Άρθρα

Το πραξικόπημα στο Νίγηρα και η μοίρα της Αφρικής

Μόλις το Μαη που μας πέρασε, με τη Γαλλία να καίγεται και τους λαούς της Αφρικής να δίνουν νέο αγώνα για την οριστική απελευθέρωση από την αποικιοκρατία, ο Μωχάμεντ Μπαζούμ, που χαρακτηρίζονταν ως «ο μεγαλύτερος σύμμαχος της Δύσης στην περιοχή», ήταν από τους λίγους που έβρισκε κάτι καλό να πει τον πρόεδρο της Γαλλίας, Εμμανουέλ Μακρόν. «Είναι αλήθεια ότι η γαλλική πολιτική στην Αφρική δεν παρουσιάζει ακόμη κάποιες μεγάλες επιτυχίες. Φταίει η Γαλλία; Δεν νομίζω. Οι αντίπαλοί της θέλουν να παρουσιάσουν τη Γαλλία ως νεοαποικιοκρατική δύναμη. Κάποιοι κολλάνε σε αυτό το κλισέ, που δεν είναι αλήθεια, αλλά είναι πολύ χρήσιμο στην προπαγάνδα. Η Γαλλία είναι απλώς ο εύκολος στόχος για τους λαϊκιστές, και ειδικά όσους δρουν μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα και επηρεάζουν την Αφρικανική νεολαία» δήλωνε στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς.

Εκείνο που ξέχασε να πει είναι πως η Νεολαία είναι η Αφρική.

Αν ο μέσος όρος ηλικίας των κατοίκων της ηπείρου είναι τα 19, στο Νίγηρα είναι τα 15 χρόνια. Ένας δεκαπεντάχρονος του Νίγηρα έχει μεγαλώσει με την παρουσία Γάλλων, Αμερικάνων στον τόπο του, και Ρώσων – αλλά χωρίς το βάρος της αποικιοκρατίας και νεοαποικιοκρατίας πάνω τους – να διαφεντεύουν με την άδεια κυβερνήσεων της μικρής χώρας, και πρόφαση/ αιτία τους τζιχαντιστές, κατά των οποίων, ωστόσο, πολύ λίγα έχουν καταφέρει. Για τους λίγο μεγαλύτερους, η Γαλλία θεωρείται υπεύθυνη για την καταστροφή της Λιβύης, το θάνατο του – ιδιαίτερα αγαπητού σε όλη την Αφρική – Μουαμάρ Καντάφι, και για τη στήριξη σε εχθρικά προς τους λαούς καθεστώτα. Οι μνήμες των γαλλικών ευθυνών για την γενοκτονία της Ρουάντας είναι παρούσες στη λαϊκή μνήμη, επίσης, κάτι που αναγνώρισε και ο ίδιος ο Μακρόν. Και δεν είναι οι μόνες μνήμες γενοκτονιών στην Αφρική, ειδικά αλλά όχι μόνον, από τους Γάλλους.

Η συνέντευξη του Μωχάμεντ Μπαζούμ δεν είχε απλά τον προφανή λόγο, της υπεράσπισης του Μακρόν και της γαλλικής πολιτικής στην ήπειρο. Παράλληλα, δικαιολογούσε και την απόφασή του να επιτρέψει την αύξηση της γαλλικής στρατιωτικής παρουσίας στο Νίγηρα, μόλις έδιωξαν το γαλλικό στρατό οι γειτονικές χώρες: ήδη δεχόταν άγρια κριτική εντός της χώρας, όπου οι μνήμες ζωντάνευαν. Η Γαλλία έχει μια τεράστια βάση στην Νιαμέη. Και οι ΗΠΑ έχουν μια επίσης τεράστια βάση μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drones), που η κατασκευή της κόστισε 100 εκατομμύρια δολάρια και χρειάζεται 30 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο για να συντηρηθεί, στα βόρεια του Νίγηρα, στο Αγκαντέζ. Οι εγκαταστάσεις και τα κόστη θεωρούνται πρόκληση από τον πληθυσμό μιας χώρας που της κλέβουν τους πόρους, με πρώτο το ουράνιο, αλλά και το κοβάλτιο, τα διαμάντια, την πλατίνα, που οι κάτοικοί της πεθαίνουν νέοι, χωρίς ρεύμα, χωρίς τρεχούμενο νερό, χωρίς παιδεία, με την υψηλότερη παιδική θνησιμότητα στον κόσμο.

Αναλυτές από τη Διεθνή Ομάδα Κρίσεων ήδη κατέγραφαν, μετά από αυτά, το Μάιο, την κατακόρυφη πτώση της δημοφιλίας του Μπαζούμ, λόγω ακριβώς της φιλογαλλικής του στάσης. Και φιλοαμερικανικής: φέτος, για πρώτη φορά, υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ – ο Άντονυ Μπλίνκεν συγκεκριμένα – επισκέφτηκε το Νίγηρα και τόνισε την «στρατηγική του θέση και σημασία» όπως και «τις δημοκρατικές αξίες» που μοιράζονται Νίγηρας και ΗΠΑ.  Από πίσω και ο Υπουργός Αφρικής (ω ναι!) της Βρετανίας, Άντριου Μίτσελ, που πολύ τον απασχολεί το θέμα της επιρροής της κλιματικής αλλαγής και της ερημοποίησης της χώρας και της ζώνης του σαχέλ, γενικώς – πρόβλημα αληθινό και καυτό, για το οποίο όμως τίποτε δεν έχει γίνει.

Ο Νίγηρας στο χάρτη

Η στρατηγική θέση του Νίγηρα έχει μεγαλώσει την τελευταία δετία, για μια σειρά λόγων, που δεν έχουν να κάνουν με τα αποθέματα ουρανίου της χώρας – πολύτιμα για τη Γαλλία, έτσι κι αλλοιώς, και ελεγχόμενα από γαλλική εταιρία. Ήταν επιτυχείς οι πραξικοπηματίες / ανατροπείς σε Μπουργκίνα Φάσο, Μαλί, Τσαντ και, πλην του Νίγηρα, σε καμμία άλλη χώρα του Σαχέλ δεν υπήρχε αληθινά φιλικό περιβάλλον για τη Δύση. Ίσως μεσοβέζικες καταστάσεις, αλλά όχι θερμή υποδοχή. Στις άλλες χώρες, όσο και αν η Ρωσία συνεργαζόταν με Γαλλία και ΗΠΑ, στο αντιτρομοκρατικό πεδίο, η γεωπολιτική κατάσταση στρεφόταν υπέρ της Ρωσίας – και με πολύ γρήγορο ρυθμό, μες στο ρευστό σκηνικό που δημιούργησε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Γι’ αυτό και η απουσία του Μωχάμεντ Μπαζούμ από την Σύνοδο Ρωσίας – Αφρικής που γινόταν, τέλη Ιουλίου, στην Πόλη του Αγίου Πέτρου, μετετράπη σε «νίκη» για τη Δύση, που έκανε τα αδύνατα δυνατά να ξαναγαπηθεί με την Αφρική, και «ενόχληση» για τη Ρωσία και είχε βάλει το Νίγηρα στον ειδησεογραφικό χάρτη και πριν το πραξικόπημα.

Σε σχεδόν όλα τα συστημικά δυτικά μέσα, το δίμηνο πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της Συνόδου γινόταν αναφορές όχι μόνο στην ρωσική επιρροή και την επιρροή της Βάγκνερ στην Αφρική, αλλά και στο γεγονός ότι  η πρόσφατη σύνοδος «ήταν αποτυχία σε σχέση με προηγούμενες αντίστοιχες», αφού «μετείχαν πολύ λιγότεροι αρχηγοί κρατών». Η ρωσική επιρροή στην Αφρική μειώνεται, ήταν το μήνυμα.

Στα δημοσιεύματα, που πάτησαν κάλο στο Κρεμλίνο, όπως φαίνεται, απάντησε αυτοπροσώπως ο γραμματέας του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας, χαρακτηριζόμενους από κάποιους ως «το άλτερ έγκο του Πούτιν», Νικολάι Πατρούσεφ. ΄Εθεσε το θέμα, μιλώντας στο περιθώριο της συνόδου, και μάλιστρα αναφέρθηκε ειδικά στο Νίγηρα, αποδίδοντας την απουσία του Μωχάμεντ Μπαζούμ σε «πιέσεις από τη Δύση». Ανάλογες δηλώσεις, γενικώς για τις αφρικανικές χώρες, έκανε και η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας, Μαρία Ζαχάροβα. Τα ρωσικά μέσα θύμιζαν, παράλληλα, για να τονωθεί το πνεύμα, πως οι περισσότεροι των αφρικανών αξιωματούχων, παρόντων στη Σύνοδο, είχαν τελειώσει το πανεπιστήμιο Πατρίς Λουμούμπα, της ΕΣΣΔ, το οποίο πρόσφατα ξαναπήρε το σοβιετικό του όνομα, τιμώντας τον, δολοφονημένο από την CIA και τους Βέλγους, αφρικανό ηγέτη. Ήταν ένα ακόμη βήμα στην ρωσική προσπάθεια επανίδρυσης, επανανοίγματος των ιστορικών σοβιετικών, εξαιρετικών, διόδων προς την Αφρική, που πάει πολύ καλύτερα από τις δυτικές προσπάθειες καλλιέργειας σχέσεων από το πουθενά. Να σημειωθεί πως, στην πόλη του Αγίου Πέτρου ο ιδιοκτήτης της Βάγκνερ, Γιεβγκένι Πριγκόζιν, φωτογραφιζόταν με αφρικανούς ηγέτες, σε πολύ φιλικό κλίμα και χωρίς να μοιάζει να απειλείται με σύλληψη…

Από την «ανεξαρτησία της σημαίας» προς την αληθινή ανεξαρτησία

Ο απομακρυνθείς πρόεδρος του Νίγηρα, Μωχάμεντ Μπαζούμ, είχε διαβεβαιώσει τον Μπλίνκεν, κατά την εκεί πρόσφατη επίσκεψή του, και το επανέλαβε και στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, το Μάη που μας πέρασε, πως «είναι μηδενική η περίπτωση στρατιωτικού πραξικοπήματος στο Νίγηρα» – ήδη είχε αποτύχει μια απόπειρα, το Μάρτη του ’22, άλλωστε – και δεν είχε απασχολήσει τον πλανήτη, ομολογουμένως. Δύο μήνες μετά τις δηλώσεις αυτές, ανετράπη.

