Άρθρα

Αποχαιρετισμός στη Γεωργία Ζιαζιά.

Με μεγάλο πόνο και θλίψη αποχαιρετήσαμε την αγαπημένη μας φίλη και συντρόφισσα Γεωργία Ζιαζιά.

Οι λέξεις δύσκολα περνάνε στο χαρτί όταν πρόκειται για τον θάνατο μια νέας κοπέλας, μόλις 32 χρονών, που έδωσε άνιση μάχη με τον καρκίνο. Με αυτοπεποίθηση, με χαμόγελο, με περηφάνεια και περιφρόνηση για την αρρώστια.

Η Γεωργία γεννήθηκε το 1989 και μεγάλωσε στην Κανδήλα Αρκαδίας. Μετακόμισε αργότερα με την οικογένειά της στην Τρίπολη, όπου φοίτησε στο Πειραματικό Γυμνάσιο. Αποφοίτησε με άριστα από το 4ο Λύκειο, περνώντας από τους πρώτους στην Ιατρική Σχολή Πάτρας. Υπηρέτησε ως αγροτικός ιατρός στο Κέντρο Υγείας Δημητσάνας και το περιφερειακό ιατρείο Κάψια. Η αγάπη της για τα παιδιά και την επιστήμη την οδήγησε να επιλέξει ως ειδικότητα την Παιδιατρική. Συνάμα η αγάπη της για τον πολιτισμό της Κρήτης, την έφερε στον Άγιο Νικόλαο, όπου ξεκίνησε το μερικό μέρος της ειδικότητας, το οποίο διέκοψε άδοξα λόγω της διάγνωσης του καρκίνου. Εργάστηκε και προσέφερε τις υπηρεσίες της στους καρκινοπαθείς ασθενείς στο Νοσοκομείο Αγία Ελένη, δίνοντας παράλληλα την προσωπική της μάχη κατά της ασθένειάς της.

Άνθρωπος με αστείρευτη δίψα για ζωή, πάντα χαμογελαστή, με μεγάλη καρδιά, φωτεινή, γενναιόδωρη με όλους, με απλωμένο το χέρι στον διπλανό της.

Τη γνωρίσαμε από τα 18 της χρόνια, φοιτήτρια Ιατρικής, στα γλέντια, στα ξενύχτια, στις βόλτες, στα ταξίδια, στις διακοπές, στις συζητήσεις για έναν καλύτερο κόσμο. Στο φοιτητικό κίνημα για την υπεράσπιση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας, των δικαιωμάτων των νέων και των εργαζομένων. Μέσα στην οργανωμένη πάλη για μια άλλη κοινωνία, από τις γραμμές τις ΚΟΕ και από το 2012, της Παρέμβασης.

Η Παρέμβαση εκφράζει τα βαθιά συλλυπητήριά της στους γονείς της Γεωργίας, Κώστα και Γιάννα, και στα αδέρφια της Δημήτρη και Παναγιώτη.

Γεωργία θα σε θυμόμαστε για πάντα.

Το ΚΚΕ ως «Πόντιος Πιλάτος», ο Αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, και η Ουκρανία.

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Η ρωσική στρατιωτική επίθεση-απάντηση στη ΝΑΤΟική περικύκλωση της Ρωσίας και στην απόπειρα να εγκαταστήσει το ΝΑΤΟ επιθετικά όπλα, κάποια χιλιόμετρα μακριά από τη Μόσχα, δε μπορούσε να μην επηρεάσει την ήδη προβληματική κατάσταση στην κομμουνιστική αριστερά στην Ευρώπη και την αριστερά γενικότερα.
Μια αριστερά που από τη μία αδυνατεί, εδώ και δεκαετίες, να ανασυγκροτηθεί στη βάση του κοινωνικού-ταξικού ζητήματος και από την άλλη αδυνατεί, ή μάλλον αποφεύγει να συγκρουστεί με την εκδοχή του πιο επιθετικού ιμπεριαλισμού της εποχής μας, του αμερικανικού, όπως και με τις ευρωπαϊκές εκδοχές του. Τα αιτήματα και οι καμπάνιες για διάλυση του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. έχουν υποχωρήσει έως και εξαφανιστεί, ο ευρωσκεπτικισμός καταγγέλλεται ως εθνικισμός και μένει πολιτικά ορφανός (βλ. Brexit), ενώ από την άλλη υπάρχει ταύτιση με την κυρίαρχη ιδεολογία των αστικών τάξεων και τα νεοαποικιοκρατικά ψευτοδιλήμματα που θέτουν για τη δήθεν δημοκρατική Ευρώπη κόντρα στην «αυταρχική» και «αντιδημοκρατική» Ανατολή.

Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ είναι γνωστή. Στα χρόνια διακυβέρνησης του οικοδομήθηκαν οι πιο στενές σχέσεις (υποτέλειας) με τις ΗΠΑ του Τραμπ. Το Die Linke στην Γερμανία επιτίθεται στον «εγκληματία πολέμου» Πούτιν, αλλά δε βρίσκει να πει μια κουβέντα για την επέκταση του ΝΑΤΟ, την γερμανική αδιαφορία (;) στην αθέτηση των συμφωνιών του Μινσκ, την εδώ και χρόνια μεθόδευση του πολέμου. Στις «αντιπολεμικές» διαδηλώσεις στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες τα αριστερά κόμματα δεν έχουν πρόβλημα να διαδηλώνουν πλάι σε συνθήματα που ζητούν αποστολή όπλων στην Ουκρανία. Ορισμένα (Ισπανία, Φινλανδία κ.ά.) πρωταγωνιστούν στη συγκεκριμένη διεκδίκηση!

Ζούμε τον πολύχρονο εκφυλισμό μιας αυτοαποκαλούμενης Αριστεράς που φωνάζει πολύ για τα δικαιωματικά ζητήματα, αλλά δέσμια του ευρωπαϊσμού και του κοινοβουλευτισμού δε θέλησε να εκπροσωπήσει τις λαϊκές τάξεις κατά την οικονομική κρίση και δεν μπορεί και τώρα να προστατεύσει την ειρήνη στην Ευρώπη, αγωνιζόμενη ενάντια στους εμπρηστές του πολέμου.

Πάνω από 100 χρόνια πριν, η υποστήριξη των αστικών τάξεων στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο από τα αντίστοιχα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα των χωρών τους, οδήγησε στη χρεοκοπία της Δεύτερης Διεθνούς. Αντίθετα, η τοποθέτηση των μπολσεβίκων απέναντι στον πόλεμο, ήταν καταλυτική για την εδραίωση της Οχτωβριανής Επανάστασης, και οδήγησε στη συγκρότηση επαναστατικών κομμουνιστικών κομμάτων.

Σήμερα, ο πόλεμος έχει διαφορετικό χαρακτήρα, στις ειδικές συνθήκες του “μετακομμουνιστικού κόσμου” και της αμερικανικής ισχύος. Όμως η πολιτική συμπεριφορά της αριστεράς στην Ευρώπη παραμένει ίδια. Στοίχιση με τα συνθήματα και τα ιδεολογήματα των αστικών τάξεων, ουσιαστική στήριξη στα πολεμοκάπηλα και εμπρηστικά σχέδια της Δύσης απέναντι στη Ρωσία.

Είναι ελάχιστες οι δυνάμεις της Αριστεράς που δεν συντάσσονται με το σύγχρονο «απεταξάμην τη Ρωσία» και την «καταδίκη της ρωσικής εισβολής». Στην Ελλάδα, ακόμα και το «μεγαλύτερο και πιο ριζοσπαστικό κομμουνιστικό κόμμα της Ευρώπης», ενώ δε στηρίζει την ελληνική εμπλοκή και συμμετοχή στους νατοϊκούς σχεδιασμούς, σπεύδει να καταδικάσει τη ρωσική εισβολή.

Αν και η περίπτωση της ελληνικής κομμουνιστικής αριστεράς είναι όαση συγκριτικά με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή, ωστόσο ακόμα και το ΚΚΕ επιλέγει μια γενικόλογη στάση που πολιτικά δεν δημιουργεί αντιπαραθέσεις και διαχωριστικές γραμμές με την κυρίαρχη νατοϊκή προπαγάνδα, ενώ έχει και ένοχες σιωπές (καμία κουβέντα για τις κυρώσεις). Δεν είναι τυχαίο, και με αφορμή το πρόσφατο πογκρόμ των αστικών ΜΜΕ απέναντι στη συναυλία της ΚΝΕ με τη Μποφίλιου, ότι η βασική κατηγορία του συστήματος στο ΚΚΕ είναι ότι «η γραμμή σας είναι θολή». Προσοχή, όχι ότι είστε απέναντι. Είστε «θολοί», λίγο από δω και λίγο από εκεί. Όσες φορές και να αποκαλέσει το ΚΚΕ στις ανακοινώσεις του, ως ολιγάρχη, καπιταλιστή, ιμπεριαλιστή, εγκληματία τον Πούτιν, το σύστημα δεν πείθεται καθώς ζητάει πλήρη και ολοκληρωτική συμμόρφωση εντός και εκτός βουλής. Στήριξη στο ΝΑΤΟ, στήριξη στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, συναίνεση στο ευρωατλαντικό «δεν υπάρχει άλλος δρόμος». Τελικά το ΚΚΕ μάταια προσπαθεί να αποδείξει ότι είναι όντως με τις ίσες αποστάσεις σε μια σύγκρουση που αντικειμενικά δεν μπορούν να υπάρχουν ίσες αποστάσεις.

Γιατί αν θέλουμε να μιλήσουμε με βάση την «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης», έχουμε: α) μια πολεμική σύγκρουση που ξεκίνησε, εδώ και χρόνια, ως διακηρυγμένο σχέδιο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, σύμφωνα με δηλώσεις και τοποθετήσεις πληθώρας αμερικανών αξιωματούχων, β) αφορούσε κυρίως την ασφάλεια της Ρωσίας με την τοποθέτηση βάσεων και επιθετικών όπλων, χιλιόμετρα μακριά από τη Μόσχα, υπό τη διαδικασία ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, γ) με σαφώς επιτιθέμενη δύναμη τον μεγαλύτερο τρομοκράτη των λαών και εμπρηστή του πολέμου, τον δικό «μας» αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, και όπου δ) μια κάποια ρωσική αντίδραση θα ήταν αναμενόμενη, υπό οποιαδήποτε συνθήκη, είτε έχουμε τη Ρωσία των ολιγαρχών, είτε τη Ρωσία του αυταρχικού Πούτιν, είτε είχαμε την… ΕΣΣΔ, όπως για παράδειγμα συνέβη κατά την εισβολή στην Φινλανδία το 1939, σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες, αλλά με πολλές ομοιότητες. Μια εισβολή, που αν και εισβολή, έγινε για …αμυντικούς λόγους, αν αυτό σημαίνει κάτι για το σήμερα.

Δεν έχουμε έναν ενδοϊμπεριαλιστικό πόλεμο για τα σιτηρά της Ουκρανίας και τις αγορές τις Ουκρανίας, όπως επισημαίνουν τα ντοκουμέντα του ΚΚΕ. Ούτε έχουμε έναν πόλεμο σε μια μακρινή χώρα πχ στο Κονγκό για το αν θα είναι ρωσικό ή αμερικανικό προτεκτοράτο. Ο ιμπεριαλισμός είναι ένα σύστημα που βάση του έχει τα μονοπώλια «μιας χούφτας χωρών» που ανταγωνίζονται στον πλανήτη για τις σφαίρες επιρροής και τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους.

Δεν είναι μόνο ή κυρίως στρατιωτική δύναμη, και αν ήταν έτσι η Σαουδική Αραβία που έχει εισβάλει στην Υεμένη, ή η Τουρκία στη Β. Συρία και την Κύπρο είναι μέσα σε αυτήν την χούφτα χωρών. Προσπαθεί ο Πούτιν, μέσω του πολέμου, να διασφαλίσει την κυριαρχία τέτοιων ρωσικών μονοπωλίων, και αν ναι, ποια είναι αυτά; Η στρατιωτική επίθεση του Πούτιν σε μια όμορη (και μέχρι πρότινος αδελφή) χώρα, ως αντίδραση στην νατοϊκή περικύκλωση της Ρωσίας, απέχει από μια τέτοια «συγκεκριμένη ανάλυση».

Και τέλος, σίγουρα δεν έχουμε έναν «ιδεολογικό» πόλεμο για να κρίνουμε πόσο αντικομμουνιστής είναι ο Πούτιν (που είναι) ή το να τοποθετείται ένα κόμμα αφελώς και παιδιάστικα, με βάση το ότι «ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ και Ρωσία, όλοι τους είναι υπέρμαχοι του εκμεταλλευτικού συστήματος, αντίπαλοι των λαών» (Ομιλία Γ. Μαρίνου, 19/03/2022).

Σε αντιδιαστολή με τις σημερινές τοποθετήσεις του ΚΚΕ, 23 χρόνια πριν, κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία η Α. Παπαρήγα σχολιάζει για την τότε ρωσική αντίδραση στους νατοϊκούς βομβαρδισμούς:

Εμείς, παρά το γεγονός ότι δεν είμαστε με τη ρώσικη ηγεσία, χαιρετίσαμε τη στάση της ρώσικης κυβέρνησης γιατί αντικειμενικά διευκόλυνε να διευρυνθεί το μέτωπο κατά του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Μακάρι να το έκαναν και άλλες κυβερνήσεις φιλοκαπιταλιστικές ή καπιταλιστικές, αλλά δεν το έκαναν. Εδώ πραγματικά όμως φαίνεται και μία άλλη πλευρά. Το επόμενο θύμα θα είναι η Ρωσία. Η ρώσικη ηγεσία ξέρει πολύ καλά ότι μέσα από το δρόμο των Βαλκανίων, αλλά και μέσα από το δρόμο της Πολωνίας, της Τσεχίας, της Ουγγαρίας περισφίγγει ο κλοιός τη Ρωσία…. Η ρώσικη ηγεσία καταλαβαίνει ότι θα είναι το επόμενο θύμα και ιδιαίτερα με τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, με την Πολωνία προκεχωρημένο φυλάκιο θ’ αρχίσει η περικύκλωση της Ρωσίας. Επομένως, έχουμε κάθε λόγο ως ελληνικός λαός να έρθουμε κοντά με αυτούς τους λαούς των Βαλκανίων και της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, και να φτιάξουμε τη δικιά μας ασπίδα σε επίπεδο λαών και μακάρι και πολιτικών δυνάμεων ή και κυβερνήσεων έστω σήμερα κατά της επέκτασης του πολέμου, διότι ο πόλεμος θα πάει και πιο ανατολικά στην Ευρώπη και πιο νότια.

Σχόλιο της Αλέκα Παπαρήγα στις 30 Μαρτίου 1999, για τις κινητοποιήσεις του ρωσικού λαού ενάντια στην ΝΑΤΟική επίθεση στην Γιουγκοσλαβία.

Δεν θεωρούμε ότι το τότε ΚΚΕ ήταν ένα επαναστατικό κόμμα, όμως η στάση και η θέση του ήταν με το αντιπολεμικό –αντιιμπεριαλιστικό στρατόπεδο.

Η τοποθέτηση εκείνη δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή τοποθέτηση του ΚΚΕ. Τότε έβλεπε τις δυνατότητες για την «αντικειμενική» διαμόρφωση ενός μετώπου απέναντι στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Τότε έβλεπε και αστικές δυνάμεις, μέσα σε ένα τέτοιο μέτωπο. Τότε έβλεπε ότι έρχεται η σειρά της Ρωσίας και προειδοποιούσε ότι ο πόλεμος θα πάει πιο ανατολικά.

Σήμερα βλέπει μόνο «την κοινή πάλη των λαών για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου», σύμφωνα και με την απόφαση της ΚΕ. Το πώς θα γίνει αυτό και πώς συνδέεται με τα καθήκοντα του μετώπου ενάντια στον κύριο εχθρό (τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό), δεν απασχολεί.

Η τοποθέτηση και η στάση του ΚΚΕ για τον πόλεμο στην Ουκρανία αποτελεί συνέχεια μιας πορείας διαμόρφωσης ενός ιδιόμορφου ρεφορμιστικού κόμματος – εκλογικού μηχανισμού, με τόσο βερμπαλισμό που του επιτρέπει να αποφεύγει τις πολιτικές αιχμές και θέσεις που συσπειρώνουν δυνάμεις για την επαναστατική αλλαγή των συσχετισμών. Το είδαμε στην εξέγερση της νεολαίας το 2008, το είδαμε στην κρίση και στους αντιμνημονιακούς αγώνες 2010-2015, το βλέπουμε και σήμερα. Η συγκεκριμένη ανάλυση σε μια συγκεκριμένη κατάσταση και η συσπείρωση δυνάμεων απέναντι στο βασικό αντίπαλο, δύο εκ των βασικών στοιχείων της λενινιστικής μεθόδου «για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου», δεν υπάρχουν σήμερα στο ΚΚΕ. Ένα κόμμα σχολιαστής και παρατηρητής των εξελίξεων, που τα παραπέμπει όλα στο μέλλον. Ως τότε αρκεί το κόμμα να οργανώνει κομματικές εκδηλώσεις, παρελάσεις και δράσεις, όπως οι τελευταίες αντινατοϊκές δράσεις και να θυμίζει ότι η λύση είναι στην κάλπη. Καμία μετωπική δράση, καμία λαϊκή συσπείρωση. Σχολιαστής στην καλύτερη των περιπτώσεων. Γιατί όταν οι συνθήκες είναι πιεστικές για την αστική τάξη δίνει και διαπιστευτήρια, όπως το περίφημο «στην πραγματική λαϊκή εξέγερση δε θα σπάσει τζάμι» (2008) ή το «με δραχμή θα πεινάσει ο λαός περισσότερο» (παραμονή του δημοψηφίσματος 2015).

Η παραπάνω γραμμή δένεται τελευταία και με όλες τις κομματικές αναλύσεις για την ιστορία, τη θεωρία κοκ. Τα μέτωπα με τάξεις πέραν της εργατικής και πολιτικά μη κομμουνιστικές δυνάμεις, γενικά, κατά τον 20ο αιώνα έφερναν τον οπορτουνισμό από το παράθυρο. Το ίδιο το ΕΑΜ και η αντιφασιστική συμμαχία – εκεί ευτυχώς το κομμουνιστικό κίνημα δεν είπε καπιταλιστής και ο Χίτλερ, καπιταλιστής και ο Τσώρτσιλ, δε διαλέγουμε καπιταλιστή – θεωρείται, σε επίσημα κείμενα, η μήτρα της εγγλέζικης εισβολής του 1944 και της γραμμής συνθηκολόγησης της ηγεσίας του ΚΚΕ στη Βάρκιζα. Υιοθετεί σταδιακά μια αναθεώρηση της ιστορίας με δήθεν καθαρούτσικες ταξικές θέσεις, όπου ο ιμπεριαλισμός δεν έχει ονοματεπώνυμο, ή γενικά όλες σχεδόν οι χώρες έχουν περάσει στον ιμπεριαλισμό… και ο μόνος πολιτικός στόχος μπορεί να είναι η ανατροπή της ταξικής εξουσίας. Πότε θα γίνει αυτό; Όταν οι συνθήκες αντικειμενικά θα είναι ώριμες. Από ποιον; Από το επαναστατικό κόμμα. Μέτωπα, πολιτική παρέμβαση και πρωτοβουλίες, ειδικές συνθήκες, όλα αυτά είναι οπορτουνισμός. Τη συγκεκριμένη αναθεώρηση τη συναντήσαμε και πέρυσι στα κείμενα για τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση, όπου οι εθνικοί στόχοι εξαφανίστηκαν και η ελληνική επανάσταση έγινε ένα πέρασμα από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, όταν ωρίμασαν οι συνθήκες και υπήρξε και το κατάλληλο κόμμα (Φιλική Εταιρεία).

Στην τωρινή κρίση, ένα τμήμα του ελληνικού λαού, πολύ μεγαλύτερο από το εκλογικό ποσοστό του ΚΚΕ, αντιδρά στην νατοϊκή προπαγάνδα και πολιτικά είναι ορφανό. Όλο το πολιτικό σύστημα είναι απέναντι, και προσπαθεί με κάθε τρόπο να το νουθετήσει. Γιατί γνωρίζει ότι αυτός ο «διχασμός» δεν είναι καθόλου ουδέτερος και είναι επικίνδυνος για τον ευρωατλαντικό προσανατολισμό της χώρας. Το ΚΚΕ δεν μπορεί να μη το γνωρίζει αυτό, αλλά ταυτόχρονα δε θέλει να το συγκροτήσει. Δεν παίρνει «επικίνδυνες» για το σύστημα και τον ευρωατλαντισμό θέσεις (ενάντια στις κυρώσεις, να ηττηθεί το ΝΑΤΟ), και συμπεριφέρεται ως Πόντιος Πιλάτος.

Μπορεί να διαφέρει η στάση του από την ξεφτιλισμένη θέση της ευρωπαϊκής δήθεν Αριστεράς, όμως μια τέτοια μεσοβέζικη στάση καθόλου δε βοηθάει στην ανασυγκρότηση της κομμουνιστικής Αριστεράς. Το αντίθετο και για άλλη μια φορά κρίμα…

ΣΥΡΙΖΑ: Η Αμερικάνικη όψη της λεγόμενης Αριστεράς

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ

1. Δεν ήταν δυνατόν να προκαλέσει καμιά έκπληξη η στάση του συνόλου του ΣΥΡΙΖΑ (όλες οι τάσεις είναι σύμφωνες χωρίς την ελάχιστη διαφοροποίηση) σε σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη ρωσική στρατιωτική εισβολή του Πούτιν. Δεν προκαλεί παρά πικρά χαμόγελα για την διαμαρτυρία των μελών του ΣΥΡΙΖΑ μόνο στην Ρωσική πρεσβεία γιατί σε αυτά τα κόμματα εξουσίας δεν επιτρέπονται (και δεν επιτρέπουν τα ίδια, γιατί αλλιώς δεν θα είναι κόμματα εξουσίας, αλλά κόμματα ανατροπής) οι ίσες αποστάσεις, αλλά οι καθαρές επιλογές.
Η επιλογή έγινε εδώ και αρκετά χρόνια και αφορούσε την πρόσδεσή του στον  αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, με τον φερετζέ του ΝΑΤΟ.  Πρόσδεση που έγινε ποικιλοτρόπως, που πέρασε από εξετάσεις, που την ζήλεψε ακόμα και η κατεξοχήν ευρωατλαντική ΝΔ. Στον καιρό των μνημονίων πρόβαλε τον μύθο του καλού και πιο ανεκτικού (αμερικάνικου) ΔΝΤ, σε αντίθεση με  τη σκληρή ΕΚΤ και το ευρωεπιτελείο. Όταν ήταν  κυβέρνηση, και λίγες μέρες μετά την επίσκεψη Τσίπρα στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ το 2017, αφού πρώτα ανακοινώθηκε από τον Τράμπ η συμφωνία ανακατασκευής των F-16, ανακοινώθηκε η δημιουργία της  δεύτερης μετά τη Σούδα στρατιωτικής βάσης των Αμερικανών στην Αλεξανδρούπολη. Η «Σούδα του Βορρά» δημιουργήθηκε για να είναι σε θέση οι Αμερικάνοι να ελέγχουν-αστυνομεύουν Ρωσία, Βαλκάνια, Αιγαίο κ.α. Μάλιστα τότε ο Πρέσβης των ΗΠΑ Τ. Πάιατ  είχε δηλώσει  χαρούμενος ότι «οι σχέσεις Ελλάδος – ΗΠΑ δεν ήταν ποτέ πιο ισχυρές. Θα συνεχίσουν να ενδυναμώνονται. Πρόκειται για σχέσεις δυνατές και με βάθος χρόνου».
Γρήγορα ακολούθησε η απέλαση των Ρώσων διπλωματών με την κατηγορία δραστηριοποίησης τους στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης.

2. Η αμερικάνικη πρεσβεία η «γιάφκα των τρομοκρατών» είχε ήδη από το 2014 επιβάλλει και οι Τσίπρας – Δραγασάκης είχαν αποδεχθεί, το σεβασμό στον αμερικανοδυτικό προσανατολισμό της χώρας, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 όπου ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε νικητής.
Αυτός ο προσανατολισμός του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με το αριστερό του προσωπείο είχαν σαν αποτέλεσμα να αμβλυνθεί το αντιαμερικάνικο μαζικό λαϊκό αίσθημα και συνείδηση του ελληνικού λαού, που είχε οικοδομηθεί από το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Όχι αδίκως, μιας και ο ελληνικός λαός πίστωνε στους «φονιάδες των λαών», τα Μακρονήσια, την δολοφονία Μπελογιάννη και χιλιάδων κομμουνιστών, το Κυπριακό και την  τούρκικη εισβολή και κατοχή, τη χούντα, την διάλυση της γειτονικής Γιουγκοσλαβίας και την  επικίνδυνη έξαρση των εθνικισμών στην Βαλκανική…

3. Και επί ΣΥΡΙΖΑ, η χώρα μας έπαιζε το ρόλο του εκτελεστικού οργάνου και του πρόθυμου σε όλες τις επιταγές και στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων ΗΠΑ – Γερμανών – Γάλλων, γιατί επί χρόνια έχει προσανατολιστεί σε αυτούς τους «προστάτες». Το είδος της «προστασίας» που παρείχαν, έχει αποδειχθεί στο παρελθόν κατά επανάληψη (Κυπριακό, ελληνοτουρκικές σχέσεις κλπ). Την πολιτική «του ανήκομεν στη δύση» την έχουν βαφτίσει «πολιτική συμμαχιών», μολονότι έχει διαψευστεί πολλές φορές (γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν φιλελληνικές πολιτικές παρά μόνο συμφέροντα και πολιτικές εξυπηρέτησης τους). Αυτήν την πολιτική της υποτέλειας και της εξάρτησης, η «για πρώτη φορά Αριστερά», τη συνέχισε και την βάθυνε περισσότερο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαίωσε και θεσμοποίησε τον ευρωατλαντικό προσανατολισμό χωρίς αντίκρισμα για τη χώρα, καθώς ο φιλοαμερικανισμός γιγαντώθηκε, μαζί με τις αυταπάτες για την αμερικανική τάχα δυσαρέσκεια προς την Τουρκία, για την Ελλάδα – ενεργειακό κόμβο, ή για την αναβάθμιση επειδή παριστάνουμε το καλό παιδί των ΗΠΑ. Αυτή δεν ήταν μια αναγκαστική επιλογή λόγω δυσμενών συσχετισμών, αλλά για μια συνειδητή κατεύθυνση και πολιτική επιλογή, την ώρα που οι αντιθέσεις και οι ανακατατάξεις στην περιοχή δίνουν δυνατότητες για πολυδιάστατη και πιο ανεξάρτητη πολιτική.

4. Φυσικό αποτέλεσμα των ανωτέρω έρχονται οι τοποθετήσεις του Τσίπρα, οι κορώνες του Ν. Ηλιόπουλου ως εκπροσώπου τύπου, οι δηλώσεις πίστης του Δ. Παπαδημούλη, η συμπεριφορά του συνόλου ΣΥΡΙΖΑ. Αφού σπεύσει να καταδικάσει τον Πούτιν και τους Ρώσους, όχι απλά δεν προτεραιοποιεί, αλλά ούτε καν αναφέρεται στον βασικό αναμοχλευτή, στον εμπρηστή του πολέμου, στον επιτιθέμενο αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Μάλιστα, βασιλικότερος του βασιλέα, ζητά σκληρές κυρώσεις για τους Ρώσους ολιγάρχες, ταυτιζόμενος με την πολιτική των κυρώσεων και της τιμωρίας των Ρώσων και του αντιρωσικού μακαρθισμού. Η επέκταση του ΝΑΤΟ ανατολικά, η στρατιωτική περικύκλωση της Ρωσίας, το πραξικόπημα του Μεϊντάν, θεωρούνται καλώς καμωμένα.
Δεν ορθώνεται η παραμικρή κριτική στη χρόνια επιχείρηση των ΗΠΑ να δημιουργήσουν κλοιό γύρω από τον βασικό στρατιωτικό ανταγωνιστή και αντίπαλο του ΝΑΤΟ, επιχείρηση που προκάλεσε τον πόλεμο, και απειλεί σήμερα με δραματικότερη κλιμάκωση τους λαούς και τις χώρες.

5. Ένα πλήθος πολιτικών, διπλωματών, ακαδημαϊκών, εκπροσώπων της ρεάλ πολιτίκ και των διπλωματικών λύσεων, στις ίδιες τις ΗΠΑ, αναγνωρίζουν ότι οι Αμερικάνοι ήταν που άναψαν το φυτίλι του πολέμου, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει ότι δεν βλέπει και δεν ακούει. Δεν είδε και δεν άκουσε την αθέτηση της συμφωνίας του Μινσκ εκ μέρους της Ουκρανίας και της Δύσης, δεν είδε και δεν άκουσε τους διωγμούς και την τρομοκράτηση των Ρωσικών και ρωσόφωνων πληθυσμών της Ουκρανίας, δεν είδε και δεν άκουσε τη μετατροπή της Ουκρανίας σε προκεχωρημένο φυλάκιο του ΝΑΤΟ και προβοκάτορα έναντι της Ρωσίας, δεν είδε και δεν άκουσε τη δικαίωση των Ναζί από το καθεστώς του Κιέβου και την έκρηξη της φασιστικής βίας και τρομοκρατίας.
Στα καθ’ ημάς, προβάλλεται ως επιτυχία «ειρήνης» η Νατοϊκής έμπνευσης συμφωνία των Πρεσπών, που επέβαλε λύση στο ονοματολογικό, με στόχο να ισχυροποιηθεί άμεσα η Νατοϊκή παρουσία στα Βαλκάνια. Λύση που συνέχισε το δρόμο για τη μαζική ένταξη κρατών της Νότιας Βαλκανικής στον ευρωατλαντικό άξονα, την ασφυκτική πίεση στη Σερβία, την περαιτέρω περικύκλωση της Ρωσίας. Αυτά δεν συνιστούν ειρήνη, αλλά περαιτέρω κλιμάκωση, στρατιωτικοποίηση, πολεμικό κίνδυνο.

6. Είναι φυσιολογική αντίδραση του εκλογικού σώματος (η οποία εκφράζεται και δημοσκοπικά), η πίστη ότι δεν υπάρχουν σοβαρές στρατηγικές διαφορές μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Κάποιοι σπεύδουν να θριαμβολογήσουν, προπαγανδίζοντας μάλιστα ότι δεν υπάρχει αντίθεση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Κάθε δικαίωμα σε καυτό έχει δώσει η καθόλου τυχαία αντιπολιτευτική αφωνία -και στην πραγματικότητα συμφωνία- του ΣΥΡΙΖΑ, με τη ΝΔ να διαχειρίζεται τη λευκή επιταγή της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Από τον επιζήμιο για τη χώρα ευρωατλαντικό προσανατολισμό, την εφαρμογή των μνημονίων, την ιδιωτικοποίηση της ενέργειας και των κοινωνικών αγαθών, την ακρίβεια και τη φορολογία, οι διαφορές αφορούν τις αποχρώσεις αλλά όχι τις στρατηγικές επιλογές.
Αυτά τα ζητήματα γίνονται αντιληπτά, έστω σε χοντρές γραμμές και διαισθητικά από τον ελληνικό λαό, και για αυτό η κυβέρνηση Μητσοτάκη φαίνεται να μην απειλείται σοβαρά μετά από τρία χρόνια ακραίας νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης. Στους βασικούς άξονες της πολιτικής της ΝΔ, που είναι και οι στρατηγικές επιλογές της άρχουσας τάξης, ο ΣΥΡΙΖΑ όχι απλά συμφωνεί, αλλά τις έχει υπηρετήσει στο όχι και πολύ μακρινό παρελθόν.

8 θέσεις για τον πόλεμο στην Ουκρανία

Η ρωσική επίθεση της 24ης Φεβρουαρίου προκαλεί δικαιολογημένα σύγχυση και ερωτηματικά, όχι φυσικά για τον όλεθρο του πολέμου ή για την αξία της ειρήνης, αλλά για τη στάση που πρέπει να κρατήσει η Αριστερά, το προοδευτικό και δημοκρατικό κίνημα στη χώρα μας και διεθνώς. Σε αυτήν την προσπάθεια, έχει τεράστια αξία η επιμονή σε ιδεολογικά και πολιτικά κριτήρια που οφείλει κανείς να έχει, αν τοποθετείται από την πλευρά του κινήματος ανατροπής, και όχι απλώς συναισθηματικά, αφηρημένα ή στρογγυλεμένα.

Θέση πρώτη: Δεν μπορούν σήμερα να μιλούν για ειρήνη όσοι άργησαν επτά χρόνια να καταλάβουν ότι γίνεται πόλεμος.

Η ρωσική επίθεση είναι ένας αναβαθμισμένος κρίκος στην αλυσίδα συγκρούσεων και αναταραχών που ξεκινά τουλάχιστον από το 2014 με την ανατροπή της φιλορωσικής κυβέρνησης του Γιανουκόβιτς και συνεχίζεται ως σήμερα. Από τότε, 14.000 περίπου άνθρωποι (άμαχοι και όχι στρατιώτες), έχασαν τη ζωή τους, δεκάδες χιλιάδες εκτοπίστηκαν ή ξεσπιτώθηκαν, εκατοντάδες γυναίκες βιάστηκαν, αντιφασίστες δολοφονήθηκαν, συνδικαλιστές κάηκαν ζωντανοί. Μόλις τρεις μέρες πριν, περιοχές της Ουκρανίας βομβαρδίζονταν από το ουκρανικό κράτος.

Τα θύματα της προηγούμενης περιόδου, προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από τους ρωσόφωνους πληθυσμούς της ανατολικής Ουκρανίας, με θύτες το καθεστώς του Κιέβου, αλλά και τις ακροδεξιές παραστρατιωτικές ομάδες που έχουν σήμα τη σβάστικα και ανεμίζουν τη νατοϊκή σημαία. Η παρατεταμένη και διαρκής επίθεση σε τμήμα του ουκρανικού λαού είχε εθνικό (στοιχεία εθνοκάθαρσης) αλλά και πολιτικό – ιδεολογικό (ακροδεξιό, φιλοναζιστικό) χαρακτήρα. Η διαδικασία που θα μπορούσε να αποσοβήσει την περαιτέρω όξυνση της κρίσης (Συμφωνία του Μινσκ) τινάχτηκε στον αέρα, πρώτα και κύρια από την ίδια την ουκρανική κυβέρνηση.

Τα παραπάνω δεν συνιστούν φιλορωσική ανάγνωση της πρόσφατης ουκρανικής ιστορίας αλλά μάλλον κοινός τόπος για όσους θέλουν να είναι στοιχειωδώς ειλικρινείς με τον εαυτό τους. Σήμερα, κατόπιν εορτής, ακόμα και οι πλέον φιλοδυτικοί θα παραδεχτούν ότι “το Κίεβο το παράκανε”.

Επομένως η ρωσική επίθεση δεν διεξάγεται σε κενό ιστορίας, αποτελεί έναν αναβαθμισμένο στρατιωτικά κρίκο, σε μια ήδη υπάρχουσα αλυσίδα συγκρούσεων. Οι θάνατοι, ο ξεριζωμός πληθυσμών, οι βομβαρδισμοί περιοχών, ο όλεθρος και η καταστροφή δεν εμφανίστηκαν στην Ουκρανία το τελευταίο εικοσιτετράωρο. Για σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της είναι καθημερινό καθεστώς, και μάλιστα σε πολύ μεγαλύτερη τάξη μεγέθους, τα τελευταία επτά χρόνια.

Θέση δεύτερη: Η διαρκής επέκταση του ΝΑΤΟ ανατολικά, ήταν αντικειμενικά μια επιθετική πράξη εναντίον της Ρωσίας.

Το διακύβευμα της ουκρανικής κρίσης δεν είναι μόνο, ή κυρίως, η εσωτερική σύγκρουση. Δεν εισέβαλε η Ρωσία στην Ουκρανία απλώς για να προστατεύσει τους ρωσόφωνους πληθυσμούς, ούτε για να τιμωρήσει τους ακροδεξιούς που αιματοκύλισαν την Οδησσό. Το κρίσιμο στοιχείο είναι η Νατοϊκή περικύκλωση της Ρωσίας.

Τη δεκαετία του 90 η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης έφερε αναπόφευκτα τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, με ρητό αντάλλαγμα τη μη επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς. Πριν περάσουν δέκα χρόνια, από το 1999, το ΝΑΤΟ άλλαξε στρατηγική, αποφασίζοντας τη διεύρυνσή του στο μέγιστο δυνατό βαθμό, με ειδική προτίμηση την ενσωμάτωση πρώην σοβιετικών δημοκρατιών, περικυκλώνοντας τη Ρωσία. Βαλτικές δημοκρατίες, Πολωνία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Ρουμανία, έγιναν μια περίκλειστη ζώνη με τις βάσεις και τους πυραύλους των ΗΠΑ να σφίγγουν απειλητικά τον κλοιό.

Αυτή η ασύδοτη επέκταση, πέρα από κάθε καταστατικό λόγο ύπαρξης του ίδιου του ΝΑΤΟ, αλλά και ενάντια στις συμφωνίες της προηγούμενης δεκαετίας (μέχρι το 2000 συζητούνταν και η ένταξη της ίδιας της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ), δεν ήταν αρκετή. Ο κλοιός έπρεπε να σφίξει περισσότερο. Η ίδια η εκλογή Μπάιντεν σηματοδότησε ότι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ θα ρίξει το βάρος της εναντίον της Ρωσίας. Έκλεισε η περίοδος Τραμπ που πριμοδότησε την αντιπαλότητα με την Κίνα στο πλαίσιο της υπεράσπισης των εγχώριων οικονομικών συμφερόντων των ΗΠΑ.

Η μετασοβιετική Ρωσία παρέμενε επί δεκαετίες ως η διάδοχη “αυτοκρατορία του κακού” για τις ΗΠΑ και τη δυτική προπαγάνδα, βλέποντας τη βορειοατλαντική συμμαχία όχι απλώς να την αναγάγει στον νούμερο ένα εχθρό της, αλλά να παίρνει θέσεις, να στήνει βάσεις, αντιαεροπορικά συστήματα, πυραυλικές εγκαταστάσεις γύρω από τα σύνορά της, ενσωματώνοντας σιγά σιγά τη μία χώρα μετά την άλλη, με κορυφαίο πετράδι στο στέμμα της εξάπλωσης του ΝΑΤΟ την Ουκρανία.

Ωστόσο η Ρωσία του 2020 δεν είναι η Ρωσία του 1998. Η καπιταλιστική της τάξη έχει ανασυγκροτηθεί, το πολιτικό της προσωπικό δεν θυμίζει πλέον τσίρκο (με μόνιμα μεθυσμένο τσιρκολάνο), οι ενεργειακές ροές προς την Ευρώπη την ισχυροποίησαν, ενώ σε κάθε περίπτωση παραμένει μια στρατιωτική υπερδύναμη με πυρηνικό οπλοστάσιο. Η σχετική υποχώρηση των ΗΠΑ, οι εσωτερικές αντιφάσεις της αμερικανικής υπερδύναμης, η ανάδυση της Κίνας, η κρίση της Ε.Ε., δίνουν χώρο και αυξάνουν την αυτοπεποίθηση στη Ρωσία. Από την κρίση του 2014 και μετά, θωρακίζεται ξέροντας ότι οι κυρώσεις εναντίον της θα είναι στην ημερήσια διάταξη του ευρωατλαντικού άξονα.

Θέση τρίτη: Το ΝΑΤΟ είναι ο εμπρηστής του πολέμου.

Κάθε δράση φέρνει αντίδραση. Πώς περιμένει κανείς να αντιδράσει η Ρωσία όταν ξετυλίγεται μια ακόμα πράξη της Νατοϊκής επέκτασης; Τι εκτιμά κανείς ότι θα γίνει ανάμεσα σε μια Ρωσία που είναι διατεθειμένη να πληρώσει βαρύ τίμημα για να σταματήσει η ασφυκτική της περικύκλωση, και στις ΗΠΑ, που επιθυμούν μεν την περικύκλωσή της, βάζοντας όμως ξένο κεφάλι στον ντορβά; Η οργάνωση του Μεϊντάν από τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. ήταν η πρώτη πράξη της σύγκρουσης, τα πογκρόμ στην Ανατολική Ουκρανία ήταν η κλιμάκωση, και η ένταξη στο ΝΑΤΟ με τον εξοπλισμό μιας -ανοιχτά εχθρικής πλέον προς τη Ρωσία- Ουκρανίας, η κορύφωση.

Όταν μια στρατιωτική υπερδύναμη απειλείται από μια άλλη, θα αντιδράσει. Όταν βγάλει το πιστόλι στο τραπέζι, έχει αποφασίσει ότι θα το χρησιμοποιήσει. Έχοντας προετοιμαστεί για αυτό επί χρόνια. Η Ρωσία αποφάσισε ότι ήταν σε θέση να πληρώσει υψηλό τίμημα για να αποτρέψει την ολοκληρωτική περικύκλωσή της από το ΝΑΤΟ και την οριστική ένταξη της Ουκρανίας στο αντιρωσικό στρατόπεδο. Τίμημα πολύ μεγαλύτερο από τις κυρώσεις, οι οποίες κατά πάσα πιθανότητα θα είναι σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματικές, αν και αυτό μένει να κριθεί τους επόμενους μήνες.

Εάν τα πράγματα έχουν έτσι, φταίει η Ρωσία που αντιδρά αλλά όχι το ΝΑΤΟ που περικυκλώνει; Φταίει η Ρωσία που επεμβαίνει στρατιωτικά αλλά όχι η ευρωατλαντικού (και ακροδεξιού) προσανατολισμού ηγεσία του Κιέβου που προκάλεσε εκατόμβες με πολλαπλάσιο αριθμό δολοφονημένων, εκτοπισμένων, βασανισμένων και τρομοκρατημένων αμάχων; Φταίνε και οι δύο; Και αν ναι, δεν υπάρχει καμιά διαφορά;

Όσοι θέτουν εκ του ασφαλούς το ερώτημα αν έχει ή όχι δικαίωμα η Ουκρανία να μπει στο ΝΑΤΟ και να διαλέγει τους συμμάχους της, έχουν καταπιεί αμάσητο το ερώτημα αν είναι λογικό να υπάρχει το ΝΑΤΟ, όταν έχουν εκλείψει οι λόγοι ύπαρξής του. Ακόμα περισσότερο δεν απαντούν αν είναι θεμιτό, ηθικό, λελογισμένο και σε ειρηνική κατεύθυνση να περικυκλώνεται ασφυκτικά μια πυρηνική υπερδύναμη, η οποία μάλιστα έχει δαιμονοποιηθεί με κάθε πιθανό τρόπο.

Θέση τέταρτη: Η ουκρανική κυβέρνηση αποδείχθηκε ο χρήσιμος ηλίθιος, δείχνοντας τι σημαίνει να είσαι δεδομένος και πάντα πρόθυμος

Η στάση της Δύσης μετά τη ρωσική επίθεση αφήνει την ουκρανική κυβέρνηση ξεκρέμαστη. Τη χρησιμοποίησε για την Νατοϊκή περικύκλωση της Ρωσίας, της έδωσε διαβεβαιώσεις, χάιδεψε τα ναζιστικά παραστρατιωτικά τάγματα, γέλασε κάτω από τα μουστάκια της με τα πογκρόμ ενάντια στους αντιφασίστες και τους αντιφρονούντες, χάρηκε βλέποντας τη Συμφωνία του Μινσκ να καταρρέει, ενίσχυσε στρατιωτικά την Ουκρανία για να εκκαθαρίσει τις ανατολικές ρωσόφωνες περιοχές της, τη διαβεβαίωσε ότι θα σταθεί δίπλα της, αρκεί το Κίεβο να μείνει πιστό στις επιδιώξεις του ευρωατλαντικού άξονα.

Και όταν η Ρωσία επιτέθηκε, έκανε δηλώσεις συμπαράστασης, ξεκίνησε μαραθώνιο αναζήτησης “κυρώσεων” (αμφίβολης αποτελεσματικότητας μιας και η Μόσχα από το 2014 και μετά επιχείρησε να προετοιμαστεί απέναντι σε ένα τέτοιο εξαιρετικά αναμενόμενο μέτρο της Δύσης), και διαβεβαίωσε ότι …το ΝΑΤΟ δεν θα στείλει στρατό στην Ουκρανία. Το καθεστώς του Κιέβου έβγαλε τη βρώμικη δουλειά με τη συναίνεση, συμπαράσταση και καθοδήγηση της Δύσης αλλά όταν ήρθαν τα δύσκολα, έμεινε μόνο του. Άλλωστε ακόμα και αν η Ρωσία ρίσκαρε πυρηνικό επεισόδιο για να εξασφαλίσει τον “ζωτικό της χώρο” ή έστω ζώνη ασφαλείας, η Δύση δεν θα ρίσκαρε κάτι αντίστοιχο για να της τα στερήσει.

Το παράδειγμα της Ουκρανίας έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί η Ελλάδα μπορεί να έχει μεγαλύτερη αποτρεπτική δύναμη από την Ουκρανία και η Τουρκία πολύ μικρότερη από τη Ρωσία, αλλά οι διαβεβαιώσεις των ευρωατλαντιστών στη χώρα μας ότι οι ΗΠΑ θα μας προστατεύσουν απέναντι στον Ερντογάν και στις επιδιώξεις του, γιατί είμαστε οι πιο πιστοί, δεδομένοι και πρόθυμοι σύμμαχοί τους, είναι θεωρία που χρεοκόπησε σε ζωντανή μετάδοση σε όλο τον κόσμο.

Θέση πέμπτη: Οι ίσες αποστάσεις δεν είναι ποτέ ίσες. Ευνοούν αυτόν που σήμερα είναι δυνατότερος.

Αν συμφωνήσουμε ότι η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει μόνο ως πρόσχημα την ασφάλεια των ρωσόφωνων ή την αποκατάσταση της δικαιοσύνης για τα εγκλήματα του Κιέβου στο Ντονμπάς και στην Οδησσό, θα αναγνωρίσουμε ως πραγματική αιτία της εισβολής την αποφυγή της περικύκλωσής της από το ΝΑΤΟ. Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία προφανώς δεν είναι ανθρωπιστική επέμβαση. Ούτε εμπίπτει στην λενινιστική κατηγορία των “δίκαιων πολέμων”, έστω και αν η εκκαθάριση ρωσόφωνων πληθυσμών της Ουκρανίας, δίνει άφθονα επιχειρήματα στη Ρωσία. Το να διατηρεί όμως μια ιμπεριαλιστική δύναμη όπως η Ρωσία, με ένα αντιδραστικό καθεστώς όπως αυτό του Πούτιν, ένα ζωτικό χώρο ασφάλειας γύρω από τα σύνορά της (με όλο το αποκρουστικό ιστορικό φορτίο του όρου), δεν συνιστά ηθική δικαιολογία για πόλεμο, ούτε μπορεί να συγκινήσει τους προοδευτικούς ανθρώπους και το αριστερό κίνημα.

Η Ουκρανία μπορεί να είναι το θέατρο των επιχειρήσεων της αντιπαράθεσης, η σύγκρουση όμως περιλαμβάνει πολύ περισσότερα.

Αν από τη μια έχουμε τη Ρωσία που αποφεύγει την περικύκλωσή της και δημιουργεί ζωτικό χώρο γύρω από τα σύνορά της, από την άλλη, δεν έχουμε απλώς τον ακροδεξιό γελωτοποιό του Κιέβου και τις παραστρατιωτικές συμμορίες των Ουκρανών ναζί. Έχουμε το σχέδιο της Δύσης να κυριαρχήσει καθολικά, να στριμώξει τον πυρηνικό ανταγωνιστή της, να καταστήσει το ΝΑΤΟ μια απέραντη στρατιωτική μηχανή των ΗΠΑ, να επιβάλει δηλαδή έναν καταθλιπτικό μονόδρομο χωρίς εναλλακτική. Αυτή η απαίτηση, η φιλοδοξία, ή το σχέδιο “καθολικής κυριαρχίας” εξελίσσεται μάλιστα σε μια εποχή που αναδύονται αντικειμενικά περισσότεροι πόλοι παγκόσμιας ηγεμονίας και όχι μόνο ένας.

Η απαίτηση καθολικής κυριαρχίας και ασύδοτης επέκτασης του ΝΑΤΟ προχώρησε και επιβλήθηκε και όχι μόνο “ειρηνικά”, με πολιτικές αλλαγές, με διαδηλώσεις (ή πραξικοπήματα) και με εκλογές. Προχώρησε και με διώξεις, και με πογκρόμ, και με σφαγές. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν τα “τετελεσμένα” της Νατοϊκής επέκτασης είναι λογικό (ή ακόμα και δίκαιο) να “παγιώνονται” με μια ματωμένη ειρήνη εις το διηνεκές. Σαν κι αυτή που υπήρχε πριν τη ρωσική επίθεση. Το δίλημμα είναι κυνικό, αλλά είναι πραγματικό δίλημμα: Ματωμένη ειρήνη με πολλαπλάσια θύματα, παγιώνοντας τα αμερικανικά συμφέροντα, ή ρωσικός πόλεμος;

Έτσι ερχόμαστε στο πρόβλημα των ίσων αποστάσεων. Οι ίσες αποστάσεις ποτέ δεν είναι ίσες, γιατί η σύγκρουση δεν αφορά απλώς δύο ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που συγκρούονται η μία με την άλλη. Η σύγκρουση είναι ανάμεσα σε μια ιμπεριαλιστική συμμαχία που έχει φτάσει έξω από τα σύνορα μιας υποδεέστερης οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά δεύτερης ιμπεριαλιστικής δύναμης, με τη δεύτερη να αναζητά συνθήκες ασφαλείας και ζώνες ζωτικού χώρου. Η καταδίκη της ρωσικής επέμβασης σημαίνει αποδοχή των τετελεσμένων που έφερε το ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη. Θέση λογική για την ελληνική αστική τάξη, αλλά καθόλου λογική για την ελληνική Αριστερά.

Ίσες αποστάσεις στην πραγματική ζωή σπάνια υπάρχουν. Η σύγκρουση Δύσης – Ρωσίας δεν έχει πολλά κοινά με τη σύγκρουση του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου για να αντιγράφουμε τα τσιτάτα του 1915. Είναι ένα πράγμα να μην προσχωρείς σε κανένα ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο (θέση που ισχύει με απόλυτο τρόπο και τότε και σήμερα), και άλλο πράγμα να αξιολογείς με τον ίδιο τρόπο, την απάντηση του στριμωγμένου ρωσικού ιμπεριαλισμού, με την ασυδοσία και την επίθεση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Ίδια ιεράρχηση και ίσες αποστάσεις ευνοούν αυτόν που έχει το πάνω χέρι στη σύγκρουση. Και αυτός, εδώ και τριάντα χρόνια τουλάχιστον, είναι σαφώς η Δύση. Ας μην κάνουμε επίκληση ούτε στον αριθμό και τις θέσεις των αμερικανικών βάσεων στον πλανήτη, ούτε στην εγκληματική ιστορία του ΝΑΤΟ. Ούτε ζητάμε να φανταστούμε τι θα γινόταν αν η Ρωσία ή η Κίνα έστηνε βάσεις στη μεξικανική μεθόριο με τις ΗΠΑ. Κάνουμε απλώς επίκληση στην κοινή λογική.

Θέση έκτη: Να ηττηθεί το σχέδιο του πιο επικίνδυνου εχθρού της ειρήνης. Έστω κι αν ηττηθεί από κάποιον που δεν είναι φίλος μας.

Η ρωσική επίθεση, είτε μας αρέσει είτε όχι, είναι η πρώτη φορά που μπλοκάρει τη Νατοϊκή ασυδοσία, μετά από τριάντα χρόνια. Μπορεί να μην μας αρέσει αυτός που το κάνει, αλλά η πραγματικότητα δεν κινείται με βάση τις επιθυμίες μας. Δεν υπάρχει σοσιαλιστικό στρατόπεδο να σταματήσει τον ιμπεριαλιστικό όλεθρο και ταυτόχρονα να ανοίξει δρόμο στο κίνημα της κοινωνικής απελευθέρωσης. Η τοποθέτησή μας γίνεται με βάση την πραγματικότητα.

Αν το ΝΑΤΟ είναι ο πιο επικίνδυνος εχθρός της ειρήνης, αν είναι μακράν η πιο φονική μηχανή μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αν έχει καταστρατηγήσει κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, αν έχει διαμελίσει χώρες, ανατρέψει κυβερνήσεις, βομβαρδίσει αμάχους, στήσει χούντες και διαλύσει κοινωνίες, δεν είναι θετικό να υποστεί μια ήττα;

Καταλαβαίνουμε να δυσανασχετούν με το πρόσκαιρο έστω μπλοκάρισμα της Νατοϊκής μηχανής όσοι υπηρέτησαν και υπηρετούν τον ευρωατλαντικό προσανατολισμό της χώρας, από δεξιά ή αριστερή σκοπιά. Δεν καταλαβαίνουμε όμως γιατί πρέπει να δυσανασχετούν με αυτό το ενδεχόμενο, όσοι, επί χρόνια, επί δεκαετίες, θεωρούσαν το ΝΑΤΟ τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την ειρήνη, τη μεγαλύτερη απειλή για τους λαούς και τα απελευθερωτικά τους κινήματα.

Με τη ρωσική επίθεση μπήκε φρένο σε μια επιλογή (διεύρυνση στην Ανατολική Ευρώπη και περικύκλωση της Ρωσίας), που πίσω της στοιχήθηκε η ευρωατλαντική ηγεσία. Και ένα σύνολο χωρών βλέπει ότι οι αμερικανοΝατοϊκοί σχεδιασμοί δεν είναι αήττητοι, ούτε οι επιδιώξεις της Ουάσιγκτον αναπόφευκτες. Φυσικά αυτό είναι απλώς αναγκαία και καθόλου ικανή συνθήκη για την ανάταξη του αντίπαλου δέους στον καπιταλισμό.

Δεν είναι σημαντικό, τουλάχιστον για δυνάμεις που αναφέρονται στο μαρξισμό (και ακόμα περισσότερο στο λενινισμό) να αξιολογήσουν ως σημαντική την υποχώρηση του πιο επικίνδυνου εχθρού των λαών, της ελευθερίας τους και της ανεξαρτησίας τους, του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού; Δεν έχει σημασία να φάει χαστούκι η μηχανή παραγωγής ακροδεξιών, νεοναζιστικών μορφωμάτων στην Ανατολική Ευρώπη που ανεμίζουν τις σημαίες της Ε.Ε. και ζητούν την ένταξη των χωρών τους στο ΝΑΤΟ;

Δεν είναι βαθιά πολιτικό και εντελώς λενινιστικό να επιδιώκεις να αποδυναμώνεται ο κάθε φορά ισχυρότερος αντίπαλος των λαών και των εργαζόμενων τάξεων, ακόμα και αν αυτή η αποδυνάμωση δεν προέρχεται από εσένα;

Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ένα σημαντικό επεισόδιο στην πορεία μετασχηματισμού του κόσμου του εικοστού αιώνα που κληρονόμησε ο εικοστός πρώτος: Από έναν πλανήτη με έναν και μοναδικό κυρίαρχο, τις ΗΠΑ, σε μια πολυπολική κατάσταση, όπου αναδύονται και άλλοι ισχυροί παίκτες σε παγκόσμιο επίπεδο και σημαντικές περιφερειακές δυνάμεις, με αυξημένες αντιθέσεις και διαφορετικά συμφέροντα.

Οι λαοί όλου του κόσμου και οι εργαζόμενες τάξεις έχουν να κερδίσουν περισσότερα από έναν μονοπολικό κόσμο όπου κυριαρχεί ο μονόδρομος, ή από έναν πολυπολικό κόσμο, έστω και με αντιτιθέμενες αντιδραστικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, όπου μπορούν όμως οι αντιθέσεις τους να δώσουν χώρο και ανάσες στο κίνημα της κοινωνικής απελευθέρωσης;

Η σύγχυση στην Αριστερά περισσεύει κι ο καθένας να ανασύρει από τους κλασσικούς αυτό που τον βολεύει, αλλά ο μαρξισμός δεν έχει καμιά σχέση με το να κρατάς απολύτως ίσες αποστάσεις από τα ξένα αντιμαχόμενα στρατόπεδα, λες και κάνεις ασκήσεις στο χαρτί. Το εντελώς ανάποδο. Προτιμά την αποδυνάμωση του πιο επικίνδυνου κάθε φορά για τους λαούς και τις εργαζόμενες τάξεις αντιπάλου, έστω και αν αυτή η αποδυνάμωση δεν γίνεται από μια δύναμη κομμουνιστική ή προοδευτική, αλλά από μια δύναμη αντιδραστική και ιμπεριαλιστική. Οι λαμπρότερες σελίδες στην ιστορία του κινήματος γράφτηκαν όταν οι κομμουνιστές αποφάσισαν ότι δεν θα βγάζουν μεζούρα να μετρούν ίσες αποστάσεις στις ανακοινώσεις τους, αλλά να εκμεταλλευτούν κάθε ρωγμή στο αντίπαλο στρατόπεδο αποδυναμώνοντας τον πιο επικίνδυνο κάθε φορά αντίπαλο. Αυτό απέχει παρασάγγας από την ευκολία “ούτε με το ΝΑΤΟ ούτε με τον Πούτιν” και φυσικά δεν οδηγεί σε στράτευση υπό το Κρεμλίνο.

Αν αυτά είναι ψιλά γράμματα στρατηγικής, αξίζει να πάμε ένα βήμα παραπάνω: Πώς φαντάζεται κανείς ότι θα διαλυθεί το ΝΑΤΟ (θέση ελπίζουμε ακόμα κοινή – και όχι υπό αναίρεση) στην κομμουνιστική Αριστερά; Πώς μπορεί να διαλυθεί ως δια μαγείας (και μόνο υπό τα χτυπήματα του κομμουνιστικού κινήματος), χωρίς ήττες και γρατσουνιές, χωρίς κρίσεις και υποχωρήσεις στον ανταγωνισμό του με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις; Το ΝΑΤΟ θα διαλυθεί μόνο μετά από την παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση, ή είναι πολιτικός στόχος με αξία στο σήμερα και στο αύριο;

Θέση έβδομη: Δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη – ή αλλιώς: η ιστορία διαμορφώνεται από τους συσχετισμούς δύναμης.

Η ειρήνη είναι αξία ανεκτίμητη αλλά υπάρχει η ειρήνη που σταματά τους πολεμοκάπηλους, τους εμπρηστές, τους επικίνδυνους για τη ζωή και τον ανθρώπινο πολιτισμό και η ειρήνη που παγιώνει τετελεσμένα και συσχετισμούς που επιβλήθηκαν με το πιστόλι στο κρόταφο. Η ιστορία του αριστερού κινήματος ταυτίστηκε με τον φιλειρηνισμό και την αποπυρηνικοποίηση κατά τον 20ο αιώνα, όταν οι Αμερικάνοι έστηναν παντού επεμβάσεις ενάντια σε εθνικοαπελευθερωτικά και προοδευτικά κινήματα και απειλούσαν με την πυρηνική τους υπεροπλία. Τότε, οι αγωνιστές της ειρήνης ήταν ταυτόχρονα “πράκτορες της Μόσχας” για το δυτικό μηχανισμό προπαγάνδας.

Με πλήρη γνώση ότι δεν θα γίνουμε δημοφιλείς, οφείλουμε να θυμίσουμε ότι υπάρχει και η άδικη ειρήνη, η ειρήνη που υπογράφεται μετά από μια επιθετική επέμβαση, η ειρήνη που κατοχυρώνει έναν άδικο συσχετισμό, η ειρήνη που υπάρχει μόνο για να προκαλέσει έναν μεγαλύτερο πόλεμο, η ειρήνη που έχει περισσότερα θύματα, νεκρούς και ξεριζωμένους από έναν “κανονικό” πόλεμο. Ο εικοστός αιώνας είναι γεμάτος από τέτοια παραδείγματα.

Όσοι σήμερα φωνάζουν υπέρ της ειρήνης στην Ουκρανία, το 1963 στην κρίση της Κούβας θα φώναζαν υπέρ της ειρήνης; Θα κατηγορούσαν τον Κένεντι ως παράφρονα που απειλεί με πυρηνικό πόλεμο γιατί η Κούβα – μια ανεξάρτητη χώρα – αποφάσισε να εξοπλιστεί με σοβιετικούς πυραύλους; Ή μήπως θα δικαιολογούσαν την πυρηνική απειλή των ΗΠΑ λέγοντας ότι δεν μπορεί να υπάρχουν πυρηνικές κεφαλές των σοβιετικών σε απόσταση αναπνοής από αμερικανικό έδαφος; Φυσικά, ισχύει και το ανάποδο.

Το αίτημα της ειρήνης εκφράζει πάντα έναν συμβιβασμό ανάμεσα στις αντιμαχόμενες δυνάμεις. Ο πασιφισμός, με την έννοια της επίκλησης της αξίας της ειρήνης σε ένα κόσμο που σφαδάζεται από συγκρούσεις και ανταγωνισμούς, παραβλέπει ότι οποιαδήποτε ειρήνη αποτυπώνει ένα συσχετισμό δύναμης. Ας ασχοληθούμε λοιπόν με αυτόν ακριβώς το συσχετισμό δύναμης και τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να βελτιωθεί για τους λαούς και τις εργαζόμενες τάξεις.

Θέση όγδοη: Είναι ζήτημα επιβίωσης να συγκροτήσουν οι λαοί το δικό τους στρατόπεδο

Από τη σύγκρουση στην Ουκρανία απουσιάζει η ανεξάρτητη και αυτοτελής φωνή των λαών και των συμφερόντων τους. Αλλά όχι μόνο από τη σύγκρουση στην Ουκρανία. Ο κόσμος, από το τελευταίο τέταρτο του εικοστού αιώνα και μετά, καθορίζεται αρνητικά από την εκκωφαντική απουσία του κομμουνιστικού κινήματος. Ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός δεν νιώθουν καμιά απειλή για την ύπαρξή τους, παρά μόνο εγγενείς αντιφάσεις, ενδογενείς κρίσεις και εσωτερικούς ανταγωνισμούς. Ο αντιπολεμικός και αντιμπεριαλιστικός χώρος σήμερα έχει σημασία να συγκροτηθεί ως αποτρεπτικό πολιτικό κίνημα ενάντια στον πόλεμο και τις πολιτικές που τον προκαλούν. Αυτή είναι η μόνη εγγύηση ότι η φωνή των λαών θα βρει την αυτοτελή της έκφραση και θα βαδίσει στο δρόμο της κοινωνικής ανατροπής.

Η ιστορία, σε τελική ανάλυση και στη μεγάλη της κλίμακα, εξακολουθεί να γράφεται από την ταξική πάλη σε όλη την πολυπλοκότητα των εκφράσεών της. Η υποχώρησή της δημιουργεί όρια, σύγχυση, αποπροσανατολισμό. Γεννά απολίτικες συμπεριφορές, αναζήτηση καθαρών λύσεων, απόσυρση από το πεδίο της καθημερινής πάλης για την αλλαγή του συσχετισμού εθνικά, ευρωπαϊκά και παγκόσμια. Η κομμουνιστική Αριστερά παραμένει αποσυγκροτημένη και σε αδυναμία, παλινδρομεί ανάμεσα στο φιλελευθερισμό των ατομικών δικαιωμάτων και την επαναστατική φλυαρία, αδυνατεί να λερώσει τα χέρια της και να καθαρίσει την οπτική της.

Η συγκρότηση της αυτοτελούς φωνής του λαϊκού στρατοπέδου, είναι προϋπόθεση για την επιβίωση, ανεξάρτητα από τις στροφές στις διεθνείς εξελίξεις και στο συσχετισμό δύναμης που αφορούν τους αντικειμενικούς όρους της ταξικής πάλης. Ανεξάρτητα από το αν η ρωσική επίθεση καθυστερήσει, μπλοκάρει, (ή ανάποδα επιταχύνει), τα Νατοϊκά σχέδια, η ήττα του ιμπεριαλισμού είναι υπόθεση του ανεξάρτητου κινήματος των λαών που στις σημαίες του θα γράφει το αίτημα της κοινωνικής απελευθέρωσης.

Γιατί ΔΕΝ θα διαδηλώσουμε έξω από τη ρωσική πρεσβεία την Παρασκευή

Σχόλιο της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Το ΚΚΕ κάλεσε σε συγκέντρωση στη ρωσική πρεσβεία και πορεία προς την αμερικανική, εκδηλώνοντας με τον πιο ηχηρό τρόπο την πολιτική των ίσων αποστάσεων στην ουκρανική κρίση. Δεν είναι μόνο ο Περισσός. Οι περισσότερες εκφράσεις της Αριστεράς υψώνουν τη σημαία της ειρήνης χωρίς να μπαίνουν στον κόπο να εξηγήσουν ποιος έφερε τον πόλεμο. Χωρίς να ασχολούνται με το πώς αυτός θα σταματήσει (γιατί ο πόλεμος υπάρχει από το 2014 – κι ας μην εκπλαγούμε αν η ρωσική επίθεση αποδειχτεί η λήξη και όχι η έναρξή του). Ο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα χειρότερα (αλλά μάλλον αναμενόμενα), συντάσσεται έμμεσα με τις αμερικανικές επιδιώξεις στοχοποιώντας μονομερώς τη Ρωσία. Ο Ν.Φίλης έφτασε να ανασύρει από την ιστορία την Πράγα και το Αφγανιστάν για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα.

Επί της ουσίας: Το διακύβευμα της ουκρανικής κρίσης ήταν και παραμένει η ασφυκτική περικύκλωση της Ρωσίας από το ΝΑΤΟ. Ούτε οι αγωγοί της ενέργειας, ούτε το φυσικό αέριο, ούτε οι ενδοιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί γενικώς και αορίστως. Η επιθετική κίνηση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία ήταν φυγή προς τα μπρος για μια πληγωμένη Αμερική, που δεν μπορεί να παραδεχτεί ότι ο κόσμος πλέον δεν στοιχίζεται μονοπολικά πίσω από έναν αδιαμφισβήτητο ηγεμόνα όπως τριάντα χρόνια πριν. Η ίδια η εκλογή Μπάιντεν είχε σηματοδοτήσει την επιλογή σύγκρουσης με τη Ρωσία.

Αν το ΝΑΤΟ είναι ο νούμερο ένα εχθρός της παγκόσμιας ειρήνης, αν η ευρωατλαντική συμμαχία είναι ο εμπρηστής του διεθνούς δικαίου, αν οι ΗΠΑ είναι αυτοί που έχουν εξαπολύσει δεκάδες πολέμους τις τελευταίες δεκαετίες από άκρη σε άκρη σε όλο τον πλανήτη, δεν έχει αλήθεια, καμιά σημασία, να ηττηθεί το σχέδιό τους;

Δεν ηττήθηκε στη Συρία, δεν ηττήθηκε στο Ιράκ, δεν ηττήθηκε στη Λιβύη, δεν ηττήθηκε στην Γιουγκοσλαβία. Οι εκεί χώρες και λαοί διαλύθηκαν γιατί οι αντίστοιχοι «κακοί» Μιλόσεβιτς, Σαντάμ, Άσαντ, Καντάφι, δεν μπόρεσαν να βάλουν φρένο στον νούμερο ένα παγκόσμιο τρομοκράτη.

Δεν έχει σημασία να μπλοκαριστεί έστω μία φορά η επί τριάντα χρόνια ασύδοτη επέκταση του ΝΑΤΟ;

Ή μήπως το ΝΑΤΟ δεν είναι τελικά «εβδομήντα χρόνια χούντες, πολέμοι και τρομοκρατία» και είναι λίγο πολύ ίδιο με τη Ρωσία;

Δεν έχει σημασία για δυνάμεις που αναφέρονται στον μαρξισμό να αξιολογούν ως σημαντική την ήττα ή την υποχώρηση του πιο επικίνδυνου εχθρού των λαών, του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού;

Δεν έχει σημασία να φάει χαστούκι η μηχανή παραγωγής ακροδεξιών, νεοναζιστικών μορφωμάτων στην Ανατολική Ευρώπη που ανεμίζουν τις σημαίες της Ε.Ε. και ζητούν την ένταξη των χωρών τους στο ΝΑΤΟ;

Δεν έχει σημασία να σκοντάψει η διεύρυνση του ΝΑΤΟ, που θεωρητικά, και με βάση τις συμφωνίες μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, δεν θα επεκτεινόταν άλλο προς Ανατολάς;

Ο μαρξισμός δεν έχει θέση αρχής να κρατάς ίσες αποστάσεις από τα ξένα αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Το εντελώς ανάποδο. Προτρέπει σε εκείνη τη στάση που αποδυναμώνει τον πιο επικίνδυνο κάθε φορά για τους λαούς και τις εργαζόμενες τάξεις αντίπαλο, έστω και αν αυτή η αποδυνάμωση δεν γίνεται από μια δύναμη κομμουνιστική ή προοδευτική, αλλά από μια δύναμη αντιδραστική και ιμπεριαλιστική.

Ο μαρξισμός δεν έχει θέση αρχής να αδιαφορείς για τις ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Είναι άλλο πράγμα να μην συντάσσεσαι σε στρατόπεδα όταν ιμπεριαλιστές τσακώνονται για τα συμφέροντά τους, και άλλο να κρατάς ίσες αποστάσεις ανάμεσα σε μια δύναμη που διαρκώς επιτίθεται, περικυκλώνει, επεμβαίνει, στήνει βάσεις και στρατό παντού και σε μια δύναμη που περικυκλώνεται και επιχειρεί να στήσει ζώνη ασφαλείας γύρω της.

Ας αναρωτηθούν όμως όσοι πάνε αύριο έξω από τη ρωσική πρεσβεία (καταλήγοντας στην αμερικάνικη) μήπως οι λαοί του κόσμου ανασάνουν πιο ελεύθερα αν το ΝΑΤΟ φρενάρει τη διαρκή επέκτασή του.

Ή το γεγονός αυτό μας αφήνει αδιάφορους;

Ας αναρωτηθούν αν οι λαοί του κόσμου θα μπορούσαν να βρεθούν σε καλύτερη θέση να συγκροτήσουν ένα προοδευτικό κίνημα απελευθέρωσης σε έναν μονοπολικό κόσμο όπου όλα τα σκιάζει η φοβέρα και ο μονόδρομος του ευρωατλαντισμού, ή σε έναν πολυπολικό κόσμο, όπου ακόμα και αν το αντίπαλο δέος δεν είναι προοδευτικό, δημιουργεί αναπόφευκτα ρωγμές και αντιθέσεις που μπορεί δυνητικά το κομμουνιστικό κίνημα να εκμεταλλευτεί.

Επιθυμητό θα ήταν να μπει φραγμός στη Νατοϊκή ασυδοσία από το διεθνές φιλειρηνικό αντινατοϊκό κίνημα και όχι από μια αντίπαλη ιμπεριαλιστική δύναμη. Επιθυμητό θα ήταν να έχουμε αντιπολεμικά κινήματα που θα ξηλώνουν τις νατοϊκές βάσεις που φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια σε όλο τον κόσμο. Όμως αυτά τα κινήματα δεν υπάρχουν. Πρέπει να τα συγκροτήσουμε. Αυτό δεν θα γίνει αν στοιχηθούμε πίσω από ένα ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, όμως ακόμα πιο σίγουρο είναι ότι θα βρισκόμαστε σε όλο και χειρότερες θέσεις αν ο νούμερο ένα τρομοκράτης, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν βρίσκουν ποτέ και πουθενά αντίσταση στο σχεδιασμό τους.

Ας αναρωτηθούν επίσης όσοι σκέφτονται να διαδηλώσουν έξω από τη ρωσική πρεσβεία αν η πολιτική των απολύτως ίσων αποστάσεων εξυπηρετεί σήμερα τον επιτιθέμενο και τον ισχυρότερο, παγιώνοντας και αναγνωρίζοντας τον υπαρκτό συσχετισμό που συμφέρει τον βορειοατλαντικό ιμπεριαλισμό.

Ας αναρωτηθούμε όλοι τελικά μήπως δεν πρέπει να διαδηλώσουμε αύριο έξω από τη ρωσική πρεσβεία.

Για να νικήσει η ειρήνη πρέπει να ηττηθούν όσοι προκάλεσαν τον πόλεμο

Σχόλιο της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν είναι η αρχή του πολέμου. Η αρχή έγινε το 2014, όταν η φιλοευρωπαϊκή και φιλοατλαντική ακροδεξιά του Κιέβου ξεκίνησε το πογκρόμ ενάντια σε αντιφρονούντες και ρωσόφωνους.

Το αποτέλεσμα ήταν 14.000 νεκροί, στη συντριπτική τους πλειοψηφία θύματα των παραστρατιωτικών ακροδεξιών ομάδων αλλά και των βομβαρδισμών της ουκρανικής ηγεσίας εναντίον εδαφών και πόλεων του ίδιου της του κράτους, στο πλαίσιο της εθνοκάθαρσης που επιχειρήθηκε.

Πριν λίγες μέρες βομβαρδίστηκαν οι ημιαυτόνομες περιοχές του Ντομπας από τον ουκρανικό στρατό. Σήμερα η Ρωσία βομβαρδίζει ουκρανικούς στόχους και εισβάλει με στρατεύματα. Προς το παρόν οι στόχοι είναι περιορισμένοι σε υποδομές στρατιωτικής σημασίας, η αντίσταση του ουκρανικού στρατού φαίνεται μηδαμινή, και οι αναφορές των ΜΜΕ μιλούν για μονοψήφιο αριθμό νεκρών, αρκετές ώρες μετά την εισβολή.

Από το 2014, η συμφωνία του Μινσκ κουρελιάστηκε από την ουκρανική ηγεσία που κατέλαβε το 2014 τη διακυβέρνηση της χώρας, υπό την ώθηση του ΝΑΤΟ που πάσχιζε να μετατρέψει την Ουκρανία σε στρατιωτικό προπύργιο των Αμερικανών.

Η ακροδεξιά του Κιέβου λειτούργησε ως κοινός προβοκάτορας, πιστεύοντας ότι η Δύση θα εγγυηθεί τους λεονταρισμούς της απέναντι σε μια πυρηνική δύναμη που νιώθει ότι απειλείται και περικυκλώνεται κάθε χρόνο όλο και περισσότερο.

Σήμερα αποδεικνύεται ότι πόνταρε λάθος. Έπαιξε και έχασε, όχι απλά την εδαφική ακεραιότητα της χώρας αλλά την ασφάλεια των ανθρώπων της.

Ένας πόλεμος είναι γεγονός τραγικό. Και κανείς δεν μπορεί ελαφρά τη καρδία, και υπό την ασφάλεια χιλιάδων χιλιομέτρων μακριά να μην τον αξιολογεί ως τέτοιον.

Αλλά να θυμόμαστε ποιοι τον ξεκίνησαν, ποιοι τον προκάλεσαν, ποιοι υποδαύλισαν την ένταση, ποιοι οδήγησαν σε αυτόν. Η ακροδεξιά του Κιέβου, τα επεκτατικά σχέδια του ΝΑΤΟ, το αμερικανικό σχέδιο περικύκλωσης της Ρωσίας.

Για να νικήσει η ειρήνη πρέπει να ηττηθούν όσοι φέρνουν τον πόλεμο. Όχι μόνο σήμερα, αλλά κάθε μέρα, κάθε μήνα, κάθε χρόνο, εδώ και δεκαετίες.

Η ελληνική κυβέρνηση ήδη συντάσσεται με τη ρητορική της Δύσης. Να μην τολμήσει να εμπλέξει τη χώρα και τις ένοπλες δυνάμεις της σε τυχόν Νατοϊκά αντίποινα ή αντιδράσεις.

Να ηττηθεί η αμερικανοΝατοϊκή επιθετικότητα για να διασφαλιστεί η ειρήνη

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Προϋπόθεση για να διασφαλιστεί η ειρήνη και να αποφευχθεί ο πόλεμος, οι σφαγές, οι συγκρούσεις, οι ξεριζωμοί ανθρώπων, είναι να ηττηθεί η αμερικανική και Νατοϊκή επιθετικότητα στην Ουκρανία. Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός με την ακροδεξιά – νεοναζιστική πολιτική έκφραση του Κιέβου, είναι αυτός που βάζει φωτιά στην περιοχή. Αυτός είναι υπόλογος για το γεγονός ότι η Ανατολική Ευρώπη κινδυνεύει από μια ανάφλεξη με απρόβλεπτες συνέπειες. Αυτός άλλωστε είναι ο διαχρονικός – εγκληματικός ρόλος του ΝΑΤΟ εδώ και εβδομήντα χρόνια.

Η ειρήνη κινδυνεύει από όσους περικυκλώνουν στρατιωτικά τη Ρωσία εδώ και τρεις δεκαετίες, από όσους αθέτησαν τις δεσμεύσεις για μη επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, από όσους οργάνωσαν και καθοδήγησαν το ακροδεξιό κίνημα της πλατείας Μεϊντάν, από όσους προχώρησαν σε πογκρόμ ενάντια σε Rώσους και ρωσόφωνους της Ουκρανίας, από όσους επιτέθηκαν στις αυτόνομες περιοχές του Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ και έβαλαν πρώτοι φωτιά στη Συμφωνία του Μινσκ. Είναι απολύτως σαφές ότι στην παρούσα κρίση της Ουκρανίας η ειρήνη ανατινάχθηκε από τις αμερικανικές επιδιώξεις.

Η προπαγανδιστική εκστρατεία και η δαιμονοποίηση της Ρωσίας δεν μπορεί να κρύψει ότι στην προκειμένη κρίση ο επιτιθέμενος και ο περικυκλωτής είναι οι ΗΠΑ, με την Ε.Ε. -έστω και με σημαντικές διαφοροποιήσεις- να σιγοντάρει. Το σχήμα “η δημοκρατική Δύση” ενάντια στην “αυταρχική Ανατολή” είναι το ιδεολογικό προκάλυμμα για να συνεχίζεται η ασφυκτική περικύκλωση των εχθρών των ΗΠΑ (Ρωσία σήμερα, Κίνα χθες ή αύριο). Είναι δε εντελώς φαιδρό, όταν προέρχεται από τις ΗΠΑ που μέχρι πριν ενάμισι χρόνο είχαν πρόεδρο τον Τραμπ ή από την Ευρωπαϊκή Ένωση που συντάσσεται με τη ακροδεξιά της Ουκρανίας και επί τριάντα χρόνια πασχίζει να εξισώσει τον ναζισμό με τον κομμουνισμό.

Η αναγνώριση των αυτόνομων δημοκρατιών από τη Ρωσία έρχεται ως αντίδραση στη δράση και ως απάντηση στην επίθεση του Κιέβου και στην ασύδοτη επέκταση του ΝΑΤΟ. Δεν είναι θετικός και προοδευτικός ούτε ο ιστορικός αναθεωρητισμός ούτε η αδυναμία διαφορετικών εθνοτήτων να ζήσουν ειρηνικά στο ίδιο κράτος. Όμως η πραγματική ζωή δεν εξελίσσεται σε κενό ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών και συγκρούσεων. Η διεθνής νομιμότητα σε έναν ιμπεριαλιστικό κόσμο, όπου δίκαιο είναι πάντα το συμφέρον του ισχυρότερου (δηλαδή των Αμερικάνων), υφίσταται μόνο ως θεωρητικό σχήμα στα ακαδημαϊκά εγχειρίδια του διεθνούς δικαίου. Στην πραγματική ζωή, η Γιουγκοσλαβία διαμελίστηκε, το Κόσοβο αποσχίστηκε, η Συρία διαλύθηκε, το Ιράκ τεμαχίστηκε. Οι αυτόνομες λαϊκές δημοκρατίες βομβαρδίστηκαν από τον Ουκρανικό στρατό και τους αμερικανούς καθοδηγητές του, προτού αναγνωριστούν ως ανεξάρτητες. Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός δεν δίνει πουθενά λογαριασμό, πολύ περισσότερο στο «διεθνές δίκαιο».

Τέλος, μια σημαντική σημείωση για το προοδευτικό και αντιμπεριαλιστικό κίνημα και ειδικά για την κομμουνιστική Αριστερά (πχ ΚΚΕ): Δεν υπάρχουν ίσες αποστάσεις σε μια σύγκρουση όπου κάποιος διαρκώς, διαχρονικά και απρόκλητα επιτίθεται, και κάποιος άλλος περικυκλώνεται και αντιδρά. Δεν πήγε η Ρωσία να στήσει στρατιωτικές βάσεις στο Μεξικό. Το αντίθετο έγινε. Ούτε μπορεί κανείς να περιμένει ότι μια χώρα με το στρατιωτικό και πυρηνικό μέγεθος της Ρωσίας θα βλέπει να περικυκλώνεται απειλητικά και δεν θα αντιδρά. Στο πλαίσιο μάλιστα των συγκεκριμένων «μετακομμουνιστικών» διεθνών σχέσεων δεν υπάρχει περιθώριο αναμονής από την μελλοντική λαϊκή εξουσία που θα λύσει τις εντάσεις με προοδευτικό τρόπο. Τώρα είναι που απειλείται η ειρήνη και τώρα είναι που πρέπει να πάρεις θέση. Επιπλέον, η στάση του προοδευτικού κινήματος σε μια τέτοια όξυνση, δεν εξαρτάται από τις ιδεολογικές και πολιτικές αντιλήψεις των αντιμαχόμενων. Η καινοφανής (και αστεία αν οι στιγμές δεν ήταν σοβαρές) αναφορά στον αντικομμουνισμό του Πούτιν συνιστά πρόσχημα για να μην πάρεις θέση όταν τα διλήμματα μπαίνουν με δύσκολο τρόπο. Οι ίσες αποστάσεις είναι η καλύτερη υπηρεσία στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και ειδικά στις φιλελεύθερες εκδοχές του.

Το ερώτημα «είστε με το ΝΑΤΟ ή με τον Πούτιν» είναι λάθος από το διατύπωσή του και εκμαιεύει κουτοπόνηρα την αναμενόμενη απάντηση («με κανέναν»). Το πραγματικό ερώτημα ωστόσο, είναι αν είμαστε με την ειρήνη και τη συνύπαρξη των λαών. Η κατηγορηματικά θετική απάντηση σε αυτό το ερώτημα προϋποθέτει να ηττηθεί ο βασικός, σχεδόν αποκλειστικός, εμπρηστής του πολέμου, των βομβαρδισμών, των διαμελισμών, των επεμβάσεων, του κουρελιάσματος του διεθνούς δικαίου, δηλαδή οι ΗΠΑ. Επομένως το κρίσιμο καθήκον στην παρούσα φάση είναι να μην υπάρξει καμιά ανοχή του ελληνικού λαού αλλά και όλων των ευρωπαϊκών λαών στους αμερικανοΝατοϊκούς σχεδιασμούς και να ηττηθεί το σχέδιο της Δύσης.

Κράτος για τον ιδιώτη ή κράτος για την κοινωνία;

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Το χάος που δημιουργήθηκε από τον πρόσφατο χιονιά, αναδεικνύει, για άλλη μια φορά τα τραγικά αδιέξοδα ενός απάνθρωπου συστήματος και μιας καταστροφικής κυβερνητικής διαχείρισης.

Η σφοδρότητα της κακοκαιρίας ήταν γνωστή, εδώ και μέρες. Ωστόσο το λεγόμενο επιτελικό κράτος των αρίστων, απέτυχε στα στοιχειώδη, για άλλη μια φορά. Οι βασικοί οδικοί άξονες του λεκανοπεδίου μπλόκαραν επί ώρες. Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι κινήθηκαν προς τις δουλειές τους τη Δευτέρα το πρωί για να αρχίσουν να επιστρέφουν 2-3 ώρες αργότερα.  Τρένα και μέσα σταθερής τροχιάς ακινητοποιήθηκαν. Χιλιάδες άνθρωποι έμειναν ώρες μέσα στα χιόνια. Πρόσβαση στα νοσοκομεία δεν υπήρχε. Ασθενοφόρα δεν ανταποκρίνονταν σε εκκλήσεις. Περιοχές ολόκληρες έμειναν χωρίς ρεύμα και νερό.

Και δίπλα σε αυτά, δεν υπήρξε η παραμικρή φροντίδα για τα λαϊκά νοικοκυριά που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το χιονιά σε παγωμένα διαμερίσματα, καθώς δε μπορούν να ανταποκριθούν στις εκρηκτικές αυξήσεις σε πετρέλαιο-φυσικό αέριο, ΔΕΗ. Δεν υπήρξε φροντίδα για τους αστέγους, τους πυρόπληκτους της Εύβοιας, τους σεισμόπληκτους του Ηρακλείου.

Το επιτελικό κράτος του Μητσοτάκη είναι ένα κράτος με στόχο να ιδιωτικοποιεί και να ξεπουλάει δρόμους, ενεργειακά δίκτυα, δομές υγείας, δομές πολιτικής προστασίας. Είναι ένα κράτος με στόχο  να οργανώνει την κερδοφορία του ιδιωτικού τομέα και να προπαγανδίζει την υπεροχή του, όταν αυτή διαψεύδεται διαρκώς, διεθνώς και παταγωδώς σε κάθε κρίση, υγειονομική, περιβαλλοντική, οικονομική.

Είναι ένα «μικρότερο» κράτος, ανίκανο να προστατεύσει τη δημόσια υγεία, την πολιτική προστασία, την κοινωνία και ειδικά τα πιο αδύναμα στρώματά της, αλλά «μεγαλύτερο» όσον αφορά την καταστολή του λαού και των εργαζομένων. Είναι ένα κράτος που δεν λειτουργεί για να προστατευθεί η κοινωνία, και ειδικά οι πληβείοι, αλλά για να πετύχει η επικοινωνιακή διαχείριση των πατρίκιων, οι selfies με τα ερπυστριοφόρα, τα κενά διαγγέλματα, τα κούφια λόγια για αριστεία και αποτελεσματικότητα.

Αυτό το κράτος, το κράτος που δουλεύει για το ιδιωτικό κεφάλαιο και διαλύει δημόσιες δομές και μηχανισμούς φταίει και για την Αττική Οδό, και για το απόλυτο χθεσινό χάος, και για τις φωτιές, και για τις πλημμύρες, και για την Εύβοια, και για το Μάτι.

Ο ελληνικός λαός ξέρει ότι το παλιό δημόσιο, της μίζας και της ρεμούλας, προϊόν της Πασοκικής πρώτης περιόδου, ήταν προβληματικό από πολλές απόψεις. Ήταν και είναι όμως ακόμα το τελευταίο καταφύγιο στα δύσκολα. Αυτό φάνηκε περίτρανα στην πανδημία. Μπορεί το παλιό “πελατειακό”, “γραφειοκρατικό” κοκ δημόσιο να ειχε πολλά προβλήματα, σήμερα όμως φοβάται το νέο δημόσιο, το παντελώς ανίκανο να προστατεύσει τη ζωή και την υγεία του. Το νέο δημόσιο, το δημόσιο που χτίστηκε επί ευρώ και εμπεδώθηκε επί μνημονίων, μπορεί να μην κοστίζει λεφτά και να είναι πιστό στις επιταγές του Συμφώνου Σταθερότητας, αλλά κοστίζει σε ανθρώπινες ζωές (το βλέπουμε στην πανδημία) και είναι αποκορύφωμα ανικανότητας, ανεπάρκειας, διάλυσης. Είναι δηλαδή επικίνδυνο. Η Αττική Οδός έχει την ευθύνη. Αλλά το κράτος επί 24 ώρες δεν μπόρεσε να απεγκλωβίσει οδηγούς στον ακριβότερο και πιο σύγχρονο δρόμο της χώρας, μέσα στην πρωτεύουσα.

Η αντιπολίτευση δεν είναι άμοιρη ευθυνών, για τη διαμόρφωση αυτού του κράτους. Όχι μόνο γιατί τα ίδια έγιναν στην Μάνδρα και το Μάτι. Αλλά γιατί οι βασικές επιλογές της διάλυσης, της ιδιωτικοποίησης, του κατατεμαχισμού των πρώην δημόσιων υποδομών, δεν αμφισβητούνται. Όλοι μαζί ιδιωτικοποίησαν τη ΔΕΗ, τις μεταφορές, τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, τις εθνικές οδούς, τον ΟΣΕ. Μαζί συναινούν στο νέο ευρωπαϊκό αναπτυξιακό πακέτο που θα παραχωρήσει όλες τις μεγάλες υποδομές στις ίδιες εταιρείες που δεκαετίες χαρατσώνουν τον ελληνικό λαό με δυσβάσταχτα διόδια. Όλοι μαζί έχουν κατατεμαχίσει την ενέργεια, το νερό, τις συγκοινωνίες, τους δρόμους, με αποτέλεσμα στην πρώτη βροχή, πυρκαγιά ή χιονόπτωση να διακόπτονται πλέον βασικές λειτουργίες και αγαθά. Μαζί ψήφισαν το Υπερταμείο που ιδιωτικοποιεί τα πάντα και αφαιρεί για 99 χρόνια την οποιαδήποτε δυνατότητα δημιουργίας ενός σοβαρού, συνεκτικού δικτύου δημόσιων υποδομών.

Ναι, το ύφος Λουδοβίκου, το ήθος, η αίσθηση ατιμωρησίας, η έλλειψη ενσυναίσθησης,  η προκλητική διαπλοκή με τους ολιγάρχες και τα ιδιωτικά συμφέροντα της κυβέρνησης Μητσοτάκη. είναι άνευ προηγουμένου και προκλητική. Ο δικαιολογημένος λαϊκός θυμός πρέπει να στραφεί ενάντια σε αυτήν την κυβέρνηση και να την τιμωρήσει. Να απαιτήσει παραιτήσεις, να στραπατσάρει την εικόνα των «άριστων» και «ικανών».

Περισσότερο όμως από την ανάδειξη της διαχειριστικής ανικανότητας των Λουδοβίκων είναι ανάγκη να αναδειχθεί η απόλυτη προτεραιότητα να περάσουν στον έλεγχο του δημοσίου οι υποδομές που σήμερα λειτουργούν απλώς ως κοπτήρια χρήματος για το ιδιωτικό κεφάλαιο.

Από την υγειονομική κρίση και την προκλητική λιποταξία από τη μάχη των ιδιωτικών νοσοκομείων (ενώ ταυτόχρονα θησαυρίζουν από τη λοιπή νοσηρότητα που έχει εξοβελιστεί από το ΕΣΥ), την αντιμετώπιση της ενεργειακή φτώχειας, τις πυρκαγιές, τις πλημμύρες, παντού, είναι πλέον κοινή παραδοχή και ατράνταχτη αλήθεια το γεγονός ότι η λεγόμενη ιδιωτική πρωτοβουλία δεν μπορεί να προστατεύσει την ίδια την επιβίωση του λαού.

Ο θυμός δεν πρέπει να εκτονωθεί στην αναμονή για την επόμενη κυβερνητική εναλλαγή. Ούτε γενικά στην επόμενη κάλπη. Οι δυνάμεις που αναφέρονται στα συμφέροντα του λαού και ισχυρίζονται ότι θέλουν να συγκρουστούν με το σύστημα που βάζει τα κέρδη των λίγων πάνω από την ασφάλεια και τη ζωή των πολλών, πρέπει να διαμορφώσουν εκείνο το πρόγραμμα και εκείνο το υποκείμενο που θα θελήσει να ανατρέψει τον άσχημο συσχετισμό που έχει διαμορφωθεί, κυρίως μετά το 2015. Θέλουν ή περιμένουν κι αυτοί τη φθορά Μητσοτάκη στην κάλπη;

Έχουν αποτύχει. Το ομολογούν. Να το πληρώσουν.

Η κυβέρνηση τα έχει σκατώσει σε όλα τα επίπεδα. Διαχείριση πανδημίας, εμβολιαστικό εγχείρημα, ενίσχυση του ΕΣΥ. Η Ελλάδα ξεκίνησε λόγω συγκυριών και τύχης, από την καλύτερη δυνατή θέση, και εδώ και μήνες βρίσκεται στη χειρότερη. Από τον Μάρτιο του 2021, όπου τα εμβόλια γίνονται διαθέσιμα σε ευρύτερες ηλικιακές και κοινωνικές κατηγορίες, μέχρι και σήμερα, η Ελλάδα είναι σταθερά πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο σε ανθρώπινες απώλειες.

Μέσα στον Νοέμβριο σημειώθηκαν 2.219 θάνατοι από Covid. Είναι σαν να ξεκληρίζεται μια μικρή πόλη κάθε μήνα. Η κοινωνία μοιάζει να έχει συνηθίσει, η κυβέρνηση αδιαφορεί και το πολιτικό σύστημα, στο σύνολό του, μοιάζει να το ανέχεται. 

Αυτό είναι μια τεράστια πολιτική, ιδεολογική και κοινωνική ήττα.

Αυτοί που προκάλεσαν με τη στάση τους αυτές τις εκατόμβες νεκρών έχουν ονοματεπώνυμο: Είναι ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του.

Όμως αυτή η πολιτική, ιδεολογική και κοινωνική ήττα του να αποδεχόμαστε το θανατικό και να μη λογοδοτούν οι υπεύθυνοι, μας αφορά όλους. 

Ο ενήλικος πληθυσμός θα έπρεπε να είχε εμβολιαστεί καθολικά.

Αυτό επιβάλλει η υγειονομική πραγματικότητα, τα επιστημονικά δεδομένα, η παγκόσμια εμπειρία. Αυτό έγινε ή γίνεται σε διάφορες χώρες του πλανήτη, από την Κούβα μέχρι την Πορτογαλία και από τη Δανία μέχρι την Κίνα. Αυτή είναι η μοναδικά προοδευτική και ανθρωπιστική στάση που μπορεί να υπάρξει στο ζήτημα του εμβολίου.

Συγκεκριμένες κοινωνικές και κυρίως ηλικιακές κατηγορίες θα έπρεπε να είχαν εμβολιαστεί. Τουλάχιστον οι άνω των 60 θα έπρεπε να είναι ήδη καθολικά εμβολιασμένοι. 

Ο εμβολιασμός, ειδικά στην Ελλάδα, είναι δύο φορές απαραίτητος, γιατί έχουμε μια κυβέρνηση που σαμποτάρει το ΕΣΥ και τη δημόσια υγεία. Επειδή η επί δεκαετίες νεοφιλελεύθερη πολιτική έχει διαλύσει την Πρωτοβάθμια Φροντίδα και το πλέγμα υγειονομικής προστασίας στην κοινότητα. Εξαιτίας του ότι οι υπουργικές αποφάσεις μετέτρεψαν τα νοσοκομεία σε μονάδες μίας νόσου, εκτινάσσοντας τη λοιπή νοσηρότητα και την υπερβάλλουσα θνητότητα.

Η απόφαση για επιβολή προστίμου 100 ευρώ στους ανεμβολίαστους άνω των 60 χρονών αποτελεί ανοικτή παραδοχή ήττας της εμβολιαστικής πολιτικής -εάν ποτέ υπήρξε τέτοια- και ταυτόχρονα χρεοκοπίας της κυβερνητικής στρατηγικής διαχείρισης της πανδημίας. 

Το πρόβλημα δεν είναι κυρίως το 100άρικο στο χαμηλοσυνταξιούχο, ούτε ο αυταρχισμός, ούτε η καταπάτηση της ατομικής ελευθερίας. Αυτά είναι εξοργιστικά, αλλά παραμένουν δευτερεύοντα. Όταν στο ζύγι μπαίνει η ατομική αυτοδιάθεση απέναντι στην κοινωνική ευθύνη, όταν αναμετριέται μια μεταμοντέρνα αντίληψη ελευθερίας με το δικαίωμα στη ζωή και στην υγεία, δεν υπάρχει δίλημμα επιλογής. 

Υπό άλλες συνθήκες, για να επιτευχθεί ο στόχος του καθολικού εμβολιασμού, αντικειμενικά θα υπήρχε μια μορφή υποχρεωτικότητας. Στην περίπτωσή μας όμως, όχι απλώς δεν εξαντλήθηκε η επιλογή να πετύχει η εμβολιαστική κάλυψη, αλλά με κάθε κυβερνητική απόφαση, το εμβολιαστικό εγχείρημα υπονομευόταν. 

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ακολουθώντας τις χειρότερες ιδεολογικές και πολιτικές προτεραιότητες του σύγχρονου καπιταλισμού, θεώρησε ότι η πανδημία μπορεί να αντιμετωπιστεί αποκλειστικά με την ατομική ευθύνη, την ατομική συμπεριφορά και την ατομική στάση του καθενός.

Στην πράξη αποδείχθηκε ότι η ατομικότητα και η επίκληση στην ατομική ευθύνη δεν αρκεί. Χρειάζεται οργανωμένη και συλλογική βούληση, κοινωνική συνείδηση, κρατική πρόνοια και πολιτική απόφαση που θα κάνει πράξη την προστασία της δημόσιας υγείας. Αυτά όμως δεν μπορούν να γίνουν από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. 

Η κυβέρνηση αυτή έχει χιλιάδες θανάτους στο λαιμό της εξαιτίας του δόγματος της ατομικής ευθύνης. Προκάλεσε εκατόμβες νεκρών εξαιτίας του μίσους που τρέφει για το δημόσιο σύστημα υγείας. Τίναξε την εμβολιαστική εκστρατεία στον αέρα βλέποντάς την ως ευκαιρία πολιτικών παιχνιδιών. 

Λιγότερο από ένα μήνα πριν, ο Μητσοτάκης, έλεγε επί λέξει: “Η υποχρεωτικότητα έχει εξαντλήσει αυτή τη στιγμή τα όριά της. Οι περισσότερες υποχρεωτικότητες προκαλούν μεγαλύτερες αντιδράσεις”. 

Σήμερα, εξαγγέλει στροφή 180 μοιρών, όχι γιατί έκανε ό,τι μπορούσε, αλλά γιατί δεν έκανε αυτό που έπρεπε. 

Ο μεγαλύτερος αντι-εμβολιαστής αποδείχθηκε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Όταν εξήγγειλε την επιχείρηση Ελευθερία μασκαρεύοντας τον εμβολιασμό σε προσωπική πολιτική του επιτυχία. Όταν ταύτιζε, παρά τις επιστημονικές επιφυλάξεις, την πλήρη ελευθερία από τον ιό με το εμβόλιο, προσφέροντας έναν ψευδή ισχυρισμό στο πιάτο του αντιεμβολιαστικού ρεύματος. Όταν δήλωνε δύο φορές μέσα σε ένα χρόνο ότι η Ελλάδα νίκησε την πανδημία. Όταν παραιτήθηκε από κάθε πολιτική υγειονομικής άμυνας και κάθε μέτρο ενίσχυσης του ΕΣΥ γιατί “θα μας σώσουν τα εμβόλια – δεν χρειαζόμαστε γιατρούς”. Όταν έβαζε την Επιτροπή Ειδικών να δηλώνει τα πιο αλλοπρόσαλλα πράγματα, μετατρεπόμενη σε Αυλή του Ηγεμόνα, με αποτέλεσμα να διαρραγεί κάθε εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς τον επιστημονικό κόσμο. Όταν εξάντλησε την κοινωνική συνοχή και καρτερικότητα με τα συνεχόμενα και αναποτελεσματικά λοκντάουν, τις κενού υγειονομικού περιεχομένου απαγορεύσεις κυκλοφορίας, τα ταξιδάκια του και τις εκδρομές του την ώρα που ο κοινός θνητός δεν μπορούσε να πάει στο βουνό ή στην εξοχή. Όταν ο ίδιος και οι υπουργοί του χάιδευαν την Εκκλησία, βεβαίωναν ότι οι αστυνομικοί δεν μεταδίδουν, δήλωναν ότι δεν είναι ευθύνη του κράτους ο εμβολιασμός ή αποποιούνταν την κυβερνητική ευθύνη λέγοντας “μη σώσουν και εμβολιαστούν”. Όταν επί μήνες αντί να οικοδομήσει εμβολιαστική κουλτούρα πρόληψης και προστασίας, έπαιζε με την αντίθεση εμβολιαστών – αντιεμβολιαστών μετατρέποντας το εμβόλιο σε πεδίο αντιπαράθεσης και όχι κοινωνικής αποδοχής. Όταν ακόμα και σήμερα δηλώνει κυνικά ότι “δεν έχει ενδείξεις για την αυξημένη θνητότητα σε διασωληνώσεις εκτός ΜΕΘ”.

Σε κάθε περίπτωση ο κ. Μητσοτάκης οφείλει να εξηγήσει γιατί χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Σουηδία, η Δανία κατάφεραν να εμβολιάσουν καθολικά τις ηλικιακά κρίσιμες κατηγορίες, σε αντίθεση με την Ελλάδα. Και θα πρέπει να σταματήσει την υποκρισία για τις υπαρκτές αντιεμβολιαστικές πονηριές της αντιπολίτευσης. Για το ότι η ίδια η κυβέρνηση έστησε το αντιεμβολιαστικό ρεύμα για να κάνει το σύνηθες παιχνίδι της εναντίον του “λαϊκισμού” δεν φταίει ο Πολλάκης. 

Σήμερα, ο κ. Μητσοτάκης παριστάνει ότι εξάντλησε κάθε περιθώριο, ενώ στην πραγματικότητα το κυβερνητικό επιτελείο καθοδηγείται από την ανάγκη να φανεί ότι σκύβει πάνω από το πρόβλημα, ότι παίρνει μέτρα, ακόμα και δύσκολα, ότι δεν είναι εντελώς αναίσθητο και ανίκανο, ότι φταίει (μονίμως) η κοινωνία. Τι απομένει λοιπόν για να μην χρεοκοπήσει η χριστουγεννιάτικη αγορά, να μην χρειαστεί να ξανακλείσει η εστίαση, να μην δώσει ξανά επιδόματα;

Η επιβολή προστίμου σε όσους δεν έχουν κάνει το εμβόλιο.

Η κυβέρνηση από την αρχή της πανδημίας επέλεξε να μην ενισχύσει το ΕΣΥ και να καθοδηγηθεί από την εμμονική πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και του τσακίσματος των δημόσιων και κοινωνικών αγαθών. Από εκεί προκύπτει και μεγάλο μέρος της υπερβάλλουσας θνητότητας, από εκεί προκύπτει και η αυξημένη θνητότητα στις ΜΕΘ, από εκεί προκύπτουν και τα χειρότερα ποσοστά θανάτων ανά πληθυσμό συγκριτικά με χώρες που έχουν ίδια ποσοστά εμβολιασμού. Το σύστημα υγείας σαμποταρίστηκε από αυτούς που το διηύθυναν με μοναδικό στόχο να θησαυρίσει σήμερα και κυρίως αύριο το ιδιωτικό κεφάλαιο υγείας. Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός είναι ηθικά και πολιτικά υπεύθυνοι για χιλιάδες θανάτους.

Μπροστά σε ένα φονικό χειμώνα, αντιμέτωποι με μια κυνική κυβέρνηση

Μπορεί για τις επικοινωνιακές ανάγκες του πρωθυπουργού το τέλος της πανδημίας να ανακοινώθηκε δύο συνεχόμενα καλοκαίρια, όμως η αλήθεια είναι ότι πολλοί συζητούν για τουλάχιστον 1-2 ακόμα χρόνια πανδημίας και τα στοιχεία δείχνουν ότι έχουμε μπει ήδη σε ένα δύσκολο και φονικό χειμώνα.

Ένα μεγάλο τμήμα του λαού έχει κουραστεί, δεν πιστεύει πλέον τίποτα, ο κυνισμός, η αδιαφορία και η συνήθεια, με τις δεκάδες νεκρούς καθημερινά, έχει διαποτίσει μεγάλα τμήματα του.

Η μοναδική χώρα στον κόσμο που έχει ελέγξει τον ιό είναι η Κίνα και χώρες της ΝΑ Ασίας, υλοποιώντας, μέχρι τέλους, μια βασική κατεύθυνση. Την ανάπτυξη δημόσιων μηχανισμών για τη μαζική και έγκαιρη ιχνηλάτηση του ιού, από την πρώτη φάση, και τώρα συνεχίζουν στην ίδια κατεύθυνση, με ταυτόχρονη αποφασιστική προώθηση του μαζικού εμβολιασμού.

Η «πολιτισμένη» δύση μετράει εκατομμύρια νεκρούς και ακόμα περισσότερα χρόνια ασθενείς από τη λεγόμενη μακρά covid 19 ασθένεια. Σε αυτήν την «πολιτισμένη» δύση η Ελλάδα κατέχει εδώ και μήνες τα πρωτεία, σε όλους τους δείκτες. Χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη και περισσότεροι θάνατοι σε αναλογία πληθυσμού.

Όλες οι προγνώσεις μιλάνε για χιλιάδες νεκρούς το μήνα, τουλάχιστον έως τα Χριστούγεννα. Για την κυβέρνηση όμως δεν υπάρχει καμία ευθύνη. Όπως για τις φωτιές έφταιγε ο καύσωνας και η κλιματική αλλαγή, για τις πλημμύρες η έντονη βροχή, για την ακρίβεια τα κοντέινερ, έτσι και για την πανδημία η κυβέρνηση δεν έχει καμία ευθύνη. Η για να είμαστε ακριβείς, φταίει ο βολικός αντίπαλος των «αντιεμβολιαστών» (που συγκροτήθηκαν με τη βοήθεια της εκκλησίας, της κυβέρνησης και των ΜΜΕ).

Από πέρυσι το Δεκέμβριο ήταν διεθνώς γνωστό ότι το συγκεκριμένο «ρεύμα» θα βάλει εμπόδια στο μαζικό εμβολιασμό. Τι έκανε για αυτό η κυβέρνηση; Έκανε μια ψύχραιμη και ενωτική ενημέρωση; Όχι. Από πέρυσι την Άνοιξη ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, που πρόσφατα ξεστόμισε το κυνικό «μη σώσουν να εμβολιαστούν» – λέγοντας αυτά που δε μπορεί να πει ο Μητσοτάκης – στοχοποιούσε τους ανεμβολίαστους και υποσχόταν ότι θα τους κάνει τη ζωή κόλαση. Αντί να απομονώσει τους λίγους φανατικούς, θρησκόληπτους αντιεμβολιαστές, ώθησε στην αγκαλιά τους και τους εκατοντάδες χιλιάδες των φοβισμένων και παραπληροφορημένων, ειδικά των λαϊκών και πιο «θυμωμένων» στρωμάτων.

Από την άλλη τα ΜΜΕ του Πέτσα και της ΝΔ, στην πρώτη φάση στοχοποίησαν συγκεκριμένα εμβόλια (στον διεθνή πολιτικό πόλεμο των εταιρειών), δημιουργώντας μαζικά φόβο, αβεβαιότητα και αναποφασιστικότητα για τον εμβολιασμό. Τέλος, το πιο αρχαίο μαγαζί, η Εκκλησία (που δεν το ακουμπάνε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ), με τα δόγματά της και το σκοταδισμό της, καθοδηγούσε τους «πελάτες» της μέσω των «πνευματικών» τους -που πληρώνονται από το δημόσιο κορβανά- να γίνονται  αρνητές του εμβολίου και ορισμένοι να χάνουν και την ζωή τους αρνούμενοι την διασωλήνωση (κατηγορώντας κατά τα άλλα το κοράνι και τους μουσουλμάνους για καθυστέρηση).

Η κυβέρνηση έκανε έναν κυνικό μικροκομματικό πολιτικό υπολογισμό.  Ήθελε να φτιάξει ένα βολικό δίπολο «ενάντια στο λαϊκισμό» και να απευθυνθεί στον ορφανό, λόγω αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ, «μεσαίο» χώρο. Το θύμα σε αυτόν τον μικροπολιτικό υπολογισμό ήταν ο μαζικός εμβολιασμός και οι χιλιάδες νεκροί που επιφέρει η χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη.

Όσον αφορά την πρόληψη, ο εμβολιασμός είναι ένα αναντικατάστατο όπλο. Το χρησιμοποιούν όλες οι χώρες, ανεξαρτήτως στρατηγικής απέναντι στην πανδημία. Από την Κούβα, έως την Κίνα των σκληρών λοκντάουν και τη Σουηδία της «ανοσίας της αγέλης». Ο εμβολιασμός είναι το μοναδικό όπλο ώστε σταδιακά η πανδημία να μετατραπεί σε μια ενδημική νόσο, ίσως μια πιο βαριά μορφή εποχικής γρίπης. Το γεγονός ότι η Αφρική και οι φτωχές χώρες δεν έχουν πρόσβαση στο μαζικό εμβολιασμό, απομακρύνει αυτήν την εξέλιξη. Για εμάς, είναι ξεκάθαρο, ότι σε συγκεκριμένα τμήματα του πληθυσμού επιβάλλεται ακόμα και ο υποχρεωτικός εμβολιασμός.

Στην παρούσα φάση όμως, η αντιμετώπιση του εμβολιασμού σαν ένα διαβατήριο για την επιστροφή στην κανονικότητα για τους μεν, και τιμωρίας για τους δε, αποδείχθηκε μπούμερανγκ και για τον έλεγχο της πανδημίας. Οι εμβολιασμένοι προστατεύουν τους εαυτούς τους και τη δημόσια υγεία από τη βαριά νόσηση και την υπερφόρτωση του συστήματος υγείας, μεταδίδουν όμως τη νόσο, έστω λιγότερο – όπως εξάλλου συμβαίνει πχ και με τους εμβολιασμένους για τη γρίπη – και όταν σε έναν πληθυσμό, όπως πχ στη Β. Ελλάδα, η εμβολιαστική κάλυψη είναι μικρή, ο συνδυασμός αυτός αποβαίνει θανατηφόρος.

Αντί η κυβέρνηση να οργανώσει εκτεταμένη ιχνηλάτηση και τεστ, κατήργησε τα τεστ από τους εμβολιασμένους.

Στην ίδια κατεύθυνση έχει κινηθεί εδώ και ενάμισι πλέον χρόνο και στο βασικό ζήτημα της ενίσχυσης του συστήματος υγείας. Τα χιλιάδες κενά παραμένουν, κανέναν κίνητρο δεν έχει ενεργοποιηθεί για την επιστροφή χιλιάδων γιατρών που βρίσκονται στο εξωτερικό, καμία πρόσληψη δεν έγινε για τους υγειονομικούς που είναι σε αναστολή. Το ΕΣΥ αποδυναμώνεται από γιατρούς που δραπετεύουν στο εξωτερικό αναζητώντας ανθρώπινες συνθήκες εργασίας, οι προκηρύξεις συμβασιούχων δεν είναι ελκυστικές ώστε να βάλει κανείς το κεφάλι του στο ντορβά της υπερεξάντλησης και της πιθανής νόσησης, τα κρεβάτια κοινής νοσηλείας και εντατικής παρακολούθησης, παρά την επικοινωνιακή εκστρατεία της κυβέρνησης έφτασαν στο όριό τους από τα τέλη του Οκτώβρη.

Ενώ η νόσηση από τον κορονοϊό θα προστεθεί και μακροπρόθεσμα στα υπόλοιπα νοσήματα (καρκίνοι, γρίπη κλπ) και θα απαιτεί αναβαθμισμένη πρωτοβάθμια υγεία και ενίσχυση των νοσοκομείων η φούρια της κυβέρνησης είναι να κλείσει δομές, κλινικές, νοσοκομεία, να χαρίσει κι άλλες δραστηριότητες και τομείς στην ιδιωτική υγεία.

Η κυβέρνηση και το κράτος της, είναι οι υπεύθυνοι για το φονικό χειμώνα που έρχεται.

Με τους μικροπολιτικούς υπολογισμούς και τον κυνισμό της, μαζικοποίησε το στρατόπεδο του «λαϊκισμού» και των αντιεμβολιαστών.

Με την εγκατάλειψη της μαζικής ιχνηλάτησης για όλους.

Με τις νεοφιλελεύθερες εμμονές για εγκατάλειψη του δημόσιου συστήματος υγείας και την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα.

Ενάμισι χρόνο μετά δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Ο λαός πληρώνει τις σέλφι του κ. Μητσοτάκη στη Σαντορίνη και τα «ηγετικά» διαγγέλματα του με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς.