Άρθρα

Η νέα γενιά στους δρόμους… γυρεύοντας μια αλλιώτικη ζωή

Με μεγάλη ηλιακή απόσταση από τη σπουδάζουσα γενιά κατά συνέπεια με ότι αυτό  σημαίνει για την έλλειψη γνώσης της και άρα για την μεγάλη πιθανότητα λάθους, μάλλον δεν μου προκύπτει εύκολα  ότι η νέα γενιά ξεσηκώνεται  μόνο και μόνο για να μη γίνει νόμος του κράτους η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ναι για αρκετές βδομάδες η πανεπιστημιακή κοινότητα και η ελληνική κοινωνία συγκλονίστηκε  από τις καταλήψεις και τις μαζικές αγωνιστικές κινητοποιήσεις των φοιτητών. Ναι η σπουδάζουσα νεολαία επέβαλλε ατζέντα στα κοινοβουλευτικά κόμματα και βεβαίως σε ορισμένα τους άλλαξε και την στάση και την ψήφο τους για το επίμαχο νομοσχέδιο. Ναι η νέα γενιά κατέβηκε στους δρόμους του αγώνα κάνοντας το παρθενικό της ταξίδι όχι γιατί την κατέβασε ο Κουτσούμπας , ο Κασσελάκης, ο θεσμικός κοινοβουλευτικός… Απέδειξε ότι δεν είναι μειοψηφία αλλά  γενιά που επέλεξε –και ας μην γνωρίζει την έννοια- να γίνει συγκρουσιακή αντιπολίτευση   Γιατί  μάλλον υπάρχει κατι πιο βαθύ που την πληγώνει, που σπρώχνει τη νέα γενιά να αναζητήσει στους δρόμους του αγώνα, μια άλλη ελπίδα μια άλλη αλήθεια ίσως και γιατί όχι να γυρεύει  μια αλλιώτικη ζωή.

Μήπως αυτό το κάτι άλλο είναι η αναζήτηση μιας άλλης συλλογικής κοινωνικής ταυτότητας της γενιάς τους; Μιας άλλης ταυτότητας που μετασχηματίζει  και την αντίστοιχη  ατομική. Την αποκαλούν γενιά Ζ, ενώ έχει ακούσει για τη γενιά της αντίστασης, του 114, των Λαμπράκηδων, του Πολυτεχνείου, της μεταπολίτευσης… Είναι μια γενιά που έζησε στα παιδικά της  χρόνια την κρίση και τον φόβο, την φτώχεια, την υποβάθμιση, την ανέχεια, και την απώλεια της ατομικής και της εθνικής αξιοπρέπειας, που η κρίση και οι μνημονιακές πολιτικές της έσπειραν. Είναι η γενιά που έζησε τον φόβο, τον θάνατο και τον διετή εγκλεισμό με τις σκληρές απαγορεύσεις μέσα στο COVID, που έζησε σε μια χώρα με τις χειρότερες στατιστικές και τους χιλιάδες θανάτους, με ένα διαλυμένο σύστημα υγείας αλλά με μια εύρωστη  οικονομικά ιδιωτική υγεία.

Η γενιά Ζ, όπως την αποκαλούν, αγωνίζεται για βδομάδες, δημιουργώντας μια πολύ ευχάριστη ελπιδοφόρα έκπληξη. Αφορμή για αυτό τον αγώνα είναι η μια επιπλέον αντιδραστική μεταρρύθμιση μετά την αποτυχία της πανεπιστημιακής αστυνομίας, που στην πράξη δεν εφαρμόζεται. Είναι η επιμονή της κυβέρνησης να ξαναφέρει στην επιφάνεια τα ιδιωτικά πανεπιστήμια/εκδοτήρια πτυχίων. Όταν μάλιστα αυτή η μεταρρύθμιση της ίδιας κυβέρνησης της ΝΔ, είχε μείνει στα χαρτιά πριν 18 χρόνια, από τον αγώνα μιας άλλης γενιάς.

Μήπως όμως η αιτία βρίσκεται στην αναζήτηση, αυτής της γενιάς να δώσει και να βρεί το νόημα στο(στην ) Ζ. Γιατί αυτό που της προσφέρθηκε σαν ζωή δεν την ικανοποιεί, δεν της αρέσει .Γιατί της έχουν επιβάλλει να ζεί σε ένα άχρωμο διαρκές παρόν χωρίς μέλλον και χωρίς πολλές προσδοκίες αλλά με υψηλές απαιτήσεις, χωρίς ατομικά όνειρα – όμορφες εκπλήξεις και κοινωνικά οράματα.

Είναι η γενιά που έζησε και ζει τις «φυσικές» καταστροφές, την έκρηξη της ακρίβειας, μα πάνω από όλα την μαζική δολοφονία των Τεμπών. Τα Τέμπη ήταν το κρίσιμο σημείο, για να λειτουργήσουν  οι καρδιές με σκέψεις. Για να πλημμυρίσουν με συναισθήματα τους νέους και τις νέες που ήδη πενθούσαν για τη χαμένη διετία τους για το δύσκολο και απροσδιόριστο μέλλον τους. Συναισθήματα οργισμένου θυμού, απελπισίας, ανασφάλειας και ασφυξίας όταν στα μάτια τους προβάλλει ένας νεοφιλελεύθερος μονόδρομος που τους εγκλωβίζει μέσα στους τοίχους του, όταν  δεν εμφανίζονται πραγματικές και εφικτές εναλλακτικές που να τους γεμίζουν με αισιοδοξία. Η γενιά Ζ δεν χωράει  και δεν συγκινείται  από το νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, δεν γνωρίζει η και  θεωρεί  χρεοκοπημένο τον «υπαρκτό σοσιαλισμό». Μήπως αυτή  είναι η βάση των μεγάλων αδιεξόδων της;

