Άρθρα

Μαθήματα από το Καζακστάν

Μέχρι στιγμής, θα ήθελα να σημειώσω μερικά προφανή σημεία που είναι σημαντικά για την κατανόηση σε άλλες μετασοβιετικές χώρες.

Σοκ προκάλεσαν τα θυελλώδη και τραγικά γεγονότα στο Καζακστάν. Για κάποιους είναι ενημερωτικό, ενώ για άλλους επώδυνο. Μέχρι στιγμής δεν είναι όλα ξεκάθαρα για όσα συμβαίνουν, παρά το γεγονός ότι όλα τα ΜΜΕ έχουν κυριολεκτικά πλημμυρίσει από μηνύματα και βίντεο από την Άλμα-Άτα και το Ακτάου. Ή ίσως γι’ αυτό δεν είναι ξεκάθαρα – τελικά, ένα κύμα πληροφοριών και παραπληροφόρησης έχει ξεχυθεί πάνω μας κυριολεκτικά από όλες τις πλευρές.

Ένα είναι σίγουρο – οι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν από τους εργάτες του δυτικού Καζακστάν, και αρχικά είχαν καθαρά κοινωνικό χαρακτήρα. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το Καζακστάν είναι μια χώρα του νικηφόρου ολιγαρχικού καπιταλισμού. Κυριαρχείται από δυτικές εταιρείες, που εκμεταλλεύονται αδιαίρετα τον φυσικό πλούτο και την εργασία του λαού του Καζακστάν. Έτσι, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες από το πεδίο, όλα ξεκίνησαν ως μια ειρηνική διαμαρτυρία των εργαζομένων ενάντια στην αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου, κάτι που συνηθίζεται σε αυτή τη χώρα από την εποχή του Zhanaozen.

Μετά από αυτό, οι διαδηλωτές και οι απεργοί πρόβαλαν άλλα κοινωνικά αιτήματα – μείωση των τιμών των τροφίμων, αύξηση μισθών, επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων από τις εταιρείες, μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης, επιστροφή του δικαιώματος δημιουργίας ανεξάρτητων συνδικαλιστικών οργανώσεων κ.λπ. Στην πραγματικότητα, όλα αυτά τα σημεία στράφηκαν ενάντια στη νεοφιλελεύθερη πολιτική της ολιγαρχίας και του διεθνούς κεφαλαίου.

Στη συνέχεια, όμως, η προσοχή στράφηκε στους δρόμους της Άλμα-Άτα. Ένα λασπωμένο κύμα ληστειών και πογκρόμ, που προωθείται από ορισμένα μέσα ενημέρωσης, έχει σαρώσει τον χώρο της ενημέρωσης, διακόπτοντας την πραγματική ατζέντα των κοινωνικών διαμαρτυριών. Οι συνωμοσιολόγοι λένε ότι η ίδια η αστυνομία απελευθέρωσε τους εγκληματίες από τις φυλακές. Ωστόσο, φαίνεται ότι με το σημερινό επίπεδο ανεργίας και φτώχειας στο Καζακστάν, υπάρχουν ήδη αρκετοί απελπισμένοι που έχουν αρχίσει να «ληστεύουν τα λάφυρα», καθώς και μια ποικιλία οργανωμένου και ανοργάνωτου εγκλήματος.

Αμέσως εμφανίστηκαν κάποιοι ανώνυμοι αγωνιστές, «αυθόρμητοι», αλλά ενεργώντας εκπληκτικά επαγγελματικά. Ποιες εικασίες δεν γίνονται τώρα για αυτούς – εθνικιστές ριζοσπάστες που αποφάσισαν να πάνε μέχρι το τέλος; Σαλαφίτες; Προβοκάτορες; Ένοπλες φατρίες που δημιουργούνται από αντίπαλες φυλές στην εξουσία; Έχει ήδη αναφερθεί ότι στην προετοιμασία και τις ενέργειές τους συμμετέχουν υψηλόβαθμα στελέχη της Εθνικής Επιτροπής Ασφαλείας του Καζακστάν (КНБ Казахстана). Αλλά δεν θα κάνουμε εικασίες για όσα δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα.

Οι διαμαρτυρίες προσπάθησαν επίσης να ηγηθούν της φιλελεύθερης αντιπολίτευσης, που εδώ και καιρό είχε εκδιωχθεί από τον Ναζαρμπάγιεφ στην εξορία. Ωστόσο, όλα κατέληξαν σε δηλώσεις δημοσίων σχέσεων: «συντονίζουμε την εξέγερση και η έδρα της βρίσκεται στο Κίεβο». Παρεμπιπτόντως, αυτό ακριβώς χρειάζονταν οι αρχές – για να δικαιολογήσουν τη θέση «Οι διαδηλώσεις στο Καζακστάν οργανώθηκαν από έξω».

Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να σημειώσω μερικά προφανή σημεία – ένα είδος “μαθημάτων από το Καζακστάν” που είναι σημαντικά για την κατανόηση και σε άλλες μετασοβιετικές χώρες.

Το πρώτο από αυτά είναι ότι στο Καζακστάν το πολιτικό πεδίο έχει εκκαθαριστεί εδώ και πολύ καιρό και δεν έχουν απομείνει ουσιαστικά νόμιμα κόμματα της αντιπολίτευσης, με εξαίρεση τους πιστούς που καμώνονται την αντιπολίτευση. Το Κομμουνιστικό Κόμμα του Καζακστάν απαγορεύτηκε το 2015. Ως αποτέλεσμα, κανείς δεν μπορούσε να οργανώσει και να κατευθύνει τη διαμαρτυρία, δίνοντάς της μια πολιτική ατζέντα – και έτσι η κοινωνική δυναμική να διαχυθεί στη βία στους δρόμους. Μαζί με την τεράστια κοινωνική διαστρωμάτωση σε πλούσιους και φτωχούς, η έλλειψη νομικής αντιπολίτευσης είναι ο σημαντικότερος λόγος για την εξαιρετικά σκληρή αντιπαράθεση εξουσίας.

Την ίδια στιγμή, όπως λένε, αμερικανικές και ευρωπαϊκές ΜΚΟ ένιωσαν αρκετά καλά στο Καζακστάν. Αλλά εδώ ασχολήθηκαν κυρίως με την προώθηση της ίδιας της νεοφιλελεύθερης και εθνικιστικής ατζέντας που προκάλεσε μια τεράστια κοινωνική έκρηξη.

Το δεύτερο μάθημα είναι ότι η περιβόητη μετακύλιση/μεταβίβαση της εξουσίας, το περίφημο «Καζακικό κάστρο», που διαφημίστηκε για την άρχουσα τάξη άλλων μετασοβιετικών χωρών, δεν λειτούργησε. Όπως αποδείχθηκε, οι συμφωνίες εντός της ελίτ δεν μπορούν να ανακουφίσουν την αυξανόμενη ένταση στην κοινωνία και δεν παρέχουν καμία εγγύηση στους συμμετέχοντες σε μυστικά σύμφωνα. Άλλωστε, σύμφωνα με μια άλλη θεωρία συνωμοσίας, οι κοινωνικές διαμαρτυρίες προσπάθησαν να χρησιμοποιηθούν για δικούς τους σκοπούς από ανταγωνιστικές φυλές από το περιβάλλον των Ναζαρμπάγιεφ και Τοκάγιεφ.

Το τρίτο μάθημα του Καζακστάν αφορά όσους εξιδανικεύουν Αμερικανούς και Ευρωπαίους πολιτικούς, πιστεύοντας ότι ενδιαφέρονται για την προστασία της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η υπό όρους Δύση δεν επέβαλε κυρώσεις κατά των αρχών του Καζακστάν, ούτε καν ξέσπασε σε ηχηρά ψηφίσματα. Δεν είναι περίεργο – εξάλλου, το τοπικό κυβερνόν καθεστώς ήταν πάντα αρκετά φιλοδυτικό και οι ηγέτες του άνοιξαν ευρέως την είσοδο των σκηνών τους για τις πλουσιότερες πολυεθνικές εταιρείες στον πλανήτη. Ως εκ τούτου, η παρέμβαση του Οργανισμού Συμφωνίας για τη Συλλογική Ασφάλεια (ОДКБ)  σχεδόν δεν επικρίθηκε – άλλωστε η προστασία των συμφερόντων των μεγάλων επιχειρήσεων ήταν στην ημερήσια διάταξη.

Τέλος, το τέταρτο μάθημα αφορά άμεσα τους εργάτες από τις πρώην μετασοβιετικές δημοκρατίες. Οι συμμετέχοντες στη διαμαρτυρία χρειάζονται δεξιότητες αυτοοργάνωσης, παρουσία των δικών τους κομμάτων και συνδικάτων, καθώς και σαφή κατανόηση των ταξικών τους συμφερόντων, τα οποία πρέπει να επισημοποιηθούν σε πολιτικά συνθήματα και πρόγραμμα. Διαφορετικά, ξανά και ξανά θα γίνουν πιόνια στο παιχνίδι κάποιου άλλου και οι ίδιες οι διαμαρτυρίες αναπόφευκτα θα γλιστρήσουν στο χάος του δρόμου, όντας άθυρμα στα χέρια των αρχών.

Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Τοκάγιεφ, φοβισμένος από τις διαδηλώσεις, υποσχέθηκε να εκπληρώσει τα περισσότερα από τα κοινωνικά αιτήματα των συμμετεχόντων σε αυτά. Θα εξακολουθήσουν να ισχύουν αυτές οι υποσχέσεις; Θα αρχίσει η ένταση των καταστολών -ή δεν θα τολμήσει το κράτος να σφίξει πολύ τις βίδες; Θα υπάρξει δημόσιος διάλογος στο Καζακστάν για τα πραγματικά αίτια της πιο οξείας κρίσης του Ιανουαρίου; Αυτά τα ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά προς το παρόν.

Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι μόνο η πλήρης υλοποίηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων των εργαζομένων μπορεί να φέρει ειρήνη και κοινωνική δικαιοσύνη στο Καζακστάν. Και η κατάσταση των πραγμάτων σε άλλα κράτη της πρώην ΕΣΣΔ θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση σε αυτή τη χώρα.

Πηγή: liva.com.ua 

Μετάφραση: antapocrisis

Η στέπα στις φλόγες: η χρωματιστή επανάσταση του Καζακστάν.

Μαϊντάν στο Αλμάτι; Ω! ναι. Αλλά είναι περίπλοκο.

Ζούμε τον φόβο και την παράνοια για το φυσικό αέριο; Όχι στην πραγματικότητα.

Το Καζακστάν βούλιαξε στο χάος σχεδόν εν μία νυκτί, πρωτίστως λόγω του διπλασιασμού των τιμών του υγροποιημένου αερίου, που έφθασε στο (ρωσικό) ισοδύναμο των 20 ρουβλίων ανά λίτρο (συγκρίνετε το με τον μέσο όρο των 30 ρουβλίων στην ίδια τη Ρωσία).

Αυτή ήταν η σπίθα για πανεθνικές διαμαρτυρίες που κάλυπταν κάθε γεωγραφικό πλάτος από τον κορυφαίο επιχειρηματικό κόμβο Αλμάτι μέχρι τα λιμάνια Ακτάου και Ατιράου της Κασπίας Θάλασσας και ακόμη και την πρωτεύουσα Νουρ-Σουλτάν, πρώην Αστάνα.

Η κεντρική κυβέρνηση αναγκάστηκε να μειώσει την τιμή του φυσικού αερίου στο ισοδύναμο των 8 ρουβλίων το λίτρο. Ωστόσο, αυτό οδήγησε μόνο στο επόμενο στάδιο των διαδηλώσεων, με αίτημα χαμηλότερες τιμές των τροφίμων, τέλος της εκστρατείας εμβολιασμού, χαμηλότερη ηλικία συνταξιοδότησης για τις πολύτεκνες μητέρες και – τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό – την αλλαγή καθεστώτος, όπως συνοψίζεται στο σύνθημα: Shal, ket!! (“Κάτω ο γέρος”).

Ο «γέρος» δεν είναι άλλος από τον εθνικό ηγέτη Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ, 81 ετών, ο οποίος παρόλο που παραιτήθηκε από την προεδρία μετά από 29 χρόνια στην εξουσία, το 2019, στην πράξη παραμένει η γκρίζα εξοχότητα του Καζακστάν, επικεφαλής του Συμβουλίου Ασφαλείας, κινώντας τα νήματα της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής.

Η προοπτική μιας ακόμη έγχρωμης επανάστασης έρχεται αναπόφευκτα στο μυαλό: ίσως τυρκουάζ-κίτρινης – που αντανακλά τα χρώματα της εθνικής σημαίας του Καζακστάν. Ειδικά επειδή αμέσως μετά, οξυδερκείς παρατηρητές ανακάλυψαν ότι οι συνήθεις ύποπτοι – η αμερικανική πρεσβεία – ήδη προειδοποιούσε για μαζικές διαδηλώσεις από τις 16 Δεκεμβρίου 2021.

Το Αλμάτι στο χάος

Για τον έξω κόσμο, είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί μια μεγάλη εξαγωγική δύναμη ενέργειας, όπως το Καζακστάν, χρειάζεται να αυξήσει τις τιμές του φυσικού αερίου για τον πληθυσμό της.

Ο λόγος είναι -τι άλλο- ο αχαλίνωτος νεοφιλελευθερισμός και οι παροιμιώδεις κραυγές της ελεύθερης αγοράς. Από το 2019 η πώληση του υγροποιημένου αερίου γίνεται ηλεκτρονικά στο Καζακστάν. Έτσι, η διατήρηση των ανώτατων ορίων τιμών – ένα έθιμο δεκαετιών – έγινε σύντομα αδύνατη, καθώς οι παραγωγοί έρχονταν συνεχώς αντιμέτωποι με το να πωλούν το προϊόν τους κάτω από το κόστος, καθώς η κατανάλωση εκτοξευόταν στα ύψη.

Όλοι στο Καζακστάν περίμεναν μια αύξηση των τιμών, και επίσης όλοι στο Καζακστάν χρησιμοποιούν υγροποιημένο αέριο, ειδικά στα τροποποιημένα αυτοκίνητά τους. Και όλοι μάλιστα στο Καζακστάν έχουν αυτοκίνητο, όπως μου είπαν, με σκεπτικισμό, κατά την τελευταία μου επίσκεψη στο Αλμάτι, στα τέλη του 2019, όταν μάταια προσπαθούσα να βρω ένα ταξί για να κατευθυνθώ στο κέντρο της πόλης.

Είναι πολύ ενδεικτικό ότι οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν στην πόλη Zhanaozen, ακριβώς μέσα στον κόμβο πετρελαίου / φυσικού αερίου του Mangystau. Και είναι επίσης ενδεικτικό ότι το κέντρο των αναταραχών μετατοπίστηκε αμέσως στο εξαρτώμενο από τα αυτοκίνητα Αλμάτι, τον πραγματικό επιχειρηματικό κόμβο του έθνους, και όχι στην απομονωμένη, υπερφορτωμένη από κυβερνητικές υποδομές πρωτεύουσα στη μέση της στέπας.

Στην αρχή ο Πρόεδρος Κασίμ Τοκάγιεφ φάνηκε ότι πιάστηκε εξαπίνης. Υποσχέθηκε την επιστροφή του πλαφόν στις τιμές, κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης / απαγόρευση κυκλοφορίας τόσο στο Αλμάτι όσο και στο Μανγκιστάου (τότε σε εθνικό επίπεδο) ενώ αποδέχτηκε εν συνόλω την παραίτηση της σημερινής κυβέρνησης και διόρισε έναν άτυπο Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης, τον Αλίχαν Σμαίλοφ, ως προσωρινό πρωθυπουργό μέχρι το σχηματισμό του νέο υπουργικού συμβουλίου.

Ωστόσο, αυτό δεν θα μπορούσε να συγκρατήσει την αναταραχή. Στα πλαίσια μιας αστραπιαίας κλιμάκωσης είχαμε την εισβολή στο γραφείο του δημάρχου στο Αλμάτι, διαδηλωτές να πυροβολούν κατά του στρατού, ένα μνημείο του Ναζαρμπάγιεφ που κατεδαφίστηκε στο Ταλντικοργκάν, την κατάληψη της κατοικίας του τελευταίου στο Αλμάτι, την Kazakhtelecom να αποσυνδέει ολόκληρη τη χώρα από το διαδίκτυο, πολλά μέλη της Εθνοφρουράς -συμπεριλαμβανομένων και τεθωρακισμένων οχημάτων- να ενώνονται με τους διαδηλωτές στο Ακτάου και τα ΑΤΜ να είναι ανενεργά.

Και τότε το Αλμάτι, που βυθίστηκε στο απόλυτο χάος, καταλήφθηκε ουσιαστικά από τους διαδηλωτές, συμπεριλαμβανομένου του διεθνούς αεροδρομίου του, το οποίο το πρωί της Τετάρτης ήταν υπό καθεστώς πρόσθετης ασφάλειας και το βράδυ είχε γίνει πια κατεχόμενο έδαφος.

Ο εναέριος χώρος του Καζακστάν, εν τω μεταξύ, έπρεπε να αντιμετωπίσει μια εκτεταμένη κυκλοφοριακή συμφόρηση ιδιωτικών αεροσκαφών που έφευγαν προς τη Μόσχα και τη Δυτική Ευρώπη. Παρόλο που το Κρεμλίνο σημείωσε ότι το Νουρ-Σουλτάν δεν είχε ζητήσει καμία ρωσική βοήθεια, μια «ειδική αντιπροσωπεία» πέταξε σύντομα από τη Μόσχα. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ τόνισε προσεκτικά: «είμαστε πεπεισμένοι ότι οι Καζάκοι φίλοι μας μπορούν να λύσουν μόνοι τους τα εσωτερικά τους προβλήματα», προσθέτοντας ότι «είναι σημαντικό να μην παρεμβαίνει κανείς από το εξωτερικό».

Γεωστρατηγικές συνομιλίες

Πώς θα μπορούσε να εκτροχιαστεί όλο αυτό τόσο γρήγορα;

Μέχρι τώρα, το παιχνίδι διαδοχής στο Καζακστάν θεωρούνταν ως επί το πλείστον πετυχημένο σε όλη τη βόρεια Ευρασία. Οι ντόπιοι χόντσο, οι ολιγάρχες και οι κομπραδόρικες ελίτ διατηρούσαν τα φέουδα τους και τις πηγές εισοδήματός τους. Κι όμως, ανεπίσημα, μου είπαν στο Νουρ-Σουλτάν στα τέλη του 2019, ότι θα υπήρχαν σοβαρά προβλήματα όταν κάποιες περιφερειακές φυλές θα έρχονταν να κεφαλαιοποιήσουν – αντιμετωπίζοντας τον «γέρο» Ναζαρμπάγιεφ και το σύστημα που τον αντικατέστησε.

Ο Τοκάγιεφ όντως απηύθυνε την κλασική έκκληση «να μην υποκύψουμε σε εσωτερικές και εξωτερικές προκλήσεις» – κάτι που είναι λογικό – αλλά διαβεβαίωσε επίσης ότι η κυβέρνηση «δεν θα πέσει». Βέβαια αυτή ήδη έπεφτε, ακόμη και μετά από μια έκτακτη συνάντηση που προσπαθούσε να αντιμετωπίσει το μπερδεμένο πλέγμα των κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων με την υπόσχεση ότι όλα τα «νόμιμα αιτήματα» των διαδηλωτών θα ικανοποιηθούν.

Αυτό δεν λειτούργησε ως κλασικό σενάριο αλλαγής καθεστώτος – τουλάχιστον αρχικά. Η διαμόρφωση ήταν μια ρευστή, άμορφη κατάσταση χάους, καθώς οι – εύθραυστοι – θεσμοί εξουσίας του Καζακστάν ήταν απλώς ανίκανοι να κατανοήσουν την ευρύτερη κοινωνική δυσφορία. Μια ικανή πολιτική αντιπολίτευση δεν υπάρχει: δεν υπάρχει δηλαδή πολιτική εκπροσώπηση. Η κοινωνία των πολιτών δεν έχει κανάλια για να εκφραστεί.

Λοιπόν, ναι: υπάρχει μια ταραχή που συνεχίζεται – για να θυμηθώ το αμερικανικό rhythm’n blues. Και όλοι είναι χαμένοι. Αυτό που δεν είναι ακόμα ακριβώς σαφές είναι ποιες αντιμαχόμενες φυλές πυροδοτούν τις διαμαρτυρίες – και ποια είναι η ατζέντα τους σε περίπτωση που βρεθούν στην εξουσία. Σε τελική ανάλυση, καμία «αυθόρμητη» διαμαρτυρία δεν μπορεί να εμφανιστεί ταυτόχρονα σε όλο αυτό το τεράστιο έθνος σχεδόν από τη μια μέρα στην άλλη.

Το Καζακστάν ήταν η τελευταία δημοκρατία που εγκατέλειψε την καταρρέουσα ΕΣΣΔ πριν από τρεις δεκαετίες, τον Δεκέμβριο του 1991. Υπό τον Ναζαρμπάγιεφ, ενεπλάκη αμέσως σε μια αυτο-προσδιοριζόμενη ως πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Μέχρι τώρα, το Νουρ-Σουλτάν διεκδικούσε επιδέξια τον τίτλο του βασικού διπλωματικού διαμεσολαβητή – από τις συζητήσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ήδη από το 2013 έως και τον πόλεμο στη Συρία από το 2016. Στόχος: να εδραιωθεί ως η βασική γέφυρα μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας.

Οι κινεζικοί Νέοι Δρόμοι του Μεταξιού, (ή αλλιώς BRI), εγκαινιάστηκαν επίσημα από τον Σι Τζινπινγκ στο Πανεπιστήμιο Nazarbayev τον Σεπτέμβριο του 2013. Αυτό συνέβη άμεσα για να δέσει με την αντίληψη του Καζακστάν για την ευρασιατική οικονομική ολοκλήρωση, που δημιουργήθηκε μετά το σχέδιο κρατικών δαπανών του Ναζαρμπάγιεφ, με τίτλο «Nurly Zhol» (μτφρ. Φωτεινό Μονοπάτι), σχεδιασμένο για να τροφοδοτήσει την οικονομία μετά την οικονομική κρίση του 2008-9.

Τον Σεπτέμβριο του 2015, στο Πεκίνο, ο Ναζαρμπάγιεφ ευθυγράμμισε το «Nurly Zhol» με τους Νέους Δρόμους του Μεταξιού, ωθώντας ντε φάκτο το Καζακστάν στην καρδιά της νέας ευρασιατικής ολοκλήρωσης. Γεωστρατηγικά, το μεγαλύτερο στεριανό έθνος στον πλανήτη έγινε η κύρια περιοχή αλληλεπίδρασης του κινεζικού και του ρωσικού οράματος, των Νέων Δρόμων του Μεταξιού (BRI) και της Οικονομικής Ένωσης της Ευρασίας (EAEU).

Μια τακτική εκτροπής

Για τη Ρωσία, το Καζακστάν έχει μεγαλύτερη γεωστρατηγική σημασία από την Κίνα. Το Νουρ-Σουλτάν υπέγραψε τη συνθήκη CSTO το 2003. Είναι βασικό μέλος της EAEU. Και τα δύο έθνη έχουν τεράστιους στρατιωτικο-τεχνικούς δεσμούς και διατηρούν στρατηγική διαστημική συνεργασία στο Μπαϊκονούρ. Τα ρωσικά είναι επίσημη γλώσσα, την οποία ομιλεί το 51% των πολιτών της δημοκρατίας.

Τουλάχιστον 3,5 εκατομμύρια Ρώσοι ζουν στο Καζακστάν. Είναι ακόμη νωρίς για να υποθέσουμε ότι μια πιθανή «επανάσταση» με χρώματα εθνικής απελευθέρωσης ακόμη κι αν το παλιό σύστημα τελικά κατέρρεε. Και ακόμη κι αν συμβεί αυτό, η Μόσχα δεν θα χάσει ποτέ όλη τη σημαντική πολιτική επιρροή της.

Επομένως, το άμεσο πρόβλημα είναι να διασφαλιστεί η σταθερότητα του Καζακστάν. Οι διαμαρτυρίες πρέπει να διαλυθούν. Θα υπάρξουν πολλές οικονομικές παραχωρήσεις. Το μόνιμο αποσταθεροποιητικό χάος απλά δεν μπορεί να γίνει ανεκτό – και η Μόσχα το γνωρίζει αυτό πάρα πολύ καλά. Άλλο ένα συνεχιζόμενο Μαϊντάν δεν τίθεται καν σε συζήτηση.

Η εξίσωση της Λευκορωσίας έχει δείξει πώς ένα δυνατό χέρι μπορεί να κάνει θαύματα. Ωστόσο, οι συμφωνίες του CSTO δεν καλύπτουν τη βοήθεια σε περίπτωση εσωτερικών πολιτικών κρίσεων – και ο Τοκάγιεφ δεν φαινόταν διατεθειμένος να υποβάλει τέτοιο αίτημα.

Μέχρι που το έκανε. Ζήτησε την παρέμβαση του CSTO για την αποκατάσταση της τάξης. Θα υπάρξει στρατιωτική απαγόρευση κυκλοφορίας. Και το Νουρ-Σουλτάν μπορεί ακόμη και να κατασχέσει τα περιουσιακά στοιχεία των αμερικανικών και βρετανικών εταιρειών που φέρεται να χρηματοδοτούν τις διαδηλώσεις.

Έτσι το έθεσε και ο Νικόλ Πασινιάν, πρόεδρος του Συμβουλίου Συλλογικής Ασφάλειας του CSTO και πρωθυπουργός της Αρμενίας: Ο Τοκάγιεφ επικαλέστηκε μια «απειλή για την εθνική ασφάλεια» και την «κυριαρχία» του Καζακστάν, «που προκαλείται, μεταξύ άλλων, από εξωτερική παρέμβαση». Έτσι ο CSTO «αποφάσισε να στείλει ειρηνευτικές δυνάμεις» για να ομαλοποιήσει την κατάσταση, «για περιορισμένο χρονικό διάστημα».

Οι συνήθεις ύποπτοι αποσταθεροποίησης είναι γνωστοί. Μπορεί να μην έχουν την εμβέλεια, την πολιτική επιρροή και την απαραίτητη ποσότητα δούρειων ίππων για να κρατήσουν το Καζακστάν στη φωτιά επ’ αόριστον.

Τουλάχιστον οι ίδιοι οι δούρειοι ίπποι είναι πολύ σαφείς. Θέλουν την άμεση απελευθέρωση όλων των πολιτικών κρατουμένων, αλλαγή καθεστώτος, μια προσωρινή κυβέρνηση «ευυπόληπτων» πολιτών και – τι άλλο; – «ακύρωση όλων των συμμαχιών με τη Ρωσία».

Και τότε όλα φτάνουν στο επίπεδο της γελοίας φάρσας, καθώς η ΕΕ αρχίζει να καλεί τις αρχές του Καζακστάν να «σεβαστούν το δικαίωμα στις ειρηνικές διαδηλώσεις». Όπως για παράδειγμα η απόλυτη αναρχία, οι ληστείες, οι λεηλασίες, τα εκατοντάδες οχήματα που καταστράφηκαν, οι επιθέσεις με τουφέκια, τα ΑΤΜ και ακόμη και το Duty Free στο αεροδρόμιο του Αλμάτι που λεηλατήθηκαν πλήρως […]

Τα συνθήματα μέχρι στιγμής φαίνεται να προέρχονται από πολλές πηγές – στηρίζοντας τα πάντα, από ένα «δυτικό μονοπάτι» στο Καζακστάν μέχρι την πολυγαμία και τον νόμο της Σαρία: «Δεν υπάρχει ακόμη ένας στόχος, δεν έχει εντοπιστεί. Το αποτέλεσμα θα έρθει αργότερα. Συνήθως είναι το ίδιο. Η εξάλειψη της κυριαρχίας, η εξωτερική διαχείριση και, τέλος, κατά κανόνα, ο σχηματισμός ενός αντιρωσικού πολιτικού κόμματος».

Ο Πούτιν, ο Λουκασένκο και ο Τοκάγιεφ πέρασαν αρκετή ώρα τηλεφωνικά, με πρωτοβουλία του Λουκασένκο. Οι ηγέτες όλων των μελών του CSTO βρίσκονται σε στενή επαφή. Μια βασική στρατηγική – όπως σε μια τεράστια «αντιτρομοκρατική επιχείρηση» – έχει ήδη εκπονηθεί. Ο στρατηγός Γερασιμοφ θα την επιβλέπει προσωπικά.

Τώρα συγκρίνετε το αυτό με εκείνο που πληροφορήθηκα από δύο διαφορετικές, υψηλόβαθμες στρατιωτικο-πολιτικές πηγές.

Η πρώτη πηγή ήταν σαφής: όλη η περιπέτεια του Καζακστάν στηρίζεται από την MI6 για τη δημιουργία ενός νέου Μαϊντάν ακριβώς πριν από τις συνομιλίες Ρωσίας/ΗΠΑ-ΝΑΤΟ στη Γενεύη και τις Βρυξέλλες την επόμενη εβδομάδα, για να αποτραπεί κάθε είδους συμφωνία. Είναι σημαντικό ότι οι «αντάρτες» διατήρησαν τον εθνικό τους συντονισμό ακόμη και μετά την αποσύνδεση του διαδικτύου.

Η δεύτερη πηγή έχει πιο λεπτές αποχρώσεις: οι συνήθεις ύποπτοι προσπαθούν να αναγκάσουν τη Ρωσία να υποχωρήσει ενάντια στη Δύση ως σύνολο, δημιουργώντας έναν σημαντικό αντιπερισπασμό στο ανατολικό της μέτωπο, ως μέρος μιας κυλιόμενης στρατηγικής χάους σε όλα τα σύνορα της Ρωσίας. Αυτή μπορεί να είναι μια έξυπνη τακτική εκτροπής, αλλά η ρωσική στρατιωτική υπηρεσία παρακολουθεί. Εκ του σύνεγγυς. Και για χάρη των συνηθισμένων υπόπτων, αυτό καλύτερα είναι να μην ερμηνευθεί – με τον αρνητικό τρόπο – καθώς ήταν μια πολεμική πρόκληση.

Σημειώσεις μετάφρασης

Χόντσο: αρχηγός φυλής ή ομάδας συγκεκριμένων συμφερόντων (από το ιαπωνικό hanchō).

Συνθήκη CSTO (ή Οργανισμός της Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας): Στρατιωτική συμφωνία μεταξύ Ρωσίας, Αρμενίας, Λευκορωσίας, Καζακστάν, Κιργιζίας και Τατζικιστάν.

Πηγή: Strategic Culture Foundation

Μετάφραση: antapocrisis

Τι συμβαίνει στο Καζακστάν;

Αν πιστέψουμε τα ισχυρότερα αγγλόφωνα μέσα, αυτό που διαδραματίζεται στο Καζακστάν είναι μια ακόμη “έγχρωμη επανάσταση” αθώων διαδηλωτών σε πρώην σοσιαλιστική χώρα, την οποία απειλεί να συντρίψει η πάντα επίφοβη ρωσική αρκούδα. Το μενού των δυτικών πρακτορείων καταπίνουν αμάσητα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, και τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, για να επιβεβαιώσουν άλλη μία φορά πόσο φτηνή και αναξιόπιστη έχει καταντήσει η εγχώρια δημοσιογραφία την τελευταία δεκαετία. Οι εξελίξεις στο Καζακστάν είναι όντως δραματικές και εγκυμονούν σοβαρές διεθνείς επιπτώσεις, αλλά δεν μπορούν να ερμηνευτούν με παρωχημένα, ψυχροπολεμικά στερεότυπα.

Κατ’ αρχάς, δυο λόγια για τη σημασία της υπό συζήτηση χώρας. Με έκταση λίγο μεγαλύτερη από το σύνολο της Δυτικής Ευρώπης, το Καζακστάν δεσπόζει στην Κεντρική Ασία, βασικό θέατρο που “Μεγάλου Παιχνιδιού” ανάμεσα στη Ρωσική και τη Βρετανική Αυτοκρατορία, στον 19ο αιώνα. Στη σύγχρονη εποχή, μήλο της έριδος για τις μεγάλες δυνάμεις και τις πολυεθνικές εταιρείες αποτελούν ο τεράστιος πλούτος της χώρας σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αλλά και σε πλήθος μεταλλευμάτων, συμπεριλαμβανομένου του ουρανίου της, το οποίο τροφοδοτεί τους πυρηνικούς αντιδραστήρες της Ιαπωνίας, της Γαλλίας, του Καναδά, της Ινδίας και άλλων χωρών.

Παραδοσιακά χώρα νομάδων, που απέκτησε εθνική υπόσταση μόνο μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ως ομόσπονδη Δημοκρατία της ΕΣΣΔ (ίσως πρέπει να ξαναδούμε την κριτική της Ρόζα Λούξεμπουργκ στους μπολσεβίκους, ότι με την πολιτική τους για την αυτοδιάθεση των εθνών θα δημιουργούσαν εθνικισμούς και εκεί όπου δεν υπήρξαν, αλλά αυτό είναι μια μεγάλη συζήτηση), το Καζακστάν είχε πάντα στενή σχέση με τη Ρωσία. Στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, περίπου το 36% του πληθυσμού του ήταν Ρώσοι. Σήμερα το ποσοστό αυτό έχει μειωθεί περίπου στο 25%, αλλά τα ρωσικά είναι η δεύτερη επίσημη γλώσσα του κράτους. Ο επί μακρόν ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Λεονίντ Μπρέζνιεφ διετέλεσε, μεταπολεμικά, επικεφαλής του ΚΚ στο Καζακστάν, το οποίο δεν είχε εκδηλώσει ποτέ διαθέσεις ανεξαρτησίας και ήταν η τελευταία σοβιετική Δημοκρατία που ανακηρύχτηκε ανεξάρτητη. Στο Καζακστάν βρίσκεται το ρωσικό διαστημικό κέντρο του Μπαϊκονούρ και φιλοξενούνται ρωσικές βάσεις, ενώ η χώρα ανήκει στο μετασοβιετικό, στρατιωτικό Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας, μαζί με Ρωσία, Λευκορωσία, Αρμενία, Κιργιστάν και Τατζικιστάν.

Μετά την ανακήρυξη ανεξαρτησίας, ο ηγέτης του Καζακστάν Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ (ένα από τα μέλη της ηγεσίας του ΚΚΣΕ που πήραν από μία σοβιετική Δημοκρατία ο καθένας και τη λεηλάτησαν μαζί μ’ αυτούς που έγιναν ολιγάρχες σε μια νύχτα. στο αμόκ των ιδιωτικοποιήσεων για ένα κομμάτι ψωμί) ακολούθησε μια πολιτική δύο ταχυτήτων. Στο στρατιωτικό πεδίο, εμφανιζόταν πιστός σύμμαχος της Ρωσίας για να μη διακινδυνεύσει επεισόδια με την ισχυρή ρωσική μειονότητα, όπως συνέβη σε Γεωργία, Ουκρανία και Μολδαβία, με την εμφάνιση ντε φάκτο ανεξάρτητων ρωσόφωνων περιοχών. Στο εσωτερικό, όμως, προωθούσε τον καζάκικο εθνικισμό σε βάρος των Ρώσων, ενώ στις διεθνείς σχέσεις προσπαθούσε να εξισορροπήσει τη ρωσική επιρροή με ανοίγματα προς άλλα κέντρα ισχύος, αρχικά κυρίως το Πεκίνο. Διψώντας για ενέργεια και ορυκτά, η ανερχόμενη Κίνα επένδυσε ισχυρά στο Καζακστάν, το οποίο λόγω γεωγραφικής θέσης αποτελεί σημαντικό κρίκο στο μεγαλεπήβολο σχέδιο του Σι Τζινπίνγκ για τον καινούργιο Δρόμο του Μεταξιού.

Τα τελευταία χρόνια, το Καζακστάν ενίσχυσε ιδιαίτερα τις σχέσεις του και με την Τουρκία, ερεθίζοντας τη Ρωσία. Το ιστορικό υπόβαθρο ήταν γόνιμο. Το πρώτο τουρκικό χανάτο ιδρύθηκε, τον έκτο αιώνα μ.Χ., στα εδάφη που βρίσκονται σήμερα στο νότιο Καζακστάν, το Κιργιζιστάν, το Ουζμπεκιστάν και τη δυτική Μογγολία. Στην τουρκική μυθολογία του Εργκένεγκον, η λύκαινα Ασένα, από τις στέπες της Κεντρικής Ασίας, είναι εκείνη που διασώζει και μεγαλώνει τους πρώτους Τούρκους- από εδώ και το έμβλημα των Γκρίζων Λύκων. Το επικρατούν θρήσκευμα του σύγχρονου Καζακστάν είναι το σουνιτικό Ισλάμ, αν και οι θρησκευόμενοι είναι μειοψηφία και οι μαντήλες στους δρόμους όχι μόνο σπανίζουν, αλλά δεν αντιμετωπίζονται και ευνοϊκά από τις αρχές. Τελευταία το Καζακστάν προμηθεύτηκε drones και τεθωρακισμένα οχήματα από την ΝΑΤΟϊκή Τουρκία, πράγμα που θορύβησε ακόμη περισσότερο το Κρεμλίνο. Εδώ και χρόνια, το Καζακστάν συμμετέχει στο Συμβούλιο Τουρκικών Κρατών, που εκφράζει το παλιό όραμα του Τουργκούτ Οζάλ για αναβίωση του παντουρκισμού, “από την Αδριατική μέχρι το Σινικό Τείχος”.

Αλλά η “πολυεπίπεδη” εξωτερική πολιτική του Ναζαρμπάγεφ δεν άφηνε έξω από τον ορίζοντά του ούτε τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Δύσης. Ο μέχρι το 2019 πρόεδρος του Καζακστάν καλλιεργούσε καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ, ανέθεσε στη Chevron την εκμετάλλευση του μεγαλύτερου πετρελαϊκού κοιτάσματος της χώρας του και συμφώνησε δημοσίως με τους πολέμους των ΗΠΑ στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Ο ίδιος και οι ολιγάρχες που τον στήριζαν έβγαλαν τις περιουσίες τους στο Σίτι του Λονδίνου και επένδυσαν μαζικά στη βρετανική αγορά ακινήτων. Η εταιρεία πολιτικών συμβούλων του Τόνι Μπλερ εγκαταστάθηκε, με το αζημίωτο, στην πρωτεύουσα του Καζακστάν, που τότε λεγόταν Αστάνα, το 2011 και στήριζαν τις επικοινωνιακές κινήσεις του στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Μετά την άγρια καταστολή διαδηλωτών, τον Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου, όπου κάμποσοι διαδηλωτές έχασαν τη ζωή τους, ο ίδιος ο Μπλερ του έστειλε επιστολή (την έβγαλε στο φως της δημοσιότητας τρία χρόνια αργότερα ο Guardian), όπου μεταξύ άλλων του έγραφε: “Όσο τραγικό κι αν είναι αυτό το γεγονός, δεν θα πρέπει να συσκοτίσει την τεράστια πρόοδο που έχει συντελεστεί στο Καζακστάν τα τελευταία χρόνια”. Ακολουθούσαν οδηγίες για τη διαχείριση της επικονωνιακής ζημιάς.

Δεν είναι περίεργο που οι δυτικές κυβερνήσεις δεν εξέφρασαν καμία δυσφορία όταν ο Ναζαρμπάγεφ εκλεγόταν πρόεδρος με ποσοστά από 97% και πάνω, όταν καθιστούσε εθνική γιορτή της χώρας τη μέρα της πρώτης εκλογής του, όταν μετονόμαζε την πρωτεύουσα σε Νουρσουλτάν (το μικρό του όνομα, σαν να κάναμε την Αθήνα- Κυριάκος), ή όταν αναγορευόταν σε ισόβιο Ηγέτη του Έθνους μετά την θεωρητική αποχώρησή του από την εξουσία, το 2019. Λέμε θεωρητική, γιατί μπορεί μεν να παρέδωσε την προεδρία σ’ έναν δικό του άνθρωπο, τον σημερινό πρόεδρο Κάσιμ- Γιομάρτ Τοκάγεφ, αλλά εννοούσε να οδηγεί από το πίσω κάθισμα: συνέχισε να είναι ο ίδιος πρόεδρος του ισχυρότατου Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, άφησε την κόρη του πρόεδρο της Γερουσίας (και πιθανή διάδοχο του Τοκάγεφ), ενώ στενοί σύμμαχοί του συνέχισαν να ελέγχουν τους κρίσιμους τομείς των μυστικών υπηρεσιών, του τραπεζικού συστήματος και των υδρογονανθράκων.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, το Καζακστάν εξελίχθηκε, παρά τον αυταρχισμό και τη διαφθορά, στην πιο σταθερή από τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, με ένα κατά κεφαλήν εισόδημα στα επίπεδα χωρών όπως το Μεξικό και η Μαλαισία, δηλαδή των σχετικά σταθερότερων χωρών της περιφέρειας. Ωστόσο η υπερεξάρτηση από τους υδρογονάθρακες και τα ορυκτά είχε το τίμημά της, με την κατάρρευση των τιμών, από το 2014 και μετά. Η κατάσταση έβραζε υπογείως από καιρό και το φιτίλι που άναψε τη μεγάλη πυρκαγιά της τελευταίας εβδομάδας ήταν η απόφαση της κυβέρνησης να απελευθερώσει τις τιμές των καυσίμων. Αυτό είχε ως συνέπεια να διπλασιαστεί μέσα σε ένα βράδυ η τιμή του υγροποιημένου αερίου που χρησιμοποιούν τα ΙΧ, γεγονός που εξόργισε τον κόσμο και έβγαλε στους δρόμους, πρώτα στο δυτικό τμήμα της χώρας, μετά και στη μεγαλύτερη πόλη, το Αλμάτι, πλήθη διαδηλωτών.

Προσπαθώντας να εκτονώσει το αντιπολιτευτικό κίνημα, ο Τοκάγεφ άλλαξε πρωθυπουργό και κυβέρνηση, ακύρωσε την απόφαση για απελευθέρωση των καυσίμων και εξήγγειλε φιλολαϊκά μέτρα. Ήταν όμως αργά. Το κίνημα είχε ριζοσπαστικοποιηθεί, αποκτώντας καθαρά πολιτικό , αντικαθεστωτικό χαρακτήρα. Διαδηλωτές φώναζαν “να φύγει ο γέρος”, εννοώντας τον 81χρονο Ναζαρμπάγεφ, γκρέμιζαν αγάλματά του και καταλάμβαναν δημόσια κτίρια. Γρήγορα άρχισαν οι βανδαλισμοί τραπεζών και επιχειρήσεων, οι εμπρησμοί κρατικών κτιρίων και εμφανίστηκαν ένοπλες ομάδες που πυροβολούσαν αστυνομικούς. Σύμφωνα με τις αρχές, τουλάχιστον 16 αστυνομικοί σκοτώθηκαν από σφαίρες, ενώ ένας από αυτούς αποκεφαλίστηκε.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο βασικός παράγοντας που τροφοδότησε τις ταραχές ήταν η οργή και απόγνωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού για την οικονομική του κατάσταση, τη διαφθορά και την καταπίεση. Ωστόσο είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι μια πολιτικά ακέφαλη κοινωνική διαμαρτυρία, σε μια σχετικά ήρεμη, τις προηγούμενες δεκαετίες χώρα φτάνει μέσα σε μια νύχτα σε τέτοια επίπεδα οργάνωσης που να καταλαμβάνει σειρά δημοσίων κτιρίων και να επιδίδεται σε αντάρτικο των πόλεων. Οι υπόνοιες για ανάμιξη ξένων κέντρων είναι εύλογες.

Με την πλάτη στον τοίχο, ο Τοκάγεφ αναγκάστηκε να καλέσει το Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας, δηλαδή τη Ρωσία, να στείλει στρατεύματα για να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της ένοπλης εξέγερσης. Η παρουσία 2.500 Ρώσων αλεξιπτωτιστών και άλλων δυνάμεων από πρώην σοβιετικές δημοκρατίες είναι βέβαιο ότι θα επιταχύνει την εκτόνωση της παρούσας κρίσης. Οι πολιτικές επιπτώσεις της, όμως, θα ξετυλιχτούν σε βάθος χρόνου.

Η πιο άμεση επίπτωση θα είναι το τέλος της εποχής Ναζαρμάγεφ. Ήδη, ο Τοκάγεφ τον παραμέρισε και ανέλαβε ο ίδιος το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, ενώ ο Ηγέτης του Έθνους είναι άφαντος και πολλοί λένε ότι έφυγε κρυφά, με την οικογένειά του, στο εξωτερικό. Όσο για τον διάδοχό του, μάλλον θα έχει την τύχη του Λουκασένκο. Ο πρόεδρος της Λευκορωσίας προσπαθούσε για χρόνια να ισορροπήσει ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση, εξασφαλίζοντας οφέλη και από τους δύο (δεν είναι τυχαίο ότι Γάλλοι και Γερμανοί έκλεισαν με τους Ρώσους τη συμφωνία για την ειρήνευση στην Ουκρανία όχι στο Παρίσι ή το Βερολίνο, αλλά στο Μινσκ της Λευκορωσίας), αλλά έγινε πολιτικός όμηρος του Πούτιν από τη στιγμή που στηρίχτηκε στα στρατεύματα και τις μυστικές υπηρεσίες του για την αντιμετώπιση του μεγάλου αντιπολιτευτικού κινήματος που τον αμφισβητούσε. Το ίδιο θα συμβεί με τον Τοκάγεφ, ο οποίος, αν και κινεζόφιλος (ήταν πρεσβευτής στο Πεκίνο και μιλάει κινέζικα), κάλεσε το υπό ρωσική ηγεμονία Σύμφωνο Συλλογικής Άμυνας και όχι το Σύμφωνο της Σαγκάης, στο οποίο επίσης μετέχει το Καζακστάν, για να τον διασώσει.

Η συγκυρία της παρούσας κρίσης επίσης προβληματίζει, καθώς την ερχόμενη Δευτέρα αρχίζουν στη Γενεύη οι κρίσιμες διαπραγματεύσεις ΗΠΑ- Ρωσίας για το Ουκρανικό, και όχι μόνο: ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει ήδη προτείνει, από τις 17 Δεκεμβρίου, κάτι σαν μια “νέα Γιάλτα”, αξιώνοντας από τον Τζο Μπάιντεν να δεσμευτεί ότι δεν θα υπάρξει περαιτέρω επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, κι ότι η Ουκρανία θα μείνει στρατιωτικά ουδέτερη. Από την πλευρά του, ο Μπάιντεν έχει δώσει κάποιες ενδείξεις ότι θα μπορούσε να συμβιβαστεί με μια πιο διαλλακτική γραμμή έναντι της Ρωσίας για να αποτρέψει τον στρατηγικό εναγκαλισμό της με τον πιο επικίνδυνο αντίπαλο της Αμερικής στον 21οι αιώνα, την Κίνα. Τη στιγμή λοιπόν που η Ρωσία ετοιμάζεται να διαπραγματευτεί για το μεγάλο πρόβλημα στο δυτικό της μέτωπο, έρχεται η κρίση στο Καζακστάν να της ανοίξει ένα καινούργιο μέτωπο, στο μαλακό της υπογάστριο, στο Νότο. Χώρια που, ύστερα από τις περιπέτειες της Λευκορωσίας, η κρίση στο Καζακστάν θα έχει ήδη αναζωπυρώσει τους φόβους του Πούτιν ότι η αμφισβήτηση των σαθρών, μετασοβιετικών καθεστώτων μπορεί κάποια μέρα να φτάσει και μέχρι τα τείχη του Κρεμλίνου.

Πηγή: ppapacon.blogspot.com

Λευκορώσικα «σημεία αναστολής»

Στις συνθήκες της νέας παγκόσμιας ύφεσης ο χρόνος δεν δουλεύει σε πρώτο πλάνο μόνον εναντίον μας αλλά και εναντίον της ιθύνουσας τάξης.