Είχαν αλλάξει πολλά, από το Μάρτη του ’22. Ήταν σειρά τα πραξικοπήματα στη ζώνη του Σαχέλ, ειδικά σε πρώην γαλλικές αποικίες, από την έναρξη της «γαλλικής παρέμβασης κατά της τρομοκρατίας», δηλαδή των ακραίων ισλαμιστών της Μπόκο Χαράμ, της αλ Κάιντα και του Ισλαμικού Κράτους που λυμαίνονται την περιοχή. Οι λαοί στις πρώην γαλλικές αποικίες, αυτές που απέκτησαν «την ανεξαρτησία της σημαίας» αλλά όχι την αληθινή, για να θυμηθούμε τον Αμιλκαρ Καμπραλ, πολύ γρήγορα είδαν ποιός ήταν ο αληθινός στόχος της «βοήθειας» και πολύ γρήγορα αντέδρασαν, βλέποντας ότι αναδύονταν ένας κόσμος που τους επέτρεπε να έχουν φωνή.

O Ιμπραήμ Τραορέ, ηγέτης  της Μπουρκίνα Φάσο και αναδυόμενος ως ηγέτης του συνολικού αγώνα του νέου Παναφρικανισμού, μόλις 35 ετών και «νέος Σανκαρα» για το λαο του, είχε τονίσει, στην Πόλη του Αγίου Πέτρου, πως η «ιστορική φιλική σχέση» με τη Ρωσία, μπορεί «να οδηγήσει στον κοινό στόχο, έναν πολυπολικό κόσμο» και «να καταρρίψει όλες τις κυρώσεις», υπό τον όρο ότι «οι σχέσεις είναι ισότιμες». «Ευχαριστούμε για τη βοήθεια, αλλά σημασία έχει να παράγουμε οι ίδιοι», είπε επίσης, αναφερόμενος στις υποσχέσεις της Ρωσίας για δωρεάν δημητριακά στις φτωχότερες αφρικανικές χώρες και στην απάλειψη άνω των 23 δις δολαρίων χρεών αφρικανικών κρατών προς τη Ρωσική Ομοσπονδία.

Η βοήθεια, βεβαίως, έρχεται και από αλλού – ειδικά στο Νίγηρα, από όλες τις πλευρές. Την τελευταία δεκαετία, και με τη δημιουργία της στρατιωτικής βάσης, οι ΗΠΑ έχουν διαθέσει συνολικά 500 εκατομμύρια δολάρια ως βοήθεια στο Νίγηρα – μεσα σε αυτά μετράει και το κόστος εκατομμυρίων της βάσης, και το κόστος των περίπου χιλίων ανδρών που διατηρεί εκεί-, τα περισσότερα από ότι σε οποιοαδήποτε άλλο κράτος της Αφρικής. Η Γαλλία το 2022 έχει διαθέσει, ως βοήθεια αλλά και ως δανεισμό, 120 εκατομμύρια ευρώ – αυξάνοντας κατά πολύ την βοήθεια καθώς, με την εκδίωξή της από το Μαλι μετέφερε εκεί τις στρατιωτικές της δυνάμεις, τις περισσότερες που έχει στην περιοχή-, και η ΕΕ έχει διαθέσει, αντιστοίχως, από την εκλογή του Μπαζούμ και για τη θητεία του, δηλ. την περίοδο 2021-2024, 500 εκατομμύρια ευρώ.

Δύο μέρες μετά το πραξικόπημα, την Παρασκευή, η Αφρικανική Ένωση ζήτησε την αποχώρηση των πραξικοπηματιών και την αποκατάσταση του προέδρου του Νίγηρα εντός δεκαπενθημέρου. Την Κυριακή, τέσσερις μέρες μετά το πραξικόπημα, ηγέτες 15 κρατών της Οικονομικής Κοινότητας των Κρατών της Δυτικής Αφρικής (Economic Community of West African States, ECOWAS) απέστειλαν στους πραξικοπηματίες του Νίγηρα τελεσίγραφο, από την πρωτεύουσα της Νιγηρίας, Αμπούτζα: ήταν έτοιμες και να επιβάλλουν οικονομικές κυρώσεις και να παρέμβουν στρατιωτικά αν δεν αποκαθιστώνταν άμεσα η νομιμότητα και δεν επανερχόταν ο εκλεγμένος πρόεδρος της χώρας, Μωχάμεντ Μπαζούμ, στην εξουσία εντός μιας εβδομάδας. Αξίζει να θυμίσουμε πως, μετά τα πραξικοπήματα σε Μαλί και Μπουρκίνα Φάσο, δεν υπήρξαν τέτοιες απειλές, υπήρξαν μόνο οικονομικές κυρώσεις και διπλωματικές ψυχρότητες.

Η απειλή / προτροπή ερχόταν αμέσως μετά τις δηλώσεις ΕΕ και Γαλλίας ότι θα σταματήσουν την παροχή κάθε οικονομικής βοήθειας στην πάμφτωχη χώρα, αν δεν επανέλθει ο Μπαζούμ. Οι ΗΠΑ πάντως, μπορεί να απείλησαν σχετικά και ομοίως, αλλά δεν έχουν χαρακτηρίσει ως πραξικόπημα το… πραξικόπημα ακόμη, για έναν απλό λόγο: αν χαρακτηριστεί έτσι όχι μόνο πρέπει να σταματήσουν τη βοήθεια, αλλά και τη στρατιωτική συνεργασία, με ότι αυτό σημαίνει για τη βάση και τον έλεγχο της περοχής. Από την ημέρα του πραξικοπήματος έχουν περιορίσει τις στρατιωτικές τους δυνάμεις εντός της βάσης πάντως. Και οι γερμανοί έχουν ακολουθήσει ακριβώς την ίδια γραμμή, σε σχέση με την στρατιωτική τους παρουσία εκεί. Παράλληλα, το πρόσωπο του πραξικοπήματος, ο στρατηγός Τσιανί, τους …βοηθά, αφού δήλωσε πως θεωρεί μεταβατική την ανάληψη της εξουσίας: στόχος οι εκλογές, δηλαδή. Και, βεβαίως, ο υπό ανατροπή πρόεδρος της χώρας, αν και σε περιορισμό, είναι καλά και μιλά στο τηλέφωνο με όποιον θέλει.

Περιπλέκοντας ακόμη περισσότερο τα πράγματα, και ο ΟΗΕ ζήτησε «ψυχραιμία», και οι ηγεσίες σε Μαλι, Γουινέα και Μπουρκίνα Φάσο, με δικές τους ανακοινώσεις, τόνιζαν πως σε περίπτωση στρατιωτικής επίθεσης στο Νίγηρα, θα απαντήσουν ωσαν να δέχονταν οι ίδιες επίθεση. Ο Τσιάνι έχει χρησιμοποιήσει ανάλογη γλώσσα με εκείνους – αποικιοκρατία, ανασφάλεια, φτώχεια ενώ υπάρχει τεράστιος πλούτος που τον κλέβει η Δύση, ανενόχλητοι τζιχαντιστές- μετά το πραξικόπημα, κι αυτό δεν μοιάζει τυχαίο, μετά την παρέμβασή τους. Κοινό χαρακτηριστικό των κρατών αυτών και των κυβερνήσεών τους, η ανάσταση του Παναφρικανισμού.. Οι συνοριακές γραμμές μεταξύ των συγκεκριμένων αφρικανικών κρατών – γραμμές που χάραξαν οι αποικιοκράτες – γίνονται ντε φάκτο πιο αχνές, παρ’ ότι τίποτε ακόμη δεν είναι ξεκάθαρο για την γραμμή που θα ακολουθήσουν οι πραξικοπηματίες του Νίγηρα.

Τις πταίει και cui bono;

Μία εβδομάδα μετά τι πραξικόπημα, ακόμη αναζητούνται αιτίες και λόγοι – ειδικά καθώς η Ρωσία καταδίκασε το πραξικόπημα στον ΟΗΕ, ενώ αρνητικές δηλώσεις έκανε ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας, Σεργκέι Λαυρώφ. Από την άλλη, ο ηγέτης της Βάγκνερ, Γεβγκένι Πριγκόζιν, από ρωσικό έδαφος, ανενόχλητος, χαιρέτησε το πραξικόπημα και προθυμοποιήθηκε να προσφέρει τις υπηρεσίες του…

Οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν πιθανότερο το πραξικόπημα να ξεκίνησε για εσωτερικούς λόγους: ο Μπαζούμ, γράφεται, επιθυμούσε να προχωρήσει άμεσα σε αλλαγές στο στράτευμα – αλλαγές που δεν άρεσαν, όμως, στο στράτευμα. Αν η απόφαση ήταν δική του ή των δυτικών του συμμάχων δεν είναι γνωστό, οι πραξικοπηματίες πάντως, στηρίζοντας αυτή την άποψη, ανακοίνωσαν ότι οι αλλαγές θα γίνονταν επειδή το ήθελε, και όπως το ήθελε, η Γαλλία.

Ακόμη και αν ξεκίνησε για εσωτερικούς λόγους, όμως, οι διαστάσεις που έχει λάβει, είναι πολύ μεγάλες, ακριβώς λόγω των νέων συνθηκών και του ειδικού βάρους του Νίγηρα. Εύκολη είναι η σύγκριση με το προ ενάμισυ χρόνου πραξικόπημα στο Τσαντ, όπου δεν υπήρξε καμμία απειλή για εισβολή ή έστω οικονομικές κυρώσεις, γιατί οι νέοι ηγέτες συνεργάζονται και με τις δυτικές δυνάμεις.

Την άποψη των πραξικοπηματιών φαίνεται να αποδέχεται ο λαός, και στηρίζει η γαλλική αλαζονεία. «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν θα ανεχθεί καμμία επίθεση κατά της Γαλλίας και των συμφερόντων της», έλεγε η ανακοίνωση της γαλλικής προεδρίας που προκάλεσε την επίθεση οργισμένων πολιτών του Νίγηρα κατά της γαλλικής πρεσβείας.

