Άρθρα

Η Άλκη Ζέη θα θυμίζει για πάντα ποιοι είχαν δίκιο

Σε ηλικία 97 ετών πέθανε η Άλκη Ζέη. Έφυγε πλήρης ημερών αλλά ανήκε σε μια γενιά που στη ζωή της δεν πρόλαβε. Γράφει, με αφορμή τον Ευγένιο στην «αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα»:

..Ήθελε να γίνει χειρούργος, αλλά δεν πρόλαβε. Κανείς από τη γενιά μας δεν πρόλαβε. Μας προλάβαιναν άλλα. Πόλεμος, Δεκέμβρης, Εμφύλιος, Δικτατορία. Όλο τα παλιά θυμόσαστε. Μας βαριούνται. Δε λέμε να τα ξεχάσουμε, είναι όλη μας η ζωή. Πόσες φορές είπαμε να τη φτιάξουμε από την αρχή. Δεν είναι το κουράγιο που μας έλειψε.

Η Άλκη Ζέη, αν και έφτασε στα 97, δεν πρόλαβε να χτίσει τον κόσμο τον οποίο ονειρεύτηκε στα νιάτα της. Πρόλαβε όμως να αφήσει κληρονομιά και παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές, την ζωντανή εικόνα ενός πολιτικού και κοινωνικού στρατοπέδου που διακρίθηκε από άφθαστο ηρωισμό και απαράμιλλη ποιότητα. Αυτή η πλευρά του έργου της ξεπερνά ίσως όλα τα υπόλοιπα. Ξεπερνά το γεγονός ότι ίδρυσε το σύγχρονο παιδικό και εφηβικό μυθιστόρημα στην Ελλάδα με το «καπλάνι της βιτρίνας». Ξεπερνά και το γεγονός ότι ήταν μια πολυμεταφρασμένη συγγραφέας που έστειλε την ελληνική λογοτεχνία σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

Η Άλκη Ζέη είναι η απόδειξη ότι οι μεγάλοι συγγραφείς γεννιούνται από τις εποχές με τα μεγάλα οράματα. Και αντίστοιχα, τις μεγάλες ήττες (ή νίκες), τις μεγάλες αποτυχίες (ή επιτυχίες). Επιβεβαιώνει ότι τα μεγάλα έργα που αποτυπώνουν τις μεγάλες συγκρούσεις της εποχής μας αυτονομούνται από τον δημιουργό και τις επιλογές του.

Τι τους έπιασε σήμερα και γράφουν στους τοίχους; Κάτι τεράστια κόκκινα γράμματα. Ε ΜΟΡΤΟ… Ένα μικρό καμιόνι, σταματημένο μπροστά, μ’ εμποδίζει να διαβάσω τη συνέχεια. Ποιος να πέθανε; Σίγουρα κανένα στέλεχος του ιταλικού κομμουνιστικού κόμματος. Το καμιονάκι ξεκινάει, φεύγει. Ε ΜΟΡΤΟ ΤΖΙΟΥΖΕΠΕ ΣΤΑΛΙΝ.

– Ζαν-Πωλ…

Ο Ζαν-Πωλ τρομάζει με την κραυγή μου κι έρχεται προς το παράθυρο με την καφετιέρα στο χέρι.

– Τι έπαθες;

– Πέθανε ο Στάλιν, λέω ξέπνοα και του δείχνω τον απέναντι τοίχο.

– Δεν ήτανε και τόσο γέρος. Έλα μέσα, θα κρυώσει ο καφές.

Τον κοιτάζω σαν τρελή. Τι μου λέει; Δεν ήταν τόσο γέρος! Τρέμω ολόκληρη.

Πέθανε. Πέθανε ο Στάλιν! Το καταλαβαίνεις; Ο Ζαν-Πωλ με κοιτάζει όλο απορία.

Τώρα φωνάζω υστερικά: Πέθανε ο Στάλιν! Πέθανε ο Στάλιν! Ο Ζαν-Πωλ μου σφίγγει τους καρπούς των χεριών να ηρεμήσω…

– Δάφνη, ηρέμησε.

Το είπε επιτιμητικά. Γυρίζω και τον κοιτάζω. Πίνει καφέ! Μπορεί και καταπίνει! Σε λίγο μπορεί να θέλει να ζωγραφίσει ή να ξαναπλαγιάσει μαζί μου! Κρατάει το φλιτζάνι και το χέρι του δεν τρέμει. Τα δάχτυλά του είναι μακριά και λεπτά με ροζ παιδιάστικα νύχια. Πιάνουν το πινέλο και ζωγραφίζουν.

Δεν το ‘πιασαν όμως ποτέ ξυλιασμένα και πρησμένα από τις χιονίστρες να γράψουν στον τοίχο. Να γράψουν: ΣΤΑΛΙΝΓΚΡΑΝΤ. «Αν ήξερε ο Μουστάκιας τι τραβάμε» έλεγε το Κατινάκι πριν το εκτελέσουν. «Ξέρει ο Μουστάκιας τι κάνει», λέγαμε στην αρχή του πολέμου, όταν η Σοβιετική Ένωση υπέγραψε τη συνθήκη με τη Γερμανία του Χίτλερ. «Να δείτε που θα τους τη σκάσει, ο Μουστάκιας!». Κι εγώ που ονειρευόμουνα να τον δω με τα μάτια μου!

Δεν φωνάζω πια, μόνο που τα δάκρυα τρέχουν ασταμάτητα από τα μάτια μου. Ο Ζαν-Πωλ έχει καθίσει αμίλητος στην άκρη του κρεβατιού. Μου δίνει το φλυτζάνι του να πιώ καφέ. Του γνέφω πως δεν θέλω. Νιώθω πως αν βάλω έστω και μια γουλιά στο στόμα μου, θα κάνω εμετό. Ο Ζαν-Πωλ θα έχει απορήσει με μένα. Πώς να μην απορήσει; Τι να καταλάβει από μένα; Δεν ένιωσε ποτέ του πείνα, δεν τριγύριζε ποτέ στους δρόμους χωρίς να ξέρει πού θα περάσει τη νύχτα, δεν του ξεκόλλησαν τους φίλους του από τη σάρκα του για να τους στήσουν στον τοίχο, δεν αποκήρυξε ό,τι πίστευε για να πάψουν να τον βασανίζουν, «δηλώ εγγράφως ότι αποκηρύσσω τας κομμουνιστικάς ιδέας ως εθνοκτόνους…».

Πώς θα γίνει μεγάλος ζωγράφος αφού δεν πόνεσε, δεν έζησε, δεν συναπάντησε στο δρόμο του τους ανεμοδαρμένους;

Το έργο της Άλκης Ζέη θα θυμίζει για πάντα ότι παρά τις διαψεύσεις, τις αντιφατικότητες, τις παλινορθώσεις, στον εικοστό αιώνα αναμετρήθηκαν δύο κόσμοι. Και στην αναμέτρηση αυτή, ο ένας κόσμος είχε το δίκιο με το μέρος του. Μπορεί να έκανε λάθη, μπορεί να είχε και σακατιλίκια και ελεεινότητες, αλλά αυτός ο κόσμος πίστεψε παράφορα στην ιδέα της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ειρήνης, της πανανθρώπινης λευτεριάς. Κι έστω κι αν ηττήθηκε, διατηρεί το ηθικό του πλεονέκτημα. Που δεν καταργείται από όσους το επικαλούνται ενώ μήδισαν.

Η μεγάλη σύγκρουση του εικοστού αιώνα σήμερα μοιάζει να αποκοιμήθηκε νανουρισμένη από συγκλίσεις και συναινέσεις σε «κοινούς τόπους». Αλλά αυτοί οι «κοινοί τόποι» δεν είναι παρά οι αλήθειες των νικητών. Που επιβάλουν την ατζέντα τους, τον πολιτισμό τους, την πολιτική τους και τον λόγο τους. Όσο όμως τα ανειρήνευτα ανταγωνιστικά κοινωνικά συμφέροντα ανάμεσα στους ισχυρούς και τους ανίσχυρους παραμένουν (και όχι απλά παραμένουν, αλλά οξύνονται), τόσο αυτή η σύγκρουση θα καραδοκεί πίσω από κάθε γωνιά της ιστορίας μέχρι να ξαναπάρει μορφή, συγκρότηση και να σχηματίσει αξιόμαχο στρατόπεδο. Το μεγαλείο, η ανιδιοτέλεια και η τραγικότητα του στρατοπέδου που είχε δίκιο αλλά έχασε, θα τροφοδοτήσει την ανασύστασή του.

Αυτό το μεγαλείο μπορεί να μην το μαθαίνουν στα σημερινά παιδιά η επίσημη ιστορία και το σχολείο.

Θα τους το μαθαίνουν η Άλκη Ζέη και η Ζωρζ Σαρρή.