Γιατί φωνάζουμε για τα Καλλιτεχνικά στο σχολείο;

Η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας να καταργήσει τα μαθήματα σχετικά με την Τέχνη στα Λύκεια έχει δημιουργήσει πλήθος αντιδράσεων.

Οι υπερασπιστές αυτής της ‘ιδέας’ έχουν ως βασικό επιχείρημα ότι δήθεν τα μαθήματα των Καλλιτεχνικών είναι «απλά διάλειμμα», είναι «η ώρα της κοπάνας», το «εύκολο 20» και αφού οι μαθητές δε μαθαίνουν και τίποτα χρήσιμο (sic) δεν είναι απαραίτητο να διδάσκεται. Ειδικά στο Λύκειο που αποτελεί όχι κομμάτι της εκπαιδευτικής βαθμίδας, αλλά μια τριετή προετοιμασία για τις εξετάσεις πρόσβασης στην τριτοβάθμια. Αυτό δε το λένε δυνατά στο Υπουργείο, αλλά το δείχνουν.

Έτσι λοιπόν, στον κόσμο των «αρίστων» τα μαθήματα που επιλέγονται για διδασκαλία κρίνονται όχι βάσει παιδαγωγικών κριτηρίων, αλλά βάσει της χρησιμότητάς τους με όρους της αγοράς εργασίας. Πόσο προσφέρουν δεξιότητες. Α, και κατά πόσο σε κάνουν «σωστό Έλληνα, χριστιανό και πατριώτη» κατά πώς φαίνεται και από προηγούμενες επιλογές της Υπουργού.

Ο ρόλος της Τέχνης στη ζωή μας

Η σχέση του ανθρώπου με την τέχνη συνίσταται σε δύο πράγματα: στο να τη δημιουργεί και στο να την απολαμβάνει. Στην ιστορία του ανθρώπινου γένους, οι άνθρωποι άρχισαν από πολύ νωρίς να πειραματίζονται με τη δημιουργία αισθητικών αντικειμένων. Η ίδια η διαδικασία όσο και το αποτέλεσμα τους προσέφεραν ικανοποίηση αλλά και ένα  τρόπο επικοινωνίας με τους άλλους. Αποτελεί δηλαδή μια μέθοδο κοινωνικοποίησης, αφού μέσα από το αντικείμενο της τέχνης μοιράζεσαι μια σκέψη, μια ιδέα, μια συναισθηματική κατάσταση, όχι μόνο με τον άμεσο περίγυρό σου, αλλά με όλους όσους θα έρθουν ποτέ σε επαφή με την καλλιτεχνική δημιουργία. Εκτός βέβαια από τη σύνδεση του δημιουργού και του θεατή ή του ακροατή, φέρνει κοντά το ακροατήριο μεταξύ του. Εδώ και αιώνες οι άνθρωποι συναντιόμαστε για να απολαύσουμε παρέα μια καλλιτεχνική δημιουργία: στο θέατρο, σε μια συναυλία, σε ένα κινηματογράφο, σε ένα μουσείο, πάντα βρισκόμαστε μαζί με άλλους. Ακόμα κι όταν έχουμε βρεθεί με δικούς μας ανθρώπους για κάποιο άλλο λόγο, συνηθίζουμε να ντύνουμε την εμπειρία μας με τέχνη, βάζοντας π.χ. λίγη μουσική σε ένα οικογενειακό τραπέζι. Πρόκειται λοιπόν για αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης εμπειρίας.

Ακόμα, η ενασχόληση με την τέχνη προάγει την ψυχική υγεία των ανθρώπων. Νοηματοδοτεί τη ζωή μας, μας φέρνει σε επαφή με το μέσα μας, με ένα πιο ώριμο τρόπο διαχείρισης των συναισθημάτων μας. Μας προσγειώνει στο παρόν μας σε ένα κόσμο που συνεχώς τρέχει προς τα μπρος. Μας εκπαιδεύει στη χαρά του να προσπαθούμε, και όχι μόνο στην ικανοποίηση της επιτυχίας, γιατί στην τέχνη δεν υπάρχει τελειότητα, υπάρχει πάντα χώρος για βελτίωση.