Είναι η γενιά -άμεσα θα γίνει- της μετανάστευσης και του ξεριζώματος για μια (καλύτερη) δουλειά, είναι η γενιά της ευέλικτης εργασίας, του ευέλικτου εργαζόμενου που είναι σε θέση -όντας αδύναμος- να αποδεχθεί κάθε καθήκον ρόλο και καταναγκασμό για να είναι αποδοτικός και δεκτικός από τα αφεντικά. Διαισθάνεται ότι θα είναι η γενιά που ζει για να δουλεύει. Είναι η γενιά της τηλεργασίας, της μοναξιάς, που κυνηγάει τον ίδιο της τον εαυτό για επιτυχίες και επιδόσεις. Είναι αυτή και η προηγούμενη γενιά με τα πολλαπλά κρούσματα κρίσεων πανικού και κατάθλιψης που έχουν γίνει   πελάτες των κάθε λογής ψυχολόγων και φαρμακευτικών ουσιών που υπόσχονται θεραπεία στην ατομική «ανεπάρκεια», στην έλλειψη αυτοπεποίθησης…

Αυτή η γενιά είναι ένα καζάνι που σιγόβραζε αόρατα και πλέον ξεπέρασε με έκρηξη  τον κρίσιμο βαθμό του βρασμού. Αναζητείται πλέον, αν υπάρχει και ποιο είναι το σημείο εκτόνωσης.

Η γενιά αυτή είχε και έχει συσσωρεύσει  πολλούς πάρα πολλούς και διαφορετικούς λόγους αντίδρασης. Ανακάλυψε την δυνατότητα αλλά και την ικανότητα της να δημιουργήσει μια μεγάλη ρωγμή για να γυρέψει τους όρους μιας άλλης ύπαρξης της, για να προβάλει στο προσκήνιο, για να πρωταγωνιστήσει πραγματικά, γιατί πολύ απλά η ζωή της ανήκει.

Σε αυτή την ανακάλυψη την βοήθησε τόσο η νεοφιλελεύθερη δεξιά της ΝΔ που με αμετροεπή αλαζονεία εκτιμούσε ότι δεν έχει αντίπαλο (μάλλον γιατί κοίταζε μόνο τα έδρανα της βουλής) και γέμιζε τα εκπορνευμένα ΜΜΕ με την προπαγάνδα της για το πόσο ωφέλιμα είναι τα μη κρατικά πανεπιστήμια (επιχειρώντας να κάνει κουρελόχαρτο το σύνταγμα), όσο όμως και η αριστερά . Αυτή βεβαίως, η εν πολλές από το παρελθόν  αμαρτίες  αριστερά, που για πρώτη φορά ενώθηκε από κοινού σε ένα αγωνιστικό πλαίσιο και παρόλες τις ιδιοτελείς σκοπιμότητες για  οργανωτική-εκλογική ανάπτυξη και κυριαρχία ήταν ο πυροκροτητής ενός νικηφόρου αγώνα.

Γιατί ήταν αγώνας και όχι μπάχαλο που αναφέρει ο παχυλά  αμειβόμενος υπάλληλος του νεοφιλελευθερισμού και διευθυντής της «Καθημερινής» Παπαχελάς. Αγώνας μαζικός μεγάλης διάρκειας, με συνελεύσεις επιχειρήματα, αποδεικτικό λόγο(σε αυτό βοήθησαν και οι πραγματικοί πνευματικοί πατέρες, που ήταν οι καθηγητές που τίμησαν το δημόσιο Παν/μιο και τον ρόλο τους), με ζωντανές καταλήψεις, με εκδηλώσεις με μαζικές πορείες με πανελλαδικότητα, με συντριπτική μειοψηφία τα γαλάζια παιδιά της ΔΑΠ. Πόσα χρόνια, πόσες δεκαετίες  είχαμε να δούμε κάτι τέτοιο και μάλιστα σε μια περίοδο κυριαρχίας της δεξιάς και με χωρίς καν κοινοβουλευτικό αντίπαλο;

Γιατί είναι νικηφόρος αυτός ο αγώνας; γιατί η νέα γενιά ήξερε από τα Τέμπη  και  πλέον το έμαθε ακόμα καλλίτερα και σε βάθος ότι η ιδιωτικοποίηση αντιπροσωπεύει κάτι πολύ κακό και βλάπτει σοβαρά τις ζωές μας. Γιατί ανακάλυψε τον τρόπο να μαθαίνει,  να γίνεται συλλογικότητα, να φτιάχνει κοινότητες, να συζητά, να συμφωνεί, να διαφωνεί, να ενώνεται και να  συγκρούεται. Γιατί διεκδικεί την δική της φωνή και ταυτότητα. Γιατί εκ των πραγμάτων ξεπερνάει την ιδεολογία που πιστεύει στο άτομο, γιατί αντιλαμβάνεται ότι η πολιτική  αλλάζει τις ζωές των ανθρώπων και έχει σημασία το πρόσημο της, καθώς και το πόσοι πως και ποιοι δρουν πολιτικά.

Είναι νικηφόρος αυτός ο αγώνας γιατί θα συνεχισθεί. Θα συνεχισθεί γιατί η μάχη για την κατάργηση του άρθρου 16 έχει και άλλα επεισόδια και δεν τελείωσε με την ψήφιση του νομοσχεδίου. Γιατί αυτός ο αγώνας θα μεταφερθεί και μέσα στη καθημερινή φοιτητική ζωή μιας και αποκαλύφθηκαν οι καθηγητές που σιτίζονται από το δημόσιο πανεπιστήμιο αλλά είναι υπέρ των ιδιωτικών εκδοτηρίων πτυχίων, που η κυβέρνηση τα ονομάζει μη κρατικά. Γιατί μάλλον είναι οι ίδιοι «ακαδημαϊκοί» που δεν δίνουν λογαριασμό και είναι ανεξέλεγκτοι  για τις αυθαιρεσίες τους ενάντια στους φοιτητές για όλες τις διαδικασίες πειθάρχησης που επιβάλλουν στη διδασκαλία, στις εξετάσεις…Γιατί είναι πολλά αυτά που ενοχλούν γιατί υπάρχουν συσσωρευμένα προβλήματα και ένα κατεστραμμένο οικονομικά δημόσιο πανεπιστήμιο…

Είναι νικηφόρος αυτός ο αγώνας για όλους εμάς που έχουμε μάθει πολύ καλά με συζητήσεις και λόγους της ήττας και να υπάρχουμε μέσα  στην κοινοτοπία της αδράνειας, γιατί μας ξεβολεύει και μας αναγκάζει να βαθύνουμε σε μια αυτοκριτική που στην ουσία δεν έγινε ποτέ τα τελευταία 15 κρίσιμα χρόνια που «χάσαμε χωρίς να ρίξουμε μια τουφεκιά».

Είναι νίκη για όλους μας. Γιατί δείχνει και δίνει ένα παράδειγμα και μια απάντηση στο ερώτημα: Απέναντι στον Μητσοτάκη ποιός; Η απάντηση δεν είναι ο μεσσίας ούτε η Δευτέρα παρουσία. Η απάντηση είναι τώρα, ΕΜΕΙΣ

Μπορεί η λεγόμενη αριστερά να αντιμετωπίσει σαν νικηφόρο αυτό τον αγώνα; Θα ήταν θετική η απάντηση αν κάνει έμπρακτα βήματα να αλλάξει τον τρόπο που υπάρχει και που σκέφτεται. Να συζητήσει, τα συνθήματα τις μορφές, τους όρους και τις προϋποθέσεις ύπαρξης κοινωνικών κινημάτων  του ρόλου της και της σχέσης της με αυτά. Να μάθει να ενώνεται όχι κυρίως για τις εκλογές αλλά για να υπάρξει μέσα στον κόσμο, για να βοηθήσει στα μικρά κοινωνικά «αντάρτικα», στις μικρές διεκδικήσεις που μπορούν να γίνουν νικηφόρες και να αλλάξουν τον τρόπο και την εμπιστοσύνη που οι βασικές μάζες δείχνουν και  σκέφτονται για τούς αγώνες. Γιατί η κρίση εμπιστοσύνης δεν λύνεται με συνθήματα και παχιά λόγια, δεν λύνεται με το γνωστό προεκλογικό παιχνίδι του μουτζούρη, με τις κοινοτοπίες του σχολιασμού και της αδράνειας και τις φλυαρίες των ανακοινώσεων που δεν διαβάζονται ούτε από τα μέλη των οργανώσεων. Απαιτείται νυστέρι σε όλο το σώμα της αριστεράς στον τρόπο που σκέφτεται που δρα και που δεν ενώνεται -αλλά και δεν ενώνει- εκεί που υπάρχει ανάγκη να ενωθεί.

Είναι αυταπάτη κάποιοι να νομίζουν ότι η επιστροφή των νέων στην πολιτική θα γίνει με τους παλιούς καλούς(;) κλασικούς όρους, να εκτιμούν ότι είναι δεδομένη η στροφή της νεολαίας προς την αριστερά, όταν αυτή η αριστερά είναι είτε ανυπόληπτη, είτε ακίνδυνη είτε συνεχίζει να έχει τον ρόλο του καλού ψηφοδοχείου. Το ζήτημα της οικοδόμησης μιας άλλης συνείδησης μέσα στη νέα γενιά που να είναι ικανή να  συνδέει την αντίθεση της με την ιδιωτικοποίηση με τον αγώνα για την εξάλειψη της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης απαιτεί μια άλλη αριστερά (που μπορεί να υπάρξει) που να διακατέχεται από το επαναστατικό πνεύμα. Απαιτεί μια αριστερά που να μιλήσει αξιόπιστα για ένα άλλο κόσμο και να τον προδιαγράφει σε όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής, σε κριτική αντιπαράθεση με τον σημερινό κόσμο και τον αντίστοιχο ανθρωπότυπο που χτίζεται, που να οικοδομήσει μια αξιόπιστη δύναμη άμεσα χρήσιμη  στους από κάτω και  άμεσα επικίνδυνη στους από πάνω

Σήμερα όμως αυτή τη νίκη της νέας γενιάς  πρέπει να την γιορτάσουμε γιατί μας έδωσε μια αίσθηση αισιοδοξίας, γιατί ήταν μια νίκη των από  κάτω.

Δεν είμαστε αναλώσιμοι. Αυτό το σύστημα είναι.

Ανακοίνωση του Αριστερού Δικτύου Νεολαίας.

Το έγκλημα στα Τέμπη έδειξε περίτρανα ότι για την άρχουσα τάξη, οι πολίτες αυτής της χώρας και ειδικά η νέα γενιά δεν είναι παρά αναλώσιμα υλικά. Τα αναλώσιμα υλικά τα χρησιμοποιείς και μετά τα πετάς. Έτσι μας θεωρούν και έτσι ακριβώς μας αντιμετωπίζουν – για πέταμα.

