Η ήττα των νέο-συντηρητικών στην Ουκρανία και πώς θα την πλασάρουν στον κόσμο ή ‘πώς οι ΗΠΑ διατελούν εν πλήρη συγχύσει’.

Στην ανάλυση που ακολουθεί ο διακεκριμένος Αμερικανός καθηγητής Michael Brenner εξετάζει το ‘παραμύθιασμα’ που θα αναλάβουν να διαδώσουν στον κόσμο οι δυτικές ηγεσίες μετά την επερχόμενη, σχεδόν βεβαίως πλέον, ήττα της Ουκρανίας (που θα είναι και ήττα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, που ουσιαστικά διεξάγουν τον πόλεμο).

Αφού εξετάσει τους στόχους που επεδίωκαν οι ΗΠΑ στον πόλεμο που προκάλεσαν και ποιους από αυτούς τελικά πέτυχαν, αναφέρει ρητά ότι η αντίδραση των Αμερικανών στην ήττα θα είναι απρόβλεπτη. Όμως, για την περίπτωση που αυτές αποφασίσουν να ενεργοποιήσουν κάποιο ‘stop-loss’ εγκαταλείποντας το Κίεβο, τότε το πιθανότερο είναι ότι θα αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα με κάποιο φαντασιακό αφήγημα, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενες.

Με υποχθόνιο χιούμορ, ο Michael Brennet κατασκευάζει και προτείνει ένα τέτοιο αφήγημα στην κάστα των νέο-συντηρητικών Αμερικανών ιθυνόντων, με την πρόσθετη παρατήρηση ότι στοιχεία του ήδη έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται από αυτούς στην προσπάθειά τους να διασκεδάσουν την έκβαση του πολέμου.

Στη συνέχεια, διαπιστώνει ότι ο τρόπος αυτός συμπεριφοράς με την καταφυγή στον χώρο της ονειροφαντασίας και το συστηματικό παραμύθιασμα του αμερικανικού λαού αποτελεί σταθερή και επαναλαμβανόμενη πρακτική στις εκστρατείες που κάθε τόσο αναλαμβάνουν οι ΗΠΑ καταλήγοντας σε οδυνηρές ήττες. Όμως, παρατηρεί, η τακτική αυτή, που εσωτερικά εμφανίζει την αμερικανική κοινωνία ως ανισόρροπη, σε διεθνή κλίμακα πλέον αντιμετωπίζεται με αυξανόμενη αποστροφή δημιουργώντας προκλήσεις στις οποίες οι ΗΠΑ δεν είναι ικανές να ανταπεξέλθουν.

Καταλήγει παρατηρώντας ότι οι ΗΠΑ διατελούν εν πλήρη συγχύσει.

 Ήττα

Εισαγωγή

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ηττώνται στην Ουκρανία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αντιμετωπίζουν την ήττα – ή, πιο έντονα, ότι κοιτάζουν την ήττα κατάματα. Ωστόσο, καμία από τις δύο διατυπώσεις δεν είναι κατάλληλη. Οι ΗΠΑ δεν κοιτούν την πραγματικότητα κατάματα. Προτιμάμε να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τους παραμορφωμένους φακούς των φαντασιώσεών μας. Τραβάμε μπροστά σε όποιο μονοπάτι έχουμε επιλέξει, ενώ αποστρέφουμε τα μάτια μας από την τοπογραφία που προσπαθούμε να διασχίσουμε. Ο μόνος μας οδηγός είναι η λάμψη μιας μακρινής οφθαλμαπάτης. Αυτή είναι η Λυδία λίθος μας.

Δεν είναι ότι η Αμερική είναι ξένη προς την ήττα. Είμαστε πολύ καλά εξοικειωμένοι με αυτήν: Βιετνάμ, Αφγανιστάν, Ιράκ, Συρία – με στρατηγικούς όρους, αν και όχι πάντα με στρατιωτικούς. Σε αυτή την ευρεία κατηγορία θα μπορούσαμε να προσθέσουμε τη Βενεζουέλα, την Κούβα και τον Νίγηρα. Αυτή η πλούσια εμπειρία σε αποτυχημένες φιλοδοξίες δεν κατάφερε να μας απελευθερώσει από τη βαθιά ριζωμένη συνήθεια να παραγνωρίζουμε την ήττα. Πράγματι, έχουμε αποκτήσει ένα μεγάλο απόθεμα μεθόδων για να το κάνουμε αυτό.

Ορισμός και προσδιορισμός της ήττας

Πριν τις εξετάσουμε, ας διευκρινίσουμε τι εννοούμε με τον όρο “ήττα”. Με απλά λόγια, ήττα είναι η αποτυχία επίτευξης των στόχων – με ανεκτό κόστος. Ο όρος περιλαμβάνει επίσης τις ακούσιες, δυσμενείς συνέπειες δεύτερης τάξης.

