Άρθρα

Η σημασία της προσφυγής κατά του Ισραήλ στο Διεθνές Δικαστήριο

Στις 30/12/2023, σχεδόν τρεις μήνες από τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου γύρω απ’ τη Γάζα, η Νότια Αφρική προσφεύγει στο Διεθνές Δικαστήριο (International Court of Justice – ICJ) εναντίον του Ισραήλ καταγγέλοντάς το για εφαρμογή γενοκτονικών πρακτικών. Η τοποθέτηση της Νότιας Αφρικής έγινε την περασμένη Πέμπτη, μ’ αυτή του Ισραήλ να ακολουθεί την επόμενη μέρα.

Είχαν μεσολαβήσει πάνω από τρεις μήνες ανελέητων επιθέσεων των Ισραηλινών στρατιωτικών δυνάμεων εναντίον της Γάζας, που με τη δικαιολογία της καταδίωξης της Χαμάς, εξαπέλυσαν το μεγαλύτερο μακελειό κατά ανθρωπίνων ζωών που έχει καταγραφεί σ’ αυτό τον αιώνα. Επιθέσεις σε καταυλισμούς και νοσοκομεία, οι εκδιωγμένοι Παλαιστίνιοι εκτεθειμένοι στο λιμό, με τις υποδομές και τα σπίτια τους κατεστραμμένα, πρωτόγνωρα πολυάριθμους θανάτους προσωπικού ανθρωπιστικών οργανώσεων και δημοσιογράφων κι όλ’ αυτά παρά τις εκκλήσεις τόσο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ όσο κι άλλων στελεχών του οργανισμού για άμεση κατάπαυση πυρός και τις καταγγελίες τους για γενοκοτονική επίθεση εκ μέρους του Ισραήλ.

Παρά τη συσπείρωση της συντριπτικής πλειονότητας της διεθνούς κοινότητας εναντίον του Ισραήλ, οι δυτικοί υποστηρικτές του έχουν μείνει απαρασάλευτα στο εγκληματικό πλευρό του, διώκοντας απηνώς κάθε ένδειξη υποστήριξης προς τους Παλαιστίνιους στο εσωτερικό τους.

Τ’ ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία είναι δεδομένο πέραν πάσης αμφιβολίας, κι αυτό όχι μόνο γιατί είναι απολύτως πρόδηλο αλλά επειδή ακόμα κι οι ειδικοί επί του διεθνούς δικαίου νομικοί διατείνονται ότι πρόκειται περί «υποδειγματικής περίπτωσης γενοκτονίας» (ενδεικτικά εδώ κι εδώ).

Αλλά η εκδίκαση διακρατικών υποθέσεων ποτέ δεν είναι απλά και μόνο δικαστικά ζητήματα. Ρόλο παίζουν η σχετική ισχύς κάθε χώρας, η δυνατότητά της να επιβάλλει τα συμφέροντά της έναντι άλλων, οι διεθνείς υποστηρικτές της κι οι επιδιώξεις τους, παράγοντες που συντελούν στη διαμόρφωση ενός διεθνούς δικαίου με χαμηλή δεσμευτικότητα και την ύπαρξη ασθενών μηχανισμών εφαρμογής του. Πρόκειται, λοιπόν, για εξόχως πολιτικά ζητήματα, κι ας εκτυλίσσονται σε μια νομική αρένα, όπου αναμετρώνται οι διεθνείς επιδιώξεις πολλών παικτών.

Εν προκειμένω, διακυβεύεται η ικανότητα του Ισραήλ να εφαρμόζει την αποικιοκρατική σιωνιστική πολιτική του εδώ κι έναν αιώνα συστηματικού εκτοπισμού των Παλαιστινίων από τη γη της ιστορικής Παλαιστίνης (ένας δημογραφικός και βίαιος εκτοπισμός παρόμοιος μ’ αυτόν που οι ακροδεξιοί της Δύσης φαντασιώνονται ότι συντελείται στις χώρες τους με τη μετανάστευση των καταπιεσμένων του Παγκόσμιου Νότου – παραγνωρίζοντας πλήρως τη φύση του φαινομένου της σύγχρονης μετανάστευσης υπέρ της εξυπηρέτησης της ρατσιστικής ατζέντας τους – με την διαφορά ότι αυτός που υφίστανται οι Παλαιστίνιοι είναι πραγματικός) και της οικειοποίησης μιας χώρας από αποκλειστικά μία θρησκευτική/εθνική κοινότητα προς αποκλεισμό των υπολοίπων. Απειλείται δηλαδή η δυνατότητά του να κάνει αυτό που οραματιζόταν ο σιωνισμός απ’ την απαρχή του, να δρα δηλαδή το Ισραήλ ως το προκεχωρημένο φυλάκιο των συμφερόντων και των «αξιών» της Δύσης στη «βάρβαρη γη των Αράβων».

H μεγάλη μερίδα της διεθνούς κοινότητας που υποστηρίζει τη Νότια Αφρική στην προσφυγή της, και πόσο μάλλον η ίδια η Νότια Αφρική, κράτος κληρονόμο του μεγάλου αντιαποικιακού αγώνα του ντόπιου μαύρου πληθυσμού εναντίον των απογόνων Ευρωπαίων αποικιοκρατών και του καθεστώτος απαρτχάιντ που είχαν εγκαθιδρύσει για να θωρακίσουν την εξουσία τους, έχουν κάθε λόγο να εξεγείρονται έναντι της συντελούμενης αδικίας εναντίον των Παλαιστινίων, στην οποία βλέπουν να αντικατοπτρίζεται η δική τους ιστορική εμπειρία.

Με τη φθορά των Δυτικών δυνάμεων να γίνεται ολοένα και πιο έκδηλη, τα κράτη των λαών που για αιώνες καταπιέζονταν από την αποικιοκρατική και ιμπεριαλιστική πολιτική της Δύσης βγαίνουν στο προσκήνιο διεκδικώντας μια καλύτερη θέση για τα ίδια. Όσο περισσότερο φθίνει η ακτινοβολία του ευρωατλαντικού κόσμου κι αποδομείται η μονοκρατορία του, τόσο περισσότερο εντείνονται τα αιτήματα για αποκατάσταση ιστορικών αδικιών.

Η απροθυμία όμως της συλλογικής Δύσης να αποδεχθεί την παρακμή της και να μοιραστεί πιο ισότιμα τον παγκόσμιο πλούτο, διακυβεύει ολόκληρη τη μεταπολεμική αρχιτεκτονική του διεθνούς συστήματος. Βλέποντας την ανάδυση ανταγωνιστών, η Δύση παραβαίνει πολιτικές που υποχρεώνει άλλους να εφαρμόζουν (βλ. ένταση ελέγχων στο διεθνές εμπόριο από Δυτικές χώρες και διεξαγωγή εμπορικών πολέμων, όταν μέχρι πρότινος επέβαλλαν – όπως ορίζει το νεοφιλελεύθερο πλαίσιο – το ανεμπόδιστο, ελεύθερο εμπόριο, μέχρι τη στιγμή που έπαψαν να είναι οι κύρια ωφελούμενες απ’ αυτό) και παραβιάζει διεθνείς νόμους που η ίδια θέσπισε, μέσα από την περίφημη φιλελεύθερη ανθρωπιστική παράδοσή της, για τη διατήρηση μιας (σχετικά έστω) ειρηνικής τάξης πραγμάτων, με την ίδια βεβαίως ως εγγυήτρια στην κορυφή της.

Η ιστορία δείχνει ότι ποτέ ένα ισχυρό μέρος δεν δέχθηκε την παραίτηση από προνόμια που απολάμβανε αμαχητί, πειθόμενη από λογική κι επιχειρήματα (εξ’ άλλου η εξουσία παράγει και προάγει τη δική της λογική). Πάντα αναγκαζόταν να εκχωρήσει εξουσία όταν η ισχύς της δεν ήταν αρκετή ώστε να τη συντηρήσει.

Έτσι, η ίδια η Δύση, στην απεγνωσμένη προσπάθεια να τηρήσει τα αποκτημένα με βία στο διάβα των αιώνων προνόμιά της, καταστρέφει τις δομές που διασφάλιζαν τη μακροβιότητα και τη σταθερότητα της εξουσίας της. Στο όνομα της επίτευξης βραχυ-μεσοπρόθεσμων τακτικών νικών, στρώνει το δρόμο για την απαξίωσή της, αποκαλύπτοντάς τους θεσμούς που έστησε και που παρουσίαζε ως πομπούς της πεφωτισμένης της δεσποτείας ως τίποτα άλλο από στηρίγματα ενός συστήματος γυμνής βίας κι αδικαιολόγητης υπεξαίρεσης.

Ό,τι κι αν αποφασίσει το Διεθνές Δικαστήριο, δυστυχώς φοβόμαστε πώς το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα κι αναπότρεπτο. Μια καταδικαστική για το Ισραήλ απόφαση δεν θα κάμψει τη δολοφονική του μανία, ούτε θα κλονίσει την αταλάντευτη στήριξη των ΗΠΑ σ’ αυτό (έχουν κι οι δύο επενδύσει πολύ στην υπεράσπιση αυτής της πολιτικής κι απειλούνται πολύ ζωτικά τους συμφέροντα για να το κάνουν αυτό), αναγκάζοντας και τους δύο να προβούν σε μια κατάφωρη παραβίαση της διεθνούς νομιμότητας. Απ’ την άλλη, μια αθωωτική για το Ισραήλ απόφαση θα οδηγήσει στο να απωλέσει το Διεθνές Δικαστήριο το όποιο ψήγμα αξιοπιστίας του είχε απομείνει στα μάτια της παγκόσμιας κοινότητας. Οι αποφάσεις του δεν θα έχουν καμιά αξία και δε θα λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν από κανέναν.

Για να μην παρεξηγηθούμε, φυσικά ευκταίο είναι η αναγνώριση από το Διεθνές Δικαστήριο της γενοκτονικής επίθεσης που υπομένει ο Παλαιστινιακός λαός, σήμερα και διαχρονικά. Αναντίρρητα, μια τέτοια αναγνώριση θα αποτελούσε σημαντικό εφόδιο για τον αγώνα της παλαιστινιακής αντίστασης. Απλώς θέλουμε να καταδείξουμε τη δυσμενή συνθήκη που έχουν διαμορφώσει οι πολιτικές του κεφαλαίου διεθνώς.

Σε κάθε περίπτωση, θα σημειωθεί μια σημαντική τομή στην αποδόμηση των υπερεθνικών θεσμών που είχαν ορίσει μια διεθνή μεταπολεμική αρχιτεκτονική ασφαλείας κι η Δύση θα απομονωθεί περαιτέρω έναντι των ανταγωνιστών της απ’ τον Παγκόσμιο Νότο. Μπροστά στο να δεχτεί την ισότιμη συμμετοχή όλων των χωρών του κόσμου, η Δύση είναι διατεθειμένη να τον βυθίσει στην αυξανόμενη ένταση, το χάος του πολέμου και ενδεχομένως τον πυρηνικό όλεθρο.

Αυτή τη στιγμή η Δύση, με προμετωπίδα ασφαλώς τις ΗΠΑ, αποτελεί τον πιο επικίνδυνο εμπρηστή. Είναι πιο αναγκαία από ποτέ η συγκρότηση του στρατοπέδου των λαών όλου του κόσμου, προεξαρχόντων αυτών που έχουν υποστεί τη χρόνια καταπίεση κι εκμετάλλευση των αρχουσών τάξεων της Δύσης, ώστε να γλυτώσει τον κόσμο από την πυρομανία των αδίστακτων αρπακτικών που τρομάζουν με την προοπτική της δύσης της δικής τους κυριαρχίας.

Πηγή: Στο Νησί

Κι όμως η Χαμάς είναι με το Διεθνές Δίκαιο. Το Ισραήλ και η Δύση το παραβιάζουν.

Κάθε εξωνημένο φερέφωνο του σιωνισμού, κάθε αλαλάζον κύμβαλο της αμερικανικής ηγεμονίας, από τις 7 Οκτωβρίου και μετά έχει αντικαταστήσει την ουκρανική σημαιούλα στο προφίλ του με την ισραηλινή. Και επιδίδεται με παραφροσύνη σε πογκρόμ χαρακτηρισμών για τους ισλαμοφασίστες, τους τρομοκράτες, τους ούγκανους, τους μουτζαχεντίν, τους μισογύνηδες και τους καθυστερημένους που επιτέθηκαν στην “μοναδική δημοκρατία” της Μέσης Ανατολής.

Η πραγματικότητα παραστάσεων, η διαστροφή της αλήθειας, η χυδαία προπαγάνδα και η μηντιακή υπεροπλία έχει επηρεάσει όχι μόνο αυτούς που αυτοβούλως μετατρέπονται σε χαλκεία του σιωνισμού και της αμερικανικής ηγεμονίας, αλλά και πολύ άλλο κόσμο. Η οποιαδήποτε συζήτηση για την Παλαιστίνη πρέπει να ξεκινά με την καταδίκη της Χαμάς και των επιθέσεών της.

Αλήθεια γιατί;

Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο η Παλαιστίνη βρίσκεται υπό κατοχή. Σύμφωνα με τις αποφάσεις του ΟΗΕ, αποφάσεις που αποτελούν την ελάχιστη βάση μιας ειρηνικής συνύπαρξης στην περιοχή, το Ισραήλ διαπράττει το έγκλημα της Κατοχής και του Εποικισμού.

Σύμφωνα πάλι με το Διεθνές Δίκαιο, κάθε λαός που βρίσκεται υπό Κατοχή, έχει το αναφαίρετο δικαίωμα στην Αντίσταση, ακόμα και στην ένοπλη. Άρα και η Χαμάς.

Σύμφωνα με την Καταστατική Απόφαση του ΟΗΕ του 1947, το 55% της ιστορικής Παλαιστίνης περνούσε στο εβραϊκό κράτος του Ισραήλ και το 45% στο αραβικό κράτος της Παλαιστίνης. Η απόφαση αυτή, προφανώς θεωρήθηκε απαράδεκτη από τους Άραβες που έβλεπαν ένα κράτος να γεννιέται με το έτσι θέλω της Δύσης εκεί που μέχρι πρότινος ήταν οι πατρογονικές τους εστίες, τα σπίτια και τα χωριά τους. Με τον πρώτο αραβο-ισραηλινό πόλεμο του 1948 το Ισραήλ καταλαμβάνει ένα επιπλέον 23% των εδαφών και καταλήγει να κατέχει το 78% της ιστορικής Παλαιστίνης.

Με τον πόλεμο των 6 ημερών του 1967 το Ισραήλ καταλαμβάνει και το υπόλοιπο 22% (Δυτική Όχθη και Λωρίδα της Γάζας), εδάφη τα οποία υπό οποιαδήποτε ερμηνεία – ακόμα και την πλέον ανεκτική προς τον σιωνισμό – συνιστούν Κατεχόμενα Εδάφη. Δεν είναι τυχαίο ότι το σύνολο των αποφάσεων του ΟΗΕ από το 1967 και μετά ζητούν να αποσυρθεί το Ισραήλ από τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας.

Ακόμα και αν σταματούσαμε εδώ, ο οποιοσδήποτε ανθρωπος που αναγνωρίζει ως βάση επίλυσης των διαφορών όχι το δίκιο του ισχυρού αλλά το Διεθνές Δίκαιο και τη Διεθνή Νομιμότητα, θα έλεγε ότι το Ισραήλ διαπράττει το έγκλημα της Κατοχής και οι Παλαιστίνιοι έχουν το αναφαίρετο δικαίωμα στην Αντίσταση, και μάλιστα – σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο – αντίσταση με όλα τα μέσα, περιλαμβανόμενα των ένοπλων.

Ωστόσο το έγκλημα δεν σταματά εδώ. Από το 1967 και μετά, το Ισραήλ όχι μόνο έχει ενσωματώσει τα εδάφη που κατέλαβε το 1948, αλλά ακόμα και στα εδάφη που κατέχει παρανόμως έκτοτε διαπράττει το έγκλημα του εποικισμού. 700.000 έποικοι με τη συνδρομή του ισραηλινού στρατού εγκαθίστανται στα Κατεχόμενα υφαρπάζοντας δια της βίας σπίτια, περιουσίες, χωράφια και καλλιέργειες των Παλαιστίνιων.

Από το 22% των εδαφών της ιστορικής Παλαιστίνης που είχε μείνει στους Παλαιστίνιους μετά τη Νάκμπα, εποικίζεται συστηματικά σχεδόν το μισό και πλέον μόνο το 13% της αρχικής Παλαιστίνης έχει μείνει χωρίς οικισμούς εποίκων. Αλλά κι αυτό ακόμα το 13% τελεί υπό συστηματικό αφανισμό, εκβιασμούς, οικονομικούς αποκλεισμούς, καταπίεση, εκφοβισμούς, δολοφονίες.

Το Ισραήλ κατηγορεί τη Χαμάς ότι δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα στην ύπαρξή του (Ψέμμα, η Χαμάς έχει δεχθεί λύση στη βάση της επιστροφής των συνόρων του 1967), ωστόσο το ίδιο όχι απλά δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα στην ύπαρξη του κράτους της Παλαιστίνης, αλλά μέσω συστηματικής εθνοκάθαρσης δεν αναγνωρίζει στους Παλαιστίνιους τους ίδιους δικαίωμα ύπαρξης. Οι χάρτες που εμφανίζει στα διεθνή φόρα, αλλά και η έμπρακτη πολιτική του δεν είναι τίποτα άλλο από ένα Ολοκαύτωμα των Παλαιστινίων.

Το να ζητά λοιπόν κανείς να καταδικαστεί η Χαμάς, δεν είναι τίποτα άλλο από πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας. Γιατί πέρα από οποιεσδήποτε διαφορές και διαφωνίες που μπορεί κανείς να έχει με ένα ισλαμικό (και όχι προοδευτικό ή αριστερό) κίνημα αντίστασης, δεν είναι η Χαμάς αυτή που διαπράττει εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, δεν είναι η Χαμάς αυτή που παραβιάζει συστηματικά το Διεθνές Δίκαιο, το Χάρτη των Ηνεμένων Εθνών ή την Αρχή της αυτοδιάθεσης των Λαών.

Για ποιο λόγο η Χαμάς είναι εκτός Διεθνούς Δικαίου όταν επιτίθεται στο Ισραήλ που διαπράττει το έγκλημα της Κατοχής, αλλά το Ισραήλ είναι “φάρος του πολιτισμού” και “μοναδική δημοκρατία” όταν μαζί με τα ήδη εξελισσόμενα εγκλήματα της Κατοχής, του Εποικισμού, του Κράτους – Απαρτχάιντ απαντά στην επίθεση της Χαμάς με την εξελισσόμενη γενοκτονία και εθνοκάθαρση στη Γάζα;

Ακροκεντρώοι, όψιμοι σιωνιστές, μετανοήσαντες αριστεροί, νεοφιλελεύθεροι και αμερικανοτσολιάδες μπορούν να σκούζουν όσο θέλουν, αλλά στην περίπτωση της Παλαιστίνης, η Χαμάς (και όχι μόνο) αντιστέκεται ένοπλα στην κατοχή έχοντας όλα τα νόμιμα δικαιώματα για αυτό, ενώ το Ισραήλ διαπράττει τα φρικιαστικά εγκλήματα όχι απλά της Κατοχής, του Εποικισμού και του Απαρτχάιντ, αλλά της συστηματικής γενοκοτονίας και εθνοκάθαρσης ενός ολόκληρου λαού.

Το δικαίωμα στην άμυνα και το Ισραήλ

Το βασικό επιχείρημα της ισραηλινής κυβέρνησης στην τρέχουσα συγκυρία είναι ότι έχει το δικαίωμα στην αυτοάμυνα, αφού δέχθηκε επίθεση. Πράγματι το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη θεμελιώνει το δικαίωμα στην άμυνα. Ωστόσο, εδώ δεν πρόκειται για αυτή την περίπτωση για τον απλούστατο λόγο ότι το Ισραήλ έχει υπό την κατοχή του εδώ και πολλές δεκαετίες την Παλαιστίνη. Παραβιάζει δηλαδή τον πυρήνα των αρχών στις οποίες είναι θεμελιωμένος ο ΟΗΕ, που είναι ο σεβασμός της εδαφικής κυριαρχίας και ακεραιότητας, το δικαίωμα των λαών στην αυτοδιάθεση, οι αρχές της ειρηνικής συνύπαρξης, της καλής γειτονίας και της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών. Δεν μπορεί επομένως να γίνει λόγος για αυτοάμυνα. Για παράδειγμα οι επιχειρήσεις των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων, όταν μάχονταν ενάντια στις ανταρτικές δυνάμεις της Ελλάδας ή άλλων κατεχόμενων χωρών, δεν ήταν αυτοάμυνα. Ούτε οι επιχειρήσεις των Οθωμανών ενάντια στους εξεγερμένους Έλληνες το 1821 ήταν αυτοάμυνα.

Επομένως είναι λαθεμένη και παραπλανητική η συζήτηση για το αν το Ισραήλ εφαρμόζει το διεθνές δίκαιο των ένοπλων συγκρούσεων. Απλούστατα δεν πρόκειται για άμυνα. Πρόκειται για επιχειρήσεις εδραίωσης της κατοχής. Αντί αυτών, θα έπρεπε να προσέλθει άμεσα σε ειρηνικές διαπραγματεύσεις και να αποχωρήσει πάραυτα από όλα τα κατεχόμενα εδάφη. Αυτομάτως θα επερχόταν η ειρήνευση.

Να υπενθυμίσω με την ευκαιρία ότι σύμφωνα με ερμηνεία του άρθρου 1 παρ. 2 του Χάρτη, που θεμελιώνει το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση των λαών, νομιμοποιείται η χρήση βίας μέχρι να επιτευχθεί ο στόχος της απελευθέρωσης από την ξένη κατοχή. Επομένως με βάση το διεθνές δίκαιο ο λαός της Παλαιστίνης νομιμοποιείται γενικά να αγωνίζεται και ένοπλα ενάντια στην κατοχή.

Από την άλλη, με βάση το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου μπορεί να υποστηριχθεί ότι η κυβέρνηση του Ισραήλ διαπράττει εγκλήματα πολέμου. Ενδεικτικά αναφέρω: 1. την εκτεταμένη καταστροφή περιουσίας που δεν δικαιολογείται από στρατιωτική αναγκαιότητα, 2. την παράνομη εκτόπιση ή μεταφορά, 3. τις επιθέσεις με πρόθεση κατά του άμαχου πληθυσμού, ο οποίος δεν λαμβάνει άμεσα μέρος σε εχθροπραξίες, 4. τη δήλωση ότι δεν θα υπάρξει έλεος.

Επιπλέον, με βάση το άρθρο 6 μπορεί να υποστηριχθεί ότι η κυβέρνηση του Ισραήλ διαπράττει το έγκλημα της γενοκτονίας αφού επιβάλλει «με πρόθεση την επιβολή επί της ομάδας συνθηκών ζωής υπολογισμένων να επιφέρουν τη φυσική καταστροφή τής εν όλω ή εν μέρει». Με βάση το άρθρο 7 διαπράττει και έγκλημα κατά της ανθρωπότητας με την εξόντωση του πληθυσμού στη Γάζα δηλαδή «την με πρόθεση επιβολή συνθηκών ζωής, μεταξύ άλλων στέρηση πρόσβασης σε τροφή και φάρμακα, υπολογισμένων να επιφέρουν την καταστροφή μέρους του πληθυσμού».

Για όλα τα παραπάνω την ευθύνη φέρει η ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου. Ο ισραηλινός λαός έχει κάθε συμφέρον να ζήσει ειρηνικά δίπλα στον παλαιστινιακό λαό, ο οποίος πρέπει να αποκτήσει τη δική του ελεύθερη πατρίδα, στα όρια του 1967 με πρωτεύουσα την ανατολική Ιερουσαλήμ, όπως επιτάσσουν οι αποφάσεις του ΟΗΕ. Δυο κράτη, το ένα δίπλα στο άλλο, δύο λαοί ενωμένοι και ελεύθεροι.

Πηγή: infowar.gr

Η Ουκρανία, τα Νησιά του Σολομώντα, και τα δύο μέτρα και δύο σταθμά

Πριν αλέκτωρα φωνήσαι, ούτε δύο μήνες από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η ίδια Δύση που έσκιζε ως Καϊάφας τα ιμάτιά της για το δικαίωμα της Ουκρανίας στην αυτοδιάθεση, τώρα βλέπει «κόκκινες γραμμές» και αιτίες σύγκρουσης στη συνεργασία δύο ανεξαρτήτων κρατών, γιατί το ένα είναι η Κίνα.

Ένας από τους λόγους της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, όπως τη δικαιολόγησε το Κρεμλίνο, ήταν η ανάπτυξη ΝΑΤΟικών βάσεων στα σύνορα Ουκρανίας – Ρωσίας και οι δηλώσεις του προέδρου της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκυ, περί επιστροφής της χώρας στα πυρηνικά. 

Οι θέσεις του Κρεμλίνου επ’ αυτού καταδικάστηκαν μαζικά: δημοσιεύματα επί δημοσιευμάτων μας έλεγαν πως κανείς δεν έχει δικαίωμα να υπαγορεύει σε ένα ανεξάρτητο κράτος πως θα αμυνθεί, σε ποιούς διεθνείς οργανισμούς θα ενταχθεί και ποιές συνεργασίες θα έχει. Με βάση το διεθνές δίκαιο και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ουκρανίας, οι δικαιολογίες της Ρωσίας ήταν απαράδεκτες, μας δίδασκαν. Και σωστά μας δίδασκαν, αλλά λόγο δεν κρατούσαν. 

Ήρθε η συμφωνία της Κίνας με τα Νησιά του Σολομώντα για να καταπέσει ως πύργος από τραπουλόχαρτα το δυτικό αφήγημα. Είχε προηγηθεί και η τουρκική εισβολή στο Ιράκ, αλλά ποιός να τον πειράξει τώρα τον Ερντογάν, όπως είπε και ο υπουργός Αμύνης της Ελλάδας.. Τώρα, όλοι τον έχουν στα ώπα ώπα τον …απομονωμένο. 

Η αμυντική συμφωνία της Κίνας με τα Νησιά του Σολομώντα, ένα μικρό νησιωτικό κράτος με περίπου 700.000 κατοίκους, έφερε, όμως, ιδιαίτερα οργισμένες αντιδράσεις, ακραίες, το λιγότερο αντιδημοκρατικές από φάσμα δυτικών κρατών. ΗΠΑ, Ιαπωνία, Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία αντέδρασαν έντονα, θεωρώντας ότι «ένας ελεύθερος και ανοικτός Ειρηνικός» αντιμετώπιζε «μεγάλους κινδύνους» από αυτή τη συμφωνία. Οι ΗΠΑ, μάλιστα, έστειλαν τους πιο υψηλόβαθμους αξιωματούχους τους στην πρόσφατη ιστορία, στο μικρό νησιωτικό κράτος, με επικεφαλής τον υπεύθυνο για την Ασία στο Λευκό Οίκο, Κερτ Κάμπελ, που συναντήθηκαν με τον πρωθυπουργό Μενασέ Σογκαβάρε στην πρωτεύουσα, Χονιάρα. Ήταν μια επίσκεψη απειλών και «προειδοποιήσεων», που όμως έρχονταν μάλλον αργά: η συμφωνία με την Κίνα ανακοινώθηκε αφού υπογράφηκε, προφανώς για να αποφύγουν τις μέγιστες πιέσεις τα Νησιά. 

Η συμφωνία, επιτρέπει στο Πεκίνο να χρησιμοποιεί τα λιμάνια των Νησιών για τον πολεμικό της στόλο, όπως και να αποστείλει στρατό και αστυνομία «για να προστατεύσει τις κινεζικές επενδύσεις» εκεί και «να βοηθήσει σε περίπτωση φυσικών καταστροφών», και αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο μιας κινεζικής στρατιωτικής βάσης στο έδαφός τους, αλλάζοντας το status quo στην περιοχή του Ειρηνικού. Θεωρείται, και σωστά, ως «κίνηση ματ» της Κίνας, η οποία είδε να αμφισβητείται η θέση της, ότι η Ταϊβάν αποτελεί έδαφός της, είδε όπλα να φτάνουν στην Ταϊπέι, και απάντησε με μια μεγάλη στρατιωτική, ναυτική άσκηση και τη συμφωνία με τα Νησιά του Σολομώντα. Η δεύτερη ήταν μη άμεσα αναμενόμενη. Για ακόμη μια φορά η Κίνα εργάστηκε εν κρυπτώ, με την ..ενοχλητικά κλειστή διπλωματική της παράδοση.

Οι αναλυτές των δυτικών δεξαμενών σκέψης είδαν ως στόχο της κίνησης τις ΗΠΑ. Η συνεργασία, είπαν, απειλεί «την περιοριστική πολιτική των ΗΠΑ στον Ινδικό και τον Ειρηνικό» και «την ασφάλεια και την αυτονομία των νησιών του Ειρηνικού, της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας».

Ειδικά η Αυστραλία έφτασε σε σημείο να θέτει «κόκκινες γραμμές». Η προοπτική μιας κινεζικής στρατιωτικής βάσης 1.300 μίλια από τα παράλιά της, τη στιγμή που όχι μόνο συμμετέχει σε κάθε επιθετική και ψυχροπολεμική κίνηση των ΗΠΑ στην περιοχή (Quad, AUKUS, Five Eyes) και ετοιμάζεται να φιλοξενήσει πυρηνικά υποβρύχια, αλλά και έχει ιδιαίτερα κακές σχέσεις με το Πεκίνο – τις χειρότερες εδώ και δεκαετίες – και κάθε λόγο να θυμάται τον σημαντικότατο ρόλο που έπαιξαν, λόγω της θέσης τους, τα Νησιά στο Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. 

Οι διαβεβαιώσεις τόσο της κυβέρνησης των Νησιών όσο και του Πεκίνου ότι η Κίνα δεν θα αποκτήσει στρατιωτική βάση εκεί και ότι «η συμφωνία δεν στοχεύει κατά κανενός τρίτου» αλλά «στη σταθερότητα στην περιοχή», αντηχεί τις δυτικές αιτιάσεις στο Ουκρανικό. «Η συνεργασία σε θέματα ασφάλειας μεταξύ της Κίνας και των Νησιών του Σολομώντα, δύο ανεξάρτητων και κυρίαρχων κρατών, είναι συνεπής προς το Διεθνές Δίκαιο και τη συνήθη διεθνή τακτική», ήταν η λιτή ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας. 

Παρ όλα αυτά, οι ΗΠΑ, που έχουν κάνει σειρά επιθετικών κινήσεων στην περιοχή, ανακοίνωσαν ότι «θα απαντήσουν αντίστοιχα» αν υπάρξει «οποιαδήποτε στρατιωτική παρουσία» της Κίνας στα Νησιά – κι αυτό περιλαμβάνει, όπως διατυπώνεται, και την παρουσία κινεζικών πολεμικών σε λιμάνι. Λογική ΗΠΑ και, προσφάτως, λογική Πούτιν, αυτή που οδήγησε πολλούς να χαρακτηρίσουν μέχρι και με ψυχιατρικούς όρους το ρώσο ηγέτη. 

Η Αυστραλία, που ανακοίνωσε την «κόκκινη γραμμή» που βάζει «μαζί με τις συμμαχικές ΗΠΑ και Ν. Ζηλανδία», δηλ. την πιθανότητα ύπαρξης κινεζικής στρατιωτικής βάσης, έχει δώσει γην και ύδωρ σε ΗΠΑ και Βρετανία, ακριβώς για μια πιθανή σύρραξη με την Κίνα. Η ίδια Αυστραλία έριξε το φταίξιμο στη διαφθορά που επικρατεί στα Νησιά, και έκανε λόγο για «επιθετική Κίνα, που είναι έτοιμη να λαδώσει για να πετύχει τους στόχους της». Οι δεκάδες καταγγελίες για διαφθορά στην Ουκρανία και τα Πάναμα Πέηπερς για τον Ζελένσκυ έρχονται στο νου, αυθορμήτως. 

Το γελοίον όσο και τραγικό του πράγματος είναι εμφανές, δε χρειάζεται ανάλυση. Και έρχεται σε μια στιγμή που είναι διαφαινόμενη νίκη της Μόσχας στην Ουκρανία και εμφανίζονται δεκάδες ρωγμές στο δυτικό αφήγημα, με πρώτον εκφραστή τον υπέρμαχο της πολέμου, Βρετανό πρωθυπουργό, Μπόρις Τζόνσον. Από την Ινδία, η οποία συνεχίζει τον ανεξαρτητο δρόμο της και δεν υποκύπτει στις δυτικές πιέσεις να στραφεί κατά της Μόσχας, o βρετανός πρωθυπουργός έκανε λόγο για την «ρεαλιστική πιθανότητα» να νικήσει η Ρωσία και ο πόλεμος να κρατήσει «ως το τέλος του 2023». Δηλώσεις σε πλήρη αντίθεση με όσα ακούγονται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, και το κυρίαρχο αφήγημα των ημερών. Μπορεί κατόπιν ο Τζόνσον να θυμήθηκε πόσο φρικτός είναι ο πόλεμος του Πούτιν (ειδικώς) και πόσο γενναίοι είναι οι υπερασπιστές της Ουκρανίας, αλλά οι δηλώσεις του ήδη έκαναν το γύρο του κόσμου, προκαλώντας και την αντίδραση Ζελένσκυ. 

Η δύναμη των συστημικών μέσων, που ήδη δέχεται χτυπήματα, θα δοκιμαστεί ακόμη περισσότερο τις επόμενες εβδομάδες, ειδικά αν, όπως προέβλεψε ο Τζόνσον, η Ρωσία κατορθώσει να εξασφαλίσει πλήρως την από γης γέφυρα με την Κριμαία. Και θα δοκιμαστεί γιατί στηρίχθηκε στο αφήγημα του Διεθνούς Δικαίου και της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας, παραβλέποντας και «ξεχνώντας» όσα σήμερα φέρνει στο φως η συμφωνία Κίνας και Νησιών του Σολομώντα: τα περί ανεξάρτητων και κυρίαρχων κρατών τα γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων της η Δύση, αν δεν βολεύουν τους σχεδιασμούς της. Ως γνωστόν, τα κράτη έχουν συμφέροντα (εξαιρείται η Ελλάδα του Μητσοτάκη, που έχει μόνο σκυμμένη τη μέση). Και τα ισχυρά κράτη, που δε θέλουν να χάσουν την ηγεμονία, στηρίζονται στον εξεπσιοναλισμό κι όχι στο Διεθνές Δίκαιο.

Ήδη, η παρουσία περισσοτέρων των ενός αφηγημάτων στους ίδιους τους κόλπους της Δύσης, είναι προβληματική. Ήδη πολλές από τις βεβαιότητες που ..πουλούσαν αφειδώς τις πρώτες μέρες του πολέμου οι δυτικές πηγές έχουν αποδειχθεί κατασκευάσματα. Ποιός δε θυμάται την .. αηδιασμένη από τη στάση της Ρωσίας Κίνα, την … διαφαινόμενη ήττα Πούτιν μετά την πρώτη φάση της εισβολής, όπως και την ατελείωτη σιωπή για τα δεκάδες ρατσιστικά συμβάντα – θύματα των οποίων έπεσαν χιλιάδες ινδοί και αφρικανοί στην Ουκρανία – αλλά και το ξέπλυμα που έγινε στους νεοναζί «αγωνιστές της Ελευθερίας».

Και, όμως, πιθανότητες για ειρήνευση υπήρξαν. Ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορούσε να σταματήσει, με μια επιστροφή στις συμφωνίες του Μινσκ, όταν στην Αττάλεια της Τουρκίας βρέθηκαν οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο κρατών, Ουκρανίας και Ρωσίας – το υψηλότερο επίπεδο συνομιλιών ως σήμερα. Ήταν μια απόπειρα για την ειρήνη που δεν την ήθελαν ορισμένες ΝΑΤΟικές δυνάμεις. Το είπε πρόσφατα ξεκάθαρα ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, το ..περιστέρι της Ειρήνης Τσαβούσογλου: ΝΑΤΟικές χώρες «επιθυμούν να συνεχιστεί ο πόλεμος για να αδυνατίσει η Ρωσία». Και απέδωσε σε αυτές τις ΝΑΤΟικές χώρες την ως τώρα αποτυχία των ειρηνευτικών συνομιλιών. 

Οι δηλώσεις Τσαβούσογλου δείχνουν αυτό που, από το ραδιόφωνο του ΤΡΡ, λέγαμε ξανά και ξανά: τα εμπόδια στην ειρήνευση – και μέχρι προ μηνός στην αποχώρηση της Ρωσίας – τα βάζει το ΝΑΤΟ, κι όχι η Ουκρανία.

 Από δω και πέρα, και όσο ο ρωσικός στρατός προχωρά, όσο οι διπλωματικές προσπάθειες καταστρέφονται και υποχωρούν, με την παρέμβαση του ΝΑΤΟ, τόσο η κατάσταση θα γίνεται μη αναστρεπτέα.

Αν η Αττάλεια είχε επιτύχει, η Ρωσία θα μπορούσε ακόμη να αποχωρήσει από εδάφη, με τις σχετικές εγγυήσεις, δεν θα είχαμε τόσους νεκρούς, αστικά κέντρα θα είχαν μείνει σχετικά ακέραια, η Ουκρανία θα μπορούσε να ξαναρχίσει να χτίζεται, ως μια ουδέτερη χώρα.

Ήταν η πρώτη στρατιωτική φάση, άρα και η πρώτη διπλωματική φάση. Σήμερα βρισκόμαστε στη δεύτερη – αυτή που «βλέπει» ο Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος ως μόνη λύση βλέπει τα περισσότερα όπλα και τον περισσότερο θάνατο, που συνοδεύεται – το παραδέχεται ο ίδιος- από απώλειες εδαφών, ανεπιστρεπτί. Γιατί, η κατάληψη εδαφών δεν σημαίνει υποχρεωτικά και την μόνιμη κατοχή τους. Δεν το σήμαινε ως την Αττάλεια. Σήμερα, είναι βέβαιο πως η Ρωσία θα κρατήσει εδάφη και θα αποκόψει – εν μέρει ή ολότελα- από τη θάλασσα την Ουκρανία. Το «ολότελα» αφορά σε αυτό που η Ρωσία έχει ονομάσει «τρίτη φάση». Μεταξύ των φάσεων, το λόγο έχει η διπλωματία, που η Δύση έχει ξεχάσει και πιέζει και τον πρόεδρο της Ουκρανίας να την ξεχνά. Η ουκρανική τραγωδία θα συνεχιστεί, γιατί «η Δύση είναι έτοιμη να συνεχίσει τον πόλεμο ως τον τελευταίο ουκρανό».