Άρθρα

Η στοχοποίηση της Δυτικής Αθήνας είναι ατόφιος ρατσισμός. Να εξηγήσουμε γιατί.

Ο λόγος του παραπάνω ισχυρισμού είναι πολύ απλός. Δεν υπάρχει ίχνος επιδημιολογικής επιτήρησης, ώστε να είναι σοβαρή η παρακολούθηση της εξέλιξης της πανδημίας ανά περιοχή. Ας δώσει η Επιτροπή ή η ίδια η κυβέρνηση τα στοιχεία που συνηγορούν στη μία ή στην άλλη απόφαση. Στοιχεία δεν υπάρχουν, πέρα από αριθμούς ελέγχων και κρουσμάτων που προκύπτουν στο σωρό. Υπάρχει μόνο ο ατόφιος κοινωνικός ρατσισμός της κάστας της Εκάλης και της Κηφισιάς που αναζητά αποδιοπομπαίους τράγους.

Το τι είναι και πώς γίνεται η επιδημιολογική επιτήρηση θα το δούμε παρακάτω. Προς το παρόν ας ασχοληθούμε με τους αριθμούς των τεστ και των κρουσμάτων που ανακοινώνει ο ίδιος ο ΕΟΔΥ, παριστάνοντας ότι αυτά είναι σοβαρά επιδημιολογικά δεδομένα. Με βάση λοιπόν τα ίδια τα στοιχεία του ΕΟΔΥ, αδυνατούμε να καταλάβουμε πώς προκύπτει η «ενοχοποίηση» της Δυτικής Αθήνας.

Σύμφωνα με την ημερήσια έκθεση της 4/1/2021, τα κρούσματα της Δυτικής Αττικής ανά 100.000 πληθυσμού είναι 4,35 και της Δυτικής Αθήνας 2,86. Τα κρούσματα ωστόσο του Βόρειου Τομέα Αθήνας είναι 3,89, του Νότιου είναι 2,64 και του Κεντρικού είναι 3,59.

Μπορεί να μας εξηγήσει ο χωροφύλακας κ. Χρυσοχοΐδης, πώς ακριβώς τα συγκεκριμένα νούμερα ερμηνεύουν το σαφάρι προστίμων στο οποίο επιδίδονται οι Ράμπο της ΕΛΑΣ στα δυτικά προάστια; Γιατί η Δυτική Αθήνα έχει την τιμητική της στα ΜΜΕ και στις αστυνομικές επιχειρήσεις, ενώ η Βόρεια και η Κεντρική Αθήνα με μεγαλύτερη αναλογία κρουσμάτων, όχι;

Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, σε βάθος εβδομάδας, και όχι ημέρας, η Δυτική Αθήνα έχει μέσο όρο εβδομάδας 3,2 κρούσματα ανά 100.000 κατοίκους, η Βόρεια Αθήνα 4,2, η Κεντρική Αθήνα 5,0, η Νότια Αθήνα 4,13.

Πώς ερμηνεύεται η επιδρομή της Αστυνομίας στο Περιστέρι, στο Ίλιον, στο Αιγάλεω και στο Καματερό, όταν ο αντίστοιχος Περιφερειακός Τομέας είναι αυτός με τη μικρότερη αναλογία κρουσμάτων ανά κάτοικο από όλη την Περιφέρεια Αττικής;

Μην ψάχνετε απάντηση στα νούμερα και στους αριθμούς. Η απάντηση βρίσκεται στη μόνιμη απόπειρα της κυβέρνησης, από την αρχή της πανδημίας, να ρίχνει το φταίξιμο στην ατομική ευθύνη των πολιτών. Αν μάλιστα αυτοί είναι οι νέοι στις πλατείες ή οι πολίτες δεύτερης κατηγορίας των φτωχότερων προαστίων της Αθήνας, ακόμα καλύτερα.

Όλα τα παραπάνω βασίζονται απλώς σε νούμερα ελέγχων και κρουσμάτων τα οποία ούτε τυχαιοποιημένα, ούτε διαστρωματοποιημένα είναι. Πρόκειται για αποτελέσματα τεστ που στη συντριπτική τους πλειοψηφία γίνονται αυτοβούλως από πολίτες που υποψιάζονται ότι έχουν τον ιό, επομένως δεν προσφέρουν παρά εξαιρετικά αποσπασματική εικόνα. Στην πραγματικότητα, οι πολιτικές και υγειονομικές αποφάσεις λαμβάνονται περίπου στην τύχη, ή στην καλύτερη με εξαιρετικά περιορισμένα δεδομένα, τόσο περιορισμένα που οδηγούν αποκλειστικά σε οριζόντιες, και συχνά τυφλές ή και ακατανόητες αποφάσεις.

Ας αναμετρηθούμε όμως με την επιδημιολογική επιτήρηση, έτσι όπως αυτή έπρεπε να γίνεται και ας αναρωτηθούμε αν έχει σχέση με την επιδημιολογική επιτήρηση η ανακοίνωση του αριθμού των τεστ και των κρουσμάτων που κάνει ο ΕΟΔΥ.

Σύμφωνα με τους ειδικότερους από τον γράφοντα, επιδημιολογική επιτήρηση είναι «η συστηματική συλλογή, ανάλυση, ερμηνεία και διάθεση των δεδομένων που αφορούν ένα συµβάν που σχετίζεται µε την υγεία, µε σκοπό τη δραστηριοποίηση των υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας»[i]. Είναι προφανές ότι απαιτείται επιστημονικός έλεγχος της εγκυρότητας των στοιχείων και µεθοδολογική επάρκεια. Δεν είναι επιδημιολογική επιτήρηση η «αναφορά» ή «καταγραφή» αριθμού ελέγχων και κρουσμάτων στην οποία επιδίδεται ο ΕΟΔΥ και το Υπουργείο Υγείας από την αρχή της πανδημίας, για τους παρακάτω λόγους:

Πρώτον: στην Ελλάδα ούτε γινόταν, ούτε γίνεται, ούτε και πρόκειται να γίνει καθολικός έλεγχος του πληθυσμού. Δεν θα γίνει αυτό που έγινε σε ολόκληρες επαρχίες πολλών εκατομμυρίων πολιτών της Κίνας, δεν θα γίνει αυτό που έγινε μέσα σε μια εβδομάδα στη Σλοβακία, όπου ελέγχθηκε όλος ο ενήλικος πληθυσμός. Δεν έγινε, ούτε και πρόκειται να γίνει, καθολικός έλεγχος στις περιοχές με αυξημένο επιδημιολογικό φορτίο όπως αυτές της Βόρειας Ελλάδας, ή και πιο περιορισμένων νομών ή ακόμα και πόλεων, όπως αυτών της Δυτικής Αττικής.

Ο λόγος είναι απλός: Απαιτείται κρατικός μηχανισμός Δημόσιας Υγείας, δηλαδή «πεταμένα λεφτά». Και φυσικά απαιτείται και μεγάλος αριθμός τεστ. Ο καθολικός έλεγχος σε μια περιοχή, ή έστω σε μια πόλη, δεν θα έλυνε το πρόβλημα αλλά θα προσέφερε πολύτιμα δεδομένα. Γιατί όμως να γίνει καθολικός έλεγχος πχ στον Ασπρόπυργο, όταν μπορούν τα ΜΜΕ να αναπαράγουν το ρατσισμό εναντίον των φτωχών και αποκλεισμένων της Δυτικής Αττικής, ή όταν μπορεί ο Χρυσοχοΐδης να απειλεί ότι «θα σφραγίσει» σπίτια;

Δεύτερον: δεν έγινε και ούτε πρόκειται να γίνει τυχαιοποιημένος δειγματοληπτικός έλεγχος στον πληθυσμό. Δεν είναι τυχαιοποιημένος δειγματοληπτικός έλεγχος τα γιουρούσια που κάνει ο ΕΟΔΥ, μία στο τόσο, σε κάποιες πλατείες με rapid test. Όποιος έχει τη παραμικρή ιδέα από μεθοδολογία δειγματοληπτικού ελέγχου (έστω και ως μάθημα επιλογής από το ΤΕΙ Μεσολογγίου) βάζει κυριολεκτικά τα κλάματα με τους αποφοίτους του Χάρβαρντ και του Κολούμπια που θεωρούν ότι αυτά τα γιουρούσια δίνουν την παραμικρή εικόνα επιδημιολογικής επιτήρησης. Οι υποψιασμένοι πολίτες που προσέρχονται για έλεγχο, δεν δίνουν εικόνα της εξάπλωσης του ιού στην κοινότητα. Πολύ περισσότερο όταν αυτοί οι έλεγχοι ανακοινώνονται τελευταία στιγμή.

Τρίτον: δεν υπήρξαν και ούτε πρόκειται να υπάρξουν συστήματα παρατήρησης της νοσηρότητας τύπου Sentinel για τον ιό. Συστήματα δηλαδή που παρακολουθούν περιοδικά σταθερά σημεία στην κοινότητα. Τα συστήματα αυτά, όπως μας θυμίζει ο καθηγητής του Εργαστηρίου Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, Γενικής Ιατρικής και Έρευνας Υπηρεσιών Υγείας του Τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ, Ηλίας Κονδύλης στην εξαιρετική συνέντευξή του στην Εφημερίδα των Συντακτών, υπήρχαν παλιότερα για την παρακολούθηση της γρίπης, ακυρώθηκαν επί των μνημονίων και τελικά εγκαταλείφθηκαν. Ο καθηγητής υπογραμμίζει ότι το ξήλωμα της επιδημιολογικής επιτήρησης συνεχίστηκε το 2017-2018. Αυτά, για όσους νομίζουν ότι η σημερινή εικόνα είναι αποκλειστικά έργο Μητσοτάκη και ότι τα τρία (3) μνημόνια δεν έπαιξαν σωρευτικό ρόλο στη διάλυση των υπηρεσιών δημόσιας υγείας.

Ο καθηγητής Κονδύλης αναφέρει και κάτι ακόμα. Ότι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας αλλά και το ECDC, η Ελλάδα δεν δηλώνει στοιχεία τα οποία υποχρεούται να δηλώνει: αριθμό νοσηλευόμενων και εξελθόντων από τα νοσοκομεία λόγω Covid, αριθμό θανάτων ανά γεωγραφικό διαμέρισμα, νομό, πόλη, αριθμό κρουσμάτων σε υγειονομικούς, αριθμό διαθέσιμων κλινών και πληρότητα κλινών και ΜΕΘ Covid κλπ. Εάν σε αυτή την έλλειψη, προστεθεί η επί μακρόν ανυπαρξία ανοικτών και προσβάσιμων δεδομένων (σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες), το διπλό ή και τριπλό σύστημα καταγραφής (ΕΟΔΥ, ΗΔΙΚΑ, Πολιτική Προστασία), η αδυναμία αποφάσεων που να στηρίζονται σε έγκυρα δεδομένα, ή το γεγονός ότι εδώ και μήνες η εγκυρότερη πηγή παρουσίασης δεδομένων είναι ένας ιδιωτικός λογαριασμός στο Twitter (@Nyrros) οι κ. Κικίλιας και Κοντοζαμάνης έπρεπε να είχαν πάρει πόδι από το Υπουργείο Υγείας και ο κ. Αρκουμανέας έπρεπε να είναι κωμικοτραγική ανάμνηση του ΕΟΔΥ. Αποκλειστικά και μόνο για το θέμα των δεδομένων της επιδημίας, η πολιτική και διοικητική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας θα όφειλε να είχε πάει σπίτι της ως παντελώς αποτυχημένη.

Επιδημιολογικός έλεγχος σημαίνει περιφερειακή αποκέντρωση. Σημαίνει Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας με δυναμικό και μέσα ώστε να αποκτά εικόνα και να ασκεί έλεγχο στον τομέα ευθύνης της. Σημαίνει δηλαδή κάτι εντελώς διαφορετικό από την εικόνα του Ράμπο Χαρδαλιά να μετακινείται από πόλη σε πόλη με ελικόπτερα και κλιμάκια αυτοκρατορικών απεσταλμένων. Απαιτεί τοπικές δομές, Κέντρα Υγείας και Μονάδες Υγείας, οι οποίες με μόνιμο τρόπο διεκπεραιώνουν καθήκοντα παρακολούθησης, ενημέρωσης, πρόληψης, έχουν τα στοιχεία των τεστ στα χέρια τους και έχουν τη δυνατότητα να εκπονήσουν σχέδιο ελέγχων που να δίνει έγκυρο και αξιοποιήσιμο αποτέλεσμα.

Στην Ελλάδα, όχι μόνο επιδημιολογική επιτήρηση δεν υπάρχει, αλλά και αυτά ακόμα τα κολοβά, λειψά, παιδιάστικα δεδομένα που περιλαμβάνουν οι εκθέσεις του ΕΟΔΥ, δεν μπορούν να υποστηρίξουν έγκυρες αποφάσεις.

Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται, καθώς η μόνη επιδημιολογική πολιτική της κυβέρνησης είναι το άνοιξε – κλείσε του λοκ ντάουν.

Επιβεβαιώνεται, καθώς το κλείσιμο των σχολείων έγινε οριζόντια και τυφλά, και εκεί που υπήρχε, αλλά και εκεί που δεν υπήρχε, επιδημιολογικό φορτίο.

Επιβεβαιώνεται, καθώς το άνοιγμα των σχολείων γίνεται πάλι στα τυφλά, χωρίς την παραμικρή επιστημονική ένδειξη για το τι ρόλο παίζουν οι μαθητές στη μετάδοση του ιού, πέρα από επιστημονικές δημοσιεύσεις σε τρίτες χώρες. Μη συζητήσουμε για μέτρα αραίωσης τμημάτων ή αύξησης εκπαιδευτικών: Πεταμένα λεφτά κι εδώ.

Επιβεβαιώνεται, καθώς μέσα στις γιορτές η πτώση του απόλυτου αριθμού των τεστ (PCR και Rapid) ήταν τόση που φτάσαμε επί μέρες να καταγράφουμε περισσότερους διασωληνωμένους λόγω Covid, από όσους ανιχνεύονται θετικοί, γεγονός στην κυριολεξία μοναδικό στον κόσμο. Αλλά κανενός δεν ίδρωσε το αυτί.

Τι θα κόστιζε στα αλήθεια η συγκρότηση συστημάτων επιδημιολογικής παρακολούθησης για τον κορωνοϊό;

Περισσότερα ή λιγότερα από τα 20 + 18 εκατομμύρια ευρώ που τσέπωσαν τα ΜΜΕ για να μεταδίδουν μηνύματα Δημόσιας Υγείας που θα όφειλαν, βάσει νόμου, να μεταδίδουν δωρεάν; Περισσότερα ή λιγότερα από τα 85 εκατομμύρια ευρώ που κόστισε το εξοργιστικό σκάνδαλο του Σκόιλ Ελικίκου;

Το πρόβλημα όμως δεν είναι ζήτημα προϋπολογισμού και κόστους. Είναι ζήτημα προσανατολισμού και πολιτικής επιλογής. Η Δημόσια Υγεία ιεραρχείται χαμηλότερα από την εξαγορά των ΜΜΕ, οι υγειονομικές και πολιτικές αποφάσεις παίρνονται ρίχνοντας τα ζάρια και ελπίζοντας να μας βοηθήσει ο Θεός, η επιδημιολογική επιτήρηση υποκαθίσταται από τα ρατσιστικά στερεότυπα.

Τι άλλο να περιμέναμε από τον επιτελικό πρωθυπουργό της επιτελικής κυβέρνησης του επιτελικού κράτους;


[i] Γαβανά Μάγδα, Σχεδιασμός, εφαρμογή και αξιολόγηση ενός δικτύου επιδημιολογικής επιτήρησης νοσημάτων μέσω παρατηρητών νοσηρότητας στην ΠΦΥ

Ανάσχεση της πανδημίας, χωρίς Δημόσια Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, ΔΕΝ γίνεται!

Η γέννηση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας

Η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας αναδύθηκε ως ανάγκη την δεκαετία του 70, ενώ πήρε σάρκα και οστά στην διεθνή συνδιάσκεψη του Π.Ο.Υ το 1978 στην ‘Αλμα Άτα. Αποτελούσε το επιστέγασμα αγώνων όλο και μεγαλύτερου μέρους του κόσμου για ποιοτική πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και για συστήματα υγείας στραμμένα προς την κοινότητα. Σε αντίθεση με το νοσοκομειοκεντρικό μοντέλο δίνει έμφαση:

Α) Στην πρόληψη και στην προαγωγή της υγείας του πληθυσμού.

Β) Στην παρέμβαση σε επίπεδο κοινότητας με την ενεργό συμμετοχή της ίδιας.

Γ) Στην καθολική πρόσβαση του πληθυσμού στο αγαθό της υγείας.

Δ) Στην ολιστική προσέγγιση μέσω της δι-επιστημονικής ομάδας υγείας.

Ε) Στη συνέχεια στην θεραπεία, την αποκατάσταση και  την επανένταξη.

Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, ως μοντέλο και ως λογική, έχει κοινωνικό και ταξικό πρόσημο, καθώς εστιάζει στη δημόσια υγεία του γενικού πληθυσμού, κυρίως στην πρόληψη, με την ενεργοποίηση της τοπικής κοινότητας, για την προαγωγή της υγείας και της ποιότητας ζωής των πολιτών. Οι κοινωνίες που δίνουν έμφαση στη δημόσια υγεία και στην καθολική πρόσβαση στο υγειονομικό αγαθό προσανατολίζονται στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Η έμφαση στην ΠΦΥ συνιστά έναν άλλον προσανατολισμό για τη δημόσια υγεία, πλήρως ανταγωνιστικό με την επικρατούσα καπιταλιστική αντίληψη της υγείας – εμπόρευμα που πωλείται ως νοσοκομειακή θεραπεία ή φάρμακο. Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο που η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας αποτελεί γέννημα των ριζοσπαστικών ιδεών της κοινωνικής δικαιοσύνης και προόδου, ενώ σήμερα, υποβαθμίζεται σε σημείο απαξίωσης από τον κυρίαρχο σύγχρονο νεοφιλελευθερισμό.

Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας στην Ελλάδα

Η δημιουργία της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) στην Ελλάδα ξεκινάει παράλληλα με την δημιουργία του Εθνικού Συστήματος υγείας (ΕΣΥ) με αφετηρία τον νόμο 1397 του 1983. Παρόλα αυτά από την γέννηση του το σύστημα ΠΦΥ θα βρίσκεται διαρκώς και συνειδητά σε δεύτερη μοίρα, καθώς η χρηματοδότησή του βασίζεται στους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων και όχι σε ανεξάρτητους κρατικούς πόρους. Η ανάπτυξή της υποτασσόταν στο νοσοκομειοκεντρικό μοντέλο, ως φτωχός συγγενής, χωρίς ανεξάρτητο συγκροτημένο σχέδιο λειτουργίας και ανάπτυξης, χωρίς αντιμετώπισή της ως βασικού πυλώνα του ΕΣΥ. Επίσης προσέκρουσε στην οργανωμένη αντίσταση του ιατρικού κατεστημένου και στους συμβιβασμούς που προχώρησε το ΠΑΣΟΚ με τους εκπροσώπους του.

Με τη διαδικασία αυτή απαξιώθηκαν δομές και άνθρωποι. Δεν είναι καθόλου αμελητέο το γεγονός ότι δαπανήθηκαν πολλά χρήματα για κτιριακό και ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό, με το 80% αυτών να μην λειτουργούν ποτέ και να αποσύρονται τα τελευταία χρόνια ολόκληρα ακτινολογικά, μικροβιολογικά εργαστήρια και οδοντιατρεία από τα Κ.Υ υπαίθρου.

Με αυτά δεδομένα, οικοδομήθηκε και η λανθασμένη αντίληψη που ταυτίζει το σύστημα της πρωτοβάθμιας, με τους ιδιώτες γιατρούς που είναι συμβεβλημένοι με το ασφαλιστικό ταμείο του ασθενή. Τα κέντρα υγείας υπαίθρου και τα αγροτικά ιατρεία εκπίπτουν σε κέντρα συνταγογράφησης βιβλιαρίων. Σαν αποτέλεσμα έχουμε την ασυνεχή και αποσπασματική φροντίδα, με τους ασθενείς να πηγαίνουν από ειδικότητα σε ειδικότητα μέχρι να βρουν την σωστή, την κατακερματισμένη και υποβαθμισμένη παροχή υπηρεσιών υγείας, την εμφάνιση ακόμα και φαινομένων καταναλωτισμού. Εκ διαμέτρου αντίθετη δηλαδή κατεύθυνση με τις αρχές της Άλμα Άτα.

Η επέλαση των Μνημονίων χειροτέρευσε ακόμα περισσότερο την κατάσταση στην ΠΦΥ, με τις κρατικές δαπάνες υγείας να μειώνονται σωρευτικά πάνω από 40%, φτάνοντας το 2017 κάτω από το 5% του ΑΕΠ, το προσωπικό σε ολόκληρο το ΕΣΥ να συρρικνώνεται κατά χιλιάδες και την ΠΦΥ να βρίσκεται σε πλήρη παρακμή. Το 2017 ήρθε ο νόμος 4486/2017 για την δημιουργία των ΤΟΜΥ. Λόγω του Μνημονιακού πλαισίου, της αβέβαιης βάσης χρηματοδότησης (βασιζόμενη σε ευρωπαϊκή αξιολόγηση και πόρους), του brain drain και της έλλειψης γενικών γιατρών, έως σήμερα λειτουργεί μόλις το 50% των αρχικά προβλεπόμενων ΤΟΜΥ (το καλοκαίρι του 2019 μόλις οι  127 από τις 239 σχεδιαζόμενες τοπικές μονάδες υγείας λειτουργούσαν σε όλη τη χώρα, καλύπτοντας μόνο 2 εκατομμύρια κατοίκους, ήτοι το ένα πέμπτο του συνολικού πληθυσμού).

Ο στόχος της μεταρρύθμισης στην Πρωτοβάθμια Υγεία αποτυπώνεται ξεκάθαρα στο Μνημόνιο που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ: EOPYY will adjust the way it provides primary health care by implementing compulsory registration with a GP, to act as a gatekeeper in charge of referrals to specialists. Δεν είναι άλλος δηλαδή από την αντιγραφή του νεοφιλελεύθερου μοντέλου που εφαρμόζεται σε μια σειρά ευρωπαϊκές χώρες, που μετατρέπει τους γενικούς – οικογενειακούς γιατρούς σε πορτιέρηδες, που ρεγουλάρουν την πρόσβαση του πληθυσμού σε ειδικούς γιατρούς, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια περίθαλψη, με ένα και μοναδικό κριτήριο. Την περαιτέρω μείωση των κρατικών δαπανών.

Τα παραπάνω αποτυπώνονται  σε μια σειρά έρευνες που διαπιστώνουν – πέραν της συνολικής υποβάθμισης και υποχρηματοδότησης της Δημόσιας Περίθαλψης – ότι η χώρα μας έχει το πιο στρεβλό, ανισόμετρα ανεπτυγμένο και νοσοκομειο-κεντρικό σύστημα περίθαλψης στην Ευρώπη. Η κατανομή των δαπανών δηλώνει τις προτεραιότητες που θέτει μια χώρα στη διαμόρφωση της πολιτικής υγείας.

Διαθέτει το χαμηλότερο ποσοστό δαπανών υγείας για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, μόλις το 25%, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης (35%). Συγκριτικά, οι δαπάνες για νοσοκομειακή περίθαλψη είναι διπλάσιες στην Ελλάδα (40%) σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ (25%). Συγκριτικά, η Πορτογαλία, που υπήρξε επίσης μνημονική χώρα, με παρόμοιες κοινωνικοοικονομικές δομές, παρουσιάζει ποσοστά εντελώς διαφορετικά, διαθέτοντας 48% για πρωτοβάθμια περίθαλψη και 26% για νοσοκομειακή.

Επίσης, δαπανά ελάχιστους πόρους για προληπτική φροντίδα (μόλις 20 € ανά άτομο, έναντι 89 € που είναι ο μέσος όρος της ΕΕ ή 1,3 % των δαπανών υγείας, ποσοστό που την κατατάσσει, μαζί με την Κύπρο και τη Σλοβακία, μεταξύ των τελευταίων τριών κρατών μελών) και καταγράφει τη μεγαλύτερη έλλειψη γενικών- οικογενειακών γιατρών στην Ε.Ε (μόλις 1 στους 16 γιατρούς στην Ελλάδα είναι ειδικός γενικός γιατρός).

Συμπερασματικά, έχει ένα από τα πιο αδύναμα συστήματα Π.Φ.Υ. στην Ευρώπη (κατάταξη του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τα Συστήματα Υγείας και του Π.Ο.Υ.):

ΠΦΥ στην Ευρώπη

Πηγή: Kringos et al

Αδιάψευστες αποδείξεις που επιβεβαιώνουν την ανυπαρξία Δημόσιας ΠΦΥ και τις κοινωνικές της επιπτώσεις αποτελούν τα σχετικά ευρήματα από την έκθεση Ελλάδα-Προφίλ Υγείας 2019, Η Κατάσταση της Υγείας στην ΕΕ από τον ΟΟΣΑ και το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για τα Συστήματα και τις Πολιτικές Υγείας (Κομισιόν).  Σύμφωνα με αυτήν, η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο επίπεδο μη καλυπτόμενων αναγκών  ιατρικής περίθαλψης –κυρίως λόγω κόστους- στην ΕΕ (μετά την Εσθονία), με το ποσοστό να διπλασιάζεται για τα φτωχότερα νοικοκυριά.

Πάνω από το ένα τρίτο των δαπανών υγείας προέρχεται από τα νοικοκυριά, το τέταρτο μεγαλύτερο ποσοστό στην ΕΕ. Συνολικά, στην Ελλάδα μόνο το 61 % των δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη προέρχεται από δημόσιες πηγές, ενώ το 35 % χρηματοδοτείται απευθείας από τα νοικοκυριά. Τα υψηλά επίπεδα επιμερισμού του κόστους οφείλονται κυρίως στις συμμετοχές των ασφαλισμένων για τα φάρμακα και στις άμεσες πληρωμές για υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονται στη δέσμη παροχών, επισκέψεις σε ειδικούς ιατρούς, νοσηλευτική περίθαλψη, καθώς και οδοντιατρική περίθαλψη.

Ο ρόλος της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στην πανδημία

Ήδη από τον Μάρτιο του 2020 ο Π.Ο.Υ έχει εκδώσει οδηγίες για την διάρθρωση και το ρόλο της ΠΦΥ στην πανδημία σε τρία επίπεδα δράσης:

  • Στο επίπεδο της πρόληψης. Με ενεργητικές παρεμβάσεις στην κοινότητα γίνεται ενημέρωση για τον ιό, δίνονται οδηγίες για αποστασιοποίηση, προφύλαξη και υγιεινή.
  • Στο επίπεδο της διαχείρισης των περιστατικών, με σκοπό την ταχύτατη ανίχνευση, την ιχνηλάτηση και την απομόνωση. Παράλληλα αναλαμβάνει το ρόλο της μαζικής διαλογής των νοσούντων από COVID 19 και παρακολουθεί όσους δεν χρήζουν νοσηλείας. Όσοι χρήζουν παραπέμπονται με τακτικό τρόπο στα κατάλληλα κέντρα. Βοηθά έτσι στην αποσυμφόρηση των νοσοκομείων.
  • Στο επίπεδο διατήρησης των αναγκαίων υπηρεσιών υγείας, με την παρακολούθηση χρόνιων νοσημάτων και υπηρεσίες αποκατάστασης και επανένταξης.

Είναι προφανές πως βασική προϋπόθεση για τα παραπάνω αποτελεί η ύπαρξη αναγκαίων υποδομών και προσωπικού καθώς και η κατάρτιση σχεδίου δράσης που να βάζει στην αιχμή του δόρατος τις υπηρεσίες ΠΦΥ. Ακόμα βασικότερη προϋπόθεση αποτελεί η ύπαρξη πολιτικής με στόχο την υπεράσπιση της υγείας του λαού.

Χώρες οι οποίες αξιοποίησαν την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας σαν μέρος ενός συνολικότερου σχεδιασμού απέναντι στην πανδημία είχαν πολύ καλύτερα αποτελέσματα για τους λαούς τους, όπως δείχνουν τα παραδείγματα χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας και Ευρώπης καθώς και το παράδειγμα της Κούβας (μιας χώρας με υποδιπλάσιο ΑΕΠ από το Ελληνικό).

Μέσα στην πανδημία η Κυβέρνηση όφειλε να πράξει άμεσα για την αναβάθμιση και ενίσχυση των υπηρεσιών της ΠΦΥ:

Α) Με την κατάρτιση σχεδίου για την ενημέρωση και εκπαίδευση του προσωπικού και κατ’ επέκταση των τοπικών κοινοτήτων σε σχέση με τον ιό, μέτρα προφύλαξης, αποστασιοποίησης και υγιεινής.

Β) Με έκτακτη οικονομική ενίσχυση της Π.Φ.Υ,  έκτακτες προσλήψεις προσωπικού και  ενίσχυση του εξοπλισμού, ώστε να μπορέσει να αναλάβει ενεργό ρόλο στην μάχη. Χαρακτηριστική είναι έρευνα του Ερευνητικού Δικτύου Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης που αποτυπώνει τους προβληματισμούς εργαζομένων στην ΠΦΥ σε σχέση με το πρώτο κύμα. Το 79% αναφέρει προβληματισμό σχετικά με την επάρκεια του προσωπικού, το 90% έλλειψη σε μέσα ατομικής προστασίας, ενώ το 75% προβληματίζεται σε σχέση με τον κίνδυνο νόσησης του ίδιου.

Γ) Εκπόνηση σχεδίου για την άμεση αναδιοργάνωση των υπηρεσιών υγείας με βάση την εκτίμηση του επιπέδου υγείας της κοινότητας. Εδώ θα μπορούσε να βοηθήσει η επανεκκίνηση συστημάτων παρατήρησης της νοσηρότητας τύπου Sentinel για τον ιό. Ταυτόχρονα η κατηγοριοποίηση και κατάταξη του τοπικού πληθυσμού ανάλογα με την υπαρκτή συν-νοσηρότητα και ευαλωτότητα θα δημιουργούσε προϋποθέσεις για άμεση στοχευμένη παρέμβαση στο περιβάλλον τους και θα διευκόλυνε και την εξατομικευμένη περίθαλψη των ίδιων.

Δ) Αντίστοιχη μέριμνα για την λειτουργία των εξωτερικών ιατρείων και την διαχείριση χρόνιων νοσημάτων. Υπολογίζεται ότι την περίοδο Γενάρη – Οκτώβρη 2020 χάθηκαν πάνω από 2,5 εκατομμύρια επισκέψεις στα Κέντρα Υγείας, σε σχέση με τον αντίστοιχο μέσο όρο της περιόδου 2017 – 2019, ενώ άλλα 3,4 εκατομμύρια επισκέψεις στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων.

Ε) Διασύνδεση των υπηρεσιών δημόσιας υγείας με στόχο την ενεργό διερεύνηση του πληθυσμού για συμπτώματα,  με σκοπό την ιχνηλάτηση, απομόνωση, παρακολούθηση και επανένταξη του. Η πλειοψηφία των ασθενών, που δεν χρήζει νοσηλείας μπορεί να εντοπιστεί έγκαιρα και να έχει πρόσβαση σε ιατρική παρακολούθηση και οδηγίες ενώ ταυτόχρονα σταματάει η αλυσίδα μετάδοσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Κούβα που σύμφωνα με το Commonwealth Foundation έως τις 30 Απριλίου το 85% των περιπτώσεων Covid 19 είχε διαγνωστεί στην Πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Παρόμοια πρακτική θα έδινε ανάσα στα Ελληνικά νοσοκομεία.

Η κυβερνητική πολιτική για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας μέσα στην πανδημία

Παρόλη την δύσκολη κατάσταση η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στην καταπολέμηση της πανδημίας στη χώρα μας και να απέτρεπε σε σημαντικό βαθμό την εκτίναξη της νοσηρότητας και της θνητότητας, παίζοντας κεντρικό ρόλο τόσο στην επιδημιολογική επιτήρηση-ιχνηλάτηση-διενέργεια μαζικών τεστ, στην παρακολούθηση, αντιμετώπιση και αποθεραπεία ασθενών με COVID 19, καθώς και τον έλεγχο της λοιπής νοσηρότητας. Αν τα Νοσοκομεία και οι ΜΕΘ αποτελούν την αναγκαία άμυνα απέναντι στην πανδημία, τότε οι μονάδες της ΠΦΥ, με την δυνατότητα για ενεργητική παρέμβαση στην κοινότητα, θα έπρεπε να έχουν τον ρόλο της επίθεσης. Ένας απ’ τους καθοριστικούς -μεταξύ πολλών άλλων- λόγους που η πανδημία έχει ακολουθήσει καταστροφική έως τώρα πορεία, είναι ότι τα παραπάνω δεν υπήρχαν καν ως σκέψη στην πολιτική ηγεσία του Υπ.Υγείας και την κυβέρνηση.

Εν μέσω πανδημίας η κυβέρνηση επέτεινε την απαξίωση και υποβάθμιση της Δημόσιας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, με μετακινήσεις προσωπικού προς τα νοσοκομεία,  αναστολή των ιατρείων παρακολούθησης χρόνιων νοσημάτων, ακόμα και αναστολή λειτουργίας των αγροτικών ιατρείων (στις περιπτώσεις της 3ης και της 4ης Υ.Π.Ε). Σαν αποτέλεσμα, η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας βγήκε πρακτικά εκτός μάχης στο πρώτο κύμα της πανδημίας ενώ η λοιπή νοσηρότητα στον πληθυσμό παρέμενε ανεξέλεγκτη με το κλείσιμο των εξωτερικών ιατρείων.

Αν στο πρώτο κύμα η αιτία ήταν ο «αιφνιδιασμός», στο δεύτερο κύμα ήταν καθαρά ζήτημα πολιτικής επιλογής. Ελάχιστα Κ.Υ πανελλαδικά κυριολεκτικά βαφτίστηκαν «Κέντρα Covid», με μόνο καθήκον τη λήψη μοριακών τεστ, χωρίς την αναγκαία διασύνδεση με τα νοσοκομεία αναφοράς, τις αναγκαίες υποδομές, υλικό και εξοπλισμό,  με έλλειψη συστηματικής ενημέρωσης και εκπαίδευσης του υγειονομικού προσωπικού ώστε να μπορέσει με την σειρά του να παρέμβει στις κοινότητες, να παρακολουθήσει και να δώσει οδηγίες δια ζώσης και τηλεφωνικά.

Ελάχιστα μόνο Κ.Υ πανελλαδικά, με πρωτοβουλία των εργαζόμενων και των επιστημονικών υπευθύνων, αποτέλεσαν την εξαίρεση, ουσιαστικά κόντρα στο επίσημο επιχειρησιακό σχέδιο και χωρίς βοήθεια, πραγματοποιώντας ενημερωτικές παρεμβάσεις και ομιλίες σε σχολεία, χώρους δουλειάς, παρακολουθώντας μεγάλο αριθμό ασθενών με COVID 19, παρεμβαίνοντας έγκαιρα όταν εντόπιζαν εστίες υπερμετάδοσης μέσα στον πληθυσμό αναφοράς τους, κρατώντας ανοιχτά τα τακτικά τους ιατρεία.

Εμβόλιο και Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας

Ο εμβολιασμός του πληθυσμού για λοιμώδη νοσήματα αποτελούσε διαχρονικά όπλο στην φαρέτρα της πρωτογενούς πρόληψης. Όμως, υπάρχει προχειρότητα και έλλειψη σοβαρού σχεδίου, για ένα φιλόδοξο εγχείρημα που δεν έχει ξανα-επιχειρηθεί τις τελευταίες δεκαετίες, τον εμβολιασμό δηλαδή περίπου επτά εκατομμυρίων πολιτών. Πέρα από το βασικό ζητούμενο που είναι η επάρκεια και ο ρυθμός διάθεσης των εμβολίων, ένα τέτοιο εγχείρημα απαιτεί ένα στιβαρό, εκτεταμένο Δημόσιο Σύστημα ΠΦΥ.

Απαιτούνται ενίσχυση με προσωπικό και εξοπλισμό, πόροι, ταχύρρυθμη ενημέρωση και εκπαίδευση από κρατικούς επιστημονικούς φορείς. Το κύριο καθήκον είναι η παρέμβαση στην κοινότητα, τους τοπικούς πληθυσμούς αναφοράς προκειμένου να ενημερωθούν έγκυρα και επίσημα, να πειστούν για την αναγκαιότητα, να αρθούν οι όποιες επιφυλάξεις. Τα δεκάδες εκατομμύρια που δίνει το Υπ.Υγείας θα μπορούσαν να διατεθούν στην ΠΦΥ και όχι στα ΜΜΕ, για μια μαζική καμπάνια λαϊκής ενημέρωσης, που θα έφτανε μέχρι και στο πιο απομακρυσμένο χωριό.

Εμβολιασμός δεν σημαίνει μια ένεση. Ειδικά, η διαδικασία εμβολιασμού για τον SARS-CoV-2, με νέα εμβόλια για μια νέα νόσο, προϋποθέτει τη συστηματική μετα-εμβολιαστική παρακολούθηση του πληθυσμού, για την έγκαιρη επέμβαση όπου εντοπιστούν τυχόν προβλήματα, για την απόκτηση επιστημονικής γνώσης για κρίσιμα ζητήματα, όπως είναι η ανταπόκριση σε διαφορετικές κατηγορίες του πληθυσμού, το κατά πόσο οι εμβολιασμένοι μεταδίδουν ή όχι κ.ά. Επιπλέον, απαιτείται ξεχωριστή φροντίδα και προστασία για εκείνες τις ειδικές κατηγορίες που ο εμβολιασμός αντενδείκνυται ή δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα από τη μέχρι τώρα έρευνα.

Ανάγκη οικοδόμησης Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας

Η πανδημία ανέδειξε τη γύμνια των σύγχρονων συστημάτων υγείας, με εξέχον παράδειγμα τον αναπτυγμένο οικονομικά δυτικό κόσμο. Η συστηματική υποχρηματοδότηση, εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περίθαλψης από τις κυβερνήσεις άφησε πολύ λίγα περιθώρια αποτελεσματικής απάντησης.

Ανέδειξε και τον στρεβλό τρόπο ανάπτυξης των συστημάτων υγείας μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού. Το νοσοκομειοκεντρικό μοντέλο επικεντρώνει στην ύπαρξη νόσου, λειτουργώντας από την φύση του με τρόπο παθητικό και αμυντικό. Αν δεν αρρωστήσεις, δεν επισκέπτεσαι το νοσοκομείο. Η επικέντρωση του βρίσκεται στο άτομο και την συγκεκριμένη πάθηση. Φυσικά οι υπηρεσίες που προσφέρει είναι αναγκαίες και αναντικατάστατες παρόλα αυτά μπορεί να προσφέρει πολύ λίγα σε σχέση με την πρωτογενή πρόληψη, τις παρεμβάσεις σε επίπεδο πληθυσμού, την αντιμετώπιση κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραμέτρων που προσδίδουν ευαλωτότητα στους πληθυσμούς. Αδυνατεί να προσφέρει ολιστική αντίληψη στις ανάγκες υγείας, κάτι που φάνηκε αναγκαίο μέσα στην δύνη της πανδημίας.

Άλλωστε, η υγεία σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ αποτελεί μια κατάσταση πλήρους σωματικής, ψυχικής, κοινωνικής ευεξίας και όχι απλά η απουσία νόσου.

Εύρος υπηρεσιών σε επίπεδο πρωτοβάθμιας φροντίδας.

Πηγή : Αντωνιάδου et al.

Η αντιμετώπιση της πανδημίας χωρίς ενίσχυση του Δημόσιου Συστήματος Περίθαλψης είναι αδύνατη.

Ειδικά χωρίς αξιόπιστο και ενδυναμωμένο Δημόσιο Σύστημα Πρωτοβάθμιας, θα έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για την υγεία και τη ζωή του λαού μας.

Μόνο όταν οι ίδιες οι τοπικές κοινωνίες κάνουν δική τους υπόθεση την διεκδίκησή της, θα βρεθεί διέξοδος από το σημερινό ζοφερό τοπίο.

Με στόχευση στο σήμερα αλλά και την επόμενη μέρα.

Για ακύρωση των αντιδραστικών σχεδίων που θέλουν να αποκόψουν την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας από το σώμα του ΕΣΥ, παραδίνοντάς τη στην τοπική αυτοδιοίκηση, επιταχύνοντας την διάλυση και ιδιωτικοποίησή της.

Για μια Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας ενισχυμένη από άποψη σχεδιασμού, πόρων, υλικών και ανθρώπινου δυναμικού, που να μπορεί να εγγυηθεί την υγεία ως δημόσιο αγαθό, προσβάσιμο σε όλους, ειδικά τους ολοένα και αυξανόμενους φτωχούς, ανέργους και ανασφάλιστους αυτής της χώρας.

Παραπομπές

  1. Kringos DS, Boerma WGW, Hutchinson A, Saltman RD, Saltman RB. Building primary care in a changing Europe. Copenhagen; 2015. Available at: https://www.euro.who.int/__data/assets/pdf_file/0018/271170/BuildingPrimaryCareChangingEurope.pdf
  2. World Health Organization. Role of Primary Care in the COVID-19 Response – Interim Guidance. Available at: https://apps.who.int/iris/handle/10665/331921
  3. Aγοραστίδου Μ., Βλαχόπουλος Ν., Κωνσταντά Ζ., Νικολή Α., Παγκοζίδης Η., Τσιτσάνη Α., Σμυρνάκης Ε., Ο ρόλος της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στην Πανδημία SARS-CoV2: μια ποιοτική έρευνα με συνεντεύξεις σε επαγγελματίες υγείας που εργάζονται σε Κέντρα Υγείας και ΤΟΜΥ της Ελλάδας από φοιτητές του Τμήματος Ιατρικής ΑΠΘ, Μελέτη 2020.10. Θεσσαλονίκη: Εργαστήριο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, Γενικής Ιατρικής και Έρευνας Υπηρεσιών Υγείας, Τμήμα Ιατρικής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. 2020
  4. Aguilar T, Reed G. Mobilizing Primary Health Care: Cuba’s powerful weapon against COVID-19. MEDICC Rev. 2020 Apr;22(2):53–7. Available at: http://mediccreview.org/mobilizing-primary-health-care:-cuba’s-powerful-weapon-against-covid-19
  5. Αντωνιάδου Ι, Κούτης Α, Λιονής Χ, Μυλωνέρος Θ, Παναγιωτόπουλος Τ, Μπένος Α. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ ΥΓΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Αθήνα; 2015.
  6. 15 διαπιστώσεις και 10 συμπεράσματα από την έκθεση του ΟΟΣΑ για την υγεία στην Ελλάδα,
  7. Τι αποκαλύπτει για την Ελλάδα η έκθεση του ΟΟΣΑ για την πανδημία και τα συστήματα υγείας

Γιατί το γενικό lockdown δεν πρέπει να είναι στις πρώτες επιλογές αντιμετώπισης της νέας φάσης της επιδημίας

Να δούμε την πραγματικότητα όπως είναι χωρίς φτιασίδια ή προβολές των φαντασιώσεων μας.

Α. Το παιχνίδι για τον έλεγχο της επιδημίας χάθηκε στην Ευρώπη (της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης).

  1. Τα σχέδια εργαστηριακού ελέγχου και ιχνηλάτησης οδεύουν προς μεγαλειώδες ναυάγιο τεράστιου οικονομικού κόστους (και αναφέρομαι σε οργανωμένα συστήματα και όχι στο ελληνικό τσίρκο που βαφτίζει “ήρωες COVID-19”, μοιράζει μάσκες αλεξίπτωτα κλπ).
  2. Η ενεργός συμφωνία των πληθυσμών στα βασικά μέτρα προστασίας ελαττώνεται καθημερινά (το να λοιδορούμε αυτούς που δεν βάζουν μάσκα να βρίζουμε του αρνητές της ίωσης κλπ είναι χαμένος χρόνος και ενέργεια). Βέβαια θα ήταν καλό να παρατηρούμε με προσοχή το “κίνημα των συνωμοσιολόγων” και πώς χτίζεται οργανωτικά ο νέος φασισμός στο υλικό που δίνει αυτό το κίνημα (όμως αυτό είναι πολιτικό καθήκον που επίσης δεν έχει καμιά πρακτική σημασία στην αντιμετώπιση της επιδημίας).
  3. Η οικονομική κρίση που προϋπήρχε της επιδημίας (τα τρένα με αντίθετη κατεύθυνση στις ίδιες ράγες περιγραφόταν από τους οικονομολόγους πριν από 3 – 4 χρόνια) μπαίνει σε φάση εκθετικής επιτάχυνσης.
  4. Η καλλιέργεια ψευδών προσδοκιών στον πληθυσμό για το εμβόλιο που «είναι προ των πυλών» (έρχεται σήμερα, αύριο, τον Δεκέμβρη, την άνοιξη κλπ) το μόνο που κάνει είναι να αυξάνει την δυσπιστία και άρα να ελαττώνει την κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης. Οι λόγοι που καλλιεργούνται συστηματικά αυτές οι προσδοκίες είναι εύκολα αντιληπτοί (γεωπολιτικά παιχνίδια, οικονομικά συμφέροντα για άμεσα κέρδη, παιχνίδια εξουσίας και επιρροής κλπ).
  5. Ο μοναδικός τρόπος περιορισμού της επιδημίας είναι τα μέτρα αποστασιοποίησης που ξεκινούν από τις μάσκες και φτάνουν μέχρι το γενικό lock down. Η μάσκα και το πλύσιμο των χεριών είναι το απλούστερο, καθώς γενικό lock down σήμερα σημαίνει πείνα. Όμως η εφαρμογή τους εξαρτάται από την εκπαίδευση και την συναίνεση του πληθυσμού.

Ας έρθουμε λοιπόν στην ταμπακιέρα. Όσοι υποστηρίξαμε το lock down τον Φλεβάρη – Μάρτη είχαμε απόλυτη γνώση και συνείδηση δύο βασικών παραμέτρων:

  1. Το παράγωγο της επιδημίας του SARS-CoV-2 είναι ένα καινούργιο θανατηφόρο νόσημα (COVID-19) για το οποίο δεν γνωρίζαμε απολύτως ΤΙΠΟΤΑ. Κάναμε (οι γιατροί και οι άλλοι επιστήμονες) διάφορες υποθέσεις (ο καθείς σύμφωνα με το background του), άλλοι επιβεβαιωθήκαμε κα άλλοι όχι.
  2. Τα συστήματα υγείας δεν ήταν προετοιμασμένα να χειριστούν έναν μεγάλο αριθμό σοβαρά ή βαρέως πασχόντων ασθενών από ένα νόσημα για το οποίο δεν υπήρχε καμία γνώση για την διάγνωση, αντιμετώπιση και θεραπεία. Προσοχή για να μην γίνουν παρεξηγήσεις: μιλώ για την ανεπάρκεια των συστημάτων υγείας να διαχειριστούν την μαζική εισαγωγή ασθενών με το συγκεκριμένο νόσημα COVID-19 και όχι για την ανεπάρκεια ή την διάλυση των συστημάτων υγείας εξαιτίας των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων. Στην περίπτωση του COVID-19, η γενική κατάσταση που έχει φέρει ο νεοφιλελευθερισμός τις κοινωνίες έχει πολλαπλασιαστικό – αλλά όχι γενεσιουργό ρόλο – στο μέγεθος του προβλήματος.

Σήμερα, ως προς την γνώση για την διάγνωση και θεραπεία της νόσου και τις στρατηγικές συνολικής αντιμετώπισης των ασθενών με COVID-19 το τοπίο έχει αλλάξει δραματικά.

  1. Ξέρουμε πώς αρρωσταίνουν οι άνθρωποι και πώς βαραίνει η κλινική τους κατάσταση.
  2. Ξέρουμε ότι ο ιός πυροδοτεί και “απορυθμίζει” τουλάχιστον 4 αλληλοτροφοδοτούμενες φυσιολογικές διαδικασίες του ανθρώπινου σώματος και η βαριά νόσηση είναι ανεξάρτητη από την παρουσία του ιού.
  3. Ξέρουμε πώς να σταματήσουμε κάθε μία από αυτές τις 4 διαδικασίες.
  4. Έχουμε εργαλεία για να κάνουμε έγκαιρη ταυτοποίηση των ασθενών με COVID-19 που έχουν υψηλό κίνδυνο επιδείνωσης και άρα να τους χορηγήσουμε νωρίς επιθετικότερα θεραπευτικά σχήματα και εντονότερη ιατρική παρακολούθηση.
  5. Ξέρουμε επίσης ότι μέχρι να έρθει (αν έρθει) το εμβόλιο θα κινούμαστε μεταξύ ασυμπτωματικών φορέων και ελαφρού COVID-19 από την μια μεριά, και σοβαρού COVID-19 που χρειάζεται νοσηλεία ή βαρέως πασχόντων ασθενών με COVID-19 που χρειάζονται ΜΕΘ από την άλλη.
  6. Ξέρουμε ότι η κατηγοριοποίηση των πολιτών με τον όρο “ομάδες υψηλού κινδύνου” ή “ευπαθείς ομάδες” είναι λάθος και αποπροσανατολιστική. Αντιθέτως μπορούμε να εντοπίσουμε πολίτες με προδιαθετικούς παράγοντες που επιδεινώνουν την πορεία της COVID-19 σε περίπτωση επαφής με τον ιό και εκδήλωσης της νόσου. Άρα μπορούμε να πάρουμε στοχευμένα μέτρα φροντίδας των πολιτών αυτών.
  7. Το τελευταίο και σημαντικότερο: Ξέρουμε ότι η μάχη με το COVID-19 για να είναι νικηφόρα (δηλαδή να σωθούν ζωές και να μην καταστραφεί το σύμπαν) πρέπει να δοθεί στην πρώτη γραμμή. Πρώτη γραμμή δεν είναι ο περιορισμός της “κυκλοφορίας του ιού”, δεν είναι μέσα στο νοσοκομείο και πολύ περισσότερο στις ΜΕΘ.

Η πρώτη γραμμή βρίσκεται στην πρωτοβάθμια περίθαλψη. Στην πρώτη γραμμή είναι ο γενικός γιατρός – και γενικοί γιατροί είμαστε όλοι οι γιατροί ανεξαρτήτως ειδικότητας ή θέσης στην ιατρική ή κοινωνική και οικονομική ιεραρχία.

Η τακτική στην πρώτη γραμμή της μάχης με την αρρώστια έχει στόχο να ελαττώσει την ροή των ασθενών προς το νοσοκομείο, να θεραπεύονται οι ασθενείς στο σπίτι και να επιλέγονται οι ασθενείς με υψηλό κίνδυνο επιδείνωσης της νόσου ώστε να μεταφέρονται κατά προτεραιότητα στο νοσοκομείο ή να λαμβάνουν επιθετικότερες θεραπείες στο σπίτι.

Η πρώτη γραμμή απαιτεί οικοδόμηση εμπιστοσύνης των πολιτών με τους γιατρούς.

Η δεύτερη γραμμή της μάχης με την αρρώστια είναι στους συμβατικούς θαλάμους νοσοκομειακής νοσηλείας. Εκεί πάλι ο στόχος είναι να ελαττωθεί η ροή προς τις ΜΕΘ. Όταν ο ασθενής φτάσει στην ΜΕΘ, τότε είναι στα χέρια συναδέλφων που κανείς από μας δεν μπορεί να τους υποκαταστήσει ούτε στο 10% της δράσης και της αξίας τους.

Αυτοί οι στόχοι σήμερα είναι επιτεύξιμοι γιατί έχουμε γνώση, διαγνωστικές και θεραπευτικές διαδικασίες και πρωτόκολλα που δεν τα είχαμε τον Μάρτη. Για τους λόγους αυτούς το γενικό lockdown δεν πρέπει να είναι στις πρώτες επιλογές αντιμετώπισης της νέας φάσης της επιδημίας.

Το ερώτημα που προκύπτει και πρέπει να απαντηθεί άμεσα είναι πώς και από ποιόν θα γίνει η οργάνωση της πρώτης γραμμής αντιμετώπισης του COVID-19. Δεν θα μπω στην συζήτηση τι δεν έγινε και τι έπρεπε να γίνει κλπ, καθώς κρίνω πως σε αυτή την φάση μια τέτοια συζήτηση είναι αντιπαραγωγική.

Το ερώτημα είναι πώς θα οργανωθεί γρήγορα ένα δίκτυο πρωτοβάθμιας περίθαλψης με επίκεντρο την νόσο COVID-19 γνωρίζοντας ότι σήμερα διαθέτουμε ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό εργαλείο επικοινωνίας που λέγεται διαδίκτυο και μας επιτρέπει να ασκήσουμε αποτελεσματική τηλε-ιατρική. Έχοντας επίγνωση ότι η επιδημία και η νόσος COVID-19 δεν θα τελειώσει σύντομα (ούτε τον Δεκέμβρη, ούτε την άνοιξη, ούτε σε έναν χρόνο).

Ας δούμε τι «υλικό» υπάρχει διαθέσιμο σε επίπεδο πρωτοβάθμιας περίθαλψης:

  1. Εθνικό σύστημα υγείας με κέντρα υγείας, αγροτικά ιατρεία κλπ
  2. Δίκτυα κοινωνικών ιατρείων και δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης (που στήθηκαν στην αρχή της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων)
  3. Ιδιώτες γιατροί
  4. Ιδιωτικοί όμιλοι και κλινικές
  5. Εκκλησία
  6. Πανεπιστήμια

Με αυτές τις δομές και με την υπάρχουσα γνώση μπορεί να οργανωθεί η κοινωνία και την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ασθενών με COVID-19.

Ο καθένας από αυτούς του παράγοντες πρέπει άμεσα να αναλάβει τις ευθύνες του. Δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να περιμένουμε την κυβέρνηση να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Ξέρουμε ότι δεν θα το κάνει γιατί τέτοιες στρατηγικές είναι έξω από το ιδεολογικό λογισμικό της. Ξέρουμε επίσης ότι δεν μπορεί να το κάνει. Έκανε καλά το lockdown γιατί ήταν κατασταλτικό μέτρο αλλά δημιουργική στρατηγική είναι αδύνατον να παράξει. Δυστυχώς το πολιτικό DNA της συγκεκριμένης ελληνικής δεξιάς έχει χαρακτηριστικά του 1950 και δεν μπορεί να πάει πέρα από την καταστολή και την αρπαχτή.

Ήρθε η ώρα να οργανωθεί και να κινητοποιηθεί η κοινωνία.

Αντί να μετράμε τα κρούσματα και τους νεκρούς, αντί να κάνουμε προβλέψεις ως ερασιτέχνες μετεωρολόγοι αντί να μεμψιμοιρούμε, να δράσουμε.

Υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν και μπορούν να βοηθήσουν, υπάρχει εμπειρία που πρέπει να χρησιμοποιηθεί και να εμπλουτιστεί.

Να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι φτωχοί άνθρωποι, ο λαϊκός κόσμος, οι άνθρωποι που ζουν στις πιο μολυσμένες περιοχές των μεγαλουπόλεων, είναι οι πιο ευάλωτοι στο νόσημα και τις επιπλοκές του.

Να γίνουμε πρωτοπόροι σε καινούργιες μορφές οργάνωσης της αλληλεγγύης που θα βοηθήσουν να γεννηθεί η ελπίδα μέσα από την καταστροφή που φέρνει η επιδημία.

Από τη σελίδα του Γρηγόρη Γεροτζιάφα στο Facebook

Εγκληματεί η κυβέρνηση κλείνοντας δημόσιες δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας

Προ ολίγων ημερών οι διοικήσεις της 3ης και 4ης ΥΠΕ, χωρίς να υπάρχει επίσημη υπουργική απόφαση ή εγκύκλιος (δημοσιευμένη τουλάχιστον), κάλεσαν τους Συντονιστές Διευθυντές των Κέντρων Υγείας να αναστείλουν την λειτουργία των Περιφερικών Ιατρείων και να μαζέψουν όλο το ιατρικό προσωπικό μέσα στα ΚΥ. Την Παρασκευή 27 Μαρτίου ακολούθησε δεύτερη εντολή της 4ης ΥΠΕ (που εχει την ευθύνη για τους νομούς Θεσ/νίκης, Χαλκιδικής, Σερρών και Κιλκίς) να παραμείνει μόνο το 20% των γιατρών (πλην οδοντιάτρων) στο κάθε ΚΥ και οι υπόλοιποι να πηγαίνουν εκ περιτροπής σε εβδομαδιαία βάση στα νοσοκομεία της πόλης αναφοράς τους για το πρωινό ωράριο λειτουργίας από Δευτέρα έως Παρασκευή.

Έτσι, έχουμε το εξωφρενικό από τη μια να καλούνται οι πολίτες (μέσα από τα διαφημιστικά σποτ, τις ειδήσεις και τις ενημερωτικές εκπομπές σε ραδιόφωνο και τηλεόραση) να παραμείνουν στο σπίτι τους και να καλούν για όποιο πρόβλημα υγείας τους τον οικογενειακό τους γιατρό και να μην σπεύδουν στα νοσοκομεία ή στα ΚΥ για ένα απλό βήχα ή πυρετό και από την άλλη η ίδια η τοπική ηγεσία του υπουργείου υγείας να ακυρώνει αυτήν την δυνατότητα, αφού αποσπά τους οικογενειακούς ιατρούς στα νοσοκομεία την ώρα μάλιστα που η βασική προσπάθεια παραμένει στο να μην γίνει διασπορά του ιού στην κοινότητα. Διότι όλοι οι γενικοί γιατροί, παθολόγοι και παιδίατροι που υπηρετούν στα περιφερικά ιατρεία και κέντρα υγείας είναι οι οικογενειακοί γιατροί του πληθυσμού στις αγροτικές και ημιαστικές περιοχές, ενώ από το 2017 και μετά έχουν δηλωθεί και επίσημα με βάση τις οδηγίες που ίδιου του υπουργείου υγείας ως ο οικογενειακός η προσωπικός τους γιατρός.

Για να γίνει ακόμα πιο κατανοητό πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των γιατρών του ΕΣΥ που εργάζονται στην ΠΦΥ στην διαχείριση της δύσκολης αυτής κατάστασης που προέκυψε, σας αναφέρω το δικό μου παράδειγμα. Στα 20 χρόνια που υπηρετώ στο περιφερικό ιατρείο της Επανομής του δήμου Θερμαϊκού, το οποίο υπάγεται στο ΚΥ Νέας Μηχανιώνας, παρακολουθώ σε τακτική βάση πάνω από 2.500 ασθενείς και περιστασιακά αντιμετωπίζω προβλήματα υγείας άλλων τόσων. Από αυτούς τους 2.500 ασθενείς που με έχουν ως τον βασικό σύμβουλο τους σε θέματα υγείας, το μεγαλύτερο κομμάτι είναι ηλικιωμένοι ασθενείς για τους οποίους συνταγογραφώ όλων των ειδών τις θεραπευτικές αγωγές για χρόνια νοσήματά τους και αντιμετωπίζω τα καθημερινά έκτακτα προβλήματα που δεν απαιτούν νοσοκομειακή περίθαλψη. Γνωρίζω το ιατρικό ιστορικό όλων αυτών των ανθρώπων και για τους περισσότερους και το κοινωνικοοικονομικό προφίλ, τις συνθήκες ζωής, την οικογενειακή κατάσταση κλπ. Όλες αυτές τις ημέρες από τις αρχές Μάρτη που προέκυψε η πανδημία του Covid19, δεχόμουν στο τακτικό πρωινό ωράριο πολλά τηλεφωνήματα και ιδιαίτερα μετά την απαγόρευση κυκλοφορίας από ασθενείς που παρουσίαζαν πυρετό, βήχα ή διάρροια και τους καθοδηγούσα για το τι έπρεπε να κάνουν και αν χρειαζόταν να εξεταστούν στο ιατρείο και με ποιες προφυλάξεις. Τα τηλεφωνήματα αυτά, ειδικά τις τελευταίες μέρες, ξεπερνούσαν τα 50 ημερησίως και αρκετά επίσης λάμβαναν χώρα και τις υπόλοιπες ώρες πέραν του τακτικού ωραρίου. Εννοείται ότι διεκπεραιώνονταν όλη η τακτική παρακολούθηση των ασθενών που είχαν κλεισμένο ραντεβού από τον προηγούμενο μήνα κυρίως για να συνταγογραφήσουν τις χρόνιες αγωγές τους αλλά και για προβλήματα ποικίλης φύσης άσχετα με την πανδημία. Γίνονταν ενέσεις, αλλαγές τραυμάτων, χορήγηση πιστοποιητικών για απαραίτητες μετακινήσεις, χηρογούνταν αναρρωτικές άδειες, παραπεμπτικά για εξετάσεις καρκινοπαθών που πρέπει οπωσδήποτε να επαναληφθούν στα πλαίσια της τακτικής παρακολούθησής τους, το ίδιο για καρδιαγγειακούς ασθενείς, ψυχιατρικούς, εγκύους κλπ. Μόνο οι γενικοί προληπτικοί έλεγχοι έχουν ανασταλεί. Περιττό να σημειώσω ότι, ειδικά σε συνθήκες απαγόρευσης κυκλοφορίας, η εξυπηρέτηση των ασθενών και ειδικά των ηλικιωμένων όσο πιο κοντά στον τόπο κατοικίας τους αποκτά ζωτική σημασία, όπως και η άμεση πρόσβαση στον οικογενειακό τους γιατρό. Τα ίδια με την δική μου περίπτωση ισχύουν και για όλους σχεδόν τους γιατρούς που υπηρετούν στα περιφερικά ιατρεία και τα ΚΥ του ΕΣΥ όλης της χώρας καθώς φυσικά και για τους γιατρούς των ΤΟΜΥ και των λιγοστών ΚΥ αστικού τύπου, όπως του Ευόσμου στη Δυτική Θεσσαλονίκη. Τελικά το «μένουμε σπίτι» μετατρέπεται σε «αρρωσταίνουμε και πεθαίνουμε στο σπίτι» με απόλυτη κυβερνητική ευθύνη.

Είναι φανερό ότι όλα αυτά γίνονται για να καλύψουν την απουσία πραγματικών νέων προσλήψεων στα νοσοκομεία, με εξαίρεση την παράταση των συμβάσεων λίγων επικουρικών γιατρών. Η κυβέρνηση ψεύδεται καθημερινά στο θέμα της στελέχωσης του ΕΣΥ, όπως και στο θέμα της προμήθειας επαρκούς προστατευτικού εξοπλισμού και αντισηπτικών. Την ίδια ώρα που χαρίζει και πάλι εκατομμύρια στους καναλάρχες και τους κλινικάρχες, αντί να τους εντάξει υποχρεωτικά στον κρατικό σχεδιασμό για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Το λαϊκό κίνημα στην χώρα μας μέσα από τις ποικίλες εκφράσεις του στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο πρέπει να διεκδικήσει άμεσα και με κάθε πρόσφορο τρόπο σε συνθήκες καραντίνας την μεγάλη αύξηση των δημόσιων δαπανών υγείας για όλες τις αναγκαίες προσλήψεις και την προμήθεια του απαραίτητου εξοπλισμού στο ΕΣΥ. Και για να ανταπεξέλθει στην πανδημία, αλλά και για την αντιμετώπιση όλων των άλλων προβλημάτων υγείας του πληθυσμού που εξακολουθούν να υπάρχουν και που θα ενταθούν λόγω της τεράστιας οικονομικής κρίσης το προσεχές διάστημα. Πρέπει επίσης να απαιτήσουμε όλοι μαζί την δέσμευση όλων των ιδιωτικών δομών υγείας , την ένταξή τους στον κεντρικό σχεδιασμό και την παροχή δωρεάν υπηρεσιών σε όσους πολίτες έχουν ανάγκη και το υπερφορτωμένο ΕΣΥ δεν μπορεί να περιθάλψει. Το ίδιο ισχύει και για τα απλά ιδιωτικά ιατρεία στις κρίσιμες ειδικότητες Παθολόγων, Πνευμονολόγων, Παιδιάτρων και Γενικών Γιατρών που πρέπει να παραμείνουν ανοιχτά και την αποζημίωση τους να αναλάβει το κράτος σε τιμές δημοσίου, χωρίς καμιά πληρωμή των ασθενών.

Την 7η Απριλίου, που έχει καθιερωθεί από την εποχή του ευρωπαϊκού κοινωνικού φόρουμ ως Ημέρα Πανευρωπαϊκής Δράσης για την υπεράσπιση των δημόσιων συστημάτων υγείας, έχουμε το καθήκον να διαδηλώσουμε με κάθε πρόσφορο τρόπο την απαίτηση για αποτελεσματική, ποιοτική, δημόσια, δωρεάν περίθαλψη για όλους χωρίς αποκλεισμούς.

Πηγή: alter thess