Άρθρα

efood

Ευχαριστούμε e-food

Ευχαριστούμε e-food γιατί μας θύμισες ότι εργαζόμενοι και εργοδότες είναι σε διαφορετικά στρατόπεδα. Η απληστία σου ήταν προκλητική: τα υψηλότατα κέρδη ρεκόρ, η ασύλληπτη αύξηση τζίρου,τα τεράστια μερίσματα για τους ιδιοκτήτες της, δεν τα μοιράστηκες, έστω και για ένα ψίχουλο, με τους εργαζόμενους. Η επιβράβευση ήταν να τους πατήσεις περισσότερο στο λαιμό: Να τους βαφτίσεις “συνεργάτες”, να τους πληρώνεις με το κομμάτι, να αποφύγεις τις εργοδοτικές εισφορές, να μην κάνεις έξοδα για άδειες, μέσα προστασίας, βενζίνες.

Ευχαριστούμε e-food γιατί μας έδειξες ότι το κράτος ενισχύει τους δυνατούς όταν επιβάλλονται στους αδύναμους. Οι κυβερνήσεις, διαχρονικά και διακομματικά, νομοθετούν υπέρ των επιχειρήσεων και εναντίον της εργασίας. Από τον νόμο για το ασφαλιστικό που επιβράβευε την απασχόληση εργαζομένων ως αυτοαπασχολούμενων με μπλοκάκι, μέχρι τον νόμο για το εργασιακό που νομιμοποιούσε την πρακτική των εταιρειών να βαφτίζουν τους χαμηλόμισθους ντελίβερι “συνεργάτες, τα κυβερνητικά έργα είναι μια προκλητική υπηρεσία προς το κεφάλαιο.

Ευχαριστούμε e-food γιατί μας έδειξες ότι η «ελεύθερη οικονομία» δεν είναι καθόλου ελεύθερη. Είναι γεμάτη από καταναγκασμούς, από εκβιασμούς και απειλές. Η αρχική απαίτηση της εταιρείας ήταν: Ή θα αποδεχτείτε συνθήκες 19ου αιώνα, ή θα μείνετε άνεργοι. Αυτός ο εκβιασμόςείναι η κοινή γραμμή της άρχουσας τάξης και του επιχειρηματικού κόσμου εδώ και χρόνια. Αυτή την φορά, δεν πέρασε.

Ευχαριστούμε e-food γιατί μας επιβεβαίωσες ότι όσο το οικονομικό μοντέλο της Ελλάδας είναι τουρισμός, σουβλατζίδικα και καφετέριες, τόσο οι δουλειές που παράγονται θα είναι κακοπληρωμένες, ανασφαλείς, υποτιμημένες, υπό διαρκή εκβιασμό.

Ευχαριστούμε e-food γιατί μας απέδειξες ότι η αλληλεγγύη των πολλών είναι το όπλο μας. Μια παντοδύναμη εταιρεία, με τα ΜΜΕ να τη δικαιολογούν εμφανίζοντας το άσπρο μαύρο, και την κυβέρνηση να τη στηρίζει ψηφίζοντας εργοδοτικούς νόμους, υπέκυψε μπροστά στην κοινωνική κατακραυγή. Στην αρχή, με την αλαζονεία του ισχυρού και τις πλάτες της κυβέρνησης, η e-food εκβίασε. Στην πορεία είπε ότι “έγινε παρεξήγηση”. Τελικά, δέχτηκε μετατροπή όλων των συμβάσεων σε αορίστου χρόνου και τερματισμό του σύγχρονου σκλαβοπάζαρου μέσω γραφείων ενοικίασης εργαζομένων. Αυτή η βήμα-το-βήμα υποχώρηση της εταιρείας είναι νίκη μιας κοινωνίας που δείχνει αλληλεγγύη και δεν δέχεται το άδικο.

Πάνω από όλα, ευχαριστούμε e-food γιατί μας απέδειξες ότι οι αγώνες έχουν αποτέλεσμα. Διέψευσες ότι οι πολλοί και αδύναμοι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να υποταχθούν στους ισχυρούς. Τσαλάκωσες την προπαγάνδα ότι δεν έχει νόημα να αγωνιζόμαστε γιατί δεν κερδίζουμε τίποτα. Η μετατροπή των συμβάσεων των εργαζομένων της e-food σε αορίστου, με αναγνώριση της προϋπηρεσίας, είναι μια μεγάλη νίκη των εργαζομένων, είναι μια μεγάλη ήττα της εργοδοσίας.

 

Η επιχειρηματική τάξη της αρπαχτής, της εξαγορασμένης αριστείας και της απληστίας, έφαγε σήμερα ένα ηχηρό χαστούκι

Η απόπειρα της efood να μετατρέψει συμβάσεις εργασίας σε συμβάσεις αμοιβής με το κομμάτι θα ήταν η καλύτερη ευκαιρία για να αναδειχθεί η ρηχότητα, η ιδιοτέλεια και ο κυνισμός που διακρίνουν την ελληνική άρχουσα τάξη. 

Θα ήταν, αλλά δεν είναι, γιατί η στρατιά πληρωμένων πιστολιών των ΜΜΕ που παριστάνουν τους δημοσιογράφους, βάλθηκε να αποκαταστήσει – πιθανά με το αζημίωτο – το τρωθέν κύρος της εταιρείας. Αντί να θέσει επί τάπητος το τι και γιατί έγινε, πασχίζει να συσκοτίσει τις αιτίες και τις συνθήκες που επικρατούν πραγματικά στην ελληνική αγορά εργασίας. Και ο πολιτικός κόσμος της χώρας, ενωμένος στην εμπέδωση των μεσαιωνικών εργασιακών σχέσεων της Gig Economy, επιχειρεί να αντιμεταθέσει την ευθύνη και να αποφύγει το κόστος. 

Η άτακτη υποχώρηση της εταιρείας όπως εκφράστηκε με την ανακοίνωση μετατροπής όλων των συμβάσεων σε αορίστου, με αναγνώριση προϋπηρεσίας, αφήνει έκθετους όλους όσους έσπευσαν τις προηγούμενες μέρες να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Όσους υποστήριξαν ότι ο νόμος Χατζηδάκη αλλά και ο ασφαλιστικός νόμος του 2020 είναι άσχετοι με τη συγκεκριμένη απαίτηση της εταιρείας, αλλά και όσους κρύφτηκαν πίσω από τον νόμο Χατζηδάκη για να αποσείσουν τις δικές τους ευθύνες και κυβερνητικά πεπραγμένα (νόμος Κατρούγκαλου, επιδότηση εργοδοσίας που απασχολούσε εργαζόμενους με μπλοκάκια κλπ).

Η δουλειά με το κομμάτι, το μπλοκάκι και η μετατροπή του εργαζόμενου σε “συνεργάτη” δεν είναι κατορθώματα της τελευταίας διετίας. Είναι διακομματική και διαχρονική η πολιτική ευθύνη για τα καθεστώτα γαλέρας που στήθηκαν στους εργασιακούς χώρους, για τους καταναγκασμούς, τις απειλές, τις αυθαιρεσίες. 

Η συγκεκριμένη εταιρεία, έχοντας (λόγω πανδημίας) κέρδη πέρα από κάθε προσδοκία, εκβίασε τους διανομείς της, υπό την απειλή της απόλυσης, να αποδεχτούν το καθεστώς του freelancer. Εκβίασε αυτούς που ήταν από τους εργαζόμενους της “πρώτης γραμμής του μετώπου” κατά τη διάρκεια του λοκντάουν, έχοντας μάλιστα πρωταγωνιστήσει στα σχετικά σποτ της Πολιτικής Προστασίας, προκαλώντας την εύλογη συμπάθεια και υποστήριξη της κοινωνίας. Ήρωες τότε, αναλώσιμοι σήμερα. 

Υπό φυσιολογικές συνθήκες και σκεπτόμενοι λογικά, η έκρηξη κερδών των εταιρειών διανομής λόγω πανδημίας, θα είχε τα εξής αποτελέσματα για τους εργαζόμενους: Μοίρασμα μικρού έστω μέρους των κερδών με αύξηση μισθών και παροχών, καλύτερες συνθήκες εργασίας, περισσότερη ασφάλεια και προστασία. Σε πολιτικό και κυβερνητικό επίπεδο θα περίμενε κανείς νόμους και αποφάσεις που θα τους προστάτευαν, θα τους ενίσχυαν, θα τους επιβράβευαν. 

Όμως, η Ελλάδα της επιχειρηματικότητας, η Ελλάδα που σκούζει ενάντια στο σοβιετικό μοντέλο και τα κομμουνιστικά κατάλοιπα, η Ελλάδα που θεωρεί τα κοινωνικά δικαιώματα εμπόδιο στην κερδοφορία των αργόσχολων της πλατείας Κολωνακίου, η Ελλάδα της κούφιας καινοτομίας, η Ελλάδα που κυβερνάται από τους αυτοανακηρυχθέντες άριστους γόνους πλουσίων και ισχυρών, δεν έχει τέτοια κολλήματα με τις φυσιολογικές συνθήκες και τη λογική. 

Το εντελώς αντίθετο.

Σημειώνοντας αύξηση τζίρου 50% και έχοντας καθαρά κέρδη πάνω από 20 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία αποδόθηκαν στους ιδιοκτήτες της, η εταιρεία έδωσε σπάνιο ρεσιτάλ εργοδοτικής απληστίας και σκατοψυχιάς. Τη χρονιά που κέρδισε περισσότερα από όσα θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί, επιχείρησε να μειώσει περαιτέρω το εργοδοτικό κόστος, βαφτίζοντας τους εργαζόμενους του λειψού μεροκάματου, “συνεργάτες”.

Και αν την αχόρταγη για περισσότερα κέρδη, υπερ-κερδοφόρα εταιρεία, την περιμέναμε, γιατί κανείς πλούσιος δεν θα αφήσει την ευκαιρία να γίνει ακόμα πλουσιότερος πατώντας στο λαιμό του αδύναμου, τι ακριβώς έκανε η κυβέρνηση;

Επιβράβευσε με τον ασφαλιστικό νόμο του 2020 την αήθη πρακτική των εταιρειών να βαφτίζουν την εξαρτημένη εργασία παροχή έργου και να μετατρέπουν τον σταθερό μισθό σε πληρωμή με το κομμάτι. Μειώνοντας τις εισφορές, ενίσχυσε την αυτοαπασχόληση, τιμώρησε τη μισθωτή εργασία, έδωσε κίνητρο για προσλήψεις με μπλοκάκι και πληρωμή με το κομμάτι, έστησε αντικίνητρο για συμβάσεις εργασίας. 

Τάχθηκε δηλαδή με τη μεριά του επιχειρηματικού συρφετού που επιδίωκε να μην πληρώνει εργοδοτικές εισφορές και να απαλλαγεί από το κόστος που του προκαλούσαν οι άδειες, οι μητρότητες, οι ασθένειες, οι κανόνες υγειινής και ασφάλειας και οι λοιπές εφευρέσεις του εικοστού αιώνα που στέκουν εμπόδιο στην αριστεία και στην καινοτομία. 

Και με τον εργασιακό νόμο του 2021, επικύρωσε και νομιμοποίησε την παράνομη πρακτική των εταιρειών ντελίβερι να απασχολούν διανομείς ως συνεργάτες. Η Wolt δούλευε έτσι από την αρχή, η e-food επιχείρησε να το κάνει, αλλά σκόνταψε πάνω στη θηριώδη απληστία της και μετά την κοινωνική κατακραυγή, δεν είχε άλλη επιλογή από την άτακτη υποχώρηση. 

Έχουμε δηλαδή έναν πολιτικό κόσμο (γιατί η ευθύνη δεν αφορά μόνο αυτή την κυβέρνηση αλλά και τις προηγούμενες) που κυνικά και ξεδιάντροπα, αντί να πάρει το μέρος του αδύναμου παίρνει διαρκώς το μέρος του ισχυρού. 

Η e-food και η ιδιοκτησία της πλήρωσε την πλεονεξία, την ασυδοσία και τη σκατοψυχιά που χαρακτηρίζουν την ελληνική επιχειρηματική τάξη. 

Την τάξη που με μοναδικά προσόντα το κεφάλαιο που κληρονόμησε και το πολιτικό προσωπικό που την προστατεύει σκανδαλωδώς και με κάθε τρόπο, αρμέγει την κοινωνία, λεηλατεί τα δημόσια ταμεία, σιτίζεται πλούσια από τον κρατικό κορβανά, καταπίνει επιδοτήσεις και ΕΣΠΑ πιο γρήγορα και από τη σκιά της.

Αυτή η επιχειρηματική τάξη της αρπαχτής, της εξαγορασμένης αριστείας και της κληρονομημένης υπεροχής, έφαγε σήμερα, με την υποχώρηση της e-food, ένα ηχηρό χαστούκι. 

Δεν θα σταματήσει φυσικά να είναι άπληστη, αχόρταγη, εκδικητική, αηδής και αήθης.

Αλλά το χαστούκι αυτό μπορεί να κάνει την πλευρά της ζωντανής εργασίας να πιστέψει λίγο περισσότερο στις δικές της δυνάμεις.