Άρθρα

Διεκδίκηση ή διαχείριση;

Ανακοίνωση του Συντονισμού Διαλόγου και Δράσης Κομμουνιστικών Δυνάμεων

Μετά τα αποτελέσματα των εκλογών της 7ης Ιουλίου του 2019 μια κατάσταση με νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά διαμορφώνεται στην πολιτική ζωή της χώρας. Τη σοσιαλφιλελεύθερη – διαχειριστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, διαδέχτηκε η ακραιφνώς νεοφιλελεύθερη και συντηρητική πολιτική έκφραση της αστικής τάξης που εκφράζεται μέσα από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Στο διάστημα των δυόμιση αυτών μηνών, η πολιτική του κυβερνώντος κόμματος παρουσιάζει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

– Ένταση της επιθετικότητας του κεφαλαίου, ως προς τους όρους εξυπηρέτησης των συμφερόντων του, αλλά και ως προς την καταστρατήγηση και το ζωτικό χτύπημα των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Ξεχωρίζει η επίθεση στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα που επιχειρεί να δώσει με το πρόσφατο νομοσχέδιο η κυβέρνηση, το οποίο καταργεί στην πράξη τις συλλογικές συμβάσεις, ενώ επιχειρεί να ποδηγετήσει τον συνδικαλισμό με τα ηλεκτρονικά μητρώα και ψηφοφορίες. Η σπουδή με την οποία η κυβέρνηση ικανοποιεί αιτήματα του εγχώριου και ξένου κεφαλαίου που είχαν αντιμετωπίσει την αντίθεση του λαϊκού κινήματος είναι χαρακτηριστική στην περίπτωση των Σκουριών και του Ελληνικού. Το περιβάλλον υποβαθμίζεται και περιφρονείται, ενώ ο πολιτισμικός πλούτος της χώρας εκποιείται, αν δεν θεωρείται εμπόδιο για τις κάθε είδους «επενδύσεις».

– Συνέχιση της πορείας όλο και βαθύτερης ενσωμάτωσης της αστικής τάξης της χώρας μας και του πολιτικού της προσωπικού στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, παίρνοντας της σκυτάλη από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Το ζήτημα της μνημονιακής επιτροπείας και του πρόθυμου ακολουθητισμού στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς αποκτά κι αυτό νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά.   Η άρχουσα τάξη υποτάσσεται πλήρως στον αμερικάνικο και ευρωενωσιακό ιμπεριαλισμό, ευελπιστώντας να βελτιώσει τη θέση της στο παγκόσμιο σύστημα, με τη συμμετοχή της στα παιχνίδια των μεγάλων δυνάμεων στο χώρο της Μεσογείου και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής.

– Ένταση και όξυνση του αυταρχισμού: η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, μιας κερδισμένης με αίμα κατάκτησης του φοιτητικού και λαϊκού κινήματος, είναι ενδεικτική της προσπάθειας της άρχουσας τάξης να ξεμπερδέψει το συντομότερο δυνατό με τα πιο προοδευτικά και φιλολαϊκά στοιχεία της πολιτικής κληρονομιάς της περιόδου της Μεταπολίτευσης. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται οι επιθέσεις σε κοινωνικούς χώρους και αγωνιστές  στα Εξάρχεια.

– Ταχύτατα προωθούμενες ιδιωτικοποιήσεις: Η ΔΕΗ, απ` ό,τι φαίνεται, θα είναι το επόμενο βήμα σ` αυτή τη διαδικασία, με την απαξίωσή της και την πλήρη και οριστική εκποίησή της στον ιδιωτικό τομέα. Αλλά και τα πρώτα δείγματα της κυβερνητικής πολιτικής σε τομείς όπως η υγεία και η παιδεία  και το συνταξιοδοτικό σύστημα καταδεικνύουν αυτήν ακριβώς την πορεία προς την ιδιωτικοποίηση των βασικών δημόσιων αγαθών και τη βαθύτερη σύνδεσή τους με τις ανάγκες της αγοράς .

– Συντηρητικοποίηση και οπισθοδρόμηση σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής που, δυστυχώς, βρίσκει πρόσφορο έδαφος και σε σημαντικό τμήμα των λαϊκών στρωμάτων, με χαμηλή πολιτική εμπειρία και συνείδηση. Τα μέτρα και οι απαράδεκτες συνθήκες “φιλοξενίας” των αιτούντων άσυλο, για τα οποία ευθύνεται τόσο η σημερινή όσο και η προηγούμενη κυβέρνηση εντάσσονται και σε αυτό το πλαίσιο. Το ίδιο και η ένταση ενός πρωτόγονου εθνικισμού (που δεν διστάζει, ωστόσο, να χαρακτηρίσει την αρχαία πολιτιστική κληρονομιά ως εμπόδιο για τις επενδύσεις). Στο ίδιο πάντα πλαίσιο εγγράφονται και οι προτροπές της Υπουργού Θρησκευμάτων και Παιδείας (με συνειδητή την αντιστροφή των όρων του τίτλου του Υπουργείου) για εμπλοκή των ιεροδιδασκάλων (!) στην εκπαιδευτική διαδικασία ή, ακόμα, την αποστροφή της ίδιας ότι η ιστορία δεν θα πρέπει να έχει κοινωνιολογικό χαρακτήρα αλλά να προάγει την εθνική συνείδηση…

– Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση επιχειρεί να οικοδομήσει κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες με ορισμένα μεσαία στρώματα πάνω στη μείωση της φορολογίας και με κάποιες ελαφρύνσεις που δεν ανατρέπουν αλλά ενισχύουν την κύρια πολιτική κατεύθυνση: την μείωση της φορολογίας των πολυεθνικών μονοπωλιακών ομίλων, την ενίσχυση της κερδοφορίας τους.

– Επιχειρεί να αναπτύξει συμμαχίες και με τμήματα της εργατικής τάξης και του λαού πάνω στη λεηλάτηση των εργατικών δικαιωμάτων και του περιβάλλοντος στο όνομα των επενδύσεων και της «ανάπτυξης για όλους». Επιχειρεί έτσι να μετατρέψει την παθητική αποδοχή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής -στην οποία διέπρεψε ο ΣΥΡΙΖΑ- σε μια ενεργητική στήριξή της.

– Αυτή η πολιτική δεν μπορεί όμως να αντιστρέψει ριζικά το πρόβλημα των επενδύσεων, γεγονός που αποδεικνύεται από την διεθνή αδυναμία του κεφαλαίου να ξεπεράσει την στασιμότητά τους. επενδύσεων. Διότι αυτή οφείλεται στην αδυναμία να αναταχθεί σταθερά η πτωτική πορεία του μέσου πσοσοστού κέρδους, με αποτέλεσμα να καταστρέφονται μαζικά τα πιο αδύναμα κεφάλαια. Αποδεικνύεται ότι ούτε η μείωση του εργατικού κόστους, ούτε η λεηλασία της φύσης μπορούν να βγάλουν το σύγχρονο καπιταλισμό από τις δομικές αντιθέσεις του. Αντίθετα, όλα τα μέχρι τώρα μέτρα οδηγούν προοπτικά σε ακόμα μεγαλύτερη όξυνση αυτών των αντιθέσεων. Εκεί βρίσκεται η ρίζα της όξυνσης των θανατηφόρων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, όπως δείχνει το Brexit, οι πολεμικές προετοιμασίες στον Περσικό, οι αντιπαραθέσεις για τα κοιτάσματα στην Κύπρο και την Αν, Μεσόγειο.

Ποιος θα απαντήσει σε αυτήν την καταστροφική δίνη στην οποία μπαίνει η χώρα; Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί και δεν θέλει: ολοκληρώνει ταχέως την πορεία συμβιβασμού με τη στρατηγική του ιμπεριαλισμού και τη νεοφιλελεύθερη διαχείριση, παρόλες τις σοσιαλδημοκρατικού τύπου -φραστικές κυρίως- διαφοροποιήσεις, και χωρίς να παραγνωρίζουμε τις λαϊκές και προοδευτικές φωνές που έχουν ενδεχομένως εγκλωβιστεί στο εσωτερικό του ή στο εκλογικό σώμα που τον στήριξε.

Τα κόμματα που διατυπώνουν ένα πιο ριζοσπαστικό, προοδευτικό ή και κομμουνιστικό λόγο, παρά την προσφορά και τους αγώνες της βάσης τους, δεν φάνηκαν ικανά να ωφεληθούν από την πολιτική συγκυρία των εκλογών, αλλά ούτε και να εκτιμήσουν τη βαρύτητα του αποτελέσματος: η εκλογική επίδοση του ΚΚΕ ήταν εντός του πλαισίου της πτωτικής τάσης των τελευταίων χρόνων, η ΛΑΕ κυρίως αλλά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ υπέστησαν σοβαρότατες εκλογικές ήττες. Το κύριο είναι ότι κανένας από αυτούς του φορείς δεν φαίνεται να έβγαλε τα αναγκαία συμπεράσματα από τις ήττες και τις αποτυχίες του.

Εξαιρετικά σημαντικό πρόβλημα συνιστά η ύφεση του λαϊκού κινήματος και η αδυναμία ανάπτυξης μαζικών αγώνων με πρωτοπόρα την εργατική τάξη. Ωστόσο αναπτύσσονται δειλά και με δυσκολίες κάποια πρώτα αγωνιστικά σκιρτήματα όπως η απεργία της 24ης Σεπτέμβρη και διαδηλώσεις για δημοκρατικά ζητήματα (για τα Εξάρχεια, τον Φύσσα και τον ένα χρόνο από τη δολοφονία του Ζακ). Ωστόσο απουσιάζει ένα συνεκτικό σχέδιο ανάτασης του μαζικού κινήματος και σύνδεσης των επιμέρους κινητοποιήσεων και αγώνων.

Μέσα σ` αυτές τις νέες, δύσκολες και περίπλοκες συνθήκες, οι συλλογικότητες και οι αγωνιστές που συναπαρτίζουμε το Συντονισμό Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεων, δηλώνουμε παρούσες και παρόντες την ανάγκη για μια ριζική αλλαγή πορείας της Αριστεράς, για μια συστράτευση δυνάμεων που θα βάλουν φρένο στην περαιτέρω ενίσχυση του κατακερματισμού, της μοναχικής «κομματικής» πορείας και των δήθεν ενωτικών προτάσεων που  στόχο έχουν την ενδυνάμωση μόνον του «κόμματος». Δηλώνουμε την ανάγκη για την αναζήτηση, προσέγγιση και κατάκτηση ενός σύγχρονου εναλλακτικού κομμουνιστικού προγράμματος.

Αναγνωρίζουμε την αναγκαιότητα συγκρότησης ενός επαναστατικού πολιτικού φορέα, αλλά και ενός σύγχρονου εργατικού και λαϊκού, κοινωνικοπολιτικού, μετώπου, που θα υπερασπίζεται τις κατακτήσεις και θα διεκδικεί τα σύγχρονα δικαιώματα των εργαζομένων, του λαού και της νεολαίας, προωθώντας τη ρήξη και ανατροπή της επίθεσης του καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού και του ϕασισμού. Δεσμευόμαστε να προχωρήσουμε σε μια σειρά άμεσων πολιτικών πρωτοβουλιών. Σ` αυτές συμπεριλαμβάνουμε το άνοιγμα της συζήτησης για τη δημιουργία ενός πόλου συσπείρωσης κομμουνιστικών ρευμάτων, ενός προπλάσματος του αναγκαίου «πολιτικού φορέα», παίρνοντας υπ` όψη τις διαφορετικές θεωρητικές προσεγγίσεις και στηριζόμενοι πάνω στις κατακτήσεις και στη συσσωρευμένη εμπειρία, θετική και αρνητική, του κομμουνιστικού κινήματος.

Για την ανάπτυξη του μαζικού κινήματος, προτείνουμε τις ακόλουθες μετωπικές πρωτοβουλίες: α)να προωθήσουμε μια ενωτική, συσπείρωση των ταξικών μαχόμενων δυνάμεων στο εργατικό κίνημα και να συμβάλουμε σε έναν ουσιαστικό συντονισμό ανεξάρτητων αγωνιζόμενων συνδικάτων,  β) να συμβάλουμε σε μια νέα πνοή στον Πανελλαδικό Αντιπολεμικό Κινηματικό Συντονισμό (ΠΑΚΣ), γ) να συμβάλουμε στη δημιουργία μιας κίνησης για τα δημοκρατικά δικαιώματα και την αντιφασιστική πάλη, δ) να συντονίσουμε τις δυνάμεις μας και να συμβάλουμε σε μια κοινή δράση σχημάτων στις περιφέρειες και τους δήμους, ε) να συντονίσουμε τις δυνάμεις μας και να συμβάλουμε στο φοιτητικό και νεολαιίστικο κίνημα. Προτείνουμε να ξεκινήσει μέσα στον Οκτώβριο μία διαδικασία  συσκέψεων και συνελεύσεων, ώστε να συζητηθούν και να προωθηθούν οι παραπάνω πρωτοβουλίες.

Παράλληλα, κατανοούμε την ανάγκη για μια μετωπική πρωτοβουλία συσπείρωσης αριστερών δυνάμεων σε μια πολιτική συμφωνία διαλόγου και κοινής δράσης που θα αγωνιστεί έμπρακτα ενάντια στην κυβέρνηση της ΝΔ και την πολιτική της, ενάντια στην επανενσωμάτωση στον ΣΥΡΙΖΑ, με ένα συγκεκριμένο, θετικό πολιτικό πλαίσιο αιτημάτων υπέρ της βελτίωσης της θέσης των εργαζομένων, του λαού και της νεολαίας.

Μια τέτοια μετωπική πρωτοβουλία συσπείρωσης χρειάζεται ένα πρόγραμμα πάλης με βάση τους παρακάτω βασικούς άξονες:

– Κατάργηση όλων των μνημονιακών νόμων, ουσιαστικές αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις και λαϊκό εισόδημα, με σταθερές εργασιακές σχέσεις και μείωση του χρόνου εργασίας, προοδευτική φορολογία και προστασία της λαϊκής κατοικίας.

– Παύση πληρωμών, διαγραφή του δημόσιου χρέους, διαγραφή – ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους των λαϊκών στρωμάτων.

– Εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων με δημοκρατικό, εργατικό και κοινωνικό έλεγχο.

– Έξοδος από ευρώ και Ευρωπαϊκή Ένωση, λαϊκή κυριαρχία στη νομισματική πολιτική και σε όλους τους τομείς, στην οικονομία, την πρόνοια, την άμυνα, τη δημόσια περιουσία.

– Ειρήνη και ισότιμη συνεργασία των λαών σε Βαλκάνια, Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο. Έξοδος από το ΝΑΤΟ, έξω οι βάσεις. Όχι στη νατοϊκή Συμφωνία των Πρεσπών και στον άξονα με ΗΠΑ, Ισραήλ, Αίγυπτο.

– Υπεράσπιση και διεύρυνση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των εργατικών λαϊκών ελευθεριών, αποφασιστική αντιφασιστική πάλη.

– Δημόσια και δωρεάν υγεία, παιδεία και ασφάλιση για όλους.

– Υπεράσπιση των μικρομεσαίων στρωμάτων και της μικρομεσαίας αγροτιάς.

– Στήριξη των δικαιωμάτων των νέων εργαζόμενων, των φοιτητών και μαθητών, των γυναικών και όλων των καταπιεζόμενων ομάδων.

– Υπεράσπιση των προσφύγων και των μεταναστών.

– Προστασία του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος από την καταστροφή χάριν του κέρδους.

Έχουμε επίγνωση των δυσκολιών του εγχειρήματος που έχουμε αναλάβει. Ωστόσο, με ανοιχτό μυαλό και με μαχόμενη αισιοδοξία, πιστεύοντας ότι η φύση και η ιστορία απεχθάνονται το κενό και ότι η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα της πατρίδας μας συνεχίζουν να αναζητούν μία πολιτική διέξοδο από τη σημερινή κατάσταση,  σε διεθνιστική συνεργασία με τους εργαζόμενους των άλλων χωρών, θα συμβάλουμε ενωτικά για  να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της εποχής μας, στις ανάγκες της εργατικής τάξης και του λαού, στο άνοιγμα καινούριων δρόμων του σοσιαλισμού.  Και καλούμε συλλογικότητες και συναγωνιστές/τριες που συμμερίζονται τις αγωνίες μας  να βαδίσουμε από κοινού στο δρόμο των κοινωνικών αγώνων, της ενιαιομετωπικής δράσης, της κομμουνιστικής προοπτικής.

Στην κατεύθυνση αυτή θα οργανώσουμε μια πρώτη συζήτηση για τη συγκρότηση πολιτικής – προγραμματικής πρότασης, με την οποία θα ξεκινήσουν οι μαζικές διαδικασίες διαλόγου στην Αθήνα σε πόλεις, κλαδους και γειτονιές, τέλη Οκτωβρίου – αρχές Νοεμβρίου, και την αγωνιστική παρουσία του Συντονισμού Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεων στην πορεία του Πολυτεχνείου.

Ψηφίζουμε αριστερά ριζοσπαστικά ενωτικά ψηφοδέλτια και αγωνιστές | Ανακοίνωση για τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές

1. Οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές γίνονται σε μια περίοδο αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων. Αντικειμενικά θα τεθεί στην ημερήσια διάταξη το σύνολο των προβλημάτων που απασχολούν την ελληνική κοινωνία. Απαιτείται επομένως κεντρικός πολιτικός προσανατολισμός ενάντια στις πολιτικές του κεφαλαίου και της ΕΕ, ενάντια στην κυβέρνηση Τσίπρα και στις όμοιες πολιτικές των ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ. Χρειάζεται αντιπαράθεση με το σύνολο των νεοφιλελεύθερων, αντιδραστικών και αντιδημοκρατικών ρυθμίσεων γενικά και στην τοπική αυτοδιοίκηση ειδικότερα.

2. Το νέο θεσμικό πλαίσιο στους ΟΤΑ με την ψήφιση του Κλεισθένη, δημιουργεί ένα ακόμα ασφυκτικότερο τοπίο για τους Δήμους και τις Περιφέρειες. Η μεταρρύθμιση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ αποτελεί συνέχεια και βάθεμα των προηγούμενων αλλαγών (Καλλικράτης) και βρίσκεται στην ίδια αντιλαϊκή κατεύθυνση λιτότητας, συγκεντρωτισμού, ανταποδοτικότητας των κοινωνικών υπηρεσιών. Η απλή αναλογική στην εκλογή των Συμβουλίων αντιφάσκει με την εκλογή δημάρχων και περιφερειαρχών στο δεύτερο γύρο, διαμορφώνοντας αυτοδιοικητικές αρχές που είτε θα περιορίζονται στη λογιστική διαχείριση των ΟΤΑ σύμφωνα με τις νεοφιλελεύθερες επιταγές, είτε θα αναζητούν την απαιτούμενη πλειοψηφία με υπόγειες συναλλαγές. Η αντιπαράθεση για αυτό το ζήτημα ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ κρύβει τη βαθιά συμφωνία τους στον αντιλαϊκό και φορομπηχτικό χαρακτήρα που θέλουν για την τοπική διοίκηση.

3. Ο Δήμος είναι ένας χώρος που συγκεντρώνει ένα εύρος κοινωνικών κατηγοριών στις οποίες θέλουμε να απευθυνθούμε, πολλές από τις οποίες δεν είναι και εύκολο να προσεγγιστούν σήμερα σε άλλο κοινωνικό χώρο. Η παρέμβαση στη γειτονιά είναι κρίσιμη και απαιτεί συνέχεια, συστηματικότητα, γείωση, πειραματισμό στις μορφές και φυσικά ορισμό των μετώπων πάλης και των περιεχομένων μίας παρέμβασης. Η πρόκληση για τις δυνάμεις της σύγχρονης κομμουνιστικής Αριστεράς είναι να δώσουν τη μάχη των αυτοδιοικητικών εκλογών παλεύοντας για την έστω και μικρή αντιστροφή της κατάστασης ήττας και υποχώρησης στην οποία έχει περιέλθει το λαϊκό κίνημα. Ειδικότερα απαιτείται αντιπαράθεση με τη λογική του μονόδρομου, της έλλειψης εναλλακτικής, του μικρότερου κακού που με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στο ακόμη χειρότερο. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι ο καλύτερος υπηρέτης αυτής της δηλητηριώδους για την εργαζόμενη κοινωνία λογικής.

4. Υπό αυτές τις συνθήκες, ενωτικά, κινηματικά και ριζοσπαστικά, μετωπικά σχήματα της Αριστεράς είναι ο αναγκαίος δρόμος για να βγούμε από τη σημερινή δύσκολη κατάσταση. Υποστηρίζουμε εγχειρήματα που δίνουν τη μάχη των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών με τη σημαία της διεκδίκησης και όχι της διαχείρισης. Τα σημερινά όρια στην αυτοδιοίκηση είναι ασφυκτικά και χρειάζεται υπέρβασή τους, με το λαό δίπλα και μαζί με τις τοπικές αρχές που θα επιλέξουν να βαδίσουν σε μια τέτοια κατεύθυνση. Κρίσιμο στοιχείο είναι να υπάρξουν τέτοια εγχειρήματα ανυπακοής και αντιπαράθεσης με το αστικό πλαίσιο των Δήμων και Περιφερειών. Να στηριχθούν έμπρακτα παραδείγματα πειραματισμών και δοκιμασιών με σχήματα και τοπικές κινήσεις που θα τινάξουν τη σκουριά του αστικού τρόπου πολιτικής. Απέναντί μας βρίσκεται τόσο ο εκλογικός κρετινισμός, όσο και η λογική της ανάθεσης. Τα εγχειρήματα και οι κινήσεις που αξίζει να υποστηριχτούν είναι αυτά που προβάλουν τις λαϊκές ανάγκες, οργανώνουν την κοινωνική αντίσταση, παλεύουν για θεσμούς κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης.

5. Η συμμετοχή μας στη μάχη των αυτοδιοικητικών εκλογών έχει στόχο τη στήριξη σε ενωτικές τοπικές κινήσεις, που θα συνεχίσουν την παρουσία τους και μετά τις εκλογές. Η εκλογική διαδικασία είναι μέσο για σχήματα που θα κάνουν δουλειά στις τοπικές κοινωνίες, θα είναι δίπλα στο λαό και στα μικρά ή μεγάλα προβλήματά του. Αυτή η ξεχασμένη λογική και πράξη είναι το απαραίτητο οξυγόνο για τις δυνάμεις της Αριστεράς που θέλουν να θέσουν τον εαυτό τους στην υπηρεσία της ανάταξης του λαϊκού κινήματος. Η γενικευμένη αναξιοπιστία είναι τέτοια που απαιτούνται νέα πρόσωπα, ανοικτά σχήματα, κινήσεις διεκδικητικές, ριζοσπαστικές με κοινωνική γείωση, χωρίς μονότονη προσφυγή στην αριστερή φρασεολογία. Επιπλέον η συγκρότηση τέτοιων σχημάτων και ψηφοδελτίων στηρίζεται στην πλατιά και διαρκή κοινωνική απεύθυνση, σε ένα κάλεσμα που δεν εξαντλείται στην προεκλογική περίοδο, και που οικοδομεί και δεν αθροίζει απλά δυνάμεις.

6. Έχοντας επίγνωση των σημερινών δυσκολιών, αλλά και της ανάγκης από σήμερα να αρχίζει να χαράζεται μία άλλη κατεύθυνση, φυσιογνωμία και πρακτική για μία σύγχρονη ριζοσπαστική και κομμουνιστική Αριστερά στις γειτονιές και συνολικά. Η σημερινή υπαρκτή Αριστερά δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις άμεσες και μακροπρόθεσμες ανάγκες ανασυγκρότησης και ανασύνθεσης του κινήματος. Η δημιουργία μιας νέας πολιτικής σύνθεσης είναι ανάγκη που βοά, ταυτόχρονα όμως προϋποθέτει ριζικές ανατροπές και αλλαγές στην πολιτική και κινηματική παρέμβαση της Αριστεράς.

7. Για το Συντονισμό Κομμουνιστικών Δυνάμεων, η κοινή παρέμβαση στη μάχη των αυτοδιοικητικών εκλογών αποτελεί ένα βήμα που προσπαθεί να εξυπηρετεί τη γενική πολιτική γραμμή μας και ένα συνολικό πολιτικό σχέδιο πάλης ενάντια στα μνημόνια και το ευρωσύστημα. Για μια συνεύρεση ριζοσπαστικών και αριστερών δυνάμεων που μπορεί να πάρει μαζικά και πλειοψηφικά χαρακτηριστικά, δίχως χαρακτηριστικά κομματικής παράταξης για μια καλή «αριστερή καταγραφή». Ειδικά στη δύσκολη συγκυρία της ήττας μετά τη μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Τέτοια φυσιογνωμικά στοιχεία και πολιτική κατεύθυνση υπάρχουν σε πολλά σχήματα και ψηφοδέλτια και αυτά δεν είναι λίγα πλέον πανελλαδικά.

Συμμετέχουμε στις εκλογές, ψηφίζουμε αριστερά ριζοσπαστικά ενωτικά ψηφοδέλτια και αγωνιστές!

Για μια νέα δυναμική για την Αριστερά, για την κομμουνιστική Αριστερά της νέας εποχής!

Συντονισμός Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεων

Μια από τα ίδια ή μια άλλη αρχή;

Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε με βάση την προφορική τοποθέτηση που έγινε στη συζήτηση για τον συντονισμό των κομμουνιστικών δυνάμεων στην Πάντειο στις 1/2/19.

Ας ξεκινήσουμε με μία πιο «καθοδηγητική» διαπίστωση. Δεν έχουμε χρόνο –ζήτημα είναι αν προλαβαίνουμε, δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια πολλών επιλογών, πολλών άστοχων ενεργειών. Η κατάσταση στη λεγόμενη πραγματική αριστερά (αντισυστημική ή καλύτερα κομμουνιστική) είναι πολύ δύσκολη. Βρισκόμαστε στα όρια της διάλυσης. Αν συνεχίζουμε να αθροίζουμε επιπλέον άστοχες ενέργειες, πολλαπλασιάζουμε και επιταχύνουμε τις διαδικασίες διάλυσης – παραίτησης. Η λέξη αναξιοπιστία είναι αυτή που περιγράφει την εικόνα μας και την πραγματικότητά μας όπως ακριβώς την αντιλαμβάνεται ο καθημερινός πραγματικός άνθρωπος.

Η πρώτη δημόσια συζήτηση του συντονισμού των κομμουνιστικών οργανώσεων δεν μπορεί παρά να αναζητάει καταρχήν να αποφύγει το «μία από τα ίδια», προσπαθώντας να υλοποιήσει αποτελεσματικά (η αποτελεσματικότητα είναι ακόμα μία λέξη που μας πληγώνει) μία άλλη -κυριολεκτικά νέα- αρχή.

Από την άποψη αυτή, η συζήτηση που ξεκινάει δημόσια στις 1/2/2019 δεν πρέπει να είναι η κλασικά συνηθισμένη συζήτηση αμφιθεάτρου μικροοργανώσεων και μικροπαραγόντων της αριστεράς που έχει πολλά λόγια και αναλύσεις αλλά δεν οδηγεί στην παραγωγή έργου και γεγονότων. Δεν μπορεί να είναι μία συζήτηση αμηχανίας και παρηγοριάς μπροστά στην επερχόμενη περαιτέρω συρρίκνωση και απομόνωση της αριστεράς. Δεν μπορεί επίσης να είναι μία διαβούλευση που στοχεύει να αντιμετωπίσει τις εκλογές παίζοντας τον ρόλο ιδιότυπης γέφυρας ή σύγκρουσης μεταξύ ΛΑΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ (πολύ μίζερο, πολύ λίγο, επικίνδυνα τοξικό και διαλυτικό). Επιπλέον δεν είναι συζήτηση που στην ουσία αναμένει την επομένη των εκλογών γιατί εκτιμάει ότι «το γήπεδο θα μεγαλώσει» (μπορεί να μην υπάρχει «γήπεδο»).

Είναι, πρέπει να είναι μία διαρκής συνθετική διαδικασία διαλόγου που να απαντάει ειλικρινά στην ανάγκη και στην πρόκληση μιας άλλης αρχής και ξεκινάει εκ προοιμίου με το «όχι όπως πριν». Όπου το «πριν» περιλαμβάνει διαδικασίες – μορφές – αντιλήψεις – γραμμές που τουλάχιστον φανερά φθάρηκαν και ηττήθηκαν στα τελευταία πενήντα χρόνια.

Πέντε σημεία για την κοινή αντίληψη

Ποια όμως είναι τα βήματα για μια άλλη ενωτική νέα αρχή; Το πρώτο κρίσιμο βήμα είναι η απόκτηση μίας κοινής αντίληψης για ορισμένα βασικά πολιτικά –όχι για όλα– ζητήματα του παρελθόντος και του παρόντος.

Καταρχήν, κοινή αντίληψη για τον συσχετισμό δύναμης. Ένας δυσμενής παγκόσμια, ευρωπαϊκά, ελλαδικά συσχετισμός δύναμης, που διαμορφώθηκε ιδεολογικά και πολιτικά αρκετά χρόνια πριν, με σημαντικά ορόσημα το τέλος του «υπαρκτού σοσιαλισμού», τη νίκη του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, την ιμπεριαλιστική παγκοσμιοποίηση. Κοινή αντίληψη για τους όρους διαμόρφωσής του, για τους όρους αδυναμίας αριστερής απάντησης. Απόκτηση κοινής αντίληψης για το πώς και το γιατί βρέθηκε η αριστερά στο περιθώριο, για το πώς οδηγούμαστε σε μία αντιδραστικότερη-συντηρητικότερη με ακροδεξιά χαρακτηριστικά κοινωνία που δείχνει και το βάθος της λαϊκής ήττας. Μία κοινή αντίληψη λοιπόν, που σημαίνει ότι η προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στο κοινωνικό επίπεδο, στα κοινωνικά υποκείμενα, στο επίπεδο της σχέσης δοκιμασία – πράξη – αναζήτηση – ανακάλυψη και ξανά. Προτεραιότητα εκεί για να αποκτηθεί είτε η λαϊκή φλέβα είτε η επαφή με τον καθημερινό κόσμο. Προτεραιότητα στο κοινωνικό και όχι στην κεντρική πολιτική σκηνή, για να ετοιμαστούμε πολλαπλώς για αυτήν.

Κοινή αντίληψη κατά δεύτερον, στον απολογισμό που δεν γίνεται. Κριτική και  αυτοκριτική τουλάχιστον για τα δέκα τελευταία χρόνια. Κριτική που θα απλώνεται έως τα χρόνια της μεταπολίτευσης και που θα βάλει στο στόχαστρό της τουλάχιστον τρεις έννοιες-πραγματικότητες. Τον ρεφορμισμό-αναθεωρητισμό, τον ακαδημαϊσμό και τέλος, τον παραγοντισμό-ατομισμό και τις σχέσεις αυτών με το κράτος και την αστική ιδεολογία και πολιτική.

Ένας απολογισμός για την αποτυχία συγκρότησης μετώπου, για την ετεροβαρή και ιεραρχημένη σχέση κόμματος-μετώπου. Αν σχετικά εύκολα μπορούμε να προσπεράσουμε την κριτική του «μετώπου-ΣΥΡΙΖΑ» το 2012-2015, δεν είναι δυνατόν να εγκαταλείψουμε την προβληματική, το ποιος καθορίζει τι. Το κόμμα ή το μέτωπο. Έχουμε τη γνώμη ότι χωρίς κόμμα των φτωχών, είναι αδύνατο ή τουλάχιστον πολύ δύσκολο να συγκροτηθεί και να έχει αποτελεσματικότητα ένα μέτωπο.

Αναζητούμε, λοιπόν, στις μέρες μας τους όρους συγκρότησης μετώπου ή κόμματος; Τι προϋποθέτουν αυτά; Πού πρέπει να δοθεί η προσοχή; Ποια σημεία προγραμματικά έχουμε ανάγκη και πώς κατακτώνται; Βεβαίως και το ερώτημα «σε ποιο χρόνο» συναρτάται από τους όρους διαμόρφωσης και τον χαρακτηρισμό του συσχετισμού δύναμης.

Το τρίτο σημείο για την κοινή αντίληψη αφορά την κριτική στα υπαρκτά οργανωμένα σχήματα της αριστεράς. Η υπαρκτή οργανωμένη αριστερά έδωσε εξετάσεις και κόπηκε. Αν τα πράγματα ήταν αλλιώτικα στην αριστερά θα ήταν αλλιώτικα –καλύτερα– σήμερα για το λαό και την εργατική τάξη. Η λαϊκή ήττα ήταν και παραμένει να είναι συνέπεια και αποτέλεσμα της κατάστασης της αριστεράς. Σήμερα τουλάχιστον για τον λαό φθάρηκαν, ξεπεράστηκαν απόψεις – σχήματα – μορφές και πρόσωπα ως αναξιόπιστοι, γραφικοί, ακίνδυνοι… Από την άποψη αυτή ο συντονισμός των κομμουνιστικών οργανώσεων χρειάζεται να αυτοκαθοριστεί. Παρόλο που προέρχεται από αυτά τα σχήματα δεν πρέπει να καθορίζεται στο ελάχιστο από αυτά.

Το τέταρτο σημείο για την κοινή αντίληψη αφορά το χαρακτηρισμό της φάσης και της εποχής και της ανάδειξης των αναγκών τους. Είμαστε σε φάση μίας νέας προετοιμασίας και δοκιμασιών ανθρώπων, σχημάτων, πολιτικής και πράξης. Απαραίτητο είναι το χτίσιμο ενός προγράμματος λαϊκών αιτημάτων και διεκδικήσεων σε όλους τους κοινωνικούς χώρους που να φιλοδοξεί να «πειράξει» το συσχετισμό δύναμης, φέρνοντάς μας πιο κοντά στο φτωχόκοσμο και στις βασικές τάξεις.

Το τελευταίο σημείο κοινής αντίληψης αφορά το μέγεθός μας, το στόχο και την μορφή που θέλουμε να δώσουμε στον συντονισμό. Η γειτονιά μας είναι μικρή και γνωριζόμαστε. Δεν χωράνε όλοι στο συντονισμό είτε γιατί πραγματικά δεν θέλουν είτε γιατί διαφωνούμε σε κεντρικά πολιτικά ζητήματα είτε γιατί το βλέπουν μόνο ως μέτωπο. Ο συντονισμός των κομμουνιστικών δυνάμεων ανοίγει τον διάλογο και δίνει προτεραιότητα στην κοινή δράση με στόχο την κομμουνιστική ανασυγκρότηση και ανασύνθεση. Με στόχο συνδέσεις-συνθέσεις μέσα από διαδοχικές προσεγγίσεις απόψεων-πρακτικών όρων λειτουργίας που οδηγούν σε προγραμματική σύγκλιση. Αυτή η διαδικασία οφείλει να είναι καθορισμένη θεματολογικά-χρονικά. Κινήματα υπάρχουν και θα υπάρξουν, αντιστάσεις, εκρήξεις, ρήγματα θα δημιουργούνται, το κρίσιμο ερώτημα για το αν υπάρχει δύναμη ανατροπής, δεν μπορεί ούτε να παραπέμπεται διαρκώς στο χρόνο ούτε να εκχωρείται σε ακίνδυνα συστημικά μορφώματα και κόμματα.

Η κοινή λογική, ο προσδιορισμός της πράξης, ο περιορισμός της φλυαρίας και οι δυσκολίες κατάκτησής τους

Το δεύτερο βήμα είναι η κατάκτηση ή και αλλιώς η επανακατάκτηση της απλής κοινής λογικής. Ξεκινώντας από τα καθημερινά και απλά πράγματα, προνομιοποιώντας τη σκέψη σε σύγκρουση με την συνήθεια. Η ευκολία και η συνήθεια σε μορφές και πρακτικές πρέπει να δώσει άμεσα τη θέση της στη λογική μορφών, δράσεων, συμπεριφορών που μας φέρνουν κοντά στον κόσμο και αρχίζουν να ξαναφέρνουν την έννοια της αξιοπιστίας κοντά μας. Να μαλώσουμε με την αυτοαναφορικότητα της διαρκούς δικαίωσής μας, με την ιδιοκτησία της μίας και μοναδικής αλήθειας, με την εμφύλια αντιπαράθεση χωρίς αρχές και λόγο, με τον διαρκή ψυχοπαθολογικό ετεροκαθορισμό. Να δραπετεύσουμε από το «χωριό» της αριστεράς για να προσπαθήσουμε να διεισδύσουμε στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς και νεολαίας, όπου βρίσκεται το πραγματικό υποκείμενο. Με απεύθυνση και βλέμμα στα προβλήματα των βασικών λαϊκών μαζών που σε τελευταία ανάλυση είναι οι επικίνδυνες τάξεις και κατηγορίες. Με προσοχή στις μορφές, στη γλώσσα, στο χρόνο απεύθυνσης. Σύντομος, απλός, λαϊκός, κατανοητός τρόπος, όχι αντιγραφή της γλώσσας και του χρόνου των παρακμασμένων φοιτητικών αμφιθεάτρων. Με προσοχή και προτεραιότητα στην αντιπαράθεση με την απέναντι αστικοφιλελεύθερη και τη φασιστική δεξιά στον τρόπο σκέψης, ζωής, συμπεριφοράς καθώς και στην ιστορική αναθεώρηση. Είναι απαραίτητη μία ιδεολογική αντιπαράθεση εφ’ όλης της ύλης –ειδικά για τις νέες γενιές– απέναντι στη σύγχρονη αστική και φασιστική ιδεολογία.

Αυτό το βήμα προϋποθέτει υπομονή και επιμονή και διαρκή ρήξη με τις συνήθειες και τη βολή πολλών κληρονομημένων τρόπων, αντιλήψεων και μορφών από το μακρινό «ένδοξο» και μεταπολιτευτικό παρελθόν και από το πρόσφατο παρόν.

Ένα ακόμα βήμα θα είναι να δοθεί προτεραιότητα στην πράξη και δράση προς και για τις λαϊκές δυνάμεις. Περιορισμός της φλυαρίας κειμένων, ανθρώπων, εσωτερικών διαδικασιών. Ανάδειξη και πειραματισμός πρωτότυπων πρακτικών και συσπείρωσης κόσμου στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς, στους χώρους εκπαίδευσης που να μη «μυρίζουν» αριστερά. Για παράδειγμα, να περιφρουρήσουμε την έννοια της απεργίας από τον πληθωρισμό απεργιών χωρίς απεργούς. Να αποφύγουμε να κάνουμε απεργοσπάστες τους «ενδιάμεσους» (μεγάλη μάζα) εργαζόμενους και γραφικούς τους απεργούς-συνδικαλιστές-μυημένους. Να αποφεύγουμε τις συνεχείς συγκεντρώσεις-πορείες στους κεντρικούς γνωστούς δρόμους των κοσμηματοπωλείων και των υπερκαταστημάτων προνομιοποιώντας τους δρόμους των γειτονιών και τις συγκεντρώσεις των πλατειών. Η απόκτηση λαϊκής φλέβας έχει σαν προϋπόθεση την ύπαρξή μας στο λαϊκό σώμα άμεσα, ορατά, διαρκώς σαν κομμάτι αυτού του σώματος.

Όλα τα παραπάνω σηματοδοτούν ότι οι πρωτοβουλίες του συντονισμού οφείλουν να είναι συγκεκριμένες, στοχοπροσηλωμένες και να περιλαμβάνουν απόφαση – δέσμευση – καθήκον – σχέδιο ενοποιημένης δράσης.

Είναι προαπαιτούμενο η κοινή δράση με συγκέντρωση δύναμης και σύστημα στρατηγικών ιεραρχήσεων για να ενοποιηθούν οι δράσεις. Κοινή δράση με κοινά ενιαία σχήματα σε χώρους εργασίας, νεολαίας, γειτονιάς. Πανελλαδικό ενιαίο συντονιστικό που καθορίζει την πορεία δράσης, επιβλέπει την πανελλαδικότητα και τους όρους κοινής λειτουργίας για τη συζήτηση και τη δράση, σχεδιάζει πρωτοβουλίες και διεξάγει την συνθετική προγραμματική συζήτηση για τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου καπιταλισμού και ιμπεριαλισμού και τα καθήκοντα της κομμουνιστικής αριστεράς.

Υπαρκτές αντιθέσεις και δυνατότητες

Σε αυτό το δυσμενή συσχετισμό δύναμης δεν είναι δύσκολο να αναγνωριστούν δυνατότητες που αντικειμενικά τροφοδοτούν αντισυστημικές εναλλακτικές και δίνουν ζωή και όραμα σε έντιμες προσπάθειες που θα επιχειρήσουν να καλύψουν τα κενά από τα αριστερά.

Η αντίθεση δεξιάς – αριστεράς είναι υπαρκτή ανταγωνιστική και σχηματοποιείται από τον «πόλεμο» μεταξύ δύο στρατοπέδων: του κόσμου της εργασίας και του κόσμου του κεφαλαίου, του κόσμου των φτωχών και του κόσμου των πλουσίων.Ο  κόσμος της εργασίας κατακερματίζεται, ενώ χάνει κατακτήσεις δεκάδων χρόνων και συμπιέζεται διαρκώς. Ταυτόχρονα, μεγάλο τμήμα από το λεγόμενο κέντρο και θεμέλιο του οικονομικού και πολιτικού συστήματος (μικροαστικά και μεσαία στρώματα) συρρικνώνονται, φτωχοποιούνται και σπρώχνονται στα κατώτερα στρώματα και κατηγορίες, με συνέπεια ο κόσμος-πόλος  της εργασίας να αυξάνεται ποσοτικά. Γινόμαστε μάρτυρες μιας ανάπτυξης χωρίς περιορισμό της ανεργίας, και μιας πρωτοφανέρωτης αύξησης της παραγωγικότητας χωρίς μείωση του εργάσιμου χρόνου. Οι σχέσεις εκμετάλλευσης και κυριαρχίας όχι μόνο συνεχίζονται αλλά και οξύνονται παραπέρα. Η ταξική πολιτική περιλαμβάνει πλέον το σύνολο της καθημερινής πολιτικής σε όλες τις γωνιές του πλανήτη. Ζούμε σε συνθήκες ταξικής πόλωσης, συνθήκες που αφαιρετικά περιγράφονταν στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Όσο κι αν η αντίθεση αριστεράς – δεξιάς απωθείται, όσο κι αν εκφράζεται ελλειμματικά και ορισμένες φορές παραπλανητικά και δυσφημιστικά (βλ. ΣΥΡΙΖΑ), όσο κι αν προσπαθιέται να σβηστεί από την πολιτική ορολογία και πραγματικότητα, αυτή η αντίθεση αποτελεί μια κεντρική ανειρήνευτη διαχωριστική γραμμή. Το έλλειμμα πολιτικής έκφρασης και εκπροσώπησης του ενός πόλου δεν μπορεί παρά να απασχολεί βασικά και σε ενεστώτα διαρκείας τις δυνάμεις της κομμουνιστικής αριστεράς. Αντίπαλο δέος και εναλλακτική αντισυστημική πρόταση δημιουργούν πραγματικούς όρους πολιτικής πόλωσης και ανατροπής.

Η αντίθεση στην ιμπεριαλιστική και νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση έχει εθνικό και διεθνικό χαρακτήρα  και αποτελεί το έδαφος ανάπτυξης κινημάτων, κοινωνικών εκρήξεων, ρευμάτων «επιστροφής» στο παρελθόν, παγκόσμιων ανακατατάξεων και πολιτικών αναδιαρθρώσεων. Περιλαμβάνει τους χαμένους (λαούς, στρώματα, τάξεις) απέναντι στους ολοένα και λιγότερους κερδισμένους. Η συρρίκνωση της λαϊκής κυριαρχίας, της ανεξαρτησίας και της δημοκρατίας (της αστικής μεταπολεμικής) είναι κεντρικά ζητήματα  που δημιουργούν οξυμένα πεδία αντιπαράθεσης. Η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, η αντιπαράθεση για την ηγεμονία σε γεωοικονομικό, γεωστρατηγικό και γεωπολιτικό επίπεδο, εκβιάζουν την επιστροφή της πολιτικής πάνω στα ζητήματα του σύγχρονου ιμπεριαλισμού.

Αν η μία πλευρά της ψυχολογίας ενός κόσμου της αριστεράς που βρίσκεται στη ζώνη εκτός ΣΥΡΙΖΑ και εκτός ΚΚΕ είναι η απόγνωση, η οδύνη και η παραίτηση, η άλλη πλευρά είναι η ύπαρξη κόσμου που αναζητάει, που δεν θέλει να τα παρατήσει, που αρνείται να διαλέξει τον ήπιο νεοφιλελευθερισμό (ΣΥΡΙΖΑ) από τον ακραίο (ΝΔ), που δεν έχασε τη μνήμη ούτε ξεχνά το πρόσφατο παρελθόν και αρνείται το απάγκιο και την  ανακουφιστική ψευδαίσθηση της επιστροφής στο κόμμα (ΚΚΕ).  Όπιο για την οδύνη και την απόγνωση και βολικό  σχήμα, αλλά αποδεδειγμένα ακίνδυνο. Η ιστορία είναι ακόμα ζωντανή άσχετα με το αν η κληρονομιά του κομμουνιστικού κινήματος κατασπαταλήθηκε και δυσφημίστηκε από τα μέσα. Ας αντλήσουμε όμως από τα πολλά θετικά που έχει.

Τέλος, και μάλλον κεντρικότατο, στις αντικειμενικές δυνατότητες δεν μπορεί παρα να συνυπολογίσουμε τις νέες προβλέψεις για παγκόσμια ύφεση, την παρακμή και κρίση μέσα στην ΕΕ αλλά και τον ελληνικό κύκλο των άμεσων λαϊκών διεκδικήσεων πάνω  στη δυνατότητα που δίνει το «τέλος των μνημονίων»

Και τώρα; Ενότητα, δράση, αυτοκαθορισμός

Συνεχίζουμε οργανωμένα, συγκροτημένα, πανελλαδικά. Δίνουμε προτεραιότητα στην ενιαία λειτουργία μέσω του κεντρικού συντονιστικού και των κατά τόπους συντονιστικών που θα έχουν την ευθύνη διεξαγωγής της συζήτησης και οργάνωσης της κοινής δράσης. Δίνουμε προτεραιότητα επίσης στις διαδικασίες διαλόγου και σύνθεσης,  πάνω  σε σύγχρονα θέματα και ερωτήματα που απαιτούν απαντήσεις για την προγραμματική σύγκλιση.

Η επόμενη μέρα δεν έχει σαν περιεχόμενο την εκλογική κάθοδο ούτε τις γνωστές διαδικασίες και αντιπαραθέσεις για εκλογική ενότητα. Απαιτεί μια συγκεκριμένη αντιπαράθεση που θα τροφοδοτήσει μια πλατιά προπαγάνδα-καμπάνια ενάντια στο διπολισμό με κεντρικό σύνθημα ΟΥΤΕ ΣΥΡΙΖΑ – ΟΥΤΕ ΝΔ – Όχι στα όμοια κόμματα της νεοφιλελεύθερης ΕΕ. Η  επόμενη μέρα θέτει όρους και διαδικασίες συζήτησης για μια άλλη νέα αριστερά. Αναδεικνύει το κοινό σημείο ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ που είναι η άρνηση της δυνατότητας για κοινωνική ανατροπή και αλλαγή. Άρνηση δυνατότητας που αποδείχθηκε κυβερνητικά από τον ΣΥΡΙΖΑ, άρνηση δυνατότητας που αναδείχθηκε επί μια δεκαετία από το ΚΚΕ. Το τελευταίο ευλογούσε και φλυαρούσε περί λαϊκής εξουσίας αναμένοντάς την από τον ουρανό –αρνήθηκε σε όλη την διάρκεια της κρίσης να παρέμβει– και όχι σαν αποτέλεσμα της ταξικής πάλης πάνω στα συγκεκριμένα ώριμα λαϊκά αιτήματα που αναδείχθηκαν σε όλη τη δεκαετία. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το ΚΚΕ μνημονεύεται από ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και σία σαν «υπεύθυνο κόμμα» που έχει μια σεβαστή αλλά διαφορετική άποψη(!!!). Το ΚΚΕ για άλλη μια φορά κερδίζει επάξια το ρόλο του ακίνδυνου κόμματος. Η προηγούμενη ήταν το 1974-76 και στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης όταν συνυπόγραφε το εθνικό και κοινωνικό συμβόλαιο και βοήθησε στην ενσωμάτωση του λαϊκού και νεολαϊστικου ριζοσπαστισμού.  Λαϊκή εξουσία και σοσιαλισμός είναι παρόντα στις διακηρύξεις και στα λόγια, απουσιάζουν όμως από την ημερήσια διάταξη δράσης. Ενσωματωμένος ο ΣΥΡΙΖΑ, ακίνδυνο το ΚΚΕ. Όσο δεν εμφανίζεται κάτι άλλο φρέσκο, αξιόπιστο, αντισυστημικό και χρήσιμο για την εργατική τάξη και τον λαό, τόσο  ένας κόσμος της αριστεράς θα προσφεύγει στην οπιώδη ανακούφιση και στη χρήσιμη ψήφο.

Αναγνωρίζοντας όχι μόνο τις δυσκολίες του μοναχικού δρόμου, αλλά και τις δυνατότητες ότι υπάρχουμε πολλοί περισσότεροι που είναι δυνατόν να συνευρεθούμε στην προσπάθεια ανα-συγκρότησης της κομμουνιστικής αριστεράς, πρέπει να τολμήσουμε για ουσιαστικό κοινό βηματισμό με στόχο την ενότητα για να αλλάξουν τα πράγματα στην Ελλάδα. Χρόνο δεν έχουμε ούτε για άστοχες ενέργειες ούτε για πολυτελείς μοναξιές.

Στο υποθετικό ερώτημα που μπορεί να γινότανε, γιατί δεν δημιουργείται άμεσα μια ομόσπονδη οργανωτική ενότητα με πλατιά δημοκρατική λειτουργία, η αρνητική απάντηση μολονότι  προιον προσεκτικής σκέψης, θα ήταν μάλλον δύσκολη.

Συντονισμός Δράσης και Διαλόγου κομμουνιστικών δυνάμεων

ΚΟΙΝΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ

1. Οι πολιτικές οργανώσεις που συνυπογράφουμε αυτή την ανακοίνωση κινούμαστε από την κοινή πεποίθηση ότι το εργατικό και λαϊκό κίνημα, η ριζοσπαστική Αριστερά και οι κομμουνιστικές δυνάμεις βρίσκονται μπροστά σε κρίσιμα και δύσκολα σταυροδρόμια, στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς.

Η σημερινή κατάσταση

2. Μετά τη δομική κρίση του 2008, το κεφάλαιο και ο ιμπεριαλισμός ανεβάζουν την επιθετικότητά τους σε όλα τα επίπεδα: Προετοιμάζουν πολέμους μέσα από την όξυνση των ανταγωνισμών, βαθαίνουν την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων στρωμάτων, χτυπούν τα δημοκρατικά, εργασιακά δικαιώματα και τις ελευθερίες, εντείνουν την καταπίεση, προωθούν αντιδραστικές και σκοταδιστικές αντιλήψεις, καταπιέζουν μικρότερα έθνη και εθνότητες, τις γυναίκες, τους μετανάστες, τη νεολαία, καταστρέφουν το περιβάλλον.

3. Πατώντας πάνω στα αντιδραστικά κεκτημένα του νεοφιλελευθερισμού, αναπτύσσεται ένα αντιδραστικό, ακροδεξιό και εθνικιστικό ρεύμα, που εμφανίζεται ως «αντισυστημικό», ενώ αποτελεί την πιο σκοτεινή όψη του συστήματος. Εντός του, επανεμφανίζονται και ανδρώνονται τα παλιά τέρατα: ο φασισμός και ναζισμός.

4. H εποχή μας είναι εποχή εμφάνισης ποιοτικά νέων παραγωγικών δυνάμεων, δυνητικά επαναστατικών για την παραγωγή πλούτου για το λαό και την απελευθέρωση χρόνου εντός και εκτός της εργασίας. Ο καπιταλισμός, ειδικά στην περίοδο της κρίσης του, όχι μόνο δεν μπορεί να αξιοποιήσει επαρκώς τις κατακτήσεις της επιστήμης, της εργασίας και του πολιτισμού αλλά τις ιδιοποιείται, τις διαστρέφει και τελικά τις στρέφει ενάντια στη σύγχρονη εργατική  τάξη, τη νεολαία και τα φτωχά μεσαία στρώματα. Οι νέες και συνεχώς εξελισσόμενες παραγωγικές δυνάμεις, οι οξυμένες αντιθέσεις και αντιφάσεις τους με τις καπιταλιστικές παραγωγικές σχέσεις, οι ίδιοι οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, παράλληλα με τις μεγάλες δυσκολίες, εμπεριέχουν και εκφράζουν ταυτόχρονα τις σύγχρονες δυνατότητες  για μια βαθιά πολιτική και πολιτιστική επανάσταση στην εργασία, στη γενικότερη οργάνωση της ζωής του εργάτη-δημιουργού. Μπορούν να τροφοδοτήσουν μεγάλες κοινωνικές αναμετρήσεις, ώστε το εξαιρετικά επίκαιρο δίλημμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα»  να αποκτά υλική υπόσταση, να γίνεται υπόθεση των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων.

5. Στην Ελλάδα, οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα βίωσαν και βιώνουν πολύ βαθύτερα την καπιταλιστική κρίση, την αντεργατική και αντιδημοκρατική επιθετικότητα του κεφαλαίου, τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και τις πολεμικές προετοιμασίες.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, όχι μόνον δεν προωθεί την «έξοδο», αλλά εμπέδωσε τα μνημόνια, υποτάχθηκε πλήρως στην ΕΕ και το ΔΝΤ, βαθαίνοντας την εκμετάλλευση και την κερδοφορία ειδικά των πολυεθνικών μονοπωλίων, ενώ πρόσθεσε και μια νέα αμερικανοκρατία. Προωθεί τις επιδιώξεις της ελληνικής ολιγαρχίας στα Βαλκάνια, η οποία, υπό την σκέπη των ΗΠΑ, επιχειρεί να ανακτήσει κάποιες θέσεις, όπως δείχνει η Συμφωνία των Πρεσπών. Η Συμφωνία αυτή δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα που έχουν δημιουργήσει οι εθνικισμοί των βαλκανικών αστικών τάξεων, κυρίως γιατί είναι ενταγμένη στους ευρύτερους νατοϊκούς και ευρωενωσιακούς σχεδιασμούς, παρά ορισμένα θετικά σημεία της.

6. Την ίδια στιγμή, ο τουρκικός καπιταλισμός είναι πιο ισχυρός, σήμερα. Διεκδικώντας ηγετικό ρόλο στην περιοχή αυξάνει την επιθετικότητά του, τις απειλές πολέμου, προβάλλει αναθεωρητικές διεκδικήσεις. Ταυτόχρονα, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός μέσω του άξονα Ισραήλ, Αιγύπτου, Κύπρου, στον οποίο συμμετέχει ενεργά ο ελληνικός καπιταλισμός, εντείνει την παρέμβασή του στην Αν. Μεσόγειο για τον έλεγχο ειδικά των πηγών και μεταφορών ενέργειας. Σε αυτό το τοπίο δημιουργούνται σοβαροί κίνδυνοι για την έναρξη πολεμικών αναμετρήσεων, στην περιοχή μας.

7. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, αναπτύσσεται και στην Ελλάδα το ακροδεξιό ρεύμα, αλλά και ο νεοφασισμός, όπως έδειξαν και οι καταλήψεις στα σχολεία. Η ΝΔ επιχειρεί να ενσωματώσει τον εθνικισμό. Έτσι, όχι μόνον επεκτείνει την επίδραση των ιδεών της Ακροδεξιάς, αλλά διευκολύνει την ανάδυση ενός ρεύματος στην ελληνική κοινωνία και μάλιστα στα λαϊκά στρώματα, το οποίο συμπυκνώνει και εκφράζει όλα τα αντιδραστικά ιδεολογήματα που συγκροτούν το φασιστικό λόγο: «νόμος και τάξη», ακραίος εθνικισμός, ρατσισμός, περιφρόνηση στους «αδύναμους» ή τους «διαφορετικούς», σεξισμός, θρησκοληψία, περιφρόνηση της παιδείας και του μορφωτικού αγαθού κ.α.

8. Σε αυτή την αντιφατική κατάσταση, αναπτύχθηκαν και θα αναπτύσσονται ημιαυθόρμητοι εργατικοί, κοινωνικοί και λαϊκοί αγώνες αντίστασης, όπως δείχνει και ο αγώνας των «κίτρινων γιλέκων» στη Γαλλία.

Μέσα σε αυτούς τους κοινωνικούς αγώνες θα γεννηθούν τα σπέρματα από το μέλλον που θα συναντήσουν τις καλύτερες επαναστατικές παραδόσεις και κατακτήσεις του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος. Όμως,  το παρελθόν της ήττας βαραίνει ακόμη πάνω στο παρόν. Βαραίνει η στρατηγική κρίση του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος από τις καταρρεύσεις και ανατροπές της σοσιαλιστικής απόπειρας του προηγούμενου αιώνα. Βαραίνουν δεκαετίες ρεφορμιστικής και συστημικής πολιτικής στην Αριστερά, μαζί με το σεχταρισμό και τον αριστερισμό. Σε όλα αυτά προστέθηκε και η ήττα των μεγάλων αντιμνημονιακών αγώνων, τους οποίους η αδυναμία και ανεπάρκεια της Αριστεράς, ειδικά της κομμουνιστικής, απέτυχε να αξιοποιήσει.

9. Οι σημερινές εργατικές και λαϊκές αντιστάσεις είναι ακόμη κατακερματισμένες, ανεπαρκείς και χωρίς σαφή προοπτική, διότι, πέρα από τις αντικειμενικές δυσκολίες, καθορίζονται από την έλλειψη επαναστατικού προγράμματος και προσανατολισμού. Η αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης είναι επείγουσα και δεν αφορά αποκλειστικά κάποιον πολιτικό φορέα ή κάποιους «ειδικούς». Πρόκειται για μια διαδικασία που πρέπει να εξελιχθεί μέσα στην ανάπτυξη της δράσης, ανοιχτά μέσα στην εργατική τάξη και το λαό. Εκεί θα δώσει καθένας την συνεισφορά του.

10. Οι ηγεσίες και η πολιτική του ΚΚΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΛΑΕ, για διαφορετικούς λόγους και παρά την προσφορά και τους αγώνες τους, δεν ανταποκρίνονται σε αυτό το καθήκον, αποδείχτηκαν ανεπαρκείς στις πρόσφατες αναμετρήσεις. Αδυνατούν να συλλάβουν τη νέα κατάσταση. Συνεχίζουν χωρίς ουσιαστική αυτοκριτική της πορείας τους. Γενικά, στην Αριστερά κυριαρχεί ο σεχταρισμός μαζί με τον οπορτουνισμό, σε ορισμένες περιπτώσεις, ο αρχηγισμός και ο κοινοβουλευτισμός. Αναπτύσσεται ένας ενδοαριστερός «εμφύλιος» που φτάνει μέχρι και σε φαινόμενα βίας.

Από την άλλη, ο αναρχικός και αντιεξιουσιαστικός χώρος, παρά τη συμμετοχή τμημάτων του σε συνδικαλιστικούς και αντικατασταλτικούς αγώνες, δεν μπορεί συνολικά να ξεφύγει από την υποτίμηση της πολιτικής, προγραμματικής και οργανωτικής συγκρότησης και σε όψεις του, από το φετιχισμό της βίας και μία μηδενιστική αντικοινωνική στάση.

Για την αντιστροφή και υπέρβαση της κατάστασης

11. Είναι αναγκαίο ένα αποφασιστικό και μαχητικό βήμα αντιστροφής και υπέρβασης. Είναι η ώρα για μια νέα συσπείρωση δυνάμεων που θα συμβάλει στην προγραμματική ανασύνθεση της κομμουνιστικής και επαναστατικής Αριστεράς. Που θα προωθεί ως στρατηγική, τη ρήξη και την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού – κομμουνισμού. Με μαχόμενη κριτική αποτίμηση για την ιστορική πορεία του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, χωρίς να ισοπεδώνεται η προσφορά του. Με στόχο να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για ένα σύγχρονο κομμουνιστικό κόμμα αντάξιο της εποχής μας με βασικό καθήκον την ανασυγκρότηση του διεκδικητικού κινήματος και της Αριστεράς, ώστε να ανακοπεί η πορεία διάλυσης. Για να ανοίξει η συζήτηση για την επόμενη μέρα, μπροστά στους υπάρχοντες αριστερούς φορείς, ώστε να τεθούν και να τεθούμε όλοι προ των ευθυνών μας.

12. Η συσπείρωση των κομμουνιστικών δυνάμεων είναι αναγκαίος αλλά όχι επαρκής όρος για την αντιστροφή της κατάστασης. Το γεγονός ότι οι πρωτοπόρες δυνάμεις οφείλουν να προωθούν τη στρατηγική τους, δεν σημαίνει ότι παραιτούνται από τα μέτωπα, από άξονες συσπείρωσης και κοινής δράσης με ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις για τα προβλήματα που ταλανίζουν σήμερα το λαό και τη χώρα.

Γι’ αυτό απαιτείται μια πορεία δημιουργίας ενός σύγχρονου εργατικού και λαϊκού, κοινωνικοπολιτικού μετώπου, που θα υπερασπίζεται τις κατακτήσεις και θα διεκδικεί τα σύγχρονα δικαιώματα των εργαζομένων, του λαού και της νεολαίας, προωθώντας τη ρήξη και ανατροπή της επίθεσης του καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού και του φασισμού. Σε αυτό το μέτωπο, οι πρωτοπόρες δυνάμεις οφείλουν να συνδέουν τον αντιιμπεριαλιστικό και δημοκρατικό αγώνα με το ταξικό και αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο του, όπως και αντίστροφα, να συμβάλουν έτσι ώστε ο αντικαπιταλιστικός αγώνας να εκφράζεται με τις σύγχρονες αντιιμπεριαλιστικές και δημοκρατικές αιχμές του.

Ένα τέτοιο μέτωπο δεν έρχεται σε σύγκρουση, αντίθετα, ενισχύει τις προσπάθειες για ένα σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα, τροφοδοτεί την επαναστατική προοπτική.

Ταυτόχρονα, ένα τέτοιο μέτωπο δεν μπορεί να είναι μόνον κοινωνικό. Είναι αναγκαία μια πολιτική συμμαχία των ανατρεπτικών αριστερών δυνάμεων. Που θα συσπειρώσει δυνάμεις ενάντια στο διπολισμό γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, αλλά και ενάντια στην Ακροδεξιά και το νεοφασισμό. Που θα δώσει νέα πνοή στο μαζικό κίνημα, θα συμβάλει σε νίκες και κατακτήσεις τι οποίες τόσο ανάγκη έχει ο λαός και η νεολαία.

13. Ένα τέτοιο μέτωπο χρειάζεται ένα πρόγραμμα πάλης με βάση τους παρακάτω βασικούς άξονες:

– Κατάργηση όλων των μνημονιακών νόμων, ουσιαστικές αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις και λαϊκό εισόδημα, με σταθερές εργασιακές σχέσεις και μείωση του χρόνου εργασίας, προοδευτική φορολογία και προστασία της λαϊκής κατοικίας.

– Παύση πληρωμών, διαγραφή του δημόσιου χρέους, διαγραφή – ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους των λαϊκών στρωμάτων.

– Εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων με δημοκρατικό, εργατικό και κοινωνικό έλεγχο.

– Έξοδος από ευρώ και Ευρωπαϊκή Ένωση, λαϊκή κυριαρχία στη νομισματική πολιτική και σε όλους τους τομείς, στην οικονομία, την πρόνοια, την άμυνα, τη δημόσια περιουσία.

– Ειρήνη και ισότιμη συνεργασία των λαών σε Βαλκάνια, Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο. Έξοδος από το ΝΑΤΟ, έξω οι βάσεις. Όχι στη νατοϊκή Συμφωνία των Πρεσπών και στον άξονα με ΗΠΑ, Ισραήλ, Αίγυπτο.

– Υπεράσπιση και διεύρυνση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των εργατικών λαϊκών ελευθεριών, αποφασιστική αντιφασιστική πάλη.

– Δημόσια και δωρεάν υγεία, παιδεία και ασφάλιση για όλους.

– Υπεράσπιση των μικρομεσαίων στρωμάτων και της μικρομεσαίας αγροτιάς.

  • Στήριξη των δικαιωμάτων των νέων εργαζόμενων, των φοιτητών και μαθητών, των γυναικών και όλων των καταπιεζόμενων ομάδων.
  • Υπεράσπιση των προσφύγων και των μεταναστών.
  • Προστασία του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος από την καταστροφή χάριν του κέρδους.

Στο μαζικό κίνημα

14. Τόσο οι πρωτοπόρες πολιτικές δυνάμεις, όσο και το μέτωπο, δοκιμάζονται, κρίνονται και υπηρετούν το μαζικό κίνημα.

Από αυτή τη σκοπιά, για να αναπτυχθούν μαζικοί, νικηφόροι εργατικοί αγώνες, είναι αναγκαίο να εξοπλιστεί το ταξικό συνδικαλιστικό εργατικό κίνημα με ένα σύγχρονο πρόγραμμα διεκδικήσεων για το μισθό, το χρόνο και τις σχέσεις εργασίας, τις ιδιωτικοποιήσεις, τη δημοκρατία στους χώρους εργασίας κ.α. Χρειάζεται μετωπική συσπείρωση των αγωνιζόμενων, ταξικών δυνάμεων  για μια μαζική, ενωτική και ανεξάρτητη εργατική ταξική κίνηση που θα συμβάλει σε πλατιά αγωνιστικά σχήματα στους κλάδους και τις επιχειρήσεις. Θα συμβάλει στην ενότητα των διάσπαρτων δυνάμεων σε ένα αγωνιστικό ταξικό δίκτυο ανυπότακτων συνδικάτων, το οποίο θα υπερβαίνει τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία και θα αντιπαλεύει το ρεφορμισμό, χωρίς αποχωρήσεις και περιχαρακώσεις από την πλατιά βάση του υπάρχοντος συνδικαλιστικού κινήματος.

15. Απέναντι στην ανάπτυξη των πολεμικών κινδύνων και του εθνικισμού χρειάζεται η ενωτική πάλη ενάντια στην σύγχρονη αμερικανοκρατία, τον ευρωατλαντικό άξονα και την κυβερνητική πολιτική, χωρίς υποκλίσεις σε άλλους ιμπεριαλισμούς. Η πάλη αυτή θα είναι αποτελεσματική εάν εμπνέεται από τον ευρύτερο αγώνα για εθνική ανεξαρτησία με σαφή αντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό, για λαϊκή κυριαρχία με εργατική ηγεμονία και για ισότιμη διεθνιστική συνεργασία των λαών. Σε αυτή την πάλη, οι πρωτοπόρες δυνάμεις οφείλουν να συνδέουν τον πατριωτισμό με τον ταξικό διεθνισμό και αντίστροφα, ενάντια και στον αστικό κοσμοπολιτισμό και στον αστικό εθνικισμό.

Σε αυτή την κατεύθυνση συμβάλλει ο Πανελλαδικός Αντιπολεμικός Κινηματικός Συντονισμός ενώ, ταυτόχρονα, χρειάζεται η κοινή δράση όλων των αντιπολεμικών συλλογικοτήτων και η δημιουργία ενός ενωτικού μαζικού κινήματος για την προάσπιση της ειρήνης.

16. Απαιτείται η μετωπική προάσπιση και ανάπτυξη των δημοκρατικών, συλλογικών και ατομικών ελευθεριών, από την ακροδεξιά επιθετικότητα και τη φασιστική απειλή, από τη μόνιμη αντιδημοκρατική «εκτροπή» με κοινοβουλευτικό μανδύα. Για αυτό χρειάζεται η κοινή μετωπική δράση όλων των αντίστοιχων δημοκρατικών και αντιφασιστικών συλλογικοτήτων, η αποφασιστική απομόνωση του νεοφασισμού από το μαζικό κίνημα και η δημιουργία μιας πλατιάς δημοκρατικής αντιφασιστικής κίνησης μετωπικού χαρακτήρα.

17. Από τις βασικές προτεραιότητες είναι η συμβολή στην ανάπτυξη του κινήματος της νεολαίας, η οποία δέχεται μεγάλες επιθέσεις στην εργασία αλλά και στα σχολεία και τα πανεπιστήμια, στο στρατό και στον πολιτισμό. Είναι εμφανής η ανάγκη για μία μετωπική κοινωνική και πολιτική πρωτοβουλία νεολαίας που να επιχειρεί να αναμετρηθεί με το σύνολο των πεδίων του νεολαιίστικου κινήματος.

Στις πολιτικές και εκλογικές μάχες

18. Οι σημερινές συνθήκες, οι κίνδυνοι, η κατάσταση στο κίνημα, αλλά και οι νέες δυνατότητες, έχουν ανάγκη από την κοινή δράση, αλλά και την πολιτική συνεργασία όλων των αριστερών και κινηματικών δυνάμεων, πρώτα από όλα στο μαζικό κίνημα αλλά, όπου είναι δυνατόν, και στις εκλογικές μάχες. Με ένα αριστερό ριζοσπαστικό πρόγραμμα πάλης, με ισότιμη συλλογική έκφραση και με τις νεότερες γενιές μπροστά. Σήμερα, απαιτείται η δημιουργία και ενίσχυση ενός μαζικού ενωτικού ρεύματος για:
– Μετωπικά δημοτικά και περιφερειακά σχήματα και λαϊκά μαχητικά ψηφοδέλτια, για την ανάπτυξη αγώνων στις πόλεις, για την επίδραση στα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια, με τη συνεργασία των αριστερών δυνάμεων πριν, αλλά και μετά τις εκλογές.
– Μια μαχητική μαζική και εκλογική κίνηση υπέρ της εξόδου από ευρώ και ΕΕ, με αριστερή, ανεξαρτησιακή και διεθνιστική κατεύθυνση, ενάντια τόσο στο νεοφιλελεύθερο φιλο-ΕΕ όσο και στο ακροδεξιό «ευρωσκεπτικιστικό» μέτωπο.
– Μια αντίστοιχη ενωτική και αριστερή ανατρεπτική κατεύθυνση, σε περίπτωση πρόωρων εθνικών εκλογών.

19. Αντιλαμβανόμαστε τα καθήκοντα που απορρέουν από αυτές τις στοχεύσεις και τις αντίστοιχες διαδικασίες οικοδόμησής τους, σε συνδυασμό με τα καθήκοντα που αναδεικνύονται από τη σημερινή περίοδο. Οι υπογράφοντες έχουμε το δικό μας μερίδιο ευθυνών για τη σημερινή κατάσταση της κομμουνιστικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Παρά τις προγραμματικές μας διαφορές, ενώνουμε ισότιμα τις δυνάμεις μας σε έναν ανοιχτό συντονισμό δράσης και διαλόγου κομμουνιστικών δυνάμεων με στόχο πρωτίστως την ανασύνθεση του κομμουνιστικού προγράμματος. Που θα συμβάλει στην ανασυγκρότηση και συσπείρωση της ριζοσπαστικής Αριστεράς καθώς και στην αναγέννηση του μαζικού κινήματος στη χώρα μας.

20. Η πορεία αυτή είναι μακριά και δύσκολη. Αλλά κάθε πορεία ξεκινά με ένα μικρό βήμα προς τα μπρος.

 

Αθήνα, 18 Ιανουαρίου 2019

ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ

ΚΙΝΗΣΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ ΕΡΓΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ

ΣΥΛΛΟΓΟΣ Γ. ΚΟΡΔΑΤΟΣ