Για τη Γαλλία, το πρόβλημα του Νίγηρα είναι πολύ μεγάλο γιατί δίνει ένα ακόμη βαρύ πλήγμα στην διεθνή ισχύ της, και, βέβαια, στη σχέση της με τις ΗΠΑ. Η άτυπη, προφανής, συμφωνία, η Γαλλία να κρατά ήρεμη την Αφρική και οι ΗΠΑ στηρίζουν στρατιωτικά, εφόσον ο πλούτος μοιράζεται, απειλείται σοβαρά από καιρό, και χάνει ακόμη περισσότερο έδαφος τώρα.

Η Στεφανί Σάβιλ, διευθύντρια του Προγράμματος για το Κόστος του Πολέμου του πανεπιστημίου Μπράουν, μιλώντας στο Democracy Now!, είπε πως, τον Ιανουάριο, που βρίσκονταν στην περιοχή του Σαχέλ, διαπίστωσε ορατές τις ξένες στρατιωτικές δυνάμεις, «από ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, κάποτε και Καναδά». Αναφέρθηκε επίσης στο ότι «οι ΗΠΑ και άλλες δυτικές δυνάμεις ρίχνουν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στον τομέα της ασφάλειας – χρήματα για τον στρατό, την αστυνομία … και έτσι ο στρατός ενισχύεται πολύ, σε βάρος άλλων κρατικών θεσμών. Πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι χώρες που έχουν υπερμεγέθη συμμετοχή του στρατού στην πολιτική ζωή και πολύ πολιτικοποιημένο στρατό, όπως και μακρά ιστορία στρατιωτικής ηγεσίας στην κυβέρνηση, όπως ο Νίγηρας και πολλές από αυτές τις χώρες [στο Σαχέλ], είναι πολύ πιο πιθανό να περιπέσουν σε λούπα στρατιωτικών πραξικοπημάτων. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που καθιστούν πιο πιθανό ένα πραξικόπημα, αλλά σίγουρα η διάθεση όλων αυτών των χρημάτων από τις ΗΠΑ και αυτού του είδους η υπερβολική εξάρτηση από τον στρατό ως εργαλείο για βοήθεια σε αυτές τις χώρες είναι ένας παράγοντας που συμβάλλει».

Η ίδια βλέπει πίσω από τις δυτικές αντιδράσεις το ουράνιο, αλλά όχι τόσο του Νίγηρα όσο το ρώσικο, και τις κυρώσεις σε αυτό, που ταλαιπωρούν την ΕΕ λόγω Γαλλίας. «Ο Νίγηρας είναι ο έκτος ή έβδομος μεγαλύτερος παραγωγός ουρανίου στον κόσμο. Αυτό αποτελεί, βεβαίως, είναι σίγουρα μια δυναμική παράμετρος της σύγκρουσης. … γίνεται πολύς λόγος όχι μόνο για το ουράνιο στον Νίγηρα, αλλά για όλους τους πόρους αυτής της περιοχής, τους φυσικούς πόρους, επειδή υπάρχουν και πολλές άλλες εξορύξεις στην περιοχή. Είναι πολύ πλούσια όσον αφορά σε πόρους σημαντικούς για πολλές τεχνολογίες, κινητά τηλέφωνα και άλλα τέτοια. … Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους βλέπουμε μια τόσο μεγάλη κατακραυγή εναντίον του πραξικοπήματος στον Νίγηρα αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή, επειδή παράλληλα γίνεται λόγος για κυρώσεις κατά του ρωσικού ουρανίου». Κυρώσεις που, για να επιβληθούν, ασκούνταν μεγάλες πιέσεις στη Γαλλία, από ΝΑΤΟικής πλευράς, καθώς συνεχίζει να εισάγει ουράνιο και από τη Ρωσία.

Μερικές ακόμη από τις πολύ ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις της, που εξηγούν και τον τρόπο που μιλά ο Πριγκόζιν για την Αφρική: «Τα μέσα ενημέρωσης, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, σπεύδουν να το πλαισιώσουν ως, ξέρετε, ένα είδος νέας κατάστασης τύπου Ψυχρού Πολέμου. Η Βάγκνερ παίζει με αντιαποικιακά αισθήματα, αυτό είναι σίγουρο. .. Αυτό που είδα όταν πήγα στην περιοχή είναι ότι αυτή είναι μια περιοχή που ταράζεται με τον απόηχο της αποικιοκρατίας. Υπάρχει αντιαποικιακό αίσθημα, που απευθύνεται ενάντια στους Γάλλους. .. Υπάρχουν τόσα πολλά είδη πολιτικών και εθνοτικών εντάσεων και αντιπαλοτήτων που είναι ένα είδος κυματισμού της εποχής της αποικιοκρατίας. Πολλές από τις προσωπικές μνησικακίες και τις μάχες που βλέπουμε μεταξύ των πολιτικών ελίτ είναι αντήχηση των εποχών της αποικιοκρατίας . Οι άνθρωποι παλεύουν με αυτήν την κληρονομιά. Πολλοί άνθρωποι είναι απλά, ειλικρινά, εξαγριωμένοι. Και αυτό αποτελεί μεγάλο μέρος αυτού που συμβαίνει. Άρα, υπάρχει πραγματική αίσθηση, ένα είδος λαϊκού συναισθήματος, που λέει, οι Γάλλοι πρέπει να μας αφήσουν ήσυχους με οποιοδήποτε κόστος.. Ο κόσμος βλέπει ευρέως τη Ρωσία ως εναλλακτική λύση, μια σύμμαχο που θα μπορούσε να προσφέρει υποστήριξη. … Ο ρόλος της Βάγκνερ ήταν αρκετά περιορισμένος στην περιοχή Μπουρκίνα Φάσο-Μάλι-Νίγηρας, του Σαχέλ. Πράγματι, το Μάλι που συνεργάστηκε πιο στενά με τη Βάγκνερ, η οποία έχει εμπλακεί σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μαζικές δολοφονίες στο Μάλι, στο όνομα της αντιτρομοκρατίας. Αλλά μέχρι στιγμής, στη Μπουρκίνα Φάσο, είναι μόνο φήμες οτι δήθεν συνεργάζονται με τη Βάγκνερ. Στον Νίγηρα, επίσης, δεν έχουν συνεργαστεί καθόλου. Και αν η Βάγκνερ μπορεί να παράσχει μισθοφόρους στο έδαφος, δεν πρόκειται να παράσχει τα εκατοντάδες εκατομμυρίων δολαρίων σε στρατιωτική βοήθεια που παρείχε η Δύση. … Οι τοπικές κυβερνήσεις δεν το βλέπουν ως μια κατάσταση στην οποία μπορούν να συμμαχήσουν είτε με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους είτε με τη Ρωσία και τους συμμάχους της. Οι άνθρωποι λένε, “Θα χρησιμοποιήσουμε οποιαδήποτε βοήθεια μας προσφέρεται. Θα πάρουμε μερικά όπλα από την Κίνα και κάποια στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ και κάτι άλλο. Ό,τι καλύτερο μας προσφέρει κάθε χώρα, θα το εκμεταλλευτούμε”».

Ποιός είναι αυτός ο Νίγηρας;

Μία από τις καλύτερες αναλύσεις της κατάστασης στην περιοχή, βρίσκει κανείς στο telesur, που αναλύει το οικονομικό και πολυεθνικό προφίλ της χώρας. Χώρα πάμφτωχη αλλά πλούσια σε ουράνιο, στο Σαχέλ, νότια της Σαχάρας, την περιοχή που πλήττεται περισσότερο από την κλιματική αλλαγή, που κάθε χρόνο ερημοποιείται περισσότερο. Πάμφτωχη, στηριγμένη στο νομαδικό βίο, την κτηνοτροφία και τη γεωργία, βλέπει τη γη της να γίνεται πιο άνυδρη, πιο στείρα, και μαζί να συνεχίζουν να της κλέβουν τον πλούτο της. Η γεωγραφική της θέση την έχει βάλει στο μέσον μιας σειράς συγκρούσεων – είναι χαρακτηριστικό και το ενδιαφέρον Τουρκίας, ΗΑΕ και Αιγύπτου, όχι γιατί τις έπιασε πόνος για το Νίγηρα, αλλά γιατί ο Νίγηρας είναι σημαντικός για την εξέλιξη της κατάστασης στη Λιβύη και εμπλεκόμενος, κάποτε, στην Σουδανική κρίση. Οι ακραίοι ισλαμιστές είναι επίσης πρόβλημα, μεγάλο, και απαιτεί διεθνή συνεργασία – μόνο που αυτή δεν έχει δώσει αληθινά αποτελέσματα.

Πέρα από όλα αυτά, υπάρχουν και οι εσωτερικές συγκρούσεις και ισορροπίες, συνήθως εύθραυστες, όπως αυτές που επετεύχθησαν στην κυβέρνηση Μπαζούμ.

Το Νιγηριανό Κόμμα για τη Δημοκρατία και τον Σοσιαλισμό (PNDS-Tarayya), παραμένει υπό τον πλήρη έλεγχο του πρώην προέδρου, Μαχαμαντού Ισούφου, ακόμη και μετά την εκλογή του Μωχάμεντ Μπαζούμ. Ο Ισούφου υπέσκαπτε την εξουσία του Μπαζούμ, και, όπως λένε οι αναλυτές, ελέγχει τον μηχανισμό του κόμματος, και συνεχίζει να έχει «την πίστη υψηλόβαθμων αξιωματικών του στρατού που παρέμειναν ευθυγραμμισμένοι μαζί του». Και οι οποίοι μπορεί να απειλήθηκαν από τις αλλαγές που φέρεται να ζητούσαν οι γάλλοι, με πρώτο τον υποστράτηγο Σάλβο Μόντι, που αναλυτές θεωρούν πως έχει τον σημαντικότερο ρόλο στην ανατροπή Μπαζούμ. Ανθρωπος του Ισούφου, διοικητής της Προεδρικής Φρουράς επί προεδρίας του, δεν είδε καθόλου καλά την απόστράτευσή του και την αποστολή του, ως πρέσβυς, στο Άμπου Ντάμπι. Ακόμη χειρότερα – και ενδεικτικό της κατάστασης – είναι πως υπεύθυνος της προεκλογικής εκστρατείας του Μπαζούμ ήταν ο Σάνι Ισούφου Μοχαμέντου, γιος του πρώην προέδρου. Ο κατάσκοπος ήταν μες στο σπίτι του νυν προέδρου… Οι αντιθέσεις, οι συγκρούσεις και οι αγώνες επιρροής έχουν καταγραφεί αναλυτικά, την τελευταία διετία, από τα τοπικά μέσα.

Ένας ακόμη παράγοντας είναι ο φυλετικός. Ο απομακρυνθείς πρόεδρος ανήκει σε αραβική φυλή και οι προσπάθειες που έκανε για αλλαγές υψηλόβαθμων αξιωματούχων, θεωρήθηκαν ως προσπάθεια αποκλεισμού της πολυπληθέστερης φυλής, αυτής των Χάουζα – στους οποίους ανήκει ο Ισούφου και το 60% του πληθυσμού- από την εξουσία. Όλοι όσοι μετέχουν του πραξικοπήματος ανήκουν στους Χάουζα, που αισθάνονταν προδομένοι, αφού χωρίς τις ψήφους τους δεν θα εκλέγονταν ο Μπαζούμ. Τα έντυπα του Νίγηρα κάνουν λόγο ακόμη και για ρατσισμό των αραβικών πληθυσμών του Νίγηρα εις βάρος των Χάουζα, κάτι που οι μαύροι της Αφρικής έχουν επίσης βιώσει επί αιώνες.

Το θέμα της διαφθοράςειδικά των αφρικανικών ελίτ, παίζει επίσης ρόλο κι έχει αναλυθεί εκτενέστατα.

Και η νεοαποικιοκρατία, κύριε;

Όλα σημαίνοντα, αλλά, όπως φάνηκε από τις λαϊκές αντιδράσεις και στο Νίγηρα, στο Μαλι και στην Μπουργκίνα Φάσο, η Γαλλία – και κατ’ επέκτασιν η ΕΕ – θεωρείται υπεύθυνη για την κατάσταση της χώρας. Ο Νίγηρας είναι ο βασικός τροφοδότης της ΕΕ με ουράνιο – ακολουθούν το Καζακστάν και η Ρωσία. Από το 1968 – οκτώ χρόνια μετά την ανεξαρτησία της σημαίας – η εταιρία Αρέβα, νυν Ορανό, κατά 45% κρατική γαλλική εταιρία, παίρνει το ουράνιο του Νίγηρα, με δύο ορυχεία στην περιοχή της ερήμου στο Αρλίτ. Αυτά, όμως, τα δύο ορυχεία αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής ουρανίου της συγκεκριμένης ληστρικής εταιρείας, αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων, που χρησιμοποιείται για την παραγωγή της πυρηνικής ενέργειας της Γαλλίας που όχι μόνο παρέχει το 70% της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας, με την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας, αλλά και άλλων κρατών της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και η Γερμανία (εξ ου και ο .. Ανθρωπιστικός στρατός).  Η παραχώρηση του δικαιώματος εξόρυξης στην Ορανό έχει γίνει με αντάλλαγμα κυρίως δάνεια προς το Νίγηρα, και ευθύνεται, μαζί με την κλιματική αλλαγή, για την καταστροφή που βιώνει η χώρα, αφού έχει εξαντλήσει τους υδάτινους πόρους της περιοχής (θυμίζουμε ότι οι κάτοικοι σε τεράστιο ποσοστό δεν έχουν παροχές νερού) και παράλληλα άφηνε εκατομμύρια τόνους ραδιενεργών αποβλήτων πίσω της, αδιαφορώντας για την καταστροφή που σπέρνει. Ο ετήσιος προϋπολογισμός του Νίγηρα είναι κάτι λίγα σε σχέση με τα ετήσια έσοδα της Ορανό.

Η Γαλλία είναι τέταρτη σε αποθέματα χρυσού στον κόσμο. Κι αυτό γιατί «φυλάσσει» το 90% των αποθεμάτων χρυσού 15 αφρικανικών κρατών, πρώην γαλλικών αποικιών, για τα οποία φυσικά δεν πληρώνει τόκο. Τα κράτη που έχουν εκεί το χρυσό τους, ή που τους κλέβουν το ουράνιο, καλή ώρα, είναι κράτη που δανείζονται με τόκο από τη Γαλλία, και μάλιστα έναντι του χρυσού τους, που βρίσκεται εκεί από το 1945.

Με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Γάλλοι – κάποιοι λένε εμπνευσμένοι από τους ναζί  και την νομισματική τους πολιτική στην κατειλλημένη Γαλλία – «εμπνεύστηκαν» το ΔυτικοΑφρικανικό Φραγκο, το οποίο επέβαλαν με αρχική αναλογία 50 προς ένα με το Γαλλικό Φράγκο στην αποικιοκρατούμενη Δυτική Αφρική. Σήμερα, το ευρώ είναι αυτό το οποίο ωφελείται από την γαλλική αποικιακή νομισματική πολιτική – ζωντανή ακόμη σε οκτώ κράτη και συντηρημένη με δολοφονίες, δικτατορίες και πραξικοπήματα. Ένα από τα «κανονιστικά πρωτόκολλα» του νομίσματος αυτού είναι πως, τα κράτη που το χρησιμοποιούν οφείλουν να κρατούν το 50% των ξένων κεφαλαίων τους στη Γαλλία, υπό τον έλεγχο του υπουργείου Οικονομικών της. Η επίσημη εξήγηση είναι “η σταθερότητα του νομίσματος”, κάτι που δεν ένοιαξε και πολύ τη Γαλλία όταν υποκίνησε το ΔΝΤ, το 1994, να μειώσει στο μισό την αξία του…

«Ένα κράτος που βρίσκεται στα χέρια της νεοαποικιοκρατίας δεν ελέγχει τη μοίρα του. Aυτός είναι ο παράγοντας που καθιστά τη νεοαποικιοκρατία σοβαρή απειλή για την παγκόσμια ειρήνη. Η ανάπτυξη των πυρηνικών όπλων έχει καταστήσει ξεπερασμένη την παλιομοδίτικη ισορροπία δυνάμεων…. Η βεβαιότητα αμοιβαίας μαζικής καταστροφής ουσιαστικά αποτρέπει το ένα μπλοκ των μεγάλων δυνάμεων να απειλήσει το άλλο, μπρος στην πιθανότητα ενός παγκόσμιου πολέμου και η στρατιωτική σύγκρουση έχει περιοριστεί έτσι σε “ελεγχόμενους [limited] πολέμους”. Γι’ αυτούς, η νεοαποικιοκρατία είναι η θερμοκοιτίδα τους. … Το κακό της νεοαποικιοκρατίας είναι, όμως, ότι εμποδίζει τον σχηματισμό εκείνων των μεγάλων συνεργασιών που θα καθιστούσαν αδύνατο τον “ελεγχόμενο πόλεμο”. Για παράδειγμα, εάν η Αφρική ήταν ενωμένη, κανένα μπλοκ των μεγάλων δύναμεων δεν θα κατόρθωνε να την υποτάξει με ελεγχόμενους πολέμους, επειδή, από την ίδια τη φύση αυτού του πολέμου, και το αποτέλεσμα θα είναι περιορισμένο.». Κουάμε Νκρουμά, Παναφρικανιστής, Γκάνα 1965

Πηγή: The Press Project

Η αποικιοποίηση της υποσαχάριας Αφρικής

Α. Οι γεωπολιτικοί κλυδωνισμοί στο τέλος του 19ου αιώνα. Από τις χαρτογραφήσεις και τις ιεραποστολές στην αποικιοκρατία και στο μακελειό του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου

Σκαλίζοντας την ιστορία αποικιοποίησης της Αφρικής, αρχικά ξεκίνησε με τη συστηματική χαρτογράφηση και εξερεύνηση του εσωτερικού της, στο Δυτικό Σουδάν το 1795-1798. Μετά το 1860, ό,τι απόμεινε να γίνει ήταν να δυο διορθωθούν χαρτογραφικά λάθη και να συμπληρωθεί ο χάρτης που δεν ολοκληρώθηκε – τουλάχιστον προκειμένου για τις επικίνδυνες και απόμερες περιοχές, όπως η υποσαχάρια Αφρική – παρά μόλις στη δεκαετία του 1930. Θα ακολουθήσουν οι ιεραποστολές του 19ου αιώνα από τις προτεσταντικές και τις καθολικές εκκλησίες, που συμμετείχαν σε παρόμοια τολμηρά εγχειρήματα που γίνονταν σε διάφορες παράκτιες περιοχές της “Μαύρης Ηπείρου”, ανοίγοντας δρόμο λίγο λίγο προς τα ενδότερα.

Στα τέλη του 1871, λίγες ήταν οι μεγάλες περιοχές όπου δεν είχαν κατορθώσει να φτάσουν και να εγκατασταθούν χριστιανοί ιεραπόστολοι. Η θρησκευτική αυτή ελίτ θα έπαιζε αρκετά σημαντικό ρόλο, στη δημιουργία ιδεολογικών τάσεων αποικιοποίησης της ηπείρου, που ακολούθησε τα επόμενα χρόνια από τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης.

Στον αιώνα που μεσολάβησε ανάμεσα στο συνέδριο της Βιέννης και στο μακελειό του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι διεθνείς σχέσεις στην Ευρώπη ελέγχονταν κυρίως από τις πέντε μεγάλες δυνάμεις : τη Αυστρία (μετά το 1867 Αυστρουγγαρία), τη Γαλλία, την Μεγ. Βρετανία, την Πρωσία (μετά το 1871 Γερμανία) και την Πρωσία. Υπήρχε πάντα μία σαφής διάκριση, σε αυτό που αποκαλούσαν αργότερα “Ιερά Συμμαχία”. Οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις διατηρούσαν ζηλότυπα το κύρος τους και πάντα φαίνονταν απρόθυμες να δεχτούν νέα μέλη στην ιεραρχία τους.

Οι ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις και φιλοδοξίες κορυφώθηκαν στη δεκαετία του 1880. Μερικοί ιστορικοί εξετάζοντας αυτή τη διαδικασία προσάρτησης εδαφών, εντόπισαν την εξέλιξη στις αγγλογαλλικές συμφωνίες που προέκυψαν από την κατάληψη της Αιγύπτου και της διώρυγας του Σουέζ από τους βρετανούς. Άλλοι ιστορικοί επισήμαναν τις προκλητικές ενέργειες του Λεοπόλδου Β’ του Βελγίου που οικειοποιήθηκε μια τεράστια αποικία στην κεντρική Αφρική κάτω από την μύτη των πιο ισχυρών από αυτών δυνάμεων.

Την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918) οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είχαν τη δυνατότητα να ελέγχουν τους ανταγωνισμούς τους στην Αφρική. Τα αδρά όρια εξάπλωσης καθεμιάς από τις ενδιαφερόμενες μεγάλες δυνάμεις – της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, του Βελγίου (που πάντως μέχρι τότε συμμετείχε όλη αυτή την ιστορία μόνο μέσω του βασιλιά του), της Ιταλίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας – είχαν καθορισθεί χωρίς πολλή φασαρία στην αποικιακή συνδιάσκεψη το 1884-1885. Στην πραγματικότητα, πολύ πριν συνέλθει η συνδιάσκεψη είχε γίνει ουσιαστικά μια συμφωνία για τον διαμελισμό της Αφρικής.

Οι Γάλλοι στην Β. Αφρική είχαν επιβάλει την “προτεραιότητα των συμφερόντων” τους ήδη από το 1830, με την ξαφνική εισβολή στην Αλγερία. Το παράδειγμα της Γαλλίας, το μιμήθηκε στην ανατολική ακτή της και η Μεγάλη Βρετανία, για την οποία η Κάτω Αίγυπτος και η Ερυθρά Θάλασσα είχαν αποκτήσει ζωτική σημασία ως δίαυλος επικοινωνίας με την Βρετανική Αυτοκρατορία στην Ινδία. Οι άγγλοι, με αφορμή την επανάσταση του Αραμπη πασά, επισφράγισαν την προτεραιότητά τους απέναντι στους Γάλλους, κάνοντας εισβολή το 1882.

Τυπικά η εισβολή αυτή αποσκοπούσε στο να αποκαταστήσει το παλιότερο αγγλογαλλικό οικονομικό έλεγχο στην Αίγυπτο. Οι άγγλοι έμειναν εκεί, ανακηρύσσοντάς την, το 1914 σε προτεκτοράτο και δεν την εκκένωσαν παρά μόνον έπειτα από τις επιπτώσεις που είχε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η άνοδος του αραβικού εθνικισμού.

Στο μεταξύ, οι Γάλλοι είχαν δημιουργήσει το 1883 ένα προτεκτοράτο στην Τυνησία, είκοσι χρόνια αργότερα η Γαλλία έστρεψε την προσοχή της στο Μαρόκο. Αυτό ήταν αποτέλεσμα της συναλλαγής με την Βρετανία, που επικύρωνε την ελευθερία κινήσεων της τελευταίας στην Αίγυπτο. Το 1904 η παλιά αυτή χώρα διαιρέθηκε από την Γαλλία και την Ισπανία σε “ζώνες επιρροής” και σύντομα θα ακολουθήσει η αποικιακή υποταγή.

Οι βρετανοί, έντονα επηρεασμένοι από την εμπειρία διακυβέρνησης της Ινδίας μέσω τοπικών βασιλιάδων και πριγκήπων, θέλουν να εφαρμόσουν την ίδια οικονομική μέθοδο στην Αφρική. Σε ορισμένα μέρη τους βρήκαν εύκολα, αλλού πάλι προσπάθησαν να δημιουργήσουν τέτοιους αρχηγούς, χρίζοντάς τους οι ίδιοι. Και οι δύο αυτές προσπάθειες έτειναν να διαστρεβλώνουν τους υφιστάμενους θεσμούς. Οι εμίρηδες της Βόρειας Νιγηρίας είχαν απροκάλυπτα δικτατορικές στη διακυβέρνηση συμπεριφορές που κυβερνούσαν ελέω μιας ξένης δύναμης. Όλα αυτά συνέβαλαν στην μακρόχρονη, αν και αφανή, διάλυση των παραδοσιακών μορφών εξουσίας.

Οι Γάλλοι έδρασαν κάπως διαφορετικά στο Δυτικό Σουδάν. Είχαν έρθει παρατεταμένη και σκληρή σύγκρουση με τους βασιλιάδες και τους λαούς των διαφόρων κρατών. Για αυτό οι Γάλλοι έτειναν να καταλύσουν την παραδοσιακή εξουσία, όπου την συναντούσαν, συγκεντρώνοντας όλη τη διοίκηση στα χέρια των δικών τους διοικητών ή κυβερνητών.

Τόσο η Βρετανία όχι και η Γαλλία βασίζονταν όλες τις περιπτώσεις σε ένα συνδυασμό άμεσης κυριαρχίας, που την ασκούσαν τοπικοί συνεργάτες ή πληρωμένοι πράκτορές τους.

Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές διαφορές στις μεθόδους αποικιοποίησης και εκμετάλλευσης της Αφρικής. Σε αυτόν τον τομέα τα εδάφη του ισημερινού υπέφεραν περισσότερο από τα άλλα, εξαιτίας του ολέθριου παραδείγματος που έδωσε το σύστημα του Λεοπόλδου στο Κονγκό. Σύμφωνα με το σύστημα αυτό, μεταβιβάζονταν σε ευρωπαϊκές εταιρείες αποκλειστικά δικαιώματα όχι μόνο εγκατάστασης και λειτουργίας σε μία δεδομένη περιοχή, αλλά και νομής των καρπών του δάσους και του εδάφους. Τεράστιες εκτάσεις του Κονγκό (ενσωματωμένες μετά το 1885, στο Ελεύθερο Κράτος του Κονγκό που ονομάσθηκε έτσι επειδή υποτίθεται ότι δεν έκαναν φορολογικές διακρίσεις σε βάρος καμίας από τις ενδιαφερόμενες ευρωπαϊκές χώρες) παραδόθηκαν στη πιο αλύπητη καταλήστευση της γης και του λαού της. Στις ευρωπαϊκές εταιρείες συγκαταλέγονταν και η λεοπόλδεια διαχείριση απέραντων “εδαφών του Στέμματος”, βασιλιάς και επιχειρηματίες έδρεψαν πλούσια συγκομιδή από κέρδη τουλάχιστον μετά το 1885, χάρη στην εξαγωγή καουτσούκ και ελεφαντόδοντου που η συλλογή γινόταν με υποχρεωτική εργασία και που δεν στοιχίζαν σχεδόν τίποτα άλλο έξω από τις δαπάνες μεταφοράς και στρατιωτικής επίβλεψης. Αναμφισβήτητα, τα αποτελέσματα ήταν ανατριχιαστικά. Η έκθεση μιας επίσημης βελγικής επιτροπής κατέληξε το 1919 στο συμπέρασμα ότι ο πληθυσμός του Βελγικού Κονγκό που (μεταβιβάσθηκε το 1908 στην βελγική κυριαρχία μετά την διάλυση του Ελεύθερου Κράτους του Κονγκό) είχε “μειωθεί κατά το μισό”.

Μετά την έναρξη της ευρωπαϊκής κατοχής στην δεκαετία του 1880, τέτοιες απώλειες δεν προξένησε ποτέ το ανατολικό αφρικανικό δουλεμπόριο, όσο απεχθές κι αν ήταν. Η “θεραπεία” αποδείχθηκε πολύ χειρότερη από την αρρώστια.

Στην αρχή ο Βίσμαρκ ήταν σίγουρα ένας ακούσιος ιμπεριαλιστής. Προσπαθούσε να πείσει τους Άγγλους να αναλάβουν την υποχρέωση να προστατεύσουν τους Γερμανούς εμπόρους, όπως τον Λίμπεριντς, στη νοτιοδυτική Αφρική και μόνο όταν οι Άγγλοι, ζαλισμένοι και ανίκανοι, δεν μπορούσαν πια να απαντήσουν στις ερωτήσεις του κι όταν η διοίκηση του ακρωτηρίου άρχισε να ενοχλεί έντονα τον Λίντεριτς, ανέλαβε την άμεση ευθύνη της νοτιοδυτικής Αφρικής ως γερμανικής αποικίας το 1884. Έτσι, δημιούργησε τη διαβόητη “αποικιακή συνεννόηση” με την Γαλλία.

Το ίδιο λεοπόλδειο σύστημα εφαρμόσθηκε λίγο αργότερα στη γαλλική και τη γερμανική ισημερινή Αφρική. Το 1900, ολόκληρη η αχανής έκταση της Γαλλικής ισημερινής Αφρικής (σήμερα Δημοκρατία του Τσαντ, του Γκαμπόν, της κεντρικής Αφρικής και το Κονγκό-Μπραζαβίλ) μοιράσθηκε σε 40 εταιρείες που είχαν δικαίωμα εκμετάλλευσης. Μία ιδέα πρυτανεύει σε αυτό το σύστημα, όλα τα προϊόντα της εκχωρημένης περιοχής, όποια κι αν είναι, αποτελούν ιδιοκτησία της εταιρείας.

Αλλά τα αποικιοκρατικά συμφέροντα εξυπηρετήθηκαν το ίδιο καλά και στο γερμανοκρατούμενο Καμερούν. Το 1898 εκχωρήθηκαν στην εταιρεία του Νότιου Καμερούν, που πρόεδρος της ήταν ο χρηματιστής Σαρλοχ από το Αμβούργο, αλλά τα κεφάλαια του ήταν κυρίως βελγικά. Ένα χρόνο αργότερα, δόθηκε στην εταιρεία του Βορεοδυτικού Καμερούν όχι λιγότερο από το ⅕ ολόκληρης της επικράτειας.

Οι επιχειρήσεις αυτού του είδους δεν ήταν δυνατόν να διεξαχθούν χωρίς ωμότητες και κατάφορες παραβιάσεις και καταχρήσεις. Ήταν τέτοια τα σκάνδαλα που προκάλεσαν οι γερμανικές εταιρείες ώστε οι δραστηριότητες είχαν τερματιστεί πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ τα δικαιώματα των γαλλικών εταιρειών, παρόλο που ίσχυαν ακόμα το 1930, δεν ανανεώθηκαν από το “φιλεύσπλαχνο” γαλλικό κράτος.

Αλλού οι μέθοδοι που εφαρμόζονταν διέφεραν. Συχνά ήταν πολύ λιγότερο “εντατικές”, ιδιαίτερα εκεί όπου δεν φαινόταν να υπάρχει φυσικός πλούτος. Οι περισσότεροι δυτικοαφρικανικοί λαοί υπέφεραν λιγότερο, από όσο οι λαοί των κεντρικών, ανατολικών και νοτίων περιοχών. Δεν είχαν πάνω από το κεφάλι τους πανίσχυρες εταιρίες. Τα εδάφη τους σπάνια θεωρούνταν κατάλληλα για μόνιμη εγκατάσταση ευρωπαίων αποικιοκρατών.

Στη νότια Αφρική η κατάσταση ήταν διαφορετική. Εδώ οι Βρετανοί αναζητούσαν κυρίως κοιτάσματα ορυκτών και εύφορη καλλιεργήσιμη γη όπου μπορούσαν να εγκατασταθούν Ευρωπαίοι. Τα υψίπεδα που βρίσκονται ανάμεσα στο Λιμποπο και τον Ζαμβέζη, διοικούνταν από την εταιρεία της βρετανικής Νότιας Αφρικής ως το 1923, οπότε δημιουργήθηκε η αποικία της Νότιας Ροδεσίας, τυπικά κάτω από την εξουσία του Στέμματος, αλλά ουσιαστικά με απόλυτη ελευθερία δράσης για τις ευρωπαίους αποίκους.

Καθώς διαμορφώνονταν οι ιμπεριαλιστικές δομές, οι Αφρικάνοι έβλεπαν να τους αφαιρείται όλο και συχνότερα η καλύτερη γη τους. Όμως 60 χρόνια αργότερα, το 1973 το ποσοστό γης που βρισκόταν επίσημα κάτω από την αφρικανική κυριότητα ήταν περίπου το ίδιο, μόλις 12%.

Η Νότια Αφρική πήρε τη σημερινή μορφή της, το 1910 μετά τον πόλεμο του 1899-1902 ανάμεσα στις Άγγλους και τους Μπόερς, οπότε οι Βρετανοί παραχώρησαν πλήρεις κυβερνητικές δικαιοδοσίες στους λευκούς της επαρχίας του Ακρωτηρίου της Ναταλης Μπασουτολανδης και της Μπετσουαναλανδης. Μερικές από τις μεταγενέστερες συνέπειες που είχαν όλα αυτές οι διαδικασίες ήταν οδυνηρές. Οι Γερμανοί μπήκαν σχετικά αργά, αλλά ακολούθησαν σχεδόν την ίδια πορεία όπως οι ανταγωνιστές τους.

Με μια ευρύτερη έννοια, η αντίσταση στην εισβολή της “Μαύρης Ηπείρου”, οι εξεγέρσεις εναντίον της αποικιοκρατίας και η δημιουργία εθνικών κινημάτων στη δεκαετία του 1950 πρέπει να θεωρηθούν ως τμήμα ενός συνεχούς φαινομένου της αυτοάμυνας και αυτοπραγμάτωσης ενός πλατιού φάσματος αφρικανικών λαών, που για πρώτη φορά αντιμετώπιζαν τώρα για τα καλά τον σύγχρονο κόσμο.

Οι αποικιακοί πόλεμοι και εξεγέρσεις προκαλούσαν αδιάκοπες απώλειες. Στην Ευρώπη γινόταν πότε-πότε απόπειρες να δικαιολογηθεί η καταστολή με το επιχείρημα ότι ήταν ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος για να επιβληθεί ξανά η ειρήνη σε εκτεταμένες περιοχές που ως τότε μαστίζονταν από “φυλετικούς πολέμους”. Αλλά μία άλλη μορφή πολέμου είχε προκαλέσει στο μεταξύ μέσα σε 4 χρόνια περισσότερα θύματα από όλους όσους πέθαναν σε 80 χρόνια προαποικιακών “φυλετικών συρράξεων”. Υπολογίζεται ότι γύρω στους 46.000 Κενυάτες έχασαν τη ζωή τους υπηρετώντας στο βρετανικό στρατό κατά την περίοδο μακελειού του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918). Από τη Δυτική Αφρική, οι Γάλλοι επιστράτευσαν πάνω από 210.000 αφρικανούς από τους οποίους 170.000 χάθηκαν στις φοβερές μάχες του Δυτικού Μετώπου στη Γαλλία.

Το 1935 οι στρατιές της φασιστικής Ιταλίας εισέβαλαν στην Αιθιοπία και μόλις το 1936 μπόρεσαν να μπουν στην πρωτεύουσα Αντίς Αμπεμπα, ενώ η Ασμάρα εξακολουθούσε να βρίσκεται σε κατάσταση “πλήρους ανταρσίας”. Το 1941, ο αυτοκράτορας Χαϊλέ Σελασιέ ξαναμπήκε στην Αντίς Αμπεμπα μετά από 5 χρόνια στην εξορία.

Β. Το σύστημα της αποικιοποίησης από τις μεγάλες δυνάμεις ως το 1945

Οι αποικιοκρατικές δυνάμεις, τώρα πια χωρίς τη Γερμανία του Βίσμαρκ, τις οποίες μοιράστηκαν ανάμεσα στη Βρετανία και την Γαλλία με τη μορφή εδαφών οι διοικούνταν κατ’ εντολή της νεοσύστατης Κοινωνίας των Εθνών – είχαν στην κατοχή τους τόσα εδάφη που δεν ήξεραν τί να τα κάνουν.

Επειδή πολλά από αυτά τα κατέλαβαν για να μη τα αφήσουν να πέσουν στα χέρια των ανταγωνιστών τους περιορίζονταν συχνά στην απλή εδαφική κατοχή. Εξαιρέσεις αποτελούσαν οι περιοχές που είχαν επιλεγεί για την εγκατάσταση ευρωπαίων. Εκεί η ένταση εδαφικής κατοχής ήταν πολύ μεγαλύτερη. Οι ντόπιοι πληθυσμοί υποχρεώνονταν να εκτελούν γεωργική εργασία κάτω από συνθήκες δουλείας στη Νότια Αφρική.

Ο γενικός χαρακτήρας της κεντρικής φάσης της αποικιοκρατίας ήταν πρόχειρη διοίκηση, πολιτική παρακμή και οικονομική στασιμότητα. Πολύ λίγα μπορούσαν να γίνουν για να εκπληρωθούν οι “ανθρωπιστικές” υποσχέσεις για “εκπολιτισμό της Αφρικής” που ηχούσαν ολοένα στα κοινοβούλια της Ευρώπης, κατά τα χρόνια της κατάκτησης στην Αφρική.

Διάφορες διοικητικές μέθοδοι που επέβαλαν την ανάγκη για χρήματα άρχισαν να υποσκάπτουν τις παραδοσιακές οικονομίες συντήρησης, όπου το χρήμα είχε ασήμαντη ή ανύπαρκτη θέση. Οι μέθοδοι αυτές, που επινοούνταν στη Νότια Αφρική και σύντομα εφαρμόζονταν και αλλού, επιδίωκαν να αυξήσουν τα έσοδα χάρη στην επιβολή χρηματικών φόρων. Ακόμα περισσότερο, επιδίωκαν να επαυξήσουν την παροχή φθηνής εργασίας.

Σε αντίθεση με τις περιοχές της Ανατολικής και Κεντρονότιας Αφρικής, όπου η εγκατάσταση ευρωπαίων αποίκων γινόταν όλο και μαζικότερη, οι αποικιακές οικονομίες στη Δυτική Αφρική κυριαρχούνταν ουσιαστικά από ένα μικρό αριθμό ισχυρών εμπορικών και μεταλλευτικών εταιριών.

Οι εταιρίες αυτές έπαιξαν ρόλο-κλειδί στον καθορισμό των όρων του εμπορίου : δηλαδή των τιμών που μπορούσαν να πετύχουν οι Αφρικάνοι καλλιεργητές για τα ευρωπαϊκά προϊόντα και υπηρεσίες που ίσως επιθυμούσαν να αγοράσουν.

Οι Μπόερς ήταν κάπως διαφορετικοί, γιατί συχνά ήταν ειδικευμένοι και φιλόπονοι καλλιεργητές που παρήγαν πλούτο όχι μόνο απομυζώντας τους αφρικανούς που υποδούλωναν, αλλά και με τη δική τους εργασία.

Ωστόσο οι Μπόερς ήταν το ίδιο ανίκανοι να μεταδώσουν οποιοδήποτε στοιχείο από την τεχνολογική πρόοδο της Ευρώπης, γιατί δεν είχαν ιδέα από αυτήν. Εγκλωβισμένοι στην προβιομηχανική ιδεολογία τους, συμπεριφέρονταν σύμφωνα με τη διδασκαλία μιας θρησκείας που οι αρχές και οι πρακτικές στρέφονταν ενάντια σε οτιδήποτε δεν απόπνεε έναν ακραίο συντηρητισμό και κατά συνέπεια δεν είχαν να δώσουν στην Αφρική τίποτα χρήσιμο. Μόνο πολύ αργότερα, όταν αντιμετώπισαν οι ίδιοι μία βίαιη πρόκληση από την Ευρώπη που είχε την μορφή πολέμου του 1899 με τους Άγγλους, μερικοί ανάμεσα τους άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι και αυτοί ίσως έπρεπε να συγχρονισθούν με την εποχή τους. Όταν όμως συγχρονίσθηκαν ο παλιός συντηρητισμός τους απόκτησε απλώς νέα μορφή και το αποτέλεσμα για τους Αφρικανούς ήταν ακόμη χειρότερο από πριν.

Η γαλλική πολιτική της “αφομοίωσης” καθιέρωσε μία άλλη παραλλαγή, αλλά η πολιτική αυτή απόκτησε σημασία στην πολιτική σκηνή της αποικιοκρατίας μόνο μετά το 1945. Πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι μόνοι Αφρικάνοι της Γαλλικής Δυτικής Αφρικής που είχαν κατορθώσει να αποκτήσουν δικαιώματα του πολίτη της Γαλλικής Δημοκρατίας ήταν οι κάτοικοι των παλιών αποικιακών δήμων του Ντακάρ, του Γκαρε, του Ρουφισκ και του Σαιν Λουι στην ακτή της Σενεγάλης. Οι Αφρικάνοι αυτοί έγιναν δεκτοί στην κοινότητα του γαλλικού πολιτισμού και τους δόθηκε το δικαίωμα να εκλέγουν έναν Αφρικανό αντιπρόσωπο στην Εθνοσυνέλευση της Τρίτης Δημοκρατίας.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο τρόπος που καταστρώνει κανείς το “ισοζύγιο” των ζημιών και των κερδών της Αφρικής από αυτή την συνταρακτική περίοδο της αποικιοκρατίας, εξαρτάται από το ποιος είναι.

Γ. Η Αφρική μετά το 1945: Νέα έθνη – “Ζώνη εγγενούς αστάθειας”

Οι χείμαρροι του εθνικισμού πέρασαν από πολλές ομίχλες και ερέβη διαρρέοντας τον κόσμο. Μέχρι την εποχή των ναπολεόντειων πολέμων, ο ευρωπαϊκός εθνικισμός ήταν παιδί του Διαφωτισμού και των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Σε αντίθεση με αυτό που ήθελαν να πραγματοποιήσουν οι προάγγελοι της αφρικανικής αφύπνισης ή αφρικανισμού δεν ήταν το εθνικιστικό μωσαϊκό της Ευρώπης, αλλά η κατάργηση όλων των τεχνητών φραγμών ενάντια στην ισότητα και επομένως ενάντια στην ελευθερία, που είχαν υψώσει η αποικιοκρατία και ο ιμπεριαλισμός.

Αυτό το ιδεολογικό νήμα μπορεί να το παρακολουθήσει κανείς να περνάει από όλες τις φάσεις της αποικιοποίησης της Αφρικής. Η ανάμιξη στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο το ενίσχυσε. Παρόλο που η περίοδος της πλήρους εγκαθίδρυσης της αποικιοκρατίας μόλις είχε αρχίσει και οι τελευταίοι “ειρηνευτικοί” πόλεμοι συνεχίζονται ακόμη.

Στην περίοδο του μεσοπολέμου μετά το 1920, όλο και περισσότεροι Αφρικάνοι ξεφεύγουν από τη στασιμότητα που επικρατούσε στην πατρίδα τους και ξανοίγονται σε έναν πλατύτερο κόσμο. Μερικοί πήγαιναν στη Δυτική Ευρώπη, όπου μπορούσαν να συγκρίνουν την κατάσταση και τους αγώνες τους με την κατάσταση και τους αγώνες των “καταπιεσμένων τάξεων”. Άλλοι ταξίδευαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου μπορούσαν να διαφωτισθούν από τη διδασκαλία αφροαμερικάνων στοχαστών. Άλλοι πάλι κατευθύνονταν στη νεοσύστατη Σοβιετική Ένωση, όπου μπορούσαν να δοκιμάσουν το δραστικότερο γιατρικό της κοινωνικής επανάστασης. Στη δεκαετία του 1930, η πολιτική αφύπνιση είχε πια αρχίσει να ωριμάζει και να μετατρέπεται νέες ευρύτερες μορφές σκέψης και δράσης. Αυτό που ενδιέφερε κυρίως τώρα δεν ήταν τί γινόταν στα ιεραποστολικά σχολεία, αλλά τί γινόταν σε ένα πλήθος από μικρές εστίες πολιτικών συζητήσεων και σπερμάτων συνδικαλιστικής οργάνωσης.

Τα σπέρματα της αλλαγής είχαν μεγάλη μορφική ποικιλία. Στην Αίγυπτο, Τυνησία και Αλγερία τα εθνικά κινήματα ήταν μεγάλο βαθμό έργο διανοουμένων της μεσαίας τάξης, που δρούσαν μέσα στα πλαίσια της ισλαμικής παράδοσης.

Προς τη Δυτική Αφρική είχαμε το 1926 τη μεγάλη μαροκινή εξέγερση. Ο μαροκινός εθνικισμός βασισμένος σε ένα κίνημα ισλαμικών μεταρρυθμίσεων χρονολογείται από το 1930. Από την άλλη άκρη της Αφρικής, η δεκαετία του 1930 συμπίπτει με τη διάδοση νέων ιδεών για χειραφέτηση ανάμεσα σε πολλούς Αφρικανούς που παλιότερα κινούνταν μέσα σε παραδοσιακά πλαίσια σκέψης. Τώρα επίσης άρχισε να παρατηρείται μία όλο και μαζικότερη απομάκρυνση από τις χριστιανικές εκκλησιαστικές κοινότητες, που πολλοί Αφρικάνοι θεωρούσαν ότι κυριαρχούσαν οι Ευρωπαίοι και τις χρησιμοποιούσαν για δικούς τους σκοπούς. Υπήρχαν πολλές ανεξάρτητες αφρικανικές Εκκλησίες, το μήνυμα των οποίων ήταν “η Αφρική στους Αφρικανούς” και δεν ήταν μόνο θρησκευτικό αλλά και πολιτικό το μήνυμα.

Όταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος κλόνισε για μία ακόμη φορά το γόητρο και τη δύναμη των αποικιοκρατών που έσπρωξε πολλές χιλιάδες Αφρικανών σε νέους τύπους σκέψης και δράσης, υπήρχε ένα στέρεο και πλατύ υπόβαθρο λαϊκής αντίστασης.

Ο πόλεμος και οι συνέπειες που είχε για την Αφρική επιτάχυναν σε μεγάλο βαθμό τη γενική διάλυση της παραδοσιακής κοινωνίας, διάλυση που είχε αρχίσει με την αποικιοποίηση στη δεκαετία του 1880. Όπως και πριν, οι ενδείξεις που οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα είναι περίπλοκες, ακόμα και αντιφατικές, ωστόσο οι αρνητικές πλευρές του πολέμου εκδηλώνονταν τώρα όλο και πιο έντονα.

Η έκρηξη αυτή πήρε τη μορφή αγώνων για την εθνική ανεξαρτησία που διεξάγονταν μέσα στα πλαίσια συνόρων χαραγμένων από τις αποικιακές δυνάμεις. Τα παλιότερα αιτήματα για ισότητα και χειραφέτηση έγιναν τώρα εθνικισμός (βλ. παναραβισμός ή παναφρικανισμός) με τη στενότερη έννοια της λέξης.

Η ανάμειξη στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο το ενίσχυσε. Παρόλο που η περίοδος της πλήρους εγκαθίδρυσης της αποικιοκρατίας μόλις είχε αρχίσει και οι τελευταίοι “ειρηνευτικοί” πόλεμοι συνεχίζονται ακόμη.

Στην περίοδο του μεσοπολέμου μετά το 1920 όλο και περισσότεροι Αφρικανοί ξεφεύγουν από τη στασιμότητα που επικρατούσε στην πατρίδα τους και ξανοίγονται σε ένα πλατύτερο κόσμο.

Μερικοί πήγαιναν στη Δυτική Ευρώπη, όπου μπορούσαν να συγκρίνουν την κατάστασή τους και τους αγώνες τους με την κατάσταση και τους αγώνες των “καταπιεσμένων τάξεων”. Άλλοι ταξίδευαν στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου μπορούσαν να διαφωτισθούν από τη διδασκαλία αφροαμερικανών στοχαστών. Άλλοι πάλι κατευθύνονταν στην νεοσύστατη Σοβιετική Ένωση όπου μπορούσαν να δοκιμάσουν το δραστικότερο γιατρικό της κοινωνικής επανάστασης. Στη δεκαετία του 1930 η πολιτική αφύπνιση είχε πια αρχίσει να ωριμάζει και να μετατρέπεται σε νέες ευρύτερες μορφές σκέψης και δράσης. Αυτό που ενδιέφερε κυρίως τώρα δεν ήταν τι γινόταν στα ιεραποστολικά σχολεία, αλλά τι γινόταν σε ένα πλήθος από μικρές εστίες πολιτικών συζητήσεων και των σπερμάτων συνδικαλιστικής οργάνωσης.

Τα σπέρματα της αλλαγής είχαν μεγάλη μορφική ποικιλία. Στην Αίγυπτο, Τυνησία και Αλγερία, τα εθνικά κινήματα ήταν σε μεγάλο βαθμό έργο διανοουμένων της μεσαίας τάξης, που δρούσαν μέσα στα πλαίσια της ισλαμικής παράδοσης. Προς τη Δυτική Αφρική είχαμε το 1926 τη μεγάλη μαροκινή εξέγερση. Ο μαροκινός εθνικισμός βασισμένος σε ένα κίνημα ισλαμικών μεταρρυθμίσεων χρονολογείται από το 1930.

Από την άλλη άκρη της αφρικής η δεκαετία του 1930 συμπίπτει με τη διάδοση νέων ιδεών για χειραφέτηση ανάμεσα σε πολλούς Αφρικανούς που παλιότερα κινούνταν μέσα σε παραδοσιακά πλαίσια σκέψης. Τώρα επίσης άρχισε να παρατηρείται μία όλο και μαζικότερη απομάκρυνση από τις χριστιανικές εκκλησιαστικές κοινότητες, που χρησιμοποιούσαν για δικούς της σκοπούς. Υπήρχαν πολλές ανεξάρτητες αφρικανικές εκκλησιαστικές κοινότητες, πολλοί Αφρικανοί θεωρούσαν ότι κυριαρχούσαν οι ευρωπαίοι και τις χρησιμοποιούσαν για δικούς τους σκοπούς. υπήρχαν πολλές ανεξάρτητες αφρικανικές εκκλησίες, το μήνυμα των οποίων ήταν “ η Αφρική στους Αφρικανούς” και δεν ήταν μόνο θρησκευτικό αλλά και πολιτικό μήνυμα.

Όταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος κλόνισε για μία ακόμα φορά το γόητρο και τη δύναμη των αποικιοκρατών, που έσπρωξε πολλές χιλιάδες Αφρικανούς σε νέους τύπους σκέψης και δράσης, υπήρχε ένα στέρεο και πλατύ υπόβαθρο λαϊκής κατανόησης. Επωφελήθηκαν από τις επιπτώσεις του πολέμου και σύντομα δημιουργήθηκαν νέα και ριζοσπαστικότερα εθνικιστικά κόμματα σε αποικίες όπως η Ακτή Χρυσού, η Νιγηρία και η Γαλλική Δυτική Αφρική, όπου η κυρίαρχη δύναμη ήταν έτοιμη, αν και με μεγάλη απροθυμία ακόμα, να επιτρέψει την ύπαρξη αυτών των κινημάτων.

Σε άλλες αποικίες όπως η Βόρεια Ροδεσία, η επίδραση του Βρετανικού Εργατικού Κόμματος έχει προλειάνει, έστω και δειλά, το δρόμο προς αποτελεσματικές συνδικαλιστικές οργανώσεις, που παλαιότερα απαγορεύονταν. Ο συνδικαλισμός άρχισε τώρα να παίζει ένα ρόλο με όλο και μεγαλύτερη σημασία για την αποτελεσματικότητα των εθνικών κινημάτων.

Στη Βόρεια Αφρική η αποφασιστική καμπή συμπίπτει με το πραξικόπημα των ελεύθερων αξιωματικών στην Αίγυπτο το 1952 και την ανάληψη της εξουσίας από τον Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ. Δύο χρόνια αργότερα η πρώην ιταλική αποικία Λιβύη είχε αποκτήσει εθνική κυριαρχία με βασιλιά τον Ίντρις. Το Μαρόκο και Τυνησία ακολούθησαν το 1955. Επίσης το 1956 η αγγλοαιγυπτιακή συγκυριαρχία στο Ανατολικό Σουδάν τερματίστηκε και ανακηρύχθηκε στο Χαρτούμ η Δημοκρατία του Σουδάν.

Στο μεταξύ η κατάρρευση της φασιστικής Ιταλίας είχε αποκαταστήσει την ανεξαρτησία της Αιθιοπίας, προσθέτοντας την Ερυθραία και η νεαρή Ιταλική Δημοκρατία ετοιμαζόταν να αποσυρθεί από την Σομαλία. Η χώρα που στο εξής θα λεγόταν Γκάνα, αφού πέτυχε εσωτερική αυτοδιοίκηση το 1951, απόκτησε πλήρη πολιτική ανεξαρτησία του 1957.

Η Νιγηρία ακολούθησε γρήγορα με την απόκτηση εσωτερικής αυτοδιοίκησης το 1952 και ανεξαρτησίας το 1960. Παντού οι πιέσεις και οι αγώνες για αλλαγή έγιναν αφάνταστα ισχυρότερες στη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Το 1961 ακολούθησε η Ταγκανίκα και το 1962 η Ουγκάντα. Η Κένυα στη συνέχεια, μετά από σκληρούς αγώνες ανάμεσα σε αφρικανούς και λευκούς αποίκους γύρω από την εξουσία, έγινε ανεξάρτητη το 1963. Η γειτονική Ταγκανίκα σε ενιαίο κράτος, που πήρε το όνομα Τανζανία. Έπειτα από δέκα χρόνια συγκρούσεων και απογοητεύσεων, η ευρωπαιοκρατούμενη ομοσπονδία των δύο Ροδεσιών, η Νυασσαλανδη και η Βόρεια Ροδεσία έγιναν ανεξάρτητες χώρες, το Μαλάουι και η Ζάμπια. Με την ανεξαρτητοποίηση της Σιέρρα Λεόνε το 1961 οι Αφρικανοί μπορούσαν επιτέλους να μιλάνε για λογαριασμό τους και να διαμορφώσουν το μέλλον τους. Ο “άνεμος της αλλαγής” σάρωσε πολύ λιγότερα πράγματα από όσα υπέθεταν πολλοί.

Οι γαλλικές αποικίες προχώρησαν προς το ίδιο τέρμα ακολουθώντας διαφορετική πορεία. Το 1956 μία από τις τελευταίες κυβερνήσεις της Τέταρτης Δημοκρατίας ανάγγειλε ότι κάθε αποικία μπορούσε να έχει εσωτερική αυτοδιοίκηση. Οι Αλγερινοί είχαν εξεγερθεί συχνά στο παρελθόν, έτρεφαν πάντα μία δηλωμένη έχθρα στους Γάλλους που εκδηλωνόταν με ανοιχτή βία ή με ειρηνικές διαμαρτυρίες. Η διαδικασία αυτή στην Αλγερία επαναλήφθηκε σε μικρότερη κλίμακα στην Κένυα. Το σχέδιο υπήρχε στο μυαλό των ιθυνόντων του προτεκτοράτου της Ανατολικής Αφρικής που διαμορφώθηκε στη δεκαετία του 1890. Η εξέγερση των Κικούγιου έκανε τη ζυγαριά να γείρει αποφασιστικά, που οδήγησε το 1963 περνώντας από πολλά και διάφορα στάδια στην ανεξαρτησία.

Δ. Πατρίς Λουμούμπα: ένας ξεχωριστός επαναστάτης

Το 1959 ακόμα οι Βέλγοι παρόλο που δεν είχαν παραχωρήσει πολιτικές εξουσίες στους αποίκους της Αφρικής εξακολουθούσαν να διακηρύσσουν την πρόθεσή τους να κυβερνήσουν τον Κονγκό για άλλα 30 χρόνια ή περισσότερο. Ξαφνικά αλλάζουν στάση τον Ιανουάριο του 1960 με την προφανή ελπίδα να επωφεληθούν. Έτσι από την αφρικανική έλλειψη πείρας παραχώρησαν σε πλήρη πολιτική ανεξαρτησία μέσα σε έξι μήνες. Όχι μονάχα υπήρχαν εκείνη την εποχή λιγότεροι από 20 κονγκολέζοι απόφοιτοι πανεπιστημίου αλλά και ούτε ένας από αυτούς δεν είχε σοβαρή διοικητική πείρα.

Η μισθοφορική Force Publique, ένα αποικιακό σώμα που δημιουργήθηκε με αποικιακές μεθόδους στις μέρες του Ελεύθερου Κράτους του Κονγκό και από τότε χρησιμοποιούνταν ολοένα για το θλιβερό έργο της “ειρήνευσης” χωρίς ούτε ένα Κονγκολέζο αξιωματικό στις τάξεις της, στασίασε σχεδόν αμέσως. Η νεοσύστατη κυβέρνηση κατέρρευσε κάτω από αυτό και άλλα πλήγματα.

Ο ενεργητικότερος κονγκολέζος ηγέτης, ο Πατρίς Λουμούμπα, έπεσε θύμα εξωτερικών πιέσεων και εσωτερικών μηχανορραφιών, δολοφονήθηκε το 1961. Ακολούθησαν χρόνια συγκρούσεων και προδοσίας. Έστω και έτσι πάντως δεν υπήρχαν πια το 1967 παρά μόνο λίγες αποικίες έξω από τον περιχαρακωμένο “λευκό Νότο”.

Οι Γάλλοι κατείχαν ακόμα το θύλακα του Τζιμπουτί (Γαλλική Σομαλία) με τους κατοίκους διχασμένους στις προτιμήσεις τους ανάμεσα στη Σομαλία και την Αιθιοπία. Οι Ισπανοί κατείχαν ακόμα τις αποικίες της Ισπανικής Σαχάρα μέχρι την αποχώρησή τους, το 1976 με την προσάρτηση στο Μαρόκο και την εμφάνιση του κινήματος POLISARIO. Οι Πορτογάλοι εκτός από την Αγκόλα και την Μοζαμβίκη, όπου αντιμετώπιζαν όλο και εντονότερη την αντίσταση των ανταρτών του MPLA στην Ανγκόλα και του FRELIMO στη Μοζαμβίκη, που εξασφάλισαν την ανεξαρτησία του 1975.

Ε. Η αμερικανο-σοβιετική αντιπαράθεση. Ο νεοαποικισμός της Μαύρης Ηπείρου

Η Αφρική διατηρούσε για καιρό την ανάμνηση των μεγάλων αγώνων που συνέτριψαν την αποικιοκρατία, όπως πχ η εθνική εξέγερση της Μαδαγασκάρης, η αλγερινή επανάσταση, η εξέγερση των μάου-μάου στην Κένυα, οι απελευθερωτικοί αγώνες στη Ροδεσία και στις πορτογαλικές αποικίες στην Ανγκόλα και Μονζαμβίκη, η πρώτη απόσχιση της επαρχίας Κατάγκα (σημερινή ονομασία Σαμπα), την απόκτηση της ανεξαρτησίας του πρώην Βελγικού Κονγκό. Ο αποσχιστικός πόλεμος στην Μπιάφρα, ο οποίος το 1967 έως το 1970 στοίχισε τη ζωή σε περισσότερο από ένα εκατομμύριο νιγηριανούς.

Με την άνοδο του αραβικού εθνικισμού η σοβιετική παρουσία αρχικά και στη συνέχεια στο Σουδάν και τη Σομαλία ενισχύεται. Στο κέρας της Αφρικής, το πραξικόπημα του Μεγκίστου στην Αιθιοπία γίνεται με τη στήριξη της ΕΣΣΔ. Τα 30 χρόνια αγώνων για ανεξαρτησία του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος της Ερυθραίας – η πιο μακροχρόνια σύγκρουση της σύγχρονης ιστορίας της ηπείρου – ώσπου να καταλήξουν το 1993 τη γέννηση του 52ου αφρικανικού κράτους, της Ερυθραίας.

Μετά το τέλος της πορτογαλικής αποικιοκρατίας ενισχύθηκε η σοβιετική παρουσία στην Ανγκόλα με 50.000 κουβανούς μισθοφόρους.

Η νέα κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στην υποσαχάρια Αφρική, από την κατάρρευση των πρώην πορτογαλικών αποικιών στην Ανγκόλα και τη Μοζαμβίκη, με την προοπτική νίκης του λαού της Ζιμπάμπουε και με το κίνημα POLISARIO στη Δυτική Σαχάρα, με επακόλουθο μία νέα φάση του ανταγωνισμού των ΗΠΑ-ΕΣΣΔ στη μαύρη ήπειρο με την απαρχή της ρηγκανικής εξορμήσης, ανάγκασαν-υποχρέωσαν να ακολουθήσουν μία πολιτική άμεσων επεμβάσεων.

Σε διάστημα 40 χρόνων, η αποδυνάμωση των κρατών, η αναζωπύρωση φυλετικών – αλήθεια ποιος θυμάται τους Χούτου και Τούτσι – και των εθνικιστικών συγκρούσεων, η πολιτική λιτότητας, τα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα πολλαπλασίασαν τις εστίες της αναταραχής στην Αφρική.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ, Μπαζιλ Νταβιντσον, εκδόσεις Άλμπατρος, 1980
  2. ΒΙΣΜΑΡΚ, Εμίλ Λούντβιχ, εκδόσεις Γκοβόστη
  3. ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ ‘75, εκδόσεις Έρευνα
  4. Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΙΝΑΣ, εκδόσεις Πλανήτης
  5. Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΜΑΥΡΩΝ, εκδόσεις Α/συνέχεια, 1985