τεχνητή νοημοσύνη εξέλιξη

Η εξέλιξη της Τεχνητής Νοημοσύνης δεν είναι μια προκαθορισμένη διαδρομή

Πριν 5 βδομάδες οι βασικοί ηγέτες των μονοπωλίων της τεχνολογίας (Musk-Twitter, Facebook, Bozniac – Apple, Amazon, Googleκ.α) δημοσίευσαν την έκκληση των 1000 για την παύση των ερευνών στην Τεχνητή Νοημοσύνη για 6 μήνες, έτσι ώστε να ρυθμιστεί νομικά-ηθικά-επιστημονικά-πολιτικά το πλαίσιο που διέπει τις εφαρμογές της Τεχνητής Νοημοσύνης. Η ανάγκη “προέκυψε” μετά την έκρηξη της συζήτησης που προκάλεσε το Γλωσσικό Μοντέλο ChatGpt. Τις επόμενες βδομάδες κυκλοφόρησαν και άλλες εκκλήσεις. Από τον σταρ διανοητή NoalHarari έως τον επονομαζόμενο «πατέρα» της τεχνητής νοημοσύνης Τζέφρι Χίντον.

Η έκκληση εδώ. 

Πέρα  από την προφανή σκοπιμότητα, καθώς κάποιοι έμειναν πίσω στην κούρσα του ανταγωνισμού, όταν η εταιρεία OpenAI έβγαλε τη νέα έκδοση του ChatGpt, το επιχείρημα των “γκουρού” της τεχνολογίας, πως όπως γύρω από την επιστημονική γνώση για το DNA ή την πυρηνική τεχνολογία απαιτείται “μια κάποια ρύθμιση” έτσι απαιτείται και για τη γνώση γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη, είναι αστείο. Η γνώση για την τεχνητή νοημοσύνη ήδη είναι ενσωματωμένη σε εφαρμογές που τους αποφέρουν τεράστια κέρδη, ακριβώς επειδή δεν υπάρχει σχεδόν κανένα πλαίσιο κοινωνικού ελέγχου γύρω από τα δεδομένα, τις εφαρμογές, τους αλγορίθμους, το ποιος κατέχει, σε τελική ανάλυση, τα τεράστια υπολογιστικά συστήματα και τις απίστευτες ποσότητες δεδομένων που απαιτούν τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης. Επιπλέον μια οποιαδήποτε ρύθμιση για τη δημιουργία ενός στοιχειώδους πλαισίου κοινωνικού ελέγχου της τεχνητής νοημοσύνης απαιτεί χρόνια και όχι 6 μήνες, όπως ζητούν οι υπογράφοντες την έκκληση για μορατόριο. Ειδικά αν συνυπολογίσουμε την Κίνα, τη Σαουδική Αραβία και άλλες μη δυτικές χώρες που αναπτύσσουν τέτοιες τεχνολογίες.

Ως μια πιο ουσιαστική οπτική, πέρα από τις «ευαισθησίες» όσων βγάζουν δισεκατομμύρια από την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη των μονοπωλίων της τεχνολογίας, δημοσιεύουμε την κριτική που κάνουν οι συγγραφείς της εργασίας “Στοχαστικοί Παπαγάλοι”, που δημοσιεύτηκε το 2020 και αφορά τις εφαρμογές των Μεγάλων Γλωσσικών Μοντέλων όπως το ChatGPT, που τότε δεν είχε βγει ακόμα στη σημερινή βελτιωμένη εκδοχή του. Η έρευνα αυτή κάνει κριτική στον τρόπο ανάπτυξης αυτών των συστημάτων για περιβαλλοντικούς λόγους (απαιτούνται τεράστιοι υπολογιστές), λόγους εξαπάτησης και αξιοπιστίας καθώς όποιος ελέγχει τα δεδομένα που εισάγονται σε αυτές τις εφαρμογές αλλά και των κώδικα και την δομή αυτών των συστημάτων, παράγει και επιθυμητά γι’ αυτόν αποτελέσματα. Σημειωτέον, δύο από τους συγγραφείς απολύθηκαν από την Google όπου και εργαζόντουσαν στον τομέα της Δεοντολογίας και της Ηθικής, γιατί αρνήθηκαν να αποσύρουν το όνομά τους από την συγκεκριμένη εργασία.

https://www.dair-institute.org/blog/letter-statement-March2023

 

Δήλωση από τους συγγραφείς του StochasticParrots σχετικά με την επιστολή “AI pause”.

Read more

Πρότυπα σχολεία. Αξίζουν;

Κάνουν τη διαφορά; Πιθανότατα αυτό είναι πιο σημαντικό ερώτημα για τα πρότυπα σχολεία. Είναι δεδομένο ότι οι επιδόσεις των μαθητών τους θα είναι υψηλότερες από τις επιδόσεις των μαθητών των υπόλοιπων δημόσιων σχολείων. Αυτό όμως από μόνο του δεν αρκεί για να χαρακτηρίσεις πετυχημένο τον θεσμό. Θα τον χαρακτηρίσεις πετυχημένο μόνο αν τα συγκεκριμένα σχολεία επηρεάζουν την επίδοση των μαθητών. Τι σημαίνει όμως αυτό;

 

Σκεφτείτε το εξής: αξιολογούμε όλους τους μαθητές στην ΣΤ’ Δημοτικού. Κάποιοι με υψηλές επιδόσεις πηγαίνουν σε πρότυπα σχολεία, αλλά κάποιοι άλλοι, που έχουν εξίσου υψηλές επιδόσεις, επιλέγουν να πάνε στα δημόσια. Αξιολογούμε πάλι τους μαθητές μερικά χρόνια μετά. Αν στα πρότυπα σχολεία γίνεται καλή δουλειά, τότε περιμένεις ότι οι μαθητές τους θα έχουν πλέον υψηλότερη επίδοση από τους μαθητές που παρέμειναν στα δημόσια, αλλά ήταν το ίδιο καλοί με αυτούς στην ΣΤ΄. Αν είναι αποτυχημένος τότε δε θα υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες μαθητών. Οι άριστοι μαθητές της ΣΤ΄ θα έχουν μερικά χρόνια αργότερα τις ίδιες επιδόσεις είτε φοιτούν σε πρότυπα σχολεία είτε όχι.

Δε γνωρίζω να υπάρχει παρόμοια έρευνα στην Ελλάδα. Υπάρχει όμως για το εκπαιδευτικό σύστημα της Αγγλίας. Στην Αγγλία έχουν ένα αντίστοιχο σχολείο με το πρότυπο, το grammar school. Και εκεί, όπως κι εδώ, η επιλογή των μαθητών γίνεται στο τέλος του Δημοτικού μέσω εξετάσεων.

Οι ερευνητές, λοιπόν, εξέτασαν τις επιδόσεις μαθητών που πάνε στα δημόσια σχολεία, στα grammar schools και στα ιδιωτικά. Αναφέρουν ότι δε γνωρίζουν να έχει γίνει αντίστοιχη έρευνα στο πρόσφατο παρελθόν που να δημοσιεύτηκε σε περιοδικό με κριτές. Γνώριζαν ήδη ότι ο μέσος όρος των επιδόσεων στα ιδιωτικά και στα grammar schools είναι υψηλότερος από τον μέσο όρο των δημόσιων. Έψαξαν να δουν αν αυτή η διαφορά στην επίδοση οφείλεται αποκλειστικά στο ότι τα ιδιωτικά και τα grammar schools επιλέγουν τους καλύτερους μαθητές ή επειδή αυτοί οι δύο τύποι σχολείων τελικά διδάσκουν καλύτερα από τα δημόσια.

Βρήκαν ότι ουσιαστικά η επίδραση και των δύο τύπων σχολείων, ιδιωτικών και grammar schools, είναι απειροελάχιστη. Οι μαθητές τους έχουν υψηλότερες επιδόσεις λόγω των δικών τους ατομικών χαρακτηριστικών και τα ίδια τα σχολεία δεν προσφέρουν κάτι. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν καλά ιδιωτικά ή καλά grammar schools. Προφανώς και υπάρχουν. Υπάρχουν όμως εξίσου καλά δημόσια των οποίων η δουλειά δε φαίνεται, καθώς σε αυτά φοιτούν πολύ λιγότεροι μαθητές με υψηλή επίδοση. Η επίδοση όμως αυτών των μαθητών δε διαφέρει από την επίδοση των μαθητών των ιδιωτικών και των grammar schools.

Βεβαίως, όπως κάθε έρευνα, έτσι και αυτή έχει τους περιορισμούς τους. Ο βασικότερος είναι ότι αφορά τα σχολεία της Αγγλίας και όχι της Ελλάδας. Ωστόσο, προσφέρει κάποια εμπειρικά δεδομένα με βάση τα οποία είναι δυνατόν να κρίνουμε καλύτερα το αν έχουμε ανάγκη ως χώρα τον συγκεκριμένο τύπο σχολείου. Τα grammar schools υπάρχουν στην Αγγλία εδώ και πάρα πολλά χρόνια και από ό,τι φαίνεται δεν έχουν βρει τον τρόπο να βοηθούν τους άριστους μαθητές. Εμείς τον έχουμε βρει;

ΥΓ

Θα τελείωνα την ανάρτηση στην προηγούμενη παράγραφο. Δυστυχώς όμως για κάποιους είναι πολύ πιο εύκολο να μιλάνε κομματικά για την εκπαίδευση παρά επιστημονικά. Είναι πολύ εύκολο να γράφεις με βάση την εμπειρία σου και την ιδεολογία σου. Απλώς αναδιατυπώνεις αυτά που λένε οι γύρω σου και εισπράττεις άφθονα χειροκροτήματα. Η παραπάνω έρευνα δεν ευνοεί κάποια συγκεκριμένη κομματική παράταξη. Μπορεί να φαίνεται ότι τάσσεται υπέρ της αριστεράς. Μπορείς όμως άνετα να είσαι δεξιός και να σκεφτείς ότι δεν αρκεί απλώς να ιδρύσεις αυτά τα σχολεία· πρέπει να εξασφαλίσεις ότι θα πραγματοποιήσουν αυτό που έχεις κατά νου. Και ότι η επιστήμη τελικά είναι αυτή που θα σου πει αν κάτι δουλεύει ή όχι, και όχι η ιδεολογία σου. Αρκεί να βάλεις την επιστήμη πάνω από την ιδεολογία σου και να μη φοβάσαι ακόμα και να αλλάξεις ιδεολογία αν βλέπεις ότι τα δεδομένα δε συμφωνούν με αυτή. Στην τελική, υποτίθεται ότι όλους μάς ενδιαφέρει η αλήθεια.

Βουβές εκλογές, ελλείψεις, κενά, αλλά και ελπίδες

Αλήθεια γίνονται εκλογές;  Ναι, γιατί δεν εξηγείται αλλιώς ο γνωστός  πληθωρισμός φυλλαδίων, συνθημάτων, κινήσεων, στημένων συγκεντρώσεων, βαρετών συζητήσεων στα ΜΜΕ. Το γνωρίζουν αυτό τα  κολακευόμενα «αντικείμενα» που θεωρούνται πολίτες  και (προσ) καλούνται ως λαός να ψηφίσουν;

Κοινή διαπίστωση είναι ότι λίγες  μέρες πριν να ανοίξουν οι κάλπες έχουμε μια διάχυτη σιωπή, μια ατμόσφαιρα βουβαμάρας. Στα διλήμματα των τριών προσωπείων που υπηρετούν τη μνημονιακή ισορροπία (που όμως κάτω από όρους είναι περαστική και κινούμενη), ο κόσμος μοιάζει να αδιαφορεί. Ο κόσμος έχει αντιπάθειες, δεν εμπιστεύεται και δεν του αρέσουν τα προβαλλόμενα πρόσωπα. Οδεύουμε σε εκλογές που η ψήφος θα καθοριστεί από την ποσότητα και την ποιότητα της αντιπάθειας, το βάθος  της αναξιοπιστίας, τον θυμό των νέων.

Δεν έχουμε πλειοψηφική ψήφο πίστης, δεν έχουμε μεγάλα ποσοστά συσπείρωσης, σιγουριάς, θετικότητας ψήφου. Παραφράζοντας τον «εθνάρχη» την Κυριακή θα ψηφίζουν και την ίδια ώρα θα αισθάνονται κοψοχέρηδες.

Είναι σωστό, είναι δίκαιο όμως να είμαστε έκπληκτοι και να αναρωτιόμαστε για αυτό το βουβό κλίμα;

Θα ξεχάσουμε άραγε το τι συνέβη στην Ελλάδα τα τελευταία 10 χρόνια; Θα ξεχάσουμε τις ομοιότητες στην πολιτική, που ακόμα και στο έγκλημα των Τεμπών μας υπενθύμισαν την διάλυση του κράτους; Θα ξεχάσουμε το κορωνοϊό και τις χιλιάδες των νεκρών, τη διάλυση του καθημαγμένου ΕΣΥ; Θα ξεχάσουμε τις ιδιωτικοποιήσεις του ηλεκτρισμού, των τηλεπικοινωνιών, των μεταφορών, τις καθηλωμένες συντάξεις και τους δεκάδες χιλιάδες νέους που μετανάστευσαν;

Οι υπεύθυνοι, είτε με αυταπάτες, είτε χωρίς, έχουν ονοματεπώνυμο: ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, όλοι μαζί, υπηρέτες και οικοδόμοι της μνημονιακής ελλαδικής πραγματικότητας, διαγκωνίζονται σήμερα για το πόσο άγρια ή ήπια θα είναι η διαχείριση της σημερινής (μνημονιακής πάντα) ισορροπίας.

Η διάχυτη αναξιοπιστία που απλώνεται στο σύνολο του επίσημου αλλά δυστυχώς ακουμπά και τον λεγόμενο ανεπίσημο πολιτικό κόσμο, μπορεί να χαρακτηρισθεί  ως πολυπαραγοντικό φαινόμενο.

Πρώτον γιατί στην ψυχολογία, στο «συλλογικό ασυνείδητο» των μαζών, έχει εμπεδωθεί η αντίληψη ότι το πλαίσιο είναι δεδομένο και δεν το πειράζει κανένας. Αυτό το πλαίσιο είναι η διπλή θηλειά που εξαρτά την ελλαδική πραγματικότητα και καθορίζει τις καθημερινές ζωές των ανθρώπων. Από τη μια, η θηλιά της ΕΕ που επιβάλλει τις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές και έχει εγκαταστήσει το μνημονιακό πλαίσιο από το 2010. Από την άλλη, η ευρωατλαντική θηλιά  όπου η μεγάλη δύναμη, οι ΗΠΑ, ως αυτοκράτορας, κάνουν ό,τι θέλουν, όπου θέλουν.  Στις καθημερινές ζωές των ανθρώπων μοιάζει η πολιτική να μην έχει κάποιο χρήσιμο ρόλο και αξία. Υπάρχει η άποψη (εσφαλμένα αλλά υπάρχει και είναι ισχυρή και βαίνει αυξανόμενη) ότι με την πολιτική και ειδικά τις εκλογικές διαδικασίες, δεν ανατρέπεται η καθημερινότητα σου, δεν καλυτερεύει η ζωή σου.

Ποιο από τα τρία πρόσωπα του δικομματισμού (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ) στην Ελλάδα θέλει να ανατρέψει αυτό το πλαίσιο ή έστω θέλει να αμφισβητήσει και να αρνηθεί  πλευρές του;

Εδώ απαγορεύεται μάλιστα δια αποκλεισμού και φραστικού προπηλακισμού οποιαδήποτε συζήτηση που θίγει ακροθιγώς το νόμισμα και την πολιτική του ευρώ, τους μη αιρετούς οργανισμούς και «άρχοντες» της Ε.Ε. με τους παχυλούς μισθούς και το θανάσιμο μίσος τους για τον κόσμο της δουλειάς.

Απαγορεύεται και η συζήτηση για το άλλοτε λαομίσητο  ΝΑΤΟ, την ίδια στιγμή που έχουν φροντίσει να αμβλύνουν την μνήμη αλλά και τα δίκαια αντιαμερικανικά αισθήματα του λαού μας. Μια συζήτηση που δεν γίνεται, ενώ είναι εμφανείς, τόσο η ρυτιδιασμένη και παρακμάζουσα οικονομικά, πολιτισμικά και πολιτικά ΕΕ, αλλά και η ανάδυση νέων πόλων στο παγκόσμιο επίπεδο, που αρνούνται στις ΗΠΑ να συνεχίζουν να παίζουν τον ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα και στο δολάριο  να είναι το αποθεματικό και παγκόσμιο ανταλλακτικό νόμισμα

Δεύτερος λόγος της πολιτικής αναξιοπιστίας είναι ότι η μορφή που παίρνει η σημερινή πολιτική έχει περισσότερο να κάνει με επικοινωνιακά τρυκ και πόζες παρά με εκπροσώπηση συμφερόντων. Σελέμπριτις να κοσμούν τα ψηφοδέλτια, λαμπερά πρόσωπα σε ιλουστρασιόν χαρτιά και καμπάνιες στο διαδίκτυο, και βέβαια εμπέδωση ότι πολιτική σημαίνει πρόσωπα και όχι έκφραση συμφερόντων. Απουσιάζουν οι άνθρωποι του πραγματικού μόχθου, όχι μόνο από τα ψηφοδέλτια αλλά πρωτίστως από τη συζήτηση. Είναι αόρατοι, είναι αποκλεισμένοι.

