Άρθρα

Ο ιταλικός Σύνδεσμος Βιομηχάνων αδιαφορεί για τον κορωνοϊό και μοιράζει εντολές για το «μετά»

Στις 27/3 η Ιταλία έσπασε κάθε τραγικό ρεκόρ απωλειών από τον ιό Covid-19 με 919 νεκρούς σε ένα 24ωρο. Το antapocrisis αναδημοσιεύει από την εφημερίδα Contropiano, εφημερίδα που εκδίδεται από το Δίκτυο Κομμουνιστών, σχετικό άρθρο για τη στάση των Ιταλών βιομηχάνων που πλέον κατηγορούνται ευθέως ότι κρατώντας ανοικτά τα εργοστάσια του βιομηχανικού βορρά συνέβαλαν στην διάδοση της νόσου.

Οι «πένητες» του Confindustria[i] «προσεβλήθησαν» από το γεγονός ότι οι εργάτες, πρώτοι από όλους, άρχισαν μία αρκετά μαζική απεργία για να διαδηλώσουν ενάντια στην συνέχιση των παγαγωγικών δραστηριοτήτων σε ένα τρομακτικά υψηλό αριθμό επιχειρήσεων, πολλές εκ των οποίων είναι «μη αναγκαίες». (Αναφέρουμε, χαρακτηριστικά, τον τομέα της αεροδιαστημικής ή της «εξόρυξης πετρελαίου», σε μια χώρα όπως η Ιταλία, στην οποία οι ποσότητες του πετρελαίου που εξορύγνυται μπορούν να μετρηθούν σε σταγόνες αντί για βαρέλια).

Η σκέψη που βρίσκεται στο μυαλό των εργατών είναι ότι οι Ιταλοί βιομήχανοι είναι δολοφόνοι, με δεδομένο ότι κατάφεραν να πιέσουν την κυβέρνηση -από ότι φαίνεται χωρίς να χρειαστεί μάλιστα να καταβάλλουν ιδιαίτερες προσπάθειες- , καθώς η λίστα των «επιτρεπόμενων» παραγωγικών δραστηριοτήτων ήταν τόσο αόριστα διατυπωμένη, ώστε μπορούσε να συμπελάβει εν δυνάμει τα πάντα.

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 του τελευταίου διατάγματος ορίζει ότι: «Επιτρέπονται σε κάθε περίπτωση οι δραστηριότητες που είναι απαραίτητες προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχεια των αλυσίδων ανεφοδιασμού των επιχειρηματικών κλάδων που αναφέρονται στο Παράρτημα 1 (…), μετά από ενημέρωση του Νομάρχη». Και προφανώς σε ένα διασυνδεδεμένο βιομηχανικό σύστημα τα πάντα βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση με τα πάντα. Και πράγματι, μόνο στη Brescia, η οποία έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο νοσοκομείο, ο Νομάρχης έλαβε 600 αιτήματα για συνέχιση της δραστηριότητας για την εξαίρεση επιχειρήσεων από την απαγόρευση από βιομήχανους που θέλουν να συνεχίσουν να λειτουργούν παρά την όλη κατάσταση.

Ας δούμε απλά τα επίσημα στοιχεία: επιτρέπουν σε «πάνω από 800.000 εταιρίες, δηλαδή στο 39,9% των επιχειρήσεων της χώρας που παρακολουθούνται σε εθνικό επίπεδο» να συνεχίσουν την παραγωγική τους δραστηριότητα. Αν αυτό το μεταφράσουμε στον αριθμό των ανθρώπων -των εργατών δηλαδή- που θα πρέπει να μετακινούνται καθημερινά στις δουλειές τους, τότε καταλαβαίνουμε ότι περίπου 12 εκατομμύρια εργαζόμενοι θα πρέπει να μετακινούνται, είτε με τα μέσα μαζικής μεταφοράς είτε με μέσα ιδιωτικής χρήσης, και έπειτα να συνωστίζονται σε χώρους με εργασίας που μόνο οι ίδιοι οι επιχειρηματίες θεωρούν ασφαλείς σύμφωνα με τα πρωτόκολλα που έχουν εισαχθεί από την Πολιτική Προστασία και το Υπουργείο Υγείας.

