Η συγγραφέας και δημοσιογράφος Natylie Baldwin διατηρεί έναν από τους καλύτερους ιστότοπους συζήτησης σε αρκετό βάθος θεμάτων που αφορούν τη Ρωσία και την Ουκρανία, με έμφαση στην τελευταία. Τα άρθρα που αναδημοσιεύει από πολλές πηγές ρίχνουν φως σε μια περίπλοκη πραγματικότητα χωρίς διακρίσεις στις οπτικές γωνίες των συγγραφέων τους.
Εδώ αναρτούμε μια συνέντευξη που ανέβασε αρχικά στις 5 Μαΐου στο Covert Action Magazine του Αυστραλού ‘ειδικού’ σε σχετικά ζητήματα, Renfrey Clarke. Πρόκειται για πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση, ανάμεσα σε δύο γνώστες του θέματος, που πετυχαίνει να διεισδύσει σε βάθος με τρόπο προσιτό και άμεσο, μεταφέροντας σε αδρές γραμμές την ουσία της κοινωνικο-πολιτικής κατάστασης στην Ουκρανία.
* * *
Ο καπιταλιστικός δρόμος ήταν η λάθος επιλογή για την Ουκρανία, λέει ειδικός στο Ουκρανικό
Της Natylie Baldwin – 5 Μαΐου, 2023
Ο Renfrey Clarke είναι Αυστραλός δημοσιογράφος. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 έκανε ρεπορτάζ από τη Μόσχα για το Green Left Weekly του Σίδνεϋ. Τον περασμένο χρόνο, δημοσίευσε το βιβλίο του ‘The Catastrophe of Ukrainian Capitalism: How Privatisation Dispossessed & Impoverished the Ukrainian People’ (Η καταστροφή μέσω του ουκρανικού καπιταλισμού: Πώς η ιδιωτικοποίηση αποστερεί και εξαθλιώνει τον ουκρανικό λαό), μέσω του εκδοτικού οίκου Resistance Books.
Τον Απρίλιο, είχα μια ανταλλαγή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με τον Κλαρκ. Ακολουθεί το κείμενο.
* * *
Natylie Baldwin: Επισημαίνετε στην αρχή του βιβλίου σας ότι η οικονομία της Ουκρανίας είχε υποχωρήσει σημαντικά μέχρι το 2018 από τη θέση που βρισκόταν στο τέλος της σοβιετικής εποχής το 1990. Μπορείτε να εξηγήσετε πώς ήταν οι προοπτικές της Ουκρανίας το 1990; Και πώς έμοιαζαν λίγο πριν από την εισβολή της Ρωσίας;
Renfrey Clarke: Κατά την έρευνα για αυτό το βιβλίο βρήκα μια μελέτη της Deutsche Bank του 1992, η οποία υποστήριζε ότι, από όλες τις χώρες στις οποίες είχε μόλις διαιρεθεί η ΕΣΣΔ, η Ουκρανία ήταν αυτή που είχε τις καλύτερες προοπτικές επιτυχίας. Για τους περισσότερους δυτικούς παρατηρητές εκείνη την εποχή, αυτό θα φαινόταν αδιαμφισβήτητο.
Η Ουκρανία ήταν ένα από τα πιο ανεπτυγμένα βιομηχανικά τμήματα της Σοβιετικής Ένωσης. Ήταν ένα από τα βασικά κέντρα της σοβιετικής μεταλλουργίας, της διαστημικής βιομηχανίας και της παραγωγής αεροσκαφών. Είχε μερικές από τις πλουσιότερες γεωργικές εκτάσεις στον κόσμο και ο πληθυσμός της ήταν καλά μορφωμένος, ακόμη και με τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα.
Προσθέστε την ιδιωτικοποίηση και την ελεύθερη αγορά, ήταν η υπόθεση, και μέσα σε λίγα χρόνια η Ουκρανία θα γινόταν μια οικονομική δύναμη, με τον πληθυσμό της να απολαμβάνει επίπεδα ευημερίας του πρώτου-κόσμου.
Προχωρώντας προς τα εμπρός στο 2021, το τελευταίο έτος πριν από την “Ειδική Στρατιωτική Επιχείρηση” της Ρωσίας, η εικόνα στην Ουκρανία ήταν ριζικά διαφορετική. Η χώρα είχε υποβαθμιστεί δραστικά, με μεγάλες, προηγμένες βιομηχανίες (αεροδιαστημική, αυτοκινητοβιομηχανία, ναυπηγική) να έχουν ουσιαστικά κλείσει.
Τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνουν ότι σε σταθερά δολάρια, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της Ουκρανίας το 2021 ήταν μειωμένο κατά 38% σε σχέση με το επίπεδο του 1990. Αν χρησιμοποιήσουμε το πιο φιλεύσπλαχνο μέτρο, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης [ΣΗΜ. Purchasing Power Parity—PPP], η μείωση και πάλι έφτασε το 21%. Αυτό το τελευταίο ποσοστό αντιπαραβάλλεται με μια αντίστοιχη αύξηση για τον κόσμο συνολικά της τάξης του 75 τοις εκατό.
Για να κάνουμε κάποιες συγκεκριμένες διεθνείς συγκρίσεις, το 2021 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ουκρανίας ήταν περίπου ίσο με τα αντίστοιχα της Παραγουάης, της Γουατεμάλας και της Ινδονησίας.
Πλανόδιοι πωλητές στο Κίεβο. Εκδήλωση της οικονομικής δυσπραγίας. [Πηγή: sott.net]
Τι πήγε στραβά; Οι δυτικοί αναλυτές τείνουν να επικεντρώνονται στις επιπτώσεις των καταλοίπων της σοβιετικής εποχής και, πιο πρόσφατα, στις επιπτώσεις των ρωσικών πολιτικών και δράσεων. Το βιβλίο μου καταπιάνεται με αυτούς τους παράγοντες, αλλά είναι προφανές για μένα ότι εμπλέκονται πολύ βαθύτερα ζητήματα.
Κατά την άποψή μου, οι απώτεροι λόγοι για την καταστροφή της Ουκρανίας βρίσκονται στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, και κυρίως στους οικονομικούς ρόλους και λειτουργίες που το “κέντρο” του ανεπτυγμένου καπιταλιστικού κόσμου επιβάλλει στη λιγότερο ανεπτυγμένη περιφέρεια του συστήματος.
Πολύ απλά, το να πάρει η Ουκρανία τον “καπιταλιστικό δρόμο” ήταν λάθος επιλογή.