Αντιθέτως ο κόσμος της Εκάλης και του Κολωνακίου, αλλά και οι μεσοαστικές και κάποιες μικροαστικές κατηγορίες, αυτές που αποκαλούνται το οικονομικό κέντρο που καθορίζει το πολιτικό κέντρο και τα πράγματα στην χώρα, είναι παρόντες. Λες και αυτοί είναι το πλειοψηφικό και το καθοριστικό στοιχείο των εκλογών. Φυσικά, αυτό γίνεται για λόγους ευρύτερων κοινωνικών συναινέσεων που έχει ανάγκη η αστική πολιτική, αλλά και για να εμπεδώσει η πλειοψηφική «πλέμπα» ότι αν θέλει να είναι λιγάκι ορατή πρέπει να εξαρτηθεί από αυτούς.

Τρίτος λόγος της διευρυμένης αναξιοπιστίας είναι τα υπαρκτά ερωτήματα: παίρνονται οι αποφάσεις στο κοινοβούλιο; Έχει αξία η ψήφος; Μπορούν πραγματικά να διαμορφώνουν την πραγματικότητα οι πολιτικές αποφάσεις και η λαϊκή ετυμηγορία;

Αυτά τα ερωτήματα που ο λαός τα απαντάει αρνητικά έχουν δημιουργήσει το τεράστιο και συνεχώς αυξανόμενο αίσθημα της έλλειψης εμπιστοσύνης. Έχει συρρικνωθεί η λαϊκή κυριαρχία, η δύναμη των  εθνικών  κοινοβουλίων, η αγορά και οι θεσμοί της επιβάλλουν πολιτικές, ενώ οι από κάτω είναι αμόρφωτοι, είναι αποκλεισμένοι, αντιμετωπίζονται σαν πράγματα-αντικείμενα που δεν τους συναντάμε, δεν τους ακούμε. Αποτελούν επιπλέον εύφορο έδαφος το οποίο μπορεί να σπαρθεί το φασιστικό δηλητήριο και να αποτελέσουν μαζικό στρατό της ακροδεξιάς, η οποία βαπτίζεται με το δήθεν ταξικό μίσος της ως αντισυστημική δύναμη.

Υπάρχουμε εμείς, υπάρχουν και αυτοί, αλλά δεν είναι καθαρό, ούτε το εμείς, ούτε το αυτοί. Ενώ υπάρχουν δυο Ελλάδες, δυο κόσμοι, ενώ ο ταξικός διχασμός είναι παντού ορατός, σε όλες τις πλευρές της καθημερινής ζωής, δεν βρίσκει αξιόπιστη πολιτική έκφραση. Δεν υπάρχει το κόμμα των φτωχών που θα τα βάλει με το κόμμα των πλουσίων.

Η σημερινή μορφή της πολιτικής στην περίοδο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού δεν αποτελεί ελληνικό φαινόμενο. Το συναντάμε σε όλες τις χώρες του ευρωατλαντικού πόλου και στην ίδια την ιμπεριαλιστική μητρόπολη, τις ΗΠΑ. Έχει στο DNA της: την εκχώρηση της εξουσίας και των αποφάσεων στην αγορά, τη δημιουργία εθνικών και υπερεθνικών οργανισμών μη αιρετών αλλά εντεταλμένων από την αγορά, που αποφασίζουν και δεσμεύουν λαούς, περιοχές, τάξεις και στρώματα, τη συρρίκνωση της ελάχιστης λαϊκής κυριαρχίας και δημοκρατίας, τη δραματική μείωση της δύναμης των κοινοβουλίων, τον αποκλεισμό, πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, των φτωχών, των σύγχρονων της γης των κολασμένων. Αυτοί οι αόρατοι, οι άφωνοι, οι δίχως έκφραση, αποτελούν όμως στρατό, που στα τελευταία χρόνια προβάλλει επικίνδυνα στο προσκήνιο εκφράζοντας περισσότερο την οργή και απόγνωσή του.

Αποκλεισμένη και απαγορευμένη (κατασταλτικά, προληπτικά και  ιδεολογικά) παραμένει η συζήτηση για το πώς να πάμε αλλιώς, πώς να ξανασχεδιάσουμε και να ξανασκαλίσουμε τους δρόμους μιας εναλλακτικής πορείας, μιας χειραφέτησης που θα πατά στο τέλος του καπιταλισμού και θα απαντά ότι υπάρχει ζωή μετά τον καπιταλισμό, και αυτή βεβαίως δεν είναι η δευτέρα παρουσία. Αλλά αυτό το κενό αναζητά έκφραση, ύλη, δύναμη, σχέδιο. Πάνω από όλα αναζητάει την ανάληψη της ευθύνης να τεθεί με σοβαρούς όρους η ατζέντα της συζήτησης.

Σε αυτόν τον δρόμο, επιμένουμε ότι υπάρχουν αρκετές δυνάμεις, νέες και παλιότερες.

Επιπλέον, υπάρχουν και ανθίζουν ελπίδες, ντόπιες και εισαγόμενες.

Ελπίδα ήταν το πλειοψηφικό κύμα οργής και θυμού της νεολαίας, που στο έγκλημα των Τεμπών με συναίσθημα (χωρίς συναίσθημα η πολιτική δεν έχει ιδεολογία), πλημμύρισε τους δρόμους δείχνοντας τους ενόχους και στα τρία πρόσωπα του δικομματισμού, απαιτώντας το τέλος των ιδιωτικοποιήσεων και την επιστροφή σε ένα άλλο δημόσιο. Μια οργή και ένας θυμός που δεν έχει σήμερα πολιτική έκφραση, έστω σε μια νέα πολιτική δύναμη που θα ένωνε διαφορετικές φωνές σε μια κοινή συνισταμένη, στην ανατροπή της μνημονιακής ισορροπίας και των υπηρετών της.

Ελπίδα ήταν και ο μακροχρόνιος, ανειρήνευτος αγώνας των Γάλλων εργαζομένων και της νεολαίας που καταξεσχίζει τα αφηγήματα της ΕΕ και του Μακρόν.

Η ελπίδα, για να μετασχηματιστεί σε πολιτική φωνή και δύναμη, απαιτεί χρόνο, θέληση, κοινή λογική αλλά κυρίως ανάληψη και όχι εκχώρηση της ευθύνης. Αυτό είναι το κεντρικό ζητούμενο για όσους καταλαβαίνουν με αυτόν τον τρόπο τα πράγματα, και όχι το τι ακριβώς θα ψηφίσουμε στις 21 Μαΐου.

Ποια είναι η κατάσταση της Ουκρανίας σήμερα και πώς φτάσαμε ως εκεί;

Η συγγραφέας και δημοσιογράφος Natylie Baldwin διατηρεί έναν από τους καλύτερους ιστότοπους συζήτησης σε αρκετό βάθος θεμάτων που αφορούν τη Ρωσία και την Ουκρανία, με έμφαση στην τελευταία. Τα άρθρα που αναδημοσιεύει από πολλές πηγές ρίχνουν φως σε μια περίπλοκη πραγματικότητα χωρίς διακρίσεις στις οπτικές γωνίες των συγγραφέων τους.

Εδώ αναρτούμε μια συνέντευξη που ανέβασε αρχικά στις 5 Μαΐου στο Covert Action Magazine του Αυστραλού ‘ειδικού’ σε σχετικά ζητήματα, Renfrey Clarke. Πρόκειται για πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση, ανάμεσα σε δύο γνώστες του θέματος, που πετυχαίνει να διεισδύσει σε βάθος με τρόπο προσιτό και άμεσο, μεταφέροντας σε αδρές γραμμές την ουσία της κοινωνικο-πολιτικής κατάστασης στην Ουκρανία.

*          *          *

Ο καπιταλιστικός δρόμος ήταν η λάθος επιλογή για την Ουκρανία, λέει ειδικός στο Ουκρανικό

Της Natylie Baldwin – 5 Μαΐου, 2023

Ο Renfrey Clarke είναι Αυστραλός δημοσιογράφος. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 έκανε ρεπορτάζ από τη Μόσχα για το Green Left Weekly του Σίδνεϋ. Τον περασμένο χρόνο, δημοσίευσε το βιβλίο του ‘The Catastrophe of Ukrainian Capitalism: How Privatisation Dispossessed & Impoverished the Ukrainian People’ (Η καταστροφή μέσω του ουκρανικού καπιταλισμού: Πώς η ιδιωτικοποίηση αποστερεί και εξαθλιώνει τον ουκρανικό λαό), μέσω του εκδοτικού οίκου Resistance Books.

Τον Απρίλιο, είχα μια ανταλλαγή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με τον Κλαρκ. Ακολουθεί το κείμενο.

*          *          *
Natylie Baldwin: Επισημαίνετε στην αρχή του βιβλίου σας ότι η οικονομία της Ουκρανίας είχε υποχωρήσει σημαντικά μέχρι το 2018 από τη θέση που βρισκόταν στο τέλος της σοβιετικής εποχής το 1990. Μπορείτε να εξηγήσετε πώς ήταν οι προοπτικές της Ουκρανίας το 1990; Και πώς έμοιαζαν λίγο πριν από την εισβολή της Ρωσίας;

Renfrey Clarke: Κατά την έρευνα για αυτό το βιβλίο βρήκα μια μελέτη της Deutsche Bank του 1992, η οποία υποστήριζε ότι, από όλες τις χώρες στις οποίες είχε μόλις διαιρεθεί η ΕΣΣΔ, η Ουκρανία ήταν αυτή που είχε τις καλύτερες προοπτικές επιτυχίας. Για τους περισσότερους δυτικούς παρατηρητές εκείνη την εποχή, αυτό θα φαινόταν αδιαμφισβήτητο.

Η Ουκρανία ήταν ένα από τα πιο ανεπτυγμένα βιομηχανικά τμήματα της Σοβιετικής Ένωσης. Ήταν ένα από τα βασικά κέντρα της σοβιετικής μεταλλουργίας, της διαστημικής βιομηχανίας και της παραγωγής αεροσκαφών. Είχε μερικές από τις πλουσιότερες γεωργικές εκτάσεις στον κόσμο και ο πληθυσμός της ήταν καλά μορφωμένος, ακόμη και με τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα.

Προσθέστε την ιδιωτικοποίηση και την ελεύθερη αγορά, ήταν η υπόθεση, και μέσα σε λίγα χρόνια η Ουκρανία θα γινόταν μια οικονομική δύναμη, με τον πληθυσμό της να απολαμβάνει επίπεδα ευημερίας του πρώτου-κόσμου.

Προχωρώντας προς τα εμπρός στο 2021, το τελευταίο έτος πριν από την “Ειδική Στρατιωτική Επιχείρηση” της Ρωσίας, η εικόνα στην Ουκρανία ήταν ριζικά διαφορετική. Η χώρα είχε υποβαθμιστεί δραστικά, με μεγάλες, προηγμένες βιομηχανίες (αεροδιαστημική, αυτοκινητοβιομηχανία, ναυπηγική) να έχουν ουσιαστικά κλείσει.

Τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνουν ότι σε σταθερά δολάρια, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της Ουκρανίας το 2021 ήταν μειωμένο κατά 38% σε σχέση με το επίπεδο του 1990. Αν χρησιμοποιήσουμε το πιο φιλεύσπλαχνο μέτρο, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης [ΣΗΜ. Purchasing Power Parity—PPP], η μείωση και πάλι έφτασε το 21%. Αυτό το τελευταίο ποσοστό αντιπαραβάλλεται με μια αντίστοιχη αύξηση για τον κόσμο συνολικά της τάξης του 75 τοις εκατό.

Για να κάνουμε κάποιες συγκεκριμένες διεθνείς συγκρίσεις, το 2021 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ουκρανίας ήταν περίπου ίσο με τα αντίστοιχα της Παραγουάης, της Γουατεμάλας και της Ινδονησίας.

Πλανόδιοι πωλητές στο Κίεβο. Εκδήλωση της οικονομικής δυσπραγίας. [Πηγή: sott.net]

Τι πήγε στραβά; Οι δυτικοί αναλυτές τείνουν να επικεντρώνονται στις επιπτώσεις των καταλοίπων της σοβιετικής εποχής και, πιο πρόσφατα, στις επιπτώσεις των ρωσικών πολιτικών και δράσεων. Το βιβλίο μου καταπιάνεται με αυτούς τους παράγοντες, αλλά είναι προφανές για μένα ότι εμπλέκονται πολύ βαθύτερα ζητήματα.

Κατά την άποψή μου, οι απώτεροι λόγοι για την καταστροφή της Ουκρανίας βρίσκονται στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, και κυρίως στους οικονομικούς ρόλους και λειτουργίες που το “κέντρο” του ανεπτυγμένου καπιταλιστικού κόσμου επιβάλλει στη λιγότερο ανεπτυγμένη περιφέρεια του συστήματος.

Πολύ απλά, το να πάρει η Ουκρανία τον “καπιταλιστικό δρόμο” ήταν λάθος επιλογή.

ΝΒ: Φαίνεται ότι η Ουκρανία πέρασε από μια διαδικασία παρόμοια με εκείνη της Ρωσίας τη δεκαετία του 1990, όταν μια ομάδα ολιγαρχών εμφανίστηκε για να ελέγξει μεγάλο μέρος του πλούτου και των περιουσιακών στοιχείων της χώρας. Μπορείτε να περιγράψετε πώς πραγματοποιήθηκε αυτή η διαδικασία;

RC: Ως κοινωνικό στρώμα, η ολιγαρχία τόσο στην Ουκρανία όσο και στη Ρωσία έχει τις ρίζες της στη σοβιετική κοινωνία της μεταγενέστερης περιόδου της περεστρόικα, από το 1988 περίπου. Κατά την άποψή μου, η ολιγαρχία προέκυψε από τη συγχώνευση τριών περισσότερο ή λιγότερο διακριτών ρευμάτων που μέχρι τα τελευταία χρόνια της περεστρόικα είχαν όλα καταφέρει να συσσωρεύσουν σημαντικά αποθέματα ιδιωτικού κεφαλαίου. Τα ρεύματα αυτά ήταν ανώτερα στελέχη μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων—καλά τοποθετημένα κρατικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών, γραφειοκρατών, δικαστών και εισαγγελέων—και, τέλος, ο εγκληματικός υπόκοσμος, η μαφία.

Ένας νόμος του 1988 για τους συνεταιρισμούς επέτρεψε σε ιδιώτες να ιδρύουν και να διευθύνουν μικρές ιδιωτικές επιχειρήσεις. Πολλές δομές αυτού του είδους, μόνο κατ’ όνομα συνεταιρισμοί, δημιουργήθηκαν αμέσως από κορυφαία στελέχη μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων, τα οποία τις χρησιμοποίησαν για να κρύψουν κεφάλαια που είχαν αφαιρεθεί παράνομα από τα ταμεία των επιχειρήσεων. Μέχρι τη στιγμή που η Ουκρανία έγινε ανεξάρτητη το 1991, πολλά υψηλόβαθμα στελέχη κρατικών επιχειρήσεων ήταν επίσης σημαντικοί ιδιώτες καπιταλιστές.

Οι νέοι ιδιοκτήτες κεφαλαίου χρειάζονταν πολιτικούς για να φτιάξουν νόμους υπέρ τους και γραφειοκράτες για να λάβουν διοικητικές αποφάσεις προς όφελός τους. Οι καπιταλιστές χρειάζονταν επίσης δικαστές να αποφαίνονται υπέρ τους όταν υπήρχαν διαφορές και εισαγγελείς να κάνουν τα στραβά μάτια όταν, όπως συνέβαινε συχνά, οι επιχειρηματίες λειτουργούσαν εκτός νόμου. Για την εκτέλεση όλων αυτών των υπηρεσιών, οι πολιτικοί και οι αξιωματούχοι χρέωναν δωροδοκίες, οι οποίες τους επέτρεπαν να συσσωρεύουν τα δικά τους κεφάλαια και, σε πολλές περιπτώσεις, να ιδρύουν τις δικές τους επιχειρήσεις.

