Άρθρα

efood

Ευχαριστούμε e-food

Ευχαριστούμε e-food γιατί μας θύμισες ότι εργαζόμενοι και εργοδότες είναι σε διαφορετικά στρατόπεδα. Η απληστία σου ήταν προκλητική: τα υψηλότατα κέρδη ρεκόρ, η ασύλληπτη αύξηση τζίρου,τα τεράστια μερίσματα για τους ιδιοκτήτες της, δεν τα μοιράστηκες, έστω και για ένα ψίχουλο, με τους εργαζόμενους. Η επιβράβευση ήταν να τους πατήσεις περισσότερο στο λαιμό: Να τους βαφτίσεις “συνεργάτες”, να τους πληρώνεις με το κομμάτι, να αποφύγεις τις εργοδοτικές εισφορές, να μην κάνεις έξοδα για άδειες, μέσα προστασίας, βενζίνες.

Ευχαριστούμε e-food γιατί μας έδειξες ότι το κράτος ενισχύει τους δυνατούς όταν επιβάλλονται στους αδύναμους. Οι κυβερνήσεις, διαχρονικά και διακομματικά, νομοθετούν υπέρ των επιχειρήσεων και εναντίον της εργασίας. Από τον νόμο για το ασφαλιστικό που επιβράβευε την απασχόληση εργαζομένων ως αυτοαπασχολούμενων με μπλοκάκι, μέχρι τον νόμο για το εργασιακό που νομιμοποιούσε την πρακτική των εταιρειών να βαφτίζουν τους χαμηλόμισθους ντελίβερι “συνεργάτες, τα κυβερνητικά έργα είναι μια προκλητική υπηρεσία προς το κεφάλαιο.

Ευχαριστούμε e-food γιατί μας έδειξες ότι η «ελεύθερη οικονομία» δεν είναι καθόλου ελεύθερη. Είναι γεμάτη από καταναγκασμούς, από εκβιασμούς και απειλές. Η αρχική απαίτηση της εταιρείας ήταν: Ή θα αποδεχτείτε συνθήκες 19ου αιώνα, ή θα μείνετε άνεργοι. Αυτός ο εκβιασμόςείναι η κοινή γραμμή της άρχουσας τάξης και του επιχειρηματικού κόσμου εδώ και χρόνια. Αυτή την φορά, δεν πέρασε.

Ευχαριστούμε e-food γιατί μας επιβεβαίωσες ότι όσο το οικονομικό μοντέλο της Ελλάδας είναι τουρισμός, σουβλατζίδικα και καφετέριες, τόσο οι δουλειές που παράγονται θα είναι κακοπληρωμένες, ανασφαλείς, υποτιμημένες, υπό διαρκή εκβιασμό.

Ευχαριστούμε e-food γιατί μας απέδειξες ότι η αλληλεγγύη των πολλών είναι το όπλο μας. Μια παντοδύναμη εταιρεία, με τα ΜΜΕ να τη δικαιολογούν εμφανίζοντας το άσπρο μαύρο, και την κυβέρνηση να τη στηρίζει ψηφίζοντας εργοδοτικούς νόμους, υπέκυψε μπροστά στην κοινωνική κατακραυγή. Στην αρχή, με την αλαζονεία του ισχυρού και τις πλάτες της κυβέρνησης, η e-food εκβίασε. Στην πορεία είπε ότι “έγινε παρεξήγηση”. Τελικά, δέχτηκε μετατροπή όλων των συμβάσεων σε αορίστου χρόνου και τερματισμό του σύγχρονου σκλαβοπάζαρου μέσω γραφείων ενοικίασης εργαζομένων. Αυτή η βήμα-το-βήμα υποχώρηση της εταιρείας είναι νίκη μιας κοινωνίας που δείχνει αλληλεγγύη και δεν δέχεται το άδικο.

Πάνω από όλα, ευχαριστούμε e-food γιατί μας απέδειξες ότι οι αγώνες έχουν αποτέλεσμα. Διέψευσες ότι οι πολλοί και αδύναμοι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να υποταχθούν στους ισχυρούς. Τσαλάκωσες την προπαγάνδα ότι δεν έχει νόημα να αγωνιζόμαστε γιατί δεν κερδίζουμε τίποτα. Η μετατροπή των συμβάσεων των εργαζομένων της e-food σε αορίστου, με αναγνώριση της προϋπηρεσίας, είναι μια μεγάλη νίκη των εργαζομένων, είναι μια μεγάλη ήττα της εργοδοσίας.

 

Η επιχειρηματική τάξη της αρπαχτής, της εξαγορασμένης αριστείας και της απληστίας, έφαγε σήμερα ένα ηχηρό χαστούκι

Η απόπειρα της efood να μετατρέψει συμβάσεις εργασίας σε συμβάσεις αμοιβής με το κομμάτι θα ήταν η καλύτερη ευκαιρία για να αναδειχθεί η ρηχότητα, η ιδιοτέλεια και ο κυνισμός που διακρίνουν την ελληνική άρχουσα τάξη. 

Θα ήταν, αλλά δεν είναι, γιατί η στρατιά πληρωμένων πιστολιών των ΜΜΕ που παριστάνουν τους δημοσιογράφους, βάλθηκε να αποκαταστήσει – πιθανά με το αζημίωτο – το τρωθέν κύρος της εταιρείας. Αντί να θέσει επί τάπητος το τι και γιατί έγινε, πασχίζει να συσκοτίσει τις αιτίες και τις συνθήκες που επικρατούν πραγματικά στην ελληνική αγορά εργασίας. Και ο πολιτικός κόσμος της χώρας, ενωμένος στην εμπέδωση των μεσαιωνικών εργασιακών σχέσεων της Gig Economy, επιχειρεί να αντιμεταθέσει την ευθύνη και να αποφύγει το κόστος. 

Η άτακτη υποχώρηση της εταιρείας όπως εκφράστηκε με την ανακοίνωση μετατροπής όλων των συμβάσεων σε αορίστου, με αναγνώριση προϋπηρεσίας, αφήνει έκθετους όλους όσους έσπευσαν τις προηγούμενες μέρες να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Όσους υποστήριξαν ότι ο νόμος Χατζηδάκη αλλά και ο ασφαλιστικός νόμος του 2020 είναι άσχετοι με τη συγκεκριμένη απαίτηση της εταιρείας, αλλά και όσους κρύφτηκαν πίσω από τον νόμο Χατζηδάκη για να αποσείσουν τις δικές τους ευθύνες και κυβερνητικά πεπραγμένα (νόμος Κατρούγκαλου, επιδότηση εργοδοσίας που απασχολούσε εργαζόμενους με μπλοκάκια κλπ).

Η δουλειά με το κομμάτι, το μπλοκάκι και η μετατροπή του εργαζόμενου σε “συνεργάτη” δεν είναι κατορθώματα της τελευταίας διετίας. Είναι διακομματική και διαχρονική η πολιτική ευθύνη για τα καθεστώτα γαλέρας που στήθηκαν στους εργασιακούς χώρους, για τους καταναγκασμούς, τις απειλές, τις αυθαιρεσίες. 

Η συγκεκριμένη εταιρεία, έχοντας (λόγω πανδημίας) κέρδη πέρα από κάθε προσδοκία, εκβίασε τους διανομείς της, υπό την απειλή της απόλυσης, να αποδεχτούν το καθεστώς του freelancer. Εκβίασε αυτούς που ήταν από τους εργαζόμενους της “πρώτης γραμμής του μετώπου” κατά τη διάρκεια του λοκντάουν, έχοντας μάλιστα πρωταγωνιστήσει στα σχετικά σποτ της Πολιτικής Προστασίας, προκαλώντας την εύλογη συμπάθεια και υποστήριξη της κοινωνίας. Ήρωες τότε, αναλώσιμοι σήμερα. 

Υπό φυσιολογικές συνθήκες και σκεπτόμενοι λογικά, η έκρηξη κερδών των εταιρειών διανομής λόγω πανδημίας, θα είχε τα εξής αποτελέσματα για τους εργαζόμενους: Μοίρασμα μικρού έστω μέρους των κερδών με αύξηση μισθών και παροχών, καλύτερες συνθήκες εργασίας, περισσότερη ασφάλεια και προστασία. Σε πολιτικό και κυβερνητικό επίπεδο θα περίμενε κανείς νόμους και αποφάσεις που θα τους προστάτευαν, θα τους ενίσχυαν, θα τους επιβράβευαν. 

Όμως, η Ελλάδα της επιχειρηματικότητας, η Ελλάδα που σκούζει ενάντια στο σοβιετικό μοντέλο και τα κομμουνιστικά κατάλοιπα, η Ελλάδα που θεωρεί τα κοινωνικά δικαιώματα εμπόδιο στην κερδοφορία των αργόσχολων της πλατείας Κολωνακίου, η Ελλάδα της κούφιας καινοτομίας, η Ελλάδα που κυβερνάται από τους αυτοανακηρυχθέντες άριστους γόνους πλουσίων και ισχυρών, δεν έχει τέτοια κολλήματα με τις φυσιολογικές συνθήκες και τη λογική. 

Το εντελώς αντίθετο.

Σημειώνοντας αύξηση τζίρου 50% και έχοντας καθαρά κέρδη πάνω από 20 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία αποδόθηκαν στους ιδιοκτήτες της, η εταιρεία έδωσε σπάνιο ρεσιτάλ εργοδοτικής απληστίας και σκατοψυχιάς. Τη χρονιά που κέρδισε περισσότερα από όσα θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί, επιχείρησε να μειώσει περαιτέρω το εργοδοτικό κόστος, βαφτίζοντας τους εργαζόμενους του λειψού μεροκάματου, “συνεργάτες”.

Και αν την αχόρταγη για περισσότερα κέρδη, υπερ-κερδοφόρα εταιρεία, την περιμέναμε, γιατί κανείς πλούσιος δεν θα αφήσει την ευκαιρία να γίνει ακόμα πλουσιότερος πατώντας στο λαιμό του αδύναμου, τι ακριβώς έκανε η κυβέρνηση;

Επιβράβευσε με τον ασφαλιστικό νόμο του 2020 την αήθη πρακτική των εταιρειών να βαφτίζουν την εξαρτημένη εργασία παροχή έργου και να μετατρέπουν τον σταθερό μισθό σε πληρωμή με το κομμάτι. Μειώνοντας τις εισφορές, ενίσχυσε την αυτοαπασχόληση, τιμώρησε τη μισθωτή εργασία, έδωσε κίνητρο για προσλήψεις με μπλοκάκι και πληρωμή με το κομμάτι, έστησε αντικίνητρο για συμβάσεις εργασίας. 

Τάχθηκε δηλαδή με τη μεριά του επιχειρηματικού συρφετού που επιδίωκε να μην πληρώνει εργοδοτικές εισφορές και να απαλλαγεί από το κόστος που του προκαλούσαν οι άδειες, οι μητρότητες, οι ασθένειες, οι κανόνες υγειινής και ασφάλειας και οι λοιπές εφευρέσεις του εικοστού αιώνα που στέκουν εμπόδιο στην αριστεία και στην καινοτομία. 

Και με τον εργασιακό νόμο του 2021, επικύρωσε και νομιμοποίησε την παράνομη πρακτική των εταιρειών ντελίβερι να απασχολούν διανομείς ως συνεργάτες. Η Wolt δούλευε έτσι από την αρχή, η e-food επιχείρησε να το κάνει, αλλά σκόνταψε πάνω στη θηριώδη απληστία της και μετά την κοινωνική κατακραυγή, δεν είχε άλλη επιλογή από την άτακτη υποχώρηση. 

Έχουμε δηλαδή έναν πολιτικό κόσμο (γιατί η ευθύνη δεν αφορά μόνο αυτή την κυβέρνηση αλλά και τις προηγούμενες) που κυνικά και ξεδιάντροπα, αντί να πάρει το μέρος του αδύναμου παίρνει διαρκώς το μέρος του ισχυρού. 

Η e-food και η ιδιοκτησία της πλήρωσε την πλεονεξία, την ασυδοσία και τη σκατοψυχιά που χαρακτηρίζουν την ελληνική επιχειρηματική τάξη. 

Την τάξη που με μοναδικά προσόντα το κεφάλαιο που κληρονόμησε και το πολιτικό προσωπικό που την προστατεύει σκανδαλωδώς και με κάθε τρόπο, αρμέγει την κοινωνία, λεηλατεί τα δημόσια ταμεία, σιτίζεται πλούσια από τον κρατικό κορβανά, καταπίνει επιδοτήσεις και ΕΣΠΑ πιο γρήγορα και από τη σκιά της.

Αυτή η επιχειρηματική τάξη της αρπαχτής, της εξαγορασμένης αριστείας και της κληρονομημένης υπεροχής, έφαγε σήμερα, με την υποχώρηση της e-food, ένα ηχηρό χαστούκι. 