ΝΒ: Φαίνεται ότι η Ουκρανία πέρασε από μια διαδικασία παρόμοια με εκείνη της Ρωσίας τη δεκαετία του 1990, όταν μια ομάδα ολιγαρχών εμφανίστηκε για να ελέγξει μεγάλο μέρος του πλούτου και των περιουσιακών στοιχείων της χώρας. Μπορείτε να περιγράψετε πώς πραγματοποιήθηκε αυτή η διαδικασία;
RC: Ως κοινωνικό στρώμα, η ολιγαρχία τόσο στην Ουκρανία όσο και στη Ρωσία έχει τις ρίζες της στη σοβιετική κοινωνία της μεταγενέστερης περιόδου της περεστρόικα, από το 1988 περίπου. Κατά την άποψή μου, η ολιγαρχία προέκυψε από τη συγχώνευση τριών περισσότερο ή λιγότερο διακριτών ρευμάτων που μέχρι τα τελευταία χρόνια της περεστρόικα είχαν όλα καταφέρει να συσσωρεύσουν σημαντικά αποθέματα ιδιωτικού κεφαλαίου. Τα ρεύματα αυτά ήταν ανώτερα στελέχη μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων—καλά τοποθετημένα κρατικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών, γραφειοκρατών, δικαστών και εισαγγελέων—και, τέλος, ο εγκληματικός υπόκοσμος, η μαφία.
Ένας νόμος του 1988 για τους συνεταιρισμούς επέτρεψε σε ιδιώτες να ιδρύουν και να διευθύνουν μικρές ιδιωτικές επιχειρήσεις. Πολλές δομές αυτού του είδους, μόνο κατ’ όνομα συνεταιρισμοί, δημιουργήθηκαν αμέσως από κορυφαία στελέχη μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων, τα οποία τις χρησιμοποίησαν για να κρύψουν κεφάλαια που είχαν αφαιρεθεί παράνομα από τα ταμεία των επιχειρήσεων. Μέχρι τη στιγμή που η Ουκρανία έγινε ανεξάρτητη το 1991, πολλά υψηλόβαθμα στελέχη κρατικών επιχειρήσεων ήταν επίσης σημαντικοί ιδιώτες καπιταλιστές.
Οι νέοι ιδιοκτήτες κεφαλαίου χρειάζονταν πολιτικούς για να φτιάξουν νόμους υπέρ τους και γραφειοκράτες για να λάβουν διοικητικές αποφάσεις προς όφελός τους. Οι καπιταλιστές χρειάζονταν επίσης δικαστές να αποφαίνονται υπέρ τους όταν υπήρχαν διαφορές και εισαγγελείς να κάνουν τα στραβά μάτια όταν, όπως συνέβαινε συχνά, οι επιχειρηματίες λειτουργούσαν εκτός νόμου. Για την εκτέλεση όλων αυτών των υπηρεσιών, οι πολιτικοί και οι αξιωματούχοι χρέωναν δωροδοκίες, οι οποίες τους επέτρεπαν να συσσωρεύουν τα δικά τους κεφάλαια και, σε πολλές περιπτώσεις, να ιδρύουν τις δικές τους επιχειρήσεις.
Τέλος, υπήρχαν και τα εγκληματικά δίκτυα που λειτουργούσαν πάντα μέσα στη σοβιετική κοινωνία, αλλά που τώρα έβρισκαν τις προοπτικές τους πολλαπλασιασμένες. Στα τελευταία χρόνια της ΕΣΣΔ, το κράτος δικαίου κατέστη αδύναμο ή ανύπαρκτο. Αυτό δημιούργησε τεράστιες ευκαιρίες όχι μόνο για κλοπές και απάτες, αλλά και για ανθρώπους που χρησιμοποιούσαν θέσεις επίβλεψης κατά εγκληματικό τρόπο. Αν ήσασταν επιχειρηματίας και χρειαζόσασταν να επιβάλλετε ένα συμβόλαιο, ο τρόπος που το κάνατε ήταν να προσλάβετε μια ομάδα “νεαρών ανδρών με χοντρούς λαιμούς”.
Ουκρανοί διαμαρτύρονται κατά της διαφθοράς στην κυβέρνησή τους. [Πηγή: washingtonpost.com]
Για να παραμείνουν στην αγορά, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις χρειάζονταν τη δική τους “στέγη”, τους εκβιαστές προστασίας που θα τις υπερασπίζονταν από τους ανταγωνιστές τους, με τίμημα ένα υπερβολικά μεγάλο μερίδιο από τα κέρδη της επιχείρησης. Μερικές φορές η “στέγη” παρέχονταν από την ίδια την αστυνομία, έναντι κατάλληλης αμοιβής.
Αυτή η εγκληματική δραστηριότητα δεν παρήγαγε τίποτα και κατέπνιγε τις παραγωγικές επενδύσεις. Ήταν όμως εξαιρετικά επικερδής και έδωσε το έναυσμα για μπόλικες μετασοβιετικές επιχειρηματικές αυτοκρατορίες. Ο μεγιστάνας του χάλυβα Rinat Akhmetov, για πολλά χρόνια ο πλουσιότερος ολιγάρχης της Ουκρανίας, ήταν γιος ανθρακωρύχου που ξεκίνησε την καριέρα του ως υπασπιστής ενός αφεντικού του εγκλήματος στο Ντονέτσκ.
Rinat Akhmetov [Πηγή: celebritynetworth123.com]
Μέσα σε λίγα χρόνια από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, τα διάφορα ρεύματα διεφθαρμένης και εγκληματικής δραστηριότητας άρχισαν να συγχωνεύονται σε ολιγαρχικές φατρίες με επίκεντρο συγκεκριμένες πόλεις και οικονομικούς τομείς. Όταν οι κρατικές επιχειρήσεις άρχισαν να ιδιωτικοποιούνται τη δεκαετία του 1990, ήταν αυτές οι φατρίες στις οποίες κατά κανόνα κατέληξαν τα [κρατικά] περιουσιακά στοιχεία.
Θα πρέπει να πω κάτι για την επιχειρηματική κουλτούρα που προέκυψε από τα τελευταία σοβιετικά χρόνια και που στην Ουκρανία σήμερα παραμένει έντονα διαφορετική από οτιδήποτε υπάρχει στη Δύση. Λίγοι από τους νέους επικεφαλής επιχειρήσεων γνώριζαν αρκετά για το πώς υποτίθεται ότι λειτουργεί ο καπιταλισμός, και τα μαθήματα που διδάσκονταν από τα βιβλία των σχολών διοίκησης επιχειρήσεων ήταν ως επί το πλείστον άχρηστα σε κάθε περίπτωση.
Ο τρόπος με τον οποίο γινόσουν πλούσιος ήταν πληρώνοντας δωροδοκίες για να επωφεληθείς από τα κρατικά έσοδα ή με το να βάλεις χέρι στις αξίες που είχαν δημιουργηθεί στο σοβιετικό παρελθόν και να τις ρευστοποιήσεις. Η ιδιοκτησία περιουσιακών στοιχείων ήταν εξαιρετικά ανασφαλής—ποτέ δεν ήξερες πότε φτάνοντας στο γραφείο σου θα το έβρισκες γεμάτο από τους ένοπλους φρουρούς ασφαλείας ενός επιχειρηματικού αντιπάλου, ο οποίος είχε δωροδοκήσει έναν δικαστή για να επιτρέψει την εξαγορά της επιχείρησής σου. Υπό αυτές τις συνθήκες, η παραγωγική επένδυση ήταν παράλογη συμπεριφορά.
