Άρθρα

Θα μπορούσε ο Ψυχρός Πόλεμος να επανέλθει δριμύτερος;

Πρόκειται για τον πιο μνημειώδη στρατιωτικό σχεδιασμό στον πλανήτη αυτή την εποχή. Και αναρωτιέμαι, βέβαια, αν προσέχει κανείς τι συμβαίνει, δεδομένης της αέναης «αλλαγής φρουράς» στον Λευκό Οίκο, καθώς και του τουιταρίσματος ειδήσεων και δηλώσεων, των αποκαλύψεων για τα σεξουαλικά σκάνδαλα και των κάθε λογής ερευνών του FBI. Κι όμως, όλο και περισσότερο φαίνεται ότι, χάρη στον υφιστάμενο στρατηγικό σχεδιασμό του Πενταγώνου, έχει ξεκινήσει μία νέα εκδοχή Ψυχρού Πολέμου του 21ου αιώνα (με επικίνδυνες, νέες εμπλοκές) χωρίς να το πάρει κανείς χαμπάρι.

Όταν, το 2006, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας εξέθεσε αναλυτικά ποιος θα είναι ο μελλοντικός του ρόλος στη διατήρηση της ασφάλειας, έβλεπε αποκλειστικά μία πρωτεύουσα αποστολή: τον «Μεγάλο Πόλεμο» ενάντια στην παγκόσμια τρομοκρατία. Εκείνη τη χρονιά η έκθεση που δημοσιεύει το Πεντάγωνο κάθε 4 έτη για το σχεδιασμό της αμυντικής πολιτικής υποστήριζε ότι «Από κοινού με τους συμμάχους και τους εταίρους τους, οι ΗΠΑ θα πρέπει να είναι προετοιμασμένες να διεξάγουν αυτόν τον πόλεμο σε πολλές τοποθεσίες ταυτόχρονα και για αρκετά χρόνια». Δώδεκα χρόνια αργότερα, το Πεντάγωνο έχει ανακοινώσει επισήμως ότι εκείνος ο Μεγάλος Πόλεμος βαίνει προς το τέλος του – παρά το γεγονός ότι τουλάχιστον 7 πολεμικές συρράξεις για την καταστολή εξεγέρσεων μαίνονται στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής – και ότι έχει αρχίσει ένας νέος Μεγάλος Πόλεμος, μία διαρκής εκστρατεία για να περιοριστεί η Κίνα και η Ρωσία στην Ευρασία.

«Ο ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων, όχι η τρομοκρατία, έχει αναδειχθεί πλέον σε βασική πρόκληση για τη διατήρηση της ασφάλειας και της ευμάρειας των ΗΠΑ», ισχυρίστηκε ο Οικονομικός Διευθυντής του Πενταγώνου DavidNorquist, όταν τον Ιανουάριο δημοσιοποίησε το αίτημα του Πενταγώνου για αύξηση του προϋπολογισμού του στα $686 δις. «Γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι η Κίνα και η Ρωσία θέλουν να διαμορφώσουν έναν νέο κόσμο σύμφωνα με τις απολυταρχικές τους αξίες και να αντικαταστήσουν σταδιακά την ελεύθερη και ανοιχτή τάξη πραγμάτων που έχει διαμορφώσει τις συνθήκες παγκόσμιας ασφάλειας και ευμάρειας από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έπειτα», δήλωσε.

Βέβαια, το κατά πόσον ο Πρόεδρος Τραμπ είναι αφοσιωμένος στην διατήρηση αυτής της «ελεύθερης και ανοιχτής τάξης πραγμάτων» είναι αμφισβητήσιμο, δεδομένης της απόφασής του να «τορπιλίσει» διεθνείς συμφωνίες και να πυροδοτήσει έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο. Παρομοίως, το εάν η Κίνα και η Ρωσία επιθυμούν πραγματικά να υπονομεύσουν την υφιστάμενη παγκόσμια τάξη πραγμάτων ή απλώς να την κάνουν λιγότερο αμερικανοκεντρική είναι ένα ερώτημα που χρειάζεται προσεκτική διερεύνηση, όμως δεν θα μας απασχολήσει τώρα. Ο λόγος είναι αρκετά απλός. Το κραυγαλέο πρωτοσέλιδο που θα έπρεπε να έχετε δει σε κάθε εφημερίδα (όμως δεν το έχετε δει πουθενά) είναι το παρακάτω: «Ο στρατός των ΗΠΑ αποφάσισε για το μέλλον μας. Αφιέρωσε τον εαυτό του και το έθνος σε ένα γεωπολιτικό αγώνα σε τρία μέτωπα, προκειμένου να αντισταθεί στην ενίσχυση των κινεζικών και ρωσικών θέσεων στην Ασία, την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή».

Όσο σημαντική κι αν είναι αυτή η αλλαγή στρατηγικής, δεν πρόκειται να ακούσετε για αυτήν από τον Πρόεδρο, έναν άνθρωπο ανίκανο πνευματικά για μακρόπνοη στρατηγική σκέψη, που βλέπει τον Πρόεδρο της Ρωσίας VladimirPutin και τον κινέζο XiJinping περισσότερο σαν «άσπονδους φίλους» παρά σαν ορκισμένους αντιπάλους. Προκειμένου να αντιληφθεί κανείς τις κοσμοϊστορικές αλλαγές στον στρατιωτικό σχεδιασμό των ΗΠΑ, είναι απαραίτητο να εντρυφήσει στις «γραφές» του Πενταγώνου: στα αρχεία του προϋπολογισμού και στις ετήσιες «απολογιστικές τοποθετήσεις» των περιφερειακών διοικητών, που επιβλέπουν ήδη την εφαρμογή της νεόκοπης πολιτικής των τριών μετώπων.

Η Νέα Γεωπολιτική Σκακιέρα

Η ανανεωμένη αυτή έμφαση στην Κίνα και τη Ρωσία, που χαρακτηρίζει τον στρατιωτικό σχεδιασμό των ΗΠΑ, αντικατοπτρίζει την διαδικασία κατά την οποία οι υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί αξιωματούχοι επαναξιολογούν την παγκόσμια στρατηγική εξίσωση· μια διαδικασία που ξεκίνησε πολύ πριν ο DonaldTrump να βρεθεί στον Λευκό Οίκο. Παρά το γεγονός ότι οι ανώτεροι διοικητές υιοθέτησαν πλήρως το αφήγημα του «μεγάλου πολέμου κατά της τρομοκρατίας», ο ενθουσιασμός τους για ατέλειωτες επιχειρήσεις κατά των τρομοκρατών, που δεν είχαν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, σε απομακρυσμένα και μερικές φορές επουσιώδη από στρατηγικής απόψεως σημεία του πλανήτη, άρχισε να φθίνει τα τελευταία χρόνια, καθώς είδαν την Κίνα και τη Ρωσία να εκσυγχρονίζουν τις ένοπλες δυνάμεις τους και να τις χρησιμοποιούν για να εκφοβίσουν τους γείτονές τους.

Αν και ο «μεγάλος πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» τροφοδότησε μία τεράστια, συνεχιζόμενη διεύρυνση των Δυνάμεων Ειδικών Επιχειρήσεων (SOF – SpecialOperationForces) του Πενταγώνου (που αποτελούν πλέον έναν «μυστικό» στρατό 70.000 ατόμων κρυμμένων στην μεγαλύτερη στρατιωτική βάση), δεν παρείχε ιδιαίτερο λόγο ύπαρξης ή αντικείμενο εργασίας στις μονάδες που αποτελούν το «βαρύ πυροβολικό» του στρατού: στις ταξιαρχίες των τανκς, στα αεροπλανοφόρα του Ναυτικού, στις μοίρες των βομβαρδιστικών της Αεροπορίας, και πάει λέγοντας. Η Αεροπορία έπαιξε, όντως, σημαντικό υποστηρικτικό ρόλο στις πρόσφατες επιχειρήσεις σε Ιράκ και Συρία, αλλά ο τακτικός στρατός παραγκωνίστηκε σε μεγάλο βαθμό και σε αυτές και σε άλλες περιπτώσεις από τις δυνάμεις ελαφριάς εξάρτησης SOF και τα drones. Ο σχεδιασμός για έναν «πραγματικό πόλεμο» ενάντια σε έναν «ισάξιο αντίπαλο» (κάποιον με δυνάμεις και εξοπλισμό αντίστοιχο προς τα δικά μας) ήταν πολύ χαμηλότερα στις προτεραιότητες σε σχέση με τις ατέρμονες επιχειρήσεις της χώρας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Αυτό ανησύχησε και σε ορισμένες περιπτώσεις εξόργισε όλους εκείνους στον τακτικό στρατό, των οποίων η «ώρα» φαίνεται πως έφτασε πλέον.

«Σήμερα, βγαίνουμε από μία περίοδο στρατηγικής ατροφίας, έχοντας συνείδηση ότι το στρατιωτικό ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία», δηλώνει ξεκάθαρα η νέα έκθεση του Πενταγώνου για την «Εθνική Αμυντική Στρατηγική». «Αντιμετωπίζουμε αυξημένη αναταραχή σε παγκόσμιο επίπεδο, που χαρακτηρίζεται από την κρίση της υφιστάμενης εδώ και χρόνια, στηριζόμενης στους κανόνες, διεθνούς τάξης πραγμάτων» – μία επιδείνωση που για πρώτη φορά αποδίδεται επισήμως όχι στην Αλ-Κάιντα ή το Ισλαμικό Κράτος, αλλά στην επιθετική συμπεριφορά της Κίνας και της Ρωσίας. Το Ιράν και η Βόρεια Κορέα αναγνωρίζονται επίσης ως μεγάλες απειλές, ξεκάθαρα δευτερεύουσες όμως συγκριτικά με την απειλή που προβάλλει από τις δύο μεγάλες ανταγωνιστικές δυνάμεις.

Δεν προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη το γεγονός ότι η μετατόπιση αυτή στην στρατηγική απαιτεί όχι μόνο ακόμη μεγαλύτερες δαπάνες για ακριβούς, υπερσύγχρονους εξοπλισμούς αλλά και ανασχεδιασμό του παγκόσμιου, στρατηγικού χάρτη, προκειμένου να ευνοηθεί η δράση του τακτικού στρατού. Την περίοδο του μεγάλου πολέμου κατά της τρομοκρατίας, η γεωγραφία και τα σύνορα φαίνονταν να έχουν μικρή σημασία, δεδομένου ότι οι θύλακες των τρομοκρατών έμοιαζαν ικανοί να επιχειρούν οπουδήποτε εμφανιζόταν αναταραχή. Ο στρατός των ΗΠΑ, πεπεισμένος ότι θα πρέπει να είναι εξίσου ευέλικτος, προετοιμάστηκε έτσι ώστε να μπορεί να αναπτύσσει δυνάμεις ( συνήθως τύπου SOF) σε απομακρυσμένα πεδία μάχης σε όλο τον πλανήτη, ανεξαρτήτως συνόρων.

Στο νέο, όμως, γεωπολιτικό χάρτη η Αμερική έρχεται αντιμέτωπη με καλά εξοπλισμένους αντιπάλους που πρόκειται να προστατεύσουν τα σύνορά τους σε κάθε περίπτωση, συνεπώς οι δυνάμεις των ΗΠΑ παρατάσσονται πλέον σύμφωνα με μια εκσυγχρονισμένη εκδοχή ενός παλαιότερου σχεδίου: κατά μήκος ένος τριπλού μετώπου σύγκρουσης. Στην Ασία, οι ΗΠΑ και οι βασικοί τους σύμμαχοι (Νότια Κορέα, Ιαπωνία, Φιλιππίνες και Αυστραλία) πρόκειται να αντιμετωπίσουν την Κίνα κατά μήκος μιας νοητής γραμμής που εκτείνεται από την Χερσόνησο της Κορέας μέχρι την ανατολική και νότια θάλασσα της Κίνας και τον Ινδικό Ωκεανό. Στην Ευρώπη, οι ΗΠΑ και οι νατοϊκοί σύμμαχοί τους θα αντιμετωπίσουν τη Ρωσία σε ένα μέτωπο που εκτείνεται από τη Σκανδιναβία και τις χώρες της Βαλτικής, προς το νότο, μέχρι τη Ρουμανία, και προς τα ανατολικά, κατά μήκος της Μαύρης Θάλασσας και μέχρι τον Καύκασο. Ανάμεσα στα δύο αυτά πεδία διαμάχης βρίσκεται η διαρκώς ταραγμένη Μέση Ανατολή, με τις ΗΠΑ και τους δύο καίριας σημασίας συμμάχους τους στην περιοχή, το Ισραήλ και την Σαουδική Αραβία, να έρχονται αντιμέτωποι με ένα ρωσικό προπύργιο στη Συρία και ένα όλο και πιο αποφασιστικό Ιράν, που προσεγγίζει την Κίνα και τη Ρωσία. Σύμφωνα με την οπτική του Πενταγώνου, έτσι οριοθετείται ο παγκόσμιος στρατηγικός χάρτης για το προσεχές μέλλον. Να αναμένετε ότι η πλειοψηφία των επερχόμενων μεγάλων επενδύσεων και πρωτοβουλιών σε στρατιωτικό επίπεδο θα επικεντρωθεί στην ενίσχυση της ισχύος του ναυτικού, της αεροπορίας και του πεζικού των ΗΠΑ κατά μήκος αυτών των μετώπων, ενώ ταυτόχρονα θα στοχεύσει στα αδύναμα σημεία του Κινεζο-ρωσικού άξονα στις περιοχές αυτές.

Ο καλύτερος τρόπος να κατανοήσει κανείς την δυναμική της τροποποιημένης αυτής στρατηγικής είναι να μελετήσει τις επίσημες «ετήσιες τοποθετήσεις» των επικεφαλής των «ενοποιημένων μαχητικών διοικητηρίων», ή του “Αρχηγείου των Ηνωμένων Σωμάτων Πεζικού/ Ναυτικού/ Αεροπορίας/ Πεζοναυτών”, που είναι αρμόδιοι για τις περιοχές γύρω από την Κίνα και τη Ρωσία: του Αρχηγείου του Ειρηνικού (PacificCommand – PACOM), που είναι υπεύθυνο για όλες τις αμερικανικές δυνάμεις στην Ασία· του Ευρωπαϊκού Αρχηγείου (EuropeanCommand – EUCOM) , που είναι αρμόδιο για τις δυνάμεις των ΗΠΑ από την Σκανδιναβία ως τον Καύκασο· και του Κεντρικού Αρχηγείου ( CentralCommand – CENTCOM), που επιτηρεί τη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία, περιοχές όπου πολλοί εκ των πολέμων της χώρας «ενάντια στην τρομοκρατία» βρίσκονται ακόμη εν εξελίξει.

Οι Διοικητές αυτών των στρατιωτικών «κοινοπραξιών» είναι οι πιο ισχυροί αξιωματούχοι των ΗΠΑ εντός των «ορίων της τοπικής αρμοδιότητάς τους», ασκώντας πολύ μεγαλύτερη επιρροή σε σχέση με οποιονδήποτε Αμερικανό πρέσβη που ασκεί τα καθήκοντά του στην περιοχή (συχνά ασκούν ισχυρότερη επιρροή και από αρχηγούς κρατών). Ως εκ τούτου οι επίσημες τοποθετήσεις τους και οι «λίστες αγορών» για εξοπλισμούς που πάντοτε τις συνοδεύουν καθίστανται ιδιαίτερα σημαντικές για όσους επιθυμούν να κατανοήσουν το όραμα του Πενταγώνου σχετικά με το στρατιωτικό μέλλον των ΗΠΑ διεθνώς.

Το μέτωπο Ινδικού – Ειρηνικού

Διοικητής του Ειρηνικού (PACOM) είναι ο Ναύαρχος HarryHarrisJr., έμπειρος κυβερνήτης πολεμικών πλοίων. Στην ετήσια επίσημη τοποθέτησή του, ενώπιον της Επιτροπής της Συγκλήτου για τις Ένοπλες Δυνάμεις στις 15 Μαρτίου, ο Harris σκιαγράφησε μια ζοφερή εικόνα της στρατηγικής θέσης των ΗΠΑ στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού Ωκεανού. Στους κινδύνους που εγκυμονεί μια οπλισμένη με πυρηνικά Βόρεια Κορέα έρχεται να προστεθεί η ανάδυση της Κίνας, που αποτελεί πλέον εξαιρετική απειλή για τα ζωτικά συμφέροντα της Αμερικής, όπως υποστήριξε. Όπως υπογράμμισε, «η ταχύτατη εξέλιξη του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (People’sLiberationArmy – PLA, ο τακτικός στρατός της Κίνας) σε μία σύγχρονη, τεχνολογικά προηγμένη μαχητική δύναμη είναι τόσο εντυπωσιακή όσο και ανησυχητική». «Οι δυνατότητες του PLA εξελίσσονται ταχύτερα συγκριτικά με οποιουδήποτε άλλου κράτους στον κόσμο, χάρη στην γενναία χρηματοδότηση και τη θέσπιση σαφών προτεραιοτήτων».

Ακόμη πιο απειλητική είναι, κατά την άποψή του, η πρόοδος που έχει σημειώσει η Κίνα στην ανάπτυξη βαλλιστικών πυραύλων μεσαίας ακτίνας δράσης (Intermediate-rangeballisticmissiles – IRBMs) και πολεμικών πλοίων προηγμένης τεχνολογίας. Όπως εξήγησε, οι πύραυλοι αυτού του τύπου είναι ικανοί να πλήξουν αμερικανικές βάσεις στην Ιαπωνία ή τη Νήσο Guam, ενώ το αναπτυσσόμενο κινεζικό Ναυτικό θα μπορούσε να αμφισβητήσει την αμερικανική κυριαρχία στις θάλασσες πέρα από τις ακτές της Κίνας και ίσως μια μέρα ακόμη και την διοίκηση της δυτικής πλευράς του Ειρηνικού Ωκεανού. «Εάν το πρόγραμμα της κατασκευής πολεμικών πλοίων συνεχιστεί, η Κίνα θα ξεπεράσει την Ρωσία και θα ανέλθει σε δεύτερη μεγαλύτερη ναυτική δύναμη παγκοσμίως έως το 2020, έχοντας περισσότερα υποβρύχια και πλοία τύπου φρεγάτας ή μεγαλύτερα», δήλωσε.

Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αυτά τα επιτεύγματα και να περιοριστεί η κινεζική επιρροή απαιτείται, φυσικά, να επενδυθούν περισσότερα από τα χρήματα των φορολογουμένων σε προηγμένα οπλικά συστήματα, ιδιαίτερα σε πυραύλους υψηλής ακριβείας. Ο Ναύαρχος Harris ζήτησε γενναία αύξηση των δαπανών για εξοπλισμούς αυτού του τύπου, ώστε να εξουδετερωθούν οι υφιστάμενες και οι μελλοντικές δυνατότητες της Κίνας και να διασφαλιστεί η στρατιωτική κυριαρχία των ΗΠΑ στον εναέριο και θαλάσσιο χώρο γύρω από την Κίνα. Δήλωσε ξεκάθαρα πως «για να αποθαρρύνουμε πιθανούς αντιπάλους στην περιοχή του Ινδικού και του Ειρηνικού, θα πρέπει να οικοδομήσουμε μια πιο φονική πολεμική μηχανή επενδύοντας στους κρίσιμους τομείς και αξιοποιώντας την καινοτομία».

Η λίστα με τις εξοπλιστικές του επιθυμίες ήταν εντυπωσιακή. Πάνω από όλα, μίλησε με μεγάλο ενθουσιασμό για τις νέες γενιές αεροσκαφών και πυραύλων – που στη γλώσσα του Πενταγώνου ονομάζονται «συστήματα αποκλεισμού περιοχής»-, οι οποίες είναι ικανές να πλήξουν τις πυροβολαρχίες των κινεζικών IRBMs και άλλα οπλικά συστήματα που έχουν ως στόχο τη διατήρηση των αμερικανικών δυνάμεων μακριά από την κινεζική επικράτεια. Υπονόησε, ακόμη, ότι δεν θα τον πείραζε καθόλου αν είχε νέους πυραύλους οπλισμένους με πυρηνικές κεφαλές για τον ίδιο σκοπό – οι πύραυλοι αυτοί θα μπορούσαν, όπως υποστήριξε, να εκτοξεύονται από πλοία και αεροσκάφη και κατά τον τρόπο αυτό να παρακαμφθεί η Συνθήκη για τα Πυρηνικά Όπλα Μεσαίας Ακτίνας, η οποία έχει κυρωθεί από τις ΗΠΑ και απαγορεύει την χρήση πυρηνικών πυραύλων μεσαίας ακτίνας που βρίσκονται στο έδαφος. (Για να σας δώσω μίαν εικόνα της «απόκρυφης» γλώσσας των ειδικών του Πενταγώνου σε ζητήματα πυρηνικών, έτσι ακριβώς το έθεσε: «Πρέπει να συνεχίσουμε να αναπτύσσουμε τις δυνατότητες πυραυλικών συστημάτων, οι προδιαγραφές των οποίων συμμορφώνονται με την Συνθήκη για τα Πυρηνικά Όπλα Μέσης Ακτίνας, έτσι ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τα συστήματα αποκλεισμού περιοχής και να επιβάλλουμε αμυντικές τακτικές»).

Τέλος, για την περεταίρω ενίσχυση της αμυντικής γραμμής των ΗΠΑ στην περιοχή, ο Harris ζήτησε την ενδυνάμωση των στρατιωτικών δεσμών με διάφορους συμμάχους και εταίρους, της Ιαπωνίας, της Νότιας Κορέας, των Φιλιππίνων και της Αυστραλίας συμπεριλαμβανομένων. Ο στόχος του Αρχηγείου του Ειρηνικού (PACOM) είναι, όπως δήλωσε, «να διατηρήσει ένα δίκτυο ομοϊδεατών συμμάχων και συνεργατών και να καλλιεργήσει δίκτυα ασφάλειας διεπόμενα από τις αξίες εκείνες που ενισχύουν την ελεύθερη και ανοικτή διεθνή τάξη πραγμάτων». Ιδανικά, προσέθεσε, το δίκτυο αυτό θα συμπεριλάβει στο μέλλον και την Ινδία, οδηγώντας έτσι στην μεγαλύτερη περικύκλωση της Κίνας.

Το Ευρωπαϊκό Πεδίο Επιχειρήσεων

Ένα ανάλογα εμπόλεμο μέλλον, στο οποίο πρωταγωνιστούν βέβαια άλλοι παίκτες σε ένα διαφορετικό τοπίο, περιέγραψε και ο Στρατηγός CurtisScaparroti, διοικητής του Ευρωπαϊκού Αρχηγείου (EUCOM), στην κατάθεσή του ενώπιον της Επιτροπής της Συγκλήτου για τις Ένοπλες Δυνάμεις, στις 8 Μαρτίου. Για αυτόν, η Ρωσία είναι η άλλη όψη της Κίνας. Όπως το περιέγραψε ανατριχιαστικά ο ίδιος, «η Ρωσία επιθυμεί να αλλάξει την διεθνή τάξη πραγμάτων, να διασπάσει το ΝΑΤΟ, να υπονομεύσει την ηγεμονία των ΗΠΑ, προκειμένου να προστατεύσει το δικό της καθεστώς, να ανακτήσει την κυριαρχία πάνω στους γείτονές της και να αυξήσει την επιρροή της παγκοσμίως […] η Ρωσία έχει επιδείξει την αποφασιστικότητα και την ικανότητά της να παρεμβαίνει σε χώρες της περιφέρειάς της και να κάνει επίδειξη ισχύος – ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή».

Η παραπάνω οπτική, χωρίς να χρειάζεται να πούμε πολλά, διαφέρει από όσα ακούμε από τον Πρόεδρο Trump, που έχει φανεί διστακτικός στο να ασκήσει αρνητική κριτική στον VladimirPutin ή να παρουσιάσει την Ρωσία ως τον απόλυτο εχθρό. Για τους αμερικανούς αξιωματούχους του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών, όμως, η Ρωσία αποτελεί την πιο αξιοσημείωτη απειλή για τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Αυτό δηλώνεται ξεκάθαρα και με φρασεολογία που θυμίζει την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. «Η πρώτιστη στρατηγική επιδίωξή μας», τόνισε ο Scaparrotti, «είναι να αποτρέψουμε την Ρωσία από περαιτέρω επιθετικές ενέργειες και από την άσκηση αρνητικής επιρροής στους συμμάχους και τους εταίρους μας. […] Μέχρι στιγμής, βρισκόμαστε σε φάση επικαιροποίησης των επιχειρησιακών μας σχεδίων, προκειμένου να έχουμε διαθέσιμες στρατιωτικές επιλογές προς υπεράσπιση των Ευρωπαίων συμμάχων μας έναντι της ρωσικής επιθετικότητας».

Η τελευταία λέξη του Ευρωπαϊκού Αρχηγείου στην αντι-ρωσική εκστρατεία του είναι η «Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία για την Αποθάρρυνση» (EuropeanDeterrenceInitiative – EDI), ένα πρότζεκτ που πρωτοξεκίνησε ο Πρόεδρος Obama το 2014, αμέσως μετά από την ρωσική κατάληψη της Κριμέας. Το σχέδιο EDI, που έγινε αρχικά γνωστό ως «Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία για την Διαβεβαίωση» (EuropeanReassuranceInitiative), στοχεύει στην ενίσχυση των αμερικανικών και νατοϊκών δυνάμεων που έχουν αναπτυχθεί σε κράτη της «πρώτης γραμμής»- Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία και Πολωνία – και αντιμετωπίζουν την Ρωσία στο Ανατολικό Μέτωπο του ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με τη λίστα των εξοπλιστικών επιθυμιών του Πενταγώνου, που κατατέθηκε το Φεβρουάριο, περίπου $6.5 δις πρόκειται να διατεθούν για την υλοποίηση του σχεδίου EDI το 2019. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των πόρων θα διατεθεί για την δημιουργία μεγάλου αποθέματος πυρομαχικών στα κράτη της «πρώτης γραμμής», για την ενίσχυση των υποδομών των βάσεων της αεροπορίας, για την διεξαγωγή περισσότερων κοινών στρατιωτικών ασκήσεων των συμμαχικών δυνάμεων και για την μεταφορά περισσότερων στρατευμάτων από τις ΗΠΑ στην περιοχή. Επιπλέον, περίπου 200 εκ. δολλάρια θα διατεθούν σε μια αποστολή του Πενταγώνου στην Ουκρανία με αντικείμενο την «παροχή στρατιωτικών συμβουλών, την εκπαίδευση, και τον εξοπλισμό».

Ο Στρατηγός Scaparrotti έχει επίσης, όπως ο ομόλογός του στην περιοχή του Ειρηνικού, μια δαπανηρή λίστα εξοπλιστικών επιθυμιών, που περιλαμβάνει προηγμένα αεροπλάνα, πυραύλους και άλλα όπλα υψηλής τεχνολογίας, τα οποία, όπως υποστηρίζει, θα αντιπαρατεθούν στον εκσυγχρονισμό των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων. Επιπροσθέτως, αναγνωρίζοντας την επιδεξιότητα της Ρωσίας στον κυβερνοπόλεμο, ζητάει σημαντικές επενδύσεις στις σχετικές τεχνολογίες, ενώ υπονόησε, όπως και ο Ναύαρχος Harris, την ανάγκη για αυξημένες δαπάνες για πυρηνικά όπλα, κατάλληλα για πιθανή χρήση σε μια μελλοντική σύρραξη στον ευρωπαϊκό χώρο.

Μεταξύ Ανατολής και Δύσης: το Κεντρικό Αρχηγείο

Το Κεντρικό Αρχηγείο των ΗΠΑ (CENTCOM) επιτηρεί ένα τρομακτικό φάσμα πολεμικών συρράξεων στην τεράστια, όλο και πιο ασταθή περιοχή, που εκτείνεται από τα δυτικά όρια του Αρχηγείου του Ειρηνικού ως τα ανατολικά σύνορα του Ευρωπαϊκού Αρχηγείου. Στα περισσότερα χρόνια της πρόσφατης ιστορίας του, το CENTCOM είχε επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και συγκεκριμένα στους πολέμους σε Ιράκ, Συρία και Αφγανιστάν. Σήμερα, όμως, παρά το γεγονός ότι ο προηγούμενος «μεγάλος πόλεμος» είναι ακόμη εν εξελίξει, το Αρχηγείο έχει αρχίσει ήδη να προετοιμάζεται για την εκδοχή μιας νέας, ψυχροπολεμικής, διαρκούς μάχης, για ένα σχέδιο περιορισμού – για να ανασύρω έναν παλαιότερο όρο- τόσο της Κίνας όσο και της Ρωσίας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.

Στην πρόσφατη κατάθεσή του ενώπιον της Επιτροπής της Συγκλήτου για τις Ένοπλες Δυνάμεις, ο διοικητής του CENTCOM, Στρατηγός JosephVotel, επικεντρώθηκε στην τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων των ΗΠΑ κατά του ISIS στην Συρία και κατά των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν· διαβεβαίωσε, όμως, ότι η τιθάσευση της Κίνας και της Ρωσίας αποτελεί πλέον ζήτημα καίριας σημασίας για την μελλοντική στρατηγική αποστολή του Αρχηγείου: «Η προσφάτως δημοσιευθείσα «Έκθεση για την Εθνική Αμυντική Στρατηγική» υποδεικνύει την αναζωπύρωση του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων ως την βασική απειλή για την εθνική ασφάλεια και οι επιπτώσεις αυτού του ανταγωνισμού είναι ήδη ορατές στην περιοχή».

Ο Votel υποστήριξε πως η Ρωσία, μέσα από την στήριξη στο συριακό καθεστώς του Basharal-Assad και τις προσπάθειες να διευρύνει την επιρροή της σε βασικούς «παίκτες», παίζει έναν όλο και πιο εμφανή ρόλο στην περιοχή που βρίσκεται υπό την αρμοδιότητα του CENTCOM. Η Κίνα επιδιώκει, επίσης, να αυξήσει την γεωπολιτική επιρροή της τόσο οικονομικά όσο και με μία μικρή, αλλά αναπτυσσόμενη στρατιωτική παρουσία. Όπως διαβεβαίωσε ο Votel, ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το υπό κινεζική διοίκηση λιμάνιGwadar στο Πακιστάν, στον Ινδικό Ωκεανό και η νέα κινεζική στρατιωτική βάση στο Djibouti, στην Ερυθρά θάλασσα, απέναντι από την Υεμένη και την Σαουδική Αραβία. Τέτοιου είδους εγκαταστάσεις, σύμφωνα με τον Votel, ενισχύουν την «στρατιωτική θέση και την επίδειξη ισχύος της Κίνας» στην περιοχή αρμοδιότητας του Αρχηγείου και αποτελούν προάγγελο ενός δύσκολου μέλλοντος για τον στρατό των ΗΠΑ.

Υπό αυτές τις συνθήκες, σύμφωνα με την κατάθεση του Votel, αποτελεί πρώτιστο καθήκον του Κεντρικού Αρχηγείου να αντισταθεί στην κινεζική και ρωσική αποφασιστικότητα από κοινού με τις PACOM και EUCOM. «Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε τις απειλές αυτές, όχι μόνο στις περιοχές όπου εδρεύουν, αλλά και σε αυτές που επηρεάζουν». Χωρίς να προχωρήσει σε περαιτέρω λεπτομέρειες, δήλωσε ότι «έχουμε αναπτύξει […] πολύ καλά σχέδια και διαδικασίες για το τρόπο που θα πετύχουμε κάτι τέτοιο».

Το ακριβές περιεχόμενο των παραπάνω είναι τουλάχιστον ασαφές, όμως σε κάθε περίπτωση γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι -παρά τις προεκλογικές υποσχέσεις του DonaldTrumpγια αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν, το Ιράκ και τη Συρία μόλις ηττηθεί ο ISISκαι οι Ταλιμπάν- ο στρατός των ΗΠΑ προετοιμάζει την επ’ αόριστον εγκατάσταση των δυνάμεών του στις χώρες αυτές (πιθανώς και σε άλλες), που βρίσκονται στην περιοχή αρμοδιότητας του CENTCOM, προκειμένου φυσικά να καταπολεμήσουν την τρομοκρατία, αλλά και για να διασφαλίσουν επίσης την ύπαρξη μόνιμης στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ σε περιοχές όπου αναμένεται ένταση του γεωπολιτικού ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων.

Πρόσκληση για την Καταστροφή

Με σχετική συντομία, οι αξιωματούχοι του αμερικανικού στρατού υποστήριξαν τον ισχυρισμό τους ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται πλέον στη φάση ενός νέου μεγάλου πολέμου σκιαγραφώντας σε γενικές γραμμές τα όρια μίας ζώνης περιορισμού, που εκτείνονται από την Χερσόνησο της Κορέας στην Ασία, μέσα από την Μέση Ανατολή, σε τμήματα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης στην Ανατολική Ευρώπη και μέχρι τις Σκανδιναβικές Χώρες. Σύμφωνα με το σχέδιό τους, τα αμερικανικά στρατεύματα – ενισχυμένα από αυτά των έμπιστων συμμάχων – θα πρέπει να περιφρουρούν κάθε τμήμα αυτού του μετώπου· πρόκεται για ένα μεγαλεπίβολο σχέδιο αναχαίτισης της υποθετικής ανάπτυξης της κινεζικής και ρωσικής επιρροής, το οποίο, αν το αντιληφθούμε στην πλανητική του διάσταση, ξεπερνά κάθε φαντασία. Η ιστορία του μέλλοντος μπορεί να καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από μια τόσο υπερμεγέθη προσπάθεια.

Τα ερωτήματα που ανακύπτουν για το μέλλον περιλαμβάνουν το κατά πόσο μια τέτοια στρατηγική πολιτική είναι αξιόπιστη και πραγματικά βιώσιμη. Μία απόπειρα περιορισμού της Κίνας και της Ρωσίας με τέτοιο τρόπο θα προκαλέσει σίγουρα αντίποινα, κάποια εκ των οποίων θα είναι δύσκολο να απαντηθούν, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνοεπιθέσεων και του οικονομικού πολέμου διαφόρων μορφών. Κι αν πιστεύατε πως, όταν μία δύναμη μόνη της διεξήγαγε έναν πόλεμο κατά της τρομοκρατίας σε τεράστιες ζώνες ανά τον πλανήτη, το παράκανε, δεν έχετε δει ακόμη τίποτα: η διατήρηση μεγάλου αριθμού βαρέως εξοπλισμένων στρατευμάτων σε τρία εκτεταμένα μέτωπα θα αποβεί επίσης υπέρμετρα δαπανηρή, θα έρθει σίγουρα σε σύγκρουση με τις προτεραιότητες για τις εγχώριες δαπάνες και θα προκαλέσει πιθανότατα μια διχαστική και οξεία συζήτηση για την επαναφορά της στρατεύσιμης θητείας στις ΗΠΑ.

Το πραγματικό ερώτημα, όμως, – που δεν συζητιέται αυτή την στιγμή στην Washington – είναι το εξής: Γιατί να ακολουθήσουμε μια τέτοια πολιτική εξ αρχής; Δεν υπάρχουν άλλοι τρόποι για να διαχειριστούμε την άνοδο της Κίνας και την προκλητική συμπεριφορά της Ρωσίας; Το ιδιαίτερα ανησυχητικό σε αυτήν την στρατηγική των τριών μετώπων δεν είναι απλώς ο μεγαλεπίβολος πολεμικός σχεδιασμός αλλά η τεράστια πιθανότητα για αντιπαράθεση, λάθος υπολογισμούς, κλιμάκωση της έντασης και εντέλει πραγματικό πόλεμο.

Σε πολλά σημεία κατά μήκος αυτού του μετώπου που εκτείνεται σε όλη την υφήλιο – όπως στην Βαλτική, την Μαύρη Θάλασσα, τη Συρία, την Νότια και την Ανατολική Θάλασσα της Κίνας, για να αναφέρω μερικά μόνο παραδείγματα- στρατεύματα από τις ΗΠΑ και την Κίνα ή την Ρωσία βρίσκονται ήδη σε σημαντική τριβή, ενώ συχνά «σπρώχνονται» για την κατάκτηση στρατηγικών θέσεων κατά τρόπο ικανό να οδηγήσει σε εχθροπραξίες. Οποιαδήποτε στιγμή, καθένας από αυτούς τους διαπληκτισμούς θα μπορούσε να προκαλέσει ανταλλαγή πυρών, οδηγώντας έτσι σε ακούσια κλιμάκωση της έντασης και εντέλει σε έναν πιθανό ολοκληρωτικό πόλεμο. Από εκεί και έπειτα, θα μπορούσαν να γίνουν σχεδόν τα πάντα, ακόμη και χρήση πυρηνικών όπλων. Είναι προφανές πως οι αξιωματούχοι στην Washington θα πρέπει να το ξανασκεφτούν σοβαρά πριν να δεσμεύσουν τους Αμερικανούς σε μία στρατηγική που εγκυμονεί τέτοιους κινδύνους και που θα μπορούσε να μετατρέψει την μέχρι στιγμής «προετοιμασία για τον μεγάλο πόλεμο» σε έναν πραγματικό μεγάλο πόλεμο με φονικές συνέπειες.

Πηγή: tomdispatch.com

Μετάφραση: Ειρήνη Τσαλουχίδη

Η χρονιά των κομάντο

Οι δυνάμεις ειδικών επιχειρήσεων του στρατού των ΗΠΑ είναι αναπτυγμένες σε 138 χώρες — στο 70% όλων των χωρών του κόσμου. Βρίσκονται στα προάστια της Σύρτης, στη Λιβύη, υποστηρίζοντας τις τοπικές ένοπλες ομάδες, και στη Μουκάλα, της Υεμένης, στηρίζοντας τα στρατεύματα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Στο Σάακοου, ένα μακρινό φυλάκιο της νότιας Σομαλίας, βοήθησαν τοπικούς κομάντο να σκοτώσουν αρκετά μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης αλ-Σαμπάμπ. Γύρω από τις πόλεις Τζαραμπλούς και αλ-Ράι στη βόρεια Συρία συνεργάστηκαν με τουρκικά στρατεύματα και συριακές ένοπλες ομάδες, ενώ ταυτόχρονα ενσωματώθηκαν σε ομάδες μαχητών των κουρδικών Λαϊκών Μονάδων Προστασίας (YPG) και των [επίσης κουρδικών] Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων. Πέρα από τα σύνορα, στο Ιράκ, συμμετέχουν στη μάχη της Μοσούλης , για την εκδίωξη του Ισλαμικού Κράτους. Και στο Αφγανιστάν βοήθησαν τις τοπικές δυνάμεις σε ποικίλες αποστολές, όπως γίνεται αδιαλείπτως από το 2001.

Για την Αμερική, το 2016 ήταν η χρονιά των κομάντο. Στη μία ζώνη σύγκρουσης μετά την άλλη, στα βορειότερα σημεία της Αφρικής και στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή, οι αμερικανικές Δυνάμεις Ειδικών Επιχειρήσεων (Special Operation Forces – FOS) διεξήγαγαν το δικό τους είδος πολέμων χαμηλής έντασης. “Η άμεση πρόκληση είναι να κερδίσουμε τις τρέχουσες μάχες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων κατά του Ισλαμικού Κράτους, της αλ-Κάιντα και σε άλλες περιοχές όπου εμπλέκονται οι SOF σε συγκρούσεις και στην αστάθεια”, δήλωσε, το περασμένο έτος, ο επικεφαλής της Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων των ΗΠΑ (SOCOM), στρατηγός Ρέιμοντ Τόμας, στην επιτροπή ενόπλων δυνάμεων της Γερουσίας.

Ειρωνικά, οι σκιώδεις πόλεμοι της SOCOM ενάντια σε τρομοκρατικές ομάδες όπως η αλ-Κάιντα και το Ισλαμικό Κράτος είναι οι πιο ορατές επιχειρήσεις της. Περιβεβλημένες με ακόμη μεγαλύτερη μυστικότητα είναι οι δραστηριότητές της εκτός των αναγνωρισμένων ζωνών σύγκρουσης σε όλη την υφήλιο – είτε αυτές είναι επιχειρήσεις κατά ανταρτών είτε αφορούν τα ναρκωτικά είτε τις φαινομενικά ατέρμονες αποστολές εκπαίδευσης δυνάμεων και παροχής στρατιωτικών συμβουλών. Αυτές οι επιχειρήσεις διεξάγονται χωρίς πολλές φανφάρες, δημοσιογραφική κάλυψη ή εποπτεία σε δεκάδες χώρες, καθημερινά. Από την Αλβανία στην Ουρουγουάη, από την Αλγερία στο Ουζμπεκιστάν, οι ελίτ των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων –στις οποίες συγκαταλέγονται οι ομάδες SEAL του ναυτικού και τα Πράσινα Μπερέ του πεζικού – αναπτύχθηκαν σε 138 χώρες το 2016, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στην ιστοσελίδα TomDispatch η Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων των ΗΠΑ. Το σύνολο αυτό, από τα υψηλότερα της προεδρίας Ομπάμα, αντιπροσωπεύει τη λεγόμενη χρυσή εποχή των “γκρίζων ζωνών”, σύμφωνα με την ιδιόλεκτο των Ειδικών Δυνάμεων – μια φράση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει το ζοφερό μισοσκόταδο ανάμεσα στον πόλεμο και την ειρήνη. Το επόμενο έτος θα δείξει πιθανώς εάν αυτή εποχή τελειώνει μαζί με τον Ομπάμα ή θα συνεχιστεί και υπό την προεδρία του Ντ. Τραμπ.

Ο παραπάνω χάρτης δείχνει τις 132 από τις 138 χώρες. Οι 129 (μπλε χρώμα) δόθηκαν από τη SOCOM, 3 (με κόκκινο χρώμα) –Συρία, Υεμένη και Σομαλία- συνήχθησαν από πληροφορίες ανοικτής πηγής.

Ο στρατηγός Τόμας έγραψε, τον περασμένο μήνα στο PRISM, το επίσημο περιοδικό του Κέντρου Σύνθετων Επιχειρήσεων του Πενταγώνου, τα εξής:

“Μόλις τα πρόσφατα χρόνια, γίναμε μάρτυρες ενός ποικιλόμορφου και εξελισσόμενου περιβάλλοντος απειλών που αποτελείται: από την εμφάνιση μιας στρατιωτικά επεκτατικής Κίνας, μιας αυξανόμενα απρόβλεπτης Βόρειας Κορέας, μιας ρεβανσιστικής Ρωσίας που απειλεί τα συμφέροντά μας τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ασία και ενός Ιράν που συνεχίζει να επεκτείνει την επιρροή του στη Μέση Ανατολή, τροφοδοτώντας τη σύγκρουση σουνιτών-σιιτών. Μη κρατικοί παράγοντες επιτείνουν τη σύγχυση σ’ αυτό το τοπίο αναπτύσσοντας τρομοκρατικά, εγκληματικά και ανταρτικά δίκτυα που υποσκάπτουν τη διακυβέρνηση σε όλα εκτός από τα πιο ισχυρά κράτη… Οι ειδικές δυνάμεις παρέχουν ασύμμετρες ικανότητες και αντιδράσεις σ’ αυτές τις προκλήσεις”.

Το 2016, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε η SOCOM στο TomDispatch, οι ΗΠΑ ανέπτυξαν ειδικούς χειριστές στην Κίνα (ιδίως στο Χονγκ Κονγκ) και σε έντεκα χώρες που την περιβάλλουν –στην Ταϊβάν (την οποία η Κίνα θεωρεί αποσκιρτήσασα επαρχία) , στη Μογγολία, το Καζακστάν, το Τατζικιστάν, το Αφγανιστάν, το Νεπάλ, την Ινδία, το Λάος, τις Φιλιππίνες, τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία. Η SOCOM δεν αναγνωρίζει ότι έχει στείλει κομάντο στο Ιράν, τη Βόρεια Κορέα ή τη Ρωσία, αλλά αναγνωρίζει ότι αναπτύσσει δυνάμεις σε πολλές χώρες που τις περιβάλλουν.

Η SOCOM είναι πρόθυμη να κατονομάσει μόνο 129 από τις 138 χώρες στις οποίες ανέπτυξε τις δυνάμεις της το 2016. “Σχεδόν όλες οι αναπτύξεις των ειδικών δυνάμεων είναι απόρρητες”, είπε ο εκπρόσωπος Κεν ΜακΓκρόου στο TomDispatch.  “Εάν η ανάπτυξη δυνάμεων σε μία συγκεκριμένη χώρα δεν έχει αποχαρακτηριστεί, δεν δίνουμε στη δημοσιότητα πληροφορίες”.

Για παράδειγμα, η SOCOM δεν αναγνωρίζει ότι στέλνει στρατιώτες στις πολεμικές ζώνες της Σομαλίας, της Συρίας ή της Υεμένης, παρά τις συντριπτικές αποδείξεις σχετικά με την παρουσία και τη διεξαγωγή αμερικανικών ειδικών επιχειρήσεων και στις τρεις χώρες, όπως αναφέρει και μια έκθεση του Λευκού Οίκου, που δημοσιεύτηκε τον περασμένο μήνα, “οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν σήμερα στρατιωτικές δυνάμεις στη” Σομαλία, τη Συρία και την Υεμένη και πιο συγκεκριμένα δηλώνει ότι “ αμερικανικές δυνάμεις ειδικών επιχειρήσεων έχουν αναπτυχθεί στη Συρία”.

Σύμφωνα με τη Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων, το 2016, το 55,29% των ειδικών δυνάμεων στο εξωτερικό στάλθηκε στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή, μια μείωση κατά 35% από το 2006. Στο ίδιο χρονικό διάστημα η ανάπτυξη δυνάμεων στην Αφρική εκτοξεύτηκε στα ύψη, αυξανόμενη πάνω από 1.600% — από το μόλις 1% των ειδικών δυνάμεων που στάλθηκαν εκτός ΗΠΑ το 2006 στο 17,26% , το περασμένο έτος. Αυτές οι δύο περιοχές ακολουθούνται από άλλες για τις οποίες έχουν αρμοδιότητα η Ευρωπαϊκή Διοίκηση (12,67%), η Διοίκηση του Ειρηνικού (9,19%), η Νότια Διοίκηση (4,89%), και η Βόρεια Διοίκηση (0,69%), που είναι αρμόδια για την “εσωτερική άμυνα”. Σε μία δεδομένη ημέρα, 8.000 κομάντο του Τόμας μπορούν να βρεθούν σε πάνω από 90 χώρες όλης της υφηλίου.

Οι δυνάμεις των ειδικών επιχειρήσεων των ΗΠΑ αναπτύχθηκαν σε 138 χώρες το 2016. Οι χώρες που υποδεικνύονται με το μπλε δόθηκαν από τη Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων. Με το κόκκινο σημαίνονται χώρες στις οποίες η παρουσία ειδικών δυνάμεων συνάχθηκε από άλλες πηγές πληροφοριών. Το Ιράν, η Βόρεια Κορέα και η Ρωσία δεν συγκαταλέγονται στις χώρες που κατονομάζονται ή αναγνωρίζονται , αλλά και οι τρεις περιβάλλονται από χώρες τις οποίες επισκέφθηκαν οι πιο επίλεκτες αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις, το περασμένο έτος.

Κυνηγοί ανθρώπων

Το περασμένο έτος, στο Διεθνές Συνέδριο για τις Ειδικές Δυνάμεις, η Λάιζα Μόνακο, βοηθός του προέδρου σε θέματα εσωτερικής ασφάλειας και αντιτρομοκρατίας, είπε τα εξής:

“Οι Ειδικές Δυνάμεις παίζουν κρίσιμο ρόλο στη συλλογή πληροφοριών – πληροφοριών που στηρίζουν τις επιχειρήσεις εναντίον του Ισλαμικού Κράτους και βοηθούν να καταπολεμηθεί η ροή ξένων μαχητών προς και από τη Συρία και το Ιράκ”. Αυτές οι επιχειρήσεις συλλογής πληροφοριών “διεξάγονται προς άμεση στήριξη των αποστολών των ειδικών δυνάμεων”, εξήγησε ο στρατηγός Τόμας της SOCOM, το 2016.  “Όσα αποκτώνται με την υπεροχή των ειδικών επιχειρήσεων πληροφοριών αφιερώνονται στον εντοπισμό ατόμων, στην αποκάλυψη εχθρικών δικτύων, στην κατανόηση του περιβάλλοντος και στην υποστήριξη συνεργατών”.

Πληροφοριακά σήματα από υπολογιστές και κινητά τηλέφωνα που δίνουν οι ξένοι σύμμαχοι ή υποκλέπτονται από τα μη επανδρωμένα σκάφη παρακολούθησης και από επανδρωμένα αεροπλάνα, όπως επίσης πληροφορίες από ανθρώπους που δίνει η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (CIA), συνδυάζονται για να στοχεύσουν τα άτομα που θα σκοτώσουν ή θα συλλάβουν οι πιο επίλεκτες δυνάμεις της SOCOM στις αποστολές τους.  Η άκρως απόρρητη Κοινή Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων (JSOC), π.χ., φέρει σε πέρας τέτοιες αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, επιδρομές και δολοφονίες σε χώρες όπως το Ιράκ και η Λιβύη. Το περασμένο έτος, ο στρατηγός Τόμας, πριν μεταφερθεί από της διοίκηση της JSOC στη μητρική της τη SOCOM, σημείωσε ότι μέλη της Κοινής Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων ενεργούσαν σε “όλες τις χώρες όπου υπάρχει το ISIL”.  (Που μπορεί να υποδεικνύει μια ανάπτυξη ειδικών δυνάμεων στο Πακιστάν, άλλη μια χώρα που απουσιάζει από τη λίστα της SOCOM για το 2016.)

Σε μια συνέντευξη Τύπου τον περασμένο Οκτώβριο, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Ας Κάρτερ, σε μια σπάνια επίσημη αναφορά για τις επιχειρήσεις της   JSOC, είπε τα εξής:

“Έχουμε τοποθετήσει την Κοινή Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων επικεφαλής της αντιμετώπισης των εξωτερικών επιχειρήσεων του ISIL. Και έχουμε πετύχει ήδη σημαντικά αποτελέσματα μειώνοντας τη ροή ξένων μαχητών και εξαλείφοντας ηγέτες του ISIL από το πεδίο μάχης”.

Ένα μήνα νωρίτερα, έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες σε μια δήλωσή του ενώπιον της επιτροπής ενόπλων δυνάμεων της Γερουσίας:

“Εξουδετερώνουμε συστηματικά την ηγεσία του ISIL: ο συνασπισμός έχει θέσει εκτός εφτά μέλη της ανώτερης σούρα του ISIL … Επίσης εξαλείψαμε βασικούς ηγέτες του ISIL στη Λιβύη και το Αφγανιστάν … Και εξαλείψαμε από το πεδίο της μάχης πάνω από 20 εξωτερικούς χειριστές και συνωμότες του ISIL… Έχουμε εμπιστευθεί αυτή την πλευρά της εκστρατείας μας σε μία από τις πιο θανάσιμες, ικανές και έμπειρες διοικήσεις [του υπουργείου Άμυνας], την Κοινή Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων, η οποία βοήθησε να αποδοθεί δικαιοσύνη όχι μόνο όσον αφορά τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, αλλά και τον άνθρωπο που ίδρυσε την οργάνωση που εξελίχθηκε στο ISIL, τον Αμπού-Μουσάμπ αλ-Ζαρκάουι”.

Όταν του ζητήθηκαν λεπτομέρειες για το πόσοι ακριβώς “εξωτερικοί χειριστές” του ISIL στοχεύτηκαν και πόσοι “εξαλείφθηκαν” από το πεδίο της μάχης από την JSOC το 2016, ο Κεν ΜακΓκρόου της SOCOM απάντησε: “Δεν έχουμε και δεν θα έχουμε τίποτε για εσάς”.

Όταν ήταν επικεφαλής της JSOC το 2015, ο στρατηγός Τόμας μιλούσε για την “απογοήτευση” τη δική του και της μονάδας του για τους περιορισμούς που τους επιβάλλονταν. “Μου έλεγαν ‘όχι’ περισσότερο από “προχώρα’ σε μια αναλογία δέκα προς ένα, σχεδόν σε καθημερινή βάση”. Όμως, τον περασμένο Νοέμβριο, η εφημερίδα Washington Postανέφερε ότι η κυβέρνηση Ομπάμα εκχώρησε στην JSOC “εκτεταμένες εξουσίες ανίχνευσης, σχεδιασμού και δυνητικά εξαπόλυσης επιθέσεων σε τρομοκρατικούς πυρήνες σε όλη την υφήλιο”. Αυτή η δύναμη ειδικών αποστολών κατά των εξωτερικών επιχειρήσεων (γνωστή επίσης ως “Ex-Ops”) “σχεδιάστηκε για να πάρει το μοντέλο στόχευσης της JSOC … και να το εξάγει παγκοσμίως για την καταδίωξη τρομοκρατικών δικτύων που σχεδιάζουν επιθέσεις εναντίον της Δύσης”.

Η SOCOM αμφισβητεί τμήματα του ρεπορτάζ της Post . “Ούτε στη SOCOM ούτε σε οποιαδήποτε υφιστάμενα τμήματά της δόθηκαν εκτεταμένες εξουσίες (αρμοδιότητες) ,” είπε ο Κεν ΜακΓκρόου της SOCOM στοTomDispatchμέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.“Κάθε δυνητική επιχείρηση πρέπει ακόμη να εγκρίνεται από το διοικητή της Geographic Combatant Command(Περιφερειακής Πολεμικής Διοίκησης)και αν απαιτείται από τον υπουργό Άμυνας ή [τον πρόεδρο]”.

{Οι αμερικανικές περιφερειακές –γεωγραφικές– πολεμικές διοικήσεις προέρχονται από τις δύο παγκόσμιας εμβέλειας πολεμικές διοικήσεις κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, τη στρατιωτική διοίκηση του Ειρηνικού και της Ευρώπης. Μετά τον πόλεμο, αυτές οι δομές τυποποιήθηκαν ως περιφερειακές ενοποιημένες πολεμικές διοικήσεις και τελικά διαμορφώθηκαν η SOUTHCOM, για τη Λατινική Αμερική, το 1963, η CENTCOMγια τη Μέση Ανατολή, το 1983, η NORTHCOM –για το εσωτερικό της χώρας–, το 2002, και η AFRICOMγια την Αφρική, το 2007.}

“Αμερικανοί αξιωματούχοι (που μίλησαν υπό τον όρο ότι θα παρουσιάζονταν κατ’ αυτόν τον ασαφή τρόπο) εξήγησαν ότι η αντίδραση της SOCOM ήταν θέμα οπτικής γωνίας. Οι εξουσίες της δεν επεκτάθηκαν πρόσφατα, όσο κυρίως θεσμοποιήθηκαν και “καταγράφηκαν”, όπως ειπώθηκε στο TomDispatch.  “Ειλικρινά, η απόφαση που λήφθηκε πριν από μήνες ήταν να κωδικοποιηθεί η τρέχουσα πρακτική και όχι να δημιουργηθεί νέα”. Η Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων αρνήθηκε να το επιβεβαιώσει, αλλά ο συνταγματάρχης Τόμας Ντέιβις, ένας άλλος εκπρόσωπος της SOCOM παρατήρησε: “Πουθενά δεν αναφέραμε ότι δεν υπήρξε κωδικοποίηση”.

Σύμφωνα με τους Τόμας Γκίμπονς-Νεφ και Νταν Λάμοθ της Washington Post, ο στρατηγός Τόμας είναι “αυτός που παίρνει τις αποφάσεις όταν το θέμα αφορά απειλές που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των ειδικών δυνάμεων” .  “Οι ειδικές δυνάμεις θα μπορούσαν να μετατρέψουν, ουσιαστικά, τον Τόμας σε ηγετική αρχή όσον αφορά την αποστολή ειδικών δυνάμεων σε περίπτωση απειλών”.Άλλοι ισχυρίζονται ότι ο Τόμας απλώς αύξησε την επιρροή του, γεγονός που του επιτρέπει να προτείνει απευθείας ένα σχέδιο δράσης , όπως πλήγμα σε ένα στόχο, στον υπουργό Άμυνας , κάτι που δίνει τη δυνατότητα μείωσης του χρόνου έγκρισης. (Ο Μακ Γκρόου της SOCOM λέει ότι ο Τόμας “δεν θα διοικεί δυνάμεις ούτε θα λαμβάνει αποφάσεις για τις επιχειρήσεις των ειδικών δυνάμεων σε οποιαδήποτε [περιοχή επιχειρήσεων της] Περιφερειακής Πολεμικής Διοίκησης”.

Τον περασμένο Νοέμβριο, ο υπουργός Άμυνας Κάρτερ έδωσε μια ένδειξη για τη συχνότητα των επιθετικών επιχειρήσεων μετά από μια επίσκεψη στο Χέρλμπαρτ Φιλντ της Φλόριντας, όπου βρίσκεται το επιτελείο της διοίκησης ειδικών επιχειρήσεων της αεροπορίας. Παρατήρησε ότι “εξετάσαμε ένα πλήθος επιθετικών ικανοτήτων των ειδικών δυνάμεων. Πρόκειται για το είδος των ικανοτήτων που χρησιμοποιούμε σχεδόν καθημερινά κάπου στον κόσμο. … Και έχει ιδιαίτερη σημασία για την εκστρατεία κατά του ISIL που διεξάγουμε σήμερα”.

Μόνο στο Αφγανιστάν, το περασμένο έτος, οι ειδικές δυνάμεις διεξήγαγαν 350 επιδρομές με στόχο στελέχη της αλ-Κάιντα και του Ισλαμικού Κράτους, περίπου μία κάθε ημέρα κατά μέσο όρο,   και συνέλαβαν ή σκότωσαν σχεδόν 50 “ηγέτες” και 200 “μέλη” των ομάδων αυτών , σύμφωνα με το στρατηγό Τζον Νίκολσον, τον Αμερικανό στρατιωτικό διοικητή σ’ αυτή τη χώρα. Ορισμένες πηγές υποδεικνύουν επίσης ότι ενώ τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη της JSOC και της CIA πραγματοποίησαν, σε γενικές γραμμές, τον ίδιο αριθμό αποστολών το 2016, ο στρατός εξαπέλυσε πάνω από 20.000 επιθέσεις στο Αφγανιστάν, την Υεμένη και τη Συρία, σε σύγκριση με τις λιγότερες από δώδεκα που πραγματοποίησε η CIA. Αυτό μπορεί να αντανακλά μια απόφαση της κυβέρνησης Ομπάμα να εφαρμόσει το σχέδιο που μελετάται εδώ και καιρό, δηλαδή να θέσει επικεφαλής των θανάσιμων επιχειρήσεων τη JSOC (Κοινή Διοίκηση Ειδικών Δυνάμεων) και να επαναφέρει τη CIA στα παραδοσιακά καθήκοντα συλλογής πληροφοριών.

World of Warcraft

[Ο κόσμος της τέχνης του πολέμου – από το ομώνυμο ηλεκτρονικό παιχνίδι]

“Είναι σημαντικό να καταλάβουμε γιατί οι SOF (δυνάμεις ειδικών επιχειρήσεων) έχουν αναβαθμιστεί και έχουν γίνει από υποστηρικτικός παράγοντας κυρίως παίκτης, η χρήση τους υπογραμμίζει επίσης το γιατί οι ΗΠΑ συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στις πιο πρόσφατες εκστρατείες τους – στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, κατά του Ισλαμικού Κράτους, της αλ-Κάιντα και των παρακλαδιών της, στη Λιβύη, την Υεμένη κ.λπ. και στις ακήρυκτες εκστρατείες τους στις χώρες της Βαλτικής, στην Πολωνία και την Ουκρανία– επειδή καμία από αυτές τις εκστρατείες δεν ταιριάζει στο αμερικανικό μοντέλο για τον παραδοσιακό πόλεμο”, είπε ο απόστρατος αντιστράτηγος Τσαρλς Κλίβελαντ, επικεφαλής της αμερικανικής διοίκησης ειδικών επιχειρήσεων από το 2012 μέχρι το 2015 και νυν σημαντικός μέντορας του επικεφαλής της Ομάδας Στρατηγικών Μελετών του στρατού. Δηλώνοντας ότι, εν μέσω των μεγαλύτερων προβλημάτων αυτών των συγκρούσεων, η ικανότητα των επίλεκτων στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ να φέρνουν σε πέρας αποστολές σύλληψης/δολοφονιών και να εκπαιδεύουν τοπικούς συμμάχους έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη, πρόσθεσε: “οι δυνάμεις ειδικών επιχειρήσεων αποδίδουν καλύτερα όταν οι εγχώριες και οι ικανότητες άμεσης δράσης αλληλοϋποστηρίζονται. Πέρα από το Αφγανιστάν και το Ιράκ και τις εξελισσόμενες [αντιτρομοκρατικές] προσπάθειες σε άλλες χώρες, οι ειδικές δυνάμεις συνεχίζουν να συνεργάζονται με συμμαχικές χώρες σε προσπάθειες κατά της ανταρτικής δράσης και των ναρκωτικών στην Ασία, τη Λατινική Αμερική και την Αφρική”.

Η SOCOM αναγνωρίζει ότι έχει αναπτύξει δυνάμεις σχεδόν στο 70% όλων των χωρών του κόσμου, που συμπεριλαμβάνουν όλες τις χώρες της Νότιας Αμερικής εκτός από τρεις (Βολιβία, Εκουαδόρ και Βενεζουέλα). Τα επιχειρησιακά στελέχη της καλύπτουν επίσης την Ασία, και πραγματοποιούν αποστολές στο 60% των χωρών της Αφρικής.

Η ανάπτυξη των ειδικών δυνάμεων στο εξωτερικό μπορεί να είναι τόσο μικρή όσο ένας ειδικός χειριστής που συμμετέχει σε ένα πρόγραμμα γλωσσικής εμβάπτισης ή μια τριμελής ομάδα που διεξάγει “επιθεώρηση” για την αμερικανική πρεσβεία. Μπορεί επίσης να μην έχει καμιά σχέση με την κυβέρνηση ή το στρατό της φιλοξενούσας χώρας. Ωστόσο, οι περισσότερες δυνάμεις ειδικών επιχειρήσεων συνεργάζονται με ντόπιους. Διεξάγοντας ασκήσεις εκπαίδευσης και εμπλεκόμενες σ’ αυτό που οι στρατιωτικοί αποκαλούν “οικοδόμηση ικανότητας συνεργασίας” (BPC) και “συνεργασία ως προς την ασφάλεια” (SC).  Συχνά, αυτό σημαίνει ότι οι πιο επίλεκτες δυνάμεις της Αμερικής στέλνονται σε χώρες των οποίων οι δυνάμεις ασφαλείας μνημονεύονται τακτικά από το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το περασμένο έτος στην Αφρική, όπου οι ειδικές δυνάμεις διεξάγουν περίπου 20 διαφορετικά προγράμματα και δραστηριότητες –από ασκήσεις εκπαίδευσης μέχρι συνεργασία στην ασφάλεια–, περιλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, οι χώρες Μπουρκίνα Φάσο, Μπουρούντι, Καμερούν, Δημοκρατία του Κονγκό, Τζιμπουτί, Κένια, Μάλι, Μαυριτανία, Νίγηρας, Νιγηρία, Τανζανία και Ουγκάντα.

Το 2014, π.χ., πάνω από 4.800 επίλεκτοι στρατιωτικοί συμμετείχαν σε έναν, μόνο, τύπο τέτοιων δραστηριοτήτων –σε αποστολές κοινής συνδυασμένης ανταλλαγής εκπαίδευσης– σε όλο τον κόσμο. Με κόστος 56 εκατ. δολαρίων, οι μονάδες SEAL του ναυτικού, τα Πράσινα Μπερέ του στρατού ξηράς και άλλες ειδικές μονάδες έφεραν σε πέρας 176 μεμονωμένες δραστηριότητες κοινής συνδυασμένης ανταλλαγής εκπαίδευσης, σε 87 χώρες. Μια μελέτη της RAND Corporation, το 2013, για τις περιοχές που καλύπτουν οι Africa Command, Pacific Command, και Southern Command βρήκε “μετρίως χαμηλή” την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων αυτών και στις τρεις περιοχές. Μια ανάλυση της ίδιας εταιρείας για το 2014 σχετικά με τη συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, η οποία εξέταζε των “χαμηλού ίχνους προσπαθειών των ειδικών δυνάμεων”, βρήκε ότι “δεν υπήρχε στατιστικά σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στη συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας και στην αλλαγή ως προς την ευθραυστότητα των χωρών της Αφρικής ή της Μέσης Ανατολής”. Και σε μια έκθεση του 2015 προς τη σχολή των ειδικών δυνάμεων, ο Χάρι Χάνγκερ, που ανήκει στο ανώτερο διδακτικό προσωπικό, σημείωνε ότι η “οικοδόμηση ικανότητας συνεργασίας είχε αναλώσει στο παρελθόν τεράστιους πόρους με μικρή απόδοση”.

Παρά αυτά τα αποτελέσματα και τις ευρύτερες στρατηγικές αποτυχίες στο Ιράκ, το Αφγανιστάν και τη Λιβύη, τα χρόνια του Ομπάμα ήταν η χρυσή εποχή των γκρίζων ζωνών. Π.χ. οι 138 χώρες στις οποίες έδρασαν ειδικές δυνάμεις των ΗΠΑ το 2016 αντιπροσωπεύουν μια αλματώδη αύξηση στον αριθμό χωρών της τάξης του 130% από τις τελευταίες ημέρες της κυβέρνησης Μπους. Αν και εκφράζουν επίσης μια μείωση κατά τα 6% σε σχέση με το σύνολο του 2015, το 2016 παραμένει στο ανώτατο επίπεδο των χρόνων του Ομπάμα, κατά τα οποία οι ειδικές δυνάμεις αναπτύχθηκαν σε 75 χώρες το 2010, σε 120 το 2011, σε 134 το 2013 και σε 133 το 2014, πριν κορυφωθούν στις 147 χώρες το 2015. Όταν ρωτήθηκε για το λόγο αυτής της μικρής μείωσης, ο Κεν ΜακΓκρόου της SOCOM απάντησε, “παρέχουμε ειδικές δυνάμεις ανταποκρινόμενοι στις απαιτήσεις των περιφερειακών πολεμικών διοικήσεων προς υποστήριξη των σχεδίων τους στα θέατρα συνεργασίας ως προς την ασφάλεια. Προφανώς, μειώθηκαν κατά εννέα οι χώρες [όπου] οι περιφερειακές διοικήσεις είχαν απαιτήσεις ανάπτυξης ειδικών δυνάμεων το 2016”.

Η αύξηση των χωρών όπου αναπτύχθηκαν ειδικές δυνάμεις ανάμεσα στο 2009 και το 2016 –από περίπου 60 στις υπερδιπλάσιες χώρες– αντανακλά μια παρόμοια αύξηση του συνολικού προσωπικού της SOCOM (από56.000 κατά προσέγγιση σε 70.000 περίπου) και του βασικού προϋπολογισμού της (από $9 δισ.σε $11 δισ.). Δεν είναι μυστικό ότι έχει αυξηθεί επίσης δραματικά ο ρυθμός των επιχειρήσεων , αν και η διοίκηση αρνήθηκε να απαντήσει σε ερωτήσεις που της απεύθυνε για το θέμα αυτό το TomDispatch.

Σε μια έκθεση που δημοσίευσε το CNA [Κέντρο Ναυτικών Αναλύσεων] ιδιωτικός οργανισμός μελετών που εδρεύει στην Πολιτεία Βιρτζίνια αναφέρεται ότι “οι δυνάμεις ειδικών επιχειρήσεων επωμίζονται βαρύ φορτίο διεξάγοντας αυτές τις αποστολές, υφίστανται μεγάλο αριθμό απωλειών τα τελευταία οκτώ χρόνια και διατηρούν υψηλό επιχειρησιακό ρυθμό που δημιουργεί αυξανόμενη ένταση στους ειδικούς χειριστές και τις οικογένειές τους”. (Αυτή η έκθεση προέκυψε από μια συνδιάσκεψη που παρακολούθησαν έξι πρώην διοικητές ειδικών επιχειρήσεων, ένας πρώην βοηθός υπουργός Άμυνας και δεκάδες ενεργά μέλη των ειδικών δυνάμεων.)

Μια πιο κοντινή ματιά στις περιοχές των “ακήρυκτων εκστρατειών στις χώρες της Βαλτικής, την Πολωνία και την Ουκρανία“, τις οποίες ανέφερε ο απόστρατος αντιστράτηγος Τσαρλς Κλίβελαντ. Οι τοποθεσίες που σηματοδοτούνται με μπλε δόθηκαν από την Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων. Η μία που σηματοδοτείται με κόκκινο συνάχθηκε από πληροφορίες ανοικτής πηγής.

Η αμερικανική εποχή των κομάντο

Τον περασμένο μήνα, ενώπιον της επιτροπής ενόπλων δυνάμεων της Γερουσίας, ο Σον Μπρίμλι, πρώην διευθυντής στρατηγικού σχεδιασμού στο προσωπικό του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας και νυν εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Κέντρου για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια, επανέλαβε τα ανησυχητικά συμπεράσματα της έκθεσης του CNA. Σε μια ακρόαση για τις “αναδυόμενες αμυντικές προκλήσεις και τις παγκόσμιες απειλές”, ο Μπρίμλι είπε ότι “οι ειδικές δυνάμεις έχουν αναπτυχθεί με πρωτοφανείς ρυθμούς, δημιουργώντας τεράστιες εντάσεις στο προσωπικό” και κάλεσε την κυβέρνηση Τραμπ να “επεξεργαστεί μια πιο βιώσιμη μακροπρόθεσμη αντιτρομοκρατική στρατηγική”. Σε μία εργασία που δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο, η Κρίστεν Χάρτζντουκ, πρώην σύμβουλος για τις ειδικές επιχειρήσεις και τον ανορθόδοξο πόλεμο στο γραφείο του βοηθού υπουργού Άμυνας για τις ειδικές επιχειρήσεις και τις χαμηλής έντασης συγκρούσεις και νυν μέλος του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών, κάλεσε να μειωθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης των δυνάμεων ειδικών επιχειρήσεων.

Ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ ισχυρίστηκε ότι ο αμερικανικός στρατός συνολικά έχει “εξασθενήσει” και κάλεσε σε αύξηση του μεγέθους του στρατού και των πεζοναυτών, δεν έχει δείξει εάν σχεδιάζει να υποστηρίξει μια περαιτέρω αύξηση του μεγέθους των δυνάμεων ειδικών επιχειρήσεων. Και ενώ πρόσφατα πρότεινε ως υποψήφιο υπουργό Εσωτερικών έναν πρώην αξιωματικό των μονάδων SEAL του ναυτικού, ο Τραμπ έχει δώσει ελάχιστες ενδείξεις για το πώς θα αξιοποιήσει τους ανθρώπους των ειδικών δυνάμεων που υπηρετούν σήμερα.

“Τα πλήγματα με μη επανδρωμένα αεροσκάφη”, ανάγγειλε σε μία από τις σπάνιες αναφορές του για τις αποστολές των ειδικών δυνάμεων, “θα διατηρηθούν ως μέρη της στρατηγικής μας, αλλά θα επιδιώξουμε τη σύλληψη στόχων υψηλής αξίας για να αποκτήσουμε τις αναγκαίες πληροφορίες ώστε να διαλύσουμε τις οργανώσεις τους”. Πιο πρόσφατα, σε μια συγκέντρωση νίκης στη Βόρεια Καρολίνα, ο Τραμπ αναφέρθηκε πιο συγκεκριμένα στα επίλεκτα στρατεύματα που σύντομα θα είναι υπό τη διοίκησή του. “Οι ειδικές δυνάμεις μας στο Φρούριο Μπραγκ είναι η αιχμή του δόρατος στη μάχη κατά της τρομοκρατίας. Το έμβλημα των ειδικών δυνάμεων του στρατού μας είναι ‘να απελευθερώσουν τους καταπιεσμένους’ και αυτό ακριβώς έκαναν και θα εξακολουθήσουν να κάνουν. Τούτη ακριβώς τη στιγμή, στρατιώτες από το φρούριο Μπραγκ έχουν αναπτυχθεί σε 90 χώρες σ’ όλο τον κόσμο”, είπε στο πλήθος.

Αφού φάνηκε να υποστηρίζει τη συνέχιση των ευρέος φάσματος, απελευθέρωσης των καταπιεσμένων, αποστολών των δυνάμεων ειδικών επιχειρήσεων, ο Τραμπ έδωσε την εντύπωση αλλαγής πορείας , προσθέτοντας “ δεν θέλουμε να έχουμε έναν εξαντλημένο στρατό, επειδή είμαστε παντού, πολεμώντας σε περιοχές που απλώς δεν θα έπρεπε να πολεμάμε … Αυτός ο καταστροφικός κύκλος επεμβάσεων και χάους πρέπει, τελικά, να τερματιστεί”.   Όμως, ταυτόχρονα, υποσχέθηκε ότι οι ΗΠΑ σύντομα θα “νικούσαν τις δυνάμεις της τρομοκρατίας”. Γι’ αυτό το σκοπό, ο απόστρατος αντιστράτηγος Μάικλ Φλιν, πρώην διευθυντής πληροφοριών της Κοινής Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων , τον οποίο ο νέος πρόεδρος επέλεξε να υπηρετήσει ως σύμβουλος εθνικής ασφαλείας, υποσχέθηκε ότι η νέα κυβέρνηση θα επανεκτιμήσει τις αρμοδιότητες του στρατού στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους –παρέχοντας δυνητικά μεγαλύτερο εύρος για τις αποφάσεις στο πεδίο της μάχης. Έτσι, η Wall Street Journalαναφέρει ότι το Πεντάγωνο επεξεργάζεται προτάσεις για να μειώσει την “επίβλεψη του Λευκού Οίκου στις επιχειρησιακές αποφάσεις”, ενώ “μεταφέρει ξανά κάποιες αρμοδιότητες τακτικής στο Πεντάγωνο”.

Τον περασμένο μήνα, ο πρόεδρος Ομπάμα επισκέφθηκε την αεροπορική βάση ΜακΝτιλ στη Φλόριντα, έδρα της Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων, για να εκφωνήσει την τελευταία ομιλία του με θέμα τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. “Για οκτώ χρόνια που ήμουν στην προεδρία, δεν υπήρξε ούτε μία ημέρα που να μη συνωμοτεί μια τρομοκρατική οργάνωση ή κάποιο μεμονωμένο ακραίο άτομο για να σκοτώσει Αμερικανούς”, είπε στο πλήθος που είχε συναθροιστεί μαζί με τους στρατιώτες. Ταυτόχρονα, δεν υπήρξε ούτε μία ημέρα που οι πιο επίλεκτες δυνάμεις υπό τη διοίκησή του να μην αναπτύχθηκαν σε 60 ή περισσότερες χώρες σε όλο τον κόσμο.

“Θα είμαι ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που υπηρέτησα δύο θητείες κατά τη διάρκεια μιας εποχής πολέμου”, πρόσθεσε ο Ομπάμα. “Οι δημοκρατίες δεν θα έπρεπε να λειτουργούν σε μια κατάσταση μόνιμου πολέμου. Αυτό δεν είναι καλό για το στρατό μας ούτε είναι καλό για τη δημοκρατία μας”. Τα αποτελέσματα της μονίμως εμπόλεμης προεδρίας του ήταν αξιοθρήνητα, σύμφωνα με τη Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων. Από τις οκτώ συγκρούσεις που διεξάχθηκαν στα χρόνια του Ομπάμα, το ρεκόρ της Αμερικής ήταν καμία νίκη, δύο απώλειες και έξι ισοπαλίες, σύμφωνα με ένα ενημερωτικό σλάιτ του διευθυντηρίου πληροφοριών της διοίκησης.

Η εποχή Ομπάμα στην πραγματικότητα αποδείχθηκε η “εποχή των κομάντο”. Ωστόσο, καθώς οι ειδικές δυνάμεις διατηρούσαν αμείωτο έναν φρενήρη επιχειρησιακό ρυθμό, διεξάγοντας πόλεμο μέσα και έξω από αναγνωρισμένες ζώνες συγκρούσεων, εκπαιδεύοντας τοπικούς συμμάχους, συμβουλεύοντας ντόπιους πληρεξουσίους, κατεδαφίζοντας πόρτες και πραγματοποιώντας δολοφονίες, τα τρομοκρατικά κινήματα εξαπλώθηκαν σε όλη την Ευρύτερη Μέση Ανατολή και την Αφρική.

Ο νέος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εμφανίζεται διατεθειμένος να αφανίσει το μεγαλύτερο μέρος της κληρονομιάς του Ομπάμα, από την υπογραφή του προέδρου στο νόμο για την περίθαλψη μέχρι τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς του, για να μην αναφέρουμε την αλλαγή πορείας στην εξωτερική πολιτική, συμπεριλαμβανομένων των σχέσεων με την Κίνα, το Ιράν, το Ισραήλ και τη Ρωσία. Μένει να δούμε εάν θα ακούσει τις συμβουλές να μειώσει το επί Ομπάμα φάσμα ανάπτυξης των ειδικών δυνάμεων. Το επόμενο έτος θα δείξει εάν ο μακροχρόνιος σκιώδης πόλεμος του Ομπάμα, η χρυσή εποχή των γκρίζων ζωνών, θα επιβιώσει.

Πηγή: http://www.tomdispatch.com

Μετάφραση: Αριάδνη Αλαβάνου