Άρθρα

Δεν αρκεί να αναγνωρίζουμε τη γενοκτονία του Ισραήλ στη Γάζα

 

Αν δεν κάνουμε κάτι, τότε θα μας αξίζει να ζούμε σε έναν κόσμο όπου η γενοκτονία αποτελεί κανονικότητα

 

Ο γνωστός καθηγητής Ιστορίας και πολιτικός σχολιαστής Tarik Cyril Amar στο άρθρο που ακολουθεί τονίζει—και αυτό είναι η κεντρική ιδέα του—ότι πλέον η γενοκτονία των Παλαιστινίων από το κράτος-δολοφόνο, ως έγκλημα έχει ήδη συντελεστεί και η ανθρωπότητα, εάν την αποδεχτεί, οδηγείται σε μια νέα κανονικότητα που ισοδυναμεί σε κάθοδο στην Κόλαση (όπως λέει) καθώς στο εξής οι συρράξεις θα είναι αποδεκτό να συνοδεύονται από γενοκτονίες και δεν θα υπάρχει διάκριση μεταξύ των δύο εννοιών.

Αλλά τι συνεπάγεται η αντίσταση από την ανθρωπότητα στη συντελεσμένη γενοκτονία; Ο καθηγητής Amar εδώ προχωρά σε απαιτήσεις ισοδύναμες με τον τρόπο που η ανθρωπότητα αντιστάθηκε στη ναζιστική πανούκλα—και νίκησε. Ίσως—πράγμα που και ο ίδιος αναγνωρίζει—μια πολεμική αντιπαράθεση με τη Δύση που στηρίζει και είναι συνένοχη στην γενοκτονία να μην είναι «ρεαλιστική». Αλλά οπωσδήποτε, η υπόλοιπη—εκτός Δύσης—ανθρωπότητα έχει κάνει λίγα πράγματα για να αντιπαρατεθεί στη γενοκτονία και αν αυτή η στάση δεν ανατραπεί, όλη η ανθρωπότητα στο μέλλον θα βρει μπροστά της τις τρομακτικές συνέπειες.

Ιδιαίτερα η ρητορική της Μόσχας και του Πεκίνου θα περιπέσουν σε πλήρη αναξιοπιστία αν συνεχιστεί η στάση της ‘ουδετερότητας’ και δεν ηγηθούν, επί τέλους, ενός παγκόσμιου κινήματος για την οικονομική και πολιτική απομόνωση του κράτους-δολοφόνου.

Μπορεί ο καθηγητής Amar να κατηγορηθεί για μαξιμαλισμό σε κάποιες προτάσεις του, αλλά πρέπει να αντιληφθούμε ότι αυτές έχουν ως στόχο να ‘ξυπνήσουν’ την εκτός-Δύσης ανθρωπότητα που παρακολουθεί σαν υπνωτισμένη την εξελισσόμενη φρίκη. Και σε τέτοιες καταστάσεις, όπου ολόκληρη η υφήλιος κυλά προς τον όλεθρο, καμία προσπάθεια αφύπνισης δεν είναι υπερβολική.

Παρακάτω η μετάφραση.

 

Όσοι έχουν μάτια για να βλέπουν και αυτιά για να ακούν—συμπεριλαμβανομένου και του συγγραφέα, όπως συμβαίνει—το γνωρίζουν εδώ και πολύ καιρό.

Ωστόσο, τα πορίσματα της Ανεξάρτητης Διεθνούς Επιτροπής Έρευνας των Ηνωμένων Εθνών για τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, και το Ισραήλ (εφεξής: η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών) που μόλις δημοσιεύθηκαν και περιγράφονται λεπτομερώς σε μια μακροσκελή έκθεση εξακολουθούν να έχουν μεγάλη σημασία: Το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία κατά των Παλαιστινίων.

Σε κάθε αμερόληπτο, διανοητικά ειλικρινή και ηθικά φυσιολογικό αναγνώστη—ανεξάρτητα από τις πολιτικές του θέσεις—η έκθεση, προϊόν διετούς «επίπονης» συλλογής στοιχείων και νομικής ανάλυσης, δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι οι ενέργειες του Ισραήλ στη Γάζα ανταποκρίνονται σε τέσσερις από τους πέντε τρόπους διάπραξης γενοκτονίας που απαριθμούνται στη θεμελιώδη και δεσμευτική Σύμβαση του ΟΗΕ του 1948 για την Πρόληψη και την Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας, καθώς και στο Καταστατικό της Ρώμης του 1998: Δολοφονία μελών της ομάδας, πρόκληση σοβαρής σωματικής ή ψυχικής βλάβης σε μέλη της ομάδας, σκόπιμη επιβολή στην ομάδα συνθηκών ζωής που υπολογίζεται ότι θα επιφέρουν τη φυσική καταστροφή της εν όλω ή εν μέρει, και επιβολή μέτρων που αποσκοπούν στην αποτροπή γεννήσεων εντός της ομάδας. Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ακόμη και μία από αυτές τις ενέργειες αρκεί για να απαγγελθεί κατηγορία για γενοκτονία.

Η έκθεση της Επιτροπής του ΟΗΕ, φυσικά, συναντά αυτό που το ΑΡ αποκάλεσε «αυξανόμενη χορωδία» καθυστερημένων, αλλά επειγόντως αναγκαίων αναγνωρίσεων του μεγαλύτερου εγκλήματος που έχει διαπραχθεί στον αιώνα μας, μεταξύ άλλων από: τη Διεθνή Ένωση Μελετητών Γενοκτονίας (την «κορυφαία» στον κόσμο, σύμφωνα με το BBC), τις ισραηλινές ΜΚΟ B’Tselem και Γιατροί για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Ισραήλ), και τώρα ακόμη και τον Αμερικανό γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς, ο οποίος αγωνιζόταν με νύχια και με δόντια να αρνηθεί, ασυγχώρητα, αυτή τη γενοκτονία όσο περισσότερο μπορούσε.

Γενικότερα, πλέον το 43% ακόμη και των Αμερικανών βλέπουν ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία—και είναι έτοιμοι να το πουν όταν ερωτηθούν από τους δημοσκόπους. Το 53 τοις εκατό απλά δεν συμπαθεί το Ισραήλ. Και τα δύο ποσοστά δεν είναι τίποτα λιγότερο από συγκλονιστικά για τα δεδομένα των ΗΠΑ, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι είναι οι νέοι που έχουν σιχαθεί τον σιωνισμό. Επιπλέον, οι παραδοσιακά σταθερά φιλοϊσραηλινές εκλογικές περιφέρειες που είναι σταθερά υπέρ-του-Ισραήλ-ό,τι-και-να-γίνει, καταρρέουν: Η Δεξιά και το MAGA ειδικότερα διαθέτουν πλέον ηγέτες και παράγοντες επιρροής που ασκούν ανοιχτή κριτική στο Ισραήλ, όπως η Marjorie Taylor Green και ο Tucker Carlson. Ακόμα και οι Αμερικανοί ευαγγελιστές εγκαταλείπουν ταχύτατα τα Σιωνιστικά χρώματα. Ο Economist μόλις αναγνώρισε την κατάρρευση, με φρίκη, υπό τον τίτλο «Πώς το Ισραήλ χάνει την Αμερική».

Δεν υπάρχει τίποτα να συζητήσουμε σχετικά με τα δεδομένα: Το νερό είναι υγρό, το αίμα είναι κόκκινο και το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία. Όποιος εξακολουθεί να αρνείται αυτό το έγκλημα ή να προσπαθεί να σπιλώσει όσους το αναφέρουν ως «εντολοδόχους της Χαμάς» και «αντισημίτες»—όπως αναμενόμενα πράττει το Ισραήλ—το μόνο που κάνει είναι να προσφέρει περισσότερες αποδείξεις της απεριόριστης ανεντιμότητάς του. Όπως σημείωσε ο Κρις Σιντότι, μέλος της Επιτροπής του ΟΗΕ, στη συνέντευξη Τύπου που παρουσίασε την έκθεσή της, «κανείς δεν παίρνει» πια «στα σοβαρά» μια τέτοια ισραηλινή προπαγάνδα. Τουλάχιστον, κανείς με μυαλό που λειτουργεί και με αξιοπρεπή συνείδηση.

Οι ερωτήσεις που έχουν σημασία είναι διαφορετικές. Και οι απαντήσεις θα διαμορφώσουν το κοινό—ή όχι τόσο—ανθρώπινο μέλλον. Είναι φρικτό να πρέπει να το πούμε, αλλά, ακόμα κι αν δεν έχει περάσει ακόμα στην Ιστορία, η Γενοκτονία της Γάζας έχει ήδη συμβεί: ακόμη κι αν σταματήσει σήμερα—που δεν θα σταματήσει—η ανθρωπότητα έχει χάσει προ πολλού την ευκαιρία να την αποτρέψει. Για να είχε συμβεί αυτό, οι Ισραηλινοί δράστες, που ποτέ δεν έκρυψαν το έγκλημά τους, θα έπρεπε να είχαν αντιμετωπιστεί με τη βία, το αργότερο ως τον Νοέμβριο του 2023. Αλλά και τώρα, πολλά μελλοντικά θύματα μεταξύ των Παλαιστινίων θα μπορούσαν ακόμη να σωθούν—και μάλλον δεν θα σωθούν.

Αλλά η γενοκτονία αποτελεί ένα γεγονός που δεν μπορούμε να αντιστρέψουμε. Αυτό που διακυβεύεται ακόμα—εκτός από πολλές επιπλέον ζωές—είναι αν θα αφήσουμε αυτό το έγκλημα να γίνει μια νέα κανονικότητα, μια «Μέθοδος της Γάζας», που είναι ο ντε φάκτο στόχος του Ισραήλ, των ΗΠΑ και της ΕΕ. Όπως είναι, ο κόσμος μας είναι τρομακτικός και χειροτερεύει μέρα με τη μέρα, αλλά κάποιοι από εμάς τουλάχιστον εξακολουθούν να γνωρίζουν ότι ο πόλεμος και η γενοκτονία δεν είναι και δεν πρέπει να είναι το ίδιο πράγμα. Αν επικρατήσουν οι υποστηρικτές της «Μεθόδου της Γάζας», τότε ο πόλεμος θα είναι γενοκτονία. Ειδικά όταν διεξάγεται από τη Δύση και το τερατώδες δημιούργημά της, το Ισραήλ.

Ας επικεντρωθούμε σε τέσσερις ερωτήσεις που θα έχουν σημασία: Πρώτον, ποιες είναι—ή θα έπρεπε να είναι—οι συνέπειες της γενοκτονίας του Ισραήλ; Δεύτερον, τι γίνεται με τους πολλούς στις κυβερνήσεις, τα μέσα ενημέρωσης και τη δημόσια σφαίρα, κυρίως αλλά όχι μόνο στη Δύση, οι οποίοι είναι συνένοχοι σε αυτό το έγκλημα ή ακόμη και τόσο βαθιά εμπλεκόμενοι που είναι πραγματικά συνυπεύθυνοι; Και τι γίνεται με την ευρύτερη ομάδα εκείνων—και πάλι κράτη, οργανώσεις, επιχειρήσεις, ακαδημαϊκός κόσμος, δεξαμενές σκέψης, ό,τι θέλετε—που δεν έκαναν τίποτα; Και, τέλος, τελευταίο αλλά καθόλου λιγότερο σημαντικό, τι γίνεται με τα θύματα και εκείνους που αντιστέκονται—μεταξύ άλλων και με ένοπλο αγώνα—για λογαριασμό τους;

Όσον αφορά τις συνέπειες, είναι εύκολο να καταλάβει κανείς τι πρέπει να συμβεί ως ελάχιστο: τα επιζώντα θύματα πρέπει επιτέλους να προστατευθούν, οι δράστες να οδηγηθούν στη δικαιοσύνη. Ιδιαίτερα τώρα, που το Ισραήλ εξαπολύει την τελική του επίθεση στην ίδια την πόλη της Γάζας—μια προσπάθεια για μια τελική λύση με ακόμα περισσότερες δολοφονίες και την πλήρη εθνοκάθαρση της Γάζας—αυτή η προστασία θα μπορούσε ακόμα να κάνει τη διαφορά.

Όπως έχει επισημάνει ο ειδικός σε θέματα διεθνούς δικαίου Craig Mokhiber, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία «Ενωμένοι για την Ειρήνη» για να παρακάμψει το αμερικανικό βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας και να δώσει εντολή σε μια διεθνή δύναμη προστασίας για τη Γάζα.

Φυσικά, το Ισραήλ, το οποίο υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ και άλλα κράτη που συνδιαπράττουν γενοκτονίες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία, θα αντιστεκόταν σε μια τέτοια επέμβαση. Αυτός δεν είναι λόγος να μην γίνουν τα απαραίτητα πρώτα βήματα. Αλλά είναι ένας λόγος για να είμαστε ρεαλιστές. Τελικά, για να σωθεί ό,τι έχει απομείνει από τη Γάζα και τον λαό της θα χρειαστεί μια πιο ισχυρή προσέγγιση. Το Ισραήλ είναι ένα εξαιρετικά εγκληματικό κράτος υπό ένα εντελώς παρανοϊκό καθεστώς. Όπως η ναζιστική Γερμανία, θα πρέπει να ηττηθεί στρατιωτικά από έναν ενεργό συνασπισμό που θα διεξάγει έναν αποφασιστικό πόλεμο.

Και εδώ επίσης, οι ρεαλιστές θα επισημάνουν πολλά εμπόδια. Ωστόσο, είναι ο μόνος τρόπος για να σταματήσει όχι μόνο η γενοκτονία στη Γάζα αλλά και η εκπορευόμενη από το Ισραήλ ατέρμονη βία και αποσταθεροποίηση όχι μόνο στη Δυτική Ασία αλλά, στην πραγματικότητα, σε ολόκληρο τον κόσμο. Το εντελώς παράνομο και ανεξέλεγκτο πυρηνικό οπλοστάσιο του Ισραήλ, με το οποίο έχει απειλήσει όχι μόνο τους γείτονές του αλλά, και πάλι, ολόκληρο τον κόσμο, δεν αποτελεί λόγο για να μην υπάρξει επιτέλους στρατιωτική επέμβαση. Αντιθέτως, είναι ένας ακόμη επιτακτικός λόγος να το πράξουμε για να το αφοπλίσουμε.

Όσον αφορά τους Ισραηλινούς δράστες, πρέπει να τιμωρηθούν, σε μεγάλο αριθμό, υψηλοί και χαμηλοί. Πρώτον, επειδή τα θύματά τους και οι επιζώντες συγγενείς τους έχουν δικαίωμα στη δικαιοσύνη. Και δεύτερον, επειδή η εξωφρενική ατιμωρησία του Ισραήλ είναι μία από τις βασικές αιτίες της τρέχουσας γενοκτονίας. Αν δεν καταργηθεί τελικά και εμφατικά, τα πράγματα θα γίνουν ακόμα χειρότερα. Και όχι μόνο στο Ισραήλ.

Εκτός από τη στρατιωτική επέμβαση, που είναι αυτό που πραγματικά χρειάζεται, το οικονομικό μποϊκοτάζ είναι η άλλη αναπόφευκτη συνέπεια. Όλες οι εμπορικές και άλλες σχέσεις με αυτό το τερατώδες κράτος πρέπει να σταματήσουν. Αυτό δεν αφορά αποκλειστικά τη Δύση, για παράδειγμα, τις άθλιες ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία και ΕΕ.

Οι επικριτές από την παγκόσμια μη-Δύση και οι επίδοξοι ηγέτες μιας νέας πολυπολικής τάξης έχουν δίκιο σε αυτό το θέμα: Αν το Πεκίνο και η Μόσχα, για παράδειγμα, δεν θέλουν να χάσουν την αξιοπιστία τους, δεν μπορούν να παραμείνουν de facto ουδέτερες. Το ελάχιστο που πρέπει να κάνουν είναι να ηγηθούν ενός παγκόσμιου κινήματος για την πλήρη απομόνωση του Ισραήλ, οικονομικά, πολιτικά και σε κάθε άλλο τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας.

Ένα πρώτο βήμα είναι να μετατοπιστεί επιτέλους η συζήτηση από το μη-θέμα του αν πρέπει να «αναγνωριστεί» η Παλαιστίνη. Προφανώς, πρέπει να αναγνωριστεί, και περίπου 150 κράτη το έχουν ήδη κάνει. Αυτό που πραγματικά πρέπει να συζητήσουμε είναι η από-αναγνώριση του Ισραήλ: ό,τι και αν είναι, δεν είναι ένα συνηθισμένο κράτος, και τα άλλα κράτη πρέπει να σταματήσουν να προσποιούνται ότι είναι.

Εάν οι εν δυνάμει ηγέτες μιας καλύτερης διεθνούς τάξης δεν καταφέρουν, το λιγότερο, να απομονώσουν το Ισραήλ, θα έχουν μόνο τους εαυτούς τους να κατηγορούν. Εάν όμως αναλάβουν την πρωτοβουλία να ηγηθούν της πλειοψηφίας της ανθρωπότητας που έχει βαρεθεί τα εγκλήματα και την ατιμωρησία του Ισραήλ, θα ωφεληθούν όχι μόνο ηθικά αλλά και πολιτικά (και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό). Επιπλέον, αν δεν στείλουν οι ίδιοι στρατεύματα, πρέπει τουλάχιστον να βοηθήσουν τα θύματα του Ισραήλ, από τη Γάζα έως την Υεμένη και το Ιράν, να οπλιστούν και να αντισταθούν.

Στη Δύση, είναι καιρός να δημιουργηθούν συστηματικά μητρώα όσων πρέπει να κατηγορηθούν για συνενοχή. Να συμπεριλάβουν χιλιάδες κυβερνητικούς εκπροσώπους και γραφειοκράτες, σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο (για παράδειγμα, στο Βερολίνο), καθώς και ακαδημαϊκούς, μέλη δεξαμενών σκέψης, προσωπικότητες των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των κοινωνικών μέσων που έχουν υποστηρίξει τη γενοκτονία μεταδίδοντας, κοινοποιώντας και ενισχύοντας την προπαγάνδα γενοκτονίας του Ισραήλ, από την ψευδή είδηση για «μαζικούς βιασμούς» έως την απόκρυψη του γεγονότος ότι πολλά από τα θύματα της 7ης Οκτωβρίου 2023 δεν σκοτώθηκαν από την Παλαιστινιακή Αντίσταση, αλλά από τις ισραηλινές δυνάμεις που διεξήγαγαν μια επιχείρηση «Hannibal» εναντίον των δικών τους.

Αρχίζοντας με τον Julius Streicher στις δίκες της Νυρεμβέργης και ως γεγονός επιβεβαιωμένο πρόσφατα κατά τη διάρκεια των δικών που ακολούθησαν τη γενοκτονία στη Ρουάντα, η χρήση των μέσων ενημέρωσης για την προώθηση εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονίας αποτελεί από μόνη της έγκλημα. Ο κόσμος θα χρειαστεί πολλές νέες καταδίκες σε αυτόν τον τομέα.

Τέλος, θα πρέπει να γίνουν διορθώσεις: Πώς μπορεί, για παράδειγμα, ένας μαχητής της Χαμάς να στιγματίζεται ως «τρομοκράτης», όταν στην πραγματικότητα έχει αγωνιστεί απεγνωσμένα και ενάντια σε όλες τις πιθανότητες για να σταματήσει τις γενοκτονικές δυνάμεις του Ισραήλ; Αυτό είναι διαστροφικό. Γενικά, οι Παλαιστίνιοι έχουν το δικαίωμα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να ασκήσουν ένοπλη αντίσταση. Η αντίσταση στη γενοκτονία το καθιστά ακόμη πιο προφανές. Και όσοι έχουν αντισταθεί στον υπόλοιπο κόσμο, είτε με διαδηλώσεις, καταλήψεις πανεπιστημίων, μποϊκοτάζ ή σαμποτάζ ισραηλινών κατασκευαστών όπλων, πρέπει επίσης να δικαιωθούν. Δηλαδή, πρέπει να αναγνωριστούν ως υπόδειγμα πολιτών αντί να διώκονται, όπως, για παράδειγμα, στη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες.    

Πολλά περισσότερα θα πρέπει να γίνουν αν ένας κόσμος που βρίσκεται ήδη στο μετά την γενοκτονία στη Γάζα στάδιο θέλει να αντιστρέψει τη σταθερή κατάπτωσή του στην κόλαση.  Θα χρειαστούν πολλές δεκαετίες, τουλάχιστον, για να καθαριστεί η βρωμιά που παρήγαγε το έγκλημα καθεαυτό αλλά και η ευρεία συνενοχή. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι, ως σύνολο, καν θα το προσπαθήσουμε. Αλλά ένα πράγμα είναι σίγουρο: αν δεν το κάνουμε, θα αξίζουμε όλα όσα μας περιμένουν σε έναν κόσμο όπου όλοι έχουμε κάνει τη γενοκτονία κανόνα ή έχουμε επιτρέψει αυτό να συμβεί.

Πηγή: tarikcyrilamar.com

Israel, USA, NATO and EU are the arsonists of the war. Self-defense is the right of peoples.

16 June 2025

1. The genocidal state of Israel launched an unprovoked and murderous attack against Iran. It was known and urged by the US and supported by the West by all means. The attack ends the sixth round of talks with Iran on its nuclear program and we are now entering a phase of harsh retaliation. The dangerous attack by the provocateur state of Israel throws the region into greater uncertainty and brings the possibility of a generalized war closer to the souls and minds of the peoples. It is the fifth attack by the Israeli state –  the “only democracy in the Middle East” – in the last two years (Palestine, Lebanon, Syria, Yemen), proving once again that it is the real arsonist of war in the region. The attack was well prepared and planned for years.

Israel is in the offensive. It has nothing to do with self defense. There was no reason for the attack, there was no warning. The so-called “existential threat” from Iran’s nuclear program is a funny and at the same time provocative excuse, as Israel has been developing its own nuclear program for decades – although it still denies it. A program that remains uncontrolled by international organizations.

The attack against Iran affected part of Iran’s nuclear program and its scientific potential, military bases and military leaders and resulted in the killing of about 100 people, the injury of several hundreds and of course in widespread destruction.

It is a global challenge, while the genocide of the Palestinians continues uninterrupted.

2. Iran found itself unprepared and vulnerable. We do not underestimate the Western sanctions regime and the constant pressure it has been under for decades. Until now, though, Iran and more broadly the axis of resistance have recorded a series of negative events such as the assassination of Soleimani, the strike against Lebanon and Hezbollah, the overthrow of the Assad regime and the occupation of Southern Syria, the assassination of Iranian officials and diplomats, the killing of many Hamas leaders with continuous strikes and the Israeli attack on Iran today. The attack of the killer state seems up to now successful, possibly due to the temporary (?) inability of the Iranian regime to have a solid, armored and modern defense combined with an intelligence system that is not perforated by the Mossad or other enemy forces.

3. This attack has multiple objectives for the imperialist – Zionist camp: It has shown the world that Israel – with the support of at least the USA – is a state with significant technological and military superiority that can spread fear among its opponents. It delays the completion of Iran’s nuclear program. It seeks to overthrow the Khamenei regime and to create a paralyzing and dissolving situation within Iran. It increases the possibility of a regional war, with the support of the US. Finally, it creates multiple problems for China (such as energy supplies, economic and political issues) and it undermines the efforts to promote BRICS+ as a serious competitor to the so-called Western world.

4. Iran’s response to the massive missile attacks is legitimate and fair, aiming to its self-defense, even if the “right to self-defense” is awarded exclusively to Israel by the international community, always presenting the abuser as a victim and the genocide as self-defense. The Iranian response remains mismatched to the scale and intensity of the Israeli offensive.

But at the same time, it proves that the Zionist state is not invulnerable. The attacks of these days have destroyed Israel’s arrogance and the general belief that it can drop tons of bombs and kill in any possible way in Palestine, it can terrorize and attack wherever and whoever it wants in the wider region, but it will always remain intact.

The duration and true extent of the Iranian retaliation remains to be seen, given that in geopolitical and military confrontations there are no easy and quick solutions and endurance is required. Iran is faced with internal contradictions and problems – and the Americans and Israelis seem to bet on that – and at the same time it is struggling to buy time for the development of its nuclear program. Russia´s, China´s and Pakistan´s positions work in its favor, but a direct involvement and assistance of these nations is doubtful. There are many Israeli targets inside as well as outside Israel that are vulnerable and would hurt Israeli interests and the state itself.

What is certain, is that we will experience a generalized escalation of war conflicts both inside and outside the Middle East. This setting can fuel a dangerous war atmosphere worldwide. Israeli Defense Minister Katz has threatened that Tehran “will burn donw” if Iranian bombing continues. This is a sign of a war reality far beyond a terrorising communication strategy.

5. A collateral loss is undoubtedly the economy, as 20% of the oil used worldwide is transported through the straits controlled by Iran. This will mean rising transportation and production costs, inflation, new recessionary crises that could bring about product shortages, further shrinking of prosperity and increasing of poverty. The mere threat of closing the Straits of Hormuz is enough for the prices of oil to rise and for the stock markets to collapse, with a direct effect to the developing countries. Russia will benefit here, not only from the rises in the price of oil, but also from the shift of the US interest from Ukraine to the Middle East.

6. Once again, the EU is in decline and unreliable. Willing to crawl submissivly to the Atlantic ruler and his dog in the Middle East, Israel. A typical example is the German Chancellor Mertz, Macron and the British Starmer, who for the last two years have constantly been defending Israel’s “right to self-defense”. Today, they blame the defending Iran and not the attacking Israel.

Always willing and alway given for the Western camp, the Greek Prime Minister Mitsotakis continues with his pro-Israel and pro-American policy. This is the most degraded position that Greece has ever been to in the recent decades, with no bargaining chip beyond declarations of loyalty and submission. At the same time, we are facing a clearly upgraded Turkey.

7. Peace must be our position against war. But what peace means, is defeat of the US-NATO-Israel axis, is overthrowing of the dangerous, pro-war, EU governments that have discovered the rearmament of Europe to deal with their economic hardship and their industrial and technological degradation. It means victory for the Palestinian resistance, it means an immediate stop of the genocide. It mainly means the defeat of Israel. It means that the Israeli leadership will pay for the war crimes it commits.

In the face of the constant preparation of a war atmosphere, of fear and of constant war episodes, the only effective self-defense is the organization of the peoples and their invasion to the foreground, is the demand to abolish these policies and the politicians who practice them.

In today’s world, this seems utopian. But history always surprises us and gives birth to a realism that a little while ago seemed like a utopia. Our work should be unifying, frontal, wide and lively.

Η γενοκτονία του Ισραήλ στη Γάζα είναι δημογραφικός πόλεμος

Πίσω από τις μαζικές δολοφονίες και την εκδίωξη των Παλαιστινίων κρύβεται μια στρατηγική επιταγή: η αποκατάσταση της εβραϊκής δημογραφικής κυριαρχίας σε όλα τα εδάφη υπό ισραηλινό αποικιακό έλεγχο

Η συνεχιζόμενη γενοκτονία στη Γάζα, η οποία έχει σκοτώσει σχεδόν 54.000 Παλαιστίνιους, μαζί με διάφορα σχέδια για την εκδίωξη των εναπομεινάντων επιζώντων, έχει έναν πρωταρχικό στόχο: να διαφυλάξει την εβραϊκή εποικιστική αποικία του Ισραήλ, αποκαθιστώντας τη χαμένη εβραϊκή δημογραφική πλειοψηφία, η οποία είχε επιτευχθεί μέσω μαζικών δολοφονιών και εκτοπίσεων από το 1948.

Οι Σιωνιστές κατάλαβαν από νωρίς ότι ο μόνος τρόπος επιβίωσης του εποικιστικού-αποικιακού τους σχεδίου ήταν η δημιουργία μιας εβραϊκής πλειοψηφίας μέσω της εκδίωξης των Παλαιστινίων.

Ο Θίοντορ Χερτζλ, ο ιδρυτής του σιωνιστικού κινήματος, περιέγραψε τα πρώτα σχέδια γι’ αυτό τη δεκαετία του 1890, τα οποία η Σιωνιστική Οργάνωση συνέχισε από τη δεκαετία του 1920. Η εκδίωξη, ωστόσο, κατέστη δυνατή μόνο μετά τη σιωνιστική στρατιωτική κατάκτηση της Παλαιστίνης.

Στις παραμονές του πολέμου του 1948, η Παλαιστίνη είχε εβραϊκό πληθυσμό 608.000 (που αποτελούσε το 30%), οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν φτάσει στη χώρα τις δύο προηγούμενες δεκαετίες, μαζί με 1.364.000 Παλαιστίνιους.

Κατά τη διάρκεια της κατάκτησης του 1948, οι σιωνιστικές δυνάμεις σκότωσαν πάνω από 13.000 Παλαιστίνιους – το 1% του παλαιστινιακού πληθυσμού – και εκδίωξαν περίπου 760.000 Παλαιστίνιους, ή περισσότερο από το 80% όσων ζούσαν στην περιοχή που αργότερα το Ισραήλ θα ανακήρυττε εβραϊκό κράτος.

Ήταν αυτές οι δολοφονίες και οι πράξεις εθνοκάθαρσης που εδραίωσαν την εβραϊκή δημογραφική υπεροχή στο Ισραήλ μεταξύ 1948 και 1967.

Εκδίωξη

Μέχρι τον Νοέμβριο του 1948, περίπου 165.000 Παλαιστίνιοι παρέμεναν στο Ισραήλ, του οποίου ο εβραϊκός αποικιακός πληθυσμός είχε αυξηθεί σε 716.000 άτομα, αυξάνοντας το ποσοστό του από 30% σε 81% σχεδόν εν μία νυκτί.

Το 1961, ο εβραϊκός πληθυσμός είχε αυξηθεί σε 1.932.000 άτομα σε συνολικό πληθυσμό 2.179.000 ατόμων, αυξάνοντας το ποσοστό των Εβραίων στο 89%.

Την παραμονή της επικράτησης του Ισραήλ επί τριών αραβικών χωρών το 1967, ο πληθυσμός του αριθμούσε 2,7 εκατομμύρια, εκ των οποίων τα 2,4 εκατομμύρια ήταν Εβραίοι άποικοι και οι απόγονοί τους, διατηρώντας το ποσοστό τους στο 89% του συνόλου.

Το μεγαλύτερο δημογραφικό ατόπημα που διέπραξε η εβραϊκή εποικιστική αποικία ήταν η κατάκτηση της υπόλοιπης Παλαιστίνης το 1967, μαζί με τα Υψίπεδα του Γκολάν και την αραιοκατοικημένη αιγυπτιακή [χερσόνησο του] Σινά.

Ενώ η ακόρεστη εδαφική αδηφαγία του Ισραήλ οδήγησε σε μια κατάκτηση που τριπλασίασε το γεωγραφικό του μέγεθος, υπονόμευσε εντούτοις σημαντικά την εβραϊκή δημογραφική υπεροχή που οι Σιωνιστές είχαν εργαστεί τόσο σκληρά για να εξασφαλίσουν από το 1948.

Πριν από την εκδίωξη του 1967, ο πληθυσμός της Δυτικής Όχθης υπολογιζόταν μεταξύ 845.000 και 900.000, ενώ ο πληθυσμός της Λωρίδας της Γάζας κυμαινόταν μεταξύ 385.000 και 400.000.

Άμεση εκδίωξη ξεκίνησε κατά τη διάρκεια της ισραηλινής κατάκτησης, με περισσότερους από 200.000 Παλαιστίνιους να αναγκάζονται να διασχίσουν τον Ιορδάνη ποταμό από τη Δυτική στην Ανατολική Όχθη, πολλοί από αυτούς πρόσφυγες του 1948 από τα μέρη όπου εδραιώθηκε το Ισραήλ.

Δημογραφική απειλή

Στη Γάζα, οι ισραηλινές δυνάμεις απέλασαν 75.000 Παλαιστίνιους μέχρι τον Δεκέμβριο του 1968 και εμπόδισαν άλλους 50.000, οι οποίοι εργάζονταν, σπούδαζαν ή ταξίδευαν στην Αίγυπτο ή αλλού, να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.

Μετά την εκδίωξη, η ισραηλινή απογραφή του Σεπτεμβρίου 1967 κατέγραψε τον πληθυσμό της Δυτικής Όχθης σε 661.700 και της Γάζας σε 354.700.

Ο παλαιστινιακός πληθυσμός της Ανατολικής Ιερουσαλήμ ήταν 68.600. Συνολικά, αυτό σήμαινε ότι ο συνολικός παλαιστινιακός πληθυσμός του Ισραήλ, της Δυτικής Όχθης και της Γάζας ανερχόταν σε 1.385.000, μειώνοντας το ποσοστό των Εβραίων σε όλα τα εδάφη που ελέγχονταν από το Ισραήλ από 89% σε 56% – εξαιρουμένων των λίγων χιλιάδων Σύρων και Αιγυπτίων που παρέμειναν στα Υψίπεδα του Γκολάν και στο Σινά.

Στην πραγματικότητα, από τα Υψίπεδα του Γκολάν, οι Ισραηλινοί έδιωξαν μεταξύ 102.000 και 115.000 Σύριων, αφήνοντας πίσω τους όχι περισσότερους από 15.000.

Ενώ ο πληθυσμός του Σινά εκείνη την εποχή αποτελούνταν κυρίως από Βεδουίνους και αγρότες, 38.000 από αυτούς έγιναν πρόσφυγες. Το Ισραήλ συνέχισε επίσης να απελαύνει Παλαιστίνιους κατά εκατοντάδες καθώς η κατοχή προχωρούσε.

Αυτός ο δημογραφικός σεισμός μετά το 1967 προκάλεσε στην τότε Ισραηλινή πρωθυπουργό Γκόλντα Μέιρ πολλές άγρυπνες νύχτες τη δεκαετία του 1970, καθώς ανησυχούσε για τον αριθμό των Παλαιστινίων που συλλαμβάνονταν κάθε βράδυ.

Η μείωση του μεριδίου του πληθυσμού που αντιστοιχούσε στους Εβραίους αποίκους συνεχίστηκε μέχρι το 1990, εν μέσω αυξανόμενης ανησυχίας μεταξύ των Ισραηλινών.

Σοβιετική εισροή

Μέχρι το 1990, ο πληθυσμός [εντός των συνόρων] του Ισραήλ του 1948 είχε φτάσει περίπου τα 4,8 εκατομμύρια, εκ των οποίων 3,8 εκατομμύρια Εβραίοι και ένα εκατομμύριο Παλαιστίνιοι, ενώ ο παλαιστινιακός πληθυσμός της Λωρίδας της Γάζας ήταν 622.016 και της Δυτικής Όχθης 1.075.531.

Ο συνολικός αριθμός των Παλαιστινίων υπό ισραηλινό έλεγχο ήταν 2.697.547, καθιστώντας τους Εβραίους το 58% του πληθυσμού – μια οριακή αύξηση από το 56% το 1967.

Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και οι επακόλουθες οικονομικές κρίσεις στις μετασοβιετικές δημοκρατίες οδήγησαν σε μαζική μετανάστευση – ιδίως μεταξύ των Εβραίων, οι οποίοι είχαν ευκολότερη μετεγκατάσταση, καθώς ο νόμος περί επιστροφής του Ισραήλ τους προσέφερε έναν άμεσο προορισμό χωρίς τις περιπλοκές της μετανάστευσης σε δυτικές χώρες.

Αυτό κατέστησε το Ισραήλ μια πολύ ελκυστική πρόταση για τους Σοβιετικούς Εβραίους και ένα δώρο του Θεού για το ισραηλινό κράτος, καθώς βοήθησε στην αποτροπή της επάρατης παλαιστινιακής δημογραφικής «βόμβας», όπως έγινε κατανοητή η κρίση από τους Ισραηλινούς.

Ωστόσο, αποδείχθηκε ότι το ένα εκατομμύριο Σοβιετικοί Εβραίοι που μετανάστευσαν στο Ισραήλ μεταξύ 1990 και 2000 – και άλλαξαν σημαντικά τη δημογραφία του αυξάνοντας τόσο τον εβραϊκό όσο και τον πληθυσμό των Ασκενάζι – δεν ήταν όλοι Εβραίοι.

Η εβραϊκότητα περισσότερων από τους μισούς από αυτούς αμφισβητήθηκε τόσο από τους ραβίνους του Ισραήλ, οι οποίοι επέμεναν ότι Εβραίος είναι κάποιος που γεννήθηκε από Εβραία μητέρα, όσο και από σιωνιστικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένης της Σιωνιστικής Οργάνωσης Αμερικής (Zionist Organization of America – ZOA), καθώς πολλοί από τους νεοαφιχθέντες είχαν, στην καλύτερη περίπτωση, έναν Εβραίο παππού και γιαγιά. Σε αυτούς περιλαμβάνονταν σύζυγοι και άλλοι συγγενείς που δεν ήταν καθόλου Εβραίοι.

Πολλοί από τους μετασοβιετικούς μετανάστες αρνήθηκαν να μάθουν εβραϊκά και συνέχισαν να μιλούν ρωσικά, με αποτέλεσμα να εκδοθούν πολυάριθμες ρωσόφωνες εφημερίδες στο Ισραήλ για να τους εξυπηρετήσουν. Ορισμένοι νεαροί μετανάστες δημιούργησαν ακόμη και ομάδες νεοναζί και σκίνχεντ που επιτέθηκαν σε Εβραίους και συναγωγές σε όλη τη χώρα.

Αυτό το μεγάλο κύμα μετανάστευσης, ωστόσο, δεν μπόρεσε να ανταγωνιστεί την αύξηση του παλαιστινιακού πληθυσμού.

Δημογραφικός πανικός

Μέχρι το 2000, ο πληθυσμός του Ισραήλ είχε φτάσει τα 6,4 εκατομμύρια, συμπεριλαμβανομένων πέντε εκατομμυρίων Εβραίων και σχεδόν 1,2 εκατομμυρίων Παλαιστινίων, ενώ ο πληθυσμός της Δυτικής Όχθης καταγράφηκε στα 2,012 εκατομμύρια και της Γάζας στα 1,138 εκατομμύρια – μειώνοντας το ποσοστό των Εβραίων αποίκων και των απογόνων τους σε όχι περισσότερο από 52% του συνολικού πληθυσμού.

Συνειδητοποιώντας ότι οι λίγες ευρωπαϊκές αποικίες εποίκων που επιβίωσαν από την παγκόσμια αντιστροφή της εποικιστικής αποικιοκρατίας από τη δεκαετία του 1960 -συμπεριλαμβανομένης, τελικά, και της Νότιας Αφρικής το 1994 – ήταν εκείνες που διατηρούσαν μια μαζική λευκή δημογραφική πλειοψηφία, όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία, η ισραηλινή κυβέρνηση πανικοβλήθηκε.

Μέχρι το τέλος εκείνης της χρονιάς, η αποκατάσταση της εβραϊκής δημογραφικής υπεροχής είχε γίνει πραγματική εμμονή.

Εκείνο τον Δεκέμβριο, το Ινστιτούτο Πολιτικής και Στρατηγικής του Διεπιστημονικού Κέντρου Herzliya στο Ισραήλ διοργάνωσε το πρώτο από μια σειρά σχεδιαζόμενων ετήσιων συνεδρίων που επικεντρώνονταν στη δύναμη και την ασφάλεια του κράτους, ιδίως όσον αφορά τη διατήρηση της εβραϊκής ανωτερότητας.

Ένα από τα “Κύρια Σημεία” που προσδιορίζονται στην 52σέλιδη έκθεση του συνεδρίου ήταν η ανησυχία σχετικά με τους δημογραφικούς αριθμούς που απαιτούνται για τη διατήρηση της εβραϊκής υπεροχής στο Ισραήλ:

Το υψηλό ποσοστό γεννήσεων [των Ισραηλινών Αράβων] θέτει υπό αμφισβήτηση το μέλλον του Ισραήλ ως εβραϊκό κράτος… Οι σημερινές δημογραφικές τάσεις, εάν συνεχιστούν, θέτουν υπό αμφισβήτηση το μέλλον του Ισραήλ ως εβραϊκό κράτος. Το Ισραήλ έχει δύο εναλλακτικές στρατηγικές: προσαρμογή ή περιορισμός. Η τελευταία απαιτεί μια μακροπρόθεσμη ενεργητική σιωνιστική δημογραφική πολιτική, της οποίας τα πολιτικά, οικονομικά και εκπαιδευτικά αποτελέσματα θα εγγυηθούν τον εβραϊκό χαρακτήρα του Ισραήλ.

Η έκθεση πρόσθεσε καταφατικά ότι «εκείνοι που υποστηρίζουν τη διατήρηση του χαρακτήρα του Ισραήλ ως… εβραϊκό κράτος για το εβραϊκό έθνος… αποτελούν την πλειοψηφία του εβραϊκού πληθυσμού στο Ισραήλ».

Διατήρηση της υπεροχής

Η διάσκεψη δεν ήταν μια μοναχική προσπάθεια. Ο ίδιος ο τότε πρόεδρος του Ισραήλ Μοσέ Κατσάβ καλωσόρισε τους συμμετέχοντες.

Απηχώντας τις κυρίαρχες απόψεις περί εβραϊκής ανωτερότητας μεταξύ των Ισραηλινών Εβραίων και των φιλοϊσραηλινών αμερικανοεβραϊκών οργανώσεων, το συνέδριο συνδιοργανώθηκε από την Αμερικανική Εβραϊκή Επιτροπή, το Κέντρο Κοινωνικής και Οικονομικής Προόδου του Ισραήλ, το ισραηλινό Υπουργείο Άμυνας, την Εβραϊκή Υπηρεσία, την Παγκόσμια Σιωνιστική Οργάνωση, το Κέντρο Εθνικής Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα και το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας του Ισραήλ στο γραφείο του πρωθυπουργού.

Στο συνέδριο συμμετείχαν 50 ομιλητές: ανώτεροι κυβερνητικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι, μεταξύ των οποίων πρώην και μελλοντικοί πρωθυπουργοί, καθηγητές πανεπιστημίων, επιχειρηματίες και εκπρόσωποι των μέσων ενημέρωσης, καθώς και Αμερικανοεβραίοι ακαδημαϊκοί και στελέχη του φιλοϊσραηλινού λόμπι των ΗΠΑ.

Έκτοτε, η διάσκεψη της Herzliya πραγματοποιείται κάθε χρόνο, όπου συζητείται τακτικά το δημογραφικό ζήτημα και προτείνονται στρατηγικές για τη διασφάλιση της εβραϊκής δημογραφικής υπεροχής.

Ο πρώην Ισραηλινός πρωθυπουργός Σιμόν Πέρες – βασικό στέλεχος της ισραηλινής κυβέρνησης από τη δεκαετία του 1950 – εξέφρασε το 2002 την ανησυχία του για τον παλαιστινιακό δημογραφικό «κίνδυνο», καθώς η Πράσινη Γραμμή που χωρίζει το Ισραήλ από τη Δυτική Όχθη άρχισε να «εξαφανίζεται… γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στη σύνδεση του μέλλοντος των Παλαιστινίων της Δυτικής Όχθης με τους Ισραηλινούς Άραβες».

Περιέγραψε το ζήτημα ως «δημογραφική βόμβα» και ήλπιζε ότι η άφιξη άλλων 100.000 Εβραίων στο Ισραήλ θα ανέβαλε αυτόν τον δημογραφικό «κίνδυνο» για 10 ακόμη χρόνια. Τόνισε ότι «η δημογραφία θα νικήσει τη γεωγραφία».

Μέχρι το 2010, ο πληθυσμός του Ισραήλ είχε φτάσει τα 7,6 εκατομμύρια, εκ των οποίων 5,75 εκατομμύρια Εβραίοι και 1,55 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι, ενώ ο πληθυσμός της Δυτικής Όχθης ήταν 2,48 εκατομμύρια και της Γάζας 1,54 εκατομμύρια. Αυτό κατέστησε τον εβραϊκό πληθυσμό μειονότητα που δεν ξεπερνούσε το 49% για πρώτη φορά μετά τη μαζική εθνοκάθαρση των Παλαιστινίων το 1948.

Αυτό ήταν απαράδεκτο για το κράτος απαρτχάιντ και σε αυτό το πλαίσιο το ισραηλινό κοινοβούλιο ψήφισε έναν νέο «Βασικό Νόμο: Ισραήλ ως το έθνος-κράτος του εβραϊκού λαού» τον Ιούλιο του 2018, ο οποίος διαβεβαίωνε ότι «η γη του Ισραήλ είναι η ιστορική πατρίδα του εβραϊκού λαού, στην οποία ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ» και ότι «Το δικαίωμα άσκησης εθνικής αυτοδιάθεσης στο κράτος του Ισραήλ είναι αποκλειστικό για τον εβραϊκό λαό».

Ο νέος νόμος, που επιβεβαιώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ ως συνταγματικός παρά τον ρατσιστικό του χαρακτήρα, ήταν μια αναγκαία δήλωση ότι το Ισραήλ κατανοεί ότι χάνει τον δημογραφικό “πόλεμο”.

Διαβεβαίωνε έτσι ότι ανεξάρτητα από το πόσοι Εβραίοι παρέμεναν στο Ισραήλ ή ποιο ποσοστό του πληθυσμού αποτελούσαν, θα συνέχιζαν να κατέχουν μοναδικά ρατσιστικά και αποικιοκρατικά προνόμια έναντι των γηγενών Παλαιστινίων.

Ανωτερότητα κωδικοποιημένη

Το 2020, ο πληθυσμός του Ισραήλ αριθμούσε 9,2 εκατομμύρια, εκ των οποίων 6,8 εκατομμύρια Εβραίοι και 1,9 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι, ενώ ο πληθυσμός της Δυτικής Όχθης ήταν 3,05 εκατομμύρια και της Γάζας 2,047 εκατομμύρια – μειώνοντας περαιτέρω το ποσοστό των Εβραίων αποίκων και των απογόνων τους στο 47% του συνολικού πληθυσμού.

Οι Παλαιστίνιοι, ωστόσο, δεν φαίνεται να είναι ο μόνος πληθυσμός που θεωρείται ως δημογραφική «βόμβα» που απειλεί την εβραϊκή δημογραφική υπεροχή.

Μόλις τον Ιανουάριο του 2023, ο Μόρτον Κλάιν, ο εθνικός πρόεδρος της ZOA, εξέδωσε μια πανικόβλητη δήλωση σχετικά με την επικείμενη «από-ιουδαϊοποίηση» του εβραϊκού κράτους.

Αυτή τη φορά, ο ένοχος αποδείχτηκε ότι ήταν οι ψευδοεβραίοι, εκείνοι τους οποίους ο διαβόητος και ρατσιστικός «Νόμος της Επιστροφής» του Ισραήλ επέτρεψε να εισέλθουν στη χώρα. Ο νόμος τροποποιήθηκε το 1970 για να επιτρέψει σε οποιονδήποτε παγκοσμίως έχει έναν Εβραίο παππού ή γιαγιά – συμπεριλαμβανομένων του μη Εβραίου συζύγου, των παιδιών και των εγγονών ενός τέτοιου ατόμου, καθώς και των συζύγων τους – να γίνουν έποικοι στο Ισραήλ και να αποκτήσουν την ισραηλινή υπηκοότητα.

Η δήλωση της ZOA ανήγγειλε με απογοήτευση ότι η τροποποίηση του 1970 είχε επιτρέψει σε μισό εκατομμύριο «μη Εβραίους» από την πρώην Σοβιετική Ένωση (ΠΣΕ) να εγκατασταθούν στο εβραϊκό κράτος.

Η ανησυχία της βασιζόταν σε στοιχεία της ισραηλινής κυβέρνησης ότι «σε μεγάλο βαθμό λόγω της ρήτρας περί παππούδων και γιαγιάδων, πάνω από το 50% όλων των μεταναστών στο εβραϊκό κράτος πέρυσι ήταν μη Εβραίοι, και το 72% των μεταναστών από χώρες της ΠΣΕ στο εβραϊκό κράτος σήμερα είναι μη Εβραίοι».

Η σιωνιστική ομάδα προειδοποίησε ότι «αυτό προκαλεί σημαντική μείωση στο ποσοστό των Εβραίων που ζουν στο Ισραήλ, θέτοντας σε κίνδυνο τη συνέχεια του Ισραήλ ως εβραϊκού κράτους».

Σύμφωνα με τη δήλωση της ZOA, αυτή η τρομερή κατάσταση σήμαινε ότι «οι μη Εβραίοι θα έχουν ακόμη μεγαλύτερη επιρροή στον καθορισμό των ηγετών, των νόμων και των αποφάσεων ασφαλείας του εβραϊκού κράτους» και ότι «οι Εβραίοι της διασποράς που χρειάζονται ή θέλουν να ζήσουν στην εβραϊκή πατρίδα μπορεί να μετακινηθούν σε ένα κράτος με μη εβραϊκή πλειοψηφία στο μέλλον».

Η δήλωση απαιτούσε την «κατάργηση ή τροποποίηση/μεταρρύθμιση της ρήτρας περί παππούδων και γιαγιάδων. Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να διασφαλίσουμε ότι το εβραϊκό κράτος θα παραμείνει εβραϊκό».

Ενώ δεν ζήτησε ρητά την απέλαση του μισού εκατομμυρίου Ευρωπαίων «μη Εβραίων» εποίκων, όπως είχε κάνει το Ισραήλ με τους γηγενείς Παλαιστίνιους το 1948 και το 1967, το υπονοούμενο ήταν σαφές.

Αν κάποιος αποδεχτεί την άποψη της ZOA ότι αυτοί οι πρώην Σοβιετικοί Εβραίοι στο Ισραήλ σήμερα δεν είναι καθόλου Εβραίοι, τότε το ποσοστό των Εβραίων μειώνεται περαιτέρω σε μόλις 42%.

Τελική φάση

Σε αυτό το πλαίσιο, το Ισραήλ, το Ανώτατο Δικαστήριο και οι Εβραίοι έποικοι κλιμάκωσαν την εκστρατεία τους για την τρομοκράτηση των Παλαιστινίων της Ανατολικής Ιερουσαλήμ τον Μάιο του 2021, εκδιώκοντας 13 οικογένειες – συνολικά 58 άτομα – από τα σπίτια τους στη γειτονιά Σέιχ Τζάρα.

Επιπλέον 1.000 Παλαιστίνιοι απειλούνταν με έξωση από τους εποίκους και τα ισραηλινά δικαστήρια.

Η απόφαση αντιμετωπίστηκε διεθνώς ως περαιτέρω επιβεβαίωση ότι το Ισραήλ είναι ένα κράτος απαρτχάιντ.

Τον Ιανουάριο του 2021, η ισραηλινή ομάδα ανθρωπίνων δικαιωμάτων B’Tselem είχε ήδη εκδώσει μια έκθεση που χαρακτήριζε το ισραηλινό καθεστώς ως κράτος [που θέσπισε και εφαρμόζει την] «εβραϊκή ανωτερότητα» και περιέγραφε το Ισραήλ ως κράτος απαρτχάιντ.

Τον Απρίλιο, ένα μήνα πριν από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η [μη κυβερνητική οργάνωση] Human Rights Watch εξέδωσε μια έκθεση που κήρυξε το Ισραήλ ως κράτος απαρτχάιντ τόσο εντός των συνόρων του 1948 όσο και στα κατεχόμενα από το 1967 εδάφη.

Η Διεθνής Αμνηστία ακολούθησε το παράδειγμα τον Φεβρουάριο του 2022, κηρύσσοντας επίσης το Ισραήλ κράτος απαρτχάιντ.

Είναι ενόψει του καθεστώτος δημογραφικής μειονεξίας των Εβραίων αποίκων του Ισραήλ που η τρέχουσα γενοκτονία στη Γάζα συνεχίζεται, παράλληλα με τα σχέδια για την απέλαση των εναπομεινάντων Παλαιστινίων επιζώντων εκτός της Λωρίδας.

Η απεγνωσμένη προσπάθεια του Ισραήλ να αποκαταστήσει την εβραϊκή δημογραφική υπεροχή είναι αυτό που ωθεί την εξόντωση και την προγραμματισμένη απέλαση των δύο εκατομμυρίων Παλαιστινίων στη Γάζα. Τον Μάρτιο του 2025, το ισραηλινό υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε τη δημιουργία «ενός φορέα για τη διαχείριση της εθελοντικής μετανάστευσης [Παλαιστινίων] από τη Γάζα».

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ, η οποία συνεργάστηκε με το Ισραήλ κατά τη διάρκεια των κυβερνήσεων τόσο του Τζο Μπάιντεν όσο και του Ντόναλντ Τραμπ για να βρει προορισμούς για τους απελασμένους Παλαιστίνιους επιζώντες της γενοκτονίας, αναφέρεται ότι μεσολαβεί για μια ακόμη συμφωνία – αυτή τη φορά με τους πολέμαρχους της Λιβύης – για να τους δεχτεί.

Με την έξοδο μεταξύ 100.000 και μισού εκατομμυρίου Ισραηλινών Εβραίων από τη χώρα από τον Οκτώβριο του 2023, συνεχίζοντας μια προγενέστερη τάση μετανάστευσης, φαίνεται απίθανο ότι ακόμη και αν το Ισραήλ πετύχει στις εκστρατείες εξόντωσης και απέλασης στη Γάζα, θα μπορούσε ποτέ να αποκαταστήσει την εβραϊκή δημογραφική υπεροχή.

Η μόνη του επιλογή θα ήταν να εξοντώσει όλους τους Παλαιστίνιους – όχι μόνο εκείνους στη Γάζα.

Πηγή: middleeasteye

Εξόντωση ως διαπραγμάτευση – Κατανοώντας τη στρατηγική του Ισραήλ στη Γάζα

Είτε πρόκειται για ολοκληρωτική κατάκτηση είτε για ελεγχόμενο εγκλεισμό, το Ισραήλ δεν έχει μια ενιαία μεγάλη στρατηγική για τη Γάζα, αλλά χρησιμοποιεί τη δυνατότητα και των δύο για να παρατείνει τον πόλεμο.

Τις εβδομάδες μετά την αποκάλυψη της «Επιχείρησης Τα Άρματα του Γεδεών», της ανανεωμένης ισραηλινής επίθεσης για την οριστική «κατάκτηση» ολόκληρης της Γάζας, έχει γίνει όλο και πιο σαφές ότι η λήψη αποφάσεων στο εσωτερικό του Ισραήλ δεν προσανατολίζεται σε ένα μοναδικό στρατηγικό τελικό παιχνίδι, αλλά σε μια επαναλαμβανόμενη λογική εξάντλησης.

Το Ισραήλ δεν επιλέγει μεταξύ της ολοκληρωτικής κατάκτησης και του τεχνοκρατικού περιορισμού μέσω ενός σχεδίου κατάπαυσης του πυρός με αραβική διαμεσολάβηση. Αντίθετα, αναπτύσσει αυτές τις επιλογές ως μέσα για να παρατείνει τον πόλεμο και να μετατρέψει τη διάρκειά του σε όπλο, αντί να τον τερματίσει. Καμία δεν αποτελεί ουσιαστική εναλλακτική στην άλλη.

Αυτό δεν είναι παράδοξο, αλλά μεθοδευμένο. Η επιχείρηση «Άρματα του Γεδεών», με στόχο να συγκεντρώσει πάνω από δύο εκατομμύρια Παλαιστίνιους στη Ράφα και να «εκκαθαρίσει» την υπόλοιπη Γάζα, δεν είναι απλώς ένα σχέδιο κατάκτησης. Είναι μια φαντασίωση αποστείρωσης ντυμένη με λογιστικό ορθολογισμό. Η κτηνωδία της έγκειται όχι μόνο στις προθέσεις της – στρατιωτικές και δημογραφικές – αλλά και στην ανοικτότητά της, επειδή θα είναι μια κατοχή χωρίς διακυβέρνηση και ευθύνη.

Φαντάζεται τη Γάζα ως ένα χειρουργικό πεδίο: άδειο από κοινωνική πυκνότητα και πολιτική, ένα ισοπεδωμένο έδαφος όπου ο ισραηλινός στρατός μπορεί να επιχειρεί ανεμπόδιστα και όπου οι άμαχοι μετατρέπονται σε αιχμαλώτους ή συντρίμμια. Εκεί μπορεί να προχωρήσει η εξόντωση πίσω από το πέπλο της ανθρωπιστικής λογιστικής. Αλλά αυτό είναι το θέμα: ενώ το Ισραήλ ανακοινώνει το σχέδιό του και διαρρέει πολλά από τα περιγράμματά του, διασφαλίζοντας ότι το τελικό παιχνίδι της εξόντωσης είναι δημοσιοποιημένο, καθυστερεί επίσης την εκτέλεσή του.

Η απόρριψη της αιγυπτιακής πρότασης για τη μεταπολεμική διακυβέρνηση της Γάζας, εν τω μεταξύ, λειτουργεί λιγότερο ως στρατηγική αντίκρουση και περισσότερο ως χρονικός ελιγμός: αναβάλλει τη σταθεροποίηση της Γάζας, αναστέλλει τη δυνατότητα μιας μεταπολεμικής αρχιτεκτονικής και διασφαλίζει το ρόλο του Ισραήλ ως μοναδικού κριτή της μετακίνησης, της βοήθειας, της ανοικοδόμησης και της επιβίωσης. Η πρόταση – η οποία εξασφάλισε την υποστήριξη του Αραβικού Συνδέσμου – προσέφερε κατάπαυση του πυρός, απελευθέρωση των κρατουμένων και δημιουργία μιας παλαιστινιακής τεχνοκρατικής διοίκησης στη Γάζα υπό περιφερειακή και διεθνή αιγίδα. Η κυβερνητική αρχή θα αποτελούνταν από πολίτες, μη μέλη της Χαμάς, και ενδεχομένως θα συνδεόταν με την Παλαιστινιακή Αρχή. Αραβικές δυνάμεις ασφαλείας, κυρίως από την Αίγυπτο και τα ΗΑΕ, θα διατηρούσαν τη δημόσια τάξη. Το Ισραήλ, θεωρητικά, θα διατηρούσε τη δυνατότητα να χτυπήσει εάν η Χαμάς επανεξοπλιζόταν, αλλά η βασική λογική ήταν αυτή της ειρηνικής διακυβέρνησης και της εξωτερικά ελεγχόμενης ανοικοδόμησης.

Όμως αυτή η εναλλακτική λύση, ενώ πλασάρεται ως ρεαλιστική ανάσχεση, αποκαλύπτει τη δική της δομή ελέγχου. Δεν προσφέρει στους Παλαιστίνιους απελευθέρωση ή κυριαρχία. Δεν αποκαθιστά την πολιτική ζωή των Παλαιστινίων. Αντίθετα, φαντάζεται μια αποπολιτικοποιημένη Γάζα, που διοικείται από ξένους τεχνοκράτες, όπου η διακυβέρνηση περιορίζεται στη διαχείριση και η αντίσταση μεταβολίζεται σε απειλές ασφαλείας.

Ναι, τερματίζει τις σφαγές, αλλά συνεχίζει τη διαδικασία της διάλυσης με άλλα μέσα. Ναι, σταματά την εθνοκάθαρση και τη γενοκτονία, αλλά προσφέρει μόνο μια ελάχιστη ανάπαυλα.

Σε αυτό το σενάριο, ο Παλαιστίνιος καθίσταται διαχειρίσιμος αλλά μη αντιπροσωπεύσιμος – ορατός σε λογιστικά φύλλα και συστήματα παρακολούθησης, αλλά αόρατος ως υποκείμενο της ιστορίας. Εκεί που τα «Άρματα του Γεδεών» προτείνουν την εξόντωση του συνομιλητή, το αιγυπτιακό σχέδιο προσφέρει την εξουδετέρωσή τους. Εκεί που το πρώτο επιδιώκει τη διαγραφή, το δεύτερο εγγυάται τον περιορισμό.

Με αυτόν τον τρόπο, το Ισραήλ δεν πολεμά απλώς τη Χαμάς. Διαχειρίζεται την ώρα της κατάρρευσης των υποδομών της Γάζας, της περιφερειακής διπλωματίας και των δικών του εσωτερικών αντιφάσεων. Τα λεγόμενα «σχέδια» που κυκλοφορεί δεν είναι σχέδια δράσης, αλλά εργαλεία αποπροσανατολισμού. Με την εναλλαγή μεταξύ στρατιωτικής κλιμάκωσης και διπλωματικής απόσυρσης, το Ισραήλ παγιδεύει αντιπάλους και συμμάχους σε ένα θέατρο ατελείωτης αναμονής.

Αυτά τα σχέδια δεν συνιστούν λύσεις, αλλά κυριολεκτικά παγίδες: ενθαρρύνουν κάποιους, ταπεινώνουν άλλους και διαβρώνουν τη συνοχή κάθε εναλλακτικού οράματος. Αλλά το Ισραήλ παραμένει εντός του ανηρημένου πεδίου και των δύο σχεδίων. Από τη μία επιδιώκει να ανακτήσει τους αιχμαλώτους του προτού αφανίσει εντελώς τη Γάζα. Από την άλλη, στοχεύει να κατευνάσει τις αραβικές κυβερνήσεις που παρέμειναν σιωπηλές, δεν έλυσαν τους δεσμούς τους με το Ισραήλ και σταδιακά – αν και με βεβαιότητα – προσέφεραν μια εναλλακτική λύση στη γενοκτονία μέσω μιας πολιτικής αποστείρωσης. Για να μην αναφέρουμε ότι η προοπτική της πλήρους διάλυσης του λαού της Γάζας παραμένει ζωντανή, εξυπηρετώντας τη διαχείριση του συνασπισμού του ίδιου του Νετανιάχου και την επιθυμία του να αναδειχθεί ως ένας ιστορικός ηγέτης που διευθέτησε οριστικά το Παλαιστινιακό ζήτημα.

Πουθενά δεν είναι αυτό πιο εμφανές από ό,τι στη σχέση του Ισραήλ με τα κράτη του Κόλπου. Με το να σηματοδοτεί προθυμία για εξομάλυνση και περιφερειακές διευθετήσεις ασφαλείας – επιδεινώνοντας ταυτόχρονα την ανθρωπιστική καταστροφή – το Ισραήλ προλαμβάνει σαφή τελεσίγραφα. Η προοπτική μιας αναδιαμορφωμένης Γάζας υπό αραβική εποπτεία προβάλλεται ως υποθετική, μακρινή πιθανότητα, ενώ στο έδαφος μεθοδεύονται μη αναστρέψιμα γεγονότα: ολόκληρες γειτονιές διαγράφονται, πληθυσμοί εκτοπίζονται, υποδομές γίνονται σκόνη.

Πίσω από τη γλώσσα του σχεδιασμού κρύβεται μια εκστρατεία αποστείρωσης και συμπύκνωσης – ένα όραμα για τη Γάζα όχι ως σπίτι, αλλά ως χώρο κράτησης. Οι εκθέσεις που διέρρευσαν ψιθυρίζουν για καταναγκαστικές εκτοπίσεις, για Παλαιστίνιους που στέλνονται στη Λιβύη ή αλλού στην Αφρική, σκιαγραφώντας μέλλοντα απομάκρυνσης ντυμένα με τη γλώσσα του πραγματισμού. Με άλλα λόγια, το Ισραήλ ελίσσεται, καλοπιάνει, συμφωνεί, επαναπαύεται, επιστρέφει στο αίμα και τελικά παραμένει διστακτικό στην εκπλήρωση ακόμη και των δικών του σχεδίων.

Αλλά ακόμη και αυτή η στρατηγική παρουσιάζει σημάδια κόπωσης. Ο στρατός έχει υπερεπεκταθεί. Οι έφεδροι είναι εξαντλημένοι. Η δημόσια υποστήριξη, που κάποτε ήταν μονολιθική, τώρα είναι κατακερματισμένη, ειδικά γύρω από την ανικανότητα της κυβέρνησης να ανακτήσει τους Ισραηλινούς κρατούμενους και την αδιαφορία της για τις ζωές τους. Η πολιτική ελίτ μπορεί να επαίρεται για την ενότητα, αλλά η κοινωνική συνοχή είναι φθαρμένη. Η ίδια η εμπιστοσύνη που κάποτε συνέδεε τη στρατιωτική αναγκαιότητα με την πολιτική νομιμοποίηση διαβρώνεται.

Αυτά τα σημάδια διάβρωσης δεν είναι μόνο εσωτερικά. Όσο περισσότερο διαρκεί ο πόλεμος, τόσο περισσότερο χάνει το Ισραήλ τη διεθνή του νομιμοποίηση. Τα εντάλματα του ΔΠΔ [στμ: Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου], οι αποφάσεις του ΔΔΧ [στμ: Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης], οι εντεινόμενες κατηγορίες για γενοκτονία – αυτά δεν είναι απλώς ηθικές μομφές, αλλά σημάδια της αρχής της θεσμικής απομόνωσης.

Και όμως, αντί να αλλάξει πορεία, το Ισραήλ επαυξάνει την επιμονή του, κλίνοντας περαιτέρω προς την ασάφεια και τη φθορά, ελπίζοντας να εξαντλήσει την παγκόσμια οργή με τον ίδιο τρόπο που ελπίζει να εξαντλήσει την παλαιστινιακή αντίσταση: μέσω της καθυστέρησης, της σύγχυσης, της ομαλοποίησης της κατάρρευσης και, φυσικά, μέσω του πειθαναγκασμού με όπλο τον αντισημιτισμό.
Αυτή τη στιγμή, αυτό που επιδιώκει το Ισραήλ είναι μια «σταθερή αστάθεια» στην οποία η Γάζα καθίσταται ακατοίκητη αλλά κυβερνάται, σφαγιάζεται αλλά σιωπά, είναι παρούσα αλλά πολιτικά εκμηδενισμένη. Και τα δύο σχέδια – αυτό που εκτελεί και αυτό που απορρίπτει – εξυπηρετούν αυτή τη γραμματική. Είτε μέσω ολοκληρωτικού πολέμου είτε μέσω ελεγχόμενου περιορισμού, ο στόχος παραμένει: να διαγραφεί η Παλαιστίνη ως υποκείμενο της ιστορίας και να αντικατασταθεί με έναν πληθυσμό που μπορεί κανείς να ελέγξει, να διαχειριστεί ή να εξαφανίσει. Το αν αυτό θα πετύχει παραμένει αβέβαιο. Αλλά οι ρωγμές είναι ορατές στην απογοήτευση των στρατιωτών και στην οργή των οικογενειών των ισραηλινών κρατουμένων.

Οι διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση του πυρός ως μορφή ανάκρισης

Ο τρόπος με τον οποίο το Ισραήλ διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση του πυρός, εγκλωβισμένο σε έναν αέναο κύκλο προτάσεων, απορρίψεων, επανέναρξης των εχθροπραξιών και επιμονής σε μη αρχικούς στόχους, μοιάζει μάλλον με τη δυναμική μεταξύ των ισραηλινών ανακριτών της Σιν Μπετ [στμ: ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες] και των Παλαιστινίων κρατουμένων που υπομένουν τις τακτικές πίεσης που εφαρμόζουν.

Στα δωμάτια της Σιν Μπετ, η χειραγώγηση του χρόνου γίνεται όπλο και η γλώσσα εργαλείο αποπροσανατολισμού. Η αλήθεια δεν αποκαλύπτεται μέσω της σαφήνειας ή του διαλόγου, αλλά εξάγεται μέσω της εξάντλησης: σωματικά βασανιστήρια, ψυχολογικά παιχνίδια, προσχήματα φιλίας και υποσχέσεις που εύκολα προδίδονται. Στόχος δεν είναι η κατανόηση του υποκειμένου, αλλά η διάλυσή του – όχι απλώς η εξομολόγηση, αλλά η κατάρρευση.

«Αν μιλήσεις, θα σου δώσω ένα τσιγάρο. Αν πεις ένα όνομα, μπορείς να ξεκουραστείς. Αν μας δώσεις ένα άτομο – μόνο ένα – μπορεί να φέρουμε φαγητό, μια κουβέρτα ή κάτι για να επιβραδύνουμε το κρύο». Κάθε χειρονομία μεταμφιέζεται σε οίκτο, κάθε πράξη συνδέεται με τη λογική της συμφωνίας. Είναι διακυβέρνηση μέσω της εξάντλησης.

Αλλά δεν είναι απλώς η σκηνή της ανάκρισης. Είναι μια σχέση στην οποία η σφαγή, η διαπραγμάτευση και η μέτρηση αλληλοτροφοδοτούνται: η σφαγή παράγει την κρίση που επιφέρει τη διαπραγμάτευση – και η διαπραγμάτευση γίνεται ο χώρος στον οποίο μετράται ο αντίκτυπος της βίας. Κάθε ισραηλινή βομβιστική επίθεση δεν ακολουθείται από σιωπή, αλλά από αξιολόγηση: έχει αμβλυνθεί η αντίσταση; Έχει διαλυθεί η κοινότητα; Είναι έτοιμη να υποχωρήσει;

Η διαπραγμάτευση δεν αποτελεί παρέκκλιση από τη βία – είναι ένας από τους τροπισμούς της – στρατηγικός, συναισθηματικός, διαγνωστικός. Το να μιλάμε εδώ για διαπραγμάτευση σημαίνει να μιλάμε για μια ρύθμιση της καταστροφής και μια δοκιμασία του πνεύματος και της κόπωσης. Ακριβώς όπως ο ανακριτής δοκιμάζει τα όρια της αντοχής του φυλακισμένου.

Αλλά και πάλι, μέσα στο μπουντρούμι, ο Παλαιστίνιος κρατούμενος νοσταλγεί μερικές φορές τον ανακριτή, γιατί σε έναν κόσμο σφραγισμένων θυρών και αργής πείνας, γίνεται ο μόνος που επιβεβαιώνει ότι εξακολουθείς να υπάρχεις, η μόνη δυνατή κοινωνικότητα.
Η ειρωνεία είναι ότι όσο περισσότερη αδυναμία δείχνεις, τόσα περισσότερα παρακρατούν. Όσο πιο πολύ συμμορφώνεσαι, τόσο πιο σφιχτά στρίβουν τις βίδες. Γι’ αυτό και δεν πρόκειται για μια διαπραγμάτευση αναγκών, αλλά για μια αρχιτεκτονική ταπείνωσης που έχει ρυθμιστεί έτσι ώστε ακόμη και η προθυμία σου να μιλήσεις να γίνει ένα ακόμη σημάδι στέρησης, ή μια στιγμή για να αποσπάσεις τα πάντα από τον συνομιλητή και να βεβαιωθείς ότι δεν παρακρατά τίποτα.

Όταν αναλυτές, διπλωμάτες και σχολιαστές επικαλούνται τον όρο «διαπραγματεύσεις», στην πραγματικότητα πρόκειται για ανάκριση, επειδή η δομή τους έχει σχεδιαστεί για να εξαντλήσει τον άλλον μέχρι να καταρρεύσει. Και όταν η κατάρρευση δεν αρκεί, ακολουθεί η εξάλειψη. Σε αυτό το υπόδειγμα, το Ισραήλ δεν αναζητά συνομιλητές, αλλά επιδιώκει την αποσύνθεση εκείνων που καλεί στο τραπέζι.

Πέρα από το δίπολο

Αν η ισραηλινή διαπραγμάτευση λειτουργεί ως μια μορφή ανάκρισης, τότε είναι εξίσου ζωτικής σημασίας να θυμόμαστε ότι οι Παλαιστίνιοι όχι μόνο έχουν αναγνωρίσει αυτή τη δομή αλλά και έχουν επανειλημμένα σαμποτάρει τη λειτουργία της. Πράγματι, η ιστορία του παλαιστινιακού αγώνα είναι η ιστορία της άρνησης των όρων αναγνωσιμότητας που επιβάλλει ο κατακτητής: του να μιλάς χωρίς άδεια, να αρνείσαι να μιλήσεις όταν εξαναγκάζεσαι, να επιβιώνεις χωρίς να επιδιώκεις την αναγνώριση. Αυτό δεν είναι ρομαντική περιφρόνηση. Είναι σαφήνεια που σφυρηλατείται υπό πίεση. Μια πολιτική οξυδέρκεια που διαμορφώνεται στο κελί της φυλακής, στο θάλαμο ανάκρισης, στο κατεστραμμένο σπίτι και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Από τους Παλαιστίνιους αναμένεται εδώ και καιρό να επιτελέσουν την ήττα τους, ενσαρκώνοντας την αυτοσυγκράτησή τους, κάνοντας παράλληλα πρόβες μετριοπάθειας και καταγγέλλοντας επιλεκτικά τη βία. Ωστόσο, ξανά και ξανά, αυτοί οι ρόλοι απορρίπτονται. Ο φυλακισμένος που επιλέγει τη σιωπή αντί για την ομολογία· ο απεργός πείνας που εκτοπίζει τη χρονικότητα της κυριαρχίας υποβάλλοντας το σώμα του στον ίδιο το χρόνο· η μητέρα που επιμένει να ονομάζει το νεκρό παιδί της όχι ως θύμα, αλλά ως μάρτυρα· το στρατόπεδο που αρνείται να διαλυθεί στη σκόνη του ανθρωπισμού· δεν πρόκειται απλώς για πράξεις αντίστασης, αλλά για άρνηση αιχμαλωσίας.

Είναι ακριβώς αυτή η άρνηση που σπάει το ψεύτικο δίπολο που το Ισραήλ προσφέρει τώρα στον κόσμο: μεταξύ εξόντωσης και περιορισμού – «τα άρματα του Γεδεών» και το αιγυπτιακό σχέδιο.

Δεν είναι εναλλακτικές λύσεις το ένα για το άλλο, αλλά μάλλον δομικοί συνωμότες. Ο ένας θα εξαλείψει τους Παλαιστίνιους ως υπηκόους μέσω της στρατιωτικής αποστείρωσης και ο άλλος θα τους αφοπλίσει και θα τους διαχειριστεί μέσω της διεθνούς γραφειοκρατίας. Το ένα είναι μια ανοιχτή γενοκτονία και το άλλο είναι μια ελεγχόμενη εξαφάνιση.

Αυτό το δυαδικό σύστημα καθίσταται το ίδιο ασταθές, επειδή τα ρήγματα διατρέχουν πλέον την ηθική αρχιτεκτονική της διεθνούς τάξης, αποκαλύπτοντας καθημερινά τη συνενοχή και την επιλεκτική θλίψη της. Διατρέχουν τα ίδια τα θεμέλια του Ισραήλ: ένας στρατός υπερεκτεταμένος, μια ασυνάρτητη πολιτική ηγεσία και μια κοινωνία που ραγίζει υπό το βάρος του ατελείωτου πολέμου και της προσδοκίας της επιστροφής του Μεσσία. Τα ρήγματα διατρέχουν κάθε τόπο όπου το δυαδικό σύστημα της εξόντωσης ή του περιορισμού απορρίπτεται και όπου μια τρίτη, φευγαλέα δυνατότητα αρχίζει να τρεμοπαίζει.

Αυτό το τρίτο μονοπάτι, αν και δεν είναι εύκολο να ονομαστεί, ήδη βιώνεται. Ωθείται μέσα από τα παγκόσμια δίκτυα αλληλεγγύης που δεν ζητούν πλέον άδεια αλλά απαιτούν λογοδοσία. Αναπτύσσεται σε κάθε δικαστική αίθουσα όπου η λέξη γενοκτονία εκφέρεται – όχι ως μεταφορά, αλλά ως νομική κατηγορία. Ζει στην αναγνώριση ότι η Παλαιστίνη δεν είναι μια ανθρωπιστική κρίση που πρέπει κανείς να διαχειριστεί, αλλά μια πολιτική υπόθεση που πρέπει να διεκδικηθεί.

Ζει με τη γνώση ότι η Παλαιστίνη έχει εξαφανίσει τις αξιώσεις της φιλελεύθερης τάξης, έχει εκθέσει τα θεμέλιά της και έχει διαποτίσει το λεξιλόγιό της – και εξακολουθεί να επιμένει στην παρουσία της.

Πηγή: mondoweiss

77 χρόνια Νάκμπα. Δεν σταματάμε να μιλάμε για την Παλαιστίνη

Στις 15 Μαΐου συμπληρώνονται 77 χρόνια από την έναρξη του Αραβο-Ισραηλινού πολέμου, με τη λήξη του οποίου ολοκληρώθηκε η μαζική σφαγή και η εθνοκάθαρση 800 χιλιάδων Παλαιστινίων από τη γη τους, πάνω στην οποία ιδρύθηκε και επεκτάθηκε το κράτος του Ισραήλ. Νάκμπα στα αραβικά σημαίνει “Καταστροφή”. 77 χρόνια μετά, η Νάκμπα για τους Παλαιστίνιους συνεχίζεται.

Η κατάσταση που επικρατεί στην Γάζα και τη Δυτική Όχθη σήμερα εξακολουθεί να προκαλεί θλίψη και οργή, με τη λέξη “εξαθλίωση” να αδυνατεί να περιγράψει τις απάνθρωπες μεθόδους που χρησιμοποιούνται από το κράτος-τρομοκράτη του Ισραήλ. Σχεδόν 80 χρόνια μετά από τα τραγικά γεγονότα του 1948, ο αυταρχικός εποικισμός παραμένει η βασική πολιτική του φασιστικού σιωνιστικού κράτους, σε συνδυασμό με τον απανταχού αποκλεισμό της Γάζας από κάθε λογής πρώτη ανάγκη. Ως απόρροια αυτών των πρακτικών επήλθε η εξάπλωση του λιμού στο λαό της Γάζας, με χιλιάδες αμάχους, ανάμεσα στους οποίους και πολλά παιδιά, να μάχονται καθημερινά για την επιβίωση τους δίχως πρόσβαση σε φαγητό, νερό και φάρμακα. 

Και όσο οι μέρες περνούν, η στάση του Ισραήλ γίνεται ολοένα πιο αδίστακτη. Από τις 2 Μαρτίου 2025, έχει απαγορεύσει την είσοδο στη Γάζα κάθε φορτηγού με βοήθεια, οδηγώντας σκοπίμως σε λιμοκτονία πάνω από δύο εκατομμύρια αμάχους μπροστά στα μάτια της διεθνούς κοινότητας. 73 ημέρες αποκλεισμού έχουν ήδη περάσει από οποιαδήποτε ανθρωπιστική βοήθεια, και οι συνθήκες διαβίωσης – ή για μεγαλύτερη ακρίβεια, επιβίωσης – των Παλαιστινίων διαρκώς επιδεινώνονται. Πάνω από 9.000 παιδιά έχουν εισαχθεί για θεραπεία οξέος υποσιτισμού. Στις 2 Μαΐου, το Ισραήλ επιτέθηκε σε πλοίο που μετέφερε ακτιβιστές και ανθρωπιστική βοήθεια σε διεθνή ύδατα στη Μάλτα!  Η Γάζα πεθαίνει από την πείνα… 

Αυτό που καθιστά την κατάσταση ακόμα πιο εξοργιστική, είναι πως όλα τα παραπάνω συντελούνται, στην καλύτερη περίπτωση με την ανοχή, και στη χειρότερη με την έμπρακτη συνδρομή των “πολιτισμένων” και “ειρηνικών” κρατών της Δύσης, με αποκορύφωμα βέβαια τις ΗΠΑ. Οι τελευταίες, έχοντας διαθέσει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε στρατιωτική και οικονομική βοήθεια, αποτελούν τον μεγαλύτερο σύμμαχο και συνένοχο του σιωνιστικού κράτους.

Και ποια στάση κρατούν τα συστημικά ΜΜΕ σε όλα αυτά τα κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας; Σιωπή. Διαρκής, παρατεταμένη σιωπή. Εκτελώντας πιστά τις επιθυμίες των ηγετών της Δύσης, η δημοσιογραφία έχει απαρνηθεί επανειλημμένα κάθε αρχή της επαγγελματικής της δεοντολογίας, κλείνοντας επιτακτικά τα μάτια και τα αυτιά της σε αυτή την άνιση μάχη. Ωστόσο, όλοι μας βλέπουμε καθημερινά εικόνες στα social media ή σε site υποσιτισμένων παιδιών, νεκρών δημοσιογράφων, σορών ανθρώπων και κατεστραμμένων κτιρίων. Παρακολουθούμε μία γενοκτονία σε ζωντανή μετάδοση… 

Η Παλαιστίνη δεν έχει πληγεί από έναν φονικό σεισμό, ούτε από μια φυσική καταστροφή. Αντιθέτως, ο αυτουργός του εγκλήματος έχει ονοματεπώνυμο: είναι το κράτος – τρομοκράτης του Ισραήλ και ο Αμερικανικός Ιμπεριαλισμός. 80 χρόνια μετά το θάνατο του φασισμού, ξαναζούμε εικόνες φρίκης που πιστεύαμε πως είχαν “πεθάνει” μαζί του. 

Κάθε άνθρωπος που είναι ενάντια στο αποτρόπαιο αυτό έγκλημα οφείλει, πρώτα στον εαυτό του και έπειτα στην ηθικά ρημαγμένη κοινωνία μας, να σταθεί έμπρακτα απέναντι στον Ιμπεριαλισμό και την τρομοκρατία που επιβάλλει στην ευρύτερη περιοχή το κράτος του Ισραήλ με τις “ευλογίες” της Δύσης. Το Σάββατο 17 Μαΐου, είναι καθήκον μας να διαδηλώσουμε μαζικά για την αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη και τη διακοπή του απάνθρωπου αποκλεισμού της Γάζας. Αλλά ο αγώνας είναι διαρκής, και δεν πρέπει να μείνουμε σε αυτό. Μετά το Σάββατο, καλούμαστε να μιλάμε πιο δυνατά για την Παλαιστίνη, καθημερινά, στους φίλους μας, τους συναδέλφους μας και τις γειτονιές μας. Για να ηττηθεί – επιτέλους – ο εχθρός που ακούει στο όνομα Ισραήλ και ΝΑΤΟ.

Λευτεριά στην Παλαιστίνη.

 

 

 

Ανάμεσά τους ο λιγότερο κατακρεουργημένος είχε είκοσι σφαίρες στο στήθος του

Το ακόλουθο ρεπορτάζ της Καναδής, γνωστής δημοσιογράφου, Eva Bartlett, που τώρα ζει στο Ντονιέτσκ, αλλά έχει βαθιά γνώση της Μ. Ανατολής όπου έζησε και εργάστηκε για πολλά έτη, μεταφράστηκε από το Russia Today. Δυστυχώς, το RT ακολουθώντας μια πάγια φιλο-ισραηλινή γραμμή, έστω και ήπια, κατέταξε το ρεπορτάζ στην κατηγορία “Γνώμες” ώστε να μπορεί να προστεθεί στο τέλος ότι όσα γράφονται είναι προσωπικές “απόψεις”, παρόλο που κυριολεκτικά πρόκειται για παρουσίαση γυμνών γεγονότων, στηριγμένων με παραπομπές σε κάθε σημείο, και όχι για διατύπωση άποψης. Η Eva Bartlett έχει δημοσιεύσει πολλά ρεπορτάζ πάνω στο θέμα της καταδίωξης και των δολοφονιών Παλαιστινίων νοσηλευτών (όπως και δημοσιογράφων) ως πάγια πολιτική του Ισραήλ. Ενδεικτικά, ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης μπορεί να δει εδώ και εδώ και εδώ.

 

Η πρόσφατη υπόθεση των 15 ένστολων νοσηλευτών πρώτων βοηθειών που δολοφονήθηκαν ενώ έσπευδαν σε βοήθεια τραυματιών δεν είναι παρά το τελευταίο σε μια πολύ μακριά σειρά παρόμοιων εγκλημάτων

Ο ισραηλινός στρατός εκτέλεσε 15 Παλαιστίνιους νοσηλευτές στη Γάζα, τους έθαψε και είπε ψέματα ότι ήταν ‘τρομοκράτες’. Για όσους παρακολουθούν τα γεγονότα, αυτή η βαρβαρότητα δεν είναι κάτι καινούργιο, παρά μόνο το τελευταίο έγκλημα πολέμου που διαπράττει το Ισραήλ σε μια λιτανεία εγκλημάτων πολέμου εδώ και δεκαετίες.

Ο τρόπος με τον οποίο οι γιατροί δέθηκαν, εκτελέστηκαν και θάφτηκαν σε ομαδικό τάφο ήταν τόσο φρικιαστικός που ακόμη και τα συνήθως αδιάφορα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης αναφέρθηκαν σε αυτό, αν και χωρίς την οργή που θα συνόδευε τέτοιες αναφορές αν ο δράστης ήταν εχθρός της Δύσης. (Προσοχή: ενοχλητικό βίντεο)

Στις 31 Μαρτίου, ο Jonathan Whittall, επικεφαλής του Γραφείου Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του ΟΗΕ στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη (OCHA), δημοσίευσε στο X: «Οι υπηρεσίες πρώτων βοηθειών δεν πρέπει ποτέ να αποτελούν στόχο. Ωστόσο, σήμερα το @UNOCHA βοήθησε το @PalestineRCS και την Πολιτική Άμυνα να ανασύρουν συναδέλφους τους από έναν ομαδικό τάφο στην #Rafah #Gaza που βρέθηκε λόγω της λυχνίας έκτακτης ανάγκης από ένα από τα συντριμμένα ασθενοφόρα τους».

Η συνέχεια των αναρτήσεών του περιγράφει λεπτομερώς πώς μια εβδομάδα πριν, στις 23 Μαρτίου, χάθηκε η επαφή με δέκα διασώστες της Εταιρείας Ερυθράς Ημισελήνου της Παλαιστίνης (PRCS) και έξι διασώστες πρώτων βοηθειών της Πολιτικής Άμυνας, σε πέντε ασθενοφόρα και ένα πυροσβεστικό όχημα, οι οποίοι είχαν αποσταλεί για να συλλέξουν τραυματίες, σημειώνοντας: «Για μέρες, η OCHA συντόνιζε τις προσπάθειες να φτάσουμε στην περιοχή, αλλά η πρόσβασή μας επετράπη μόνο 5 ημέρες αργότερα».

Όταν τελικά έφτασαν στο σημείο, «ανέσυραν τα θαμμένα πτώματα 8 μελών της PRCS, 6 μελών της Πολιτικής Άμυνας και 1 μέλους του προσωπικού του ΟΗΕ», έγραψε, σημειώνοντας: «Σκοτώθηκαν φορώντας τις στολές τους. Οδηγούσαν τα οχήματα με τη σαφή σήμανσή τους. Φορούσαν τα γάντια τους. Καθ’ οδόν για να σώσουν ζωές. Αυτό δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε συμβεί».

Ο εκπρόσωπος της Παλαιστινιακής Πολιτικής Άμυνας, Μαχμούντ Μπασάλ, δήλωσε ξεχωριστά: «Σε ένα από τα πληρώματα της Πολιτικής Άμυνας έδεσαν τα πόδια του, σε έναν άλλο αφαίρεσαν τα ρούχα από το πάνω μέρος του σώματός του, έναν άλλο αποκεφάλισαν. Ανάμεσα σε όλους τους μάρτυρες, ο λιγότερο πληγωμένος είχε 20 σφαίρες στο στήθος του».

Σύμφωνα με την PRCS, ένα ένατο μέλος της ομάδας έκτακτων ιατρικών αναγκών αγνοείται και πιστεύεται ότι έχει συλληφθεί.

FILE PHOTO. ©  SAID KHATIB/AFP

Τα Ηνωμένα Έθνη, ο Ερυθρός Σταυρός και το OCHA εξέδωσαν ανακοινώσεις οργής και καταδίκης αυτών των δολοφονιών. Ο Γενικός Γραμματέας της Διεθνούς Ομοσπονδίας των Εταιρειών Ερυθρού Σταυρού και Ερυθράς Ημισελήνου (IFRC) Jagan Chapagain δήλωσε ότι: «Φορούσαν εμβλήματα που θα έπρεπε να τους έχουν προστατεύσει- τα ασθενοφόρα τους είχαν σαφή σήμανση. Θα έπρεπε να είχαν επιστρέψει στις οικογένειές τους—δεν συνέβη. Αυτοί οι κανόνες του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου δεν θα μπορούσαν να είναι σαφέστεροι—οι πολίτες πρέπει να προστατεύονται, οι ανθρωπιστές πρέπει να προστατεύονται. Οι υπηρεσίες υγείας πρέπει να προστατεύονται».

Σύμφωνα με τον Chapagain, 30 εθελοντές και προσωπικό της PRCS έχουν σκοτωθεί μόνο από τον Οκτώβριο του 2023.

Το OCHA χαρακτήρισε τις δολοφονίες «τεράστιο πλήγμα για εμάς» και δήλωσε ότι «αυτές οι αποτρόπαιες πράξεις απαιτούν απόδοση ευθυνών». Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, «408 εργαζόμενοι σε ανθρωπιστικές οργανώσεις, μεταξύ των οποίων περισσότεροι από 280 υπάλληλοι της UNRWA, έχουν σκοτωθεί στη Γάζα από την έναρξη του πολέμου στις 7 Οκτωβρίου 2023».

Ο Τομ Φλέτσερ, αναπληρωτής γενικός γραμματέας του ΟΗΕ για ανθρωπιστικές υποθέσεις και συντονιστής έκτακτης βοήθειας, έγραψε: “Σκοτώθηκαν από τις ισραηλινές δυνάμεις ενώ προσπαθούσαν να σώσουν ζωές. Απαιτούμε απαντήσεις και δικαιοσύνη“.

Ο Guardian επικαλείται τον Dr. Bashar Murad της PRCS, ο οποίος μίλησε με έναν από τους τραυματιοφορείς της αυτοκινητοπομπής [μέσω του κινητού του πριν αυτός εκτελεστεί]:

«Μας ενημέρωσε ότι είχε τραυματιστεί και ζήτησε βοήθεια, καθώς και ότι ένα άλλο άτομο είχε επίσης τραυματιστεί. Λίγα λεπτά αργότερα, κατά τη διάρκεια του τηλεφωνήματος, ακούσαμε τον ήχο Ισραηλινών στρατιωτών που έφτασαν στο σημείο και μιλούσαν στα εβραϊκά. “Συγκεντρώστε τους στον τοίχο και φέρτε κάποια δεσμά για να τους δέσετε”. Αυτό έδειχνε ότι ένας μεγάλος αριθμός του ιατρικού προσωπικού ήταν ακόμα ζωντανός».

Ο εκπρόσωπος Τύπου του ισραηλινού στρατού, αντισυνταγματάρχης Nadav Shoshani, όπως ήταν αναμενόμενο, αρνήθηκε ότι ο ισραηλινός στρατός έκανε λάθος και κατηγόρησε τη Χαμάς, ισχυριζόμενος ότι τα ασθενοφόρα «προχωρούσαν υπόπτως» προς τις ισραηλινές δυνάμεις. Δήλωσε ότι η εκτέλεση των γιατρών αποτελούσε εξόντωση «ενός στρατιωτικού παράγοντα της Χαμάς, μαζί με άλλους 8 τρομοκράτες της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ».

Οι παρατηρητές του X διέψευσαν τον Shoshani, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι ο ισραηλινός στρατός επιτίθεται σε ασθενοφόρα εδώ και πολύ καιρό.

Οι γιατροί της Γάζας υφίστανται επιθέσεις από το Ισραήλ από το 2009

Μπορώ να μιλήσω από προσωπική εμπειρία. Κατά τη διάρκεια του ισραηλινού πολέμου στη Γάζα τον Ιανουάριο του 2009, ήμουν ανάμεσα σε μια χούφτα διεθνών εθελοντών που επέβαιναν σε ασθενοφόρα της PRCS, για να καταγράψω το έργο τους και τα θύματα που διέσωζαν.

Την πρώτη νύχτα της ισραηλινής χερσαίας εισβολής, ήμασταν εγκατεστημένοι σε ένα κέντρο της PRCS στο Ezbet abed Rabbo, ανατολικά της Jabaliya, με ισραηλινούς βομβαρδισμούς γύρω μας. Μέχρι το πρωί, έπρεπε να εκκενώσουμε την περιοχή. Μέχρι το τέλος του πολέμου, το κέντρο είχε σχεδόν καταστραφεί.

Όσον αφορά όμως τις άμεσες επιθέσεις σε ασθενοφόρα, και νοσοκομεία, μπορώ να καταθέσω ότι συνέβαιναν εναντίον άοπλων νοσηλευτών σε ασθενοφόρα που δεν μετέφεραν τίποτα που να έχει σχέση με την παλαιστινιακή αντίσταση, αλλά έπαιρναν τραυματισμένους ή σκοτωμένους Παλαιστίνιους πολίτες, συμπεριλαμβανομένων των ηλικιωμένων.

FILE PHOTO: Ισραηλινοί στρατιώτες παίζουν κιθάρα καθισμένοι πάνω στα τανκς τους κοντά στα σύνορα με τη Γάζα στο Νότιο Ισραήλ. ©  Amir Levy / Getty Images

Σε μια περίπτωση, ένας ισραηλινός ελεύθερος σκοπευτής έριξε τουλάχιστον 14 πυροβολισμούς εναντίον των νοσηλευτών και του ασθενοφόρου στο οποίο βρισκόμουν, στοχεύοντας τους ένστολους νοσηλευτές κατά τη διάρκεια υποτιθέμενων ωρών εκεχειρίας, πυροβολώντας έναν νοσηλευτή στο πόδι και καταστρέφοντας το όχημα.

Μια εβδομάδα πριν, ένας γιατρός που είχα συνοδεύσει ένα επικίνδυνο βράδυ στα βορειοδυτικά της Γάζας σκοτώθηκε την επόμενη μέρα όταν ο ισραηλινός στρατός έριξε ένα βλήμα flechette (βόμβα με βέλη) κατευθείαν στο ασθενοφόρο του, κομματιάζοντας τον με τα κοφτερά βέλη, σκοτώνοντάς τον. Επιζώντες από το σημείο επιβεβαίωσαν ότι δεν υπήρχε αντίσταση, μόνο νοσηλευτές και τραυματισμένοι και σκοτωμένοι πολίτες.

Μια εβδομάδα αργότερα, ο ισραηλινός στρατός βομβάρδισε επανειλημμένα το νοσοκομείο al-Quds, πράγμα που σήμαινε ότι το νοσηλευτικό προσωπικό έπρεπε να μετακινηθεί στο νοσοκομείο al-Shifa, διακινδυνεύοντας να πυροβοληθούν από ισραηλινούς στρατιώτες κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας. Ήμουν μαζί με τους γιατρούς και είδα τις ζημιές και την πυρκαγιά που επακολούθησε από τον ισραηλινό βομβαρδισμό του νοσοκομείου.

Αργότερα πήρα μαρτυρίες από άλλους νοσηλευτές της PRCS που είχαν γίνει στόχοι του ισραηλινού στρατού, ορισμένοι από αυτούς πολλές φορές κατά τη διάρκεια των ετών.

Δύο νοσηλευτές μου είπαν πώς αφού πήραν άδεια από το Ισραήλ, μέσω της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (ΔΕΕΣ), για να ανασύρουν τους τραυματίες και τους νεκρούς, τρία ασθενοφόρα και ένα τζιπ της ΔΕΕΣ δέχτηκαν επανειλημμένα ισραηλινά πυρά στη βόρεια Γάζα.

«Οδηγούσαμε στην περιοχή και μιλούσαμε με τους Ισραηλινούς στο τηλέφωνο. Μας έλεγαν προς τα πού να οδηγήσουμε, ποιον δρόμο να πάρουμε. Όταν φτάσαμε κοντά στους τραυματίες, οι Ισραηλινοί στρατιώτες άρχισαν να πυροβολούν. Τους είπα, “Έχουμε συνεννόηση” και μου είπαν να περιμένουμε. Τότε άρχισαν να μας πυροβολούν ξανά».

Σύμφωνα με το Παλαιστινιακό Κέντρο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (PCHR), την ίδια ημέρα, ισραηλινοί στρατιώτες πυροβόλησαν εναντίον αυτοκινητοπομπής 11 ασθενοφόρων με επικεφαλής ένα σαφώς επισημασμένο όχημα της ΔΕΕΣ στο κέντρο της Γάζας, τραυματίζοντας ένα μέλος του προσωπικού της ΔΕΕΣ και προκαλώντας ζημιές στο όχημα.

Ένας άλλος νοσηλευτής πυροβολήθηκε στο πόδι ενώ βρισκόταν σε αποστολή για λογαριασμό της PRCS τον Μάιο του 2008, και έγινε δύο φορές στόχος ισραηλινών ελεύθερων σκοπευτών κατά τη διάρκεια του πολέμου του 2009. Βρισκόταν επίσης σε ένα κτίριο που βομβαρδιζόταν, ενώ οι εργαζόμενοι στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης προσπαθούσαν να εκκενώσουν τα θύματα.

«Ήμουν μαζί με τον Dr. Issa Saleh κατεβαίνοντας τις σκάλες από τον έκτο όροφο μιας πολυκατοικίας στην Jabaliya, εκκενώνοντας έναν μάρτυρα, όταν οι Ισραηλινοί βομβάρδισαν ξανά το κτίριο. Ήξεραν ότι υπήρχαν γιατροί μέσα. Μπορούσαν να δουν τις στολές μας και τα ασθενοφόρα έξω». Ο Δρ Saleh σκοτώθηκε, αποκεφαλισμένος από τον βομβαρδισμό.

Οι μαρτυρίες που πήρα τότε περιλάμβαναν πολλές ακόμη περιπτώσεις γιατρών που πήγαιναν να σώσουν τραυματισμένους Παλαιστίνιους και έπεφταν κάτω από ισραηλινά πυρά, εμποδίζοντάς τους να φτάσουν σε όσους χρειάζονταν βοήθεια. Οι αναφορές εκείνης της εποχής έκαναν επίσης λόγο για μια χειρόγραφη εντολή στα εβραϊκά που βρέθηκε στη Γάζα, η οποία καθοδηγούσε τους Ισραηλινούς στρατιώτες να «ανοίγουν πυρ και κατά τη διάσωση».

Το 2007, στη Δυτική Όχθη, κατά τη διάρκεια μιας ισραηλινής εισβολής στη Ναμπλούς, είδα ισραηλινούς στρατιώτες να παίρνουν όμηρο έναν εθελοντή της Παλαιστινιακής Ιατρικής Βοήθειας (PRM) (ο οποίος ήταν μέλος μιας ομάδας που συνόδευε πολίτες στα σπίτια τους στην παλιά πόλη), να του δένουν τα μάτια και να του περνούν χειροπέδες και να τον χρησιμοποιούν ως ανθρώπινη ασπίδα.

Ακόμα και τότε, η στοχευμένη σύλληψη και κράτηση νοσηλευτών ήταν συνηθισμένη ως μορφή συλλογικής τιμωρίας για τους εθελοντές που παρείχαν βασικές υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης σε τραυματισμένους Παλαιστίνιους. Όταν δεν συλλαμβάνονταν, οι γιατροί και τα ασθενοφόρα εξακολουθούσαν να μην έχουν πρόσβαση σε περιοχές έκτακτης ανάγκης, στερώντας από τους τραυματίες την προσοχή που είχαν απεγνωσμένα ανάγκη.

FILE PHOTO. ©  Khalil Ramzi Alkahlut/Anadolu via Getty Images

Προχωράμε γρήγορα στο 2023 και το 2024. Ο ισραηλινός στρατός βομβάρδισε επανειλημμένα νοσοκομεία σε όλη τη Γάζα, εισέβαλε σε αυτά, τα κατέλαβε και τα κατέστρεψε, σκοτώνοντας συστηματικά νοσηλευτές, γιατρούς και εργαζόμενους στα επείγοντα περιστατικά.

Είναι σαφές ότι για τους ισραηλινούς στρατιώτες, η δολοφονία ιατρικού προσωπικού αποτελεί πολιτική, είτε πρόκειται για ασθενοφόρα είτε για νοσοκομεία. Είναι επίσης σαφές ότι ενώ λόγια καταδίκης θα εκστομίζονται ενίοτε από τις δυτικές δυνάμεις, το Ισραήλ δεν λογοδοτεί ποτέ γι’ αυτά τα εγκλήματα.

Άρνηση ιατρικής περίθαλψης σε πολίτες

Τον Ιανουάριο έγραψα για τον Δρ Hussam Abu Safiya, έναν Παλαιστίνιο γιατρό από τη βόρεια Γάζα που απήχθη και φυλακίστηκε από τον ισραηλινό στρατό τον περασμένο Δεκέμβριο. Σε εκείνο το άρθρο σημείωνα ότι τρεις γιατροί από τη Γάζα σε ισραηλινές φυλακές είχαν ήδη βασανιστεί μέχρι θανάτου τον τελευταίο χρόνο και πλέον και ότι υπάρχει σοβαρή ανησυχία για τη ζωή του Δρ Αμπού Σαφίγια.

Έκτοτε, άλλοι Παλαιστίνιοι όμηροι που απελευθερώθηκαν από την ισραηλινή κράτηση επιβεβαίωσαν ότι ο Δρ Αμπού Σαφίγια βασανίζεται. Πιο πρόσφατα, το ισραηλινό δικαστήριο της Beersheba εξέδωσε απόφαση διοικητικής κράτησης έξι μηνών για τον Dr. Hussam Abu Safiya, καθώς η διοικητική κράτηση είναι το μέσο που χρησιμοποιεί το Ισραήλ για να φυλακίζει Παλαιστίνιους χωρίς να τους απαγγέλλονται κατηγορίες.

Η απαγωγές και τα βασανιστήρια εναντίον των Παλαιστινίων γιατρών είναι μια άλλη πτυχή της ολοκληρωτικής επίθεσης του Ισραήλ στο σύστημα υγείας της Γάζας. Είναι μέρος των επιθέσεων του Ισραήλ κατά των ίδιων των Παλαιστινίων, στερώντας τους τη σωτήρια περίθαλψη, μέρος της πολιτικής δεκαετιών που σκοτώνει Παλαιστίνιους με κάθε δυνατό μέσο, μεταξύ άλλων εμποδίζοντας την είσοδο ιατρικού εξοπλισμού και τροφίμων, λιμοκτονώντας Παλαιστίνιους που γλίτωσαν από βόμβες και ελεύθερους σκοπευτές.

Θα αναρτήσω το ίδιο ρητορικό ερώτημα που έχω θέσει μέχρι αηδίας: Πώς θα ήταν η διεθνής αντίδραση αν η Ρωσία δολοφονούσε εξ επαφής ένστολους, άοπλους γιατρούς; Θα υπήρχε ασταμάτητο ουρλιαχτό 24 ώρες το 24ωρο στα εταιρικά μέσα ενημέρωσης, θα μιλούσαν για τα πρόσωπα και τις ιστορίες των θυμάτων, θα ζητούσαν περισσότερες κυρώσεις…

Αλλά το Ισραήλ το κάνει αυτό ξανά και ξανά επί δεκαετίες και το μόνο που λαμβάνουν οι Παλαιστίνιοι είναι υποτονικά λόγια ενδιαφέροντος και κλήσεις για έρευνα, επιτρέποντας στο Ισραήλ να συνεχίσει να σφαγιάζει αμείωτα τους γιατρούς και τους εργαζόμενους στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης.

Καμία δικαιοσύνη.

Γιατί δεν ζητωκραυγάζω για το κίνημα «υπέρ της δημοκρατίας» του Ισραήλ

Οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στο Ισραήλ δεν αφορούν την επίτευξη πραγματικής δημοκρατίας, αλλά τη διατήρηση των εβραϊκών προνομίων.

Σε συζητήσεις για το Ισραήλ και την Παλαιστίνη, συχνά με ρωτούν για τις απόψεις μου σχετικά με την εσωτερική αντίσταση στην κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου.

Οι ερωτώντες μου επισημαίνουν τις εκατοντάδες χιλιάδες Ισραηλινών που έχουν βγει στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν κατά της κυβέρνησης και των προσπαθειών της να εισαγάγει μια δικαστική μεταρρύθμιση τα τελευταία δύο χρόνια και ρωτούν γιατί παραμένω απαθής σε αυτές τις προσπάθειες να τερματιστεί η διακυβέρνηση του Νετανιάχου.

Η απάντησή μου είναι απλή – το πραγματικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει το Ισραήλ δεν είναι η σημερινή του κυβέρνηση. Η κυβέρνηση μπορεί να πέσει, αλλά μέχρι να μετασχηματίσουμε ριζικά τη φύση του καθεστώτος, δεν θα αλλάξουν πολλά, και ιδιαίτερα όχι σε σχέση με τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα των Παλαιστινίων. Μια πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου του Ισραήλ επιβεβαιώνει την άποψή μου.

Στις 18 Μαρτίου 2024, πέντε ισραηλινές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατέθεσαν επείγουσα αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ, ζητώντας από το δικαστήριο να δώσει εντολή στην ισραηλινή κυβέρνηση και τον στρατό να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και να αντιμετωπίσουν τις ανθρωπιστικές ανάγκες του άμαχου πληθυσμού εν μέσω των καταστροφικών συνθηκών στη Γάζα.

Η αίτηση υποβλήθηκε σε μια περίοδο κατά την οποία η βοήθεια εισερχόταν στη Γάζα, αλλά η ποσότητα που περνούσε τα σύνορα δεν επαρκούσε καθόλου για να καλύψει τις ελάχιστες ανάγκες του πληθυσμού, από τον οποίο το 75% είχε ήδη εκτοπιστεί. Οι ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων ήθελαν η κυβέρνηση να άρει όλους τους περιορισμούς στη διέλευση βοήθειας, εξοπλισμού και προσωπικού στη Γάζα, ιδιαίτερα στο βόρειο τμήμα, όπου υπήρχαν ήδη καταγεγραμμένες περιπτώσεις παιδιών που πέθαιναν από υποσιτισμό και αφυδάτωση.

Το δικαστήριο καθυστέρησε να εκδώσει απόφαση για περισσότερο από ένα χρόνο, επιτρέποντας ουσιαστικά στην κυβέρνηση να συνεχίσει να περιορίζει ανεξέλεγκτα τη βοήθεια. Τρεις εβδομάδες μετά την υποβολή της αίτησης από τις ομάδες δικαιωμάτων, το δικαστήριο συνεδρίασε μόνο για να δώσει στην κυβέρνηση επιπλέον χρόνο για να επικαιροποιήσει την προκαταρκτική απάντησή της στην αίτηση. Αυτό έδωσε τον τόνο για το πώς θα εξελισσόταν η αίτηση κατά τους επόμενους 12 μήνες.

Κάθε φορά που οι ενάγοντες παρείχαν στοιχεία για την επιδείνωση των συνθηκών του άμαχου πληθυσμού και τόνιζαν την επείγουσα ανάγκη δικαστικής παρέμβασης, το δικαστήριο απλώς ζητούσε εκ νέου από την κυβέρνηση επικαιροποίηση. Στην ενημέρωση της 17ης Απριλίου, για παράδειγμα, η κυβέρνηση επέμεινε ότι είχε αυξήσει σημαντικά τον αριθμό των φορτηγών βοήθειας που εισέρχονταν στη Γάζα, υποστηρίζοντας ότι μεταξύ της 7ης Οκτωβρίου 2023 και της 12ης Απριλίου 2024 επέτρεψε σε 22.763 φορτηγά να περάσουν τα σημεία ελέγχου. Αυτό ισοδυναμεί με 121 φορτηγά την ημέρα, γεγονός που σύμφωνα με κάθε ανθρωπιστική οργάνωση που εργάζεται στη Γάζα, ούτε καν πλησιάζει στην κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού.

Τον Οκτώβριο του 2024, τουλάχιστον μισό χρόνο μετά την υποβολή της αίτησης, οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ζήτησαν από το δικαστήριο να εκδώσει ασφαλιστικά μέτρα, αφού η κυβέρνηση εμπόδισε σκόπιμα την ανθρωπιστική βοήθεια για δύο εβδομάδες. Σε απάντηση, η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι παρακολουθούσε στενά την κατάσταση στη βόρεια Γάζα και ότι «δεν υπήρχε έλλειψη τροφίμων». Δύο μήνες αργότερα, ωστόσο, η κυβέρνηση ομολόγησε ότι είχε υποτιμήσει τον αριθμό των Παλαιστινίων κατοίκων που είχαν παγιδευτεί στη βόρεια Γάζα – αναγνωρίζοντας έτσι ότι η βοήθεια που εισερχόταν στη Λωρίδα ήταν ανεπαρκής.

Στις 18 Μαρτίου 2025, αφού το Ισραήλ παραβίασε τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός και επανεκκίνησε τους βομβαρδισμούς του στη Γάζα και ο υπουργός Ενέργειας και Υποδομών διέκοψε την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας στη Λωρίδα, οι ενάγοντες υπέβαλαν ένα ακόμη επείγον αίτημα για έκδοση προσωρινής διαταγής κατά της απόφασης της κυβέρνησης να εμποδίσει τη διέλευση ανθρωπιστικής βοήθειας. Και πάλι, το δικαστήριο δεν εξέδωσε απόφαση.

Τελικά, στις 27 Μαρτίου, περισσότερο από ένα χρόνο μετά την κατάθεση της αίτησης από τις οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το δικαστήριο εξέδωσε την ετυμηγορία του. Ο αρχιδικαστής Yitzhak Amit και οι δικαστές Noam Sohlberg και David Mintz έκριναν ομόφωνα ότι δεν είχε βάση. Ο δικαστής David Mintz διανθίζει την απάντησή του με εβραϊκά θρησκευτικά κείμενα, χαρακτηρίζοντας τις επιθέσεις του Ισραήλ ως θεϊκό καθήκον, ενώ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «[ο ισραηλινός στρατός] και οι εναγόμενοι έκαναν τα πάντα για να επιτρέψουν την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζας, ακόμη και με τον κίνδυνο η μεταφερόμενη βοήθεια να φτάσει στα χέρια της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς και να χρησιμοποιηθεί από αυτήν για να πολεμήσει κατά του Ισραήλ».

Έτσι, σε μια εποχή που οι ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν επισημάνει ξανά και ξανά τα οξυμένα επίπεδα υποσιτισμού και πείνας, το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ – τόσο στον τρόπο που χειρίστηκε τη δικαστική διαδικασία όσο και στην απόφασή του – αγνόησε τη νομική υποχρέωση του Ισραήλ να απέχει από το να στερεί από έναν άμαχο πληθυσμό αντικείμενα απαραίτητα για την επιβίωσή του, μεταξύ άλλων παρεμποδίζοντας εσκεμμένα την παροχή βοήθειας. Στην πραγματικότητα, το δικαστήριο νομιμοποίησε τη χρήση της λιμοκτονίας ως όπλο πολέμου.

Αυτό είναι το δικαστήριο που εκατοντάδες χιλιάδες Ισραηλινοί προσπαθούν να σώσουν. Η απόφασή του της 27ης Μαρτίου – και σχεδόν όλες οι άλλες αποφάσεις που αφορούν Παλαιστίνιους – αποκαλύπτουν ότι το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ είναι ένα αποικιοκρατικό δικαστήριο – ένα δικαστήριο που προστατεύει τα δικαιώματα του πληθυσμού των εποίκων, ενώ νομιμοποιεί την απαλλοτρίωση, τον εκτοπισμό και τη φρικτή βία που διαπράττεται εναντίον των γηγενών Παλαιστινίων. Και ενώ το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να μην αντικατοπτρίζει τις αξίες της υπάρχουσας κυβέρνησης – ιδιαίτερα σε θέματα που αφορούν την πολιτική διαφθορά – αναμφίβολα αντικατοπτρίζει και αντικατόπτριζε πάντα τις αξίες του αποικιοκρατικού καθεστώτος.

Ως εκ τούτου, οι φιλελεύθεροι σιωνιστές που γεμίζουν τους δρόμους του Τελ Αβίβ κάθε Σαββατοκύριακο δεν διαδηλώνουν εναντίον μιας δικαστικής αναθεώρησης που θέτει σε κίνδυνο τη δημοκρατία, αλλά εναντίον μιας αναθεώρησης που θέτει σε κίνδυνο την εβραϊκή δημοκρατία. Λίγοι από αυτούς τους διαδηλωτές έχουν πραγματικούς ενδοιασμούς για την τρομακτική απόφαση του δικαστηρίου σχετικά με την ανθρωπιστική βοήθεια, ή, και ευρύτερα, για το πώς το δικαστήριο έχει υποστηρίξει σταθερά το ισραηλινό απαρτχάιντ και τους αποικιοκρατικούς του πυλώνες. Το καθεστώς, με άλλα λόγια, μπορεί να συνεχίσει να εξοντώνει ανενόχλητο τους Παλαιστίνιους όσο διασφαλίζονται τα δικαιώματα των Εβραίων πολιτών του Ισραήλ.

Πηγή: aljazeera

Σπάζοντας τη σιωπή για τον ένοπλο αγώνα των Παλαιστινίων: Μια έκκληση για νομική σαφήνεια

Στις 22 Φεβρουαρίου 2024, ο πρέσβης της Κίνας [στο Διεθνές Δικαστήριο] στη Χάγη, Zhang Jun, είπε το απροσδόκητο. Η κατάθεσή του, όπως και πολλών άλλων, είχε σκοπό να βοηθήσει το Διεθνές Δικαστήριο (ΔΔ) να διατυπώσει μια κρίσιμη και καθυστερημένη νομική γνωμοδότηση σχετικά με τις νομικές συνέπειες της κατοχής της Παλαιστίνης από το Ισραήλ.

Ο Zhang διατύπωσε την κινεζική θέση, η οποία, σε αντίθεση με την κατάθεση του Αμερικανού απεσταλμένου, ευθυγραμμίστηκε πλήρως με το διεθνές και ανθρωπιστικό δίκαιο. Όμως, εμβάθυνε σε ένα θέμα ταμπού- ένα θέμα που ακόμη και οι στενότεροι σύμμαχοι της Παλαιστίνης στη Μέση Ανατολή και τον Παγκόσμιο Νότο δεν τόλμησαν να αγγίξουν: το δικαίωμα στην αντίσταση με κάθε μέσο, «συμπεριλαμβανομένου του ένοπλου αγώνα».

«Η χρήση βίας από τον παλαιστινιακό λαό για να αντισταθεί στην ξένη καταπίεση και να ολοκληρώσει την ίδρυση ενός ανεξάρτητου κράτους είναι αναφαίρετο δικαίωμα», δήλωσε ο Κινέζος πρέσβης. «Ο αγώνας που διεξάγουν οι λαοί για την απελευθέρωσή τους, το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, συμπεριλαμβανομένου του ένοπλου αγώνα κατά της αποικιοκρατίας, της κατοχής, της επίθεσης, της κυριαρχίας κατά των ξένων δυνάμεων δεν πρέπει να θεωρείται τρομοκρατική ενέργεια», επέμεινε.

Όπως ήταν αναμενόμενο, τα σχόλια του Zhang δεν βρήκαν μεγάλη απήχηση.

Ούτε οι κυβερνήσεις ούτε οι διανοούμενοι, συμπεριλαμβανομένων πολλών αριστερών, χρησιμοποίησαν τις παρατηρήσεις του ως ευκαιρία για να διερευνήσουν το θέμα σε μεγαλύτερο βάθος. Είναι πολύ πιο βολικό να ανατίθεται στους Παλαιστίνιους ο ρόλος του θύματος ή του θύτη. Ένας Παλαιστίνιος που αντιστέκεται στην κατοχή -ένας με αυτενέργεια και έλεγχο της μοίρας του- είναι πάντα επικίνδυνο έδαφος για ειλικρινή ανάλυση.

Οι παρατηρήσεις του Zhang, ωστόσο, βρίσκονταν εξ’ ολοκλήρου εντός του διεθνούς δικαίου. Έτσι, η Romana Rubeo και εγώ δεν μπορούσαμε να παραβλέψουμε να συζητήσουμε το θέμα σε μια πρόσφατη συνέντευξη που πραγματοποιήσαμε με τον καθηγητή Richard Falk, κορυφαίο μελετητή του διεθνούς δικαίου και πρώην ειδικό εισηγητή του ΟΗΕ για την Παλαιστίνη.

Ο Falk δεν είναι απλώς ένας νομικός εμπειρογνώμονας, όσο πετυχημένος και αν είναι στον τομέα αυτό. Είναι επίσης ένας βαθύς διανοούμενος και ένας οξυδερκής μελετητής της ιστορίας. Αν και μιλάει με μεγάλη προσοχή, δεν διστάζει, ούτε μασάει τα λόγια του. Οι ιδέες του μπορεί να φαίνονται «ριζοσπαστικές», αλλά μόνο αν ο όρος αυτός νοείται μέσα στα περιοριστικά διανοητικά όρια των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης και του ακαδημαϊκού χώρου. Επιπλέον, δεν μιλάει για «κοινή λογική», σύμφωνα με την γκραμσιανή αρχή, αλλά για «ορθή λογική», απόλυτα ορθολογικό λόγο, αν και συχνά ασύμβατο με την κυρίαρχη σκέψη.

Ρωτήσαμε τον καθηγητή Falk συγκεκριμένα για το δικαίωμα του παλαιστινιακού λαού να υπερασπίζεται τον εαυτό του και, πιο συγκεκριμένα, για τον ένοπλο αγώνα και την ακολουθία του (ή την έλλειψή της) με το διεθνές δίκαιο.

«Ναι, νομίζω ότι αυτή είναι μια σωστή κατανόηση του διεθνούς δικαίου, για την οποία η Δύση, σε γενικές γραμμές, δεν θέλει να ακούει», δήλωσε ο Falk απαντώντας στα σχόλια του Zhang στη Χάγη. “Το δικαίωμα της αντίστασης επιβεβαιώθηκε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αποαποικιοποίησης στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, και αυτό περιελάμβανε το δικαίωμα στην ένοπλη αντίσταση. Ωστόσο, αυτή η αντίσταση υπόκειται στη συμμόρφωση με τους διεθνείς νόμους του πολέμου”.

Ακόμα και ο πρόλογος της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναφέρει ότι «αν είναι να αποφευχθεί άνθρωπος να προσφύγει, ως έσχατη καταφυγή, στην εξέγερση κατά της τυραννίας και της καταπίεσης, είναι απαραίτητο τα ανθρώπινα δικαιώματα να προστατεύονται από το κράτος δικαίου».

Το Ισραήλ δεν συμμορφώνεται με τους διεθνείς νόμους του πολέμου.

Η όλη κατάσταση στη Γάζα είναι ένα από τα πιο κραυγαλέα παραδείγματα της πλήρους αδιαφορίας του Ισραήλ, όχι μόνο για τους νόμους του πολέμου, αλλά και για ολόκληρο το μηχανισμό των διεθνών και ανθρωπιστικών νόμων.

Οι Παλαιστίνιοι, από την άλλη πλευρά, βρίσκονται σε μόνιμη κατάσταση αυτοάμυνας. Καθοδηγούνται από ένα διαφορετικό σύνολο αξιών από αυτές που πρεσβεύει το Ισραήλ και έχουν πλήρη επίγνωση της ανάγκης να διατηρήσουν την ηθική νομιμοποίηση των μεθόδων αντίστασής τους.

Έτσι, η «συμμόρφωση με τους νόμους του πολέμου» θα συνεπαγόταν τη δέσμευση για την προστασία των αμάχων, το σεβασμό και την προστασία των «τραυματιών και των ασθενών… σε όλες τις περιστάσεις», την «αποτροπή περιττών δεινών» μέσω του περιορισμού «των μέσων και των μεθόδων πολέμου» και της διεξαγωγής «αναλογικών» επιθέσεων, μεταξύ άλλων αρχών.

Αυτό μας οδηγεί στα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου 2023, της Επιχείρησης Πλημμύρα Al-Aqsa μέσα στην περιοχή που είναι γνωστή ως Περίχωρα της Γάζας στο νότιο Ισραήλ.

«Στο βαθμό που υπάρχουν πραγματικές αποδείξεις για φρικαλεότητες που συνοδεύουν την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, αυτές θα συνιστούσαν παραβιάσεις, αλλά η ίδια η επίθεση είναι κάτι που, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο, φαίνεται απολύτως δικαιολογημένο και προαναγγελθέν από καιρό», δήλωσε ο Falk.

Η παραπάνω δήλωση είναι τουλάχιστον συγκλονιστική. Είναι μία από τις πιο σαφείς διακρίσεις μεταξύ της ίδιας της επιχείρησης και ορισμένων ισχυρισμών – πολλοί από τους οποίους έχουν ήδη αποδειχθεί ψευδείς – για το τι μπορεί να έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της διασυνοριακής εισβολής της παλαιστινιακής αντίστασης.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το Ισραήλ, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους στις δυτικές κυβερνήσεις και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εργάζονται για να διαστρεβλώσουν τα γεγονότα που οδήγησαν στον συνεχιζόμενο γενοκτονικό πόλεμο και καταφεύγουν στην επανάληψη ψεμάτων για μαζικούς βιασμούς, αποκεφαλισμούς μωρών και άλογες σφαγές αθώων συμμετεχόντων σε ένα μουσικό φεστιβάλ.

Με τη δημιουργία αυτής της παραπλανητικής αφήγησης, το Ισραήλ κατάφερε να μετατοπίσει τη συζήτηση μακριά από τα γεγονότα που οδήγησαν στην 7η Οκτωβρίου και να θέσει τους Παλαιστίνιους σε θέση άμυνας, καθώς κατηγορήθηκαν ότι διέπραξαν ανείπωτες φρικαλεότητες εναντίον αθώων πολιτών.

«Μία από τις τακτικές που χρησιμοποίησαν η Δύση και το Ισραήλ ήταν να καταφέρουν σχεδόν να ακολλήσουν την 7η Οκτωβρίου απ’ το πλαίσιό της, ώστε να φαίνεται ότι ήρθε από το πουθενά», εξήγησε ο Falk. «Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ διασύρθηκε ακόμη και ως αντισημίτης επειδή απλώς επισήμανε το πιο προφανές γεγονός: ότι υπήρχε μια μακρά ιστορία κακοποίησης του παλαιστινιακού λαού που οδήγησε σε αυτήν». Αυτή ήταν μια αναφορά στη δήλωση του Αντόνιο Γκουτέρες ότι η 7η Οκτωβρίου «δεν συνέβη εν κενώ».

Ο Richard Falk είναι μια εμβληματική προσωπικότητα και ένας από τους πιο σημαντικούς ακαδημαϊκούς και υποστηρικτές του διεθνούς δικαίου στην εποχή μας.

Τα λόγια του πρέπει να εμπνεύσουν μια ανοιχτή και ειλικρινή συζήτηση για την παλαιστινιακή αντίσταση.

Η ιστορία της δεν είναι αποκλειστικά μια ιστορία ένοπλης αντίστασης. Η τελευταία είναι απλά η εκδήλωση μιας μακράς ιστορίας λαϊκής αντίστασης που φτάνει σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής έκφρασης, όπως μεταξύ άλλων ο πολιτισμός, η πνευματικότητα, η πολιτική ανυπακοή, οι γενικές απεργίες, οι μαζικές διαμαρτυρίες και οι απεργίες πείνας.

Ωστόσο, αν οι Παλαιστίνιοι καταφέρουν να εντάξουν την ένοπλη αντίστασή τους – εφόσον αυτή συμμορφώνεται με τους νόμους του πολέμου – σε ένα νομικό πλαίσιο, τότε οι προσπάθειες απονομιμοποίησης του παλαιστινιακού αγώνα ή μεγάλων τμημάτων της παλαιστινιακής κοινωνίας θα αμφισβητηθούν και τελικά θα ηττηθούν.

Εν τω μεταξύ, όμως, το Ισραήλ συνεχίζει να απολαμβάνει ατιμωρησία από κάθε ουσιαστική δράση των διεθνών θεσμών και οι Παλαιστίνιοι είναι αυτοί που συνεχίζουν να στέκονται κατηγορούμενοι, αντί να υποστηρίζονται στον νόμιμο αγώνα τους για ελευθερία, δικαιοσύνη και απελευθέρωση. Μόνο θαρραλέες φωνές όπως αυτές των Zhang και Falk, μεταξύ πολλών άλλων, θα διορθώσουν τελικά αυτόν τον στρεβλό λόγο.

Πηγή: middleeastmonitor

Δολοφονώντας, απ’ την Παλαιστίνη ως τα Τέμπη

Alstom. Μια εταιρεία που μάθαμε καλά μετά την 28η Φλεβάρη του 2023. Η μία απ’ τις εταιρείες στις οποίες είχε ανατεθεί, μέσω της διαβόητης σύμβασης 717, η εγκατάσταση του συστήματος ελέγχου ETCS. Του συστήματος που θα έπρεπε βάσει της αρχικής σύμβασης να έχει παραδοθεί απ’ το 2016, και που αν λειτουργούσε το 2023 δεν θα είχε γίνει η κρατική και επιχειρηματική δολοφονία στα Τέμπη.

Βέβαια ο ντουνιάς είναι μικρός, και οι υποθέσεις διαφθοράς και παρανομιών στις οποίες είχε ως τότε εμπλακεί η Alstom γνωστές. Κι επειδή η ζωή είναι πολύ μικρή για να μην την απολαύσεις, ήταν και πολλές.

Καμία όμως ίσως να μην ήταν μεγαλύτερη απ’ την εμπλοκή της Alstom με το πρότζεκτ JLR (Jerusalem Light Rail), το πρόγραμμα ελαφριού σιδηροδρόμου της Ιερουσαλήμ, το οποίο θα συνέδεε το δυτικό κομμάτι της πόλης (εβραϊκό) με τους παράνομους εβραϊκούς εποικισμούς στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που έσπρωχνε το σιωνιστικό κράτος και παραβίαζε κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, προωθώντας την περαιτέρω «εβραιοποίηση» των κατεχόμενων Παλαιστινιακών εδαφών.

Βέβαια αυτή η κατάφαση κι ενίσχυση της κατοχής από μεριάς της Alstom, καθόλου δεν προβλημάτισε τις διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις που συνδιαλλάχθηκαν μαζί της. Αν μη τι άλλο, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ετοιμαζόταν ελληνική κοινοπραξία με σύμπραξη της δημόσιας ΣΤΑΣΥ και της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, του νέου μας εθνικού εργολάβου, για συμμετοχή στο ίδιο αποικιοκρατικό πρότζεκτ του JLR. Αν κάτι χαλούσε τον ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τη στάση της Alstom σ’ αυτή τη φάση, φαίνεται να ήταν τ’ ότι ίσως να της έπαιρνε τη δουλειά.

Είναι, όμως, αυτές οι δύο επιχειρηματικές δραστηριότητες της Alstom ασύνδετες μεταξύ τους; Τίποτα παραπάνω από δυο χάντρες ατάκτως ερριμμένες στο χωροχρόνο συνεχόμενες από τίποτα πέρα από τυχαιότητα (και ίσως τη δική μας επιλεκτική ματιά);

Κάθε άλλο. Οι χάντρες αυτές διαπερνώνται από το πιο σιδηρόπλεκτο νήμα.

Κι αν επιτρέψουμε στο βλέμμα μας να θωρήσει μακρύτερα, θα δούμε πολλές άλλες χάντρες να το βαραίνουν.

Η ισραηλινή εταιρεία Intellexa παράγει και διαχειρίζεται το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator, χρήση του οποίου έχει γίνει για την παρακολούθηση πολιτικών, υψηλά ιστάμενων κρατικών αξιωματούχων και δημοσιογράφων στην Ελλάδα και αλλού. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σκάνδαλο υποκλοπών επικοινωνιών με την ανάμειξη μυστικών υπηρεσιών τρίτου κράτους στη χώρα μας.

Στη διαχείριση του προσφυγικού, Ευρωπαϊκή Ένωση και ελληνικές κυβερνήσεις έχουν από κοινού αποφασίσει να βασιστούν στις υπηρεσίες ισραηλινών drones. Το Hermes της Elbit και το Heron της IAI (Israel Aerospace Industries) ίπτανται πάνω απ’ τα νερά του Αιγαίου σε αναζήτηση βαρκών που μπορεί να φέρουν πρόσφυγες απ’ τις περιοχές στις οποίες η Δύση σπέρνει πόλεμο και υπανάπτυξη. Αν ο χειριστής του drone εντοπίσει κάποια βάρκα που αντιμετωπίζει πρόβλημα, φροντίζει ώστε η καθυστέρησή του στο να ειδοποιήσει για την αποστολή «διασωστικού» να εξασφαλίσει ότι μέχρι αυτό να φτάσει το πρόβλημα θα έχει λυθεί από μόνο του. Αν πάλι η μοίρα είναι δύστροπη κι η βάρκα που θα εντοπίσει δεν έχει εμφανές πρόβλημα, επιλαμβάνεται το λιμενικό για να διορθώσει αυτή την ατασθαλία.

Πρόσφατα, πρωθυπουργός και υπουργός εθνικής άμυνας διατυμπάνισαν την πρόθεσή τους για εγκατάσταση αντιαεροπορικού και αντιπυραυλικού συστήματος, που έσπευσαν να βαφτίσουν «Ασπίδα του Αχιλλέα», βασισμένου στην τεχνολογία του ισραηλινού «Σιδηρού Θόλου» και παρεχόμενου από την ισραηλινή πολεμική βιομηχανία. Είναι για χάρη της εγκατάστασης αυτού του συστήματος και ικανοποίησης των ισραηλινών παραγωγών του που σμπαραλιάζεται όλο το αμυντικό δόγμα της χώρας.

Η μοιραία αλαζονεία της συσχέτισης αυτού του νέου συστήματος με την επική ομηρική φιγούρα μπορεί να συγκριθεί μόνο με την πρόδηλη ευαλωτότητα για την οποία παραμένει εμβληματική. Ακόμα κι αν οι προβληματικές του «Σιδηρού Θόλου» ως αμυντικού συστήματος δεν είχαν καταστεί ολοφάνερες πριν το 2023, αυτό σίγουρα δεν ισχύει πλέον. Είναι πια ξεκάθαρο ότι πρόκειται για ένα πανάκριβο σύστημα του οποίου οι δυνατότητες απόκρισης μπορούν πολύ εύκολα να κορεστούν από μαζικές εκτοξεύσεις (φτηνών) βλημάτων. Αυτό το απέδειξε όχι μόνο το Ιράν, αλλά ακόμα κι η ταπεινή Χαμάς, ρουκέτες-στρακαστρούκες της οποίας κατάφεραν πολλάκις να διαπεράσουν τον «αδιάβλητο» θόλο.

Το τι χρησιμότητα θα έχει ένας τέτοιος θόλος στην περίπτωση της Ελλάδας, καλούμενος να απαντήσει σε προκλήσεις θεωρητικά προερχόμενες από την Τουρκία, μια χώρα με εγχώρια αμυντική βιομηχανία, μαζική παραγωγή drones ανταγωνιστικών στη διεθνή αγορά και υπερπολλαπλάσια σε σχέση με της Χαμάς δυνατότητα να κατακλύσει ένα τέτοιο «θόλο», μένει αναπάντητο μόνο στα μυαλά των αδαών. Για όλους τους υπόλοιπους, είναι ηλίου φαεινότερο ότι πρόκειται για άλλο ένα φαγοπότι μυθικών ποσών στα πλαίσια της περαιτέρω υποδούλωσης σε αμερικανο-νατοϊκούς σχεδιασμούς.

Για την άθλια κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει καμία σημασία που η «Ασπίδα του Αχιλλέα» είναι πιο διάτρητη κι απ’ την περίφημη φτέρνα του. Σημασία έχει μόνο να την κρατάμε όλοι εμείς μέχρι τελευταίας ρανίδος αίματός μας στ’ όνομά της συμπερίληψής μας στην «σωστή μεριά της ιστορίας».

Το νήμα που διαπερνά όλες αυτές τις χάντρες, από το φονικό στα Τέμπη, μέχρι σ’ αυτά σε Αιγαίο και Παλαιστίνη, είναι ένα: η υποτίμηση της ανθρώπινης ζωής. Είτε αυτή γίνεται από Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές και τα τσιράκια τους, είτε γίνεται από σιωνιστές αποικιοκράτες.

Πρόκειται για ένα ενιαίο νήμα στην ύφανση του οποίου συμμετέχουν τρία στοιχεία: καπιταλιστική εκμετάλλευση, (μετα)αποικιοκρατικός εξανδραποδισμός και ιμπεριαλιστική κυριαρχία και επιβολή που επισφραγίζει τα υπόλοιπα.

Όπως η Παλαιστίνη αποτελεί το μεγαλύτερο αγκάθι στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική αρχιτεκτονική, έτσι και τα Τέμπη αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή για το εγχώριο σύστημα εξουσίας την τελευταία δεκαετία, αν όχι και μεταπολιτευτικά.

Ο αγώνας για τη δικαίωση των θυμάτων των Τεμπών και το τσάκισμα των πολιτικών που οδήγησαν στο έγκλημα δεν είναι ξέχωρος απ’ τον αγώνα του Παλαιστινιακού λαού για ζωή, λευτεριά και ευημερία. Και οι δύο μας φέρνουν αντιμέτωπες με τα εκμεταλλευτικά και καταπιεστικά καθεστώτα που έχει στήσει ο ιμπεριαλισμός για την μακροημέρευση των συμφερόντων του.

Το οξυγόνο που θα αναβλύσει απ’ την Παλαιστίνη θα γεμίσει και τα δικά μας πνευμόνια και ο αγώνας για δικαιοσύνη για τα θύματά μας θα ανυψώσει το ανάστημα αυτών που μάχονται το σιωνισμό. Μέχρι να σπάσει το νήμα κι η άβυσσος της προϊστορίας να καταπιεί τις χάντρες του.

Πηγή: Stonisi

Δικηγόροι του σιωνισμού, διαμεσολαβητές της εξαπάτησης

Πέντε δεκαετίες πριν ο Κίσινγκερ, γνωστό γεράκι της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που επέφερε πολέμους και ανατροπές καθεστώτων για την προώθηση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων, ανησυχούσε ότι η ευθυγράμμιση της διπλωματίας των ΗΠΑ με τα ισραηλινά αιτήματα θα καθιστούσε τις ΗΠΑ “δικηγόρο του Ισραήλ”.

Βέβαια ήδη πριν ξεκινήσει η υπηρεσία αυτού του βάναυσου και απροκάλυπτου υπερασπιστή της αυτοκρατορίας, οι ΗΠΑ είχαν αναλάβει καθήκοντα υπεράσπισης του σιωνισμού που πήγαιναν πολύ πέρα της απλής συνηγορίας. Το Ισραήλ είχε ήδη γίνει ο μεγαλύτερος αποδέκτης αμερικανικής οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας στον κόσμο, θέση απ’  την οποία κανένα άλλο αμερικανοτραφές και λαομίσητο καθεστώς δεν το έχει εκτοπίσει μέχρι σήμερα.

Καθώς μεταπολεμικά τα ενεργειακά αποθέματα της Δυτικής Ασίας έγιναν ζωτικής σημασίας για την αναπαραγωγή του καπιταλιστικού συστήματος (χάρη στην στροφή στη χρήση πετρελαίου), ο έλεγχος της ευρύτερης περιοχής και ειδικότερα των καθεστώτων που κατείχαν εδάφη πλούσια σε κοιτάσματα της πολύτιμης ενεργειακής πηγής έγινε κομβικός για το σύστημα. Το Ισραήλ αναγνωρίστηκε ως αναντικατάστατο εργαλείο επίτευξης αυτού του ελέγχου.

Με τη νίκη του επί τριών αραβικών στρατών το 1967, τη λυσσαλέα αντιπαράθεσή του με τον αραβικό εθνικισμό και σοσιαλισμό και το ονομαστικά “δημοκρατικό” του πολίτευμα (που συνυπήρχε με την καταστατική άρνηση αποκατάστασης των Παλαιστινίων που μαζικά είχε εκδιώξει στη Νάκμπα του 1948, το καθεστώς απαρτχάιντ για όσους ζούσαν στα εδάφη του και την κατοχή επί όσων ζούσαν στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα) απέδειξε τη χρησιμότητά του ως προασπιστής της καπιταλιστικής και ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων μέσα στο ανταγωνιστικό ψυχροπολεμικό πλαίσιο.

Παραμένει όμως εξαιρετικά σημαντικό να γίνει αντιληπτό τι ακριβώς συνεπάγεται η υπεράσπιση του Ισραήλ, διαχρονικά και σήμερα, και πώς οι ΗΠΑ φέρνουν σε πέρας αυτό το τιτάνιο (όσο και σισύφειο) έργο.

Από τη δεκαετία του ’70, όταν επί προεδρίας Κάρτερ οι ΗΠΑ επιχείρησαν να αναλάβουν το ρόλο του ειρηνοποιού στη Δυτική Ασία, έχει διαμορφωθεί το πρότυπο μιας “ειρηνευτικής διαδικασίας” η οποία είναι κάθε άλλο παρά αυτό. Μέσω αυτής οι ΗΠΑ επιχείρησαν να διασπάσουν τη συγκροτημένη και συντονισμένη αντιπαράθεση του αραβικού κόσμου (με τις όποιες αντιφάσεις στο πώς αυτή εκδηλωνόταν από χώρα σε χώρα) απέναντι στο σιωνισμό, φέρνοντάς τες μία προς μία κάτω από τη σκεπή του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και επιτάσσοντας την αποκατάσταση σχέσεων με το αγαπημένο του ρατσιστικό αποικιοκρατικό μόρφωμα.

Παράλληλα με αυτό, επιδίωξε και την επίλυση του “παλαιστινιακού” στη βάση του ίδιου σκεπτικού: αποδοχή τετελεσμένων, εναρμόνιση με αμερικανικούς στόχους για την περιοχή και εξομάλυνση σχέσεων με Ισραήλ. Η τραγική ειρωνεία συνίσταται στο γεγονός ότι παρ’ όλ’ αυτά η αμερικανική πλευρά επέμενε να αυτοπαρουσιάζεται ως αμερόληπτη, ως ένας γνήσια ενδιαφερόμενος για το αγαθό της ειρήνης παίκτης.

Όλες οι διαπραγματεύσεις που έγιναν υπό την αιγίδα της έφεραν το ίδιο στίγμα: αυτό της μεγαλύτερης ιμπεριαλιστικής δύναμης να ρίχνει όλο της το δυσθεώρητο οικονομικό, γεωπολιτικό και διπλωματικό βάρος πίσω από το μεγαλύτερο τραμπούκο της Δυτικής Ασίας και ενάντια σε ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα.

Μάλιστα μέσα στην έγνοια τους να ευνοήσουν το κατοικίδιό τους, συχνά προέτρεχαν και απέτρεπαν την παλαιστινιακή πλευρά απ’ το να θέσει επί τάπητος ζητήματα που οι Αμερικάνοι θεωρούσαν ότι υπερέβαιναν ισραηλινές κόκκινες γραμμές, μόνο για να αδειαστούν αργότερα απ’ τους ίδιους τους Ισραηλινούς που τελικά αποδείχθηκαν πρόθυμοι να τα εξετάσουν (επ’ ουδενί όμως να επιλύσουν).

Ό,τι εγγυήσεις δόθηκαν ποτέ στους Παλαιστίνιους, στις σπάνιες περιπτώσεις που κρίθηκαν άξιοι τέτοιων και δεν καταδικάστηκαν ως “τρομοκράτες”, αποδείχθηκαν να έχουν λιγότερη αξία από το χαρτί στο οποίο αποτυπώθηκαν. Όποτε οι Αμερικάνοι κλήθηκαν να διαλέξουν ανάμεσα στις στοιχειωδέστερες των απαιτήσεων της ειρηνευτικής διαμεσολάβησης και την ικανοποίηση των ανυποχώρητων αιτημάτων των Σιωνιστών αποικιοκρατών, τελικά πάντα και με συνέπεια επέλεγαν το δεύτερο.

Και κάπως έτσι αυτή η τραγική παράτα με τα χιλιοπατημένα βήματα και την προδιαγεγραμμένη κατάληξη, συνέχισε να ενορχηστρώνεται για μισό αιώνα και να παράγει τα αποτελέσματα που σχεδιάστηκε να παράξει: ενίσχυση του κράτους-δολοφόνου, εντεινόμενη καταπίεση και εξαθλίωση των Παλαιστινίων και ενταφιασμό των δικαίων αιτημάτων τους.

Ίσως όμως ποτέ άλλοτε να μην αναδείχθηκε σε τέτοιο βαθμό το πόσο ξοφλημένη είναι η αμερικανική “διαμεσολάβηση” όσο με την παράβαση της από 19 Γενάρη συμφωνίας εκεχειρίας μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς. Πρόκειται για μια συμφωνία που συνυπογράφηκε στις τελευταίες μέρες της κυβέρνησης Μπάιντεν, αλλά για την επίτευξη της οποίας είναι πανθομολογούμενη η καθοριστική συμβολή του (τότε επερχόμενου και πλέον νυν) προέδρου Τραμπ.

Για να είμαστε ακριβείς, το Ισραήλ ποτέ δεν σεβάστηκε όλους τους όρους της συμφωνίας, πριν ακόμα φτάσει ο καιρός για την υλοποίηση του δεύτερου σταδίου της (η συμφωνία προέβλεπε τρία στάδια). Από την εφαρμογή της και μέχρι πριν την αναζωπύρωση της γενοκτονικής του εκστρατείας, το Ισραήλ δολοφονούσε κατά μέσο όρο περίπου 6 Παλαιστίνιους τη μέρα στη Γάζα. Απρόκλητα, ανενδοίαστα, απάνθρωπα. Κανένας απ’ τους ελάσσονες διαμεσολαβητές της συμφωνίας (Αίγυπτος, Κατάρ) και σίγουρα όχι ο μείζων συνεισφέρων σ’ αυτήν, δεν έλαβε σοβαρά μέτρα αποτροπής των ισραηλινών παραβιάσεων.

Μέχρι τη στιγμή που η ακατάπαυστη γενοκτονική ορμή του σιωνισμού συνδυάστηκε με τις επιταγές της ισραηλινής πολιτικής σκηνής, και η παράβαση των όρων της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός εξελίχθηκε σε πλήρη κατάλυσή της απ’ το Ισραήλ.

Απέναντι σ’ αυτό το νέο έγκλημα, οι ΗΠΑ αυτή τη φορά δεν έκαναν καν τον κόπο να εκδώσουν τις συνήθεις διακηρύξεις τους περί “προβληματισμού για την αύξηση της αστάθειας στην περιοχή”. Δίχως δισταγμό και στιγμή χαραμισμένη, στοιχήθηκαν πίσω από το Ισραήλ, το κράτος που στα μάτια όλου του κόσμου αθέτησε τη συμφωνία την οποία οι ΗΠΑ εγγυήθηκαν και “πέτυχαν”.

Στα μάτια όλου του κόσμου που παρακολουθεί τη σφαγή που εκτυλίσσεται εδώ κι ενάμιση χρόνο στη Γάζα, ακόμα και σ’ όσους καλόπιστα παρεξήγησαν την ανασύνταξη της αμερικανικής ισχύος επί Τραμπ για φιλειρηνική στάση, γίνεται ξεκάθαρο πέραν πάσης αμφιβολίας: οι ΗΠΑ, είτε επί Μπάιντεν είτε επί Τραμπ είτε επί οποιουδήποτε άλλου, αποτελούν τον μεγαλύτερο υπονομευτή της ειρήνης στη Δυτική Ασία (όπως εξάλλου και στον υπόλοιπο κόσμο). Τον πιο επιτήδειο πραγματευτή ψευδών και απατών, τον πιο διαπρύσιο υποστηρικτή καταπιεστικών, ρατσιστικών καθεστώτων, τον πιο αδίστακτο δολοφόνο των λαών, των κινημάτων και των χειραφετητικών προοπτικών τους.

Το δολοφονικό σιωνιστικό καθεστώς δεν μπορεί να συνάψει ειρήνη, παρά μόνο να αιματοκυλά για την καθυπόταξη των αντιπάλων του. Γι’ αυτό συγκροτήθηκε και γι’ αυτό φυλάσσεται σαν κόρη δυτικού οφθαλμού εποπτεύουσα τα συμφέροντα της μητρόπολης στη γη των “βαρβάρων”.

Η ειρήνη στη Δυτική Ασία περνάει μέσα από τη διάλυση του αποικιοκρατικού σιωνιστικού καθεστώτος και την εξουθένωση των δυτικών μητροπολιτικών στηριγμάτων του. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να γνωρίσουν οι λαοί της περιοχής γνήσια ειρήνη, πέρα απ’ την κατάπτυστη ιμπεριαλιστική pax americana.

 

Πηγή: stonisi