Άρθρα

Το κράτος δικαίου δεν εκβιάζεται, η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη, η δημοκρατία δεν εκδικείται και άλλα ωραία παραμύθια

Η κυβέρνηση δεν πρέπει απλώς να ικανοποιήσει το αίτημα του Κουφοντίνα να μεταχθεί από μια φυλακή σε μια άλλη, ως ο νόμος ορίζει. Πρέπει να σκεφτεί σοβαρά την αποφυλάκισή του. Πριν αρχίσουν να βαράνε οι σειρήνες της αντιτρομοκρατικής και οι συναγερμοί της πρεσβείας, οφείλουμε να διευκρινίσουμε αν είμαστε με το μέρος αυτών που θέλουν να κλείσει οριστικά ο κύκλος της ένοπλης βίας στην Ελλάδα ή όχι.

Γιατί αν θέλουμε ο κύκλος που επιχειρησιακά τουλάχιστον έκλεισε το 2002 να κλείσει και πολιτικά και η κοινωνία να κάνει οριστικά τους λογαριασμούς της με αυτή τη μορφή τρομοκρατίας (δυστυχώς, άλλες μορφές της, ζουν και βασιλεύουν), απαιτείται αντίστοιχη πολιτική βούληση. Η οποία θα διαμορφώσει και αντίστοιχη βούληση στις δικαστικές αποφάσεις. Γιατί κακά τα ψέματα, μεγάλα παιδιά είμαστε, τα περί ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης ισχύουν μόνο στα σχολικά εγχειρίδια.

Αν θέλουμε να κλείσει ο κύκλος της τρομοκρατίας, δεν αρκεί να πεθάνει ο Γιωτόπουλος στον Κορυδαλλό από βαθιά γεράματα ή ο Κουφοντίνας από ασιτία.

Τουναντίον. Είναι μάλλον πιθανότερο αν πεθάνει ο Κουφοντίνας ο κύκλος της ελληνικής τρομοκρατίας να μην κλείσει ποτέ. Όχι επειδή δεν το θέλησε ο Κουφοντίνας. Αλλά επειδή δεν το θέλησε η κυβέρνηση, η πρεσβεία και το βαθύ κράτος.

Γράφαμε σε προηγούμενο σχόλιο:

Κάθε ευρωπαϊκή χώρα που έζησε τραυματικά το κύμα της ένοπλης βίας, από τη Γαλλία μέχρι την Ισπανία και από τη Γερμανία μέχρι την Ιταλία, έχει πάρει προ πολλού την πρωτοβουλία να κλείσει τον κύκλο της ένοπλης τρομοκρατίας. Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες δεν κυριαρχούν πλέον στην πολιτική συζήτηση της Ιταλίας, και ας μετρούν στα θύματά τους έναν δολοφονημένο πρωθυπουργό, έχοντας τριπλάσια θύματα και πολλαπλάσια δράση από την 17 Νοέμβρη. Ο ίδιος ο εκτελεστής του Άλντο Μόρο, καταδικάστηκε μεν έξι φορές ισόβια, αλλά είκοσι χρόνια μετά τη δολοφονία και δεκαπέντε μόλις χρόνια μετά τη δίκη, το 1998, πήρε χάρη, δουλεύει έξω από τη φυλακή και επιστρέφει σε αυτήν τα βράδια και τα Σαββατοκύριακα. Ο κύκλος της ένοπλης βίας στην Ιταλία έκλεισε πολιτικά. Και μάλιστα έκλεισε, περιορίζοντας και τις ποινές.

Αυτά συνέβησαν στην Ιταλία.

Με αμνηστίες, αποφυλακίσεις, πολιτικές υπερβάσεις, το κατά πολύ μαζικότερο από την Ελλάδα φαινόμενο της ένοπλης πάλης και των Ερυθρών Ταξιαρχιών χωνεύτηκε ιστορικά και παρέμεινε έκτοτε ως υπενθύμιση των αδιεξόδων του επαναστατικού κινήματος.

Ακόμα και στη χώρα που αντιμετώπισε με τον σκληρότερο δυνατό τρόπο την τρομοκρατία και έγινε υπόδειγμα άκαμπτης στάσης, τη Δυτική Γερμανία, με την εξαίρεση της πρώτης γενιάς της RAF που εξοντώθηκε στα κελιά της, οι πολλές δεκάδες καταδικασμένοι για δολοφονίες, ληστείες και βομβιστικές επιθέσεις, στην πορεία αποφυλακίστηκαν. Η RAF διαλύθηκε το 1998 και 13 χρόνια μετά, το 2011 αποφυλακίστηκε το τελευταίο μέλος της. Είχαν αποφυλακιστεί το 2007 και το 2008, εντελώς αμετανόητα, τα ηγετικά της στελέχη.

Στην Ελλάδα είχαμε τέτοια βούληση από τη μεριά του πολιτικού προσωπικού της αστικής τάξης;

Το ανάποδο.

Ακόμα και πολλά χρόνια μετά την εξάρθρωση της 17Ν, όταν πλέον η ελληνική τρομοκρατία δεν απασχολούσε ούτε τον τελευταίο κλητήρα της CIA, η αντιδραστική Δεξιά και το ακόμα πιο αντιδραστικό ακραίο Κέντρο θυμούνται κάθε τρεις και λίγο να κάνουν μία ακόμα αναφορά τάχα τιμής ή μνήμης στα θύματα, με ξέχειλη όμως τη φτηνή εργαλειακή της χρήση για τις πολιτικές τους σκοπιμότητες.

Όποιος τολμήσει να μιλήσει όχι για αποφυλάκιση των τρομοκρατών, αλλά για τα δικαιώματά τους ως κρατουμένων, χαρακτηρίζεται αυτοστιγμεί τρομοκράτης ή συμπαθών. Στην πραγματικότητα έχουμε αναβίωση ενός ιδιότυπου Μακαρθισμού, ένα κυνήγι μαγισσών «συμπαθούντων» ή «συνοδοιπόρων» της τρομοκρατίας.

Έχουν φτάσει οι αναρχικοί να κατηγορούν το κράτος ότι δεν τηρεί τους νόμους του, την ώρα που η κυβέρνηση λανσάρει το δόγμα της κατά περίσταση εφαρμογής τους, ανάλογα με το αν ο κρατούμενος είναι της αρεσκείας της. Οι οπαδοί δε της μεγάλης φιλελεύθερης παράταξης της κεντροδεξιάς θα ήθελαν τη θανατική ποινή για τον Κουφοντίνα για να μην τον «ταΐζουν» στη φυλακή.

Αν η πνευματική ηγεσία της χώρας δεν ήταν της ίδιας στάθμης με την πολιτική της ηγεσία, οι συνταγματολόγοι και οι νομικοί θα είχαν σκαρφαλώσει στα κεραμίδια για αυτόν τον αλά ελληνικά βιασμό του κατά τα άλλα απαραβίαστου «νομικού πολιτισμού».

Αυτό και μόνο αρκεί για να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος της διαστροφής, του ηθικού πανικού που οικοδομείται επί χρόνια, της θυματοποίησης της άρχουσας τάξης, της ενοχοποίησης της διεκδίκησης συνταγματικών δικαιωμάτων.

Αυτή φυσικά είναι και η ποιότητα της ελληνικής άρχουσας τάξης. Παριστάνει με ύφος χιλίων πιθήκων ότι διαφυλάσσει τα ιερά και τα όσια του διαφωτισμού, αλλά στην επόμενη στροφή της συγκυρίας κάνει την ισονομία χαρτί τουαλέτας. Θυμάται την Ευρώπη όταν είναι να εφαρμόσει μνημόνια, αλλά όταν είναι να εφαρμόσει νόμο που δικαιώνει ένα ήσσονος σημασίας αίτημα του οξαποδώ, γίνεται Τουρκία.

Διατρανώνει ότι το κράτος δεν εκβιάζεται όταν η Ελλάδα είναι ο παράδεισος των εκβιασμών. Από τις τράπεζες που εκβίαζαν για ρευστότητα, μέχρι τους εταίρους που εκβίαζαν για υποταγή, από τους δανειστές που εκβίαζαν για πτώχευση μέχρι την TUI που εκβίαζε για είσοδο τουριστών χωρίς ελέγχους. Το κράτος δεν εκβιάζεται μόνο όταν ο εκβιαστής είναι απεργός πείνας. Κατά τα άλλα εκβιάζεται, τεμαχίζεται, πωλείται, δανείζεται επί 200 χρόνια στον πάγκο του κρεοπωλείου.

Η δεξιά και το ακραίο κέντρο παπαγαλίζουν διαρκώς ότι η ελληνική κοινωνία δεν έχει κάνει ακόμα τους λογαριασμούς της με την τρομοκρατία.

Εννοούν στην πραγματικότητα ότι η τρομοκρατία δεν πρέπει επ’ ουδενί να λείψει από το δημόσιο διάλογο και την πολιτική αντιπαράθεση. Θρέφει την καθυστερημένη δεξιά, στριμώχνει τον ΣΥΡΙΖΑ, και -κυρίως- κρατά στον αφρό ένα συγκεκριμένο πολιτικό τζάκι που διαθέτει και πλείστους απογόνους να συνεχίσουν τη δυναστεία.

Τι καλύτερο εργαλείο έχουμε δηλαδή;

Περισσότερο όμως από αυτά, η διαρκής αναβίωση της αντιπαράθεσης κράτους – τρομοκρατίας, θρέφει τον θεσμικό εκτροχιασμό, τον αντιδημοκρατικό παροξυσμό, την επιλεκτική εφαρμογή των κανονισμών, την αμφισβήτηση της καθολικής ισχύος των νόμων.

Αποκαλύπτεται λοιπόν τι ισχύει για το «κράτος δικαίου», για τον «νομικό πολιτισμό», για το «ευρωπαϊκό κεκτημένο». Φανερώνεται ότι όλα όσα κυματίζουν ως ιερές και απαράβατες αξίες του δυτικού κόσμου είναι τρίχες κατσαρές. Είναι πέπλο αντικειμενικότητας για ένα ταξικό κράτος, μια ταξική και καθόλου τυφλή δικαιοσύνη που απονέμεται κατά περίσταση και ανάλογα των πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Αυτό να το θυμόμαστε όταν στο επόμενο κύμα της κοινωνικής διεκδίκησης και της λαϊκής οργής ο αστικός κόσμος θα κρώζει για σεβασμό στους θεσμούς.

Αν πάντως γεννηθεί ξανά η 17 Νοέμβρη, μαιευτήρας θα είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης

Συζήτηση προκάλεσε το πανό «Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη» της χθεσινοβραδινής πορείας για την απεργία πείνας του Δ. Κουφοντiνα. Λογοκρίθηκε στα κοινωνικά δίκτυα, ακόμα και ως ανάρτηση είδησης από φωτορεπόρτερ, προκάλεσε εκδικητικά σχόλια στη Δεξιά, αλλά και εύλογη ανησυχία στην Αριστερά.

Η κυβέρνηση έφτιαξε ένα φωτογραφικό νόμο για τον Κουφοντiνα, κατόπιν τον τσαλαπάτησε γιατί βλακωδώς δεν προνόησε να φροντίσει καταλλήλως τη νομοτεχνική διατύπωση για το πού επαναμετάγεται ο κρατούμενος και στη συνέχεια στέρησε από τον κρατούμενο τη δυνατότητα να προσβάλει νομικά τη μεταγωγή του καθώς αρνήθηκε να του δώσει τις αποφάσεις μεταγωγής.

Αυτό είναι το ένα πράγμα.

Και δεν είναι καθόλου μικρό.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξευτελίζει κάθε γράμμα από το λεγόμενο Κράτος Δικαίου, βρίσκεται έκθετη σε πολλαπλές αυθαιρεσίες, καταπατήσεις, ετσιθελικές παραβάσεις. Αυτό το καταλαβαίνουν όλοι.

Από την καθόλου αντιεξουσιαστική Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, μέχρι το ΚΙΝΑΛ και τον Γ. Καμίνη (πρώην εκφραστή των μένουμε Ευρώπη).

Από τον Συνήγορο του Πολίτη μέχρι τον Αριστείδη Χατζή, εμβληματικό για το φιλελεύθερο στρατόπεδο καθηγητή Φιλοσοφίας του Δικαίου.

Κανείς από τους παραπάνω δεν μπορεί να κατηγορηθεί για φλερτ με την τρομοκρατία. Το γεγονός ότι εκφράστηκαν ωστόσο με το συγκεκριμένο τρόπο, δείχνει ότι η κυβέρνηση παρά την ολοκληρωτική στήριξη της άρχουσας τάξης και τη χουντικού τύπου προπαγάνδα των ΜΜΕ, έχει άδικο.

Γεγονός όμως είναι ότι η επιμονή της κυβέρνησης να τσαλακώνει το κράτος δικαίου για να μη δικαιωθεί το αίτημα του Κουφοντiνα, γεννά νέα πολιτικά δεδομένα.

Το πρώτο είναι η εμπέδωση μιας κυνικής και αδίστακτης κυβερνητικής διαχείρισης που δεν διστάζει να καταδικάσει εμμέσως έναν κρατούμενο σε θάνατο γιατί οι μετρήσεις κοινής γνώμης δείχνουν ότι μέσω του Κουφοντiνα, τα θέματα της Ικαρίας, του Λιγνάδη, των ανύπαρκτων ΜΕΘ και της χρεοκοπημένης οικονομίας μπορούν να ξεχαστούν.

Το δεύτερο είναι ο θεσμικός εκτροχιασμός, με όλο και μεγαλύτερο αυταρχισμό, με όλο και πιο ασύδοτη αυθαιρεσία. Λογοκρισία, ηθικός πανικός, απαγόρευση συγκεντρώσεων, ολοκληρωτικός επικοινωνιακός πόλεμος βγαλμένος από εγχειρίδια του σκοτεινού παρελθόντος. Αυτό φυσικά συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη. Από τον νόμο Μακρόν για τις διαδηλώσεις, μέχρι τη φυλάκιση του Ισπανού ράπερ, οι σύγχρονες δυτικές δημοκρατίες ανεμίζουν τη σημαία του φιλελευθερισμού πάνω σε ένα σωρό νόμιμων ή νομιμοφανών αντιδημοκρατικών μεθοδεύσεων.

Το τρίτο είναι η προικοδότηση εκ μέρους της κυβέρνησης ενός νέου κύκλου τυφλής και μηδενιστικής βίας. Ο κύκλος της 17 Νοέμβρη φάνηκε να έκλεισε το 2002. Κανείς και τίποτα δεν θα μπορούσε να ανοίξει ξανά τέτοιες πρακτικές παρά μόνο η σημερινή κυβερνητική αυθαιρεσία. Κανείς δεν θα μπορούσε να βάλει στο εικονοστάσι τον Κουφοντiνα, παρά μόνο η εκδικητική, παράνομη, βίαιη και εκτός κάθε έννοιας δικαίου συμπεριφορά της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Μικρή σημασία έχει αν αυτό γίνεται συνειδητά από έναν αδίστακτο κυνισμό μικροπολιτικού συμφέροντος για να αποφευχθεί η φθορά της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ή αν είναι παράπλευρο σύμπτωμα του θεσμικού αυταρχισμού στον οποίο ρέπει ολόκληρη η Δύση.

Σημασία έχει ότι νέες γενιές θα φλερτάρουν με αδιέξοδα και καταστροφικές πρακτικές και ιδεολογίες. Και αυτές θα αναπαράγονται ευκολότερα στα τοπία οικονομικής και κοινωνικής ερήμου που επιφυλάσσονται για τη νεολαία.

Μαιευτήρας αυτής της εξαμβλωματικής γέννας είναι ο Μητσοτάκης, η κυβέρνησή του και το σύστημα που υπηρετεί.

Μπορεί να μην τους ενδιαφέρει τι αποτέλεσμα προκαλούν, μπορεί συνειδητά να το επιδιώκουν για να βασιλεύσουν πάνω στον τρόμο.

Όπως και να ‘χει η αναταραχή είναι μεγάλη, αλλά η κατάσταση δεν είναι καθόλου θαυμάσια.

Πότε η ελληνική Δεξιά θα σταματήσει να τρώει από την τρομοκρατία;

Η οργάνωση 17 Νοέμβρη είναι ο μήνας που θρέφει τους έντεκα. Εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες έχει γίνει το αγαπημένο χαρτί της ελληνικής Δεξιάς και του ακραίου Κέντρου, αυτό που ανασύρεται κάθε τρεις και λίγο, ειδικά σε περιόδους πολιτικής πίεσης. Είναι το αγαπημένο θέμα των δημοσιολόγων της εξουσίας, που εμμονικά θυμούνται κάθε τόσο, τάχα επειδή η ελληνική κοινωνία δεν έχει κάνει τους λογαριασμούς της με την τρομοκρατία. Στην πραγματικότητα, απλώς υπάρχει ένας πολιτικός κύκλος της αστικής τάξης που θρέφεται, επιβιώνει και αναπαράγεται, επικαλούμενος την τρομοκρατική δράση της 17 Νοέμβρη και του Κουφοντίνα.

Κάθε ευρωπαϊκή χώρα που έζησε τραυματικά το κύμα της ένοπλης βίας, από τη Γαλλία μέχρι την Ισπανία και από τη Γερμανία μέχρι την Ιταλία, έχει πάρει προ πολλού την πρωτοβουλία να κλείσει τον κύκλο της ένοπλης τρομοκρατίας. Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες δεν κυριαρχούν πλέον στην πολιτική συζήτηση της Ιταλίας, και ας μετρούν στα θύματά τους έναν δολοφονημένο πρωθυπουργό, έχοντας τριπλάσια θύματα και πολλαπλάσια δράση από την 17 Νοέμβρη. Ο ίδιος ο εκτελεστής του Άλντο Μόρο, καταδικάστηκε μεν έξι φορές ισόβια, αλλά είκοσι χρόνια μετά τη δολοφονία και δεκαπέντε μόλις χρόνια μετά τη δίκη, το 1998, πήρε χάρη, δουλεύει έξω από τη φυλακή και επιστρέφει σε αυτήν τα βράδια και τα Σαββατοκύριακα. Ο κύκλος της ένοπλης βίας στην Ιταλία έκλεισε πολιτικά. Και μάλιστα έκλεισε, περιορίζοντας και τις ποινές.

Στην Ελλάδα όμως ο Κουφοντίνας είναι το αγαπημένο θέμα των ΜΜΕ και των παραγόντων της Δεξιάς και του ακραίου Κέντρου. Ένας κυνικός σχολιαστής θα έλεγε ότι κανονικά πρέπει να του ανάψουν λαμπάδα. Τριανταένα χρόνια μετά τη δολοφονία του Μπακογιάννη, η ελληνική κυβέρνηση παραβίασε συστηματικά διατάξεις του νόμου για να του απαγορεύσει τις άδειες, πέρασε φωτογραφική διάταξη για να του απαγορεύσει την έκτιση ποινής σε αγροτική φυλακή, παραβιάζει και τον νόμο που η ίδια ψήφισε στέλνοντάς τον στις φυλακές Δομοκού και όχι Κορυδαλλού, και ούτω καθεξής, καθώς ο κατάλογος των ανομιών της εκτελεστικής εξουσίας δεν έχει τελειωμό.

Ναι, αλλά ο Κουφοντίνας είναι αμετανόητος τρομοκράτης ουρλιάζουν εν χορώ οι πολιτικά, δημοσιογραφικά και κοινωνικά σιτιζόμενοι από την εκμετάλλευση της τρομοκρατίας και των θυμάτων της.

Ναι, αλλά η δημοκρατία είναι δημοκρατία επειδή οι νόμοι της εφαρμόζονται ίσα για όλους. Είτε πρόκειται για αμετανόητους δολοφόνους, είτε για σήριαλ κίλερ, είτε για δολοφόνους παιδιών, είτε για όλα τα παραπάνω μαζί.

Αυτή άλλωστε είναι η θεμελιώδης παραδοχή του κράτους δικαίου. Ότι δηλαδή ο νόμος εφαρμόζεται με τον ίδιο τρόπο για όλους. Τουλάχιστον αυτό ζήτησε και πέτυχε η Γαλλική Επανάσταση, 230 χρόνια πριν, έστω και αν ο Χρυσοχοΐδης με τον Μητσοτάκη διαφωνούν.

Αν η ποινή λοιπόν είναι ανασκολοπισμός, σύμφωνοι, να τον ανασκολοπίσουμε. Αν η ποινή είναι ψήσιμο στην ηλεκτρική καρέκλα, να τον ψήσουμε. Αν είναι θάνατος δια του λιθοβολισμού, καμιά αντίρρηση. Να τον πάμε σε ένα λατομείο να τον λιθοβολήσουμε μέχρι να πεθάνει. Αν η ποινή είναι ισόβια, να εκτίσει ισόβια.

Αν όμως ο νόμος προβλέπει άδειες, ανεξαρτήτως του είδους των αδικημάτων, να απαγορεύσουμε τις άδειες ειδικά για αυτόν;

Αν προβλέπει δικαίωμα μειωμένης ποινής, να το καταργήσουμε;

Αν προβλέπει δικαίωμα έκτισης της ποινής σε αγροτικές φυλακές, να το διαγράψουμε;

Το ελληνικό κράτος παλεύει να έχει και το σκύλο χορτάτο και την πίτα ολόκληρη.

Και να παριστάνει ότι είναι σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος δικαίου με σωφρωνιστικό και όχι εκδικητικό χαρακτήρα, αλλά και να εφαρμόζονται οι διατάξεις και οι νόμοι διασταλτικά, ανάλογα με το αν ο κρατούμενος μας αρέσει ή όχι, ή ανάλογα με το αν το τζογάρισμα στην ελληνική τρομοκρατία και στα θύματά της, κρατά στον αφρό τον Χρυσοχοΐδη, την οικογένεια Μητσοτάκη και τα εξαπτέρυγά τους.

Μιλώντας από τη σκοπιά του κράτους δικαίου, οι όροι έκτισης της ποινής για έναν κρατούμενο δεν μπορεί να εξαρτώνται από το κέφι των κυβερνώντων. Από τη στιγμή που το δικαστήριο αποφασίσει την ποινή, ο κρατούμενος υπόκειται στους νόμους και στις διατάξεις που ΄χουν καθολική ισχύ και όχι φωτογραφική εφαρμογή.

Εκτός κι αν δεν έχουμε δημοκρατία με νόμους και κανόνες που ισχύουν για όλους, αλλά «δημοκρατία» με νόμους και κανόνες που εφαρμόζονται αλά καρτ, κατά το δοκούν, κατ’ εξαίρεση, κατά τις επιθυμίες τέλος πάντων των «νομίμων ιδιοκτητών» της χώρας.

Αν όμως είναι έτσι, αναιρείται και το μέγα επιχείρημα της αντιτρομοκρατικής υστερίας και όσων κρατιούνται στον αφρό της δημόσιας σφαίρας χάρη σε αυτήν: Ότι δηλαδή ο Κουφοντίνας και οι συν αυτώ δεν ήταν ούτε επαναστάτες, ούτε εκ πολιτικών και ιδεολογικών πεποιθήσεων ορμώμενοι. Ήταν κοινοί δολοφόνοι, στυγνοί εγκληματίες, του κοινού ποινικού δικαίου, του χειρίστου είδους, κλπ. (Τα παραπάνω τα διαβάζουμε με τον προσήκοντα θεατράλε αποτροπιασμό του προσώπου μας).

Αν ο Κουφοντίνας είναι κοινός δολοφόνος, εγκληματίας του κοινού ποινικού δικαίου, γιατί το ελληνικό κράτος δικαίου δεν τον μεταχειρίζεται ως τέτοιο;

Γιατί αυτός ο εξαιρετισμός;

Δεν καταλαβαίνουν όσοι αλυχτούν για την τρομοκρατία, ότι με τον τρόπο που συμπεριφέρονται στους καταδικασμένους τρομοκράτες, τους αναβαθμίζουν σε κάτι άλλο από «κοινούς εγκληματίες»;

Ή στην πραγματικότητα βολεύονται από κάτι τέτοιο γιατί συντηρούν μια ένταση και μια βεντέτα που τους επιτρέπει να αρμέγουν πολιτικά κέρδη εις το διηνεκές;

Η ελληνική άρχουσα τάξη θα ήθελε να παραστήσει ότι κυβερνά ένα σύγχρονο φιλελεύθερο ευρωπαϊκό κράτος.

Δεν μπορεί.

Έχει βαθιά μέσα της την ιδιοκτησιακή αντίληψη της εξουσίας. Κόβει και ράβει το Σύνταγμα και τους νόμους ανάλογα με τα μικροπολιτικά και συγκυριακά της οφέλη. Ο φιλελευθερισμός του ελληνικού αστισμού είναι της πλάκας. Μόνο για να ακκίζονται μεταξύ τους οι τάχατες διανοητές του.

Πέραν τούτου, απλώς τρώνε από τα έτοιμα.

Η κυβέρνηση καταργεί το κράτος δικαίου για να εκδικηθεί τον Κουφοντίνα

Στο τέλος του 2020 η κυβέρνηση ψήφισε δύο βασικές αλλαγές στον Σωφρονιστικό Κώδικα: Η πρώτη αλλαγή αφορά το δικαίωμα για λήψη πενθήμερης άδειας από τον κρατούμενο και η δεύτερη το δικαίωμα του να μεταχθεί στις αγροτικές φυλακές. Η μεν άδεια αποτελεί έναν σωφρονιστικό θεσμό, που δίνει την δυνατότητα στον κρατούμενο να εκτονωθεί ψυχικά και να επιδιώξει την σταδιακή του επανένταξη στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η δε αγροτική φυλακή αποτελεί θεσμό ευεργετικής μεταχείρισης του κρατουμένου, στα τελευταία χρόνια της κράτησής του, καθώς υπόκειται σε λιγότερους περιορισμούς και κάθε ημέρα κράτησης ισοδυναμεί με τρεις ημέρες ποινής.

Η κυβέρνηση ήρθε και άλλαξε αυτούς τους δύο θεσμούς, θέτοντας προϋποθέσεις που καθιστούν δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών. Με το παλιό καθεστώς, όσοι είχαν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη, για την λήψη άδειας, θα έπρεπε να έχουν εκτίσει συνολικά τουλάχιστον 8 έτη και να μην εκκρεμεί εις βάρος τους ποινική δίωξη για κακούργημα μόνο. Με το νέο καθεστώς (άρθρο 1 ν. 4760/2020) για την λήψη άδειας, αυτός που έχει καταδικαστεί για ισόβια θα πρέπει να έχει εκτίσει 10 έτη (από τα 8 πήγαμε στα 10) και να μην εκκρεμεί σε βάρος του ποινική δίωξη, όχι μόνο για κακούργημα, αλλά και για πλημμέλημα.

Επιπλέον, για την μεταγωγή στις αγροτικές φυλακές, για όσους έχουν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη, με το άρθρο 3 του ν. 4760/2020, ισχύουν οι ίδιες προϋποθέσεις (πραγματική έκτιση 10 ετών και να μην εκκρεμεί δίωξη και για πλημμέλημα). Έτσι, προβλέφθηκε η ρύθμιση ότι σε περίπτωση που ο κρατούμενος στις αγροτικές φυλακές βαρύνεται με δίωξη για πλημμέλημα, θα πρέπει να επιστρέψει στο Κατάστημα Κράτησης, από όπου μετήχθη.

Οι δυο αυτές αλλαγές είχαν ως μοναδικό σκοπό την εκδικητική μεταχείριση των καταδικασθέντων για την υπόθεση της 17Ν, μεταξύ των οποίων και του Δημήτρη Κουφοντίνα. Ο Κουφοντίνας έχει καταδικαστεί σε ποινή πολλαπλής ισόβιας κάθειρξης και είναι έγκλειστος από τον Σεπτέμβριο του 2002. Δικαίωμα για άδεια θεμελίωσε από το 2010 (8 χρόνια έκτιση) και του δόθηκε 7 χρόνια μετά, το 2017, κατά πρωτοφανή παραβίαση της σωφρονιστικής νομοθεσίας.  Ο Κουφοντίνας εξέτιε την ποινή του στις αγροτικές φυλακές του Βόλου και στο παρελθόν, του ασκήθηκε ποινική δίωξη για υποκίνηση στάση στις φυλακές, το οποίο αποτελεί πλημμέλημα. Εξ ου και το άγχος της κυβέρνησης να προσθέσει και την δίωξη για πλημμέλημα ως αρνητική προϋπόθεση για να χάσει ο Δ. Κουφοντίνας το δικαίωμα παραμονής του στις αγροτικές φυλακές του Βόλου.

Η παραβίαση από την κυβέρνηση του νόμου που η ίδια ψήφισε συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ο Δ.Κουφοντίνας, με βάση τον νόμο που θέσπισαν, θα έπρεπε αυτή τη στιγμή να έχει μεταχθεί στις Φυλακές Κορυδαλλού. Αυτό είναι το Κατάστημα Κράτησης, από το οποίο είχε μεταχθεί για τις αγροτικές φυλακές του Βόλου. Αντ’ αυτού ο Δ. Κουφοντίνας μετήχθη στις Φυλακές Δομοκού. Σήμερα βρίσκεται στην 14η ημέρα απεργίας πείνας με σοβαρό κίνδυνο για την υγεία του, ζητώντας να επιστρέψει στις αγροτικές φυλακές ή τουλάχιστον στις Φυλακές Κορυδαλλού, όπως προβλέπει ο εκδικητικός νόμος του κ. Χρυσοχοϊδη. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν η μεταφορά του στην απομόνωση στις 16/1, ενώ δεν είχε διαπράξει κανένα πειθαρχικό παράπτωμα, που θα την δικαιολογούσε.

Η κυβέρνηση και ο κ. Χρυσοχοϊδης διαλαλούσαν όλα τα χρόνια μέχρι και σήμερα, ότι η δράσης της 17 Νοέμβρη ήταν καθαρά ποινική και όχι πολιτική. Ότι πρόκειται για εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου. Χωρίς να μπούμε στη συγκεκριμένη συζήτηση για το τι ήταν και τι όχι η 17Ν, να ρωτήσουμε την κυβέρνηση: από την στιγμή που η δράση της 17Ν ήταν ποινική γιατί μέχρι και σήμερα υπάρχει πολιτική αντιμετώπιση εναντίον των καταδικασθέντων, κατά πρωτοφανή παραβίαση του γράμματος του νόμου, που η ίδια θέσπισε; Η κυβέρνηση πολιτικοποιεί την διαχείριση της κράτησης του Κουφοντίνα και παραβιάζει την αρχή της ισότητας στη μεταχείριση των κρατουμένων, όπου προβλέπει την απαγόρευση κάθε δυσμενούς διακριτικής διαχείρισης των κρατουμένων λόγω των ιδεολογικών τους πεποιθήσεων. Αφού, λοιπόν, το ακροδεξιό κομμάτι της ΝΔ φωνάζει «ποιος νοιάστηκε γι’ αυτόν», τι τους ενοχλεί να βρίσκεται σε αγροτική φυλακή ή έστω στον Κορυδαλλό;

Το πραγματικό πρόβλημα, αυτή τη στιγμή, είναι η κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων του Κουφοντίνα, ως κρατουμένου. Μια παραβίαση, που απορρέει από έναν κυβερνητικό ρεβανσισμό, παντρεμένη με μπόλικη δεξιά πώρωση για την ψυχολογική (και βιολογική) εξόντωση οποιουδήποτε η κυβέρνηση θεωρεί αντίπαλο της. Ανεξαρτήτως, των θέσεων που έχει κάποιος για την τρομοκρατία, την ένοπλη βία, την 17 Νοέμβρη ή τον Δ. Κουφοντίνα, η συγκεκριμένη παραβίαση συνιστά εκδικητική μεταχείριση, που υπερβαίνει κάθε έννοια κράτους δικαίου.