Δεν θα σταματήσει φυσικά να είναι άπληστη, αχόρταγη, εκδικητική, αηδής και αήθης.

Αλλά το χαστούκι αυτό μπορεί να κάνει την πλευρά της ζωντανής εργασίας να πιστέψει λίγο περισσότερο στις δικές της δυνάμεις.

Από το 8 ώρες δουλειά – 8 ώρες ξεκούραση – 8 ώρες ελεύθερος χρόνος στο 9-9-6;

Τον Μάιο του 1886 εργατικά συνδικάτα στο Σικάγο ξεσηκώθηκαν διεκδικώντας καλύτερες συνθήκες εργασίες και την μείωση του ωραρίου στις 8 ώρες ημερησίως. Τον Μάιο του 2021 συζητάμε για το αν θα καταργηθεί το 8ωρο, μέσα από την διευθέτηση του χρόνου εργασίας. 135 χρόνια μετά αντί να συζητάμε για την μείωση του ωραρίου, συζητάμε για την επιστροφή στον 19ο αιώνα.

Ας δούμε μια εικόνα από το παρελθόν.

Πριν την εξέγερση του Σικάγου, οι εργαζόμενοι δούλευαν 10 ή 12 ώρες τη μέρα. Σε κάκιστες συνθήκες εργασίας, με πολλά εργατικά ατυχήματα, χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, χωρίς ελεύθερο χρόνο. Το προσδόκιμο ζωής χαμηλότερο από το σημερινό, κακή ποιότητα ζωής.

Για το ζήτημα του ελεύθερου χρόνου 21 χρόνια πριν την εξέγερση του Σικάγου ο Καρλ Μαρξ έγραφε: «Ο χρόνος είναι ο χώρος της ανθρώπινης ανάπτυξης. Ένας άνθρωπος που δε διαθέτει ελεύθερο χρόνο, που όλος ο χρόνος της ζωής του –εκτός από τις καθαρά φυσικές διακοπές για τον ύπνο, για το φαγητό κτλ- απορροφιέται από την εργασία του για τον κεφαλαιοκράτη είναι κάτι λιγότερο από ένα φορτηγό ζώο. Είναι μια απλή μηχανή για την παραγωγή ξένου πλούτου, σωματικά τσακισμένος και πνευματικά αποκτηνωμένος. Κι ωστόσο όλη η ιστορία της σύγχρονης βιομηχανίας δείχνει ότι το κεφάλαιο, αν δεν του μπει φραγμός, τραβά χωρίς οίκτο και έλεος να ρίξει όλη την εργατική τάξη σ΄ αυτή την κατάσταση της ακραίας κατάπτωσης.»

Θα πει κανείς ότι 21 χρόνια αφότου έγραφε ο Μαρξ το Μισθός, Τιμή και Κέρδος, το ζήτημα «λύθηκε» ή υπήρξε μια κάποια πρόοδος μετά τον αγώνα της εργατικής τάξης και την εξέγερση του Σικάγο. Πόσο μάλλον μπορεί να πει κανείς ότι ενάμισι αιώνα μετά αυτό το απόσπασμα θεωρείται κάπως «ξεπερασμένο».

Ας δούμε και μια εικόνα από το μέλλον.

Το ωράριο σήμερα στην Κινέζικη πολυεθνική Alibaba έχει γνωστό ως 996. Δουλειά από τις 09:00 ως τις 21:00, 6 μέρες/βδομάδα. Όχι απλά έχει αμφισβητηθεί το 8ωρο, αλλά ο Κινέζος δισεκατομμυριούχος και συνιδιοκτήτης της εταιρίας Jack Ma αναφέρεται στις 12 ώρες ημερησίως ως «ευλογία για τους εργαζόμενους». Αν κανείς αναρωτιέται πώς έγινε δισεκατομμυριούχος ο συγκεκριμένος άντρας η απάντηση είναι πολύ απλή. Με το 996 και τους κακούς μισθούς. Η υπεραξία που παράγει αυτή η εταιρία από τους χιλιάδες εργαζόμενους είναι τεράστια. Είναι τόσο τεράστια όσο και η περιουσία του που υπολογίζεται σε 55 δις $.

Να σημειωθεί ότι η Alibaba είναι κάτι σαν την Amazon της Κίνας. Ο ανταγωνισμός του Jeff Bezos και του Jack Ma είναι προφανής. Ανταγωνισμός για την σφαίρα επιρροής της κάθε εταιρίας, αντιπαράθεση για τις καλύτερες υπηρεσίες κοκ. Αλλά ας δούμε την μία τραγική ομοιότητα. Δύο από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου, πλουτίζουν από την ασταμάτητη εργασία ενός ολόκληρου στρατού εργαζομένων, κακοπληρωμένων, εξουθενωμένων, σε εργασιακές συνθήκες που θυμίζουν καταστάσεις περασμένου αιώνα. Στην Alibaba δουλεύεις 9 με 9, στην Amazon το ωράριο αγγίζει τις 14 ώρες την μέρα, ενώ δεν υπάρχει χρόνος ούτε για τουαλέτα. Η μαρτυρία μιας εργαζομένου – οδηγού στην Amazon είναι αποκαλυπτική «Κρατάω μαζί μου ένα ποτήρι και μαντηλάκια και πηγαίνω πίσω από το βαν. Με απασχολεί πολύ η τεχνολογία Τεχνητής Νοημοσύνης και οι κάμερες που είναι εγκατεστημένες στο βαν, για το αν κάποιος με δει την ώρα που πηγαίνω τουαλέτα σε μια γωνία».

Το ερώτημα είναι ένα. Είναι αυτό το μέλλον πολύ πιο φωτεινό από το σκοτεινό παρελθόν του 18ου αιώνα; Ή μήπως είναι τρομακτικά όμοιο, με αλλαγμένες τις ειδικότητες, τις τεχνολογίες, τα νέα προϊόντα κοκ;

Το νομοσχέδιο Χατζηδάκη καταργεί το 8ωρο. Πολλοί λένε το αυτονόητο, ότι δηλαδή ούτως ή άλλως δουλεύουμε ήδη 10 ή 12 ώρες τη μέρα, ενώ κάποιοι δουλεύουν 8 ώρες ενώ στη σύμβασή τους αναφέρονται οι 4. Το θέμα με το νομοσχέδιο Χατζηδάκη δεν αφορά μόνο την διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Το θέμα είναι ότι στο τέλος του δρόμου αυτό που υπάρχει είναι εξοντωτικά ωράρια του τύπου Amazon ή Alibaba. Η κατάργηση του 8ώρου σήμερα, θα σημαίνει το 996 στην Ελλάδα μεθαύριο.

Δεν είμαστε στο 1850. Είμαστε στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Το ζήτημα του εργάσιμου χρόνου μπαίνει ως δίλημμα. 996 ή 6ωρο, 5μερο; Αν δεν αγωνιστούμε για το ζήτημα του χρόνου εργασίας το μέλλον είναι το 996. Αν αγωνιστούμε με αίτημα το 6ωρο – 5μερο, πιθανά τα πράγματα να είναι καλύτερα. Κανείς δεν λέει ότι τα πράγματα αλλάζουν προς το καλύτερο από τη μια μέρα στην άλλη. Το σίγουρο είναι ότι αλλάζουν προς το χειρότερο μέρα τη μέρα.

Το ερώτημα όμως μπαίνει ξανά και ξανά.

Είναι το μέλλον μας το παρελθόν; Ή μήπως όχι;

Η μείωση του χρόνου εργασίας αναγκαία, δίκαιη, επίκαιρη

Το κείμενο που ακολουθεί είναι μέρος της εισήγησης του Θοδωρή Παναγιωτόπουλου στην διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε η Πανελλαδική Ταξική Κίνηση με θέμα το χρόνο εργασίας.

30 ώρες δουλειά για όλους-30 χρόνια δουλειά-αυξήσεις στους μισθούς

Βρισκόμαστε σε μια νέα πολύ διαφορετική εποχή, μια ριζικά διαφορετική εποχή που ακόμα διαμορφώνεται και αλλάζει ριζικά την ζωή των εργαζομένων σε όλο τον κόσμο, αλλάζοντας τον τρόπο με τον οποίο εργαζόμαστε, οργανωνόμαστε, επικοινωνούμε και κατανοούμε τον κόσμο.

Μια νέα εποχή που δημιουργεί, πλάι στις παλιές, νέες δυσκολίες, αλλά και εν δυνάμει νέες δυνατότητες για την ταξική ενότητα και χειραφέτηση της εργατικής τάξης.

Στο πλαίσιο αυτό σαν Πανελλαδική Ανεξάρτητη Ταξική Εργατική Κίνηση, πήραμε την πρωτοβουλία για την σημερινή συζήτηση, θέλοντας να ανοίξουμε τον διάλογο μεταξύ των ταξικών ρευμάτων και των πρωτοπόρων εργατριών και εργατών για το ζήτημα του χρόνου εργασίας και της αναγκαιότητα να μπει στην προμετωπίδα του αγώνα του εργατικού κινήματος ξανά δραστική μείωση του χρόνου εργασίας για όλη την εργατική τάξη.

Έχουν περάσει 135 χρόνια από την εξέγερση των εργατών του Σικάγου που άνοιξαν τον δρόμο για την καθιέρωση της 8ωρης μισθωτής εργασίας, τα τρία λεγόμενα οκτώ. Και πάνω από 100 χρόνια από την νομοθετική καθιέρωση του 8ωρου στην Σοβιετική Ένωση, την πρώτη χώρα που το νομοθέτησε.

Από τότε και παρά τον τεράστιο πλούτο που έχει συσσωρευτεί από την εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας και παρά την εκτίναξη της παραγωγικότητας της εργασίας και της τεχνολογίας, ο χρόνος εργασίας είτε παραμένει αγκυλωμένα ο ίδιος, είτε έχουμε πρωτοβουλίες της εργοδοτικής πλευράς και των αστικών κυβερνήσεων για την ελαστικοποίηση της εργασίας, με αντίστοιχη μείωση των αποδοχών, είτε καταπάτηση του 8ώρου και επιβολή απλήρωτων υπερωριών για μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης στον ιδιωτικό τομέα. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων προχώρησαν και συνεχίζουν να προχωρούν σε νομοθετικές ρυθμίσεις για αύξηση των ωρών εργασίας (βλέπε Αυστρία, Ελλάδα επιστροφή στο 40ωρο από 37,5 ώρες στο δημόσιο, και τώρα το νέο νομοσχέδιο για τα εργασιακά της ΝΔ που καταργεί το 8ωρο, καθιερώνοντας στην ουσία το 10ωρο και χτυπώντας κάθε συνδικαλιστική δράση).

Η πάλη για τον χρόνο εργασίας αποτελεί έναν από τους πυρήνες της ταξικής πάλης. Μέσα από αυτήν εκφράζεται η σύγκρουση για το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής τάξη αλλά και η τάση για τον έλεγχο της παραγωγής προς όφελος της κοινωνίας και σε βάρος της αστικής άναρχης κυριαρχίας των νόμων της αγοράς και της εξάντλησης, με στόχο της απόσπαση μεγαλύτερης υπεραξίας, της εργατικής δύναμης .

Η υποχώρηση των ιδεών της εργατικής χειραφέτησης, η ήττα που έχει υποστεί η εργατική τάξη, η αναποτελεσματικότητα των αγώνων, η διάδοση, ηγεμονία και κυριαρχία της «πολιτικής οικονομίας της αστικής τάξης» στο συνδικαλιστικό κίνημα της τελευταίας 30ετίας και ιδιαίτερα στην ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος, έχει σαν αποτέλεσμα να μην τίθεται από το συνδικαλιστικό κίνημα το αίτημα για τη νομοθετική μείωση του χρόνου εργασίας.

Παρόλα αυτά υπάρχουν κάποιες αγωνιστικές και ταξικές δυνάμεις που κάνουν αναφορά στον χρόνο εργασίας, με ακόμα όμως αδύναμο τρόπο και, κυρίως, χωρίς την βαθύτερη κατανόηση της σημασίας που έχει στις σημερινές συνθήκες η πάλη για την μείωση του.

Η βαθύτερη κρίση του καπιταλιστικού συστήματος, η τρομακτική αντίθεση παραγωγικών σχέσεων και παραγωγικών δυνάμεων στην νέα εποχή οδηγεί σε όξυνση την ταξική σύγκρουση γύρω από τον εργάσιμο χρόνο, διότι είναι ανάγκη τόσο για την αστική όσο και για την εργατική τάξη.

Η αστική τάξη απαντά παγκοσμίως με ένα και μοναδικό τρόπο μπροστά στην τρομακτική ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας, του αυτοματισμού και της ρομποτικής: αύξηση της εκμετάλλευσης, μείωση των μισθών και «μοίρασμα της ανεργίας» αντί για μοίρασμα και μείωση του χρόνου εργασίας. Αυτή η φιλοσοφία είναι η οποία έχει εκτοξεύσει τις ελαστικές σχέσεις εργασίας που παίρνουν κεφάλι από τις σταθερές σχέσεις (30% επί του συνόλου των εργαζομένων), τα προγράμματα ανακύκλωσης της ανεργίας κ.λπ. Κατάσταση που πάει χέρι-χέρι με τα εξαντλητικά ωράρια, τις αμέτρητες υπερωρίες και τους μισθούς πείνας.

Και ακόμη δεν είδαμε τίποτα. Η μαζική τεχνολογική εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης, της ρομποτικής, των 3D printer κ.α. και η νέα έκρηξη παραγωγικότητας που βρίσκονται μπροστά μας, εάν δεν μπουν όροι και κανόνες από το εργατικό κίνημα σε μια προοπτική μείωσης του χρόνου εργασίας, θα οδηγήσουν εκατομμύρια εργαζόμενους στο περιθώριο και την ανεργία, περισσότερο από κάθε προηγούμενο παγκόσμιο πόλεμο.

Τα στοιχεία είναι ενδεικτικά για το ποια είναι η κυρίαρχη τάση με την οποία επιλέγει η αστική τάξη να διαχειριστεί αυτή την κατάσταση:

– Το 2016 «Το εργοστάσιο της Foxconn (κατασκευάζει το iPhone της Apple) στην Κίνα απέλυσε 60.000 εργαζομένους (από τους 110.000) και τους αντικατέστησε με ρομπότ»

– Σύμφωνα με έρευνα της Bank of America μέχρι το 2025, τα ρομπότ θα έχουν καταλάβει το 45% των βιομηχανικών εργασιών, εξαφανίζοντας εκατομμύρια θέσεις εργασίας.

– Έρευνες στην Γαλλία αναφέρουν ότι το 42% των επαγγελμάτων παρουσιάζουν πιθανότητα αυτοματοποίησης λόγω της διείσδυσης της πληροφορικής στην οικονομία και μάλιστα όχι μόνο τα χειρωνακτικά αλλά και διανοητικά επαγγέλματα. Σύμφωνα με την έρευνα 8,3 εκατομμύρια θέσεις εργασίας είναι πιθανόν να καταστραφούν μέχρι το 2025.

– Ακόμα όμως και στην περιφερειακή Ελλάδα, έχουμε τέτοια παραδείγματα, με ολόκληρες ειδικότητες να καταργούνται γιατί αντικαταστάθηκαν από αυτοματισμούς και ρομποτική τόσο στη βιομηχανία όσο και στον τομέα των υπηρεσιών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι τράπεζες, όπου η επιδιωκόμενη αύξηση της χρήσης των ΑΤΜ, των e-banking, mobile banking, phone banking, των νέων πληφοριακών συστημάτων μηχανογράφησης και καταγραφής μειώνουν τρομακτικά τόσο τις επισκέψεις στα υποκαταστήματα των τραπεζών όσο και τους εργαζόμενους που απαιτούνται για να γίνουν αυτές οι εργασίες.

Παράλληλα με την αυτοματοποίηση τμημάτων της παραγωγής και υπηρεσιών γεννιούνται νέες θέσεις ανειδίκευτης χειρωνακτικής εργασίας, με μισθούς πείνας και συνθήκες εργασιακής γαλέρας. Μια διαδικασία που γινόταν και θα γίνεται πάντα στο καπιταλιστικό σύστημα. Όμως οι θέσεις αυτές είναι κατά πολύ λιγότερες από αυτές που καταστρέφονται

Φυσικά τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι οι εργάτριες και εργάτες, το εργατικό κίνημα συνολικά πρέπει να κινηθούν ενάντια στις κατακτήσεις της επιστήμης και της τεχνολογίας. Ίσα ίσα το αντίθετο. Αυτά είναι αποτέλεσμα της κοινωνικής εργασίας και πρέπει να γίνουν χρήσιμα εργαλεία για να βελτιώσουν την ζωή των εργαζομένων και της κοινωνίας. Ο τεράστιος συσσωρευμένος πλούτος που υπάρχει στα χέρια των σύγχρονων κροίσων, η γιγαντιαία δύναμη της επιστήμης, η ρομποτική, η αυτόματη παραγωγή μηχανών που εκτινάσσει την παραγωγικότητα της εργασίας μειώνοντας δραστικά τον αναγκαίο χρόνο εργασίας πρέπει να αξιοποιηθούν για να ανέβει ποιοτικά το επίπεδο ζωής εκατοντάδων εκατομμυρίων εργατών στον κόσμο σήμερα.

Για να γίνει αυτό απαιτείται μια γιγάντια πολιτιστική και ιδεολογική εξόρμηση στους χώρους δουλειάς προκειμένου να αποκαλυφθεί η αλήθεια της εργατικής οικονομίας απέναντι στο σκοταδισμό και τον τρόμο που προπαγανδίζει η αστική τάξη και τα αστικά ρεύματα στο συνδικαλιστικό κίνημα τα οποία έχουν στόχο να υποτάξουν τους εργάτες με το ΤΙΝΑ (Δεν Υπάρχει Εναλλακτική) ώστε να αποδεχτούν τις απολύσεις, την ελαστική εργασία, τις μειώσεις μισθών και γενικά την μοιρολατρία που με την σειρά της επιτείνει την αύξηση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων.

Κάτω τα χέρια από το 8ωρο!

Εκτιμούμε ότι η μείωση του χρόνου εργασίας στην σημερινή εποχή είναι αναγκαία για την επιβίωση της εργατικής τάξης απέναντι στην τρομακτική επέκταση της ανεργίας, των εξαντλητικών ωραρίων και της ελαστικής εργασίας που παίρνει τρομακτικές διαστάσεις αλλά και μπροστά στην τεράστια καταστροφή ανθρώπινης εργασίας που έρχεται.

Το εργατικό κίνημα οφείλει να προετοιμαστεί ιδεολογικά και πολιτικά για την επόμενη περίοδο όπου η συζήτηση για την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και την εκτίναξη της παραγωγικότητας που φέρνουν, θα γίνει εντονότερη με κεντρικό ερώτημα τι θα γίνει με το χρόνο εργασίας.

Ήδη, αναπτύσσονται ακόμη και αστικές τάσεις για τη μείωση του χρόνου εργασίας όπως τα πειράματα στην Σουηδία, η πρόταση της ισπανικής κυβέρνησης για πιλοτικό πρόγραμμα 4ήμερης εργασίας και κρατικής επιδότησης των εταιρειών για την 5η μέρα, η Microsoft στην Ιαπωνία εφαρμόζει 4ημερη εργασία πειραματικά κ.α

Ακόμα και αυτές οι προτάσεις που δεν χτυπούν τα κέρδη της εργοδοσίας, μένουν σε πειραματικό στάδιο και χτυπιούνται βάρβαρα από τους κυρίαρχους αστικούς κύκλους όπως φάνηκε σε άρθρα στους New York Times: «Το 6ωρο της Σουηδίας είναι μια απαίσια ιδέα» (New York Post, 24/5/2016).

Πιστεύουμε ότι μπροστά στην νέα κατάσταση που διαμορφώνεται και ειδικά μπροστά στο νέο νομοσχέδιο κατάργησης του 8ωρου είναι ανάγκη οι αγωνιστικές και ταξικές δυνάμεις να συνεργαστούν και να προωθήσουν από κοινού τα αιτήματα:

  • Κάτω τα χέρια από το 8ωρο
  • Απαγόρευση των απολύσεων τώρα-Επίδομα ανεργίας για όλους
  • 30 ώρες δουλειά-30 χρόνια εργασία-σταθερή δουλειά για όλους
  • Αυξήσεις στους μισθούς
  • Ελεύθερη συνδικαλιστική δράση

Ελπίδα και όραμα

Γνωρίζουμε την κατάσταση που βρίσκεται σήμερα το συνδικαλιστικό και εργατικό κίνημα, τις δυσκολίες και τις αδυναμίες τις οποίες έχει. Εκτιμούμε όμως ότι το αίτημα για μείωση του χρόνου εργασίας μπορεί να δώσει ελπίδα και όραμα στους εργαζόμενους και ιδιαίτερα στους νέους εργαζόμενους ώστε να οργανωθούν και να διεκδικήσουν όχι μόνο την μη χειροτέρευση αλλά συνολικά καλύτερες συνθήκες εργασίας. Η πάλη για την μείωση του χρόνου εργασίας μπορεί να αποτελέσει και την καλύτερη άμυνα για την υπεράσπιση του ίδιου το 8ωρου.

Η ιστορία της ταξικής πάλης – η οποία φυσικά δεν να μπορεί να αντιγραφεί – μας έχει δείξει ότι η ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος και οι μεγάλες εξάρσεις του συντελέστηκαν όταν μπόρεσε να συναντηθεί με ένα αντίστοιχο ταξικό και ριζοσπαστικό διεκδικητικό περιεχόμενο.

Υπάρχουν παραδείγματα που παρά την γενική υποχώρηση της 30ετίας, όπου το συνδικαλιστικό κίνημα και εργατικό κίνημα ανέδειξε με πειστικό τρόπο το ζήτημα κατάφερε να συσπειρώσει τους εργαζόμενους και επέβαλε κατακτήσεις, όπως στη Γαλλία, όπου οι εργατικές κινητοποιήσεις επέβαλαν το 35ωρο. Κλαδικές συλλογικές συμβάσεις στην Ελλάδα έχουν επιβάλλει μέσα από τους αγώνες του λιγότερες ώρες δουλειάς. Η σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός της Φινλανδίας είχε την στήριξη ευρύτερων τμημάτων εργαζομένων στην πρότασή της για 6ωρο/5ήμερο.

Για την προώθηση αυτής της διεκδίκησης χρειάζεται μια μαζική συσπείρωση δυνάμεων όλων των αγωνιστικών και ταξικών ρευμάτων αλλά και δυνάμεων του πνεύματος που αντιλαμβάνονται αυτή την αναγκαιότητα. Απαιτείται σοβαρή ιδεολογική προετοιμασία, αντιπαράθεση με τα επιχειρήματα του αντιπάλου που διαδίδονται εκατομμύρια φορές από τα γραπτά, ηλεκτρονικά και κοινωνικά δίκτυα ενημέρωσης (λύση είναι η «απελευθέρωση της αγοράς εργασίας», η ελαστική εργασία, τα ατομικά προσόντα κ.λπ.). Χρειάζεται η ειδική πάλη ενάντια στις υπερωρίες, τη μαύρη εργασία, την κρυφή επέκταση του ωραρίου της ελαστικής και εκ περιτροπής εργασίας κ.λπ.

Στην σημερινή εποχή το ζήτημα της μείωσης του χρόνου εργασίας αποτελεί ένα βασικό κρίκο στο περιεχόμενο της προσπάθειας για την ταξική ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος.

Η γενική κατεύθυνση μπορεί να είναι η άμεση και γενική εφαρμογή της ήδη υφιστάμενης νομοθεσίας και του 40ωρου, η απαγόρευση εργασίας πάνω από αυτό και η πάλη για 5ήμερο/30ώρο, χωρίς μείωση των αποδοχών. Το 30ωρο για τους εργαζόμενους στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, στις μητέρες, στους νέους, τους εκπαιδευόμενους. Η δραστική μείωση των ορίων συνταξιοδότησης με ανώτατο όρια στα 60 χρόνια και τα 30 χρόνια εργασίας χωρίς όριο ηλικίας.

Τα αιτήματα αυτά είναι δίκαια καθώς:

α) αποτελούν μέσο βελτίωσης της ατομικής αλλά και κοινωνικής ευημερίας, της ποιότητας ζωής του εργαζόμενου και της οικογένειάς του. Διασφαλίζοντας μεγαλύτερο ελεύθερο χρόνο ανάπαυσης και αναπαραγωγής της εργατικής του δύναμης άλλα και τη δυνατότητα διεύρυνσης των υπόλοιπων ατομικών και κοινωνικών χρόνων του ( χρόνος για εκπαίδευση, για διασκέδαση, χρόνος για υγιεινή και περίθαλψη, χρόνος για την οικογένεια και την κοινωνική συμμετοχή).

β) είναι αναγνώριση της συμβολής των εργαζόμενων στη συνολική αύξηση της παραγωγικότητας, στην οικονομική μεγέθυνση και ανάπτυξη, άλλα και

γ) αποτελούν την μόνη λύση για την αρνητική επίπτωση που έχουν στην απασχόληση οι νέες τεχνολογίες, οι αυτοματισμοί στην παραγωγή, καθώς και οι νέες μορφές οργάνωσης της εργασίας

δ) αποτελούν μέτρο καταπολέμησης της ανεργίας, αφού έτσι γίνεται το «μοίρασμα της εργασίας» χωρίς την μείωση του μισθού ανάμεσα σε εργαζόμενους και ανέργους. Λιγότερη εργασία, εργασία για άλλους με δικαιώματα και αξιοπρεπή μισθό διαβίωσης ικανόν να καλύπτει όλες τις σύγχρονες καθημερινές ανάγκες του ανθρώπου της εργασίας.

Ταυτόχρονα, ειδικά σήμερα είναι δυνατό. Ένα παράδειγμα, αρκεί για να καταλάβουμε τον τεράστιο πλούτο που παράγεται σήμερα πολύ γρηγορότερα. Σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάζεται στο βιβλίο «Η θαυμαστή εποχή της νέας τεχνολογίας»: «Σήμερα, ο μέσος Αμερικανός θα χρειαζόταν να εργαστεί μόλις 11 ώρες την εβδομάδα για να παράγει όσα παρήγαγε σε 40 ώρες το 1950»

Με αυτές τις σκέψεις θέλουμε να ανοίξουμε το διάλογο πρώτα και κύρια με όλα τα ταξικά ρεύματα και τους πρωτοπόρες εργαζόμενες και εργαζόμενους. Θεωρούμε ότι είναι ώριμο και πρέπει να παρθούν από κοινού πρωτοβουλίες στους χώρους δουλειάς και σε συνδικάτα για το αίτημα του 5ήμερου/30ωρου χωρίς μείωση των αποδοχών τώρα, με καμπάνιες ενημέρωσης, να ζυμώνεται σε συνελεύσεις, να τίθεται στις διεκδικήσεις των συλλογικών συμβάσεων, δημιουργώντας έτσι τους όρους ώστε να υπάρξει ένα μαζικό εργατικό κίνημα που θα παλέψει για την επιβολή του.

Ιδιαίτερα το επόμενο διάστημα που η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να φέρει νομοσχέδιο κατάργησης του 8ωρου και της συνδικαλιστικής δράσης, οι ταξικοί συνδικαλιστές, ρεύματα και δυνάμεις πρέπει να αντιληφθούν την κρισιμότητα της στιγμής και να υπερβούν τον κατακερματισμό. Η αστικοποιημένη ΓΣΣΕ δεν θέλει και δεν μπορεί να οργανώσει τον αγώνα του συνδικαλιστικού κινήματος απέναντι σε ένα τέτοιο νομοσχέδιο. Αυτό επιβάλλει ακόμα περισσότερο στα αγωνιστικά ρεύματα και δυνάμεις, να δράσουν συντονισμένα, ενωτικά και αγωνιστικά στους χώρους δουλειάς και στα συνδικάτα ώστε να ενημερωθούν οι εργαζόμενοι, να υπάρξουν συλλογικές διαδικασίες, να παρθούν αγωνιστικές αποφάσεις και δράσεις ώστε να μην κατατεθεί καν αυτό το νομοσχέδιο. Αυτό χρειάζεται να εκφραστεί και μέσα από ενωτικές ταξικές συγκεντρώσεις, συντονισμούς και πορείες όλων αγωνιστικών συνδικάτων.

Ο ταξικός εορτασμός της Πρωτομαγιάς μπορεί να είναι αφετηρία για υπάρξει μια μαζική ενωτική επιτροπή εορτασμού με αντίστοιχη συγκέντρωση και πορεία στέλνοντας ένα πρώτο μήνυμα να μην κατατεθεί το αντεργατικό νομοσχέδιο. Μέσα σε αυτόν τον αγώνα, οι δυνάμεις και τα συνδικάτα που το κατανοούν πρέπει να θέσουν το ζήτημα του 30ωρου για όλους.

Σε μια τέτοια κατεύθυνση θα προσπαθήσουμε να κινηθούμε και να συνεργαστούμε με όλα τα ταξικά και αγωνιστικά ρεύματα.

Πηγή: ΚΟΜΜΟΝ

Γιατί χτυπούν το δικαίωμα στο συνδικαλισμό;

Το σχέδιο «να τελειώνουμε με ό,τι είχε απομείνει όρθιο» περνά τώρα σε ένα ανώτερο στάδιο. Ο νέος εργασιακός νόμος, όπως έχουν διαρρεύσει ορισμένες πτυχές του, φαίνεται τρομακτικός ως προς την ζωή του εργαζομένου. Κυρίως, στοχεύει το ωράριο αλλά και τις αποδοχές του εργαζομένου. Σκοπός είναι να «απελευθερωθεί» το ωράριο, να εφαρμοιστεί το 10ωρο, ενώ παράλληλα να μειώσουμε τα έξοδα για τον εργοδότη, αντικαθιστώντας την νόμιμη πληρωμένη υπερωρία με… ρεπό!

Τα ίδια ρεπό, που οι εργαζόμενοι ήδη δεν λαμβάνουν, ενώ το 52% δεν πληρώνεται καν τις υπερωρίες του, οπώς δηλώνει έρευνα της ΓΣΕΕ. Ο νέος νόμος θέλει να δώσει θεσμικό και νόμιμο ένδυμα σε αυτές τις πρακτικές.

Οι αλλαγές αυτές θα οδηγήσουν σε μείωση στο εισόδημα των εργαζομένων και πνιγμό της ελληνικής οικονομίας. Η μνημονιακή περίοδος έδειξε ολοφάνερα, ότι η μείωση των μισθών και η εξαφάνιση της εργατικής προστασίας οδήγησε σε μία αγορά ζούγκλας, ευνόησε τις ανέλεγκτες πολυεθνικές επιχειρήσεις, οδήγησε σε πτώση της εσωτερικής ζήτησης, σε ύφεση, κλείσιμο επιχειρήσεων, ανεργία και φτώχεια. Η ανταγωνιστικότητα δεν βελτιώθηκε και το χρέος δεν μειώθηκε: το μόνο που άλλαξε ήταν η είσοδος ξένων πολυεθνικών αλλά και κρατών σε κομβικούς τομείς της εθνικής οικονομίας.

Το μεγάλο κόλπο μετέτρεψε την Ελλάδα σε μία εντός ΕΕ μπανανία, για φθηνό εργατικό δυναμικό, που θα εργάζεται με ελληνικούς μισθούς, εξ αποστάσεως, για ξένες επιχειρήσεις πλέον. Ο εθνικός και λαϊκός πλούτος, όπως ακριβώς και η εργατική δύναμη του λαού, παραχωρήθηκαν εξίσου. Η όξυνση της κρατικής καταστολής και το βαθύ δημοκρατικό έλλειμμα απλώς ολοκλήρωσαν την μπανανοποίηση της χώρας.

Για να μπορέσουν να επιβληθούν αυτές οι αλλαγές, το κλειδί εντοπίστηκε στην διάλυση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος. Γι’αυτό το λόγο, οι νέες επιθέσεις, που χειροτερεύουν την κατάσταση, πρέπει να μας προετοιμάζουν για μια νέα και μακρυά περίοδο πολέμου απέναντι στους εργαζομένους και την νεολαία.

Οι δανειστές άνοιξαν τον δρόμο με το 2ο μνημόνιο, επιβάλλοντας στην Ελλάδα, ως όρο «διάσωσης», το τσάκισμα των συνδικαλιστικών ελευθεριών. Αυτό σήμαινε η προσαρμογή στις «βέλτιστες πρακτικές» που περιέγραφαν τα μνημονιακά κείμενα. Πιο ξεκάθαρος όρος επέβαλε στην χώρα την πάσει θυσία αποτροπή της επιστροφής σε ένα σύστημα συλλογικών εργατικών ρυθμίσεων, όπως αυτό ίσχυε πριν τα μνημόνια. Στον στρωμένο αυτό δρόμο, η Νέα Δημοκρατία πατάει το γκάζι, εφόσον ο ιμπεριαλισμός έκανε την βρώμικη δουλειά, για να βαθύνει και άλλο την επίθεση στην εργασία.

Η απεργία στο επίκεντρο

Η απεργία αποτελεί το πιο ισχυρό όπλο των εργαζομένων, για την διεκδίκηση κάθε δίκαιου αιτήματος τους, που αφορά την εργασιακή και ασφαλιστική ζωή τους. Στο σύνταγμα και την νομοθεσία αναγνωρίζεται ως δικαίωμα πρόκλησης βλάβης: η μαχητική αντιπαράθεση με τον εργοδότη είναι στοιχείο της άσκησης του συνταγματικού δικαιώματος της απεργίας. Το ίδιο και για την βλάβη στο κοινωνικό σύνολο: όρος για να είναι επιτυχημένη η απεργία, είναι να προκαλεί μία ορισμένη ενόχληση, ώστε να προβληματίζει, να κινητοποιεί, να προκαλεί τον δημόσιο διάλογο.

Το περιβάλλον ήταν ήδη αρνητικό: 9 στις 10 απεργίες κηρύσσονται παράνομες ή καταχρηστικές, σε ταχύτατα χρονικά διαστήματα, αποτρέποντας το ολοκληρωμένο ξεδίπλωμα του εργασιακού αγώνα. Η απελευθέρωση των απολύσεων, αλλά και η αχρήστευση των κλαδικών συμβάσεων εργασίας έφερε μείωση της συνδικαλιστικής οργάνωσης και δράσης. Η κατάσταση στο εργατικό κίνημα είναι ήδη πολύ δύσκολη.

Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση εισάγει στο νομοσχέδιο διάταξη, που όπως φημολογείται, θα εξαρτά την νομιμότητα της απεργίας από παράγοντες όπως η «άσκηση ψυχολογικής ή σωματικής βίας» κατά των απεργοσπαστών ή του εργοδότη. Όταν κανείς βλέπει τόσο πλαδαρές έννοιες, καταλαβαίνει κατευθείαν ότι επιδιώκουν μέσα να «χωρέσουν» κάθε μορφή συνδικαλιστικής πάλης!

Το ενδιαφέρον είναι, ότι τέτοιες συμπεριφορές έτσι και αλλιώς τιμωρούνται νομικά, όταν εκφεύγουν τους σκοπούς της απεργίας. Επειδή ακριβώς η απεργία αναγνωρίζεται συνταγματικά ως δικαίωμα αγωνιστικής αντιπαράθεσης και πρόκλησης βλάβης. Επομένως, με βάση τις συνταγματικές και νομοθετικές επιταγές, αντικειμενικά το στοιχείο της βίας θα υπάρχει σε μία απεργία.

Τώρα, όμως, επιδιώκουν να εντάξουν κάθε μορφή βίας, άρα αντιπαράθεσης, στην ουσία για να καταργήσουν την απεργία ως δικαίωμα από την πίσω πόρτα.

Η απεργία ως δικαίωμα, λειτουργεί ως προστατευτική ομπρέλα, που νομιμοποιεί ακριβώς τις βλάβες και τις φθορές που εξυπηρετούν τους σκοπούς της. Η αφαίρεση αυτής της ομπρέλας εκθέτει τον εργαζόμενο στην εκδικητική μανία του κράτους και της εργοδοσίας ατομικά. Σε ένα τέτοιο εργασιακό περιβάλλον, στην ουσία θέλουν να απομακρύνουν τους εργαζομένους απο την οργανωμένη πάλη: βάλουν, έτσι, κατά του ίδιου του συνδικαλιστικού δικαιώματος, εξίσου συνταγματικά προστατευμένου, οδηγώντας στην αχρήστευση και απομαζικοποίηση των συνδικαλιστικών οργανώσεων.

Μαζί με τα παραπάνω, φυσικά, διατηρούνται οι νεολογισμοί του ΣΥΡΙΖΑ, που απαιτούν απαρτία 50% των μελών ενός σωματείου για την κήρυξη απεργίας. Η αύξηση, επίσης, του προσωπικού ασφαλείας στο 40% των εργαζομένων σε «κρίσιμους τομείς της οικονομίας» στην ουσία αφαιρεί κάθε πίεση απο την απεργία, γιατί αποτρέπει τους μισούς εργαζόμενους απο το να συμμετέχουν εξ’αρχής. Αυτό δεν υπαγορεύεται απο οικονομικές ανάγκες, γι’αυτό και μέχρι τώρα δεν υπήρξε ποτέ τέτοιο ακραίο ποσοστό: αποτελεί ακόμα μία ένδειξη στην απόδειξη των διαθέσεων της κυβέρνησης.

Οι αλλαγές στην απεργία, άλλωστε, συνδέονται άμεσα με το ηλεκτρονικό φακέλωμα των συνδικαλιστικών οργανώσεων, την εισαγωγή της «ηλεκτρονικής διεξαγωγής» των Γενικών συνελεύσεων. Η επιβολή ηλεκτρονικής ψηφοφορίας επιτίθεται στην δια ζώσης διεξαγωγή των συλλογικών διαδικασιών, στην ζωντανή διαδικασία αλληλεπίδρασης των εργαζομένων και διαμόρφωσης της σωματειακής βούλησης.