Αν οι ζωές μας ήταν στις προτεραιότητες αυτού του συστήματος, δεν θα γινόταν το έγκλημα στα Τέμπη. Εκεί που θέλουν δίνουν λεφτά και όλα λειτουργούν. Στην εποχή του ChatGpt, έστησαν ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς για να παίρνουν τα σπίτια του κόσμου, με ηλεκτρονικά συστήματα παρακολουθούν χιλιάδες πολίτες, αλλά τα τρένα λειτουργούν ακόμα χειροκίνητα. Τα μέσα με τα οποία μετακινούμαστε, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια που σπουδάζουμε, οι χώροι που αθλούμαστε είναι ρημαδιό. Εκτός αν βάλουμε εμείς και οι γονείς μας το χέρι βαθιά στην τσέπη. Αίθουσες που δεν μας χωράνε, φοιτητικές εστίες διαλυμένες, ακατάλληλα σχολεία χωρίς συντήρηση. Στην πανδημία μας έκλεισαν μπροστά στην οθόνη του κινητού για 6 μήνες, μόνο και μόνο για να μη δώσουν λεφτά για καθηγητές, τεστ, μέσα προστασίας. Έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε φυσιολογική τη μιζέρια, να νομίζουμε ότι είναι απίθανο να έχουμε πχ κλειστό γυμναστήριο στο σχολείο και σωστές αίθουσες. Ότι είναι φυσιολογικό να μη χωράμε στις αίθουσες στο Πανεπιστήμιο. Ότι είναι λογικό να μην παρέχεται δωρεάν σίτιση και στέγαση στους φοιτητές. Γιατί «δεν υπάρχουν λεφτά» για τους αναλώσιμους. Για να στέλνουν όπλα όμως στην Ουκρανία και να μοιράζουν εκατομμύρια στις πολυεθνικές και στην άρχουσα τάξη έχουν λεφτά.

Ως αναλώσιμοι δεν χρειάζεται να μορφωθούμε. Αρκεί να μας «μαθαίνουν» όσα απαιτούνται για να δουλεύουν τα αναλώσιμα γρανάζια. Δεν χρειάζεται να έχουμε παιδεία, πολιτισμό, ιδανικά. Θα μας ταΐσουν με «ψυχαγωγικά» σκουπίδια και ηλίθια πρότυπα. Και όταν φύγουμε από την εκπαίδευση θα είμαστε στο τρέξιμο για να μαζεύουμε πτυχία μιας χρήσης για ένα μισθό. Και θα μας κουνάνε το δάχτυλο για την αξιοκρατία, για τους ικανούς και τους ανίκανους. Τα δικά τους παιδιά είναι πάντα άριστα και ικανά γιατί πάνε στα ακριβά ιδιωτικά σχολεία και στα ακριβά πανεπιστήμια του εξωτερικού. Και μετά γίνονται πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καλοπληρωμένα στελέχη. Η μόνη τους αξιοσύνη ήταν τα λεφτά τους.

Ως αναλώσιμοι δεν χρειάζεται να σκεφτόμαστε, να αμφισβητούμε, να αγωνιζόμαστε. Θέλουν να είμαστε αποβλακωμένοι δέκτες της προπαγάνδας τους. Να εμπεδώσουμε ότι «έτσι είναι τα πράγματα» – είναι αδύνατο να αλλάξουν. Ότι είναι λογικό να είμαστε πάντα οι «από κάτω» – και αυτοί, οι «άριστοι», οι πλούσιοι, οι «ικανοί να μας κυβερνήσουν», να είναι πάντα οι «από πάνω».

Ως αναλώσιμοι θα τρέχουμε όλη μέρα, όπως οι γονείς μας, για την επιβίωση, παλεύοντας να βγάλουμε το μήνα, να πληρώσουμε το ακριβό νοίκι, το ακριβό ρεύμα, το ακριβό σούπερ-μάρκετ… Σε μια ξεπουλημένη και κατεστραμμένη χώρα, χωρίς εργασιακά και δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, γιατί έτσι επέβαλαν οι ευρωπαίοι και εφάρμοσαν οι ντόπιοι υπηρέτες τους. Θα είμαστε κρέας για τα κανόνια σε ενδεχόμενες πολεμικές συγκρούσεις που θα επιβάλουν οι αμερικάνοι.

Και σ’ όποιον αναλώσιμο δεν αρέσει η ζωή του, ας πάει στον ψυχολόγο για να μάθει να διαχειρίζεται τη θλίψη, τον πόνο, την οργή, την έλλειψη νοήματος, για να «τα βρει με τον εαυτό του».

Είμαστε πολλοί και είναι λίγοι. Όσο σκύβουμε θα μας φαίνονται μεγάλοι – Να σηκωθούμε όρθιοι για να σκύψουνε αυτοί.

Να κάνουμε την οργή μας μεγάλο ποτάμι φουσκωμένο που θα τους πνίξει. – Να πάρουμε τις ζωές και τις τύχες μας στα χέρια μας.

Να βγούμε στους δρόμους και να παλέψουμε για το δικαίωμά μας στη μόρφωση, στη δουλειά, στην υγεία, στη ζωή.

Να οργανωθούμε!

Ημέρες επανάστασης, ημέρες ελπίδας

Η μακάβρια δολοφονία του αγοριού Κλόντιαν Ράσα άγγιξε το κρυμμένο νεύρο της αλβανικής κοινωνίας. Μεγάλοι και μικροί, γυναίκες, άνδρες, νέοι, μαθητές, εργαζόμενοι, συνταξιούχοι, – ένας ολόκληρος λαός – αντιμετώπισε βάναυσα τη μεγάλη αλήθεια της εποχής μας: Κυριαρχείται από ένα βίαιο χέρι εξουσίας, το οποίο έχει μάτια και αυτιά μόνο για τους ολιγάρχες.

Στην αρχή φαινόταν ότι οι σφαίρες που έπεσαν στον Κλόντιαν μας σκότωσαν όλους. Αλλά η θλίψη σύντομα μετατράπηκε σε αγανάκτηση, η αγανάκτηση σε θυμό, ο θυμός σε εξέγερση και η εξέγερση στο πλήθος που έσπασε τη σιωπή συνεχίζει να αναζητά ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ. Από την πρώτη μέρα, εμείς, οι ακτιβιστές της Organizata Politike, είμαστε μεταξύ των διαδηλωτών, με υπερυψωμένη φωνή και βαριά καρδιά όπως ολόκληρος ο Αλβανικός λαός. Θα είμαστε μαζί τους κάθε μέρα, παντού και άνευ όρων, γνωρίζοντας ότι χωρίς να κλονιστούν τα θεμέλια των πολιτικών θεσμών, η ζωή και η αξιοπρέπεια του καθενός μας θα είναι σε κίνδυνο.

Ο Κλόντιαν Ράσα δεν σκοτώθηκε απλώς από έναν ανεύθυνο αστυνομικό. Το όπλο του είναι γεμάτο μίσος και περιφρόνηση για τους απλούς ανθρώπους ένα πρότυπο διακυβέρνησης που καταπιέζει για να κλέβει και κλέβει για να καταπιέζει. Επικεφαλής αυτού του συστήματος – το οποίο περιλαμβάνει όλα τα κόμματα – είναι ο Έντι Ράμα. Η πολιτική του ευθύνη για αυτή τη δολοφονία προστίθεται στα εκατοντάδες εγκλήματα για τα οποία θα θεωρηθεί υπεύθυνος όταν «το δίκιο θα φτάσει στο σημείο που θα διαλύσει το σίδερο».

Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ απαιτεί διερεύνηση ολόκληρης της αστυνομικής αλυσίδας ιεραρχίας για απόπειρες χειραγώγησης αποδεικτικών στοιχείων και κοινής γνώμης.

Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ απαιτεί μια βαθιά μεταρρύθμιση της αστυνομικής δομής που ελευθερώνει τους αστυνομικούς από την πίεση των κομμάτων και δημιουργεί ένα πνεύμα αλληλεπίδρασης με τους πολίτες.

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ είναι η υποχώρηση αυτού του ολιγαρχικού συστήματος, η ανατροπή της κυβέρνησης, η διάλυση αυτής της κλίκας-των κομμάτων και η οικοδόμηση μιας δημοκρατίας ως η πραγματική δύναμη του λαού.

Πηγή: Organizata Politike

Μετάφραση: antapocrisis

Η Αλβανία και η σύγκρουση των δύο κόσμων

Shqipëria dhe konflikti i të dy botëve

 

Τι έγινε χθες;

Στις 9/12 η αλβανική αστυνομία, σκότωσε πισώπλατα τον 25χρονο, Κλοντιάν Ράσα. Ο λόγος γιατί βρέθηκε 150 μ. έξω από το σπίτι του εν ώρα απαγόρευσης. Ο Κλοντιάν, δεν σταμάτησε στις υποδείξεις των αστυνομικών και έτρεξε να μπει μέσα στο σπίτι του. Εκείνη την ώρα ο αστυνομικός τον πυροβόλησε δύο φορές στην πλάτη σκοτώνοντάς τον. Η αστυνομία αρχικά υποστήριξε, ότι ο λόγος που τον πυροβόλησε ήταν επειδή κρατούσε όπλο. Ο Κλοντιάν κρατούσε μόνο ένα μπουκάλι νερό. Λίγε ώρες μετά ο θείος του δήλωσε πως ο Κλοντιάν πήγε για τσιγάρα στο 24ωρο περίπτερο της γειτονιάς, οι φίλοι του είπαν πως ποτέ δεν είχε σχέση με όπλα και η αλβανική κοινωνία οργισμένη ζητάει δικαιοσύνη.

Οι Αλβανοί πολίτες με πρωτοπόρα την νεολαία διαδηλώνουν στο κέντρο της αλβανικής πρωτεύουσας με κύριο αίτημα να αποδοθεί δικαιοσύνη για τον αδικοχαμένο Κλοντιάν. Οι διαδηλωτές συγκρούονται με την αστυνομία και οι στόχοι είναι το υπουργείο Εσωτερικών, το Δημαρχείο και το Γενική Αστυνομική Διεύθυνση των Τιράνων. Κύρια αντικυβερνητικά συνθήματα ήταν «Παραιτήσου Ράμα», «Κάτω η δικτατορία».

Αυθορμητισμός ή η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι μιας ολόκληρης γενιάς;

Η κατάσταση στη χώρα την περίοδο του CONVID-19 και οι υγειονομικές συνθήκες, είναι τραγικές και επικίνδυνες για τον αλβανικό λαό. Τα δημόσια νοσοκομεία υπο κατάρρευση δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις λαϊκές ανάγκες. Η χρηματοδότηση από το κράτος τις τελευταίες δεκαετίες είναι ελλιπής. Τα προβλήματα προϋπήρχαν χρόνια τώρα και σήμερα στην κατάσταση της υγειονομικής κρίσης έχουν έρθει στην επιφάνεια για τα καλά. Τα ιδιωτικά νοσοκομεία είναι αυτά που ρυθμίζουν τον τομέα της υγείας στη χώρα. Χαρακτηριστικό στοιχείο για να αντιληφθεί κανείς την κατάσταση που επικρατεί είναι ότι τα τεστ που γίνονται στην Αλβανία είναι 6 φορές λιγότερα από τα τεστ που γίνονται στην Ευρώπη και 3 φορές λιγότερα από αυτά που γίνονται στα Βαλκάνια. Το κράτος πρόνοιας δεν εμφανίζεται πουθενά, ο ιδιωτικός τομέας και η «ελεύθερη αγορά» είναι αυτοί που ρυθμίζουν τα πάντα. Ο αλβανικός λαός αναγκάζεται να πληρώνει από την τσέπη του τα τεστ, την περίθαλψη και την θεραπεία. Η διαχείριση από την κυβέρνηση είναι επικοινωνιακή, αντί να ενισχύσει τον δημόσιο σύστημα υγείας για την προστασία της υγείας των πολιτών επιλέγει να πηγαίνει σε απαγορεύσεις κυκλοφορίας από μήνα σε μήνα. Η στήριξη εργαζομένων, ανέργων και συνταξιούχων δεν υπάρχει.

Όλα τα παραπάνω όμως για τα λαϊκά και φτωχά στρώματα. Γιατί για τους πλούσιους, την μειοψηφία της χώρας τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αν τα ιδιωτικά νοσοκομεία μπορούν να ανταπεξέλθουν τις προσδοκίες τις αλβανικής αστικής τάξης, με το αζημίωτο φυσικά, θα νοσηλευθούν εκεί. Αν όμως οι ιδιωτικές υπηρεσίες στη χώρα δεν τους καλύπτουν, θα πάρουν το αεροπλάνο με προορισμό τα ιδιωτικά νοσοκομεία της Κων/πολης.  Εξάλλου πρόσφατα πολλές ήταν οι αντιδράσεις και κινητοποιήσεις, που έθιγαν αυτό το γεγονός. Το χάσμα των δύο αυτών κόσμων αποκαλύπτεται με αφορμή την πανδημία και είναι τεράστιο. Χαρακτηριστικές κινητοποιήσεις ήταν τα δύο πανό που τοποθετήθηκαν σε κομβικά σημεία της πόλης.

«Οι πλούσιοι νοσηλεύονται στην Τουρκία, Εμείς οι υπόλοιποι πεθαίνουμε στην Αλβανία»

«Τα δημόσια νοσοκομεία στην εντατική»

Αν αναλογιστεί κανείς την πολιτική ζωή της χώρας τα τελευταία χρόνια μπορεί να καταλήξει με βεβαιότητα, πως οι σημερινές διαδηλώσεις και οι συγκρούσεις με την αστυνομία δεν είναι τυχαίες. Ξεκινώντας από το 2017 και την εμπλοκή Υπουργού της κυβέρνησης σε σκάνδαλο διακίνησης ναρκωτικών, οποίος δεν φυλακίσθηκε και υπόθεσή του εκκρεμεί ακόμη, έως τις φοιτητικές κινητοποιήσεις το 2018-19, όπου οι φοιτητές με τα δίκαια αιτήματα τους, όπως την κατάργηση των διδάκτρων στα δημόσια πανεπιστήμια, τη δωρεάν διανομή συγγραμμάτων, την εύρεση καινούργιων κτηρίων από το κράτος για την δωρεάν στέγαση των φοιτητών και την ανακαίνιση των ήδη υπάρχοντων εστιών βγήκαν στους δρόμους να διαδηλώσουν, αποτελούν κομμάτια της πολιτικής αναταραχής στη χώρα. Εδώ ας προστεθούν οι κινητοποιήσεις των εργατών στις εξορύξεις πετρελαίου το καλοκαίρι του 2020 ενάντια ενός εκ των πλουσιότερων αντρών της χώρας, που έφτασαν μέχρι και σε απεργία πείνας τον Οκτώβρη του 2020 εν μέσω πανδημίας.

Όλα τα παραπάνω σκιαγραφούν έναν λαό που βιώνει την καταπίεση καθημερινά. Η απογοήτευση των νέων είναι καθημερινό φαινόμενο. Η απελπισία και το TINA (There Is No Alternative) αναγκάζει τους περισσότερους να έχουν ως μοναδική προσδοκία την διαφυγή τους από την χώρα με κάθε τρόπο, προς τον Ευρωπαϊκό Βορρά. Η δολοφονία του Κλοντιάν είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι. Η πίεση, η οργή και η αγανάκτηση του αλβανικού λαού που αγωνίζεται καθημερινά για να επιβιώσει τον ωθούν έξω να διαδηλώσει για τον νεαρό που αναίτια πυροβολήθηκε από τον αστυνομικό.

Ο Δεκέμβρης της Αλβανίας, η σύγκρουση των δύο κόσμων

Κλείνοντας οι εικόνες που βλέπουμε στην Αλβανία θυμίζουν αυτές του 2008 στην Ελλάδα. Τότε που στον δρόμο μια ολόκληρη  γενιά αμφισβήτησε, οργανώθηκε, συγκρούσθηκε με το παλιό. Τότε που οι δύο αντίθετοι κόσμοι ήρθαν αντιμέτωποι.

Από την μία ο κόσμος των τραπεζών, του κεφαλαίου, και των κυβερνήσεων που τα υπηρετούν, των ΜΜΕ και της αστυνομίας.

Από την άλλη οι μαθητές και οι φοιτητές, οι νέοι εργαζόμενοι και οι άνεργοι. Η νέα γενιά, ο αγώνας της οποίας αγκαλιάσθηκε από την πλειοψηφία της κοινωνίας. Μπήκαν σε ένα αγώνα δίκαιο, για μια καλύτερη ζωή, για την δικαίωση του Αλέξη. Οι κοινωνικές ανισότητες μεταξύ των δύο κόσμων τους ανάγκασαν να διεκδικήσουν το δίκιο τους. Ο ελληνικός λαός τότε, ο αλβανικός σήμερα για τον Κλόντιαν Ράσα, για ένα καλύτερο αύριο.

Υ.Γ. Εκεί που αυτοί θα καίνε τις ζωές της νεολαίας, εκεί αυτή η νεολαία θα καίει τα χριστουγεννιάτικα δέντρα τους.

Χαμένη γενιά, ή γενιά που δεν έχει τίποτα άλλο να χάσει;

Ζούμε μια τεράστια, παγκόσμια υγειονομική κρίση, μετρώντας ήδη δεκάδες χιλιάδες νεκρών σε πολλές χώρες. Η κρίση αυτή όμως, έχει κάτι το φαινομενικά αξιοπερίεργο. Στο επίκεντροτων συνεπειών της δεν βρίσκονται  οι χώρες της Ασίας, και ας ξεκίνησε από εκεί, ή της Αφρικής, αλλά οι χώρες της Ευρώπης και οι ΗΠΑ, η «προηγμένη» Δύση. Το ερώτημα πώς συνέβη αυτό, ταλανίζει ∙ πώς χώρες του δυτικού, προηγμένου καπιταλισμού απέτυχαν ή πιέστηκαν σε κάτι που θεωρούνταν αυτονόητο, την προστασία της υγείας και την παροχή περίθαλψης, πώς «ο βασιλιάς βρέθηκε γυμνός» για δεύτερη φορά σε μια δεκαετία, μετά την  οικονομία και στην υγεία;

Θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά, αλλά αν αφήσουμε την  ευκολία ότι ήταν μια ατυχία ή  κάτι που μας έφερε η φύση ή τις διάφορες θεωρίες συνωμοσίας, μεγάλο μέρος της απάντησης βρίσκεται στην ίδια τη φύση του συστήματος, στους στόχους και τις αξίες που καθοδηγούν την πολιτική του. Αφενός η τεράστια διασπορά  του ιού και  τα χιλιάδες θύματα εξ αιτίας του, οφείλονται είτε στην άρνηση είτε στην ολιγωρία των κυβερνήσεων να πάρουν μέτρα αποστασιοποίησης , να κλείσουν επιχειρήσεις, βιομηχανίες , καταστήματα με τη λογική ότι ‘δεν μπορεί να σταματάει η οικονομία για μια γρίπη’, δεν μπορεί να σταματάει η παραγωγή για μια ίωση.

Το κέρδος, η βασική επιδίωξη του συστήματος στο οποίο ζούμε, του καπιταλισμού, μπήκε και πάλι πάνω από τον άνθρωπο, οι ζωές των ανθρώπων κοστολογήθηκαν για άλλη μια φορά πολύ χαμηλότερα από την επιβίωση των αγορών. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, η Ιταλία, που ενώ μετρούσε χιλιάδες θύματα , χιλιάδες ανθρώπινες ζωές χαμένες, συνέχιζε να λειτουργεί εργοστάσια και βιομηχανίες ,  η Μεγάλη Βρετανία, με την ανοσία αγέλης που δημόσια πρότεινε ο Μπόρις Τζόνσον και οι ΗΠΑ με τον Τραμπ που έβαζε στη ζυγαριά το κόστος στη δημόσια υγεία και το κόστος στην οικονομία, με τις τελευταίες δύο να αναδιπλώνονται μπροστά στο μέγεθος της καταστροφής που ερχόταν και φυσικά στο πολιτικό κόστος που θα είχε για τις κυβερνήσεις τους.

Αφετέρου, η αδυναμία διαχείρισης της πανδημίας οφείλεται στη χρόνια υποβάθμιση και διάλυση των δημόσιων συστημάτων υγείας προς όφελος του ιδιωτικού τομέα, στη βάση της πολιτικής που ακόμα και αγαθά όπως η παιδεία και κυρίως η υγεία του λαού τα αντιμετωπίζει ως εμπορεύματα.

Δύο ενδεικτικά παραδείγματα: 17χρονος στην Καλιφόρνια πεθαίνει από κορωνοϊό, αφού δεν έχει να πληρώσει 34.000 δολάρια, μετά από άρνηση να τον νοσηλεύσουν επειδή δεν είχε ασφάλεια υγείας. Αλλά και στην Ευρώπη, η ευρωπαϊκή επιτροπή στο διάστημα από το 2012 μέχρι το 2018 είχε κάνει 63(!) αιτήματα στα κράτη – μέλη για να μειώσουν τις δαπάνες που αφορούσαν την υγεία, γιατί το ζήτημα είναι να βγουν τα νούμερα και όχι να προστατευτεί η υγεία του λαού.

Η πρωτοφανής αυτή υγειονομική κρίση μπορεί να μην κοστίζει τόσο σε ανθρώπινες ζωές στις νεαρότερες ηλικίες αλλά η διάλυση των συστημάτων υγείας στο όνομα της εμπορευματοποίησης και η απώλεια ζωών λόγω εξαιτίας αυτού, πλήττει και εμάς, αφορά και τη γενιά μας. Η οικονομική κρίση που θα ακολουθήσει, κατά βάση έρχεται να χτυπήσει τη γενιά μας. Είμαστε αυτοί που σπουδάζουν, που μπαίνουν ή μετρούν κάποια χρόνια στην αγορά εργασίας, με λίγα λόγια είμαστε αυτοί που τα όσα συμβαίνουν θα καθορίσουν τους όρους ζωής μας για δεκαετίες.

Είμαστε η γενιά που γεννήθηκε και πέρασε μια πρώτη περίοδο της ζωής της σε ένα περιβάλλον έστω και φαινομενικής ευμάρειας. Η κατάσταση αυτή όμως, στη συνέχεια ξεκίνησε να γκρεμίζεται με την παγκόσμια οικονομική κρίση από το 2008 και έπειτα. Η γενιά μας, είδε να δίνονται τρισεκατομμύρια από την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα σε μια μέρα,για να σωθούν οι τράπεζες, την ίδια στιγμή που το μέλλον της υποθηκευόταν, τη στιγμή που η ίδια βίωνε και θα καλούνταν να βιώνει για πολλά χρόνια ακόμα την ανεργία και να έχει να επιλέξει ανάμεσα στη μαύρη και ανασφάλιστη εργασία και στη μετανάστευση, για να μπορέσει να επιβιώσει.