Ακόμη και ένας μηχανικός, που αναγκάστηκε να διατηρήσει την ανωνυμία του, περιγράφει τις συνθήκες εργασίας στην Brescia (που αποτελεί το επίκεντρο της επιδημίας και στην οποία το 35% των επιχειρήσεων παραμένουν ανοιχτές) και λέει ότι «το να πηγαίνει στην δουλειά έχει μετατραπεί σε απειλή». Και οι μηχανικοί, όπως θα παραδεχόταν ακόμη και οι ίδιοι οι βιομήχανοι, δουλεύουν κατά κανόνα σε κάπως καλύτερες συνθήκες από τους εργάτες που δουλεύουν στην γραμμή παραγωγής.

Θα μπορούσε κανείς να ρωτήσει τον Silvio Brusaferro και τον Angelo Borelli (που έχουν επιφορτιστεί με το καθήκον της καθημερινής καταμέτρησης των νεκρών και των κρουσμάτων), αλλά πρώτα και κύρια την Κυβέρνηση και την Confindustria, με ποιο τρόπο σκοπεύουν να εφαρμόσουν μία «δραστική» στρατηγική κοινωνικής απομόνωσης με 12 εκατομμύρια εργάτες σε διαρκή κίνηση, εκτός από τις μερικές εκατοντάδες των αστυνομικών, καραμπινιέρων, δημοτικών αστυνομικών και στρατιωτών.

Κι όλα αυτά παρά την απαγόρευση κυκλοφορίας και το όργιο των περιορισμών που έχει επιβληθεί στον υπόλοιπο πληθυσμό…

Επιπλέον, η συνέντευξη της Repubblica με τον πρόεδρο της Assolombarda (της περιφερειακής ομοσπονδίας των βιομηχάνων, η οποία έχει μείνει περισσότερο στην ιστορία ως «πιο δεξιά κι από τον Γκέρινγκ»), καθιστά σαφή πέρα από κάθε αμφιβολία την απόλυτη αδιαφορία και την κερδοσκοπική κουλτούρα αυτών των ανθρώπων.

Σας την παρουσιάζουμε ολόκληρη παρακάτω, για να μπορέσετε όλοι να «εκτιμήσετε» αυτό το μνημείο επιχειρηματικής λεξιπλασίας, στο οποίο ολόκληρος ο κόσμος παρουσιάζεται ως ένα πράγμα άνευ σημασίας υποκείμενο στις επιχειρηματικές διαθέσεις.

Εμείς θα περιοριστούμε στην κατάδειξη ορισμένων μόνο αποσπασμάτων από τη συνέντευξη που είναι πραγματικά «ενδεικτικά», καθώς άλλωστε ο Carlo Bonomi, πρόεδρος των βιομηχάνων στη Λομβαρδία, είναι πρακτικά ο επόμενος πρόεδρος της Confindustria (καθώς είναι ο μοναδικός υποψήφιος). Με λίγα λόγια, θα είναι σίγουρα πρωταγωνιστής στην πολιτική και κοινωνική σύγκρουση που θα έρθει «μετά», της οποίας όμως οι προϋποθέσεις τίθενται σήμερα.

Παρά το γεγονός ότι η Reppublica δεν είναι σε καμία περίπτωση ένα «εχθρικό προς την επιχειρηματικότητα» μέσο -ο όμιλος Gedi[ii] αγοράστηκε από την οικογένεια Agnelli[iii], και στο παρελθόν ανήκε στον Debenetti[iv]-, ο Roberto Mania αναγκάζεται να ρωτήσει την εξής ερώτηση για τα μάτια του κόσμου: «Το μεγαλύτερο μέρων των κρουσμάτων είναι συγκεντρωμένο στις βιομηχανικές περιοχές. Πιστεύετε ότι υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στη λειτουργία των εργοστασίων και τον αριθμό των κρουσμάτων;».

Η ειλικρίνεια του προέδρου φαίνεται ολοκάθαρα από την απάντηση: «Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στα δύο, δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν μία τέτοια υπόθεση. Είναι μάλλον περισσότερο ξεκάθαρο ότι προωθείται η ιδέα ότι για την διασπορά του ιού φταίνε οι βιομηχανίες. Πρόκειται για καθαρό παράδειγμα του αντι-βιομηχανικού αισθήματος που υπάρχει στη χώρα μας». Δεν υπάρχουν στοιχεία; Υπάρχουν τόνοι στοιχείων! Αλλά μάλλον ακόμη και αν τον υπέβαλλαν σε βασανιστήρια, ο πρόεδρος δεν θα παραδεχόταν ούτε την παραμικρή ευθύνη.

Παραδόξως όμως είναι πιο αξιοπερίεργη η τεχνική του ανικανότητα στα οικονομικά ζητήματα. Αφενός, ο Bonomi προβλέπει -δεν είναι δα και δύσκολο, όλοι το προβλέπουν- ότι «θα βγούμε με πολύ μεγάλη δυσκολία από αυτήν την κρίση. Η οικονομία θα επηρεαστεί σοβαρότητα […]. Δεν θα έχουμε μία στάσιμη οικονομία, αλλά μία οικονομία εμπόλεμης κατάστασης. Υπάρχουν παραγωγικές δραστηριότητες που θα δουν το τζίρο τους να πέφτει στο μηδέν. Επαναλαμβάνω: στο μηδέν. Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να ανακτήσουμε μία πραγματικά βιομηχανική παραγωγή».

Αφετέρου, όμως, όταν ερωτάται πώς θα βρεθούν ή θα αξιοποιηθούν κεφάλαια για επενδύσεις, λέει σαν παπαγαλάκι ότι «Υπάρχει ο ESM[v], το ταμείο διάσωσης των κρατών, που έχει δύναμη πυρός πάνω από 400 δισεκατομμύρια ευρώ (δηλαδή κάτι ψιλά, δεδομένης της πανευρωπαϊκής διάστασης της κρίσης, κατά τη γνώμη του συντάκτη). Είναι ο ESM που μπορεί, για παράδειγμα, να προβεί στην έκδοση ενός μεγάλου ευρωομολόγου για τη στήριξη της βιομηχανίας. Τότε θα πρέπει να αποφασίσουμε για τα δισεκατομμύρια ευρώ κεφαλαίων που θα μας διαθέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παρά το γεγονός ότι δεν τα αξιοποιήσαμε εγκαίρως, και για τα 8 δισεκατομμύρια ευρώ σε επιδοτούμενα δάνεια που ανακοινώθηκαν απόψε […] από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων».

Οποιοσδήποτε έχει διαβάσει έστω και τα απολύτως στοιχειώδη για τον ESM γνωρίζει ότι το αίτημα για πρόσβαση σε αυτά τα κεφάλαι συνεπάγεται βαρύτατους όρους, όπως την εκ νέου παρέμβαση της Τρόικα (Ε.Ε., ΕΚΤ, ΔΝΤ), όπως έγινε το 2015 στην Ελλάδα. Ήδη χθες, στη σύσκεψη του Eurogroup, οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί επανέλαβαν ότι, ακόμη και σε αυτές τις συνθήκες της πανδημίας, η παραπάνω «αρχή» δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Η προσφυγή λοιπόν στον ESM -εκτός εάν αλλάξουν συνταρακτικά οι υφιστάμενες συνθήκες- σημαίνει να παραδώσουμε τα κλειδιά της οικονομίας στην Τρόικα και να προετοιμαστούμε για τη λεηλασία οποιουδήποτε πράγματος μπορεί να θεωρηθεί ως κερδοφόρο και κατά συνέπεια πρόσφορο για την «αποπληρωμή του χρέους».

Τι μας ενδιαφέρει ένας επιχειρηματίας ο οποίος -για να το πούμε κόσμια- δεν είχε και την καλύτερη φήμη πριν ακόμη φτάσει στην κορυφή της Assolombarda; Ποιος αγωνιά για μία επιχειρηματική τάξη, που κυριαρχείται πλέον από «εργολάβους» (συνεργαζόμενους ως επί το πλείστον με τη Γερμανία), οι οποίοι όταν στραβώνουν τα πράγματα μεταφέρουν την έδρα τους ή ξεπουλιούνται στον πρώτο που θα περάσει;

Μπορείτε να κρίνετε και μόνοι σας εάν είναι λογικό να εντάξουμε τις δύο παρακάτω προτάσεις στον ίδιο συλλογισμό: α) «όταν βγούμε από αυτόν τον εφιάλτη, θα βρεθούμε σε μια οικονομική κατάσταση αντίστοιχη με αυτήν εμπόλεμης περιόδου», και β) «Όχι, δεν είναι αυτός ο σωστός τρόπος. Δεν είμαι καθόλου πεπεισμένος ότι θα βγούμε από αυτήν την κρίση μέσω της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία (αναφέρεται στην υπόθεση δημιουργίας ενός «νέου IRI[vi]»). Το κράτος θα πρέπει να παραμείνει ρυθμιστής της οικονομίας και όχι διευθυντής της».

Σε μια «οικονομία πολέμου» το κράτος κυβερνά εξουσιαστικά και οι επιχειρήσεις -όπως όλοι οι πολίτες- προσαρμόζονται. Πάνω από όλα, σε μία οικονομία πολέμου που πρέπει να πραγματοποιήσει μια «δεύτερη ανασυγκρότηση», το μέγεθος της οικονομικής προσπάθειας που απαιτείται ξεπερνάει άπειρες φορές την οικονομική προσπάθεια που μπορεί να καταβάλλει ατομικά κάθε εταιρία.

Η Ιταλία «ανοικοδομήθηκε» μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αφενός χάρις στο «Σχέδιο Μάρσαλ» (δηλαδή στην χρηματοδότηση των ΗΠΑ), αφετέρου χάρις στον παρεμβατικό ρόλο του κράτους (κεντρικός σχεδιασμός, άμεσος έλεγχος των μεγάλων επιχειρήσεων, στρατηγικών και όχι μόνο), πολιτική που εφαρμόστηκε κυρίαρχα μέσω του IRI. Με λίγα λόγια, αυτό που είχαμε ήταν μία «μικτή οικονομία» και όχι «σοσιαλισμός».

Ο Bonomi μιλάει σαν να μην ξέρει τίποτα για όλα αυτά. Και δεν τον ενδιαφέρουν. Κι όσοι είναι σαν κι αυτόν και σε λίγο καιρό θα τον εκλέξουν «πρόεδρό» τους είναι έτοιμοι να κάνουν το οτιδηπότε, πέρα από όσα είναι αναγκαία για την ανοικοδόμηση μιας χώρας μετά από μία καταστροφή σαν κι αυτή που εκτυλίσσεται.

Ακολουθεί η συνέντευξη του Carlo Bonomi στην Εφημερίδα Reppublica και το δημοσιογράφο Roberto Mania.

*****

Bonomi: «Ας προετοιμαστούμε για μία νέα οικονομία πολέμου, αλλά ας αποφύγουμε τη δημιουργία ενός νέου IRI».

Ο Carlo Bonomi είναι ο πρόεδρος της Assolombarda, της ομοσπονδίας βιομηχάνων του Μιλάνου, της πιο σημαντικής βιομηχανικής ομοσπονδίας της Ιταλίας. Το Μιλάνο είναι επίσης η πόλη που κινδυνεύει να καταστραφεί λόγω του κορωνοϊού. Ο Bonomi είναι το φαβορί για τη διαδοχή του Vincenzo Boccia στην θέση του προέδρου της Confindustria.

-Οι εκλογές θα λάβουν χώρα στις 16 Απριλίου. Η Λομβαρδία έχει εξαντληθεί. Δεν είναι λογικό να κλείσουν τα πάντα, ακόμη και στην υπόλοιπη χώρα, εκτός από τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την υγεία και την τροφοδοσία;

 «Για μένα, αυτό που έχει ήδη προβλεφθεί στο πρωτόκολλο που υπεγράφη από την κυβέρνηση και τους κοινωνικούς εταίρους είναι ξεκάθαρο: Συνεχίζουμε να δουλεύουμε και πρέπει να δουλεύουμε μόνο εκεί όπου μπορούμε να εγγυηθούμε συνθήκες ασφάλειας και οι επιχειρήσεις το τηρούν ήδη αυτό με υπευθυνότητα. Είμαστε σε συνεχή και εποικοδομητική επαφή με τον Πρωθυπουργό Giuseppe Conte. Οι εταιρίες προσφέρουν την τεχνολογία και τις οργανωτικές τους ικανότητες για να προετοιμάσουμε ένα σύστημα παρακολούθησης της μετάδοσης του ιού, ώστε να προστατεύσουμε τους πιο εκτεθειμένους. Με αυτό το σύστημα θα υπερβούμε την ιδέα για γενικό lockdown. Παράλληλα με την αντιμετώπιση της έκτακτης κατάστασης, είναι απαραίτητο να δουλέψουμε για το μέλλον».

-Στο ενδιάμεσο όμως υπάρχει μία έκτακτη κατάσταση.

 «Κοιτάξτε, θα σας φέρω ως παράδειγμα τη δική μου εταιρία. Δραστηριοποιούμαστε στον τομέα της βιοϊατρικής. Παράγουμε, επίσης, προϊόντα για την εντατική περίθαλψη ασθενών. Σε 15 ημέρες δεν θα μπορούμε πλέον να παράγουμε διότι ένας από τους προμηθευτές μας αποφάσισε να κλείσει. Δεν μπορώ να αντικαταστήσω το απαραίτητο για την παραγωγή εξάρτημα όπως θέλω, απαιτούνται άδειες γι αυτό. Κι αυτό το πρόβλημα υπάρχει σε όλες τις αλυσίδες παραγωγής, τόσο στο φαρμακευτικό τομέα όσο και στην παραγωγή τροφίμων. Εάν η αλυσίδα διακοπεί, τότε δεν θα έχουμε το προϊόν. Είναι πολύ εύκολο να απαιτεί κανείς το κλείσιμο των επιχειρήσεων χωρίς να παίρνει την ευθύνη για τις επιπτώσεις».

-Υπάρχει όμως ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός: η πλειοψηφία των κρουσμάτων εντοπίζεται στις περιοχές με έντονη βιομηχανική δραστηριότητα. Πιστεύετε ότι υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στη λειτουργία των εργοστασίων και τον αριθμό των κρουσμάτων;

«Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στα δύο, δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν μία τέτοια υπόθεση. Είναι μάλλον περισσότερο ξεκάθαρο ότι προωθείται η ιδέα ότι για την διασπορά του ιού φταίνε οι βιομηχανίες. Πρόκειται για καθαρό παράδειγμα του αντι-βιομηχανικού αισθήματος που υπάρχει στη χώρα μας. Και όμως, το γεγονός ότι δημιουργούνται νέες μονάδες εντατικής θεραπείες μέσα σε λίγες μέρες το χρωστάμε στις επιχειρήσεις. Το χρωστάμε στους ιδιώτες επιχειρηματίες που πήραν ατομικά την πρωτοβουλία να κάνουν δωρεές για την ενίσχυση της υγείας μας. Θα ήθελα, επίσης, να προσθέσω ότι πολλές επιχειρήσεις τροποποιούν την παραγωγή τους και την κατευθύνουν προς την ενίσχυση της υγειονομικής προσπάθειας».

-Ποια είναι η άποψή σας για το νομοθετικό διάταγμα «Περίθαλψη για την Ιταλία»; Εϊναι αρκετό;

 «Χαρακτηρίζεται ανεπαρκές. Σκεφτείτε το κομμάτι που αφορά την στήριξη των εισοδημάτων: αφορά μόνο τους εργαζόμενους και τους αυτοαπασχολούμενους; Πιστεύει κανείς ότι μπορούν όλοι να αντιμετωπίσουν αυτήν την έκτακτη κατάσταση με τις αποταμιεύσεις τους; Πρόκειται για μια δυστονική άποψη για την αγορά εργασίας».

-Το ταμείο για την αποφυγή των απολύσεων επεκτάθηκε σε όλες τις επιχειρήσεις, ακόμη και σε όσες απασχολούν έναν μόνο εργαζόμενο. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό μέτρο.

«Σωστά, όμως χρειαζόμαστε μέτρα άμεσης εφαρμογής, δεν μπορούμε να περιμένουμε την αργόσυρτη αντίδραση της ιταλικής δημόσιας διοίκησης. Έχουμε αντιληφθεί ότι η κυβέρνησης ανέβαλε τις προθεσμίες πληρωμής των φόρων κατά 4 μόνο μέρες και ανακοίνωσε το μέτρο 2 μέρες πριν τη λήξη της σχετικής προθεσμίας; ; Όσοι έχουν ήδη πληρώσει δεν θα έχουν κανένα όφελος ενώ ταυτόχρονα η προθεσμία για την διενέργεια φορολογικών ελέγχων έχει παραταθεί τα δύο χρόνια. Ποιο είναι όμως το νόημα όλων αυτών; Δεν αντιμετωπίζονται έτσι τα προβλήματα».

-Πριν από λίγες μέρες απευθύνατε κάλεσμα στους θεσμούς και την κοινωνία των πολιτών να μοιραστούν την συνταγή για την από κοινού αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης μετά την υγειονομική κρίση. Τι ακριβώς προτείνετε;

«Εμείς οι επιχειρηματίες είμαστε απολύτως βέβαια ότι θα βγούμε από αυτήν την κρίση με μεγάλη δυσκολία. Η οικονομία θα υποστεί τεράστιο πλήγμα. Δεν χρειάζεται να περιμένουμε τις εκτιμήσεις για το πρώτο τετράμηνο και έπειτα για το δεύτερο για να φανταστούμε ποιας τάξεως θα είναι η μείωση του ΑΕΠ της χώρας. Δεν θα έχουμε μία στάσιμη οικονομία, αλλά μία οικονομία εμπόλεμης κατάστασης. Υπάρχουν παραγωγικές δραστηριότητες που θα δουν το τζίρο τους να πέφτει στο μηδέν. Επαναλαμβάνω: στο μηδέν. Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να ανακτήσουμε μία πραγματική πολιτική στήριξης της βιομηχανίας. Η Ιταλία θα πρέπει να πρωτοπορήσει στην προώθηση μιας νέας πολιτικής στήριξης της βιομηχανίας σε όλη την Ευρώπη. Και θα πρέπει στο πεδίο αυτό να δραστηριοποιηθούν οι εταιρίες και οι ενώσεις με την γνώση, την εμπειρία και τις ικανότητές τους».

Με τι κεφάλαιο; Η επανεκκίνηση του κλάδου απαιτεί μεγάλες πιστώσεις.

«Υπάρχει ο ESM, το ταμείο διάσωσης των κρατών, που έχει δύναμη πυρός πάνω από 400 δισεκατομμύρια ευρώ. Είναι ο ESM που μπορεί, για παράδειγμα, να προβεί στην έκδοση ενός μεγάλου ευρωομολόγου για τη στήριξη της βιομηχανίας. Τότε θα πρέπει να αποφασίσουμε για τα δισεκατομμύρια ευρώ κεφαλαίων που θα μας διαθέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παρά το γεγονός ότι δεν τα αξιοποιήσαμε εγκαίρως, και για τα 8 δισεκατομμύρια ευρώ σε επιδοτούμενα δάνεια που ανακοινώθηκαν πριν από λίγες μέρες από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων».

-Πώς σας φαίνεται σας σκέψη, τουλάχιστον για την Ιταλία, η δημιουργία ενός νέου IRI;

«Όχι, δεν θα είναι σε σωστή κατέυθυνση. Δεν είμαι καθόλου πεπεισμένος ότι θα βγούμε από αυτήν την κρίση μέσω της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία (αναφέρεται στην υπόθεση δημιουργίας ενός «νέου IRI»). Το κράτος θα πρέπει να παραμείνει ρυθμιστής της οικονομίας και όχι διευθυντής της».