Τέλος, η μείωση των στελεχών των συνδικαλιστικών οργανώσεων που δικαιούνται την συνδικαλιστική προστασία ολοκληρώνει το κάδρο του νέου μνημονίου που έρχεται. Συνδικαλιστικές οργανώσεις φακελωμένες, με μέλη αποξενωμένα από την ζωντανή συνδικαλιστική διαδικασία, με αγώνες ποινικοποιημένους πριν καν γεννηθούν, με συνδικαλιστές εκτεθειμένους στις εκδικητικές διώξεις κράτους και εργοδοτών.

Θέλουν να διαλύσουν τη δυνατότητα οργάνωσης, γιατί έρχεται μία εποχή δικτατορίας στους χώρους εργασίας. Και με βάση την προβλεπόμενη μείωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, προετοιμάζουν την κυριαρχία των πολυεθνικών και των μεγάλων ντόπιων αλυσίδων.

Το αντεργατικό άλμα της κυβέρνησης πρέπει να γίνει άλμα στο κενό. Πρέπει κάθε εργαζόμενος να προετοιμαστεί για τη μεγάλη μάχη που θα έρθει, στο δύσκολο και δυσμενές περιβάλλον της εποχής μας. Αυτή την στιγμή, όμως, δεν υπάρχει άλλος δρόμος.

Και ας μην ξεχνάμε, ότι ο λογαριασμός για την κυβέρνηση συνεχώς γράφει, και η σιωπηλή αγανάκτηση σταδιακά αποκτά μορφές. Οι εργαζόμενοι δεν είναι μόνοι: μόνοι είναι αυτοί που κυβερνάνε, και το ξέρουν. Αλλά δεν χάνουμε τίποτα να τους το θυμίσουμε: οι αγώνες των υγειονομικών, των φοιτητών και της νεολαίας έδειξαν τον δρόμο.

Τι είπε και τι δεν είπε ο κ. Χατζηδάκης για το ωράριο εργασίας

Με αφορμή το ζήτημα της διευθέτησης του ωραρίου, ο κ. Χατζηδάκης, υπουργός Εργασίας, παρέθεσε συνέντευξη στο ΣΚΑΙ. Υπερασπίστηκε το θέμα της «Διευθέτησης του χρόνου εργασίας», δηλαδή της δυνατότητας μία επιχείρησης να ορίζει περιόδους αυξημένης απασχόλησης των μισθωτών. Σε αυτές τις περιόδους, είναι δυνατόν το κανονικό ωράριο του μισθωτού (όχι οι υπερωρίες του) να παραταθεί από τις 8 στις 10 ώρες. Αυτή η υπέρβαση του ωραρίου μετά μπορεί να ισοσταθμιστεί με περιόδους μειωμένης απασχόλησης, ρεπό, αύξηση της κανονικής άδειας μετ’αποδοχών ή συνδυασμό αυτών.

Τι είπε ο κ. Χατζηδάκης:

Α) Η νομοθεσία για την διευθέτηση του ωραρίου υπάρχει εδώ και 30 χρόνια. Την ίδια στιγμή, 2 λεπτά πριν στην συνέντευξη θεωρεί τον βασικό συνδικαλιστικό νόμο του 1982 (ν. 1264/1982) απαρχαιωμένο. Η εφαρμογή της διάταξης 41 παρ. 6 του 1892/1990, με την τροποποιημένη μορφή που προτείνει, μάλλον αποτελεί… διαχρονική αξία..

Β) Δίνουμε την ελευθερία στον εργαζόμενο να «πάει διακοπές με την φίλη του, να μαζέψει ελιές, να δώσει τα μαθήματα στην εξεταστική ο φοιτητής»

Γ) Ο εργαζόμενος δεν χρειάζεται να φοβάται: με δική του αίτηση θα δίνεται η δυνατότητα διευθέτησης του ωραρίου και όλοι οι όροι θα είναι θέμα συμφωνίας..

Ας πούμε δύο κουβέντες για αυτά.

ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ ΩΡΑΡΙΟΥ

Η νομοθεσία για την διευθέτηση του ωραρίου πράγματι υπάρχει από το 1990, σε διάταξη του νόμου 1982/1990. Ψηφίστηκε τότε απο το σύνολο των κομμάτων της ελληνικής Βουλής, όπως και ο ν. 1876/1990. Ήταν οι νόμοι που εισήγαγαν πολλές βασικές ρυθμίσεις εργατικού δικαίου, και βασικά διαμόρφωσαν το σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων για την σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

Για αυτό το λόγο, ακόμα και η διάταξη για την διευθέτηση του ωραρίου, που απηχούσε τις απαρχές της ελαστικοποίησης της εργασίας στην Ευρώπη, έθετε ως όρο την συμφωνία του εργοδότη με την συνδικαλιστική οργάνωση. Αυτά δεν τα έφερε η Νέα Δημοκρατία και δεν τα ψήφισαν τα κόμματα της Βουλής επειδή ήταν γενικώς σωστά, αλλά επειδή τα επέβαλε το εργατικό κίνημα της εποχής, με τους μαζικούς συλλογικούς αγώνες του.

Η πρώτη αποδιάρθρωση στην παραπάνω πρόβλεψη επήλθε με τις μνημονιακές ρυθμίσεις (συγκεκριμένα, τον ν. 3996/2011, την ΠΥΣ 6/2012 και το 2ο μνημόνιο που ακολούθησε). Μεταξύ άλλων, αναγνώρισαν σε ομάδες που δεν αποτελούσαν συνδικαλιστικές οργανώσεις να συνάψουν συλλογική σύμβαση  εργασίας στην επιχεόρηση με τον εργοδότη, αφαιρώντας τους εργαζόμενους από την προστασία των κλαδικών συμβάσεων εργασίας.Αυτό συνέβαινε σε όποιο χώρο εργασίας δεν υπήρχε σωματείο. Αν υπήρχε, όμως, σωματείο, ήταν υποχρεωμένος να έρθει σε συμφωνία με το σωματείο.

Τώρα, με τον νέο νόμο, αυτό επιχειρείται να αλλάξει στο πεδίο της διευθέτησης του ωραρίου, ώστε να μπορεί να γίνει με την ατομική διαπραγμάτευση του εργαζόμενου με τον εργοδότη, με την τροποποίηση της ατομικής σύμβασης εργασίας του. Έτσι, θα δίνεται η «δυνατότητα» να διαμορφώσει ο εργαζόμενος τον χρόνο εργασίας του σε περιόδους αυξημένης απασχόλησης (μέχρι 10 ώρες κανονικό ωράριο) και περιόδους μειωμένης απασχόλησης (είτε λιγότερες ώρες, είτε ρεπό, άδειες κτλ).

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ, ΑΚΡΙΒΩΣ, Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ;

Αυτό ο Χατζηδάκης το ονομάζει «ελευθερία» του εργαζομένου. Θα μπορεί α) ο φοιτητής που σπουδάζει να δώσει εξετάσεις, β) ο εργαζόμενος στο αεροδρόμιο να μαζέψει ελιές, γ) ο μέσος εργαζόμενος να πάει διακοπές με «την φίλη του». Αυτή η «ευελιξία» στη ζωή του εργαζόμενου είναι «για το καλό του», του «δίνει την δυνατότητα μόνος να ορίσει τον χρόνο του», είναι όλα «θέμα συμφωνίας».

Ενδιαφέρον είναι ότι επιλέγονται αποσπασματικά παραδείγματα εξαιρετικών περιστάσεων για να επιβληθεί μία κατάσταση στο σύνολο των εργαζομένων της χώρας. Εκτός αν, πέρα από ρητορικό τέχνασμα, κρύβονται πολλές παραδοχές: ότι ο φοιτητής που δουλεύει θα γίνει κανόνας, ότι ο εργαζόμενος στο αεροδρόμιο θα πρέπει να έχει παράλληλη δουλειά, ότι ο μέσος εργαζόμενους δεν θα μπορεί με την άδεια του απλώς να πάει τις διακοπές του.

Δεύτερον, τα παραπάνω επενδύουν πάνω στην γενική πολεμική της κυβέρνηση απέναντι στο συνδικαλιστικό κίνημα. Γιατί μία άμεση, προσωπική προτροπή στον εργαζόμενο που τόσο πολύ «κόπτεται» να αναδιαμορφώσει το ωράριο του, θα ήταν «οργανώσου στο σωματείο σου και ζήτα το συλλογικά». Προφανώς, εδώ υποδηλώνεται, χωρίς να λέγεται ανοιχτά, ότι τα σωματεία θέλουν το κακό σου, ότι αποτελούν τερατώδεις γραφειοκρατικούς μηχανισμούς κτλ. Οπότε, εμπιστέψου τον Υπουργό που βγάζει νόμους και τον εργοδότη, που τον νοιάζεις εσύ πάνω απο όλα, και όχι τους συναδέλφους στο σωματείο σου: η πραγματικότητα γυρισμένη ανάποδα..

Τρίτον, και το σημαντικότερο, αξιοποιείται η έννοια της «συμφωνίας» με τον εργοδότη, κατ’όπιν «αίτησης» του εργαζομένου. Δηλαδή, δύο λέξεις πάνω σε ένα νομοθετικό κείμενο θα έρθουν και θα προστατεύσουν απο τον εργοδότη στον να υπαγορεύσει τους όρους της συμφωνίας στον εργαζόμενο. Ας μείνουμε σε αυτό, γιατί η συμφωνία και το ποιός την διεξάγει αποτελεί όλη την ουσία της συζήτησης.

ΑΤΟΜΙΚΗ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΕΙΝΑΙ ΒΙΑ!

Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις του σωματείου και των συνδικαλιστικών οργανώσεων στην επιχείρηση, τον κλάδο ή την χώρα οδηγούν στην σύναψη μίας απόφασης, της συλλογικής σύμβασης εργασίας. Αυτή έχει ισχύ νόμου. Το δίκαιο αυτό, που φτιάχνουν όλες μαζί οι αποφάσεις, το Συλλογικό Εργατικό Δίκαιο, έχει τις βάσεις του στους αγώνες και τις διεκδικήσεις των εργαζομένων, στις οποίες κράτος και εργοδοσία αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Με τους κανόνες αυτού του δικαίου, εξασφαλίστηκε η δημοκρατία στους χώρους δουλειάς και κατ’επέκταση στην κοινωνία.

Η ατομική σύμβαση εργασίας είναι η αρχαιότερη, η πιο απαρχαιωμένη και μεσαιωνική μορφή απασχόλησης, όταν δεν υπήρχε εργατικό δίκαιο: η συλλογική διαπραγμάτευση και το συλλογικό εργατικό δίκαιο αποτελούν το πιο εξελιγμένο και το πραγματικό εργατικό δίκαιο.

Η ατομική σύμβαση εργασίας έχει πολύ έντονο το στοιχείο της προσωπικής βίας: το τι θα πω, το πώς θα φερθώ, τα πάντα ορίζονται από τις ορέξεις του εργοδότη. Αν δεν του αρέσει κάτι, καταρχήν μπορεί να με απολύσει. Παίζω σε κάθε στιγμή την οικονομική μου επιβίωση κορώνα-γράμματα. Αυτή είναι η ελευθερία που συζητάμε: αν θέλεις, μπορείς και να αρνηθείς, να μην συμφωνήσεις με τον εργοδότη. Και αυτός, που είναι ο αρχηγός της επιχείρησης που δουλεύεις και ζεις, σε απολύει. Φοβερή ελευθερία!

Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις απωθούν αυτό το στοιχείο της βίας, που είναι εγγενής στις εργασιακές σχέσεις. Δεν διαπραγματεύεσαι εσύ ο ίδιος, αλλά ο συνδικαλιστικός σου εκπρόσωπος, που έχει και πλέον (όσο αντέξει και αυτό…) συνδικαλιστική προστασία, με τον εκπρόσωπο του εργοδότη. Έχει απο πίσω του ένα σωματείο, που άμα θέλει μπορεί να παγώσει την εργασία της επιχείρησης. Έτσι, η βαθύτατη ανισορροπία ανάμεσα στον εργοδότη και τους εργαζόμενους κάπως μετριάζεται, οδηγούμαστε σε δικαιότερες λύσεις.

Σαφώς, δεν είναι ασύνδετη η «μικρή αλλαγή» στο τρόπο διευθέτησης του ωραρίου με την μείωση της συνδικαλιστικής προστασίας και την αποδιάρθρωση των συλλογικών συνδικαλιστικών ελευθεριών, που επιχειρείται με τον ίδιο νόμο. Δοκιμάζονται στοιχεία ενός νέου συστήματος οργάνωσης της εργασίας.

ΑΠΟ ΤΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΜΠΑΝΑΝΙΑ

Το Υπουργείο Εργασίας βάζει ένα μικρό λιθαράκι σε ένα γενικότερο σχεδιασμό. Θέλουν να εξαφανίσουν εντελώς τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τα πάντα να τα «διαπραγματεύεσαι» ολομόναχος με τον εργοδότη. Θέλουν να ξαναγυρίσουμε σε εποχές μεσαιωνικές, όπου νόμος είναι το τι θέλει ο εργοδότης, όπου κάθε συζήτηση θα είναι «take it or leave it», όπου η μόνη ελευθερία σου θα είναι… να αποδέχεσαι κάθε τροποποίηση στους όρους εργασίας σου.

