Άρθρα

Αμερικανικής Φιλελευθεροσύνης Εγκώμιον

Παρακολούθησα πρόσφατα ένα βίντεο όπου ο διαφημιζόμενος ως προοδευτικός φιλελεύθερος υποψήφιος για την προεδρία στις ΗΠΑ, Robert Fitzgerald Kennedy Jr (RFK Jr), γιος του δολοφονημένου το 1968 Bob Kennedy, δηλώνει ότι: «Πρώτ’ απ’ όλα νομίζω ότι το πιο σημαντικό πράγμα που πρέπει καθένας να κάνει είναι να εκφράσει την συμπόνια του προς τους ανθρώπους οι οποίοι τώρα, ιδιαίτερα όλα τα παιδιά, που υποφέρουν στην Γάζα…κ.λπ.» για να προχωρήσει στη συνέχεια και να πει ότι «Το Ισραήλ αυτή τη στιγμή κάνει περισσότερα για να προστατεύσει τις ανθρώπινες ζωές από όσο, χμ μμμ, τα τελευταία δεκαέξι χρόνια, έχει κάνει τα περισσότερα για να αποφύγει αυτό το αποτέλεσμα, κ.λπ., κ.λπ.». Στη συνέχεια, καταντά πραγματικά εξωφρενικός πλέκοντας το εγκώμιο του φιλειρηνικού Ισραήλ κατά των βάρβαρων Παλαιστινίων σε σημείο που το News Nation, που του παίρνει τη συνέντευξη, να υπογραμμίσει τα λόγια του ότι «Ένα από τα καθήκοντά μου είναι να παρουσιάσω τη ηθική στάση του Ισραήλ» στην καρτέλα κάτω από την εικόνα ενώ ο παρουσιαστής δείχνει απορημένος από τις λογικές ακροβασίες του RFK Jr.

RFK Jr: Συμπονούμε τους Παλαιστινίους, ιδιαίτερα τα παιδιά,
αλλά είναι αιμοσταγείς και τα βάζουν με το Ισραήλ
που είναι η επιτομή της ηθικής και της προσπάθειας
να προστατεύει ανθρώπινες ζωές

Σκεφτόμουν πώς θα μπορούσε να περιγραφεί καλύτερα αυτή η αναισχυντία που διαποτίζει συνολικά την καθεστωτική φιλελεύθερη Αμερικανική πολιτική αφήγηση όταν τράβηξε την προσοχή μου το άρθρο που μεταφράζω εδώ του καθηγητή στο αμερικανικό Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Αριζόνα, Malay Firoz. Είναι ένα αιχμηρό άρθρο που σαρκάζει αυτήν ακριβώς τη ‘λογική’ στις διάφορες εκφάνσεις της. Πριν όμως περάσουμε στο άρθρο απαιτούνται δύο παρατηρήσεις.

Η πρώτη παρατήρηση: Τα πολιτικά αφηγήματα των αμερικανικών ελίτ δοκιμάζονται αυτόν τον καιρό σε δύο μέτωπα, στο ουκρανικό και στο παλαιστινιακό. Η καθεστωτική πολιτική ελίτ στις ΗΠΑ διαχωρίζεται στη φιλελεύθερη και στη συντηρητική. Από ιδεολογική άποψη, το πρόβλημα το έχει η συντηρητική, της οποίας η αφήγηση παρουσιάζει αγεφύρωτες αντιφάσεις που πλέον εκδηλώνονται και με τις γνωστές ρήξεις μέσα στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικάνων. Εκεί, η σημαντικότερη ορατή αντίφαση είναι ανάμεσα αφενός στην ισχυρή (αλλά όχι επικρατούσα) άποψη του ‘συμμαζέματος’ των ΗΠΑ και της ενασχόλησης τους με τα εσωτερικά τους προβλήματα πάνω απ’ όλα και αφετέρου στην κλασική ιμπεριαλιστική άποψη της διαρκούς και επιθετικής επέκτασης των ΗΠΑ σε όλα τα σημεία της υφηλίου.

Το ενδιαφέρον βρίσκεται στο γεγονός ότι αυτή η αντίφαση εκδηλώνεται όταν αποτιμάται η αμερικανική παρέμβαση στο ουκρανικό, αλλά αίρεται εντελώς και ‘μαγικά’ όταν αποτιμάται η αμερικανική παρέμβαση στο παλαιστινιακό. Στο τελευταίο, η συντηρητική παράταξη είναι 100% ενωμένη στην υποστήριξη του Ισραήλ ό,τι κι αν αυτό πράττει, πράγμα που αποδεικνύει ότι απαιτείται βαθύτερη ανάλυση για την κατανόηση της σύγκρουσης μέσα στο Ρεπουμπλικανικό στρατόπεδο.

Αντίθετα, η φιλελεύθερη καθεστηκυία παράταξη της αμερικανικής πολιτικής ελίτ παρουσιάζει μια ομοιογενή αφήγηση τόσο στο ουκρανικό όσο και στο παλαιστινιακό, η οποία όμως διαπερνάται από εσωτερικές αντιφάσεις δεδομένου ότι αυτή έρχεται σε σύγκρουση με τα πραγματικά γεγονότα. Αυτήν ακριβώς τη σύγκρουση αναδεικνύει το παρόν άρθρο όταν αντιπαραβάλλει με τρόπο σαρκαστικό την πραγματικότητα με τις ιδέες και συμπεριφορές των φιλελευθέρων.

Όμως, όσο και αν τονίζονται οι παραλογισμοί και οι εσωτερικές αντιφάσεις του φιλελεύθερου αφηγήματος, αυτό δεν παύει να έχει ισχυρότατη επιρροή στις ΗΠΑ, όπως αποδεικνύεται από την πλήρη ενσωμάτωση και εκείνων που στις παρυφές του φιλελευθερισμού φλερτάρουν με κάποιες σοσιαλίζουσες ιδέες.

Θα ήταν όμως λάθος να μη δούμε ότι σε επίπεδο μαζικών οργανώσεων τα πράγματα παίρνουν μια διαφορετική τροπή και όλο και περισσότερος κόσμος αντιλαμβάνεται τις αντιφάσεις της καθεστηκυίας φιλελεύθερης αφήγησης, όπως αποδεικνύουν τα μαζικά συλλαλητήρια για το παλαιστινιακό και τις εθνοκαθάρσεις του Ισραήλ σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ—κάτι που βεβαίως δεν συνέβη με το ουκρανικό. Μπορεί ουκρανικό και παλαιστινιακό να αποτελούν δύο στενά συνδεόμενες (αν και φυσικά διαφορετικές) εκφάνσεις εκδήλωσης της ίδιας παγκόσμιας αντίθεσης, αλλά αυτό δύσκολα γίνεται αντιληπτό.

Η δεύτερη παρατήρηση: Η κυρίαρχη φιλελεύθερη πολιτική ελίτ μπορεί μεν να διαχέει μέσα από τα ΜΜΕ τις αντιλήψεις που θα δούμε στη συνέχεια και που σαρκάζει το άρθρο, αλλά τα ηγετικά της στελέχη ξέρουν πολύ καλά ότι αυτές οι αντιλήψεις αποτελούν φούμαρα (κοινώς ‘σανό’) για τον κόσμο που κρέμεται στις οθόνες των τηλεοράσεων. Σε στιγμές ειλικρίνειας άνθρωποι όπως ο Τζο Μπάιντεν, η Νάνσυ Πελόζι ή ακόμη και ο RFK Jr τα λένε ‘χύμα’. Αυτό αποτελεί σημάδι της κυνικής διαχείρισης των φιλελεύθερων απόψεων από το βαθύ κράτος των ΗΠΑ που ιστορικά δεν είχε ποτέ πρόβλημα να αγκαλιάζει τέτοιες απόψεις την ίδια ώρα που επίσης τις έγραφε στα παλαιότερα των υποδημάτων του.

Αφού τελειώσει το άρθρο, θα παρουσιάσουμε δυο τέτοιες χαρακτηριστικές στιγμές.

Κωστής Μηλολιδάκης

*          *          *

Η ασυγχώρητη υποκρισία των Αμερικανών φιλελεύθερων

Η καρδιά του Αμερικανού φιλελεύθερου πονάει για δικαιοσύνη σε όλα τα πράγματα, αλλά απαντά με δικαιολογίες σε κάθε επίκληση της παλαιστινιακής ελευθερίας. Ευτυχώς, η πρόοδος δεν στηρίχθηκε ποτέ στο θάρρος των φιλελευθέρων να αναγνωρίσουν ότι η αλλαγή είναι απαραίτητη.

Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν μαζί με την (τότε) πρόεδρο της Βουλής των αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόζι
και τον πρόεδρο της ομάδας των Δημοκρατικών στην Βουλή Χακίμ Τζέφρις
καθώς συμμετέχουν σε μια διαδικασία ερωτωαπαντήσεων
κατά την εξέταση θεμάτων από την κοινοβουλευτική ομάδα
των Δημοκρατικών στις 11 Μαρτίου 2022 (Χίλτον, Φιλαδέλφεια)

Ο Αμερικανός φιλελεύθερος ορίζεται από την πολιτική κενότητα. Θεωρεί τον εαυτό του έναν ανεξάρτητο στοχαστή που πολιορκείται από τους απολυταρχικούς τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς, καθώς τους εφιστά την προσοχή να αγκαλιάσουν ο ένας τις ευαισθησίες του άλλου. Στην πραγματικότητα, ο φιλελεύθερος είναι ίσως ο πιο επιρρεπής στην αγελαία σκέψη, επαναλαμβάνοντας χιλιοειπωμένες ηθικές κοινοτοπίες που εξυπηρετούν ελάχιστα, εκτός από την εικόνα που ο ίδιος έχει για τον εαυτό του ως τον μοναχικό κήρυκα της ειρήνης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο βρίσκει ανακουφιστικό να παρουσιάζει τη συνεχιζόμενη κτηνωδία της Γάζας από το ισραηλινό αποικιοκρατικό κράτος των εποίκων ως πόλεμο μεταξύ δύο μονολιθικών ταυτοτήτων – του Εβραίου και του Μουσουλμάνου – γιατί μόνο έτσι μπορεί να αναμασά τις ανούσιες καταδίκες του κατά του “μίσους”.

Πράγματι, ο φιλελεύθερος μισεί το μίσος. Απαιτεί από όλους να καταδικάσουν τη Χαμάς, μια τελετουργική πλέον πράξη ηθικής εξιλέωσης, πριν από την οποία δεν μπορεί να ξεκινήσει καμία συζήτηση για την πολιτική βία. Και όταν αυτός αντιμετωπίζει τον Σιωνισμό, σε αυτόν συναντά μια κατασκευασμένη ηθική ένωση μεταξύ ενός ατόμου, ενός λαού και ενός κράτους, που δεν ανέχεται καμία διαφωνία, που απεχθάνεται κάθε κριτική θεωρώντας τις όλες ως προϊόντα μίσους, που τελικά οδηγεί στον ολοκληρωτισμό. Επομένως, είναι ευκολότερο για τον φιλελεύθερο να [κάνει μεταβολή και να] καταδικάσει το μίσος παρά την πολιτική βία. Εξάλλου, η άρνηση του μίσους δεν δοκιμάζει την εκ φύσεως περιορισμένη ενσυναίσθησή του για τις ζωές των Παλαιστινίων. Αν τώρα είναι “η εποχή των τεράτων”, τότε είναι από τους ίδιους τους τερατώδεις δράστες που ακούμε μια περισσότερο ειλικρινή αποτίμηση της σημερινής κρίσης: πρόκειται για μια δεύτερη Νάκμπα, από πρόθεση και από σχεδιασμό. [ΣΗΜ. Νάκμπα σημαίνει ‘καταστροφή’. Η λέξη σηματοδοτεί τη βίαιη έξωση 700,000-900,000 Παλαιστινίων από τα σπίτια τους κατά το 1947-1948 για να σχηματιστεί το κράτος του Ισραήλ. Τότε δημιουργήθηκε το πρόβλημα των Παλαιστινίων προσφύγων]

Από αυτή την άποψη βοηθάει το γεγονός ότι ο αμερικανός φιλελεύθερος καταλαβαίνει πολύ λίγα πράγματα από πολιτική έξω από ένα αμερικανοκεντρικό πλαίσιο. Ούτε καν έχει μάθει να θέτει ερωτήματα στις στημένες αφηγήσεις των κυρίαρχων αμερικανικών ειδησεογραφικών μέσων ενημέρωσης. Αποδοκιμάζει τις απόψεις περί ‘λευκής υπεροχής’ στην πατρίδα του, αλλά σπάνια προβληματίζεται εξίσου με το [ανάλογο] ρητά διατυπωμένο σχέδιο της εβραϊκής υπεροχής που πρεσβεύει η ισραηλινή ακροδεξιά. [ΣΗΜ. Ως ‘Λευκή Υπεροχή’ (white supremacy) κατηγοριοποιούνται οι απόψεις της αμερικανικής ακροδεξιάς, που επεκτείνονται σε όλη την υφήλιο—π.χ. τάγμα Αζόφ στην Ουκρανία—και πρεσβεύουν την ανωτερότητα της λευκής φυλής την οποία επιδιώκουν να κατοχυρώσουν και θεσμικά. Συνήθως ο όρος ‘white supremacist’ χρησιμοποιείται ως ευφημισμός του όρου νέο-ναζί που τα αμερικανικά ΜΜΕ αποφεύγουν να αναφέρουν. Το τάγμα Αζόφ έχει χαρακτηριστεί με απόφαση του Αμερικανικού Κογκρέσου ως white supremacists, πράγμα που δεν εμποδίζει την υποδοχή ηγετών του Αζόφ στο Καπιτώλιο].

1948: Η Νάκμπα. Μεταξύ 750,000 και 900,000 Παλαιστινίων, ανδρών, γυναικών και παιδιών εξορίστηκαν από την πατρική γη τους. Υπολογίζεται ότι ο πληθυσμός εκδιώχθηκε από 500 χωριά και πόλεις που ισοπεδώθηκαν.

Αντιθέτως, [ο αμερικανός φιλελεύθερος] δέχεται με αφέλεια τα λόγια της ισραηλινής κυβέρνησης και συγχωρεί την ανοιχτή υιοθέτηση της γενοκτονίας [από αυτήν] ως άκομψες δηλώσεις που γεννήθηκαν από τη θλίψη. Ισχυρίζεται ότι τάσσεται κατά των συνοριακών τειχών, της κρατικής επιτήρησης και της στρατιωτικοποιημένης αστυνόμευσης, αλλά στρέφει το βλέμμα του αλλού όταν αυτές οι δυνάμεις χρησιμοποιούνται ως όπλα κατά των Παλαιστινίων. Διαμαρτύρεται για τη δύναμη του μαύρου χρήματος, αλλά δεν αμφισβητεί τα πολιτικά λόμπι που υπερασπίζονται τα συμφέροντα του ισραηλινού κράτους στα υψηλότερα κλιμάκια της [αμερικανικής] εξουσίας. Υποστηρίζει με υπερηφάνεια τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά δεν δίνει σημασία στις πολυετείς αναφορές οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τις φρικαλεότητες που διαπράττει ο ισραηλινός στρατός. Διακηρύσσει ότι οι ζωές των μαύρων έχουν σημασία, αλλά επιπλήττει τους ριζοσπάστες μαύρους συγγραφείς, διανοούμενους και ακτιβιστές που διαδηλώνουν για την ελευθερία των Παλαιστινίων. Συμφωνεί με κάθε επισημότητα ότι προκλήθηκε ανεπανόρθωτη βλάβη στους ιθαγενείς Αμερικανούς κατά την ευρωπαϊκή κατάκτηση του “Νέου Κόσμου”, αλλά δεν μπορεί να κατανοήσει γιατί αυτοί – και άνθρωποι από όλο τον μετααποικιακό κόσμο – αναγνώρισαν τη δική τους ιστορία στις παλαιστινιακές εμπειρίες.

Ίσως αυτό να μην αποτελεί έκπληξη, καθώς ο αμερικανός φιλελεύθερος έχει μόλις πρόσφατα και με δυσκολία ενημερωθεί για το εδραιωμένο παρελθόν του δομικού ρατσισμού και της ανωτερότητας της λευκής φυλής στις ΗΠΑ, οπότε αναπόφευκτα δυσκολεύεται να εφαρμόσει τα διδάγματα αυτής της ιστορίας στον κόσμο γύρω του. Φαντάζεται τον εαυτό του ως ήρωα που θα είχε ταχθεί κατά του Τζιμ Κρόου, του εγκλεισμού των Ιαπώνων, του πολέμου του Βιετνάμ και του νοτιοαφρικανικού απαρτχάιντ στην εποχή τους, αλλά με κάποιο τρόπο η “ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση” του μοιάζει πολύ “περίπλοκη” για να πάρει ηθική θέση. [ΣΗΜ. Ως νόμοι του Τζιμ Κρόου έγιναν γνωστοί ένα σύνολο ομοσπονδιακών και τοπικών νόμων που επέβαλαν τον φυλετικό διαχωρισμό κυρίως στις νότιες Ηνωμένες Πολιτείες κατά τα τέλη του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα. Επίσης, οι αμερικανοί πολίτες Ιαπωνικής καταγωγής φυλακίστηκαν χωρίς δίκη σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Β’ ΠΠ].

Στο μυαλό του, η αμερικανική δημοκρατία είναι ένα αδυσώπητα αυτοτελές πείραμα, παρόλο που ο θεσμός θεμελιώθηκε πάνω στη γενοκτονία, τη δουλεία και το απαρτχάιντ και σήμερα υπόκειται αδιάκοπα σε αντιδημοκρατική άλωση. Πράγματι, ο φιλελεύθερος πιστεύει τόσο ολόψυχα σε αυτή την παραδεδομένη [σε αυτόν] έννοια της δημοκρατίας, ώστε πάντοτε αδυνατεί να αντιληφθεί τους τρόπους με τους οποίους η δημοκρατία μπορεί να κατασταλεί δημοκρατικά σε εθνοκρατικές κοινωνίες, και δεν αναρωτιέται αν οποιαδήποτε χώρα μπορεί πραγματικά να αποκαλείται δημοκρατική – πόσο μάλλον η “μόνη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή” – αν ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού της δεν επιτρέπεται να συμμετέχει στις δημοκρατικές διαδικασίες. Αλλά από την άλλη, ίσως καθησυχάζεται από τη γνώση ότι η δημοκρατία καταφθάνει τελικά σε εκείνους που αποδεικνύουν την αξία τους πεθαίνοντας σε αρκετά μεγάλο αριθμό. Άλλωστε, δεν είναι αυτός ο λόγος που οι δυτικές δυνάμεις “χάρισαν” το Ισραήλ στους Εβραίους επιζώντες του Ολοκαυτώματος, ώστε οι Παλαιστίνιοι να πληρώσουν την ενοχή της Δύσης;

Η ιστορική μνήμη τελειώνει με το Ολοκαύτωμα για τον Αμερικανό φιλελεύθερο. Δεν τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα να θυμάται με ποιους τρόπους οι περιστάσεις έκτοτε μας έφεραν εδώ. Έχει πλέον μάθει να ξυπνάει όταν οι Εβραίοι δέχονται επιθέσεις και να ξεκινάει τότε την εκ νέου αναπόλησή του με την ιδέα του αντισημιτισμό. Τα υπόλοιπα είναι θόρυβος του περιβάλλοντος.

Ισραηλινή φυλακή. Στο Ισραήλ, σύμφωνα με τα στοιχεία των Ισραηλινών αρχών φυλακίσεων, στις 1 Αυγούστου φέτος κρατούνταν φυλακισμένοι 5014 Παλαιστίνιοι, από τους οποίους είχαν καταδικαστεί δικαστικά 2,353. 1460 κρατούνται καθώς καθυστερεί η εξέταση της υπόθεσής τους ενώ επιπλέον 1201 (δηλαδή περίπου το ένα τέταρτο) βρίσκονται σε «διοικητική φυλάκιση». Σύμφωνα με το παραπάνω ρεπορτάζ της Haaretz (χωρίς paywall βρίσκεται εδώ): «Οι διοικητικοί κρατούμενοι κρατούνται στο πλαίσιο μιας διαδικασίας που ορίζεται ως “προληπτική κράτηση”, η οποία βασίζεται σε πληροφορίες που δεν αποκαλύπτονται στους κρατούμενους ή στους δικηγόρους τους. Δεν υπάρχουν αποδεικτικές δικαστικές ακροάσεις για τις υποθέσεις τους και οι δικηγόροι των κρατουμένων δεν έχουν πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία εναντίον τους, παρά μόνο σε μια σύντομη περίληψη που παρουσιάζει τις υποψίες εναντίον των πελατών τους». Για σύγκριση, το σύνολο των Εβραίων διοικητικών φυλακισμένων είναι 8. Να λάβουμε ακόμη υπόψη ότι εκτός από την προκατάληψη των (Ισραηλινών) δικαστών κατά των Παλαιστινίων κατηγορουμένων, ακόμη και το επίσημο νομικό πλαίσιο, δηλαδή οι νομικές διατάξεις, είναι διαφορετικές για τους Παλαιστίνιους από ό,τι για τους Εβραίους (σχετικά βλ. και το παραπάνω άρθρο της Haaretz). Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της ακραίας προκατάληψης από τα δικαστήρια κατά των Παλαιστινίων μπορείτε να βρείτε εδώ. Θυμίζουμε επίσης ότι οι όμηροι που συνέλαβε η Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου επιδιώκεται να ανταλλαγούν με τους διοικητικούς κρατουμένους των Ισραηλινών, οι οποίοι βρίσκονται στην πραγματικότητα επίσης σε καθεστώς ομηρίας, πράγμα που αποκρύπτεται από τα δυτικά ΜΜΕ.

Ίσως είναι μέσω αυτής της εγκατάλειψης της ιστορικής μνήμης που ο φιλελεύθερος μαθαίνει επίσης να μιλάει με κλισέ. Φροντίζει να προειδοποιεί ότι “δεν είναι ειδικός επί της Μέσης Ανατολής” και ότι δεν έχει την απαραίτητη γνώση των περιστάσεων για να καταδικάσει τη σφαγή των παιδιών των Παλαιστινίων. Αυτή η έλλειψη εξοικείωσης δεν τον εμποδίζει, ωστόσο, να κάνει σύνθημα ότι “το Ισραήλ έχει το δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό του”, ενώ αποφεύγει επιμελώς το πιο ακανθώδες ζήτημα του τι συνιστά νόμιμη αυτοάμυνα των αποικιοκρατών. Αθώα, υποστηρίζει τη “λύση των δύο κρατών”, παραμένοντας στρατηγικά σιωπηλός για το πώς η επέκταση των παράνομων εποικισμών του Ισραήλ στη Δυτική Όχθη—με τη βοήθεια και την ανοχή του ίδιου εδώ και χρόνια—έχει πλέον καταστήσει ένα παλαιστινιακό κράτος σχεδόν αδύνατο. Έχοντας ήδη ξεχάσει τις παρακαταθήκες του ‘Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας’, παραμένει πεπεισμένος ότι είναι δυνατόν να εξαλειφθεί μια μαχητική ιδεολογία με την περαιτέρω καταστροφή και δολοφονία ενός ολόκληρου λαού. Ποια είναι η εναλλακτική λύση, αναρωτιέται σαστισμένος, απρόθυμος να συζητήσει για τη μόνη πραγματική λύση που μπορεί να υπάρξει: την κατάργηση της κατοχής της Γάζας, τον τερματισμό της εθνοκάθαρσης στη Δυτική Όχθη και την έναρξη μιας ουσιαστικής διαδικασίας προς την κατεύθυνση της παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης.

Η καρδιά του Αμερικανού φιλελεύθερου πονάει για δικαιοσύνη για όλα τα πράγματα. Απαντά σε κάθε επίκληση της παλαιστινιακής ελευθερίας με το “να είμαστε δίκαιοι” και αναρωτιέται γιατί δεν μπορούμε να επικρίνουμε εξίσου τόσο μια συντριπτική στρατιωτική δύναμη όσο και τους κατοίκους ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης. Ανησυχεί βαθύτατα για τα υποτιθέμενα διπλά μέτρα και σταθμά των ανθρώπων που μποϊκοτάρουν τα ισραηλινά ιδρύματα, όταν άλλα καθεστώτα έχουν κάνει χειρότερα, αλλά δεν βλέπει καμία ασυνέπεια στη δυσανάλογη στρατιωτική βοήθεια που χορηγούν οι ΗΠΑ στο Ισραήλ. Καταγγέλλει τον αντισημιτισμό—όπως πρέπει όλοι να κάνουμε—αλλά αγνοεί εσκεμμένα τον αντιαραβικό ρατσισμό και την ισλαμοφοβία που έχουν δηλητηριάσει εξίσου τη δημόσια σφαίρα μας. Υπερασπίζεται ηχηρά την ελευθερία του λόγου μέχρι τη στιγμή που οι Παλαιστίνιοι αρχίζουν να μιλούν και τότε ενοχλούν την αίσθηση της “ισορροπίας” του. Ορθώς αγωνιά για το τραύμα των Εβραίων που περνά από γενιά σε γενιά, αλλά αναμένει ότι οι Παλαιστίνιοι θα πρέπει να υπομείνουν τους βομβαρδισμούς σπιτιών, σχολείων, νοσοκομείων, τζαμιών, εγκαταστάσεων του ΟΗΕ, διαδρόμων εκκένωσης και συνοριακών διαβάσεων, χωρίς τραύμα, θυμό ή πόνο. Όταν και εάν αναγνωρίσει καθόλου την ανθρώπινη υπόσταση των Παλαιστινίων, το κάνει ως επιφανειακή παρατήρηση για την “τραγωδία του πολέμου”, προκειμένου να προωθήσει ένα επιχείρημα υπέρ του περαιτέρω πολέμου. Έχοντας ήδη αποφασίσει ποιος εμπίπτει στο φυλετικό του πεδίο της ανθρώπινης υπόστασης (που ευτυχώς περιλαμβάνει και τους Ουκρανούς) και ποιος όχι, ο φιλελεύθερος θρηνεί για τις ισραηλινές “γυναίκες και παιδιά” που σκοτώθηκαν στις 7 Οκτωβρίου—όπως θα έπρεπε να κάνουμε όλοι—αλλά δεν βρίσκει τέτοια σύμβολα ευαισθησίας στη Γάζα. Μετακινείται ανήσυχα στη θέση του κάθε φορά που κάποιος θίγει το θέμα του θανάτου των Παλαιστινίων, πρόθυμος να διακόψει, να αλλάξει θέμα, να πει “ναι, αλλά….”. Στο μυαλό του, οι Ισραηλινοί σκοτώνονται ως “μωρά” και “γιαγιάδες”, οι ζωές τους είναι θρηνήσιμες στη Δύση, ενώ οι Παλαιστίνιοι πεθαίνουν σαν μύγες, σπάνια διαχωρίσιμοι μεταξύ αμάχων και τρομοκρατών, σε αριθμούς που δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε πλήρως.

Ο Αμερικανός φιλελεύθερος προαισθάνεται ότι το μέλλον θα είναι ζοφερό, αλλά δεν έχει τη φαντασία να το οραματιστεί διαφορετικά. Δεν μπορεί να φανταστεί να προκύπτει κάποιο διαφορετικό μάθημα από την κραυγή “ποτέ ξανά” εκτός από το σιωνιστικό δικαίωμα στον εποικισμό. Δεν μπορεί να φανταστεί την αλληλεγγύη με ένα άλλο είδος Εβραίου πολίτη που δηλώνει θαρραλέα “όχι στο όνομά μου” ή ένα διαφορετικό πολιτικό σχέδιο που θα μπορούσε να υπάρξει στους “Αγίους Τόπους”. Μεγαλωμένος με μια σταθερή δίαιτα αμερικανικής δυαδικότητας όπου τα πάντα κινούνται μεταξύ κόκκινων και μπλε, υπέρ και κατά, εμείς και αυτοί, δεν μπορεί να φανταστεί ένα διαφορετικό αποτέλεσμα στο σημερινό παιχνίδι από το να επικρατήσει η μια “ομάδα”. Και δεν μπορεί να καταλάβει ότι η ισραηλινή ασφάλεια και η παλαιστινιακή ελευθερία είναι αλληλένδετες συνθήκες. Όμως, έστω και τόσο αργά, η βελόνα της συνείδησης του φιλελεύθερου μπορεί τελικά να μετακινηθεί. Το μόνο που χρειάζεται είναι χρόνος και θάνατος, και δεν έχει ακόμη καθοριστεί η “συναλλαγματική ισοτιμία” για τις ζωές των Παλαιστινίων.

Αλλά ας μην απελπιζόμαστε. Η πρόοδος δεν στηρίχθηκε ποτέ στο θάρρος ενός φιλελεύθερου να αναγνωρίσει ότι η αλλαγή είναι απαραίτητη. Η πρόοδος συντελείται όταν αρκετοί άνθρωποι συγκινούνται και απορρίπτουν όχι μόνο τον νεοφασιστικό λαϊκισμό, αλλά και τις ρατσιστικές υποκρισίες του φιλελευθερισμού που μεταμφιέζονται σε ανθρωπισμό. Και υπάρχουν εκατομμύρια τέτοιοι άνθρωποι που διαδηλώνουν για την Παλαιστίνη σε όλο τον κόσμο. Τελικά, ο Αμερικανός φιλελεύθερος θα ξεπεραστεί από την ίδια του την ασημαντότητα. Οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν ανάγκη τη συμμαχία του—θα εξασφαλίσουν μόνοι τους την ελευθερία και το μέλλον τους. Όταν τελικά φτάσει αυτή η μέρα, μπορούμε να προσβλέπουμε στην αναθεώρηση της μνήμης του φιλελεύθερου ότι ήταν στη σωστή πλευρά της ιστορίας από την αρχή.

*          *          *

Τώρα, μετά την ανάγνωση του άρθρου και την κατανόηση του χαρακτηρισμού των αμερικανών φιλελεύθερων κατά Malay Firoz, μπορούμε να διακρίνουμε τη διαφορά ανάμεσα στην ιδεολογική σύγχυση και τον βολικό στρουθοκαμηλισμό αυτών των χαρακτήρων από την συνειδητή χειραγώγηση και βολική εκμετάλλευση τους από τους ηγέτες του αμερικανικού φιλελευθερισμού.

Για να φανεί η διαφορά, επέλεξα δύο βίντεο: Το πρώτο είναι από μια οργίλη αγόρευση του τότε Γερουσιαστή Τζο Μπάιντεν κατά το 1986, όταν υπερασπιζόταν την αποστολή βοήθειας αξίας 3 δις στο Ισραήλ, και το δεύτερο είναι από μια πρόσφατη συνέντευξη του RFK Jr. Και οι δύο, μεγαλοπαράγοντες του αμερικανικού φιλελευθερισμού, αφήνουν τα προσχήματα της νεφελώδους φιλελεύθερης ιδεολογίας και λένε τα πράγματα έξω από τα δόντια. Τα βίντεο μπορεί κάποιος να τα δει μέσω των συνδέσμων που επισυνάπτω και επίσης, κάτω από την κάθε φωτογραφία, υπάρχει η πλήρης μετάφραση. Να υπενθυμίσω ότι σε άλλο άρθρο έχει αναρτηθεί η φιλελεύθερη επιχειρηματολογία του έτερου ‘προοδευτικού’, και μάλιστα σοσιαλίζοντος, Μπέρνι Σάντερς, η οποία παραμένει προσκολλημένη στα στερεότυπα που περιγράφει ο Malay Firoz. Ίσως τελικά η κυνική διαφοροποίηση των δύο άλλων να είναι αποτέλεσμα βλακείας της μιας ή της άλλης πλευράς (ή και των δύο), αν και το πιθανότερο είναι ότι απλά το ακροατήριο στην κάθε περίπτωση ήταν διαφορετικό.

(Α) Ο Τζο Μπάιντεν το 1986, όταν έπαιρνε εύσημα φιλελευθεροσύνης

Αγόρευση Τζο Μπάιντεν: «”Εάν κοιτάξουμε τη Μέση Ανατολή, νομίζω ότι πλέον έφτασε η ώρα να εμποδίσουμε όσους από εμάς υποστηρίζουν το Ισραήλ, όπως οι περισσότεροι από εμάς σε αυτό το σώμα, από το να ζητάνε συγγνώμη. Δεν υπάρχει λόγος για [να ζητηθεί] συγγνώμη. Απολύτως κανένας! Πρόκειται για την καλύτερη επένδυση τριών δισεκατομμυρίων δολαρίων που έχουμε ποτέ κάνει. Εάν δεν υπήρχε το Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής θα έπρεπε να εφεύρουν ένα Ισραήλ για να υπερασπίζεται τα συμφέροντά τους στην περιοχή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έπρεπε να βγουν έξω και να εφεύρουν ένα Ισραήλ!”

(Β) Ο RFKJr το 2023, όταν από ορισμένους θεωρείται ακόμη και …αριστερός

RFK Jr: «Το Ισραήλ είναι κρίσιμο [για εμάς] και ο λόγος που είναι κρίσιμο είναι ότι αυτό αποτελεί ένα προπύργιο για εμάς στη Μ. Ανατολή. Είναι σχεδόν σαν να έχουμε ένα αεροπλανοφόρο στη Μ. Ανατολή. Είναι ο πιο παλιός μας σύμμαχος και παραμένει σύμμαχος για 75 χρόνια. Έχει υπάρξει ένας φανταστικός σύμμαχος για εμάς όσο αφορά την τεχνολογία, την ανταλλαγή και, ξέρετε, στην οικοδόμηση του ‘Σιδηρού Θόλου’ (Iron Dome) για τον οποίο πληρώσαμε πολλά, πράγμα που επίσης μας δίδαξε πολλά για το πώς να υπερασπιζόμαστε τους εαυτούς μας από πυραύλους. Έτσι, όλες αυτές οι στρατιωτικές δαπάνες, ξέρετε, πηγαίνουν, το 75% πηγαίνει σε αμερικανικές εταιρείες κάτω από τη Συμφωνία, κάτω από την MOU [ΣΗΜ. Memorandum of Understanding]. Εάν εξαφανιστεί το Ισραήλ, το κενό στη Μ. Ανατολή, που είναι, ξέρετε, το Ισραήλ είναι ο πρεσβευτής μας, είναι η παρουσία μας, το προγεφύρωμά μας στη Μ. Ανατολή. Και μας προσφέρει αυτιά και μάτια στη Μ. Ανατολή. Μας δίνει πληροφορίες, μας δίνει την ικανότητα να επηρεάζουμε τις υποθέσεις της Μ. Ανατολής. Αν εξαφανιζόταν το Ισραήλ, η Ρωσία και η Κίνα θα έλεγχαν τη Μ. Ανατολή και [τότε] θα έλεγχαν το 90% των παγκόσμιων προμηθειών πετρελαίου και αυτό θα είχε κατακλυσμιαίες συνέπειες για την ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών.

Πηγή: Mondoweiss

Μετάφραση – σχολιασμός: Κωστής Μηλολιδάκης

Τύφλα να έχει η Στάζι: Ο υπαρκτός σοσιαλισμός και ο υπαρκτός καπιταλισμός

Οι πρόσφατες αποκαλύψεις σχετικά με τις παρακολουθήσεις του περιβάλλοντος Μητσοτάκη σε εχθρούς, φίλους, δημοσιογράφους, πολιτικούς, επιχειρηματίες μετά των συζύγων τους, προκαλεί δικαίως οργή και αγανάκτηση σε σημαντικό μέρος του δημοκρατικού κόσμου. 

Μια μεγάλη μερίδα πολιτών όμως αντιμετωπίζει τις συγκεκριμένες αποκαλύψεις με το γνωστό “έλα τώρα που δεν ξέραμε ότι όλοι παρακολουθούν όλους;”. 

Περισσότερο από τις ίδιες τις αποκαλύψεις είναι αυτός ο εθισμός, η αποδοχή της εκτροπής και της βαρβαρότητας, η οποία σοκάρει. Είναι η “λαϊκή σοφία” και η διαδεδομένη γνώση ότι η αστική δημοκρατία και οι λεγόμενοι “θεσμοί” είναι σάπιοι μέχρι το μεδούλι και ότι οι λεγόμενες δημοκρατικές ευαισθησίες είναι εντελώς υποκριτικές.

Πριν 16 χρόνια έκανε θραύση η ταινία “Οι ζωές των άλλων”. Δικαίως, καθώς με έναν κινηματογραφικά ξεχωριστό τρόπο, περιγραφόταν ένα εκτεταμένο, σχεδόν εφιαλτικό σύστημα παρακολουθήσεων στην Ανατολική Γερμανία επί υπαρκτού σοσιαλισμού. Η Στάζι, παντοδύναμη, ανεξέλεγκτη, έστηνε μηχανισμούς παρακολούθησης αντιφρονούντων, υπόπτων, ακόμα και φίλα προσκείμενων στο καθεστώς Χόνεκερ. 

Το καθεστώς Μητσοτάκη όμως, τι διαφορετικό κάνει;

Έχει φτιάξει, όχι απλά ένα αντίστοιχο, αλλά ένα πολύ χειρότερο και εξίσου εκτεταμένο σύστημα παρακολουθήσεων, όπως αποκαλύπτεται μέσω του λογισμικού predator – και όχι μόνο που κάνει τον υπαρκτό καπιταλισμό της Ελλάδας να μη διαφέρει από τον υπαρκτό σοσιαλισμό της Στάζι. 

15.000 περίπου είναι οι “νόμιμες” παρακολουθήσεις ετησίως. Φανταστείτε οι μη νόμιμες… Οι παρακολουθήσεις βεβαίως δεν αφορούν μόνο την -υπό στενό πρωθυπουργικό έλεγχο- ΕΥΠ. Ας θυμηθούμε τις σχετικές καταγγελίες ότι οι Αμερικανοί παρακολουθούν για παράδειγμα σχεδόν όλη την γερμανική κυβέρνηση, ή ότι -στην Ελλάδα- εκτεταμένες παρακολουθήσεις έκανε και η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. 

Το αποκορύφωμα είναι οι αποκαλύψεις του καθόλα συστημικού δημοσιογράφου Τάσου Τέλλογλου, ότι οι παρακολουθήσεις στη μνημονιακή Ελλάδα είναι πλέον εκτεταμένες, και στο κράτος, και στο παρακράτος, με τα κυκλώματα διεφθαρμένων αστυνομικών που έχουν αναλάβει την ηγεσία του εγκλήματος να παρακολουθούν τους ανταγωνιστές τους, εμπλέκοντας και την ΕΛΑΣ, και την ΕΥΠ και τη Δικαιοσύνη. 

Αυτό είναι κάτι, που το καθεστώς Μητσοτάκη αποδεικνύεται κατά πολύ ανώτερο του καθεστώτος της Στάζι στην Ανατολική Γερμανία. 

Δεν έχουμε απλά παρακολουθήσεις πολιτικών αντιπάλων, συμμάχων, υφισταμένων και φίλα προσκείμενων του πρωθυπουργού, αλλά παρακολουθήσεις ενός εσμού κρατικών και παρακρατικών παραγόντων. 

Το καθεστώς Μητσοτάκη μπορεί να παρακολουθούσε τον Ανδρουλάκη ή τον Σπίρτζη για πολιτικούς λόγους, αλλά επέτρεψε, αν δεν οργάνωσε, με τη χρήση των λογισμικών τύπου Predator και Pegasus, τις παρακολουθήσεις επιχειρηματιών και παραγόντων της δημόσιας ζωής. Οι παρακολουθήσεις είτε οργανώνονταν από το στενό κέντρο εξουσίας του Μαξίμου (Δημητριάδης), είτε από αυτονομημένα κρατικά κέντρα που ήθελαν να ελέγξουν παρακρατικά το οργανωμένο έγκλημα.

Μιλάμε για τη βρώμα και τη δυσωδία.

Η Στάζι μπροστά στον Μητσοτάκη ωχριά. 

Όχι γιατί παρακολουθούσε λιγότερους. 

Αλλά γιατί επί υπαρκτού σοσιαλισμού υπήρχε, έως ένα βαθμό, η σύγκρουση δύο μπλοκ, του δυτικού με το ανατολικό. Ο φόβος του καθεστώτος της Ανατολικής Γερμανίας  ήταν η κατασκοπεία, οι δολιοφθορές, τα σαμποτάζ, οι εκβιασμοί από την πλευρά της Δυτικής Γερμανίας και του ΝΑΤΟ, με στόχο την άνευ όρων και τυπική παραδοση του υπαρκτού σοσιαλισμού στον τότε καπιταλισμό. 

Όσο κι αν διαχωρίζεται κανείς από τον υπαρκτό σοσιαλισμό, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι το διακύβευμα ήταν μεγάλο. Και αυτό φάνηκε και μετά την πτώση του Τείχους οπου το πλιάτσικο των ιδιωτικοποιήσεων που έγινε πάνω στις υποδομές της Ανατολικής Ευρώπης δεν είχε προηγούμενο στην παγκόσμια ιστορία. 

Το διακύβευμα για τις εκτεταμένες παρακολουθήσεις του Μητσοτάκη και της ελεγχόμενης από τον ίδιον ΕΥΠ ποιο είναι; 

Υποτίθεται ότι το 1989-1991 με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού μπήκε ταφόπλακα στο σοσιαλιστικό όραμα και αναγγέλθηκε το τέλος της ιστορίας. Ανακαλύφθηκε ότι ο καπιταλισμός είναι το καλύτερο δυνατό σύστημα. Μετά από αυτόν δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα άλλο. 

Γιατί; Όχι γιατί οι στόχοι του σοσιαλισμού θεωρήθηκαν ξεπερασμένοι, αλλά γιατί, όπως ισχυρίστηκαν οι νικητές, δεν υπάρχει καλύτερο οικονομικό σύστημα από την ελεύθερη αγορά, δεν υπάρχει καλύτερη δημοκρατία από την αστική φιλελεύθερη δημοκρατία. 

Σήμερα πολλές από τις τότε εμβληματικές εικόνες που τάχα αποδείκνυαν την χρεοκοπία του σοσιαλισμού, εμφανίζονται πολλαπλάσιες στον υπαρκτό καπιταλισμό. 

Οι παρακολουθήσεις είναι το ίδιο ή περισσότερο εκτεταμένες, τμήμα τους δε είναι και “ιδιωτικοποιημένο”, όχι προφανώς για κάποιο διακύβευμα σοβαρό ή για λόγους εθνικής ασφάλειας, αλλά για εκβιασμούς, πιέσεις, μεθοδεύσεις, συμμαχίες, καρέκλες, εξουσία. 

Το κατάπτυστο και καταγέλαστο “κουπόνι” με το οποίο οι πολίτες της ΕΣΣΔ έπαιρναν τρόφιμα ή αγαθά, πλέον είναι καθεστώς στην “προηγμένη”, “πολιτισμένη” Δύση, σαράντα χρόνια μετά. 

Η ενέργεια, τα τρόφιμα, οι διακοπές, εκχωρούνται πλέον με “κουπόνι”. Και σε αντίθεση επιπλέον με τον υπαρκτό σοσιαλισμό, πολλά άλλα βασικά αγαθά, όπως η στέγη, η παιδεία, η υγεία, δεν είναι εξασφαλισμένα για μεγάλα τμήματα της κοινωνίας.

Η ανισότητα και η συνύπαρξη της ακραίας φτώχειας από τη μια πλευρά και του ακραίου πλούτου από την άλλη, δεν υπήρξε επί Χόνεκερ, Τσαουσέσκου ή Μπρέζνιεφ, υπάρχει όμως επί Μητσοτάκη.

Ο Σόιμπλε απειλεί ότι θα παγώσουν οι Ευρωπαίοι, απειλή που δε θυμόμαστε να την είχε κάνει ποτέ κάποιος ηγέτης του υπαρκτού. 

Τα ΜΜΕ και η ενημέρωση είναι όσο ποτέ άλλοτε πλήρως ελεγχόμενα από την εξουσία. Γιατί η κρατική τηλεόραση ήταν κακή επί Χόνεκερ και Γιαρουζέλσκι αλλά η πλήρως και ασφυκτικά ελεγχόμενη ιδιωτική και κρατική τηλεόραση είναι καλή επί Μητσοτάκη;

Οι τελευταίες αποκαλύψεις γύρω από τις παρακολουθήσεις πιθανά να τροφοδοτήσουν πολιτικές εξελίξεις. Πιθανά και όχι. 

Υπάρχει όμως και κάτι που δε συζητιέται και πρέπει να συζητηθεί. Είναι όντως ο καπιταλισμός, η αστική δημοκρατία, η ελεύθερη αγορά, ο καλύτερος δυνατός κόσμος;

Φιλελευθερισμός στην Ελλάδα: το πιο σύντομο ανέκδοτο

Ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση Μητσοτάκη ενέκρινε το σχέδιο Μπακογιάννη για τον «μεγάλο περίπατο της Αθήνας» είναι ενδεικτικός της ποιότητας και του βάθους που διακρίνει τη φιλελεύθερη παράταξη. Με χοντροκομμένη κουτοπονηριά η υπουργική απόφαση για τον Περίπατο επικαλείται λόγους υγείας ώστε να μην επιτραπούν τυχόν προσφυγές στο ΣτΕ. Φυσικά ο μεγάλος περίπατος έχει τόση σχέση με την πανδημία όση έχουν οι Έλληνες φιλελεύθεροι με το Σύνταγμα και τους νόμους: Και η πανδημία και το Σύνταγμα χρησιμοποιούνται ως φερετζές.

Ανεξάρτητα με την ουσία της ρύθμισης της απαγόρευσης κυκλοφορίας οχημάτων, ο τρόπος που επιλέχθηκε, εκθέτει όχι μόνο τον εξαιρετικά λίγο Μπακογιάννη, αλλά και τον ίδιον τον πανταχόθεν προβεβλημένο ως πολύ, Μητσοτάκη. Το ελληνικό δίκαιο δίνει το δικαίωμα νομικής αντίδρασης σε οποιοδήποτε πολίτη. Καλώς ή κακώς ισχύει το Σύνταγμα για τη φιλελεύθερη ΝΔ; Πρέπει ή όχι να ακολουθείται η νομιμότητα και οι αρχές δικαίου; Ή μήπως το Σύνταγμα και οι νόμοι πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά το δοκούν; Σε ποιο κεφάλαιο του νομικού πολιτισμού βρήκε η φιλελεύθερη ΝΔ του φιλελεύθερου Μητσοτάκη τόσα κόλπα και τερτίπια για να παραβιαστούν οι νόμιμες νομικές προβλέψεις;

Η συγκεκριμένη ενέργεια εξευτελίζει τα αναγκαία υγειονομικά μέτρα που πάρθηκαν στο παρελθόν και ίσως χρειαστεί να παρθούν και στο μέλλον, καθώς δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι η επίκληση της δημόσιας υγείας μπορεί να γίνεται εντελώς προσχηματικά και ανεύθυνα για να περάσει κάθε τι που θα σκαρφιστεί μια κυβέρνηση, ένας υπουργός ή ένας ανιψιός. Προσβάλει τους ασθενείς και τους μαχόμενους υγειονομικούς, γελοιοποιεί τα μέτρα για τη δημόσια υγεία, αφοπλίζει την υγειονομική άμυνα έναντι της πανδημίας, νομιμοποιεί κάθε ασυνείδητη και αντικοινωνική συμπεριφορά. Η ίδια η κυβέρνηση επικαλείται πλέον τη δημόσια υγεία για πλάκα. Ή έστω για να επιβάλει ρυθμίσεις που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τη δημόσια υγεία.

Το κρεσέντο του ελληνικού φιλελευθερισμού όμως δεν σταματά εδώ. Η περίπτωση της απεργίας πείνας και δίψας του Β. Δημάκη είναι ενδεικτική. Ένας κρατούμενος που αποφάσισε να σπουδάσει και πέρασε στη Νομική δίνοντας Πανελλήνιες εξετάσεις μέσα από τη φυλακή θα έπρεπε να αποτελεί θετικό παράδειγμα για το πώς (πρέπει να) λειτουργεί το σωφρονιστικό σύστημα. Δεν έχει όμως αυτή τη γνώμη η φιλελεύθερη παράταξη.

Φιλελευθερισμός ατόφιος και μπόλικος, ξεχειλίζει από τη σαδιστική και εκδικητική απόφαση της Γ. Γ. (αντι) εγκληματικής πολιτικής Ντίνας Νικολάου να στερήσει το δικαίωμα σπουδών στον κρατούμενο Δημάκη. Τι κι αν το δικαίωμα αυτό του το διασφαλίζει το Σύνταγμα και το ευρωπαϊκό δίκαιο; Τι κι αν το ίδιο το σωφρονιστικό σύστημα επιλέγει να λέγεται σωφρονιστικό και όχι τιμωρητικό ή κατασταλτικό; Τι κι αν η ίδια η νομοθεσία που προβλέπει το σύστημα σωφρονισμού προτρέπει τον φυλακισμένο στην εκπαίδευση και άρα στην έξοδο από το φαύλο κύκλο της παραβατικότητας και της φυλακής; Στην πράξη το φιλελεύθερο κατά τα άλλα κράτος καθιστά το σωφρονιστικό σύστημα απλώς τιμωρητικό, κάνοντας πιο εύκολο να βρεις ναρκωτικά στις φυλακές παρά συγγράμματα και υπολογιστή για να σπουδάσεις.

Πόθος της κυρίας είναι να βγει βουλευτής και ο ασφαλέστερος τρόπος για να βγεις βουλευτής της φιλελεύθερης παράταξης είναι να τσαλαπατήσεις κάθε συνταγματικό δικαίωμα και ελευθερία. Αν είναι να πατήσεις επί πτωμάτων, δεν πειράζει, το κοινό της φιλελεύθερης παράταξης μπορεί και να σε ανταμείψει.

Το κοινό στοιχείο σε δύο φαινομενικά ασύνδετες περιπτώσεις είναι ο μηδενικός σεβασμός και η υποκριτική σχέση της ελληνικής εκδοχής του φιλελευθερισμού με τις συνταγματικές προβλέψεις. Οι νόμοι χρησιμοποιούνται όχι απλώς κατά το δοκούν, αλλά ως εργαλείο χυδαίας και κυνικής πολιτικής εξαργύρωσης. Υποβιβάζονται ως ευτελές πρόσχημα από εκείνη μάλιστα την παράταξη που ανεμίζει τη σημαία του νόμου, του δικαίου και του Συντάγματος.

Από τη μία πλευρά αποτελούν απόδειξη της υποκρισίας και του επαρχιώτικου φιλελευθερισμού της συντηρητικής παράταξης της αστικής τάξης της χώρας.

Από την άλλη βέβαια επιβεβαιώνουν και εκείνους που μια φορά κι έναν καιρό ισχυρίζονταν ότι το κράτος δεν λειτουργεί με βάση τους κοινά αποδεκτούς και θεωρητικά απαράβατους κανόνες δικαίου (έστω και αστικού) αλλά με βάση τα συμφέροντα και τις σκοπιμότητες της τάξης που κυβερνά. Όσο κι αν ψάξουμε δεν θα βρούμε ουδέτερη δικαιοσύνη, ουδέτερο κράτος, ουδέτερο δίκαιο ή θεσμούς.

Ας το ξανασκεφτούμε.

«Είμαστε όλοι κρατιστές!» ή …o τρόμος και η αθλιότητα του μπουρδο-φιλελευθερισμού…

Τελικά, οφείλουμε κάτι σημαντικό σ’ αυτό το μικροσκοπικό κι αόρατο πραγματάκι που δεν ξέρουμε ακόμη πώς τρύπωσε μέσα μας, κυριολεκτικά και μεταφορικά, κι απειλεί να κατακλύσει –αλλά όχι απαραίτητα να καταλύσει– τα σώματα του 60-70% του παγκόσμιου πληθυσμού. Οφείλουμε στον Covid-19 –που ίσως του αξίζει ένα καλύτερο όνομα, είναι κρίμα να προκαλείς τόσο παγκόσμιο σαματά και να σε βαφτίζουν με πέντε αρχικά και δύο νούμερα–, του οφείλουμε λοιπόν το ξεβράκωμα και τον εξευτελισμό οικονομικών δογματισμών που κυριάρχησαν στον κόσμο για τουλάχιστον τέσσερις δεκαετίες, αλλάζοντας τα φώτα στον πλανήτη και στην ανθρωπότητα.

Οφείλουμε στον κορονοϊούλη 
μας την αποκάλυψη της γύμνιας του νεοφιλελευθερισμού και της απάτης του μονεταρισμού, που έπειτα από μισό αιώνα ιδεολογικού και πολιτικού μονοπωλίου σκάνε σαν τσιχλόφουσκα στα μούτρα των εμπνευστών τους (όσων ακόμη ζουν) και των ζηλωτών τους (που δυστυχώς ζουν και βασιλεύουν). Οφείλουμε στην επιδημία, που έγινε πανδημία και μπορεί να εξελιχθεί στη χειρότερη κρίση του νέου αιώνα, την αποκάλυψη του τρόμου και της αθλιότητας του μπουρδο-φιλελευθερισμού, γιατί σε αυτό συντίθενται τελικά τα δύο ρεύματα οικονομικής «σκέψης» (απερισκεψίας ή ολικής άνοιας, θα έλεγα εγώ, εξ ου και το «μπουρδο-φιλελευθερισμός» – δικής μου επινόησης, μην ψάχνετε σε λεξικά και βικιπέντιες) που κατέκλυσαν κάθε αρμό εξουσίας από τη Δύση στην Ανατολή, από τον Βορρά στον Νότο, σε κάθε κυβέρνηση, κάθε κόμμα εξουσίας, κάθε κεντρική τράπεζα, κάθε διεθνή οργανισμό, κάθε μηχανισμό και θεσμό της αγοράς και της οικονομίας.

Περιδεείς –κανονικά χεσμένοι δηλαδή–
, άβουλοι, χαμένοι, μπερδεμένοι οι ρέκτες του μπουρδο-φιλελευθερισμού –μπάμπηδες, μπογδανόπουλα, μακρόνηδες, τζιμερόπληκτοι, αδωνοϊοί, στουρνάρια, για να μιλήσουμε μόνο για μερικές εγχώριες, γραφικές εκδοχές του είδους που αποτελεί τη χειρότερη ιδεολογική πανδημία που έχει πλήξει την ανθρωπότητα–, όλοι οι μπουρδο-φιλελεύθεροι, λοιπόν, είτε γλείφουν ό,τι έφτυναν εδώ και χρόνια είτε απλώς αποδέχονται σιωπηλά, σαν βάλσαμο, τις τεράστιες δόσεις «κρατισμού» κατά της πανδημίας.

Τώρα, είμαστε όλοι κρατιστές, έτσι κουφαλίτσες; Πού είναι οι αποτελεσματικές και πάνσοφες αγορές σας, λεβέντες; Πού έχει λουφάξει η «επινοητική» επιχειρηματικότητα που «η μόνη κοινωνική της ευθύνη είναι να δημιουργεί κέρδη για τους μετόχους της» (Φρίντμαν); Πού εξαφανίστηκαν οι φιλελεύθερες βεβαιότητες ότι «όσο περισσότερο το κράτος σχεδιάζει, τόσο περισσότερο δυσκολεύει τα άτομα να σχεδιάσουν» (Χάγεκ); «Πού είναι το κράτος;!», κραυγάζουν τώρα αγωνιωδώς οι αντικρατιστές που ήθελαν να το συρρικνώσουν, να το εξαφανίσουν, να ξεπουλήσουν κάθε παραγωγικό του βραχίονα, να ακρωτηριάσουν κάθε δημιουργικό του αρμό, να αποδυναμώσουν κάθε κοινωνικά αναντικατάστατη υπηρεσία του – και το έχουν κάνει ήδη, δυστυχώς, σε βαθμό καταστροφικό, επιτρέποντας στον κορονοϊούλη να παραλύσει συστήματα υγείας και προστασίας του πληθυσμού από την επιδημία.

«Είμαστε όλοι κρατιστές» τώρα, με τρόπο που δεν ήμασταν ούτε καν στην κρίση του 2008, θεωρητικώς τη χειρότερη από το 1929. Αγορές, μέτοχοι, κεντροτραπεζίτες, τραπεζίτες, golden boys and girls, πολυεθνικές, επιχειρηματικά λόμπι, οργανισμοί της καπιταλιστικής διεθνούς, νεοφιλελεύθεροι, «μεταρρυθμιστές», αντικρατιστές, ακροδεξιοί, κεντροδεξιοί, κεντροαριστεροί, δισεκατομμυριούχοι, κερδοσκόποι, ραντιέρηδες, πλούσιοι, νεόπλουτοι, μικρομεσαίοι, ελίτ, τάξεις και στρώματα που είχαν αποκτήσει αλλεργία σε κάθε τι κρατικό, γραφειοκράτες και τεχνοκράτες που φιλοτέχνησαν και υπηρέτησαν με τόσο ζήλο τα δόγματα της δημοσιονομικής λιτότητας και του απεχθούς πληθωρισμού, εκλιπαρούν τώρα για μεγάλες, θηριώδεις δόσεις κράτους. Τεράστιες δόσεις δημόσιων δαπανών και χρήματος. Αφθονου, φτηνού χρήματος, ακόμη και πληθωριστικού. Χρήματος σκορπισμένου από το ελικόπτερο, κατατεθειμένου στους λογαριασμούς των επιχειρήσεων, ει δυνατόν παραδοτέου με ντιλίβερι στα σπίτια των νοικοκυριών.

Το συνονθύλευμα τ
ου μπουρδο-φιλελευθερισμού θέλει από το κράτος τα πάντα και τα θέλει τώρα. Οι κεντρικές τράπεζες να τυπώσουν και να μοιράσουν άφθονο χρήμα, σε κάθε εκδοχή. Οι εμπορικές τράπεζες να απαλλαγούν από την υποχρέωση να κυνηγήσουν ανελέητα τους «κόκκινους» δανειολήπτες και οι εποπτικοί μηχανισμοί να ξεχάσουν τους υπερφίαλους σχεδιασμούς για δραστική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι κυβερνήσεις να αυξήσουν χωρίς φειδώ τις δημόσιες δαπάνες τους, να κάνουν κάθε επένδυση που περνάει απ’ το μυαλό τους – τρύπες στα οδοστρώματα και ταυτόχρονη βούλωμά τους, κατά το κλασικό ρουζβελτιανό παράδειγμα. Στάχτη και μπούλμπερη τα μηδενικά και τα χαμηλά ελλείμματα, στον διάβολο το Σύμφωνο Σταθερότητας, όχι ευελιξία, εξάρθρωση ει δυνατό να υποστεί. Πλεονάσματα; Τι είναι αυτό; Ποιος διεστραμμένος νους τα σκέφτηκε;

Οι κυβερνήσεις πρέπει να γίνουν τρυφερές, τα κράτη γενναιόδωρα. Να πληρώσουν αδρά τις έρευνες για το εμβόλιο και τις θεραπείες. Να ενισχύσουν τα συστήματα υγείας – τα ιδιωτικοποιούμε αργότερα, βρε αδερφέ. Να καλύψουν τις ζημιές των επιχειρήσεων, να τους παγώσουν τα χρέη, να τους πληρώσουν τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις, να επιδοτήσουν την τόνωση του τζίρου τους. Και, ει δυνατό, τα κράτη το βράδυ να στέκονται στο προσκέφαλο των τρομαγμένων οικονομικών ελίτ και να τις νανουρίζουν γλυκά: «Κοιμηθείτε, αγγελούδια μου, κρίση είναι, θα περάσει, η μαμά είναι εδώ να σας πάρει τον πυρετό, να αντιμετωπίσει τον κορονοϊό, να σας διώξει τους εφιάλτες, θα ξυπνήσετε ένα πρωί κι όλα θα είναι στη θέση τους, ο καπιταλισμός κραταιός, οι ισολογισμοί σας καθαροί, οι μετοχές σας στα ύψη, η μαμά είναι εδώ και θα σας σώσει ακόμη κι αν χρειαστεί να ξεπουλήσει το τελευταίο της προικιό. Η μαμά είναι εδώ, στο πλάι σας, και για ό,τι είπατε σε βάρος της, για το βρισίδι που της ρίξατε, δεν σας κρατάει κακία, νερό κι αλάτι».

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών