Άρθρα

Ωδή στον κρατισμό

Πρόσφατα η σειρά Chernobyl της HBO που δραματοποιεί το πυρηνικό δυστύχημα του 1986 κατέγραψε την υψηλότερη βαθμολογία για σειρές στο IMDB. Η σειρά έχει έναν ορισμένο βαθμό αντισοβιετισμού που βεβαίως συνυπάρχει με την ωραιοποίηση του τότε επικεφαλής της ΕΣΣΔ και μετέπειτα αγαπημένου της Δύσης Γκορμπατσόφ. Παρόλα αυτά, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι παρουσιάζονται με σχετική ακρίβεια τα γεγονότα, οι σκοπιμότητες, οι σχέσεις, οι ιεραρχίες και οι άθλιες γραφειοκρατίες, που, είτε οδήγησαν στο δυστύχημα, είτε επιχείρησαν -τις πρώτες μέρες- να κρύψουν την έκτασή του.

Υπάρχουν ωστόσο δύο εντυπωσιακές σκηνές που συνέβησαν στην πραγματικότητα και αξίζει να αναφέρουμε.

Η πρώτη είναι η αυτοθυσία και αίσθηση προσφοράς που δείχνει η ομάδα των ανθρακωρύχων όταν καλείται να σκάψει κάτω από τον φλεγόμενο αντιδραστήρα. Με πλήρη γνώση ότι το κόστος για την υγεία και τη ζωή τους θα είναι μοιραίο, οι ανθρακωρύχοι δέχονται να μεταβούν στον τόπο της καταστροφής. Ο γράφων δεν ανήκει στους υποστηρικτές του υπαρκτού σοσιαλισμού, ούτε πίστεψε τις διαβεβαιώσεις του Ριζοσπάστη ότι δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας. Είναι όμως δεδομένο ότι η αίσθηση κοινωνικής αλληλεγγύης και προσφοράς ακόμα και στο στρεβλό και υπό καπιταλιστική παλινόρθωση σοβιετικό κράτος, ήταν πολλαπλάσια συγκρινόμενη με τις σημερινές κοινωνίες. Σήμερα αποθεώνεται ο ατομισμός, η ιδιοτέλεια, η προσωπική ανέλιξη, καθώς «δεν είμαστε όλοι ίδιοι, δεν είμαστε όλοι ίσοι». Η κοινωνική προσφορά εξαντλείται σε φιλανθρωπίες που φουσκώνουν τα βιογραφικά των αναρριχώμενων στελεχών των επιχειρήσεων και της πολιτικής, ή μετασχηματίζεται σε «εταιρική ευθύνη». Η έννοια της αυτοθυσίας, υπάρχει μόνο στα κοινότυπα ανακοινωθέντα των εθνικών επετείων.

Η δεύτερη σκηνή, που είναι επίσης πραγματική, είναι η εκκένωση της πόλης του Πριπιάτ, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τον πυρηνικό σταθμό. Την επόμενη μέρα του δυστυχήματος και αφού οι κομματικοί κομισάριοι δέχτηκαν με δυσφορία την εκτίμηση των επιστημόνων, αποφασίστηκε κεντρικά η εκκένωση. Μέσα σε τρεις (!) ώρες 50.000 άνθρωποι επιβιβάστηκαν σε λεωφορεία η ουρά των οποίων έφτανε τα 20 χιλιόμετρα. Η επιχείρηση εκτελέστηκε με πλήρη έλεγχο, αυτοπειθαρχία, υποδειγματικά.

Όχι, δεν τρελαθήκαμε. Δεν «θαυμάζουμε» την τάξη και την οργάνωση ενώ υπάρχει μια πρωτόγνωρη καταστροφή για την οποία το σοβιετικό κράτος φέρει ακέραιες τις ευθύνες. Είμαστε όμως αναγκασμένοι να αναγνωρίσουμε ότι τέτοιες πρωτόγνωρες (ανθρώπινες ή φυσικές) καταστροφές, απαιτούν έναν υψηλό βαθμό οργάνωσης, πειθαρχίας και επαγγελματικότητας που μόνο ένας κρατικός μηχανισμός μπορεί να διαθέσει.

Ας μεταφερθούμε 19 χρόνια μετά, στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. Η Νέα Ορλεάνη χτυπιέται από τον τυφώνα Κατρίνα. Οι επίσημες πηγές κάνουν λόγο για 1500 νεκρούς. Σχεδόν όλοι είναι μαύροι, φτωχοί ή ηλικιωμένοι. Η εκκένωση της πόλης γίνεται αποκλειστικά με ιδιωτική πρωτοβουλία και ιδιωτικά μέσα. Όσοι δεν διαθέτουν, πνίγονται, ή αποκλείονται σε μια πόλη δίχως υποδομές, νερό, ηλεκτρισμό. Χάος επικρατεί παντού, καθώς ιδιωτικά στρατιωτικά αποσπάσματα και εταιρείες ασφαλείας συμπλέκονται με συμμορίες. Φτωχοδιάβολοι που αναζητούν τροφή και καθαρό νερό, πυροβολούνται εν ψυχρώ. Τα ΜΜΕ αντί να εστιάσουν στην πρωτόγνωρη καταστροφή και στα ανύπαρκτα σχέδια διάσωσης, δημιουργούν πανικό στα όρια της παράνοιας για λεηλασίες σπιτιών και καταστημάτων που αργότερα αποδείχτηκαν υπερβολικές.

Τι ακριβώς έκανε ο κρατικός οργανισμός;

Συνοψίζεται στην απάντηση που έλαβε η Debbie Durso, επισκέπτρια της πόλης από το Μίτσιγκαν όταν ζήτησε βοήθεια από έναν αστυνομικό: «Άντε στο διάολο, τώρα είναι ο καθένας για τον εαυτό του». Η επίσημη έκθεση για την αστυνομία της Νέας Ορλεάνης αποκαλύπτει ότι το ένα τρίτο των αστυνομικών διέφυγαν από την πόλη πριν τον τυφώνα παραλύοντας ένα κρίσιμο κομμάτι του κρατικού μηχανισμού που θα έπαιζε τον καθοριστικό ρόλο στην εκκένωση, στη διάσωση, στην τήρηση της τάξης. Οι περισσότεροι από αυτούς έφυγαν χρησιμοποιώντας παράνομα τα υπηρεσιακά τους οχήματα. Δεκάδες αστυνομικοί καταδικάστηκαν επειδή στην προσπάθειά τους να διαφύγουν έκλεψαν με την απειλή όπλου οχήματα άλλων πολιτών. Τα παραπάνω αναφέρονται στην τελική έκθεση της Βουλής των Αντιπροσώπων για τον Τυφώνα Κατρίνα.

Η βασική σπουδή της κυβέρνησης Μπους σχετικά με την καταστροφή της Νέας Ορλεάνης, ήταν η προσευχή (πολύ προσευχή), η υστερία για την «τάξη και την ασφάλεια» και -κυρίως- η δημιουργία επενδυτικών σχημάτων που θα κέρδιζαν από την ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων τμημάτων της πόλης. Η Νέα Ορλεάνη μετά τον τυφώνα έζησε μια τεράστια οικονομική έκρηξη. Ο φτωχότερος μαύρος πληθυσμός που απομακρύνθηκε δεν μπόρεσε να επιστρέψει, ενώ εγκαταστάθηκαν στην πόλη πλούσιοι νέοι λευκοί, ανεβάζοντας τις τιμές και αλλάζοντας τη φυλετική της σύνθεση. Για πρώτη φορά μετά από αιώνες οι μαύροι έπαψαν να είναι πλειοψηφία στη Νέα Ορλεάνη. Δεκάδες χιλιάδες παρέμειναν άστεγοι ή εκτοπισμένοι. Gentrification βουτηγμένο στο αίμα, στην καταστροφή και στην αναγκαστική εσωτερική μετανάστευση.

Πέρα από τον πρωτοφανή αγριανθρωπισμό της εκτόπισης ολόκληρων πληθυσμών χάριν της επενδυτικής έκρηξης, η ιστορία της Νέας Ορλεάνης έφερε στο φως μια κυνική ομολογία: Το κόστος της πρόληψης, της κατασκευής υποδομών, του αυστηρού περιβαλλοντικού ελέγχου, της συγκρότησης κρατικού μηχανισμού προστασίας, είναι μεγαλύτερο από το κόστος των καταστροφών και των ανθρώπινων ζωών, ειδικά όταν μετά την καταστροφή έρθει ένα νέο κύμα ανάπτυξης. Το big bang της Νέας Ορλεάνης την τελευταία δεκαετία λειτουργεί ως αιματηρή επιβεβαίωση του Σουμπέτερ και της δημιουργικής δύναμης του καπιταλισμού που ξεπηδά μέσα από την καταστροφή. Για κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους ο τυφώνας Κατρίνα ήταν καταστροφή. Για τα στελέχη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, του real estate, των κυβερνήσεων, ήταν θείο δώρο.

Ας πάμε τώρα στη Χαλκιδική, στο Μάτι ή στη Μάνδρα. Ανεξαρτήτως κυβέρνησης ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά που ενώνουν ως κόκκινο νήμα και τις τρεις αυτές καταστροφές;

Πρώτον η αδιαφορία για την κλιματική αλλαγή που δημιουργεί φυσικά φαινόμενα με μεγάλη ένταση σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Ο Τσίπρας έκανε δήλωση για την κλιματική αλλαγή με αφορμή τη Χαλκιδική, κατηγορώντας την «άκρατη ανάπτυξη». Όσο όμως ήταν πρωθυπουργός, υπέγραφε τη μία μετά την άλλη τις συμφωνίες για τους υδρογονάνθρακες. Το να γεμίσει η Νοτιοανατολική Μεσόγειος πλατφόρμες εξόρυξης φυσικού αερίου και ορυκτών καυσίμων δεν συνιστά προφανώς μια πολιτική που παίρνει υπόψη της την κλιματική αλλαγή.

Τελικά, από εκεί που η κλιματική αλλαγή -θεωρητικά- συνιστά κεντρικό πρόβλημα που απαιτεί αντίστοιχες λύσεις, φτάνουμε να γίνεται η βολική δικαιολογία για τους νεκρούς που κάθε τόσο θρηνούμε από τα έντονα καιρικά φαινόμενα. Για τον Μητσοτάκη και τη ΝΔ το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής μπορεί και να μην υπάρχει καν, ή αν υπάρχει, αντιμετωπίζεται με δεντροφυτεύσεις στον Υμηττό και στην Πεντέλη. Για τους ιδεοληπτικούς νεοφιλελεύθερους κάθε περιβαλλοντική πολιτική που υποχρεώνει τις εταιρείες σε μέτρα προστασίας και πρόληψης, «σκοτώνει» τις επενδύσεις.

Δεύτερο κοινό στοιχείο των «φυσικών» καταστροφών είναι η αποψίλωση των μηχανισμών πρόληψης και προστασίας στην εποχή του περιορισμού των κρατικών δαπανών και της μείωσης των εξόδων. Από τα νοσοκομεία που υπολειτουργούν μέχρι την Πυρόσβεση που λειτουργεί με εποχικό δυναμικό και απαρχαιωμένα μέσα. Για αυτά, όλοι οι ιθύνοντες θα κάνουν δηλώσεις μετά από κάθε καταστροφή, αλλά επίσης όλοι θα αγωνίζονται να καταγράψουν όσο το δυνατόν ψηλότερα ματωμένα πλεονάσματα για να είναι εντάξει με τις μνημονιακές υποχρεώσεις απέναντι στους δανειστές. Η μείωση των κρατικών δαπανών είναι το ευαγγέλιο κάθε μνημονιακής κυβέρνησης, του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ συμπεριλαμβανομένων. Τα υπόλοιπα είναι υποκρισία.

Τρίτο στοιχείο είναι η κατάργηση κάθε ελέγχου, αν όχι η προκλητική νομιμοποίηση για παραβάσεις, αυθαιρεσίες, ανεξέλεγκτη δόμηση, άναρχες κατασκευές, χωρίς σεβασμό στο περιβάλλον, χωρίς τήρηση κανόνων ασφαλείας. Τόσο η Μάνδρα και το Μάτι όσο και η Χαλκιδική, θα είχαν άλλη κατάληξη αν πέρα από όλα τα άλλα (γιατί κάθε περίπτωση έχει και τις δικές της ευθύνες), το ελληνικό κράτος επί δεκαετίες δεν έκανε τα στραβά μάτια σε μικρές και -κυρίως- μεγάλες αυθαιρεσίες.

Το πρόβλημα έχει τρεις παραμέτρους: Πρώτον τη μικρή διαπλοκή σε αυτοδιοίκηση, πολεοδομίες, δημόσιο που αποδεικνύεται ικανή να χτίσει ο,τιδήποτε, οπουδήποτε. Πρόκειται για το μικρό λάδωμα, απότοκο του μεγάλου λαδώματος και της μεγάλης διαπλοκής, μέθοδο εκμαυλισμού της κοινωνίας («όλοι τα παίρνουν», «πρέπει να λαδώσεις για να κάνεις τη δουλειά σου»). Είναι μία από τις μεγαλύτερες «επιτυχίες» του ΠΑΣΟΚ της μεταπολίτευσης.

Δεύτερον τη μείωση του προσωπικού στους δημόσιους φορείς ελέγχου, εγκρίσεων και έκδοσης αδειών. Διότι πολύ απλά πρέπει να μειωθεί ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων. Σήμερα υπάρχουν δημόσιες υπηρεσίες που απλώς δεν διαθέτουν τον κατά νόμο υπεύθυνο υπάλληλο για να γίνει κάποιος έλεγχος ή να υπάρξει κάποια έγκριση. Δεν μιλάμε για υπηρεσίες οι οποίες υποστελεχώνονται.

Τρίτον, το κύμα «κατάργησης της γραφειοκρατίας» στις επενδύσεις. Έτσι τουλάχιστον λέγεται στη γλώσσα του νεοφιλελευθερισμού. Σε κανονικά ελληνικά σημαίνει απόλυτη μείωση ελέγχων, εγκρίσεων, απαιτούμενων χαρτιών και αδειών. Σε κάποιες περιπτώσεις οι απαιτήσεις είναι υπερβολικές. Στις περισσότερες όμως, είναι αναγκαίες για την ασφάλεια και τις σωστές προδιαγραφές. Τα γκόλντεν μπόις του νεοφιλελευθερισμού όπου σταθούν κι όπου βρεθούν απαιτούν απλοποίηση των διαδικασιών για να γίνουν επενδύσεις. Πρόκειται κατά βάση για μείωση των απαιτήσεων. Την προηγούμενη εβδομάδα μια στέγη υπερφορτωμένη με φωτοβολταϊκά προσγειώθηκε σε κεφάλια ανθρώπων. Όσοι έσκουζαν για τον όγκο των εγκρίσεων που απαιτεί μια επένδυση φωτοβολταϊκών σήμερα πρέπει να βγάλουν τον σκασμό ή να ζητήσουν συγνώμη.

Ας τολμήσει κάποια δημόσια υπηρεσία να κάνει έλεγχο σε παραθαλάσσιες περιοχές πυκνής δόμησης με σπίτια, καταστήματα, τουριστικές εγκαταστάσεις και να επιβάλει πρόστιμα, συστάσεις ή ακόμα και κλείσιμο. Θα βγουν ουρλιάζοντας οι λάτρεις της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και θα καταγγέλλουν το χτύπημα του τουρισμού, της επιχειρηματικότητας και των εντερπρενέρς που κυνηγά το κακό κράτος. Συνήθως όσο πιο μεγάλη αυθαιρεσία, ασυδοσία, ασυνειδησία, τόσο πιο θαυμαστό και το εντερπρένερσιπ επιχειρηματιών που δεν διστάζουν μπροστά στο παραμικρό για λίγο κέρδος παραπάνω. Τώρα αν στην επόμενη θεομηνία, διάφορες ελαφρές κατασκευές τις παίρνει ο αέρας και τις εναποθέτει σε κεφάλια τουριστών, θα φταίει απλά η τύχη και η κλιματική αλλαγή.

Σε όλες τις περιπτώσεις κοινός παρονομαστής είναι ο περιορισμός του δημοσίου, η υποστελέχωση και κατασυκοφάντηση του κράτους και η εκχώρηση πόρων και αρμοδιοτήτων στον ιδιωτικό τομέα. Προς αυτή την κατεύθυνση κινούμαστε ολοταχώς. Οι υπουργοί – λομπίστες του Κυριάκου Μητσοτάκη, έχοντας πάρει θάρρος και φόρα από τους προηγούμενους θα ξεσαλώσουν. Δεν συνιστά άλλωστε ελληνική ιδιαιτερότητα η δαιμονοποίηση του δημοσίου.

Ελληνική ιδιαιτερότητα όμως είναι η πλήρης προσχώρηση στην αντι-κρατικιστική υστερία δίχως την παραμικρή αίσθηση ευθύνης για το κοινωνικό σύνολο. Βεβαίως πατάει αυτή η αντι-κρατικιστική υστερία στο νεοελληνικό κράτος που κατά βάση χτίστηκε για να διατηρεί ο καθυστερημένος αστικός πολιτικός κόσμος σχέσεις πελατειακής εξάρτησης. Οι περισσότεροι άλλωστε νεοφιλελεύθεροι που ωρύονται για το «σοβιετικό» κράτος της μεταπολιτευτικής Ελλάδας σιτίζονται πλουσιοπάροχα άμεσα, αλλά κυρίως έμμεσα, από το δημόσιο. Αρμέγουν μανιωδώς την κρατική αγελάδα διακηρύσσοντας την ιδιωτικοποίηση του γάλατος για την κοινωνική πλέμπα.

Στα μέσα Ιουλίου, το κρατίδιο του Βερολίνου ανακοίνωσε ότι πρόκειται να αγοράσει 670 διαμερίσματα για να αντιμετωπίσει την ανεξέλεγκτη αύξηση ενοικίων. Τι συμβαίνει στην πρωτεύουσα της Γερμανίας και κρατικοποιούνται κατοικίες;

Αναστήθηκε η Λούξεμπουργκ; Κατέλαβαν την εξουσία οι Μαδούροι; Έγινε Σοβιετία το καμάρι της νεοφιλελεύθερης Ευρώπης;

Τίποτα από αυτά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το κράτος (με τη δύναμη αδράνειας της παλιάς σοσιαλδημοκρατίας) επιτελεί έναν ελάχιστο κοινωνικό ρόλο. Αντίστοιχη είδηση θα προκαλούσε μαζικές αυτοκτονίες στην ελληνική πολιτική σκηνή και δημοσιογραφία καθώς θα ισοδυναμούσε με εισβολή μπολσεβίκων στη Βουλή και στο Μέγαρο Μαξίμου. Ωστόσο, η κρατικοποίηση κατοικιών για να εξισορροπηθεί η εκτίναξη στα ενοίκια είναι μια απόλυτα λογική και εφαρμόσιμη πολιτική. Σε καπιταλιστικά πάντα πλαίσια, με την αγορά να παραμένει παντοδύναμη και το κράτος να εξακολουθεί να είναι μοχλός κυριαρχίας της αστικής τάξης.

Στην Ελλάδα εδώ και τριάντα χρόνια αποδεχτήκαμε τη χυδαία προπαγάνδα όσων καθυβρίζουν το κράτος σιτιζόμενοι από αυτό και αρμέγοντάς το ποικιλοτρόπως. Ας διαχωρίσουμε το κακό, γραφειοκρατικό, πελατειακό κράτος που θρέφει το αστικό πολιτικό σύστημα από τα δημόσια αγαθά και τις πολιτικές πρόνοιας. Και μετά, ας υπερασπίσουμε τη δυνατότητα του κράτους και του δημόσιου τομέα να παρέχει κοινωνικές υπηρεσίες, κοινωνική πολιτική, δομές πρόνοιας και προστασίας. Αποτελεί έναν από τους πυλώνες της άμυνας απέναντι στο νεοφιλελευθερισμό δεξιάς ή αριστερής κοπής, που παρεμπιπτόντως, επελαύνει ιδεολογικά, κοινωνικά, οικονομικά μετά την εμπέδωση (και) των τριών μνημονίων.