Άρθρα

Τέσσερις διαλέξεις για τη Ρωσική Επανάσταση

Το antapocrisis αναδημοσιεύει το δελτίο τύπου για την κυκλοφορία του βιβλίου του Βασίλη Λιόση “Τέσσερις διαλέξεις για τη ρωσική επανάσταση”. Μπορείτε να το προμηθευτείτε από τις εκδόσεις ΚΨΜ.

Έχουμε υπερβεί τον έναν αιώνα από τη ρωσική επανάσταση, το κομμουνιστικό κίνημα είναι βυθισμένο σε μία πολυετή κρίση αλλά παρόλα αυτά το 1917 συνεχίζει να εγείρει ζωηρές συζητήσεις.

Το ανά χείρας βιβλίο δεν κάνει απλώς μία ταξινόμηση των ιστορικών γεγονότων. Υπάρχουν άλλα πονήματα που αυτό το έχουν ήδη κάνει.

Κυρίως διερευνά τέσσερα ειδικά ζητήματα-ερωτήματα:

α) Ποια η σημασία της επανάστασης του 1905;
β) Ποιο το περιεχόμενο της θεωρητικής διαμάχης Λένιν-Τρότσκι για τον χαρακτήρα της ρωσικής επανάστασης;
γ) Το 1917 συνιστούσε μία πραγματική επανάσταση ή ήταν ένα πραξικόπημα των μπολσεβίκων;
δ) Πώς επέδρασε η ρωσική επανάσταση στην αστική σκέψη και πολιτική;

Οι απαντήσεις των ερωτημάτων αυτών δεν προσβλέπουν σε άγονες ιδεολογικές συγκρούσεις αλλά θέλουν να συνδεθούν με το μέλλον, όσο κι αν αυτό φαίνεται να έχει ξηρασία, όπως λέει ο ποιητής.

Τέσσερις σταθμοί στην πορεία των μπολσεβίκων προς την Οκτωβριανή Επανάσταση

Επιχειρήσαμε να κρατήσουμε – όσο αυτό ήταν δυνατόν – τέσσερα βασικά συμπεράσματα από την πορεία των μπολσεβίκων προς την εξουσία. Ο λόγος της επιμονής μας σε “συμπεράσματα από την πορεία προς την εξουσία” είναι ότι δεν μπορούμε να μεταλλάξουμε την Οκτωβριανή Επανάσταση σε μια “στιγμή” ή σε μια “δυνατότητα” καταπώς την περιορίζουν πολλές σημερινές αναφορές. Η Οκτωβριανή ήταν η κορυφαία Επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας, μια ιστορική και μαζική κοινωνική αλλαγή, προϊόν μιας μεγάλης και μακράς διαδικασίας. Η αναζήτηση των σταθμών, των τομών και των ανατροπών αυτής της διαδικασίας μας επιτρέπει να καταλάβουμε όχι μόνο της ιστορικότητα της Οκτωβριανής Επανάστασης, αλλά και την επικαιρότητά της.

1. «Γκρίζα η κάθε θεωρία, φίλε μου ακριβέ, το χρυσοδέντρι της ζωής πράσινο θάλλει»

Με αυτόν τον στίχο του Γκαίτε επιχειρεί ο Λένιν να θέσει τη βασική μέθοδο με την οποία οφείλουν να αντιμετωπίζουν τα πράγματα οι μπολσεβίκοι. Να μη φοβούνται τις τομές και τις ανατροπές, να βλέπουν ότι το φαινόμενο είναι πολύ πιο πλούσιο από τον νόμο, να κατανοούν τους περίπλοκους μηχανισμούς και τις στροφές της ιστορίας.

Οι θέσεις του Απρίλη είναι το κορυφαίο δείγμα αυτής της λογικής κατά το 1917. Δεν πρόκειται απλά για την ανατροπή των «καθιερωμένων σχημάτων» που είχαν οι μπολσεβίκοι και το επαναστατικό κίνημα και που -δικαίως βασίζονταν- στην προηγούμενη πείρα της επανάστασης του 1905. Πρόκειται για μια τομή – που αποτελεί την αναγκαία και ικανή συνθήκη να μετατρέψει τους μπολσεβίκους από μειοψηφικούς παρακολουθητές της ιστορίας σε μαζικούς πρωταγωνιστές και διαμορφωτές της. Οι θέσεις του Απρίλη είναι σταθμός γιατί ανατρέπουν την «παλιά μπολσεβίκικη γραμμή» για το τι πρέπει να γίνει στην αστικοδημοκρατική επανάσταση. Σύμφωνα με αυτή τη γραμμή, το εργατικό κίνημα οφείλει να πρωταγωνιστήσει ενάντια (και όχι μαζί – αυτό έχει σημασία) στην αστική τάξη στα αστικοδημοκρατικά αιτήματα και στην ανατροπή του φεουδαρχισμού, αλλά δεν μπορεί παρά να ολοκληρωθεί η αστικοδημοκρατική επανάσταση για να τεθεί το ζήτημα του περάσματος στο επόμενο στάδιό της, στη σοσιαλιστική επανάσταση.

Αυτή η θέση, η «παλιά μπολσεβίκικη» θέση, κατά πολύ κουτσουρεμένη, βρίσκει κολοβή εφαρμογή στην πολιτική των εσέρων και των μενσεβίκων. Υποστηρίζουν ότι σήμερα, μετά την Επανάσταση του Φλεβάρη, πρέπει να ολοκληρωθούν βαθμιαία και σταδιακά οι αστικές μεταρρυθμίσεις και ότι φυσικά δεν είναι ώριμο το πέρασμα στο σοσιαλισμό, καθώς οι αστικοδημοκρατικές αλλαγές ακόμα εκκρεμούν. Φυσικά οι μενσεβίκοι και οι εσέροι ακολουθούν όχι απλά τη γραμμή της αναμονής ώστε να ολοκληρωθούν οι αστικοδημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, αλλά στην πάλη ενάντια στο παλιό, οι μικροαστοί του σοσιαλισμού στρατεύονται μαζί και όχι ενάντια στην αστική τάξη. Θεωρούν ότι το ξεκαθάρισμα με τη φεουδαρχία είναι έργο της αστικής τάξης, το οποίο οι σοσιαλιστές ελέγχουν, πιέζουν ή επιταχύνουν. Αυτή η θέση οδηγούσε στην υποστήριξη της Προσωρινής Κυβέρνησης (όποια μορφή και αν αυτή έπαιρνε, ακόμη και την πλέον αντιδραστική), πολύ απλά γιατί οι συνθήκες δεν ήταν ώριμες για να κυβερνήσουν οι εργάτες. Τα φεουδαρχικά κατάλοιπα υπήρχαν ακόμη, επομένως η εκκαθάρισή τους δεν μπορεί παρά να ήταν έργο των αστών.

Οι θέσεις του Απρίλη σκάνε σαν βόμβα όχι επειδή υποστηρίζουν γενικώς ότι οι εργάτες πρέπει να πάρουν την εξουσία. Αλλά επειδή υποστηρίζουν ότι η αστική επανάσταση έχει ολοκληρωθεί, έχει ήδη πραγματοποιηθεί η «επαναστατική δημοκρατία των εργατών και των αγροτών» και αυτή δεν είναι άλλη από την εντελώς πρωτότυπη μορφή των Σοβιέτ. Οι θέσεις του Απρίλη εισάγουν από την πραγματική ζωή στη θεωρία τη δυαδική εξουσία, δηλαδή τη συνύπαρξη της μιας εξουσίας (της αστικής με τη μορφή της Προσωρινής Κυβέρνησης), δίπλα στην άλλη (της εργατοαγροτικής με τη μορφή των Σοβιέτ). Οι δύο εξουσίες συνυπάρχουν και επομένως αυτό που άμεσα τίθεται δεν είναι η αναμονή για την ολοκλήρωση των αστικοδημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, αλλά το ερώτημα του ποια εξουσία τελικά θα κυριαρχήσει σε βάρος της άλλης. Είναι άλλωστε σαφές ότι πρόκειται για δύο εξουσίες εντελώς ανταγωνιστικές. Οι θέσεις του Απρίλη σκάνε σαν βόμβα επειδή υποστηρίζουν ότι οι εργάτες πρέπει να πάρουν την εξουσία τώρα.

Ο λόγος που οι εργάτες τον Μάρτη ή τον Απρίλη του 1917 πρέπει να πάρουν την εξουσία, δεν είναι ότι παντού και πάντα ζητάμε σοσιαλισμό. Το τροτσκιστικό ρεύμα που ανακάλυψε ότι ο Λένιν «αυτοδιορθώθηκε» με τις θέσεις του Απρίλη και μετατοπίστηκε στις σωστές θέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης, δεν πρέπει να ξεχνάει ότι ακόμη και ένα χαλασμένο ρολόι δύο φορές τη μέρα δείχνει τη σωστή ώρα.

Ο λόγος που οι εργάτες στη Ρωσία (σύμφωνα με τους μπολσεβίκους) έπρεπε άμεσα να πάρουν την εξουσία ήταν η δημιουργία των Σοβιέτ.

Στα γράμματα για την τακτική, στο πρώτο γράμμα, την εκτίμηση της στιγμής, ο Λένιν γράφει:

Ύστερα απ’ την επανάσταση του Φλεβάρη η εξουσία βρίσκεται στα χέρια μιας άλλης, νέας, τάξης, δηλαδή της αστικής τάξης.

Το πέρασμα της κρατικής εξουσίας από τα χέρια μιας τάξης στα χέρια μιας άλλης είναι το πρώτο, το κύριο, το βασικό γνώρισμα της επανάστασης. Μ’ αυτή την έννοια η αστική ή αστικοδημοκρατική επανάσταση στη Ρωσία τέλειωσε.

Στο σημείο αυτό ακούμε το θόρυβο των διαφωνούντων, που πρόθυμα αυτοαποκαλούνται «παλιοί μπολσεβίκοι»: δεν λέγαμε λοιπόν πάντοτε πως η αστικοδημοκρατική επανάσταση τελειώνει μόνο με την «επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς»; Μήπως η αγροτική επανάσταση, που είναι επίσης αστικοδημοκρατική, τέλειωσε; Μήπως, απεναντίας, δεν είναι γεγονός πως η επανάσταση αυτή ούτε άρχισε καν;

Απαντώ: γενικά τα μπολσεβίκικα συνθήματα και ιδέες έχουν επιβεβαιωθεί πλέρια από την ιστορία, συγκεκριμένα όμως τα πράγματα διαμορφώθηκαν διαφορετικά απ’ ό,τι θα μπορούσε να περιμένει κανείς, πιο πρωτότυπα, πιο ιδιόμορφα, πιο ποικιλόμορφα.

Το να αγνοείς, το να ξεχνάς αυτό το γεγονός θα σήμαινε να εξομοιώνεσαι με κείνους τους «παλιούς μπολσεβίκους», που πολλές φορές κιόλας έπαιξαν θλιβερό ρόλο στην ιστορία του Κόμματος μας, επαναλαβαίνοντας αβασάνιστα μια αποστηθισμένη διατύπωση, αντί να μελετήσουν την ιδιομορφία της νέας, της ζωντανής πραγματικότητας.

Η διατύπωση αυτή πάλιωσε πια. Η ζωή την έβγαλε από το βασίλειο των διατυπώσεων και την έμπασε στο βασίλειο της πραγματικότητας, της έδωσε σάρκα και οστά, τη συγκεκριμενοποίησε κι έτσι την τροποποίησε.

Η επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς πραγματοποιήθηκε κιόλας, αλλά εξαιρετικά πρωτότυπα, με μια σειρά εξαιρετικά σπουδαίες τροποποιήσεις… Τώρα είναι απαραίτητο να κάνουμε χτήμα μας τούτη την αναντίρρητη αλήθεια, ότι ο μαρξιστής πρέπει να παίρνει υπόψη του τη ζωντανή πραγματικότητα, τα ακριβή γεγονότα της πραγματικότητας, και όχι να εξακολουθεί να αγκιστρώνεται από τη θεωρία του χτες, που, όπως και κάθε θεωρία, στην καλύτερη περίπτωση προδιαγράφει απλώς το βασικό, το γενικό, πλησιάζει απλώς στη σύλληψη της πολυπλοκότητας της ζωής.

Αυτό που έχει σημασία στο παραπάνω απόσπασμα δεν είναι τόσο οι θέσεις του Απρίλη αυτές καθαυτές. Είναι η προτροπή να παίρνουμε υπόψη αυτό που γεννά η πραγματικότητα και όχι να αγκιστρωνόμαστε στο ένα ή στο άλλο σχήμα. Οι μπολσεβίκοι, οι πλέον άκαμπτοι, αυστηροί και σκληροί της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος, μας έμαθαν καθόλη τη διάρκεια του 1917, ότι η νίκη δεν έρχεται με την αγκίστρωση στο σχήμα, αλλά με την αντίληψη της πραγματικότητας και την προσαρμογή σε αυτά που η πραγματικότητα ορίζει. Τα παραδείγματα του 1917 είναι πολλά και δεν αφορούν μόνο τις θέσεις του Απρίλη. Για παράδειγμα το σύνθημα «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» αποτελεί το βασικό σύνθημα των μπολσεβίκων. Λίγοι ξέρουν ή θυμούνται ότι αυτό το σύνθημα μέσα στο 1917 ήλθε, απήλθε και επανήλθε τρεις φορές. Ανάλογα με τη συγκυρία, τη στιγμή, τη ζωντανή πραγματικότητα.

2. Επανάσταση ή πραξικόπημα;

Το πραξικόπημα των μπολσεβίκων ή ο «βιασμός της ιστορίας» είναι μια συνηθισμένη απολογητική για το 1917. Ο χαρακτηρισμός του λενινισμού ως «γιακωβινισμού» είναι κάτι που έρχεται και επανέρχεται στις αποτιμήσεις του Οκτώβρη. Ανεξάρτητα αν αυτές οι κατηγορίες προέρχονται από ορκισμένους εχθρούς του κομμουνιστικού κινήματος βρίσκουν συχνά ανοιχτά και πρόθυμα αυτιά.

Το προσεκτικό διάβασμα της πορείας των μπολσεβίκων από τον Φλεβάρη στον Οκτώβρη, θα αποδείξει μια εμμονική θα έλεγε κανείς αναγνώριση της ανάγκης να κατακτηθεί η πλειοψηφία της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς. Σε αντίθεση με τις κοινές δοξασίες, οι μπολσεβίκοι δεν κατέλαβαν την εξουσία μόλις βρήκαν την ευκαιρία. Ευκαιρία είχαν, αν όχι να το πετύχουν, τουλάχιστον να το αποτολμήσουν πολλές φορές στη διάρκεια των έντονων πολιτικών κρίσεων που ταλαιπώρησαν την Προσωρινή Κυβέρνηση τον Απρίλιο, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1917. Αντίθετα, σε αυτές τις κρίσεις, οι μπολσεβίκοι στάθηκαν συχνά απέναντι στις πρόωρες φωνές των εξεγερμένων και απελπισμένων στρατιωτών -κυρίως- που ζητούσαν ανατροπή και σύλληψη της Προσωρινής Κυβέρνησης.

Αυτή η πλειοψηφική αντίληψη καθορίζει κάθε στιγμή της τακτικής και της πολιτικής των μπολσεβίκων. Τον Απρίλη του 1917, με το ξέσπασμα της πρώτης κρίσης της Προσωρινής Κυβέρνησης με αφορμή τη διακοίνωσή της υπέρ της συνέχισης του Πολέμου, ο Λένιν υπογραμμίζει:

Το δίδαγμα είναι καθαρό, σύντροφοι εργάτες! Ας μην χάνουμε καιρό. Την πρώτη κρίση θα τη διαδεχτούν και άλλες. Αφιερώστε όλες σας τις δυνάμεις στη διαφώτιση των καθυστερημένων για μια μαζική, συντροφική, άμεση (όχι μονο σε συγκεντρώσεις) προσέγγιση με το κάθε σύνταγμα, με την κάθε ομάδα των εργαζόμενων στρωμάτων που δεν άνοιξαν ακόμα τα μάτια τους! Αφιερώστε όλες σας τις δυνάμεις για τη δική σας συσπείρωση, για την οργάνωση των εργατών απο τα κάτω ως τα πάνω, στην κάθε συνοικία, στο κάθε εργοστάσιο, στο κάθε τετράγωνο της πρωτεύουσας και των προαστίων της! Μην αφήνετε να σας παραπλανήσουν ούτε οι μικροαστοί «συμβιβαστές» με τους καπιταλιστές, οι αμυνίτες, οι οπαδοί της «υποστήριξης», ούτε ορισμένα άτομα που έχουν την τάση να βιάζονται και να φωνάζουν «κάτω η Προσωρινή κυβέρνηση!», πριν ακόμα επιτευχθεί η σταθερή συσπείρωση της πλειοψηφίας του λαού. Την κρίση δεν μπορούμε να την ξεπεράσουμε με την άσκηση βίας απο ορισμένα πρόσωπα σε βάρος άλλων, με τη μεμονωμένη δράση μικρών ομάδων ενόπλων, με μπλανκιστικές απόπειρες «κατάληψης της εξουσίας», «σύλληψης» της Προσωρινής κυβέρνησης.

Σύνθημα της ημέρας: εξηγείτε ακριβέστερα, σαφέστερα, πλατύτερα τη γραμμή του προλεταριάτου, το δικό του δρόμο για τον τερματισμό του πολέμου. Συνταχθείτε πιο σφιχτά, πιο πλατιά, παντού στις προλεταριακές γραμμές και φάλαγγες! Συσπειρωθείτε γύρω από τα Σοβιέτ σας, και μέσα σ’ αυτά με συντροφική πειθώ και με επανεκλογή ορισμένων μελών φροντιστε να συσπειρώσετε γύρω σας την πλειοψηφία!

Οι μποσεβίκοι ακούραστα εξηγούσαν ότι το βασικό καθήκον είναι η κατάκτηση της πλειοψηφίας των Σοβιέτ. Στο Πρώτο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, ο μενσεβίκος Τσερετέλι κατηγορώντας εμμέσως τους μπολσεβίκους για την κάθετη και ανυποχώρητη κριτική τους στην Προσωρινή Κυβέρνηση είπε το περίφημο «δεν υπάρχει στη Ρωσία σήμερα κάποιο κόμμα που να θέλει και να μπορεί να πάρει την κυβέρνηση». Η ακόμη πιο περίφημη απάντηση του Λένιν «υπάρχει» δεν στάθηκε μόνη της. Οι μπολσεβίκοι δεν ζητούσαν να πάρουν την εξουσία. Ζητούσαν να περάσει η εξουσία στα Σοβιέτ, ακόμα και όταν σε αυτά ήταν οικτρή μειοψηφία. Το θέμα της εξουσίας τέθηκε τότε μόνο όταν το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ ήταν αδύνατο να γίνει με ειρηνικό τρόπο (ο Κερένσκι προετοίμαζε ανοικτά την αντεπανάσταση) και ταυτόχρονα οι μπολσεβίκοι είχαν την πλειοψηφία στα Σοβιέτ και επομένως τη λαϊκή και δημοκρατική νομιμοποίηση να σχεδιάσουν και να πραγματοποίησουν την εξέγερση. Σε εκείνη λοιπόν την αντιπαράθεση στο Πρώτο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, δίπλα στο «υπάρχει» ο Λένιν συμπληρώνει «δώστε μας την εμπιστοσύνη σας να σας δώσουμε το πρόγραμμά μας». Ποια βαθύτερη πίστη στην πραγματική δημοκρατία μπορεί να δηλωθεί, ποιος μεγαλύτερος σεβασμός στην πλειοψηφία του αγωνιζόμενου λαού μπορεί να υπάρξει όταν αντί να ζητηθεί η εξουσία ζητιέται η εμπιστοσύνη;

Οι μενσεβίκοι και οι εσέροι είχαν για ψωμοτύρι την κατηγορία του μπλανκισμού ενάντια στον λενινισμό. Αντίθετα οι μπολσεβίκοι, ακόμα και όταν κλήθηκαν από την αυθόρμητη εξέγερση των ναυτών και των στρατιωτών της 5ης Ιούνη να ανατρέψουν την Προσωρινή Κυβέρνηση, απάντησαν αρνητικά. Τα Σοβιέτ δεν είχαν κερδηθεί, παρέμειναν κάτω από τη μικροαστική επιρροή.

Φυσικά με όση επιμονή οι μπολσεβίκοι αρνήθηκαν να κινηθούν πραξικοπηματικά, όταν και όσο τα Σοβιέτ βρίσκονταν υπό μικοραστική ηγεμονία, με άλλη τόση αποφασιστικότητα έμελε να διεκδικήσουν την εξουσία όταν τα Σοβιέτ αποτίναξαν την μικροαστική επιρροή και τοποθετήθηκαν ανταγωνιστικά απέναντι στην αστική εξουσία.

3. Τι ήταν τα Σοβιέτ;

Αν στην Οκτωβριανή Επανάσταση το σύνθημα «Γη, ειρήνη, ψωμί» απαντούσε στο ΤΙ, το σύνθημα «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» απαντούσε στο ΠΩΣ. Ολόκληρη η γραμμή των μπολσεβίκων μετά την Φεβρουαριανή Επανάσταση, χώρεσε σε τρεις μόνο λέξεις. Με το σύνθημα αυτό στις σημαίες του, το κόμμα του Λένιν κατάφερε να μετατραπεί από μικρή (ή και ασήμαντη) μειοψηφία σε πλειοψηφική δύναμη της ρώσικης επανάστασης και να καθοδηγήσει την επανάσταση του Οκτώβρη με τις κοσμοϊστορικές αλλαγές που έφερε.

Τα Σοβιέτ ήταν εξουσία, προτούν την αναλάβουν τυπικά και επίσημα στις 25 Οκτώβρη του 1917. Από την πρώτη ημέρα της ύπαρξής τους, την 28η Φλεβάρη του 1917, τα Σοβιέτ αποτελούσαν μορφή εξουσίας της εργατικής τάξης και των αγροτών. Κατά τη διατύπωση του Λένιν αποτελούσαν την ιδιαίτερη έκφραση της «επαναστατικής σημοκρατικής δικτατορίας των εργατών και των αγροτών», στην εκπληκτικά ιδιόμορφη κατάσταση όπου αυτή συμπλέκονταν και συνυπήρχε με την εξουσία των αστών.

Υπήρξαν ως πραγματική εξουσία, με δύναμη που επιβάλλονταν ανά πάσα στιγμή από τον υπαρκτό συσχετισμό δυνάμεων. Ήταν τέτοιος ο συσχετισμός που η πρώτη διαταγή του Σοβιέτ Πετρούπολης, την 1η Μαρτίου του 1917 αναφέρει ότι οι στρατιώτες μπορούν να υπακούουν στην Προσωρινή Κυβέρνηση, μόνο στο βαθμό που οι διαταγές της δεν έρχονταν σε αντίθεση με το Σοβιέτ.

Τα Σοβιέτ αποτελούσαν την ειδική μορφή της εξουσίας των εργατών και των φτωχών αγροτών έτσι όπως διαμορφώθηκε στη Ρωσία του 1917. Στην πορεία μετεξελίχθηκαν από «μορφή εξουσίας» σε «θεσμό εξουσίας», στη σοβιετική εξουσία της μετεπαναστατικής Ρωσίας. Τα Σοβιέτ από την πρώτη στιγμή, ήταν ο ένας από τους δύο πόλους της δυαδικής εξουσίας. Κόντρα στον πρώτο πόλο, αυτόν της αστικής εξουσίας με τη μορφή της αστικής κυβέρνησης, βρίσκονταν ο δεύτερος, αυτός της εργατικής και αγροτικής εξουσίας. Ακόμη και όταν τα Σοβιέτ βρίσκονταν υπό εσερο-μενσεβίκικο έλεγχο, η σχέση ανάμεσα στους δύο πόλους της εξουσίας δεν έπαυε να είναι ανταγωνιστική.

Το σύνθημα «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» συμπύκνωνε όλη τη γραμμή των μπολσεβίκων γιατί υπενθύμιζε ότι η αιτία της κρίσης και της καταστροφής που πλανιέται πάνω από τη Ρωσία είναι το «αφύσικο» μοίρασμα της εξουσίας ανάμεσα στην Προσωρινή Κυβέρνηση και τα Σοβιέτ. Ο Λένιν θεωρούσε ότι αυτή η «δυαδική εξουσία» δεν μπορεί να υπάρχει επί μακρόν:

Τι είναι το Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών; Η ταξική του σημασία βρίσκεται στο ότι αποτελεί άμεση εξουσία… Ο ρόλος των Σοβιέτ, η σημασία μιας τέτοια δικτατορίας, ειναι η οργανωμένη βία ενάντια στην αντεπανάσταση, η περιφρούρηση των κατακτήσεων της επανάστασης προς το συμφέρον της πλειοψηφίας και με στήριγμα την πλειοψηφία. Δεν μπορεί να υπάρχει δυαδική εξουσία σε ένα κράτος.

Σε κάθε στιγμή της πολιτικής πάλης, ο Λένιν επιμένει ότι το κρίσιμο ζήτημα που χωρίζει τους μπολσεβίκους από τις αστικές δυνάμεις είναι το τι είναι το Σοβιέτ.

Το Σοβιέτ των εργατών βουλευτών δεν είναι επαγγελματική οργάνωση, όπως το θέλει η αστική τάξη. Ο λαός το βλέπει διαφορετικά και πιο σωστά: το βλέπει σαν εξουσία.

Το τι είναι τα Σοβιέτ όμως χώριζαν τους μπολσεβίκους και από τις μικροαστικές ηγεσίες των Σοβιέτ. Ο Λένιν κάνοντας κριτική στους εσέρους και στους μενσεβίκους, στο Πρώτο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, ξεκινά από αυτό ακριβώς το σημείο:

Το πρώτο και βασικό ζήτημα που μπαίνει μπροστά μας είναι τι είναι αυτά τα Σοβιέτ που συνήλθαν τώρα σε Πανρωσικό συνέδριο… Γιατί είναι παράξενο να μιλάς για επαναστατική δημοκρατία μπροστά στο Πανρωσικό συνέδριο των Σοβιέτ και να κρύβεις το χαρακτήρα αυτού του θεσμού, την ταξική του σύνθεση, το ρόλο του στην επανάσταση, να μη λες ούτε λέξη γι’ αυτό και ταυτόχρονα να έχεις την αξίωση να λέγεσαι δημοκράτης… Του κάκου νομίζουν ότι το ζήτημα αυτό είναι θεωρητικό, πως μπορεί τάχα αυτό το ζήτημα να παρακαμφθεί, του κάκου επικαλούνται το γεγονός ότι σήμερα θεσμοί ακριβώς αυτού ή εκείνου του είδους συνυπάρχουν με τα Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών. Μάλιστα, συνυπάρχουν. Μα αυτό ακριβώς γεννάει αναρίθμητες παρανοήσεις, συγκρούσεις και προστριβές.

Οι μπολσεβίκοι διαχωρίζονται από τους μενσεβίκους και τους εσέρους καθώς οι δεύτεροι φλυαρούν για την «επαναστατική δημοκρατία» αλλά δεν βλέπουν τα Σοβιέτ ως εξουσία. Τα βλέπουν ως δύναμη ελέγχου και πίεσης στην Προσωρινή Κυβέρνηση. Για τον Λένιν τα Σοβιέτ έχουν επιβληθεί ως την ανώτερη μορφή εξουσίας που μπορεί να υπάρξει στη Ρώσικη Επανάσταση, ο δε στόχος των μπολσεβίκων είναι να πάρουν τα Σοβιέτ την εξουσία, τερματίζοντας την «κατ’ εξαίρεση» κατάσταση της δυαδικής εξουσίας.

…Το να καταλάβει την εξουσία μια ομάδα είναι ακόμη λίγο. Η ρώσικη επανάσταση ανέβηκε πιο ψηλά: άλλη εξουσία εκτός απο το Σοβιέτ δεν μπορεί να υπάρξει, και αυτό φοβάται η αστική τάξη. Όσο δεν θα έχουν πάρει τα Σοβιέτ την εξουσία, εμείς δεν πρόκειται να την πάρουμε.

Το σύνθημα «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» σήμαινε για τους μπολσεβίκους ότι η εξουσία πρέπει να σταματήσει να μοιράζεται ανάμεσα στα συμβούλια των εργατών και αγροτών και στην Προσωρινή Κυβέρνηση των αστών. Θεωρούσαν ότι όπως η Προσωρινή Κυβέρνηση διεκδικεί την εξουσία για λογαριασμό της τάξης την οποία εκπροσωπεί, έτσι και τα Σοβιέτ οφείλουν να διεκδικήσουν την εξουσία για την εργατική τάξη και τη φτωχή αγροτιά.

…Η κυβέρνηση πρέπει να ανατραπεί, αυτό όμως δεν το καταλαβαίνουν όλοι σωστά. Όταν η εξουσία της Προσωρινής κυβέρνησης στηρίζεται στο Σοβιέτ των εργατών και των βουλευτών, δεν είναι δυνατό να την ανατρέψουμε «απλώς». Μπορούμε και πρέπει να την ανατρέψουμε κατακτώντας την πλειοψηφία στα Σοβιέτ. Ή μπροστά, προς την παντοκρατορία των Σοβιέτ των εργατών και στρατιώτων βουλευτών, ή πίσω, προς τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.

Η σημασία αυτής της τοποθέτησης βρίσκεται στην επιμονή ότι τα Σοβιέτ αποτελούν μορφή εξουσίας. Αποτελούν τον ένα από τους δύο πόλους της δυαδικής εξουσίας (που δεν μπορεί – είναι αφύσικο σε ένα ταξικό κράτος η δυαδική εξουσία να υπάρχει επί μακρόν). Το κεντρικό μήνυμα τωνμπολσεβίκων ήταν ότι η εξουσία δεν μπορεί να μοιραστεί με τους αστούς.

Το πρόβλημα για τους μπολσεβίκους ήταν ότι τα ίδια τα Σοβιέτ δεν δέχονταν να αναλάβουν «όλη την εξουσία». Θεωρούσαν – υπό την επιρροή εσέρων και μενσεβίκων – ότι η εξουσία ανήκει στην αστική τάξη και στην κυβέρνησή της. Από την άλλη μεριά, οι μπολσεβίκοι θεωρούσαν ότι η ανατροπή της Προσωρινής Κυβέρνησης δεν μπορεί παρά να γίνει κατακτώντας την πλειοψηφία στα Σοβιέτ. Αυτή η πεποίθηση καθοδήγησε την πορεία και τη δράση των μπολσεβίκων από τον Απρίλη μέχρι τον Οκτώβρη.

Το «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» πέρα από την εξαιρετική συμπύκνωση όλης της γραμμής σε τρεις λέξεις, αποτέλεσε και ένα κορυφαίο δείγμα στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος. Για τους μπολσεβίκους η στρατηγική δεν είχε να κάνει με τους αντικειμενικούς όρους, με την επανάσταση αυτή καθεαυτή. Η στρατηγική αφορούσε τους υποκειμενικούς όρους του κινήματος. Η στρατηγική των μπολσεβίκων δεν ήταν να πάρουν την εξουσία, αλλά να δημιουργήσουν τους υποκειμενικούς όρους για να μπορέσουν να πάρουν την εξουσία. Αυτή η βάση βρίσκεται στην άρνηση των μπολσεβίκων να βιαστούν, να ακολουθήσουν πραξικοπηματικές λογικές, πρόωρες και μειοψηφικές απόπειρες κατάληψης της εξουσίας.

Από τότε μέχρι σήμερα, το σύνθημα «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» αλλά και τα Σοβιέτ ως λέξη έχουν δεινοπαθήσει. Κάτω από μια τρέχουσα παραφιλολογία και τρομακτική παρανόηση, τα Σοβιέτ θεωρούνται κάτι σαν τα συνδικάτα ή τα σωματεία. Σαν μια «εργατική συνέλευση» ή «εργατικές επιτροπές». Σαν κάτι που μπορεί να ιδρυθεί με ένα κάλεσμα στους εργαζόμενους. Τα Σοβιέτ ποτέ δεν ήταν απλά «όργανα του κινήματος» ή «μορφή οργάνωσής του». Ήταν κάτι πολύ περισσότερο. Ήταν ο δείκτης ότι η αστική εξουσία είναι σε κρίση και αναγκάζεται να μοιράζεται την εξουσία με τον εχθρό της. Και προφανώς αυτή η δυαδική κατάσταση δεν μπορεί να υπάρχει επί μακρόν.

4. Η Μπολσεβίκικη επιμονή

Όλη η σκέψη και η δράση των μπολσεβίκων περιστρέφεται με τεράστια προσήλωση στο κεντρικό ζήτημα της Επανάστασης που είναι το ζήτημα της εξουσίας. Ακόμη και όταν στις θέσεις του Απρίλη ο Λένιν αναγνωρίζει ότι οι μπολσεβίκοι είναι μια πολύ μικρή μειοψηφία, ακόμη και όταν στις διαδοχικές πολιτικές κρίσεις οι μπολσεβίκοι θεωρούν ότι πρέπει να είναι προσεκτικοί, να μη βιάζονται, να μην υπερπηδούν τα στάδια της ταξικής πάλης που βρίσκονται μπροστά τους, ακόμη και τις μέρες του Ιούλη που φαινόταν ότι η αντεπανάσταση θριαμβεύει, ο στόχος δεν έφευγε μπροστά από τα μάτια των μπολσεβίκων.

Αυτή η πρωτόγνωρη στην ιστορία πολιτική επιμονή έφερε το γνωστό κοσμοϊστορικό αποτέλεσμα. Μετά τον Σεπτέμβρη, όταν και οι μπολσεβίκοι αρχίζουν να κατακτούν την πλειοψηφία στο ένα μετά το άλλο Σοβιέτ, με τρομακτική επιμονή τίθεται από τον Λένιν η ανάγκη κατάκτησης της εξουσίας. Στα όρια του «εκβιασμού» του κόμματος, ο ηγέτης των μπολσεβίκων ζητά να συζητηθούν στο κόμμα τα γράμματά του που θέτουν στην ημερήσια διάταξη την ένοπλη εξέγερση. Μιλά έντονα για την εξέγερση ως τέχνη όχι για να πει ότι είναι καλλιτεχνικό ζήτημα το ζήτημα της επανάστασης αλλά γιατί σε τέτοιες στιγμές πρέπει να υπάρχει πρακτική σκέψη και προετοιμασία για την επανάσταση και όχι συζήτηση και θεωρητικολογία. Ο ίδιος ο Λένιν παίρνει ενεργά μέρος στον ορακτικό και οργανωτικό σχεδιασμό, μελετά χάρτες, σχεδιάζει τις κινήσεις, γράφει διαταγές στα ένοπλα τμήματα της επανάστασης.

Τα 15 προηγούμενα χρόνια οι μπολσεβίκοι προσηλώθηκαν με όλες τις αναγκαίες τακτικές, στροφές, προσαρμογές και καθημερινές αλλαγές στον κεντρικό τους στόχο. Ήταν υπόδειγμα ενός κόμματος που υπήρξε για κάποιο σκοπό, για να αλλάξει την κοινωνία παίρνοντας την εξουσία. Οι οποιεσδήποτε τακτικές τους υπηρετούσαν το στρατηγικό τους στόχο.

Με αταλάντευτη επιμονή και προσήλωση δεν απομακρύνθηκαν ποτέ από αυτόν. Όταν τις πρώτες ημέρες του Σεπτέμβρη, μετά τον ενθουσιασμό από τη νίκη επί του Κορνίλοφ, κάποιοι μπολσεβίκοι εμφανίζουν σημάδια «πανεθνικής ενότητας», δείχνοντας -οριακά- ανοχή στην Προσωρινή Κυβέρνηση, ο Λένιν παρεμβαίνει δυναμικά, σχεδόν βίαια για να υπενθυμίσει ότι άλλαξε μεν η τακτική αλλά όχι ο στρατηγικός στόχος. Η Προσωρινή Κυβέρνηση εξακολουθεί να είναι ο αντίπαλος. Το ίδιο σχεδόν βίαιη, σε αντίθεση με όλη σχεδόν την ΚΕ των μπολσεβίκων είναι η αντίθεσή του στη διαρροή της απόφασης των μπολσεβίκων για την εξέγερση από τους Κάμενεφ και Ζηνόβιεφ. Και όταν διαπιστώνει ότι πολλές από τις τοποθετήσεις του δεν βρίσκουν την αρμόζουσα προσοχή για να συζητηθούν στην ΚΕ δεν διστάζει να απευθυνθεί σε μεμονωμένους συντρόφους εφιστώντας τους την προσοχή για την κρισιμότητα της στιγμής. Πέρα από τα πολιτικά αντανακλαστικά και τη σωστή εκτίμηση της κατάστασης, με αυτά τα παραδείγματα καταλαβαίνουμε το μέγεθος της προσήλωσης και της επιμονής.

Για τον Οκτώβρη του 1917

Θέσεις της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

1. 100 χρόνια μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση, και έχοντας μια συνολική υποχώρηση του κομμουνιστικού κινήματος, η κυρίαρχη τάξη πραγμάτων προβάλλει με κάθε τρόπο και μέσο ως «μοναδική αντικειμενική δυνατότητα» οργάνωσης της κοινωνίας το καπιταλιστικό σύστημα. Οι νικητές μετά το ορόσημο της τυπικής κατάρρευσης στο 1989 γράφουν ξανά την ιστορία γιατί στοχεύουν στη καθυπόταξη στην επιβολή της ιστορικής λήθης. Διατυμπανίζει με κάθε τρόπο και μέσο τη «ματαιότητα» κάθε απόπειρας ανατροπής του, το «ανέφικτο» μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση. Η μοιρολατρική αποδοχή αυτής της «ματαιότητας» από τις καταπιεζόμενες τάξεις και στρώματα, από τις νέες γενιές, αποτελεί βασικό όρο για τη διαιώνιση αυτού του συστήματος.

Σήμερα, η υπεράσπιση της επανάστασης και του σοσιαλισμού συνίσταται καταρχήν στην ιδεολογική αντεπίθεση για την καταπολέμηση αυτής της μοιρολατρίας, την ανάκτηση της πεποίθησης για τη δυνατότητα επαναστατικής ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος, τη δυνατότητα των ανθρώπων να ορίζουν τις ζωές τους, την αναγκαιότητα οικοδόμησης ενός άλλου κόσμου.Εχει σημασία η επιστροφή στο μέλλον να γίνεται με την υπεράσπιση της πρώτης εφόδου στον ουρανό και να ξαναφέρει σε αυτή τη συζήτηση τη νέα γενιά που αμήχανα, ατομικά, χωρίς προσδοκίες περπατάει στο μοιραίο και «αντικειμενικό μονόδρομο».Η Οχτωβριανή Επανάσταση ανήκει στην ιστορία της ανθρωπότητας. Δεν διαγράφεται, δεν παραμερίζεται, δεν αποσιωπάται, δεν ακυρώνεται. Αφορά όσους παλεύουν και υπηρετούν –ή θέλουν να υπηρετήσουν– την επιλογή της επανάστασης, αφορά την εργατική τάξη, τους λαούς, τους καταπιεζόμενους όλου του κόσμου. Δεν αφορά όσους –ομολογημένα ή ανομολόγητα– έχουν αποδεχτεί το «ανέφικτο» και «παρωχημένο» των επαναστάσεων, κυριαρχούνται από ρεφορμιστικές λογικές, ή έχουν ενταχθεί πλήρως στο σύστημα.

2. Το 1917 ήταν και παραμένει τομή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Μετέτρεψε την ουτοπία σε πραγματικότητα, και γι’ αυτήν την πραγματικότητα μιλάμε σήμερα. Σύμφωνα με τον Ένγκελς: «Τη θέση της πραγματικότητας που εξαφανίζεται, την κατακτάει μία καινούργια ζωοφόρα πραγματικότητα. Την κατακτάει ειρηνικά, αν η παλιά είναι τόσο φρόνιμη ώστε να πεθάνει χωρίς αντίσταση ή την κατακτάει με τη βία αν αντισταθεί σε αυτήν την πραγματικότητα, καθετί πραγματικό στο πεδίο της ανθρώπινης ιστορίας αποδείχνεται με τον καιρό παράλογο, δηλαδή με άλλα λόγια καθετί πραγματικό είναι προορισμένο να γίνει παράλογο, κάθετι το πραγματικό είναι καταδικασμένο από πριν να γίνει παράλογο και καθετί το λογικό στο ανθρώπινο κεφάλι είναι προορισμένο να γίνει πραγματικό, οσοδήποτε κι αν συγκρούεται με την υπάρχουσα φαινομενική πραγματικότητα». («Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της κλασικής γερμανικής φιλοσοφίας»).

Η επανάσταση του Οκτώβρη απέδειξε πως το καπιταλιστικό σύστημα δεν είναι μόνο άδικο και κακό αλλά είναι και ανατρέψιμο, είναι ένα πεπερασμένο σύστημα. Απέδειξε –και γι’ αυτό η απέχθεια και ο φόβος συνάμα– ότι τα πράγματα αλλάζουν, αλλάζουν ριζικά. Ότι οι νόμοι της οικονομίας της αγοράς, του κεφαλαίου, οι νόμοι της εξουσίας έχουν ένα τέλος μπροστά στη θέληση των ανθρώπων να αλλάξουν τη μοίρα τους.

Η ιστορία δίνει υλικό στη θεωρία. Ο Οκτώβρης περιλαμβάνει ένα τεράστιο σώμα απόψεων και πρακτικών. Γι’ αυτό και η μελέτη του θα διαρκεί πάρα πολύ. Η διαρκής μελέτη του, ακόμα κι αν δεν έχουμε πολλές ικανοποιητικές απαντήσεις στα βασανιστικά ερωτήματα του χθες, βοηθάει σε μια ανασύνθεση και προχώρημα της γνώσης, της πολιτικής επιστήμης, του επαναστατικού μαρξισμού, της οργάνωσης των κινημάτων, των εξεγέρσεων και των πολιτικών υποκειμένων… Δίνει υλικό για το σύγχρονο επαναστατικό κίνημα.

Η σύλληψη του νέου θα βοηθιέται από το παλιό, θα «αντιγράφει» δημιουργικά, στοιχεία του παρελθόντος. Η οποιαδήποτε απόπειρα θα αναμετριέται με την ιστορία της, τα νέα υποκείμενα και οι πρωτοπόροι άνθρωποι θα διαβάζουν αναγκαστικά τον Οκτώβρη. Δεν μπορεί να κοπεί το νήμα, όσο κι αν οι «νικητές» αυτό επιδιώκουν. Η συζήτηση για τον Οκτώβρη δεν μπορεί βεβαίως να παραμείνει στο τελετουργικό και νοσταλγικό μέρος. Είναι μία συζήτηση ενεστώτα χρόνου.

3. Ο Οκτώβρης διχάζει. Δικαίως, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τους δύο κόσμους, τις δύο βασικές τάξεις. Διχάζει, γιατί φοβίζει για την εποχή που άνοιξε: Την εποχή των προλεταριακών επαναστάσεων. Όμως η επανάσταση του Οκτώβρη και πολύ περισσότερο η συνέχειά της διχάζει και την κομμουνιστική αριστερά. Πέρα από τις ακαδημαϊκές μελέτες και αντιπαραθέσεις, υπάρχει πληθώρα προσεγγίσεων και επεξεργασιών από τους πολυποίκιλους –ισμούς της. Οφείλουμε όμως να αναγνωρίσουμε ότι υπάρχει τουλάχιστον ένα κοινό σημείο ενότητας, ταυτότητας και αφετηρίας. Η Οκτωβριανή Επανάσταση δεν ανήκει σε όλους, ανήκει όμως στη θεωρία και πολύ περισσότερο στην πράξη και στην ιστορία των σοσιαλιστικών αποπειρών. Ήταν η πρώτη γνήσια και νικηφόρα επανάσταση, συνέχεια και τομή των πρώτων αποπειρών του 1848 και της Κομμούνας του Παρισιού. Η επανάσταση του Οκτώβρη του ’17 αποτελεί το σημείο αναφοράς της απελευθερωτικής θεωρίας και πραχτικής, την αρχή του τέλους του καπιταλισμού.

4. Η επανάσταση, η κοινωνική επανάσταση, είναι η υψηλότερη μορφή της ταξικής πάλης. Αφορά την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, το πέρασμά της από τα χέρια μιας τάξης στα χέρια μιας άλλης. Είναι η σύγκρουση ανάμεσα στο παλιό που πεθαίνει και το καινούργιο που γεννιέται, είναι μια ριζική βαθιά αλλαγή της υπάρχουσας κοινωνικής κατάστασης. Η επανάσταση του Οκτώβρη είναι το συνταίριασμα της ωρίμανσης των αντικειμενικών συνθηκών και της ετοιμότητας-ικανότητας του υποκειμενικού παράγοντα. Είναι μία πραγματική επανάσταση που αφορά «τη σύμπτωση της μεταβολής των συνθηκών και της μεταβολής της ανθρώπινης δραστηριότητας» (Κ. Μαρξ, Τρίτη θέση για το Φόυερμπαχ).

Στη Ρωσία του ’17 συσσωρεύονται εκρηκτικές αντιθέσεις, επικρατεί επαναστατική κατάσταση: οι «από κάτω» δεν θέλουν να κυβερνηθούν όπως πριν – οι «από πάνω» δεν μπορούν να κυβερνήσουν όπως πριν. Η γενικευμένη δυσαρέσκεια και ανυπακοή λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου, η πείνα, οι ελλείψεις βασικών αγαθών και οι συνέπειες του πολέμου στις λαϊκές μάζες, η μη επίλυση του ζητήματος της γης, η πολιτική κρίση και η δυαδική εξουσία μετά την ανατροπή του τσαρισμού κάνουν τη Ρωσία αδύναμο κρίκο του συστήματος. Η ύπαρξη και δράση συγκροτημένης συνειδητής πρωτοπορίας –των μπολσεβίκων– που βάζει το ζήτημα της επαναστατικής κατάληψης της εξουσίας κάνει εφικτό το σπάσιμο αυτού του κρίκου.

5. Οι «δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο» ήταν αποτέλεσμα πολύπλευρης προετοιμασίας και επίπονης γέννας. Πολύχρονη θεωρητική μελέτη, συγκεκριμένη ανάλυση για την κατάσταση στη Ρωσία, για το χαρακτήρα του παγκόσμιου πολέμου, για το πέρασμα του καπιταλισμού στο ανώτατο στάδιό του, τον ιμπεριαλισμό και το τι σηματοδοτεί η εποχή του ιμπεριαλισμού για το επαναστατικό κίνημα, χάραξη στρατηγικής και τακτικής που να αντιστοιχεί σε κάθε δεδομένη στιγμή, καθορισμός καθηκόντων που αντιστοιχούν σε κάθε δεδομένη στιγμή, καθορισμός των συμμαχιών της εργατικής τάξης, αποτίμηση των προηγούμενων αποπειρών και θεωρητικά προχωρήματα για το κράτος και την προλεταριακή εξουσία, οργάνωση της τάξης και του πρωτοπόρου αποσπάσματός της, του κόμματος νέου τύπου. Με δυο λόγια, η Οχτωβριανή Επανάσταση ήταν αποτέλεσμα αυτού που ονομάζεται λενινισμός.

Η στρατηγική και ταχτική της επανάστασης περιλάμβανε πρόγραμμα με άμεσα συνθήματα Ψωμί-Γη-Ειρήνη. Πρόγραμμα ικανό να κερδίσει τις μάζες, που έφερε τους μπολσεβίκους απο μειοψηφία στα σοβιέτ και λίγες χιλιάδες μέλη στις αρχές του ’17, στο να κατακτήσουν την πλειοψηφία των σοβιέτ και να έχουν 250.000 μέλη τις παραμονές της επανάστασης.

Η ταχτική περιλάμβανε συμμαχίες και αντιπαραθέσεις. Η επανάσταση του Οκτώβρη οφείλεται στην πρωτοβουλία των μπολσεβίκων. Πρωτοβουλία που είναι η βάση της ηγεμονίας τους. Ηγεμονία που καταχτιέται υπομονετικά στη λογική του αγώνα για να κερδίσουμε την πλειοψηφία του προλεταριάτου μέσα από τη συνειδητή βούληση και δράση του. Ηγεμονία που κερδίζεται σε όλους τους χώρους, με όλους τους τρόπους. Η έφοδος στα χειμερινά ανάκτορα είναι το αποφασιστικό, το κρίσιμο πλην όμως το «στιγμιαίο» τμήμα της επαναστατικής διαδικασίας. Ο Γκράμσι αποτυπώνει θεωρητικά σωστά και διαλεκτικά αυτή τη διαδικασία, συνθέτοντας και διαβάζοντας ορθά τα κρίσιμα πολιτικά κείμενα του Λένιν. Στην επανάσταση του Οκτώβρη είχαμε για πολλά χρόνια τον πόλεμο θέσεων ή τον πόλεμο φθοράς κατά Κάουτσκι και διαλεκτικά δεμένος με αυτόν τον πόλεμο ήταν ο πόλεμος κινήσεων-ελιγμών-χαρακωμάτων, με τις συγκρούσεις, τις εξεγέρσεις και την τελική έφοδο που σήμαινε την ανατροπή και το πάρσιμο της εξουσίας.

Η στιγμή της ανατροπής της κυβέρνησης φαίνεται να είναι μια στιγμή, μια μέρα, όμως η επανάσταση δεν σταμάτησε στις 7/11/1917. Η επανάσταση του Οχτώβρη είναι το πέρασμα της εξουσίας από τα χέρια της αστικής τάξης στα χέρια του προλεταριάτου, είναι μια βαθιά ριζική αλλαγή σε όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής. Οι θιασώτες της θεωρίας για το «πραξικόπημα των μπολσεβίκων» ξεχνούν ότι τα πραξικοπήματα ανατρέπουν τις κυβερνήσεις, όχι την ταξική κυριαρχία, όχι τον τρόπο παραγωγής. Τα πραξικοπήματα δεν στηρίζονται στις μάζες, δεν έχουν την υποστήριξη των μαζών.

6. Οι επαναστάσεις δεν γίνονται με παραγγελία. Δεν γίνονται από την επιθυμία κάποιου ηγέτη ή μιας οργάνωσης. Οι επαναστάσεις δεν γίνονται κάθε μέρα. Η αναγκαιότητα και οι συνθήκες θέτουν στην «ημερήσια διάταξη» την επανάσταση. Ο Οκτώβρης δεν θα υπήρχε αν οι συνθήκες δεν ήταν ώριμες. Ώριμες συνθήκες όχι μόνο στη Ρωσία που ήταν ο αδύναμος κρίκος και μπορούσε να παίξει το ρόλο του πυροκροτητή των προλεταριακών επαναστάσεων. Μέσα στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τα εκατομμύρια των νεκρών, η διεθνής και μαζική ανάγκη για ειρήνη ταυτίστηκε με την αναζήτηση ενός νέου κόσμου και με την επιθυμία για την κοινωνική επανάσταση. Και όπως πάντα, ο τοκετός ούτε ανώδυνος είναι, ούτε αναίμακτος. Αυτές τις συσπάσεις του νέου κόσμου εκπροσωπούσαν τότε τα σοσιαλδημοκρατικά μαρξιστικά κόμματα. Δεν ήταν έκπληξη ούτε η ανατροπή του τσάρου τον Φλεβάρη του ’17, ούτε η επανάσταση του Οκτώβρη του ’17.

Σε τελική ανάλυση, είναι ο συσχετισμός δύναμης, ή πιο «ξύλινα», η ταξική πάλη σε όλες τις εκφράσεις της και η δυναμική που αυτή έχει, για τη φορά που θα πάρει η πορεία της ανθρωπότητας. Τα καθοριστικά στοιχεία για το συσχετισμό δύναμης ήταν: α) μια γενικευμένη αντιπολεμική συνείδηση, μια διάχυτη αυξανόμενη λαϊκή αγανάκτηση, μια εκρηκτική αναταραχή που είχε δημιουργήσει ο πόλεμος. β) οι κυρίαρχες αστικές τάξεις είχαν διασπαστεί, βρίσκονταν σε οξεία αντιπαράθεση και είχε συρρικνωθεί η κοινωνική τους έκφραση. γ) τα παλαιά πολιτικά και οικονομικά συστήματα είχαν φθαρεί και όλο αυτό δημιουργούσε όρους πολιτικής κρίσης – κατάρρευσης και εθνικής επαναστατικής κρίσης. δ) υπήρχαν σημαντικά αντίπαλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που εκπροσωπούσαν την εργατική τάξη και τα συμφέροντά της και οραματίζονταν έναν άλλο κόσμο. ε) ο κόσμος (περισσότερο ενστικτώδικα και λιγότερο συνειδητά) συνέλαβε την επανάσταση του ’17 σαν τον καταλύτη και το σήμα για μια νέα κατάσταση στην Ευρώπη, σαν το παράδειγμα-υπόδειγμα για την αναζήτησή του. στ) στη Ρωσία η εξουσία «ήταν στους δρόμους» και οι μπολσεβίκοι αποφάσισαν να την πάρουν, έχοντας απέναντι μία απελπισμένη, υπό κατάρρευση κυβέρνηση. Ο συσχετισμός δύναμης και η δυναμική διαμόρφωσής του είναι καθοριστικός παράγοντας για το ποια καθήκοντα, ποιες συμμαχίες, ποιοι στόχοι μπορεί και πρέπει να τεθούν.

7. Η επανάσταση είναι μία πρωτότυπη κατάσταση. Δεν αντιγράφεται. Κάθε επανάσταση έχει τις ιδιομορφίες της, τις ιδιαιτερότητές της. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αντλούσαν υλικό από τις προηγούμενες επαναστατικές απόπειρες. Η ίδια η ταξική πάλη καθορίζει αυτές τις ιδιομορφίες. Η επανάσταση του Οκτώβρη καθορίστηκε από δύο ιδιομορφίες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο και στην εδραίωση και πολύ περισσότερο στην εξέλιξή της. Η πρώτη αφορά τους εσωτερικούς όρους γέννησης. Ο Οκτώβρης στηρίχτηκε στη συμμαχία της εργατικής τάξης και των τεράστιων εργαζόμενων μαζών της αγροτιάς. Οι μπολσεβίκοι υιοθετούν το πρόγραμμα των αγροτικών σοβιέτ (υπό εσέρικη ηγεμονία) ενσωματώνοντάς το στο «Διάταγμα για τη Γη». Το κόμμα που εκπροσωπούσε την εργατική τάξη ήταν το μόνο κόμμα που μπορούσε να δώσει λύση στο οξύτατο πρόβλημα των αγροτών.Οι μπολσεβίκοι σωστά επέλεξαν αυτή την τακτική. Χωρίς την απόσπαση των πλατιών μαζών της αγροτιάς από την αστική τάξη, η επανάσταση θα χανόταν. Αυτός εξάλλου ήταν ένας βασικός λόγος που χάθηκαν και οι επαναστάσεις του 1848 και του 1871. Η δεύτερη ιδιομορφία αφορά τη διεθνή κατάσταση και περίγυρο. Η επανάσταση των μπολσεβίκων ήταν η μοναδική που νίκησε, ενώ οι υπόλοιπες σοσιαλιστικές επαναστάσεις που ξέσπασαν ηττήθηκαν. Ήδη στα 1916 ο Λένιν εκτιμά και γράφει ότι «η ανισόμετρη οικονομική και πολιτική ανάπτυξη είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού. Από εδώ βγαίνει πως είναι δυνατή η νίκη του προλεταριάτου στην αρχή σε μερικές ή και σε μία μονάχα χωριστά παρμένη καπιταλιστική χώρα». Ο Λένιν θεμελίωσε τη θεωρία της επανάστασης σε μία χώρα στην εποχή του ιμπεριαλισμού και «απάντησε» στην τροτσκιστική θεωρία της διαρκούς επανάστασης που έψαχνε τη λύση «μονάχα σε διεθνή κλίμακα στο στίβο της παγκόσμιας επανάστασης του προλεταριάτου» (Τρότσκυ 1922). Ο Οκτώβρης για αρκετά χρόνια έμεινε μόνος. Η δικτατορία του προλεταριάτου στη Ρωσία έπρεπε να θεμελιωθεί σε σύγκρουση με έναν καπιταλισμό όχι τόσο ανεπτυγμένο και σε ένα διεθνή περίγυρο περισσότερο ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών.

8. Ένας νέος κόσμος δημιουργήθηκε το 1917. Η μπολσεβίκικη επανάσταση του ’17 σήμανε τεράστιες ανατροπές, βαθιές αλλαγές, μια νέα εποχή για την ανθρωπότητα. Η Οκτωβριανή Επανάσταση θα είναι η πρώτη προλεταριακή επανάσταση του 20ου αιώνα. Εγκαινιάζει την εποχή των επαναστάσεων στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Η Οκτωβριανή Επανάσταση και οι πρωταγωνιστές της θεωρούσαν πως η ίδια ήταν περισσότερο ένα διεθνικό γεγονός και λιγότερο ένα εθνικό. Η επανάσταση είχε τεράστια διεθνή σημασία, εμβέλεια και αντίκτυπο. Και τούτο διότι: α) Θρυμματίστηκε το ενιαίο του καπιταλιστικού κόσμου, τροποποιήθηκε σε παγκόσμια κλίμακα ο ταξικός συσχετισμός δύναμης. Πράγμα που εκφράστηκε ενιαία και οργανωμένα από το 1919 με την ίδρυση της Γ’ Διεθνούς. β) Ο κόσμος χωρίστηκε στα δύο, από τη μία η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της και από την άλλη ο κόσμος του κεφαλαίου, του πλούτου, της εκμετάλλευσης. γ) Αποδείχτηκε έμπρακτα ότι υπάρχει τέλος στον καπιταλισμό, ότι ο καπιταλισμός είναι τρωτός και ανατρέψιμος, ότι οι άνθρωποι μπορούν να καθορίζουν τη ζωή τους. δ) Δημιουργήθηκε ένα τεράστιο εκπληκτικά οργανωμένο επαναστατικό κίνημα, το κομμουνιστικό κίνημα, που διαρκώς αναπτυσσόταν σε όλο τον κόσμο. ε) Εξανάγκασε τον καπιταλισμό σε παραχωρήσεις και υποχωρήσεις σύμφωνα με τις ανάγκες, τις απαιτήσεις, τα αιτήματα των εκμεταλλευόμενων. Μία σειρά κατακτήσεις και δικαιώματα της εργατικής τάξης, των γυναικών κλπ, θεμελιώνονται πάνω στο φόβο της επανάστασης και της ανατροπής του καπιταλισμού. στ) Ο 20ος αιώνας σηματοδοτήθηκε από εξεγέρσεις, επαναστάσεις, εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα. η) Κινητοποίησε εκατομμύρια κόσμου σε όλο τον πλανήτη, ώθησε τις τέχνες και τον πολιτισμό να ανακαλύψουν νέες μορφές έκφρασης, να διαμορφώσουν άλλα πρότυπα και αξίες. Και τέλος, ξεκίνησε το πρώτο μεγάλο πείραμα να χτιστεί μια κοινωνία μετάβασης που στοχεύει να αλλάξει τη μοίρα της ανθρωπότητας, μία οικονομία, μία κοινωνία, ένας άλλος τύπος ανθρώπου που να περνάει από την εποχή του καπιταλισμού στην εποχή του κομμουνισμού.

9. Το κρίσιμο βασανιστικό και διαρκές δίλημμα, κατάρρευση ή επικράτηση της επανάστασης, έπρεπε από την επόμενη της εφόδου στα χειμερινά ανάκτορα να απαντηθεί σε ενεστώτα διαρκείας. Δεν ήταν τυχαίοι οι δημόσιοι πανηγυρισμοί του Λένιν μία μόλις μέρα μετά την συμπλήρωση των πρώτων αντίστοιχων ημερών έως την πτώση της Κομμούνας του Παρισιού. Το ερώτημα δεν ήταν θεωρητικό, ήταν άμεσο και αποφασιστικό. Ήταν το κρίσιμο ερώτημα της ταξικής πάλης για πολλά χρόνια. Τα ερωτήματα δεν απαντιούνται με θεωρητικά σχήματα και μοντέλα, ούτε με τα μάτια και την ασφάλεια μιας ιστορικής απόστασης δεκαετιών. Ο επαναστατικός μαρξισμός αφορά πρώτα από όλα την υιοθέτηση μίας ταξικής θέσης μέσα σε μία συγκεκριμένη κατάσταση. Η συγκεκριμένη κατάσταση στα 1917-1923 ήταν η θεμελίωση-επικράτηση της επανάστασης και της νέας εξουσίας. Σε αυτή την επαναστατική πενταετία οι αντιθέσεις και οι συγκρούσεις είναι πολλές. α) Η συνέχιση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου β) Η άθλια οικονομική κατάσταση, η πείνα, η έλλειψη τροφοδοσίας των πόλεων και του Κόκκινου Στρατού, γ) Ο εμφύλιος πόλεμος σε όλο το εσωτερικό της Ρωσίας δ) Η στρατιωτική απειλή και εισβολή με στρατιωτικά συντάγματα 11 χωρών που πολέμησαν δίπλα στους λευκούς αντεπαναστάτες. Η επίλυση των αντιθέσεων προς όφελος του λαού και η διατήρηση της νέας σοβιετικής εξουσίας επέβαλε περισσότερο συμβιβασμούς παρά αλματώδη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Ήταν ή όχι απαραίτητοι αναγκαίοι οι συμβιβασμοί; Ήταν ή όχι προς όφελος της επικράτησης της επανάστασης η συμφωνία Μπρεστ-Λιτόφσκ; (Μία συμφωνία με βαρύτατους όρους και τεράστιο κόστος). Η ταξική θέση των Λένιν-Στάλιν (και κόντρα σε Μπουχάριν-Τρότσκι) ήταν η υπογραφή της συμφωνίας υπολογίζοντας: α) τον κίνδυνο της κατάρρευσης από τα μέσα αλλά και της εξωτερικής επέμβασης, και β) το τι ήθελαν οι στρατιώτες, το τι πραγματικά επιζητούσε ο λαός. Ταξική θέση που έχει να κάνει με την ικανότητα του Λένιν και των μπολσεβίκων να αναγνωρίζουν το τι ήθελαν οι μάζες. Καλή η επαναστατική λογοκοπία, ακόμα καλύτερη η θεμελίωση ενός επαναστατικού καθεστώτος. Πάνω στα συγκεκριμένα και ιστορικά προσδιορισμένα διλήμματα διαμορφώνεται ο επαναστατικός μαρξισμός. Απέναντι στην πείνα και στην έλλειψη ανεφοδιασμού των πόλεων λόγω της άρνησης των αγροτών, λόγω της αναρχίας που έχει δημιουργηθεί, ήταν ή όχι αναγκαίος ο πολεμικός κομμουνισμός; Ήταν ή όχι ταξική πρακτική απόφαση η επίταξη του πλεονάσματος της αγροτικής παραγωγής; Ο πολεμικός κομμουνισμός ήταν μια αναγκαία επιλογή για την επικράτηση του σοβιετικού καθεστώτος και την αντιμετώπιση του εμφυλίου πολέμου. Η κόκκινη τρομοκρατία απέναντι στους αντεπαναστάτες, «η συστηματική τρομοκρατία κατά της αστικής τάξης και των συμμάχων της» ήταν αναγκαιότητα για το στέριωμα της επανάστασης. Ήταν μία ταξική θέση. Όπως και οι αποφάσεις του 10ου συνεδρίου του κόμματος των Μπολσεβίκων για την ΝΕΠ (Νέα Οικονομική Πολιτική). Οι αναγκαίοι συμβιβασμοί αφορούσαν το προτσές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Το πρόβλημα δεν είναι οι αποφάσεις. Το πρόβλημα είναι η διάρκεια των αποφάσεων, οι μετασχηματισμοί, οι ανατροπές. Το αναγκαίο βεβαίως σε μία συγκεκριμένη ιστορική στιγμή δεν μπορεί να γίνεται μόνιμο και διαρκές. Η πορεία οικοδόμησης της μεταβατικής κοινωνίας είναι μια διαδικασία όπου οι αναγκαιότητες και οι επιλογές καθορίζονται από τη συγκεκριμένη ιστορία της πάλης των τάξεων που διεξάγεται στη διάρκεια 1917-1924.

10. Η «συνεισφορά» του Λένιν δεν ήταν συνεισφορά. Ήταν ο επαναστατικός μαρξισμός στην εποχή του ιμπεριαλισμού και της προλεταριακής επανάστασης. Ο Λένιν συγκρούστηκε με τους τότε πάπες της ορθοδοξίας του μαρξισμού (Κάουτσκι, Μπερνσταιν κ.ά.) και η απάντηση που έδωσε δεν ήταν η υπεράσπιση της παλιάς σοσιαλδημοκρατίας, αλλά η γέννηση ενός σύγχρονου ρεύματος, η προσπάθεια να απαντηθούν τα νέα ζητήματα. Στην πρώτη μεγάλη αναθεώρηση του μαρξισμού, ο Λένιν αντιπαρατέθηκε προχωρώντας το μαρξισμό σε θεωρία και πράξη. Πολλοί θεωρούν τον λενινισμό σαν ρώσικο πολιτικό φαινόμενο, που δεν παίρνει υπόψη του τη διαφορά μεταξύ των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών και της αγροτικής Ρωσίας. Τα ίδια όμως τα γραπτά-συνεισφορές (Κράτος και επανάσταση, ιμπεριαλισμός, το εθνικό ζήτημα, ο αριστερισμός, η προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης Κάουτσκι) ανατρέπουν αυτή τη θεώρηση. Ο Λένιν σαν συνεισφορά-προχώρημα του μαρξισμού αντιλαμβάνεται την εποχή του ιμπεριαλισμού, αναλύοντας τις καθοριστικές τάσεις εξέλιξης του σύγχρονου καπιταλισμού –το υπόδειγμά του δεν είναι η Ρωσία- γνωρίζοντας το σύνολο της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Διακρίνει την επανάσταση που έρχεται και την επικαιρότητά της, την ίδια στιγμή που οι «ορθόδοξοι μαρξιστές» την παραπέμπουν στο μέλλον. Η θεμελιώδης σκέψη και επιμονή του Λένιν είναι η πραγματοποίησή της. Απαντά θετικά ότι μπορεί να γίνει η επανάσταση και μελετά-δοκιμάζει από το 1903 τους τρόπους που θα πραγματοποιηθεί. Η αντιπαράθεση στο 2ο συνέδριο με τον Μάρτοφ αλλά και με την Λούξεμπουργκ και τους άλλους μαρξιστές της εποχής αφορά το ποιο είναι το κόμμα που χρειάζεται σε αυτές τις συνθήκες για να προετοιμαστεί και πραγματοποιηθεί η επανάσταση. Ο Λενινισμός θεωρητικά δεν περιορίζεται μόνο στο γενικό. Εκφράζεται πάνω στην πολιτική και πρακτική επίλυση των ιδιαίτερων προβλημάτων. Αντιλαμβάνεται και αναδεικνύει τις έννοιες της επαναστατικής κρίσης, της εθνικής κρίσης, των συμμαχιών εργατικής τάξης και αγροτιάς. Αντιλαμβάνεται πως οι ταξικοί τους στόχοι είναι διαφορετικοί, αλλά η οικονομική και κοινωνική διάρθρωση έχουν δημιουργήσει τις αντικειμενικές βάσεις για την εργατοαγροτική συμμαχία. Αντιλαμβάνεται ότι «όποιος περιμένει μια καθαρή κοινωνική επανάσταση δε θα την δει ποτέ του. Αυτός είναι επαναστάτης στα λόγια που δεν καταλαβαίνει τι θα πει αληθινή επανάσταση» και «η σοσιαλιστική επανάσταση στην Ευρώπη δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο παρά το ξέσπασμα της μαζικής πάλης όλων των καταπιεσμένων και δυσαρεστημένων».

11. Ο σοσιαλισμός μεταμόρφωσε ολόκληρη τη Σοβιετική Ένωση. Κατόρθωσε μέσα σε δύο δεκαετίες να προωθήσει μετασχηματισμούς στην παραγωγή και σε όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής, που άλλες χώρες χρειάστηκαν αιώνες για να τους φτάσουν. Με την Οκτωβριανή Επανάσταση καταδείχτηκαν και απλώθηκαν οι δυνατότητες οικοδόμησης μιας διαφορετικής κοινωνίας, όταν σπάσουν τα δεσμά της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης. Μία αχανής καθυστερημένη χώρα κι ένας λαός βυθισμένος στην εξαθλίωση, στην αμάθεια και το σκοταδισμό, μεταμορφώθηκαν μέσα σε δύο δεκαετίες, την ώρα που ο καπιταλιστικός κόσμος βυθιζόταν σε μία βαθύτατη κρίση. Η πεποίθηση ότι εμείς φτιάχνουμε τις τύχες και τις ζωές μας, ότι η δουλειά μας συνεισφέρει στο κοινό καλό και όχι στα κέρδη του αφεντικού, κινητοποίησε χιλιάδες σοβιετικούς πολίτες για να ξεπεραστούν οι δυσκολίες και οι αντιξοότητες και να υλοποιηθεί αυτή η μεταμόρφωση – να «βιαστούν» οι αντικειμενικές συνθήκες.

Αναπτύχθηκαν και αξιοποιήθηκαν οι παραγωγικές δυνάμεις στη βάση μίας σχεδιοποιημένης οικονομίας με τα πεντάχρονα πλάνα και φτιάχτηκαν βιομηχανικές μονάδες, σταθμοί παραγωγής ενέργειας, εξηλεκτρίστηκε όλη η χώρα, εκμηχανίστηκε η αγροτική παραγωγή, αναπτύχθηκαν οι συγκοινωνίες, οι μεταφορές και οι επικοινωνίες, μέχρι τα ακρότατα της Σιβηρίας. Εξασφαλίστηκε στέγη, τροφή, είδη πρώτης ανάγκης, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλο τον πληθυσμό. Μεταμορφώθηκαν οι πόλεις και τα χωριά με τεχνικές υποδομές, σχολεία, παιδικούς σταθμούς, ιατρεία, θέατρα, κινηματογράφους, βιβλιοθήκες, χώρους πολιτισμού.

Άνοιξαν οι δρόμοι της μόρφωσης και εξαλείφθηκε ο αναλφαβητισμός για όλους τους λαούς της Σοβιετικής Ένωσης. Προωθήθηκε η επιστημονική έρευνα σε όλους τους τομείς με οδηγό τη μαρξιστική υλιστική αντίληψη, δίνοντας σημαντικά επιτεύγματα. Άνθισε η τέχνη και ο πολιτισμός δίνοντας σημαντικά έργα και δημιουργούς και προωθώντας τα αγαθά του πολιτισμού από τις μεγάλες πόλεις μέχρι τα πιο απομονωμένα χωριά, από τη διανόηση μέχρι τους νομαδικούς λαούς της Κεντρικής Ασίας. Οι συνθήκες που έγινε αυτός ο μεγάλος αγώνας ήταν πολύ δύσκολες και έμοιαζε ακατόρθωτο και βολονταριστικό αυτό που επιχειρήθηκε. Μία χώρα καθυστερημένη, με ρημαγμένο το εσωτερικό από τον εμφύλιο και την ιμπεριαλιστική επέμβαση 12 χωρών, τη γενική εχθρότητα όλων των αντιδραστικών εντελώς μόνη και χωρίς «θεωρία» αλλά και εμπειρία οικοδόμησης, έπρεπε να βάλει τις βάσεις μιας σύγχρονης βαριάς βιομηχανίας και να πραγματοποιήσει ένα συνολικό κοινωνικό μετασχηματισμό. Απέδειξε ότι η επανάσταση είναι νόμος της προόδου και πέρα από τις συκοφαντίες και τις «κριτικές» εκ του μακρόθεν και εκ των υστέρων, τα κατάφερε καλά, έχοντας σήμερα εμείς ένα τεράστιο πλούσιο υλικό και παρακαταθήκη για το μέλλον.

12. Το βασικό σημείο στο οποίο ο αντίπαλος βυσσοδομεί είναι η δημοκρατία και η κατάργησή της από τους μπολσεβίκους και τη σοβιετική εξουσία. Κατά το 1989-1991 και τις κραυγές για το «τέλος του κομμουνισμού» η δημοκρατία υιοθετείται σαν εξω-ιστορική αξία από τον κόσμο της αγοράς και γίνεται η σημαία της αστικής τάξης, ενάντια στο διχασμό που γέννησε ο Οκτώβρης του 1917. Ξεχνιέται ότι η δημοκρατία δεν είναι αιώνια αξία αλλά παίρνει συγκεκριμένες μορφές κάτω από τις ιστορικές συνθήκες, το πραγματικό πλαίσιο και την ταξική πάλη. Η γαλλική επανάσταση που εκθειάζεται στα σχολικά βιβλία και στα ακαδημαϊκά εγχειρίδια έχυσε ποτάμια αίματος για να εδραιώσει την αστική εξουσία της, ενώ καρατόμησε τους «ελέω Θεού» βασιλείς. Λίγο πριν πάρουν την εξουσία οι μπολσεβίκοι, η «αστική δημοκρατία» του Κερένσκι τους κυνηγούσε, τους φυλάκιζε, τους δολοφονούσε. Και την ίδια πάνω κάτω περίοδο με τον Οκτώβρη, άνθιζαν τα φασιστικά και ναζιστικά πραξικοπήματα στον καπιταλιστικό κόσμο, αλλά και τα ιδιώνυμα, οι απαγορεύσεις, οι διώξεις και οι εξορίες στις παλιές αστικές δημοκρατίες. Για το μαρξισμό και τους κομμουνιστές η δημοκρατία δεν είναι αιώνια θρησκευτική αξία, έξω από το ερώτημα της εξουσίας. Η ιστορία άλλωστε αποδεικνύει ότι η ίδια η αστική δημοκρατία δεν σεβάστηκε το δεύτερο συνθετικό της (τη δημοκρατία) όταν κινδύνευσε το πρώτο (η αστική κυριαρχία). Για το κομμουνιστικό κίνημα το κεντρικό ζήτημα είναι αυτό της εξουσίας, δηλαδή ποια τάξη κυριαρχεί απέναντι σε ποια. Η λενινιστική συνεισφορά (Κράτος και Επανάσταση) έφερε στην επιφάνεια το γεγονός ότι το κράτος αποτελεί όργανο ταξικής κυριαρχίας μια τάξης έναντι των υπολοίπων. Η υπεράσπιση επομένως της σοβιετικής εξουσίας, της εξουσίας, δηλαδή των σοβιέτ των εργατών και αγροτών, της κοινωνικής πλειοψηφίας που στο όνομα της οποίας έγινε η Οκτωβριανή Επανάσταση, δεν γίνεται από μια σκοπιά αφηρημένης δημοκρατίας ή εκλογικής πλειοψηφίας. Η μάχη για την εξουσία είναι μάχη επιβίωσης της δυνατότητας της μία τάξης να επιβάλλεται στην άλλη. Αυτό έπραξαν οι μπολσεβίκοι όταν υπεράσπισαν το εργατοαγροτικό κράτος εξαπολύοντας την κόκκινη τρομοκρατία και αφού είχαν υποστεί σειρά επιθέσεων, δολοφονιών και προβοκατσιών που έθεταν σε κίνδυνο την νεαρή σοβιετική εξουσία.

13. Η ανθρωπότητα χρωστάει τη συντριβή του φασισμού στη Σοβιετική Ένωση και στο κομμουνιστικό κίνημα που οδήγησε τα αντιστασιακά κινήματα της Ευρώπης. Δεν είναι καθόλου τυχαίες οι ονομασίες περιοχών και μετρό Στάλινγκραντ στην καρδιά του Παρισιού. Ο φασισμός σαν «η ανοιχτή τρομοκρατική διχτατορία των πιο αντιδραστικών, των πιο σωβινιστικών, των πιο ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστικού κεφάλαιου», αναπτύχθηκε και πέρασε σε επίθεση με το ξέσπασμα της γενικής οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού και την παράλληλη άνοδο του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος. Ο φασισμός και η συνέχειά του, ο ναζισμός, ήταν η απάντηση στην επανάσταση του Οκτώβρη.

Ενώ ο φασισμός έδειχνε τα δόντια του από τις αρχές της δεκαετίας του ’30 και ιδιαίτερα μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, οι βασικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ) όχι μόνο δεν έκαναν τίποτα για να σταματήσουν την άνοδο του ναζιφασισμού, αλλά τον υπέθαλψαν, τον ενίσχυσαν και τον χρησιμοποίησαν σαν δύναμη κρούσης για να ανακόψουν το ογκούμενο κομμουνιστικό και επαναστατικό κίνημα. Ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος ήταν προϊόν της γενικής κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος, της επιθυμίας των επιθετικών δυνάμεων του Άξονα να ηγεμονεύσουν και να ξαναμοιράσουν τον κόσμο, αλλά και της κοινής επιθυμίας όλου του καπιταλιστικού κόσμου να χτυπηθεί η Σοβιετική Ένωση και το κομμουνιστικό κίνημα.

Εκτιμώντας από το 1925 πως «οι προκαταρκτικοί όροι του πολέμου ωριμάζουν» και «ο πόλεμος μπορεί να γίνει αναπόφευκτος», ο Στάλιν έλεγε πως: «… η σημαία της ειρήνης είναι η σημαία μας. Αλλά αν ξεσπάσει ο πόλεμος δε θα μπορέσουμε να μείνουμε με σταυρωμένα τα χέρια. Θα πρέπει να πάρουμε μέρος σ’ αυτόν αλλά θα πρέπει να είμαστε οι τελευταίοι που θα πάρουμε μέρος. Και θα μπούμε σ’ αυτόν τον πόλεμο για να ρίξουμε στη ζυγαριά το αποφασιστικό βάρος, το βάρος που θα κάνει τη ζυγαριά να γείρει». Η Σοβιετική Ένωση δεν ήταν η τελευταία, αλλά από τις πρώτες χώρες που αντιμετώπισε τις χιτλερικές ορδές. Η είσοδός της στον πόλεμο του προσέδωσε έναν αντιφασιστικό απελευθερωτικό χαρακτήρα, και ήταν αυτή που έριξε το αποφασιστικό βάρος στη ζυγαριά. Οι αήττητες μέχρι τότε στρατιές του Χίτλερ αποκρούστηκαν και ηττήθηκαν χάρη στον αποφασιστικό μέχρις εσχάτων αγώνα του σοβιετικού λαού.

Η γεμάτη αυταπάρνηση καθολική αντίσταση του σοβιετικού λαού αποτελεί μια εποποιία που μόνο το κομμουνιστικό κίνημα μπορούσε να δημιουργήσει. Οι σοβιετικοί πολίτες και στρατιώτες, μη λογαριάζοντας θυσίες, αγωνίζονταν για την ελευθερία της σοσιαλιστικής πατρίδας τους εμπνεόμενοι από τα ιδανικά του κομμουνισμού. Έδωσαν 20 εκατομμύρια νεκρούς για να νικήσουν το τέρας του φασισμού. Αυτή η εποποιία καθοδηγήθηκε από το ΚΚΣΕ και τον Στάλιν που συσπείρωσε και ενέπνευσε το σοβιετικό λαό. Η συγκρότηση και γιγάντωση του κομμουνιστικού κινήματος στη δεκαετία του ’30, η σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ, η μπολσεβικοποίηση των κομμουνιστικών κομμάτων και η σφυρηλάτηση της ενότητας θέλησης και δράσης έθεσαν τις βάσεις για τη νικηφόρα έκβαση του πολέμου.

14. Γενικά και στην περίπτωση της Σοβιετικής Ενωσης συγκεκριμένα, υπάρχουν δύο «φάσεις» της επαναστατικής διαδικασίας. Το πάρσιμο της εξουσίας, και η συνολική πορεία ανατροπής των σχέσεων και του συσχετισμού δύναμης σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής. Η πρώτη αφορά τη «στιγμή» και η δεύτερη αφορά μια μακρόχρονη διαδικασία. Η μακροχρόνια διαδικασία έχει να κάνει με τη μεταβατική περίοδο, που είναι «μία περίοδος πάλης ανάμεσα στον ετοιμοθάνατο καπιταλισμό που νικήθηκε, αλλά δεν καταστράφηκε, και τον κομμουνισμό που γεννήθηκε αλλά όμως είναι ακόμα πολύ αδύναμος» (Λένιν, Οικονομία και πολιτική στην εποχή της διχτατορίας του προλεταριάτου).

Δυστυχώς σήμερα εμφανίζονται και ανθούν βιαστικές κριτικές στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Μερικές επηρεάζονται τόσο από τον πραγματισμό και την έννοια του αποτελέσματος που κρίνει τα πάντα, όσο -και μάλλον περισσότερο- από την κυριαρχία και την πίεση που ασκούν τρεις και πλέον δεκαετίες οι αστικές θεωρίες και ιδεολογίες περί του τέλους του κομμουνισμού και της ιστορίας, περί της μεγάλης ουτοπίας. Περίπου οι περισσότερες κριτικές της Οκτωβριανής επανάστασης σήμερα γίνονται –γιατί 40 χρόνια πριν ήταν διαφορετικές– από τους ίδιους ανθρώπους ή ρεύματα. «Τελειώνουν» την επανάσταση στο 1928, στο 1924 ή στο 1921. Γιατί όχι και ακόμα νωρίτερα… Βέβαια, προϋπήρχαν φωνές σαν του Μπερλινγκουέρ του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος, αλλά και άλλων ρευμάτων που έκαναν αναφορά στην εξάντληση της προωθητικής δύναμης της επανάστασης από το 1921 (10ο συνέδριο των μπολσεβίκων – «το τέλος των φραξιών»).

Το φαινόμενο όμως είναι πιο πλούσιο, πιο πολύμορφο, πιο πολύπλοκο από τη θεωρία, το φαινόμενο είναι λιγότερο καθαρό από τη σχολαστικιστική αναζήτηση ορισμένων.

Στη δεκαετία 1920-1930 το ερώτημα κατάρρευση ή σταθεροποίηση παραμένει κυρίαρχο. Η αντίθεση και ανισομετρία πολιτικής και οικονομικής δύναμης για το σοβιετικό καθεστώς δημιουργεί τους αναγκαστικούς όρους (συνθήκες) για την ισχυροποίηση του σοβιετικού κράτους και κόμματος και την προσωρινή περαστική ισορροπία και υποχώρηση της ΝΕΠ.

«Η πολυσυζητημένη δεκαετία του 1930-1940 σημαδεύεται από τη μία από το ‘βολονταρισμό’ του Στάλιν για εκβιομηχάνιση-κολλεκτιβοποίηση και από την άλλη από το μεγάλο κραχ του 1929 και την ύφεση του 1938. Η μεγάλη κρίση του καπιταλισμού του 1929-33 ανέδειξε την έφοδο του ‘σταλινικού βολονταρισμού’ σε πολύ μεγάλης σημασίας γεγονός που αντικαθρέπτιζε ‘δύο κόσμους’. Από τη σύγκρουση των δύο γραμμών τότε το δίκιο βρισκόταν όχι με το μέρος του Μπουχάριν αλλά με το μέρος του Στάλιν. Η υιοθέτηση της μπουχαρινικής γραμμής σήμαινε καταδίκη σε λιμό του σοβιετικού λαού, έφοδο των αστικών στοιχείων που αναπόφευκτα ανέδειξε η ΝΕΠ, ένταξη της ΕΣΣΔ στη γενική κρίση και υποστολή της σημαίας του κομμουνισμού στον κόσμο» (Γιάννης Χοντζέας Το «τέλος του κομμουνισμού»).

Για τον υπόλοιπο κόσμο τότε της δύσης εκφράστηκε ή όχι η σύγκριση μεταξύ Σοβιετικής Ενωσης και καπιταλισμού; Είχε προωθητική δύναμη η επανάσταση του 1917 και η οικοδόμηση της μεταβατικής κοινωνίας και μάλιστα στη διεθνιστική απελευθερωτική της έκφραση ή όχι; Επιπλέον, οι αλλαγές και η επαναστατική ώθηση από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 στη Γ’ Διεθνή συγκρότησαν και ανέπτυξαν το κομμουνιστικό κίνημα παγκόσμια. Δεν συμφωνούμε πως όλα ήταν μάταια είτε από το 1921, είτε από το 1930 και μετά. Δεν συμφωνούμε η πορεία της Επανάστασης του Οκτώβρη να εμφανίζεται σαν μια πορεία προσώπων (Στάλιν, Μπουχάριν, Τρότσκι κλπ) και πολύ περισσότερο σαν ιστορία αντιπαράθεσης ψυχοσυνθέσεων. Η ιστορία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης αφορά τα πραγματικά ερωτήματα που έθετε η ταξική πάλη, πώς απαντήθηκαν, και αν απαντήθηκαν. Αφορά το τι γεννούσε η κάθε απάντηση μέσα στον συγκεκριμένο και ιστορικά προσδιορισμένο ταξικό και διεθνή συσχετισμό δύναμης. Οι μπολσεβίκοι θα περάσουν από τις σκληρές δοκιμασίες της υποχώρησης του 1921 και της ΝΕΠ. Πρέπει να προετοιμαστούν για τον επερχόμενο πόλεμο, να δώσουν διεθνή ώθηση στα επαναστατικά κινήματα και τα κομμουνιστικά κόμματα, να έρθουν σε βίαιη ρήξη με το νόμο της αξίας στο εσωτερικό της χώρας. Εκτέθηκαν άλλα σχέδια; Υπήρξαν συνολικές συνεισφορές για το ζήτημα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης; Για παράδειγμα, τι πραγματικά έλεγε ο Μπουχάριν για την οικονομία της ΕΣΣΔ τότε; Έθετε κάποιο άλλο πρόγραμμα-δρόμο, που θα οδηγούσε διαφορετικά τα πράγματα; Γιατί πολλοί σημερινοί προφήτες που θαυμάζουν τις «αντιπολιτεύσεις» στο «σταλινισμό» δεν τοποθετούνται πάνω σε αυτό; Υπήρχε συνολικό αριστερό πρόγραμμα και σχέδιο; Πότε, πού από ποιους εκτέθηκε, με ποιους πραγματικούς υλικούς και πολιτικούς όρους; Γνωρίζουμε ότι πολλές φορές οι «αντιπολιτεύσεις» και οι διασπάσεις είναι αντιπολιτεύσεις χωρίς διαφορετικότητα, με μόνο στόχο την «κατάληψη της εξουσίας».

Είναι βέβαιο ότι υπήρξαν υποχωρήσεις, και προσαρμογές. Δεν υπήρξε όμως αντιστροφή της πορείας ούτε είχε χαθεί ο επαναστατικός προσανατολισμός. Το ζήτημα είναι αν και κατά πόσο ήταν απαραίτητες αυτές οι προσαρμογές δεδομένων των συνθηκών της περιόδου: οικοδόμηση σε μία μόνο χώρα – ιμπεριαλιστική περικύκλωση – επερχόμενος πόλεμος. Το βασικό σημείο κριτικής είναι ότι ενώ –σωστά– δόθηκε βάρος στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, υποτιμήθηκε το ζήτημα των παραγωγικών σχέσων. Θεωρήθηκε ότι αφού δεν υπάρχουν ανταγωνιστικές τάξεις και την εξουσία την έχει η εργατική τάξη, δεν υπάρχει ταξική πάλη – υπάρχουν εχθρικά στοιχεία προς το σοσιαλισμό που μπορούν να αντιμετωπιστούν με διοικητικές μεθόδους.

Μεταπολεμικά, υπάρχει ένας τελείως διαφορετικός συσχετισμός δύναμης: Ένα νικηφόρο κομμουνιστικό κίνημα, ένας παγκόσμιος θαυμασμός προς το σοσιαλισμό, νίκη της κινέζικης επανάστασης, νέες σοσιαλιστικές χώρες, Ομως, ενώ υπάρχουν ευνοϊκοί όροι για το βάθαιμα της επανάστασης, για την παραπέρα επαναστατικοποίηση της διαδικασίας οικοδόμησης, εμφανίζεται ένα «κάθισμα», ένα πάγωμα της επανάστασης, σπέρματα του οποίου βρίσκονται στην προηγούμενη περίοδο. Ετσι διαμορφώνονται οι όροι για την αντιστροφή της μέχρι τότε πορείας, την επικράτηση του ρεβιζιονισμού και την παλινόρθωση του καπιταλισμού μέχρι και την τυπική κατάρρευση του ’89.

15. Είναι η ίδια η πραγματικότητα, είναι η ιστορία που δεν θέλησε να δώσει ομαλά, ήσυχα, εύκολα και απλά έναν «ολοκληρωμένο σοσιαλισμό». Γιατί σε τελική ανάλυση κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Το τιτάνιο έργο του περάσματος της ανθρωπότητας από τις εκμεταλλευτικές κοινωνίες -και μάλιστα από την πιο περίπλοκη όπως ο καπιταλισμός- σε μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση, δε μπορεί να γίνει χωρίς ισχυρή αντίσταση καταρχήν από τις εκμεταλλεύτριες τάξεις. Όμως έχουμε την άποψη-θέση ότι στην πρώτη ανολοκλήρωτη προσπάθεια για το σοσιαλισμό, τη μεταβατική κοινωνία προς το κομμουνισμό, το κομμουνιστικό κίνημα ανταποκρίθηκε μέσα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Η θέση μας προσδιορίζεται σαν θέση υπεράσπισης και υποστήριξης –με τις κριτικές μας- στο σοσιαλισμό που οικοδομήθηκε για περίπου σαράντα χρόνια στη Σοβιετική Ένωση. Η εύκολη αναφορά στον Οκτώβρη από αρκετές δυνάμεις της κομμουνιστικής Αριστεράς, περιλαμβάνει από τη μία την υπεράσπιση έως και αποθέωση του 1917 και της «στιγμής» της Επανάστασης, από την άλλη την απόρριψη και τον αγχώδη διαχωρισμό από ό,τι ακολούθησε. Ο διαχωρισμός μπορεί να φτάνει σε διαγκωνισμό για το πόσο γρήγορα «σταμάτησε» η Επανάσταση ή επικράτησε η «αντεπανάσταση» και η «γραφειοκρατία». Σβήνονται μονοκονδυλιά ο αναντικατάστατος ρόλος της ΕΣΣΔ στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και όλες οι κατακτήσεις της οικονομικής εκτίναξης, της κοινωνικής αναγέννησης, της μορφωτικής και πολιτιστικής επανάστασης, της κολλεκτιβοποίησης και της εκβιομηχάνισης των δεκαετιών 20 και 30. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί κανείς να υπερασπίζει τον Οκτώβρη, χωρίς να υπερασπίζει, έστω κριτικά, αυτό που δημιούργησε ο Οκτώβρης: Το πρώτο εργατικό σοβιετικό κράτος, με προβλήματα και αντιφάσεις, με δύσκολες αποφάσεις και τρομακτικές προκλήσεις, που όμως κατάφερε σε γενικές γραμμές να ανταπεξέλθει και να αλλάξει την πορεία της ανθρωπότητας. Το ορόσημο του 1917 δεν απέδειξε μόνο ότι ο παλιός κόσμος, ο κόσμος του καπιταλισμού, είναι ανατρέψιμος. Απέδειξε επίσης ότι ο νέος κόσμος, αυτός της μετάβασης από το καπιταλιστικό στο σοσιαλιστικό σύστημα, είναι ασύγκριτα ανώτερος και προτιμότερος από τον προηγούμενο.

16. Το δίπολο σχέση-αντίθεση επανάστασης/αντεπανάστασης είναι ενεργό σε όλη την εποχή της μεταβατικής περιόδου, της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Η ταξική πάλη συνεχίζεται το ίδιο άγρια και μέσα στην πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Ακριβώς αυτή η σχέση παίζει σημαντικό ρόλο στην άλλη αντιθετική σχέση μετάβασης-παλινόρθωσης.

Σε όλη τη διάρκεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης δημιουργούνται οι υλικοί και πολιτικοί όροι παλινόρθωσής της. Όμως για να προσδιοριστεί η τομή και η συνέπειά που αυτή έχει, χρειάζεται να προσδιοριστεί το πώς και πότε ανατράπηκε η κυρίαρχη γραμμή, το πώς και πότε υποστάλθηκε η σημαία του αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό, το πώς και πότε το εθνικό υποσκελίζει και τελειώνει με το διεθνιστικό καθήκον, το πώς και πότε εκθειάζεται το κέρδος, επεκτείνεται ο ρόλος του νόμου της αξίας, κλπ, ζητήματα που καθορίζουν την καθημερινή ζωή των Σοβιετικών. Σύνολο μικρών ανατροπών (ποσοτικές αλλαγές) δημιουργούν μία ποιοτική ανατροπή, τη μεγάλη ανατροπή-παλινόρθωση, που πολιτικά εκφράζεται και θεμελιώνεται την περίοδο της δεκαετίας του 1950.

Όλη η ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος είναι αγώνας για το προχώρημα της θεωρίας και της πραχτικής στη σύγχρονη πραγματικότητα, είναι πάλη ενάντια στην αναθεώρηση του συστήματος αξιών και αρχών που έχει θεμελιώσει ο επαναστατικός μαρξισμός, είναι αγώνας-πάλη ανάμεσα σε γραμμή-κατεύθυνση που οδηγεί είτε στην ενίσχυση της κομμουνιστικής επιλογής είτε στη γενική υποχώρηση και στον γενικό συμβιβασμό με το σύστημα. Η αναθεώρηση υποστηρίζει το δεύτερο πρόγραμμα, η επανάσταση το πρώτο. Πέρα όμως από τις σχηματοποιήσεις, υπάρχει η πραγματικότητα. Η κριτική στον «υπαρκτό σοσιαλισμό» έγινε από τα αριστερά και από τα «έξω» από την «ορθοδοξία», και βασικά από την κινέζικη πολιτιστική επανάσταση και οικοδόμηση και από τον Μάο, ενώ η υποστήριξη και κατά συνέπεια η δυσφήμιση του σοσιαλισμού έγινε από τα «μέσα». Το τότε θεωρούμενο ως κομμουνιστικό κίνημα στη χώρα μας, το λεγόμενο ΚΚΕ, για δεκαετίες υποστήριζε και ακολουθούσε άκριτα τη γραμμή της Σοβιετικής Ενωσης. Σήμερα, μετά από 60 και πλέον χρόνια και χωρίς καμιά αυτοκριτική, με το γνωστό γενικόλογο τρόπο ανακατεύει τα πάντα μιλώντας για «ήττα», «ανακαλύπτει» το 20ο συνέδριο και την πορεία παλινόρθωσης, αλλά τονίζει την αντεπανάσταση του 1989-91. Η πολιτική «γενικεύω και τα λέω όλα» για να μην πω τίποτα και να αποφύγω 60 τουλάχιστον χρόνια ευθυνών για την πορεία αποκομμουνιστικοποίησης στην Ελλάδα και διεθνώς, μαζί με μια επαναστατική φρασεολογία, είναι προσφιλής και αποδοτική μέθοδος για να εμφανίζομαι στα μέλη μου και στον κόσμο ως γνήσιο κομμουνιστικό κόμμα. Αποτελεί γραμμή για εκλογική επιβίωση χωρίς προοπτική και στόχο κοινωνικής ανατροπής. Η πολύχρονη δυσφήμιση που έγινε στην έννοια του σοσιαλισμού βοήθησε τα μάλα στη σημερινή της φθορά, την έκανε απωθητική στις νέες γενιές που οδηγήθηκαν στην ανακάλυψη του νέου φιλελεύθερου καπιταλιστικού κόσμου.

17. Η αποκομμουνιστικοποίηση είχε τραγικές συνέπειες για τους λαούς στις πρώην λεγόμενες σοσιαλιστικές χώρες. Έπληξε την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους στο λεγόμενο δυτικό κόσμο, με το χτύπημα των δικαιωμάτων και κατακτήσεων, με τη μονοκρατορία του νεοφιλελευθερισμού, με τη συρρίκνωση της δημοκρατίας, με τη διάλυση του συνδικαλισμού. Η αποκομμουνιστικοποίηση έβλαψε την αριστερά και τα κινήματά της ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά. Ιδεολογικά δημιουργήθηκαν καταστάσεις αγνωστικισμού και αναθεωρητισμού, πολιτικά δημιουργήθηκαν καταστάσεις περιθωρίου και ενσωμάτωσης, και οργανωτικά ηγεμόνευσε ο διαλυτισμός, ο κατακερματισμός και η ιδιώτευση.

Η αποκομμουνιστικοποίηση και το «τέλος των ιδεολογιών», δυστυχώς σήμανε την αποδοχή των πλαισίων του συστήματος, του «μη πεπερασμένου» του καπιταλισμού. Σήμανε δηλαδή την άρνηση των επαναστάσεων και των μεγάλων ανατροπών, τη διάλυση αλλά και την άρνηση οικοδόμησης των πολιτικών και οργανωτικών σχεδίων αυτών που στοχεύουν πέρα από τον καπιταλισμό. Αυτή η πολυετής προσαρμογή άφησε υλικά ίχνη και αποτυπώματα στον τρόπο σκέψης και δράσης του συνόλου της σημερινής αριστεράς. Δημιουργήθηκε μια ασυνέχεια μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, μεταξύ της ιστορίας και των νέων γενιών. Πάνω απ’ όλα, δημιούργησε μια παράλυση της θέλησης για την αλλαγή, μια παράλυση της υπαρκτής και αποδεδειγμένης ικανότητας των ανθρώπων να αλλάζουν τη ζωή τους. Οι έννοιες του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού τραυματίστηκαν σχεδόν θανάσιμα.

18. Απο πού ν’ αρχίσουμε; Τι να κάνουμε; Πρόκειται για τα βασικά ερωτήματα όλων όσων επιμένουν να βλέπουν ότι η μόνη εναλλακτική λύση είναι ο κομμουνισμός. Στο ενιαίο πλέον σύστημα κοινωνικών σχέσεων στην εποχή της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης, απουσιάζει ο εναλλακτικός δρόμος. Εναλλαχτική πρόταση που σε διεθνή-παγκόσμια κλίμακα θα έχει συγκεκριμένη αντίθεση και στόχευση σε πολιτικές, θεσμούς και οργανισμούς προώθησης της παγκοσμιοποίησης και θα προβάλλεται σε εθνικά πλαίσια με λαϊκό πρόγραμμα υπεράσπισης και διεύρυνσης δικαιωμάτων των εργαζομένων και απελευθέρωσής τους από το ντόπιο και διεθνικό κεφάλαιο. Σκεφτόμαστε εθνικά και διεθνιστικά σημαίνει πως καταχτάμε και προβάλλουμε μια γενική γραμμή που φιλοδοξεί να συγκροτεί μια διεθνή αντιιμπεριαλιστική αντιπαγκοσμιοποιητική και αντινεοφιλελεύθερη ενότητα. Γενική γραμμή που θα αναζητά τους εναλλακτικούς δρόμους γνωρίζοντας πως η μεταρρύθμιση σήμερα γίνεται ολοένα και πιο αδύνατη. Το τέλος της μεταπολεμικής σοσιαλδημοκρατίας αποτελεί την ηχηρή απόδειξη της αδυναμίας μεταρρυθμίσεων. Όσο όμως αναδεικνύονται τα όρια του αδύνατου είτε θα στρέφεται ο κόσμος σε λύσεις και αναζητήσεις συγκρούσεων είτε σε ολοκληρωτικές καταστάσεις επιπέδου φασισμού και δεξιού εθνικισμού. Σήμερα η εργατική τάξη μπορεί να συμμαχήσει με τους νεοεισερχόμενους «ριγμένους» και καταπιεσμένους της παγκοσμιοποίησης, όχι για διαπραγματευτούν καλύτερους όρους αλλά για να την γκρεμίσουν. Συσσωρεύονται συνεχώς οι όροι ανατίναξης του συστήματος, οι όροι γέννησης κινημάτων, εκρήξεων, εξεγέρσεων, επαναστάσεων. Και τούτο διότι: 1) η πρόσφατη χρεοκοπία του καπιταλισμού με την κρίση του απο το 2008 δείχνει να μην ξεπερνιέται, και πλέον πολύ περισσότερο απο το παρελθόν αναδεικνύει τα όρια του, 2) εντείνεται ο αναταγωνισμός των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων σε περισσότερες πλέον περιοχές του πλανήτη και απειλούνται πολεμικά επεισόδια μεγάλης κλίμακας, 3) οι κυρίαρχες τάξεις δεν είναι τόσο ενωμένες και στεγανές όσο στο παρελθόν, ούτε σχηματίζουν εύκολα στρατόπεδο, καθώς η επιλογή της παγκοσμιοποίησης εμφανίζεται μεν κυρίαρχη αλλά συγκεντρώνει εχθρούς και μέσα απο το αστικό στρατόπεδο, 4) δοκιμάζεται από σημαντικές ρωγμές η συμμαχία-συναίνεση αστικών και μεσαίων στρωμάτων που αποτελεί σημαντικό όρο για πολιτικές κρίσεις σε εθνικές κλίμακες, 5) ο αυταρχισμός, η κρατική θωράκιση,ο εθνικισμός και φασισμός εμφανίζονται σαν επιλογές στα ελλείμματα της εναλλακτικής λύσης και των μεταρρυθμίσεων, όμως δημιουργούν νέα προβλήματα και οξύνουν τις αντιφάσεις 6) αναπτύσσεται ένα μεγάλο πολιτιστικό και κοινωνικό έλλειμμα που είναι σε θέση να γεννήσει αναζητήσεις υπόγεια και ενστικτώδικα σήμερα, συνειδητά και φανερά αύριο.Το μοντέλο του ατομικοποιημένου ανθρώπου, του εξειδικευμένου ανίκανου, που μαθαίνει διαρκώς να αναθέτει, που νιώθει και είναι όλο και πιο μόνος, θα βρεθεί υπό αναίρεση.

Ζούμε συγκυριακά σε αμήχανες στιγμές, όμως ζούμε ιστορικά σε εποχές που εγκυμονούν νέες καταστάσεις. Στις μέρες μας δυο καθήκοντα είναι ορφανά. Το ένα είναι η ύπαρξη διεθνούς γενικής γραμμής που σε εθνική-ελλαδική κλίμακα να υποστηρίζεται και να προβάλλεται απο ενα λαϊκό πρόγραμμα άμεσων διεκδικήσεων ανατροπής της νέας κανονικότητας-ισορροπίας που δημιουργησε το μνημονιακό καθεστώς, αμφισβητώντας έμπρακτα την ευρωπαική μορφή της παγκοσμιοποίησης. Το άλλο καθήκον αφορά στην κάλυψη του ελλείμματος της πολιτικής αξιοπιστίας. Μορφές, σχήματα, πρόσωπα, φθάρθηκαν μεσα στη μνημονιακή περίοδο και την δήθεν αριστερά της πρώτης φοράς. Η ανασυγκρότηση κινημάτων η δημιουργία μικρών γεγονότων μεσα απο πρωτότυπες δοκιμασίες, η ανάδειξη νέων προσώπων, μορφών πάλης και οργανωτικών σχημάτων, θα συμβαδίζει με την επίμονη προσπάθεια για ενότητα ανα χώρο ανα αίτημα, ανά θέμα… Θέση μας αποτελεί επίσης οτι είναι απαραίτητος όρος να δοθεί χρόνος, χώρος και προτεραιότητα –σε σχέση με τους μοναχικούς οργανωτικούς δρόμους που δεν δικαιολογούν την ύπαρξή τους- στην ανασύνθεση και συγκρότηση της κομμουνιστικής Αριστεράς.

Σήμερα η επανάσταση είναι πιο επίκαιρη από ποτέ. Σύμφωνα με τα λόγια του Λένιν: «εμείς αρχίσαμε αυτό το έργο. Πότε ακριβώς, σε πόσο χρονικό διάστημα οι προλετάριοι ποιανού έθνους θα αποτελειώσουν το έργο αυτό δεν είναι το ουσιαστικό ζήτημα. Το ουσιαστικό είναι ότι ο πάγος έσπασε, ότι ο δρόμος χαράχτηκε».

27 Δεκεμβρίου 1917: Όταν η ρωσική επαναστατική κυβέρνηση εθνικοποιούσε το τραπεζικό σύστημα της Ρωσίας

27 Δεκεμβρίου 1917 – H ρωσική επαναστατική κυβέρνηση εθνικοποιεί όλες τις τράπεζες της χώρας και τα περιουσιακά τους στοιχεία.

«Η εγκληματική κερδοσκοπία του τραπεζικού συστήματος της μπουρζουαζίας, που εκτυλίσσεται  από την αρχή του πολέμου, και το σαμποτάζ των ιθυνόντων – έφεραν τον στρατό σε κατάσταση λιμοκτονίας και προκάλεσε την κατάρρευση ολόκληρης της οικονομικής ζωής. Οι ενέργειες των τραπεζιτών συνέβαλαν στην πείνα του πληθυσμού στις πρωτεύουσες και σε άλλες μεγάλες πόλεις.

Γι ‘αυτό, όλες οι ιδιωτικές τράπεζες είχαν τεθεί υπό δημόσιο έλεγχο στις 2 Δεκεμβρίου του 1917. Ωστόσο, οι όροι του επιβεβλημένου ελέγχου, παραβιάστηκαν με εγκληματικό τρόπο από τις τράπεζες:
α) οι τράπεζες συνέχισαν να υποστηρίζουν τους σαμποτέρ και τους κερδοσκόπους,
β) οι τράπεζες δεν είχαν υποβάλει οικονομικές εκθέσεις και έκρυβαν τα κέρδη τους.
Έτσι, χρειάζεται επειγόντως να εισαχθεί ένας αποτελεσματικός  έλεγχος των τραπεζών.
Για να επιτευχθεί αυτό, θα πρέπει να αποσπαστεί το σύνολο του τραπεζικού συστήματος από τα χέρια των αρπακτικών και των κερδοσκόπων. Πρέπει να εκδιώξει τους σαμποτέρ και να τους αντικαταστήσει με τους ειλικρινείς υπηρέτες του λαού, που ενεργούν υπό την εποπτεία των Σοβιέτ [Συμβουλίων] των αγροτών, των εργαζομένων και των εκπροσώπων του στρατού».
Και το έργο είναι πάνω σας, στρατιώτες και ναύτες!
Σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου των Λαϊκών Επιτρόπων θα πρέπει να καταληφθούν  οι εγκαταστάσεις των ιδιωτικών τραπεζών, να απομακρυνθούν  από τις τράπεζες όλοι οι εγκληματίες και να εξασφαλισθεί  ο λαϊκός έλεγχος στους χώρους όπου προηγουμένως κυριαρχούσαν μόνο η θήρευση και η εξαπάτηση. Δεν πρέπει να ανεχθούμε οποιαδήποτε διαταραχή και  βία εκεί. Αλλά θα πρέπει να τιμωρήσουμε αυστηρά όποιον τολμά να αντιταχθεί στη βούληση του λαού”.

Λαϊκοί Επίτροποι: N.Podvoisky, G.Blagonravov, V.Menzhynsky. Πετρούπoλη, 27 Δεκεμβρίου 1917