Άρθρα

Το καλοκαίρι έφυγε. Το κίνημα για δημόσιες παραλίες;

Το κίνημα για ελεύθερες και δημόσιες παραλίες ήταν από τις ευχάριστες εκπλήξεις μέσα στο “μαύρο” καλοκαίρι του 2023.

Για αρκετές βδομάδες, χιλιάδες κόσμου κινητοποιήθηκε σε όλη την Ελλάδα, διεκδίκησε, αντιπαρατέθηκε με μικρά και κυρίως μεγάλα συμφέροντα, με τοπικές μαφίες, με τοπικές αρχές, σε τελική ανάλυση με ένα σάπιο κρατικό μηχανισμό που υιοθετεί την ασυδοσία της αγοράς ως βασικό μοντέλο για την τουριστική ανάπτυξη. Από τις Κυκλάδες έως τα Επτάνησα και από την Κρήτη έως την Μακεδονία και την Θράκη, δημιουργήθηκαν, μέσα σε λίγες βδομάδες, δεκάδες κινήσεις πολιτών που οργάνωσαν παρεμβάσεις σε παραλίες, ενημερώσεις ευαισθητοποίησης σε πόλεις και χωριά, παρεμβάσεις στα ΜΜΕ. Τα τελευταία “έπαιξαν” το θέμα αφενός γιατί το πρόβλημα της ασυδοσίας, της καταπάτησης και του υπερτουρισμού συζητιέται εδώ και καιρό και στην άρχουσα τάξη και σε δεύτερο χρόνο για να δημιουργήσουν μια εικόνα ότι η παντοδύναμη κυβέρνηση Μητσοτάκη ακούει-αντιδρά-παρεμβαίνει στα προβλήματα. Βέβαια κάτι τέτοιο δεν έγινε και η ανομία ελάχιστα υποχώρησε, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση. Κανείς δεν περίμενε ότι μέσα σε λίγες μέρες θα ξηλωθεί ένα καθεστώς αυθαιρεσίας που στήθηκε εδώ και δεκαετίες στον αιγιαλό.

Όπως όλα τα κινήματα, το κίνημα αυτό ξέσπασε και μαζικοποιήθηκε τώρα, αλλά έχει διεργασίες ετών. Η κίνηση Save Ios δραστηριοποιείται εδώ και χρόνια ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του 30% της Ίου από συγκεκριμένα συμφέροντα. Η κίνηση Save Naxos Beaches υπάρχει εδώ και χρόνια  και υπερασπίζεται το περιβάλλον. Η κίνηση Save Falasarna συγκροτήθηκε το 2022 απέναντι στα σχέδια ιδιωτικοποίησης παραλίας σε περιοχή Νατούρα, από ένα τουριστικό χωριό 850 κλινών!

Όπως σε όλα τα κινήματα  το διαδίκτυο βοήθησε στην εξάπλωσή του, αλλά χωρίς συλλογικότητες με ανθρώπους, δια ζώσης συναντήσεις και ακτιβισμούς, εμπειρία, γείωση δεν θα είχε αυτόν τον χαρακτήρα. Στην Ίο ο Σύνδεσμος Ιητών που ξεκίνησε την ενημέρωση και τις παρεμβάσεις μετράει έναν αιώνα ζωής. Στην Πάρο ο Πολιτιστικός Σύλλογος Αρχίλοχος επίσης μετράει δεκαετίες ζωής και παρεμβάσεων. Στην Λευκάδα υπήρξε το 2022 μαζική κινητοποίηση πολιτών με συμμετοχή των μαθητών και της νεολαίας της περιοχής, ενάντια στο κλείσιμο της παραλίας του Κάστρου.

Το κίνημα αυτό είχε κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που το βοήθησαν να αποκτήσει τέτοια εμβέλεια και νομιμοποίηση. Το βασικό αίτημα του ήταν απλό και κατανοητό. Ελεύθερες και δημόσιες παραλίες, πάταξη των καταπατήσεων μέσω εφαρμογής του νόμου, υπεράσπιση του δημόσιου και κοινόχρηστου χαρακτήρα του αιγιαλού. Στα πρώτα του βήματα δεν ακολούθησε διάφορες κακοφορμισμένες συνήθειες στις οποίες έχουν υποταχτεί οι αριστεροί (πρώτα συνεννοούνται οι διάφοροι από τις οργανώσεις, μετά συνελευσιάζονται με τις ώρες γύρω από φλύαρα και δυσνόητα κείμενα, μετά κανονίζουν κάποια δράση με αρκετά σεκταριστικά χαρακτηριστικά κοκ). Αντιθέτως ακολούθησε βήματα όπως συγκεκριμένο αίτημα πάλης, θέσεις και τεκμηρίωση, μαζική προπαγάνδα που απευθύνεται σε όλους και όχι μόνο στους “γνωρίζοντες” (στην Πάρο έχουν οπτικοποιήσει τις παρανομίες και σε ψηφιακούς χάρτες), προετοιμασία των ακτιβιστικών δράσεων για βδομάδες με “δουλειά μερμηγκιού”, δράση μέσα και έξω από τους θεσμούς (πχ Δημοτικά Συμβούλια), μετωπική-ενωτική αντίληψη πάνω στους στόχους και όχι με βάση ιδεολογικές αναφορές. Δηλαδή ακολουθήθηκαν παλιές κλασικές αριστερές αρχές, που δυστυχώς όμως έχουν εγκαταλειφθεί από τα κόμματα της Αριστεράς, είτε λόγω κοινοβουλευτισμού, είτε λόγω σεχταρισμού. Γι’ αυτό και το μεγαλύτερο αριστερό κόμμα σήμερα, το ΚΚΕ, είτε δεν κατάφερε να δράσει μέσα σε αυτό το κίνημα είτε, παρά τις θετικές παρεμβάσεις του σε δημοτικά συμβούλια, φρόντιζε να διαχωρίζεται από το κίνημα αυτό, πχ προβάλλοντας ως κεντρικό το αίτημα “έξω η ιδιωτική πρωτοβουλία από τις παραλίες” (αίτημα χωρίς καμία τύχη σε νησιά που το 50% του ΑΕΠ προέρχεται από τον τουρισμό) ή να παρεμβαίνει αποκλειστικά με τα υλικά των δημοτικών παρατάξεων του. Το ανάποδο δηλαδή από το ποιες είναι οι κομμουνιστικές παραδόσεις για τα κινήματα.

Η βάση του κινήματος αυτού είναι ευρύτερη. Η κριτική στην υπερτουριστικοποίηση υπάρχει και στις πόλεις και θέματα όπως η βραχυχρόνια μίσθωση ή η ακρίβεια σε τουριστικές πόλεις και νησιά έχουν πάρει εκρηκτικές διαστάσεις. Το πρόβλημα του αποκλεισμού του ελληνικού λαού από τις πόλεις του, τις γειτονιές του, τα νησιά του, τις παραλίες του, ελέω τουρισμού, είναι ένα ζήτημα που αφορά και λαϊκό κόσμο που ψηφίζει δεξιά, αλλά αντιλαμβάνεται ότι πλέον η Ελλάδα… δεν ανήκει στους Έλληνες. Η κακοποίηση των ακτών εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και ένα γενικότερο μοντέλο ανάπτυξης που είτε μπαζώνει ρέματα, ποτάμια, παραλίες για να τροφοδοτηθεί ο βασικός αναπτυξιακός μοχλός της χώρας, το real estate και ο τουρισμός, είτε ισοπεδώνει βουνά και δάση για να υλοποιηθεί το ΝΑΤΟικό σχέδιο για μια Ελλάδα – ενεργειακό κόμβο στην ΝΑ Μεσόγειο. Δυστυχώς τα ζητήματα αυτά ήρθαν με ένταση στην επιφάνεια αυτό το καταστροφικό καλοκαίρι μέσω των πυρκαγιών και των πλημμυρών. Το γενικό αναπτυξιακό μοντέλο μιας χώρας εξαρτημένης όπου ο πρωθυπουργός φτάνει στο σημείο σε επίσημη συνάντηση με την ΠτΔ να κάνει ειδική μνεία στα έσοδα από τον τουρισμό, δεν παράγει ούτε εισόδημα, ούτε σοβαρές υποδομές, ούτε σοβαρές θέσεις εργασίας, ούτε φυσικά μπορεί να δει την φύση κάπως αλλιώς από ευκαιρία για πλιάτσικο…

Η κυβέρνηση και ο Χατζηδάκης δήλωναν το καλοκαίρι ότι θα ετοιμάσουν νέο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο όμως θα συγκεντροποιήσει τις διαδικασίες πλειοδότησης των παραχωρήσεων του αιγιαλού, υπό το πρόσχημα ότι οι Δήμοι και οι Κτηματικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών δεν μπορούν να ελέγξουν ικανοποιητικά την τήρηση των συμβάσεων. Αν συμβεί αυτό, το κέντρο λήψης αποφάσεων θα είναι τελείως αποκομμένο από τις τοπικές κοινωνίες και η όποια δυνατότητα παρέμβασης τους θα είναι μειωμένη. Δεν είναι επίσης εκτός πραγματικότητας, έστω μακροπρόθεσμα, μια συνολική προς το χειρότερο αλλαγή του νομικού πλαισίου, που θα τροποποιεί το δημόσιο και κοινόχρηστο χαρακτήρα του αιγιαλού, ενώ θα δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την ήδη πολύ προβληματική διαφάνεια των σχετικών διαδικασιών.

Το κίνημα αυτό άρχισε να κάνει τα πρώτα βήματα πανελλαδικού συντονισμού, με πρώτη κίνηση αυτή της πανελλαδικής μέρας δράσης για Ελεύθερες Παραλίες την 3η Σεπτέμβρη. Υπάρχει θέληση για να συνεχιστεί ο πανελλαδικός Συντονισμός με την αναλυτική συζήτηση των επιμέρους θεμάτων, την ανταλλαγή γνώσης και εμπειρίας που αποκτήθηκε και την στήριξη αποφάσεων και πρωτοβουλιών. Ενόψει των κυβερνητικών εξαγγελιών, χρειάζεται αφενός επαγρύπνηση, αφετέρου καλύτερη προετοιμασία, οργάνωση και συντονισμός προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι τυχόν κυβερνητικές προτάσεις, αλλά κυρίως για μια πιο μαζική αμφισβήτηση του καθεστώτος της κατάληψης, της αυθαιρεσίας και της «ιδιωτικοποίησης» του αιγιαλού.

Λεονταράκης Πάνος, μέλος «κινήματος ελεύθερης παραλίας Θάσου»

Μητρόπουλος Δημήτρης, μέλος κίνησης πολιτών «save falasarna»

Η φούσκα του τουρισμού και μερικές αλήθειες

Η πολύ σημαντική συζήτηση που γίνεται αυτές τις μέρες για τον ελληνικό τουρισμό και τις επιπτώσεις μιας τουριστικής φούσκας (που θα σκάσει σύντομα) τόσο στο περιβάλλον, όσο και στις δυνατότητες των Ελλήνων να χαρούν την χώρα τους – ή και την πόλη τους για την Αθήνα – είναι ένα παράδειγμα του αδιεξόδου των απλοϊκών θεωριών των ταλιμπάν της αγοράς που περνιούνται για φιλελεύθεροι.

Γιατί εδώ έχουμε αυτό που στην οικονομία ονομάζουμε εξωτερικότητες. Η τουριστική φούσκα δεν δημιουργεί υπερβάλλον φορτίο μόνο στις τουριστικές μονάδες που κερδίζουν από αυτήν αλλά και σε κοινά αγαθά: τις παραλίες, το περιβάλλον, τα ανυπόφορα στριμωγμένα πια σοκάκια της χώρας του άλλοτε γραφικού νησιού, το τοπίο, τις υποδομές και άλλα πολλά. Ακόμα και στο πολιτισμικό κεφάλαιο ή στην εικόνα της χώρας.

Οι τουριστικές επιχειρήσεις καταστρέφουν έτσι κοινά αγαθά που ανήκουν σε όλους μας, ακόμα κι αν σέβονται πχ την πολεοδομική ή χωροταξική νομοθεσία. Και κερδίζουν αθέμιτα εις βάρος μας, με τον ίδιο τρόπο που ένα εργοστάσιο που ρίχνει τα απόβλητά του σε ένα ποτάμι κερδίζει εις βάρος των υπολοίπων με το να ιδιοποιείται – και να καταστρέφει – αγαθά που ανήκουν σε όλους χωρίς μάλιστα να πληρώνει. Και αυτό δεν αναιρείται προφανώς από το ότι μεγάλο μέρος της τοπικής κοινωνίας ή και η εθνική οικονομία κερδίζουν από την κατάχρηση αυτή.

Και αντίστροφα, οι τουριστικές επιχειρήσεις κερδίζουν πουλώντας ένα κοινό αγαθό μαζί με τις δικές τους υπηρεσίες, το οποίο αντιπροσωπεύει το συντριπτικό ποσοστό της αξίας του προϊόντος τους, ένα αγαθό όμως που εκμεταλλεύονται χωρίς να το πληρώνουν: το περιβάλλον, το τοπίο, την ποιότητα ζωής του τόπου, τον πολιτισμό του. Που όπως αποδεικνύεται δεν είναι ανεξάντλητο ή δεδομένο όπως νομίζουν. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ζημιά μπορεί να μετριαστεί ή να αντισταθμιστεί μόνο με quotas (πόσες κλίνες αντέχει ένα νησί; πόσα airbnb μια συνοικία της πόλης;), αυστηρή ρύθμιση της αγοράς με περιορισμούς και προδιαγραφές και ειδική φορολογία που να αντισταθμίζει την ζημιά ημών των υπολοίπων ιδιοκτητών των κοινών αυτών αγαθών. Γιατί είναι φυσικά και θέμα φορολογικής δικαιοσύνης.

Γι’αυτό είναι ανοησίες όλα αυτά που διαβάζουμε του στυλ «από που κι ως που είναι δικαίωμά σου να πας διακοπές στην Σαντορίνη, πήγαινε στην άνω τραχανοπλαγιά, εκεί που σε παίρνει» και άλλα τέτοια, όπως σε σημερινό εξυπνακίστικο άρθρο του Μ.Βουλαρίνου.

Ούτε δικό σου δικαίωμα είναι να κερδίζεις χωρίς κόστος από κάτι που μου ανήκει, να το καταστρέφεις και να με αποκλείεις από αυτό, ακόμα κι αν δεν χρειάζομαι ή δεν θέλω τις υπηρεσίες σου.

Αλλά για τους ταλιμπάν της αγοράς που τα βρίσκουν όλα απλά, αυτά είναι συριζαϊσμός. Εγώ λέω ότι είναι στοιχειώδης οικονομική θεωρία.

Πηγή: parallaxi

Ιδιωτικοποίηση του νερού. Η μητέρα των μαχών(;)

Η κυβέρνηση κατεβάζει στη Βουλή νομοσχέδιο που ανοίγει το δρόμο στην ιδιωτικοποίηση του νερού. Ουσιαστικά μεταθέτει την αρμοδιότητα εποπτείας υδάτων και αποβλήτων στην Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ). Η ΡΑΕ και γενικότερα οι λεγόμενες Ανεξάρτητες Αρχές, σκοπό έχουν να ρυθμίσουν μια οικονομική δραστηριότητα που συνιστά αγορά απελευθερωμένης δημόσιας υπηρεσίας ή αγαθού.  Αποτελεί ηλίου φαεινότερον, παρά τις κυβερνητικές διαψεύσεις, ότι το νομοσχέδιο ξεκλειδώνει την απελευθέρωση του νερού. Με άλλα λόγια, η ιδιωτικοποίηση ενός δημόσιου αγαθού ή υπηρεσίας ξεκινά με την ένταξη του σε μια Ανεξάρτητη Αρχή.

Το γεγονός ότι το νομοσχέδιο θα πάει προς ψήφιση εν μέσω μαζικών κινητοποιήσεων του λαού για το έγκλημα στα Τέμπη, φανερώνει χωρίς ιδιαίτερη σκέψη, δύο πράγματα.

