Εστιασμένη προστασία, ανοσία της αγέλης και άλλες θανατηφόρες αυταπάτες

Πολλοί αναγνώστες του The Nation είναι επίσης συνδρομητές στο Jacobin, όπως άλλωστε κι εγώ. Χαίρομαι που εμφανίζονται δύο προοδευτικά έντυπα στο γραμματοκιβώτιό μου τακτικά, η μία αγαπημένη συνήθεια εδώ και πολλά χρόνια, και η άλλη πιο πρόσφατη ευχαρίστηση. Πριν από λίγες εβδομάδες, καθώς διάβαζα στο διαδίκτυο το Jacobin, βρήκα μια συνέντευξη, με τίτλο «Χρειαζόμαστε μια ριζικά διαφορετική προσέγγιση ενιαία για την πανδημία και την οικονομία», με τους καθηγητές του Χάρβαρντ Κάθριν Γι και Μάρτιν Κάλντορφ. Ενθουσιάστηκα με τον τίτλο. Η συνάδελφός μου στο Γέιλ, Έιμι Καπζίνσκι κι εγώ, έχουμε γράψει για το πώς πρέπει να ξανασκεφτούμε την προσέγγισή μας για τον Covid-19 σε μια σειρά άρθρων για ένα άλλο εξαιρετικό περιοδικό, το Boston Review, όπου έχουμε ζητήσει μια νέα πολιτική υγείας και πρόνοιας για την αντιμετώπιση του νεοφιλελευθερισμού και της λευκής υπεροχής, στηριγμένη στην υγειονομική περίθαλψη και το σύστημα δημόσιας υγείας στην Αμερική. Ήλπιζα να δω μια παρόμοια τοποθέτηση να εμφανίζεται στις σελίδες του Jacobin στο διαδίκτυο.

Ωστόσο, μετά από κάποια αναγνώριση των αρνητικών επιπτώσεων που είχε η πανδημία στους φτωχούς και ευάλωτους στις Ηνωμένες Πολιτείες, το άρθρο κάνει μια ολοκληρωτική στροφή υπερασπίζοντας την ασυλία της αγέλης, την ίδια στρατηγική που υποστηρίζεται από τον Σκοτ Άτλας, τον αγαπημένο σύμβουλο του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ αυτή τη στιγμή – και επικρίθηκε σθεναρά από ειδικούς σε όλη τη χώρα, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 100 συναδέλφων του Άτλας στο Στάνφορντ. Αυτή την εβδομάδα, ένας από τους εν λόγω καθηγητές του Χάρβαρντ και συγγραφέας του άρθρου στο Jacobin, ο Μάρτιν Κάλντορφ, μαζί με τον Δρ Τζέι Μπατατσάρια από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ και τη Σουνέτρα Γκάπτα από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ήταν σε συνάντηση στην Ουάσινγκτον με τον Σκοτ Άτλας και τον Υπουργό Υγείας Άλεξ Έιζαρ για να προωθήσει τη νέα στρατηγική της «εστιασμένης προστασίας» στην οποία «σχολεία και πανεπιστήμια θα πρέπει να είναι ανοιχτά για ζωντανή διδασκαλία. Οι εξωσχολικές δραστηριότητες, όπως τα αθλήματα, πρέπει να συνεχιστούν. Οι νεαροί ενήλικες χαμηλού κινδύνου πρέπει να εργάζονται κανονικά και όχι από το σπίτι. Τα εστιατόρια και άλλες επιχειρήσεις πρέπει να ανοίξουν. Τέχνες, μουσική, αθλητισμός και άλλες πολιτιστικές δραστηριότητες θα πρέπει να ξαναρχίσουν». Με τα λόγια του Ντόναλντ Τραμπ, «η Αμερική θα είναι ξανά και σύντομα ανοιχτή για μπίζνες», αν ακολουθήσουμε τη συμβουλή αυτών των καθηγητών.

Αυτό που έχει σοκάρει και απογοητεύσει τη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που εργάζονται στη δημόσια υγεία και την κλινική ιατρική σχετικά με αυτήν τη στρατηγική είναι ότι δίνει πολύ βάρος στο άνοιγμα ή αλλιώς στην «απελευθέρωση» πολιτειών, περιοχών και πόλεων και ελάχιστο ή καθόλου βάρος στην πλευρά της «εστιασμένης προστασίας». Οι Κάλντορφ, Μπαταρτσάρια και Γκάπτα είναι πεπεισμένοι ότι μπορούμε να απομονώσουμε και να προστατεύσουμε τους ηλικιωμένους και τους ευάλωτους από τον ιό, ενώ οι νέοι και υγιείς θα κάνουν ως συνήθως τις δουλειές τους και η τυχόν μόλυνσή τους θα θεωρείται ως η συμβολή τους στην οικοδόμηση της ασυλίας της αγέλης, εμφανίζοντας μικρό κίνδυνο για τους ίδιους.

Ας δούμε όμως τι συμβαίνει στην πραγματικότητα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μόνο ένα μικρό ποσοστό των ηλικιωμένων Αμερικανών ζει σε γηροκομεία ή στα κέντρα φροντίδας, εκεί όπου έχουμε δείξει ούτως ή άλλως πολύ μικρή ικανότητα να κρατήσουμε τους ηλικιωμένους μας ασφαλείς κατά τους τελευταίους οκτώ μήνες. Το μεγαλύτερο μέρος των ηλικιωμένων Αμερικανών εντάσσεται στις κοινότητές μας, ζώντας μόνοι στα σπίτια τους, ή με τους/τις συζύγους τους ή και τις οικογένειές τους. Ακόμα κι αν μπορούσαμε να κάνουμε τα γηροκομεία φρούρια αδιαπέραστα από την είσοδο του ιού, δεν είναι καθόλου σαφές πώς θα κρατούσαμε τα εκατομμύρια των ηλικιωμένων «ασφαλή» καθώς ζουν γύρω μας, ανάμεσά μας, μαζί μας. Στην πραγματικότητα, τα δεδομένα από το CDC υποδηλώνουν ότι δεν έχουμε κάνει καθόλου καλή δουλειά σε αυτόν τον τομέα και όταν τα κρούσματα του ιού αυξάνονται στους νέους, οι ηλικιωμένοι θα είναι αυτοί στους οποίους ο ιός θα μεταδοθεί.

Μια άλλη ομάδα ανθρώπων στους οποίους αυτοί οι τρεις σεβαστοί ακαδημαϊκοί δίνουν μια πρόχειρη άφεση αμαρτιών είναι οι χρόνιοι άρρωστοι στην Αμερική. Το CDC εκτιμά ότι σχεδόν οι μισοί από τους Αμερικανούς (47,5%) έχουν υποκείμενες συνθήκες που τους προδιαθέτουν σε σοβαρές επιπλοκές από τον Covid-19. Εάν είναι μια σημαντική πρόκληση να σκεφτούμε να απομονώσουμε τους ηλικιωμένους για να τους προστατεύσουμε, τι μπορούμε στα αλήθεια να κάνουμε με σχεδόν τους μισούς συμπολίτες μας Αμερικανούς που διατρέχουν παρόμοιο αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών ίσως και θανάτου από τον κορωνοϊό; Και έπειτα υπάρχουν και οι νέοι. Οι Κάλντορφ, Μπατατσάρια και Γκάπτα θα σας κάνουν να πιστέψετε ότι οι νέοι δεν έχουν να φοβηθούν πολύ από τον κορωνοϊό, προτρέποντάς τους να ξαναρχίσουν την κανονική τους ζωή. Ωστόσο, αν κοιτάξετε τα στατιστικά νοσηλείας για νεαρούς ενήλικες με Covid-19 σε μια εθνική μελέτη, το 21% απαιτούσε εντατική φροντίδα, το 10% απαιτούσε μηχανική υποστήριξη αναπνοής και το 2,7% πέθανε. Πολλοί από αυτούς τους νέους είχαν χρόνιες παθήσεις, οι οποίες αύξησαν τον κίνδυνο – και περισσότεροι από τους μισούς νέους που νοσηλεύτηκαν σε αυτήν την ομάδα ήταν Μαύροι ή Λατίνοι.

Η στρατηγική της ασυλίας της αγέλης, όπως κι αν αυτή την ονομάσετε, είτε «εστιασμένη προστασία» είτε άνοιγμα της οικονομίας με «στόχευση στην ηλικία», έχει ήδη δοκιμαστεί χωρίς επιτυχία, ιδίως στη χώρα του Κάλντορφ, στη Σουηδία, η οποία με λιγότερο αυστηρά μέτρα – ιδιαίτερα μεταξύ των νέων – κατέληξε με περισσότερους θανάτους από τους γείτονές της, ενώ δεν απέφυγε ούτε την οικονομική καταστροφή της πανδημίας. Επιπλέον, το άλλοτε ισχυρό κράτος πρόνοιας της Σουηδίας και το εθνικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης πιθανότατα απέτρεψαν ακόμη σοβαρότερες απώλειες από την συγκεκριμένη προσέγγιση. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, με το δίχτυ ασφαλείας μας να είναι τρύπιο και χωρίς προστασία κοινωνικής πρόνοιας, η επιδίωξη μιας προσέγγισης ασυλίας της αγέλης θα μπορούσε να προκαλέσει καταστροφή.

Υπάρχουν και άλλες διαφορές που θα έκαναν το σουηδικό πείραμα μια άσκηση τρέλας στην Αμερική: οι Σουηδοί έχουν μεγάλη πίστη στην κυβέρνησή τους και ήταν πρόθυμοι να συμμορφωθούν με τους περιορισμούς που προτάθηκαν σε εθελοντική βάση. Λόγω του εθνικού τους συστήματος υγείας, δεν θα χάσουν τα σπίτια τους ή τα μέσα διαβίωσής τους εάν αρρωστήσουν. Πολλοί Σουηδοί ζουν μόνοι τους (όχι σε πολυμελή νοικοκυριά όπως είναι σύνηθες εδώ). Οι Σουηδοί έχουν επίσης χαμηλότερα ποσοστά συννοσηρότητας που περιέγραψα παραπάνω, τα οποία στη χώρα μας βάζουν εκατομμύρια και εκατομμύρια Αμερικανούς σε υψηλό κίνδυνο για επιπλοκές του Covid-19.

Και αυτή η αναθεματισμένη ασυλίας της αγέλης; Ακόμη και στη Σουηδία, το ποσοστό του πληθυσμού που εκτέθηκε στον ιό ήταν σχετικά χαμηλό. Ο Ελβετός επιδημιολόγος Κρίστιαν Άλτχαους το έθεσε με χαρακτηριστικό τρόπο σε μια συνέντευξή του τον περασμένο μήνα: «Η ιδέα ότι η Σουηδία θα επιτύχει την ασυλία της αγέλης ήταν πάντα γελοία. Αυτή η ιδέα ότι, βασικά, το 50 τοις εκατό, το 60 τοις εκατό, το 70 τοις εκατό των ανθρώπων θα μολυνθούν και στη συνέχεια το πρόβλημα θα λυθεί, δεν βασίστηκε ποτέ σε επιστημονικά θεμέλια… Είναι πολύ απίθανο κάτι τέτοιο να επιτευχθεί, και ακόμη κι αν μπορούσε να επιτευχθεί, θα επέφερε – τουλάχιστον σε χώρες με δημογραφία πληθυσμού όπως οι ευρωπαϊκές χώρες ή οι ΗΠΑ – ένα τεράστιο κόστος».

Η επιδημία έχει πλήξει όλους μας, με τις χειρότερες επιπτώσεις του κορωνοϊού να αφορούν τους φτωχούς και ευάλωτους, όπως υποστηρίζουν οι Γι και Κάλντορφ. Αλλά η απάντηση δεν είναι να υποστηρίξουμε ευσεβείς πόθους, άθλια παρεξηγημένες έννοιες για την ασυλία της αγέλης, προτάσεις που δεν βασίζονται στην πραγματικότητα του ποιοι είμαστε, πού και πώς ζούμε σήμερα. Πραγματικά, μπορούμε να κάνουμε κάτι πολύ καλύτερο από αυτό.

Χρειαζόμαστε πιο εξειδικευμένες, στοχευμένες προσεγγίσεις χρησιμοποιώντας δεδομένα για τις επιδημίες σε τοπικό επίπεδο (που όμως θα απαιτούν, εν μέρει, τεράστιες επενδύσεις σε μαζικά τεστ), υιοθετώντας παρεμβάσεις και πολιτικές για να αντιμετωπίσουμε αυτό που συμβαίνει στις κοινότητές μας, αξιολογώντας τες παράλληλα για τις επιδημιολογικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις τους , προσαρμόζοντας και αλλάζοντάς τες, καθώς τα στοιχεία αλλάζουν επίσης. Αν και επιβραδύναμε την πανδημία αυτή την άνοιξη, οι τυχάρπαστες στρατηγικές υιοθετήθηκαν από την Ουάσινγκτον χωρίς καμία πραγματική υποστήριξη για τους απλούς Αμερικανούς, αφήνοντας τους περισσότερους από εμάς μόνους μας απέναντι στον ιό.

Αλλά το σχέδιο των Κάλντορφ, Μπατατσάρια και Γκάπτα, που κατοχυρώθηκε ως η Διακήρυξη του Great Barrington που παρουσιάστηκε στο Αμερικανικό Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας αυτήν την εβδομάδα, δεν είναι ο δρόμος που πρέπει να πάρουμε. Εάν πρόκειται να προχωρήσουμε προς μια νέα πολιτική πρόνοιας, αυτή θα βασίζεται στις προοδευτικές αρχές της δικαιοσύνης και της ισότητας – όχι σε οποιαδήποτε ιδέα για την επιβίωση των νεότερων και των υγιέστερων. Ούτε να δείχνουμε τάχα σεβασμό και φροντίδα  σε εκατοντάδες εκατομμύρια ηλικιωμένους και χρονίως πάσχοντες σε αυτήν τη χώρα, ενώ δεν έχουμε κανένα σχέδιο να τους υποστηρίξουμε. Και σίγουρα δεν θα φτάσουμε εκεί δίνοντας κάλυψη στον Λευκό Οίκο και σε κυβερνήτες σαν τον Ρον Ντε Σάντις – κάτι που έχουν κάνει οι Κάλντορφ και Μπατατσάρια ρητά σε συναντήσεις μαζί τους τις τελευταίες εβδομάδες – για να κάνουν business as usual. Οι μπίζνες ως συνήθως για αυτούς τους τύπους μας έχει οδηγήσει σε αυτό τον γκρεμό.

Στα αλήθεια θα τους ακολουθήσουμε;

Πηγή: The Nation

Μετάφραση: antapocrisis

2 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *