Άρθρα

Κερατσίνι 8χρονη

Εντάξει μωρέ, γυφτάκι ήταν

Όταν γάζωσαν με 40 σφαίρες οι πάνοπλοι αστυνομικοί στο Πέραμα τρεις άοπλους κλέφτες αυτοκινήτου, όταν ο ένας από αυτούς εκτελέστηκε εν ψυχρώ από τη δολοφονική μανία των επίσημων οργάνων του κράτους, όταν αποκαλύφθηκε ότι νεκρός δεν ήταν ο οδηγός που τάχα “εμβόλισε” τους αστυνομικούς αλλά ο συνοδηγός, ένα μέρος της κοινωνίας απόρησε.

Πώς είναι δυνατόν η κλοπή ενός αυτοκινήτου που μάλιστα δεν άξιζε ούτε την βενζίνη που έκαψε, να τιμωρείται με θάνατο; Πώς είναι δυνατόν η ΕΛΑΣ να γίνεται εκτροφείο εκδικητών, νταήδων και πιστολέρο που αγνοούν το Σύνταγμα και τους νόμους που ορκίστηκαν να υπηρετήσουν;

Ένα άλλο μέρος της κοινωνίας κραύγασε με παροξυσμό: Καλά τους έκαναν! Καλώς άδειαζαν τα πιστόλια τους οι αστυνομικοί λες και βρίσκονταν σε εμπόλεμη ζώνη. Τι σημασία έχει που δεν δέχονταν πυρά; Καλώς σκότωσαν τον κλέφτη. Κλέφτης ήταν. Δηλαδή θέλετε να του πούμε και μπράβο;

Ο παροξυσμός έγινε ενθουσιασμός γιατί οι τρεις κλέφτες ήταν τσιγγάνοι. Και οι τσιγγάνοι σκότωμα θέλουν. Κάποιοι το είπαν, κάποιοι το σκέφτηκαν. Η ΕΛΑΣ, δηλαδή το όργανο του κράτους, το υλοποίησε.

Είκοσι μέρες μετά τους πυροβολισμούς στο Πέραμα, το απόγευμα της 17 Νοέμβρη, ένα 8χρονο κορίτσι συνθλίβεται από την πόρτα του εργοστασίου Σαραντόπουλος – Μύλοι Αλλατίνη στο Κερατσίνι. Παγιδεύτηκε από τη συρόμενη βαριά εργοστασιακή πόρτα, συνθλίφτηκε η σπονδυλική της στήλη, από το χτύπημα στο θώρακα προκλήθηκε εσωτερική αιμορραγία και η ιατροδικαστική εκτίμηση έκανε λόγο για αργό και βασανιστικό θάνατο. 

Και ακόμα χειρότερα: Το κοριτσάκι ήταν επί 2,5 ωρες σφηνωμένο – κάποιες από αυτές ήταν ζωντανό – με υπαλλήλους και περαστικούς να περνούν δίπλα της. Ένας την κλωτσά με το πόδι να δει αν ζει. Ένας οδηγός φορτηγού παρκάρει περνώντας δίπλα της. Ένας άλλος ξανακλείνει την πόρτα που συνθλίβει εκ νέου το παιδικό κορμί. 

Παρόλο που το νέο είναι ανατριχιαστικό και υπό κανονικές συνθήκες θα συγκλόνιζε τη χώρα, δεν γίνεται γνωστό παρά μία ολόκληρη εβδομάδα μετά, όταν έρχεται στη δημοσιότητα το βίντεο. Κάπου στα ψιλά μάθαμε ότι συγγενείς της 8χρονης επιτέθηκαν στο εργοστάσιο. 

Οι επαγγελματίες της ενημέρωσης που ανέλαβαν το damage control για την εταιρεία Σαραντόπουλος – Μύλοι Αλλατίνη, έκαναν πράγματι εξαιρετική δουλειά. Ιδιοκτησία, διεύθυνση, υπεύθυνοι δημοσίων σχέσεων, αξίζουν συγχαρητηρίων. Το όνομα του εργοστασίου δεν αναφέρεται πουθενά. Από κανένα ΜΜΕ, από κανέναν δημοσιογράφο. 

Το 8χρονο κορίτσι που το έλιωσε η πόρτα του εργοστασίου, το παιδάκι που επί ώρα πέθαινε από ασφυξία με σπασμένο θώρακα και σπονδυλική στήλη, ήταν γυφτάκι. 

Έτσι δικαιολογούνται όλα. Και η αδιαφορία, και η σκατοψυχιά, και η σιωπή των ΜΜΕ, και η έντεχνη επιχείρηση συγκάλυψης που οργανώθηκε.

Ένα γυφτάκι δεν αξίζει τα δάκρυά μας. Δεν είναι άλλωστε χαριτωμένο σκυλάκι ή γατάκι που θα κέρδιζε τη συμπόνια μας. Αν μάλιστα είναι βρώμικο και άπλυτο, αν ζητιανεύει στα φανάρια, αν μπήκε στο εργοστάσιο όχι για να παίξει αλλά για να κλέψει, ίσως πήρε την τιμωρία που του αξίζει. Άλλωστε, ανώνυμοι λογαριασμοί του ελληνικού ακροδεξιού βόθρου που βυσσοδομεί στο Twitter, αναρωτήθηκαν πονηρά “τι δουλειά είχε η 8χρονη μέσα στο εργοστάσιο;”. Πιο κομψά αλλά ίδιας ποιότητας άνθρωποι, αντί να σιωπήσουν μπροστά στο μέγεθος της ανθρώπινης αγριότητας, αναζήτησαν ευθύνες στους γονείς.

Ο Νίκος Σαμπάνης ήταν κλέφτης αυτοκινήτου. Η εν ψυχρώ δολοφονία του, έστω και αν δεν κρατούσε όπλο, έστω και αν δεν συνιστούσε απειλή, έστω και αν δεν οδηγούσε καν αυτός το αυτοκίνητο (που τάχα πέρασε πάνω από τους αγρατσούνιστους αστυνομικούς), δικαιολογήθηκε από τον κοινωνικό και πολιτικό αγριανθρωπισμό εξαιτίας της κλοπής. 

Η 8χρονη Όλγα ποιο έγκλημα ακριβώς έκανε για να δικαιολογείται τόσο μίσος, τόση συγκάλυψη, τόση περιφρόνηση;

Αν η 8χρονη Όλγα δεν ήταν ένα φτωχοντυμένο και βρώμικο γυφτάκι που περιπλανιόταν στους σκοτεινούς δρόμους του βιομηχανικού Πειραιά, αλλά παιδί μιας καλής οικογένειας σε καθωσπρέπει αστικά προάστια, κι αν έχανε τη ζωή του με αυτόν τον τρόπο, δεν θα είχε ξεσηκωθεί το σύμπαν ενάντια στην εταιρεία, τα στελέχη και τους εργαζόμενους που περνούσαν δίπλα της αδιαφορώντας ή συγκαλύπτοντας;

Κάποιες ζωές αξίζουν περισσότερο από κάποιες άλλες. 

Και ορισμένες δεν αξίζουν απολύτως τίποτα. Ούτε το βλέμμα των περαστικών, ούτε την κινητοποίηση της Αστυνομίας, ούτε το ρεπορτάζ των δημοσιογράφων. Πολύ περισσότερο δεν αξίζουν τις συγκινητικές δηλώσεις του πρωθυπουργού ή των υπουργών του. 

Ο ρατσισμός είναι βαθύς και συστημικός. Ο αγριανθρωπισμός και η μισαλλοδοξία επελαύνουν. Από τον χειροκροτητή των μπάτσων – εκτελεστών που γάζωσαν με σφαίρες νεαρούς άοπλους κλέφτες αυτοκινήτου, μέχρι αυτόν που βρίζει τη μετανάστρια μάνα φωνάζοντας χυδαία “μωρή εγώ σε γκάστρωσα;”. Και από όσους έκρυψαν ή αδιαφόρησαν για τον αργό βασανιστικό θάνατο ενός 8χρονου κοριτσιού, μέχρι αυτούς που έκρυψαν το όνομα της επιχείρησης μην τυχόν και πληγεί το καλό όνομα της ιδιωτικής ελληνικής επιχειρηματικότητας.

Γιατί κακά τα ψέματα, ακόμα και αν δεχτούμε ότι ένας μεμονωμένος άνθρωπος φοβήθηκε, σάστισε ή τα έχασε μπροστά στο θέαμα ενός συνθλιμμένου κοριτσίστικου σώματος, πώς να δεχτούμε ότι μια ολόκληρη εταιρεία κινήθηκε με μοναδικό κριτήριο τη διαχείριση της ζημιάς του ονόματός της;

Ο κόσμος οπισθοχωρεί. Κοινωνικά και πολιτικά.

Και αυτό δεν είναι άσχετο με το σκότωμα της ελπίδας ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να αλλάξουν σε μια κατεύθυνση αλληλεγγύης και ανθρωπιάς.

Δεν είναι ασύνδετο με το χαμήλωμα των προσδοκιών, την παραίτηση από τις μεγάλες κοινωνικές προκλήσεις, την ιδιώτευση και την αφιέρωση στην ατομική και οικογενειακή ησυχία.

Δεν είναι ξένο με την ιδεολογική αρχή ότι δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνο άτομα.

Οι άνθρωποι που έκλειναν και ξανάκλειναν την πόρτα του εργοστασίου πάνω από το πτώμα μιας 8χρονης είναι γέννημα θρέμμα της εποχής μας.

Και εδώ και πολλά χρόνια ζούμε στην εποχή των τεράτων.

Ένα διαρκές ρατσιστικό έγκλημα

Η δολοφονία ενός νέου ανθρώπου στο Πέραμα και η προσπάθεια κυβέρνησης-ΜΜΕ να ξεπλύνουν τους δράστες αστυνομικούς ή να τους ρίξουν στα μαλακά, δείχνουν πως η κοινωνική ζωή μπαίνει σε νέα φάση. Πλέον, η διαμόρφωση ενιαίου κέντρου κυβέρνησης-καναλαρχών- αστυνομίας, είναι προϋπόθεση με την ενισχυτική πολιτική προσθήκη των δυνάμεων της ακροδεξιάς Βελόπουλου – Τζίμερου και τις νεοφασιστικές και ρατσιστικές ομάδες που συντάσσονται υπό το σύνθημα: «είμαστε όλοι Δίας κάτω τα χέρια από την αστυνομία».

Η κυβέρνηση μέσω του Άδωνη Γεωργιάδη αρχικά και του Τάκη Θεοδωρικάκου εν συνεχεία, με άμεση οδηγία, υπέδειξε στους δικαστές την απόφαση που πρέπει να πάρουν και γι’ αυτό κατόπιν τους συγχαίρει καθώς έπραξαν σωστά αφήνοντας ελεύθερους του δράστες της διαπιστωμένης δολοφονίας του Νίκου Σαμπάνη. Η απόφαση των δικαστών συνιστά επιβεβαίωση της ρήσης ότι η δικαιοσύνη είναι σαν τα φίδια που δαγκώνουν μόνο τους ξυπόλυτους.

Η κυβέρνηση με τη στάση της κατέστησε σαφές στο ακροδεξιό της ακροατήριο πως είναι η γνήσια πολιτική εκπρόσωπός του και δεν θ’ αφήσει τους Βελόπουλους και Τζίμερους να πάρουν το κομμάτι από την πίτα της εθνικοπατριωτικής …μαυρίλας.

Όμως, δεν περιορίζεται μόνο στο να διευρύνει το ακροδεξιό ακροατήριο της, επιδιώκει κάτι πολύ μεγαλύτερο: Την βαθύτερη σύνδεση με εκείνα τα κομμάτια της κοινωνίας τα οποία μπορεί να μην έχουν δεξιές ή ακροδεξιές αντιλήψεις είναι όμως υπέρ της πολιτικής του «νόμου και της τάξης». Καταδικάζουν τη «βία από όπου και αν προέρχεται», αλλά  όχι εκείνη που προέρχεται από αστυνομικά όπλα και άλλα μέσα. Είναι αυτοί που ανεξάρτητα τι ψηφίζουν χαρακτηρίζονται για τις συντηρητικές και φοβικές τους απόψεις σε ό,τι διαταράσσει την ομοιομορφία και την τάξη που απαιτούν οι συνήθειες τους και η υποταγή τους στο σύστημα, οι λεγόμενοι κυρ-Παντελήδες.

Είναι όσοι ξεκινούν μια συνομιλία με το «εγώ δεν είμαι ρατσιστής αλλά…». Είναι όσοι διερωτώνταν όταν δολοφονήθηκε ο Γρηγορόπουλος «τι γύρευε ένα δεκαπεντάχρονος στα Εξάρχεια;», όσοι δικαίωναν τους δολοφόνους του Ζακ με ερωτήματα του είδους «αν έμπαινε στο μαγαζί σου ένα πρεζόνι να σε κλέψει εσύ τι θα έκανες;», όσοι δικαιώνουν τους «νοικοκυραίους» όταν πυροβολούν στο ψαχνό γιατί τους κλέψανε καρπούζια από το μποστάνι και κότες από το κοτέτσι. Είναι εκείνοι που για τις γυναικοκτονίες και τους βιασμούς διερωτώνται αν έχει και το θύμα μερίδιο ευθύνης ή τι φορούσε.

Αυτό το κομμάτι της κοινωνίας βρίσκεται κατά πως φαίνεται σε όλο το πολιτικό φάσμα, φυσικά πρωτίστως στα κόμματα εξουσίας, αλλά, καθώς η Αριστερά έχει αποϊδεολογικοποιήσει το λόγο της, και στην Αριστερά, αν και φυσικά πολύ λιγότερο. Εξ ου και η απορία πολλών από εμάς όταν διαπιστώσαμε με έκπληξη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι και άνθρωποι που δηλώνουν πως βρίσκονται στην «από εδώ» μεριά, είτε καλυμμένα είτε με κάποια μορφή ερωτημάτων ή ουδετερότητας, δεν καταδίκαζαν ανοικτά και καθαρά την βάρβαρη δολοφονία ενός νέου ανθρώπου.

Είναι οι ίδιοι που στην βάρβαρη καταπάτηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων, στο ξύλο που πέφτει συνεχώς τελευταία στις πορείες, στις απροκάλυπτες επιθέσεις των μπάτσων ακόμα και σε περαστικούς στα Εξάρχεια απαντάνε: «εντάξει και γιατί 100 νοματαίοι να κλείνουν τους δρόμους;». Αλλά και πολλές άλλες υποκατηγορίες που δεν έχει νόημα να τις αναφέρουμε αφού τους συναντάμε παντού στην δουλειά, στην αναμονή έξω από ιατρεία, στο σούπερ μάρκετ, κ.λπ.

Είναι όμως αυτό το πραγματικό στίγμα της κοινωνίας; Δηλαδή έχουμε μια βαθιά συντηρητικοποιημένη κοινωνία όπου τούτα τα ρεύματα είναι πλειοψηφικά; Προφανώς είναι μια τάση που ενισχύεται. Την οποία ευνοεί η κοινωνική κρίση και τα πολιτικά αδιέξοδα.

Ωστόσο, δεν μπορεί να στεκόμαστε μόνο στην μια όψη της εικόνας. Εκείνη που δείχνουν τα πρόσφατα παραδείγματα της Νέας Σμύρνης, των Ντελιβεράδων της μαζικής κινητοποίησης των εκπαιδευτικών αλλά και τις μικρές και μεγάλες μάχες που δίνονται στους υγειονομικούς και σε τόπους δουλειάς και αποτελούν την άλλη πλευρά της εικόνας. Το ερώτημα είναι ποιο από τα δυο καθορίζει και σφραγίζει τις συνειδήσεις των μαζών;

Το φαινόμενο είναι διαχρονικό και, σε μεγάλο βαθμό έχει να κάνει με την παρέμβαση των δυνάμεων της Αριστεράς στα προβλήματα που αναδεικνύει κάθε φορά η αστική πολιτική και η ταξική πάλη. Οι πολιτικοί και κοινωνικοί αγώνες βάζουν τη σφραγίδα τους και σε πολλές άλλες κοινωνικές διεργασίες, αν όμως δεν βρουν πολιτική έκφραση περιορίζονται. Και όσο η μαχόμενη, αντικαπιταλιστική, κομμουνιστική Αριστερά δεν κατορθώνει να διατυπώσει πειστική συνολική πρόταση για τα άμεσα και μακροπρόθεσμα προβλήματα της κοινωνίας, περιοριζόμενη είτε στον δικαιωματισμό είτε απλά στην κομματική της αναπαραγωγή, τόσο τα προβλήματα αυτά θα μένουν άλυτα και το συντηρητικό ρεύμα θα μεγαλώνει.

Το παρακάτω παράδειγμα νομίζω είναι χαρακτηριστικό, τηρούμενων των χρονικών αναλογιών φυσικά.

Στις δημοτικές εκλογές στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης στον Δήμο Αγίας Βαρβάρας ο υποψήφιος της Δεξιάς είχε ως κεντρικό προεκλογικό σύνθημα «έξω οι Γύφτοι από την Αγία Βαρβάρα». Σε εκείνες τις εκλογές η παράταξη της Δεξιάς πήρε κοντά 40% , ενώ η αμέσως επόμενη παράταξη που υποστηριζόταν από το ΚΚΕ με υποψήφιο δήμαρχο τον Μ. Σουλιμιώτη πήρε μόλις 25%. Στο δεύτερο γύρο όλοι οι άλλοι συνδυασμοί, ψήφισαν τον Μ. Σουλιμιώτη εκλέγοντας τον δήμαρχο της πόλης. Είναι, δε, χαρακτηριστικό ότι ένα μόνο μικρό μέρος των 6.000 περίπου τσιγγάνων ψήφισαν, γιατί μέχρι το 1981 δεν είχαν δικαίωμα αφού καταγραφόταν ως αλλοδαποί.

Για μια φτωχογειτονιά όπως η Αγία Βαρβάρα που πριν την χούντα είχε συνεχώς αριστερούς Δημάρχους το μεγάλο ποσοστό που πήρε ο συγκεκριμένος υποψήφιος προβλημάτισε πολύ εκείνη την εποχή, γιατί συνδεόταν με υπαρκτά προβλήματα που πάνω τους πατούσε το αφήγημα να φύγουν από την πόλη οι τσιγγάνοι.

Γιατί οι περιοχές που είχαν τα παραπήγματα τους ήταν δίπλα σε βρωμερά ρέματα, χωρίς τρεχούμενο νερό και ρεύμα, χωρίς δρόμους, χωρίς καμιά στοιχειώδη υποδομή. Ο τσιγγάνικος «μαχαλάς» λοιπόν ήταν όνειδος για το μέσο κάτοικο της πόλης. Έχαναν αξία οι περιουσίες τους ισχυρίζονταν, ενώ τα ελάχιστα τσιγγανάκια που πήγαιναν σχολείο αντιμετώπιζαν την επιφυλακτικότητα των άλλων παιδιών, καθώς οι γονείς τα δασκάλευαν να μην τα πλησιάζουν γιατί μπορεί να έχουν αρρώστιες.

Εκείνη η δημοτική αρχή κατόρθωσε μαζί φυσικά με τους τσιγγάνους να αντιστρέψει την κατάσταση με διάφορες παρεμβάσεις, τόσο σε υλικοτεχνικές υποδομές όσο και σε πολιτιστικές, με κυρίαρχη την μάχη για να πάνε τα παιδιά στο σχολείο. Όλα τα παραπάνω δημιούργησαν προϋποθέσεις μέσα από τεράστιες δυσκολίες και πισωγυρίσματα η συγκεκριμένη κατηγορία συμπολιτών μας να βρει την θέση της στην κοινωνία της πόλης.

Εξαλείφτηκε λοιπόν ο ρατσισμός στην Αγία Βαρβάρα; Όχι φυσικά! Αλλά είναι έρπων και βουβός γιατί δεν του δίνεται η δυνατότητα να εκφραστεί. Όχι γιατί υπάρχει κάποιο ρωμαλέο αντιρατσιστικό κίνημα στην πόλη αλλά γιατί οι τσιγγάνοι μπορούν να ανατρέψουν τα ρατσιστικά στερεότυπα με την ίδια τους την παρουσία και συμμετοχή σε μια κοινωνία που στην μεγάλη τους πλειοψηφία είναι εργατόκοσμος.

Αυτή την δυνατότητα οι Ρομά του Ασπρόπυργου, της Κορίνθου, του Μενιδίου κ.λπ. δεν την είχαν, ούτε την έχουν από καμιά κυβέρνηση. Και εδώ νομίζω ότι πρέπει να επικεντρώσουμε μαζί φυσικά με τις καταγγελίες και κινητοποιήσεις ενάντια στην καταστολή και το φασιστικό φίδι που καραδοκεί μέσα στα σπλάχνα της θεωρίας του «νόμου και της τάξης».

Ως Αριστερά μαζί με τα παραπάνω χρειάζεται να επεξεργαστούμε προτάσεις που θα συμβάλουν σε παρεμβάσεις στην κοινότητα των Ρομά, τις συνθήκες ζωής τους, την εκτόπιση από τον κοινωνικό ιστό, την ακραία φτώχεια κι ανεργία, με ειδική παρέμβαση στα παιδιά και τους νέους ανθρώπους. Με στόχο να σπάσει ο φαύλος κύκλος υποβάθμιση-γκετοποίηση-εγκληματικότητα.

Σε μια κοινωνική ομάδα που πολλά παιδιά δεν πηγαίνουν σχολείο, τα κορίτσια παντρεύονται 13 και 14 χρονών, προέχουν τα αιτήματα που θα συνδέονται με την μόρφωση, τον πολιτισμό, την εκπαίδευση, την εργασία. Για τον κοινό αγώνα, πέρα από φυλή, θρησκεία, χρώμα, ενάντια στο σύστημα που γεννά φτώχεια, καταπίεση, εκμετάλλευση, ρατσισμό.

Πηγή: ΚΟΜΜΟΝ

Ένας μαύρος μαρξιστής ακαδημαϊκός θέλησε να μιλήσει για την φυλή. Προκάλεσε την οργή.

Ο Άντολφ Ριντ, είναι γέννημα θρέμμα του φυλετικά κατακερματισμένου Νότου, ντόπιος της Νέας Ορλεάνης, ο οποίος οργάνωνε φτωχούς, μαύρους και αντιμιλιταριστές στρατιώτες στα τέλη του 60 και έγινε ένας σπουδαίος μαρξιστής ακαδημαϊκός σε τρία κορυφαία πανεπιστήμια.

Στην πορεία απέκτησε την πεποίθηση, η οποία είναι υπό αμφισβήτηση σήμερα, ότι η Αριστερά είναι πολύ επικεντρωμένη στην φυλή και ελάχιστα επικεντρωμένη στην τάξη. Κατά την άποψη του, οι σημαντικές νίκες επιτεύχθηκαν, όταν η εργατική τάξη και οι φτωχοί κάθε χρώματος παλέψαν πλάι-πλάι για τα δικαιώματα τους.

Στα τέλη Μαΐου, ο καθηγητής, 73 χρόνων πλέον και ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας, ήταν καλεσμένος να μιλήσει  στην τοπική οργάνωση των Δημοκρατών Σοσιαλιστών της Αμερικής (DSA) στη Νέα Υόρκη. Το ταίριασμα φαινόταν φυσικό. Με κοφτερό πνεύμα, ο άνδρας που έκανε εκστρατεία για τον Γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς και στηλίτευσε τον Πρόεδρο Μπάρακ Ομπάμα ως έναν άνδρα «ανίδεο αναφορικά με την κατασταλτική νεοφιλελεύθερη πολιτική», θα απευθυνόταν στην μεγαλύτερη οργάνωση των Δημοκρατικών Σοσιαλιστών της Αμερικής οι οποίοι ανέδειξαν στην Βουλή των Αντιπροσώπων την Αλεσάντρια Οκάσιο-Κορτέζ και μια νέα γενιά αριστερού ακτιβισμού.

Το θέμα που επέλεξε ήταν σκληρό: Σκόπευε να επιχειρηματολογήσει ότι η έντονη επικέντρωση της Αριστεράς στον δυσανάλογο αντίκτυπο του κορωνοϊού στους μαύρους, υπομονεύει την πολυφυλετική οργάνωση, την οποία βλέπει ως το κλειδί στη δημόσια υγεία και στην οικονομική δικαιοσύνη.

Η θερμοκρασία ανέβηκε και ο θυμός ξέσπασε. Τα μέλη του DSA αναρωτιούνταν «πως γίνεται να έχουμε προσκαλέσει να μιλήσει κάποιον που υποβαθμίζει τον ρατσισμό σε μια εποχή πανδημίας αλλά και διαμαρτυρίας;». Η ομάδα των Αφροσοσιαλιστών και των Έγχρωμων Σοσιαλιστών της οργάνωσης δήλωσε ότι το να μιλήσει ήταν «αντιδραστικό, μειωτικό και στην καλύτερη εντελώς αδιάφορο».

«Δεν μπορούμε να φοβόμαστε να συζητήσουμε για τη φυλή και το ρατσισμό, διότι θα μπορούσε κάτι τέτοιο να παραποιηθεί από ρατσιστές. Είναι δειλία και υποχώρηση μπροστά στους ρατσιστές».

Εν μέσω της φήμης ότι οι αντίπαλοι μπορεί να έριχναν την ομιλία του από το διαδίκτυο ο καθηγητής Ριντ και οι επικεφαλής του DSA συμφώνησαν να την ακυρώσουν, μια εντυπωσιακή στιγμή καθώς ίσως η πιο ισχυρή σοσιαλιστική οργάνωση της Αμερικής αρνήθηκε την ομιλία ενός μαύρου μαρξιστή καθηγητή λόγω της άποψής του για τις φυλές.

«Κύριε ελέησον, ο Άντολφ είναι ο πιο σπουδαίος δημοκρατικός θεωρητικός της γενιάς του», είπε ο Κορνέλ Γουέστ, καθηγητής φιλοσοφίας στο Χάρβαρντ και επίσης σοσιαλιστής. « Έχει υιοθετήσει κάποιες μη δημοφιλείς θέσεις για τις πολιτικές ταυτοτήτων, αλλά έχει πίσω του ένα ιστορικό μισού αιώνα. Αν παραιτηθείς από την συζήτηση, το κίνημα σου κινδυνεύει να στενέψει».

Η απόφαση να φιμωθεί ο καθηγητής Ριντ ήρθε την στιγμή όπου οι Αμερικανοί αντιπαρατίθενται για τον ρόλο της φυλής και του ρατσισμού στην αστυνόμευση, στην Υγεία, τα Μ.Μ.Ε και τις εταιρείες. Συχνά από αυτή την συζήτηση αποκλείονται εκείνοι οι αριστεροί και οι προοδευτικοί που υποστηρίζουν ότι υπάρχει μεγάλη επικέντρωση στην φυλή και όχι στην τάξη, ενώ ζούμε σε μια τόσο άνιση κοινωνία. Ο καθηγητής Ριντ είναι μέρος εκείνων των ιστορικών, πολιτικών επιστημόνων και διανοούμενων οι οποίοι υποστηρίζουν ότι το οικοδόμημα της φυλής είναι υπερτιμημένο.

Αυτή η αντιπαράθεση είναι ιδιαίτερα ισχυρή, αφού πολλοί αγωνιστές αισθάνονται ότι υπάρχει η μοναδική ίσως ευκαιρία εδώ και χρόνια να σημειωθεί πρόοδος σε θέματα που αφορούν από την αστυνομική βία και τις υπερβολικές και μαζικές φυλακίσεις, έως την υγεία και την κοινωνική ανισότητα. Αυτή όμως η ευκαιρία αναδύεται όπως ο σοσιαλισμός στην Αμερική – κυρίως ως ένα λευκό κίνημα που προσελκύει νεότερους οπαδούς από διαφορετικά στρώματα και κατηγορίες.

Πολλοί αριστεροί και φιλελεύθεροι μελετητές υποστηρίζουν ότι οι τρέχουσες ανισότητες στην υγεία, την αστυνομική βαρβαρότητα και την ανισότητα του πλούτου οφείλονται κυρίως στην αμερικανική ιστορία του ρατσισμού και της λευκής υπεροχής. Το ζήτημα της φυλής είναι η πρωταρχική πληγή της Αμερικής, λένε, και οι Μαύροι, μετά από αιώνες δουλείας και φυλετικού διαχωρισμού, πρέπει να βρεθούν στην πρώτη γραμμή ενός πολυφυλετικού αγώνα για να το διαλύσουν. Το να ακυρώσουμε αυτή τη μάχη κυνηγώντας απλά μια εφήμερη ταξική αλληλεγγύη είναι παράλογο, υποστηρίζουν.

«Ο Άντολφ Ριντ και οι άλλοι του είδους του, πιστεύουν ότι αν μιλήσουμε πάρα πολύ για την φυλή θα απομακρύνουμε πάρα πολλούς και αυτό θα μας εμποδίσει να οικοδομήσουμε ένα κίνημα», δήλωσε η Κιάνγκα Γιαμάχτα Τέιλορ, καθηγήτρια αφρικανικών-αμερικανικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον στο Νιου Τζέρσεϋ και σοσιαλίστρια που έδωσε ομιλίες στους Δημοκρατικούς Σοσιαλιστές της Αμερικής (DSA) και είναι εξοικειωμένη με αυτές τις συζητήσεις. «Δεν το θέλουμε αυτό – θέλουμε να κερδίσουμε την κατανόηση των λευκών για το πώς ο ρατσισμός τους έχει διαστρεβλώσει θεμελιωδώς τη ζωή των Μαύρων».

Μια αντίθετη άποψη προσφέρεται από τον καθηγητή Ριντ και ορισμένους εξέχοντες μελετητές και ακτιβιστές, πολλοί από τους οποίους είναι μαύροι. Βλέπουν την τρέχουσα έμφαση στον πολιτισμό στην πολιτική που βασίζεται στη φυλή ως αδιέξοδη. Η τάση αυτή περιλαμβάνει τον Δρ Γουέστ, τους ιστορικούς Μπάρμπαρα Φιλντς του Πανεπιστημίου της Κολούμπια και τον Τουρέ Ριντ – γιο του Άντολφ – της πολιτείας του Ιλινόις  και τον Μπασκάρ Σανκάρα, ιδρυτή του Jacobin, ενός σοσιαλιστικού περιοδικού.

Όλοι αυτοί αποδέχονται φυσικά την ωμή πραγματικότητα της φυλετικής ιστορίας της Αμερικής και του ρατσισμού. Υποστηρίζουν, ωστόσο, ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει τώρα την Αμερική – όπως η ανισότητα του πλούτου, η αστυνομική βαρβαρότητα και οι μαζικές φυλακίσεις – επηρεάζουν τους μαύρους και ισπανόφωνους Αμερικανούς, αλλά και έναν μεγάλο αριθμό της εργατικής τάξης και  των φτωχών λευκών Αμερικανών.

Τα πιο ισχυρά και προοδευτικά κινήματα, λένε, ριζώνουν στην πάλη για παγκόσμια προγράμματα.

Αυτό ισχύει για τους νόμους που ενδυνάμωσαν την οργάνωση της εργασίας και καθιέρωσαν προγράμματα μαζικής απασχόλησης κατά τη διάρκεια του Νιου Ντηλ, και ισχύει για τους τρέχοντες αγώνες για δωρεάν δίδακτρα δημόσιων κολεγίων, υψηλότερο κατώτατο μισθό, εκδημοκρατισμένες αστυνομικές δυνάμεις και δημόσια υγειονομική περίθαλψη.

Αυτά τα προγράμματα θα βοηθούσαν κατεξοχήν τους Μαύρους, Λατίνους και Ιθαγενείς Αμερικανούς, οι οποίοι κατά μέσο όρο έχουν λιγότερο οικογενειακό πλούτο και υποφέρουν από κακή υγεία σε ποσοστά που ξεπερνούν αυτά των λευκών Αμερικανών, θεωρεί ο καθηγητής Ριντ και οι υποστηρικτές του. Το να επιμείνεις στην φυλή, ενέχει το ρίσκο να διχάσεις μια εν δυνάμει ισχυρή συμμαχία και να πέσεις στα χέρια των συντηρητικών.

«Η εμμονή με τις ανισότητες της φυλής έχει αποικίσει τη σκέψη των αριστερών και φιλελεύθερων», μου είπε ο καθηγητής Ριντ. «Υπάρχει αυτή η επιμονή ότι η φυλή και ο ρατσισμός είναι θεμελιώδεις καθοριστικοί παράγοντες της ύπαρξης όλων των Μαύρων».

Αυτές οι μάχες δεν είναι καινούργιες: Στα τέλη του 19ου αιώνα, οι Σοσιαλιστές αγωνίστηκαν με τον δικό τους ρατσισμό και συζήτησαν το βαθμό στον οποίο πρέπει να προσπαθήσουν να οικοδομήσουν μια πολυφυλετική οργάνωση. Ο Γιουτζίν Ντεμπς, ο οποίος έθεσε υποψηφιότητα για πρόεδρος πέντε φορές, ήταν επιβλητικός στην επιμονή του ότι το κόμμα του υποστηρίζει τη φυλετική ισότητα. Παρόμοιες ερωτήσεις θόλωσαν τα πολιτικά δικαιώματα και τα κινήματα της Μαύρης εξουσίας της δεκαετίας του 1960.

Αλλά η συζήτηση έχει ξαναρχίσει από την εξάπλωση του θανατηφόρου ιού και τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ στη Μινεάπολη από αστυνομικό. Και έχει υιοθετήσει έναν διχαστικό τόνο ανάμεσα σε διαφορετικές γενιές, καθώς ο σοσιαλισμός – που στη δεκαετία του 1980 σε μεγάλο βαθμό έλκυε αριστερούς μιας κάποιας ηλικίας – προσελκύει σήμερα πολλούς νέους ανθρώπους που είναι πρόθυμοι να ανασυστήσουν οργανώσεις όπως οι Δημοκρατικοί Σοσιαλιστές της Αμερικής (DSA), η οποία υπάρχει σε διάφορες παραλλαγές από τη δεκαετία του 1920. (Μια δημοσκόπηση στα τέλη του περασμένου έτους διαπίστωσε ότι ο σοσιαλισμός είναι τώρα τόσο δημοφιλής, όσο και ο καπιταλισμός, μεταξύ των ατόμων ηλικίας 18 έως 39 ετών).

Οι DSA τώρα έχουν πάνω από 70.000 μέλη σε όλη την χώρα και 5.800 στην Νέα Υόρκη- και η μέση ηλικία τους κυμαίνεται κοντά στα 30. Η οργάνωση έχει γίνει μια αναπάντεχη εκλογική δεξαμενή, που τροφοδοτεί τις νίκες των υποψηφίων του Δημοκρατικού Κόμματος όπως της Οκάζιο-Κορτέζ και του Τζαμάαλ Μπάουμαν, οι οποίοι επικράτησαν εναντίον του μακροχρόνιου δημοκρατικού κατεστημένου στις προκριματικές εκλογές του Ιουνίου.

Τα προηγούμενα χρόνια, οι Δημοκρατικοί Σοσιαλιστές της Αμερικής είχαν υποδεχτεί τον καθηγητή Ριντ ως ομιλητή. Όμως τα νεότερα μέλη, κουρασμένα από την απομόνωση λόγω Covid-19, ρίχτηκαν στην μάχη του «Defund Police» (να μειωθεί η χρηματοδότηση της Αστυνομίας) και των αντι-Τραμπ διαδηλώσεων και εξοργίστηκαν από την πρόσκληση που του δόθηκε.

«Τα μέλη έχουν πολύ έντονες ανησυχίες», δήλωσε ο Τσι Ανούα, από τους επικεφαλής της οργάνωσης της Νέας Υόρκης του DSA σε μια διαδικτυακή κλήση. «Η συζήτηση ήταν πολύ περιφρονητική για τις φυλετικές ανισότητες σε ένα πολύ τεταμένο χρονικό διάστημα για την αμερικανική ζωή».

Η καθηγήτρια Τέιλορ του Πρίνστον, είπε ότι ο καθηγητής Ριντ θα έπρεπε να γνωρίζει ότι η προγραμματισμένη συζήτησή του για το Covid-19 και δεδομένης της εμμονής για τις φυλετικές ανισότητες θα καταγραφόταν ως «πρόκληση. Ήταν αρκετά εμπρηστικό».

Τίποτα από αυτά δεν εξέπληξε τον Καθηγητή Ριντ, ο οποίος σαρδόνια το χαρακτήρισε ως «μια σταγόνα στον ωκεανό». Κάποιοι στην Αριστερά, είπε, «πολεμούν ενάντια στο να σκεφτούν αναλυτικά».

O καθηγητής Ρίντ είναι ένας μάχιμος διανοούμενος, ο οποίος απολαμβάνει ιδιαίτερα να στηλιτεύει φιλελεύθερους τους οποίους θεωρεί πολύ «φιλικούς» με τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Έγραψε ότι ο Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον και οι φιλελεύθεροι οπαδοί του έδειξαν «προθυμία να θυσιάσουν τους φτωχούς και να το χαρακτηρίσουν ως σκληρή συμπόνια» και περιέγραψε τον πρώην αντιπρόεδρο Τζόζεφ Ρ. Μπάιντεν ως έναν άνθρωπο του οποίου «η τρυφερή ευσπλαχνία περιορίζεται στις χρηματοπιστωτικές βιομηχανίες».

Βρίσκει κάποιο χιούμορ όταν δέχεται επίθεση σχετικά με το θέμα της φυλής.

«Δεν έχω αρχίσει ποτέ παρουσιάζοντας τη βιογραφία μου, καθώς αυτό συχνά γίνεται μέσο επίδειξης». «Αλλά όταν οι αντίπαλοί μου λένε ότι δεν αποδέχομαι ότι ο ρατσισμός είναι πραγματικός, σκέφτομαι: Εντάξει, αρκετά, φτάσαμε πλέον σε ένα περίεργο σημείο».

Ο καθηγητής Ριντ και άλλοι σύντροφοί του πιστεύουν ότι η αριστερά συχνά παγιδεύεται σε μάχες για φυλετικά σύμβολα, από τα αγάλματα μέχρι τη γλώσσα, αντί να παρακολουθεί τις θεμελιώδεις οικονομικές αλλαγές.

«Αν σου έλεγα: είσαι άνεργος, αλλά καταφέραμε να μετονομάσουμε το Γέιλ με το όνομα ενός άλλου λευκού», θα με κοίταζες σαν να είμαι τρελός», είπε ο κ. Σανκάρα, συντάκτης του Jacobin (σ.μ. Το Πανεπιστήμιο του Γέιλ πήρε το όνομά του από τον Ελάιχου Γέιλ, έμπορο, φιλάνθρωπο, χρηματοδότη του Πανεπιστημίου και εμπόρου σκλάβων).

Καλύτερα, υποστηρίζουν, να μιλήσουμε για κοινότητα συμφερόντων. Ενώ υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα πλούτου μεταξύ των Μαύρων και των Λευκών Αμερικανών, οι φτωχοί και οι λευκοί εργαζόμενοι της εργατικής τάξης είναι σε εξαιρετικά όμοια κατάσταση με τους φτωχούς και τους εργαζόμενους μαύρους της εργατικής τάξης όσον αφορά το εισόδημα και τον πλούτο, δηλαδή διαθέτουν πολύ λίγα και από τα δύο. Οι πολιτικοί του Δημοκρατικού Κόμματος, υποστηρίζει ο καθηγητής Ριντ και οι υποστηρικτές του, χειρίζονται το φυλετικό πρόβλημα ως ελιγμό για να αποφύγουν την ενασχόληση με μεγάλα οικονομικά ζητήματα που έχουν βαθιές ρίζες, όπως η ανακατανομή πλούτου, καθώς αυτό θα αναστάτωνε τους πλούσιους δωρητές τους.

«Οι φιλελεύθεροι χρησιμοποιούν την πολιτική ταυτότητας και τη φυλή ως έναν τρόπο για να αντιμετωπίσουν τις εκλήσεις για αναδιανεμητικές πολιτικές», σημείωσε ο Τουρέ Ριντ, του οποίου το βιβλίο «Toward Freedom: The Case Against Race Reductionism» ασχολείται με αυτά τα θέματα.

Μερικοί από τα αριστερά υποστηρίζουν ότι ο καθηγητής Ριντ και οι σύμμαχοί του αγνοούν ότι η έντονη έμφαση στη φυλή δεν είναι μόνο καλή πολιτική αλλά και κοινή λογική.

«Οι Μαύροι δεν υφίστανται μόνο ταξική καταπίεση», δήλωσε η καθηγήτρια Τέιλορ του Πρίνστον, «υποφέρουν επίσης από τη φυλετική καταπίεση. Είναι ουσιαστικά πιο περιθωριοποιημένοι από τους λευκούς».

«Πώς χτυπάμε την πόρτα τους, χωρίς να μιλάμε για φυλή και ρατσισμό;»

Έθεσα αυτήν την ερώτηση στον καθηγητή Ριντ. Γιος μετακινούμενων, ριζοσπαστών ακαδημαϊκών, πέρασε μεγάλο μέρος της παιδικής του ηλικίας στη Νέα Ορλεάνη. «Είμαι γέννημα θρέμμα του Νότου και του συστήματος φυυλετικών διαχωρισμών και έχω ιδιαίτερο μίσος για αυτό το σύστημα», είπε.

Ωστόσο, ακόμη και αν ευχαριστήθηκε καθώς πρόσφατα η Νέα Ορλεάνη αφαίρεσε μνημεία της παλιάς, δουλοκτητικής Συνομοσπονδίας των Πολιτειών του Νότου, προτιμούσε έναν διαφορετικό συμβολισμό. Θυμήθηκε, που ως μικρό αγόρι ταξίδεψε σε μικρές πόλεις της Νέας Αγγλίας και περπατούσε μέσα από νεκροταφεία βλέποντας ταφόπλακες καλυμμένες με βρύα να δείχνουν πού αναπαύτηκαν όσοι νέοι λευκοί πέθαναν στην υπηρεσία της Ένωσης.

«Ένιωσα ένα ζεστό συναίσθημα διαβάζοντας αυτούς τους τάφους, “Ο τάδε και ο τάδε πέθαναν ώστε όλοι οι άνθρωποι να μπορούν να είναι ελεύθεροι”. Υπήρχε κάτι πολύ συγκινητικό σε αυτό».

Πηγή: New York Times

Μετάφραση: antapocrisis

Για την εξέγερση στις ΗΠΑ: Διέξοδος η οργάνωση του λαού

Ο αμερικανικός λαός, λαός με αγωνιστική παράδοση, από τον πόλεμο της ανεξαρτησίας, το μαχητικό εργατικό κίνημα, την Πρωτομαγιά του 1886, τους κορυφαίους απεργιακούς αγώνες, τους δυναμικούς αγώνες για την χειραφέτηση του μαύρου πληθυσμού, μέχρι το μαζικό αντιπολεμικό και νεολαιίστικο κίνημα στα χρόνια του ’60, βρίσκεται και πάλι στους δρόμους.

Αυτή η αγωνιστική παράδοση επί δεκαετίες καταπολεμήθηκε με άγρια κρατική καταστολή, με παρακρατικές ρατσιστικές και φασιστικές συμμορίες, με τη χρησιμοποίηση ακόμα και της μαφίας για την κατάπνιξη του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος, με το «κυνήγι μαγισσών» του μακαρθισμού, με τον χαρακτηρισμό ως «τρομοκράτη» οποιουδήποτε αντιστέκεται, αφήνοντας εκατοντάδες δολοφονημένους και φυλακισμένους αγωνιστές σε όλη την ιστορία των ΗΠΑ.

Το κίνημα της κοινωνικής απελευθέρωσης καταπολεμήθηκε από μια επιχείρηση διαμόρφωσης συνειδήσεων που είχε αιχμή το “αμερικάνικο όνειρο”, τον καταναλωτισμό και τον ατομικό δρόμο επιτυχίας που δήθεν έρχεται με “σκληρή δουλειά”.

Το εργατικό κίνημα υποχώρησε προβάλλοντας ως μόνη αξία το (λευκό) άτομο, την οικογένειά του και την περιουσία του και αναγορεύοντας σε ύψιστο δικαίωμά του να τα υπερασπίζεται με το όπλο που κατέχει, με την καλλιέργεια ρατσιστικών και φασιστικών αντιλήψεων, με τη στροφή στη θρησκεία.

Το κίνημα των φτωχών και των αποκλεισμένων καταπολεμήθηκε ακόμα, με την απαξίωση της πολιτικής δράσης και της έννοιας του ενεργού πολίτη. Συμμετοχή στα κοινά θεωρείται η ψηφοφορία για την εκλογή ενός εκ των δύο υποψηφίων προέδρων του κατεστημένου που αντιπαρατίθενται για το ποιος από τους δύο θα διασφαλίσει αποτελεσματικότερα την «τάξη» στη χώρα και ποιος θα «απελευθερώσει» άλλους λαούς από «δικτάτορες» και «τρομοκράτες».

Το κύμα οργής για την ειδεχθή δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ έχει γίνει ποτάμι που φουσκώνει εξαιτίας της διαχρονικής και διακομματικής ασυλίας στην αστυνομική ασυδοσία που δολοφονεί ατιμώρητα. Τροφοδοτείται από χρόνια διακρίσεων, ρατσισμού και καταπίεσης, από την καταδίκη στη φτώχεια και την εξαθλίωση των αμερικανών πολιτών «β’ κατηγορίας», από το ποδοπάτημα των ανθρώπινων αξιών και της ίδιας της ζωής.

Ο αμερικανικός λαός μένοντας στους δρόμους, δείχνει στους λαούς όλου του κόσμου ότι οι ΗΠΑ δεν είναι μόνο οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, οι πόλεμοι και τα πραξικοπήματα που έχουν φέρει δεινά, πόνο και καταστροφή σε άλλους λαούς (και στον ελληνικό λαό). Δεν είναι μόνο οι πολυεθνικές και τα αιματοβαμμένα κέρδη τους. Δεν είναι μόνο ο Τραμπ και οι προκάτοχοί του. Δεν είναι μόνο η λευκή συντηρητική κοινωνία. Είναι και οι αμερικανοί που μπορούν να σκέφτονται ελεύθερα, να αντιδρούν, να αντιστέκονται, να διεκδικούν, να αγωνίζονται για το δίκιο.

Η οργάνωση είναι η μόνη διέξοδος για να μην ξεφουσκώσει αυτό το ποτάμι, για να είναι πιο αποτελεσματική, πιο συγκροτημένη η αντίσταση. Οι εξεγερμένοι στις ΗΠΑ δεν έχουν να χάσουν τίποτα! Το λιγότερο που μπορούν να κερδίσουν είναι την αξιοπρέπεια και την ανεξαρτησία, αλλά και την αλληλεγγύη και τη συμπαράσταση όσων αγωνίζονται σε όλες τις γωνιές της γης ενάντια στο ρατσισμό και το φασισμό, ενάντια στην αδικία και την ανισότητα, την καταπίεση και την εκμετάλλευση.

Είναι δίκαιο να εξεγείρεσαι!

Η μπλε πανώλη και ο μαύρος θάνατος

Το παθογόνο μικρόβιο που σκοτώνει τους μαύρους δυόμισι φορές περισσότερο από τους λευκούς, πήρε την εβδομάδα αυτή τη ζωή του 46χρονου George Floyd στη Μινεάπολη. Τα τελευταία λόγια του Floyd ήταν «Δεν μπορώ να αναπνεύσω», όπως και οι απελπισμένες εκκλήσεις του έτερου θύματος της ίδιας πανούκλας Eric Garner, που δολοφονήθηκε το 2014 στη Νέα Υόρκη. Σε αντίθεση με τον ιό Covid-19 που εξακολουθεί να μαίνεται – ένας ιός που μολύνει μαύρους και των δύο φύλων – η μπλε πανούκλα (σ.τ.μ. μπλε είναι οι στολές της αστυνομίας) είναι ιδιαίτερα θανατηφόρα στους μαύρους άνδρες όλων των ηλικιών. Σύμφωνα με ερευνητές του Πανεπιστημίου Rutgers και του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, 1 στα 1.000 μαύρα αγόρια και άνδρες θα χτυπηθούν θανάσιμα από την μπλε πανούκλα κάποια στιγμή στη διάρκεια της ζωής τους – σε ηλικίες που κυμαίνονται από τον 12χρονο Tamir Rice, που πυροβολήθηκε στο Κλίβελαντ το 2014, μέχρι τον 50χρονο Walter Scott, ο οποίος έπεσε νεκρός στο Βόρειο Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας το 2015.

Ο Covid-19 θεωρείται νέος ιός που μεταλλάχθηκε πρόσφατα – ίσως από άγρια ​​ζώα. Η μπλε πανούκλα, όμως, είναι ένας αιμοσταγής δολοφόνος που χρονολογείται από  το κυνήγι των σκλάβων στον αμερικανικό Νότο, πριν τον Εμφύλιο. Πράγματι, ο πρώτος φορέας της μπλε πανούκλας εντοπίζεται στο Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας, όπου ιδρύθηκε το 1783 μια παραστρατιωτική δύναμη εν ονόματι City Guard (Φρουρά της Πόλης), κυρίως για να «αστυνομεύσει» μαύρους σκλάβους, έστω και αν και ο όρος «αστυνόμευση» δεν είχε ακόμη επινοηθεί. Η City Guard βοήθησε το 1822 στην καταστολή της εξέγερσης των σκλάβων που οργανώθηκε από τον Denmark Vesey. Η επιτυχία της καταστολής της εξέγερσης οδήγησε στη μετάλλαξη του κυνηγιού σκλάβων εκτινάσσοντας τα ποσοστά του μαύρου θανάτου σε ολόκληρη τη χώρα και όχι μόνο στο Νότο.

Η μπλε πανούκλα είναι ιδιαίτερα θανατηφόρα στους μαύρους άντρες όλων των ηλικιών.

Οι ερευνητές ελπίζουν να βρουν ένα εμβόλιο για τον Covid-19, πιθανώς εντός του έτους, αλλά η μπλε πανούκλα γίνεται όλο και πιο θανατηφόρα με την πάροδο του χρόνου και δεν υπάρχει καμιά ανοσία σε αυτήν. Αν και οι μαύροι είχαν την ελπίδα ότι η ιστορική αύξηση του αριθμού των μαύρων εκλεγμένων αξιωματούχων θα δημιουργούσε πολιτικά αντισώματα για τον περιορισμό της εξάπλωσης της μπλε πανούκλας, συνέβη στην πραγματικότητα το αντίθετο.

Το 2014, λίγους μήνες πριν το νήμα της ζωής του Michael Brown κοπεί από τη μπλε πανούκλα στο Φέργκιουσον του Μιζούρι, το 80% των μαύρων αντιπροσώπων στο Κογκρέσο ψήφισε να συνεχιστεί η διοχέτευση δισεκατομμυρίων δολαρίων σε όπλα, εξοπλισμούς και εκπαίδευση των τοπικών φορέων της πανούκλας, παρά τις άφθονες ενδείξεις ότι τέτοιες χρηματοδοτήσεις έχουν κάνει τη μάστιγα ακόμη πιο φονική για τη ζωή των μαύρων.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 75% των ίδιων αντιπροσώπων ψήφισε την κατάταξη της μπλε πανούκλας σε «προστατευόμενο είδος», απομακρύνοντας περαιτέρω κάθε πιθανότητα θεραπείας. Ο κατασταλτικός νόμος του 2018 αποδείχθηκε τελικά «περιττός, καθώς οι αστυνομικοί είναι ήδη η πιο προστατευμένη «ομάδα» του έθνους».

Πιο ριζοσπαστικοί στοχαστές, που αγωνίζονται για την καταπολέμηση των κοινωνικών παθογενειών, υποστηρίζουν ότι η εξάπλωση της μπλε πανούκλας, τουλάχιστον στους μαύρους πληθυσμούς, μπορεί να ελεγχθεί μέσω του ελέγχου της νόσου από την ίδια μαύρη Κοινότητα. Έχουν προταθεί αρκετές φόρμουλες για τον έλεγχο της πανούκλας, αλλά η τάξη των δήθεν ηγετών των μαύρων που είναι βαθιά ενσωματωμένη στο Δημοκρατικό Κόμμα, αντιστέκεται σθεναρά σε οποιαδήποτε συγκράτηση της μετάδοσης της μπλε πανούκλας και ενθαρρύνει ενεργά την εξάπλωση της νόσου στις τάξεις της ομοσπονδιακής μυστικής αστυνομίας.

Τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους, τα δύο τρίτα των μαύρων αντιπροσώπων στο Κογκρέσο συντάχθηκαν με τη μεγάλη πλειοψηφία των Δημοκρατικών για την υποστήριξη του άγριου νόμου που καταχρηστικά ονομάστηκε Νόμος για την Επανανοηματοδότηση της Αμερικανικής Ελευθερίας, ο οποίος έκτοτε πέρασε και από τη Γερουσία. Μόνο 17 από τα 50 μαύρα μέλη του σώματος με πλήρη δικαιώματα ψήφου ψήφισαν κατά του νόμου, ο οποίος έπρεπε να λήξει φέτος μαζί με άλλες διατάξεις του περίφημου Πατριωτικού Νόμου.

Όπως αναφέρεται στο The Verge, ο νόμος επιτρέπει στο FBI «να συλλέγει απτές αποδείξεις που σχετίζονται με έρευνες εθνικής ασφάλειας χωρίς ένταλμα, μόνο με έγκριση ενός μυστικού δικαστηρίου που σύμφωνα με πληροφορίες έχει επικυρώσει πολλά αιτήματα». Αυτές οι απτές αποδείξεις περιλαμβάνουν την κατασκοπεία της διαδικτυακής δραστηριότητας στοχευμένων πολιτών «χωρίς να χρειάζονται αποδείξεις ότι αυτοί οι Αμερικανοί έχουν κάνει κάτι κακό», σύμφωνα με τα λόγια του γερουσιαστή του Όρεγκον Wyden.

Η τάξη των δήθεν ηγετών των Μαύρων, βαθιά ενσωματωμένη στο Δημοκρατικό Κόμμα, αντιστέκεται σθεναρά σε κάθε συγκράτηση της μετάδοσης της μπλε πανούκλας.

Η μπλε πανούκλα έχει εξαπλωθεί σε ολόκληρο τον κόσμο καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες αναπτύσσουν τον τεράστιο στρατό τους ως ένα είδος παγκόσμιας αστυνομικής δύναμης, η οποία υποστηρίζεται από δολοφονικά drones που πραγματοποιούν εξουσιοδοτημένες δολοφονίες του Λευκού Οίκου από άκρη σε άκρη του πλανήτη. Ο Πρόεδρος Ομπάμα ενέκρινε ένα τακτικό πλάνο δολοφονιών, τις λεγόμενες «Kill Tuesday» (δολοφονικές Τρίτες), αλλά το χρονοδιάγραμμα του Προέδρου Τραμπ είναι πιθανότατα πιο αλλοπρόσαλλο.

Με το φετινό να είναι έτος εκλογών, ο θάνατος του George Floyd από τη μπλε πανούκλα στη Μινεάπολη καταδικάστηκε ευρέως από τα ίδια κόμματα που ενθάρρυναν και χρηματοδότησαν την εξάπλωση της θανατηφόρου μετάδοσης. Ο δημοκρατικός δήμαρχος της πόλης απέλυσε τους τέσσερις αστυνομικούς που συνέβαλαν στη σύνθλιψη του λαιμού του Floyd και ο Joe Biden, ο προεδρικός υποψήφιος που καυχιέται ότι με σκοπό τον έλεγχο της εξάπλωσης της μπλε πανούκλας, έγραψε τον νόμο για τον έλεγχο βίας και την επιβολή της τάξης του 1994, έγραψε στο Twitter ότι: «ο George Floyd άξιζε καλύτερα και η οικογένειά του αξίζει δικαιοσύνη. Η ζωή του είχε σημασία». Αλλά ο Biden και η ιστορία του κόμματός του ως φορείς μαζικού θανάτου μας λένε άλλα.

Ελλείψει άμεσης θεραπείας, είναι βέβαιο ότι ορισμένοι απειλούμενοι μαύροι άντρες – και γυναίκες που δεν έχουν ανοσία στη μπλε πανούκλα – θα καταφύγουν σε αυτοσχέδιες θεραπείες για να αποτρέψουν το λοιμό, όπως έκαναν ο Denmark Vesey, ο Nat Turner και, πιο πρόσφατα, μερικοί αδελφοί στο Ντάλας και στο Μπατόν Ρουζ.

Πηγή: Black Agenda Report

Μετάφραση: antapocrisis

Πρόκειται για ταξικό πόλεμο πλέον

Η εικόνα κατά μήκος της λεωφόρου Μέλροουζ, μιας από τις πιο φημισμένες εμπορικές περιοχές του Λος Άντζελες, θυμίζει τη λέξη εκδίκηση. Θραύσματα από γυάλινες τζαμαρίες στο πεζοδρόμιο. Γκράφιτι στις βιτρίνες. Μυρωδιά καπνού παντού. Εδώ ήταν το επίκεντρο των λεηλασιών που έγιναν το Σάββατο βράδυ, λίγο πριν ο δήμαρχος Eric Garcetti κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε όλη την πόλη και απαγόρευση της κυκλοφορίας από τις 8 μ.μ. Ο Garcetti κάλεσε αργότερα τον Κυβερνήτη Newsom να φέρει την Εθνοφυλακή. Είναι η πρώτη φορά που η Εθνοφυλακή κατεβαίνει στους δρόμους του Λος Άντζελες από το 1992, όταν δημοσιεύτηκε η ετυμηγορία για τους δολοφόνους του Ρόντνεϊ Κινγκ. Σήμερα, την Κυριακή (30/5), τα στρατιωτικά οχήματα και τα στρατεύματα προστατεύουν ό,τι έχει απομείνει μετά το ξέσπασμα μαζικού θυμού και οργής.

Ποντάροντας στο φόβο του κοινού, το Fox News χαρακτήρισε την καταστροφή μετά τις διαμαρτυρίες του Σαββάτου «βίαιες ταραχές». Η ντόπια εφημερίδα L.A. Times φρόντισε να επισημάνει ότι υπήρχαν «διαφοροποιήσεις μεταξύ των διαδηλωτών» και στη συνέχεια συνέχισε να ενοχοποιεί ως έγκλημα τις λεηλασίες. Και την Κυριακή το πρωί, ο Τραμπ δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα χαρακτηρίσει την Antifa τρομοκρατική οργάνωση. Πράγματι, οι διαδηλωτές που κατέβηκαν στους δρόμους του Λος Άντζελες για να εκφράσουν τη συλλογική οργή τους για τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, ήταν ένα διαφοροποιημένο πλήθος με διαφοροποιημένες προθέσεις.

Οι άνθρωποι που κατηγορήθηκαν για τις λεηλασίες ήταν ένα μέρος αυτών που έμειναν στους δρόμους μετά τη διάλυση των συγκεντρώσεων. Τώρα θεωρούνται «κακοποιοί» και «κλέφτες» από όσους αγνοούν εύκολα την απογοήτευση και την οργή του πλήθους που εξαπλώθηκε στη Σάντα Μόνικα και σε όλο το Λονγκ Μπιτς το απόγευμα της Κυριακής. Η αγνόηση  του, ωστόσο, όχι μόνο κρύβει τον συστημικό ρατσισμό της Αμερικής, αλλά επίσης αδυνατεί να αντιμετωπίσει την τρομερή κοινωνική ανισότητα. Όπως εμφανίστηκε από το περασμένο Σαββατοκύριακο στους δρόμους του Λος Άντζελες και αλλού, η έκρηξη που συμβαίνει σε ολόκληρη τη χώρα αφορά τόσο το ταξικό ζήτημα όσο και τη φυλετική αδικία και την αστυνομική βιαιότητα.

Ο Τραμπ, με τον δικό του εγωιστικό τρόπο, ήλπιζε για αυτό το αποτέλεσμα, δηλώνοντας ότι ήθελε να γίνει «πρόεδρος σε καιρό πολέμου». Η ευχή έγινε πραγματικότητα. Οι φωτιές που έχει βάλει ο Τραμπ από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του, έφτασαν τώρα στο κατώφλι του. Αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι ένας πλήρης ταξικός πόλεμος σε εξέλιξη. Χωρίς αμφιβολία, ήταν μια τρομακτική καταιγίδα γεγονότων: η μαζική ανεργία λόγω πανδημίας που άγγιξε τα 40 εκατομμύρια, οι διαφοροποιήσεις στον θάνατο από τον κορωνοϊό λόγω της κοινωνικής και οικονομικής θέσης των ασθενών, η συνεχιζόμενη επίθεση στους μαύρους από μια στρατιωτικοποιημένη αστυνομική δύναμη μαζί με μια επιχειρηματική κυβέρνηση που σκόπιμα δεν προστατεύει τους πιο ευάλωτους πολίτες της.

Η λεηλασία καταστημάτων είναι εγγενώς ένα ταξικό ζήτημα, είτε τη βλέπεις δικαιολογημένα είτε όχι (υπάρχουν πάντα εξαιρέσεις φυσικά). Η πράξη της λεηλασίας είναι μια μακροχρόνια αμερικανική παράδοση, που χρονολογείται από την κλοπή των εδαφών των γηγενών και την αφρικανική σκλαβιά. Σήμερα, οι πλούσιοι άνθρωποι δεν λεηλατούν φυσικά τα εμπορικά κέντρα, είναι εξοικειωμένοι όμως με τη λεηλασία φυσικών πόρων και εργασίας, από τα ανθρακωρυχεία της Δυτικής Βιρτζίνιας μέχρι τις αποθήκες του Τζεφ Μπέζος της Άμαζον. Οι φτωχοί, ασκώντας τη λιγοστή τους δύναμη – ακόμη και με καταστροφικό και βίαιο τρόπο – εμφανίζουν μια εντελώς φυσική αντίδραση σε μια διαρκώς μειονεκτική κατάσταση ύπαρξης. Για αυτούς, η λεηλασία είναι μια κραυγή για βοήθεια, μια έκφραση απελπισίας.

Όλοι έχουμε δει το απαίσιο βίντεο. Ο αστυνομικός της Μινεάπολης Ντέρεκ Τσάβιν δολοφόνησε τον Τζορτζ Φλόιντ στο φως της ημέρας. Ο Φλόιντ, ασφυκτιούσε, φωνάζοντας τη μητέρα του. Όλοι έχουμε παρακολουθήσει τους σκληρούς λευκούς κυνηγούς, ένας ήταν και πρώην ντετέκτιβ, να κυνηγούν τον Αχμεντ Άρμπερι πριν τον σκοτώσουν. Είμαστε όλοι εξοικειωμένοι με τη μεγάλη λίστα των μαύρων που σκοτώθηκαν από αστυνομικούς με εντυπωσιακό ποσοστό – 2,5 φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των λευκών. Γνωρίζουμε επίσης ότι το 20% του συνολικού πληθυσμού των μαύρων, ακόμη και πριν από την κρίση του κορωνοϊού, ζούσε σε σοβαρή φτώχεια, περίπου 9 εκατομμύρια άτομα. Οι συνθήκες σε ολόκληρη τη χώρα είναι ακόμη χειρότερες και, ως εκ τούτου, η βία θα συνεχίσει να εξαπλώνεται.

Φυσικά, τόσο η έντονη αδικία προς τους φτωχούς της χώρας μας όσο και η βιαιότητα εναντίον των μαύρων από τους αστυνομικούς – γκάνγκστερ που χρηματοδοτούνται από την κυβέρνηση προηγούνται της κυβέρνησης του Τραμπ. Ο Κορνέλ Γουέστ το επεσήμανε το βράδυ της Παρασκευής στο Anderson Cooper 360:

«Έχετε μια νεοφιλελεύθερη πτέρυγα του Δημοκρατικού κόμματος που βρίσκεται τώρα στη θέση του οδηγού… και πραγματικά δεν ξέρουν τι να κάνουν γιατί το μόνο που θέλουν να κάνουν είναι να δείχνουν περισσότερα μαύρα πρόσωπα, να δείχνουν περισσότερα μαύρα πρόσωπα. Αλλά πολλές φορές αυτά τα μαύρα πρόσωπα χάνουν τη νομιμοποίησή τους επειδή το κίνημα του Black Lives Matter υπήρξε την περίοδο που είχαμε έναν μαύρο Πρόεδρο, έναν μαύρο Γενικό Εισαγγελέα και έναν μαύρο Γενικός Γραμματέα Εσωτερικής Ασφάλειας».

Πιστεύετε ότι το περασμένο Σαββατοκύριακο ήταν φοβερό; Απλά περιμένετε. Εάν ο Ντέρεκ Τσάβιν απαλλαχθεί για τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, οι πρόσφατες διαμαρτυρίες θα φαίνονται μικρές. Για να είμαστε καθαροί, μερικές από αυτές τις ταραχές, όπως η λεηλασία των μικρών επιχειρήσεων μειονοτήτων, είναι εντελώς αντιπαραγωγικές, γι’ αυτό και η Αριστερά έχει την υποχρέωση να οργανώσει και να κατευθύνει αυτή την οργή στους πραγματικούς δράστες, την καπιταλιστική τάξη και τους υπερασπιστές τους.

Η οικονομική και φυλετική καταπίεση στην Αμερική έχει φτάσει στο σημείο βρασμού. Η συστημική αλλαγή θα απαιτήσει μια συστηματική αναπροσαρμογή της οικονομικής και πολιτικής δομής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η απόγνωση θα οδηγεί μερικές από αυτές τις πράξεις, από την οπλοφορία μέχρι τα σπασμένα παράθυρα. Ωστόσο, είναι η υπάρχουσα φυλετική και ταξική δυναμική, η συνέπεια της ύπαρξης ενός καταπιεσμένου πληθυσμού, που θα συνεχίσει να τροφοδοτεί την εξέγερση – μια σοβαρή και εκτεταμένη εξέγερση που δεν θα μπορεί να περιορίσει για πολύ καιρό καμία επιβαλλόμενη απαγόρευση από δήμαρχο της πόλης.

Πηγή: CounterPunch

Μετάφραση: antapocrisis

Αλληλεγγύη στον Αμερικάνικο λαό!

ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ, ΦΤΩΧΕΙΑ, ΑΝΕΡΓΙΑ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ

ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ

ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

Η δολοφονία του αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ από την αστυνομία της Μινεάπολις πυροδότησε μια δίκαιη εξέγερση του αμερικανικού λαού που αντιμετωπίζει πρωτοφανή βία από την κυβέρνηση Τραμπ και το αμερικανικό κράτος μετρώντας πέντε νεκρούς μέχρι τώρα.

Εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλώνουν σε όλη τη χώρα αψηφώντας τις αστυνομικές απαγορεύσεις, την κρατική τρομοκρατία και την παρακρατική φασιστική βία. Απαιτούν να αποδοθεί επιτέλους δικαιοσύνη, να τιμωρηθούν παραδειγματικά οι ένοχοι, απαιτούν δημοκρατία και να σταματήσει ο ρατσισμός.

Τα αίτια της λαϊκής έκρηξης είναι όμως πολύ βαθύτερα. Βρίσκονται στην πρωτοφανή κοινωνική ανισότητα και εκμετάλλευση από μια όλο και πιο ολιγάριθμη και αδίστακτη μειοψηφία τρισεκατομμυριούχων ιδιοκτητών τραπεζών, πολυεθνικών και βιομηχανιών που διαφεντεύουν τη χώρα και τον πλανήτη, οργανώνοντας ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πολέμους με το ΝΑΤΟ.

Αυτούς εκφράζει η ρατσιστική, σκοταδιστική, σεξιστική και φιλοφασιστική κυβέρνηση Τραμπ η οποία άφησε να πεθάνουν πάνω από 100.000 χιλιάδες αμερικανοί από τον κορονοϊό, πρώτα από όλα αφροαμερικανοί, λατίνοι, εργάτες και φτωχοί κάθε χρώματος και φυλής. Με κυνική εφαρμογή μίας στρατηγικής ταχείας ανάπτυξης ανοσίας αγέλης για να μείνει «ανοιχτή» η παραγωγή και η αγορά.

Και μετά την πανδημία του κορονοϊού προστέθηκε και η επιδημία της ανεργίας των πάνω από 40 εκατομμύρια εργαζομένων, που έφερε η ακόμη βαθύτερη οικονομική κρίση που ξεπερνά την προηγούμενη του 2007 – 09.

Αυτή την Αμερική των εργαζομένων, του λαού, της δημοκρατίας, της προοδευτικής επιστήμης, δεν μπορεί να εκφράσει το κατεστημένο του Δημοκρατικού Κόμματος. Την εκφράζει το σημερινό μεγαλειώδες μαζικό κίνημα που αναζητά την πολιτική του έκφραση.

Ο αμερικανικός λαός μάχεται χωρίς να χωρίζεται σε φυλές και φύλα. Δείχνει το δρόμο του ξεσηκωμού και του ενωτικού αγώνα σε όλη την ανθρωπότητα, μπροστά στην πολύπλευρη κρίση του καπιταλισμού την οποία θέλουν ξανά να φορτώσουν στην εργατική τάξη και τους λαούς.

Αυτό το δρόμο μπορεί να ακολουθήσει και ο ελληνικός λαός.

Έξω οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ από την Ελλάδα!

Να ηττηθεί η κυβέρνηση Τραμπ!

Όλοι στη συγκέντρωση στο Σύνταγμα

την Τετάρτη 3 Ιουνίου, στις 7 μμ

και στην πορεία προς την αμερικανική πρεσβεία

Απέναντι στον κοινωνικό αγριανθρωπισμό

Τρία θα είναι τα αποτελέσματα, σε λίγους μήνες,  με βάση τη διαχείριση των κινήσεων του Ερντογάν από την ελληνική κυβέρνηση.

Πρώτον αρκετοί χιλιάδες πρόσφυγες θα έχουν περάσει τα σύνορα και θα εγκλωβιστούν στην Ελλάδα, με βαρύ φόρο αίματος. Η κατάσταση στα ελληνικά νησιά θα γίνει ακόμα πιο αφόρητη και για τους πρόσφυγες και για τους ντόπιους και αρκετές χιλιάδες θα είναι φυλακισμένοι στα κλειστά κέντρα κράτησης στην ηπειρωτική χώρα – για τα οποία θα κοπάσουν οι αντιδράσεις καθώς θα αποτελούν μια «αναγκαστική» λύση σε συνθήκες «υβριδικού πολέμου».

Δεύτερον ο Ερντογάν θα αποσπάσει ανταλλάγματα από την ΕΕ. Είτε για τη Β. Συρία, είτε για τις ΑΟΖ, είτε για το προσφυγικό. Ο μόνος που θα έχει μείνει να ισχυρίζεται ότι ο εκβιασμός δεν πέρασε θα είναι ο Μητσοτάκης και οι κονδυλοφόροι του.

Τρίτον το κοινωνικό σώμα στην Ελλάδα δεν θα είναι το ίδιο. Ο συντηρητισμός θα έχει κερδίσει περισσότερες συνειδήσεις και θα έχει δηλητηριαστεί ακόμα περισσότερο από τον ιό του αγριανθρωπισμού και του ρατσισμού.

Έχουμε ένα κοινωνικό σώμα ταλαιπωρημένο από την κρίση. Που αισθάνθηκε εθνικά ταπεινωμένο από το πως μίλαγε η Ευρώπη για τους «τεμπέληδες Έλληνες» και δύο φορές ταπεινωμένο από την αδυναμία του να σηκώσει ανάστημα – άσχετα αν σήκωσε αλλά δεν υπήρχε ηγεσία να αναλάβει την ευθύνη – το 2015 απέναντι στους δυνάστες του.

Που μετά από δύο δεκαετίες μιας εικονικής ευδαιμονίας και αποπολιτικοποίησης, κινητοποιήθηκε με την κρίση, έθεσε ερωτήματα, πίστεψε ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν, για να επιστρέψει μετά το 2015 στο μηδενισμό του «όλοι ίδιοι είναι» και στο «δεν γίνεται τίποτα».

Αυτό το κοινωνικό σώμα σήμερα μπολιάζεται με αγριανθρωπισμό. Στα πλαίσια ενός φαντασιακού πολέμου στα σύνορα της χώρας με αμάχους και ξεριζωμένους – που χρησιμοποιεί ο Ερντογάν για να εκβιάσει. Προτάσεις, ιδέες και πρακτικές της ακροδεξιάς, του ρατσισμού και του φασισμού, δηλητηριάζουν συνειδήσεις. Να βουλιάξουμε τις βάρκες, να τους βάλουμε φωτιά, να τους κάνουμε τη ζωή κόλαση. Να σκοτώσουμε μερικούς για  να διαδοθεί ώστε να μην έρχονται, να τους κλείσουμε σε στρατόπεδα στη Γυάρο. Προτάσεις «καθαρής λύσης» που πριν 6-7 χρόνια ακούγονταν μόνο από τη Χρυσή Αυγή, σήμερα κυκλοφορούν στα σχολεία, στα λεωφορεία και βέβαια στα social media.

Γίνεται λοιπόν ο Έλληνας φασίστας;

Υπάρχουν αυτοί που αντιστέκονται, υπάρχει μια σιωπηρή πλειοψηφία που δεν συμφωνεί με τα καραγκιοζιλίκια ότι πολεμάμε τις λαστιχένιες βάρκες με τα γυναικόπαιδα αλλά βλέπει τον εκβιασμό Ερντογάν, δεν ακούει άλλες λύσεις, νιώθει αδύναμη και βλέπει το αδιέξοδο που έρχεται. Τέλος υπάρχει και το παραδοσιακό φασαριόζικο ακροατήριο της ακροδεξιάς που όμως απλώνει το δηλητήριο του αγριανθρωπισμού, διευρύνεται, αισθάνεται μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, είναι ικανό να προχωρήσει σε ενέργειες που δε θα τολμούσε παλαιότερα. Το πρόβλημα μεγαλώνει αν αυτές οι ιδέες απλώνονται και στη νεολαία. Σήμερα το πρωί μαθητές Γυμνασίου στη Θεσσαλονίκη προχώρησαν σε αποχή ως ένδειξη αλληλεγγύης στους φαντάρους στον Έβρο. Το πανό τους έγραφε «Σύνορα κλειστά. Έλεος σε κανέναν»…

Κατά τ’ άλλα, αύριο, στις 6 Μαρτίου είναι η παγκόσμια μέρα κατά της σχολικής βίας.

Το κυριότερο είναι ότι η κυβέρνηση όχι απλά καλύπτει, αλλά διαπαιδαγωγεί και ενθαρρύνει σε αυτήν την κατεύθυνση. Τα δε ΜΜΕ ξεσαλώνουν.

Η ρητορική για ασύμμετρη απειλή και υβριδικό πόλεμο, το γεγονός ότι η κυβέρνηση καμαρώνει που διάφοροι στα πλαίσια μιας φαντασιακής επιστράτευσης έχουν πάρει τα όπλα, οι εντολές στο λιμενικό για ενέργειες «στα όρια της νομιμότητας», συνιστούν εκπαίδευση στον κοινωνικό αγριανθρωπισμό. Γιατί φτιάχνει εικόνα πολέμου απέναντι στους ξεριζωμένους μετανάστες και πρόσφυγες και την ίδια στιγμή δεν κάνει ούτε μια διπλωματική κίνηση απέναντι στην Τουρκία, δε ζητάει καν από τις χώρες της Ε.Ε. μέτρα απέναντι στην Τουρκία, πόσο μάλλον ανάληψη ευθύνης για τη λύση του προβλήματος. Για να μην πούμε ότι προχθές με βάση ρεπορτάζ στο Έθνος πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη συνάντηση Τούρκων και Ελλήνων επιχειρηματιών – με παρουσία του Τούρκου πρόξενου – για αναβάθμιση των εμπορικών σχέσεων.

Περίεργο πράγμα ο υβριδικός πόλεμος….

Η επένδυση στον αγριανθρωπισμό μέσα από τη ρητορική ότι ο εχθρός είναι ο πρόσφυγας είναι ο μόνος τρόπος για να σταθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Αλλιώς, είτε θα έπρεπε να στοχοποιήσει την Ε.Ε.-πράγμα αδύνατο για υποτελείς, είτε θα εγκλωβίζονταν πολλοί ακόμα χιλιάδες πρόσφυγες στην Ελλάδα και θα είχε να διαχειριστεί κι άλλες Μόριες.

Οι Έλληνες δεν είναι φασίστες, όμως η κυβέρνηση ενισχύει φασιστικές ιδέες και πρακτικές στον ελληνικό λαό, στη βάση ενός πραγματικού προβλήματος (μετατροπή της χώρας σε φυλακή κατατρεγμένων). Το έδαφος ήταν εύφορο, καθώς η προηγούμενη κυβέρνηση έμαθε την κοινωνία ότι «όλοι ίδιοι είναι» και ότι στο τέλος «όλοι τα ίδια κάνουν».

Λαός απογοητευμένος, λαός συμπιεσμένος, λαός χωρίς ελπίδα. Αυτό είναι το καλύτερο λίπασμα για τον εκφασισμό.

Και πάντα έτσι γινόταν. Οι κυρ Παντελήδες έκαναν  τις επαναστάσεις, οι κυρ Παντελήδες πίστεψαν και σε φασιστικές λύσεις. Σήμερα όμως, πάνω τους γράφει μια δεξιά έχει στη σημαία της ότι «τα αριστερά προγράμματα και λύσεις είτε δεν υπάρχουν είτε οδηγούν σε καταστροφές». Και έτσι προπαγανδίζει τη δική της μη-λύση ως τη μοναδική.

Το κρίσιμο πρόβλημα με τις τελευταίες εξελίξεις δεν είναι η πολιτική έκφραση της ακροδεξιάς. Αυτή καλύπτεται πλέον ανοικτά από τη ΝΔ του Μητσοτάκη. Το κρίσιμο είναι η διάχυση της κοινωνικής ακροδεξιάς, οι αντικοινωνικές συμπεριφορές, η μισαλλοδοξία, ο αγριανθρωπισμός. Το τσάκισμα της όποιας κοινωνικής συνοχής έχει απομείνει. Οι μέρες που έρχονται θα είναι δύσκολες και όσοι θέλουν να είναι τμήμα της ανάταξης και όχι τμήμα του κώματος της Αριστεράς οφείλουν να το πάρουν σοβαρά υπόψη.

Εάν πρόκειται για εισβολή γιατί δεν κάνετε κ. Μητσοτάκη κάτι για αυτόν που την οργανώνει;

Σχόλιο του antapocrisis.

Το ερώτημα του τίτλου είναι ρητορικό. Αλλά ας αναρωτηθούμε:

Ο αντιπρόεδρος της ΝΔ και υπουργός της κυβέρνησης Μητσοτάκη Γεωργιάδης μας ενημέρωσε το μεσημέρι ότι «η Ελλάδα δέχεται μία οργανωμένη εισβολή από ένα ξένο κράτος», κατονομάζοντας την Τουρκία.

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Πέτσας, ανακοινώνοντας τις αποφάσεις του ΚΥΣΕΑ μας ενημέρωσε ότι η χώρα «δέχεται αιφνίδια, μαζική, οργανωμένη και συντονισμένη, πίεση από μετακινήσεις πληθυσμών στα ανατολικά, χερσαία και θαλάσσια, σύνορά της… Η μετακίνηση αυτή, κατευθύνεται και ενθαρρύνεται από την Τουρκία… η παρούσα κατάσταση συνιστά ενεργή, σοβαρή, εξαιρετική και ασύμμετρη απειλή κατά της εθνικής ασφάλειας της χώρας».

Αν υπήρχε η ελάχιστη σοβαρότητα, μετά από τέτοιες δηλώσεις θα έπρεπε να βρισκόμαστε σε πολεμική αναμέτρηση. Αν μια χώρα δέχεται οργανωμένη εισβολή από ξένο κράτος, θα όφειλε να πολεμήσει τον εισβολέα.

Στην πραγματικότητα, ούτε εισβολή δέχεται η Ελλάδα, ούτε ασύμμετρη απειλή συνιστά η κατάσταση. Οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους γιατί η ελληνική κυβέρνηση επιμένει να είναι τσαμπουκάς στους αδύναμους και ραγιάς στους ισχυρούς.

Αν ισχύει το παραμικρό από τις δηλώσεις των κυβερνητικών στελεχών, μπορούν μήπως να μας ενημερώσουν ποιες ενέργειες έκαναν απέναντι στον οργανωτή της εισβολής, στον υπαίτιο της ασύμμετρης απειλής, στον επιτιθέμενο εναντίον της Ελλάδας, δηλαδή στην ίδια την Τουρκία;

Γιατί δεν γίνεται να κατονομάζεις τον εισβολέα, αλλά να μην κάνεις τίποτα απέναντί του.

Ζήτησαν την άμεση σύγκλιση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπως είθισται σε κάθε περίπτωση εισβολής;

Έκαναν κάποιο διάβημα στο ΝΑΤΟ να ζητήσουν στρατιωτική υποστήριξη ή έστω να ενημερώσουν ότι η Τουρκία εισβάλει στην Ελλάδα;

Ζήτησαν Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ να πάρουν την άμεση στήριξη των ευρωπαίων ηγετών;

Έκλεισαν την πρεσβεία του κράτους – εισβολέα στην Αθήνα;

Όσοι παριστάνουν τον Λεωνίδα στις Θερμοπύλες, μπορούν να μας εξηγήσουν γιατί τίποτε τέτοιο δεν συνέβη;

Πρόκειται για απατεώνες ή για ραγιάδες;

Ή μήπως είναι και τα δύο μαζί;

Η κυβερνητική διαχείριση της προσφυγικής κρίσης δείχνει πολλά, ανάμεσά τους δείχνει και την ποιότητα του ελληνικού εθνικισμού. Δείχνει τι είναι η ελληνική ακροδεξιά, τι είναι η πατριδοκαπηλία και ο εθνικισμός για εσωτερική κατανάλωση. Είχε άλλωστε φανεί και τότε που η Τουρκία ανακήρυξε ΑΟΖ που περνά πάνω από την Κρήτη και αυτοί που σήμερα ουρλιάζουν «βουλιάξτε τους», είχαν λουφάξει στα λαγούμια τους και επικαλούνταν την ψυχραιμία και το διεθνές δίκαιο, τρέμοντας το θερμό επεισόδιο.

Καταπίνουμε λοιπόν αμάσητο το μνημόνιο Τουρκίας – Λιβύης, τότε που ο Ερντογάν πήρε και τα εσώρουχα της αποκοιμισμένης στην αγκαλιά των ΗΠΑ ελληνικής διπλωματίας, και διυλίζουμε τους μετανάστες.

Γιατί τότε, αρχές Ιανουαρίου, τις ημέρες της ελληνοτουρκικής κρίσης, τότε, που αν δεν μας απατά η μνήμη μας, η απειλή παραβίασης κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας ήταν επίσημη και δηλωμένη μέχρι και στον ΟΗΕ, ούτε ασκήσεις με πραγματικά πυρά στον Έβρο διέταξαν οι λεοντόκαρδοι των Αθηνών, ούτε ναυτικές βολές στο Αιγαίο.

Όχι, δεν είμαστε υπέρ του θερμού επεισοδίου ή οποιασδήποτε στρατιωτικής εμπλοκής. Ούτε τότε, ούτε πολύ περισσότερο σήμερα.

Αλλά το να είσαι τσαμπουκάς στον αδύναμο και ραγιάς στον δυνατό δεν σε κάνει ούτε πατριώτη, ούτε ήρωα. Το αντίθετο.

Οι αμετροέπειες για εισβολή ξένου κράτους και ασύμμετρη απειλή, την ίδια ώρα που δεν κάνεις την παραμικρή διαμαρτυρία απέναντι στην Τουρκία γιατί ξέρεις ότι ΕΕ και ΗΠΑ θα σε αδειάσουν μεγαλοπρεπώς, είναι και γελοίες και επικίνδυνες.

Αυτή όμως είναι η ποιότητα του ελληνικού αστισμού. Υποτέλεια προς τα έξω, ρατσισμός και ξενοφοβία προς τα μέσα.

Και μια απαραίτητη διευκρίνηση: Σημαίνουν όλα τα παραπάνω ότι η πρόσφατη εξέλιξη της προσφυγικής κρίσης δεν είναι εξαιρετικά σημαντικό πρόβλημα στο οποίο η χώρα θα όφειλε να αντιδράσει; Σημαίνουν ότι πρέπει να δούμε παθητικά την ολοκληρωτική μετατροπή της χώρας σε αποθήκη ψυχών, καταπώς βολεύει την Κεντρική Ευρώπη; Σημαίνουν ότι θα παρακολουθούμε αδρανείς την εξέλιξη ενός φαινομένου που ξεπερνά τα όρια και τις αντοχές της χώρας και της κοινωνίας;

Κάθε άλλο.

Όσο η λύση δεν είναι η επιπολαιότητα των «ανοικτών συνόρων», της Μόριας και της αποθήκης ψυχών, άλλο τόσο η αντίδραση δεν μπορεί να είναι η θρασύδειλη ενοχοποίηση των προσφύγων και μεταναστών.

Η απάντηση είναι η ανάληψη της ευθύνης από την ΕΕ και τις ΗΠΑ για την κατάσταση που οι ίδιες δημιούργησαν. Την κατάσταση που χειροτερεύει και σήμερα, καθώς η διεθνής κοινότητα στηρίζει ανεπιφύλακτα την τουρκική εισβολή στη Συρία μήπως και περιοριστεί η ρωσική επιρροή.

Η απάντηση βρίσκεται στην κατάργηση της Συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας και της Συνθήκης Δουβλίνο ΙΙ που τυπικά είναι σε ισχύ, κουρελιασμένες βέβαια από την πρακτική Ερντογάν. Και μέχρι να καταργηθούν αυτές οι συμφωνίες από την ΕΕ να μην δεσμεύουν την Ελλάδα.

Η απάντηση βρίσκεται στο σπάσιμο στην πράξη της αυτοκρατορικής λογικής του διευθυντηρίου της ΕΕ που θέλει τους πρόσφυγες να στοιβάζονται στις χώρες υποδοχής.

Και για όσους σπεύσουν να υποστηρίξουν ότι όλα αυτά είναι αδύνατα γιατί η Ελλάδα πρέπει να τηρεί τις συμφωνίες, να θυμίσουμε ότι χθεσινή απόφαση της κυβέρνησης να αναστείλει την εφαρμογή της Συνθήκης της Γενεύης ως προς την παραλαβή αιτήσεων ασύλου δεν είναι νόμιμη. Δεν συζητάμε το αν είναι απάνθρωπη. Αλλά αν μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να αναστείλει την ισχύ της Σύμβασης της Γενεύης με κυβερνητική απόφαση, γιατί δεν μπορεί να αναστείλει το Δουβλίνο ΙΙ ή τη συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας; Ή και εδώ ισχύει ότι ο τσαμπουκάς αφορά μόνο τους αδύναμους;

Στην πραγματικότητα, απέναντι στην πρωτοφανή διπλότητα του ευρωατλαντικού άξονα, απέναντι και σε αυτήν ακόμα την τουρκική εισβολή στη Συρία και στον μαζικό εποικισμό που επιδιώκει ο Ερντογάν για να αλλάξει η πληθυσμιακή σύνθεση στα νοτιανατολικά του σύνορα, η Ελλάδα σφυρίζει αδιάφορα.

Αντί για διπλωματικό πόλεμο απέναντι σε αυτούς που ευθύνονται για την κατάσταση, αντί για απαίτηση αναλογικής κατανομής των προσφυγικών ροών ανά την Ευρώπη, η ελληνική κυβέρνηση εξαντλεί τα όριά της στο να παριστάνει τον πορτιέρη της Δύσης. Με θλιβερή καταμέτρηση νεκρών και μικρά αποτελέσματα σε ότι αφορά το «αδιαπέραστο» των συνόρων.

Η βαρβαρότητα και η ελληνική τηλεόραση

Πριν λίγες μέρες η ελληνική ιδιωτική τηλεόραση έπιασε κυριολεκτικά πάτο μετά από μπαράζ ρατσιστικών και σεξιστικών δηλώσεων. Η Σταματίνα Τσιμτσιλή στην πρωινή εκπομπή του σταθμού Alpha δήλωσε: «…βλέπεις τους μετανάστες που είναι με την κοιλιά στο στόμα και μπαίνουν μες στην βάρκα και δεν τους νοιάζει» ως αιχμή για τις γυναίκες-πρόσφυγες. Ο Τάσος Αρνιακός, στο δελτίο καιρού του Ant1 συμπλήρωνε το ίδιο διάστημα: «Στο έλεος των νοτιάδων θα συνεχίσει να βρίσκεται η χώρα μας και τις επόμενες ημέρες, γεγονός που συνεπάγεται συννεφιές, υγρασία, βροχές, καταιγίδες και υψηλές -για την εποχή- θερμοκρασίες, κυρίως στα δυτικά. Σε επαναλαμβανόμενα κύματα, όπως ακριβώς τα κύματα των προσφύγων που δεχόμαστε από τα ανατολικά. Μεταξύ δύο πυρών δηλαδή». Την όλη εικόνα συμπλήρωσε ο εμπαιγμός της ασέλγειας εναντίον φοιτήτριας στη βιβλιοθήκη του ΑΠΘ, όπως ξεδιπλώθηκε στο πάνελ του Ant1 ξανά, αυτή τη φορά από το Γιώργο Λιάγκα και τους συνδαιτημόνες του.

Κι επειδή όλοι μας ακριβώς «γνωρίζουμε» και «δεν γνωρίζουμε» το τι εστί ελληνική ιδιωτική τηλεόραση, ιδίως τα τελευταία χρόνια, αξίζει να επισημανθούν ορισμένα στοιχεία.

Σημείο πρώτο

Ο «πολιτισμός» της ελληνικής ιδιωτικής τηλεόρασης, που δεν απέχει αρκετά από τον αντίστοιχο «πολιτισμό» της διεθνούς μικρής οθόνης, είναι στην πραγματικότητα ο πολιτισμός και η ποπ κουλτούρα του παγκοσμιοποιημένου συστήματος που ορίζει πολλαπλές πτυχές της ζωής μας σήμερα. Το μιξάζ ανθρωποφαγίας, συγκαλυμμένου/ξεκάθαρου ρατσισμού και σεξισμού, πασπαλισμένο με χρυσόσκονη και νεοπλουτίλα είναι πρακτικά η πολιτιστική πρόταση του σύγχρονου καπιταλισμού. Κι όσο ο καπιταλισμός σαπίζει άλλο τόσο το πολιτισμικό του προϊόν θα γίνεται ολοένα και πιο μισάνθρωπο, ολοένα και πιο σιχαμένο. Κι αυτό γιατί η φτηνή εμπορευματοποίηση των πάντων οδηγεί αναπόφευκτα στην υποτίμηση του αναγκαίου έναντι του άχρηστου και την εξαφάνιση του ουσιαστικού απέναντι στο αισχρό και το γελοίο. Αυτή είναι λοιπόν η πολιτισμική πρόταση ενός συστήματος, το οποίο ιδίως τα τελευταία τριάντα χρόνια φαίνεται να πετά απ’ το παράθυρο τις πνευματικές κατακτήσεις των πρόσφατων αιώνων για να μας κάνει στην καλύτερη παθητικούς δέκτες και στη χειρότερη αγρίμια κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του. Και για να το θέσουμε και λίγο πιο επιστημονικά, όταν αυτό το σύστημα έχει στον πυρήνα του (βάση) την ανθρωποφαγία, δεν μπορεί παρά να την αναπαράξει και στην πολιτισμική του έκφανση (εποικοδόμημα).

Σημείο δεύτερο

Ο μέσος νους μπορεί να θεωρεί ότι «δημοκρατία» είναι η εκλογή της κυβέρνησης με βάση την καθολική κι ελεύθερη ψήφο ανά τέσσερα χρόνια. Κι όμως δεν είναι μόνο αυτό. Στην εποχή όπου η πληροφορία μεταδίδεται με αστραπιαίες ταχύτητες και τα ψηφιακά μέσα μπορούν και πρέπει να εξανθρωπίζουν τη συλλογική συνείδηση και αντίληψη, τα ιδιωτικά κανάλια είναι τσιφλίκια του κάθε επιχειρηματία που ορίζει την ποιότητα και το περιεχόμενο όσων πρέπει να δουν και να πληροφορηθούν οι μάζες. 30 χρόνια μετά την απελευθέρωση των ΜΜΕ τηλεοπτικό πρωϊνό θα πει ήπιο κουτσομπολιό με στρασίλα, μεσημεριανό (θα πει) πιο σκληρή εκδοχή του πρώτου για να περάσουμε αργότερα σε μια απογευματινή ζώνη κανιβαλισμού μεταξύ μαγείρων, μοντέλων και τραγουδιστών με κατάληξη την βραδινή πλύση εγκεφάλου για το πόσο καλή είναι η κυβέρνηση στις ειδήσεις ή την γνωστή γκάμα ταινιών του Χόλυγουντ και ελληνικών σειρών. Η αλυσίδα των παραστάσεων είναι τέτοια που σαφέστατα εθίζει το τηλεοπτικό κοινό όχι μόνο στο φτηνό θέαμα αλλά την ίδια ώρα το καθιστά και παιχνίδι στα χέρια του κάθε καναλάρχη, που έχει δεδομένα συμφέροντα απέναντι σ’ εκείνα της κοινωνικής πλειοψηφίας. Αλήθεια πως μπορούν να ελέγχουν τις συλλογικές παραστάσεις και τη συλλογική κουλτούρα άνθρωποι και φορείς που δεν λογοδοτούν πουθενά παρά μόνο στην τσέπη τους; Θα ήταν άραγε αντιδημοκρατικό μια φιλολαϊκή κυβέρνηση, κι όχι δήθεν φιλολαϊκή όπως εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ, να τους αφαιρούσε αυτό το δικαίωμα;

Σημείο τρίτο

Η αντίληψη που θέλει την άμεση επέμβαση του ΕΣΡ απέναντι σε κάθε παραφωνία της τηλεόρασης είναι εν μέρει κι όχι απόλυτα σωστή. Με άλλα λόγια είναι ημίμετρο. Κι αυτό γιατί το ΕΣΡ μπορεί να θίξει την χ εκπομπή ή τον ψ παρουσιαστή με την επιβολή προστίμων χωρίς όμως να χτυπά το πρόβλημα στην ουσία του, χωρίς να συγκρούεται με τον πυρήνα της παραφωνίας. Όσα πρόστιμα ή επιπλήξεις κι αν επιβληθούν σε τηλεμαϊντανούς τύπου Λιάγκα, Τσιμτσιλή και τα ρέστα, η τηλεοπτική υποκουλτούρα θα παραμείνει η ίδια, με τους ίδιους ακριβώς καναλάρχες να ορίζουν το παιχνίδι του θεάματος, του περιεχομένου του και των ιδεών που διασπείρει στη συλλογική συνείδηση. Η αντίθεση απέναντι στην πολιτική του τηλεοπτικού εκβαρβαρισμού και της μηντιακής ανθρωποφαγίας δεν είναι λοιπόν θέμα προσώπων αλλά θέμα πολιτικής και πολιτισμικής αντίθεσης. Κι αυτό γιατί τα πρόσωπα μπορούν να αλλάξουν, το περιεχόμενο όμως αυτής της τηλεόρασης θα παραμείνει εμφαντικά το ίδιο.

Σημείο τέταρτο

Απέναντι στη σαπίλα της ελληνικής ιδιωτικής τηλεόρασης λύση δεν μπορεί να είναι ούτε η φυγή στο Netflix ούτε ο «αναχωρητισμός» στα κανάλια των Youtubers και vloggers που τα λένε «καλά». Ο ατομικός δρόμος του αναχωρητισμού ή της διακοπής επαφών με αυτή την τηλεόραση δεν αναιρεί το πρόβλημα και δεν οδηγεί σε καμία βελτίωση της συνολικής εικόνας. Όσο κι αν ο καθένας κι η καθεμιά από εμάς παύει να συνδέεται ως κοινό με αυτό το τηλεοπτικό προϊόν, η κουλτούρα του κανιβαλισμού και της ανθρωποφαγίας, ως μηχανισμοί του τηλεοπτικού εκβαρβαρισμού, θα είναι πάντα εκεί να διαμορφώνουν το συλλογικό συνειδητό κι ασυνείδητο στην τροχιά του φτηνότερου και του απάνθρωπου. Κι επειδή ακριβώς τα ημίμετρα ποτέ δεν διορθώνουν ριζικά οποιαδήποτε προβληματική κατάσταση, απαιτείται συλλογική πάλη με όρους και συνθήματα που θα θέτουν πρωτίστως στο στόχαστρο την υπάρχουσα τηλεοπτική κουλτούρα και τους αβανταδόρους της. Γιατί αν δεν αφαιρεθούν οι τηλεοπτικές άδειες από τους γνωστούς καπιταλιστές-καναλάρχες αυτή η τηλεοπτική πραγματικότητα θα εξακολουθήσει να ανθεί παρότι βαθιά σάπια. Ιδού η Ρόδος λοιπόν.