίως οι Έλληνες, αλλά σταδιακώς τον πληρώνει και η Γερμανία. Πριν ακόμα από τον κορονοϊό, το γερμανικό ΑΕΠ βίωνε την εξασθένηση λόγω του υπέρ-εξαγωγικού προσανατολισμού εν μέσω εμπορικών ανταγωνισμών, εσωτερικών περιοριστικών πολιτικών και ελλιπούς ζήτησης από πλευράς ευρώ-περιφέρειας. Όλο το 2018, οι ρυθμοί μεγέθυνσης της Γερμανίας υποχωρούσαν, τείνοντας προς το μηδέν.

Το γερμανικό υπαρξιακό πρόβλημα εντός της Ε.Ε. είναι ότι η οικονομική της ευημερία προϋποθέτει περαιτέρω ευρωπαϊκή εμβάθυνση, την οποία όχι μόνο οι λαοί της Ε.Ε. αλλά ούτε και η γερμανική ελίτ θέλει. Η τελευταία επιδιώκει να είναι κυρίαρχη, χωρίς τις ευθύνες του ηγέτη.

Το υπαρξιακό πρόβλημα εν γένει της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης έγκειται στο ότι σταδιακά όλοι χάνουν το ενδιαφέρον του και την υπομονή τους. αλλά δεν τολμούν να κάνουν κάτι. Ο μεγάλος κίνδυνος της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης δεν είναι μια απότομη διάσπαση αλλά η μακρόχρονη και αργόσυρτη παρακμή που εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας.

Πηγή: Κοσμοδρόμιο

Στιγμές από μια βάρδια, στην οποία από τύχη δεν πέθανε κανείς

Τις τελευταίες μέρες κυκλοφορεί μια γενικότερη προπαγάνδα περί της αρτιότητας του Γερμανικού συστήματος υγείας, με τις 28.000 κλίνες ΜΕΘ και τα δεκάδες χιλιάδες μηχανήματα. Η πραγματική εικόνα είναι όμως λιγάκι διαφορετική: υποστελεχωμένα νοσοκομεία, εξαντλημένο προσωπικό, βάρδιες που δεν βγαίνουν, φοιτητές και συνταξιούχοι γιατροί που ρίχνονται στη μάχη ενάντια στον κορονοϊό.
Το ιατρικό θαύμα της Γερμανίας είναι απλώς μια τεράστια φούσκα. Το 2003 επιβλήθηκε στη χώρα το
DRG (Diagnosis Related Group), μια νομοθεσία που προβλέπει τον υπολογισμό του κόστους της κάθε θεραπείας με βάση την αρχική διάγνωση και καλύπτει κάθε ασθενή με ένα σταθερό ποσό για τη θεραπεία του, ανεξάρτητα από το πόσο αυτή στην πραγματικότητα κοστίζει.
Ο νόμος αυτός είχε δύο βασικές επιπτώσεις. Η πρώτη, ήταν η βαθιά υποχρηματοδότηση της υγείας. Τα νοσοκομεία, πάντα χαμένα ουσιαστικά, προσπαθούν να ρίξουν το πραγματικό κόστος της κάθε θεραπείας με τον περιορισμό και την εκμετάλλευση του ιατρικού, παραϊατρικού και βοηθητικού προσωπικού. Όπως και όλος ο δημόσιος τομέας στην πραγματικότητα, λειτουργούν εδώ και περίπου 20 χρόνια στη λογική της παρατεταμένης λιτότητας και του λιγότερου δυνατού προσωπικού.
Το 2018 με ειδική νομοθεσία, θεωρητικά για την προστασία των εργαζομένων στην υγεία, ορίστηκε ένα κατώτατο προσωπικό που επιτρέπεται να έχει η κάθε κλινική. Το παράδοξο: η νομοθεσία δεν αφορά το σύνολο του τομέα της υγείας. Η δεύτερη επίπτωση ήταν η “υπερθεραπεία” –  ασθενείς να υποβάλλονται σε άχρηστες, υπερβολικές θεραπείες, κοστοβόρες εγχειρήσεις και άκοπες, πανάκριβες εξετάσεις – αλλά και η “υποθεραπεία” – ασθενείς που στέλνονται σπίτι νωρίτερα από το προβλεπόμενο για να μειωθεί το κόστος νοσηλείας ή ελαφριές περιπτώσεις που δεν αναλαμβάνονται επειδή δεν αποδίδουν κέρδος.
Στην εικόνα της κατάστασης του γερμανικού συστήματος υγείας πρέπει να προστεθεί και η μαζική ιδιωτικοποίηση της δημόσια υγείας, το κλείσιμο νοσοκομείων και εισαγωγή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων. Αυτό ήταν λοιπόν το αποτέλεσμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στην υγεία πανευρωπαϊκά, η μετατροπή του νοσοκομείου σε εταιρεία με σκοπό το κέρδος.
Και αυτός είναι και ο λόγος που στην πραγματικότητα το σύστημα υγείας της Γερμανίας μπορεί σε τελική ανάλυση να μην βγει αλώβητο από αυτήν την κρίση: καλά τα μηχανήματα και τα κρεβάτια, χρειάζονται όμως και χέρια, κυρίως χέρια, χέρια εργαζομένων, γιατρών, νοσοκόμων, βοηθών, τραπεζοκόμων. Και αυτά δεν υπάρχουν…

Τα επείγοντα ενός νοσοκομείου είναι ένα μέρος για ειδικά περιστατικά, για επείγοντα όπως δηλώνει και το όνομα. Γενικά στο μέρος αυτό δεν βαριόμαστε ούτως ή άλλως, όλα βρίσκονται συνεχώς σε κίνηση. Και αν και είμαι συνηθισμένη πλέον, υπάρχουν πάντα εκείνες οι βάρδιες που με αφήνουν πραγματικά άφωνη. Γιατί επέλεξα λοιπόν να γράψω για μια τέτοια μέρα; Γιατί ήθελα να δείξω ότι σε τέτοιες βάρδιες, οι ελλείψεις ενός κατεστραμμένου από τη λιτότητα συστήματος υγείας είναι πιο ορατές από ποτέ. Και αφορούν τόσο το προσωπικό όσο και τους ασθενείς.

Ακολουθεί το χρονικό μιας βάρδιας, η οποία κατά της άποψή μου δεν είναι φυσιολογική, αλλά το τελευταίο διάστημα συμβαίνει όλο και συχνότερα.

Επείγοντα περιστατικά: Ιατρική κάλυψη με βάση τις ανάγκες;

Πριν αρχίσω να διηγούμαι την ιστορία μιας εφιαλτικής βάρδιας, να διευκρινίσω: Στην Μονάδα Σωτηρίας (όπως ονομάζονται τα επείγοντα περιστατικά στην ανατολικογερμανική διάλεκτο), στη οποία εργάζομαι, έχουμε να κάνουμε καθημερινά με ασθενείς όλων των ειδικοτήτων που μπορεί να προσφέρει ένα νοσοκομείο. Εργαζόμαστε έξι άτομα ανά βάρδια: τέσσερις γιατροί τοποθετημένοι ανάλογα με τις ειδικότητές τους συν η υποδοχή και η διαλογή ασθενών, μια νοσοκόμα για το καθένα. Φαινομενικά δεν είμαστε και τόσο λίγοι, είναι όμως το ελάχιστο δυνατό. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει νομοθεσία που να καθορίζει τον ελάχιστο αριθμό προσωπικού στα επείγοντα. Στις καλές μέρες οι βάρδιες καλύπτονται με οχτώ ακόμα νοσοκόμες. Αλλά τέτοιες καλές μέρες δεν υπάρχουν πλέον εδώ και καιρό.

Μέχρι 10 ώρες αναμονή θεωρείται φυσιολογική

Η ιατρική κάλυψη δεν αλλάζει ασχέτως του αριθμού των ασθενών, ασχέτως αν τα επείγοντα έχουν δεχθεί στη διάρκεια της μέρας 100 ή 200 ασθενείς – αυτό μας κάνει χοντρικά 40 με 50 ασθενείς ανά βάρδια. Συνήθως έχουμε περισσότερους από 200 ασθενείς, ο οποίοι, αφού τους κατατάξει μια ειδικευμένη νοσοκόμα σε ειδικότητες και βαθμό επικινδυνότητας, εξετάζονται, θεραπεύονται και είτε, στην καλύτερη γι’ αυτούς περίπτωση, στέλνονται στο σπίτι τους είτε, στην καλύτερη για τη διοίκηση της κλινικής περίπτωση, εισάγονται για περαιτέρω θεραπεία. Η όλη διαδικασία μπορεί να διαρκέσει έως και 10 ώρες. Άτομα με λιγότερο επείγουσες ασθένειες μπορεί να περιμένουν ακόμα περισσότερο – και φυσικά δεν τους αρέσει. Στο μεσοδιάστημα τόσο οι γιατροί όσο και οι ασθενείς έχουν απαιτήσεις: παράπονα, συζητήσεις, τηλέφωνα, πάρα πολλές καταγραφές, συνεννοήσεις, αυτοσχεδιασμοί. Οπίσθια που καθαρίζονται, χέρια που κρατιούνται, καθετήρες που τοποθετούνται σε όλες τις πιθανές διόδους, νέες δίοδοι που ανοίγονται, όλα αυτά είναι για μας φυσιολογικά.

Η έναρξη της βάρδιας: νηνεμία πριν την καταιγίδα

2 μ.μ.: Έναρξη της βάρδιας. Είμαι υπεύθυνη για τη διαλογή και χαίρομαι ιδιαίτερα. Την μέρα αυτή πρόκειται να δουλέψουμε με το κατώτατο δυνατό προσωπικό, αλλά η κατάσταση δείχνει ήρεμη, ενώ αναλαμβάνω από τη συνάδελφο της προηγούμενης βάρδιας μόνο έναν ασθενή. “Θεέ μου, ευτυχώς που δεν είναι Δευτέρα”, σκέφτομαι. Οι Δευτέρες είναι συχνά γεμάτες. Είναι οι μέρες που οι ιδιώτες παθολόγοι και γενικοί γιατροί στέλνουν τα περιστατικά τους στο νοσοκομείο.

2:30 μ.μ.: Σχεδόν από το πουθενά εμφανίζονται τέσσερα ασθενοφόρα γεμάτα ασθενείς μπροστά μου. Από που έσκασαν όλοι αυτοί; Και όλοι ταυτόχρονα; Οι συνάδελφοι τραυματιοφορείς θέλουν να τους παραλάβουμε όλους ταυτόχρονα. Φωνές σε πολυφωνικό κανόνα. Πρέπει να καταλάβω τι μου λένε – ακόμα και οι πιο ικανοί εγκέφαλοι καίγονται σε τέτοιες κακοφωνίες. Ακόμα όμως είμαι σχετικά φιλική.

Οι τεράστιες ώρες αναμονής

3:00 μ.μ.: Αρχίζει να γίνεται ανυπόφορο. Για κάθε ασθενοφόρο που φεύγει έρχονται δύο καινούργια. Ουρές στην υποδοχή. Φυσιολογικά θα έπρεπε το διάστημα μεταξύ παράδοσης της κάρτας ασφάλισης και πρώτης διαλογής να μην διαρκεί περισσότερο από 15 λεπτά. Σε τέτοιες μέρες μπορεί να περιμένουν οι ασθενείς και δύο ώρες. Αν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι ο κάθε ασθενής είναι δυνητικά σε πραγματικά επείγουσα κατάσταση, η αναμονή αυτή μπορεί να είναι επικίνδυνη.

Μια γρήγορη ματιά στους νέους ασθενείς. Εάν κάποιος δείχνει πολύ χλωμός θα πάρει προτεραιότητα (κατά κάποιο τρόπο, μια πρώτη διάγνωση πριν την διάγνωση). Όλοι οι υπόλοιποι χάνουν την υπομονή τους περιμένοντας: “Αυτός ήρθε μετά από μένα, γιατί τον παίρνετε πρώτο;” Πρώτος άσχημος καβγάς, οι υπόλοιποι ασθενείς πίσω από το προστατευτικό γυαλί του χώρου αναμονής δεν καταλαβαίνουν τίποτα.

Να κάνεις καλά τη δουλειά σου; Αδύνατο!

3:10 μ.μ.: Τρέχω. Χτυπάει για πρώτη φορά το κόκκινο τηλέφωνο. Μας ανακοινώνουν έναν βαριά άρρωστο με ασθένεια υψηλής μεταδοτικότητας. Πρέπει να φροντίσω να προετοιμαστεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα ο θάλαμος απομόνωσης. Η αλυσίδα των “φυσιολογικών” αφίξεων δεν σταματά. “Να τα καταγράψεις όλα και πρόσεχε να μην ξεχάσεις τίποτα”, λέω στον εαυτό μου ενώ παλεύω σε διαφορετικά μέτωπα. Με την πίεση του χρόνου έρχεται και η προσωπική πίεση. Ξαφνικά είναι πολλά για ένα μόνο άτομο, ακόμα και αν αυτό θέλει να κάνει σωστά και σύμφωνα με τα πρωτόκολλα τη δουλειά του.

Ο θάλαμος απομόνωσης ετοιμάζεται στην ώρα του, ο ασθενής μπορεί να μπει για θεραπεία. Όλα καλά. Κανένα λεπτό για διάλειμμα: ακόμα δέκα περίπου περιμένουν να τους πάρουμε…

Δουλεύοντας στα όρια το κινδύνου…

5:30 μ.μ.: Ξανά το κόκκινο τηλέφωνο. Ανάνηψη. Παραλαμβάνουμε ασθενής που πρόσφατα επέστρεψε στη ζωή. Προετοιμάζουμε τα πάντα, σταματάει πάλι η ροή των ασθενών, πάλι όλα πρέπει να οργανωθούν απ’ την αρχή, όλα να μετακινηθούν προς τα πίσω. Πάντα σε κίνηση. Και πάλι οι ασθενείς στην αναμονή δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Μερικοί διαμαρτύρονται στην υποδοχή για την μακρά αναμονή. Λίγα μέτρα πιο μακριά παλεύουν οι συνάδελφοι πίσω από κλειστές πόρτες να σώσουν μια ζωή. Αρχίζει να μου πονάει το κεφάλι. Πολλά που πρέπει να γίνουν, πολλές μπάλες που πρέπει να κρατηθούν ταυτόχρονα στον αέρα.

6:00 μ.μ.: Τα επείγοντα είναι γεμάτα κόσμο. Ακόμα και η ανάνηψη είναι γεμάτη με τρεις ασθενείς που χρειάζονται την πλήρη προσοχή και βοήθεια των γιατρών. Βαριά άρρωστοι και ασθενείς που χρίζουν άμεσης παρακολούθησης κείτονται στους δύο χώρους, όπου βρίσκεται μόνο μια νοσοκόμα που πρέπει να φροντίσει 20 ασθενείς ταυτόχρονα. Η κατάσταση όλων μπορεί να επιδεινωθεί άμεσα, οι περισσότεροι μέχρι στιγμής το πολύ εξετάζονται. Η σοβαρή φροντίδα του ασθενούς είναι υπό αυτές τις συνθήκες αδύνατη. Υπό αυτές τις συνθήκες χάνεται κάθε ιδεαλισμός. Τέτοιες συνθήκες κάνουν το επάγγελμά μας ελάχιστα ελκυστικό…

Εξάντληση στα επείγοντα: πέρα από το Καλό και το Κακό

7:00 μ.μ.: Κάποια στιγμή την ώρα που μας πέρασε γέμισε και το τελευταίο φορείο. Όποιος μπορεί, πρέπει να καθίσει. Οι τραυματιοφορείς του ΕΚΑΒ πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλο. Στα όρια της αμφιβολίας προσπαθώ να δώσω σε έναν ασθενή μια πρώτη διάγνωση. Δεν επιτρέπεται να παραβλέψω τίποτα. Το κεφάλι μου βρίσκεται σε χίλια σημεία, ταυτόχρονα μιλάω σχεδόν αυτόματα στο τηλέφωνο με συναδέλφους και ποιος ξέρει με ποιον άλλο. Το κόκκινο τηλέφωνο χτυπά χωρίς σταματημό: έρχονται άμεσα τέσσερις βαριά ασθενείς (τελικά ήρθαν πέντε), κανένας να μην λείπει από τη θέση του!

Η διάθεση καταρρέει, ο τόνος ανεβαίνει, ένα χάος. Οι γιατροί προσπαθούν να μοιράσουν τους ασθενείς ώστε να εξυπηρετηθούν όλοι.

Νόμιμα διαλείμματα στα επείγοντα; Ναι καλά!

8:00 μ.μ.: Πεινάω αλλά διάλειμμα για φαγητό ούτε για αστείο, ξεχνάω ακόμα και να πιω κάτι μέσα σε όλον το χαμό. Οι τραυματιοφορείς κάνουν ουρά μέχρι έξω, μιας και δεν υπάρχουν ακόμα ελεύθερα φορεία. Χάνω τη συγκέντρωσή μου, νιώθω σαν ζωγραφιά σε πίνακα του Νταλί – όλα γύρω μου λιώνουν και πέφτουν στο πάτωμα. Εικόνες, ήχοι, όλα ένα.

9:00 μ.μ.: Η κατάσταση μόνο προς εκτόνωση δε βαίνει. 56 άνθρωποι βρίσκονται ακόμα στα επείγοντα, περιμένουν ακόμα διάγνωση. Το 56 μπορεί να μην ακούγεται πολύ αλλά να σας θυμίσω ότι οι περισσότεροι από αυτούς μοιράζονται σε δύο χώρους με μια νοσοκόμα στον κάθε χώρο και τρεις γιατρούς. Σκέφτομαι τη βραδινή βάρδια που θα αναλάβει αυτό το χάος και αισθάνομαι ενοχές. Τα νεύρα μου είναι τεντωμένα, τα νιώθω σαν μακαρόνια.

Το προσωπικό του νοσοκομείου σε φθορά

9:20 μ.μ.: Τι τύχη! Η αλλαγή βάρδιας έρχεται νωρίτερα! Είμαι ευγνώμων δια βίου! Καταλαβαίνω πως κατεβάζω μια ταχύτητα. Ένα βάρος έφυγε από πάνω μου, δεν είμαι πλέον μόνη σ’ αυτήν την τρέλα, μπορώ να μοιραστώ την ευθύνη. Στέλνω τους τελευταίους ασθενείς στις αντίστοιχες ειδικότητες αλλά δεν αντέχω άλλο, κάθε σκέψη μου είναι δύσκολη.

10:00 μ.μ.: Τέλος. Πείνα. Δίψα. Κούραση. Σπίτι και ύπνο, ύπνο, ύπνο.

Θαύμα, δεν πέθανε κανείς ! Συγχαρητήρια στο προσωπικό!

Κάπως έτσι είναι όλο και συχνότερα η καθημερινότητά μου το τελευταίο διάστημα ως νοσοκόμα. Στο τέλος της βάρδιας έχουμε όλοι ένα συναίσθημα κούρασης, ανακούφισης, έκπληξης και θυμού. Σαν να τρέξαμε μόλις μαραθώνιο, χωρίς όμως το αίσθημα της νίκης. Κούραση για προφανείς λόγους, ανακούφιση που τα καταφέραμε ξανά, μαζί αλλά και ο καθένας για τον εαυτό του, που όλοι οι ασθενείς θα βγάλουν την βάρδια ζωντανοί. Έκπληξη που κάτω από αυτές τις συνθήκες συνεχίζουμε να πηγαίνουμε κάθε μέρα στη δουλειά μας, γιατί την αγαπάμε τη δουλειά μας. Και θυμό, γιατί γνωρίζοντας τους υπεύθυνους και στις πλάτες των ασθενών, το ιατρικό προσωπικό καίγεται.

Ο τόνος μεταξύ μας τη μέρα αυτή θύμιζε κουζίνα εστιατορίου, έβγαλε χαρακτηριστικά στην επιφάνεια που δεν θέλαμε να δείξουμε. Αλλά ακόμα και έτσι είμαι χαρούμενη που δουλεύω με μία ομάδα που ξέρει καλά από τέτοιες δυσκολίες.

Είναι το σύστημα υγείας που δημιουργεί αυτές τις συνθήκες!

Αυτό που μένει είναι μια πικρή γεύση. Πρέπει να είναι κάποιος περήφανος που καταφέρνει να ξεπερνά τέτοιες συνθήκες χωρίς μεγάλες απώλειες; Σίγουρα, όσο τέτοιες μέρες παραμένουν εξαιρέσεις. Όλο και περισσότερο όμως γίνονται βάρδιες σαν και αυτήν ο κανόνας. Με κάθε μας υπερωρία, με κάθε διάλειμμα που δεν κάναμε, με κάθε έκτακτη βάρδια μας, στηρίζουμε ένα σύστημα στα όρια της αποτυχίας. Με κάθε βάρδια χωρίς σοβαρές απώλειες δείχνουμε ότι “πάει ακόμα” ως έχει. Μέχρι κάποιος να πεθάνει.


Το όνομα του συγγραφέα είναι γνωστό στους εκδότες.

Πηγή: wir-sind-verdi.de

Μετάφραση: antapocrisis.gr