Το πρώτο καταδεικνύει το απύθμενο μίσος της κυβερνώσας παράταξης με ό,τι έχει απομείνει στη σφαίρα του κρατικού και του δημόσιου, είτε είναι αγαθό, είτε υπηρεσία, που παρά την χρόνια απαξίωση του, μέσω της υποχρηματοδότησης, της υποστελέχωσης, της κατασυκοφάντισης του και της σχεδιασμένης υπανάπτυξης του σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα, οι (νεοφιλεύθερες) κυβερνήσεις δεν μπόρεσαν ή δεν πρόλαβαν να ιδιωτικοποιήσουν.

Το δεύτερο φανερώνει για ακόμη μια φορά το βάθος της εξάρτησης των κυβερνώντων από την ολιγαρχία, ντόπια και ξένη, η οποία πραγματώνεται  απευθείας και ανερυθρίαστα με την πρώτη, και μέσω Ε.Ε. και Αμερικανών (με περισσή υποτέλεια), με την δεύτερη. Γιατί δεν φτάνει μόνο να έχεις το αντίστοιχο θράσος και την κατάλληλη ιδεοληψία προκειμένου να ιδιωτικοποιείς το νερό εν μέσω λαϊκού αναβρασμού, λόγω του εγκλήματος των Τεμπών, το οποίο συνέβη ακριβώς λόγω της ιδιωτικοποίησης και της απαξίωσης του δημόσιου (σιδηρόδρομου). Πρέπει να το χρωστάς κιόλας. Είναι ξεκάθαρο ότι η υπερψήφιση του νομοσχεδίου αποτελεί προϊόν πρότερης σύναψης συμβολαίου και ένα από τα τελευταία χρωστούμενα από πλευράς κυβέρνησης, πριν την επίσημη έναρξη της προεκλογικής περιόδου, κατά την οποιά η ατζέντα πρέπει να αλλάξει.

Ωστόσο, το βασικό ζήτημα που πρέπει να απασχολεί κάθε σκεπτόμενο κάτοικο της χώρας είναι αν και με ποιο τρόπο μπορεί να σταματήσει η «απελευθέρωση» του υπέρτατου αγαθού, που θα σημάνει την «φυλάκιση» του στο χρηματιστήριο τιμολόγησης, την κατακόρυφη πτώση της ποιότητας του και την τρομακτική άνοδο της τιμής του.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα ασκήσει καμία ουσιαστική αντιπολίτευση, όχι γιατί δεν μπορεί, αλλά γιατί δεν θέλει και δεν τον «παίρνει».  Όπως ακριβώς (δεν) έκανε και στην τραγωδία των Τεμπών. Γιατί όταν έχεις τη φωλιά σου λερωμένη, αναγκαστικά κρατάς τη μπάλα χαμηλά. Τόσο, όσο ύψος σου δίνεται από την πολιτική που εφαρμόζεις, εντός και εκτός Ελλάδας. Αν έχεις ιδιωτικοποιήσει την ενέργεια κάνοντάς την χρηματιστηριακό προϊόν (2018), με ποια αξιοπιστία θα οργανώσεις τον αγώνα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του νερού; Αν έχεις μεταφέρει την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο (2016), καθιστώντας τις δημόσιες επιχειρήσεις εν δυνάμει βορά του πολυεθνικoύ κερδοσκοπικού κεφαλαίου, με ποιο ηθικό κύρος θα ζητήσεις να μην ενταχθεί το νερό στη ΡΑΕ Πώς μπορεί να μιλήσει ενάντια στην ιδιωτικοποίηση αυτός που αποφάσισε τη λεγόμενη ΚΥΑ τιμολόγησης νερού (2017) η οποία άφηνε ελεύθερη την τιμολόγηση στους παρόχους νερού, αγνοώντας κοινωνικούς, οικονομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες και η οποία κατέπεσε ως αντισυνταγματική στο ΣτΕ λίγους μήνες πριν; Πάλι τότε φορείς και εργαζόμενοι προειδοποιούσαν (Σωματεία εργαζομένων εταιριών ύδρευσης, δημοψήφισμα για το νερό, κ.α.), αλλά, όπως και πριν το  έγκλημα στα Τέμπη, υπήρχε και τότε μια κυβέρνηση που τους αγνοούσε.

Όσον αφορά το ΚΚΕ, ως κόμμα που αναφέρεται στο λαό και στους εργαζόμενους, θα έπρεπε να είναι στα κάγκελα με αφορμή το νομοσχέδιο, ιδίως μέσα στη συγκυρία του εγκλήματος των Τεμπών, των λαϊκών κινητοποιήσεων και της μεγάλης λαϊκής εναντίωσης σε κυρίαρχες πλευρές του νεοφιλελευθερισμού. Θα έπρεπε να σημάνει γενικό συναγερμό και να καλέσει το λαό σε ανυποχώρητο αγώνα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση, παίρνοντας σαφείς και ξεκάθαρες πρωτοβουλίες συγκρότησης του αντισυστημικού ρεύματος των τελευταίων ημερών. Αντ’ αυτού, η εκλογική εργαλειοποίηση των κινημάτων αποτελεί προτεραιότητα και η εδώ και χρόνια απόσυρση από το αναγκαίο που είναι η συγκρότηση λαϊκού μετώπου που μπορεί να απειλήσει πραγματικά και όχι εικονικά το νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, είναι πλέον τελείως εμφανής.

Ελλείψει πολιτικού φορέα που θα αναλάβει σοβαρές πρωτοβουλίας οργάνωσης και κατεύθυνσης, το βάρος της ευθύνης μπαίνει στο λαό. Τα σωματεία εργαζομένων στις επιχειρήσεις ύδρευσης, θα μπορούσαν να αναλάβουν πλατιές πρωτοβουλίες  συγκρότησης κινημάτων υπεράσπισης του νερού. Η διαθεσιμότητα του κόσμου και η δυναμική που έχει αναπτυχθεί το τελευταίο διάστημα, όπως και η ευρεία τροποποίηση εμπεδωμένων κατά τη μνημονιακή περίοδο αντιλήψεων, πρέπει να δώσει τη θέση του στο σταμάτημα του κατήφορου, στην αντιστροφή της ιδιωτικολαγνείας, στην ήττα πλευρών του νεοφιλελεύθερου κράτους και της απαξίωσης του Δημοσίου. Δεν θα υπερασπιστούμε το νερό γιατί μας αρέσει  η τωρινή διαχείριση του με τα γνωστά προβλήματα (υπεράντληση, κατασπατάληση, έλλειψη ελέγχου) και δεν θέλουμε να αλλάξει. Θα υπερασπιστούμε το νερό γιατί αφορά την ίδια μας την ύπαρξη. Αν αντιλαμβανόμστε τη μαχή για το νερό τη μητέρα των μαχών και αν θέλουμε να είναι νικηφόρα.

Ο σιδηρόδρομος ως δημόσιο αγαθό και η ιδιωτική επιχείρηση ως λαθρεπιβάτης

Τι ζητήματα πολιτικής θέτει για την Αριστερά το δυστύχημα στα Τέμπη; Τι θέλουμε για τους σιδηροδρόμους στην Ελλάδα εκτός από την αυτονόητη απαίτηση ότι σε κάθε περίπτωση δεν επιτρέπεται να χάνονται ανθρώπινες ζωές; Φαίνεται λοιπόν ότι είναι μάλλον αδύνατο να συμφωνήσουν όλοι στην Αριστερά στις απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. 

Υπάρχουν όσοι ισχυρίζονται ότι ο στόχος μας πρέπει να είναι η κρατικοποίηση του σιδηροδρόμου, με ή χωρίς αποζημίωση, με ή χωρίς εργατικό έλεγχο, και υπάρχουν άλλοι που πιστεύουν ότι στις σημερινές συνθήκες δεν μπορεί να υπάρξει αυθεντικός δημόσιος χαρακτήρας των μεταφορών, τον οποίο μπορεί να διασφαλίσει μόνο μια ανατροπή στο επίπεδο της εξουσίας, επομένως στον σοσιαλισμό ή σε μια πορεία προς το σοσιαλισμό. 

Υπάρχουν και άλλοι, που εκκινούν από την ορθή διαπίστωση ότι ο δημόσιος χαρακτήρας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων είναι ένα κέλυφος νομικής ιδιοκτησίας κάτω από το οποίο υπάρχει η πραγματική ιδιοκτησία, που αυτή είναι ιδιωτική, για να καταλήξουν στην εκτίμηση ότι η μορφή ιδιοκτησίας τελικά δεν έχει σημασία ή έχει μικρή σημασία για τους κοινωνικούς αγώνες. 

Ίσως αυτή τη συζήτηση θα την βοηθούσε εάν χαράσσαμε ανάμεσα στον δημόσιο και στον ιδιωτικό χαρακτήρα της επιχείρησης δύο διαχωριστικές γραμμές που μάλλον περνούν κάπως απαρατήρητες.

Διαχωριστική γραμμή 1: Οι υπηρεσίες μεταφοράς, εμπόρευμα ή δημόσιο αγαθό; 

Το επιχείρημα ότι η δημόσια ιδιοκτησία είναι η νομική μορφή μιας κατά τα άλλα ιδιωτικής επιχείρησης, διότι οι κρατικές επιχειρήσεις αλώθηκαν «από τα μέσα» με τη λογική των ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων (μείωση κόστους, ελαστικές εργασιακές σχέσεις, εκτεταμένες υπεργολαβίες κλπ), οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της επιχείρησης δεν μπορεί να ανήκει στις δικές μας διεκδικήσεις. 

Ο ισχυρισμός αυτός αγνοεί όμως ότι η ιδιωτική επιχείρηση παράγει εμπόρευμα ενώ η δημόσια επιχείρηση, όταν δεν είναι γιαλαντζί, παράγει δημόσιο αγαθό (με καπιταλισμό ή σοσιαλισμό αδιακρίτως).

Με άλλες δε προϋποθέσεις έχουμε πρόσβαση στο προϊόν της μεταφοράς που έχει γίνει εμπόρευμα και με άλλες προϋποθέσεις έχουμε πρόσβαση στο δημόσιο αγαθό, άλλους καταναγκασμούς επιβάλλει η παραγωγή υπεραξίας στους μισθωτούς και στην κοινωνία από την ιδιωτική επιχείρηση μεταφορών, και άλλους επιβάλλει η παραγωγή της μεταφοράς ως δημόσιο αγαθό, άλλες οι εργασιακές σχέσεις εδώ και άλλες εκεί, άλλη η δυνατότητα ανάπτυξης συνδικαλιστικών οργανώσεων, και ούτω καθεξής. 

Ακόμη και στην δημόσια επιχείρηση στην οποία έχουν επιβληθεί ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, διατηρούνται σε κάποιο βαθμό τα χαρακτηριστικά της «καθαρής» δημόσιας επιχείρησης.

Το κυριότερο δε, είναι ότι η νομική ιδιοκτησία της, δεν είναι απλά και μόνο ένα αδρανές κέλυφος της ιδιωτικής, πραγματικής ιδιοκτησίας, διότι αυτή η νομική ιδιοκτησία μάς επιτρέπει, με τον κατάλληλο κοινωνικό συσχετισμό δυνάμεων, να παρέμβουμε και να επαναφέρουμε το δημόσιο αγαθό στην θέση του εμπορεύματος, να απαλλάξουμε την δημόσια επιχείρηση από τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και τις άλλες συνθήκες που της έχουν επιβληθεί από τον νεοφιλελευθερισμό, ώστε να ξαναβρεί την μορφή που είχε πριν την επικράτησή του. Για την περίπτωση του σιδηροδρόμου αυτό σημαίνει ύπαρξη ενιαίου φορέα που έχει την νομική και πραγματική ιδιοκτησία της υποδομής όσο και της χρήσης της υποδομής. 

Αυτά είναι αδιανόητα για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, και αυτό οφείλεται στην ιδιωτική μορφή ιδιοκτησίας που έχουν. Αντιθέτως, είναι εφικτά για τις δημόσιες επιχειρήσεις, όπως εξάλλου το δείχνει η ίδια η ιστορία του καπιταλισμού: ανόθευτο δημόσιο σύστημα υγείας, δημόσιος σιδηρόδρομος κλπ υπήρχαν στην μεταπολεμική Ευρώπη πριν τον νεοφιλελευθερισμό χωρίς να χρειάζεται να περιμένουμε τον σοσιαλισμό. Είναι δε αυτά εφικτά επειδή η νομική μορφή ιδιοκτησίας αυτών των επιχειρήσεων είναι δημόσια. Όσο για την πραγματική ιδιοκτησία, αποτελεί επίδικο αντικείμενο του κοινωνικού ανταγωνισμού μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. 

Διαχωριστική γραμμή 2: Η ιδιωτική επιχείρηση ως λαθρεπιβάτης των σιδηροδρόμων

Πέραν αυτών, ο σιδηρόδρομος έχει μια πολύ σημαντική ιδιομορφία: Η λειτουργία του προϋποθέτει την ύπαρξη δικτύου και άλλων υποδομών για την εγκατάσταση των οποίων, για την επέκτασή τους, την συντήρησή τους και τον εκσυγχρονισμό τους απαιτείται εξαιρετικά μεγάλο αρχικό πάγιο κεφάλαιο και συνεχείς επενδύσεις στην συνέχεια. Η αξιοποίηση αυτού του κεφαλαίου δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί απευθείας από μια ιδιωτική επιχείρηση διότι η κερδοφορία της θα ήταν χαμηλότερη, και μάλιστα κατά πολύ, από την μέση κερδοφορία (διότι στο κλάσμα κέρδη/κεφάλαιο, ο παρονομαστής θα ήταν πολύ μεγάλος). Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ιδιωτικοποιήσεις γίνονται με τον τρόπο που γνωρίζουμε (και ο οποίος ορίζεται από σχετική οδηγία της ΕΕ):

Η μεν δημόσια επιχείρηση επωμίζεται τις υποδομές, με όλο το κόστος που τις συνοδεύει και τις επενδύσεις που της αναλογούν, ενώ η ιδιωτική επιχείρηση κρατάει για τον εαυτό της το τμήμα εκείνο που φέρνει κέρδη, δηλαδή την εκμετάλλευση του δικτύου πληρώνοντας ενοίκιο στην δημόσια επιχείρηση. Ενοίκιο το οποίο είναι προφανώς ανεπαρκές για την συντήρηση του δικτύου, τον εκσυγχρονισμό του και την επέκτασή του. 

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απαιτείται η εισροή δημόσιων πόρων στις δημόσιες επιχειρήσεις που διαχειρίζονται τις σιδηροδρομικές υποδομές, αυτός είναι και ο λόγος που οι επιχειρήσεις αυτές οδηγούνται στην υπερχρέωση. Πρόκειται για το πολύ παλιό και γνωστό κόλπο της ιδιωτικοποίησης των κερδών και της κοινωνικοποίησης των ζημιών σε νέα έκδοση για αφελείς. Υπάρχει λοιπόν αυτή η θεμελιακή ασυμμετρία μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής επιχείρησης στους σιδηροδρόμους. Η ιδιωτική επιχείρηση είναι λαθρεπιβάτης των σιδηροδρόμων.

Αν όχι τώρα, πότε;

Να κρατικοποιηθεί, λοιπόν, ο σιδηρόδρομος, και να κρατικοποιηθεί πλήρως, στην υποδομή και στο μεταφορικό έργο, χωρίς αποζημίωση, και να εκκαθαριστούν οι λειτουργίες του από τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, και να γίνουν εν τέλει όλα όσα απαιτούνται για να παράγει μεταφορά επιβατών ως δημόσιο αγαθό και μεταφορά εμπορευμάτων ως πηγή εσόδων από τον επιχειρηματικό τομέα. Αν αυτά δεν μπορούμε να τα διεκδικούμε τώρα, που τίθεται σε αμφιβολία η ικανότητά της εξουσίας να εκπροσωπεί το γενικό συμφέρον σε ό,τι αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα, τότε πότε θα τα διεκδικήσουμε;

Πηγή: Commune