Τι σημαίνει η απόφαση του Αρείου Πάγου για την δικαίωση των τραπεζών και funds για τα κόκκινα δάνεια;

Το προφανές ειναι ότι διευκολύνει τις κατασχέσεις κ τους πλειστηριασμούς.

Το πιο σκοτεινό ειναι ότι νομιμοποιεί περαιτέρω την ασυδοσία.

Με το νόμο του 2003 για καθυστερημένα δάνεια , δεν προβλεπόταν η υποχρέωση να προτείνει η τράπεζα ρύθμιση στον δανειολήπτη (κοινώς κούρεμα), τα τραπεζικά κριτηρια ήταν «αυστηρά» και δεν υπήρχαν εταιρίες διαχείρισης δανείων που προέβαιναν σε πράξεις χωρίς να έχουν κατοχή των κόκκινων δανειων. Φυσικα τότε τα κόκκινα δάνεια ανέρχονται στο 3% των συνολικών.

Με το νόμο του ΣΥΡΙΖΑ του 2015 επιτράπηκε η μεταβίβαση των δανείων σε funds κ η διαχείριση τους, περιορίστηκε η προστασία του νόμου Κατσελη για δανειολήπτες και αμέσως μετά διευκολύνθηκαν οι τράπεζες ώστε στους πλειστηριασμούς να μην προηγούνται το Δημόσιο κ οι αποζημιώσεις των εργαζομενων. Το μόνο καλό του νόμου του 2015 ήταν η πρόβλεψη για υποχρέωση υποβολής ρύθμισης στον δανειολήπτη πριν τους πλειστηριασμούς. Ας υπολογίσουμε επιπλεον ότι το 2019 από τους πρώτους νόμους που ψήφισε η ΝΔ ήταν η ασυλία των στελεχών στις τράπεζες κ στα funds.

Με την πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου , οι τράπεζες και τα funds έχουν το ελευθερο να κάνουν πλειστηριασμούς οπως γουστάρουν και με οποίους όρους γουστάρουν. Χρησιμοποιούν το πλαίσιο του 2003 για να μην κάνουν πρόταση ρύθμισης και του 2015 για τα υπόλοιπα. Πρακτικά δηλαδή μαζικοί πλειστηριασμοί για τους πολλούς και δυνατότητα ευνοϊκής ρύθμισης στους ημέτερους.

Στο θέμα των κόκκινων δανείων ΣΥΡΙΖΑ , ΝΔ, Δικαστικοί, δουλεύουνε μαζι.

Νεοφιλελεύθερο κράτος σημαίνει ατομική ευθύνη. Κοινωνικό κράτος σημαίνει συλλογική φροντίδα. Ας διαλέξουμε.

Σχόλιο του antapocrisis.

Η κακοκαιρία ταλαιπωρεί τους πολίτες πολύ λιγότερο από όσο τους ταλαιπωρεί το ιδιωτικοποιημένο πλέον κράτος. Παρά τις “συστάσεις”, τα απαγορευτικά μέτρα και τις δηλώσεις περί ετοιμότητας, για ακόμα μια φορά έχουμε αποκλεισμένους οδηγούς, κλειστους δρόμους, συγκοινωνίες υπό κατάρρευση.

Αντί να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της πρωτεύουσας, η κυβέρνηση Μητσοτάκη στέλνει μηνύματα με το 112. 

Αντί να κρατηθούν οι δρόμοι ανοιχτοί, γίνονται ανακοινώσεις για αποφυγή της κυκλοφορίας. 

Αντί να λειτουργήσουν οι βασικές οδικές αρτηρίες και τα Μέσα Μεταφοράς, βγαίνει φιρμάνι για κλειστά σχολεία και τηλεργασία και τα λεωφορεία σταμάτησαν να λειτουργούν.  

Αντί οι ιδιωτικές εταιρείες των Εθνικών Οδών να στείλουν εκχιονιστικά για να μην κόβεται η χώρα στη μέση, οι δρόμοι κλείνουν προληπτικά για να απαλλαγούν οι εταιρείες από κόστη και πρόστιμα. 

Αντί η κυβέρνηση να διασφαλίσει ότι οι ιδιωτικοί υπάλληλοι μπορούν να πάνε στην εργασία τους, απευθύνει “συστάσεις” για τηλεργασία τις οποίες βέβαια οι εργοδότες γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια.

Τα πάντα πλέον αφορούν την ατομική ευθύνη: Ατομική η ευθύνη του πολίτη να αντιμετωπίσει την πανδημία γιατί στα νοσοκομεία θα πεθάνει. Ατομική η ευθύνη του οδηγού να μην βγει στο δρόμο. Ατομική η ευθύνη του εκπαιδευτικού να κάνει μάθημα μέσω webex. Ατομική η ευθύνη του μαθητή να παρακολουθήσει το μάθημα μέσω webex. Ατομική η ευθύνη του ιδιωτικού υπαλλήλου να πάει στη δουλειά του χωρίς Μέσα Μεταφοράς. Ατομική και η ευθύνη του να πείσει τον εργοδότη του ότι δεν μπορεί να φτάσει στη δουλειά του με χιονοπέδιλα. 

Στο ιδιωτικοποιημένο κράτος του σύγχρονου νεοφιλελευθερισμού, όλα είναι ατομική ευθύνη. Εκτός βέβαια από αυτούς που κυβερνούν, που αντί να λογοδοτούν ατομικά, για την κρατική ευθύνη που τους έλαχε -και δεν μπόρεσαν- να οργανώσουν, ρίχνουν το βάρος και το ανάθεμα στους πολίτες. 

Συνεχίζεται η ίδια πολιτική που τα καλοκαίρια αφήνει τις πυρκαγιές να καίνε όλη τη χώρα με μοναδικό σχέδιο να σβήσουν όταν φτάσουν στη θάλασσα και μοναδικό μέλημα να εκκενώνονται τα σπίτια για να μην υπάρξει νέο Μάτι και πολιτικό κόστος. 

Στόχος σε μια αναμενόμενη και μάλλον μέτριας έντασης κακοκαιρία δεν μπορεί να είναι να μην βγουν οι πολίτες από τα σπίτια τους, μην τύχει και αποκλειστούν στην Αττική Οδό και η κυβέρνηση φανεί ανίκανη. Στόχος είναι το κράτος να έχει πάρει όλα τα μέτρα για να μην αποκλειστεί κανείς. Τουλάχιστον όχι καταμεσής της πρωτεύουσας. 

Η κυβέρνηση μοιάζει με τους πειρατές στον Αστερίξ που με το βλέπουν τους Γαλάτες, βυθίζουν μόνοι τους το πλοίο τους, για να μην τους το βουλιάξουν αυτοί. 

Όμως αυτή δεν είναι η δουλειά του κρατικού μηχανισμού. Το να στέλνει η Πολιτική Προστασία μέσω του 112 μήνυμα να μένουμε μέσα στην πανδημία, στις πλημμύρες και στον χιονιά, και να τρέχουμε πανικόβλητοι στην πυρκαγιά, δεν συνιστά ούτε πολιτική προστασία, ούτε κρατική ευθύνη, ούτε συλλογική φροντίδα για το κοινό καλό. 

Πρόκειται για την πλήρη παραδοχή ότι το ιδιωτικοποιημένο νεοφιλελεύθερο κράτος έχει αποσυρθεί από την υποχρέωσή του να διασφαλίζει τα κοινά αγαθά, την ανθρώπινη ζωή, τη στέγη, την εργασία, την περιουσία των πολιτών του, και περιορίζει το ρόλο του στο να χρηματοδοτεί από τον κρατικό προϋπολογισμό το ιδιωτικό κεφάλαιο.

Πρόκειται επίσης για την περίτρανη απόδειξη ότι η ιδιωτικοποίηση δρόμων, συγκοινωνιών και κρατικών λειτουργιών που τάχα θα έφερνε καλύτερη ποιότητα και αποτελεσματικότητα, φέρνει συστηματική και μόνιμη ταλαιπωρία, καθώς οι ιδιώτες για να περιορίσουν το κόστος και τα λειτουργικά έξοδα, δεν ανταποκρίνονται ούτε καν στα απαραίτητα. Το κράτος φυσικά, αντί να ελέγξει και να τιμωρήσει, τους καλύπτει και τους αποζημιώνει. 

Αυτό το κράτος, το ιδιωτικοποιημένο, το φιλικό στους επιχειρηματίες και εχθρικό στους πολίτες, το ανίκανο να κρατήσει ανοιχτούς τους πιο κεντρικούς δρόμους στην πρώτη χιονόπτωση, το συνειδητά ανήμπορο να ανταποκριθεί στην απαίτηση για παιδεία, για υγεία, για κοινωνικά αγαθά, δεν το θέλουμε. Από όποιον κι αν υπηρετείται, είτε λέγεται Τσίπρας, είτε Μητσοτάκης, είτε ΣΥΡΙΖΑ, είτε ΝΔ. 

Η κοινωνία, ο πολιτικός κόσμος και το αντιφασιστικό κίνημα απέναντι στο ερώτημα: Κατάδικοι Χ.Α. και εκλογές: “Αποκλεισμός ή ελευθερία συμμετοχής;”

Ό φασισμός και ο ναζισμός ως πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά αντιμετωπίζεται στον δρόμο, στις γειτονιές, στα συνδικάτα και στην κοινωνία. Η μαζική, πολύμορφη και ενωτική πάλη όλα τα προηγούμενα χρόνια απέτρεψε τη νομιμοποίησή του σε ευρύτερα κοινωνικά ακροατήρια και υποχρέωσε τις αρμόδιες δυνάμεις της κρατικής εξουσίας να ελέγξουν την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής σε όλα τα κλιμάκια της ιεραρχίας της και όχι μόνο στα εκτελεστικά όργανα.

Η καταδικαστική απόφαση της 7.10.2020 έθεσε τέλος στην ατιμωρησία της φασιστικής βίας στην Ελλάδα για πρώτη φορά στην ιστορία μετά από πολλές δεκαετίες. Ζητούμενο ήταν όχι η απαγόρευση της πολιτικής δράσης, πράγμα που σε κανένα δικαστήριο δεν πρέπει να δίδεται το δικαίωμα να κάνει, αλλά η αποδοκιμασία και τιμωρία της εγκληματικής δράσης των κατηγορουμένων μελών της Χ.Α, που όπως αποδείχθηκε, εκδηλώθηκε με κίνητρο τη ναζιστική της ιδεολογία.

Το ζήτημα του επιτρεπτού της συμμετοχής η μη των καταδικασθέντων για την υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης «Χρυσή Αυγή» με την υπ’ αριθμόν 2425/2020 Απόφαση του Α΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, ύστερα από μία ιστορική δίκη που διήρκεσε πεντέμισι χρόνια, απασχολεί την επικαιρότητα σήμερα.

Οφείλουμε να επισημάνουμε, καταρχήν, σχετικά με το νομικό πλαίσιο, ότι το Σύνταγμα απαγορεύει ρητά (άρθρο 51 παρ. 2) τον περιορισμό του εκλογικού δικαιώματος, εκτός των περιπτώσεων που δεν έχει συμπληρωθεί κατώτατο όριο ηλικίας ή για την ικανότητα δικαιοπραξίας ή ως συνέπεια αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για ορισμένα εγκλήματα. Η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων η οποία προβλεπόταν ως παρεπόμενη ποινή από τις διατάξεις του παλαιού Ποινικού Κώδικα προέβλεπε επίσης ως προϋπόθεση για την εφαρμογή της το αμετάκλητο της καταδίκης και, κατά συνέπεια, η κατάργηση της παρεπόμενης αυτής ποινής από το νέο Ποινικό Κώδικα δεν επέφερε οποιαδήποτε τροποποίηση στο νομικό καθεστώς αντιμετώπισης των καταδικασθέντων με βάση την ποινή τους.

Ωστόσο, οι συνταγματικές διατάξεις (άρθρα 55 επ.) επιτρέπουν στον κοινό νομοθέτη να θεσπίζει κωλύματα και ασυμβίβαστα των βουλευτών, όχι με την έννοια της ποινής, αλλά με την έννοια του μέτρου για την εύρυθμη λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και του πολιτεύματος. Αυτή αντίστοιχα επιβάλλεται και από το άρθρο 29 του Συντάγματος, που προβλέπει την υποχρέωση των πολιτικών κομμάτων να εξυπηρετούν με την οργάνωση και δράση τους (σ.σ.  όχι με την ιδεολογία και τις πεποιθήσεις τους) την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, παρότι το τελευταίο δεν υλοποιείται από συγκεκριμένους εκτελεστικούς νόμους, ούτε προβλέπει κυρώσεις. Κωλύματα και ασυμβίβαστα υποψηφίων βουλευτών προβλέπονται ακόμα και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η κοινωνική συμπεριφορά τους δεν ενέχει ηθική και ποινική απαξία όση αποτυπώνεται στο μέγεθος μιας καταδικαστικής απόφασης, ή και καμία απαξία, και γι’ αυτό δεν έχει και τον χαρακτήρα ποινής.

Έχοντας τις σκέψεις αυτές, κάποιοι συνήγοροι πολιτικής αγωγής ήδη από τον Οκτώβριο 2020 είχαμε διατυπώσει την απαίτηση να αντιμετωπισθεί με ανάλογη τροποποίηση της εκλογικής νομοθεσίας το ζήτημα της συμμετοχής των καταδικασμένων για ένταξη και διεύθυνση στην εγκληματική ναζιστική οργάνωση «Χρυσή Αυγή». Δεν υπηρετούσαμε καμμία προεκλογική σκοπιμότητα, το θέσαμε ως συνέπεια της όλης προσπάθειάς μας στη δίκη. Χωρίς να αμφισβητούμε στο παραμικρό το γεγονός ότι ο φασισμός αντιμετωπίζεται στον δρόμο, στις γειτονιές, στα συνδικάτα και στην κοινωνία, κρίναμε  ότι η θέσπιση διάταξης αποκλεισμού συνιστά την αναγκαία, ανάλογη και ισόρροπη αποτύπωση της κατάκτησης της άμυνας του κοινωνικού σώματος και του αντιφασιστικού κινήματος και της θεσμικής του απαίτησης για τη θωράκισή της απέναντι στον κίνδυνο μιας νέας ασυλίας, ανοχής και  νομιμοποίησης της ναζιστικής εγκληματικής βίας, όπως είχε συμβεί την περίοδο 2012-2013.

Επισημάναμε ότι για τη την θεσμική υλοποίηση της πρόβλεψης δεν βοηθά η χρήση των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα που είτε στην εκδοχή του νέου (που έχει καταργήσει από 1.7.2019 την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων ως παρεπόμενη ποινή), είτε στην εκδοχή του παλιού (που προέβλεπε  την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων αλλά απαιτούσε αμετάκλητη απόφαση), παρά μόνο τροποποίηση στην εκλογική νομοθεσία, ώστε να αντιμετωπιστεί ισόρροπα, ανάλογα και οριοθετημένα το ζήτημα της απαγόρευσης συμμετοχής τους στις βουλευτικές εκλογές, αφού η ναζιστική εγκληματική τους δράση συνιστά αυτονόητη απειλή για την δημοκρατία.

Η κυβέρνηση της Ν.Δ. έκλεισε τα μάτια για άλλη μία φορά και σε αυτήν στην δίκαιη απαίτηση του αντιφασιστικού κινήματος και έσπευσε λίγους μήνες μετά, και τότε με την φημολογία της περιρρέουσας ατμόσφαιρας για πρόωρες εκλογές, να νομοθετήσει το ν. 4804/2021, κύριος στόχος του οποίου όμως δεν ήταν παρά  ήταν η επέκταση του ορίου του 3% που ισχύει στις βουλευτικές εκλογές και στις δημοτικές και περιφερειακές, προκειμένου να υπάρξει δικαίωμα εκλογής συμβούλων από αυτοδιοικητική παράταξη, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι τον κύριο αντίπαλο της αποτελεί η εξωκοινοβουλευτική αριστερά, που στις αυτοδιοικητικές εκλογές 2019 είχε κατορθώσει να εκπροσωπηθεί σε όλες τις Περιφέρειες της χώρας και σε εκατοντάδες Δήμους.

Για τις βουλευτικές εκλογές, με το άρθρο 92 του ν. 4804/2021, επιτράπηκε η συμμετοχή σε κόμματα ως υποψηφίων βουλευτών προσώπων τα οποία έχουν καταδικαστεί για ένταξη ή διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, αρκεί να μην είναι νόμιμοι εκπρόσωποι και αρχηγοί των κομμάτων αυτών. Με άλλα λόγια, δηλαδή, η Ν.Δ. “έκλεισε το μάτι” στα καταδικασμένα μέλη της Χρυσής Αυγής και τους υπέδειξε να βαφτίσουν κάποιον άλλον, αχυράνθρωπο ή μη, ως αρχηγό του κόμματος, και ύστερα από αυτό να συμμετάσχουν ελεύθερα στα ψηφοδέλτια. Καταγγείλαμε επανειλημμένα την ρύθμιση αυτή χωρίς να εισακουστούμε.

Μπροστά στη γενική κατακραυγή  σήμερα η Νέα Δημοκρατία, επιδιώκοντας να δημιουργήσει εντυπώσεις αντιπερισπασμού στην ακροδεξιά και ανελέητη κοινωνικο – οικονομική της πολιτική, πολιτική της, την απροκάλυπτη στήριξη των κατασταλτικών εγκλημάτων, την ανοχή των σεξιστικών εγκλημάτων και την υστερία ενάντια στους πρόσφυγες και μετανάστες, το τείχος, τις επαναπροωθήσεις και τα ψέμματα, και όλα όσα άλλα επιβεβαιώνουν την εμμονή της στην πολιτική ατζέντα της ακροδεξιάς και κάνει τους φασίστες να νοιώθουν ισχυροί και δικαιωμένοι, σπεύδει να ζητήσει διαβούλευση από τα άλλα κόμματα με ποιο τρόπο θα νομοθετηθεί ο αποκλεισμός των καταδικασθέντων της Χ.Α. από τις προσεχείς βουλευτικές εκλογές.

Αλλά και τα στενότερα κίνητρά της Ν.Δ. βέβαια, δεν είναι και τόσο….αντιναζιστικά ! Είναι γνωστό (και πως να μην είναι με την συστηματική πλύσης εγκεφάλου από δημοσκοπήσεις και Μ.Μ.Ε. 😉 ότι οι δημοσκοπικές επιταγές, που εκπορεύονται πάντα από τα ίδια επιτελεία και συμφέροντα που εμπιστεύονται τη Ν.Δ. στη διαχείριση της εξουσίας της χώρας, φαίνονταν μέχρι πρότινος να οδηγούν «σηκωτό» τον Κασιδιάρη στην Βουλή (για τον οποίο μάλιστα φημολογείται ότι είχε και την ευφυή σκέψη να χρίσει αρχηγό του συνδυασμού που πρόκειται να συμμετάσχει στις επικείμενες εκλογές έναν συγγενή του που φέρει ακριβώς το ίδιο όνομα και επώνυμο, γελοιοποιώντας στην πράξη τις διατάξεις του νόμου Βορίδη), οπότε ο κίνδυνος απώλειας ψήφων και  δυσχέρανσης των μετεκλογικών κυβερνητικών της σχεδίων την οδηγεί εσπευσμένα στον προσανατολισμό του αποκλεισμού. Φαίνεται ότι οι τελευταίοι σχεδιασμοί στα επιτελεία της άρχουσας τάξης δεν εκτιμούν σε αυτήν τη φάση ως συμφέρουσα την παραγωγή μιας – παλιά, γνωστή και πολλαχού εκπορευόμενη εκδοχή επίσης – κοινοβουλευτικής “σοβαρής Χ.Α.”.

Η διάταξη την οποία προτείνει η κυβέρνηση είναι πολύ χειρότερη από αυτήν που έχει θεσπίσει ήδη, για τον λόγο ότι διευρύνει ανεπίτρεπτα το εύρος των κομμάτων και προσώπων τα οποία αποκλείει από τις εκλογές και, ακόμα χειρότερα, διότι απεμπολώντας απροκάλυπτα τη νομοθετική της εξουσία, μεταθέτει στην κρίση του Αρείου Πάγου, ενός δικαστικού σώματος δηλαδή που δεν νομιμοποιείται ευθέως από τον λαό, ούτε συγκροτείται από το Σύνταγμα για να νομοθετεί, την κρίση για το αν ένα κόμμα απειλεί ή όχι την δημοκρατία. Δεν ζούμε όμως στις εποχές που οι ιδεολογίες και οι πολιτικές εγκρίνονταν ή απορρίπτονταν από τα δικαστήρια και δεν επιθυμούμε να συμβάλουμε στην επάνοδό της. Και ο Αρειος Πάγος πρέπει να περιορίζεται στον συνταγματικό του ρόλο που είναι ο τυπικός έλεγχος της νομιμότητας των κομμάτων, συνδυασμών και υποψηφίων και όχι ο ουσιαστικός έλεγχος του ιδεολογικοπολιτικού πλαισίου τους και ο αποκλεισμός τους από τη νομιμότητα.

Συνεπώς, η διάταξη που προτείνει η Ν.Δ. είναι παντελώς απαράδεκτη και μόνο για τον λόγο αυτόν.

Απέναντι στο ζήτημα που ανοίγει το αντιφασιστικό κίνημα εύλογα προβληματίζεται (γίνεται λόγος για προβληματισμό και όχι για δίλημμα γιατί καμμία από τις δύο επιλογές δεν υπερτιμά τη σημασία των θεσμών απέναντι στην κινηματική δράση) ανάμεσα σε δύο επιλογές :

1) Την επιλογή της αντίθεσης σε οποιονδήποτε εκλογικό περιορισμό, ακόμα και για τους ναζιστές με το σκεπτικό ότι είναι ανεπίτρεπτη η παραχώρηση στο κράτος οποιασδήποτε εξουσίας απαγόρευσης λειτουργίας κομμάτων η και συμμετοχής τους στις εκλογές με το σκεπτικό ότι αυτή θα χρησιμοποιηθεί και ενάντια σε οποιονδήποτε άλλον σχηματισμό μη αρεστό στο σύστημα. Το σκεπτικό αυτό απορρέει από βαρειά και μακρόχρονη ιστορική εμπειρία, αφού ολόκληρη η πολιτική ιστορία του τόπου είναι ιστορία διώξεων της αριστεράς, ενώ ο αποκλεισμός από τη νομιμότητα κομμουνιστικών κομμάτων τα τελευταία χρόνια είναι γεγονός σε δεκάδες  χώρες, καθώς και η διακηρυκτική καταδίκη του κομμουνισμού από όργανα και φορείς της Ε.Ε.

2) Την επιλογή της απαίτησης να αποκλεισθούν από τη νομιμότητα και τις εκλογές αυτοί που έχουν καταδικασθεί για κακουργήματα που αποδεδειγμένα τελέστηκαν με ναζιστικό κίνητρο. Το σκεπτικό της επιλογής αυτής είναι το γνωστό “Καμμία ελευθερία στους εχθρούς της ελευθερίας”, σε συνδυασμό με την ανάγκη θεσμικής και νομικής αποτύπωσης και κατοχύρωσης των κατακτήσεων της κοινωνίας, ανάμεσα στις οποίες προφανέστατα σημαντική θέση κατέχει η πολιτική απομόνωση του ναζισμού και η προστασία από τη νομιμοποίηση της εγκληματικής του δράσης. Απέναντι στην ανησυχία της επέκτασης των απαγορεύσεων στην αριστερά, η επιλογή αυτή προβάλλει την απάντηση ότι ο κίνδυνος αυτός αποτρέπεται όσο ο συσχετισμός δυνάμεων επιβάλλει τη νομιμότητα της δράσης της και αποκρούει την απαγόρευσή της.

Το “θεσμικό προσωπικό” του αντιφασιστικού κινήματος έχει την υποχρέωση να αναζητήσει λύση στη δεύτερη επιλογή προκειμένου να δοκιμασθεί αν είναι εφικτή κατά τρόπο που να διαψεύδει τους φόβους μια ρύθμιση αποκλεισμού των εχθρών της ελευθερίας. Και αυτό επιχειρεί το κείμενο που διαβάζετε.

Μόνη ικανή ανεκτή συνταγματικά ρύθμιση είναι εκείνη η οποία θα αποκλείει από τις εκλογές πρόσωπα και κόμματα τα οποία συνδέονται με συγκεκριμένα εγκλήματα κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας ή των άρθρων187 ή 187Α του Ποινικού Κώδικα τα οποία τελέστηκαν με ναζιστικό κίνητρο (εφόσον αυτό προκύπτει από το σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης) και ο αποκλεισμός των κομμάτων και των προσώπων αυτών από το δικαίωμα εκλέγεσθαι σε όλη τη διάρκεια της ποινής που εκτίουν, εφόσον σε αυτήν δεν έχει χορηγηθεί αναστέλλουσα δύναμη ενόψει έφεσης. Και όχι η γενική της εφαρμογή σε καταδικασθέντα για διάφορα ποινικά αδικήματα πρόσωπα η η επέκτασή της σε άλλα κόμματα που να ανοίγει τον δρόμο για τον αποκλεισμό τους στα γνωστά αντιδραστικά πλαίσια εξίσωσης του ναζισμού με τον κομμουνισμό και τη θεωρίας των δυό άκρων.

Χωρίς καμμία θεσμολαγνική αυταπάτη και έχοντας πάντα την επίγνωση ότι ο ναζισμός ως πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά αντιμετωπίζεται στην κοινωνία και στο δρόμο (“Τον φασισμό τσακίζουν αγώνες λαϊκοί”) παρά στους θεσμούς, που δεν στάθηκαν ποτέ ικανοί, στο μέτρο που υποτίθεται ότι θέλησαν, να τον ανακόψουν, ο γράφων θα είχε να προτείνει την ακόλουθη διατύπωση διάταξης :

Κόμματα, των οποίων ο αρχηγός ή ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας ή εκείνος που ασκεί την πραγματική διεύθυνση ή περισσότεροι του ενός πέμπτου των βουλευτών ή του ενός πέμπτου των ευρωβουλευτών ή του ενός πέμπτου των μελών του κεντρικού οργάνου διοίκησης έχουν καταδικαστεί με  απόφαση  των άρθρων 187 ή 187Α του Ποινικού Κώδικα ή κατά της ζωής ή κατά της σωματικής ακεραιότηταςπου τελέστηκαν με ναζιστικό κίνητρο όπως προκύπτει από τη δικαστική απόφαση, καθώς και συνασπισμοί κομμάτων στους οποίους συμμετέχει τέτοιο κόμμα, αποκλείονται από τη συμμετοχή στις εκλογές. Τα καταδικασθέντα πρόσωπα αποκλείονται και ως μεμονωμένοι υποψήφιοι η και ως υποψήφιοι κομμάτων και συνασπισμών που δεν εμπίπτουν στο πρώτο εδάφιο.

Ομοίως αποκλείονται από τις εκλογές κόμματα των οποίων ο αρχηγός ή εκείνος που ασκεί την πραγματική διεύθυνση ή οι υποψήφιοι βουλευτές έχουν καταδικαστεί με απόφαση οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας χωρίς αναστολή ή χωρίς αναστέλλουσα δύναμη της έφεσης για κακουργήματα  των άρθρων 187 ή 187Α του Ποινικού Κώδικα, ή κατά της ζωής ή κατά της σωματικής ακεραιότητας, τα οποία τελέστηκαν με ναζιστικό κίνητρο, όπως προκύπτει από τη δικαστική απόφαση.

Η ρύθμιση αυτή ισχύει όσο διαρκεί για τα ως άνω φυσικά πρόσωπα η επιβληθείσα ποινή. Το χρονικό διάστημα αποστέρησης υπολογίζεται από την επομένη της ημέρας της καταδικαστικής απόφασης. Η έκτιση ή μη της ποινής και η υφ όρον απόλυση δεν ασκεί επιρροή στον υπολογισμό του ανωτέρω χρονικού διαστήματος.

Η ρύθμιση αυτή θεσπίζεται μεν εκ των υστέρων σε σχέση με το χρόνο της καταδικαστικής απόφασης για τη Χ.Α, όμως είναι ανεκτή συνταγματικά διότι όπως προαναφέρθηκε δεν αποτελεί ποινή (έστω και παρεπόμενη, που θα προϋπέθετε ποινική πρόβλεψη πριν την τέλεση της πράξης), αλλά μέτρο.

 Τα χαρακτηριστικά της προτεινόμενης από τον γράφοντα παραπάνω ρύθμισης, ότι :

1) Δεν πρόκειται για διάταξη φρονηματική, διότι δεν αποκλείει τους ναζιστές γενικά από τις εκλογές, αλλά αποκλείει μόνο εκείνους οι οποίοι έχουν καταδικαστεί για εγκληματική δράση με ναζιστικό κίνητρο.

2) Δεν θέτει εκτός νόμου κανένα κόμμα με  κριτήριο την ιδεολογία του, ακόμα και τη ναζιστική. Κατά συνέπεια, κρίνει με γνώμονα την πράξη και όχι το φρόνημα.

3) Δεν απολήγει σε πολιτικές διώξεις αντιφρονούντων, όπως συνέβαινε με τα ιδιώνυμα, τους αντιτρομοκρατικούς νόμους κλπ.

4) Δεν προβλέπει μόνιμο αποκλεισμό, αφού η διάρκεια του αποκλεισμού από  δικαίωμα εκλέγεσθαι δεν είναι δια βίου, αλλά μόνο όσο διαρκεί η ποινή που επιβλήθηκε.

5) Δεν αναθέτει σε καμμία κυβερνητική, διοικητική η δικαστική αρχή την υποκειμενική κρίση σχετικά με την επικινδυνότητα των καταδικασθέντων και την τέλεση του αδικήματος από ναζιστικό κίνητρο, αλλά αντλεί στοιχεία μόνο από την ίδια την προηγηθείσα καταδικαστική απόφαση.

6) Συναρτάται με την μη χορήγηση αναστέλλουσας δύναμης στην έφεση, πράγμα που σημαίνει ότι ακολουθεί το σκεπτικό του δικαστηρίου στο μείζον (που είναι η στέρηση της ελευθερίας) και στο έλασσον (που είναι το δικαίωμα εκλέγεσθαι).

Ας σημειωθεί ότι  για τον Η. Κασιδιάρη, εκτός από την απόφαση του Οκτώβρη 2020 που δεν του έδωσε αναστέλλουσα δύναμη στην έφεση (όπως και σε άλλους 39 καταδικασθέντες), μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί δύο ακόμα απορριπτικές αποφάσεις σε αντίστοιχα αιτήματά του, μία στις 19.12.2022 από το Α΄ Πενταμελές Εφετείο Αθηνών που δικάζει από τις 17.6.2022 την υπόθεση στον δεύτερο βαθμό και άλλη μία στις 16.1.2023 από το Πενταμελές Εφετείο Αναστολών Αθηνών.

7) Επικεντρώνεται στα καταδικασθέντα πρόσωπα και αντλεί από τη συμμετοχή τους τις έννομες συνέπειες για ην απαγόρευση συμμετοχής των αντίστοιχων κομμάτων, χωρίς να την επεκτείνει σε κόμματα ακόμα και ναζιστικής ιδεολογίας,που δεν περιλαμβάνουν καταδικασθέντες με ναζιστικό κίνητρο για τα παραπάνω εγκλήματα.

8) Δεν επεκτείνεται σε περισσότερα αδικήματα από εκείνα με τα οποία εκδηλώνεται συνήθως η ναζιστική βία (που οι διαχειριστές της έννομης τάξης αρνούνται ακόμα να την εντάξουν στο ΠΚ 187Α) ούτε σε εγκλήματα με άλλο πλην ναζιστικού κινήτρου. Και έτσι δεν “παίρνει σβάρνα” άλλα μέρη της κοινωνίας, ιδίως σε εποχές άκρατου ποινικού λαϊκισμού και αυστηροποίησης.

9) Προβλέπεται μόνο για κακουργήματα (σοβαρά και δεκτικά φυλάκισης) αδικήματα και όχι μικρότερης κλίμακας αδικήματα π.χ. πλημμελήμματα.

Αν έλειπε οποιαδήποτε από τις παραπάνω προϋποθέσεις, θα ήταν χίλιες φορές προτιμότερο να μην ψηφισθεί τίποτα ή ακόμα και να παραμείνει σε ισχύ  ακόμα και η φαιδρή διάταξη του άρθρου 92 ν. 4804/1992.

Συνεπώς η ανησυχία ότι μία ρύθμιση όπως αυτή που προτείνεται είναι δυνατό να ανοίξει τον δρόμο και για μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας και κυρίως για την Αριστερά, που εύλογα και σωστά εκφράζεται και αμφισβητεί τις καλές προθέσεις των συστημικών κύκλων, αφού ολόκληρη η πολιτική ιστορία του τόπου είναι ιστορία διώξεων της αριστεράς, δεν επιβεβαιώνεται από τα νομικά δεδομένα των εννόμων συνεπειών της διάταξης αυτής, η οποία περιορίζει τον αποκλεισμό στην εγκληματική δράση με ναζιστικό κίνητρο, χωρίς να τη διευρύνει κατά τρόπο που να είναι δυνατόν να υπαχθούν και άλλοι. Αλλά ούτε και τα πολιτικά δεδομένα της περιόδου καθιστούν ρεαλιστική την πρόβλεψη ότι μία τέτοια διάταξη είναι δυνατό να αποκλείσει την Αριστερά ή να τη θέσει εκτός νόμου. Αφενός διότι η Ελλάδα (ευτυχώς) δεν είναι ……Εσθονία, αλλά και αφετέρου διότι οι ένοπλες αντικαπιταλιστικές οργανώσεις που δραστηριοποιήθηκαν ή δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα δεν διακατέχονται από την στόχευση να υποδυθούν το πολιτικό κόμμα και να συμμετάσχουν στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες διατηρώντας την όποια παράνομη δράση τους.

Χωρίς να αμφισβητείται και πάλι στο παραμικρό το γεγονός ότι ο φασισμός αντιμετωπίζεται στον δρόμο, στις γειτονιές, στα συνδικάτα και στην κοινωνία, η θέσπιση της παραπάνω διάταξης αποκλεισμού συνιστά την αναγκαία αποτύπωση της άμυνας του κοινωνικού σώματος και του αντιφασιστικού κινήματος και της θεσμικής του απαίτησης για κατάκτηση της θωράκισης της άμυνας αυτής απέναντι στον κίνδυνο μιας νέας ασυλίας και ανοχής και κατ’ ουσίαν νομιμοποίησης της ναζιστικής εγκληματικής βίας, όπως είχε συμβεί την περίοδο 2012-2013. Ανάλογη θεσμική αποτύπωση αποτέλεσε ο ν. 4203/2013 για την αναστολή της χρηματοδότησης της Χ.Α, που μάλιστα κρίθηκε ανεκτός συνταγματικά με δύο αποφάσεις του ΣτΕ, αρχικά με την 83/2014 Συμβ. Αναστολών και οριστικά με την 518/2015 ΟλομΣτΕ, που απέρριψε σχετική αίτηση ακύρωσης της Χ.Α. Το ίδιο και οι αποφάσεις σε Δήμους και Περιφέρειες που έθεσαν σε αργία από τις θέσεις των συμβούλων καταδικασθέντα πρόσωπα (άρθρο 236α ν. 3852/2010). Και δεν μίλησε κανείς για κίνδυνο επέκτασης. Ούτε και υπήρξε.

Αλλιώς θα πρέπει να δεχθούμε τό άτοπο ότι το κίνημα δεν πρέπει να διεκδικεί  τη θεσμική και νομική αποτύπωση και κατοχύρωση των κατακτήσεών του.

Και πέρα από την προτεινόμενη διάταξη σχετικά με τις εκλογές, η δίκη της Χρυσής Αυγής και η αντιμετώπιση της ναζιστικής, ρατσιστικής και φασιστικής εγκληματικής βίας υπάρχουν και άλλες διεκδικήσεις, που βαρύνουν με αντίστοιχες υποχρεώσεις την κυβέρνηση και τις κοινοβουλευτικές δυνάμεις.

1) Η αποτελεσματική και άμεση αντιμετώπιση κάθε προσπάθειας αναβίωσης τραμπούκικων, φασιστικών και ναζιστικών πρακτικών, που αν και χωρίς την έκταση των Ταγμάτων Εφόδου της Χρυσής Αυγής επιχειρούν κατά καιρούς  την επανεμφάνιση τους και είναι βέβαιο ότι, όσο αντιμετωπίζονται με ανοχή, θα την επαυξάνουν.

2) Η αποζημίωση με νομοθετική πράξη των θυμάτων της Χρυσής Αυγής, των οικογενειών τους και των συνηγόρων πολιτικής αγωγής, που εργάζονται απλήρωτοι επί οχτώ χρόνια στην υπόθεση αυτή, με διάθεση του ποσού της παρακρατημένης κοινοβουλευτικής χρηματοδότησης της Χρυσής Αυγής.

Το κράτος  είναι υπόχρεο, αφού ανέχθηκε, αν όχι υπέθαλψε, τα ναζιστικά αυτά εγκλήματα να αποζημιώσει τα θύματα τους όπως συμβαίνει στις περισσότερες χώρες και να απαλλάξει τα θύματα από ατελέσφορους και δαπανηρούς αγώνες στα αστικά δικαστήρια. Το γεγονός ότι οι υπόδικοι της Χρυσής Αυγής οδηγήθηκαν στο ακροατήριο χωρίς την κατηγορία του ΠΚ 187Α (αφού ο σημερινός Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και τότε Εισαγγελέας Εφετών, δεν άσκησε ποινική δίωξη και για το αδίκημα αυτό, παρότι βοούσαν τα πραγματικά περιστατικά που διαπίστωνε ακόμα και ο ίδιος) είχε ως έννομη συνέπεια, πέρα απ’ όλα τα άλλα, και την απαλλαγή του κράτους από την παροχή αποζημιώσεων στα θύματα της ως θύματα τρομοκρατίας, όπως γίνεται για κάθε τζάμι που σπάει ύστερα από γκαζάκια ή μολότοφ στα γραφεία οποιουδήποτε πολιτικού ή αναγραφή συνθημάτων κλπ.

Ο αγώνας ενάντια σε κάθε προσπάθεια αναβίωσης του φασισμού, στην ανοχή των ρατσιστικών εγκλημάτων και τη νομιμοποίηση της ναζιστικής εγκληματικής βίας δεν σταματάει, ούτε “εμπιστεύεται” περισσότερο από τις δυνάμεις του τους θεσμούς, που είναι πάντα υπηρέτες της εξουσίας. Αλλά όταν οι αγώνες αποκτούν νίκες και κατακτήσεις, είναι προς όφελός τους να  νομιμοποιούνται.

Καμμία ελευθερία στους εχθρούς της ελευθερίας. Οχι στη συμμετοχή των καταδικασθέντων για ναζιστικά εγκλήματα στις εκλογές. Αποζημιώσεις στα θύματα της ΧΑ και τις οικογένειές τους. Καμμία ανοχή στη φασιστική, ρατσιστική και ναζιστική εγκληματική δράση και τη νομιμοποίησή της.

Η δημοκρατία δεν κινδυνεύει από τους Γλύξμπουργκ. Κινδυνεύει από τους Μητσοτάκη – Ντογιάκο.

Η μόνιμη επωδός όσων εισηγούνται μεγαλοψυχία, λήθη, δημοσία δαπάνη κηδεία του τέως βασιλιά και απόδοση τιμών αρχηγού κράτους είναι ότι η δημοκρατία δεν κινδυνεύει από τους Γλύξμπουργκ. 

Πράγματι, η δημοκρατία στη χώρα δεν κινδυνεύει από τους μπουφόνους της βασιλείας, Ούτως ή άλλως η ελλαδική εκδοχή γαλαζοαίματων υπήρξε ανίκανη και γκροτέσκο, σχεδόν όσο υπήρξε επιζήμια και καταστροφική. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ξεχάσουμε την ιστορία. Απαιτεί όμως να μην κλείνουμε τα μάτια στο παρόν συζητώντας για το παρελθόν. 

Ο έκπτωτος μονάρχης πεθαίνει μία μέρα μετά την πρωτοφανή γνωμάτευση Ντογιάκου, που λειτουργώντας ως εκτελεστικό όργανο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, απαγορεύει στην ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών) την περαιτέρω διερεύνηση του μέγα σκανδάλου των υποκλοπών, απειλώντας μάλιστα σκαιότατα τα μέλη της με απαγγελία κατηγοριών. 

Βεβαίως ο κ. Ντογιάκος πατά πάνω στον πρόσφατα ψηφισμένο νόμο 5022/2022 της κυβέρνησης Μητσοτάκη για να απειλήσει την ΑΔΑΕ. Δεν ενδιαφέρεται για το γεγονός ότι ένας νόμος μπορεί να ερμηνεύεται μόνο σε συμφωνία με το Σύνταγμα και όχι εναντίον του, αλλά αυτό είναι θέμα που θα το εξηγήσουν καλύτερα οι νομικοί και οι συνταγματολόγοι, όσοι τουλάχιστον δεν είναι εξωνημένοι των ποικίλων εξουσιών.

Ο αποκαλούμενος και “ψηλός” ή και “Παναθηναϊκάκιας”, νυν Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, αποφάσισε να ερμηνεύσει τον νόμο της κυβέρνησης Μητσοτάκη προστατεύοντας την κυβέρνηση από τυχόν επόμενες αποκαλύψεις για το εύρος και το είδος των υποκλοπών που οργανώθηκαν από την ΕΥΠ, όντας αυτή υπό την άμεση διοικητική και πολιτική ευθύνη του κ. Μητσοτάκη. 

Όλη η ιστορία των υποκλοπών μοιάζει πια να βγήκε από ένα ενιαίο κέντρο (ή καλύτερα παράκεντρο) εξουσίας: ο Μητσοτάκης αναλαμβάνει προσωπικά την ΕΥΠ από την πρώτη μέρα της θητείας του, η ΕΥΠ οργανώνει παρακολουθήσεις και υποκλοπές συνομιλιών πολιτικών προσώπων, υπουργών, στρατιωτικών, η κυβέρνηση κάνει νόμο με τον οποίο θωρακίζει τις υποκλοπές, και μόλις ξεσπά το σκάνδαλο και απειλείται το περαιτέρω ξεσκέπασμα των παρακολουθήσεων από την ΑΔΑΕ, η κυβέρνηση κάνει νέο νόμο με τον οποίο “περιορίζει” την ΑΔΑΕ, ενώ ο εισαγγελέας ερμηνεύει τον νόμο προληπτικά (!) και απειλεί ανοικτά την Αρχή. 

Όμορφος, αγγελικός κόσμος, και προπαντός δημοκρατικός… 

Αν η γνωμάτευση Ντογιάκου παρθεί τοις μετρητοίς, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ κινδυνεύει με σύλληψη στο βαθμό που αντέξει την πρωτοφανή πίεση την οποία υφίσταται και συνεχίσει να ασκεί τις από το Σύνταγμα προβλεπόμενες αρμοδιότητές του. Το ότι κάτι τέτοιο θα ήταν πρωτοφανές για ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος που αρέσκεται να δηλώνει κράτος Δικαίου, δεν φαίνεται να ενοχλεί τους ιεροφάντες του “συνταγματικού πατριωτισμού” που θυμούνται το Σύνταγμα και τους νόμους μόνο στο βαθμό που βολεύει την άρχουσα τάξη και το πολιτικό της προσωπικό με πρώτο από όλο τη φαμίλια Μητσοτάκη. 

Αυτός είναι ο κίνδυνος για τη δημοκρατία στην Ελλάδα του 2023, και όχι οι έκπτωτοι, αναξιόπιστοι, φαιδροί και ολίγιστοι Γλύξμπουργκ, μισόν αιώνα σχεδόν μετά από την αποπομπή τους. 

Τη βασιλεία την έκρινε ήδη η ιστορία – κι ας μην αρέσει στον Κυριάκο Μητσοτάκη – και αποφάνθηκε για τον ιστορικό της ρόλο ο ελληνικός λαός, όχι απλώς με το δημοψήφισμα του ‘74, αλλά με τους αγώνες και το αίμα του. 

Το πώς θα αντιμετωπιστεί ο σημερινός κίνδυνος των πολλαπλών αντισυνταγματικών εκτροπών που εκπορεύονται από την ίδια την κυβέρνηση και συνηγορούνται από τον ανώτατο Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αυτή είναι η πρόκληση για τη δημοκρατία.

Σταματήστε να αναπαράγετε τις θέσεις του Βρετανικού Μουσείου!

[δήλωση-έκκληση προς τα ΜΜΕ για το θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα]
Προφανώς το θέμα της επανένωσης του κορυφαίου μνημείου μάς απασχολεί –και πρέπει να μας απασχολεί– όλους και όλες, επιστήμονες και πολίτες. Το να αναπαράγουμε όμως –και μάλιστα με ιαχές- την προπαγάνδα του Βρετανικού Μουσείου, δεν μας κάνει αρωγούς στην διεκδίκηση των γλυπτών. Αντιθέτως, τα δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών βλάπτουν σοβαρά την ελληνική διεκδίκηση.

Σταματήστε να αναπαράγετε τις θέσεις του Βρετανικού Μουσείου. Τίποτα το νέο δεν κομίζουν οι δηλώσεις ιθυνόντων του Βρετανικού Μουσείου, όπως μεταφέρονται από αμερικάνικα και βρετανικά ΜΜΕ εδώ και δύο μέρες. Είναι, λέει, έτοιμοι να υπογράψουν μια συμφωνία «δανεισμού κάποιων τεμαχίων» των γλυπτών, με τα κατάλληλα «ανταλλάγματα» -ομήρους δηλαδή, ώστε να είναι σίγουροι ότι τα γλυπτά θα επιστρέψουν στο Λονδίνο- με την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα αναγνωρίσει την κυριότητα των αρχιτεκτονικών γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο. Μα αυτή είναι η θέση του Βρετανικού Μουσείου από όταν ξεκίνησε η ελληνική διεκδίκηση από την Μελίνα Μερκούρη!

Η απάντηση του Βρετανικού Μουσείου όλα αυτά τα χρόνια είναι πανομοιότυπη: «τα γλυπτά έχουν αποκτηθεί νόμιμα από το Βρετανικό Μουσείο, μας ανήκουν, αν θέλει η Ελλάδα μπορούμε να της τα δανείζουμε για περιοδικές εκθέσεις και να γυρνάνε πίσω στο Λονδίνο, αρκεί να αποδεχτεί η Ελλάδα ότι η ιδιοκτησία των γλυπτών ανήκει στο Βρετανικό Μουσείο». Άλλωστε, το Βρετανικό Μουσείο μόνο για περιοδικό δανεισμό μπορεί να συζητήσει –όπως έκανε και με το Μουσείο Ερμιτάζ το 2014, όταν δάνεισε για ολιγόμηνη έκθεση στο ρωσικό μουσείο τη μορφή του Ιλισού από το αέτωμα του Παρθενώνα. Για την οριστική επιστροφή των γλυπτών στην Αθήνα χρειάζεται και η πολιτική βούληση της Βρετανικής κυβέρνησης, ώστε να αλλάξει ο σχετικός νόμος (British Act) ή να ενεργοποιηθούν οι διατάξεις του Charities’ Act για τα γλυπτά του Παρθενώνα.

Το ίδιο ακριβώς λέει και σήμερα το Βρετανικό Μουσείο: ότι είναι διατεθειμένο να μας δανείσει κάποια κομμάτια από τα γλυπτά, κι αν θέλουμε, αυτό μπορεί να ξεκινήσει στις αρχές του 2023 –το «προεκλογικό τυρί» για να χάψουμε και τη φάκα! Πολύ σωστά ο Γενικός Διευθυντής του Μουσείου της Ακρόπολης μίλησε για «προβοκατόρικο δημοσίευμα» (δήλωση στην ΕφΣυν), ενώ πηγές του ΥΠΠΟΑ το διέψευσαν.

Τι δεν καταλαβαίνουν οι δημοσιογράφοι των ελληνικών ΜΜΕ; Για κάποιο λόγο αυτό δεν ήταν αρκετό για τα δελτία ειδήσεων της ελληνικής τηλεόρασης τα οποία, σε μια παβλοφικού τύπου αντίδραση, άρχισαν εν χορώ να «παίζουν» την είδηση χωρίς να ασχοληθούν με το περιεχόμενό της. Και κατάφεραν τα ελληνικά ΜΜΕ να αναδειχθούν, χτες και σήμερα, στους καλύτερους προπαγανδιστές της «γραμμής» του Βρετανικού Μουσείου. Γιατί τι άλλο κάνουν όταν παρουσιάζουν ως «σημαντική είδηση» την πάγια θέση του Βρετανικού Μουσείου; Μια θέση την οποία έχουν αντιπαλέψει όλες οι κυβερνήσεις της χώρας;

Η είδηση που διέρρευσε από την ελληνική κυβέρνηση στις αρχές Δεκεμβρίου, μέσω της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ, μιλούσε για προκαταρκτικές συζητήσεις, οι οποίες δεν μπόρεσαν να ολοκληρωθούν γιατί υπήρξαν κάποια «αγκάθια» στις διαπραγματεύσεις. Το αγκάθι της κυριότητας των γλυπτών, που το Βρετανικό Μουσείου θέλει να κατοχυρώσει ότι του ανήκει νόμιμα –και καμία ελληνική κυβέρνηση ως τώρα δεν αναγνωρίζει. Ούτε καν η κυβέρνηση Μητσοτάκη!

Υπάρχουν θετικές εξελίξεις για τα γλυπτά; Ναι. Δεν σχετίζονται όμως με τη «μυστική διπλωματία» του Μαξίμου, και έχουν προβληθεί ελάχιστα, τόσο από την ελληνική κυβέρνηση όσο και από τα ελληνικά ΜΜΕ. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια τεράστια πίεση από τη μουσειολογική και ευρύτερα επιστημονική κοινότητα για την «αποαποικιοποίηση» των Μουσείων, που σε μεγάλο βαθμό –όχι όμως περιοριστικά– συνδέεται με τις κλεμμένες αρχαιότητες που εκτίθενται στα Μουσεία της αποκιοκρατίας. Η πίεση αυτή οδήγησε στην υιοθέτηση του όρου «ηθική των Μουσείων» από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων το φθινόπωρο του 2022. Το Βρετανικό Μουσείο, όπως και άλλα μουσεία του εξωτερικού, βρίσκονται σε μεγάλη πίεση. Το 2022, επίσης, ευοδώθηκε ο αγώνας της Νιγηρίας για την επιστροφή των χάλκινων τέχνεργων του Μπενίν, που είχαν κλαπεί από τη χώρα στα τέλη του 19ου αιώνα από τον βρετανικό στρατό κατοχής, και βρίσκονταν σε Μουσεία στο Βερολίνο και τη Βρετανία. Η επιστροφή αυτή αποτελεί ένα καλό πρόκριμα για τη διεκδίκηση των γλυπτών του Παρθενώνα. Και βέβαια, υπάρχουν οι τρεις δωρεές θραυσμάτων του Παρθενώνα, από το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης (2009), από τη Σικελία (θραύσμα Fagan, ως παρακαταθήκη) και η πρόσφατη δωρεά του Πάπα (2022), που θα έπρεπε να προβάλλονται ως χειρονομίες, αντί να προβάλλονται οι αποικιοκρατικές θέσεις του Βρετανικού Μουσείου.

Η τωρινή κυβέρνηση δεν έχει την έξωθεν καλή μαρτυρία. Όχι μόνο γιατί το 2019 ο Πρωθυπουργός μίλησε, σε βρετανικές εφημερίδες, για «δανεισμό», κάτι που μετά αναγκάστηκε να ανασκευάσει η ελληνική κυβέρνηση. Όχι μόνο γιατί ξεκίνησε διαπραγματεύσεις σε ανώτατο επίπεδο (Πρωθυπουργού και Υπουργών) με τον Πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου σε βρετανικό έδαφος, ενέργεια που όχι μόνο είναι αντιθεσμική, αλλά και ουσιαστικά «άδειασε» με ασύγγνωστη ελαφρότητα την απόφαση της 22ης Συνόδου UNESCO για «διακυβερνητική διαπραγμάτευση», που εκδόθηκε το 2021 μετά από έντονη πίεση της ελληνικής πλευράς. Δώσαμε έτσι ένα μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι εντελώς αναξιόπιστη, όταν τη μία μέρα πιέζει για διαπραγματεύσεις με την βρετανική κυβέρνηση και την επόμενη μέρα (Οκτώβριος 2021) ο Πρωθυπουργός της χώρας αλλάζει γνώμη και ξεκινά συνομιλίες απευθείας με το Βρετανικό Μουσείο!

Πολύ περισσότερο, όμως, γιατί η επαίσχυντη συμφωνία για την Συλλογή Στερν, συμφωνία νομιμοποίησης της αρχαιοκαπηλίας, υπογράφτηκε, ψηφίστηκε και προβλήθηκε ως «πρότυπο» από αυτή την κυβέρνηση. Είναι η πλειοψηφία της ΝΔ στην ελληνική Βουλή που δέχτηκε να νομιμοποιηθεί η αρχαιοκαπηλική συλλογή Στερν και να παραμένει προς έκθεση για 25+25 χρόνια στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Ν. Υόρκης, με τον αποικιοκρατικό όρο ότι για κάθε κυκλαδικό αντικείμενο που θα έρχεται από την Ν. Υόρκη στην Ελλάδα από το 2034 ως το 2073, η Ελλάδα θα στέλνει ένα ανάλογης αξίας κυκλαδικό εύρημα στην Ν. Υόρκη! Τι μήνυμα έδωσε η χώρα με τη συμφωνία αυτή; Ότι μπορούν να παραμείνουν τα γλυπτά του Παρθενώνα για έκθεση στο Λονδίνο με μια πινακίδα που θα αναγράφει ότι ανήκουν στην Ελλάδα, όπως ακούσαμε να λένε βουλευτές της ΝΔ στη Βουλή; Ή, ακόμη χειρότερα, ότι μπορεί να υπογράψει μια συμφωνία ανταλλαγής των γλυπτών του Παρθενώνα ένα προς ένα με μοναδικά αρχαία έργα τέχνης που εκτίθενται σε ελληνικά μουσεία; Με τον Ηνιοχο των Δελφών, τη χρυσή προσωπίδα «του Αγαμέμνονα» ή το χρυσό στεφάνι του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης;

Τι πρέπει να γίνει; Να συνεχιστεί η συνεπής ελληνική διεκδίκηση επανένωσης του μνημείου με τα επιστημονικά επιχειρήματα, στα οποία έχει στηριχτεί ως τώρα, και στη βάση των οποίων έχει μεταστραφεί ακόμη και η βρετανική κοινή γνώμη. Να πάψουν τα ελληνικά ΜΜΕ να γράφουν άρθρα που προσβάλλουν τους χιλιάδες επιστήμονες και πολίτες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, οι οποίοι πασχίζουν με συνέπεια και συνέχεια, εδώ και δεκαετίες για την επανένωση του αρχιτεκτονικού διάκοσμου του Παρθενώνα. Και, πάνω από όλα, να αποσυνδεθεί η διεκδίκηση των γλυπτών από οποιαδήποτε προεκλογική περίοδο! Μια λύση για αυτό είναι αυτή που έχει προτείνει ο καθηγητής Άγγελος Χανιώτης: μια επιτροπή επιστημόνων που θα συλλειτουργεί με μια διακομματική επιτροπή της Βουλής, για να προωθεί το ζήτημα της επιστροφής μέχρι την ευόδωσή του. Η αγωνιώδης προσπάθεια προσπορισμού κομματικού οφέλους διαφόρων κυβερνήσεων σε εκλογικές χρονιές έχει οδηγήσει από τη γελοιοποίηση του ζητήματος (θυμίζω τον διάλογο Μπλερ-Σημίτη) μέχρι ενέργειες που κινδύνευσαν να μας γυρίσουν δεκαετίες πίσω (όπως η ανάθεση του ζητήματος στην Αμάλ Αλαμουντίν από τον Α. Σαμαρά το 2014).

Το ίδιο κινδυνεύει να συμβεί και τώρα: ο προεκλογικός σχεδιασμός της κυβέρνησης Μητσοτάκη περιλαμβάνει «κάτι από μάρμαρα», πάση θυσία. Κι αν ο Πρωθυπουργός της Βρετανίας αρνήθηκε να συναντήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην τελευταία του επίσκεψη στο Λονδίνο, αυτό δεν πτόησε το επικοινωνιακό επιτελείο του Μαξίμου που «διέρρευσε» ειδήσεις για διαπραγματεύσεις με το Βρετανικό Μουσείο, με αποτέλεσμα να γίνουν σκληρές δηλώσεις από την βρετανική κυβέρνηση (στην ευθύνη της οποίας είναι η αλλαγή του βρετανικού νόμου), κάτι που θα έπρεπε -και θα μπορούσε- να έχει αποφευχθεί.

Ακόμη χειρότερα, να αναπαράγεται τις τελευταίες μέρες στην πλειονότητα των ελληνικών ΜΜΕ –και μάλιστα αυτή τη φορά χωρίς ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία διέψευσε τα σχετικά δημοσιεύματα– αμάσητη η προπαγάνδα του Βρετανικού Μουσείου για «δανεισμό» των γλυπτών ως «εξαίρετη συμφωνία». Σε κάποια θέματα χρειάζεται σοβαρότητα, συνέπεια και γνώση του πεδίου, αλλιώς τα αποτελέσματα θα μας εκπλήξουν όλους δυσάρεστα.

Η υπόθεση Καϊλή και οι αυταπάτες του ΣΥΡΙΖΑ για τους Βέλγους εισαγγελείς

Η ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Εύα Καϊλή είναι ένα τυπικό δείγμα των ακροκεντρώων που στήριξαν τα μνημόνια , που κουνάνε το δάκτυλο στην κοινωνία την ίδια ώρα που γλύφουν τους πλούσιους, που θεωρούν δικαίωμα τους να σιτίζονται στο πρυτανείο, που μέμφονται κάθε τι κρατικό αλλά πάντα φροντίζουν να βιοπορίζονται από το κράτος, που αποστρέφονται κάθε λαϊκή κινητοποίηση εκτός αν αφορά τους «μενουμευρώπηδες» ή την Μακεδονία.

Είναι η πλειοψηφία του πρώην εκσυγχρονιστικού ρεύματος του ΠΑΣΟΚ, που αναγνωρίζει στην κυβέρνηση Μητσοτάκη τον προνομιακό σύμμαχο. Η δε συγκεκριμένη ήταν έτοιμη να πραγματοποιήσει και την πολιτική ένταξη της όπως έχουν κάνει τόσοι άλλοι της συνομοταξίας της.

Αυτά πρέπει να λέγονται και δεν υπάρχει διαφωνία μεταξύ της Αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως στην προσέγγιση της «υπόθεσης Καϊλή» υπάρχει σοβαρή διαφωνία με την επίσημη γραμμή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που ερμηνεύει το σκάνδαλο μέσα από μια αντιπαράθεση της «αδιάφθορης Ευρώπης» σε σχέση με τον διεφθαρμένη Ελληνική κυβέρνηση. Βεβαίως, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει ανέβει πίστα στην διαφθορά σε σχέση με άλλες κυβερνήσεις στην χώρα, αλλά όσοι αναπαράγουν φράσεις όπως «η Καϊλή κι ο Μητσοτάκης μπορούν να τα κάνουν στην Ελλάδα και όχι στην Ευρώπη», «φέρτε έναν Βέλγο εισαγγελέα», «η αστυνομία στο Βέλγιο λειτουργεί υποδειγματικά και όχι όπως εδώ», κλπ., έχουν λάθος.

Οι παραπάνω προσεγγίσεις δεν διακρίνονται μόνο από έναν επαρχιωτισμό. Δεν εκφράζουν μόνο απώλεια μνήμης για το πώς λειτούργησαν οι αστικές τάξεις της ΕΕ και οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί απέναντι στην πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Το κυριότερο είναι ότι κάνουν έναν διπλό πολιτικό λάθος. Προχωρούν αφενός σε μια επιφανειακή ερμηνεία της υπόθεσης Καϊλή στο όνομα μικροπολιτικής διαχείρισης αφετέρου υποδόρια μεταβιβάζουν την ελπίδα για την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη σε ξένα κέντρα.

Φίλοι του Σύριζα, πιστεύεται ότι το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε αδέκαστους Βέλγους εισαγγελείς;

Σαν και αυτούς που κάλυπταν το σκάνδαλο του παιδεραστή Doutroux και χρειάστηκε να κατέβουν 200.000 διαδηλωτές στις Βρυξέλλες για να ξεσκεπαστούν οι σκοτεινές διασυνδέσεις στο δικαστικό και πολιτικό σώμα;

Πιστεύετε ότι η Βελγική αστυνομία είναι αδέκαστη, δεν διαρρέει πληροφορίες (από την Πέμπτη που έθεσε υπό κράτηση μέχρι την Κυριακή μεσημέρι που ασκήθηκε δίωξη), ότι όλο αυτό το διάστημα δεν είναι σε επικοινωνία με την πολιτική ηγεσία και τους κύκλους της Ε.Ε;

Μήπως πιστεύετε ότι οι 3.000 λομπίστες στις Βρυξέλλες δεν διακινούν χρήματα;

Το πρόβλημα είναι μόνο η «Καϊλή που πάει με τον Μητσοτάκη» ή ότι μεγάλο μέρος της ευρωγραφειοκρατίας είναι χωμένο στην διαπλοκή και στην διαφθορά;

Να υπενθυμίσουμε ότι επικεφαλής της ΕΕ είναι η κυρία Φον ντερ Λάιεν, που αγόραζε πτυχία πανεπιστημίων, έχει «διδακτορικό Πατούλη» στην Ιατρική με αντιγραφή, το όνομα της συνοδεύεται από σκάνδαλα από την εποχή που ήταν υπουργός στην Γερμανία (πχ 200 εκ. ευρώ σε φιλικές εταιρίας συμβούλων, απευθείας αναθέσεις, κλπ.) μέχρι την τωρινή θητεία της στην ΕΕ (κονδύλια πανδημίας, κλπ.);

Όσο δε αφορά την υπόγεια επιθυμία ότι οι Βρυξέλλες θα τραβήξουν το χαλί στον Μητσοτάκη λόγω διαφθοράς καλό είναι να μην καλλιεργούνται τέτοιες αυταπάτες.

Για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, η Καϊλή και οι «δευτεράντζες» της ιταλικής σοσιαλδημοκρατίας δεν πιάστηκαν, γιατί στην Ευρώπη δεν περνά η διαφθορά εν αντιθέσει με την Ελλάδα. Στο ανώτερο επίπεδο, όπως το Ευρωκοινοβούλιο, η διαφθορά δεν διαφέρει μεταξύ Ελλάδας κι Ευρώπης. Διαφορά υπάρχει σε πιο χαμηλά επίπεδα και οφείλεται είτε στο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης είτε στην πολιτική διαμεσολάβηση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού (πχ φοροδιαφυγή λόγω μη ανταγωνιστικής μικροϊδιοκτησίας, χαμηλή ανταποδοτικότητα του κοινωνικού κράτους, κλπ.). Ούτε οι πολιτικοί εκπρόσωποι των Ευρωπαϊκών αστικών τάξεων έχουν πρόβλημα να τα πιάνουν από Καταριανούς, Σαουδάραβες, Ρώσους ολιγάρχες και Ευρωπαϊκές εταιρίες. Ούτε ήταν μόνο 4 που χρηματίστηκαν από το Κατάρ.

Η Καϊλή μπήκε στο στόχαστρο με την στάση της να υπονομεύσει την έρευνα της PEGA για τις υποκλοπές προκειμένου να εξυπηρετήσει τον Μητσοτάκη. Είναι μεγάλο πρόβλημα για τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές αστικές τάξεις το ότι είχαν γίνει «σουρωτήρι» από Αγγλοαμερικανικές και ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες. Η υπόθεση αφορούσε τεράστια πολιτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα. Επιπλέον δε η οικονομική κρίση πιέζει για αλλαγή του τρόπου διαμοιράσματος της εξουσίας σε πιο συγκεντρωτικό μοντέλο εντός της ΕΕ. Δεν μπορεί το κάθε δευτερεύον στέλεχος της σοσιαλδημοκρατίας όπως η Καϊλή και ο Παντζιέρι να τα τσεπώνουν, χωρίς «κεντρικό διακανονισμό».

Η επιλογή του Σύριζα για μια επιφανειακή και επικοινωνιακή προσέγγιση της υπόθεσης Καϊλή, δεν οφείλεται ούτε ότι δεν γνωρίζουν τα πράγματα στην ΕΕ, ούτε γιατί το εντάσσουν μόνο στο πεδίο της εκλογικής αντιπαράθεσης με τον Μητσοτάκη. Στην ουσία ο Σύριζα κάνει μια αναπαραγωγή του πολιτικού λόγου των ακροκεντρώων που ήθελαν «να έρθει η ΕΕ να μας βάλει σε τάξη». Η προσέγγιση αυτή είναι αποτέλεσμα ιδεολογικών παρακαταθηκών του ευρωκομουνισμού και πολιτικών επιλογών της νυν ηγεσίας του Σύριζα. Μια από τις τρεις βασικές ιδεολογικές παραμέτρους του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος ήταν η αυταπάτη της αναζήτησης της «καλής αστικής τάξης» (οι άλλες 2 ήταν η θεσμολαγνεία, και η σύμφυση ενδιαμέσων με τελικούς στόχους).

Το παραπάνω ιδεολογικό πλαίσιο δεν ισχύει γιατί τα συμφέροντα της αστικής τάξης και του Κεφαλαίου δεν διχοτομούνται σε καλή και κακή αστική τάξη, σε παραγωγικό και χρηματικό Κεφάλαιο, κλπ., αλλά στην πραγματικότητα οι υπάρχουσες διαφορές ενοποιούνται. Από αυτή την άποψη η ΕΕ δεν έχει πρόβλημα με την κυβέρνηση Μητσοτάκη αρκεί να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα της, να πάρει το μερίδιο της από τα εξοπλιστικά και να μοιραστεί ποσοστό από τα χρήματα του Ταμείου Ανάπτυξης σε ευρωπαϊκές εταιρίες. Όποιος ψάχνει την «καλή αστική τάξη» και δηλώνει και Αριστερός, στο τέλος μπορεί να καταλήξει να του σηκώνουν το τηλέφωνο μόνο ο Σαββίδης και ο Μελισσανίδης…

Το δεύτερο πρόβλημα με την προσέγγιση Σύριζα στο θέμα Καϊλή, προκύπτει από την πολιτική επιλογή της όσμωσης με την σοσιαλδημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ. Είναι πρόβλημα να αγνοείς την μετατόπιση και μεταλλαγή της σοσιαλδημοκρατίας και να την αντικαταστήσεις με ένα δίπολο το καλό Πασοκ και το φιλομητσοτακικο Πασοκ. Τέτοιες λογικές δεν θα τραβήξουν το ΠΑΣΟΚ αριστερά αλλά «πασοκοποιούν» τον Σύριζα, και θα έχουν επιπτώσεις όχι μόνο στο πολιτικό επίπεδο αλλά και σε άλλα θέματα.

Να παραδεχθούμε ότι η κυβέρνηση Σύριζα δεν έφτασε ούτε κατά προσέγγιση το επίπεδο της διαφθοράς που έχει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Όμως ο συμβιβασμός του Σύριζα δεν θα μείνει μόνο στο πολιτικό επίπεδο επεκτείνεται και σε θέματα που η Αριστερά είχε το «ηθικό πλεονέκτημα». Όσοι από τον Σύριζα δικαίως κατηγορούν το φαινόμενο Καϊλή σαν την πολιτική μετριότητα που στηρίχθηκε στην εμφάνιση και πάντα ήταν κοντά στην διαπλοκή και τα οικονομικά συμφέροντα, ας μην ξεχνάνε ότι εξέλεξαν ευρωβουλευτές τον Γεωργούλη και τον Π. Κόκκαλη (συνώνυμο της διαπλοκής σύμφωνα με τον Σύριζα και είχαν μάλιστα ζητήσει και την ποινική του δίωξη στην Βουλή). Από αυτή την άποψη η επιφανειακή προσέγγιση του Σύριζα και των λοιπών αφελών στο θέμα Καϊλή, αφορά περισσότερο το πρόσωπο παρά το μοντέλο πολιτικής παρουσίας και θα το βρουν αργότερα μπροστά τους…

Πηγή: Kommon

Πώς να αναγνωρίζετε ένα λαμόγιο: Με αφορμή την Εύα Καϊλή

Τα συντριπτικά στοιχεία που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας δείχνουν ότι η Εύα Καϊλή πιάστηκε όχι απλώς με τη γίδα στην πλάτη, αλλά με όλο το κοπάδι. Σε αντίθεση με όσους πέφτουν από τα σύννεφα και δηλώνουν έκπληκτοι και απογοητευμένοι, ο γράφων ισχυρίζεται ότι το να εμφανίζεις πολλά από τα παρακάτω χαρακτηριστικά, είναι βέβαια όχι απόλυτη, αλλά ισχυρή ένδειξη ότι είσαι λαμόγιο.  

Πρώτον: Τα λαμόγια μαζεύονται γύρω από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ακριβώς όπως πριν είκοσι χρόνια μαζεύονταν γύρω από τον Κώστα Σημίτη, και όπως διαχρονικά οι μύγες μαζεύονται γύρω από το σκατό. Στην περίπτωση βέβαια των δύο πρωθυπουργών δεν φταίει η οσμή, αλλά το γεγονός ότι θεωρούνται ικανοί διαχειριστές, τόσο ικανοί που όποιος θέλει να κάνει “δουλίτσες” και να μαζεύει σακούλες με ρευστό, οφείλει να είναι εκεί γύρω τριγύρω. Δεν σημαίνει ότι όλοι όσοι είναι στο περιβάλλον του Κυριάκου είναι λαμόγια, αλλά αν είσαι λαμόγιο, είναι πιθανόν να είσαι στο περιβάλλον του Κυριάκου. Επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι η Καϊλή, αν και ευρωβουλευτίνα του ΠΑΣΟΚ, ήταν Μητσοτακικότερη του Πορτοσάλτε. 

Δεύτερον: Τα λαμόγια είναι υπέρ της Αριστείας. Θεωρούν ότι οι ίδιοι είναι άριστοι. Είναι οι καλύτεροι, έχουν δουλέψει σκληρότερα από όλους, είναι εξυπνότεροι από όλους, βρίσκουν και εκμεταλλεύονται τις ευκαιρίες. Κατηγορούν τους αντιπάλους τους ότι είναι της ήσσονος προσπάθειας, θεωρούν ότι όλοι μπορούν να γίνουν πετυχημένοι και να εξασφαλίσουν τα τρισέγγονά τους, αρκεί να είναι άριστοι όπως είναι ο εαυτός τους. Έχουν πειστεί τόσο βαθιά για την αριστεία που τους διακρίνει, που η αυτοπεποίθησή τους φτάνει στο σημείο να διατηρούν σπίτι τους τις σακούλες με τις μίζες που λαμβάνουν. Η αριστεία άλλωστε είναι σαν το LSD, δημιουργεί ψευδαισθήσεις: Μετά από λίγο το ίδιο το λαμόγιο που παριστάνει τον άριστο έχει ξεχάσει ότι είναι λαμόγιο και θεωρεί ότι η κοινωνία του χρωστάει επειδή είναι άριστος, επομένως είναι φυσιολογικό να είναι λαμόγιο. Η αριστεία έχει εισχωρήσει στη λαμογιά και η λαμογιά έχει εισχωρήσει στην αριστεία με αποτέλεσμα να έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν.

Τρίτον: Τα λαμόγια είναι εναντίον των τεμπέληδων που ζουν με επιδόματα και συνήθως κουνάνε το δάχτυλο στην κοινωνία που δεν μπορεί να επιβιώσει. Γιατί το επίδομα που δίνει το κράτος και πάει χαμένο σε χιλιάδες ή εκατομμύρια αδύναμες οικογένειες, θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια ακόμα μίζα που θα πάρει το άριστο λαμόγιο. Δεν έχει σημασία αν ένα λαμόγιο έχει ήδη βγάλει όσα εκατό κοινοί θνητοί δεν θα βγάλουν με τον τίμιο ιδρώτα τους σε  όλη τη ζωή τους. Πάντα θα θέλει παραπάνω. Επιπλέον, ένα λαμόγιο πρέπει πάντα να κουνά το δάχτυλο στην κοινωνία, για να δείχνει στην άρχουσα τάξη ότι είναι λυσσασμένο μαντρόσκυλο στην υπηρεσία της, χωρίς κοινωνικές ευαισθησίες και λοιπά σοβιετικά κατάλοιπα. 

Τέταρτον: Τα λαμόγια είναι πολύ υπέρ της Ευρώπης. Είναι αδιαπραγμάτευτοι, φανατικοί ευρωπαϊστές, “μένουμε Ευρώπη”, ψηφίζουν ΝΑΙ στα δημοψηφίσματα κοκ. Πέραν όλων των άλλων λόγων, τα λαμόγια είναι είδος που αφθονεί στις Βρυξέλλες καθώς η ίδια η φύση και η δομή της Ε.Ε. ευνοεί τους απατεώνες, τους μιζαδόρους, τους εξωνημένους, όπως η κοπριά ευνοεί τα λάχανα. Άλλωστε το γεγονός ότι στην Ε.Ε. δραστηριοποιούνται 60.000 λομπίστες, διακινώντας νόμιμα 1.8 δισ ευρώ το χρόνο για να προωθούν τα συμφέροντα των ομάδων, των επιχειρήσεων ή των χωρών που τους προσλαμβάνουν, σημαίνει ότι υπάρχουν ακόμα περισσότερα δισ που διακινούνται μαύρα. 

Πέμπτον: Τα λαμόγια έχουν ουκρανική σημαιούλα στο προφίλ. Καταρχήν επειδή το μέγεθος της διαφθοράς που επικρατεί στο μοίρασμα της δυτικής βοήθειας στην Ουκρανία κάποια στιγμή θα διδάσκεται στις μελλοντικές σχολές της μίζας ως στέιτ οφ δι αρτ της λαμογιάς. Και κατά δεύτερον επειδή τα λαμόγια ανατριχιάζουν με δικτάτορες και τσάρους όπως αυτοί που κυβερνούν στις μη δυτικές χώρες (Ρωσία και Κίνα) και κλαίνε από συγκίνηση για τη δημοκρατία, τα δικαιώματα, τις ανοικτές κοινωνίες και γενικά το δυτικό μοντέλο ζωής το οποίο πέραν του ότι είναι αυταποδείκτως αυτό που πρέπει να επικρατήσει παγκοσμίως, είναι και πολύ προσοδοφόρο για τα ίδια τα λαμόγια. 

Έκτον: Τα λαμόγια είναι πολυπράγμονες και πολυθεσίτες. Σπάνε στην πράξη την κοινή λογική που λέει ότι δεν μπορείς να είσαι άριστος σε πεντακόσιους τομείς. Δείτε την Εύα Καϊλή. Απόφοιτη Αρχιτεκτονικής ΑΠΘ. Μπορεί να μην έχει σχεδιάσει ούτε σκυλόσπιτο, αλλά ξέρει από κρυπτονομίσματα, από ψηφιακό μετασχηματισμό, από κυβερνοασφάλεια, από ίντερνετ λήντερσιπ. Ιδρύει εταιρεία Real Estate, συμμετείχε μέχρι και στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκτεταμένης Νοημοσύνης του MIT Lab. Δεν σημαίνει βέβαια ότι όλοι οι πολυθεσίτες είναι λαμόγια. Για παράδειγμα ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Χοσέ Μανουέλ Μπαρόζο, έχει ταυτόχρονα καμιά τριανταριά ιδιότητες, εκπροσωπώντας μεγάλες επιχειρήσεις, ΜΚΟ, φορείς, τράπεζες, και έχει κατηγορηθεί -μετά το πέρας της θητείας του- για λόμπινγκ και προσπάθεια επηρεασμού αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Κανείς όμως δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι πιάστηκε επ’ αυτοφώρω με σακούλες γεμάτες μετρητά.

Έβδομο και τελευταίο, ένα λαμόγιο είναι αντικομμουνιστής. Οφείλει να έχει βιώσει τη στυγνή βία των κομμουνιστών, ή έστω αν δεν την έχει βιώσει ο ίδιος, να την έχει βιώσει η οικογένειά του. Εν ανάγκη, αν αυτό δεν ισχύει, μπορεί να εφεύρει μια φανταστική ιστορία, όπως η Εύα Καϊλή, για τον παππού της που τον σκότωσαν οι κομμουνιστές, καμιά δεκαριά μάλιστα χρόνια πριν γεννηθούν οι γονείς της. Αυτό το βιωματικό τραυματικό γεγονός, προκληθέν υπό των κομμουνιστών, δημιουργεί άρρηκτη συναισθηματική και ιδεολογική σύνδεση ανάμεσα στο μοντέρνο και μεταμοντέρνο σημερινό λαμόγιο της δημοκρατίας, του δυτικού μοντέλου και της καινοτομίας, με το παραδοσιακό λαμόγιο που επί Κατοχής ασκούσε το ευγενές επάγγελμα του μαυραγορίτη, του καταδότη και του γερμανοτσολιά.
Επιπλέον όμως ο αντικομμουνισμός είναι απαραίτητος για να μπορεί ένα λαμόγιο να ορθώνει το ανάστημά του ενάντια στον κόκκινο φασισμό ακριβώς όπως έκανε και η Εύα στο Ευρωκοινοβούλιο κάθε φορά που η Ε.Ε. επιχειρούσε να εξισώσει τον φασισμό με τον κομμουνισμό, να χαϊδέψει την νεοναζιστική ακροδεξιά στην Ανατολική Ευρώπη και στις Βαλτικές χώρες.
Σε μικρότερη κλίμακα, φανταστικές βιωματικές ιστορίες (πχ για νεαρούς μαντράχαλους που λένε τα κάλαντα υπέρ της δραχμής, αλλά δεν δέχονται πληρωμή εις δραχμάς), είναι απαραίτητες για την μετεωρική άνοδο νέων αρίστων που θα αντικαταστήσουν το κενό που αφήνει η Εύα. Ο κόσμος της αριστείας και της σκληρής δουλειάς δεν έχει τίποτα να φοβάται. Ένας πέφτει, δέκα έρχονται.

Τύφλα να έχει η Στάζι: Ο υπαρκτός σοσιαλισμός και ο υπαρκτός καπιταλισμός

Οι πρόσφατες αποκαλύψεις σχετικά με τις παρακολουθήσεις του περιβάλλοντος Μητσοτάκη σε εχθρούς, φίλους, δημοσιογράφους, πολιτικούς, επιχειρηματίες μετά των συζύγων τους, προκαλεί δικαίως οργή και αγανάκτηση σε σημαντικό μέρος του δημοκρατικού κόσμου. 

Μια μεγάλη μερίδα πολιτών όμως αντιμετωπίζει τις συγκεκριμένες αποκαλύψεις με το γνωστό “έλα τώρα που δεν ξέραμε ότι όλοι παρακολουθούν όλους;”. 

Περισσότερο από τις ίδιες τις αποκαλύψεις είναι αυτός ο εθισμός, η αποδοχή της εκτροπής και της βαρβαρότητας, η οποία σοκάρει. Είναι η “λαϊκή σοφία” και η διαδεδομένη γνώση ότι η αστική δημοκρατία και οι λεγόμενοι “θεσμοί” είναι σάπιοι μέχρι το μεδούλι και ότι οι λεγόμενες δημοκρατικές ευαισθησίες είναι εντελώς υποκριτικές.

Πριν 16 χρόνια έκανε θραύση η ταινία “Οι ζωές των άλλων”. Δικαίως, καθώς με έναν κινηματογραφικά ξεχωριστό τρόπο, περιγραφόταν ένα εκτεταμένο, σχεδόν εφιαλτικό σύστημα παρακολουθήσεων στην Ανατολική Γερμανία επί υπαρκτού σοσιαλισμού. Η Στάζι, παντοδύναμη, ανεξέλεγκτη, έστηνε μηχανισμούς παρακολούθησης αντιφρονούντων, υπόπτων, ακόμα και φίλα προσκείμενων στο καθεστώς Χόνεκερ. 

Το καθεστώς Μητσοτάκη όμως, τι διαφορετικό κάνει;

Έχει φτιάξει, όχι απλά ένα αντίστοιχο, αλλά ένα πολύ χειρότερο και εξίσου εκτεταμένο σύστημα παρακολουθήσεων, όπως αποκαλύπτεται μέσω του λογισμικού predator – και όχι μόνο που κάνει τον υπαρκτό καπιταλισμό της Ελλάδας να μη διαφέρει από τον υπαρκτό σοσιαλισμό της Στάζι. 

15.000 περίπου είναι οι “νόμιμες” παρακολουθήσεις ετησίως. Φανταστείτε οι μη νόμιμες… Οι παρακολουθήσεις βεβαίως δεν αφορούν μόνο την -υπό στενό πρωθυπουργικό έλεγχο- ΕΥΠ. Ας θυμηθούμε τις σχετικές καταγγελίες ότι οι Αμερικανοί παρακολουθούν για παράδειγμα σχεδόν όλη την γερμανική κυβέρνηση, ή ότι -στην Ελλάδα- εκτεταμένες παρακολουθήσεις έκανε και η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. 

Το αποκορύφωμα είναι οι αποκαλύψεις του καθόλα συστημικού δημοσιογράφου Τάσου Τέλλογλου, ότι οι παρακολουθήσεις στη μνημονιακή Ελλάδα είναι πλέον εκτεταμένες, και στο κράτος, και στο παρακράτος, με τα κυκλώματα διεφθαρμένων αστυνομικών που έχουν αναλάβει την ηγεσία του εγκλήματος να παρακολουθούν τους ανταγωνιστές τους, εμπλέκοντας και την ΕΛΑΣ, και την ΕΥΠ και τη Δικαιοσύνη. 

Αυτό είναι κάτι, που το καθεστώς Μητσοτάκη αποδεικνύεται κατά πολύ ανώτερο του καθεστώτος της Στάζι στην Ανατολική Γερμανία. 

Δεν έχουμε απλά παρακολουθήσεις πολιτικών αντιπάλων, συμμάχων, υφισταμένων και φίλα προσκείμενων του πρωθυπουργού, αλλά παρακολουθήσεις ενός εσμού κρατικών και παρακρατικών παραγόντων. 

Το καθεστώς Μητσοτάκη μπορεί να παρακολουθούσε τον Ανδρουλάκη ή τον Σπίρτζη για πολιτικούς λόγους, αλλά επέτρεψε, αν δεν οργάνωσε, με τη χρήση των λογισμικών τύπου Predator και Pegasus, τις παρακολουθήσεις επιχειρηματιών και παραγόντων της δημόσιας ζωής. Οι παρακολουθήσεις είτε οργανώνονταν από το στενό κέντρο εξουσίας του Μαξίμου (Δημητριάδης), είτε από αυτονομημένα κρατικά κέντρα που ήθελαν να ελέγξουν παρακρατικά το οργανωμένο έγκλημα.

Μιλάμε για τη βρώμα και τη δυσωδία.

Η Στάζι μπροστά στον Μητσοτάκη ωχριά. 

Όχι γιατί παρακολουθούσε λιγότερους. 

Αλλά γιατί επί υπαρκτού σοσιαλισμού υπήρχε, έως ένα βαθμό, η σύγκρουση δύο μπλοκ, του δυτικού με το ανατολικό. Ο φόβος του καθεστώτος της Ανατολικής Γερμανίας  ήταν η κατασκοπεία, οι δολιοφθορές, τα σαμποτάζ, οι εκβιασμοί από την πλευρά της Δυτικής Γερμανίας και του ΝΑΤΟ, με στόχο την άνευ όρων και τυπική παραδοση του υπαρκτού σοσιαλισμού στον τότε καπιταλισμό. 

Όσο κι αν διαχωρίζεται κανείς από τον υπαρκτό σοσιαλισμό, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι το διακύβευμα ήταν μεγάλο. Και αυτό φάνηκε και μετά την πτώση του Τείχους οπου το πλιάτσικο των ιδιωτικοποιήσεων που έγινε πάνω στις υποδομές της Ανατολικής Ευρώπης δεν είχε προηγούμενο στην παγκόσμια ιστορία. 

Το διακύβευμα για τις εκτεταμένες παρακολουθήσεις του Μητσοτάκη και της ελεγχόμενης από τον ίδιον ΕΥΠ ποιο είναι; 

Υποτίθεται ότι το 1989-1991 με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού μπήκε ταφόπλακα στο σοσιαλιστικό όραμα και αναγγέλθηκε το τέλος της ιστορίας. Ανακαλύφθηκε ότι ο καπιταλισμός είναι το καλύτερο δυνατό σύστημα. Μετά από αυτόν δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα άλλο. 

Γιατί; Όχι γιατί οι στόχοι του σοσιαλισμού θεωρήθηκαν ξεπερασμένοι, αλλά γιατί, όπως ισχυρίστηκαν οι νικητές, δεν υπάρχει καλύτερο οικονομικό σύστημα από την ελεύθερη αγορά, δεν υπάρχει καλύτερη δημοκρατία από την αστική φιλελεύθερη δημοκρατία. 

Σήμερα πολλές από τις τότε εμβληματικές εικόνες που τάχα αποδείκνυαν την χρεοκοπία του σοσιαλισμού, εμφανίζονται πολλαπλάσιες στον υπαρκτό καπιταλισμό. 

Οι παρακολουθήσεις είναι το ίδιο ή περισσότερο εκτεταμένες, τμήμα τους δε είναι και “ιδιωτικοποιημένο”, όχι προφανώς για κάποιο διακύβευμα σοβαρό ή για λόγους εθνικής ασφάλειας, αλλά για εκβιασμούς, πιέσεις, μεθοδεύσεις, συμμαχίες, καρέκλες, εξουσία. 

Το κατάπτυστο και καταγέλαστο “κουπόνι” με το οποίο οι πολίτες της ΕΣΣΔ έπαιρναν τρόφιμα ή αγαθά, πλέον είναι καθεστώς στην “προηγμένη”, “πολιτισμένη” Δύση, σαράντα χρόνια μετά. 

Η ενέργεια, τα τρόφιμα, οι διακοπές, εκχωρούνται πλέον με “κουπόνι”. Και σε αντίθεση επιπλέον με τον υπαρκτό σοσιαλισμό, πολλά άλλα βασικά αγαθά, όπως η στέγη, η παιδεία, η υγεία, δεν είναι εξασφαλισμένα για μεγάλα τμήματα της κοινωνίας.

Η ανισότητα και η συνύπαρξη της ακραίας φτώχειας από τη μια πλευρά και του ακραίου πλούτου από την άλλη, δεν υπήρξε επί Χόνεκερ, Τσαουσέσκου ή Μπρέζνιεφ, υπάρχει όμως επί Μητσοτάκη.

Ο Σόιμπλε απειλεί ότι θα παγώσουν οι Ευρωπαίοι, απειλή που δε θυμόμαστε να την είχε κάνει ποτέ κάποιος ηγέτης του υπαρκτού. 

Τα ΜΜΕ και η ενημέρωση είναι όσο ποτέ άλλοτε πλήρως ελεγχόμενα από την εξουσία. Γιατί η κρατική τηλεόραση ήταν κακή επί Χόνεκερ και Γιαρουζέλσκι αλλά η πλήρως και ασφυκτικά ελεγχόμενη ιδιωτική και κρατική τηλεόραση είναι καλή επί Μητσοτάκη;

Οι τελευταίες αποκαλύψεις γύρω από τις παρακολουθήσεις πιθανά να τροφοδοτήσουν πολιτικές εξελίξεις. Πιθανά και όχι. 

Υπάρχει όμως και κάτι που δε συζητιέται και πρέπει να συζητηθεί. Είναι όντως ο καπιταλισμός, η αστική δημοκρατία, η ελεύθερη αγορά, ο καλύτερος δυνατός κόσμος;

Το κοινωνικό πρόβλημα δεν λύνεται στην υπάρχουσα πολιτική σκηνή

Σχόλιο του antapocrisis.

Η παρουσία Μητσοτάκη στη ΔΕΘ επιβεβαίωσε ότι η κομματική αντιπαράθεση σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο είναι αναντίστοιχη με το τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα και ο λαός της.

Το τρίπτυχο της κυβερνητικής πολιτικής συνοψίζεται στα εξής: Α. Δεν υπάρχει ακρίβεια, αλλά αν υπάρχει, φταίει ο Πούτιν. Β. Δεν έχουμε τίποτα να προσφέρουμε ως κυβέρνηση, αλλά ο Τσίπρας είναι χειρότερος. Γ. Οι υποκλοπές δεν είναι σκάνδαλο, αλλά η ανάδειξή τους είναι επιχείρηση αποσταθεροποίησης της χώρας από την Τουρκία, τη Ρωσία και τους προδότες του έθνους

Οι υποκλοπές με υπογραφή Μητσοτάκη και προφανή στόχο να ελεγχθούν οι πολιτικές εξελίξεις, είναι δεδομένο ότι τσαλαπατούν το Σύνταγμα, τα δημοκρατικά δικαιώματα  και τον πυρήνα του κράτους δικαίου, που τάχα είναι αδιαμφισβήτητο στις χώρες του “ελεύθερου καπιταλισμού”.

Επιπλέον όμως δημιουργούν σημαντικές πολιτικές συνέπειες. Το ΠΑΣΟΚ διαρρηγνύει τις σχέσεις του με τη ΝΔ, με εξαίρεση φυσικά το τμήμα που είναι Μητσοτακικότερο του Μητσοτάκη (Λοβέρδος, Καϊλή κλπ), κάνοντας το ενδεχόμενο μιας δεύτερης θητείας Μητσοτάκη υπό κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ – ΠΑΣΟΚ σχεδόν απίθανο.

Παράλληλα, τμήμα της ΝΔ διαφοροποιείται από τα έργα και τις ημέρες Μητσοτάκη, δηλώνοντας ταυτόχρονα προβληματισμένο από τη μονομερή, τυφλή και τελικά επιζήμια πρόσδεση της χώρας στον αμερικανικό άξονα.

Η ρευστότητα και η αβεβαιότητα σε μια χρονιά εκλογών, οξύνει την πολιτική αντιπαράθεση. H ΝΔ παραμένει πρώτη πολιτική δύναμη καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μην πείθει. Όμως ο στόχος της αυτοδυναμίας είναι άπιαστος και οι υποκλοπές Μητσοτάκη τίναξαν τα σενάρια συγκυβέρνησης.

Εκεί όμως που δεν υπάρχει αβεβαιότητα είναι η στάση που έχει το σύνολο σχεδόν του πολιτικού συστήματος στο τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Η πρωτοφανής ακρίβεια που σημαίνει ένα ακόμα επαχθές αλλά  κρυφό μνημόνιο στην πλάτη της κοινωνίας, δεν αντιμετωπίζεται με επιδοματικές πολιτικές, αλλά με ανατροπή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών λιτότητας.

Αν η ΝΔ υπόσχεται ακόμα περισσότερο νεοφιλελευθερισμό, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δεσμεύεται για κρατικοποίηση της ΔΕΗ, για κατάργηση του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, για επιβολή πλαφόν στα υπερκέρδη;

Γιατί δεν  δεσμεύεται καν, ότι οι παρακολουθήσεις και οι υποκλοπές θα παύσουν οριστικά, ή έστω θα περιοριστούν σε περιπτώσεις εγκληματικής δραστηριότητας και όχι σε 15 χιλιάδες “εχθρούς της εθνικής ασφάλειας”;

Αυτό δεν αφορά απλώς το καθηλωμένο δημοσκοπικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το γεγονός ότι η αίσθηση του μονόδρομου εντείνεται, ότι το αδιέξοδο παγιώνεται, και το πρόβλημα επιβίωσης δεν λύνεται. Ούτε με τη σημερινή κυβέρνηση που δουλεύει για τα υπερκέρδη της άρχουσας τάξης, ούτε όμως με κάποια αυριανή κυβέρνηση που δεν τολμά να αμφισβητήσει σήμερα, από θέση αντιπολίτευσης, τα οικονομικά δόγματα του νοφιλελευθερισμού και τις γεωπολιτικές προτεραιότητες του ευρωατλαντισμού.

Η πολιτική αντιπαράθεση που εξελίσσεται με αφορμή τις υποκλοπές, την ακρίβεια, την ενέργεια, δεν είναι αντιπαράθεση επί της ουσίας, αλλά επί της λεπτομέρειας. Εναλλακτική δεν φαίνεται στον ορίζοντα και η κοινωνική πλειοψηφία επιλέγει, προς το παρόν, την αναμονή και τον ατομικό αγώνα για την οικογενειακή επιβίωση. το πρόβλημα δεν είναι στην κοινωνία, αλλά στην πολιτική.

Είμαστε όλες-οι θύματα παρακολούθησης; Δεν θα το συνηθίσουμε. Δεν το αποδεχόμαστε.

Μόνο το 2021 εκδόθηκαν 13.751 εντολές άρσης απορρήτου επικοινωνιών, με κάθε άρση να μπορεί να αντιστοιχεί σε παραπάνω από ένα τηλέφωνο σύμφωνα με το Reporters United. Η εντολή δόθηκε από την εισαγγελέα Εφετών επιβλέπουσα της ΕΥΠ (Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών), θεσμό που στεγάζεται στο κτίριο της ΕΥΠ στην Κατεχάκη. Προφανώς, όλες αυτές οι εντολές δεν αφορούν ποινικές υποθέσεις. Οι 13.751 αυτές εντολές παρακολούθησης, μαζί και οι προηγούμενες και οι επόμενες που είναι σε ισχύ, δίνονται με επίκληση λόγων «Εθνικής Ασφάλειας».

Η πληροφορία ήρθε στο φως σε συνέχεια της αποκάλυψης της παρακολούθησης του τηλεφώνου του ερευνητή-δημοσιογράφου του CNN Greece, Θανάση Κουκάκη, με το κατασκοπευτικό πρόγραμμα (spyware) Predator, Ο δημοσιογράφος, είναι συνεργάτης του insidestory.gr, το οποίο ασχολείται και με τη δικαστική εξέλιξη των δανείων της Τράπεζας Πειραιώς στον όμιλο Λογοθέτη, τη δικαστική διαμάχη ΔΕΠΑ-ELFE, υποθέσεις υπερτιμολόγησης ΑΠΕ, ξεπλύματος χρημάτων μέσω συνεταιριστικών τραπεζών, υποθέσεις δαπανών των υπουργείων Μετανάστευσης και Ασύλου που χαρακτηρίστηκαν απόρρητες. Με την αποκάλυψη αυτή ξετυλίχτηκε ένα κουβάρι βρώμικων μεθόδων των κρατικών μηχανισμών και της κυβέρνησης, που έρχονται να στηρίξουν μια, επίσης, βρώμικη πολιτική.

Αλήθεια υπάρχουν 13.751 ύποπτοι κατασκοπείας στη χώρα που αποτελούν απειλή για την «εθνική ασφάλεια»; Και ποιοι είναι στο στόχαστρο; Μόνο οι ενοχλητικοί για το κατεστημένο δημοσιογράφοι ή όλοι και όλες εμείς που ασχολούμαστε με το κίνημα, το συνδικαλισμό, τους αγώνες, τη μη αρεστή για το κατεστημένο πολιτική ;

Ποιες αιτίες είναι πίσω από τις παρακολουθήσεις αυτές ; Είναι σαφές ότι οι λόγοι «εθνικής ασφάλειας» ή «ανατροπής του πολιτεύματος» είναι η επίσημη αφήγηση. Πίσω από αυτήν είναι η παρακολούθηση των κινήσεων μελών πολιτικών και κινηματικών οργανώσεων που κρίνονται επικίνδυνες για την πολιτική εξουσία, η επιτήρηση των πολιτικών αντίπαλων και η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ολιγαρχίας. Η επέκταση και εντατικοποίηση των παρακολουθήσεων επιτρέπει στους κυρίαρχους να παίρνουν μέτρα για τη θωράκιση της εξουσίας τους, για πρόληψη των αντιδράσεων ή και για εκβιασμό των αντιπάλων.  

Πόσο δημοκρατικό, όμως, είναι το πολίτευμα μιας χώρας στην οποία η εξουσία παρακολουθεί μαζικά τις επικοινωνίες των κατοίκων της ;

Μετά το σκάνδαλο Τόμπρα και μετά την «αυτοκτονία» Τσαλικίδη, το κράτος και παρακράτος της βίας, τρομοκρατίας και των παρακολουθήσεων συνεχίζει να μεγαλουργεί. Φτάνει μέχρι να βάζει στο συρτάρι ανεξιχνίαστες δολοφονίες, όπως την εκτέλεση του δημοσιογράφου Γ. Καραϊβάζ.

Οι παρακολουθήσεις από τις παλιές μεθόδους του χαφιέ «που μας ακολουθεί», που μπαίνει μέσα στις συγκεντρώσεις και εκδηλώσεις, έχουν εκσυγχρονιστεί. Η ΕΥΠ παραμένει διαχρονικό εργαλείο για το κατεστημένο και όλες τις κυβερνήσεις του, δεν πειράχτηκε ούτε επί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Το σύστημα εφοδιάζεται με όλο και πιο σύγχρονα λογισμικά, χωρίς να πετά τα παλιά, όπως δείχνει η παρακολούθηση γραφείων οργανώσεων και αγωνιστών με ασφαλίτες με πολιτικά ή και με στολή.

Μετά το λογισμικό παρακολούθησης Pegasus της ισραηλινής εταιρείας «NSO Group» που χρησιμοποιείται στην Ελλάδα, εμφανίστηκε το Predator. Είναι ένα εργαλείο παρακολούθησης που προσφέρει στον χειριστή του πλήρη και διαρκή πρόσβαση στην κινητή [τηλεφωνική] συσκευή του στόχου. Το «Predator» έχει αναπτυχθεί από την «Cytrox», μια εταιρεία που ιδρύθηκε από πρώην συνεταίρο της «NSO Group» στη Βόρεια Μακεδονία το 2017, με αντικείμενο την παροχή σε κυβερνήσεις «λειτουργικών λύσεων στον κυβερνοχώρο», που περιλαμβάνουν «τη συλλογή πληροφοριών από συσκευές και υπηρεσίες cloud». Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, το Predator επιτρέπει στο χειριστή του να καταγράφει γραπτά μηνύματα που αποστέλλονται ή λαμβάνονται ακόμα και μέσω “κρυπτογραφημένων εφαρμογών”, ή εφαρμογών που επιτρέπουν την εξαφάνιση των μηνυμάτων, όπως είναι το WhatsApp ή το Telegram, καθώς επίσης απλών και VoIP τηλεφωνικών κλήσεων (συμπεριλαμβανομένων τηλεφωνικών συνομιλιών μέσω “κρυπτογραφημένων” εφαρμογών)». Επιτρέπει επίσης, την εξαγωγή μυστικών κωδικών [passwords], αρχείων, φωτογραφιών, ιστορικού περιήγησης στο διαδίκτυο, επαφών και δεδομένων ταυτότητας (όπως πληροφορίες για την κινητή συσκευή). Μπορεί να τραβήξει στιγμιότυπα οθόνης [screen captures], να καταγράφει τις καταχωρήσεις του χρήστη [στο κινητό του], να ενεργοποιεί το μικρόφωνο και την κάμερα της συσκευής. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στους επιτιθέμενους να παρακολουθούν οποιαδήποτε ενέργεια πραγματοποιείται μέσω συσκευής ή κοντά σε αυτήν, όπως τις συνομιλίες που γίνονται μέσα σε ένα δωμάτιο.

Είχε δημοσιευτεί πριν πολλούς μήνες ότι η ΕΥΠ αναζητούσε προμηθευτή σύγχρονων συστημάτων παρακολούθησης «που θα έχει τη δυνατότητα να αντλεί στοιχεία κλήσεων και από διαδικτυακές εφαρμογές», όπως το Viber, το WhatsApp και το Signal. Και να που αποδεικνύεται ότι το είχε δρομολογήσει.  4 εκατομμύρια € μας κόστισε το νέο σύστημα που αντικατέστησε το προηγούμενο γερμανικό, ώστε η ΕΥΠ να έχει τη δυνατότητα παρακολούθησης υπερδιπλάσιου αριθμού στόχων και αναβαθμισμένες λειτουργίες όπως η καταγραφή και απομαγνητοφώνηση συνομιλιών αλλά και η αυτόματη χαρτογράφηση οργανώσεων και των διασυνδέσεων «ύποπτων» ιδιωτών. Ενώ γνωστή έγινε και η εν κρυπτώ συνεργασία της ελληνικής κυβέρνησης με την αμερικανική εταιρεία «εξόρυξης» και επεξεργασίας δεδομένων «Palantir», που ξεκίνησε χρηματοδοτούμενη από τον επενδυτικό βραχίονα της CIA, την «In-Q-Tel».

Μέσα στις αποκαλύψεις είναι ότι η εταιρεία KRIKEL, έχει υπογράψει από το 2020 και έως σήμερα συμβάσεις με το ελληνικό Δημόσιο και στις οποίες βασίζει τον τζίρο της και «δεν έχουν αναρτηθεί διότι εμπίπτουν στις απόρρητες προμήθειες». Οι προμήθειες αυτές αφορούν και το σύστημα «νόμιμης» συνακρόασης με κατασκευάστρια εταιρεία την ιταλική RCS Lab. Πρόκειται για το σύστημα MITO, το οποίο είναι ένα ηλεκτρονικό σύστημα πολυμέσων για την καταγραφή, αποθήκευση, ακρόαση, προβολή και αποκωδικοποίηση υποκλοπών φωνής και πολυμέσων. Ειδικά σχεδιασμένο για χρήση στα δωμάτια ακρόασης των ιταλικών εισαγγελικών αρχών, μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά από τις ειδικές δυνάμεις και άλλες υπηρεσίες πληροφοριών. Η Krikel με μια δαιδαλώδη διαδρομή συνδέεται μέσω της κυπριακής Eneross Holdings LTD με την Intellexa, την εταιρεία που προωθεί το λογισμικό παρακολούθησης Predator και είναι εγκατεστημένη στην Ελλάδα.

Ο ίδιος ο Μητσοτάκης, λίγες μέρες μετά τις εκλογές του 2019, έθεσε την ΕΥΠ υπό το έλεγχό του και ανέλαβε πολιτικός υπεύθυνος της ΕΥΠ, που συνεχίζει να εισβάλλει στις «Ζωές των άλλων». Ενώ, το Μαξίμου φέρνει το Μάρτιο του 2021 τροπολογία στη Βουλή με την οποία αλλάζει ξαφνικά τον νόμο για τις παρακολουθήσεις της ΕΥΠ, αφαιρώντας από την ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών) τη δυνατότητα να γνωστοποιεί στους πολίτες ότι βρέθηκαν υπό παρακολούθηση. Αυτό έγινε, μόλις ο δημοσιογράφος Κουκάκης ζήτησε από την ΑΔΑΕ στοιχεία για την παρακολούθηση του τηλεφώνου του και η ΑΔΑΕ  μετά την επιβεβαίωση της παρακολούθησής του από την Cosmote, υπέβαλλε ερώτημα στην ΕΥΠ  σχετικά με τη δυνατότητα γνωστοποίησης της παρακολούθησης στον δημοσιογράφο. Με τη νέα νομική ρύθμιση, αφαιρείται η δυνατότητα τα θύματα των παρακολουθήσεων να μπορούν να ενημερωθούν και να προστατευθούν. Και δεν μπορεί κανένας και καμιά από όσους παρακολουθούνται να το μάθουν κάποτε επίσημα μετά τη λήξη της παρακολούθησης. Ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ Χρήστος Ράμμος και άλλα δύο μέλη της Αρχής δημοσίευσαν άρθρο στο επιστημονικό περιοδικό Constitutionalism, υποστηρίζοντας ότι η τροπολογία Μητσοτάκη παραβιάζει την συνταγματικά κατοχυρωμένη προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών και το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Μετά από αυτό εφημερίδες συμφερόντων Μαρινάκη επιχειρούν να πλήξουν το κύρος αυτής της καταγγελίας και με 2 τουλάχιστον άρθρα που αναφέρουν ότι:  σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, τα μέλη της ΑΔΑΕ «ζητούν από την ΕΛΑΣ να ενημερώνει κακοποιούς, κατασκόπους αλλά και τζιχαντιστές ότι έχει αρθεί το απόρρητο των επικοινωνιών τους». Ο «ενημερωτικός» βραχίονας του συστήματος έρχεται να υποστηρίξει την κυβερνητική-κρατική επιλογή των αθέατων μαζικών παρακολουθήσεων με διαστρέβλωση της πραγματικότητας και σπίλωση προσώπων.

Μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου της παρακολούθησης Κουκάκη και τη «διάψευση» του από κυβερνητικούς που επιχείρησαν να μεταθέσουν την παρακολούθηση σε «ιδιώτες», η  Google με σχετικό της έγγραφο αναφέρει ότι το λογισμικό παρακολούθησης Predator, που μολύνει κινητά Android και iphone, έχει πωληθεί σε κρατικούς φορείς σε μία σειρά από χώρες στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα.

 Η εφιαλτική κατάσταση που περιγραφόταν στις αποκαλύψεις του Σνόουντεν για τις παρακολουθήσεις από τις κρατικές υπηρεσίες και εταιρείες των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο, ισχύει και για τη χώρα μας και εφαρμόζεται συστηματικά και από το ελληνικό κράτος και παρακράτος. Κανείς δεν μπορεί να σιωπά και να μην αναγνωρίζει ότι υπάρχει έλλειμα δημοκρατίας, διαφάνειας και παραβίαση στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων.

Χρειάζεται να πάρουμε τα μέτρα μας και όχι μόνο για την προσωπική προστασία του απόρρητου των συνομιλιών μας, αλλά για να πάψει αυτό το ανελεύθερο καθεστώς του «Μεγάλου Αδελφού» και της αντιλαϊκής πολιτικής και της συνεχούς όλο και πιο βαθιάς εμπλοκής της χώρας στους καπιταλιστικούς ανταγωνισμούς.

  • Να διαλυθεί τώρα η ΕΥΠ και κάθε μηχανισμός κρατικής και παρακρατικής παρακολούθησης της πολιτικής δράσης των πολιτών.
  • Να δοθούν όλα τα στοιχεία για τους πολίτες και στους πολίτες που είναι υπό παρακολούθηση.
  • Να σταματήσουν οι παρακολουθήσεις και να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι. Κατάργηση της τροπολογίας που δεν επιτρέπει την παροχή των στοιχείων από την ΑΔΑΕ στους πολίτες.

 Κ.Ε.Δ.Δ.Α. – Κίνηση για τις Ελευθερίες, τα Δημοκρατικά Δικαιώματα, την Αλληλεγγύη

Πηγή: kedda2021.blogspot.com