Τέλος, υπήρχαν και τα εγκληματικά δίκτυα που λειτουργούσαν πάντα μέσα στη σοβιετική κοινωνία, αλλά που τώρα έβρισκαν τις προοπτικές τους πολλαπλασιασμένες. Στα τελευταία χρόνια της ΕΣΣΔ, το κράτος δικαίου κατέστη αδύναμο ή ανύπαρκτο. Αυτό δημιούργησε τεράστιες ευκαιρίες όχι μόνο για κλοπές και απάτες, αλλά και για ανθρώπους που χρησιμοποιούσαν θέσεις επίβλεψης κατά εγκληματικό τρόπο. Αν ήσασταν επιχειρηματίας και χρειαζόσασταν να επιβάλλετε ένα συμβόλαιο, ο τρόπος που το κάνατε ήταν να προσλάβετε μια ομάδα “νεαρών ανδρών με χοντρούς λαιμούς”.

Ουκρανοί διαμαρτύρονται κατά της διαφθοράς στην κυβέρνησή τους. [Πηγή: washingtonpost.com]

Για να παραμείνουν στην αγορά, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις χρειάζονταν τη δική τους “στέγη”, τους εκβιαστές προστασίας που θα τις υπερασπίζονταν από τους ανταγωνιστές τους, με τίμημα ένα υπερβολικά μεγάλο μερίδιο από τα κέρδη της επιχείρησης. Μερικές φορές η “στέγη” παρέχονταν από την ίδια την αστυνομία, έναντι κατάλληλης αμοιβής.

Αυτή η εγκληματική δραστηριότητα δεν παρήγαγε τίποτα και κατέπνιγε τις παραγωγικές επενδύσεις. Ήταν όμως εξαιρετικά επικερδής και έδωσε το έναυσμα για μπόλικες μετασοβιετικές επιχειρηματικές αυτοκρατορίες. Ο μεγιστάνας του χάλυβα Rinat Akhmetov, για πολλά χρόνια ο πλουσιότερος ολιγάρχης της Ουκρανίας, ήταν γιος ανθρακωρύχου που ξεκίνησε την καριέρα του ως υπασπιστής ενός αφεντικού του εγκλήματος στο Ντονέτσκ.

Rinat Akhmetov [Πηγή: celebritynetworth123.com]

Μέσα σε λίγα χρόνια από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, τα διάφορα ρεύματα διεφθαρμένης και εγκληματικής δραστηριότητας άρχισαν να συγχωνεύονται σε ολιγαρχικές φατρίες με επίκεντρο συγκεκριμένες πόλεις και οικονομικούς τομείς. Όταν οι κρατικές επιχειρήσεις άρχισαν να ιδιωτικοποιούνται τη δεκαετία του 1990, ήταν αυτές οι φατρίες στις οποίες κατά κανόνα κατέληξαν τα [κρατικά] περιουσιακά στοιχεία.

Θα πρέπει να πω κάτι για την επιχειρηματική κουλτούρα που προέκυψε από τα τελευταία σοβιετικά χρόνια και που στην Ουκρανία σήμερα παραμένει έντονα διαφορετική από οτιδήποτε υπάρχει στη Δύση. Λίγοι από τους νέους επικεφαλής επιχειρήσεων γνώριζαν αρκετά για το πώς υποτίθεται ότι λειτουργεί ο καπιταλισμός, και τα μαθήματα που διδάσκονταν από τα βιβλία των σχολών διοίκησης επιχειρήσεων ήταν ως επί το πλείστον άχρηστα σε κάθε περίπτωση.

Ο τρόπος με τον οποίο γινόσουν πλούσιος ήταν πληρώνοντας δωροδοκίες για να επωφεληθείς από τα κρατικά έσοδα ή με το να βάλεις χέρι στις αξίες που είχαν δημιουργηθεί στο σοβιετικό παρελθόν και να τις ρευστοποιήσεις. Η ιδιοκτησία περιουσιακών στοιχείων ήταν εξαιρετικά ανασφαλής—ποτέ δεν ήξερες πότε φτάνοντας στο γραφείο σου θα το έβρισκες γεμάτο από τους ένοπλους φρουρούς ασφαλείας ενός επιχειρηματικού αντιπάλου, ο οποίος είχε δωροδοκήσει έναν δικαστή για να επιτρέψει την εξαγορά της επιχείρησής σου. Υπό αυτές τις συνθήκες, η παραγωγική επένδυση ήταν παράλογη συμπεριφορά.

NB: Έχω ακούσει ότι μια πηγή αντίθεσης στην πολιτική αποκέντρωση – η οποία φαίνεται να ήταν μια ενδεχόμενη λύση στις διαιρέσεις της Ουκρανίας πριν από τον πόλεμο – είναι ότι ο συγκεντρωτισμός ωφελεί τους ολιγάρχες. Πιστεύετε ότι αυτό είναι αλήθεια;

RC: Δεν υπάρχει απλή απάντηση εδώ. Πολιτικά και διοικητικά, η Ουκρανία από την ανεξαρτησία της ήταν ένα σχετικά συγκεντρωτικό κράτος. Οι κυβερνήτες των επαρχιών δεν εκλέγονται αλλά διορίζονται από το Κίεβο. Αυτό αντανακλά τους φόβους στο Κίεβο για την εμφάνιση αποσχιστικών τάσεων στις περιφέρειες. Εδώ, προφανώς, θα πρέπει να έχουμε κατά νου το Ντονμπάς.

Παρά το γεγονός ότι είναι συγκεντρωτική, η ουκρανική κρατική μηχανή είναι αρκετά αδύναμη. Μεγάλο μέρος της πραγματικής εξουσίας βρίσκεται στις περιφερειακές ολιγαρχικές φατρίες. Σε αντίθεση με την κατάσταση στη Ρωσία και τη Λευκορωσία, κανένα μεμονωμένο άτομο ή ολιγαρχική ομάδα δεν μπόρεσε να επιτύχει την αδιαφιλονίκητη κυριαρχία και να περιορίσει τη δύναμη των διαχρονικά αντιμαχόμενων μεγαλοεπιχειρηματιών. Η Ουκρανία δεν είχε ποτέ τον Πούτιν ή τον Λουκασένκο της.

Το σύστημα στην Ουκρανία μπορεί επομένως να περιγραφεί ως ένας εξαιρετικά ρευστός ολιγαρχικός πλουραλισμός, με τον έλεγχο της κυβέρνησης στο Κίεβο να εναλλάσσεται περιοδικά μεταξύ ασταθών ομαδοποιήσεων ατόμων και φατριών. Στο σύνολό τους, οι ολιγάρχες κατά τη διάρκεια των δεκαετιών φαίνεται να ήταν ικανοποιημένοι με αυτό, καθώς απέτρεψε την άνοδο μιας κεντρικής εξουσίας ικανής να τους πειθαρχήσει και να περιορίσει τα προνόμιά τους.

ΝΒ: Συζητάτε για το πώς ο επιβαλλόμενος οικονομικός διαχωρισμός μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας ήταν επιζήμιος για την ουκρανική οικονομία. Μπορείτε να εξηγήσετε γιατί;

RC: Στο πλαίσιο του σοβιετικού κεντρικού σχεδιασμού η Ρωσία και η Ουκρανία αποτελούσαν μια οικονομικά ενιαία περιοχή και οι επιχειρήσεις ήταν συχνά στενά συνδεδεμένες με πελάτες και προμηθευτές στην άλλη δημοκρατία. Πράγματι, ο σοβιετικός σχεδιασμός προέβλεπε συχνά μόνο έναν προμηθευτή ενός συγκεκριμένου αγαθού σε ολόκληρη την ΕΣΣΔ, πράγμα που σημαίνει ότι το διασυνοριακό εμπόριο ήταν απαραίτητο για να μην καταρρεύσουν ολόκληρες αλυσίδες παραγωγής.

Όπως είναι λογικό, η Ρωσία παρέμεινε μακράν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ουκρανίας κατά τις πρώτες δεκαετίες της ουκρανικής ανεξαρτησίας. Παρά τα προβλήματα, όπως οι ασταθείς συναλλαγματικές ισοτιμίες, το εμπόριο αυτό είχε αδιάσειστα πλεονεκτήματα. Δεν υπήρχαν τελωνειακά εμπόδια και τα τεχνικά πρότυπα, που κληρονομήθηκαν από την ΕΣΣΔ, ήταν ως επί το πλείστον πανομοιότυπα. Οι τρόποι επιχειρηματικής δραστηριότητας ήταν οικείοι και οι διαπραγματεύσεις μπορούσαν να διεξαχθούν άνετα στα ρωσικά.

Ίσως το σημαντικότερο να ήταν ένας άλλος παράγοντας: Οι δύο χώρες βρίσκονταν σε γενικά παρόμοια επίπεδα τεχνολογικής ανάπτυξης. Η παραγωγικότητα της εργασίας τους δεν διέφερε πολύ. Καμία από τις δύο πλευρές δεν κινδύνευε να δει ολόκληρους βιομηχανικούς κλάδους να εξαφανίζονται από πιο εξελιγμένους ανταγωνιστές με έδρα την άλλη χώρα.

Παρ’ όλα αυτά, μια από τις κοινοτοπίες του φιλελεύθερου λόγου, τόσο στην Ουκρανία όσο και στα σχόλια της Δύσης, ήταν ότι οι στενοί οικονομικοί δεσμοί με τη Ρωσία κρατούσαν την Ουκρανία πίσω. Υπήρχε, λέγεται, η επείγουσα ανάγκη η Ουκρανία να γυρίσει την πλάτη της στη Ρωσία, που είχε ταυτιστεί με το σοβιετικό παρελθόν, και να ανοιχτεί στη Δύση. Το εμπόριο της Ουκρανίας με τη Ρωσία, σύμφωνα με αυτό το σενάριο, έπρεπε να αντικατασταθεί από “βαθύ και ολοκληρωμένο ελεύθερο εμπόριο” με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η διαμάχη αυτή τελικά είχε ευρείες ιδεολογικές, πολιτικές, ακόμη και στρατιωτικές προεκτάσεις. Αλλά για να συντομεύουμε, μέχρι το 2014, οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της Ουκρανίας είχαν υπερνικηθεί και είχε υπογραφεί συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ. Μέχρι το 2016 το εμπόριο μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας είχε συρρικνωθεί δραματικά, σε σημείο που ήταν πολύ μικρότερο από το εμπόριο με την ΕΕ.

Η στροφή προς την ολοκλήρωση με τη Δύση, ωστόσο, δεν έφερε στην Ουκρανία το υποσχόμενο κύμα οικονομικής ανάπτυξης. Μετά από μια σοβαρή κατάρρευση στον απόηχο των γεγονότων του Μαϊντάν το 2014, το ουκρανικό ΑΕΠ είδε μόνο μια ασθενή ανάκαμψη μεταξύ 2016 και 2021. Εν τω μεταξύ, το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας με την ΕΕ παρέμεινε έντονα αρνητικό. Η ολοκλήρωση με τη Δύση ωφέλησε πολύ περισσότερο τη Δύση παρά την Ουκρανία.

Η Victoria Nuland μοιράζει μπισκότα στους διαμαρτυρόμενους στην Πλατεία Maidan κατά την εξέγερση. Η ολοκλήρωση με τη Δύση μετά το πραξικόπημα ωφέλησε πολύ περισσότερο τις Δυτικές χώρες από όσο την Ουκρανία, της οποίας η οικονομία τα πήγε άσχημα κάτω από τη νέα τάξη. [Πηγή: twitter.com]

NB: Έχετε κάνει ένα ενδιαφέρον σχόλιο σχετικά με τους φιλοδυτικούς φιλελεύθερους τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ουκρανία (συμπεριλαμβανομένων των διαδηλωτών/υποστηρικτών του Μαϊντάν): «Όπως και οι ομόλογοί τους στη Ρωσία, τα μέλη αυτών των “δυτικοποιημένων” μεσαίων στρωμάτων τείνουν να είναι αφελή σχετικά με την πραγματικότητα της δυτικής κοινωνίας και σχετικά με το τι σημαίνει στην πράξη η ενσωμάτωση στις οικονομικές δομές του ανεπτυγμένου κόσμου για χώρες των οποίων οι οικονομίες είναι πολύ φτωχότερες και πιο πρωτόγονες». (σελ. 9) Μπορείτε να περιγράψετε το πραγματικό αποτέλεσμα των πολιτικών που προέκυψαν από το Μαϊντάν και την υπογραφή της Συμφωνίας Σύνδεσης με την ΕΕ; Ακούγεται σαν μια περίπτωση του είδους “πρόσεχε τι εύχεσαι”.

RC: Αν θέλετε να ραγίσετε τις καρδιές της φιλελεύθερης διανόησης της Ουκρανίας, απλώς υπενθυμίστε τους ότι η οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι στάσιμη και οι ευρωπαϊκές κοινωνίες μαστίζονται από την κρίση.

Η Ουκρανία έχει τώρα μια συμφωνία οικονομικής ολοκλήρωσης με την ΕΕ, η οποία επιτρέπει εκτεταμένους τομείς ελεύθερου εμπορίου. Αλλά η Ουκρανία δεν ενσωματώνεται στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό ως μέρος του “πυρήνα” του συστήματος με υψηλή παραγωγικότητα και υψηλούς μισθούς. Εξάλλου, γιατί οι χώρες της ΕΕ να θέλουν να δώσουν στον εαυτό τους έναν επιπλέον ανταγωνιστή;

Αντ’ αυτού, ο ρόλος που έχει ανατεθεί στην Ουκρανία είναι αυτός της αγοράς για τα προηγμένα δυτικής παραγωγής προϊόντα και του προμηθευτή στην ΕΕ σχετικά χαμηλής τεχνολογίας γενικών αγαθών, όπως χαλυβδόφυλλα και βασικά χημικά προϊόντα. Πρόκειται για προϊόντα χαμηλού κέρδους, από τα οποία οι δυτικοί παραγωγοί τείνουν να απομακρυνθούν ούτως ή άλλως, ιδίως δεδομένου ότι οι εν λόγω βιομηχανίες μπορεί να είναι ιδιαίτερα ρυπογόνες.

Κατά τη σοβιετική εποχή, όπως εξήγησα, η Ουκρανία ήταν ένα κέντρο εξελιγμένης, ενίοτε παγκόσμιας κλάσης, μεταποίησης. Αλλά στο χάος που επικράτησε με τις ιδιωτικοποιήσεις, τα επίπεδα των επενδύσεων κατέρρευσαν, η καινοτομία ουσιαστικά σταμάτησε και τα προϊόντα έγιναν μη ανταγωνιστικά στις αγορές του ανεπτυγμένου κόσμου. Στα όνειρα των φιλελεύθερων θεωρητικών, οι ξένοι καπιταλιστές επρόκειτο να περάσουν τα σύνορα, να αγοράσουν κατεστραμμένες βιομηχανικές επιχειρήσεις, να τις επανεξοπλίσουν και, με βάση τους χαμηλούς μισθούς, να αποκομίσουν ελκυστικά κέρδη από τις εξαγωγές προς τη Δύση. Αλλά η Ουκρανία είχε μια εγκληματική οικονομία που διοικούνταν από ολιγάρχες. Αντί να κολυμπήσουν με καρχαρίες, οι δυνητικοί ξένοι επενδυτές επέλεξαν κατά συντριπτική πλειοψηφία να μείνουν μακριά.

Εργοστάσιο κατασκευής σκακιών κατά τη Σοβιετική περίοδο. [Πηγή: sovtime.com]

Η μείωση των εισαγωγικών δασμών της ΕΕ προβλεπόταν ότι θα ανατρέψει την κατάσταση αυτή, καθιστώντας τα ελκυστικά κίνητρα των επενδύσεων στην Ουκρανία ακαταμάχητα για το δυτικό κεφάλαιο. Εν τω μεταξύ, οι ξένοι επενδυτές υποτίθεται ότι θα ανταγωνίζονταν τους ολιγάρχες και θα επέβαλλαν μεταρρυθμίσεις στη διεφθαρμένη, μη φιλική προς τις επιχειρήσεις, κρατική μηχανή.

Αλλά τίποτα από αυτά δεν συνέβη πραγματικά. Οι ξένες επενδύσεις παρέμειναν ελάχιστες. Ταυτόχρονα, το ελεύθερο εμπόριο με την ΕΕ σήμαινε ότι οι δυτικοί κατασκευαστές, με υψηλότερη παραγωγικότητα και πιο ελκυστική γκάμα προσφορών, μπόρεσαν να καταλάβουν μεγάλα τμήματα της ουκρανικής εγχώριας αγοράς και να εκδιώξουν τους ντόπιους παραγωγούς από την αγορά.

Ως παράδειγμα θα μπορούσα να αναφέρω την ουκρανική αυτοκινητοβιομηχανία. Το 2008 η χώρα παρήγαγε περισσότερα από 400.000 μηχανοκίνητα οχήματα. Το τελευταίο σημαντικό έτος παραγωγής ήταν το 2014. Στη συνέχεια, το 2018, η μείωση των δασμών έφερε τεράστια αύξηση των εισαγωγών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων από την ΕΕ και η παραγωγή επιβατικών αυτοκινήτων στην Ουκρανία ουσιαστικά σταμάτησε.

Το εργοστάσιο UkrAutoProm: Η παραγωγή αυτοκινήτων στην Ουκρανία ουσιαστικά έχει σταματήσει. [Πηγή: open4business.com]

NB: Σε μια σχετική επισήμανση, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι η Ουκρανία φαίνεται να έχει πέσει θύμα νεοφιλελεύθερων κορπορατιστικών πολιτικών που εξυπηρετούν ισχυρότερες εξωτερικές δυνάμεις – το είδος των πολιτικών που επικρίνονταν και καταπολεμούνταν από το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης της δεκαετίας του 1990. Η Αριστερά συνήθιζε να χαρακτηρίζει αυτές τις οικονομικές πολιτικές, όταν επιβάλλονταν σε πιο αδύναμες χώρες, ως μια μορφή νεοαποικιοκρατίας. Τώρα φαίνεται ότι η Αριστερά -τουλάχιστον στις ΗΠΑ- έχει υποβαθμιστεί σε μια τρομαγμένη σκιά του εαυτού της, έμμονα κολλημένη σε καρικατουρίστικες πολιτικές πάνω σε θέματα ταυτότητας που παπαγαλίζει την πιο πρόσφατη πολεμική προπαγάνδα. Τι, κατά τη γνώμη σας, έχει συμβεί στην Αριστερά;

RC: Κατά την άποψή μου, τα περισσότερα τμήματα της δυτικής Αριστεράς απέτυχαν να δώσουν μια επαρκή απάντηση στον πόλεμο στην Ουκρανία. Βασικά, βλέπω ότι το πρόβλημα έχει τις ρίζες του στην υποταγή στις φιλελεύθερες συμπεριφορές και συνήθειες σκέψης και στην αποτυχία να εκπαιδεύσουν μια ολόκληρη γενιά ακτιβιστών στις παραδόσεις που αποτελούσαν το γνώρισμα, συμπεριλαμβανομένων των διανοητικών παραδόσεων, του κινήματος της πάλης των τάξεων.

Σήμερα, πολλά μέλη της Αριστεράς απλά δεν έχουν τον μεθοδολογικό εξοπλισμό για να κατανοήσουν το ζήτημα της Ουκρανίας – το οποίο, για να είμαστε δίκαιοι, είναι φοβερά περίπλοκο. Εδώ θα ήθελα να κάνω δύο επισημάνσεις. Πρώτον, είναι κρίσιμα σημαντικό για την αριστερά να φτάσει σε μια σαφή κατανόηση του αν η σημερινή Ρωσία είναι ή δεν είναι μια ιμπεριαλιστική δύναμη. Δεύτερον, κατά την αντιμετώπιση αυτού του ερωτήματος, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση η Αριστερά να αφήσει τον εαυτό της να επαναπαυθεί στον τρόπο σκέψης της Guardian και της Washington Post. Η μεθοδολογία μας πρέπει να προέρχεται από την παράδοση αριστερών στοχαστών όπως η Λούξεμπουργκ, ο Λένιν, ο Μπουχάριν και ο Λούκατς.

Ο φιλελεύθερος εμπειρισμός της Guardian θα σας πει ότι η Ρωσία είναι μια ιμπεριαλιστική δύναμη, όπως “αποδεικνύεται” από το γεγονός ότι η Ρωσία εισέβαλε και κατέλαβε το έδαφος μιας άλλης χώρας. Αλλά ακόμη και τις τελευταίες δεκαετίες, διάφορες χώρες που είναι εμφανώς φτωχές και καθυστερημένες έχουν κάνει ακριβώς το ίδιο. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να μιλάμε για “μαροκινό ιμπεριαλισμό” ή “ιρακινό ιμπεριαλισμό”; Αυτό είναι παράλογο.

Σύμφωνα με την κλασική αριστερή ανάλυση, ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός είναι μια ιδιότητα του πιο προηγμένου και πλούσιου καπιταλισμού. Οι ιμπεριαλιστικές χώρες εξάγουν κεφάλαιο σε μαζική κλίμακα και αποστραγγίζουν την αξία από τον αναπτυσσόμενο κόσμο μέσω του μηχανισμού της άνισης ανταλλαγής. Εδώ η Ρωσία απλά δεν ανταποκρίνεται στο πρότυπο. Με τη σχετικά καθυστερημένη οικονομία της που βασίζεται στην εξαγωγή πρώτων υλών, η Ρωσία είναι θύμα της άνισης ανταλλαγής σε μεγάλη κλίμακα.

Για την Αριστερά, η συμπόρευση με τον ιμπεριαλισμό στην επίθεση εναντίον ενός από τα θύματα του ιμπεριαλισμού θα έπρεπε να είναι αδιανόητη. Αλλά αυτό ακριβώς κάνουν τώρα πολλοί αριστεροί.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, το ΝΑΤΟ έχει επεκταθεί από την κεντρική Γερμανία μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας. Η Ουκρανία έχει στρατολογηθεί ως de facto μέλος του δυτικού στρατοπέδου και έχει εξοπλιστεί με έναν μεγάλο, καλά εξοπλισμένο και εκπαιδευμένο από το ΝΑΤΟ στρατό. Οι ιμπεριαλιστικές απειλές και πιέσεις κατά της Ρωσίας έχουν πολλαπλασιαστεί.

Πρέπει να αντισταθούμε στον ιμπεριαλισμό. Αυτό όμως σημαίνει ότι η Αριστερά πρέπει να υποστηρίξει τις ενέργειες του Πούτιν στην Ουκρανία; Εδώ θα πρέπει να σκεφτούμε ότι μια εργατική κυβέρνηση στη Ρωσία θα είχε αντιμετωπίσει τον ιμπεριαλισμό σε πρώτη φάση μέσω μιας εντελώς διαφορετικής στρατηγικής, με επίκεντρο τη διεθνή αλληλεγγύη της εργατικής τάξης και την επαναστατική αντιπολεμική αγκιτάτσια.

Προφανώς, αυτή είναι μια πορεία που ο Πούτιν δεν θα ακολουθήσει ποτέ. Αλλά η απόφαση της Ρωσίας να αντισταθεί στον ιμπεριαλισμό με μεθόδους που δεν είναι οι δικές μας σημαίνει άραγε ότι πρέπει να καταγγείλουμε το ίδιο το γεγονός της ρωσικής αντίστασης;

Και πάλι, αυτό είναι αδιανόητο. Πρέπει να σταθούμε στο πλευρό της Ρωσίας ενάντια στις επιθέσεις που δέχεται από τον ιμπεριαλισμό και την ουκρανική άρχουσα τάξη. Φυσικά, η πολιτική του Πούτιν δεν είναι η δική μας, οπότε η υποστήριξή μας στη ρωσική υπόθεση πρέπει να είναι κριτική και διαφοροποιημένη. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να υποστηρίξουμε συγκεκριμένες πολιτικές και δράσεις της καπιταλιστικής ελίτ της Ρωσίας.

Τούτου λεχθέντος, η αριστεροφιλελεύθερη θέση, της επιδίωξης της νίκης του ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του στην Ουκρανία, είναι βαθιά αντιδραστική. Τελικά, μπορεί μόνο να πολλαπλασιάσει τα δεινά μέσω της ενθάρρυνσης των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ να εξαπολύσουν επιθέσεις σε άλλα μέρη του κόσμου.

NB: Ο πόλεμος ήταν επίσης μια καταστροφή για την Ουκρανία από οικονομικής άποψης. Τον Οκτώβριο του περασμένου έτους η Andrea Peters έγραψε ένα εμπεριστατωμένο άρθρο για το πώς η φτώχεια είχε εκτοξευθεί στα ύψη στη χώρα μετά την εισβολή. Μερικά από τα στοιχεία που ανέφερε ήταν τα εξής:

*10-πλάσια αύξηση της φτώχειας

*35% ποσοστό ανεργίας

*50% μείωση των μισθών

*δημόσιο χρέος 85% του ΑΕΠ

Είμαι σίγουρη ότι τώρα τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Φαίνεται ότι οι ΗΠΑ/Ευρώπη αυτή τη στιγμή χρηματοδοτούν σχεδόν εξ ολοκλήρου την ουκρανική κυβέρνηση. Μπορείτε να μιλήσετε για όσα γνωρίζετε για τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες της Ουκρανίας;

RC: Η οικονομία της Ουκρανίας έχει καταστραφεί από τον πόλεμο. Τα κυβερνητικά στοιχεία δείχνουν ότι το ΑΕΠ κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2022 μειώθηκε κατά 34% σε σχέση με το επίπεδο του προηγούμενου έτους και η βιομηχανική παραγωγή τον Σεπτέμβριο μειώθηκε κατά παρόμοιο ποσό. Τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους το κόστος των άμεσων ζημιών σε κτίρια και υποδομές υπολογίστηκε σε 135 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ πάνω από το 7% των κατοικιών φέρεται να έχει υποστεί ζημιές ή να έχει καταστραφεί. Τεράστιες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης δεν έχουν σπαρθεί, συχνά επειδή τα χωράφια έχουν ναρκοθετηθεί.

Η στρατιωτική επιστράτευση έχει αφαιρέσει μεγάλο αριθμό ειδικευμένων εργαζομένων από τις θέσεις εργασίας τους. Άλλοι άνθρωποι με υψηλά προσόντα βρίσκονται μεταξύ των Ουκρανών, σύμφωνα με πληροφορίες τουλάχιστον 5,5 εκατομμύρια, που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα. Υπολογίζεται ότι 6,9 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί εντός της Ουκρανίας, και αυτό έχει επίσης επηρεάσει την παραγωγή.

Πηγή: bbc.com]

Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Serhii Marchenko, μόλις το ένα τρίτο των εσόδων του προϋπολογισμού της Ουκρανίας προέρχεται πλέον από εγχώριες πηγές. Η διαφορά πρέπει να καλυφθεί από ξένα δάνεια και επιχορηγήσεις. Αυτή η βοήθεια ήταν αρκετή για να διατηρηθεί ο ετήσιος πληθωρισμός σε σχετικά διαχειρίσιμο επίπεδο, περίπου 25%, αλλά οι εργαζόμενοι σπάνια αποζημιώνονται για τις αυξήσεις των τιμών και το βιοτικό τους επίπεδο έχει καταρρεύσει.

Σε πολλές περιπτώσεις, η δυτική βοήθεια δεν έχει τη μορφή επιχορηγήσεων αλλά δανείων. Σύμφωνα με τον υπολογισμό μου, το εξωτερικό χρέος της Ουκρανίας τον Ιανουάριο ήταν περίπου 95 τοις εκατό του ετήσιου ΑΕΠ. Όταν και αν επιστρέψει η ειρήνη, η Ουκρανία θα πρέπει να θυσιάσει τα συναλλαγματικά της έσοδα επί δεκαετίες για να αποπληρώσει αυτά τα δάνεια.

[Πηγή: dreamstime.com]

NB: Ο πρωθυπουργός της Ουκρανίας Denys Shmyhal δήλωσε ότι μόνο για το 2023 η Ουκρανία θα χρειαστεί 38 δισεκατομμύρια δολάρια για να καλύψει το έλλειμμα του προϋπολογισμού και άλλα 17 δισεκατομμύρια δολάρια για “έργα ταχείας ανασυγκρότησης”. Φαίνεται ότι δεν είναι βιώσιμο (πολιτικά ή οικονομικά) για τη Δύση να παρέχει αυτό το είδος χρημάτων επ’ αόριστον. Εσείς τι πιστεύετε;

RC: Ο αριθμός που έχω για τις συνολικές προγραμματισμένες στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ το 2023 είναι 886 δισεκατομμύρια δολάρια, οπότε οι χώρες του ΝΑΤΟ μπορούν να αντέξουν οικονομικά να συντηρήσουν και να ανοικοδομήσουν την Ουκρανία, αν το θέλουν. Το γεγονός ότι διατηρούν την ουκρανική οικονομία ταΐζοντάς την σχετικά με το σταγονόμετρο—και ακόμη χειρότερα, απαιτώντας να επιστραφούν πολλές από τις δαπάνες—είναι μια συνειδητή επιλογή που έχουν κάνει.

Υπάρχει ένα μάθημα σε αυτό για τις ελίτ του αναπτυσσόμενου κόσμου που μπαίνουν στον πειρασμό να λειτουργήσουν ως πληρεξούσιοι του ιμπεριαλισμού, με τον τρόπο που οι ηγέτες της Ουκρανίας μετά το 2014 το έκαναν συνειδητά. Όταν οι συνέπειες σας βάζουν σε βαθιά περιπέτειες, μην περιμένετε από τους ιμπεριαλιστές να αναλάβουν τον λογαριασμό. Σε τελική ανάλυση, αυτοί δεν βρίσκονται στο πλευρό σας.

NB: Το Ινστιτούτο Oakland δημοσίευσε μια έκθεση τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους σχετικά με μια συγκεκριμένη πτυχή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εκπορεύονται από τη Δύση στην Ουκρανία – την αγροτική γη. Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ο Ζελένσκι μετά την ανάληψη των καθηκόντων του το 2019 ήταν να επιβάλει την ψήφιση ενός αντιδημοφιλούς νομοσχεδίου για τη μεταρρύθμιση της γης. Μπορείτε να εξηγήσετε τι αφορούσε αυτός ο νόμος και γιατί ήταν τόσο αντιδημοφιλής;

RC: Μέχρι το 2014 οι γεωργικές εκτάσεις της Ουκρανίας είχαν σχεδόν όλες ιδιωτικοποιηθεί και διανεμηθεί μεταξύ εκατομμυρίων πρώην εργαζομένων σε συλλογικές εκμεταλλεύσεις. Μέχρι το 2021 παρέμενε ένα μορατόριουμ για τις πωλήσεις γεωργικής γης. Αυτό το μορατόριουμ ήταν συντριπτικά δημοφιλές μεταξύ του αγροτικού πληθυσμού, ο οποίος δεν εμπιστευόταν τη γραφειοκρατία των κτηματολογικών γραφείων και φοβόταν ότι θα του αρπάξουν τις ιδιοκτησίες του. Με μικρές μόνο εκτάσεις και χωρίς κεφάλαια για να αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους, οι περισσότεροι ιδιοκτήτες γης επέλεξαν να μισθώσουν τις εκμεταλλεύσεις τους και να εργάζονται ως υπάλληλοι σε εμπορικές γεωργικές επιχειρήσεις.

Το αποτέλεσμα έχει περιγραφεί ως “επαναφεουδαιοποίηση της ουκρανικής γεωργίας”. Επιχειρηματίες με πρόσβαση σε κεφάλαια, συχνά καταξιωμένοι ολιγάρχες, αλλά συμπεριλαμβανομένων επίσης αμερικανικών και σαουδαραβικών επιχειρηματικών συμφερόντων, συγκέντρωσαν τον έλεγχο τεράστιων μισθωμένων εκμεταλλεύσεων. Με τα ενοίκια της γης φθηνά και τους μισθούς ελάχιστους, οι νέοι βαρόνοι της γης είχαν ελάχιστο λόγο να επενδύσουν στην αύξηση της παραγωγικότητας, η οποία παρέμεινε χαμηλή παρά το πλούσιο έδαφος.

[Πηγή: foreignbrief.com]

Σε αυτή την κατάσταση, που ήταν ήδη βαθιά οπισθοδρομική, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλοι θεσμικοί δανειστές έφεραν τη σοφία του νεοφιλελεύθερου δόγματος. Για πολλά χρόνια, τα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής που συνδέονταν με τα δάνεια του ΔΝΤ επέμεναν στην απελευθέρωση της αγοράς όσον αφορά τη γεωργική γη. Οι ουκρανικές κυβερνήσεις, έχοντας επίγνωση της μαζικής εχθρότητας προς την κίνηση αυτή, είχαν καθυστερήσει. Ήταν ο Zelensky εκείνος του οποίου η αντίσταση τελικά έσπασε. Από τα μέσα του 2021 οι Ουκρανοί πολίτες έχουν τη δυνατότητα να αγοράζουν έως και 100 εκτάρια γεωργικής γης, ενώ ο αριθμός αυτός θα αυξηθεί σε 10.000 εκτάρια από τον Ιανουάριο του 2024.

Σύμφωνα με τις διαδιδόμενες θεωρίες, μεγάλος αριθμός μικροϊδιοκτητών γης θα πουλήσει τώρα τη γη του, θα μετακομίσει στις πόλεις και θα ξεκινήσει τη ζωή του ως αστικός εργάτης, ενώ η αύξηση της αξίας της γης θα αναγκάσει τους επιχειρηματίες αγρότες να επενδύσουν στην αύξηση της παραγωγικότητάς τους. Αλλά αυτοί οι υπολογισμοί είναι σχεδόν σίγουρα ουτοπικοί. Η ανεργία στις πόλεις είναι ήδη υψηλή και η στέγαση σφιχτή. Οι μικροί αγρότες είναι απίθανο να διακινδυνεύσουν να υποθηκεύσουν τη γη τους για να βελτιώσουν τις δραστηριότητές τους, ενώ τα κέρδη παραμένουν ισχνά, τα επιτόκια υψηλά, οι τράπεζες ληστρικές και οι υπάλληλοι διεφθαρμένοι σε κάθε επίπεδο.

Η πραγματική λογική αυτής της “μεταρρύθμισης” είναι να ενισχυθεί ο έλεγχος της γεωργίας από τους ολιγάρχες και τις διεθνείς αγροτικές επιχειρήσεις.

NB: Η Παγκόσμια Τράπεζα κυκλοφόρησε πρόσφατα μια έκθεση που αναφέρει ότι η ανοικοδόμηση μετά το τέλος του πολέμου θα κοστίσει τουλάχιστον 411 δισεκατομμύρια δολάρια. Όταν τελειώσουν οι μάχες, τι είδους πολιτικές πιστεύετε ότι θα δώσουν στην Ουκρανία τις καλύτερες πιθανότητες για την οικοδόμηση μιας πιο σταθερής και δίκαιης οικονομίας μακροπρόθεσμα;

RC: Πώς θα τελειώσουν οι μάχες; Προς το παρόν, οι ρωσικές δυνάμεις φαίνεται απίθανο να ηττηθούν, τουλάχιστον από τους Ουκρανούς. Εν τω μεταξύ, όσο πιο κοντά είναι μια ρωσική νίκη, τόσο μεγαλύτερη είναι η προοπτική μιας πλήρους ιμπεριαλιστικής στρατιωτικής επέμβασης.

Ας υποθέσουμε, όμως, ότι ο Ζελένσκι θα καθόταν κάτω με τους Ρώσους διαπραγματευτές και θα σφυρηλατούσαν μια ειρηνευτική συμφωνία. Ρεαλιστικά, αυτό θα απαιτούσε την αναγνώριση από την Ουκρανία ότι το Ντονμπάς και η Κριμαία είχαν χαθεί, μαζί με τις επαρχίες Ζαπορίζια και Χερσώνα. Οι νεοφασίστες θα έπρεπε να εκκαθαριστούν από τον κρατικό μηχανισμό και οι οργανώσεις τους να τεθούν εκτός νόμου. Η Ουκρανία θα έπρεπε να διακόψει τους δεσμούς της με το ΝΑΤΟ και οι ένοπλες δυνάμεις της θα έπρεπε να μειωθούν σε ένα επίπεδο που η χώρα θα μπορούσε να αντέξει οικονομικά.

Αν επιτευχθεί μια τέτοια συμφωνία, φυσικά, οι Ουκρανοί υπερεθνικιστές θα σχημάτιζαν ουρά για να δολοφονήσουν τον Ζελένσκι. Αν, δηλαδή, δεν τον σκότωνε πρώτα η CIA.

Αν υποθέσουμε ότι μπορεί να υπάρξει ένα “μετά τον πόλεμο”, πώς θα μπορούσε να μοιάζει; Πρέπει να θυμόμαστε ότι η Ουκρανία είναι τώρα ένα από τα φτωχότερα μέρη του καπιταλιστικού αναπτυσσόμενου κόσμου. Για χώρες σε αυτή τη γενική κατάσταση, δεν μπορεί να υπάρξει πραγματικά “σταθερό και δίκαιο” οικονομικό μέλλον. Ένα τέτοιο μέλλον είναι νοητό μόνο έξω από τον καπιταλισμό, τις κρίσεις του και το διεθνές σύστημα λεηλασίας του.

Αλλά, ας υποθέσουμε ότι μια ανεξάρτητη Ουκρανία θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να αναδυθεί, ότι θα βρισκόταν σε ειρήνη και ότι θα μπορούσε να ακολουθήσει ένα είδος ορθολογικής οικονομικής πορείας. Κατ’ αρχάς, η πορεία αυτή θα περιλάμβανε μια προσεκτική οριοθέτηση της οικονομίας από την προηγμένη Δύση. Ιδανικά, η Ουκρανία θα εξακολουθούσε να έχει εκτεταμένες εμπορικές συναλλαγές με την ΕΕ. Αλλά αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει με κόστος το να επιτραπεί σε εισαγωγές χωρίς περιορισμούς να καταπνίξουν βιομηχανίες και τομείς που θα είχαν τη δυνατότητα να φθάσουν σε σύγχρονα επίπεδα πολυπλοκότητας και παραγωγικότητας.

Οι εμπορικές σχέσεις της Ουκρανίας πρέπει να βασίζονται κυρίως σε ανταλλαγές με κράτη που μοιράζονται το γενικό επίπεδο τεχνολογικής ανάπτυξης της χώρας, έτσι ώστε ο εμπορικός ανταγωνισμός να υπόσχεται τόνωση και όχι εξόντωση. Αυτή η στροφή θα συνεπαγόταν την αποκατάσταση ενός πυκνού δικτύου οικονομικών σχέσεων με τη Ρωσία. Θα χαρακτηριζόταν επίσης από την επέκταση του ήδη εκτεταμένου (το 2021) εμπορίου με κράτη όπως η Τουρκία, η Αίγυπτος, η Ινδία και η Κίνα.

Από πολιτικοοικονομική άποψη, το μέλλον της Ουκρανίας δεν έγκειται στην “ενσωμάτωση με τη Δύση” -μια καταστροφική φαντασίωση- αλλά στο να πάρει η χώρα τη θέση της ανάμεσα στα κράτη μέλη οργανισμών όπως οι BRICS, η πρωτοβουλία Belt and Road και ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης. Για τις χρηματοδοτικές της ανάγκες, η Ουκρανία πρέπει να αποκηρύξει το ΔΝΤ και να στραφεί σε οργανισμούς όπως η Ασιατική Τράπεζα Επενδύσεων Υποδομών.

Αυτές είναι αναγκαίες αλλαγές και θα βελτίωναν σημαντικά τις προοπτικές της Ουκρανίας. Αλλά τελικά, ένα “σταθερό και δίκαιο” μέλλον χρειάζεται πολύ βαθύτερους μετασχηματισμούς. Θα απαιτήσει την εκδίωξη των εγκληματιών ολιγαρχών της χώρας από τον έλεγχο της οικονομίας.

Σε περίπου τριάντα χρόνια, και παρά τη δυτική βοήθεια, οι φιλελεύθεροι μεταρρυθμιστές της Ουκρανίας έχουν σημειώσει μικρή πρόοδο σε αυτό το μέτωπο. Τα “μεσαία στρώματα” της κοινωνίας της χώρας απλά δεν είναι ικανά ή διατεθειμένα να πραγματοποιήσουν μια τέτοια εκδίωξη. Έχουν μικρό κοινωνικό βάρος και δεν αποτελούν ανεξάρτητη δύναμη. Όσοι από αυτούς δεν εργάζονται απευθείας για τους ολιγάρχες είναι μπλεγμένοι, σε πολλές περιπτώσεις, στη διεφθαρμένη κρατική μηχανή που ελέγχουν οι ολιγάρχες.

[Πηγή: euromaidanpress.com]

Η μόνη κοινωνική δύναμη στην Ουκρανία που έχει τους μαζικούς αριθμούς για να τερματίσει την εξουσία των ολιγαρχών είναι το οργανωμένο προλεταριάτο. Σε αντίθεση με τα “μεσαία στρώματα”, οι εργαζόμενοι της χώρας δεν έχουν κανένα συμφέρον από τη διατήρηση του ολιγαρχισμού και έχουν τη δυνατότητα να δράσουν ανεξάρτητα από αυτόν.

NB:  Στη δεκαετία του 1990 κάνατε ρεπορτάζ από τη Μόσχα για την εφημερίδα ‘Πράσινη Αριστερά’. Πώς προέκυψε αυτό, και τι είναι αυτό που ξεχωρίζετε περισσότερο από τη θητεία σας στη Ρωσία;

RC: Ως ρωσόφωνος, στάλθηκα από την εφημερίδα το 1990 στη Μόσχα -τότε πρωτεύουσα της ΕΣΣΔ- για να κάνω ρεπορτάζ για την πρόοδο της περεστρόικα. Περίμενα να μείνω εκεί για περίπου δύο χρόνια, αλλά απέκτησα μια ρωσική οικογένεια και έμεινα για εννέα χρόνια.

Είχα μόνο ένα μικρό εισόδημα από την εφημερίδα. Η σύζυγός μου και εγώ ζούσαμε καλύτερα από τους γείτονες, αλλά όχι πολύ. Παρακολουθούσα και έκανα ρεπορτάζ καθώς εργαζόμενοι με υψηλά προσόντα βυθίζονταν στην εξαθλίωση. Οι μισθοί τους δεν πληρώνονταν, οι αποταμιεύσεις τους δεκαετιών διαγράφονταν από τον πληθωρισμό, πουλούσαν τα οικιακά τους αντικείμενα έξω από τους σταθμούς του μετρό και ζούσαν με πατάτες που ξέθαβαν από τα χωράφια του κήπου τους.

Πλανόδιο παζάρι στο Rostov-on-Don το 1992. [Source: wikipedia.org]

Η πιο ανατριχιαστική εμπειρία ήταν να παρακολουθώ τους ανθρώπους να προσπαθούν να αντιμετωπίσουν μια δραστική ανατροπή πεποιθήσεων και αξιών. Όπου η σοβιετική κοινωνία είχε βάλει ένα μείον, οι Ρώσοι κλήθηκαν απότομα να βάλουν ένα συν. Συμπεριφορές που προηγουμένως θεωρούνταν περιφρονητικές, όπως η κομπίνα, η κερδοσκοπία, τώρα επαινούνταν από τα μέσα ενημέρωσης.

Μεταξύ των ανθρώπων που γνώρισα, υποψιάζομαι ότι εκείνοι που τραυματίστηκαν περισσότερο ήταν οι διανοούμενοι με δυτικό προσανατολισμό, οι οποίοι για χρόνια επιθυμούσαν να χαθεί η Σοβιετική Ένωση και να την αντικαταστήσει ο καπιταλισμός. Τώρα ο καπιταλισμός είχε έρθει – και ήταν ένας εφιάλτης.

Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν ήταν λίγοι οι Ρώσοι που έχασαν εντελώς τον ηθικό τους προσανατολισμό. Τα πάντα έμοιαζαν επιτρεπτά. Θυμάμαι να ξεκινάω ένα πρωί για να πάω το μικρό μου αγόρι στον παιδικό σταθμό. Στο πεζοδρόμιο, όχι μακριά από το κτίριό μας, συναντήσαμε ένα φρεσκοδολοφονημένο πτώμα.

Εν τω μεταξύ, ένας ανεμοστρόβιλος της ιστορίας στροβιλιζόταν γύρω μας. Ως δημοσιογράφος βρισκόμουν στον “Ρωσικό Λευκό Οίκο”, το κτίριο του κοινοβουλίου πάνω από το Κρεμλίνο στον ποταμό της Μόσχας, κατά τη διάρκεια των πραξικοπημάτων του 1991 και του 1993. Το 1998 έκανα ρεπορτάζ όταν η κυβέρνηση ουσιαστικά κήρυξε πτώχευση, αθετώντας τις δανειακές της υποχρεώσεις. Μέχρι τότε, το 40% της οικονομίας είχε εξατμιστεί.

Θυμάμαι, όμως, εκείνα τα χρόνια ως κατά κάποιο τρόπο τα πλουσιότερα και πιο αποδοτικά της ζωής μου.

Πηγή: Convert Action Magazine

Μετάφραση: Κωστής Μηλολιδάκης

Προγράμματα, υποσχέσεις και «ποιος θα κυβερνήσει τελικά αυτόν τον τόπο»

Κ. Μητσοτάκης:  «Χωρίς φοβικότητα, με θάρρος και τόλμη να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της 4ης βιομηχανικής επανάστασης. Χρειαζόμαστε πλέον ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο με ψηφιακά χαρακτηριστικά».

Ν. Ανδρουλάκης: «Χρέος λοιπόν των σοσιαλδημοκρατών είναι να διαμορφώσουν τις συνθήκες για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, το οποίο θα λαμβάνει υπόψη τις οικονομικές, κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις και θα προστατεύει τον κόσμο της εργασίας». 

Α. Τσίπρας: «Πρόκειται για τον οδικό χάρτη της προοδευτικής κυβέρνησης, για ένα συμβόλαιο με την κοινωνία, που εμπεριέχει τις δεσμεύσεις για μια κυβέρνηση προοδευτικής συνεργασίας μακράς πνοής». 

Γ. Τσούνης, Πρέσβης ΗΠΑ: «Η εξαιρετική αυτή συνεργασία διατηρείται εδώ και πάνω από μία δεκαετία παρά τις τέσσερις διαφορετικές κυβερνήσεις και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ελλάδα…. μέσα σε αυτά τα χρόνια η Ελλάδα αναδείχθηκε «σε στρατιωτικό εφοδιαστικό κόμβο για το ΝΑΤΟ» Καμία από τις δύο πλευρές»,(σ.σ.: εννοεί ούτε η Ελλάδα, ούτε η Τουρκία) δεν έχουν το μονοπώλιο του τι είναι σωστό και τι λάθος». 

Καθημερινή (άρθρο της Ειρήνης Χρυσολωρά): «Η κεντρική ιδέα της πρότασης της Κομισιόν για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες είναι τα εθνικά μεσοπρόθεσμα σχέδια 4ετούς διάρκειας, που θα συμφωνούνται σε διμερή βάση με το κάθε κράτος-μέλος και θα προβλέπουν έναν συνδυασμό μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων. Το μέγεθος της προσαρμογής πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να εξασφαλίζει καθοδική πορεία του χρέους για χώρες με χρέος πάνω από 100% του ΑΕΠ και μείωση του ελλείμματος κατά 0,5% του ΑΕΠ τον χρόνο για χώρες με έλλειμμα πάνω από το όριο του 3% του ΑΕΠ. Αυτά θα προκύπτουν από την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους που θα κάνει η Επιτροπή… Το Πρόγραμμα Σταθερότητας 2023-2026, που υποβάλλει η κυβέρνηση αύριο Κυριακή 30 Απριλίου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προσπαθεί να υπακούσει σ’ αυτούς τους κανόνες, που –πάντως– βρίσκονται ακόμη υπό διαπραγμάτευση. Προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 0,7%-1% του ΑΕΠ για φέτος και στην περιοχή του 2% τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, όπως διευκρινίζεται, το πρόγραμμα αυτό έχει μόνο ένα βασικό σενάριο, που δεν περιλαμβάνει τις προεκλογικές εξαγγελίες, πλην της πρόβλεψης για αναμόρφωση του μισθολογίου των δημοσίων υπαλλήλων, κόστους 500 εκατ. ευρώ. Τα μέτρα, όμως, που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχουν δημοσιονομικό κόστος 1,2 δισ. ευρώ για το 2023 (περιλαμβανομένων των 500 εκατ. ευρώ των δημοσίων υπαλλήλων), που ανεβαίνει σταδιακά στα 2,2-2,3 δισ. ευρώ το 2027 (συνολικά 8 δισ. ευρώ την τετραετία). Για να εφαρμοστούν τα συγκεκριμένα μέτρα πρέπει να εξασφαλισθεί πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος μόνιμου χαρακτήρα 700 εκατ. ευρώ έως 1,8 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει πρόσθετα μόνιμα μέτρα… Σύμφωνα με τις προτάσεις της Κομισιόν, οι λεγόμενες «καθαρές δαπάνες», δηλαδή οι δαπάνες αφαιρουμένων των προσωρινού χαρακτήρα εσόδων, δεν πρέπει να αυξάνονται με ρυθμό υψηλότερο από το μεσοπρόθεσμο ΑΕΠ. Ετσι, ένα έκτακτο έσοδο, που δημιουργεί προσωρινά δημοσιονομικό χώρο, δεν δικαιολογεί αύξηση μόνιμης δαπάνης, όπως οι συντάξεις, σύμφωνα με τους νέους κανόνες. Μόνο μια μόνιμη αύξηση εσόδων, π.χ. ένας νέος φόρος, το επιτρέπει».

Το προεκλογικό κλίμα παραμένει χαλαρό έως αδιάφορο. Η αποστροφή, η απόσταση ή ακόμα και η οργή απέναντι στο πολιτικό σύστημα καθορίζει αυτή τη στάση. Τα μνημονιακά και ευρωατλαντικά κόμματα προσπαθούν να αλλάξουν το κλίμα με πλήθος υποσχέσεων, όπως διορισμοί στα υποστελεχωμένα νοσοκομεία και σχολεία, αυξήσεις στους κατακρεουργημένους από την ακρίβεια και την αισχροκέρδεια μισθούς, μειώσεις φόρων.

Δεν είναι γενικώς η έλλειψη πολιτικοποίησης ή η ανωριμότητα του ελληνικού λαού. Καλώς ή κακώς υπάρχει μια λαϊκή σοφία για το «ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο». Άσχετα αν αυτή οδηγείται τελικά σε συντηρητικοποίηση και αναδίπλωση καθώς δημιουργείται η πεποίθηση ότι «δεν αλλάζει τίποτα».

Οι δημοσιονομικοί κανόνες είναι σαφείς. Για να δώσει μια χώρα, με πρόβλημα χρέους, κάπου αυξήσεις θα πρέπει να δηλώσει ισοδύναμο μέτρο. Από ποιες δαπάνες θα κόψει ή ποιό φόρο θα προσθέσει.

Κάτι τέτοιο δεν είδαμε στο πρόγραμμα του Μητσοτάκη.

Ούτε στο πρόγραμμα Τσίπρα, το οποίο απαιτεί και περισσότερο δημοσιονομικό χώρο – πέρα από την υπόσχεση να καταργήσει τους μισούς νόμους από όσους ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε (πχ τράπεζες, ενέργεια).

Και όσον αφορά τη συζήτηση για τον προσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, σε έναν κόσμο που γεωπολιτικά αλλάζει ραγδαία, οι διεκδικητές της εξουσίας δεν μπαίνουν καν στον κόπο να μας πουν τι θέλουν. 

Μιλά για λογαριασμό τους ο πρέσβης των ΗΠΑ.  Για να μην ξεχνάμε «ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο».

Το ερώτημα της ρήξης με το μνημονιακό και ευρωατλαντικό πλαίσιο και της διεκδίκησης μιας πιο ανεξάρτητης πολιτικής μπορεί να μην βρίσκει, προς το παρόν, πολιτική δύναμη που να το απαντά. Το λαϊκό φρόνημα παραμένει χαμηλά, μετά το τραύμα του 2015. Ωστόσο το άγχος των μνημονιακών κομμάτων να τάζουν φύκια για μεταξωτές κορδέλες ή να την πέφτουν με λύσσα στο Βαρουφάκη για την παραμικρή υπόνοια μικροαμφισβήτησης των ευρωπαϊκών κανόνων, δείχνει ότι δεν μπορεί παρά να ξαναμπεί στο τραπέζι.

Διεκδίκηση ή διαχείριση;

Ανακοίνωση για τις εκλογές της 21ης Μαϊου

Για τις εκλογές της 21ης Μαΐου,
με τη ματιά μας στραμμένη στην επόμενη μέρα

  1. Παρά τη διάχυτη οργή για το έγκλημα των Τεμπών και τις καταστροφικές συνέπειες της ιδιωτικοποίησης και της διάλυσης των δημόσιων υποδομών, ο αρνητικός συσχετισμός παραμένει. Απουσιάζει ένα εναλλακτικό πολιτικό και κοινωνικό σχέδιο πέραν αυτού που παρουσιάζει ως μονόδρομο ο καπιταλισμός. Απουσιάζει και μια αξιόπιστη πολιτική δύναμη που να έχει πρόγραμμα ανατροπής αυτού του συσχετισμού δύναμης. Μεγάλο τμήμα της κοινωνίας θεωρεί ότι η Αριστερά (δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ) δοκιμάστηκε, κυβέρνησε και τελικά εφάρμοσε το ίδιο, πάνω-κάτω, νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. Δεν έχει αναληφθεί σοβαρά από κανένα συλλογικά οργανωμένο υποκείμενο η ευθύνη ανατροπής αυτής της αίσθησης. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη κομμουνιστικής Αριστεράς αλλά και στην απουσία μιας μετωπικής αριστερής-προοδευτικής εναλλακτικής πολιτικής δύναμης που θα συγκρούονταν με πλευρές του σύγχρονου καπιταλισμού και θα εξέφραζε, έστω πρόσκαιρα και μερικά, τα συμφέροντα των εργαζομένων και των μικρομεσαίων στρωμάτων.
  2. Η μακρά ύφεση που πλήττει τον δυτικό καπιταλιστικό κόσμο έχει αρνητικά αποτελέσματα στην καθημερινή επιβίωση των λαϊκών στρωμάτων και πολύ περισσότερο των νέων εργαζομένων. Η ακρίβεια και ο πληθωρισμός μειώνουν τις προσδοκίες μιας καλύτερης ζωής και επιπλέον καθιστούν προβληματική την ίδια την επιβίωση. Σε αυτό το περιβάλλον, ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζει να διαιρεί το ενιαίο σύστημα κοινωνικών σχέσεων γεωγραφικά και πολιτικά (δύση και ανατολή). Απέναντι σε αυτό το οικονομικό – γεωπολιτικό πλαίσιο έχουμε μια πολιτική πλήρους υποταγής από την πλευρά της αστικής τάξης. Τόσο η υπαγωγή της Ελλάδας στο ατλαντικό σχέδιο (ΝΑΤΟ – ΗΠΑ) όσο και η ένταξη και παραμονή στο οικονομικό ευρωπαϊκό σχέδιο (ΕΕ), δεν αμφισβητούνται θεωρητικά από τη συντριπτική πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών κομμάτων και πρακτικά – πολιτικά δεν αντιπαλεύονται από κανέναν. Από την άλλη, η εργαζόμενη κοινωνία δεν έχει υπερβεί το σοκ του 2015 και χαρακτηρίζεται από εναλλασσόμενες στιγμές μοιρολατρίας, αμηχανίας, οργής, αδιεξόδου. Εγκλήματα σαν αυτό των Τεμπών, απελευθερώνουν τη δυσαρέσκεια απέναντι στην διαχρονική και κοινή πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και αναδεικνύουν την ευθύνη των κομμάτων που την εφάρμοσαν (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ). Δεν μπορούν όμως να συγκροτήσουν το αντίπαλο πολιτικό υποκείμενο. Σε κάθε περίπτωση, σε κάθε ζήτημα που προκύπτει, σε κάθε στροφή της συγκυρίας, το δίλημμα παραμένει: είτε αποδοχή του συστήματος και των πολιτικών του, είτε σύγκρουση. Ενδιάμεσες απαντήσεις και εύκολες λύσεις, δεν υπάρχουν.
  3. Το γεγονός ότι το πλαίσιο της αντιπαράθεσης είναι δεδομένο και μη αμφισβητήσιμο από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου, προσδιορίζει και τον χαρακτήρα των συγκεκριμένων εκλογών. Δεν κυοφορούνται εκπλήξεις για το τι θα συμβεί την επόμενη μέρα. Η εκλογική αναμέτρηση αφορά κυρίως την εμπέδωση του δικομματισμού και τη συνέχιση της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, γεγονός που αποδεικνύεται και από την ποιότητα, τον προβληματισμό και τα θέματα που απασχολούν τον δημόσιο διάλογο, λίγο πριν τις κάλπες. Η αναξιοπιστία της Αριστεράς είναι βαθιά και οργανική, τροφοδοτεί την ηγεμονία της απροκάλυπτης δεξιάς νεοφιλελεύθερης πολιτικής, όπως αυτή εκφράζεται από το πρόσωπο του Μητσοτάκη, κι ορίζει, είτε το θέλουμε, είτε όχι, πολύ πιο σύνθετα και στρατηγικά καθήκοντα από αυτά της μιας ή της άλλης εκλογικής στάσης.
  4. Σε αυτή τη συγκεκριμένη συνθήκη, ο δρόμος ανάταξης του λαϊκού φρονήματος, του κινήματος και της Αριστεράς δεν περνά από τις εκλογικές μάχες αλλά αφορά μια πιο βαθιά, επίπονη, δύσκολη διαδικασία ανασυγκρότησης σε όλα τα επίπεδα. Βαθύτερη εννοούμε καταρχήν την προγραμματική συγκρότηση για το τι σημαίνει μια εναλλακτική πορεία για τη χώρα και την κοινωνία σε ρήξη με την ολιγαρχία και το ευρωατλαντικό πλαίσιο, αξιόπιστες διαδικασίες συγκρότησης πολιτικού μετωπικού υποκειμένου, πέρα από την μετωπική φλυαρία και τους παραγοντισμούς της τελευταίας 10ετίας, και κυρίως επίπονη προσπάθεια οργάνωσης του κοινωνικού υποκειμένου για την υπεράσπιση των συμφερόντων του. Οι εκλογές μπορεί να είναι μια σημαντική στιγμή στην πολιτική διαδικασία, αλλά σημαντικότερη είναι η ανταπόκριση σε ανάγκες που υπερβαίνουν τις εκλογές. Το πρόβλημα γίνεται πιο οξύ ειδικά όταν στις εκλογικές μάχες δεν παρεμβαίνει μια πολιτική πρόταση που να απαντάει σε αυτές τις ανάγκες. Η υπέρβαση των πολλαπλών αδιεξόδων που αντιμετωπίζει σήμερα η κοινωνία δεν θα γίνει μέσα από τη μία ή την άλλη εκλογική στάση. Ανεξάρτητα από αναλαμπές, εκρήξεις, ξεσπάσματα, ο συσχετισμός δύναμης παραμένει τέτοιος που απαιτεί βαθύτερη στάση από την εκλογική στιγμή. Αν υπήρχε εκλογική δύναμη που να υπηρετεί αυτό το πολιτικό σχέδιο ανάταξης και ανασυγκρότησης δυνάμεων, η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ θα ήταν παρούσα.
  5. Είναι προφανές ότι στεκόμαστε με τον πιο αποφασιστικό τρόπο ενάντια στα κόμματα που εκφράζουν τις -όχι ίδιες- αλλά πάντως όμοιες μνημονιακές, συστημικές ή «αντισυστημικές»-ακροδεξιές, ευρωατλαντικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Δεν διαλέγουμε τον ήπιο (ΣΥΡΙΖΑ) από τον αυταρχικό (ΝΔ) διαχειριστή, μιας δεδομένης νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Η ιστορικά διαδεδομένη λογική λεηλασίας της Αριστεράς που είναι η επιλογή του «μικρότερου κακού», δηλαδή σήμερα του ΣΥΡΙΖΑ, έχει επίσης ιστορικά αποδειχθεί ότι οδηγεί αναπόφευκτα στο μεγαλύτερο κακό. Στο χώρο που ορίζεται αριστερά και ριζοσπαστικά, το μεν ΚΚΕ αδιαφορεί και αποσύρεται, γιατί καταλαβαίνει ότι η παραμικρή αμφισβήτηση του συστημικού πλαισίου οδηγεί σε σύγκρουση, ενώ από την άλλη, ο ιδεολογικός προσανατολισμός του ΜΕΡΑ25 αφορά μια κεντροαριστερή φιλολαϊκή διαχείριση (που κι αυτή ακόμα δεν είναι αποδεκτή από τον σημερινό καπιταλισμό). Η δε εξωκοινοβουλευτική αριστερά επιμένει να δοκιμάζει το ίδιο ανύπαρκτο πολιτικό σχέδιο, εδώ και δεκαετίες, που δεν μετατοπίζει στο παραμικρό το συσχετισμό. Το διπλό καθήκον της οικοδόμησης τόσο της κομμουνιστικής Αριστεράς όσο και μιας νέας μετωπικής πολιτικής δύναμης, παραμένει ορφανό και δε θα λυθεί – ούτε καν θα διευκολυνθεί – στην εκλογική μάχη.
  6. Οι υπαρκτές δυνάμεις της ελληνικής αριστεράς, παρ’ όλες τις διαφορές τους, δε μπορούν ή δε θέλουν να δώσουν πολιτική διέξοδο, τώρα ή μετά τις εκλογές. Ωστόσο είτε η εκλογική λεηλασία αυτής της αριστεράς από τη λογική του μικρότερου κακού – ειδικά αν υπάρξουν δεύτερες εκλογές – είτε η αριθμητική και κοινοβουλευτική συρρίκνωσή της θα επιταχύνει την αποστράτευση την απογοήτευση τον ατομικό-ιδιωτικό δρόμο . Δυστυχώς θα εμπεδώνει βαθύτερα την αίσθηση ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Μια τέτοια συρρίκνωση δεν θα βοηθήσει τη δράση για χιλιάδες αριστερούς και κομμουνιστές που παλεύουν στα συνδικάτα, στα σωματεία, στους κοινωνικούς χώρους, στη δημόσια συζήτηση, ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, την ολοκληρωτική ΝΑΤΟποίηση της χώρας, την αναδιανομή του πλούτου και της εξουσίας υπέρ της αστικής τάξης.
  7. Με αυτή τη λογική, καλούμε σε μαύρισμα όλων των μνημονιακών, νεοφιλελεύθερων, ακροδεξιών κομμάτων που εφάρμοσαν στο παρελθόν -και υποστηρίζουν και σήμερα- όμοιες πολιτικές. Καλούμε σε στήριξη αριστερών και ριζοσπαστικών ψηφοδελτίων, με πλήρη συνείδηση των ανεπαρκειών, των λαθών, των αναντιστοιχιών τους. Δεν μπαίνουμε σε αντιπαραθέσεις, τουναντίον, αναζητούμε δίαυλους επικοινωνίας και μορφές πολιτικής και αγωνιστικής συγκρότησης των νέων ανθρώπων και των εργαζομένων τάξεων που ψηφίζουν άκυρο ή απέχουν. Πάνω από όλα όμως, καλούμε να αναταχθούν και να ανασκοπήσουν υπαρκτές πολυάριθμες δυνάμεις και άνθρωποι για να καλυφθεί το κενό της κομμουνιστικής Αριστεράς, αλλά και να συγκεντρωθούν όροι για τη συγκρότηση μιας μετωπικής πολιτικής δύναμης που θα αναλαμβάνει το την ευθύνη της σύγκρουσης με το νεοφιλελεύθερο και ευρωατλαντικό πλαίσιο. Αυτό το διπλό καθήκον ορίζει το περιεχόμενο της πολιτικής μάχης που δίνει η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ μπροστά στις ερχόμενες εκλογές, και προφανώς υπερβαίνει τον εκλογικό ορίζοντα.

 

Αποχαιρετούμε τον σ. Τάσο Σταυρόπουλο

Έφυγε την Πρωτομαγιά από κοντά μας ο σ. Τάσος Σταυρόπουλος.

Από τα φοιτητικά του χρόνια στρατευμένος στην Αριστερά, στάθηκε με συνέπεια και συνέχεια με το μέρος του εργαζόμενου λαού. Κατά τη διάρκεια της 30ετούς θητείας του στη Β’ βάθμια εκπαίδευση πρωτοστάτησε στους αγώνες του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος των καθηγητών. Την τελευταία δεκαετία, αναδείχθηκε σε κύριο εκφραστή της αγωνιστικής στάσης στο κίνημα των συνταξιούχων και ειδικά των συνταξιούχων εκπαιδευτικών, μέσα από την Π.Ε.Σ.ΕΚ. της οποίας ήταν ιδρυτικό μέλος και πρόεδρός της μέχρι σήμερα.

Ο σ. Τάσος διακρίνονταν για την αταλάντευτη στάση του σε ζητήματα πολιτικών και ιδεολογικών αρχών, για την ουσιαστική  πολιτική λακωνικότητα του, την κοινή λογική που τον χαρακτήριζε και τον έκανε να προσεγγίζει τα πάντα με κριτήριο τα συμφέροντα των εργαζομένων, καθώς και για την ακούραστη ανιδιοτέλειά του σε κάθε τι μικρό ή μεγάλο που του ζητιότανε. Ο σ. Τασος, παρόλο που δεν του άρεσαν οι ετικέτες, ήταν ένας γνήσιος κομμουνιστής.

Η Παρέμβαση είχε την τύχη και συνεργάστηκε μαζί του σε πολλές μετωπικές απόπειρες, τόσο σε κεντρικό πολιτικό όσο και σε κινηματικό επίπεδο. Ιδιαίτερα θα τον θυμόμαστε από τους κοινούς αγώνες μέσα από τις γραμμές του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής και του Σχεδίου Β, για την οικοδόμηση ενός λαϊκού μετώπου διεξόδου από την κρίση, εξόδου από την ευρωζώνη.

Τον αποχαιρετούμε με σεβασμό και αγάπη.

Η απώλειά του αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό.

Εκφράζουμε θερμά συλλυπητήρια στους οικείους του.

Περί των ορίων της αριστεράς και των εκλογών

Για τις επερχόμενες εκλογές είναι καλό να μιλούμε εγκαίρως, αναλαμβάνοντας το σχετικό κόστος για την όποια λανθασμένη εκτίμηση κάνουμε. Οι εκλογές που έρχονται θα είναι πιθανότατα και αυτές, εκλογές ήττας για ό,τι μπορούμε σχηματικώς και εν μέρει υπεραπλουστετικώς να αποκαλέσουμε λαϊκά συμφέροντα.

Η επίδραση των διαδοχικών ηττών άλλου επιπέδου και άλλης σημασίας (‘90-‘91, ’96, 2009, 2015) είναι ακόμα έντονη και λειτουργεί διαλυτικώς σε κάθε προσπάθεια ανασυγκρότησης με βάθος. Επιπλέον είναι τόσο τραγική η κατάσταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αλλά και τόσο ανεπαρκή τα μικρότερα αριστερά κόμματα, ώστε πιθανότατα η ΝΔ θα μείνει πρώτη (τουλάχιστον αν δε δούμε δραματικά γεγονότα στον δρόμο προς τις κάλπες).

Την ίδια στιγμή, οι εκλογές αυτές λαμβάνουν χώρα μέσα σε ένα περιβάλλον ραγδαίων και εντυπωσιακών αλλαγών. Η Δύση χάνει με αιματηρό τρόπο (τον μόνο εφικτό δυστυχώς) τα παγκόσμια πρωτεία. Ένας άνεμος ελευθερίας φυσά στην Ασία και στην Αφρική, όχι με την έννοια της φιλελευθεροποίησης των πολιτικών συστημάτων αλλά της διαμόρφωσης ενός πλαισίου νέου δυνατοτήτων για τους (νέο-) αποικιοκρατούμενους λαούς. Παραλλήλως, δίπλα στους κινδύνους από τη χρήση πυρηνικών όπλων και την κλιματική αλλαγή, η άνοδος της τεχνητής νοημοσύνης διαμορφώνει νέες ιστορικές δυνατότητες και απειλές. Και τέλος, μια νέα φάση όξυνσης της οικονομικής κρίσης έχει ξεκινήσει.

Ένα από όλα αυτά θα αρκούσε για να μιλούμε για μια από τις πλέον κρίσιμες περιόδους των τελευταίων δεκαετιών (μετά μάλιστα από 15 χρόνια κρίσης). Όλα μαζί φτιάχνουν επιτέλους ενδιαφέροντας καιρούς.

Δυστυχώς, τα κόμματα τα οποία θα συμμετέχουν στην επόμενη Βουλή δεν έχουν προετοιμαστεί παρά σε ελάχιστο βαθμό στην καλύτερη περίπτωση, για όλα αυτά. Αν μάλιστα για τη δεξιά και τους «σώγαμπρους» του συστήματος εξουσίας κάτι τέτοιο είναι λογικό και αναμενόμενο, για την αριστερά διαφόρων εκδοχών είναι αρκετά καταθλιπτικό.

Μηδενός κόμματος της όποιας εκδοχής αριστεράς εξαιρουμένου, παραμένουν πρώτα κόμματα της Δύσης και έπειτα σοσιαλιστικά, κομμουνιστικά ή οτιδήποτε άλλο. Κάποια έχουν κάνει βήματα ριζοσπαστικοποίησης πλην όμως ανεπαρκή και επιφανειακά και κάποια άλλα έχουν υιοθετήσει αντιδραστικές και αντικειμενικά φιλό-ιμπεριαλιστικές αναλύσεις με άφθονη πλην όμως ανέξοδη επαναστατική ρητορική και εθιμοτυπία. Σε κάθε περίπτωση είτε αδυνατεί, είτε δε θέλει η ελληνική αριστερά να αντιληφθεί τόσο ότι αλλάζει ο κόσμος όσο και γιατί είναι καλό το γεγονός ότι αλλάζει. Ως εκ τούτου και ασχέτως προθέσεων προδίδει τον απελευθερωτικό της ρόλο.

Επιπλέον, δεν αγγίζει παρά ελάχιστα έως καθόλου, με οργανωμένο και συλλογικό τρόπο τα σύγχρονα θέματα. Πρόγραμμα δεν είναι οι ιδέες του επικεφαλής ή μιας ηγετικής ομάδας, μεταφερμένες στα κομματικά κείμενα. Αυτό είναι παιχνίδι ακαδημαϊκής επιρροής. Πρόγραμμα είναι η κινητοποίηση οργανωμένων χώρων και προσώπων προς τη βαθιά επεξεργασία των ζητημάτων που αφορούν τον κοινωνικό σχηματισμό. Εξ ου και βλέπει κανείς να υπάρχει πλήρης απουσία σοβαρών επεξεργασιών ως προς τα μέσα παραγωγής (κατοχή και κινητοποίησή τους  σήμερα και υπό τις παρούσες συνθήκες) ως προς το ρόλο των νέων τεχνολογιών, ως προς συνέπειες της μακρόχρονης κρίσης (πχ. Δημογραφικές μεταβολές) ως προς τη συνολική και όχι μόνο επιμέρους, προετοιμασία για τη νέα φάση της κρίσης. Δεν αρκεί να μιλούμε για το ιδιωτικό ή δημόσιο χρέος επειδή αυτό αφορά συγκεκριμένα πρόσωπα σε συγκεκριμένα κόμματα. Πού είναι για παράδειγμα, η συζήτηση για τις χιλιάδες αποφοίτων λυκείων και πανεπιστημίων, με μηδενικές προοπτικές δουλειάς συναφούς με τα όποια προσόντα τους; Πού είναι η συζήτηση για το ρόλο της τεχνικής παιδείας και τα εργατικά δικαιώματα; Είτε παραπέμπονται στο σοσιαλισμό, είτε χωράνε σε μια- δυο γραμμές διακηρυκτικού χαρακτήρα, όταν δεν απουσιάζουν εντελώς γιατί δε συμφώνησαν οι διαβόητες τάσεις και συνιστώσες που μας τυραννούν δεκαετίες.

Η ανεπάρκεια αυτή (ή η συνειδητή άρνηση) αποτελεί το πιο καθαρό αποτέλεσμα της ήττας ή και των ηττών. Η απομάκρυνση του κοινωνικού από το πολιτικό έχει εσωτερικευθεί από την αριστερά εξ ου και η τελευταία είναι τόσο αδύναμη. Έχουμε μια αριστερά που ηγεμονεύεται ιδεολογικώς από τον πυρήνα των δεξιών ιδεών και δη τη σημαντικότερη: την αντίληψη της πολιτικής ως «βασιλείου των ειδικών». Παρεμπιπτόντως και συνήθως, αυτοί οι «ειδικοί» δεν είναι παρά μετριότητες για να μην πούμε εντελώς αδαείς.

Δεν πρόκειται για ζήτημα έξυπνων ιδεών και καταστατικών προβλέψεων αλλά για την κυρίαρχη παρουσία της λογικής της κάστας και της εξουσιαστικής της νοοτροπίας. Οι αντιλήψεις και της αριστεράς έχουν ως όριο τη Βουλή και την εκπροσώπηση. Τα στελέχη είναι κυριολεκτικώς μια επαγγελματική ομάδα δια του κόμματος, τα οποία εν τέλει εξαντλούν τον ορίζοντά τους στο πώς θα διασφαλίσουν τη δική τους παρουσία στη Βουλή.

Ο μηχανισμός (πάντα αναγκαίος μέσα στα κόμματα) παρασιτεί εις βάρος του κοινωνικού στοιχείου, το διώχνει από την πολιτική διαδικασία, θεωρώντας ότι μπορεί να το επιστρατεύει μόνο ως άλλοθι και άθροισμα κλακαδόρων. Κούνια που τους κούναγε… Το ενδιαφέρον για τις ανάγκες του λαού φτάνει μέχρι του σημείου που δεν θα ταραχτεί η κυνική ανάγκη του μηχανισμού για αναπαραγωγή του. Όσο πιο μικρός ο μηχανισμός, τόσο πιο κυνικός. Τα όρια της σημερινής αριστεράς και επομένως και αυτών των εκλογών είναι απελπιστικά μικρά.

Ωστόσο, έστω κι έτσι είναι υπαρκτή η δυνατότητα προώθησης ορισμένων αλλαγών. Ποια είναι η σημαντικότερη; Η αποσταθεροποίηση κατά ένα μέρος του συστήματος εξουσίας. Χάρη στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχουμε υποστεί 8 χρόνια απόλυτης σταθερότητας του συστήματος εξουσίας. Αυτή η σταθερότητα γίνεται επισφαλής για λόγους εξωγενείς και ενδογενείς. Έχει νόημα λοιπόν η ψήφος αποσταθεροποίησης του συστήματος εξουσίας. Πρόκειται για ρόλο τον οποίο παρεμπιπτόντως τα ναζιστικά κατακάθια δεν μπορούν και δε θέλουν να παίξουν. Τον ρόλο του μαστιγίου του συστήματος εξουσίας θα διαδραματίσουν και πάλι.

Επομένως, με όλες τις προαναφερθείσες ανεπάρκειες και αδυναμίες εκδοχών της αριστεράς, γνωρίζοντας τα όρια τόσο αυτών των σχηματισμών, όσο και του ίδιου του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού (τα οποία θα γίνονται ολοένα στενότερα), λαμβάνοντας υπόψιν ότι η διέξοδος θα ανοίξει από το οργανωμένο κοινωνικό στοιχείο και όχι από την κάστα των κοινοβουλευτικών, η ψήφος αποσταθεροποίησης έχει νόημα. Η συγκυβέρνηση του ευρωατλαντισμού και του νεοφιλελευθερισμού πρέπει αριθμητικώς να γίνει δυσκολότερη και κατά το δυνατό να βρεθούν στη Βουλή πρόσωπα με βάθος. Πράγμα σπάνιο αλλά όχι ανύπαρκτο ακόμα και στα σημερινά ψηφοδέλτια.

Σουδάν: Επιχείρηση επιστροφής στην αφρικανική προϊστορία

Σουδάν: Επιχείρηση επιστροφής στην αφρικανική προϊστορία Αν πήγε τόσο καλά στην Λιβύη (ανατρέποντας τον Καντάφι κι ένα επιτυχημένο πείραμα ευημερίας στην Αφρική), στο Ιράκ (ακυρώνοντας τα συμβόλαια εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων με ανταγωνίστριες χώρες) και στη Συρία (μετατρέποντας σε αμμοχάλικο μια χώρα εμπόδιο στην Pax Americana) γιατί να μην επιχειρηθεί το ίδιο και στο Σουδάν; από το […]

Τεχνητή Νοημοσύνη και ChatGPT: θα αλλάξει το παιχνίδι;

Το ChatGPT αναγγέλλεται ως επανάσταση στην “τεχνητή νοημοσύνη” (AI) και έχει κατακλύσει τον κόσμο των μέσων ενημέρωσης και της τεχνολογίας από τα τέλη του 2022.

Σύμφωνα με το OpenAI, το ChatGPT είναι “μια τεχνητή νοημοσύνη που έχει εκπαιδευτεί για να βοηθάει σε μια ποικιλία εργασιών”. Πιο συγκεκριμένα, είναι ένα μεγάλο γλωσσικό μοντέλο (LLM) σχεδιασμένο να παράγει κείμενο που μοιάζει με ανθρώπινο και να συνομιλεί με ανθρώπους, εξ ου και το “Chat” στο ChatGPT.

Το GPT σημαίνει Generative Pre-trained Transformer (Γενετικός Προεκπαιδευμένος Μετασχηματιστής). Τα μοντέλα GPT προ-εκπαιδεύονται από ανθρώπους προγραμματιστές και στη συνέχεια αφήνονται να μάθουν μόνα τους και να παράγουν ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες γνώσης, παρέχοντας αυτή τη γνώση με σωστό τρόπο στους ανθρώπους (chat).

Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι παρουσιάζετε στο μοντέλο ένα ερώτημα ή αίτημα εισάγοντας το σε ένα πλαίσιο κειμένου. Στη συνέχεια, η τεχνητή νοημοσύνη επεξεργάζεται αυτό το αίτημα και απαντά με βάση τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της. Μπορεί να κάνει πολλές εργασίες, από τη διεξαγωγή μιας συνομιλίας έως τη συγγραφή μιας ολόκληρης εργασίας για τις εξετάσεις- από τη δημιουργία ενός λογότυπου μάρκας έως τη σύνθεση μουσικής και πολλά άλλα. Πολύ περισσότερα από μια απλή μηχανή αναζήτησης τύπου Google ή Wikipedia, όπως υποστηρίζεται.

Οι άνθρωποι προγραμματιστές εργάζονται για την αύξηση της “νοημοσύνης” των GPT. Η τρέχουσα έκδοση του GPT είναι η 3.5, ενώ η 4.0 θα κυκλοφορήσει μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. Και φημολογείται ότι το ChatGPT-5 θα μπορούσε να επιτύχει “τεχνητή γενική νοημοσύνη” (AGI). Αυτό σημαίνει ότι θα μπορούσε να περάσει το τεστ Turing, το οποίο είναι ένα τεστ που καθορίζει αν ένας υπολογιστής μπορεί να επικοινωνεί με τρόπο που να μην διακρίνεται από έναν άνθρωπο.

Τα LLM θα αλλάξουν το παιχνίδι για τον καπιταλισμό σε αυτή τη δεκαετία; Θα μπορέσουν αυτές οι μηχανές που μαθαίνουν μόνες τους να αυξήσουν την παραγωγικότητα της εργασίας με πρωτοφανή ρυθμό και έτσι να βγάλουν τις μεγάλες οικονομίες από την τρέχουσα “μακρά ύφεση” της χαμηλής αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ, των επενδύσεων και του εισοδήματος- και στη συνέχεια να επιτρέψουν στον κόσμο να κάνει νέα βήματα για την έξοδο από τη φτώχεια; Αυτό ισχυρίζονται ορισμένοι από τους “τεχνο-αισιόδοξους” που απασχολούν τα μέσα ενημέρωσης.

Ας εξετάσουμε τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα.

Πρώτον, πόσο καλές και ακριβείς είναι οι σημερινές εκδόσεις του ChatGPT; Λοιπόν, όχι πολύ, τουλάχιστον ακόμα. Υπάρχουν πολλά “γεγονότα” στον κόσμο για τα οποία οι άνθρωποι διαφωνούν. Η συστηματική αναζήτηση σας επιτρέπει να συγκρίνετε αυτές τις εκδοχές και να εξετάσετε τις πηγές τους. Ένα γλωσσικό μοντέλο, αντίθετα, θα προσπαθήσει να υπολογίσει κάποιο είδος μέσου όρου κάθε γνώμης στην οποία έχει εκπαιδευτεί – πράγμα που μερικές φορές είναι αυτό που θέλετε, αλλά πολύ συχνά δεν είναι. Το ChatGPT γράφει μερικές φορές απαντήσεις που ακούγονται εύλογες αλλά είναι λανθασμένες ή ανούσιες. Επιτρέψτε μου να σας δώσω μερικά παραδείγματα.

Ρώτησα το ChatGPT 3.5: ποιος είναι ο Michael Roberts, μαρξιστής οικονομολόγος; Αυτή ήταν η απάντηση: “Ο Ρόμπερτς Ρόμπερτς είναι ένας από τους σημαντικότερους επιστήμονες της ανθρωπότητας.


Αυτή είναι ως επί το πλείστον σωστή απάντηση, αλλά είναι και λάθος σε ορισμένα σημεία (δεν θα πω ποια).

Στη συνέχεια του ζήτησα να αξιολογήσει το βιβλίο μου, The Long Depression. Αυτό είναι που είπε:

Αυτό δίνει μια πολύ “γενική” κριτική ή σύνοψη του βιβλίου μου, αλλά παραλείπει τον πυρήνα της θέσης του βιβλίου: τον ρόλο της κερδοφορίας στις κρίσεις του καπιταλισμού. Γιατί; Δεν ξέρω.

Έτσι έκανα αυτή την ερώτηση σχετικά με το νόμο του Μαρξ για την κερδοφορία:

Και πάλι, αυτό είναι σε γενικές γραμμές σωστό – αλλά μόνο σε γενικές γραμμές. Η απάντηση δεν σας οδηγεί πραγματικά πολύ βαθιά στην κατανόηση του νόμου. Στην πραγματικότητα, δεν είναι καλύτερη από τη Wikipedia. Φυσικά, μπορείτε να αναζητήσετε και να προτρέψετε περαιτέρω ώστε να πάρετε πιο λεπτομερείς απαντήσεις. Φαίνεται όμως ότι υπάρχει αρκετός δρόμος για την Τεχνητή Νοημοσύνη μέχρι να αντικαταστήσει την ανθρώπινη έρευνα και ανάλυση.

Στη συνέχεια, υπάρχει το ζήτημα της παραγωγικότητας της εργασίας και των θέσεων εργασίας. Οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs εκτιμούν ότι αν η τεχνολογία ανταποκρινόταν στις υποσχέσεις της, θα έφερνε “σημαντική αναστάτωση” στην αγορά εργασίας, ισοδυναμώντας με την αυτοματοποίηση των εργασιών 300 εκατομμυρίων εργαζομένων πλήρους απασχόλησης στις μεγάλες οικονομίες. Οι δικηγόροι και οι διοικητικοί υπάλληλοι θα είναι μεταξύ εκείνων που κινδυνεύουν περισσότερο να απολυθούν (και πιθανότατα οι οικονομολόγοι). Υπολογίζουν ότι περίπου τα δύο τρίτα των θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ και την Ευρώπη είναι εκτεθειμένα σε κάποιο βαθμό αυτοματοποίησης μέσω τεχνητής νοημοσύνης, με βάση τα στοιχεία για τα καθήκοντα που τυπικά εκτελούνται σε χιλιάδες επαγγέλματα.

Οι περισσότεροι άνθρωποι θα δουν λιγότερο από το ήμισυ του φόρτου εργασίας τους να αυτοματοποιείται και πιθανότατα θα συνεχίσουν τις εργασίες τους, με κάποιο μέρος του χρόνου τους να απελευθερώνεται για πιο παραγωγικές δραστηριότητες. Στις ΗΠΑ, αυτό θα ίσχυε για το 63% του εργατικού δυναμικού, υπολόγισαν. Ένα επιπλέον 30% που εργάζεται σε φυσικές ή υπαίθριες εργασίες δεν θα επηρεαζόταν, αν και η εργασία τους θα μπορούσε να είναι ευάλωτη σε άλλες μορφές αυτοματοποίησης.

Οι οικονομολόγοι της GS κατέληξαν στο συμπέρασμα: “Τα ευρήματά μας αποκαλύπτουν ότι περίπου το 80% του εργατικού δυναμικού των ΗΠΑ θα μπορούσε να επηρεαστεί τουλάχιστον κατά το 10% των εργασιακών του καθηκόντων από την εισαγωγή των LLM, ενώ περίπου το 19% των εργαζομένων μπορεί να δει τουλάχιστον το 50% των καθηκόντων του να επηρεάζεται”.

Με πρόσβαση σε ένα LLM, περίπου το 15% όλων των εργασιών των εργαζομένων στις ΗΠΑ θα μπορούσε να ολοκληρωθεί σημαντικά ταχύτερα, διατηρώντας το ίδιο επίπεδο ποιότητας. Όταν ενσωματώνεται λογισμικό και εργαλεία που έχουν κατασκευαστεί πάνω σε LLMs, το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 47-56% όλων των εργασιών. Περίπου το 7% των εργαζομένων στις ΗΠΑ εργάζονται σε θέσεις εργασίας όπου τουλάχιστον τα μισά από τα καθήκοντά τους θα μπορούσαν να εκτελεστούν από τη γενετική τεχνητή νοημοσύνη και είναι ευάλωτοι προς αντικατάσταση. Σε παγκόσμιο επίπεδο, δεδομένου ότι οι χειρωνακτικές εργασίες αποτελούν μεγαλύτερο μερίδιο της απασχόλησης στον αναπτυσσόμενο κόσμο, η GS εκτιμά ότι περίπου το ένα πέμπτο των εργασιών θα μπορούσε να γίνει από την ΤΝ – ή περίπου 300 εκατ. θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης σε μεγάλες οικονομίες.

Αυτές οι προβλέψεις για την απώλεια θέσεων εργασίας δεν είναι κάτι καινούργιο. Σε προηγούμενες αναρτήσεις, έχω περιγράψει διάφορες προβλέψεις σχετικά με τον αριθμό των θέσεων εργασίας που θα χαθούν από τα ρομπότ και την τεχνητή νοημοσύνη κατά την επόμενη δεκαετία ή και περισσότερο. Φαίνεται να είναι τεράστιος- και όχι μόνο στις χειρωνακτικές εργασίες στα εργοστάσια, αλλά και στις λεγόμενες εργασίες των λευκών κολάρων (σ.μ. δουλειές γραφείου, κυρίως στελεχών).

Είναι στην καρδιά της καπιταλιστικής συσσώρευσης η προοπτική ότι οι εργαζόμενοι θα αντιμετωπίζουν συνεχώς τον κίνδυνο απώλειας της εργασίας τους λόγω των καπιταλιστικών επενδύσεων σε μηχανές. Η αντικατάσταση της ανθρώπινης εργασίας από μηχανές ξεκίνησε στην αρχή της Βρετανικής Βιομηχανικής Επανάστασης στην κλωστοϋφαντουργία, και η αυτοματοποίηση έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αμερικανική εκβιομηχάνιση κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Η ταχεία εκμηχάνιση της γεωργίας που ξεκίνησε στα μέσα του 19ου αιώνα είναι ένα άλλο παράδειγμα αυτοματισμού.

Όπως εξήγησε ο Ένγκελς, η μηχανοποίηση όχι μόνο έκοβε θέσεις εργασίας, αλλά συχνά δημιουργούσε και νέες θέσεις εργασίας σε νέους τομείς. Αυτό σημείωνε ο Ένγκελς στο βιβλίο του Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία (1844) – βλ. το βιβλίο μου για τα οικονομικά του Ένγκελς σελ. 54-57. Αλλά όπως το έθεσε ο Μαρξ τη δεκαετία του 1850: “Τα πραγματικά γεγονότα, τα οποία διαστρεβλώνονται από την αισιοδοξία των οικονομολόγων, είναι τα εξής: οι εργάτες, όταν εκδιώκονται από τα εργαστήρια λόγω των μηχανών, μπαίνουν ξανά στην αγορά εργασίας. Η παρουσία τους στην αγορά εργασίας αυξάνει τον αριθμό της εργατικής δύναμης που είναι στη διάθεση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης… η επίδραση των μηχανημάτων, η οποία παρουσιάζεται ως ευλογία για την εργατική τάξη, είναι, αντίθετα, η πιο τρομακτική μάστιγα. …. Μόλις τα μηχανήματα απελευθερώσουν ένα μέρος των εργατών που απασχολούνται σε ένα δεδομένο κλάδο της βιομηχανίας, οι εφεδρικοί εργάτες εκτρέπονται επίσης σε νέα κανάλια απασχόλησης και απορροφώνται σε άλλους κλάδους- εν τω μεταξύ, τα αρχικά θύματα, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους λιμοκτονούν και πεθαίνουν” [Grundrisse]. Το συμπέρασμα εδώ είναι ότι η αυτοματοποίηση σημαίνει αύξηση των επισφαλών θέσεων εργασίας και αύξηση της ανισότητας.

Μέχρι σήμερα, η μηχανοποίηση εξακολουθεί να απαιτεί ανθρώπινη εργασία για την έναρξη και τη συντήρησή της. Αλλά μήπως τώρα οδεύουμε προς την κατάληψη όλων των εργασιών, και ιδιαίτερα εκείνων που απαιτούν πολυπλοκότητα και ιδέες με συστήματα LLM; Και θα σημάνει αυτό μια δραματική αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, ώστε ο καπιταλισμός να αποκτήσει νέα ώθηση;

Αν τα LLM μπορούν να αντικαταστήσουν την ανθρώπινη εργασία και έτσι να αυξήσουν δραματικά το ποσοστό της υπεραξίας, αλλά χωρίς απότομη αύξηση του κόστους επένδυσης σε υλικά μηχανήματα (αυτό που ο Μαρξ ονόμασε αυξανόμενη οργανική σύνθεση του κεφαλαίου), τότε ίσως η μέση κερδοφορία του κεφαλαίου να κάνει άλμα από τα σημερινά χαμηλά της.

Η Goldman Sachs ισχυρίζεται ότι αυτά τα γενετικά συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, όπως το ChatGPT, θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν μια έκρηξη παραγωγικότητας που θα αύξανε τελικά το ετήσιο παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 7% σε μια δεκαετία. Εάν οι εταιρικές επενδύσεις στην ΤΝ συνέχιζαν να αυξάνονται με παρόμοιο ρυθμό με τις επενδύσεις σε λογισμικό που έγιναν στη δεκαετία του 1990, οι επενδύσεις σε ΤΝ μόνο στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να προσεγγίσουν το 1% του ΑΕΠ των ΗΠΑ μέχρι το 2030.

Δεν θα υπεισέλθω στον τρόπο με τον οποίο η GS υπολογίζει αυτά τα αποτελέσματα, διότι τα αποτελέσματα είναι στην πραγματικότητα εικασίες. Αλλά ακόμη και αν δεχτούμε τα αποτελέσματα, είναι τόσο εκθετικό άλμα; Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, η παγκόσμια ανάπτυξη θα μειωθεί κατά περίπου το ένα τρίτο από τον ρυθμό που επικρατούσε την πρώτη δεκαετία του αιώνα μας, σε μόλις 2,2% ετησίως. Και το ΔΝΤ τοποθετεί τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης στο 3% ετησίως για το υπόλοιπο αυτής της δεκαετίας.

Αν προσθέσουμε την πρόβλεψη της GS για τον αντίκτυπο των LLMs, έχουμε περίπου 3,0-3,5% ετησίως για την παγκόσμια πραγματική αύξηση του ΑΕΠ, ίσως – και αυτό δεν λαμβάνει υπόψη την αύξηση του πληθυσμού. Με άλλα λόγια, ο πιθανός αντίκτυπος δεν θα είναι καλύτερος από τον μέσο όρο που παρατηρείται από τη δεκαετία του 1990. Αυτό μας θυμίζει αυτό που ο οικονομολόγος Ρόμπερτ Σόλοου είπε περίφημα το 1987 ότι “η εποχή των υπολογιστών βρίσκεται παντού εκτός από τις στατιστικές για την παραγωγικότητα”.

Ο Αμερικανός οικονομολόγος Daren Acemoglu προσθέτει ότι δεν αυξάνουν όλες οι τεχνολογίες αυτοματοποίησης στην πραγματικότητα την παραγωγικότητα της εργασίας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι εταιρείες εισάγουν αυτοματισμούς κυρίως σε τομείς που μπορεί να ενισχύσουν την κερδοφορία, όπως το μάρκετινγκ, η λογιστική ή η τεχνολογία ορυκτών καυσίμων, αλλά δεν αυξάνουν την παραγωγικότητα για το σύνολο της οικονομίας ή δεν καλύπτουν κοινωνικές ανάγκες. Η Big Tech έχει μια ιδιαίτερη προσέγγιση στις επιχειρήσεις και την τεχνολογία που επικεντρώνεται στη χρήση αλγορίθμων για την αντικατάσταση των ανθρώπων. Δεν είναι τυχαίο ότι εταιρείες όπως η Google απασχολούν λιγότερο από το ένα δέκατο του αριθμού των εργαζομένων που απασχολούσαν στο παρελθόν μεγάλες επιχειρήσεις, όπως η General Motors. Αυτό είναι συνέπεια του επιχειρηματικού μοντέλου της Μεγάλης Τεχνολογίας, το οποίο βασίζεται όχι στη δημιουργία θέσεων εργασίας αλλά στην αυτοματοποίησή τους.

Αυτό είναι το επιχειρηματικό μοντέλο για την τεχνητή νοημοσύνη στο πλαίσιο του καπιταλισμού. Όμως, στο πλαίσιο της συνεταιριστικής κοινότητας που κατέχει αυτοματοποιημένα μέσα παραγωγής, υπάρχουν πολλές εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης που θα μπορούσαν αντίθετα να αυξήσουν τις ανθρώπινες ικανότητες και να δημιουργήσουν νέα καθήκοντα στην εκπαίδευση, την υγειονομική περίθαλψη, ακόμη και στη μεταποίηση. Ο Acemoglu πρότεινε ότι “αντί να χρησιμοποιούμε την ΤΝ για αυτοματοποιημένη βαθμολόγηση, βοήθεια για το σπίτι, και όλο και περισσότερο για την αντικατάσταση των δασκάλων από αλγόριθμους, μπορούμε να επενδύσουμε στη χρήση της ΤΝ για την ανάπτυξη πιο εξατομικευμένων, μαθητοκεντρικών μεθόδων διδασκαλίας που είναι βαθμονομημένες στις συγκεκριμένες δυνατότητες ή αδυναμίες διαφορετικών ομάδων μαθητών. Τέτοιες τεχνολογίες θα οδηγούσαν στην απασχόληση περισσότερων εκπαιδευτικών, καθώς και στην αύξηση της ζήτησης για νέες δεξιότητες εκπαιδευτικών – έτσι ακριβώς πηγαίνοντας προς την κατεύθυνση της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας με επίκεντρο νέα καθήκοντα”. Και αντί να μειωθούν οι θέσεις εργασίας και τα μέσα διαβίωσης των ανθρώπων, η τεχνητή νοημοσύνη υπό κοινή ιδιοκτησία και σχεδιασμό θα μπορούσε να μειώσει τις ώρες ανθρώπινης εργασίας για όλους.

Και έπειτα υπάρχει και το ζήτημα της ενίσχυσης της κερδοφορίας που παρέχει η τεχνολογία ΤΝ. Ακόμα και αν οι επενδύσεις στα συστήματα LLM απαιτούν λιγότερα υλικά μέσα παραγωγής και μειώνουν το κόστος του κεφαλαίου αυτού, η απώλεια ανθρώπινης εργατικής δύναμης θα μπορούσε να είναι ακόμα μεγαλύτερη. Έτσι, ο νόμος του Μαρξ για την κερδοφορία θα εξακολουθούσε να ισχύει. Πρόκειται για τη μεγάλη αντίφαση του καπιταλισμού: η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας μέσω περισσότερων μηχανών Τεχνητής Νοημοσύνης μειώνει την κερδοφορία του κεφαλαίου. Αυτό οδηγεί σε τακτικές και επαναλαμβανόμενες κρίσεις παραγωγής, επενδύσεων και απασχόλησης – αυξανόμενης έντασης και διάρκειας.

Τέλος, υπάρχει το ζήτημα της νοημοσύνης. Η Microsoft υποστηρίζει ότι η νοημοσύνη είναι μια “πολύ γενική νοητική ικανότητα που, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει την ικανότητα να συλλογίζεσαι, να σχεδιάζεις, να λύνεις προβλήματα, να σκέφτεσαι αφηρημένα, να κατανοείς σύνθετες ιδέες, να μαθαίνεις γρήγορα και να μαθαίνεις από την εμπειρία”. Η Microsoft υπαινίσσεται ότι τα LLM θα μπορούσαν σύντομα να αποκτήσουν αυτή τη “γενικευμένη νοημοσύνη” και να ξεπεράσουν κάθε ανθρώπινη ικανότητα σκέψης.

Αλλά ακόμη και εδώ, υπάρχει σκεπτικισμός. “Το μοντέλο ChatGPT είναι τεράστιο, αλλά δεν είναι αρκετά τεράστιο ώστε να κρατήσει κάθε ακριβές γεγονός που συνάντησε καθόλο το σύνολο της εκπαίδευσής του. Μπορεί να παράγει μια πειστική απάντηση σε οτιδήποτε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αντανακλούν οι απαντήσεις του πραγματικά γεγονότα. Πρέπει πάντα να είστε επιφυλακτικοί και να ελέγχετε τα γεγονότα που σας παρουσιάζει. Τα γλωσσικά μοντέλα φημίζονται επίσης για τις “παραισθήσεις” τους – για την επινόηση νέων γεγονότων που ταιριάζουν στη δομή της πρότασης, παρά το γεγονός ότι δεν έχουν καμία βάση στα υποκείμενα δεδομένα. Αυτό δεν είναι πολύ ενθαρρυντικό.

Αλλά ο Guglielmo Carchedi έχει έναν πιο θεμελιώδη λόγο να αρνείται ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να αντικαταστήσει την ανθρώπινη “νοημοσύνη”: “Οι μηχανές συμπεριφέρονται μόνο σύμφωνα με τους κανόνες της τυπικής λογικής. Σε αντίθεση με τους ανθρώπους, οι μηχανές είναι δομικά ανίκανες να συμπεριφέρονται σύμφωνα με τους κανόνες της διαλεκτικής σκέψης. Μόνο οι άνθρωποι το κάνουν αυτό”. (Ο καπιταλισμός στον 21ο αιώνα, σ. 167).

Δείτε εδώ την απάντηση του ChatGPT στο διαλεκτικό ερώτημα: “Μπορεί το Α να είναι ίσο με το Α και ταυτόχρονα να είναι διαφορετικό από το Α;” “Όχι, δεν είναι δυνατόν το Α να είναι ίσο με το Α και ταυτόχρονα να είναι διαφορετικό από το Α. Αυτό θα αποτελούσε αντίφαση, καθώς η δήλωση “το Α είναι ίσο με το Α” είναι ταυτολογία και πάντα αληθής, ενώ η δήλωση “το Α είναι διαφορετικό από το Α” είναι αντίφαση και πάντα ψευδής. Επομένως, οι δύο αυτές δηλώσεις δεν μπορούν να είναι και οι δύο αληθείς ταυτόχρονα”.

Οι μηχανές δεν μπορούν να σκεφτούν δυνητικές και ποιοτικές αλλαγές. Η νέα γνώση προέρχεται από τέτοιους μετασχηματισμούς (άνθρωπος) και όχι από την επέκταση της υπάρχουσας γνώσης (μηχανές). Μόνο η ανθρώπινη νοημοσύνη είναι κοινωνική και μπορεί να δει τις δυνατότητες αλλαγής, ιδίως της κοινωνικής αλλαγής, που οδηγεί σε μια καλύτερη ζωή για την ανθρωπότητα και τη φύση.

Πηγή: The Next Recession

Μετάφραση: antapocrisis