Πηγή: Contropiano.org

Μετάφραση: antapocrisis.gr

[i] Σ.τ.Μ: Η Confederazione generale dell’industria italiana, περισσότερο γνωστή ως Confindustria, είναι η Γενική Συνομοσπονδία Βιομηχάνων της Ιταλίας, στην οποία μετέχουν 113.000 επιχειρήσεις και 4.200.000 φυσικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στον βιομηχανικό κλάδο. Πρόκειται για το αντίστοιχο του «δικού μας» ΣΕΒ. Από την θέση του προέδρου της έχουν περάσει ισχυροί επιχειρηματίες, όπως οι μεγαλομέτοχοι της FIAT Dante Ferraris και ο Giovanni Agnelli.

[ii]  Σ.τ.Μ: Πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οίκους της Ιταλίας, στην ιδιοκτησία του οποίου ανήκει μεγάλος αριθμός εφημερίδων, περιοδικών και ραδιφωνικών σταθμών.

[iii]  Σ.τ.Μ: Η οικογένεια Agnelli είναι μία από τις ισχυρότερες επιχειρηματικές οικογένειες της Ιταλίας, καθώς είναι μεγαλομέτοχοι των αυτοκινητοβιομηχανιών FIAT, Ferrari, Lancia, Alfa Romeo και Cryshler. Είναι επίσης ιδιοκτήτες της ποδοσφαιρικής ομάδας Juventus FC. Χαρακτηρίζονται συχνά ως «οι Ιταλοί Κέννεντις», ενώ πολύ τους παρομοιάζουν σε ισχύ με την ιστορική οικογένεια των Μεδίκων.

[iv] Σ.τ.Μ: Ο Carlo DeBenneti είναι Ιταλός επιχειρηματίας δραστηριοποιούμενος στο χώρο της συμβουλευτικής επιχειρήσεων και των ΜΜΕ. Έχει διατελέσει διευθύνων σύμβουλος μεγάλων εταιρίών, όπως η FIAT, και ιδιοκτήτης μεγάλων εφημερίδων όπως η Reppublica  και η ιταλική Espresso. Έχει εμπλακεί σε οικονομικά σκάνδαλα πολλών εκατομμυρίων, όμως δεν φυλακίστηκε ποτέ λόγω παραγραφής ή ανατροπής της απόφασης σε β’ βαθμό.

[v]  Σ.τ.Μ: Πρόκειται για τον «γνωστό μας» Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, μία διακρατική οργάνωση με έδρα το Λουξεμβούργο στην οποία μετέχουν όλα τα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ. Δημιουργήθηκε το 2013 για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους στην Ε.Ε. Χρηματοδότησε τα δανειακά «προγράμματα διάσωσης» της Ελλάδας, της Κύπρου και της Ισπανίας. Απαραίτητη προϋπόθεση για να λάβει ένα κράτος-μέλος δάνειο από τον ESM είναι να υπογράψει Μνημόνιο Συνεργασίας, αποδεχόμενο την εφαρμογή μέτρων δημοσιονομικής λιτότητας και αναδιάρθρωσης της οικονομίας καθώς και την επιτήρηση της εφαρμογής των μέτρων από την Τρόικα (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα).

[vi]  Σ.τ.Μ: Ινστιτούτο για την Ανοικοδόμηση της Ιταλικής Βιομηχανίας: Πρόκειται για ιταλική κρατική εταιρία που ιδρύθηκε από το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι το 1933 με σκοπό να επανεκκινήσει την ιταλική βιομηχανική παραγωγή, κρατικοποιώντας τις επιχειρήσεις που πτώχευσαν μετά την μεγάλη οικονομική κρίση του 1929. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο μεταπολεμικό «οικονομικό θαύμα» των δεκαετιών 50’-60’ στην Ιταλία, μέσω μεγάλων δημοσίων επενδύσεων. Αποτελούσε μία από τις μεγαλύτερες κρατικές εταιρίες στον κόσμο, έχοντας υπό τον έλεγχό του την εθνική οδό  Autostrada, την αεροπορική Alitalia και πολλές τράπεζες, εταιρίες τηλεπικοινωνιών, βιομηχανίες τροφίμων κ.ά. Κατά τις δεκαετίες 1980-90 το IRI μετατράπηκε σε ΝΠΙΔ και ξεκίνησε μαζικές ιδιωτικοποιήσεις των εταιριών που είχε στην ιδιοκτησία του, μέχρι που το 2002 διαλύθηκε.