NB: Έχω ακούσει ότι μια πηγή αντίθεσης στην πολιτική αποκέντρωση – η οποία φαίνεται να ήταν μια ενδεχόμενη λύση στις διαιρέσεις της Ουκρανίας πριν από τον πόλεμο – είναι ότι ο συγκεντρωτισμός ωφελεί τους ολιγάρχες. Πιστεύετε ότι αυτό είναι αλήθεια;
RC: Δεν υπάρχει απλή απάντηση εδώ. Πολιτικά και διοικητικά, η Ουκρανία από την ανεξαρτησία της ήταν ένα σχετικά συγκεντρωτικό κράτος. Οι κυβερνήτες των επαρχιών δεν εκλέγονται αλλά διορίζονται από το Κίεβο. Αυτό αντανακλά τους φόβους στο Κίεβο για την εμφάνιση αποσχιστικών τάσεων στις περιφέρειες. Εδώ, προφανώς, θα πρέπει να έχουμε κατά νου το Ντονμπάς.
Παρά το γεγονός ότι είναι συγκεντρωτική, η ουκρανική κρατική μηχανή είναι αρκετά αδύναμη. Μεγάλο μέρος της πραγματικής εξουσίας βρίσκεται στις περιφερειακές ολιγαρχικές φατρίες. Σε αντίθεση με την κατάσταση στη Ρωσία και τη Λευκορωσία, κανένα μεμονωμένο άτομο ή ολιγαρχική ομάδα δεν μπόρεσε να επιτύχει την αδιαφιλονίκητη κυριαρχία και να περιορίσει τη δύναμη των διαχρονικά αντιμαχόμενων μεγαλοεπιχειρηματιών. Η Ουκρανία δεν είχε ποτέ τον Πούτιν ή τον Λουκασένκο της.
Το σύστημα στην Ουκρανία μπορεί επομένως να περιγραφεί ως ένας εξαιρετικά ρευστός ολιγαρχικός πλουραλισμός, με τον έλεγχο της κυβέρνησης στο Κίεβο να εναλλάσσεται περιοδικά μεταξύ ασταθών ομαδοποιήσεων ατόμων και φατριών. Στο σύνολό τους, οι ολιγάρχες κατά τη διάρκεια των δεκαετιών φαίνεται να ήταν ικανοποιημένοι με αυτό, καθώς απέτρεψε την άνοδο μιας κεντρικής εξουσίας ικανής να τους πειθαρχήσει και να περιορίσει τα προνόμιά τους.
ΝΒ: Συζητάτε για το πώς ο επιβαλλόμενος οικονομικός διαχωρισμός μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας ήταν επιζήμιος για την ουκρανική οικονομία. Μπορείτε να εξηγήσετε γιατί;
RC: Στο πλαίσιο του σοβιετικού κεντρικού σχεδιασμού η Ρωσία και η Ουκρανία αποτελούσαν μια οικονομικά ενιαία περιοχή και οι επιχειρήσεις ήταν συχνά στενά συνδεδεμένες με πελάτες και προμηθευτές στην άλλη δημοκρατία. Πράγματι, ο σοβιετικός σχεδιασμός προέβλεπε συχνά μόνο έναν προμηθευτή ενός συγκεκριμένου αγαθού σε ολόκληρη την ΕΣΣΔ, πράγμα που σημαίνει ότι το διασυνοριακό εμπόριο ήταν απαραίτητο για να μην καταρρεύσουν ολόκληρες αλυσίδες παραγωγής.
Όπως είναι λογικό, η Ρωσία παρέμεινε μακράν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ουκρανίας κατά τις πρώτες δεκαετίες της ουκρανικής ανεξαρτησίας. Παρά τα προβλήματα, όπως οι ασταθείς συναλλαγματικές ισοτιμίες, το εμπόριο αυτό είχε αδιάσειστα πλεονεκτήματα. Δεν υπήρχαν τελωνειακά εμπόδια και τα τεχνικά πρότυπα, που κληρονομήθηκαν από την ΕΣΣΔ, ήταν ως επί το πλείστον πανομοιότυπα. Οι τρόποι επιχειρηματικής δραστηριότητας ήταν οικείοι και οι διαπραγματεύσεις μπορούσαν να διεξαχθούν άνετα στα ρωσικά.
Ίσως το σημαντικότερο να ήταν ένας άλλος παράγοντας: Οι δύο χώρες βρίσκονταν σε γενικά παρόμοια επίπεδα τεχνολογικής ανάπτυξης. Η παραγωγικότητα της εργασίας τους δεν διέφερε πολύ. Καμία από τις δύο πλευρές δεν κινδύνευε να δει ολόκληρους βιομηχανικούς κλάδους να εξαφανίζονται από πιο εξελιγμένους ανταγωνιστές με έδρα την άλλη χώρα.
Παρ’ όλα αυτά, μια από τις κοινοτοπίες του φιλελεύθερου λόγου, τόσο στην Ουκρανία όσο και στα σχόλια της Δύσης, ήταν ότι οι στενοί οικονομικοί δεσμοί με τη Ρωσία κρατούσαν την Ουκρανία πίσω. Υπήρχε, λέγεται, η επείγουσα ανάγκη η Ουκρανία να γυρίσει την πλάτη της στη Ρωσία, που είχε ταυτιστεί με το σοβιετικό παρελθόν, και να ανοιχτεί στη Δύση. Το εμπόριο της Ουκρανίας με τη Ρωσία, σύμφωνα με αυτό το σενάριο, έπρεπε να αντικατασταθεί από “βαθύ και ολοκληρωμένο ελεύθερο εμπόριο” με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η διαμάχη αυτή τελικά είχε ευρείες ιδεολογικές, πολιτικές, ακόμη και στρατιωτικές προεκτάσεις. Αλλά για να συντομεύουμε, μέχρι το 2014, οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της Ουκρανίας είχαν υπερνικηθεί και είχε υπογραφεί συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ. Μέχρι το 2016 το εμπόριο μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας είχε συρρικνωθεί δραματικά, σε σημείο που ήταν πολύ μικρότερο από το εμπόριο με την ΕΕ.
Η στροφή προς την ολοκλήρωση με τη Δύση, ωστόσο, δεν έφερε στην Ουκρανία το υποσχόμενο κύμα οικονομικής ανάπτυξης. Μετά από μια σοβαρή κατάρρευση στον απόηχο των γεγονότων του Μαϊντάν το 2014, το ουκρανικό ΑΕΠ είδε μόνο μια ασθενή ανάκαμψη μεταξύ 2016 και 2021. Εν τω μεταξύ, το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας με την ΕΕ παρέμεινε έντονα αρνητικό. Η ολοκλήρωση με τη Δύση ωφέλησε πολύ περισσότερο τη Δύση παρά την Ουκρανία.