Έχει αποδειχθεί φυσικά ότι η σχέση μας με την τέχνη, παρότι με ένα τρόπο προκύπτει έμφυτα μέσα από την περιέργεια και τον πειραματισμό του ανθρώπου με το περιβάλλον του, έχει σε μεγάλο βαθμό να κάνει με τα ερεθίσματα που θα λάβει στα πρώτα χρόνια της ζωής του. Τα παιδιά που έχουν βιβλιοθήκη στο σπίτι τους είναι πιθανότερο να διαβάσουν λογοτεχνία. Τα παιδιά που στο σπίτι τους ακούνε μουσική ή έχουν μουσικό στην οικογένεια, είναι πιθανότερο να την αγαπήσουν. Η αγάπη για την τέχνη δηλαδή είναι κάτι που μαθαίνεται, τόσο στο να τη δημιουργείς όσο και στο να την απολαμβάνεις. Επειδή όμως γνωρίζουμε ότι δεν έχουν όλα τα παιδιά ίσες ευκαιρίες στο οικογενειακό περιβάλλον να έρθουν σε επαφή με την τέχνη, το σχολείο οφείλει να καλύψει αυτό το παιδαγωγικό κενό.

Ακόμα, η τέχνη είναι ένας τρόπος έκφρασης της προσωπικότητάς μας. Όταν απολαμβάνουμε τέχνη, ταυτιζόμαστε με το δημιουργό και ανακαλύπτουμε κομμάτια για τον εαυτό μας, νιώθουμε. Όταν φτιάχνουμε τέχνη αποτυπώνουμε έστω και φευγαλέα μια σκέψη ή ένα συναίσθημά μας. Πολλές φορές υιοθετούμε ένα δικό μας στυλ σε αυτό που φτιάχνουμε στην προσπάθειά μας να ξεχωρίσουμε, να πούμε «να, αυτό είμαι εγώ». Στην εφηβεία, το να βρω την ταυτότητά μου, να οικοδομήσω το ποιος ή ποια είμαι, να ανακαλύψω τις αξίες, τα ενδιαφέροντα, τις προτιμήσεις μου, είναι η βασική πρόκληση. Η τέχνη είναι αρωγός σε αυτό.

Σήμερα ζούμε σε ένα κόσμο με συνεχώς λιγότερη τέχνη αλλά με συνεχώς περισσότερο θέαμα. Αυτά τα δύο έχουν διαφορά και αυτή τη διαφορά τη βιώνουν και τα νέα παιδιά. Το ταξίδι προς την αυτοανακάλυψη πλέον περνάει μέσα από τη σύγκριση με τους άλλους στα social media με όρους ποσοτικούς – μετράω τα likes και τα follow. Μέσα από το να επαναλάβω την ίδια σκηνή, το ίδιο τραγούδι, την ίδια χορογραφία με χιλιάδες άλλους, αντί να δημιουργήσω κάτι δικό μου. Πρόκειται και αυτό για μια έκκληση για σύνδεση με τους άλλους, αλλά με έναν τρόπο εντελώς νέο, διαδικτυακό, ξένο για τους μεγαλύτερους, με αποτέλεσμα να το κατακρίνουμε. Όχι μόνο οι boomers, αλλά ακόμα και οι millennials έχουμε υιοθετήσει το κραχτήρι για τη ‘φθηνή’ διασκέδαση των νέων. Προσωπικά, πιστεύω ότι μια τέτοια οπτική χάνει το δάσος, καθώς ελάχιστοι φαίνεται να αναγνωρίζουν την ανάγκη που εκφράζεται με αυτούς τους τρόπους από τη νέα γενιά, και ακόμα λιγότεροι ενεργούν για να την καλύψουν.

Αν το σχολείο δε προσφέρει ευκαιρίες στα παιδιά να γνωρίσουν τον εαυτό τους και τους άλλους μέσα από την τέχνη, ποιος θα το κάνει; Αν το σχολείο σαν θεσμός δεν προσπαθήσει να καλύψει αυτές τις ψυχικές και κοινωνικές ανάγκες των παιδιών, θα το κάνει το tiktok με άλλο τρόπο.