Δίπλα σε αυτά  αναπαραγόταν και το αφήγημα του δεν υπάρχει εναλλακτική, δεν μπορούν τα πράγματα να αλλάξουν, δεν έχει νόημα να παλεύουμε συλλογικά, και άρα ο ατομικός δρόμος και η αναζήτηση ατομικών λύσεων είναι μονόδρομος. Τα παραπάνω σε συνδυασμό, οδήγησαν, πέρα από την υποβάθμιση των όρων διαβίωσης και σε μια αντίληψη χαμηλών προσδοκιών.

Τώρα η ίδια αυτή γενιά, η γενιά μας βρίσκεται και πάλι μπροστά σε μια ακόμα μεγαλύτερη οικονομική κρίση πριν καλά – καλά «ξεπεραστεί» η προηγούμενη. Αφού για άλλη μια φορά εμπεδώσαμε ότι για το νεοφιλελευθερισμό είμαστε αναλώσιμοι , ότι  κανείς δεν προνόησε –ή μάλλον επέλεξε να μην προνοήσει- ώστε οι γιατροί να μην μπουν στο δίλημμα να διαλέγουν ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει, ότι μπορεί ο κορωνοιός να μην κάνει «ταξικές» διακρίσεις όσον αφορά το ποιόν θα προσβάλλει, αλλά όποιος έχει χρήματα θα έχει πρόσβαση στη περίθαλψη ενώ όποιος δεν έχει, θα αρκεστεί στην επίκληση της τύχης, τώρα ερχόμαστε να αντιμετωπίσουμε εκ νέου το ζήτημα της επιβίωσης.

Ήδη εργαζόμενοι απολύονται με ένα τηλεφώνημα, μικρές επιχειρήσεις βάζουν λουκέτο και τα «μέτρα στήριξης» που παίρνει η πολιτεία μόνο ως κοροϊδία μπορούν να ληφθούν (χιλιάδες εργαζόμενοι μένουν εκτός του επιδόματος των 800 ευρώ ενώ τα «δώρα»στους καναλάρχες , τους κλινικάρχες και τους μεγαλοϊδιοκτήτες ΚΕΚ πάνε και έρχονται).

Το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε τη μία κρίση μετά την άλλη; Η γενιά μας είναι καταδικασμένη να  πληρώνει πάντα τα σπασμένα των κρίσεων; Οι κρίσεις είναι κάποιο φυσικό φαινόμενο, είναι ατυχείς στιγμές που αρκεί να υπομένουμε να περάσουν, επειδή δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για να τις αποτρέψουμε;

Οι κρίσεις αφορούν πολιτικές και λογικές που ακολουθούνται, αφορούν  τον ίδιο τον καπιταλισμό σαν σύστημα, που για άλλη μια φορά χρεοκοπεί. Πρόκειται για τη λογική και την πολιτική ότι ακόμη και κοινωνικά αγαθά, όπως η υγεία, μπορούν και πρέπει να μετατραπούν σε εμπόρευμα, ότι μπορούν και πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν, γιατί «η αγορά ξέρει καλύτερα από το κράτος». Είναι η λογική ότι το παν είναι η οικονομία και το κέρδος, άρα να θιγεί όσο γίνεται λιγότερο η λειτουργία των επιχειρήσεων, ακόμη και σε συνθήκες πανδημίας, με το κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Η λογική του ατομικού δρόμου και η λογική της αποθέωσης του ατόμου. Η λογική ότι «δεν υπάρχουν κοινωνίες, αλλά μόνο άτομα», δεν υπάρχουν κοινά συμφέροντα, άρα δε χρειάζεται και κοινή πάλη των εργαζόμενων τάξεων για τη διεκδίκησή τους.

Προϋπόθεση, λοιπόν, για να μη βιώνουμε συνεχείς κρίσεις, για να μην πληρώνουμε κάθε τρεις και λίγο εμείς ένα σύστημα που έχει ως δομικό του στοιχείο τη χρεοκοπία, είναι να ακολουθήσουμε το μονόδρομο της αμφισβήτησης των παραπάνω λογικών και πολιτικών, του ίδιου αυτού του συστήματος, το μονόδρομο της αμφισβήτησης των αξιών του καπιταλισμού που θέτει τα κέρδη των αγορών πάνω από την ανθρώπινη ζωή και ευτυχία.

Μας είπαν πως είμαστε η γενιά που θα ζήσει χειρότερα από τις προηγούμενες ∙ μας είπαν πως είμαστε η χαμένη γενιά∙ μας προσέβαλαν θεσπίζοντας για εμάς υποκατώτατους μισθούς και οδηγώντας μας να ζήσουμε υποκατώτατες ζωές.

Προσάρμοσαν τις ζωές μας στα μέτρα του ρεαλισμού τους, αλλά κανείς δεν προβληματίστηκε πώς  θα επιβιώσει και  με ποια ποιότητα ζωής θα ζήσει μια ολόκληρη γενιά.

Μήπως τελικά, είμαστε εκείνη η γενιά, που μπορεί και πρέπει να αμφισβητήσει και να ανατρέψει το σύστημα αυτό που συνθλίβει τις ζωές των ανθρώπων μπροστά στα κέρδη των λίγων; Μήπως είμαστε εκείνη η γενιά, που της τα πήραν όλα και έτσι δεν έχει τίποτα άλλο να χάσει και τίποτα άλλο να περιμένει από αυτό το σύστημα;

Το δίλημμα παραμένει και περιμένει απάντηση.

Χαμένη γενιά ή γενιά που δεν έχει τίποτα άλλο να χάσει και θα πάρει πίσω όλα όσα της στέρησαν;