Η Victoria Nuland μοιράζει μπισκότα στους διαμαρτυρόμενους στην Πλατεία Maidan κατά την εξέγερση. Η ολοκλήρωση με τη Δύση μετά το πραξικόπημα ωφέλησε πολύ περισσότερο τις Δυτικές χώρες από όσο την Ουκρανία, της οποίας η οικονομία τα πήγε άσχημα κάτω από τη νέα τάξη. [Πηγή: twitter.com]
NB: Έχετε κάνει ένα ενδιαφέρον σχόλιο σχετικά με τους φιλοδυτικούς φιλελεύθερους τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ουκρανία (συμπεριλαμβανομένων των διαδηλωτών/υποστηρικτών του Μαϊντάν): «Όπως και οι ομόλογοί τους στη Ρωσία, τα μέλη αυτών των “δυτικοποιημένων” μεσαίων στρωμάτων τείνουν να είναι αφελή σχετικά με την πραγματικότητα της δυτικής κοινωνίας και σχετικά με το τι σημαίνει στην πράξη η ενσωμάτωση στις οικονομικές δομές του ανεπτυγμένου κόσμου για χώρες των οποίων οι οικονομίες είναι πολύ φτωχότερες και πιο πρωτόγονες». (σελ. 9) Μπορείτε να περιγράψετε το πραγματικό αποτέλεσμα των πολιτικών που προέκυψαν από το Μαϊντάν και την υπογραφή της Συμφωνίας Σύνδεσης με την ΕΕ; Ακούγεται σαν μια περίπτωση του είδους “πρόσεχε τι εύχεσαι”.
RC: Αν θέλετε να ραγίσετε τις καρδιές της φιλελεύθερης διανόησης της Ουκρανίας, απλώς υπενθυμίστε τους ότι η οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι στάσιμη και οι ευρωπαϊκές κοινωνίες μαστίζονται από την κρίση.
Η Ουκρανία έχει τώρα μια συμφωνία οικονομικής ολοκλήρωσης με την ΕΕ, η οποία επιτρέπει εκτεταμένους τομείς ελεύθερου εμπορίου. Αλλά η Ουκρανία δεν ενσωματώνεται στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό ως μέρος του “πυρήνα” του συστήματος με υψηλή παραγωγικότητα και υψηλούς μισθούς. Εξάλλου, γιατί οι χώρες της ΕΕ να θέλουν να δώσουν στον εαυτό τους έναν επιπλέον ανταγωνιστή;
Αντ’ αυτού, ο ρόλος που έχει ανατεθεί στην Ουκρανία είναι αυτός της αγοράς για τα προηγμένα δυτικής παραγωγής προϊόντα και του προμηθευτή στην ΕΕ σχετικά χαμηλής τεχνολογίας γενικών αγαθών, όπως χαλυβδόφυλλα και βασικά χημικά προϊόντα. Πρόκειται για προϊόντα χαμηλού κέρδους, από τα οποία οι δυτικοί παραγωγοί τείνουν να απομακρυνθούν ούτως ή άλλως, ιδίως δεδομένου ότι οι εν λόγω βιομηχανίες μπορεί να είναι ιδιαίτερα ρυπογόνες.
Κατά τη σοβιετική εποχή, όπως εξήγησα, η Ουκρανία ήταν ένα κέντρο εξελιγμένης, ενίοτε παγκόσμιας κλάσης, μεταποίησης. Αλλά στο χάος που επικράτησε με τις ιδιωτικοποιήσεις, τα επίπεδα των επενδύσεων κατέρρευσαν, η καινοτομία ουσιαστικά σταμάτησε και τα προϊόντα έγιναν μη ανταγωνιστικά στις αγορές του ανεπτυγμένου κόσμου. Στα όνειρα των φιλελεύθερων θεωρητικών, οι ξένοι καπιταλιστές επρόκειτο να περάσουν τα σύνορα, να αγοράσουν κατεστραμμένες βιομηχανικές επιχειρήσεις, να τις επανεξοπλίσουν και, με βάση τους χαμηλούς μισθούς, να αποκομίσουν ελκυστικά κέρδη από τις εξαγωγές προς τη Δύση. Αλλά η Ουκρανία είχε μια εγκληματική οικονομία που διοικούνταν από ολιγάρχες. Αντί να κολυμπήσουν με καρχαρίες, οι δυνητικοί ξένοι επενδυτές επέλεξαν κατά συντριπτική πλειοψηφία να μείνουν μακριά.
Εργοστάσιο κατασκευής σκακιών κατά τη Σοβιετική περίοδο. [Πηγή: sovtime.com]
Η μείωση των εισαγωγικών δασμών της ΕΕ προβλεπόταν ότι θα ανατρέψει την κατάσταση αυτή, καθιστώντας τα ελκυστικά κίνητρα των επενδύσεων στην Ουκρανία ακαταμάχητα για το δυτικό κεφάλαιο. Εν τω μεταξύ, οι ξένοι επενδυτές υποτίθεται ότι θα ανταγωνίζονταν τους ολιγάρχες και θα επέβαλλαν μεταρρυθμίσεις στη διεφθαρμένη, μη φιλική προς τις επιχειρήσεις, κρατική μηχανή.
Αλλά τίποτα από αυτά δεν συνέβη πραγματικά. Οι ξένες επενδύσεις παρέμειναν ελάχιστες. Ταυτόχρονα, το ελεύθερο εμπόριο με την ΕΕ σήμαινε ότι οι δυτικοί κατασκευαστές, με υψηλότερη παραγωγικότητα και πιο ελκυστική γκάμα προσφορών, μπόρεσαν να καταλάβουν μεγάλα τμήματα της ουκρανικής εγχώριας αγοράς και να εκδιώξουν τους ντόπιους παραγωγούς από την αγορά.
Ως παράδειγμα θα μπορούσα να αναφέρω την ουκρανική αυτοκινητοβιομηχανία. Το 2008 η χώρα παρήγαγε περισσότερα από 400.000 μηχανοκίνητα οχήματα. Το τελευταίο σημαντικό έτος παραγωγής ήταν το 2014. Στη συνέχεια, το 2018, η μείωση των δασμών έφερε τεράστια αύξηση των εισαγωγών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων από την ΕΕ και η παραγωγή επιβατικών αυτοκινήτων στην Ουκρανία ουσιαστικά σταμάτησε.
Το εργοστάσιο UkrAutoProm: Η παραγωγή αυτοκινήτων στην Ουκρανία ουσιαστικά έχει σταματήσει. [Πηγή: open4business.com]
NB: Σε μια σχετική επισήμανση, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι η Ουκρανία φαίνεται να έχει πέσει θύμα νεοφιλελεύθερων κορπορατιστικών πολιτικών που εξυπηρετούν ισχυρότερες εξωτερικές δυνάμεις – το είδος των πολιτικών που επικρίνονταν και καταπολεμούνταν από το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης της δεκαετίας του 1990. Η Αριστερά συνήθιζε να χαρακτηρίζει αυτές τις οικονομικές πολιτικές, όταν επιβάλλονταν σε πιο αδύναμες χώρες, ως μια μορφή νεοαποικιοκρατίας. Τώρα φαίνεται ότι η Αριστερά -τουλάχιστον στις ΗΠΑ- έχει υποβαθμιστεί σε μια τρομαγμένη σκιά του εαυτού της, έμμονα κολλημένη σε καρικατουρίστικες πολιτικές πάνω σε θέματα ταυτότητας που παπαγαλίζει την πιο πρόσφατη πολεμική προπαγάνδα. Τι, κατά τη γνώμη σας, έχει συμβεί στην Αριστερά;
RC: Κατά την άποψή μου, τα περισσότερα τμήματα της δυτικής Αριστεράς απέτυχαν να δώσουν μια επαρκή απάντηση στον πόλεμο στην Ουκρανία. Βασικά, βλέπω ότι το πρόβλημα έχει τις ρίζες του στην υποταγή στις φιλελεύθερες συμπεριφορές και συνήθειες σκέψης και στην αποτυχία να εκπαιδεύσουν μια ολόκληρη γενιά ακτιβιστών στις παραδόσεις που αποτελούσαν το γνώρισμα, συμπεριλαμβανομένων των διανοητικών παραδόσεων, του κινήματος της πάλης των τάξεων.
Σήμερα, πολλά μέλη της Αριστεράς απλά δεν έχουν τον μεθοδολογικό εξοπλισμό για να κατανοήσουν το ζήτημα της Ουκρανίας – το οποίο, για να είμαστε δίκαιοι, είναι φοβερά περίπλοκο. Εδώ θα ήθελα να κάνω δύο επισημάνσεις. Πρώτον, είναι κρίσιμα σημαντικό για την αριστερά να φτάσει σε μια σαφή κατανόηση του αν η σημερινή Ρωσία είναι ή δεν είναι μια ιμπεριαλιστική δύναμη. Δεύτερον, κατά την αντιμετώπιση αυτού του ερωτήματος, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση η Αριστερά να αφήσει τον εαυτό της να επαναπαυθεί στον τρόπο σκέψης της Guardian και της Washington Post. Η μεθοδολογία μας πρέπει να προέρχεται από την παράδοση αριστερών στοχαστών όπως η Λούξεμπουργκ, ο Λένιν, ο Μπουχάριν και ο Λούκατς.
Ο φιλελεύθερος εμπειρισμός της Guardian θα σας πει ότι η Ρωσία είναι μια ιμπεριαλιστική δύναμη, όπως “αποδεικνύεται” από το γεγονός ότι η Ρωσία εισέβαλε και κατέλαβε το έδαφος μιας άλλης χώρας. Αλλά ακόμη και τις τελευταίες δεκαετίες, διάφορες χώρες που είναι εμφανώς φτωχές και καθυστερημένες έχουν κάνει ακριβώς το ίδιο. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να μιλάμε για “μαροκινό ιμπεριαλισμό” ή “ιρακινό ιμπεριαλισμό”; Αυτό είναι παράλογο.
Σύμφωνα με την κλασική αριστερή ανάλυση, ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός είναι μια ιδιότητα του πιο προηγμένου και πλούσιου καπιταλισμού. Οι ιμπεριαλιστικές χώρες εξάγουν κεφάλαιο σε μαζική κλίμακα και αποστραγγίζουν την αξία από τον αναπτυσσόμενο κόσμο μέσω του μηχανισμού της άνισης ανταλλαγής. Εδώ η Ρωσία απλά δεν ανταποκρίνεται στο πρότυπο. Με τη σχετικά καθυστερημένη οικονομία της που βασίζεται στην εξαγωγή πρώτων υλών, η Ρωσία είναι θύμα της άνισης ανταλλαγής σε μεγάλη κλίμακα.
Για την Αριστερά, η συμπόρευση με τον ιμπεριαλισμό στην επίθεση εναντίον ενός από τα θύματα του ιμπεριαλισμού θα έπρεπε να είναι αδιανόητη. Αλλά αυτό ακριβώς κάνουν τώρα πολλοί αριστεροί.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, το ΝΑΤΟ έχει επεκταθεί από την κεντρική Γερμανία μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας. Η Ουκρανία έχει στρατολογηθεί ως de facto μέλος του δυτικού στρατοπέδου και έχει εξοπλιστεί με έναν μεγάλο, καλά εξοπλισμένο και εκπαιδευμένο από το ΝΑΤΟ στρατό. Οι ιμπεριαλιστικές απειλές και πιέσεις κατά της Ρωσίας έχουν πολλαπλασιαστεί.
Πρέπει να αντισταθούμε στον ιμπεριαλισμό. Αυτό όμως σημαίνει ότι η Αριστερά πρέπει να υποστηρίξει τις ενέργειες του Πούτιν στην Ουκρανία; Εδώ θα πρέπει να σκεφτούμε ότι μια εργατική κυβέρνηση στη Ρωσία θα είχε αντιμετωπίσει τον ιμπεριαλισμό σε πρώτη φάση μέσω μιας εντελώς διαφορετικής στρατηγικής, με επίκεντρο τη διεθνή αλληλεγγύη της εργατικής τάξης και την επαναστατική αντιπολεμική αγκιτάτσια.
Προφανώς, αυτή είναι μια πορεία που ο Πούτιν δεν θα ακολουθήσει ποτέ. Αλλά η απόφαση της Ρωσίας να αντισταθεί στον ιμπεριαλισμό με μεθόδους που δεν είναι οι δικές μας σημαίνει άραγε ότι πρέπει να καταγγείλουμε το ίδιο το γεγονός της ρωσικής αντίστασης;
Και πάλι, αυτό είναι αδιανόητο. Πρέπει να σταθούμε στο πλευρό της Ρωσίας ενάντια στις επιθέσεις που δέχεται από τον ιμπεριαλισμό και την ουκρανική άρχουσα τάξη. Φυσικά, η πολιτική του Πούτιν δεν είναι η δική μας, οπότε η υποστήριξή μας στη ρωσική υπόθεση πρέπει να είναι κριτική και διαφοροποιημένη. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να υποστηρίξουμε συγκεκριμένες πολιτικές και δράσεις της καπιταλιστικής ελίτ της Ρωσίας.
Τούτου λεχθέντος, η αριστεροφιλελεύθερη θέση, της επιδίωξης της νίκης του ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του στην Ουκρανία, είναι βαθιά αντιδραστική. Τελικά, μπορεί μόνο να πολλαπλασιάσει τα δεινά μέσω της ενθάρρυνσης των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ να εξαπολύσουν επιθέσεις σε άλλα μέρη του κόσμου.
NB: Ο πόλεμος ήταν επίσης μια καταστροφή για την Ουκρανία από οικονομικής άποψης. Τον Οκτώβριο του περασμένου έτους η Andrea Peters έγραψε ένα εμπεριστατωμένο άρθρο για το πώς η φτώχεια είχε εκτοξευθεί στα ύψη στη χώρα μετά την εισβολή. Μερικά από τα στοιχεία που ανέφερε ήταν τα εξής:
*10-πλάσια αύξηση της φτώχειας
*35% ποσοστό ανεργίας
*50% μείωση των μισθών
*δημόσιο χρέος 85% του ΑΕΠ
Είμαι σίγουρη ότι τώρα τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Φαίνεται ότι οι ΗΠΑ/Ευρώπη αυτή τη στιγμή χρηματοδοτούν σχεδόν εξ ολοκλήρου την ουκρανική κυβέρνηση. Μπορείτε να μιλήσετε για όσα γνωρίζετε για τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες της Ουκρανίας;
RC: Η οικονομία της Ουκρανίας έχει καταστραφεί από τον πόλεμο. Τα κυβερνητικά στοιχεία δείχνουν ότι το ΑΕΠ κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2022 μειώθηκε κατά 34% σε σχέση με το επίπεδο του προηγούμενου έτους και η βιομηχανική παραγωγή τον Σεπτέμβριο μειώθηκε κατά παρόμοιο ποσό. Τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους το κόστος των άμεσων ζημιών σε κτίρια και υποδομές υπολογίστηκε σε 135 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ πάνω από το 7% των κατοικιών φέρεται να έχει υποστεί ζημιές ή να έχει καταστραφεί. Τεράστιες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης δεν έχουν σπαρθεί, συχνά επειδή τα χωράφια έχουν ναρκοθετηθεί.
Η στρατιωτική επιστράτευση έχει αφαιρέσει μεγάλο αριθμό ειδικευμένων εργαζομένων από τις θέσεις εργασίας τους. Άλλοι άνθρωποι με υψηλά προσόντα βρίσκονται μεταξύ των Ουκρανών, σύμφωνα με πληροφορίες τουλάχιστον 5,5 εκατομμύρια, που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα. Υπολογίζεται ότι 6,9 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί εντός της Ουκρανίας, και αυτό έχει επίσης επηρεάσει την παραγωγή.
Πηγή: bbc.com]
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Serhii Marchenko, μόλις το ένα τρίτο των εσόδων του προϋπολογισμού της Ουκρανίας προέρχεται πλέον από εγχώριες πηγές. Η διαφορά πρέπει να καλυφθεί από ξένα δάνεια και επιχορηγήσεις. Αυτή η βοήθεια ήταν αρκετή για να διατηρηθεί ο ετήσιος πληθωρισμός σε σχετικά διαχειρίσιμο επίπεδο, περίπου 25%, αλλά οι εργαζόμενοι σπάνια αποζημιώνονται για τις αυξήσεις των τιμών και το βιοτικό τους επίπεδο έχει καταρρεύσει.
Σε πολλές περιπτώσεις, η δυτική βοήθεια δεν έχει τη μορφή επιχορηγήσεων αλλά δανείων. Σύμφωνα με τον υπολογισμό μου, το εξωτερικό χρέος της Ουκρανίας τον Ιανουάριο ήταν περίπου 95 τοις εκατό του ετήσιου ΑΕΠ. Όταν και αν επιστρέψει η ειρήνη, η Ουκρανία θα πρέπει να θυσιάσει τα συναλλαγματικά της έσοδα επί δεκαετίες για να αποπληρώσει αυτά τα δάνεια.
[Πηγή: dreamstime.com]
NB: Ο πρωθυπουργός της Ουκρανίας Denys Shmyhal δήλωσε ότι μόνο για το 2023 η Ουκρανία θα χρειαστεί 38 δισεκατομμύρια δολάρια για να καλύψει το έλλειμμα του προϋπολογισμού και άλλα 17 δισεκατομμύρια δολάρια για “έργα ταχείας ανασυγκρότησης”. Φαίνεται ότι δεν είναι βιώσιμο (πολιτικά ή οικονομικά) για τη Δύση να παρέχει αυτό το είδος χρημάτων επ’ αόριστον. Εσείς τι πιστεύετε;
RC: Ο αριθμός που έχω για τις συνολικές προγραμματισμένες στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ το 2023 είναι 886 δισεκατομμύρια δολάρια, οπότε οι χώρες του ΝΑΤΟ μπορούν να αντέξουν οικονομικά να συντηρήσουν και να ανοικοδομήσουν την Ουκρανία, αν το θέλουν. Το γεγονός ότι διατηρούν την ουκρανική οικονομία ταΐζοντάς την σχετικά με το σταγονόμετρο—και ακόμη χειρότερα, απαιτώντας να επιστραφούν πολλές από τις δαπάνες—είναι μια συνειδητή επιλογή που έχουν κάνει.
Υπάρχει ένα μάθημα σε αυτό για τις ελίτ του αναπτυσσόμενου κόσμου που μπαίνουν στον πειρασμό να λειτουργήσουν ως πληρεξούσιοι του ιμπεριαλισμού, με τον τρόπο που οι ηγέτες της Ουκρανίας μετά το 2014 το έκαναν συνειδητά. Όταν οι συνέπειες σας βάζουν σε βαθιά περιπέτειες, μην περιμένετε από τους ιμπεριαλιστές να αναλάβουν τον λογαριασμό. Σε τελική ανάλυση, αυτοί δεν βρίσκονται στο πλευρό σας.
NB: Το Ινστιτούτο Oakland δημοσίευσε μια έκθεση τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους σχετικά με μια συγκεκριμένη πτυχή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εκπορεύονται από τη Δύση στην Ουκρανία – την αγροτική γη. Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ο Ζελένσκι μετά την ανάληψη των καθηκόντων του το 2019 ήταν να επιβάλει την ψήφιση ενός αντιδημοφιλούς νομοσχεδίου για τη μεταρρύθμιση της γης. Μπορείτε να εξηγήσετε τι αφορούσε αυτός ο νόμος και γιατί ήταν τόσο αντιδημοφιλής;
RC: Μέχρι το 2014 οι γεωργικές εκτάσεις της Ουκρανίας είχαν σχεδόν όλες ιδιωτικοποιηθεί και διανεμηθεί μεταξύ εκατομμυρίων πρώην εργαζομένων σε συλλογικές εκμεταλλεύσεις. Μέχρι το 2021 παρέμενε ένα μορατόριουμ για τις πωλήσεις γεωργικής γης. Αυτό το μορατόριουμ ήταν συντριπτικά δημοφιλές μεταξύ του αγροτικού πληθυσμού, ο οποίος δεν εμπιστευόταν τη γραφειοκρατία των κτηματολογικών γραφείων και φοβόταν ότι θα του αρπάξουν τις ιδιοκτησίες του. Με μικρές μόνο εκτάσεις και χωρίς κεφάλαια για να αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους, οι περισσότεροι ιδιοκτήτες γης επέλεξαν να μισθώσουν τις εκμεταλλεύσεις τους και να εργάζονται ως υπάλληλοι σε εμπορικές γεωργικές επιχειρήσεις.
Το αποτέλεσμα έχει περιγραφεί ως “επαναφεουδαιοποίηση της ουκρανικής γεωργίας”. Επιχειρηματίες με πρόσβαση σε κεφάλαια, συχνά καταξιωμένοι ολιγάρχες, αλλά συμπεριλαμβανομένων επίσης αμερικανικών και σαουδαραβικών επιχειρηματικών συμφερόντων, συγκέντρωσαν τον έλεγχο τεράστιων μισθωμένων εκμεταλλεύσεων. Με τα ενοίκια της γης φθηνά και τους μισθούς ελάχιστους, οι νέοι βαρόνοι της γης είχαν ελάχιστο λόγο να επενδύσουν στην αύξηση της παραγωγικότητας, η οποία παρέμεινε χαμηλή παρά το πλούσιο έδαφος.
[Πηγή: foreignbrief.com]
Σε αυτή την κατάσταση, που ήταν ήδη βαθιά οπισθοδρομική, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλοι θεσμικοί δανειστές έφεραν τη σοφία του νεοφιλελεύθερου δόγματος. Για πολλά χρόνια, τα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής που συνδέονταν με τα δάνεια του ΔΝΤ επέμεναν στην απελευθέρωση της αγοράς όσον αφορά τη γεωργική γη. Οι ουκρανικές κυβερνήσεις, έχοντας επίγνωση της μαζικής εχθρότητας προς την κίνηση αυτή, είχαν καθυστερήσει. Ήταν ο Zelensky εκείνος του οποίου η αντίσταση τελικά έσπασε. Από τα μέσα του 2021 οι Ουκρανοί πολίτες έχουν τη δυνατότητα να αγοράζουν έως και 100 εκτάρια γεωργικής γης, ενώ ο αριθμός αυτός θα αυξηθεί σε 10.000 εκτάρια από τον Ιανουάριο του 2024.
Σύμφωνα με τις διαδιδόμενες θεωρίες, μεγάλος αριθμός μικροϊδιοκτητών γης θα πουλήσει τώρα τη γη του, θα μετακομίσει στις πόλεις και θα ξεκινήσει τη ζωή του ως αστικός εργάτης, ενώ η αύξηση της αξίας της γης θα αναγκάσει τους επιχειρηματίες αγρότες να επενδύσουν στην αύξηση της παραγωγικότητάς τους. Αλλά αυτοί οι υπολογισμοί είναι σχεδόν σίγουρα ουτοπικοί. Η ανεργία στις πόλεις είναι ήδη υψηλή και η στέγαση σφιχτή. Οι μικροί αγρότες είναι απίθανο να διακινδυνεύσουν να υποθηκεύσουν τη γη τους για να βελτιώσουν τις δραστηριότητές τους, ενώ τα κέρδη παραμένουν ισχνά, τα επιτόκια υψηλά, οι τράπεζες ληστρικές και οι υπάλληλοι διεφθαρμένοι σε κάθε επίπεδο.
Η πραγματική λογική αυτής της “μεταρρύθμισης” είναι να ενισχυθεί ο έλεγχος της γεωργίας από τους ολιγάρχες και τις διεθνείς αγροτικές επιχειρήσεις.
NB: Η Παγκόσμια Τράπεζα κυκλοφόρησε πρόσφατα μια έκθεση που αναφέρει ότι η ανοικοδόμηση μετά το τέλος του πολέμου θα κοστίσει τουλάχιστον 411 δισεκατομμύρια δολάρια. Όταν τελειώσουν οι μάχες, τι είδους πολιτικές πιστεύετε ότι θα δώσουν στην Ουκρανία τις καλύτερες πιθανότητες για την οικοδόμηση μιας πιο σταθερής και δίκαιης οικονομίας μακροπρόθεσμα;
RC: Πώς θα τελειώσουν οι μάχες; Προς το παρόν, οι ρωσικές δυνάμεις φαίνεται απίθανο να ηττηθούν, τουλάχιστον από τους Ουκρανούς. Εν τω μεταξύ, όσο πιο κοντά είναι μια ρωσική νίκη, τόσο μεγαλύτερη είναι η προοπτική μιας πλήρους ιμπεριαλιστικής στρατιωτικής επέμβασης.
Ας υποθέσουμε, όμως, ότι ο Ζελένσκι θα καθόταν κάτω με τους Ρώσους διαπραγματευτές και θα σφυρηλατούσαν μια ειρηνευτική συμφωνία. Ρεαλιστικά, αυτό θα απαιτούσε την αναγνώριση από την Ουκρανία ότι το Ντονμπάς και η Κριμαία είχαν χαθεί, μαζί με τις επαρχίες Ζαπορίζια και Χερσώνα. Οι νεοφασίστες θα έπρεπε να εκκαθαριστούν από τον κρατικό μηχανισμό και οι οργανώσεις τους να τεθούν εκτός νόμου. Η Ουκρανία θα έπρεπε να διακόψει τους δεσμούς της με το ΝΑΤΟ και οι ένοπλες δυνάμεις της θα έπρεπε να μειωθούν σε ένα επίπεδο που η χώρα θα μπορούσε να αντέξει οικονομικά.
Αν επιτευχθεί μια τέτοια συμφωνία, φυσικά, οι Ουκρανοί υπερεθνικιστές θα σχημάτιζαν ουρά για να δολοφονήσουν τον Ζελένσκι. Αν, δηλαδή, δεν τον σκότωνε πρώτα η CIA.
Αν υποθέσουμε ότι μπορεί να υπάρξει ένα “μετά τον πόλεμο”, πώς θα μπορούσε να μοιάζει; Πρέπει να θυμόμαστε ότι η Ουκρανία είναι τώρα ένα από τα φτωχότερα μέρη του καπιταλιστικού αναπτυσσόμενου κόσμου. Για χώρες σε αυτή τη γενική κατάσταση, δεν μπορεί να υπάρξει πραγματικά “σταθερό και δίκαιο” οικονομικό μέλλον. Ένα τέτοιο μέλλον είναι νοητό μόνο έξω από τον καπιταλισμό, τις κρίσεις του και το διεθνές σύστημα λεηλασίας του.
Αλλά, ας υποθέσουμε ότι μια ανεξάρτητη Ουκρανία θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να αναδυθεί, ότι θα βρισκόταν σε ειρήνη και ότι θα μπορούσε να ακολουθήσει ένα είδος ορθολογικής οικονομικής πορείας. Κατ’ αρχάς, η πορεία αυτή θα περιλάμβανε μια προσεκτική οριοθέτηση της οικονομίας από την προηγμένη Δύση. Ιδανικά, η Ουκρανία θα εξακολουθούσε να έχει εκτεταμένες εμπορικές συναλλαγές με την ΕΕ. Αλλά αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει με κόστος το να επιτραπεί σε εισαγωγές χωρίς περιορισμούς να καταπνίξουν βιομηχανίες και τομείς που θα είχαν τη δυνατότητα να φθάσουν σε σύγχρονα επίπεδα πολυπλοκότητας και παραγωγικότητας.
Οι εμπορικές σχέσεις της Ουκρανίας πρέπει να βασίζονται κυρίως σε ανταλλαγές με κράτη που μοιράζονται το γενικό επίπεδο τεχνολογικής ανάπτυξης της χώρας, έτσι ώστε ο εμπορικός ανταγωνισμός να υπόσχεται τόνωση και όχι εξόντωση. Αυτή η στροφή θα συνεπαγόταν την αποκατάσταση ενός πυκνού δικτύου οικονομικών σχέσεων με τη Ρωσία. Θα χαρακτηριζόταν επίσης από την επέκταση του ήδη εκτεταμένου (το 2021) εμπορίου με κράτη όπως η Τουρκία, η Αίγυπτος, η Ινδία και η Κίνα.
Από πολιτικοοικονομική άποψη, το μέλλον της Ουκρανίας δεν έγκειται στην “ενσωμάτωση με τη Δύση” -μια καταστροφική φαντασίωση- αλλά στο να πάρει η χώρα τη θέση της ανάμεσα στα κράτη μέλη οργανισμών όπως οι BRICS, η πρωτοβουλία Belt and Road και ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης. Για τις χρηματοδοτικές της ανάγκες, η Ουκρανία πρέπει να αποκηρύξει το ΔΝΤ και να στραφεί σε οργανισμούς όπως η Ασιατική Τράπεζα Επενδύσεων Υποδομών.
Αυτές είναι αναγκαίες αλλαγές και θα βελτίωναν σημαντικά τις προοπτικές της Ουκρανίας. Αλλά τελικά, ένα “σταθερό και δίκαιο” μέλλον χρειάζεται πολύ βαθύτερους μετασχηματισμούς. Θα απαιτήσει την εκδίωξη των εγκληματιών ολιγαρχών της χώρας από τον έλεγχο της οικονομίας.
Σε περίπου τριάντα χρόνια, και παρά τη δυτική βοήθεια, οι φιλελεύθεροι μεταρρυθμιστές της Ουκρανίας έχουν σημειώσει μικρή πρόοδο σε αυτό το μέτωπο. Τα “μεσαία στρώματα” της κοινωνίας της χώρας απλά δεν είναι ικανά ή διατεθειμένα να πραγματοποιήσουν μια τέτοια εκδίωξη. Έχουν μικρό κοινωνικό βάρος και δεν αποτελούν ανεξάρτητη δύναμη. Όσοι από αυτούς δεν εργάζονται απευθείας για τους ολιγάρχες είναι μπλεγμένοι, σε πολλές περιπτώσεις, στη διεφθαρμένη κρατική μηχανή που ελέγχουν οι ολιγάρχες.
[Πηγή: euromaidanpress.com]
Η μόνη κοινωνική δύναμη στην Ουκρανία που έχει τους μαζικούς αριθμούς για να τερματίσει την εξουσία των ολιγαρχών είναι το οργανωμένο προλεταριάτο. Σε αντίθεση με τα “μεσαία στρώματα”, οι εργαζόμενοι της χώρας δεν έχουν κανένα συμφέρον από τη διατήρηση του ολιγαρχισμού και έχουν τη δυνατότητα να δράσουν ανεξάρτητα από αυτόν.
NB: Στη δεκαετία του 1990 κάνατε ρεπορτάζ από τη Μόσχα για την εφημερίδα ‘Πράσινη Αριστερά’. Πώς προέκυψε αυτό, και τι είναι αυτό που ξεχωρίζετε περισσότερο από τη θητεία σας στη Ρωσία;
RC: Ως ρωσόφωνος, στάλθηκα από την εφημερίδα το 1990 στη Μόσχα -τότε πρωτεύουσα της ΕΣΣΔ- για να κάνω ρεπορτάζ για την πρόοδο της περεστρόικα. Περίμενα να μείνω εκεί για περίπου δύο χρόνια, αλλά απέκτησα μια ρωσική οικογένεια και έμεινα για εννέα χρόνια.
Είχα μόνο ένα μικρό εισόδημα από την εφημερίδα. Η σύζυγός μου και εγώ ζούσαμε καλύτερα από τους γείτονες, αλλά όχι πολύ. Παρακολουθούσα και έκανα ρεπορτάζ καθώς εργαζόμενοι με υψηλά προσόντα βυθίζονταν στην εξαθλίωση. Οι μισθοί τους δεν πληρώνονταν, οι αποταμιεύσεις τους δεκαετιών διαγράφονταν από τον πληθωρισμό, πουλούσαν τα οικιακά τους αντικείμενα έξω από τους σταθμούς του μετρό και ζούσαν με πατάτες που ξέθαβαν από τα χωράφια του κήπου τους.
Πλανόδιο παζάρι στο Rostov-on-Don το 1992. [Source: wikipedia.org]
Η πιο ανατριχιαστική εμπειρία ήταν να παρακολουθώ τους ανθρώπους να προσπαθούν να αντιμετωπίσουν μια δραστική ανατροπή πεποιθήσεων και αξιών. Όπου η σοβιετική κοινωνία είχε βάλει ένα μείον, οι Ρώσοι κλήθηκαν απότομα να βάλουν ένα συν. Συμπεριφορές που προηγουμένως θεωρούνταν περιφρονητικές, όπως η κομπίνα, η κερδοσκοπία, τώρα επαινούνταν από τα μέσα ενημέρωσης.
Μεταξύ των ανθρώπων που γνώρισα, υποψιάζομαι ότι εκείνοι που τραυματίστηκαν περισσότερο ήταν οι διανοούμενοι με δυτικό προσανατολισμό, οι οποίοι για χρόνια επιθυμούσαν να χαθεί η Σοβιετική Ένωση και να την αντικαταστήσει ο καπιταλισμός. Τώρα ο καπιταλισμός είχε έρθει – και ήταν ένας εφιάλτης.
Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν ήταν λίγοι οι Ρώσοι που έχασαν εντελώς τον ηθικό τους προσανατολισμό. Τα πάντα έμοιαζαν επιτρεπτά. Θυμάμαι να ξεκινάω ένα πρωί για να πάω το μικρό μου αγόρι στον παιδικό σταθμό. Στο πεζοδρόμιο, όχι μακριά από το κτίριό μας, συναντήσαμε ένα φρεσκοδολοφονημένο πτώμα.
Εν τω μεταξύ, ένας ανεμοστρόβιλος της ιστορίας στροβιλιζόταν γύρω μας. Ως δημοσιογράφος βρισκόμουν στον “Ρωσικό Λευκό Οίκο”, το κτίριο του κοινοβουλίου πάνω από το Κρεμλίνο στον ποταμό της Μόσχας, κατά τη διάρκεια των πραξικοπημάτων του 1991 και του 1993. Το 1998 έκανα ρεπορτάζ όταν η κυβέρνηση ουσιαστικά κήρυξε πτώχευση, αθετώντας τις δανειακές της υποχρεώσεις. Μέχρι τότε, το 40% της οικονομίας είχε εξατμιστεί.
Θυμάμαι, όμως, εκείνα τα χρόνια ως κατά κάποιο τρόπο τα πλουσιότερα και πιο αποδοτικά της ζωής μου.
Πηγή: Convert Action Magazine
Μετάφραση: Κωστής Μηλολιδάκης