Τι εικόνα παρουσιάζει το καθεστώς Λουκασένκο;

Όλο τον προηγούμενο μήνα οι «αριστεροί» θιασώτες της λευκορωσικής αντιπολίτευσης έφερναν με ενθουσιασμό παραδείγματα της αντι-κοινωνικής πολιτικής εκ μέρους της λευκορωσικής διοίκησης. Μεταξύ αυτών – ιδιωτικοποίηση επιχειρήσεων, αντι-κοινωνικοί νόμοι, σκλήρυνση της εργατικής νομοθεσίας, παραβίαση των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Όλο αυτό έχει ως σκοπό να δείξει ότι στη Λευκορωσία δεν υπάρχει κανενός είδους σοσιαλισμός. Ωστόσο οι φίλοι μας εδώ είναι σαν να παραβιάζουν ανοικτή πόρτα, καθώς κανένας, στοιχειωδώς μορφωμένος, μαρξιστής δεν θα αρνηθεί ότι η Λευκορωσία είναι μια καπιταλιστική χώρα δίχως να είναι υποστηρικτής του προέδρου της.

Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι ο καπιταλισμός μπορεί να έχει διάφορες μορφές: καπιταλισμός του Χίτλερ ή του Ρούσβελτ, καπιταλισμός στη Γαλλία ή καπιταλισμός στην Αϊτή, καπιταλισμός στη Σουηδία ή καπιταλισμός στη Νιγηρία. Κι αυτή η διαφορά ενέχει εξαιρετικά σημαίνουσα σημασία για την εργατική τάξη και τους αριστερούς.

Εν αντιθέσει με την πλειοψηφία των γειτόνων της, η Λευκορωσία διατήρησε ένα σημαντικό μέρος του βιομηχανικού και αγροτικού της δυναμικού, το οποίο της έλαχε κατά τη σοβιετική εποχή. Οι φιλελεύθεροι κριτικοί του λευκορωσικού καθεστώτος υποστηρίζουν λοιπόν ότι δεν πρόκειται για ορθό καπιταλισμό αλλά, δυστυχώς για εκείνους, ο ορθός καπιταλισμός υπάρχει μόνο στα βιβλία της Άυν Ραντ. Ίσως οι λευκορωσικές επιχειρήσεις και τα κολχόζ να είναι «ελλειμματικά και αναποτελεσματικά» αλλά οι γείτονες τους, οι οποίοι επίσης διέθεταν εργοστάσια ή κολχόζ, συνήθως μπορούν να επιδείξουν μόνο «αποτελεσματικά» ερείπια, χωράφια καλυμμένα με χορτάρια και ναρκωμένο πληθυσμό.

Στην διακαώς λατινοαμερικανοποιημένη ανατολική Ευρώπη η Λευκορωσία μοιάζει κάπως με την Παραγουάη της εποχής του Χοσέ Γκασπάρ ντε Φρανσία και των κληρονόμων του από την οικογένεια Λόπεζ – όταν η χώρα αυτή διέφερε ριζικά στο φόντο των γειτόνων της, οι οποίοι είχαν τεθεί σε καθεστώς ημιαποικίας και αγορών κατανάλωσης για τις κυρίαρχες καπιταλιστικές μητροπόλεις.

Φυσικά θα ήταν αφελές να περιορίσουμε το λευκορωσικό φαινόμενο στη ζωηρή φιγούρα του Αλεξάντρ Γκριγκόριεβιτς Λουκασένκο. Επιπλέον κατά τους σοβιετικούς χρόνους η Λευκορωσία θεωρούνταν βασικό βιομηχανικό κέντρο και η εξάλειψη τη βιομηχανίας της συνάντησε την εχθρότητα όχι μόνο των ευρέων στρωμάτων του πληθυσμού του νέου κράτους αλλά και πολλών εκπροσώπων της γραφειοκρατίας του. Αυτοί ακριβώς ήθελαν να λάβουν μερίδιο από τις ενεργές παραγωγικές επιχειρήσεις και δεν επιθυμούσαν να ξεπουλήσουν τις μηχανές τους για άχρηστα μέταλλα, ανοίγοντας κατόπιν τούτου φτερά για τις Κανάριες Νήσους.

Εκτός από αυτό στη Λευκορωσία από την πρώτη στιγμή δεν έλαβε ιδιαίτερη διάδοση ο ριζοσπαστικός εθνικισμός, ο οποίος διευκόλυνε την αποβιομηχάνιση της Βαλτικής και στη συνέχεια της Ουκρανίας. Οι νέες καπιταλιστικές ελίτ αυτών των κρατών επιθυμούσαν να ρευστοποιήσουν τους οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία, διαρρηγνύοντας τους παραγωγικούς δεσμούς που είχαν άλλοτε συγκροτηθεί στους σοβιετικούς χρόνους και ανοίγοντας τις αγορές προϊόντων από τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στη Λευκορωσία λοιπόν δεν προέκυψε αυτή η μαζική οικονομική καταστροφή καθώς και λόγω του γεγονότος ότι το καθεστώς ως τώρα βασίζεται στην υποστήριξη σημαντικού ποσοστού του πληθυσμού της χώρας, γεγονός το οποίο δεν μπορεί να το αλλάξει καμία παραχάραξη της εκλογικής διαδικασίας.

Υπό αυτές τις συνθήκες η δημοτικότητα του Λουκασένκο στην πραγματικότητα πέφτει. Παρόμοια με άλλες καπιταλιστικές χώρες, η Λευκορωσία έπεσε θύμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και όπως παντού, την κρίση αυτή πρωταρχικά την πληρώνουν οι εργαζόμενες μάζες. Το ύψος των τιμών, η χρεωκοπία της μεσαίας τάξης, η επιστροφή των μεταναστών, η σκλήρυνση της εργατικής νομοθεσίας – αυτές είναι οι αιτίες που έβγαλαν στους δρόμους πλήθος Λευκορώσων. Τα παράπονα τους εναντίον της εξουσίας είναι σοβαρά και στοιχειοθετούνται από επιχειρήματα. Ωστόσο οι ελπίδες να διορθώσουν την κατάσταση στο δρόμο της ανατροπής του καθεστώτος του πολυχρονεμένου δικτάτορα, αποπνέουν το λιγότερο αφέλεια ή ολοφάνερη ραδιουργία.

Τι εικόνα παρουσιάζει η αντιπολίτευση;

Το 2014 ο συντάκτης αυτών των γραμμών έγραφε ότι ακόμα και στην ίδια την δημοκρατική επανάσταση, η κατεύθυνση του μαζικού κινήματος το ορίζουν οι οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις. Μέχρι σήμερα η ιστορία ούτε μια φορά δεν αρνήθηκε αυτή την αρκετά καταφανή θέση και δεν είναι δικαιολογία να θεωρηθεί ότι η Λευκορωσία θα γίνει εδώ το αποκλειστικό προηγούμενο. Η ενιαία οργανωμένη δύναμη, η οποία μπορεί να ανατρέψει τον Λουκασένκο – αυτή είναι σήμερα η λευκορωσική αντιπολίτευση.

Το κάλεσμα της εν πολλοίς αντικατοπτρίζεται στο προγραμματικό κείμενο που ονομάζεται: «Εντατικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων» – το ιδανικό πρόγραμμα του «Μέλλοντος της Υπέροχης Λευκορωσίας» που προετοιμάστηκε από το σύνολο της Ένωσης Βιομηχάνων, των εκπροσώπων της αστικής κοινωνίας και των νεοφιλελεύθερων ειδικών. Μετά τις εκλογές άρχισε να χάνεται στις ιντερνετικές πηγές και αποβλήθηκε από το πρόγραμμα της Σβετλάνα Τιχανόβσκαγια. Ακριβώς επειδή οι εκπονητές του κατάλαβαν ότι το κείμενο αυτό δεν περιλαμβάνει πλήρως τις προσδοκίες των πολιτών που διαδηλώνουν στους δρόμους και παλεύουν για το καλύτερο ενάντια σε κάθε κακό.

Όπως αποσαφηνίζεται από το κείμενο αυτού του προγράμματος, οι αντικοινωνικοί νόμοι του Λουκασένκο αποδεικνύονται ανεπαρκείς για τους αρχιτέκτονες της νέας δημοκρατικής Λευκορωσίας. Υποστηρίζουν την μαζική ιδιωτικοποίηση των επιχειρήσεων και την πλήρως απλοποιημένη απόλυση των μισθωτών ενώ κάπως έτσι ενθαρρύνουν το άνοιγμα της χώρας για τις διεθνείς πολυεθνικές εταιρείες. Δεν είναι όμως λιγότερο εξαιρετικά και τα άλλα σημεία αυτού του μανιφέστου – από τη βελτιστοποίηση της ιατρικής ως την επιβολή ποινικής τιμωρίας για εξύβριση της λευκορωσικής γλώσσας. Η πραγματοποίηση παρόμοιων «μεταρρυθμίσεων» οδηγεί ενεργά στο νότο των λευκορωσικών συνόρων, με τα γνωστά σε όλους αποτελέσματα.

Μας διαβεβαιώνουν ότι αυτές οι καλές προσδοκίες θα παραμείνουν στα χαρτιά. Αλλά αυτό το δεδομένο πακέτο νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, οι οποίες υλοποιήθηκαν με συνέπεια σε κάθε «πρώην σοσιαλιστική» χώρα που απελευθερώθηκε από τον ολοκληρωτικό ζυγό της σχεδιασμένης οικονομίας. Η συγκεντρωμένη για τρεις δεκαετίες εμπειρία των κρατών της ανατολικής Ευρώπης κάνει λόγο γι’ αυτό, ότι δηλαδή τις υλοποιούν άμεσα στην πράξη. Προσεγγίζοντας την εξουσία οι ηγέτες της αντιπολίτευσης θα τιμωρήσουν με τους ξένους προστάτες τους την ιδιοκτησία και την ανεξαρτησία της χώρας τους, παζαρεύοντας την για πιστώσεις και τη δυνατότητα ατιμώρητης λεηλασίας της εθνικής περιουσίας δίχως να φοβούνται βαριές ποινές για διαφθορά.

Τι σημαίνει η υλοποίηση του προγράμματος της αντιπολίτευσης στη Λευκορωσία;

Έπεται λοιπόν το συμπέρασμα ότι η ιδιωτικοποίηση και η «βελτιστοποίηση» δεν περιορίζεται μόνο στην εξάχνωση του συμπαγούς καταλόγου των βιομηχανικών επιχειρήσεων. Συνεπάγεται ακόμη τη ρευστοποίηση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, τα οποία προετοιμάζουν για τους ίδιους επαγγελματικά στελέχη, τη διάλυση των «άχρηστων» κέντρων πρόληψης και νοσοκομείων, την εξαφάνιση του κοινωνικού συστήματος που εξυπηρετεί τους εργαζόμενους μα συνεπακόλουθα και τη μεγάλης κλίμακας εργαζόμενη μάζα μεταναστών, όταν οι τέως εργαζόμενοι των τωρινών εργοστασίων θα πάνε να μαζεύουν τη φράουλα της Πολωνίας ή να τεμαχίζουν ψάρια στους εσθονικούς συνεταιρισμούς. Η κοινωνία πετιέται στην μεταβιομηχανική εποχή και η ίδια η χώρα με βήμα ταχύ σπρώχνεται στον Τρίτο Κόσμο.

Ο λαός αποπροσανατολίζεται από την οικονομική και κοινωνική καταστροφή στο φτιαγμένο για το λόγο αυτό παράδειγμα του εξωτερικού και του εσωτερικού εχθρού. Αναφορικά μ’ αυτό λοιπόν – ο ρόλος του οποίου είναι ήδη προσδιορισμένος, κάνει λόγο αυτό το «Εντατικό Πακέτο Μεταρρυθμίσεων», στο κεφάλαιο «Μεταρρύθμιση της εθνικής ανεξαρτησίας της Λευκορωσίας». Το κείμενο αυτό πρέπει να πικράνει τους Ρώσους φίλους της λευκορωσικής αντιπολίτευσης, που επιθυμεί να μετατρέψει το ανατολικό σύνορο της χώρας σε σιδηρούν παραπέτασμα εναντίον των προαιώνιων πολιτιστικών εχθρών και να οδηγήσει ταχύτερα τη χώρα στο μη επιθετικό μπλοκ του ΝΑΤΟ. Εκτός όμως απ’ αυτό στο ντοκουμέντο αυτό επιδιώκεται η απαγόρευση των κομμάτων και των οργανώσεων που υποδαυλίζουν εντός της κοινωνίας την κοινωνική διχόνοια, προκειμένου να μην επέμβουν στις δουλειές όσων προβαίνουν σε αποτελεσματικές ιδιωτικοποιήσεις και να μην τρομάξουν τους ξένους επενδυτές.

Οι σοσιαλιστές του 19ου αιώνα έδρασαν εναντίον των απολυταρχικών καθεστώτων για την αστική δημοκρατία, επειδή αυτή τους εξασφάλιζε την ελάχιστη ελευθερία λόγου και δυνατότητας για αγκιτάτσια του προγράμματος τους. Σήμερα στην ανατολική Ευρώπη η «αστική δημοκρατία» περιστρέφεται γύρω από τη συλλογική δικτατορία της αστικής τάξης. Και μπορεί να αλλάζουν οι αντιπρόσωποι και οι πρόεδροι αλλά οι νόμοι για την «από-κομουνιστικοποίηση», οι απαγορεύσεις των αριστερών συμβόλων και οι ποινές «για άρνηση των εγκλημάτων του σοβιετικού παρελθόντος» μόνο εντείνονται. Κατά μια παράξενη ειρωνεία στις απολυταρχικές χώρες σαν τη Ρωσία και τη Λευκορωσία, οι κομουνιστές και οι αριστεροί έχουν περισσότερες δυνατότητες και αστικές ελευθερίες απ’ ότι στην πλειοψηφία αυτών των «δημοκρατικών» κρατών.

Όμως η προπαγάνδα της αστικής τάξης δεν απευθύνεται στο λογικό αλλά στο θυμικό – στις καλύτερες παραδόσεις της γελτσινικής «ψήφου από καρδιάς». Μας προτείνεται να συμπονέσουμε τα θύματα της αστυνομικής βίας. Μας λένε ότι οι «φασιστικές μέθοδοι» της αστυνομίας επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι οι αρχές του Μινσκ συνιστούν «φασιστικό καθεστώς». Στην πραγματικότητα εμείς συμπάσχουμε με τα θύματα της αστυνομικής βίας στο Μινσκ όπως συμπάσχαμε και με τα θύματα της αστυνομικής βίας στο Κίεβο το 2014. Θυμόμαστε όμως ότι μετά απ’ αυτήν ακολούθησαν τα «ψητά παράσιτα» στην Οδησσό και στη συνέχεια οι βομβαρδισμοί των πόλεων του Ντονμπάς κι εκείνοι που μέχρι χθες κατέκριναν τις αγριότητες του Berkut, χαιρέτισαν ένθερμα τη βία απ’ την πλευρά της νέας εξουσίας.

Εμείς θυμόμαστε τους σακατεμένους και χτυπημένους από σφαίρες διαδηλωτές στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ., τους σκοτωμένους διαδηλωτές στη Βραζιλία και τη Βολιβία, που τοποθετήθηκαν εναντίον εκείνων που άρπαξαν την εξουσία προς όφελος της Δύσης και θυμόμαστε ακόμη πόσο αδιάφορα συνδέεται με τα θύματα αυτά το διαφωτισμένο κοινό με τις λευκές-κόκκινες-λευκές κορδέλες στους ψηφιακούς τους λογαριασμούς. Κι αν οι μέθοδοι του καθεστώτος του Λουκασένκο είναι φασιστικές, μήπως είναι εξίσου φασιστικές κι εκείνες του καθεστώτος του Γέλτσιν που το 1993 απλά στραγγάλισε την αντιπολίτευση με τανκς  και τουφέκισε συλληφθέντες;

Γιατί αποτυγχάνει η διαμαρτυρία;

Κλειδί για την επιτυχία των «χρωματιστών επαναστάσεων» στην ανατολική Ευρώπη ήταν το σχίσμα των διεφθαρμένων ελίτ, η ενεργή ανάμειξη της Δύσης, η υποστήριξη από την πλευρά των ολιγαρχών, η κυριαρχία στο πεδίο της πληροφορικής, η αποφασιστική τακτική της διεκδικούμενης συμμαχίας εθνικιστών και φιλελεύθερων-υπέρμαχων των αγορών. Αλλά στη Λευκορωσία το δουλεμένο όχημα του πραξικοπήματος καθυστέρησε.

Με το ξεκίνημα των διαδηλώσεων ο πρόεδρος της Λευκορωσίας δεν έτρεξε να πάρει αεροπορικά εισιτήρια για το Ροστόφ ούτε έσπευσε να ρωτήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση για την ηπιότητα της διαδικασίας συνθηκολόγησης του αλλά προσκολλήθηκε στην εξουσία και έβαλε ρότα για την άγρια καταστολή των αντιπάλων του. Οι παλιές λέξεις του Ουκρανού εθνικιστή  Korchinsky «το πρόβλημα βρίσκεται ακριβώς εκεί, στο ότι ο Λουκασένκο είναι ο μοναδικός επαναστάτης της Λευκορωσίας» έλαβαν νέα σημασία. Ενώ οι πλειοψηφία των ηγετών της λευκορωσικής αντιπολίτευσης δεν έθεσε εμπρός σοβαρές και μαχητικές μορφές πάλης και τσακίστηκε από τους ιθύνοντες του καθεστώτος. Εκτός από αυτό στη χώρα δεν υπήρξαν ολιγάρχες που να υποστήριξαν το ουκρανικό Μαϊντάν με την πρώτη προειδοποίηση εκ μέρους της Δύσης, για να μην τεθούν υπό διώξεις και κυρώσεις. Ενώ οι Λευκορώσοι ιθύνοντες εξαρτώνται περισσότερο από τον Λουκασένκο παρά από τις Βρυξέλλες ή τις ΗΠΑ.

Οι ιντερνετικές πηγές της αντιπολίτευσης μεταδίδουν επιμελώς στη Δύση το γραφικό χάρτη των διαδηλώσεων, ωστόσο δεν μπόρεσαν να παίξουν το ρόλο των «συμβατικών ΜΜΕ» εντός της ίδιας της Λευκορωσίας. Στα πλαίσια λειτουργείας όλου του γιγαντιαίου ρόλου του κυριότερου αντιπολιτευτικού καναλιού, που οργανώθηκε από τους συνεργάτες του ιδιωτικού και ανεξάρτητου «Радио Свобода», κατά βάση ασκήθηκε επιρροή στο νεανικό κοινό και την φιλελεύθερο-εθνικιστική διανόηση. Μη διαθέτοντας τη δική της τηλεοπτική σφενδόνη, δεν μπόρεσε να οργανώσει τους υποστηρικτές της εκτός της εικονικής διεύρυνσης, ιδίως στην περιφέρεια, έξω από τα όρια των βασικών αστικών κέντρων.

Η απεργία μάλιστα στις λευκορωσικές επιχειρήσεις δεν κατάφερε σήμερα να λάβει μαζικές διαστάσεις καθώς οι ηγέτες της αντιπολίτευσης δεν συνδέονταν με τους εργάτες παρά μόνο λες και οι δεύτεροι να  ήταν οι αναλώσιμοι των διαδηλώσεων ενώ οι πρώτοι σχεδόν ανοιχτά δεν συμπεριέλαβαν στο συντονιστικό συμβούλιο ούτε έναν εκπρόσωπο εργατικών συλλόγων. Οι εργάτες των λευκορωσικών εργοστασίων επ’ ουδενί λόγω δεν τρέφουν κάποια στενή συμπάθεια προς τον Λουκασένκο. Έχουν απεναντίας πλήθος παραπόνων προς τις αρχές, η λίστα των οποίων σταθερά μεγαλώνει. Ωστόσο για την ώρα έχουν πράγματα να χάσουν. Απαντώντας στο ερώτημα αναφορικά με τις αιτίες της ήττας, ο τέως εκπρόσωπος τύπου της απεργιακής επιτροπής Belaruskali, Gleb Sandros, διασαφήνισε δίχως δόλο τα πράγματα ως εξής: «Οι άνθρωποι δεσμεύονται πλήρως από τις καλές απολαβές και τα καλύτερα πακέτα κοινωνικής μέριμνας». Συνάμα πολλοί εργάτες καταλαβαίνουν ότι στον απόηχο ενός πραξικοπήματος θα χάσουν τόσο τις πρώτες όσο και τα δεύτερα.

Εκτός των προβλημάτων με την καθοδήγηση και τα ΜΜΕ, η λευκορωσική αντιπολίτευση δεν διέθετε και επαρκείς εφεδρείες. Αν στην Ουκρανία ή στη Γεωργία υπήρξε πλήθος κατεστραμμένων μεσαίων αγροτών αλλά και μεταναστών-εξαρτώμενων από τα εμβάσματα της Δύσης, έτοιμων να χτυπηθούν με την αστυνομία υπό τα συνθήματα της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και της απαλλαγής από το καθεστώς βίζας, στους δρόμους της Λευκορωσίας βγήκαν υπάλληλοι γραφείου, φοιτητές και μεσοαστοί, οι οποίοι μπόρεσαν να βγάλουν σέλφι αλλά δεν διακρίθηκαν από τα μαχητικά τους κατορθώματα. Την ίδια ώρα η πλειοψηφία των Λευκορώσων ακροδεξιών  βρίσκεται στην Ουκρανία και δεν μπόρεσε να εφαρμόσει στο Μινσκ την πλούσια μαχητική της εμπειρία που αποκτήθηκε στα πλαίσια του Μαϊντάν και της Αντιτρομοκρατικής Ζώνης Δράσης.

Όπως φαίνεται όμως στις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον εκτίμησαν κριτικά τις δυνατότητες της αντικυβερνητικής διαμαρτυρίας και έκαψαν την ευκαιρία δίχως ιδιαίτερες ελπίδες για γρήγορη επιτυχία ενώ υπολογίζουν να συνεχίσουν το μακρόχρονο παιχνίδι τους εναντίον του Λουκασένκο. Στο σημερινό στάδιο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης η Δύση δεν είναι ακόμα έτοιμη να καταβροχθίσει τη Λευκορωσία κατά το παράδειγμα της Ουκρανίας, προκειμένου να αποκτήσει έναν ακόμη φτωχό και επιθετικό υποτελή, διαθέσιμο να αποσταθεροποιήσει την κατάσταση από το Καλίνινγκραντ μέχρι το Σμόλενσκ με το σύνθημα της εγκαθίδρυσης των παλιών συνόρων του Μεγάλου Δουκάτου της Λιθουανίας.

Τι έπεται;

Ήδη από το 2014 είχαμε μαντεύσει ότι μετά την Ουκρανία θα έρθει αναπόφευκτα και η σειρά της Λευκορωσίας. Αυτή η μέρα λοιπόν έφτασε. Μεγάλο μέρος των τοτινών μας εκτιμήσεων δυστυχώς επιβεβαιώθηκαν, εν αντιθέσει με τις προγνώσεις των αντιπάλων, που χαιρέτιζαν ενθουσιωδώς το Μαϊντάν ενώ τώρα σιωπούν με αιδώ για τις κοινωνικο-πολιτικές και οικονομικές συνέπειες της ρημαγμένης για 6 χρόνια χώρας. Τώρα οι ίδιοι άνθρωποι χαιρετίζουν την λευκορωσική αντιπολίτευση, δίχως όμως να έχουν ιδιαίτερη στενοχώρια για τα αποτελέσματα μιας νίκης της.

Σήμερα ο Λουκασένκο απέκρουσε το πρώτο χτύπημα των αντιπάλων του. Το καθεστώς του όμως στηρίζεται στον γραφειοκρατικό μηχανισμό, τους Ρώσους μεγιστάνες της ενέργειας και της τραπεζικής πίστης, χωρίς όμως αυτό να είναι για πάντα εξασφαλισμένο.  Πίσω από τον Λουκασένκο δεν υφίσταται δραστήρια υποστήριξη από τη βάση. Αυτή ακριβώς είναι η κυρίαρχη διαφορά μεταξύ της Λευκορωσίας και της Βενεζουέλας, όπου υφίσταται μαζικό κίνημα τσαβιστών, το οποίο άνετα βγάζει στους δρόμους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους και αναδεικνύει νέους πολιτικούς ηγέτες. Η Λευκορωσία του Λουκασένκο λίαν συντόμως θα τελειώσει με τον ίδιο, μεταμορφωμένη σε ένα χρεωκοπημένο αποβιομηχανοποιημένο πελάτη είτε της δυτικής είτε της ανατολικής μπουρζουαζίας.

Με την ανατροπή του προέδρου στην εξουσία μπορεί να έρθει η αντιπολίτευση και κατόπιν τούτου τη χώρα την περιμένει κοινωνική, οικονομική και πολιτική καταστροφή στο επίπεδο της πραγματοποίησης του αναφερόμενου ως «Εντατικού Πακέτου Μεταρρυθμίσεων». Στην περίπτωση του αντίθετου σεναρίου η εγχώρια γραφειοκρατία είναι ελεύθερη να κλείσει συμμαχία με τους Ρώσους ολιγάρχες, γεγονός που συνεπάγεται για την ίδια ιδιωτικοποίηση και εξαφάνιση σημαντικού μέρους της περιουσίας της Λευκορωσίας, το οποίο ακόμη παραμένει ανέπαφο.

Οι αριστερές δυνάμεις της Λευκορωσίας είναι υπερβολικά απομονωμένες και αδύναμες και γι’ αυτό το λόγο στην παρούσα κατάσταση γι’ αυτές έπεται το να δράσουν ξεπερνώντας τις οργανωτικές τους δυνατότητες. Το σπαθί των κομμουνιστών είναι απίθανο να ταράξει τα πολιτικά εκκρεμή και όπως αποδείχτηκε στην ουρά είτε της αντιπολίτευσης είτε των αρχών οι αριστεροί δεν κερδίζουν κανένα όφελος. Ο Λουκασένκο δεν έχει ανάγκη αυτής της βοήθειας, ελέγχοντας την κατάσταση διαμέσω του λευκορωσικού αστυνομικού μηχανισμού ενώ η λευκορωσική αντιπολίτευση δεν κρύβει τη συναινετική της σύνδεση με την απο-κομουνιστικοποίηση κατά το ουκρανικό παράδειγμα. Η υποστήριξη αυτών των ιδεολόγων του αντικομουνισμού θα γίνει για τους αριστερούς ικανοποιητικά γρήγορη, ωστόσο δεν συνιστά ακόμη αυθεντικό τρόπο πολιτικής αυτοκτονίας.

Την ίδια στιγμή είναι υποχρεωμένοι να ρυθμίσουν τους δεσμούς τους με τους εκπροσώπους των εργατικών ενώσεων, επισημαίνοντας τα απότοκα της ιδιωτικοποίηση και των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, συμβάλλοντας στη συγκρότηση ανεξάρτητων εργατικών οργανώσεων. Αυτό είναι το μόνο που μπορούν και πρέπει να κάνουν στην παρούσα κατάσταση. Το προλεταριάτο της Λευκορωσίας πρέπει να γίνει «τάξη καθ’ εαυτήν» (για τον εαυτό της) κι όχι όργανο στα χέρια των εχθρών της, όπως έγινε στην Πολωνία τη δεκαετία του 1980 και στη Σοβιετική Ένωση το 1991.

Σήμερα, στις συνθήκες της νέας παγκόσμιας ύφεσης, ο χρόνος εν πρώτοις δουλεύει όχι μόνο εναντίον μας αλλά και εναντίον της ιθύνουσας τάξης. Η σταθερότητα των κυρίαρχων καπιταλιστικών κρατών τίθεται εν αμφιβόλω. Στη Γαλλία συνεχίζονται οι διαμαρτυρίες των «Κίτρινων Γιλέκων», ο πληθυσμός των ευρωπαϊκών χωρών δεν είναι ικανοποιημένος με το ότι τον έριξαν αυθαίρετα στη μοίρα του τον καιρό της πανδημίας. Στην ημερήσια διάταξη έπονται νέες κρίσεις στις ημιαποικίες της ανατολικής Ευρώπης, που συντάσσουν τους προϋπολογισμούς τους με τα ψίχουλα των Βρυξελλών και των εμβασμάτων των μεταναστών που έφυγαν έξω για μεροκάματο. Η κατάσταση στις ΗΠΑ και τη Ρωσία βρίσκεται επίσης μακριά από οποιαδήποτε σταθερότητα.

Υπό αυτή τη μορφή, την ώρα που θα αποχωρήσει ο Λουκασένκο, οι Λευκορώσοι εργαζόμενοι μπορούν να έχουν μια ευκαιρία να απομακρύνουν τη θλιβερή μοίρα των συντρόφων τους από τις γειτονικές χώρες. Αν ωστόσο αποκτήσουν την ικανότητα να οργανωθούν προς υποστήριξη και βοήθεια των αριστερών.

Σημειώσεις μετάφρασης

Άυν Ραντ: ψευδώνυμο της Ρωσίδας λογοτέχνιδας και φιλοσόφου Αλίσα Ζινόβιεβνα Ροζενμπάουμ (1905-1982). Βασικό στοιχείο της φιλοσοφίας της είναι ο καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς και ο ατομοκεντρισμός. Ζούσε στις ΗΠΑ, όπου και είχε μεταναστεύσει ήδη από το 1926.

Χοσέ Γκασπάρ ντε Φρανσία: Παραγουανός πολιτικός και ηγέτης της Παραγουάης (1814-1840), που υποστήριξε δραστικά την ανεξαρτησία της Παραγουάης από τις προσπάθειες ενοποίησης με τη Βραζιλία και την Αργεντινή.

Κανάριες Νήσοι: Θέρετρο και φορολογικός παράδεισος κοντά στις ακτές της βορειοδυτικής Αφρικής.

ψητά παράσιτα: χλευαστικός όρος των Ουκρανών ακροδεξιών για τους δολοφονηθέντες αντιφασίστες, που τους έκαψαν ζωντανούς οι πρώτοι στο Κτίριο των Συνδικάτων της Οδησσού στις 2 Μαΐου 2014

Berkut: ειδική δύναμη της ουκρανικής αστυνομίας με ειδίκευση στην καταστολή διαδηλωτών.

Αντιτρομοκρατική Ζώνη Δράσης: χαρακτηρισμός των δημοκρατιών του Λουχάνσκ και του Ντονέτσκ από το καθεστώς του Κιέβου.

Μεγάλο Δουκάτο της Λιθουανίας: Μεσαιωνικό κράτος της ανατολικής Ευρώπης που περιλάμβανε εδάφη της σημερινής Λευκορωσίας, της Ουκρανίας, της Λετονίας, της Πολωνίας και της Ρωσίας. Σημαντικό μέρος της ύπαρξης του στιγματίστηκε από  την επίσημη ένωση με το βασίλειο της Πολωνίας και τη σύγκρουση με τη Μοσχοβία. Καταλύθηκε επίσημα από τη Ρωσία το 1795. Χρησιμοποιείται ευρέως σαν σύμβολο εναντίωσης στη Ρωσία εντός των διαδηλώσεων της φιλοευρωπαϊκής αντιπολίτευσης της Λευκορωσίας ενώ η σημαία του (ένοπλος ιππέας σε κόκκινο φόντο) συνιστά διαδεδομένο σύμβολο των διαδηλώσεων αυτών.

Λευκορωσία: ο μηχανισμός αλλαγής της εξουσίας

Ξεκινώντας από την άνοιξη, οι συμμετέχοντες στον προεκλογικό αγώνα για τις προεδρικές εκλογές στη Λευκορωσία, δηλαδή οι αντίπαλοι του ιθύνοντα από το 1994 Aleksandr Lukashenko, ξεκίνησαν να μεταχειρίζονται μια στρατηγική μη βίαιης εναντίωσης που οδηγεί σε «χρωματιστή επανάσταση», δηλαδή σε ειρηνική μετάβαση της κρατικής εξουσίας στα χέρια των ηγετών των διαδηλωτών. Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες παρεμφερή σενάρια πραγματοποιούνταν σε μια ολόκληρη σειρά χωρών και δημιουργείται η εντύπωση ότι επίσης στη Λευκορωσία προκύπτει μια αλλαγή εξουσίας.

Ο καθοδηγητής του «Κέντρου Εφαρμοσμένων, Μη Βίαιων Ενεργειών και Στρατηγικών» (CANVAS) Srđa Popović εξάγει μια σειρά κανόνων, οι οποίοι βοήθησαν το κίνημα Otpor, ενεργό μέλος του οποίου υπήρξε και ο ίδιος, να νικήσει το 2000 στη Γιουγκοσλαβία τον Μιλόσεβιτς. Οι αντίπαλοι των αρχών πρέπει να δημιουργήσουν ένα μαζικό κίνημα με επιθετική στρατηγική και να εγκαθιδρύσουν επικοινωνιακούς δεσμούς με όλα τα στρώματα του πληθυσμού. Μια τέτοια οργάνωση πρέπει να ελκύει τους ανθρώπους, να διαθέτει θετική εικόνα και να έχει σύστημα εκπαίδευσης για τους ακτιβιστές και τους νεοεπιστρατευμένους. Αργότερα στο TEDx Κρακοβίας ανέλυσε την εμπειρία αντίστοιχων γεγονότων σε άλλες χώρες και συνόψισε τις απαιτήσεις σε τρία σημεία: ικανότητα των διαδηλωτών να ενοποιηθούν, κίνηση βάσει ευκρινούς σχεδίου αλλά και καθήκον διαχείρισης μιας αυστηρά μη βίαιης στρατηγικής πάλης.

Η ανάλυση της τήρησης όλων αυτών των κανόνων από την πλευρά της λευκορωσικής αντιπολίτευσης μπορεί να δώσει την απάντηση στο ερώτημα αναφορικά με τις πολιτικές της προοπτικές.

Οι αντίπαλοι της υφιστάμενης αρχής, κυρίως για υποκειμενικούς λόγους, προσήλθαν εκ νέου στις εκλογές όχι ως κόμμα ή κίνημα αλλά άμεσα σαν μια σύμπηκτη ομοσπονδία «δεξιών δυνάμεων». Το 2001 ο αντίπαλος του Lukashenko από την αντιπολίτευση ήταν ο Vladimir Goncharik, τον οποίον υποστήριζε «το συντριπτικό μέρος εκείνων που δεν είναι ικανοποιημένοι με την τωρινή κατάσταση και ανησυχούν για το μέλλον των παιδιών τους, μέχρι να δουν ξεκάθαρη και πειστική εναλλακτική». Το 2006 ήταν ο Aleksandr Milinkevich, του οποίου ο ρόλος ως ενιαίου ηγέτη των δημοκρατικών δυνάμεων της Λευκορωσίας, ακόμη και μεταξύ των αντιπάλων των αρχών, ήγειρε σοβαρές αμφιβολίες ξαφνικά μετά τις εκλογές ενώ το 2010 προέκυψαν αμέσως 9 υποψήφιοι ως αντίπαλοι του Lukashenko. Αυτό ακριβώς το τελευταίο το έκρινε άξιο προσοχής και ο Popović: «Ο Λουκασένκο έχει 9 αντιπάλους στις προεδρικές εκλογές αλλά το αποτέλεσμα είναι ήδη ξεκάθαρο».

Είναι βέβαιο λοιπόν για τον αρχιτέκτονα των «χρωματιστών επαναστάσεων» πως για να διεξάγει κανείς την πάλη με τον «δικτάτορα» στις εκλογές χρειάζεται ένας άνθρωπος. Το Otpor ξόδεψε 10 χρόνια για την ενοποίηση των ηγετών 18 αντιπολιτευόμενων κομμάτων και για την εύρεση ενός κοινού υποψηφίου εναντίον του Milosevic, δηλαδή τον Koštunica.

Οι αντίπαλοι των αρχών βρήκαν τον ηγέτη τους ακριβώς εξαιτίας των διωκτικών αρχών. Τον Ιούλιο του 2020 η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή της Λευκορωσίας κατέγραψε πέντε διεκδικητές, συμπεριλαμβανομένου του τωρινού προέδρου, και δεν απέδωσε πιστοποιητικά στα βασικά «ενεργά πρόσωπα» της αντιπολίτευσης. Ήδη τον Μάιο συνελήφθη ο επιχειρηματίας και δημιουργός του καναλιού «Страна для Жизни» Sergey Tyhanovskyi για επίθεση εναντίον αστυνομικών υπαλλήλων και τον Ιούνιο ο πρώην ιθύνοντας του τραπεζικού ιδρύματος «Belgazprombank» Viktor Babariko με την υποψία οικονομικής απάτης. Επίσης η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή αρνήθηκε να εγγράψει ως διεκδικητή του βασικού κρατικού αξιώματος τον Valery Chepkalo (αργότερα αυτός κατέφυγε με αεροπλάνο στο Κίεβο διαμέσω Μόσχας).

Τελικά μοναδική υποψήφια από την αντιπολίτευση είτε υποχρεωτικά είτε μάλλον τυχαία κατέληξε να είναι η Svetlana Tyhanovskaya. Στους ώμους λοιπόν της συζύγου του μπλόγκερ Tyhanovskyi, η οποία ως τότε δεν είχε λάβει μέρος στην πολιτική – μεταφράστρια στο επάγγελμα και νοικοκυρά το τελευταίο διάστημα – έπεσε η οργάνωση της «χρωματιστής επανάστασης». Δεν διαθέτει δικό της πρόγραμμα και η γυναίκα αυτή παρέπεμψε εκείνους που επιθυμούν να την γνωρίσουν στον κώδικα μεταρρυθμίσεων για την οικονομία και την κοινωνία από ανεξάρτητους ειδικούς. Το ντοκουμέντο αυτό προτείνει μια μεγάλης κλίμακας ιδιωτικοποίηση στη χώρα κατά τα συμφέροντα των πολυεθνικών επιχειρήσεων, μαζικές απολύσεις εργατών από τις «μη αποδοτικές» κρατικές επιχειρήσεις και το πιο πρακτικό μέτρο – διευκόλυνση της καταγραφής των αυτοαπασχολούμενων, του ιδιωτικού τομέα και των λιανικών επιχειρήσεων.

Η τακτική επίθεσης

Η πρώτη ιδιότητα του επιτυχούς κινήματος, σύμφωνα με τον Popović, είναι η τακτική επίθεσης, δηλαδή η ιδιοποίηση της πρωτοβουλίας και η τοποθέτηση κατά ένα βήμα μπροστά έναντι του αντιπάλου στα πλαίσια της πολιτικής πάλης. Σε μια σειρά βιβλίων του περιγράφει λεπτομερώς πως το Otpor προκαλούσε με τις δράσεις του τις αρχές, με πειράγματα και κοροϊδίες. Παραδείγματος χάρη, οι ακτιβιστές έστησαν στο κέντρο της πόλης ένα κουτί με την εικόνα του Milosevic και πρότειναν σ’ εκείνους που ήθελαν να το χτυπήσουν. Ως αποτέλεσμα η αστυνομία «συλλάμβανε» το κουτί. Παρόμοιες περφόρμανς προσέδιδαν μια εικόνα στο κίνημα και βοηθούσαν στην εύρεση συμμάχων. Στη Λευκορωσία αξιοποίησαν αυτήν ακριβώς την πορεία. Κατά τη διάρκεια της άνοιξης στη χώρα ξεκίνησαν flash mobs: ουρές κατά τη διάρκεια της συλλογής υπογραφών υπέρ των αντιπάλων του Lukashenko, αναγνωριστικά κουδουνίσματα εναντίον της αστυνομίας προκειμένου οι διαδηλωτές να πλησιάσουν στο ένα ή το άλλο σημείο της πόλης δίχως συλλήψεις, εμφάνιση με T-shirt που έφεραν την επιγραφή Psycho3% κα. To τμήμα των «επαναστατών» στα κοινωνικά δίκτυα συγκέντρωνε πληροφορίες για τους «σκλάβους και τους υπηρέτες του καθεστώτος» – δημοσιογράφους, αξιωματούχους και τους εκπροσώπους των εκλογικών επιτροπών. Η υπόθεση έφτασε στο παράλογο: κάποιος άγνωστος «ριζοσπάστης» άφησε ένα «σωρό» πάνω στο χαλάκι της εισόδου του διαμερίσματος του αστυνόμου Ganchevich ενώ δημοφιλή έγιναν τα flash mobs για τον ίδιο λόγο.

Αυτού του είδους η τακτική αποδείχθηκε επιτυχής, κυρίως εξαιτίας της έλλειψης πολιτικών ελευθεριών στη χώρα. Για πολλά χρόνια οι αρχές απαγόρευαν ή «μετέφεραν» τις πορείες σε ερημικές πλατείες. Στο νόμο για τις ογκώδεις διαδηλώσεις δεν περιλαμβάνονται οι πικετοφορίες. Ενώ για τη δραστήρια συμμετοχή σε διαδηλώσεις μπορεί κανείς να αποβληθεί από το πανεπιστήμιο ή να χάσει τη δουλειά του.  Γι’ αυτό το λόγο η αντιπολίτευση προσπάθησε να δράσει κυρίως με ειρηνικά και νόμιμα μέσα, επιχειρώντας να προσελκύσει περισσότερο με δημιουργικές ιδέες τους ανθρώπους.

Κινητοποίηση

Ως αποτύπωμα πίσω από τα flash mobs προέκυψαν οι ογκώδεις διαδηλώσεις στους δρόμους, περαιτέρω «θερμές» κατά τη σύλληψη του Tyhanovskyi και του Babariko. Η φυλάκιση του τραπεζίτη αποτυπώθηκε ως μια εξάλειψη του ανταγωνιστή ενώ τη φυλάκιση του μπλόγκερ τη σχολίασε η ίδια η ανώτατη κρατική αρχή, έχοντας στην πραγματικότητα αντιληφθεί τα πολιτικά της επίδικα. «Τους έκανα σινιάλο» ανέφερε ο Lukashenko. Χιλιάδες ανθρώπων που βγήκαν στους δρόμους το Μάιο, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο απαιτούσαν την απελευθέρωση των υποψηφίων τους όπως και να τους επιτραπεί η συμμετοχή στις εκλογές. Οι δράσεις αυτές συνοδεύτηκαν από συλλήψεις.

Το Otpor, εξηγεί ο  Popović, προσέγγιζε προσεκτικά τους συμμάχους προς τις εκλογές, αντιλαμβανόμενο εξαιρετικά ότι δεν μοιράζονται όλοι τη στρατηγική των μη βίαιων μεθόδων πάλης. Αυτό ειδικά οι διαδηλωτές του Μινσκ στις 14 Ιουλίου το ξέχασαν. Κοντά στο πάρκο Gorky την ημέρα που η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή απέρριψε τους Tyhanovskyi και Babariko από την εγγραφή στη λίστα υποψηφίων για τις προεδρικές εκλογές, κάποιος άγνωστος – είτε σταλμένος προβοκάτορας είτε όχι – αποφάσισε να έρθει δυναμικά αντιμέτωπος με τα λευκορωσικά ΜΑΤ. Τα κρατικά ΜΜΕ αμέσως αξιοποίησαν το λάθος, εφόσον κατηγόρησαν όλους τους διαδηλωτές για έκνομες πράξεις.

Όπως έδειξαν τα κατοπινά γεγονότα, ο Ιούνιος και η αρχή του Ιουλίου στάθηκαν το ζενίθ διαμόρφωσης του κινήματος της αντιπολίτευσης κατά τη διάρκεια της καμπάνιας ως την ημέρα των εκλογών. Κατά την ύστερη ανάπτυξη της όμως η διαμαρτυρία αυτού του είδους δεν κέρδισε ιδιαιτέρως, εξαιτίας της απουσίας στο πρόγραμμα της εναλλακτικών υποψηφίων με ελκυστικές ιδέες στο επίπεδο της κοινωνικής και της οικονομικής σφαίρας.

Το ΑΕΠ στη Λευκορωσία αναπτύσσεται χαμηλότερα από το διεθνή μέσο όρο, ως 0.3% κατά την πορεία των τελευταίων ετών. Το επίπεδο του μέσου μισθού στην πρωτεύουσα το Μάιο του 2020 σε σύγκριση με τους εαρινούς μήνες του 2019 αυξήθηκε κατά 20%, ως τα 729$ (μισθός) κατά την τρέχουσα περίοδο, ενώ σε όλη τη χώρα κατά μέσο όρο σήμανε αύξηση 8,7%, ως τα 505,9$ (μισθός). Πρόκειται για μια φανερά υψηλότερη αύξηση απ’ ότι σημειώθηκε στο νότιο γείτονα της Λευκορωσίας. Σύμφωνα με το Derzkomstat στην Ουκρανία το Μάιο του 2020 κατά μέσο όρο το εισόδημα έφτανε τα 394$ ενώ στο Κίεβο τα 568$. Αλλά αυτή η αξία είναι κατ’ ουσίαν χαμηλότερη από τον δυτικό γείτονα της Λευκορωσίας – την Πολωνία, σύμφωνα με την στατιστική υπηρεσία Główny Urząd Statystyczny, το μέσο εισόδημα το Μάιο έφτανε τα 1.294 $. Ο μισθός στο Μινσκ περιλαμβάνει τον επίσημα γνωστό μέσο μισθό της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Έτσι με βάση τα δεδομένα της Росстат στο μέσο πολίτη της χώρας το Μάιο αντιστοιχούσαν 49.300 ρούβλια (674,54$). Πρόκειται δηλαδή για περίπου 700$ με βάση τις τρέχουσες αξίες. Μολονότι τα πραγματικά έσοδα είναι ως γνωστόν χαμηλότερα.

Είναι δύσκολο λοιπόν να διεξαχθεί επιθετική τακτική και να συνενωθεί σε μαζική κινητοποίηση όταν δεν υπάρχουν ισχυρή πτώση του επιπέδου ζωής, όργιο εγκληματικότητας, κραυγαλέα κοινωνική ανισότητα και ηχηρά σκάνδαλα διαφθοράς. Παρ’ όλα αυτά η συγκέντρωση της Tyhanovskaya στις 29 Ιουλίου συγκέντρωνε από 18.000, όχι κι ό,τι καλύτερο γι’ αυτό το σημείο του Μινσκ, (κατά το Υπουργείο Εσωτερικών), ως 60.000 ανθρώπους (κατά τους ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων). Πρόκειται για υψηλούς αριθμούς για κάποιον που μετέχει σε προεκλογική εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές κατά τα τοπικά κριτήρια.

Τα κρατικά ΜΜΕ, ευρισκόμενα πλήρως υπό τον έλεγχο του ιθύνοντος προέδρου, όπως είναι και ο κανόνας, δεν αναπαράγουν αυτές τις εκδηλώσεις. Η αποσιώπηση γεννά τη δυσπιστία και την επιθυμία να μάθει κανείς την «αλήθεια» σε εναλλακτικές πηγές πληροφόρησης. Στο κύριο τηλεοπτικό κανάλι της χώρας τρέχει το πρόγραμμα «Υπό τον έλεγχο του προέδρου» ενώ τα στούντιο παραχωρήθηκαν σε καριερίστες. Στη Λευκορωσία προέκυψε κλώνος του Kishelev, ο πολιτικός αρθρογράφος Andrey Kryvosheev, που διηύθυνε την Ένωση Δημοσιογράφων της Λευκορωσίας το Φεβρουάριο. Μόλις δυο χρόνια πριν ο σύζυγος της εκπροσώπου τύπου της κυβέρνησης, ο Ivan Eysmont έγινε πρόεδρος της Belteleradiokompaniya. Το τυπικό βίντεο-θέμα στην τηλεόραση είναι η σπορά και ο θερισμός, όπου παρουσιάζοντας τη δύσκολη αγροτική εργασία, οι δημοσιογράφοι υπαινίσσονται την φροντίδα των αρχών για τους πολίτες, προκαλώντας στον θεατή το αίσθημα υπερηφάνειας για τη χώρα, την ηρεμία για το μέλλον της, διαμορφώνοντας την υπακοή απέναντι στην κυβέρνηση και τον πρόεδρο.

Η αντιπολίτευση μπόρεσε να αξιοποιήσει τη δυσαρέσκεια της κοινωνίας με την επίφαση των αντι-δημοφιλών μεθόδων των αρχών προς εμπόδιση της διάδοσης του COVID-19. Η διευθύντρια έκδοσης της «Hartiya-97» (Βαρσοβία) Natalya Radina πρότεινε μάλιστα να συγκληθεί το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ , δίνοντας κίνητρα γι’ αυτό βάσει της χειροτέρευσης της επιδημιολογικής κατάστασης στο κράτος: την άνοιξη ο Lukashenko πρότεινε τη διεξαγωγή του πολέμου με την επιδημία «στο πεδίο της μάχης» αντί για την εφαρμογή μιας καραντίνας μεγάλης κλίμακας, μέτρου που εφαρμόστηκε στην πλειοψηφία των χωρών του κόσμου. Αυτού του είδους το μέτρο επέτρεψε στις εταιρείες να συνεχίσουν τις εργασίες τους και να διεξαχθεί η σπορά στο χωριό. Στη χώρα δεν έπαυσαν οι μαζικές εκδηλώσεις, συμπεριλαμβανομένου του πρωταθλήματος ποδοσφαίρου. O Lukashneko αντιλήφθηκε εξαιρετικά ότι η άλλη επιλογή θα ενίσχυε τους αντιπάλους του – στις διαδηλώσεις θα έβγαιναν και χιλιάδες άνεργοι.

Ακριβώς τη στιγμή της λήψης της απόφασης να πολεμήσει «κατά μονάς» τον κορονοϊό, η χώρα αντιμετώπιζε ισχυρή πληροφοριακή απομόνωση από τον έξω κόσμο. Κυρίως από τη Ρωσία. Το πλήρωμα του καναλιού OPT, αφού τράβηξε πλάνα για ένα προπαγανδιστικό θέμα δήθεν αναφορικά με την απόκρυψη από τις αρχές της Λευκορωσίας των πραγματικών διαστάσεων της επιδημίας, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Ενώ δυο μέρες αργότερα – στις 9 Μαίου, ένα σεβαστό μέρος Ρώσων πολιτικών επιστημόνων συνηγόρησε στο μεγαλορωσικό σοβινισμό, βρίσκοντας κακώς καμωμένη την παρέλαση για την Ημέρα Νίκης στο Μινσκ. Ο Lukashenko είχε ήδη κατηγορήσει το κανάλι «NEzygar» και «τις δομές του Babic» (ο Babic είναι πρώην πρόξενος και έκτακτος εκπρόσωπος του προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας στη Λευκορωσία) για ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας.

Το επίπεδο της υποκρισίας της αντιπολίτευσης αναφορικά με την επίφαση της εφαρμογής οργανωτικών μέτρων τάχα για τη «σωτηρία της ζωής των πολιτών» αποκαλύφθηκε στη συγκέντρωση της Tyhanovskaya τον Ιούλιο, που δεν κατέστη παράδειγμα εφαρμογής των ατομικών μέτρων προστασίας και κοινωνικής αποστασιοποίησης στο 1,5 μέτρο.

Επικοινωνία με τον πληθυσμό και τους ακτιβιστές

Οι αρχές της Λευκορωσίας εδώ και πολλά χρόνια προσπαθούν να σταματήσουν τη  χρηματοδότηση της αντιπολίτευσης από το εξωτερικό και στην τρέχουσα προεκλογική καμπάνια για τις προεδρικές εκλογές μείωσαν, κατά το μέγιστο, το χρόνο για τη συλλογή υπογραφών, γεγονός που εν μέρει προσδιόρισε και τη σύνθεση των συμμετεχόντων της. Οι πολιτικοί έπρεπε ως μέσο κινητοποίησης να χρησιμοποιήσουν τις πηγές πληροφοριών της νεολαίας με ξεκάθαρα νεοφιλελεύθερη και εθνικιστική ρητορική: tut.by, ράδιο “Свобода”, kyky.org, citydog.by, The Village Belarus, naviny.by και πολλές άλλες, καθώς και τις προσπάθειες του δικτύου σύντομων «μηνυμάτων-καναλιών» του δημοφιλή blogger Stepan Pytilo και του πρώην δημοσιογράφου στο ραδιόφωνο “Свобода” Roman Protasevich (NEXTA), ο οποίος από το Νοέμβριο του περασμένου έτους καθοδηγούσε την προπαγάνδα από το εξωτερικό.

Αν στο ακροατήριο των Babariko και Chepkalo μπορούμε υπό όρους να αποδώσουμε τους πλούσιους, τους επιχειρηματίες και τη διανόηση, τότε η υπόσχεση του Tyhanovskyi απευθύνεται μάλλον στους μικροαστούς και τους ανέργους. Η αντιπολιτεύομενη “Наша нива” δεν εμπιστεύτηκε τον μπλόγκερ και διεξήγαγε έρευνα σχετικά με τη χρηματοδότηση του καναλιού του που ήταν αρκετά σκιώδης. Και όταν στο διαμέρισμα της μητέρας του, ανακάλυψαν 900.000$, η σύζυγος  του Tyhanovskyi δήλωσε ότι αν διέθετε τόσα χρήματα, ο άντρας της “σίγουρα δεν θα αγωνιζόταν για τα δικαιώματα του απλού λαού”.

Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ουκρανία και η προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία πριν από 6 χρόνια άρχισε να γυρίζει την κοινή γνώμη των Λευκορώσων προς την πιο “ξεκούραστη” και προβλέψιμη Δύση. Μάλιστα η διαμάχη μεταξύ Μόσχας και Μινσκ για τις τιμές των πηγών ενέργειας και τη μη εισαγωγή αγροβιομηχανικών προϊόντων στη ρωσική αγορά χάλυβα στάθηκαν σημεία ανάπτυξης εθνικιστικών διαθέσεων από τη μία πλευρά και αλαζονείας της μεγάλης δύναμης από την άλλη. Οι κατηγορίες των Λευκορώσων παραγωγών από την πλευρά του Rospotrebnadzor στην πραγματικότητα, συχνά αποδεικνύονται ως αγώνας με τους ανταγωνιστές τους. Ο Λουκασένκο ούτε μια φορά δεν επεσήμανε το ρόλο του στην υπόθεση των εταιρειών που σχετίζονται με την οικογένεια του πρώην διευθυντή του Минсельхоз της Ρωσικής Ομοσπονδίας Alexander Tkachev. Κατά τα τελευταία πέντε χρόνια πολύ πιο ισορροπημένη συμπεριφορά διαθέτουν τα κρατικά ΜΜΕ της Λευκορωσίας – δίχως μανούβρες, όχι όπως εκείνα της Ρωσίας. Για παράδειγμα, τη σύλληψη των στρατιωτών της ιδιωτικής πολεμικής βιομηχανίας “Wagner” στο σανατόριο κάτω από το Μινσκ οι ειδικοί την σχολίασαν όσο πιο σωστά γινόταν.

Παρ ‘ όλες τις προσπάθειες των αντιπάλων του Lukashenko, “η διεθνής κοινότητα” στην αρχή δεν επέδειξε την αμέριστη προσοχή της στην πορεία της προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές στη Λευκορωσία. Μετά τη διάλυση της μεγαλύτερης στην ιστορία της χώρας, συγκέντρωσης διαμαρτυρίας στα τέλη του 2010, η Ευρωπαϊκή Ένωση οργάνωσε την επιβολή  πολιτικών και οικονομικών κυρώσεων εναντίων των πρωταρχικών προσώπων του κράτους. Για τα μέτρα αυτά όμως επιβάλλονται μαζικοί ξυλοδαρμοί. Μάλιστα οι αρχές που διέλυσαν τις συγκεντρώσεις των πολιτών ήταν ήδη έτοιμες να τους επαναλάβουν, όπως ακριβώς συνέβη στις 9 Αυγούστου.

Επειδή ο πρόεδρος συχνά χρησιμοποιεί σοσιαλιστική φρασεολογία (πενταετές πλάνο, η Μόσχα είναι η πρωτεύουσα της πατρίδας μας, μπουρζουαζία κλπ.), οι συλλήψεις στους δρόμους τροφοδοτούν όχι μόνο τους δυσαρεστημένους έναντι της πολιτικής του αλλά και έναντι του σοσιαλισμού. Ο κριτικά σκεπτόμενος νέος, διαμαρτυρόμενος εναντίον της αστυνομίας, συχνά μετατρέπεται σε αντικομουνιστή και στη συνέχεια σε νεοφιλελεύθερο ή εθνικιστή. Οι απαγορεύσεις οδηγούν στη μία περίπτωση, στην απολίτικη στάση ή στην άλλη περίπτωση σε ινφαντισμό(πολιτική ανωριμότητα), σε ετοιμότητα δηλαδή να υποστηρίξει οποιονδήποτε αντίπαλο του Λουκασένκο. Αυτό ουσιαστικά το στοιχείο διευκόλυνε την επικοινωνία των αντιπάλων της εξουσίας με τους ψηφοφόρους τους.

Δημιουργία θετικής εικόνας του κινήματος

Και όμως κύριος υποψήφιος για τις τρέχουσες εκλογές έπρεπε να γίνει ο Viktor Babariko. Στην πραγματικότητα, αποτελούσε την πηγή της θετικής εικόνας του κινήματος. Η μητροπολιτική φιλελεύθερη διανόηση ήξερε τον τραπεζίτη ως μαικήνα στον τομέα του πολιτισμού. Αγόραζε έργα σύγχρονης τέχνης και μοντερνιστική ζωγραφική Λευκορώσων καλλιτεχνών, ειδικότερα τους πίνακες ζωγραφικής  του καλλιτέχνη Haim Sytin, για την ιδιωτική του συλλογή. Σε συνέντευξη του ο Babariko κατάφερε ταυτόχρονα να παραμείνει  ριζοσπάστης εθνικιστής μα και υποστηρικτής των κανονικών σχέσεων με τη Ρωσία, ενώ σιώπησε σχετικά με την κατασκευή του Σταθμού Πυρηνικής Ενέργειας στο Οστραβιέτς και είπε ότι δεν τον πειράζει η εμφάνιση Λευκορώσων ολιγαρχών.

O φιλικά προσκείμενος έναντι του συνασπισμού εναντίον του Λουκασένκο και πολιτικός Vladimir Milov, που για μεγάλο χρονικό διάστημα εργάστηκε στην κυβέρνηση με την “Gazprom”, αποκλείει πλήρως την αυτονομία του τέως επικεφαλής της θυγατρικής μονοπωλίου φυσικού αερίου (αναφέρεται στον Babariko και τους οικονομικούς δεσμούς του με την Gazprom). Παρά το μεγάλο αριθμό των συνεντεύξεων, σχετικά με την οικονομικό του πρόγραμμα ο τραπεζίτης δεν έλεγε τίποτα επικαλούμενος την έλλειψη δεδομένων προς ανάλυση.

Χρειάζονται στη βάση και την ανάλυση πραγματικά δεδομένα, τα οποία για την ώρα δυστυχώς δεν βρίσκονται στα χέρια μου ενώ πρέπει να οικοδομήσουμε ένα επιχειρηματικό σχέδιο για την ανάπτυξη της Λευκορωσίας. Δεν πιστεύω σε κανέναν οικονομικό πρόγραμμα που βασίζεται σ’ εκείνους τους αριθμούς που υπάρχουν σε ζωντανή και ανοικτή πρόσβαση – είπε.

Αλλά είπε και κάτι ακόμα. Σε συνέντευξη του, ο Babariko προτείνει την αποκρατικοποίηση του εκπαιδευτικού συστήματος, κατά το πρότυπο των χωρών της Σκανδιναβίας, όπου στην εκπαιδευτική διαδικασία εμπλέκονται ιδιωτικές εταιρείες. Μέχρι που στο Γκέτεμποργκ ξεκίνησε τη λειτουργία του κι ένα θρησκευτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα για τζιχαντιστές.

Την άνοιξη ο τραπεζίτης εμπλέχτηκε στο σκάνδαλο που σχετίζεται με την εταιρεία του γιου του Edward, που αργότερα κατηύθυνε την προεκλογική του βάση –  την πλατφόρμα Ulej. Η Belgazprombank μοίρασε τις μεγάλες της δωρεές στην έκδοση των βιβλίων της Svetlana Alekseyevich. Αποδείχθηκε όμως ότι η online υπηρεσία έλαβε το 10% από τις μεταφράσεις, κάτι που πολλοί δεν ήξεραν ότι υπήρχε.

Τον Ιούνιο, οι αρχές κατηγόρησαν τον Babariko για φοροδιαφυγή και προσπάθεια διαφυγής εκτός της χώρας 400 εκατ. $ μέσω της λιθουανικής τράπεζας ATV’S. Τώρα ο τραπεζίτης βρίσκεται υπό κράτηση.

Τα κοινά σχέδια των αντιπάλων του Λουκασένκο στις εκλογές αναφορικά με τον  τομέα της οικονομίας εξέφρασε κάποιος άλλος υποψήφιος. Σε συνέντευξή της στην εφημερίδα “Белорусы и рынок ” η Anna Kanopachkaya δήλωσε ότι είναι “συνεπής υποστηρίκτρια της αποκρατικοποίησης των πάντων χωρίς εξαίρεση για τους τομείς της οικονομίας: από το σύμπλεγμα των πετροχημικών και την εξόρυξη μέχρι την αγροτική παραγωγή και την εναέρια συγκοινωνία”. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση που έρθει στην εξουσία, θα βρεθούν σε ιδιωτικά χέρια το αεροδρόμιο “Μινσκ 2”, το συνδικάτο “Belneheftim” (περιλαμβάνει τα διυλιστήρια στο Mozir και το Novopolotsk, καθώς και “Hrodna Azot” που σήμερα βρίσκεται σε απεργία αλλά και η θυγατρική της “Himvolokno”), η “Belaruskalyi” και άλλες επιχειρήσεις.

Κύριο όπλο και ταυτόχρονα φιάσκο από την πλευρά των αντιπάλων του Λουκασένκο στάθηκαν τα fake news –λ.χ. αναφορικά με ακόμα μια χαμηλή κατάταξη του προέδρου ( 3%) στα γκάλοπ. Στο μικρό παντοπωλείο “Симбал” ξεκίνησαν μάλιστα να πωλούν μπλουζάκια με την επιγραφή “ПСИХО3%”, αλλά οι αρχές το έκλεισαν με το πρόσχημα των καταγγελιών από την πλευρά των ιδιοκτητών που το νοίκιαζαν. Το περίεργο είναι ότι την είδηση περί του 3% από τα «κανάλια μηνυμάτων» την αναπαρήγαγε και το Euronews, το οποίο γρήγορα ζήτησε συγγνώμη για το γεγονός και ακύρωσε την καταγραφή της.

Και μολονότι η πλαστή στατιστική έδωσε αυτοπεποίθηση στους διαδηλωτές, κατά τις πλήρως ρεαλιστικές στατιστικές παρουσιάζουν 24% της υποστήριξης τον Μάιο στο κέντρο του κράτους, στο πλέον παραδοσιακά αντιπολιτευτικό Μινσκ. Υπό αυτές τις συνθήκες το fake new περί του 3% ξεγύμνωσε το πρόβλημα δημοσιότητας της λευκορωσικής κοινωνιολογίας. Στη Λευκορωσική δημοκρατία μόνο το κράτος ασχολείται με την καταγραφή της κοινής γνώμης της κοινωνίας αναφορικά με τις ποσοστιαίες μετρήσεις των πολιτικών. Και στο βαθμό που απέναντι του υπάρχει μικρή εμπιστοσύνη ενώ η κοινωνιολογία είναι μια επιχείρηση δίχως ενδιαφέρον, εμφανίζονται «αξιόπιστες» μετρήσεις στις «εθνικές δημοσκοπήσεις» σε αντιπολιτευτικές online πηγές.

Έτσι λοιπόν η παρουσίαση του έμπιστου προσώπου της Tyhanovskaya στην πόλη Grodno με επαίνους για τον Αδόλφο Χίτλερ ήταν αυθεντική. Μολονότι αυτή τραβούσε επί μακρόν τις επεξηγήσεις, δημιουργεί την εντύπωση ότι οι υπόγειες συνομιλίες στα πλαίσια της αντιπολίτευσης είναι νόρμα. Έτσι ο μπλόγκερ ΝΕΧΤΑ στην ερώτηση αναφορικά με την κατάσταση, που είναι καλύτερες στη Λευκορωσία απ’ ότι στην Πολωνία, απάντησε:

Στη Λευκορωσία τα πράγματα είναι πιο καθαρά. Δεν μιλάω μόνο για τους δρόμους, που τους καθαρίζουν αυτά τα φτωχαδάκια. Αλλά (μιλάω) και γι’ αυτό, ό,τι δηλαδή στη Λευκορωσία τα πράγματα είναι καθαρότερα και στο φυλετικό επίπεδο. Ας το πούμε έτσι, δεν είμαι ρατσιστής, αλλά είναι η πραγματικότητα. Επειδή κανείς δεν θέλει να έρθει εδώ, ας πούμε, στη Λευκορωσία.

Ετοιμότητα απέναντι στην καταστολή και σύστημα κατάρτισης ακτιβιστών

Στα βιβλία του ο Popović εξηγεί: πρέπει κανείς να φτιάξει μαζικό κίνημα όταν διαθέτει μέλη που δεν θα φοβούνται την επαφή με την αστυνομία και τις δυνάμεις καταστολής. Γι’ αυτό το λόγο χρειάζονται ειδικά σεμινάρια, στα οποία πρέπει να αναφέρονται τα πάντα, αναφορικά με αυτά που περιμένουν το άτομο σε περίπτωση σύλληψης, δίκης, φυλάκισης κα. Μόνο που εκπαιδευτές για χιλιάδες ακτιβιστές «προς επιλογή» δεν εμφανίστηκαν στη Λευκορωσία.

Σ’ αυτή την κατεύθυνση δημιουργήθηκε τάχα μια σειρά ανώνυμων πρωτοβουλιών. Για παράδειγμα, η online υπηρεσία «Zubr» παρέχει δεδομένα για τη σύσταση όλων των εκλεκτικών επιτροπών, η πλατφόρμα «Chestnye Liudy» συλλέγει πληροφορίες για την επίβλεψη των εκλογών, τις καταπατήσεις της νομοθεσίας κι εν μέρει τις απορρίψεις υπογραφών για τους υποψηφίους στις προεδρικές εκλογές. Επίσης η υπηρεσία ασχολείται με την απασχόληση των θυμάτων της «καταστολής». Ανάλογη μ’ αυτήν υπηρεσία με κενές θέσεις υπάρχει και στο ByChange. Αλλά ο Popović υπογραμμίζει ότι δεν πρέπει να υπερεκτιμάμε τον ρόλο της τεχνολογίας του διαδικτύου. Όπως και να’ χει οι μάζες πρέπει να βγουν στους δρόμους.

Ούτε ένα όμως από τα σχέδια της «παλιάς» αντιπολίτευσης δεν «άνοιξε πυρ»: ούτε το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Ανθρωπιστικών Σπουδών στη Βίλνα, που δημιουργήθηκε για την παραγωγή της «νέας ελίτ» 15 χρόνια πριν ούτε το «Πρόγραμμα Kalinowski» για διαγραφέντες φοιτητές λόγω πολιτικών κινήτρων ούτε και το τηλεοπτικό κανάλι «Belsat». Το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Ανθρωπιστικών Επιστημών χρησιμοποιεί το πρόγραμμα της νεολαίας σαν χαραμάδα για μετανάστευση ενώ το «Belsat» που εκπέμπει από την Βαρσοβία δεν κατάφερε ακόμη να γίνει το «τραγούδι των σειρήνων». Τυπικό θέμα: οι κάτοικοι της Ρωσικής Ομοσπονδίας είναι υπέρμαχοι του τσάρου και υποστηρικτές της βίας ενώ αντίθετα οι Λευκορώσοι θέλουν την ελευθερία τους.

Σχεδόν 10 χρόνια πριν, ο φοιτητής του «Λευκορωσικού Κολλεγίου» και μελλοντικός συντάκτης αυτού του κειμένου βρέθηκε σ’ ένα θερινό θέρετρο για την προετοιμασία πολιτικών ακτιβιστών στη Βαρσοβία. Για τη συμμετοχή ήταν αρκετή μια έκθεση με θέμα την «δικτατορία». Η εκπαίδευση των μελλοντικών ηγετών της αντιπολίτευσης συμπεριλάμβανε διαλέξεις πάνω στα δικαιώματα του ατόμου, τα δημοκρατικά δικαιώματα, την ελευθερία λόγου και τα ΜΜΕ, τις πτυχές ανάδυσης των ΜΚΟ κα. Έγιναν παρουσιάσεις από εκπροσώπους του «Belsat», γνωστούς πολιτικούς επιστήμονες, οικονομολόγους και πολιτικούς. Όλα τα έξοδα για αυτό το θερινό σεμινάριο πληρώθηκαν από δομές των ΗΠΑ. Αλλά εξεπλάγην έντονα όταν είδα εκεί να συνυπάρχουν πρωτάρηδες και πλήρως διαμορφωμένοι ακτιβιστές. Για να καταλάβετε, θέσεις στο «θερινό σεμινάριο» δεν έλαβαν μόνο φοιτητές αλλά και φίλοι των διοργανωτών. Και η εντελώς γνωστή σήμερα Λευκορωσίδα ποιήτρια, η οποία αργότερα έγραφε και απήγγειλε στίχους προς τιμή του «μαχητή ενάντια στο καθεστώς” Milinkevich, βρισκόταν τότε επικεφαλής.

Όμως το πιο ξεκάθαρο γεγονός στα πλαίσια εκείνου του σεμιναρίου στάθηκε η γνωριμία μας με τον εκπρόσωπο του Υπουργείου Εξωτερικών εκείνης της χώρας (της Πολωνίας). Ευθέως στην ενημέρωση του γραφειοκράτη του υπουργείου καταγραφόταν ότι τον επόμενο χρόνο η Πολωνική Δημοκρατία θα μοίραζε πολλά χρήματα για την ανάπτυξη της δημοκρατίας καθώς και στο «πρόγραμμα Kalinowski», περισσότερα απ’ ότι τον προηγούμενο. Όλοι χειροκρότησαν ομόθυμα ενώ εγώ καθόμουν και σκεφτόμουν πως όλο αυτό πρόκειται για τη χρηματοδότηση ενός πραξικοπήματος.

Η τωρινή κατάσταση στη Λευκορωσία θυμίζει την Ουκρανία κατά τη διετία 2013-2014 – με την έννοια ότι όσοι δεν είναι ικανοποιημένοι με την οικονομική κατάσταση, το επίπεδο των πολιτικών ελευθεριών, την κατάσταση στην εκπαίδευση, στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης και στον πολιτισμό αναζητούν υποστήριξη στη δεξιά. Από την πλευρά του πολιτισμού αντίστοιχους προσανατολισμούς διαμορφώνουν η αντικομουνίστρια Svetlana Alekseyevich, οι τηλεοπτικές σειρές που χειρίζονται τη συνείδηση όπως το «Chernobyl» της HBO, η διάσημη κωμωδία «Ηrystal» όπου η δημιουργική νεολαία διακρίνεται επικερδώς μέσα σ’ ένα φόντο ηλικιωμένων της υπαίθρου, «οι ενέσεις υποστήριξης» υπέρ του Kyropat, η υποκίνηση του μίσους εναντίον των Ρώσων και ο αντι-μεγαλορωσικός εθνικισμός. Εντέλει προκύπτει ότι αν τοποθετείσαι εναντίον του Babariko, είσαι το φαράσι της «ρωσικής ειρήνης», και χρήζεις περίθαλψης.

Λόγω της έλλειψης αριστερών κομμάτων οι εργάτες και οι υπάλληλοι των βασικών επιχειρήσεων δεν εκπροσωπούν τα δικά τους συμφέροντα. Πολλοί είναι έτοιμοι να δουλέψουν υπερωρίες παρ’ όλη τη βλάβη στην υγεία τους, την οικογενειακή τους ζωή, την εκπαίδευση και σε κάθε άλλη περίπτωση. Μπορεί ακόμα να ακούσει κανείς από τους συνταξιούχους : «Οι Λευκορώσοι πρέπει να μπουν στην Ενωμένη Ευρώπη». Αυτό το λένε συχνά οι γονείς εκείνων που ήδη μετανάστευσαν στις πλούσιες χώρες της ΕΕ. H έξοδος των εργοστασιακών εργατών στις πολιτικές συναντήσεις αυτής της εβδομάδας εξηγείται με πολλούς τρόπους.

Οι κομουνιστές δεν έλαβαν καθόλου μέρος στην τρέχουσα εκλογική καμπάνια. Για μια σειρά αντικειμενικών και υποκειμενικών αιτιών δεν προέκυψε αριστερό κίνημα στη Λευκορωσία. Τα τελευταία δέκα χρόνια σημειώθηκαν μόλις κάποια βήματα προς την ανάπτυξη ενός «αριστερού youtube». Όμως εκτός του ψηφιακού κόσμου αναφύονται ακόμη προβλήματα με περαιτέρω επιπτώσεις. Έτσι ο εκπρόσωπος ενός από τους κύκλους της πόλης αφηγήθηκε στον συντάκτη αυτού του άρθρου πως λίγο πριν τις εκδηλώσεις μνήμης ο επικεφαλής ενός εκ των κομμάτων του ζήτησε να βρει κοντάρι για μια κόκκινη σημαία. Αρκετοί «αριστεροί» εκλιπαρούν για οικονομική στήριξη από τις αρχές. Παραδείγματος χάρη, ο ηγέτης του κόμματος «Spravedlivyi Mir» Sergey Kalyakin στην προεκλογική καμπάνια των εκπροσώπων του Λευκορωσικού Εθνικού Μετώπου και εκείνος του Ενωμένου Κόμματος των Πολιτών ζήτησαν από την κυβέρνηση περίπου 500.000$. Ο Kalyakin «συνενώθηκε» με τους δεξιούς ήδη από το 2003, μπαίνοντας στον συνασπισμό «ΠИТЁРКА+» (όπου μετέχουν το κεντροδεξιό κόμμα БНФ, το δεξιό κόμμα ΟΓΠ, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Λευκορωσίας, το Κόμμα της Εργασίας και το Κόμμα Κομουνιστών της Λευκορωσίας) ενώ ένα μέρος των «δικαίων» πρόθυμα συμμετείχε στα δεξιά δρώμενα των διαδηλώσεων.

Οι οργανώσεις όμως που υφίστανται στα χαρτιά, δίχως τη στήριξη των εργατών, μεταβάλλονται είτε σε όχλο είτε σε πολύ στενά συγκεντρωτικές δομές, γεγονός το οποίο και στις δύο περιπτώσεις οδηγεί στο ίδιο αξιοθρήνητο αποτέλεσμα. Στη Λευκορωσία λατρεύουν να αντιγράφουν τα παραδείγματα της Ρωσίας. Παραδείγματος χάρη, στην πρωτεύουσα υπάρχει μια ομάδα κομουνιστών, η οποία δημιουργήθηκε από το φαν κλαμπ του Ταμείου των εργαζομένων της Ακαδημίας του Mihail Popov. Στην κατάσταση αυτή, όταν δηλαδή στη χώρα δεν υπάρχουν αριστερά κόμματα ή μαχητικά συνδικάτα, διάφοροι «αριστεροί» συνδέονται με την άνοδο του οικονομικού αγώνα των εργατών στη συγκυρία της άφιξης στην εξουσία νεοφιλελεύθερων, εθνικιστικών δυνάμεων. Στα πλαίσια λοιπόν αυτής της επίφασης τέτοιοι «αριστεροί» υπολογίζουν ότι θα μπορέσουν να φέρουν την εξουσία αυτή σε κατά πολύ χειρότερες πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές συνθήκες. Ο Viktor Babariko είχε ήδη δηλώσει ότι σε περίπτωση δικής του νίκης θα κλείσει μια σειρά επιχειρήσεων. Ποιες είναι λοιπόν οι πιθανότητες προώθησης απεργιών σε συνθήκες ανεργίας ή πίεσης των εθνικιστών ή ακόμα και μαζικής μετανάστευσης στην Ρωσική Ομοσπονδία και την Πολωνία;

Αυτό που εμπόδιζε τους αριστερούς ήταν είτε να τροφοδοτήσουν με μέσα περιφρούρησης αυτούς που πρέπει κατά τη διάρκεια της πανδημίας ή μήπως να συμμετέχουν στη διανομή του νερού όταν προέκυψε ζημιά στην υδροδότηση του Μινσκ; Όλα αυτά τα έκαναν οι δεξιοί, μην αγνοώντας την προπαγάνδα. Για χατίρι όμως της αλήθειας αξίζει να σημειωθεί ότι οι αριστεροί δεν έχουν ούτε σπόνσορες ούτε τους επαρκούν οι προμήθειες, η στήριξη των ΜΜΕ, οι πρωτοβουλίες ούτε και η εμπειρία. Και σαν αποτέλεσμα αυτοί σχεδόν δεν λαμβάνουν μέρος στην κοινή ζωή.

Θα αλλάξει έτσι λοιπόν η εξουσία στη Λευκορωσία; Παρόμοιες διαδηλώσεις ξεδιπλώθηκαν στη χώρα και παλιότερα: οι «σιωπηρές δράσεις» τις Τετάρτες του 2011 όπως κι εκείνες «ενάντια του παρασιτισμού» το 2017. Ενώ πολιτικοί ανάλογοι των Chepkalo και Babariko, τους οποίους σήμερα αντικατοπτρίζουν οι αποδείξεις της διάσπασης της ελίτ, υπήρχαν και παλιότερα: οι Anatoly Lebedko, Andrey Sannikov και πολλοί άλλοι. Οι εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης ήδη από τον Ιούνιο ξεκίνησαν να καλούν σε κινητοποιήσεις «στην πλατεία» ως και αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ψηφοφορίας στις 9 Αυγούστου. Έτσι λοιπόν οι αρχές προετοιμάστηκαν, προστρέχοντας ωστόσο στην ωμή καταστολή, την οποία χρησιμοποίησαν κατά γράμμα εναντίον των αντιπάλων τους.

Ως αποτέλεσμα, η κατάσταση άλλαξε βαθιά και είναι βασικό να διακρίνουμε αυτούς που βγαίνουν στους δρόμους τις τελευταίες μέρες. Πολλοί, στους οποίους περιλαμβάνονται οι εκπρόσωποι των εργατικών ενώσεων, οι εκπαιδευτικοί, οι γιατροί και οι απεργοί εργάτες των πολυάριθμων βιομηχανικών επιχειρήσεων τίθενται εναντίον των γκλομπ των δυνάμεων ασφαλείας. Οι δηλώσεις των κύριων συνδικάτων επιπλέον τίθενται εναντίον των χτυπημάτων,  απαιτώντας εκκαθάριση όλων των οργάνων της εξουσίας και τιμωρία των παραβατών υπαλλήλων του Υπουργείου Εσωτερικών. Βέβαια και παρά το γεγονός ότι η αντιπολίτευση του Λουκασένκο διαθέτει σήμερα τις πιο μεγάλες ευκαιρίες εκκινώντας από το 1994, η πολιτικοποίηση στη χώρα είναι προσωρινή και θυμίζει τις προηγούμενες, που πραγματοποιήθηκαν ανά 5 χρόνια στις προεκλογικές εκστρατείες.

Σημειώσεις μετάφρασης

Страна для Жизни: Χώρα για ζωή (ρωσικά και λευκορωσικά)

flash mobs: μορφή δρώμενου και κινητοποίησης όπου ένα πλήθος συγκεντρώνεται ταχύτατα σε δημόσιο χώρο, διεξάγει μια συγκεκριμένη δράση ή διαμαρτυρία και κατόπι διαλύεται άμεσα.

Наша нива: Το χωράφι μας (λευκορωσικά)

Svetlana Alekseyevich: αντικομουνίστρια Λευκορωσίδα λογοτέχνης, που έλαβε το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2015 ακριβώς λόγω της αντικομουνιστικής ταυτότητας του έργου της.

Белорусы и рынок: οι Λευκορώσοι κι οι αγορά (ρωσικά και λευκορωσικά)

Φαράσι: η ρωσική λέξη «совок», που στα ελληνικά σημαίνει «φαράσι», στη σημερινή αργκό χρησιμοποιείται για να αποτυπώσει περιπαικτικά τον άνθρωπο της σοβιετικής εποχή ή εκείνον που την αναπολεί.

Εκδηλώσεις μνήμης: οι εορταστικές εκδηλώσεις στη μνήμη της νίκης του Κόκκινου Στρατού έναντι της Ναζιστικής Γερμανίας, που τόσο στη Ρωσία όσο και στη Λευκορωσία πραγματοποιούνται στις 9 Μαίου.

Πηγή: liva.com.ua

Μετάφραση: antapocrisis.gr