Το σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων έχει κατακρεουργηθεί από τα μνημόνια την προηγούμενη δεκαετία. Ένας από τους όρους των δανειστών, μάλιστα, στο 2ο μνημόνιο, επέβαλε ως υποχρέωση «να μην επιστρέψουμε στο προηγούμενο σύστημα». Με βάση χειρουργικά χτυπήματα, εξαφάνισαν την ισχύ των συλλογικών διαπραγματεύσεων, τις κλαδικές και την εθνική συλλογική σύμβαση. Βάλαν τους νέους εργαζόμενους να δουλεύουν με υποκατώτατο μισθό, να βάλουν «πλάτη» στην χώρα, κάτι που αντιστρατεύονταν κάθε έννοια συνταγματικού και ευρωενωσιακού ακόμα κανόνα δικαίου. Οι μνημονιακές υποχρεώσεις, που επέβαλαν οι δανειστές σε όλες τις κυβερνήσεις, ήταν η αρχή: δημιούργησαν το έδαφος, πάνω στο οποίο θα άνθιζε το τσάκισμα της συλλογικής εργατικής πάλης. Και φυσικά, τσακίζοντας τους μισθούς, αύξησαν την ύφεση, την φτώχεια, την εξαθλίωση των πολιτών της χώρας, μικρομεσαίες επιχειρήσεις συνέχισαν να κλείνουν, ενώ η οικονομία σταδιακά πέρασε στον έλεγχο των ξένων συμφερόντων.

Η ποιότητα των εργασιακών σχέσεων αποτελεί τον ύψιστο δείκτη δημοκρατίας σε μία χώρα. Κύριο χαρακτηριστικό των χωρών – μπανανίων είναι η «ανταγωνιστικότητα» τους, δηλαδή η απουσία κάθε έννοιας εργατικού δικαιώματος. Η δικτατορία αυτή μεταφέρεται και άμεσα στην κοινωνία: δεν υπάρχει χώρα με κακούς δείκτες εργατικής προστασίας που να αποτελεί υπόδειγμα δημοκρατίας. Η επιστροφή στην ατομική διαπραγμάτευση δεν αποτελεί απλά μία τυχαία επιλογή. Αλλά εντάσσεται στο γενικό κλίμα της νεοφιλελεύθερης οικονομικής σκέψης, πάνω στην οποία η Νέα Δημοκρατία «πατάει γκάζι». Θέλουν να τελειώνουν με κάθε «φρένο στην ανταγωνιστικότητα». Να τελειώνουν με την δημόσια υγεία και παιδεία. Να πουλήσουν όλον τον εθνικό πλούτο. Να τελειώνουν με τα δημοκρατικά δικαιώματα. Να τελειώνουν με την δημοκρατία στις σχολές, στους χώρους δουλειάς, στο δρόμο, με ό,τι μπορεί να βάλει φρένο στο ξεπούλημα μας.

Απέναντι σε αυτό, να συλλογιστούμε ότι κάποτε αδύνατα θεωρούνταν το 8ωρο, η άδεια μετ’αποδοχών, η κοινωνική ασφάλιση, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, το πενθήμερο, η πληρωμένη υπερωρία. Δεν τα έδωσε η μεγαλοκαρδία των κυβερνώντων. Αλλά έγιναν δυνατά μέσα από τους αγώνες των εργαζομένων της εποχής τους: αυτό πρέπει να γίνει συλλογική πεποίθηση, για να τα πάρουμε όλα πίσω: την εργασία μας, την χώρα μας, το μέλλον μας.

Πλεονεκτήματα και Μειονεκτήματα για το 6ωρο

Ήταν το 2015 όταν η είδηση για ένα πείραμα σε μια κωμόπολη της Σουηδίας έκανε τον γύρο του κόσμου. Για 68 νοσηλεύτριες του Δημοτικού οίκου ευγηρίας Svartedalens της πόλης του Γκέτεμποργκ της Σουηδίας, το ωράριο θα μειωνόταν από 8ωρο σε 6ωρο, χωρίς μείωση αποδοχών για δύο χρόνια. Το 40ωρο θα γινόταν 30ωρο, ενώ ο μισθός θα παρέμενε ο ίδιος. Μπορεί το πείραμα να έχει λήξει εδώ και κάποια χρόνια και οι εργαζόμενοι να έχουν επιστρέψει στους «κανονικούς ρυθμούς», υπάρχουν όμως κάποια συμπεράσματα που έχουν βγει από αυτή την ιστορία;

Οι εργαζόμενοι δήλωναν μετά την διετία ότι ήταν κατά 20% πιο χαρούμενοι και γενικά ότι είχαν περισσότερη ενέργεια και διάθεση τόσο στη δουλειά όσο και στον ελεύθερο χρόνο τους, ενώ η υγεία τους επίσης βελτιώθηκε κατά το ίδιο ποσοστό (οι μέρες που οι εργαζόμενοι ήταν άρρωστοι μειώθηκαν κατά 15%). Η παραγωγικότητα των εργαζομένων αυξήθηκε κατά 64% ειδικά κατά τις δραστηριότητες που αφορούσαν την επαφή με τους ηλικιωμένους του γηροκομείου.

Αν όλοι ήταν ευχαριστημένοι, εργαζόμενοι και ηλικιωμένοι, γιατί μετά το πέρας του πιλοτικού προγράμματος επανήλθε το 8ωρο; Ενώ οι εργαζόμενοι λέγανε ότι ήταν πολύ πιο χαρούμενοι όσο διαρκούσε το πρόγραμμα, αφού είχαν περισσότερο ελεύθερο χρόνο ή χρόνο να περάσουν με τις οικογένειές τους, τα παιδιά τους, να κάνουν τις οικιακές δουλειές, γιατί το πρόγραμμα κρίθηκε ως αποτυχημένο;

Το μυστικό κρύβεται στο κόστος. Η μείωση του ωραρίου οδήγησε στην πρόσληψη 17 επιπλέον εργαζόμενων, για να καλυφτούν οι ανάγκες, με μια δαπάνη η οποία αφορούσε 1,2 εκατ. €. Τόσο αρκετοί συντηρητικοί πολιτικοί του Δήμου, όσο και στελέχη του επιχειρηματικού κόσμου, έσπευσαν να κατηγορήσουν την μείωση του ωραρίου ως αναποτελεσματική. Διοικητές ιδιωτικών επιχειρήσεων δήλωναν πως η μείωση του ωραρίου με σταθερό μισθό δεν ταιριάζει στον κόσμο των εταιριών και των start-up επιχειρήσεων και οργανισμών που τα όρια μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής είναι πιο ασαφή…

Το σίγουρα αναποτελεσματικό είναι σίγουρα το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι ένιωθαν πιο κουρασμένοι και απογοητευμένοι όταν αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στους προηγούμενους ρυθμούς, καθώς ο χρόνος που είχαν για την προσωπική τους ζωή μειώθηκε δραστικά.

Αλλά αν θέλουμε να είμαστε πιο συγκεκριμένοι οφείλουμε να σταθούμε στην λέξη αναποτελεσματικό. Αναποτελεσματικό για ποιον; Αν το πρόγραμμα ήταν πραγματικά αποτελεσματικό για τους εργαζόμενους και τους ηλικιωμένους, ήταν πράγματι αναποτελεσματικό για τον κόσμο των επιχειρήσεων που τα πάντα μετριούνται με βάση τη σχέση κόστος και όφελος.

Και εκεί τα πράγματα θα πρέπει να είναι απλά όταν μπαίνουν στη ζυγαριά. Αν το να αυξηθεί το κόστος, σημαίνει καλύτερη υγεία των εργαζόμενων, περισσότερο ελεύθερο χρόνο και καλύτερη κοινωνική – οικογενειακή ζωή, καλύτερη διάθεση, προσλήψεις και μείωση της ανεργίας, πιο αποτελεσματική εργασία και όχι εξουθένωση, τότε μήπως το κόστος αυτό δεν είναι και τόσο μεγάλο;

Το πιλοτικό αυτό πρόγραμμα δεν βγάζει κάποια τρομερά ή περίεργα συμπεράσματα που κάποιος δεν θα φανταζόταν και από μόνος του. Ποιος δεν πιστεύει ότι κάποιος που δουλεύει λιγότερο, είναι πιο χαρούμενος; Ποιος θέλει να δουλεύει 8 ή 10 ώρες την ημέρα; Ποιος δεν θα ήθελε μειωμένο ωράριο με τις ίδιες αποδοχές; Ποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα θα μπορούσαμε να καλύπτουμε όλες τις ανάγκες μας χωρίς να αναγκαζόμαστε να δουλεύουμε εξαντλητικά ωράρια; Ποιος δεν καταλαβαίνει ότι είναι αδιανόητο να γίνονται άλματα στην τεχνολογία και την παραγωγή και οι μισθοί να είναι καθηλωμένοι και το 8ωρο (αν και όπου υπάρχει ακόμα…) είναι πακτωμένο επί κοντά δύο αιώνες;

Η μείωση του ωραρίου έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Έχει πολλά πλεονεκτήματα για τους εργαζόμενους και την κοινωνία. Και έχει ένα και μοναδικό μειονέκτημα για τους εργοδότες ή της δημόσιες υπηρεσίες: το κόστος. Και ας είμαστε ειλικρινείς. Το κόστος αυτό δεν θα σήμαινε ότι δεν θα ήταν «βιώσιμη» μια επιχείρηση. Αλλά ότι αντί να κερδίζει 100, ο εργοδότης θα κέρδιζε 80. Αυτό όχι απλά δεν θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει. Θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο ότι η διεκδίκηση της μείωσης του ωραρίου επιτέλους είναι πιο ώριμη από ποτέ.

 

*ΥΓ. Το πιλοτικό πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο αποφασίστηκε από την πλειοψηφία στον Δήμο του Γκέτεμποργκ που είχε σχηματιστεί με τη συμμετοχή των Σοσιαλδημοκρατών, του Αριστερού Κόμματος και του Πράσινου Κόμματος. Σε εθνικό επίπεδο το Πράσινο Κόμμα έχει αλλάξει το πρόγραμμά του στις 35 ώρες αντί για 30, ενώ το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (όπως και όλα τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα) αντιτίθεται στη μείωση του ωραρίου. Σε τοπικό επίπεδο, η μείωση του ωραρίου αποτέλεσε σημαντικό προεκλογικό αίτημα των δύο κομμάτων του συνασπισμού και η επιλογή του πιλοτικού προγράμματος σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσε καθυστερημένα μια προσπάθεια να «τηρηθεί» η προεκλογική υπόσχεση. Τα παραπάνω εξηγούν σε ένα βαθμό για ποιο λόγο έγινε το συγκεκριμένο πιλοτικό πρόγραμμα, καθώς και γιατί δεν προχώρησε σε δεύτερο χρόνο.

Γιατί δεν δουλεύουμε λιγότερο;

Το 1930 ο οικονομολόγος John Keynes  δημοσίευσε ένα βιβλίο με τίτλο «Οικονομικές προοπτικές για τα εγγόνια μας». Σε αυτό το βιβλίο προέβλεπε ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο θα είναι τέτοια, που σε έναν αιώνα ο καθένας θα χρειάζεται να δουλεύει 15 ώρες την εβδομάδα. Τόσο θα χρειαζόταν για να καλύπτονται όλες οι βασικές, οι απόλυτες ανάγκες του πληθυσμού. Φανταστείτε τι θα σήμαινε μια εβδομάδα των 15 ωρών. 3ωρο – 5μερο. Αυτή ήταν η πρόβλεψη του Keynes για τα εγγόνια του. Βέβαια… έναν αιώνα μετά τα πράγματα δεν φαίνεται να είναι και τόσο αισιόδοξα… Δεν είναι λίγοι οι νέοι εργαζόμενοι που δουλεύουν 10 έως και 14 ώρες τη μέρα.

Ας προσπαθήσουμε να δούμε τα πράγματα αλλιώς.

Ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της Amazon, Jeff Bezos, εκτιμάται ότι έχει στην κατοχή του μια περιουσία που προσεγγίζει τα 200 δις $. Σύμφωνα με μια άλλη εκτίμηση  ισχύει το εξής: Ένας άνθρωπος με ετήσιο εισόδημα το – διόλου ευκαταφρόνητο – ποσό των 150.000$ θα έπρεπε να δουλεύει ασταμάτητα, από το… 120 π.Χ., για να βγάλει 321 εκ. Δολάρια, το ποσό δηλαδή κατά το οποίο αυξάνει την περιουσία του ο Jeff Bezos… κάθε μέρα. Τα μαθηματικά είναι ακόμα πιο κωμικοτραγικά αν σκεφτεί κανείς ότι ο βασικός μισθός στην Ελλάδα δεν ξεπερνάει τα 700€ τον μήνα.

Και αναρωτιόμαστε λοιπόν. Είναι ο Jeff Bezos κάποιος υπερφυσικός άνθρωπος που ζει χιλιετίες για να στήσει την προσωπική του περιουσία ή μήπως συμβαίνει κάτι άλλο; Η απάντηση είναι παραδόξως πολύ απλή. Ο Bezos αντί να δουλέψει χιλιάδες χρόνια για να αποκτήσει αυτή την περιουσία, απλώς χρησιμοποιεί χιλιάδες εργαζόμενους, των οποίων την εργασία εκμεταλλεύεται για να θησαυρίζει ασταμάτητα. Είναι πλέον πασιφανές ότι κανείς δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει τέτοιο χαρτοφυλάκιο χωρίς να απομυζεί την δουλειά που προσφέρουν χιλιάδες ή ακόμα και εκατομμύρια εργαζόμενοι.

Η εκτίμηση λοιπόν του Κέυνς, ότι όσο αναπτύσσεται η τεχνολογία και η επιστήμη, τόσο οι άνθρωποι θα ζουν καλύτερα και θα χρειάζεται να δουλεύουν λιγότερο, σκοντάφτει σε ένα συγκεκριμένο εμπόδιο. Αν, για παράδειγμα η τάδε τεχνολογική εφεύρεση, επιτρέπει να παράγεται το ίδιο προϊόν, με τον ίδιο μισθό, στις μισές ώρες, αυτό σημαίνει ταυτόχρονα ότι μπορεί να παραχθεί το διπλάσιο προϊόν, χωρίς αύξηση στο μισθό, στον ίδιο χρόνο. Και αυτό είναι που κάνει τους πλούσιους πιο πλούσιους. Η αύξηση της παραγωγικότητας δεν είναι ένα φρούτο που το καρπώνονται όλοι εξίσου. Αυτή είναι μια απάντηση στο γιατί ενώ έχουμε τεράστια τεχνολογική και επιστημονική πρόοδο σε όλους τους τομείς, επί δύο αιώνες είμαστε «κολλημένοι» στο 8ωρο ακόμα και με κάποια βήματα προς τα πίσω μάλιστα.

Ο Jeff Bezos είναι φυσικά ένα απλό παράδειγμα. Και ίσως υπεραπλουστευμένο. Η πραγματικότητα είναι ότι πάνω από το 85% του παγκόσμιου πλούτου ανήκει στο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού. Υπάρχουν δηλαδή αρκετοί άνθρωποι που κάνουν την «δουλειά» του Bezos, η οποία είναι να βγάζουν κέρδος από την δουλειά που κάνουν χιλιάδες χιλιάδων άνθρωποι.

Το ερώτημα όμως πρέπει να τεθεί ξανά. Θα ζούμε κακοπληρωμένοι και εξουθενωμένοι; Ή μήπως πρέπει να ανοίξει επιτέλους η συζήτηση και να αναπτυχτεί ένα ρεύμα διεκδίκησης υψηλότερων μισθών και χαμηλότερων ωραρίων; Αλλιώς οι πλούσιοι θα συνεχίζουν να γίνονται πιο πλούσιοι και οι φτωχοί πιο φτωχοί.

Χαμένη γενιά, ή γενιά που δεν έχει τίποτα άλλο να χάσει;

Ζούμε μια τεράστια, παγκόσμια υγειονομική κρίση, μετρώντας ήδη δεκάδες χιλιάδες νεκρών σε πολλές χώρες. Η κρίση αυτή όμως, έχει κάτι το φαινομενικά αξιοπερίεργο. Στο επίκεντροτων συνεπειών της δεν βρίσκονται  οι χώρες της Ασίας, και ας ξεκίνησε από εκεί, ή της Αφρικής, αλλά οι χώρες της Ευρώπης και οι ΗΠΑ, η «προηγμένη» Δύση. Το ερώτημα πώς συνέβη αυτό, ταλανίζει ∙ πώς χώρες του δυτικού, προηγμένου καπιταλισμού απέτυχαν ή πιέστηκαν σε κάτι που θεωρούνταν αυτονόητο, την προστασία της υγείας και την παροχή περίθαλψης, πώς «ο βασιλιάς βρέθηκε γυμνός» για δεύτερη φορά σε μια δεκαετία, μετά την  οικονομία και στην υγεία;

Θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά, αλλά αν αφήσουμε την  ευκολία ότι ήταν μια ατυχία ή  κάτι που μας έφερε η φύση ή τις διάφορες θεωρίες συνωμοσίας, μεγάλο μέρος της απάντησης βρίσκεται στην ίδια τη φύση του συστήματος, στους στόχους και τις αξίες που καθοδηγούν την πολιτική του. Αφενός η τεράστια διασπορά  του ιού και  τα χιλιάδες θύματα εξ αιτίας του, οφείλονται είτε στην άρνηση είτε στην ολιγωρία των κυβερνήσεων να πάρουν μέτρα αποστασιοποίησης , να κλείσουν επιχειρήσεις, βιομηχανίες , καταστήματα με τη λογική ότι ‘δεν μπορεί να σταματάει η οικονομία για μια γρίπη’, δεν μπορεί να σταματάει η παραγωγή για μια ίωση.

Το κέρδος, η βασική επιδίωξη του συστήματος στο οποίο ζούμε, του καπιταλισμού, μπήκε και πάλι πάνω από τον άνθρωπο, οι ζωές των ανθρώπων κοστολογήθηκαν για άλλη μια φορά πολύ χαμηλότερα από την επιβίωση των αγορών. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, η Ιταλία, που ενώ μετρούσε χιλιάδες θύματα , χιλιάδες ανθρώπινες ζωές χαμένες, συνέχιζε να λειτουργεί εργοστάσια και βιομηχανίες ,  η Μεγάλη Βρετανία, με την ανοσία αγέλης που δημόσια πρότεινε ο Μπόρις Τζόνσον και οι ΗΠΑ με τον Τραμπ που έβαζε στη ζυγαριά το κόστος στη δημόσια υγεία και το κόστος στην οικονομία, με τις τελευταίες δύο να αναδιπλώνονται μπροστά στο μέγεθος της καταστροφής που ερχόταν και φυσικά στο πολιτικό κόστος που θα είχε για τις κυβερνήσεις τους.

Αφετέρου, η αδυναμία διαχείρισης της πανδημίας οφείλεται στη χρόνια υποβάθμιση και διάλυση των δημόσιων συστημάτων υγείας προς όφελος του ιδιωτικού τομέα, στη βάση της πολιτικής που ακόμα και αγαθά όπως η παιδεία και κυρίως η υγεία του λαού τα αντιμετωπίζει ως εμπορεύματα.

Δύο ενδεικτικά παραδείγματα: 17χρονος στην Καλιφόρνια πεθαίνει από κορωνοϊό, αφού δεν έχει να πληρώσει 34.000 δολάρια, μετά από άρνηση να τον νοσηλεύσουν επειδή δεν είχε ασφάλεια υγείας. Αλλά και στην Ευρώπη, η ευρωπαϊκή επιτροπή στο διάστημα από το 2012 μέχρι το 2018 είχε κάνει 63(!) αιτήματα στα κράτη – μέλη για να μειώσουν τις δαπάνες που αφορούσαν την υγεία, γιατί το ζήτημα είναι να βγουν τα νούμερα και όχι να προστατευτεί η υγεία του λαού.

Η πρωτοφανής αυτή υγειονομική κρίση μπορεί να μην κοστίζει τόσο σε ανθρώπινες ζωές στις νεαρότερες ηλικίες αλλά η διάλυση των συστημάτων υγείας στο όνομα της εμπορευματοποίησης και η απώλεια ζωών λόγω εξαιτίας αυτού, πλήττει και εμάς, αφορά και τη γενιά μας. Η οικονομική κρίση που θα ακολουθήσει, κατά βάση έρχεται να χτυπήσει τη γενιά μας. Είμαστε αυτοί που σπουδάζουν, που μπαίνουν ή μετρούν κάποια χρόνια στην αγορά εργασίας, με λίγα λόγια είμαστε αυτοί που τα όσα συμβαίνουν θα καθορίσουν τους όρους ζωής μας για δεκαετίες.

Είμαστε η γενιά που γεννήθηκε και πέρασε μια πρώτη περίοδο της ζωής της σε ένα περιβάλλον έστω και φαινομενικής ευμάρειας. Η κατάσταση αυτή όμως, στη συνέχεια ξεκίνησε να γκρεμίζεται με την παγκόσμια οικονομική κρίση από το 2008 και έπειτα. Η γενιά μας, είδε να δίνονται τρισεκατομμύρια από την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα σε μια μέρα,για να σωθούν οι τράπεζες, την ίδια στιγμή που το μέλλον της υποθηκευόταν, τη στιγμή που η ίδια βίωνε και θα καλούνταν να βιώνει για πολλά χρόνια ακόμα την ανεργία και να έχει να επιλέξει ανάμεσα στη μαύρη και ανασφάλιστη εργασία και στη μετανάστευση, για να μπορέσει να επιβιώσει.

Δίπλα σε αυτά  αναπαραγόταν και το αφήγημα του δεν υπάρχει εναλλακτική, δεν μπορούν τα πράγματα να αλλάξουν, δεν έχει νόημα να παλεύουμε συλλογικά, και άρα ο ατομικός δρόμος και η αναζήτηση ατομικών λύσεων είναι μονόδρομος. Τα παραπάνω σε συνδυασμό, οδήγησαν, πέρα από την υποβάθμιση των όρων διαβίωσης και σε μια αντίληψη χαμηλών προσδοκιών.

Τώρα η ίδια αυτή γενιά, η γενιά μας βρίσκεται και πάλι μπροστά σε μια ακόμα μεγαλύτερη οικονομική κρίση πριν καλά – καλά «ξεπεραστεί» η προηγούμενη. Αφού για άλλη μια φορά εμπεδώσαμε ότι για το νεοφιλελευθερισμό είμαστε αναλώσιμοι , ότι  κανείς δεν προνόησε –ή μάλλον επέλεξε να μην προνοήσει- ώστε οι γιατροί να μην μπουν στο δίλημμα να διαλέγουν ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει, ότι μπορεί ο κορωνοιός να μην κάνει «ταξικές» διακρίσεις όσον αφορά το ποιόν θα προσβάλλει, αλλά όποιος έχει χρήματα θα έχει πρόσβαση στη περίθαλψη ενώ όποιος δεν έχει, θα αρκεστεί στην επίκληση της τύχης, τώρα ερχόμαστε να αντιμετωπίσουμε εκ νέου το ζήτημα της επιβίωσης.

Ήδη εργαζόμενοι απολύονται με ένα τηλεφώνημα, μικρές επιχειρήσεις βάζουν λουκέτο και τα «μέτρα στήριξης» που παίρνει η πολιτεία μόνο ως κοροϊδία μπορούν να ληφθούν (χιλιάδες εργαζόμενοι μένουν εκτός του επιδόματος των 800 ευρώ ενώ τα «δώρα»στους καναλάρχες , τους κλινικάρχες και τους μεγαλοϊδιοκτήτες ΚΕΚ πάνε και έρχονται).

Το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε τη μία κρίση μετά την άλλη; Η γενιά μας είναι καταδικασμένη να  πληρώνει πάντα τα σπασμένα των κρίσεων; Οι κρίσεις είναι κάποιο φυσικό φαινόμενο, είναι ατυχείς στιγμές που αρκεί να υπομένουμε να περάσουν, επειδή δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για να τις αποτρέψουμε;

Οι κρίσεις αφορούν πολιτικές και λογικές που ακολουθούνται, αφορούν  τον ίδιο τον καπιταλισμό σαν σύστημα, που για άλλη μια φορά χρεοκοπεί. Πρόκειται για τη λογική και την πολιτική ότι ακόμη και κοινωνικά αγαθά, όπως η υγεία, μπορούν και πρέπει να μετατραπούν σε εμπόρευμα, ότι μπορούν και πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν, γιατί «η αγορά ξέρει καλύτερα από το κράτος». Είναι η λογική ότι το παν είναι η οικονομία και το κέρδος, άρα να θιγεί όσο γίνεται λιγότερο η λειτουργία των επιχειρήσεων, ακόμη και σε συνθήκες πανδημίας, με το κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Η λογική του ατομικού δρόμου και η λογική της αποθέωσης του ατόμου. Η λογική ότι «δεν υπάρχουν κοινωνίες, αλλά μόνο άτομα», δεν υπάρχουν κοινά συμφέροντα, άρα δε χρειάζεται και κοινή πάλη των εργαζόμενων τάξεων για τη διεκδίκησή τους.

Προϋπόθεση, λοιπόν, για να μη βιώνουμε συνεχείς κρίσεις, για να μην πληρώνουμε κάθε τρεις και λίγο εμείς ένα σύστημα που έχει ως δομικό του στοιχείο τη χρεοκοπία, είναι να ακολουθήσουμε το μονόδρομο της αμφισβήτησης των παραπάνω λογικών και πολιτικών, του ίδιου αυτού του συστήματος, το μονόδρομο της αμφισβήτησης των αξιών του καπιταλισμού που θέτει τα κέρδη των αγορών πάνω από την ανθρώπινη ζωή και ευτυχία.

Μας είπαν πως είμαστε η γενιά που θα ζήσει χειρότερα από τις προηγούμενες ∙ μας είπαν πως είμαστε η χαμένη γενιά∙ μας προσέβαλαν θεσπίζοντας για εμάς υποκατώτατους μισθούς και οδηγώντας μας να ζήσουμε υποκατώτατες ζωές.

Προσάρμοσαν τις ζωές μας στα μέτρα του ρεαλισμού τους, αλλά κανείς δεν προβληματίστηκε πώς  θα επιβιώσει και  με ποια ποιότητα ζωής θα ζήσει μια ολόκληρη γενιά.

Μήπως τελικά, είμαστε εκείνη η γενιά, που μπορεί και πρέπει να αμφισβητήσει και να ανατρέψει το σύστημα αυτό που συνθλίβει τις ζωές των ανθρώπων μπροστά στα κέρδη των λίγων; Μήπως είμαστε εκείνη η γενιά, που της τα πήραν όλα και έτσι δεν έχει τίποτα άλλο να χάσει και τίποτα άλλο να περιμένει από αυτό το σύστημα;

Το δίλημμα παραμένει και περιμένει απάντηση.

Χαμένη γενιά ή γενιά που δεν έχει τίποτα άλλο να χάσει και θα πάρει πίσω όλα όσα της στέρησαν;

Παρέμβαση του κράτους για την διατήρηση των θέσεων εργασίας; Κι όμως γίνεται!

Το παράδειγμα κρατών-μελών της ΕΕ και η περίπτωση της Ελλάδας*

Αν ρίξει κανείς μια ματιά στα στοιχεία που παρέθεσε το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ για τα έκτακτα μέτρα στήριξης των εργαζομένων στα κράτη μέλη της ΕΕ για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού θα διαπιστώσει  κάποια κρίσιμα συμπεράσματα. Ειδικά, σε ότι αφορά την διατήρηση των θέσεων εργασίας των πληττόμενων εργαζομένων. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα κρατών, σε παρόμοια ή και χειρότερη οικονομική κατάσταση από την δική μας χώρα, που προβαίνουν είτε στην κάλυψη σημαντικού μέρους των μισθών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα είτε στην κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Με τις κρατικές αυτές παρεμβάσεις, επιτυγχάνεται πιο αποτελεσματικά η διατήρηση των θέσεων εργασίας. Γιατί ο εργοδότης με τα παραπάνω μέτρα θα παρουσιάσει λιγότερα έξοδα και θα είναι σε δύσκολή θέση, σε κάθε περίπτωση, να προβεί σε απολύσεις των εργαζομένων του, επικαλούμενος την οικονομική του αδυναμία. Με την παρέμβαση αυτή προστατεύεται ουσιαστικά η θέση ενός εργαζομένου.

Ισπανία – Πορτογαλία – Ιρλανδία – Λιθουανία και Ελλάδα

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Ισπανία. Το δεύτερο μεγαλύτερο θύμα του κορονοϊου με 17.500 νεκρούς πήρε γενναία μέτρα για την διατήρηση των θέσεων των εργαζομένων και για την καταβολή των μισθών τους. Καταρχάς, στην Ισπανία, επιβλήθηκε απαγόρευση των απολύσεων με πρόσχημα την πανδημία και το κλείσιμο των επιχειρήσεων λόγω κορονοϊού θεωρείται ως λόγος ανωτέρας βίας και οι εργαζόμενοι σε αυτές θα λαμβάνουν το 70% του μικτού μισθού με πλαφόν τα 1.098 € μηνιαίως. Επιπλέον, στις περιπτώσεις μείωσης των ωρών εργασίας (μερική απασχόληση και εκ περιτροπής εργασία) οι επιχειρήσεις θα αμείβουν τους εργαζομένους τους για τις δεδουλευμένες ώρες και το ίδιο το κράτος θα πληρώνει τον υπόλοιπο μισθό.Εκτός από την κάλυψη μέρους των μισθών, το ισπανικό κράτος προβαίνει και σε κάλυψη του 100% των ασφαλιστικών εισφορών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που απασχολούν έως και 50 εργαζομένους, μειώνοντας έτσι την ζημία που θα υποστούν από την κρίση, ζημία που θα οδηγούσε πολύ πιθανά και σε απολύσεις αρκετών εργαζομένους τους. Κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών στο 75% προβλέφθηκε και για τις επιχειρήσεις με απασχόληση άνω των 50 εργαζομένων. Η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών, μάλιστα, εφαρμόζεται υπό την προϋπόθεση να μην γίνει καμία απόλυση 6 μήνες μετά την επαναλειτουργία των επιχειρήσεων.

Παρόμοια μέτρα εντοπίζουμε και πιο δίπλα, στην Πορτογαλία, όπου οι εργαζόμενοι όσων επιχειρήσεων έχουν πληγεί σοβαρά από την κρίση, θα λαμβάνουν το 66% του μισθού τους με ανώτατο πλαφόν τα 1.905 €. Από αυτά το κράτος θα καλύπτει το 70% και ο εργοδότης το υπόλοιπο 30%.

Αντίστοιχα μέτρα παρατηρούμε και στην Ιρλανδία, με την προσωρινή καταβολή από το κράτος του 70% του καθαρού μισθού των εργαζομένων.

Στην Λιθουανία, σε όσες επιχειρήσεις δεν λειτουργούν, οι εργαζόμενοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, με την κάλυψη από το κράτος του 60%. Σε ειδικούς κλάδους μάλιστα, η συμμετοχή του κράτους ανέρχεται στο 90%.

Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι με την καταβολή του επιδόματος των 800 ευρώ στους εργαζόμενους των επιχειρήσεων που έκλεισαν με κρατική εντολή και αυτών που εντάσσονται με βάση τον ΚΑΔ στις πληττόμενες, εξασφάλισε την επαρκή προστασία τους. Η πραγματικότητα ωστόσο, δεν είναι και τόσο ιδανική. Στις επιχειρήσεις που έκλεισαν με εντολή της κρατικής αρχής το μέτρο αυτό είναι απόλυτα δικαιολογημένο καθώς η απαγόρευση λειτουργίας αποτελεί γεγονός ανωτέρας βίας και ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής μισθού. Όμως στις επιχειρήσεις, που εντάσσονται στις πληττόμενες βάσει ΚΑΔ, οι εργοδότες απαλλάσσονται πλήρως από το μισθολογικό κόστος εργαζομένων, σύμφωνα με το τυπικό κριτήριο της ένταξης σε έναν ΚΑΔ, χωρίς να ελέγχονται δεδομένα για τον περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας, την πτώση του τζίρου κλπ. της επιχείρησης και κατά πόσο επιτάσσουν να τεθούν εργαζόμενοι σε καθεστώς αναστολής σύμβασης ή αν θα μπορούσαν να παρθούν διαφορετικά μέτρα, όπως π.χ. μείωση του χρόνου εργασίας (χωρίς τροποποίηση των συμβάσεων) με  ανάλογη καταβολή αποδοχών από τον εργοδότη και αναπλήρωση του υπόλοιπου μισθού από το κράτος. Με αυτό τον τρόπο χιλιάδες εργαζομένων επωμίζονται μονομερώς το βάρος της κρίσης, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη και να υπάρχει σχετική πρόνοια για αυξημένες ανάγκες που πιθανόν έχουν να καλύψουν (ας αναλογιστούμε τι σημαίνει για εργαζόμενους γονείς να τίθενται σε αναστολή σύμβασης και να ζουν αυτοί και οι οικογένειές τους με 800 ευρώ για 45 ημέρες).

Εκ περιτροπής απασχόληση και ασφαλιστικές εισφορές 

Ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα για τους εργαζόμενους που τίθενται σε εκ περιτροπής απασχόληση, ιδιαίτερα με το καθεστώς του άρθρου 9 της ΠΝΠ 20/3. Στην περίπτωση αυτή ο εργοδότης, μπορεί να θέσει τους εργαζόμενούς του σε εκ περιτροπής απασχόληση με καταβολή του 50% του μισθού για χρονικό διάστημα έως 6 μήνες, στο πλαίσιο της λειτουργίας της επιχείρησης με προσωπικό «ασφαλούς λειτουργίας». Καθώς υποτίθεται ότι λαμβάνεται στο πλαίσιο μέτρων υγιεινής και ασφάλειας στην επιχείρηση, ο εργοδότης απαλλάσσεται και από τις ελάχιστες προϋποθέσεις που οφείλει να εκπληρώσει στην εκ περιτροπής απασχόληση του ν. 3899/2010, δηλαδή την επίκληση και απόδειξη  πρόσκαιρου περιορισμού της δραστηριότητας της επιχείρησης και την τήρηση μιας διαδικασίας ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζόμενους.  Ούτε σε αυτή την περίπτωση, που οι εργαζόμενοι οδηγούνται σε μια καταβαράθρωση του μισθού τους, ακόμη και πολύ πιο κάτω από το ύψος του κατώτατου μισθού, στο πλαίσιο ενός –φαινομενικά ή μη- υγειονομικού μέτρου, δεν προβλέπεται η κάλυψη μισθού από το κράτος.

Τέλος, όσον αφορά τις ασφαλιστικές εισφορές των επιχειρήσεων η κυβέρνηση δεν προχώρησε στην κάλυψη τους, όπως είδαμε στην Ισπανία, αλλά σε παράταση της προθεσμίας για την καταβολή τους (οι εισφορές Φεβρουαρίου-Μαρτίου θα πληρωθούν μέχρι 30/9 και 31/10 αντίστοιχα).

Σήμερα, αλλά και την επομένη της άρσης των περιοριστικών μέτρων, οι εργαζόμενοι της χώρας θα βρεθούν αντιμέτωποι με μια νέα επίθεση στα εργασιακά τους δικαιώματα και στους μισθούς τους. Αν την επομένη της άρσης των μέτρων, κυριαρχήσει για άλλη μια φορά η τυπική νεοφιλελεύθερη αντίληψη και πολιτική της «αυτορρύθμισης της αγοράς» θα βιώσουμε το αντίστοιχο της «ανοσίας της αγέλης» στις εργασιακές σχέσεις, με χιλιάδες απολύσεις (βλ. σχετικά προβλέψεις ΔΝΤ για ύφεση και άνοδο της ανεργίας). Οι 74.000 απολύσεις το Μάρτιο, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΡΓΑΝΗ, μεγάλο μέρος των οποίων ακόμη και στο τελευταίο δεκαήμερο του μήνα όταν και είχαν ληφθεί κυβερνητικά μέτρα απαγόρευσης ή αποτροπής των απολύσεων, αποτελούν δείγμα γραφής για την κατάσταση που θα ακολουθήσει με τη λήξη των όποιων μέτρων προστασίας από τις απολύσεις έχουν παρθεί.

Για να μην πληρώσουν οι εργαζόμενοι και αυτή την κρίση, χρειάζεται μια πολιτική κρατικής παρέμβασης και στήριξης της εργασίας μέσω δημόσιων δαπανών, ακόμη και αν αυτό συνεπάγεται αμφισβήτηση και απειθαρχία στους οικονομικούς περιορισμούς της Ε.Ε.  Η κυβέρνηση Μητσοτάκη να παραδειγματιστεί από όλες τις περιπτώσεις κυβερνήσεων που πήραν μέτρα αναβαθμισμένης προστασίας  και να προβεί εδώ και τώρα, στα εξής μέτρα, ώστε να εγγυηθεί περισσότερο  την διατήρηση των θέσεων εργασίας των εργαζομένων:

– Υποχρεωτική κάλυψη από το κράτος και τους εργοδότες (50%-50%) ολόκληρου του μισθού των εργαζομένων, οι οποίοι εργάζονται εκ περιτροπής, λόγω της πανδημίας.

– Νομοθετική ρύθμιση απαγόρευσης των απολύσεων τουλάχιστον για έξι μήνες από την άρση των περιοριστικών μέτρων, με κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που πλήττονται

 

*Πηγή: Ινστιτούτο Εργασίας τη ΓΣΕΕ – Έκτακτα μέτρα στήριξης των εργαζομένων στα κράτη-μέλη της ΕΕ για την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19

 

Επιμέλεια:

Παπαδόπουλος Θάνος, Ασκούμενος Δικηγόρος ΔΣΘ, μέλος της Κίνησης

Νικολέας Νίκος, Δικηγόρος ΔΣΑ, μέλος της Κίνησης