Η τέχνη φυσικά προσφέρει και χαλάρωση. Μεγαλώνουμε παιδιά που από πολύ μικρή ηλικία τα φορτώνουμε με πρόγραμμα δραστηριοτήτων. Ο ελεύθερος χρόνος είναι περιορισμένος και όσο προχωράνε στη δευτεροβάθμια, οι δραστηριότητες γίνονται φροντιστήρια και μαθήματα. Τα παιδιά μεγαλώνουν με το ρολόι στο χέρι, με το άγχος να προλάβουν, και με το φόβητρο ότι αν δεν προλάβουν, θα αποτύχουν. Αν έχουν 45 λεπτά μέσα στην εβδομάδα, να κάθονται στην τάξη και να μιλάνε, να γελάνε και να μουτζουρώνουν ή να τραγουδάνε, για μένα ακούγεται υγιές και χρήσιμο. Παράλογο και επικίνδυνο μου φαίνεται να προσδοκούμε από τους εφήβους μας να φέρονται σαν ρομποτάκια επίλυσης ασκήσεων για 30+ ώρες την εβδομάδα στο σχολείο, και άλλες τόσες στο σπίτι και το φροντιστήριο.

Τέχνη στην Εκπαίδευση και Εκπαίδευση στην τέχνη;

Όπως προαναφέρθηκε, η κατεύθυνση που εφαρμόζει το Υπουργείο, με την τωρινή αλλά και με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, αφορά τη ανασύνταξη του σχολείου προς την εκμάθηση δεξιοτήτων (skill-based approach), ενάντια την εκπαίδευση προς τη γνώση (knowledge-based approach). Η συγκεκριμένη πολιτική προκύπτει από επίσημη οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία. Φυσικά, οι δεξιότητες οι οποίες προωθούνται είναι οι απορροφήσιμες σε τομείς που θεωρούνται επικερδείς. Οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές σπουδές δεν παράγουν εμπορεύσιμη αξία, άρα υποβαθμίζονται.

Επειδή θα μας κατηγορήσουν ότι δεν είμαστε ρεαλιστές, ας πούμε ότι αποδεχόμαστε το ρόλο της δευτεροβάθμιας και ειδικά του Λυκείου ως ένα πλαίσιο που σε προετοιμάζει για την επαγγελματική σου καριέρα. Και σε αυτήν την περίπτωση, η εξαφάνιση των καλλιτεχνικών μαθημάτων από το ωρολόγιο πρόγραμμα, αφήνει στο κενό τα παιδιά που θα ασχοληθούν επαγγελματικά με την τέχνη και τα σχετικά με την τέχνη επαγγέλματα. Βέβαια, γνωρίζουμε ότι εδώ και δεκαετίες σύνδεση με σπουδές καλών τεχνών, θεάτρου ή μουσικής υπάρχει ελάχιστη ως μηδενική με την εκπαίδευση που προσφέρει η δευτεροβάθμια, και οι αντίστοιχες σχολές έχουν συνήθως δικό τους τρόπο εξέτασης και εισαγωγής. Τώρα, καταργούνται και τα λίγα μαθήματα που βοηθούν στην προετοιμασία προς τέτοιες επιλογές και οι υποψήφιοι θα προετοιμάζονται εξ ολοκλήρου εκτός του δημόσιου σχολείου. Εδώ να υπογραμμίσουμε και κάτι ακόμα: ποιο κίνητρο θα έχουν τα παιδιά να παρακολουθήσουν το λύκειο αν δεν βρίσκουν ούτε ένα μάθημα που λίγο να τους συγκινεί, αφού και όλα τα υπόλοιπα μαθήματα δεν έχουν φύση γενικής παιδείας, αλλά προετοιμασίας εξετάσεων που δεν τους αφορούν;

Αλλά ακόμα και για παιδιά που σκοπεύουν να ακολουθήσουν μη καλλιτεχνικά επαγγέλματα, μια έστω και επιφανειακή σχέση με την τέχνη και την αισθητική είναι απαραίτητη. Είτε γίνεις γραφίστας, ή αρχιτέκτονας, ή φτιάχνεις site ως web designer ή χτίζεις ρομποτάκια, καλό είναι να σκαμπάζεις λίγο από αισθητική.

Η απόσυρση της τέχνης από το σχολείο διαφαίνεται και από δευτερεύοντα πράγματα. Από το πώς για παράδειγμα παλιότερα τα σχολικά βιβλία είχαν πλούσιες αυθεντικές εικονογραφήσεις. Αυτά όλο και μειώνονται στα νέα σχολικά εγχειρίδια.

Επιπτώσεις στον εκπαιδευτικό κλάδο

Σε κάθε αλλαγή που γίνεται στο ωρολόγιο σχολικό πρόγραμμα, πάντα κάποιες ειδικότητες βγαίνουν χαμένες. Αυτό υφίσταται γιατί γενικά η λογική με την οποία αλλάζουν τα μαθήματα έχει ως βασικό κριτήριο την εξοικονόμηση πόρων. Δηλαδή πώς θα βγει το πρόγραμμα με όλο και λιγότερο προσωπικό.

Στην περίπτωση όμως που ουσιαστικά καταργείται ένας ολόκληρος κλάδος, η ανεργία που χτυπήσει τις σχετικές ειδικότητες θα είναι άνευ προηγουμένου. Ενώ όσοι απομείνουν για το μάθημα της Α’ γυμνασίου θα τρέχουν σε ακόμα περισσότερες σχολικές μονάδες για να καλύψουν ώρες.

Οι δάσκαλοι μουσικής, καλλιτεχνικών και θεάτρου θα πρέπει να συνεχίζουν να πασχίζουν να βγάλουν ώρες σε καμιά σχολή, με μαύρα, με επισφάλεια, με πολλά καθημερινά χιλιόμετρα. Θυμάμαι χρόνια πριν, γύρω στο 2005-6 είχαμε ένα δάσκαλο μουσικής στο ωδείο που κάθε μέρα της εβδομάδας ήταν σε άλλη πόλη. Κοζάνη, Πτολεμαΐδα, Θεσσαλονίκη, Βέροια, Καστοριά. Αλλιώς δε βγαίνει.

Τα ηνία για την καλλιτεχνική εκπαίδευση θα πάρει εξ’ ολοκλήρου ο ιδιωτικός τομέας. Τα παιδιά από οικογένειες που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα για τέτοιες εξωσχολικές σπουδές μένουν εκτός ή πρέπει να μάθουν μόνα τους. Πολλές οικογένειες που βλέπουν κάποιο ταλέντο στα παιδιά τους, θα στερηθούν ακόμη παραπάνω από το εισόδημά τους για να τα στείλουν σε ένα ωδείο ή σε ένα καλλιτεχνικό εργαστήρι, προσθέτοντας επιπλέον βάρος στα έξοδα για τα φροντιστήρια, καθώς πρέπει «να περάσουμε και σε μια σχολή, να πάρουμε ένα πτυχίο, για να βρουν μια πραγματική δουλειά». Γιατί η τέχνη δεν είναι δουλειά, είναι χόμπι. Από την τέχνη δε ζεις. Οι καλλιτέχνες είναι τεμπέληδες, το χαβαλέ τους κάνουν, δουλεύουν μερικούς μήνες το χρόνο. Το ακούσαμε το τροπάριο τον προηγούμενο μήνα, όταν η κυβέρνηση επέλεξε να αφήσει ξεκρέμαστους όλους τους εργαζόμενους του κλάδου εν μέσω πανδημίας.

Για την τέχνη του αύριο

Εν τέλει τι κόσμος δημιουργείται γύρω μας; Σε μια κοινωνία που η τέχνη θεωρείται περιττή, που ο ζωγράφος, ο μουσικός, ο ηθοποιός δεν είναι εργαζόμενος, η δημιουργικότητα και η φαντασία έχει αντικατασταθεί από την αποτελεσματικότητα και τη δεξιότητα, σβήνονται τα κίνητρα των νέων ανθρώπων να ασχοληθούν ερασιτεχνικά ή επαγγελματικά με την τέχνη, να βιώσουν την ομορφιά της. Τι τέχνη θα παραχθεί λοιπόν αύριο;

Οι δηλώσεις Μητσοτάκη για την Ελλάδα ως λίκνο του πολιτισμού και της τέχνης ηχούν ωραίες στα αυτιά μας, αλλά μένουν κενές. Αποτελούν προσπάθειες να κεφαλαιοποιήσουν από τα δημιουργήματα του ιστορικού παρελθόντος προσελκύοντας τουρίστες εν μέσω covid-19. Αλλά τη σημερινή Ελλάδα δε τη θέλουν δημιουργική ή παραγωγική. Χρειάζεται μόνο να παράγει καλούς σερβιτόρους για να εξυπηρετούν τους θαυμαστές του τόπου μας.

2 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *