Άρθρα

Για τον γάμο ομοφύλων, την οικογένεια και την τεκνοθεσία

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

1.

Οι ομοφυλόφιλοι είναι επί αιώνες αντικείμενο καταπίεσης, λοιδορίας, ενοχοποίησης, βασανισμού, στέρησης της αξιοπρέπειας. Έχουν γίνει σημαντικά βήματα στην αναστροφή αυτής της κατάστασης αλλά είμαστε ακόμα μακριά από το να αντιμετωπίζεται μέσα στις κοινωνίες ο διαφορετικός σεξουαλικός προσανατολισμός  ως μια φυσική κατάσταση στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα που υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει. Η ευθύνη για αυτή τη βίαιη καταπάτηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, κατά τους τελευταίους τουλάχιστον αιώνες, βαρύνει την ιδεολογία της άρχουσας τάξης, τη θρησκεία και την αντίληψη της “αγίας οικογένειας”. Η ιδεολογία άλλωστε που πλειοψηφικά διαμορφώνεται στην κοινωνία, είναι η ιδεολογία της άρχουσας τάξης. Αυτή η ιδεολογία, ειδικά όπως εκφράζεται από τη θρησκοληψία, τον συντηρητισμό, το ρατσισμό, την πατριαρχία, είναι ο κατεξοχήν ένοχος για την καταπάτηση των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων. Όσο και αν επιχειρεί σήμερα η άρχουσα τάξη και η ιδεολογία της να ξεπλύνει από πάνω της το στίγμα του θεμελιωτή των διακρίσεων με βάση τη φυλή, το φύλο και το σεξουαλικό προσανατολισμό, η ιστορία έχει καταγράψει αμετάκλητα ότι ήταν η κυρίαρχη ιδεολογία που δημιούργησε τους όρους για την καταπίεση, τη βαναυσότητα, την πατριαρχία, το σεξισμό, τα βασανιστήρια. Ακόμα και σήμερα, η Εκκλησία, που θεωρείται κατά τα άλλα πυλώνας του έθνους και συνομιλητής του κράτους, ζητά να θεωρείται ψυχιατρική διαταραχή η ομοφυλοφιλία και ο διαφορετικός σεξουαλικός προσανατολισμός.

2.

Ομόφυλα και ετερόφυλα ζευγάρια πρέπει να έχουν τα ίδια πολιτικά, κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα. Διακρίσεις που σήμερα υπάρχουν στη βάση του σεξουαλικού ή άλλου προσδιορισμού, δεν μπορούν να γίνονται αποδεκτές. Τα ομόφυλα ζευγάρια πρέπει να έχουν ακριβώς τα ίδια δικαιώματα με τα ετερόφυλα ζευγάρια σε ότι αφορά τον γάμο, την οικογένεια, την τεκνοθεσία, (αλλά και ευρύτερα) την εργασία, την εκπαίδευση, την κοινωνική και οικονομική ζωή. Από αυτή την άποψη το νομοσχέδιο Μητσοτάκη επιχειρεί να άρει κάποιες διακρίσεις και είναι θετικό βήμα. Πρέπει να γίνουν όμως πολύ περισσότερα βήματα στην κατεύθυνση της κοινωνικής και όχι μόνο νομικής αποδοχής της διαφορετικότητας, κυρίως στις πιο νέες ηλικίες, στα σχολεία, στους χώρους δουλειάς. Να διαμορφωθεί βήμα βήμα μια νέα ιστορικά διαμορφωμένη ανθρώπινη φύση που δεν θα αντιμετωπίζει κατά πλειοψηφία τον διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό με λοιδορία, οίκτο ή βία, αλλά ως κάτι που αντικειμενικά υπάρχει και θα πρέπει να γίνεται αποδεκτός.

3.

Σήμερα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων των ομόφυλων ζευγαριών, είναι ο δυτικός καπιταλισμός και συγκεκριμένοι πολιτικοί του εκφραστές, με πρώτους από όλους τους Δημοκρατικούς των ΗΠΑ. Στην Ελλάδα πρωταγωνιστεί στο συγκεκριμένο ζήτημα η ΝΔ (παρά τις εσωτερικές της έριδες) και προσωπικά ο Μητσοτάκης. Η σκοπιά από την οποία επιβάλλουν και προωθούν τη συγκεκριμένη ατζέντα αφορά την ανάδειξη του “ατομικού” δικαιώματος στον αυτοπροσδιορισμό, ως το ύπατο, ανώτερο όλων των άλλων, κοινωνικών ή συλλογικών δικαιωμάτων. Αυτό προφανώς δεν οδηγεί στην άρνηση, την αμφισβήτηση ή τον σκεπτικισμό απέναντι σε ένα βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, όπως αυτό του σεξουαλικού προσδιορισμού. Πρέπει όμως να αρνηθούμε τις σκοπιμότητες της συγκεκριμένης ατζέντας και κυρίως να αντιπαρατεθούμε στη διάλυση κάθε κοινωνικού – συλλογικού δικαιώματος που γίνεται στο όνομα της αναγνώρισης των αποκλειστικά ατομικών δικαιωμάτων.

4.

Αν ο κομμουνισμός επιχείρησε να αντιπαρατεθεί με την ιδεολογία και την κοσμοαντίληψη της “αγίας οικογένειας” προς την κατεύθυνση της κοινωνικής ευθύνης και της συλλογικής υποχρέωσης του κράτους και της πολιτείας απέναντι στα παιδιά, ο καπιταλισμός σήμερα επιχειρεί να αναιρέσει τη δομή και την επικρατούσα αντίληψη της οικογένειας προς την κατεύθυνση της ατομικότητας. Σαράντα χρόνια πριν, η Θάτσερ διατύπωνε ότι “δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνο τα άτομα και οι οικογένειές τους”. Σήμερα, ο καπιταλισμός διατρανώνει ότι δεν υπάρχουν καν οι οικογένειες, υπάρχουν μόνο τα άτομα, τα οποία έχουν δικαίωμα στην ατομική τους επιτυχία. Ακόμα και η απόκτηση παιδιών αντιμετωπίζεται ως “ατομικό δικαίωμα” και όχι ως ευθύνη και λογοδοσία. Οι κομμουνιστές, αλλά και το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος, η ΕΣΣΔ, κατηγορήθηκαν ότι θέλησαν να διασπάσουν την παραδοσιακή πυρηνική οικογένεια, αναλαμβάνοντας την κοινωνική και συλλογική ευθύνη των παιδιών. Έτσι οικοδομήθηκαν οι δομές πρόνοιας (βρεφονηπιακοί σταθμοί, δημόσια υποχρεωτική εκπαίδευση, κοινωνικοί λειτουργοί κλπ), δομές οι οποίες επιχείρησαν να “σπάσουν” το μονοπώλιο και την αντίληψη ιδιοκτησίας των γονιών έναντι των παιδιών. Σήμερα, ο καπιταλισμός πλήττει την παραδοσιακή οικογένεια, αλλά προς την εντελώς αντίθετη κατεύθυνση: Προς το μεμονωμένο άτομο και το “δικαίωμα” και όχι προς την κοινωνία και την “κοινότητα”.

5.

Αυτή η γενική τάση, τόσο του σύγχρονου καπιταλισμού, όσο και των πολιτικών του εκφραστών, είναι που γεννά και το “παράδοξο” να πρωτοστατεί η Δεξιά στην κατοχύρωση των “ατομικών δικαιωμάτων”, ερχόμενη σε αντίθεση μάλιστα με την Εκκλησία, την παράδοση και τον ίδιο της τον εαυτό. Δεν έχει τίποτα το περίεργο η κίνηση Μητσοτάκη, ούτε φυσικά οφείλεται σε ατομικές στοχεύσεις (μεταπήδηση σε ευρωπαϊκό ή νατοϊκό πόστο), όπως υποστηρίζει η αντιπολίτευση. Η συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία, είναι στον πυρήνα της σύγχρονης κυρίαρχης, δεσπόζουσας ιδεολογίας. Σήμερα συναντιέται, έστω και συγκυριακά, με τον αγώνα για την εξάλειψη των διακρίσεων και από αυτή την άποψη, πρέπει να υποστηριχτεί. Δεν ξεχνάμε ωστόσο ότι η υιοθέτηση του συνόλου της ατομικοποιημένης κουλτούρας είναι δομικό στοιχείο της σύγχρονης καπιταλιστικής ιδεολογίας, ακριβώς επειδή η εκδικητική παλινόρθωση του καπιταλισμού κατά τον 21ο αιώνα πρέπει να θάψει τα κομμουνιστικά προτάγματα των κοινωνικών, συλλογικών και ταξικών διεκδικήσεων του 20ου αιώνα. Ο 21ος αιώνας αποδεικνύει ότι ο συντομότερος δρόμος αναίρεσης των συλλογικών δικαιωμάτων είναι η υποβίβασή τους σε ατομικά.

6.

Δίπλα στη γενική τάση της εξατομίκευσης και της οικοδόμησης του ατομικού ανθρώπου κόντρα στον συλλογικό άνθρωπο του κομμουνιστικού υποδείγματος, υπάρχει και η διάλυση των εννοιών. Ο σύγχρονος καπιταλισμός ευνοεί έναν απόλυτο και ξεχαρβαλωμένο σχετικισμό που αμφισβητεί την αντικειμενική πραγματικότητα, ρευστοποιεί τη γνώση, σχετικοποιεί τα πάντα. Η πραγματικότητα προσλαμβάνεται και ερμηνεύεται από έναν υποκειμενισμό δίχως όρια. Κοινωνικοί και φυσικοί νόμοι παύουν να υπάρχουν, ή σχετικοποιούνται σε τέτοιο βαθμό που δεν ερμηνεύουν τίποτα αναφορικά με την ανισότητα, τον πλούτο, τη φτώχεια, την αδικία, την ανεργία, την επιτυχία ή την αποτυχία, τις κοινωνικές σχέσεις. Όλα έχουν να κάνουν με το άτομο και την υποκειμενική πρόσληψη της πραγματικότητας και του εαυτού του. Στο όνομα της ατομικής – υποκειμενικής πρόσληψης της πραγματικότητας, κερδίζει έδαφος η θεωρία ότι το φύλο είναι αποκλειστικά κοινωνική κατασκευή, προτίμηση ή απόφαση, χωρίς κανένα βιολογικό καθορισμό. Τα ανδρικά και γυναικεία αναπαραγωγικά όργανα δεν έχουν σημασία μπροστά στο “πώς νιώθει” ο καθένας και στο πώς προσλαμβάνει, με τον πιο σχετικό τρόπο τον εαυτό του και την πραγματικότητα. Όχι, ο καπιταλισμός δεν πονά ξαφνικά για την διεμφυλική, άφυλη ή ασεξουαλική κοινότητα, την ίδια κοινότητα για την οποία μερικές δεκαετίες πριν, επέτρεπε το λιντσάρισμά της. Ευνοεί ωστόσο μια διαλυτική, σχετικιστική προσέγγιση της πραγματικότητας, της επιστήμης, της κοινωνίας και της οικονομίας, άρα, γιατί όχι,  και της σεξουαλικότητας.

7.

Αν η τεκνοθεσία είναι δυνατότητα των ετερόφυλων ζευγαριών, πρέπει να είναι και δυνατότητα των ομόφυλων ζευγαριών. Το κρίσιμο ωστόσο είναι ότι πρόκειται για “δυνατότητα” και όχι για “δικαίωμα”. Οι ενήλικες δεν έχουν δικαιώματα πάνω στο παιδί, αλλά δυνατότητα. Δυνατότητα να το υιοθετήσουν, αλλά ακόμα και να το γεννήσουν, να το αναθρέψουν, να το μεγαλώσουν. Η δυνατότητα πρέπει να δίνεται και να ελέγχεται από τη συλλογική φροντίδα της κοινωνίας, και υπό σπάνιους αλλά υπαρκτούς όρους, να είναι ανακλητή. Αυτό δεν σημαίνει ότι το “κακό” κράτος θα μπουκάρει στα σπίτια να ελέγχει αν οι γονείς έχουν παραμελήσει ή κακοποιήσει τα παιδιά τους. Σημαίνει όμως ότι οι κοινωνικές υπηρεσίες, οι δομές πρόνοιας και φροντίδας, ο κοινωνικός παρεμβατισμός στο οικογενειακό άβατο, πρέπει επιτέλους να ανασυγκροτηθεί. Σήμερα το κράτος πρόνοιας ολοένα και διαλύεται, προς όφελος της “ατομικής ευθύνης”. Τις μέρες που όλη η κοινωνία συζητά τον γάμο και την τεκνοθεσία των ομόφυλων ζυγαριών, ένας άντρας με τον κολλητό του δολοφονούσε τη σύντροφό του, ένας άλλος άντρας έστελνε διασωληνωμένο στην εντατική το 4χρονο παιδί της συντρόφου του και ένας πατέρας σκότωνε τον κουνιάδο του γιατί βίαζε επί χρόνια την ανήλικη κόρη του. Όλα αυτά σημαίνουν ότι το σύγχρονο καπιταλιστικό κράτος γενικά, και η Ελλάδα ειδικότερα, είναι στο σημείο μηδέν σε ό,τι αφορά κοινωνικές δομές προστασίας της γυναίκας και των παιδιών, ΜΕΣΑ στην οικογένεια. Και παρεμπιπτόντως: αν οι εργαζόμενοι στις δομές κοινωνικής και οικογενειακής φροντίδας και παιδικής προστασίας ήταν περισσότεροι από τους αστυνομικούς, είναι σίγουρο ότι θα είχαμε λιγότερα εγκλήματα.

8.

Ο εγωιστής άνθρωπος του εικοστού πρώτου αιώνα πρέπει να μάθει ότι όλα είναι “δικαίωμά του”. Μπορεί να στερείται βασικών εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, αλλά το δικαίωμα στην αυτοπραγμάτωσή του μέσω των απογόνων του, είναι ιερό. Ο ναρκισσισμός της ατομικής ολοκλήρωσης και της επιτυχίας μέσα από την απόκτηση παιδιών, τη διασφάλιση της καλύτερης δυνατής εκπαίδευσής τους, της οικονομικής τους διευκόλυνσης και διάνοιξης με κάθε θυσία επαγγελματικών και επιχειρηματικών δρόμων για τη δική τους ατομική επιτυχία, ανήκει στο στενό πυρήνα της σύγχρονης καπιταλιστικής ιδεολογίας. Αντιμετωπιζόμενη η απόκτηση βιολογικών ή μη βιολογικών τέκνων ως δικαίωμα, και όχι ως δυνατότητα και υποχρέωση έναντι των παιδιών, ανοίγει ο δρόμος για την εμπορευματοποίηση της ανθρώπινης αναπαραγωγής. Αφού η τεκνοθεσία είναι “δικαίωμα” γιατί να μη θεσπιστεί ως “δικαίωμα” και η αναπαραγωγή με δανεικούς γαμέτες μέσω παρένθετης μητέρας; Ή ακόμα και η «παραγγελία» παιδιού με γενετικό υλικό του ζεύγους, ομόφυλου ή ετερόφυλου. Και από τη στιγμή που θεσπιστεί ως “δικαίωμα”, είναι σαφές ότι θα φύγει από την αυστηρά αλτρουιστική και αλληλέγγυα κίνηση της φίλης ή της συγγενούς προς το άτεκνο ζευγάρι, και θα μετεξελιχθεί σε προϊόν αγοραπωλησίας (ενοικίασης μήτρας – ολόκληρου ανθρώπου για την ακρίβεια) που θα μπορεί να αγοραστεί από πλούσια ζευγάρια, ετερόφυλα ή ομόφυλα. Ο καπιταλισμός μετατρέπει με αδηφάγο μανία κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα σε πεδίο κερδοφορίας για το κεφάλαιο. Το έχει κάνει στην υγεία, στην παιδεία, στην πρόνοια, στη ζωή και στο θάνατο. Γιατί να μην το κάνει και στην αναπαραγωγή;

9.

Η τεκνοθεσία πρέπει να ενισχυθεί, με στόχο την ολική αποϊδρυματοποίηση, ενάντια σε κάθε εγωιστικό ναρκισσισμό ετερόφυλων ή ομόφυλων ζευγαριών που επιζητούν βιολογικό τους τέκνο, αγοράζοντας την παρένθετη μητρότητα, επιβεβαιώνοντας από την ανάποδη μεριά τις συντηρητικές θεωρίες των δεσμών αίματος, όπου ένας γονέας μπορεί να είναι γονέας μόνο αν το παιδί φέρει το γενετικό του υλικό. Η εμπορευματοποίηση της γέννησης ενός παιδιού πρέπει να είναι το απόλυτο όριο, όχι μόνο για την Αριστερά, αλλά για κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Στο μέλλον, με τον ίδιο κατηγορηματικά αρνητικό τρόπο πρέπει να απαντιέται το ερώτημα της κλωνοποίησης ανθρώπινων εμβρύων, ή της τεχνητής αναπαραγωγής, που κάτω από τον μανδύα της υποβοήθησης ανθρώπων σε ομόφυλη ή ετερόφυλη σχέση, που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να τεκνοποιήσουν, θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην εμπορευματοποίηση της γέννησης ανθρώπων. Άλλωστε η μέχρι σήμερα εμπειρία της παρένθετης μητρότητας στη μητρόπολη του καπιταλισμού, στις ΗΠΑ, είναι γεμάτη από παραδείγματα όπου λευκά πλούσια ζευγάρια (ομόφυλα ή ετερόφυλα), αγοράζουν πλουσιοπάροχα το δικαίωμα να αποκτήσουν παιδιά που φέρουν το δικό τους γενετικό υλικό, έχοντας νωρίτερα υπάρξει ως έμβρυα σε ενοικιαζόμενο άνθρωπο. Η άρνηση Μητσοτάκη στην παρένθετη μητρότητα είναι συγκυριακή και όχι επί της αρχής. Αυτό σημαίνει ότι η παρένθετη μητρότητα έναντι οικονομικού αντιτίμου, παραμένει για τη ΝΔ (αλλά προφανώς και για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ) στην μελλοντική ημερήσια διάταξη. Στον αντίποδα της τεχνητής αναπαραγωγής και της άκοπης και ανώδυνης παραγγελίας παιδιών με οικονομικό αντίτιμο, πρέπει να μπει η προστασία της μητρότητας, η συνολική βελτίωση της ποιότητας ζωής και της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης κάθε οικογένειας. Ζούμε όμως σε μια κοινωνία όπου η κοινωνική πολιτική και το κράτος πρόνοιας θεωρούνται αναχρονισμός και σοβιετικό μοντέλο, ενώ η εργασιακή και οικονομική ζούγκλα που απολύει γυναίκες επειδή τόλμησαν να μείνουν έγκυες αποτελεί καθημερινότητα.

10.

Συνοπτικά:

  • Να αρθεί κάθε διάκριση σε βάρος των ομόφυλων ζευγαριών σε ότι αφορά τον γάμο.
  • Είτε πρόκειται για ομόφυλα, είτε για ετερόφυλα ζευγάρια, πρέπει να θεσπιστούν απολύτως αυστηρά, υπό δημόσιο έλεγχο, αλλά όχι γραφειοκρατικά, και πάντως ενιαία κριτήρια για την τεκνοθεσία.
  • Να απαγορευτεί η εμπορευματοποίηση της ανθρώπινης αναπαραγωγής, η αγορά εμβρύου, η ενοικίαση μήτρας και όλου του ανθρώπινου σώματος κοκ.
  • Η καπιταλιστική τάση της εξατομίκευσης και της διάλυσης κάθε κοινότητας, ακόμα και της οικογενειακής, δεν είναι προοδευτική.
  • Να αμφισβητήσουμε την οικογένεια και το ιδιωτικό οικογενειακό άβατο από τη σκοπιά της κοινωνικής και συλλογικής ευθύνης για τα παιδιά και τις γυναίκες.
  • Να υπερασπιστούμε την επιστήμη και τις κατακτήσεις της συλλογικού ανθρώπινου νου, διαχωρίζοντας την αμφισβήτηση και την αναζήτηση από τον κατεδαφιστικό σχετικισμό και υποκειμενισμό.
  • Να υποστηριχθεί η κοινωνική πολιτική, το κράτος πρόνοιας, οι δομές αλληλεγγύης, η κρατική παρεμβατικότητα. Είναι η απόλυτη προϋπόθεση ώστε να μπορούν να προστατευτούν τα παιδιά και οι γυναίκες.

Τι συνδέει τον πατέρα Αντώνιο με τον Μίχο, τον Λιγνάδη και την Πισπιρίγκου;

Τους συνδέουν η καπιταλιστική ιδεολογία και το νεοφιλελεύθερο κράτος. 

Η σύνδεση φαίνεται παράτολμη αλλά είναι καθόλα υπαρκτή.

Η καπιταλιστική ιδεολογία συμπυκνώνεται στην ιδεολογία της δύναμης: Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίσοι. Οι ισχυροί επιβιώνουν. Όσοι δεν προσαρμόζονται πεθαίνουν. Ο άνεργος φταίει για την ανεργία του – ας δομήσει ένα καλύτερο βιογραφικό. Ο φτωχός φταίει για τη φτώχεια του – δεν εκμεταλλεύεται τις ευκαιρίες που δίνει η ελεύθερη αγορά. 

Όλα τα παραπάνω δεν τα έχουν εκστομίσει θαυμαστές της ναζιστικής ευγονικής. Τα έχουν υποστηρίξει στελέχη της κυβερνώσας παράταξης με πρώτον και καλύτερο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Δεν είπαν φυσικά τίποτα το πρωτότυπο. Αναπαράγουν την καπιταλιστική ιδεολογία, σύμφωνα με την οποία, ο σοσιαλισμός, που κατά την περιορισμένη αντίληψή τους συνιστά “κοινωνικό εξισωτισμό”, είναι ασύμβατος με την ανθρώπινη φύση. 

Όλοι θα μπορούσαν να γίνουν πλούσιοι αν ήταν ικανοί, αυτή είναι η κυρίαρχη πολιτική. Σε αυτήν την πολιτική, έχει αντικατασταθεί η λέξη δικαιώματα με τη λέξη ευκαιρίες. Το δικαίωμα μυρίζει σοσιαλισμό, κράτος πρόνοιας, λαϊκούς αγώνες. Ενώ την ευκαιρία μπορεί να την έχουν όλοι. Φυσικά θα την εκμεταλλευτούν μόνο οι άριστοι και οι ικανοί. Σχεδόν αποκλειστικά αυτοί είναι οι γόνοι της άρχουσας τάξης, αλλά αυτό θα είναι τυχαίο. Ο φτωχός, ο άνεργος, ο αποκλεισμένος, όποιος “εξαρτάται από τον μισθό του”, είναι ο αδύναμος. Φταίει ο ίδιος. Δεν πρέπει να ενοχοποιεί τον πλούτο και την επιχειρηματικότητα. Σε αυτή την κοινωνία ζούμε: ο δυνατός θα εκμεταλλεύεται τον αδύνατο, και αυτό είναι “φυσικός νόμος”. Αυτό μας λέει ο καπιταλισμός.   

Η πιο ελαφριά καταγγελία για τον πατέρα Αντώνιο ήταν ότι είχε μετατρέψει τους νεαρούς της Κιβωτού του Κόσμου σε προσωπικούς του υπηρέτες (να του βγάζουν και να του βάζουν τα …παπούτσια και τις κάλτσες). Ο ίδιος πίστευε βαθιά ότι αξίζει να τον υπηρετούν, ενώ τα παιδιά που περιμάζεψε στον οργανισμό του, δεν αξίζουν παραπάνω από το να είναι δούλοι. 

Από τον Μίχο και τον Λιγνάδη, μέχρι την Πισπιρίγκου και τον πατέρα Αντώνιο, η ιδεολογία που οπλίζει τις κακοποιητικές τους συμπεριφορές είναι η ιδεολογία του homo homini lupus, του ανθρώπου – λύκου για τον συνάνθρωπο, που επειδή είναι σε ισχυρή θέση απέναντι στον έφηβο, στο κορίτσι, στο βρέφος, στο παιδί το ξένο ή ακόμα και το δικό του, θα ασκήσει την εξουσία του. Αυτή είναι η ιδεολογία της κακοποιητικής συμπεριφοράς, και αυτή η ιδεολογία έχει πρόσημο. Είναι το πρόσημο του καπιταλισμού στην πιο ακραία του εκδοχή. 

Το νεοφιλελεύθερο κράτος συμπυκνώνεται στη συρρίκνωση του δημόσιου και στην υποκατάσταση της κρατικής ευθύνης από την ιδιωτική πρωτοβουλία. Το κοινωνικό κράτος κοστίζει. Ας καταργηθεί λοιπόν. Θα αναλάβουν το έργο της κοινωνικής πρόνοιας και της φιλανθρωπίας ο πατέρας Αντώνιος, ο Μίχος, η Εκκλησία, οι ΜΚΟ, οι εφοπλιστές και τα κατοικίδιά τους που τα ταΐζουν μπόλικη τηλεοπτική δόξα και λίγο χρήμα.

Αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη έδειχνε για την προστασία των παιδιών και τις κρατικές δομές της, το ένα δέκατο της έγνοιας που έδειξε για την Πανεπιστημιακή Αστυνομία και τον χυδαίο εργαλειακό ηθικό πανικό που έστησε με την “ανομία στα ΑΕΙ”, ίσως κάποια παιδιά σήμερα δεν θα είχαν πέσει θύμα κακοποίησης ή και βιασμού. 

Αλλά ένα κράτος και μια κυβέρνηση που φορτώνει το δημόσιο με Μπαλούρδους, αντί για ψυχολόγους, εκπαιδευτικούς, κοινωνικούς λειτουργούς, δεν μπορεί να κάνει τίποτα άλλο από το να εκχωρήσει την ευθύνη για την παιδική προστασία σε κάθε Χαμόγελο του Παιδιού και Κιβωτό του Κόσμου. 

Όχι μόνο επειδή έτσι θα οικονομήσει κάποια εκατομμύρια ευρώ που θα γίνουν δωράκια και αναθέσεις στους κολλητούς. 

Αλλά κυρίως επειδή έτσι θα εκθειάζει την ιδιωτική κοινωνία, την κοινωνία των ατόμων – πολιτών που υποκαθιστούν τη συλλογική βούληση και δράση της πολιτείας. Και μέσω αυτής, θα αναδεικνύει το θατσερικό μότο ότι “δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνο άτομα”.

Το κράτος αποσύρθηκε από την παιδική πρόνοια. Και αντί οι ιθύνοντες (σημερινοί και χθεσινοί) να σκύψουν το κεφάλι από ντροπή, επαίρονται για το αν έθεσαν πλαίσιο ελέγχου στις δομές που υποκατέστησαν το κράτος. Το πρόβλημα δεν είναι να ελεγχθούν οι δομές. Το πρόβλημα είναι ότι αυτές οι δομές υπάρχουν.

Μην ψάχνουμε άλλο σύννεφο να πέσουμε. Το να μεγαλώνουν οι παπάδες και η Εκκλησία ανήλικους είναι ήδη σκάνδαλο. Από μόνο του. Δεν χρειάζεται να αποδειχθεί ούτε κακοποίηση, ούτε ξυλοδαρμοί, ούτε εκβιασμοί, ούτε θωπείες και βιασμούς. Αυτά αφορούν τις ποινικές προεκτάσεις του σκανδάλου. Αλλά το σκάνδαλο είναι ήδη υπαρκτό, πριν τις καταγγελίες. 

Ουδείς μπορεί να γνωρίζει αν κάποια από τα παιδιά της Πισπιρίγκου θα ζούσε αν υπήρχε κοινωνική πρόνοια. Μόνο που μια τέτοια κοινωνική πρόνοια, που θα προλάμβανε εγκλήματα, θα επενέβαινε στην οικογένεια, θα απέτρεπε κακοποιήσεις, γυναοκοκτονίες και παιδοκτονίες, απαιτεί κονδύλια, προσωπικό, τεχνογνωσία και υποστήριξη δέκα φορές καλύτερη και όχι χίλιες φορές χειρότερη από τα κονδύλια, το προσωπικό, την τεχνογνωσία και την υποστήριξη που έχουν οι παιδοβούβαλοι με το εθνόσημο στο κράνος και το γκλομπ προέκταση του χεριού τους. 

Σίγουρα όμως, αν υπήρχε κοινωνική πρόνοια, δεν θα ξεφύτρωναν ΜΚΟ και δομές σαν μανιτάρια, που με το αζημίωτο για τους εμπνευστές τους, υποκαθιστούν το κράτος και τις θεμελιώδεις υποχρεώσεις του. 

Τη σημερινή παγκόσμια ημέρα κατά της παιδικής κακοποίησης, την Ελλάδα τη συνταράζει ένα ακόμα σκάνδαλο παιδικής κακοποίησης. Αντί να κάνουμε ευχές και να δηλώνουμε τον αποτροπιασμό και την έκπληξή μας, ας ασχοληθούμε με εκείνη την ιδεολογία, εκείνη την πολιτική και εκείνη την κοινωνική οργάνωση, που ρίχνει λίπασμα στην παιδική κακοποίηση.

Εσύ είσαι το Κεφάλαιο

Έγινες ατομικό ΚΕΠ. Κανονικό γραφείο εξυπηρέτησης του εαυτού σου, ένας ζωντανός server παροχής υπηρεσιών για ανάγκες και επιθυμίες.

Εσύ πρέπει να διαλέξεις πάροχο ενέργειας, εσύ θα επιλέξεις έναν οικογενειακό γιατρό, εσύ πρέπει να κάνεις την αίτηση για επίδομα καυσίμων, ρεύματος, θέρμανσης, ενοικίου, παιδιών και ελαιόδεντρων.

Εσύ πρέπει να κάνεις self/rapid test, να φοράς μάσκα και εσύ είσαι που πρέπει να εμβολιαστείς.

Και πρόσεξε, εσύ πρέπει να μάθεις να ελέγχεις τις κιλοβατώρες και να κάνεις οικονομία, εσύ πρέπει να ελέγχεις σε πιο πρατήριο είναι φθηνότερη η βενζίνη.

Προθεσμίες, έγγραφα, ανακοινώσεις, πρέπει να τα παρακολουθείς και να τα αναζητάς, διαρκώς και με προσοχή, αλλιώς δεν υπάρχεις πουθενά.

Για όλα αυτά( και για τα βιοπολιτικά σου δεδομένα όπως δίπλωμα οδήγησης, φάκελος υγείας, ταυτότητα κτλ.) το κράτος σε παραπέμπει στην πύλη της ατομικής σου εξυπηρέτησης (gov-gr).

Εννοείται ότι πρέπει να εργάζεσαι κιόλας, γιατί φυσικά πρέπει να καταναλώνεις, να πληρώνεις δόσεις και χρέη.

Όμως εσύ υποτίθεται ότι θα ορίζεις τον μισθό σου και το εισόδημα σου, face to face με τον πελάτη και τον εργοδότη σου.

Μήπως το κράτος είσαι εσύ τελικά ; Ή απλά σου φέρνει τον κόσμο στην οθόνη σου- σε πλατφόρμες και λογισμικά – για να  εξατομικεύει την ευθύνη της συμμόρφωσης με τα πράγματα και τους νόμους ;

Έγινες επιχείρηση. Μια προσωποπαγής εταιρεία. Ή μάλλον μια υβριδική ανώνυμη εταιρεία προσωπικής ευθύνης που απαιτεί νοητική λογιστική και συνεχή διανοητικά ισοζύγια χρόνου και χρήματος.

Αυτό που έγινες, στο έκανε ο νεοφιλελευθερισμός. Γιατί αυτός είναι ο στόχος του.

Να συμμορφωθείς για το καλό σου με το σιδερένιο χέρι του κράτους ώστε να γίνεις ανταγωνιστικός στην αγορά του αόρατου χεριού.

Δηλαδή να τα κάνεις όλα σωστά, να έχεις επιδόσεις και αποδόσεις.

Εσύ είσαι το Κεφάλαιο. Άλλοι όμως σε αυγατίζουν…

Πηγή: iporta.gr

Ο καπιταλισμός, ο κομμουνισμός και η Πισπιρίγκου: πολιτικές και ιδεολογικές προεκτάσεις ενός εγκλήματος

Το ανακάτεμα που νιώθει κανείς παρακολουθώντας την είδηση, είναι γενικευμένο. Σοκάρει η διάρρηξη της σχέσης μάνας – παιδιού και μάλιστα με αυτόν τον τρόπο, τον βασανιστικό, τον επανειλημμένο, τον πέρα από κάθε φαντασία. Σοκάρει και ο τρόπος που η είδηση γίνεται θέαμα, εκμετάλλευση, μοχλός συντηρητικής αναδίπλωσης, πεδίο δικαίωσης της αυτοδικίας, καταδίκης των εκτρώσεων, επαναφοράς των δογμάτων του κοινωνικού αγριανθρωπισμού για τη θανατική ποινή. 

Όμως, περισσότερο από τη συνοδή νοσηρότητα, είναι το έγκλημα αυτό καθαυτό που έχει σημαντικές προεκτάσεις, οι οποίες μένουν -ως συνήθως- έξω από τη δημόσια συζήτηση. Το πολιτικό και ιδεολογικό ερώτημα που δεν τίθεται, μοιάζει πρωτοφανές, αλλά είναι απλό. 

Τίνος είναι τα παιδιά στη σύγχρονη κοινωνία; 

Είναι ιδιοκτησία της μάνας και του πατέρα; Είναι αποκλειστική ευθύνη και αρμοδιότητα της οικογένειας; Πού και πόσο εμπλέκεται στην κοινωνικοποίηση των παιδιών το κράτος, ως έκφραση της οργανωμένης κοινωνίας; Πού και πότε σταματά η αίσθηση ιδιοκτησίας των γονιών για τα παιδιά τους; Πού και πότε σταματά η πεποίθηση ότι η γυναίκα ανήκει στον άνδρα, και το παιδί ανήκει στους γονείς;

Θα πει ο καλόπιστος αναγνώστης ότι αυτή η αίσθηση ιδιοκτησίας δεν σε κάνει δολοφόνο. Είναι αγάπη και όχι μίσος, είναι προσφορά και όχι αρπαγή. 

Πρόκειται για τη μισή αλήθεια. 

Η άλλη μισή είναι ότι η οικογένεια, όπως υπάρχει στον καπιταλισμό, παράγει αναπόφευκτα τις συνθήκες που κάνουν το ενδοοικογενειακό έγκλημα όλο και πιο συχνό, όλο και πιο σοκαριστικό, όλο και πιο απεχθές. Οι αλλεπάλληλες γυναικοκτονίες, είναι μια μικρή ένδειξη επ’ αυτού.

Ο καπιταλισμός δημιουργεί την αίσθηση της ιδιοκτησίας στις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά ακόμα περισσότερο διαμορφώνει τον homo homini lupus, τον άνθρωπο-για-τον-εαυτό-του, το εγωιστικό άτομο που θα αναλώσει το Άλλο, τον δυνατό που θα τσακίσει τον αδύνατο, το σύντροφο ή ακόμα και το παιδί του, για να ικανοποιήσει την ατομική του ανάγκη. Οι υλικές συνθήκες σπρώχνουν στη διαμόρφωση μιας τέτοιας απεχθούς και απάνθρωπης ανθρώπινης φύσης.

Περιμένουμε στα αλήθεια ότι αυτή θα εκφράζεται αποκλειστικά και μόνο στο εργασιακό ή στο επαγγελματικό περιβάλλον; Ότι το χτύπημα στον αδύνατο θα εξαντλείται στον επαγγελματικό ανταγωνισμό ή στον κυνισμό της καριέρας; 

Ο αγριανθρωπισμός που διαμορφώνεται από την οικονομική και κοινωνική συνθήκη του καπιταλισμού, η ιδιοτέλεια που παράγεται από τον κανόνα “ο θάνατός σου – η ζωή μου”, θα μένει στο κατώφλι του σπιτιού; Δεν θα μπαίνει μέσα;

Αυτές οι συνθήκες παράγουν την περίκλειστη οικογενειακή ιδιωτικότητα, την αδιαφορία του κοινωνικού περίγυρου, την αναδίπλωση στον ατομικό ή οικογενειακό χώρο (θαλπωρή ή και φυλακή ταυτόχρονα), το τσάκισμα της κοινωνικότητας, τη διάλυση δομών φροντίδας και πρόνοιας. 

Φταίει λοιπόν ο καπιταλισμός για την Πισπιρίγκου; Θα ήταν απλοϊκή μια τέτοια προσέγγιση. Ένα έγκλημα δεν έχει μόνο κοινωνικές ορίζουσες, και ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι το έγκλημα θα εκλείψει υπό τη μία ή την άλλη κοινωνική συνθήκη.  

Όμως, από την Καρολάιν μέχρι την Τοπαλούδη, και από την Γαρυφαλλιά μέχρι τη μικρή Τζωρτζίνα, είναι βολικό να χρεώνουμε το έγκλημα στους σατανικούς δολοφόνους, στα αρρωστημένα τους πάθη, στην εγκληματική τους ψυχή, αποσείοντας την ευθύνη από τις πρακτικές και τις ιδεολογίες που οργανώνουν την κοινωνία. 

Δεν φταίει ο τρόπος οργάνωσης και η κυρίαρχη ιδεολογία στην κοινωνία, που στο απώτατο, διαστροφικό και πλέον τρομακτικό όριό της, έχει εγκλήματα σαν κι αυτό που συνταράζει σήμερα την κοινωνία;

Φταίει απλώς η “εξαίρεση” από τον “κανόνα”, που είναι ότι ο άντρας φροντίζει τη γυναίκα του και η μάνα το παιδί της;

Η αλήθεια βέβαια είναι, ότι αν πρόκειται απλώς για εξαίρεση από τον κανόνα, και όχι για αρρωστημένη έκφραση της κοινωνικής συνθήκης που έτσι κι αλλιώς υπάρχει, τότε όλοι εμείς οι υπόλοιποι, μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι.

Μια κοινωνία που επιτρέπει οι ανθρώπινες σχέσεις να είναι σχέσεις ιδιοκτησίας, και αναπαράγει τον ατομισμό, τον εγωκεντρισμό, την αυτοαναφορικότητα, την αδιαφορία για το σύνολο και για τους άλλους, είναι μια κοινωνία που θα γεννά αντικειμενικά το ενδοοικογενειακό έγκλημα. 

Αυτό δεν σημαίνει ότι μόνο στον καπιταλισμό οι μανάδες δολοφονούν τα παιδιά τους και οι άντρες τις γυναίκες τους. Η Μήδεια έρχεται από την αρχαιότητα, και ο Οθέλλος μετρά τέσσερις αιώνες ζωής. 

Σημαίνει όμως, ότι η καπιταλιστική υλική συνθήκη δημιουργεί το ευνοϊκό έδαφος για οικογενειακές ή συντροφικές σχέσεις ιδιοκτησίας, για εκμεταλλευτικά και κακοποιητικά ενδοοικογενειακά φαινόμενα. Το απώτερο και φρικτότερο όριο αυτής της γραμμής, είναι το έγκλημα της Πάτρας.

Η οικογένεια που ιδιωτεύει πίσω από τις κλειστές πόρτες του σπιτιού, οι σχέσεις ιδιοκτησίας που αναπτύσσονται, η εκμετάλλευση και η κακοποίηση, η βία και ο εκβιασμός, η χρήση του συντρόφου και του παιδιού ως προέκταση της επιθυμίας και της φιλοδοξίας, υπήρξαν και να εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά ο σύγχρονος καπιταλισμός δημιουργεί το πιο εύφορο έδαφος. 

Και ακόμα περισσότερο, στο σύγχρονο καπιταλισμό είναι που το νεοφιλελελεύθερο κράτος διαλύει υπηρεσίες και δομές μέριμνας και αλληλεγγύης, το αδιάφορο σχολείο περιορίζεται στην κίβδηλη “αριστεία” και στις περιοριστικές “δεξιότητες”, η ατομική ευθύνη αντικαθιστά την κοινωνική ευθύνη, η ιδιωτεία αντικαθιστά την κοινωνικότητα. 

Αυτά είναι συμπτώματα ενός τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας. 

Αυτός ο τρόπος, αναπόφευκτα λιπαίνει το έδαφος για ένα έγκλημα σαν και αυτό που (φέρεται να) διέπραξε η Πισπιρίγκου. 

Πολύ περισσότερο όταν στην εποχή του θατσερικού καπιταλισμού, η κοινωνικοποίηση του παιδιού έχει σταματήσει να είναι μια κρίσιμη κοινωνική λειτουργία, και έχει υποβιβαστεί στην απόλυτη ιδιωτική σφαίρα και στον παραμορφωτικό φακό των κοινωνικών δικτύων και της ψηφιακής ζωής. Ο γονιός που περιστρέφεται ασφυκτικά γύρω από το παιδί, το παιδί που υπάρχει για να δικαιώσει τον γονιό, το παιδί που κρατά ζωντανή τη νεκρή σχέση ανάμεσα στους γονείς, οι γονείς που πνίγουν το παιδί για να ικανοποιήσουν τις δικές τους επιθυμίες. Σε αυτή την περίκλειστη οικογενειακή σχέση, η κοινωνία, οι δομές της και οι φροντίδες της, απουσιάζουν. 

Εκατό χρόνια πριν, ο κομμουνισμός επιχειρούσε να στήσει μια άλλη αντίληψη για το παιδί και για το πού ανήκει η κοινωνικοποίηση και η ανεξαρτητοποίησή του: Όχι στη μάνα ή στον πατέρα, αλλά στο κοινωνικό σύνολο. Όχι υπό την ευθύνη της ιδιωτικής οικογένειας που παίρνει μόνη της τις αποφάσεις της (γιατί όπως θυμόμαστε “υπάρχουν μόνο τα άτομα και οι οικογένειές τους”), αλλά υπό την ευθύνη της κοινωνίας και των θεσμών της. 

Εκατό χρόνια πριν, η ανατροφή του παιδιού ήταν κοινωνική λειτουργία, η κοινωνική συμμετοχή ήταν καθοριστική στο μεγάλωμά του, η ανεξαρτητοποίησή του επιδιώκονταν από πολύ νωρίς, από την προσχολική κιόλας ηλικία. 

Εκατό χρόνια πριν, έγινε προσπάθεια η γυναίκα να μην εξαντλείται στο ρόλο της μάνας – Παναγίας, η σύντροφος να μην είναι του αντρός της και το παιδί να μην είναι ιδιοκτησία κανενός. 

Οι απολογητές του καπιταλισμού φρίττουν με το γεγονός ότι ο κομμουνισμός ταυτίστηκε με την απόπειρα να στηθεί ένα κοινωνικό σύστημα όπου ο δάσκαλος, ο ψυχολόγος, ο λειτουργός, ο παιδαγωγός και το κοινωνικό περιβάλλον, θα παίζουν μεγαλύτερο ρόλο στην αγωγή, στη διαπαιδαγώγηση και στην κοινωνικοποίηση του παιδιού, από τον γονιό. 

Ας φρίττουν. 

Το παιδί δεν είναι προέκταση του γονέα, δεν είναι ιδιοκτησία του, δεν είναι αντικατοπτρισμός των επιδιώξεων και των φιλοδοξιών του πατέρα, δεν είναι όργανο πίεσης και μοχλός εκβιασμού της μητέρας. 

Ας καταραστούμε λοιπόν όσο θέλουμε τους εγκληματίες και τα εγκλήματά τους, αλλά ας αναλογιστούμε το ιδεολογικό υπόστρωμα που τους επιτρέπει.

Να μην χαρίσουμε στην ακροδεξιά την ιδέα της ελευθερίας

Όποιος θυμάται την τελική περίοδο της προεδρίας Τραμπ και ιδιαίτερα την προεκλογική καμπάνια που οδήγησε στην ήττα του, θα παρατήρησε με πόση επιμονή ο ίδιος και το περιβάλλον των υποστηρικτών του δήλωναν ότι αποτελούν τους θεματοφύλακες της ατομικής ελευθερίας.

Freedom, η ελευθερία είναι ένα mantra για την αμερικάνικη ιστορία και κατά τη διάρκεια της μακράς σύγκρουσής της με τον κομμουνισμό, η λέξη ελευθερία χρησιμοποιήθηκε για να ταυτοποιήσει όλα αυτά που δεν ήταν κομμουνισμός. Πρώτα και κύρια, ελευθερία της αγοράς, το αντίθετο του κομμουνιστικού διευθυντισμού. Η έννοια της ελευθερίας ως υπέρτατη αξία και βασική αρχή της πολιτισμένης ύπαρξης και της ίδιας της γαλλικής επανάστασης, μεταμορφώθηκε -ήδη- κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα σε μια έννοια περί ελευθερίας ως συστατικού στοιχείου μιας συγκεκριμένης οικονομικής τάξης πραγμάτων και ενός συγκεκριμένου θεσμικού καθεστώτος. Έτσι μετατράπηκε από μια αξία που έδινε μια ταυτότητα σε μια τάξη, την αστική τάξη, σε μια αξία που έδωσε μια ταυτότητα στο κεφάλαιο, ενώ την ίδια ώρα οι κατώτερες τάξεις ύψωναν το λάβαρο που έγραφε “αλληλεγγύη”.

Αυτό που συμβαίνει όμως σήμερα είναι εντελώς διαφορετικό γιατί η ιδέα της ελευθερίας που προωθείται από την ακροδεξιά -και νομίζουμε ότι μπορούμε να εντάξουμε τον Τραμπ στο χώρο της ακροδεξιάς- πρέπει να μπορέσει να μετατατραπεί σ’ ένα αναγνωρίσιμο σύμβολο από εκείνο το “πλήθος” χωρίς ταξικά συμφραζόμενα, το οποίο και αποτελεί το προϊόν της αποσάθρωσης της μεσαίας τάξης [middle class] και τον κατακερματισμό της εργατικής τάξης [working class].

Επομένως, αυτή δεν πρέπει να αντιπροσωπεύει άμεσα ένα συνώνυμο μιας συγκεκριμένης κοινωνικής, οικονομικής και θεσμικής κατάστασης πραγμάτων, αλλά τη βιολογική ουσία μιας ανθρωπότητας που αναζητεί την καθαρόαιμη ευημερία. Έτσι, η ελευθερία μετατρέπεται απλά σε δικαίωμα του μεμονωμένου ατόμου να κάνει ότι θέλει, όχι μόνο έξω από κάθε θεσμικό κανόνα, αρχή και τάξη πραγμάτων, αλλά και έξω από κάθε έγνοια για την ύπαρξη του άλλου. Ελευθερία σημαίνει ότι το άτομο έχει το δικαίωμα να κάνει ότι θέλει, χωρίς ν’ ανησυχεί αν η πράξη του θα ωφελήσει ή θα βλάψει τους άλλους. Άλλωστε, ο άλλος υπάρχει μονάχα ως φορέας αυτού του ίδιου δικαιώματος. Η ιδέα της ελευθερίας που υπονοείται στην αντιεμβολιαστική [no vax] στάση και προπαγάνδα είναι αυτού του είδους. Γι’ αυτό θεωρούμε ότι το αντιεμβολιαστικό κίνημα ως τέτοιο είναι -και δεν θα μπορούσε να μην είναι- μια έκφραση της ακροδεξιάς.

(Να μην συγχέουμε το αντιεμβολιαστικό κίνημα με τις διαμαρτυρίες ενάντια στην πράσινη κάρτα εισόδου [green pass]. Πρόκειται για δυο διαφορετικά πράγματα που θα εξετάσουμε ξεχωριστά. Η ανάμιξη τους παρέδωσε την ηγεσία [leadership] των διαδηλώσεων στις πλατείες στην ακροδεξιά. Αυτό φανερώνει την έκταση της σύγχυσης που επικρατεί στα μυαλά πάρα πολλών συντρόφων, παρά πολλών εργατών και καλών ανθρώπων…)

Θεωρούμε ότι το αντιεμβολιαστικό κίνημα έχει συγχυσμένες ιδέες γύρω από τα εμβόλια και τη διαχείριση τους (ούτε εμείς αλλά ούτε και ο ίδιος Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τις έχει ξακάθαρες). Στο εσωτερικό του υπάρχουν άτομα διαφορετικών και αντιτιθέμενων πολιτικών απόψεων, αλλά όλοι τους αποδέχονται, πάνω κάτω συνειδητά, ότι η ορθή ιδέα περί της ελευθερίας είναι αυτή: ο καθένας έχει δικαίωμα να κάνει ότι θέλει και κανένας, ακόμα και αυτός ο μηχανισμός που ονομάζεται Κράτος, δεν έχει το δικαίωμα να τον εμποδίσει.

Επομένως, το αντιεμβολιαστικό κίνημα είναι ουσιαστικά αντικρατικό κίνημα. Η έφοδος στο Καπιτώλιο της Ουάσιγκτον τον Γενάρη του 2021 αποτελεί την πληρέστερη και πλέον εύγλωττη αναπαράσταση του. Έτσι, γίνεται κατανοητός ο λόγος για τον οποίο πολλές αναρχικές τάσεις ωθήθηκαν σε μια όσμωση με το αντιεμβολιαστικό κίνημα.

Η άρνηση του Κράτους σημαίνει την άρνηση της δημόσιας υπηρεσίας, επομένως της εγγενούς παραδοχής πως η διαχείριση της υγείας, του νερού, του σχολείου, των μετακινήσεων, της ασφάλισης κλπ, πρέπει και μπορούν να είναι δημόσια. Τα πάντα πρέπει να παραχωρηθούν στους ιδιώτες. Το αντιεμβολιαστικό κίνημα είναι μια από τις πάμπολλες συνιστώσες του νεοφιλελεύθερου μοντέλου.

Καλά θα κάνουμε να απελευθερωθούμε από τα στερεότυπα που πάντοτε χρησιμοποιήσαμε για τον ορισμό της ακροδεξίας, ιδιαίτερα από τα στερεότυπα του ναζισμού ή του φασισμού. Σήμερα πρέπει να μιλάμε πλέον για ένα “νεοναζισμό χωρίς Χίτλερ”, αφού ο εθνικοσοσιαλισμός της δεκαετίας του 1930, όπως τον γνωρίσαμε πριν και μετά τις θηριωδίες του, δεν ήταν διόλου μια ατομικιστική ιδεολογία. Αντίθετα, βασιζόταν στην ιδέα της Volksgemeinschaft, της κοινότητας του λαού, και συγκεκριμένα του “γερμανικού”.

Σήμερα, ο Τραμπικός ατομικισμός έχει μια παγκόσμια διάσταση, θέλει να στέκεται στο ύψος του Ίντερνετ και από τη στιγμή που το ψηφιακό σύμπαν του διαδικτύου είναι ένα σύμπαν χωρίς θεσμικούς περιορισμούς, χωρίς μια θεσμική αρχή και χωρίς μια κανονιστική εξουσία, προσφέρεται θαυμάσια ως ο χώρος μέσα στον οποίο το φαντασιακό του ατόμου του σύγχρονου “πλήθους” αντικατοπτρίζει τις υλικές συμπεριφορές του. Μέσα στο ψηφιακό σύμπαν του διαδικτύου το άτομο πιστεύει ότι μπορεί να κάνει ότι θέλει, καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να του επιβάλει κανόνες, καμία εξουσία δεν μπορεί να το πειθαρχήσει. Εκείνο είναι (αισθάνεται πως είναι) εντελώς ελεύθερο.

Πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη το γεγονός ότι ο καπιταλισμός των πολυεθνικών, το στάδιο που θεωρούσαμε ως το απώτατο μέσα στην εξέλιξη του, έχει πλέον παλιώσει. Η τάξη που επιβάλουν οι νέοι Λεβιάθαν, οι Google, Facebook, Amazon και λίγοι ακόμα αντίστοιχοι τους, αποτελεί ένα καπιταλιστικό στάδιο με αρκετά διαφορετικά χαρακτηριστικά. Ένα από αυτά τα χαρακτηριστικά είναι ακριβώς ο “εκδημοκρατισμός” της πρόσβασης στην επικοινωνία, η δυνατότητα που παραχωρείται στο άτομο ώστε να επικοινωνεί με τον κόσμο και θεωρητικά να επιχειρεί στην αγορά. Το καπιταλιστικό μοντέλο των πολυεθνικών παραχωρούσε στην εταιρεία την αποκλειστικότητα της πρόσβασης στην αγορά. Την αποκλειστικότητα για τη δυνατότητα υλικής, οικονομικής επιβίωσης του ατόμου, αφού η εταιρεία ήταν η μόνη που παρήγαγε εξαρτημένη εργασία σε αντάλλαγμα του μισθού. Σήμερα, η τάση προς τον ατομικισμό, -με τη μορφή της ψυχολογίας του free lance που αποτελεί τη φιγούρα σύμβολο της εποχής μας και πρέπει να μελετηθεί προσεχτικά- ισχυροποιείται από την πεποίθηση ότι η πρόσβαση στο διαδίκτυο μπορεί να μετατραπεί σε πρόσβαση στην αγορά και επομένως στην επιβίωση, χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου θεσμού, χωρίς τη μεσολάβηση της εξαρτημένης εργασίας και του μισθού.

Η καθοδήγηση της συμπεριφοράς από την πεποίθηση ότι ο καθένας έχει δικαίωμα να κάνει αυτό που θέλει είναι ο πιο ριζικός τρόπος για ν’ απαρνηθείς όλες τις αξίες επάνω στις οποίες οικοδομήθηκε το εργατικό κίνημα, ο σοσιαλισμός, με λίγα λόγια “η αριστερά”. Σημαίνει ν’ απαρνηθείς την αξία της αλληλοβοήθειας, της αλληλεγγύης, της κοινότητας, αξίες πάνω στις οποίες υφάνθηκαν ο κοινωνικός ιστός και η σύγκρουση.

* * *

Τούτων λεχθέντων, μπορούμε να καταπιαστούμε με τα ζητήματα που αφορούν τη δημόσια υγεία, ζητήματα που το αντιεμβολιαστικό κίνημα επιλύει μέσα από την απλούστευση τους: ο καθένας ας κάνει ότι νομίζει, η δημόσια υγεία δεν είναι δικό μου πρόβλημα, εγώ πρέπει να φροντίσω μόνο για τη δική μου υγεία, δεν υπάρχει μια επιστήμη της υγείας, άλλωστε δεν υπάρχει καν η επιστήμη, επομένως δεν μπορεί να υφισταται μια κανονιστική εξουσία βασισμένη σε κάποια υποτιθέμενη μεγαλύτερη γνώση από εκείνη που διαθέτει το ίδιο το άτομο και που ενυπάρχει συνολικά στην επιβεβαίωση της δικής του ατομικής ελευθερίας. Η ιδέα περί της καθαυτής ατομικής ελευθερίας ως γνώσης, και μάλιστα ανώτερης συγκριτικά μ’ εκείνη των θεωρούμενων “τεχνικών” -οι οποίοι εντοπίζονται πάντοτε είτε ως λειτουργοί μιας κρατικής εξουσίας είτε ως λειτουργοί των φαρμακευτικών πολυεθνικών- ισοδυναμεί με την άρνηση των αξιών της τεχνογνωσίας, της επιμόρφωσης, της έρευνας.

Ο εξτρεμισμός της σύγχρονης δεξιάς χαρακτηρίζεται από μια ηλιθιότητα και μια άγνοια που δεν συναντιούνται ούτε στις ωμότερες εκδηλώσεις του χιτλερικού ναζισμού, αφού τότε ο εθνικοσοσιαλισμός ως απόλυτη εξουσία εγγυόταν την επιβίωση της άριας φυλής, επομένως στόχευε στην πλήρη απασχόληση του γερμανικού λαού (αφού πρώτα θα είχε βγάλει από τη μέση τους πολιτικούς αντιπάλους του, τους ανάπηρους, τους ανίατους ασθενείς και τους ψυχικά άρρωστους, τις τρεις κατηγορίες του lebensunwertige Leben). Σήμερα, ο φανατικός υπερασπιστής των ατομικών ελευθεριών του, μην αναγνωρίζοντας το Κράτος ως ρυθμιστή, δεν αναγνωρίζει ούτε το κοινωνικό κράτος [welfare stateκαι επαφίεται εξ’ ολοκλήρου και ασυνείδητα στην αγορά, η οποία δεν παραλείπει να τον στύψει καταδικάζοντας τόν σε μια επισφαλή ύπαρξη φτωχού εργαζόμενου [working poor].

Το αντιεμβολιαστικό κίνημα δεν έχει ιδέα γύρω από την υγεία ή τη δημόσια υγιεινή. Αυτό συμβαίνει γιατί η διάσταση του συλλογικού τού είναι εντελώς ανοίκεια, όπως ανοίκεια τού είναι και η έννοια της δημόσιας υπηρεσίας. Επομένως, δεν γίνεται αντιληπτός ο λόγος για τον οποίο εκείνοι που ανακαλούν εντελώς διαφορετικές αξίες, αξίες γενικά “αριστερές’, πρέπει να συμπαραταχθούν και να ακολουθήσουν αυτό τη συμμορία ανεύθυνων και επικίνδυνων ατόμων.

Αυτή η υπαγμένη συμπεριφορά είναι ακόμα περισσότερο απαράδεκτη και -εν μέρει- ακατανόητη, αφού στη δική μας παράδοση εμπειριών, αγώνων, σκεπτικών και ερευνών, τόσο το πρόβλημα της δημόσιας υγείας όσο και το πρόβλημα των επιδημιών, τέθηκαν επί μακρόν και ξεψαχνίστηκαν. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 κι έπειτα είχε αναπτυχθεί εκείνο το “κίνημα αγώνα για την υγεία”, το οποίο βρήκε τα πρώτα ερεθίσματα του μέσα από το περιοδικό Sapere [Γνώση] που διευθυνόταν από τον Giulio Maccacaro. Εκείνο το κίνημα έδωσε πολιτικές και νομικές μάχες που οδήγησαν στη θέσπιση αποζημίωσης για τους κινδύνους που διατρέχουν οι εργαζόμενοι που εκτίθενται σε συγκεκριμένες τοξικές ουσίες (αμίαντοτετρααιθύλιο μολύβδου, χλώριο βινυλίου, βεταναφθυλαμίνη κλπ), το δικαίωμα στην αποζημίωση και τη δίωξη των υπεύθυνων για τις βλάβες και το θάνατο χιλιάδων ανθρώπων. Ήταν ένα κίνημα που στόχευε στη συγκρότηση υγειονομικών λειτουργών στα εδάφη, για να πολεμηθεί η θρασύτητα των φαρμακευτικών εταιριών και βιομηχανιών που αρνούνται τις ξεκάθαρες ζημιές που προκαλούν οι δραστηριότητες τους και χρηματοδοτούν αφειδώς κατευθυνόμενες έρευνες για να αποδείξουν την ανυπαρξία κινδύνου. Ένα κίνημα που είχε γεννηθεί για να παλέψει ενάντια σε ένα μοντέλο δημόσιας υγείας, βασισμένο αποκλειστικά σε μεγάλα υπερεξιδεικευμένα νοσοκομειακά συγκροτήματα και ιδιωτικές κλινικές, στην υπηρεσία εκείνων που μπορούν να πληρώσουν τις πολυδάπανες θεραπείες.

Αυτός είναι ο πλούτος των εμπειριών και των γνώσεων που μας άφησε για κληρονομιά το κίνημα των κοινωνικών αγώνων της δεκαετίας του 1970. Ένας πλούτος που ανανεώνεται από γενιά σε γενιά. Εμείς δεν έχουμε ανάγκη να καταφύγουμε σε συγχυσμένες θεωρίες συνωμοσίας για να καταγγείλουμε τα πάμπολλα εγκλήματα που διαπράττουν οι φαρμακευτικές εταιρίες. Μας αρκεί η καταφυγή στη μαρξική έννοια του κέρδους.

ΥΓ: Μετά τη φασιστική έφοδο στην έδρα της Γενικής Ιταλικής Συνομοσπονδίας Εργασίας [CGILστη Ρώμη, από διάφορες πλευρές τέθηκε το αίτημα για να βγει εκτός νόμου η Forza Nuova. Είμαστε αντίθετοι. Γιατί; Εδώ και αρκετά χρόνια, το πρόβλημα της αναγέννησης της φασιστικής πίστης στην Ιταλία είναι ένα σοβαρό πρόβλημα. Η αριστερά, οι εφημερίδες, μεγάλο μέρος των διανοούμενων, το δικαστικό σώμα, όχι μόνο αγνόησαν αυτό το πρόβλημα αλλά υπoστήριξαν τη χειρότερη επάνοδο της ακροδεξιάς, όπως στην περίπτωση των βαράθρων [foibe] [1]Βγάζοντας εκτός νόμου τη Forza Nuova νομίζουν ότι θα λύσουν το πρόβλημα ενώ θα συνεχίσουν να το αγνοούν, να παριστάνουν ότι δεν υπάρχει. Όχι. Η Forza Nuova και οι χειρότερες νεοναζιστικές γκρούπες πρέπει να μπορούν να δρουν ελεύθερα, αρκεί η αστυνομία να τις αντιμετωπίζει όπως αντιμετωπίζει και τους απεργούς εργάτες. Τα υπόλοιπα είναι δική μας δουλειά, δική μας ευθύνη να δημιουργήσουμε εκείνες τις συνθήκες όπου θα απομονωθούν και θα ηττηθούν.


[*Βιογραφικό σημείωμα του Σέρτζιο Μπολόνια (από την ελληνική έκδοση της μελέτης του “Ναζισμός και Εργατική Τάξη. Κρίση, Κράτος Πρόνοιας και Αντιφασιστική Βία στη Γερμανία του Μεσοπολέμου” [εκδόσεις antifa scripta. Β’ έκδοση. Αθήνα, 2012].

Ζει στην Ιταλία και είναι γνωστός για την ενεργό συμμετοχή του από τη δεκαετία του 1960 στο ρεύμα των εργατιστών και μετέπειτα, κατά τη δεκαετία του 1970, στην εργατική αυτονομία. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της οργάνωσης “Εργατική Εξουσία” [Potere Operaio] και μαζί με τον Αντόνιο Νέγκρι και τον Φράνκο Πιπέρνο συγκρότησαν την πρώτη γενική γραμματεία της οργάνωσης το 1969. Από την οργάνωση αποχώρησε το 1970. Την περίοδο 1960 και 1970 συμμετείχε σε αρκετά περιοδικά (Quaderni Rossi, Cronache Operaia, Quaderni Piacentini, Linea di Massa) όπου συνεισέφερε με γόνιμες αναλύσεις σχετικά με την καπιταλιστική ανάπτυξη, τις νέες εργατικές φιγούρες, τη μορφή του κράτους μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τους κύκλους αγώνων στην Ιταλία και το νόημα της εργατικής αυτονομίας. Μια τέτοια ανάλυση, και ίσως η πιο γνωστή στα μέρη μας, είναι η “Φυλή των Τυφλοπόντικων”, που δημοσιεύτηκε την άνοιξη του 1977 στην ιστορική επιθεώρηση Primo Maggio, την οποία ίδρυσε ο ίδιος το 1973. Έχει διδάξει στο Πανεπιστήμιο του Τρέντο και ως καθηγητής Ιστορίας του Εργατικού Κινήματος στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα. Πρόσφατα ασχολείται με τις αλλαγές που σημειώνονται με την ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα, τις νέες φιγούρες των διανοητικών εργατών, τους επισφαλείς εργάτες και τα προβλήματα της συλλογικής τους οργάνωσης. Αρθρογραφεί επίσης στην εφημερίδα “Manifesto” .

[1Ως “σφαγές των βαράθρων [foibe]” έχουν καταγραφεί ιστορικά οι πολύνεκρες επιχειρήσεις αντιποίνων που εξάπελυσαν στην τελική φάση και αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου οι Γιουγκοσλάβοι παρτιζάνοι κατά των ιταλικών στρατευμάτων (αλλά και αμάχων) στις περιοχές της Βενετίας – Τζούλια, του Κουαρνάρο και της Δαλματίας.

Πηγή: www.officinaprimomaggio.eu

Αναδημοσίευση από Προλεταριακή Πρωτοβουλία

Η δημόσια υγεία είναι κοινωνικό αγαθό και όχι ατομικό δικαίωμα

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Η βολική και σκόπιμη ανάδειξη της αντίθεσης ορθολογιστών – σκοταδιστών με αφορμή τον εμβολιασμό, δεν μπορεί να κρύψει τις ευθύνες της κυβέρνησης και του συστήματος που υπηρετεί. Για την αρνητική εξέλιξη της πανδημίας, για τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού, για την οριακή κατάσταση του συστήματος υγείας, υπάρχουν ευθύνες με ονοματεπώνυμο. Την ίδια στιγμή, οι προοδευτικοί άνθρωποι, η Αριστερά, και ειδικά το κομμουνιστικό κίνημα, δεν μπορεί να μην αντιπαρατίθεται με τον ατομισμό και την εγωκεντρική ιδεολογία, ειδικά όταν αυτή συμπορεύεται με σκοταδιστικές και συνωμοσιολογικές θεωρίες.

Τα πρόσφατα αντιεμβολιαστικά συλλαλητήρια δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών. Το δικαίωμα στον μη εμβολιασμό δεν αποτελεί γενικώς δημοκρατικό δικαίωμα, όπως δεν αποτελούσε δημοκρατικό δικαίωμα η μη χρήση μάσκας σε κλειστούς χώρους το χειμώνα. Δεν συνιστά προοδευτική τοποθέτηση η άποψη ότι δεν χρειάζονται μέτρα περιορισμού μιας επικίνδυνης πανδημίας, αλλά ότι έπρεπε αυτή να αφεθεί ανενόχλητη να «κάνει τον κύκλο της». Το ότι τα μέτρα περιορισμού έγιναν η αποκλειστική πολιτική της κυβέρνησης και ότι κάποια εξ αυτών δεν είχαν καμία λογική, δεν συνεπάγεται ότι οι πολιτικές περιορισμού του ιού ήταν συλλήβδην αντιδημοκρατική εκτροπή και βιοπολιτικό πείραμα.

Η ιδιωτικοποίηση είναι στρατηγική επιλογή της άρχουσας τάξης. Όχι μόνο επειδή τα κοινωνικά δικαιώματα μετατρέπονται σε μηχανισμό κερδοφορίας για το κεφάλαιο, αλλά και επειδή καταργεί την κοινωνία και τη συλλογικότητα στο όνομα του ατόμου που ιδιωτεύει. Το ιδιωτικό δικαίωμα συγκρούεται με το δημόσιο συμφέρον, η ατομική επιλογή αντιπαρατίθεται με την κοινωνική συνείδηση. Αυτό ισχύει γενικά, ισχύει και στο ζήτημα της δημόσιας υγείας και του εμβολιασμού.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αφού αρνήθηκε να ενισχύσει το σύστημα δημόσιας υγείας, πρόληψης και ελέγχου της πανδημίας, αφού απέτυχε να οργανώσει ένα αποτελεσματικό σχέδιο και σύστημα εμβολιασμού του πληθυσμού, επιδίδεται στην ενοχοποίηση τρίτων και στην αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων. Φορτώνει την ευθύνη για την εξέλιξη της πανδημίας στις ατομικές επιλογές των ανεμβολίαστων. Σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας εκκόλαψε την αμφιβολία και τις αντιεπιστημονικές απόψεις για την αντιμετώπιση του Covid, συχνά με τη βοήθεια της επιτροπής Ειδικών, εμφανίζοντας τις πολιτικές της επιλογές ως αντικειμενικές και επιστημονικές εισηγήσεις.

Αντί να αναλάβει την ευθύνη της να πείσει την κοινωνία, να υλοποιήσει μια εκστρατεία ενημέρωσης και γνώσης, να μιλήσει ψύχραιμα, πειστικά και ενωτικά, οργανώνει διχαστικά διλήμματα εκ του πονηρού.

Αντί να επιμείνει στον εμβολιασμό των ηλικιωμένων, όπου η Ελλάδα καταγράφει τα χειρότερα ποσοστά στην Ευρώπη, επιχειρεί χυδαία να εξαγοράσει την εκλογική συμπεριφορά της νεολαίας τάζοντας 150 ευρώ μαζί με τον εμβολιασμό.

Αντί να χρησιμοποιήσει κάθε πόρο του κρατικού μηχανισμού για να προωθήσει τον εμβολιασμό, συγκρουόμενη αποφασιστικά με τις εστίες του σκοταδισμού (θρησκευτικού και εθνικιστικού), απειλεί με κυρώσεις τους ανεμβολίαστους.

Μετατρέπει ένα κοινωνικό ζήτημα και μια συλλογική πρόκληση σε ανταγωνιστικές ατομικές πρακτικές. Αυτό συνιστά έγκλημα, το ίδιο σοβαρό με την επιχείρηση διάλυσης της δημόσιας υγείας σε όφελος του ιδιωτικού κεφαλαίου.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξυπηρετείται από το δίλημμα σκοταδιστές – ορθολογιστές, ακριβώς όπως η αξιωματική αντιπολίτευση βολεύεται από το ψάρεμα που κάνουν στελέχη της στα θολά νερά της συνωμοσιολογίας.

Ο λόγος είναι ότι τέτοια διλήμματα, από τη μια τσουβαλιάζουν συλλήβδην τους ανεμβολίαστους ως αρνητές του ιού και ψεκασμένους, από την άλλη όμως κρύβουν τις πραγματικές αιτίες της χαμηλής εμβολιαστικής κάλυψης: Απουσία συστηματικής ενημέρωσης, αντιφατικά μηνύματα, καθυστερήσεις στην προμήθεια εμβολίων λόγω δεσμεύσεων από τις συμφωνίες της ΕΕ, άρνηση αντιπαράθεσης με την εκκλησία και το σκοταδισμό, εξύμνηση της ατομικής «επιλογής» και «ελευθερίας», πολιτικές σκοπιμότητες που τροφοδοτούν – αντί να μειώνουν – τη δυσπιστία, ειδικά σε κοινωνικά στρώματα χαμηλότερου μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου.

Η εμβολιαστική εκστρατεία και η ανάγκη καθολικού εμβολιασμού υπονομεύεται από την απόπειρα της κυβέρνησης να οξύνει την αντίθεση εμβολιασμένων – ανεμβολίαστων ώστε να απεκδυθεί των δικών της ευθυνών. Το ίδιο υπονομευτική είναι η αντιμετώπιση της υπαρκτής λαϊκής δυσπιστίας απέναντι στα εμβόλια με όρους μικροκομματικούς και συμφεροντολογικούς σε όφελος της κυβέρνησης, και όχι με τρόπο που να εξηγεί, να ερμηνεύει, να πείθει, να αλλάζει το συσχετισμό σε όφελος του εμβολιασμού.

Είναι ωστόσο προφανές ότι η δημόσια υγεία δεν μπορεί να διαμορφώνεται από το άθροισμα των ατομικών επιλογών, αλλά από τη συντεταγμένη βούληση της οργανωμένης κοινωνίας. Εξατομικεύοντας και ιδιωτικοποιώντας τόσο τον εμβολιασμό όσο και το σύστημα υγείας συνολικότερα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποτελεί την μία όψη του νομίσματος της ατομικότητας, της ιδιοτέλειας, της ιδιώτευσης. Η άλλη όψη είναι αυτή του ατομικού δικαιώματος και της αυτοδιάθεσης που αγνοεί τα παραδεκτά επιστημονικά δεδομένα και επιμένει να αναπαράγει σκοταδιστικές, αντιδραστικές, μυθομανείς δοξασίες.

Η μάχη για τον εμβολιασμό είναι σημαντική. Η Αριστερά, το λαϊκό κίνημα και οι προοδευτικοί άνθρωποι θεωρούν τον καθολικό εμβολιασμό απαραίτητο όπλο, τμήμα του αγώνα για τη δημόσια υγεία και ειδικά για την πρόληψη. Είναι μέρος της ουμανιστικής ιδεολογίας που βλέπει την κοινωνία ως σύνολο σχέσεων και όχι ως άθροισμα ατόμων.

Μια κυβέρνηση, μια πολιτική και μια ιδεολογία που εξυμνεί το θατσερικό δόγμα «δεν υπάρχει κοινωνία και κοινωνικές τάξεις, αλλά τα άτομα και οι οικογένειές τους» δεν μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την πανδημία σε όφελος της δημόσιας υγείας. Διαχειρίζεται αναποτελεσματικά τον εμβολιασμό, απεκδύεται των ευθυνών της, εξατομικεύει τις δυσκολίες του εγχειρήματος, ιδιωτικοποιεί τις δημόσιες ευθύνες, εργαλειοποιεί τον εμβολιασμό για τις πολιτικές της σκοπιμότητες.

Και μένει να απειλεί με ποινές και τιμωρητικές πρακτικές όσους δεν έχουν ακόμα εμβολιαστεί, στήνοντάς τους στον τοίχο, ως μοναδικούς υπεύθυνους για τον συνεχιζόμενο υγειονομικό κίνδυνο.

Το γεγονός ότι όλος, περίπου, ο δυτικός κόσμος απέτυχε εξίσου, επιβεβαιώνει ότι το σύστημα που υπηρετεί αυτή η κυβέρνηση δε μπορεί να προστατεύσει τη δημόσια υγεία.

Ένα τέτοιο σύστημα και μια τέτοια κυβέρνηση είναι ακατάλληλη για να αντιμετωπίσει την πανδημία, είναι ανίκανη να προασπίσει τη δημόσια υγεία, είναι επικίνδυνη για το κοινωνικό σύνολο.

“Είναι δικαίωμά μου”

Το δικαίωμα στην ατομική επιλογή ασφάλισης ενάντια στο κοινωνικό δικαίωμα της ασφάλισης

Χθες έγινε γνωστό ότι η κυβέρνηση θα παραπέμψει το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στην επικουρική ασφάλιση προς το Σεπτέμβριο και δεν θα το φέρει προς ψήφιση τον Ιούλιο. Τους ακριβείς λόγους της μετάθεσης δεν τους γνωρίζουμε, αλλά το προωθούμενο νομοσχέδιο είναι μια αλλαγή-τομή ενάντια στην κοινωνική ασφάλιση ως κοινωνικό δικαίωμα, καθώς  μετατρέπει την επικουρική ασφάλιση σε ατομικό κουμπαρά που θα φτιάχνει κάθε νέος εργαζόμενος όταν μπαίνει στην αγορά εργασίας. Και αυτή η ρύθμιση έρχεται σε συνέχεια της μεταρρύθμισης του ΣΥΡΙΖΑ με την καθιέρωση ελάχιστης εθνικής σύνταξης. Οι δύο αυτές αλλαγές μαζί, στην πράξη αυτό που λένε σε ένα νέο εργαζόμενο είναι  «θα έχεις μια σύνταξη 300-400 ευρώ όταν φτάσει η ώρα, τα υπόλοιπα είναι ατομική υπόθεση». Η ζημιά στα έσοδα για την δημόσια κοινωνική ασφάλιση, από την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης, υπολογίζεται σε 2,5 δις το χρόνο, από το 2040 και μετά. Και άρα μετά, κι άλλα μέτρα κι άλλες περικοπές στο κοινωνικό δικαίωμα της σύνταξης και της ασφάλισης.

Πρόκειται για μια αλλαγή που δυστυχώς στη νέα γενιά θα βρει έδαφος καθώς αυτή στρώθηκε δεκαετίες τώρα: Από τη μία με τις περικοπές και κλοπές που έγιναν στα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία (χρηματιστήριο, μνημόνια), από την άλλη με τις περικοπές στις συντάξεις «λόγω χρεοκοπίας». Κυρίως όμως με την καλλιέργεια της συνείδησης στους νέους εργαζόμενους ότι το κράτος δεν εγγυάται τίποτα για το μέλλον, άρα καλύτερα αντί για κρατήσεις για τη δημόσια ασφάλιση να είχαν έναν ατομικό κουμπαρά στον οποίο θα διατηρούσαν αυτοί (όπως αυταπατώνται) τη διαχείριση του.

Το ατομικό δικαίωμα επιλογής σχολείου «για το παιδί μου»

Ένα δεύτερο νομοσχέδιο που εισηγείται η κυβέρνηση αφορά, έμμεσα και σε δεύτερο χρόνο, το δικαίωμα στην ατομική επιλογή σχολείου εκ μέρους του γονέα. Μία από τις βασικές αλλαγές που προωθείται αφορά τη λεγόμενη αυτονομία και αξιολόγηση της σχολικής μονάδας. Δηλαδή το κάθε σχολείο θα ωθείται να κάνει διαφορετικό μάθημα, να κάνει πιθανά άλλα μαθήματα από το διπλανό σχολείο, με άλλα βιβλία, να κάνει «δράσεις» για να βρίσκει λεφτά για το ταμείο του ώστε να ενισχύει τις υποδομές του κοκ. Στόχος θα είναι η καλή του αξιολόγηση ώστε να προσελκύει τους γονείς-πελάτες που θα «θέλουν το καλύτερο σχολείο για το παιδί τους». Η αυτονομία της σχολικής μονάδας εφαρμόζεται εδώ και δεκαετίες σε πολλά εκπαιδευτικά συστήματα. Το βασικό συμπέρασμα από την εφαρμογή της είναι ότι τα σχολεία κατηγοριοποιούνται σε καλά και κακά. και συνήθως η διάκριση αυτή έχει να κάνει με ταξικά κριτήρια. Τα καλά σχολεία είναι στις πιο πλούσιες περιοχές και τα κακά σχολεία σε πιο φτωχές συνοικίες. Έτσι η πρόσβαση σε ένα καλό δημόσιο σχολείο από κοινωνικό δικαίωμα γίνεται ατομική υπόθεση. και η ατομική υπόθεση συνήθως περιορίζεται από την ταξική θέση. Το δικαίωμα ατομικής επιλογής σχολείου, για την κάθε οικογένεια ξεχωριστά, μπορεί να φαίνεται η καλύτερη πρακτική καθώς το «επιλέγω το καλύτερο για το παιδί μου» θεωρείται ιερό δικαίωμα, την ίδια στιγμή όμως δημιουργεί το πλαίσιο για να στοιβάζονται τα παιδιά στις εργατικές και μικροαστικές περιοχές – που είναι και η πλειοψηφία – σε πολλά κακά και υποβαθμισμένα σχολεία. Κι αυτό γιατί η αυτονομία της σχολικής μονάδας αφορά τις υποχρεώσεις του κράτους, δηλαδή τη χρηματοδότηση. Το κενό αυτό της χρηματοδότησης μπορούν να το καλύψουν οι πιο πλούσιοι δήμοι ή οι γονείς. Στις πιο λαϊκές περιοχές υποχρηματοδότηση σημαίνει υποβάθμιση του σχολείου.

Το κοινωνικό δικαίωμα στον ελεύθερο χρόνο ρυθμίζεται ατομικά με την ατομική διευθέτηση ωραρίου, το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση μπαίνει σε έναν ατομικό κουμπαρά, το δικαίωμα στη μόρφωση όλων των παιδιών «αυτονομείται» με βάση το όπου φτωχός και η μοίρα του.

Όχι τα παραπάνω δεν είναι μόνο του Μητσοτάκη. Στα μισά είχε στρώσει το έδαφος, λιγότερο επιθετικά, και η προηγούμενη κυβέρνηση. Είναι βασικές επιλογές ενός συστήματος που τα προσπαθεί για τουλάχιστον 3 δεκαετίες και τώρα αισθάνεται παντοδύναμο να κάνει πράξη το θατσερικό δόγμα «δεν υπάρχουν κοινωνίες αλλά μόνο άτομα». Και αυτή η ιδεολογική και πολιτική κυριαρχία του ακραίου καπιταλισμού γίνεται αισθητή σε όλα τα επίπεδα.

Ο εμβολιασμός ως ατομικό δικαίωμα επιλογής

Τι σχέση έχουν τα παραπάνω με τον εμβολιασμό; Η πλευρά των «αντιεμβολιαστών» δεν είναι ενιαία στις βασικές ιδέες και επιχειρήματα. Άλλοι υποστηρίζουν ακραίες θεωρίες συνωμοσίας, άλλοι δεν έχουν εμπιστοσύνη γενικά σε θεσμούς, κράτος, ειδικούς, άλλοι θέλουν να το καθυστερήσουν λίγο μέχρι να δουν τι θα γίνει, άλλοι θεωρούν ότι αφού δεν ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες δεν κινδυνεύουν.

Δεν είναι ενιαίοι αλλά οι περισσότεροι χρησιμοποιούν ως επιχείρημα τη βασική ιδέα του συστήματος. Την ιδέα ότι για τις κοινωνικές υποθέσεις και δικαιώματα, όπως είναι το δικαίωμα στη δημόσια υγεία, δε μπορεί η κοινωνία να αποφασίζει αλλά το άτομο, περιφρουρώντας το δικαίωμα «να κάνω ότι θέλω στο σώμα μου».

Η κυβέρνηση από την άλλη βρέθηκε σε μια «σχιζοφρένικη» αντίφαση από την αρχή της πανδημίας. Η δεξιά ιδεολογία της υποστήριζε ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία είναι αυτή που μπορεί να προστατεύσει τις κοινωνίες. Αναγκάστηκε όμως να χειροκροτεί το ΕΣΥ, που τόσο μισεί και να παραδεχτεί ότι μόνο το δημόσιο σύστημα υγείας μπορεί να προστατεύσει τη δημόσια υγεία. Η δεξιά ιδεολογία της έλεγε ότι η αγορά αυτορυθμίζεται και ότι το κράτος πρέπει να απέχει από την οικονομική δραστηριότητα. Οι περισσότερες επιχειρήσεις όμως θα είχαν χρεοκοπήσει χωρίς τους πακτωλούς δις του κρατικού χρήματος. Η δεξιά ιδεολογία της υποστήριζε ότι με την ατομική ευθύνη θα μπορέσει μια κοινωνία να προστατευθεί από το φονικό ιό, η αλήθεια όμως έδειξε ότι για τους 13.000 νεκρούς το βασικό μερίδιο ανήκει στην απουσία κρατικής ευθύνης σε ΜΜΜ, χώρους δουλειάς, σχολεία, νοσοκομεία.

Τώρα η κυβέρνηση κουνάει το δάχτυλο στους «αντιεμβολιαστές» ότι με τη συμπεριφορά τους θέτουν σε κίνδυνο όχι μόνο τη δική τους υγεία και ψυχαγωγία, αλλά και την λειτουργία της κοινωνίας. Προσπαθεί να πείσει με ατομικά «κίνητρα» και ατομικά «προνόμια» τους νέους να εμβολιαστούν.

Όμως μπορεί τελικά μια δεξιά ιδεολογία που αποθεώνει τα ατομικά δικαιώματα και έχει ως σημαία το σύνθημα «είναι ατομική μου επιλογή», να πείσει την κοινωνία για τις αξίες της κοινωνικής αλληλεγγύης και για την αξία των κοινωνικών δικαιωμάτων; Μπορεί όταν στην οικονομία και στην καθημερινή λειτουργία της κοινωνίας, διαπαιδαγωγεί την κοινωνία στην «ατομική επιλογή» να πείσει ότι ο καθολικός εμβολιασμός δεν είναι θέμα «ατομικής επιλογής» αλλά θέμα δημόσιας υγείας;

Μπορεί οι λεγόμενοι ψεκασμένοι 60άρηδες να είναι εύκολος στόχος, αλλά τι θα κάνει με τη νέα γενιά, πέρα από τα 150άρια, που τίθεται ο εμβολιασμός κυρίως ως πράξη κοινωνικής αλληλεγγύης; Μπορεί να κουνάει το δάχτυλο στις νεότερες γενιές, όταν το σύστημα αυτό τουλάχιστον για 3 δεκαετίες τους διαπαιδαγωγεί ότι δεν υπάρχουν κοινωνίες και κοινωνικά δικαιώματα, αλλά μόνο άτομα και το μόνο ουσιαστικό δικαίωμα είναι αυτό της ατομικής επιλογής;

Γιατί ο Αμαζόνιος δεν ανήκει στην Βραζιλία και γιατί ο εμβολιασμός δεν είναι ατομική υπόθεση

Όταν τον Απρίλιο του 1919 καταγράφηκαν στην ΕΣΣΔ 186 χιλιάδες κρούσματα ευλογιάς, ο Λένιν δεν άρχισε τις διαπραγματεύσεις με αρνητές των εμβολίων, ψεκασμένους, και ναρκισιστές που υποφέρουν από μεταφυσικούς φόβους για την πολύτιμη ύπαρξή τους, αλλά υπέγραψε το διάταγμα για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό κατά της ευλογιάς. Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, απετέλεσε τον κυριότερο παράγοντα καταπολέμησης της νόσου στην ΕΣΣΔ και μέχρι το 1936 η ευλογιά είχε εξαφανιστεί. Νωρίτερα, μέχρι το 1926, το σοβιετικό καθεστώς είχε μηδενίσει τα κρούσματα χολέρας, τα οποία ανέρχονταν σε περίπου 40 χιλιάδες ετησίως κατά το 1919-21. Θα μπορούσε κάποιος να συνεχίσει με πολλά παρόμοια ακόμη παραδείγματα της Σοβιετικής πρακτικής των εμβολιασμών.

Τι είχε λοιπόν στο μυαλό του ο Λένιν όταν ανάγκαζε έναν ολόκληρο λαό να υποστεί το βασανιστήριο του αναγκαστικού εμβολιασμού; Για να απαντηθεί αυτό, θα χρειαστούμε τώρα μια παραβολή.

Γιατί ο Αμαζόνιος δεν ανήκει στην Βραζιλία

Αρκεί να κοιτάξεις τον χάρτη, ο Αμαζόνιος ανήκει στην Βραζιλία, δεν χωράει αμφιβολία, το δάσος είναι εκεί, πίσω από τα σύνορα. Ο Μπολσονάρο και οι υπουργοί του, κοιτάζοντας και αυτοί τον χάρτη, αυθορμήτως αναγνωρίζουν αυτό το δάσος ως ιδιοκτησία του Έθνους και ευθύς δηλώνουν ότι “δικό τους είναι και ό,τι θέλουν θα το κάνουν”, και όντως το αποψιλώνουν και το βιάζουν παντοιοτρόπως.

Ο Αμαζόνιος όμως είναι παγκόσμιο κοινό αγαθό για τον εξής απλό λόγο: οι αποφάσεις που λαμβάνονται από το κράτος της Βραζιλίας, την κυβέρνησή της και τον κάθε Μπολσονάρο σχετικά με το δάσος, έχουν επιπτώσεις σε ολόκληρο τον πλανήτη, και όταν πρόκειται για αποφάσεις καταστροφής τμημάτων του Αμαζονίου, βρισκόμαστε μπροστά σε συστημικό κίνδυνο που αναπτύσσεται μέσω των κλιματικών και περιβαλλοντικών διασυνδέσεων του δάσους με τον πλανήτη. Ο Αμαζόνιος, λοιπόν, λόγω του μεγέθους του και των χαρακτηριστικών του, είναι απαραίτητος για την κλιματική ισορροπία του πλανήτη. Για τον λόγο αυτό, ο Μπολσονάρο δεν θα έπρεπε να μπορεί να κάνει ό,τι θέλει με το δάσος· και όμως, ο Μπολσονάρο επιμένει πως εφόσον ο Αμαζόνιος βρίσκεται εντός των συνόρων της Βραζιλίας, και αυτή είναι η αυλή του, κανείς δεν δικαιούται να του πει τι θα κάνει με το δάσος του.

Δικαιούμαστε, λοιπόν, εμείς, οι υπόλοιποι, να επιβάλλουμε στον Μπολσονάρο να μην καταστρέφει τον Αμαζόνιο παρόλο που αυτός βρίσκεται εντός των εθνικών συνόρων της Βραζιλίας.

Χιλιάδες μικροί Μπολσονάρο

Θα μπορούσαν άραγε οι αρνητές των εμβολίων, οι υπερευαίσθητοι ναρκισιστές που φοβούνται το εμβόλιο, και όλοι οι άλλοι που δηλώνουν ότι δεν θέλουν να εμβολιαστούν, να αντιληφθούν την ταυτότητα που υπάρχει μεταξύ της δικής τους λογικής και της λογικής του Μπολσονάρο αναφορικά με τον Αμαζόνιο;

Είναι μήπως σε θέση να καταλάβουν ότι αυτοί διαχειρίζονται, ο καθένας τους ξεχωριστά, το δικό του σώμα, τον δικό του “Αμαζόνιο” που “είναι δικός τους και θα τον κάνουν ό,τι θέλουν” και ότι με την άρνησή τους δημιουργούν συστημικό κίνδυνο για την υγεία όλων, των εμβολιασμένων συμπεριλαμβανομένων;

Είναι, άραγε, σε θέση να κατανοήσουν την έννοια του συστημικού κινδύνου και ότι από την διαχείριση της δικής τους υγείας εξαρτάται η υγεία όλων, ακόμη και των εμβολιασμένων καθώς βρισκόμαστε σε μια κούρσα ταχύτητας μεταξύ του εμβολιασμού και των μεταλλάξεων του ιού; Με άλλα λόγια, μπορούν μήπως να καταλάβουν ότι παρατείνουν την περίοδο της πανδημίας και ότι αυξάνουν έτσι τον κίνδυνο να προκύψει μια παραλλαγή του ιού που δεν θα μπορούν να αντιμετωπίσουν τα υπάρχοντα εμβόλια;

Καταλαβαίνουν μήπως ότι αν δεν φτάσουμε σύντομα σε ποσοστό εμβολιασμένου πληθυσμού 80-85% δεν θα υπάρξει ανοσία;

Και η ερώτηση των ερωτήσεων: είναι άραγε διατεθειμένοι και ικανοί να καταλάβουν ο,τιδήποτε, μα ο,τιδήποτε, από τα παραπάνω;

Για να απαντήσουμε την ερώτηση αυτή ας θυμηθούμε δύο μεγάλες αλλαγές που υπέστη η ελληνική κοινωνία στα χρόνια του νεοφιλελευθερισμού:

Πρώτον, μετά από τριάντα χρόνια αχαλίνωτου νεοφιλελευθερισμού έχει εμπεδωθεί σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού, ιδιαίτερα στον λαό της Δεξιάς, και σε μικρότερο βαθμό (όσο οδυνηρό και αν είναι να το λέμε) σε ένα τμήμα του λαού της Αριστεράς, η παρότρυνση της Μάργκαρετ Θάτσερ ότι πρέπει να φροντίζουμε τον εαυτό μας και την οικογένειά μας, και αν περισσέψει κάτι ας φροντίσουμε μετά και τον γείτονα· όσο για αυτόν, τον γείτονα, ήταν εκεί για ξεκάρφωμα· εξαφανίστηκε από την παρότρυνση καθώς περνούσαν τα χρόνια και κέρδιζε έδαφος ο αχαλίνωτος νεοφιλελευθερισμός. Να φροντίζετε λοιπόν τον εαυτό σας και την οικογένειά σας, λέει ο νεοφιλελευθερισμός, και από αυτό θα προκύψει το γενικό συμφέρον· έτσι ισχυρίζεται, αυτές είναι οι αξίες του. Έχει διαμορφωθεί λοιπόν μια κοινωνική πλειοψηφία που ζει και πορεύεται φροντίζοντας ο καθένας τον εαυτό του, και η οποία περιλαμβάνει τον λαό της Δεξιάς στην πλειονότητά του αλλά και μια μερίδα του λαού της Αριστεράς (είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε πόσο μεγάλη είναι αυτή· πάντως σήμερα, βοά το αριστερό φέησμπουκ από κάθε είδους νεοφιλελεύθερα αντι-εμβολιαστικά επιχειρήματα).

Δεύτερον, θα πρέπει επίσης να δεχθούμε στο σημείο αυτό ότι έχουμε υποστεί ήδη από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990, και με αυξανόμενη ένταση καθώς εδραίωνε την εξουσία του ο νεοφιλελευθερισμος, μια διαδικασία γενικής απομόρφωσης της ελληνικής κοινωνίας και απαξίωσης της επιστημονικής γνώσης. Οι επιθέσεις απαξίωσης από τμήματα της Αριστεράς εναντίον της επιδημιολογίας, της καραντίνας και των εμβολίων είναι συμπτώματα, μεταξύ άλλων, και αυτής της διαδικασίας απομόρφωσης.
Με αυτά τα δύο δεδομένα μπορούμε να αναρωτηθούμε ξανά:

Είναι άραγε διατεθειμένοι και ικανοί να καταλάβουν όσοι δεν θέλουν να εμβολιαστούν, έστω όσοι εξ αυτών αναφέρονται στην Αριστερά, ότι δεν μπορούν να είναι μικροί Μπολσονάρο, στην δική τους μικρή κλίμακα; Είναι μήπως εφικτό να θυμηθούν ότι για την αριστερή μας παράδοση η κοινωνία δεν αποτελείται από άτομα αλλά από ένα σύνολο κοινωνικών, οικονομικών, πολιτικών, πολιτισμικών σχέσεων που συγκροτούν σύστημα, και ότι ένα σύστημα εξ ορισμού αν το αγγίξεις σε ένα σημείο του παράγεις αποτελέσματα σε όλο το μήκος και όλο το πλάτος του; Μπορούν επομένως να καταλάβουν ότι ο εμβολιασμός δεν είναι ατομική υπόθεση;

Οι αισιόδοξοι, παραμένοντας πιστοί στην θετική γνώμη που γενικά διατηρεί η Αριστερά για τους ανθρώπους, θεωρούν ότι πρέπει να υπάρξει μια επίμονη προσπάθεια να εξηγηθούν σε όσους δεν θέλουν να εμβολιαστούν όσα πράγματι ισχύουν για αυτά, ώστε τελικά να εμβολιαστούν για να φτάσουμε σε ποσοστό εμβολιασμένου πληθυσμού 80-85% και έτσι να επιτύχουμε ανοσία.

Οι απαισιόδοξοι, νομίζουν ότι η προσπάθεια αυτή είναι μάταιη και ότι θα πρέπει να το πάρουμε απόφαση ότι η σχέση μας με τον κόσμο αυτόν της Αριστεράς που είναι εχθρικός ή απορριπτικός έναντι του εμβολιασμού σήμερα και της καραντίνας εχθές, είναι ανταγωνιστική, δεν είναι δηλαδή από εκείνες τις αντιθέσεις που ο Μάο Τσετούνγκ ονόμαζε “αντιθέσεις στους κόλπους του λαού” και οι οποίες λύνονται με τον διάλογο αλλά είναι αντίθεση ανταγωνιστική, που οδηγεί στην πολιτική και ιδεολογική αντιπαράθεση και μας αφήνει σαν τελευταία ορθολογική επιλογή τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, ακριβώς όπως ο Μπολσονάρο αφήνει στην ανθρωπότητα ως τελευταία επιλογή να τον αναγκάσει να σταματήσει την καταστροφή του Αμαζονίου.

Πηγή: Commune

Από τον Χομπς στο παγκόσμιο λοκ νταουν: Γιατί χρειάζεται να κοιτάξουμε προσεκτικά την Κίνα και το πείραμα του Covid-19

Στον Λεβιάθαν (1651) ο Χομπς μας ταξιδεύει στην εποχή που ονομάζει «φυσική κατάσταση». Κλειδί στο επιχείρημά του είναι ότι η φυσική κατάσταση, λόγω έλλειψης κεντρικής εξουσίας που να κρατά τους ανθρώπους σε τάξη, θα καταλήγει στην πάλη, στον πόλεμο και «το χειρότερο απ’ όλα, στον συνεχή φόβο και στον κίνδυνο του βίαιου θανάτου. Και η ζωή του ανθρώπου θα ήταν μοναχική, φτωχή, μοχθηρή και σύντομη». Έτσι, οδηγούμενοι από τον φόβο και την απέχθεια για αυτό το χάος, οι άνθρωποι δημιουργούν κυβερνήσεις που μπορούν να τους εξασφαλίσουν συγκεκριμένα δικαιώματα με αντάλλαγμα την αρχή του εξουσιαστή, του Λεβιάθαν. Ο Χομπς πιστεύει πως η κοινωνία και η φύση, ως ανεξέλεγκτα στοιχεία, καθιστούν αναγκαία την θυσία μερικών από τα ατομικά δικαιώματα των ανθρώπων, προκειμένου να εξασφαλιστεί μια ισχυρή, κεντρική εξουσία που έχει ως βασικό της ρόλο την διατήρηση της ειρήνης. Αυτή η συμφωνία διακυβέρνησης είναι αυτό που οι πολιτικοί φιλόσοφοι ονομάζουν «κοινωνικο συμβόλαιο» και σημαίνει ότι οι άνθρωποι μπορούν να συνυπάρξουν στην κοινωνία με βάση ορισμένους ηθικούς και πολιτικούς κανόνες συμπεριφοράς, προκειμένου να αποφύγουν αυτό που ο Χομπς περιγράφει ως «διαρκή πόλεμο κάθε ανθρώπου ενάντια στον γείτονά του».

Από την εποχή των θεωριών των κοινωνικών συμβολαίων του Χομπς και του Λοκ, οι φιλόσοφοι προσπάθησαν να κατανοήσουν γιατί ένα ορθολογικό υποκείμενο θα συναινούσε εθελοντικά στο να εγκαταλείψει την ελευθερία του με αντάλλαγμα την πολιτική τάξη. Δεν υπάρχει καλύτερη ευκαιρία να δούμε πως μια τέτοια ανταλλαγή ελευθερίας και ασφάλειας είναι αναγκαία, καθώς ο Covid-19 απειλεί τις ζωές εκατοντάδων εκατομμυρίων ηλικιωμένων και ομάδων υψηλού κινδύνου.

Πολλοί από μας στη δύση, όμως, είμαστε ανίκανοι να υπακούσουμε στον νόμο και να τηρήσουμε το δικό μας μέρος του κοινωνικού συμβολαίου. Μάθαμε για την σοβαρότητα του ιού μέσω των μιντιακών αναφορών του Guardian τον Φεβρουάριο που έγραψε για «Δρακόντεια μέτρα του Πεκίνου για να τεθεί υπό έλεγχο η εξάπλωση του ιού» και πως οι «Ιταλικές αρχές επιβάλλουν δρακόντεια μέτρα». Πιο πρόσφατες αναφορές των μέσων ομοίως χρησιμοποιούν τον όρο «δρακόντεια» για να αναφερθούν σε κάτι κυρίως πολιτικό παρά πρακτικό. Σε τελική ανάλυση, οι περισσότεροι επιδημιολόγοι συμφωνούν πως για να ξεφορτωθούμε τον κορονοϊό πρέπει να γίνουμε ιδιαίτερα αυστηροί στο πώς εφαρμόζουμε την κοινωνική αποστασιοποίηση και το λοκ νταουν. Υπάρχει άλλος τρόπος να νικήσουμε μια παγκόσμια πανδημία που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες εκλεπτυσμένων κύκλων διαλογισμού;

Πράγματι όλη αυτή η κουβέντα περί «δρακόντειων μέτρων» για τον έλεγχο της εξάπλωσης του κορονοϊού με ανάγκασε κατά την πέμπτη εβδομάδα του εγκλεισμού μου, να σκεφτώ γιατί τόσο πολλά ασιατικά κράτη τα κατάφεραν και εμείς εδώ στην Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, όχι. Δεν είναι μόνο οι «covidiots» [1]  που βρίσκονται σε αφθονία στα σόσιαλ μίντια και στα προφίλ αυτών που δηλώνουν περήφανοι «covidiots» και γλείφουν ράφια σουπερμάρκετ, τουαλέτες και χερούλια λεωφορείων. Ούτε οι τουρίστες που περνούν τις εαρινές διακοπές τους στη Φλόριντα παρά την κατάσταση της επιδημίας. Αντιμετωπίζουμε μια διαγενεακή απόρριψη των αρχών που εκλέξαμε για να προσέχουν την φυσική ασφάλεια όλων μας. Και όμως ο ρόλος μας στο κοινωνικό συμβόλαιο είναι να υπακούουμε στο νόμο, αλλά οι δυτικοί αποτυγχάνουν παταγωδώς.

Μπροστά στην πανδημία, για την πιθανότητα της οποίας οι επιστήμονες μας είχαν προειδοποιήσει εδώ και δεκαετίες και για την οποία η Κίνα και άλλες ασιατικές χώρες υπήρξαν πιο προετοιμασμένες λόγω της επιδημίας του SARS το 2002-2003, τα δυτικέ ΜΜΕ ασχολήθηκαν με το να σχολιάζουν ποιές από τις χώρες αυτές έχουν ξεπεράσει τα όρια καταπάτησης της ανθρώπινης ελευθερίας και της λειτουργίας της αγοράς. Αλλά ενώ αναρωτιόμαστε στη δύση με το γιατί βάζουμε την ατομική ελευθερία πάνω από την επιβίωση όλων, η κινεζική κυβέρνηση και κοινωνία το κατάλαβαν γρήγορα, όπως κατάλαβαν και την ανάγκη για λοκ ντάουν και να ακολουθήσουν τις εντολές. Ένας βασικός λόγος γιατί η χώρα δείχνει να έχει νικήσει τον κορωνοϊό μέχρι τώρα – μαζί με τους ελέγχους, τα τεστ θερμοκρασίας, τις νέες κλινικές – είναι επειδή οι κάτοικοι της ανατολικής Ασίας γνωρίζουν πως να ακολουθούν κανόνες για πολλούς λόγους.

Πρώτον, οι Κινέζοι είναι χωρισμένοι σε δυο στρατόπεδα: στις πόλεις και στην ύπαιθρο. Σε μέρη σαν τη Σιγκαπούρη και την Ταϊβάν πολλοί είναι και μετανάστες. Και στις δύο περιπτώσεις οι ιστορίες επιβίωσης και δυσπραγίας αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της κουλτούρας τους, ιστορίες, αν όχι των γονιών, τότε των παππούδων που αντιμετώπισαν πολλά οικονομικά εμπόδια κατά τη μετανάστευσή τους σε άλλες περιοχές. Έτσι, η κοινωνική νοοτροπία της κινεζικής κουλτούρας θυσιάζει τα ατομικά θέλω για το καλό της κοινωνίας, κατανοώντας ότι οι άλλοι έχουν υποφέρει τις ίδιες δυσκολίες. Εκεί όπου η Θάτσερ έκανε κυρίαρχο το «δεν υπάρχουν κοινωνίες», η κινεζική κοινωνία λειτουργεί με την αρχή της περιορισμένης αξίας του ατόμου.

Δεύτερον, που έρχεται να συμπληρώσει το πρώτο, στους κινέζους δεν αρέσει να μιλούν για δυσκολίες, όπως εξηγεί ο Hwee Yee Chua, κάτοικος της Σιγκαπούρης. Προτιμούν να επικεντρώνονται στις μελλοντικές υποσχέσεις πλουτισμού και ευτυχίας, συνεχίζει ο Chua, με το να ακολουθούν κανόνες στο τώρα. Για τους κατοίκους της ανατολικής Ασίας, το να υπομένει κανείς σήμερα είναι καλύτερο από το να λογαριάζεται με το παρελθόν, με έναν τέτοιο τρόπο που όταν εμφανίζονται καταστάσεις σαν τον SARS και τον COVID-2, η κουλτούρα τους ορίζει ότι όλοι πρέπει να «φάνε πίκρα». Το «τρώω πίκρα» αποτελεί κινεζικό ρητό που μεταφράζεται σε «χαμογέλα και προχώρα» ή «ξεπέρασέ το», διάλεξτε την μεταφορά που προτιμάτε. Ο Chua εξηγεί παραπέρα την ιδέα πίσω από την αντίληψη αυτή. «Είναι μια κινεζική παθογένεια. Εαν μπορεί κανείς να υποκαταστήσει την μνήμη της μιζέριας με το να ακολουθεί κανόνες στο σήμερα για να ξεφύγει στο μέλλον, τότε μπορεί να αρνείται το παρόν».

Ο Χομπς ήταν ξεκάθαρος πως χρειαζόμαστε τον «τρόμο κάποιας εξουσίας» για να εξασφαλίσουμε την επιβίωσή μας, αλλιώς οι άνθρωποι δεν πρόκειται να τηρήσουν τον νόμο της αμοιβαιότητας. Πρέπει ίσως οι δυτικοί να μάθουν από τους Κινέζουν να «τρώνε πίκρα» και να εγκαταλείψουν το αντιπαραγωγικό τους αντανακλαστικό, να επιδεικνύουν τον εαυτό τους.

Ο κορωνοϊός έχει δείξει πως ο ατομισμός αυτή τη στιγμή της ιστορίας μας καταστρέφει και πως πρέπει να βασιστούμε στις κοινές μας προσπάθειες για να ξεκινήσουμε απ’ την αρχή. Σε τελική ανάλυση, θα υπάρχει πάντα χρόνος να γλείψουμε τουαλέτες, καλυπτόμενοι από την ιδιωτικότητα του λογαριασμού μας στο Ιnstagram, όταν όλα αυτά τελειώσουν.

[1] Νεολογικός όρος που αναφέρεται στους αρνητές των περιοριστικών μέτρων κατά την πανδημία του κορωνοϊού ή σε αυτούς που συμπεριφέρονται αντικοινωνικά στην πανδημία.

Πηγή: CounterPunch

Μετάφραση: antapocrisis

Με αφορμή τις διαδηλώσεις στις ΗΠΑ: Ο φετιχισμός του ατομικού ανθρώπου και τα μέτρα περιορισμού

Πολλά μπορούμε να γράψουμε και να πούμε για τα μέτρα της καραντίνας στον καιρό του κορωνοϊού. Για την ακρίβεια πάμπολλα. Και στα πλαίσια αυτής της κουβέντας είναι λογικό να συμφωνήσουμε ή να διαφωνήσουμε, να τσακωθούμε και να τα ξαναβρούμε.

Ωστόσο μέσα από κάποιες αντιδράσεις τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ φάνηκε ξεκάθαρα κάτι που μέχρι ώρας το λέγαμε ορισμένοι και σε πολλούς κακοφαινόταν.

Πριν λίγες μέρες στις ΗΠΑ είδαμε ένοπλους ακροδεξιούς στην πολιτεία του Μίσιγκαν να απαιτούν άρση των μέτρων της καραντίνας, γιατί αυτά ακριβώς αντιβαίνουν και παραβιάζουν την «ατομική ελευθερία τους στο να δρουν και να μετακινούνται «δίχως περιορισμούς». Είδαμε επίσης πλακάτ Αμερικανών γεμάτα οργή να δηλώνουν πως: «Κοινωνική απομόνωση = Κομμουνισμός» την ίδια ώρα που οι νεκροί στις ΗΠΑ λόγω κορωνοϊού ξεπερνούσαν τις 4.500 την ημέρα.

Οι διαδηλώσεις σε πολιτείες των ΗΠΑ για τον τερματισμό των περιοριστικών μέτρων οργανώνονται συνήθως από υπερ-συντηρητικούς ψηφοφόρους, υπερασπιστές του δικαιώματος στην “ελεύθερη” οπλοκατοχή, υποστηρικτές του Tea Party. Συχνά έρχονται σε αντιπαράθεση με γιατρούς και νοσηλευτές που επιχειρούν να πείσουν τους λάτρεις της “ελευθερίας” του ατόμου, της μετακίνησης, της αγοράς, ότι πρέπει να υπάρχει και κοινωνική ευθύνη.

Μια μικρογραφία όλων των τεκταινόμενων στις ΗΠΑ την είχαμε ζήσει βέβαια νωρίτερα κι εδώ. Οι μύδροι του νεοναζί Λαγού, πρώην βουλευτή της ΧΑ, περί περιορισμού της ελευθερίας των Ελλήνων «με το πρόσχημα του κορωνοϊού» είχαν ως πρακτική απόληξη την προβοκατόρικη υποκίνηση εντάσεων μεταξύ μερίδων πιστών τις παραμονές του Πάσχα, αυτή τη φορά με το πρόσχημα της επίθεσης «ενάντια στην χριστιανική πίστη». Αντίστοιχα φαινόμενα παρουσιάστηκαν και σε άλλους κύκλους ακροδεξιών στην Ευρώπη.

Το ίδιο διάστημα ωστόσο αντίστοιχα επιχειρήματα υιοθετούσαν και χώροι που δεν εντάσσονται στην ελληνική ακροδεξιά αλλά λένε ότι βρίσκονται απέναντι της. Ποιος δεν άκουσε τις περισπούδαστες «αριστερές» τοποθετήσεις για το πρόσχημα του κορωνοϊού που μπήκε σφήνα στην περίπου «επαναστατική κίνηση των μαζών»;

Ποιος ξεχνά ότι όσοι εξ αριστερών τάχθηκαν υπέρ των μέτρων για να σωθεί πρωταρχικά ο λαός, χαρακτηρίστηκαν ειρωνικά ως «νεογκοτζαμάνηδες»;

Κι ήταν τέτοιος ο επαναστατικός συλλογισμός ορισμένων που έκαναν (κι ακόμη κάνουν) απεύθυνση για μαζικές κινητοποιήσεις την Πρωτομαγιά κόντρα στον «αυταρχισμό των μέτρων της καραντίνας».

Δίπλα σ’ αυτούς ακκίζονται και κάποιοι αναρχικοί που δεν αντέχουν άλλο τη «δικτατορία των επιστημόνων και των γιατρών». Βλέπετε τρικυμία μπορεί να υπάρχει και στο ποτήρι, πόσο μάλλον στο μυαλό…

Πέρα όμως από την κοινοτυπία μεταξύ των μεν και των δε στα επιχειρήματα και τις κατευθύνσεις απέναντι στη συγκυρία της καραντίνας, βρίσκεται κάτι πολύ βαθύτερο, που παρά τις ιδεολογικές διαβεβαιώσεις και τα επιμέρους μανιφέστα δείχνει να ενώνει κι όχι να χωρίζει.

Κι εκεί ακριβώς οι περισσότεροι από τους παραπάνω, παρά τα διαφορετικά τους χαρακτηριστικά, δεν τέμνονται αλλά συγκλίνουν. Γιατί το σημείο εκκίνησης είναι κοινό.

Κι εδώ ας γίνουμε λίγο πιο συγκεκριμένοι.

Ο φετιχισμός του ατομικού δικαιώματος, της ατομικής ελευθερίας να κάνουμε ό,τι γουστάρουμε και εν γένει η φιλοσοφία του ατομικού ανθρώπου που νοιώθει ότι είναι ελεύθερος όσο “αυτοπροσδιορίζεται” και δεν βλέπει παραπέρα από τη μυτούλα του, είναι το κοινό σημείο μεταξύ μεταμοντέρνων “επαναστατών” όσο και του βαθέως πυρήνα των ακροδεξιών.

Με άλλα λόγια η νοοτροπία του “κάνω ό,τι γουστάρω γιατί είναι ατομικό μου δικαίωμα”, είτε φοράει ακροδεξιά είτε «αριστερή-αναρχική» προβιά είναι ένα και το αυτό πράγμα και συνιστά την πεμπτουσία της αστικής ιδεολογίας, που πάνω στην ιερότητα του ατομικού δικαιώματος εκμεταλλεύεται και σκοτώνει το συλλογικό δικαίωμα και τη συλλογική ύπαρξη που λέγεται “ανθρώπων κοινωνία”.

Παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις στο αφήγημα εναντίον της καραντίνας και της επιστημονικής κοινότητας (χτύπημα στο κίνημα ή χτύπημα στην πίστη), τα ελατήρια μοιάζουν να είναι παρόμοια αν όχι ολόιδια. Και τα ελατήρια αυτά είναι η ραχοκοκαλιά της αστικής ιδεολογίας, του ατομικού ανθρώπου και του ατομίστικου «εγώ» που αδυνατεί να αντιληφθεί το συλλογικό «εμείς». Είναι ο homo homini lupus, ο άνθρωπος που είναι λύκος για τον άλλον άνθρωπο, και όχι συνάνθρωπος, μέλος της ίδιας κοινότητας, συνυπεύθυνος και αλληλεξαρτώμενος.

Σημασία δεν έχει τι δηλώνεις πως είσαι αλλά τι δηλώνει έμπρακτα η στάση σου σε καταστάσεις έκτακτες και περίπου οριακές, ακριβώς όπως σήμερα. Κάποτε ο Λένιν είχε γράψει ότι στις σύγχρονες κοινωνίες υπάρχουν δυο ιδεολογίες, η αστική (ατομιστική) και η προλεταριακή (συλλογική) και ότι όσο η μία υποχωρεί τόσο η άλλη ενισχύεται.

Εφόσον λοιπόν η επαναστατική συνείδηση δεν (πρέπει να) είναι η τυπολατρία της ιδεολογίας αλλά κυρίως η αλληλοσύνδεση συνείδησης και πράξης στον ορίζοντα του συλλογικού και της κοινωνικής προόδου, καλό είναι κάποιοι να ξανασκεφτούν τα λεγόμενα και τα γραφόμενα τους γιατί παρά τις διαβεβαιώσεις τους, φαίνεται ότι πρακτικά δεν διαφοροποιούνται από την ακροδεξιά και τον αστικό εγωκεντρισμό στην πράξη.

Κι αν αυτό δεν είναι εφικτό τότε ας σκεφτούμε κι εκείνο. Αν στη μεριά της κοινωνίας των πολλών βρίσκει χώρο η κόπρος της άλλης μεριάς – δηλαδή του αστισμού, τότε καλό είναι να χαραχτούν γραμμές και να ξεβρωμίσουμε από εκείνο που δεν πρέπει να είμαστε τόσο για λόγους αρχής όσο και για λόγους ανάγκης. Τα στρατόπεδα της κοινωνίας ενίοτε ξεχωρίζουν από τα συνθήματα τους αλλά πάντοτε διακρίνονται καλύτερα από την πρακτική τους (και τα ελατήρια της) στη συγκυρία των κρίσιμων στιγμών.

Ακριβώς όπως σήμερα.