Πρώτον, ποιοι ήταν οι στόχοι της Ουάσινγκτον όταν επέλεξε το σαμποτάρισμα του ειρηνευτικού σχεδίου του Μινσκ και την ψυχρή αντιμετώπιση των μετέπειτα ρωσικών προτάσεων, [όταν επέλεξε] την πρόκληση της Ρωσίας με την υπέρβαση σαφώς οριοθετημένων κόκκινων γραμμών, την πίεση για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, την εγκατάσταση πυραυλικών συστοιχιών στην Πολωνία και τη Ρουμανία, τη μετατροπή του ουκρανικού στρατού σε μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη που αναπτύχθηκε στη γραμμή επαφής στο Ντονμπάς, έτοιμη να εισβάλει ή να ωθήσει τη Μόσχα σε προληπτική δράση; Ο στόχος ήταν είτε να επιβληθεί μια ταπεινωτική ήττα στον ρωσικό στρατό είτε, τουλάχιστον, να προκληθεί τόσο μεγάλο κόστος ώστε να κάνει την κυβέρνηση Πούτιν να χάσει το έδαφος κάτω από τα πόδια της. Η κρίσιμη, συμπληρωματική διάσταση της στρατηγικής ήταν η επιβολή οικονομικών κυρώσεων τόσο επαχθών ώστε να καταρρεύσει η ευάλωτη ρωσική οικονομία. Όλα μαζί, θα δημιουργούσαν οξεία δυσφορία που θα οδηγούσε στην καθαίρεση του Πούτιν – είτε από μια συμμορία αντιπάλων (με αιχμή του δόρατος τους δυσαρεστημένους ολιγάρχες) είτε από μαζικές διαμαρτυρίες. Βασιζόταν στη θανάσιμα λανθασμένη παραδοχή ότι αυτός ήταν ένας απόλυτος δικτάτορας που έδινε παράσταση για ένα άτομο, Οι ΗΠΑ προέβλεπαν την αντικατάστασή του από μια πιο εύπλαστη κυβέρνηση έτοιμη να αναλάβει μια πρόθυμη αλλά περιθωριακή παρουσία στην ευρωπαϊκή σκηνή και να βγει από το παιχνίδι αλλού. Με τα ωμά λόγια ενός αξιωματούχου της Μόσχας, [να γίνει] “ένας ενοικιαστής-γεωργός στην παγκόσμια φυτεία του θείου Σαμ”.

Δεύτερον, η καθυπόταξη και εξημέρωση της Ρωσίας θεωρήθηκε ως ένα ζωτικό βήμα στην επικείμενη μεγάλη αντιπαράθεση με την Κίνα – που ορίστηκε ως ο συστημικός αντίπαλος της αμερικανικής ηγεμονίας. Θεωρητικά, ο στόχος αυτός θα μπορούσε να επιτευχθεί είτε με την πρόκληση ρήξης μεταξύ Ρωσίας και Κίνας (διαίρει και υπότασσε) είτε με την πλήρη εξουδετέρωση της Ρωσίας ως παγκόσμιας δύναμης κατόπιν πτώσεως της σκληροτράχηλης ηγεσίας της. Η πρώτη προσέγγιση δεν ξεπέρασε ποτέ μερικές περιστασιακές, αδύναμες χειρονομίες. Όλες οι μάρκες τοποθετήθηκαν στη δεύτερη.

Τρίτον, τα παρεπόμενα οφέλη για τις Ηνωμένες Πολιτείες από έναν πόλεμο για την Ουκρανία που θα έριχνε τη Ρωσία στα τάρταρα ήταν (α) Η εδραίωση του ελέγχου της Ατλαντικής συμμαχίας από την Ουάσινγκτον, η επέκταση του ΝΑΤΟ και το άνοιγμα μιας αγεφύρωτης αβύσσου μεταξύ της Ρωσίας και της υπόλοιπης Ευρώπης που θα διαρκούσε για το ορατό μέλλον. (β) Προς τούτο, ο τερματισμός της μεγάλης εξάρτησης της τελευταίας από τους ενεργειακούς πόρους της Ρωσίας και (γ) με τον τρόπο αυτό, η υποκατάστασή τους με ακριβότερο υγροποιημένο φυσικό αέριο και πετρέλαιο από τις Ηνωμένες Πολιτείες που θα σφράγιζε το καθεστώς των Ευρωπαίων εταίρων ως εξαρτημένων οικονομικά υποτελών. Αν το τελευταίο αποτελούσε τροχοπέδη για τη βιομηχανία τους, τότε ας γίνει έτσι.

Οι μεγαλεπήβολοι στόχοι που αναφέρονται στα σημεία (1) και (2) έχουν προφανώς αποδειχθεί ανέφικτοι -και μάλιστα ευφάνταστοι-, μια ωμή αλήθεια που δεν έχει ακόμη απορροφηθεί από τις αμερικανικές ελίτ. Εκείνοι του (3) είναι έπαθλα παρηγοριάς μειωμένης αξίας. Αυτό το αποτέλεσμα καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό, αν και καθόλου εξ ολοκλήρου, από τη στρατιωτική αποτυχία στην Ουκρανία. Τώρα είμαστε κοντά στην έλευση της τελικής πράξης. Η πολυδιαφημισμένη αντεπίθεση του Κιέβου δεν οδήγησε πουθενά – με τεράστιο κόστος για τον ουκρανικό στρατό. Έχει αιμορραγήσει εντελώς από τις τεράστιες απώλειες ανθρώπινου δυναμικού, από την καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους των τεθωρακισμένων του, από την καταστροφή ζωτικής σημασίας υποδομών. Οι ελίτ ταξιαρχίες που εκπαιδεύθηκαν από τη Δύση έχουν καταστραφεί και δεν υπάρχουν πλέον εφεδρείες για να ριχτούν στη μάχη. Επιπλέον, η ροή όπλων και πυρομαχικών από τη Δύση έχει επιβραδυνθεί, καθώς τα αμερικανικά και ευρωπαϊκά αποθέματα εξαντλούνται (π.χ. βλήματα πυροβολικού των 155 χιλιοστών).  Η έλλειψη επιδεινώνεται από τις νεοπαγείς αναστολές σχετικά με την αποστολή στην Ουκρανία προηγμένων όπλων, τα οποία έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά ευάλωτα στη ρωσική δύναμη πυρός. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα τεθωρακισμένα: τα γερμανικά Leopard, τα βρετανικά Challengers, τα γαλλικά άρματα AMX-10-RC καθώς και τα οχήματα μάχης (CFV) όπως τα αμερικανικά Bradley και Strykers. Οι γραφικές εικόνες των καμένων κουφαριών που γεμίζουν την ουκρανική στέπα δεν αποτελούν διαφήμιση ούτε για τη δυτική στρατιωτική τεχνολογία ούτε για τις πωλήσεις στο εξωτερικό. Εξ ου και η αργοπορία των παραδόσεων στο Κίεβο των υπεσχημένων Abrams και F-16 για να μην υποστούν την ίδια μοίρα.

Η ψευδαίσθηση της τελικής επιτυχίας στο πεδίο της μάχης (με την προβλεπόμενη φθορά της θέλησης και της ικανότητας της Ρωσίας) βασίζεται σε μια λανθασμένη ιδέα για το πώς μετριέται η νίκη και η ήττα. Οι Αμερικανοί ηγέτες, στρατιωτικοί αλλά και πολιτικοί, είναι κολλημένοι σε ένα μοντέλο που δίνει έμφαση στον έλεγχο του εδάφους. Η ρωσική στρατιωτική σκέψη είναι διαφορετική. Δίνει έμφαση στην καταστροφή των δυνάμεων του εχθρού, με όποια στρατηγική ταιριάζει στις επικρατούσες συνθήκες. Στη συνέχεια, έχοντας την κυριαρχία στο πεδίο της μάχης, μπορούν να ασκήσουν τη θέλησή τους. Η επιθετική τακτική των Ουκρανών συνεπάγεται τη ρίψη των πόρων τους στη μάχη σε αδιάκοπες εκστρατείες για την εκδίωξη των Ρώσων από το Ντονμπάς και την Κριμαία. Ανίκανοι να επιτύχουν οποιαδήποτε υπέρβαση, αυτο-προσκαλέστηκαν σε έναν πόλεμο φθοράς προς μεγάλη τους ζημία. Τον διαδέχτηκε φέτος το καλοκαίρι η ολομέτωπη τελευταία κρούση που αποδείχθηκε αυτοκτονική.  Έπαιξαν έτσι στα χέρια των Ρώσων.  Ως εκ τούτου, ενώ η προσοχή είναι στραμμένη στο ποιος καταλαμβάνει το ένα ή το άλλο χωριό στο μέτωπο της Ζαπορίζια ή γύρω από το Μπάχμουτ, η πραγματική ιστορία είναι ότι η Ρωσία διαλύει κομμάτι-κομμάτι τον ανασυγκροτημένο ουκρανικό στρατό.

Σε ιστορική προοπτική, υπάρχουν δύο διδακτικές αναλογίες. Κατά το τελευταίο έτος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η γερμανική ανώτατη διοίκηση ξεκίνησε μια τολμηρή εκστρατεία (Επιχείρηση Μιχαήλ) στο Δυτικό Μέτωπο τον Μάρτιο του 1918, χρησιμοποιώντας μια σειρά από καινοτόμες τακτικές (με διμοιρίες καταδρομέων, stormtroopers, εξοπλισμένους με φλογοβόλα) για να ανοίξει τρύπες στις γραμμές των συμμάχων. Μετά τα αρχικά κέρδη που τους έφεραν πέρα από τον Μάρνη, συνοδευόμενα από πολύ βαριές απώλειες, η επίθεση εξασθένησε και επέτρεψε στους συμμάχους να αντικαταστήσουν τις σοβαρά αποδεκατισμένες δυνάμεις τους – οδηγώντας στην τελική κατάρρευση τον Νοέμβριο. Ακόμη πιο σχετική είναι η μάχη του Κουρσκ τον Ιούλιο του 1943, όπου οι Ναζί έκαναν μια μαζική προσπάθεια να ανακτήσουν την πρωτοβουλία των κινήσεων μετά την καταστροφή στο Στάλινγκραντ.  Και πάλι, μετά από κάποια αξιοσημείωτη επιτυχία στη διάρρηξη δύο σοβιετικών αμυντικών γραμμών εξαντλήθηκαν πριν φτάσουν στον στόχο τους. Αυτή η μάχη άνοιξε τον μακρύ, αιματηρό δρόμο προς το Βερολίνο. Η Ουκρανία, σήμερα, έχει υποστεί τεράστιες απώλειες ακόμη μεγαλύτερου (αναλογικά) μεγέθους, χωρίς να επιτύχει κανένα σημαντικό εδαφικό κέρδος, αδυνατώντας να φτάσει ακόμη και στο πρώτο στρώμα της γραμμής Σουροβίκιν. Αυτό θα ανοίξει το δρόμο προς τον Δνείπερο και πέρα από αυτόν για τον ρωσικό στρατό των 600.000 ανδρών, εξοπλισμένο με όπλα ισάξια με αυτά που δώσαμε στην Ουκρανία. Ως εκ τούτου, η Μόσχα είναι έτοιμη να εκμεταλλευτεί το αποφασιστικό της πλεονέκτημα σε σημείο που να μπορεί να υπαγορεύσει όρους στο Κίεβο, την Ουάσιγκτον, τις Βρυξέλλες κ.λπ.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν έχει εκπονήσει κανένα σχέδιο για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ούτε και οι υπάκουες σε αυτήν ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Το διαζύγιό τους από την πραγματικότητα θα κάνει αυτή την κατάσταση πραγμάτων ακόμη πιο εντυπωσιακή – και ενοχλητική. Στερημένοι από ιδέες, θα παραπαίουν. Το πώς θα αντιδράσουν είναι απροσδιόριστο. Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ένα πράγμα: η συλλογική Δύση, και ιδιαίτερα οι ΗΠΑ, θα έχουν υποστεί μια σοβαρή ήττα. Η αντιμετώπιση αυτής της αλήθειας θα γίνει το κύριο μέλημα. Ακολουθεί ένα μενού επιλογών για τον χειρισμό της.

Να επαναπροσδιοριστεί η ήττα, η νίκη, η αποτυχία, η επιτυχία, η απώλεια και το κέρδος

Υπάρχει ένα νέο αφήγημα που είναι σεναριακά σχεδιασμένο για να τονίσει αυτά τα σημεία συζήτησης:

  • Είναι η Ρωσία που έχασε τον αγώνα επειδή η ηρωική Ουκρανία και η αταλάντευτη Δύση την εμπόδισαν να κατακτήσει, να καταλάβει και να επανεντάξει όλη τη χώρα.
  • Αντίθετα, η Σουηδία και η Φινλανδία έχουν προσχωρήσει επισήμως στο αμερικανικό στρατόπεδο με την είσοδό τους στο ΝΑΤΟ. Αυτό περιπλέκει τα στρατηγικά σχέδια της Μόσχας αναγκάζοντας τη διασπορά των δυνάμεών της σε ένα ευρύτερο μέτωπο.
  • Η Ρωσία έχει απομονωθεί πολιτικά στην παγκόσμια σκηνή (ΜΒ: αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η Βόρεια Αμερική, η ΕΕ/ΝΑΤΟϊκή ΕΥΡΩΠΗ, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Αυστραλία & η Νέα Ζηλανδία έχουν υποστηρίξει τον ουκρανικό αγώνα. Ούτε μία άλλη χώρα δεν έχει συμφωνήσει να εφαρμόσει οικονομικές κυρώσεις- ο “κόσμος” δεν περιλαμβάνει την Κίνα, την Ινδία, τη Βραζιλία, την Αργεντινή, την Τουρκία, το Ιράν, την Αίγυπτο, το Μεξικό, τη Σαουδική Αραβία, τη Νότια Αφρική κ.ά.).
  • Οι δυτικές δημοκρατίες έχουν επιδείξει πρωτοφανή αλληλεγγύη, απαντώντας ενωμένες σαν μια γροθιά στη ρωσική απειλή.

Αυτή η αφήγηση έχει ήδη αναδειχθεί σε ομιλίες των Blinken, Sullivan. Austin και Nuland. Το ακροατήριό της είναι το αμερικανικό κοινό, όμως κανείς εκτός της συλλογικής Δύσης δεν την πιστεύει—και αυτό συμβαίνει ανεξάρτητα από το αν η Ουάσινγκτον έχει αντιληφθεί το συγκεκριμένο γεγονός της διπλωματικής ζωής ή όχι.

Να υποβαθμίσετε αναδρομικά τους στόχους και τα διακυβεύματά σας

  • Μην κάνετε καμία περαιτέρω αναφορά στην αλλαγή καθεστώτος στη Μόσχα, στην ανατροπή του Πούτιν, στην κατάρρευση της ρωσικής οικονομίας, στη διάσπαση της σινορωσικής εταιρικής σχέσης ή στη θανάσιμη αποδυνάμωσή της.
  • Μιλήστε για τη διαφύλαξη της ακεραιότητας του ουκρανικού κράτους αρνούμενοι ότι το Ντονμπάς και η Κριμαία έχουν αποκοπεί οριστικά από τη “μητέρα πατρίδα”. Τονίστε ότι οι φίλοι σας στο Κίεβο εξακολουθούν να είναι οι τιτλοφόροι, νόμιμοι ηγέτες της Ουκρανίας.
  • Επιδιώξτε μια μόνιμη κατάπαυση του πυρός που θα παγώσει τις δύο πλευρές στις υπάρχουσες θέσεις, δηλαδή μια de facto διαίρεση α-λα Κορέα. Το δυτικό τμήμα τότε θα γινόταν δεκτό στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ και θα επανεξοπλιζόταν. Αγνοήστε την άβολη αλήθεια ότι η Ρωσία δεν θα δεχόταν ποτέ μια κατάπαυση του πυρός με αυτούς τους όρους.
  • Να διατηρήσετε τις οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αλλά να κάνετε τα στραβά μάτια όταν οι άποροι Ευρωπαίοι εταίροι κάνουν συμφωνίες κάτω από το τραπέζι για ρωσικό πετρέλαιο και υγροποιημένο φυσικό αέριο (κυρίως μέσω μεσαζόντων όπως η Ινδία, η Τουρκία και το Καζακστάν), όπως κάνουν άλλωστε καθ’ όλη τη διάρκεια της σύγκρουσης.
  • Να στρέψετε τα φώτα της δημοσιότητας στην Κίνα ως τη θανάσιμη απειλή για την Αμερική και τη Δύση, ενώ θα υποτιμάτε τη Ρωσία ως το απλό βοηθό της.
  • Να αναδείξετε συμβολικές χειρονομίες όπως τα πλήγματα με τελευταίας τεχνολογίας υπερηχητικούς και υπερ-υπερηχητικούς πυραύλους κρουζ που μεταφέρθηκαν από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τη Γαλλία και μπορούν να προκαλέσουν ζημιές σε εξέχοντες στόχους στην ίδια τη Ρωσία και την Κριμαία (με την καθοριστική τεχνική υποστήριξη από το αμερικανικό και άλλο προσωπικό του ΝΑΤΟ). ΜΒ: η πράξη αυτή θυμίζει φανατικούς οπαδούς μιας ποδοσφαιρικής ομάδας που μόλις έχασε από έναν μισητό αντίπαλο, οι οποίοι τρυπούν τα λάστιχα του λεωφορείου που ήταν προγραμματισμένο να μεταφέρει τη νικήτρια ομάδα στο αεροδρόμιο.
  • Να κάνετε τα αδύνατα δυνατά για να εμποδίσετε την Άννα Νετρέμπκο – πολίτη της Αυστρίας – να τραγουδήσει σε μεγάλες πρωτεύουσες. Απειλήστε με βαριές κυρώσεις τις αίθουσες συναυλιών που παραβιάζουν το μποϊκοτάζ – π.χ. την Staatsoper στο Βερολίνο (να απαγορεύσετε την επίσκεψη στην Disneyland του Γενικού Διευθυντή Herr Matthias Schulz και των απογόνων του μέχρι την τέταρτη γενιά;)

Καλλιεργήστε την αμνησία

Οι Αμερικανοί έχουν γίνει μάστορες στην τέχνη της διαχείρισης της μνήμης.

Σκεφτείτε το τραγικό σοκ του Βιετνάμ.  Η χώρα κατέβαλε συστηματική προσπάθεια να ξεχάσει – να ξεχάσει τα πάντα για το Βιετνάμ. Όπως είναι κατανοητό, [το Βιετνάμ] ήταν απαίσιο – από κάθε άποψη. Τα σχολικά βιβλία της αμερικανικής ιστορίας αφιέρωσαν στο Βιετνάμ ελάχιστο χώρο- οι δάσκαλοι το υποβάθμισαν- η τηλεόραση σύντομα το αγνόησε ως ρετρό. Επιδιώξαμε να κλείσουμε το θέμα – το πετύχαμε.

Κατά μία έννοια, η πιο αξιοσημείωτη κληρονομιά από την εμπειρία μετά το Βιετνάμ είναι η τελειοποίηση των μεθόδων για το ρετουσάρισμα της ιστορίας.  Το Βιετνάμ ήταν μια προθέρμανση για την αντιμετώπιση των πολλών δυσάρεστων επεισοδίων της εποχής μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Αυτό το διεξοδικό, ολοκληρωτικό ξέπλυμα έκανε εύπεπτη την προεδρική ψευδολογία, τη διαρκή εξαπάτηση, την αποβλακωτική ανικανότητα, τα συστηματικά βασανιστήρια, τη λογοκρισία, τον τεμαχισμό της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων και τη διαστρέβλωση του εθνικού δημόσιου λόγου – όπως αυτός εκφυλίστηκε σε ένα μείγμα προπαγάνδας και χυδαίας σκουπιδολογίας. Ο “πόλεμος κατά της τρομοκρατίας” σε όλες τις αποτρόπαιες πτυχές του.

Η καλλιεργούμενη αμνησία είναι μια τέχνη που διευκολύνεται σημαντικά από δύο ευρύτερες τάσεις στην αμερικανική κουλτούρα: τη λατρεία της άγνοιας, σύμφωνα με την οποία ένα μυαλό χωρίς γνώση εκτιμάται ως η απόλυτη ελευθερία, και μια δημόσια ηθική, σύμφωνα με την οποία οι ανώτατοι αξιωματούχοι του έθνους έχουν την άδεια να μεταχειρίζονται την αλήθεια όπως ο αγγειοπλάστης τον πηλό, αρκεί να λένε και να κάνουν πράγματα που μας κάνουν να αισθανόμαστε καλά. Έτσι, η ισχυρότερη συλλογική μας ανάμνηση από τους πολέμους που επέλεξε η Αμερική είναι η επιθυμία – και η άνεση – να τους ξεχάσουμε. “Η παράσταση πρέπει να συνεχιστεί” λαμβάνεται ως επιταγή μας. Έτσι θα είναι και όταν θα κοιτάμε πίσω μέσω του καθρέφτη [καθώς θα φεύγουμε] μια κατεστραμμένη Ουκρανία.

Η καλλιέργεια της αμνησίας ως μεθόδου για την αντιμετώπιση επώδυνων εθνικών εμπειριών έχει σοβαρά μειονεκτήματα. Πρώτον, περιορίζει σημαντικά την ευκαιρία να αντλήσουμε τα διδάγματα που προσφέρουν. Στον απόηχο του ατελέσφορου πολέμου της Κορέας, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες υπέστησαν 49.000 νεκρούς στη μάχη, το μάντρα στην Ουάσιγκτον ήταν: ποτέ ξανά πόλεμος στην ηπειρωτική Ασία. Ωστόσο, λιγότερο από μια δεκαετία αργότερα βρισκόμασταν βυθισμένοι μέχρι το γόνατο στους ορυζώνες του Βιετνάμ, όπου χάσαμε 59.000 ανθρώπους. Μετά το τραγικό φιάσκο στο Ιράκ, η Ουάσινγκτον ήταν ωστόσο παθιασμένη με την κατοχή του Αφγανιστάν σε μια 20ετή επιχείρηση για την κατασκευή μιας παρόμοιας δυτικόστροφης δημοκρατίας μέσα από την κάννη ενός όπλου. Αυτά τα αποτυχημένα σχέδια δεν μας αποθάρρυναν από το να επέμβουμε στη Συρία, όπου αποτύχαμε για άλλη μια φορά να μετατρέψουμε μια δύστροπη, ξένη κοινωνία σε κάτι που να μας αρέσει – παρόλο που προχωρήσαμε σε τέτοιες ακρότητες όπως μια σιωπηρή συνεργασία με την τοπική θυγατρική της Αλ Κάιντα. Όπως απέδειξε η Καμπούλ, από την κατάληξη της Σαϊγκόν δεν πήραμε καν το μάθημα για το πώς να οργανώνουμε μια ομαλή εκκένωση.

Το λιγότερο που θα περίμενε κανείς είναι ότι ένας λογικός άνθρωπος θα είχε αποχωρήσει με οξεία επίγνωση του πόσο κρίσιμη είναι η κατανόηση της κουλτούρας, της κοινωνικής οργάνωσης, των ηθών και των φιλοσοφικών αντιλήψεων της χώρας που είχαμε δεσμευτεί να ανασυστήσουμε. Παρόλα αυτά, προφανώς δεν έχουμε αφομοιώσει αυτή τη στοιχειώδη αλήθεια. Δείτε την αβυσσαλέα άγνοιά μας για όλα τα ρωσικά πράγματα που μας οδήγησε σε μια μοιραία λανθασμένη εκτίμηση κάθε πτυχής της υπόθεσης της Ουκρανίας.

Στη συνέχεια: Κίνα

Η Ουκρανία, με τη σειρά της, δεν ψυχραίνει τη σφοδρή επιθυμία για αντιπαράθεση με την Κίνα. Ένα παράτολμο, και σε καμία περίπτωση επιτακτικό, εγχείρημα που έχει κατοχυρωθεί ως το κεντρικό σημείο της επίσημης στρατηγικής μας για την εθνική ασφάλεια. Ανώτεροι αξιωματούχοι της Ουάσινγκτον προβλέπουν ανοιχτά το αναπόφευκτο ενός ολοκληρωτικού πολέμου πριν από το τέλος της δεκαετίας – παρά τα πυρηνικά όπλα. Επιπλέον, η Ταϊβάν τοποθετείται στον ίδιο ρόλο με αυτόν που παίζει η Ουκρανία στο αμερικανικό σχέδιο των πραγμάτων. Έτσι, έχοντας προκαλέσει μια πολυδιάστατη σύγκρουση με τη Ρωσία, η οποία απέτυχε σε όλους τους τομείς, δεσμευόμαστε εσπευσμένα να ακολουθήσουμε σχεδόν την ίδια ακριβώς στρατηγική για να τα βάλουμε με έναν ακόμη πιο τρομερό εχθρό. Αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αυτό που οι Γάλλοι αποκαλούν ‘fuite en avant’ – μια απόδραση προς τα εμπρός. Με άλλα λόγια: Άντε, πάμε! Είμαστε πανέτοιμοι γι’ αυτό.

Η πορεία προς τον πόλεμο με την Κίνα αψηφά κάθε συμβατική σοφία. Στο κάτω-κάτω, η Κίνα δεν αποτελεί στρατιωτική απειλή για την ασφάλεια ή τα βασικά μας συμφέροντα. Η Κίνα δεν έχει ιστορία οικοδόμησης αυτοκρατοριών ή κατακτήσεων. Η Κίνα έχει αποτελέσει πηγή μεγάλου οικονομικού οφέλους μέσω πυκνών ανταλλαγών που εξυπηρετούν τόσο εμάς όσο και αυτούς. Επομένως, ποια είναι η αιτιολόγηση της ευρέως διαδεδομένης εκτίμησης ότι η διασταύρωση των σπαθιών είναι αναπόφευκτη;  Τα λογικά έθνη δεν δεσμεύονται σε έναν πιθανώς κατακλυσμιαίο πόλεμο επειδή η Κίνα, ο χαρακτηρισμένος ως υπ’ αριθμόν ένα εχθρός, κατασκευάζει σταθμούς προειδοποίησης ραντάρ σε αμμώδεις Ατόλες στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Επειδή πουλάει ηλεκτρικά οχήματα φθηνότερα από ό,τι εμείς. Επειδή η πρόοδός της στην ανάπτυξη ημιαγωγών μπορεί να ξεπεράσει τη δική μας. Επειδή μεταχειρίζεται με ορισμένο τρόπο μια εθνοτική μειονότητα στη δυτική Κίνα. Επειδή ακολουθεί το παράδειγμά μας στη χρηματοδότηση ΜΚΟ που προωθούν μια θετική άποψη για τη χώρα τους. Επειδή επιδίδεται σε βιομηχανική κατασκοπεία, όπως ακριβώς κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και όλοι οι άλλοι. Επειδή αφήνει αερόστατα πάνω από τη Βόρεια Αμερική (τα οποία δηλώθηκαν ως καλοήθη από τον στρατηγό Milley την περασμένη εβδομάδα).

Κανένας από αυτούς δεν είναι επιτακτικός λόγος για να ασκηθεί σκληρή πίεση υπέρ μιας σύγκρουσης. Η αλήθεια είναι πολύ πιο απλή – και πολύ πιο ανησυχητική. Έχουμε εμμονή με την Κίνα επειδή αυτή υπάρχει. Όπως και το Κ2, το οποίο από μόνο του είναι μια πρόκληση γιατί πρέπει να αποδείξουμε την ικανότητά μας (στους άλλους, αλλά κυρίως στους εαυτούς μας), ότι μπορούμε να τo κατακτήσουμε[i]. Αυτό είναι το πραγματικό νόημα μιας εκλαμβανόμενης υπαρξιακής απειλής.

Η μετατόπιση του κέντρου βάρους από τη Ρωσία (Ευρώπη) στην Κίνα (Ασία) δεν είναι τόσο ένας μηχανισμός αντιμετώπισης της ήττας όσο η παθολογική αντίδραση μιας χώρας που, καθώς την τρώει η αίσθηση μιας φθίνουσας ισχύος, δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο από το να δοκιμάσει μια τελευταία απόπειρα για να αποδείξει στον εαυτό της ότι εξακολουθεί να έχει το σωστό χάρισμα – αφού το να ζει χωρίς αυτή την εξυψωμένη αίσθηση του εαυτού της είναι ανυπόφορο. Αυτό που θεωρείται ετερόδοξο, και θαρραλέο, στην Ουάσινγκτον αυτές τις μέρες είναι να υποστηρίζεται ότι πρέπει να κλείσουμε την υπόθεση της Ουκρανίας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ώστε να μπορέσουμε να περιμαζέψουμε τα ζωνάρια μας για την πραγματικά ιστορική αναμέτρηση με το Πεκίνο. Η ανατριχιαστική αλήθεια ότι κανείς σημαίνων στο κατεστημένο της εξωτερικής πολιτικής της χώρας δεν έχει καταγγείλει αυτή την επικίνδυνη στροφή προς τον πόλεμο υποστηρίζει την πρόταση ότι τα βαθιά συναισθήματα και όχι η λογική σκέψη μας ωθούν προς μια αποφευκτή, δυνητικά καταστροφική, σύγκρουση.

Μια κοινωνία που εκπροσωπείται από μια ολόκληρη πολιτική τάξη η οποία δεν συμπεριφέρεται νηφάλια απέναντι σε αυτή την προοπτική, δικαίως μπορεί να κριθεί ότι παρέχει πρώτης τάξεως αποδείξεις ότι είναι συλλογικά ανισόρροπη.

Δεύτερον, η αμνησία μπορεί να εξυπηρετήσει τον σκοπό να απαλλάξει τις πολιτικές μας ελίτ, και τον αμερικανικό λαό στο σύνολό του, από την έντονη δυσφορία της αναγνώρισης των λαθών και της ήττας. Ωστόσο, αυτή η επιτυχία δεν συνοδεύεται από μια ανάλογη διαδικασία διαγραφής της μνήμης σε άλλα μέρη. Ήμασταν τυχεροί, στην περίπτωση του Βιετνάμ, που η κυρίαρχη θέση των Ηνωμένων Πολιτειών στον κόσμο εκτός του σοβιετικού μπλοκ και της ΛΔΚ μας επέτρεψε να διατηρήσουμε τον σεβασμό, το κύρος και την επιρροή. Τα πράγματα όμως έχουν πλέον αλλάξει. Η σχετική δύναμή μας σε όλους τους τομείς είναι ασθενέστερη, υπάρχουν ισχυρές φυγόκεντρες δυνάμεις σε όλο τον πλανήτη που παράγουν μια διασπορά ισχύος, βούλησης και προοπτικής μεταξύ άλλων κρατών. Το φαινόμενο των BRICs είναι η συγκεκριμένη ενσάρκωση αυτής της πραγματικότητας.   Ως εκ τούτου, τα προνόμια των Ηνωμένων Πολιτειών στενεύουν, η ικανότητά μας να διαμορφώνουμε το παγκόσμιο σύστημα σύμφωνα με τις ιδέες και τα συμφέροντά μας δέχεται αυξανόμενη αμφισβήτηση και πριμοδοτείται η άσκηση διπλωματίας τέτοιας κλίμακας που φαίνεται να υπερβαίνει τις σημερινές μας ικανότητες.

Διατελούμε εν πλήρη συγχύσει.

[i] Το Κ2 είναι η δεύτερη ψηλότερη κορυφή στον κόσμο της οποίας η κατάκτηση κατά τη χειμερινή περίοδο είχε γίνει εμμονή για πολλές δεκαετίες και συνέβη για πρώτη φορά το 2021.

Πηγή: Neutrality studies

Μετάφραση – σχολιασμός: Κωστής Μηλολιδάκης

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *