Άρθρα

airbnb

Το στεγαστικό πρόβλημα, η AirBnB και ο ΣΥΡΙΖΑ

Η συζήτηση γύρω από το πρόβλημα της στέγης έχει φουντώσει για τα καλά τον τελευταίο καιρό με αφορμή την επέλαση της βραχυχρόνιας μίσθωσης τύπου AirBnB σε γειτονιές της Αθήνας και σε μια σειρά από τουριστικές πόλεις (Χανιά, Ρέθυμνο κ.ά) και όχι μόνο. Πλήθος στοιχείων αποδεικνύουν αυτό που όλοι εμπειρικά αντιλαμβανόμαστε: τα ενοίκια ανεβαίνουν, τα εισοδήματα παραμένουν καθηλωμένα, η εύρεση αξιοπρεπούς και οικονομικής στέγης σε πολλές περιοχές είναι αδύνατη.

Σύμφωνα με στοιχεία υπολογίζεται μια σταθερή αύξηση των τιμών ενοικίασης με ρυθμό 10-20% το τρίμηνο. Στο άρθρο των Γ. Μουρμούρη και Δ. Σταμούλη (ΠΡΙΝ) διαβάζουμε:

“Σε τουριστικό «γκέτο» έχει μετατραπεί πλέον το Κουκάκι και οι γειτονιές γύρω από την Ακρόπολη. Στην Κυψέλη το τελευταίο διάστημα οι τιμές των κατοικιών έχουν διπλασιαστεί. Στα Εξάρχεια, οι αξίες σε ένα χρόνο έχουν αυξηθεί κατά 30%. Στην πλατεία Βάθης και στην Αγίου Κωνσταντίνου το 91% των ακινήτων προσφέρεται για βραχυχρόνια μίσθωση και στο Ζάππειο το 92%. Στον Κεραμεικό καταγράφηκαν 255 ακίνητα σε καταχωρίσεις στις πλατφόρμες για ενοικιάσεις σε τουρίστες και μόλις 40 για μακροχρόνια μίσθωση. Ίδια η κατάσταση σε σταθμό Λαρίσης, Άγιο Νικόλαο και Πετράλωνα. Στο σύνολο της χώρας, τα σπίτια που δεν ενοικιάζονται μέσα από τις διάφορες πλατφόρμες έχουν μειωθεί δραματικά, ενώ στα δημοφιλή τουριστικά νησιά, όπως Χανιά, Ρόδος και Κέρκυρα, ο αριθμός των ακινήτων που ενοικιάζονται μακροχρόνια είναι μόλις ένα κλάσμα αυτών που μισθώνονται βραχυχρόνια. Ενδεικτικά, στα Χανιά διατίθενται μέσω Airbnb 4.337 σπίτια, ενώ όσα ενοικιάζονται μακροχρόνια ξεπερνούν ελαφρώς τα 210 και στη Ρόδο μόλις τα 100. Δηλαδή, σε κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς το 95% των ακινήτων ενοικιάζεται μέσω Airbnb, ενώ η αναλογία των τιμών μεταξύ βραχυχρόνιας και μακροχρόνιας μίσθωσης αγγίζει το πέντε προς ένα.” 

Χαρακτηριστικές του φαινομένου είναι οι ιστορίες φοιτητών, αναπληρωτών καθηγητών, αγροτικών γιατρών ή επαγγελματιών τουρισμού που δε βρίσκουν σπίτια, είτε έλαβαν αναγκαστικές αυξήσεις ενοικίων, ενώ οι περισσότεροι πρακτικά εκδιώχνονται το Μάιο.

Illustration του Ben Jennings

Illustration του Ben Jennings από το debutart.com

Την ώρα που οι αυξήσεις στα ενοίκια ματώνουν το εισόδημα των εργαζομένων, τους αναγκάζουν να μετακομίσουν μακριά από τους χώρους εργασίας τους, στερούν από φοιτητές τη δυναντότητα να σπουδάσουν μακριά από τον τόπο καταγωγής τους και χτυπούν ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, όπως οι μετανάστες ή οι άνεργοι, η δημόσια συζήτηση για το θέμα εξελίσσεται προβληματικά. Μπορούμε να εντοπίσουμε το πρόβλημα στα εξής σημεία:

  1. Πρώτον, επικεντρώνεται αποκλειστικά στην AirBnBκαι τις αυξήσεις ενοικίων στις «τουριστικές» περιοχές, ενώ το στεγαστικό πρόβλημα είναι στην πραγματικότητα πολύ ευρύτερο και πιο σύνθετο.
  2. Δεύτερον, δημιουργείται ένα δίπολο μεταξύ ιδιοκτητών/εκμισθωτών από τη μία  και ενοικιαστών από την άλλη, το οποίο σε γενικές γραμμές αφήνει στο απυρόβλητο τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα που κερδοσκοπούν σήμερα σε βάρος του δικαιώματος στην στέγη αλλά αγνοεί και τις πολιτικές ευθύνες της παρούσας και των προηγουμένων κυβερνήσεων. Το στεγαστικό πρόβλημα δεν έπεσε από τον ουρανό και οι βραχυχρόνιες μισθώσεις δεν εκτοξεύθηκαν εν μία νυκτί, επειδή όσοι είχαν ένα διαμέρισμα στο κέντρο την είδαν λοκαντιέρες.

Βλέποντας πέρα από την AirBnB

Το στεγαστικό πρόβλημα στην Ελλάδα έχει επηρεαστεί σημαντικά από τη ραγδαία ανάπτυξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης, όμως δεν αρχίζει και δεν τελειώνει εκεί για μια σειρά από λόγους.

Το πιο βασικό είναι ίσως το γεγονός ότι στην Ελλάδα ο κανόνας ήταν και παραμένει ακόμη και σήμερα η ιδιοκατοίκηση. Για λόγους ιστορικούς, πολιτισμικούς, οικονομικούς η κατοχή γης και ιδιόκτητης κατοικίας στην Ελλάδα δεν αποτελεί προνόμιο μιας κάστας «ευγενών» και δεν προδίδει απαραίτητα οικονομική άνεση. Χαρακτηριστικά, το 2010 το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα ήταν 77,2%  με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να κυμαίνεται γύρω στο 70% (σημαντικές είναι οι αποκλίσεις μεταξύ Βορρά–Νότου, με τον δεύτερο να παρουσιάζει υψηλότερα ποσοστά). Μέχρι το τέλος του 2016 το ποσοστό είχε μειωθεί σε 73,9%. Κατ’ αντιστοιχία, την ίδια περίοδο αυξήθηκε κατά 9% το ποσοστό των ενοικιαστών ακινήτων, που ανέρχεται σε περίπου 25% του πληθυσμού[i].

Καθοριστικό ρόλο στην επιβάρυνση της ιδιοκατοίκησης έπαιξε η αύξηση της φορολογίας ακινήτων, που από το 2010 έως το 2015 εξαπλασιάστηκε (από 500 εκ. ευρώ ετησίως σε 3 δις). Άλλωστε, ενώ μέχρι το 2010 ο κύριος όγκος της φορολογίας ακινήτων προερχόταν από τις αγοραπωλησίες, από τότε μέχρι και σήμερα προέρχεται από τη φορολόγηση της κατοχής τους.

Αποκαλυπτική είναι η έρευνα του Housing Europe[ii] σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα έχει τα μεγαλύτερα έξοδα κατοικίας ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών της, συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, το ποσοστό των νοικοκυριών που δαπανούν περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για την κάλυψη αναγκών στέγασης έχει εκτιναχθεί σε σχεδόν 41%, τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος δεν ξεπερνάει το 11,3%. Για όσους δε ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, οι δαπάνες συντήρησης κατοικίας ξεπερνούν το 90% του συνολικού εισοδήματος (στοιχεία 2016).

Σημαντικό ρόλο έχουν παίξει και οι πλειστηριασμοί, αλλά και οι πωλήσεις «όσο-όσο» για να πληρωθούν χρέη, ενώ τα πράγματα θα γίνουν ακόμη χειρότερα με τον νέο νόμο για την πρώτη κατοικία, που συμφώνησαν κυβέρνηση – τραπεζίτες – δανειστές, στον οποίο προβλέπονται χαμηλότερα όρια προστασίας.

Από τα πάνω μπορούμε να συμπεράνουμε τα εξής:

Πρώτον, το στεγαστικό πρόβλημα δεν αφορά αποκλειστικά τους ενοικιαστές στις «τουριστικές» περιοχές, αλλά και χιλιάδες μικροιδιοκτήτες, δανειολήπτες κλπ σε όλη την επικράτεια. Και οι τελευταίοι είδαν τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται κατά την μνημονιακή δεκαετία και για αρκετούς εξ αυτών η μετατροπή των διαμερισμάτων τους σε τουριστικά καταλύματα φαντάζει σαν μια καλή ή και αναγκαία λύση.

Δεύτερον, η εμπορευματοποίηση και η εντατική τουριστική εκμετάλλευση της στέγης δεν θα μπορούσε να έλθει χωρίς την προηγούμενη επίθεση στην ιδιοκατοίκηση και στην μικρή ιδιοκτησία εν γένει. Η κατακόρυφη πτώση που γνώρισαν οι εμπορικές αξίες των ακινήτων τα προηγούμενα χρόνια οδήγησαν και σε μια ορισμένη συγκέντρωση πολλών ιδιοκτησιών σε χέρια λίγων – κατά βάση ξένων – επενδυτών.

Αυτό είναι το κεντρικό ερώτημα: ποιος “σηκώνει” τα ενοίκια;

Πρόκειται απλά για τους μικροϊδιοκτήτες που εκμεταλλεύονται 1 ή 2 διαμερίσματα, έχοντας μάλιστα συχνά την ψευδαίσθηση ότι “έπιασαν την καλή”; Σίγουρα παίζουν και αυτοί το ρόλο τους, ειδικά στις μικρές πόλεις. Αλλά η μεγάλη εικόνα που φαίνεται να αλλάζει στα στεγαστικά είναι η προσέλκυση μεγαλοεπενδυτών, κυρίως από το εξωτερικό, λόγω της πτώσης των τιμών πώλησης.

Αυτό το φαινόμενο ευνόησε ο θεσμός της «χρυσής visa», που εισήγαγε η κυβέρνηση Σαμαρά το 2013 και υιοθέτησε απόλυτα ο ΣΥΡΙΖΑ στο μετέπειτα διάστημα. Μέσω της χρυσής visa, επενδυτές κυρίως από την Κίνα, τη Ρωσία και άλλες χώρες εκτός Ε.Ε. έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν την ελληνική – και κατά συνέπεια την ευρωπαϊκή- ιθαγένεια, εφόσον επενδύσουν ποσό 250.000 ευρώ και άνω σε αγορές ακινήτων. Με λίγα λόγια, οι επενδυτές αυτοί μπόρεσαν να αγοράσουν μεγάλο αριθμό ακινήτων σε πολύ χαμηλές τιμές, να τα εκμεταλλευτούν εμπορικά και ταυτόχρονα να αποκτήσουν το δικαίωμα να ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα στα 28 κράτη – μέλη της Ε.Ε. Ο βασικός τρόπος εκμετάλλευσης ολόκληρων οικοδομικών μονάδων για παράδειγμα στο κέντρο της Αθήνας είναι η μετατροπή τους σε τουριστικά καταλύμματα.

Έτσι βλέπουμε φαινόμενα όπου Κινέζοι και Ισραηλινοί επενδυτές συρρέουν και αγοράζουν ακίνητα στο κέντρο της Αθήνας, ολόκληρες γειτονιές που μέχρι πρότινος ιδιοκατοικούνταν, να τουριστικοποιούνται. Ως αποτέλεσμα, τα ενοίκια αυξάνονται, το κόστος ζωής μεγαλώνει, ο χαρακτήρας της γειτονιάς αλλοιώνεται, και οι κάτοικοί τους μετακομίζουν μακρυά. Οι πόλεις από ζωντανά κύτταρα μετατρέπονται σε θεματικά πάρκα.

Δικαιούται ο ΣΥΡΙΖΑ να ομιλεί;

Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να πλασαριστεί ως «πολέμιος» της AirBnB, αναγγέλει μέτρα για τον περιορισμό της βραχυχρόνιας μίσθωσης, επιδόματα στέγασης  – πρακτικά χαρτζιλίκια και πάντα ενόψει εκλογών – και θέτει το ζήτημα ως κεντρικό στις καμπάνιες των υποψηφίων του για πολλούς δήμους, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση αυτή του Νάσου Ηλιόπουλου για το Δήμο Αθηναίων. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που κάποτε υποσχόταν την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, πανηγυρίζει σήμερα για τα 3 δις το χρόνο που εισπράττει από αυτόν και για το πρωτογενές πλεόνασμα που πετυχαίνει. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που κάποτε έλεγε «κανένα σπίτι σε χέρια τραπεζίτη» διευκολύνει σήμερα τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας. Όχι, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δικαιούται να ομιλεί για το δικαίωμα στην κατοικία, επειδή κατά τα άλλα αναθεματίζει την AirBnB και τάζει πενιχρά επιδόματα. O Ν. Ηλιόπουλος, που κατά τα άλλα κατακεραυνώνει τους μεγαλοεπενδυτές και τις επιχειρήσεις real estate, ας μας απαντήσει: Γιατί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν κατήργησε τη χρυσή visa; Ποια μέτρα πήρε το Υπουργείο Εργασίας – στο οποίο μέχρι πρότινος ήταν Υφυπουργός – για τη στήριξη της εργατικής κατοικίας; Γιατί, ας πούμε, δεν προχώρησε σε επανασύσταση του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, που καταργήθηκε το 2012, ενώ ως αντιπολίτευση κατέθετε σχετική τροπολογία; Γιατί από τη μία η κυβέρνηση πανυγηρίζει τα 30 εκ. τουρίστες το χρόνο, κι από την άλλη ζητάει την ψήφο μας για να «μην γίνουμε Βαρκελώνη»;

Όσοι δυσκολευόμαστε να βρούμε σπίτι, να πληρώσουμε το νοίκι ή τον ΕΝΦΙΑ δεν έχουμε τίποτα να περιμένουμε από το ΣΥΡΙΖΑ, που ως κυβέρνηση έχει κάνει 4 χρόνια τώρα ότι μπορεί για να στρώσει το δρόμο στην AirBnB και τους κάθε λογής μεγαλοκαρχαρίες του real estate και των τραπεζικών funds. Δεν μπορούμε, φυσικά, να περιμένουμε ούτε από το Μητσοτάκη και τη ΝΔ που ασπάζονται την ίδια ακριβώς πολιτική και επικαλούνται το «αόρατο χέρι της αγοράς» που θα επιλύσει μαγικά το στεγαστικό ζήτημα.

Η κατοικία είναι δικαίωμα – να μην τους το χαρίσουμε!

Είναι απαραίτητη η διεύρυνση και εμβάθυνση της συζήτησης γύρω από το στεγαστικό πρόβλημα, κατά τρόπο που να περιλαμβάνει τόσο ενοικιαστές όσο και μικροϊδιοκτήτες. Είναι αναγκαία η συγκρότηση ενός πλαισίου διεκδικήσεων που να ξεκινά από τους περιορισμούς στη βραχυχρόνια μίσθωση, το φιλολαϊκό έλεγχο των τιμών στέγασης ως την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και  τη φορολόγηση μόνο της –πραγματικά- μεγάλης ακίνητης περιουσίας. Από την διαγραφή των λαϊκών χρεών και την πλήρη προστασία της πρώτης κατοικίας όσων αδυνατούν να πληρώσουν μέχρι την γενναία επιδότηση της λαϊκής – εργατικής κατοικίας, με την ανασύσταση του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας. Από την αύξηση του στεγαστικού επιδόματος μέχρι την οικοδόμηση νέων φοιτητικών εστιών, που να ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες.  Να διασφαλιστεί ότι κανείς φοιτητής δεν θα μένει εκτός σπουδών γιατί δεν έχει να πληρώσει νοίκι και κανένας εκπαιδευτικός δε θα μείνει χωρίς δουλειά, αφήνοντας άδειες σχολικές τάξεις γιατί δε βρίσκει ένα κεραμίδι να μείνει.

Είναι αναγκαία η συγκρότητηση πρωτοβουλιών σε επίπεδο γειτονιών, στους φοιτητικούς χώρους, σε κατηγορίες εργαζομένων που πλήττονται ιδιαίτερα από την αύξηση ενοικίων (π.χ. εποχικά εργαζόμενοι σε νησιά, αναπληρωτές). Να διεκδικήσουμε τη μείωση του κόστους στέγασης στοχοποιώντας τους πραγματικούς και κύριους υπαιτίους: κυβέρνηση, τράπεζες, μεγαλοεπενδυτές.

[i] Στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ

[ii] Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία για τη Δημόσια, Συνεταιριστική και Κοινωνική Στέγη