Άρθρα

Ισραήλ, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ οι εμπρηστές του πολέμου. Δικαίωμα των λαών η αυτοάμυνα.

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

1. Το γενοκτονικό κράτος του Ισραήλ εξαπόλυσε μία απρόκλητη και δολοφονική επίθεση κατά του Ιράν. Την γνώριζαν και παρότρυναν οι ΗΠΑ και την υποστήριξε και την υποστηρίζει ολόψυχα η Δύση με όλα τα μέσα. Η επίθεση τερματίζει τον έκτο κύκλο συνομιλιών με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα και πλέον εισερχόμαστε στην φάση των σκληρών αντιποίνων.  Η επικίνδυνη επίθεση από το κράτος προβοκάτορα βουλιάζει ακόμα περισσότερο την περιοχή και φέρνει πιο κοντά στις ψυχές και στα μυαλά των ανθρώπων τον γενικευμένο πόλεμο. Αποτελεί την πέμπτη επίθεση του ισραηλινού κράτους, της “μοναδικής δημοκρατίας στην Μέση Ανατολή” τα τελευταία δυο χρόνια (Παλαιστίνη, Λίβανος, Συρία, Υεμένη),  αποδεικνύοντας για άλλη μία φορά ποιός είναι ο εμπρηστής του πολέμου. Η επίθεση ήταν καλά προετοιμασμένη και σχεδιασμένη εδώ και χρόνια.

Είναι μια επίθεση κήρυξης πολέμου. Δεν είναι αυτοάμυνα. Δεν υπάρχει αφορμή, δεν υπήρξε προειδοποίηση. Η δήθεν «υπαρξιακή απειλή» για το Ισραήλ από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αποτελεί αστεία και ταυτόχρονα προκλητική δικαιολογία όταν το Ισραήλ διαθέτει εδώ και δεκαετίες πυρηνικό οπλοστάσιο, του οποίου αρνείται την ύπαρξη και είναι ανέλεγκτο από διεθνείς οργανισμούς.

Πρόκειται για μια πολεμική επιχείρηση που έπληξε μέρος του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν και το επιστημονικό δυναμικό του, στρατιωτικές βάσεις και στρατιωτικούς ηγέτες, είχε σαν αποτέλεσμα την δολοφονία περίπου 100 ανθρώπων, τον τραυματισμό αρκετών εκατοντάδων και βέβαια εκτεταμένες καταστροφές.

Είναι μια παγκόσμια πρόκληση όταν μάλιστα συνεχίζεται αδιάκοπα η γενοκτονία των Παλαιστινίων.

2. Το Ιράν βρέθηκε ανέτοιμο και πολλαπλά ευάλωτο. Χωρίς να υποτιμάται το καθεστώς κυρώσεων από τη Δύση και η διαρκής πίεση που δέχεται επί δεκαετίες, το Ιράν και ο ευρύτερος άξονας της αντίστασης έχει καταγράψει, αρνητικά έως σήμερα, την δολοφονία του Σολειμανί, το κτύπημα στο Λίβανο και την Χεζμπολάχ με συνέπεια την αποδυνάμωσή της, την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ και την κατοχή της Νότιας Συρίας, τη δολοφονία Ιρανών αξιωματούχων και διπλωματών, τη δολοφονία πολλών ηγετών της Χαμάς με συνεχή χτυπήματα  και τέλος σήμερα την ισραηλινή επίθεση  στο Ιράν.  Η επίθεση του κρατους δολοφόνου φαίνεται καταρχήν επιτυχημένη και ενδεχομένως οφείλεται στην προσωρινή(;) αδυναμία  του Ιρανικού καθεστώτος να έχει μια συμπαγή, θωρακισμένη  και σύγχρονη αμυντική ικανότητα σε συνδυασμό με ένα σύστημα μυστικών υπηρεσιών που να μην είναι διάτρητο από την Μοσάντ η από άλλες εχθρικές δυνάμεις.

3. Η επίθεση αυτή έχει πολλαπλούς στόχους για το ιμπεριαλιστικό – σιωνιστικό στρατόπεδο: Εμφανίζει το Ισραήλ –εννοείται με την υποστήριξη τουλάχιστον των ΗΠΑ- σαν ένα κράτος με σημαντική τεχνολογική και στρατιωτική υπεροχή που μπορεί να σκορπά τον φόβο στους αντιπάλους του. Καθυστερεί την ολοκλήρωση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Επιδιώκει την ανατροπή του καθεστώτος Χαμενεΐ και τη δημιουργία παραλυτικών και διαλυτικών καταστάσεων εντός Ιράν. Από την πλευρά του Ισραήλ τουλάχιστον είναι σαφές ότι η επιδίωξη αυτή περνάει μέσα και από έναν περιφερειακό πόλεμο με τους Αμερικάνους στο πλευρό του. Δημιουργεί τέλος πολλαπλά προβλήματα στην Κίνα (ενεργειακά, οικονομικά, πολιτικά) και στην προσπάθεια ανάδειξης των BRICS+ σαν σοβαρό αντίπαλο δέος στο λεγόμενο δυτικό κόσμο.

4. Η μέχρι τώρα απάντηση του Ιράν με τις μαζικές πυραυλικές επιθέσεις είναι νόμιμη και δίκαιη αυτοάμυνα, ανεξάρτητα από το αν το «δικαίωμα στην αυτοάμυνα» η διεθνής κοινότητα το απονέμει αποκλειστικά στο Ισραήλ, βαφτίζοντας τον θύτη θύμα και τη γενοκτονία αυτοάμυνα. Η ιρανική απάντηση παραμένει αναντίστοιχη της κλίμακας και της έντασης της ισραηλινής επίθεσης.

Ταυτόχρονα όμως, αποδεικνύει ότι το σιωνιστικό κράτος δεν είναι άτρωτο. Οι επιθέσεις αυτών των ημερών «τσαλάκωσαν» έστω την αλαζονεία του Ισραήλ, την πεποίθηση ότι μπορούν να ρίχνουν τόνους βομβών και να δολοφονούν με κάθε τρόπο στην Παλαιστίνη, να τρομοκρατούν και να επιτίθενται όπου θέλουν στην ευρύτερη περιοχή αλλά οι ίδιοι να μένουν άθικτοι.

Μένει να φανεί η διάρκεια και η πραγματική έκταση των ιρανικών αντιποίνων, με δεδομένο ότι στη γεωπολιτική και στρατιωτική αντιπαράθεση δεν υπάρχουν εύκολες και γρήγορες λύσεις αλλά διάρκεια και αντοχή. Το Ιράν είναι αντιμέτωπο με εσωτερικές αντιφάσεις και προβλήματα (και εκεί φαίνεται να ποντάρει η αμερικανική και ισραηλινή πλευρά), και ταυτόχρονα πασχίζει να κερδίσει χρόνο για την ανάπτυξη του πυρηνικού του προγράμματος. Λειτουργεί υπέρ του η θέση που πήραν Ρωσία, Κίνα, Πακιστάν, αλλά ο βαθμός άμεσης εμπλοκής και βοήθειας αυτών των δυνάμεων είναι αμφίβολος. Υπάρχουν πολλοί ισραηλινοί στόχοι μέσα και έξω από το Ισραήλ που και ευάλωτοι είναι και θα πονέσουν τα ισραηλινά συμφέροντα και το κράτος τους.

Το σίγουρο είναι ότι θα ζήσουμε μια γενικευμένη κλιμάκωση πολεμικών συγκρούσεων, «τρομοκρατικών ενεργειών», μέσα και έξω από την Μ.Ανατολή. Αυτό το σκηνικό μπορεί να τροφοδοτήσει είτε σχεδιασμένα είτε και αυθόρμητα μια επικίνδυνη πολεμική ατμόσφαιρα παγκοσμίως. Η απειλή του ισραηλινού υπουργού άμυνας Κατς ότι θα «καεί η Τεχεράνη» αν συνεχίσουν οι Ιρανικοί βομβαρδισμοί πέρα από προληπτική επικοινωνιακή τρομοκρατία αποτελούν ένδειξη μιας καυτής πολεμικής πραγματικότητας.

5. Μια παράπλευρη απώλεια είναι αναμφισβήτητα η οικονομία δεδομένου ότι το 20% του πετρελαίου που χρησιμοποιείται παγκοσμίως μεταφέρεται μέσα από τα στενά που ελέγχονται από το Ιράν. Αυτό θα σημαίνει άνοδο του κόστους των μεταφορών και του κόστους παραγωγής, ανάπτυξη πληθωρισμού, νέες υφεσιακές κρίσεις που με τη σειρά τους θα επιφέρουν ελλείψεις προιόντων, περαιτέρω συρρίκνωση της ευημερίας, αύξηση της φτώχειας, για τα γνωστά λαικά υποζύγια. Η απειλή και μόνο του κλεισίματος των στενών του Ορμούζ αρκεί για την κατακόρυφη άνοδο του πετρελαίου και την πτώση των χρηματιστηρίων η οποία θα πλήξει κυρίως τις αναπτυσσόμενες χώρες. Η Ρωσία θα ωφεληθεί οικονομικά και όχι μόνο απο την άνοδο της τιμής του πετρελαίου καθώς και από την μεταφορά του ενδιαφέροντος των ΗΠΑ από την Ουκρανία στη Μ.Ανατολή.

6. Για άλλη μια φορά η ΕΕ είναι ουραγός, αμήχανη, φθίνουσα, σε παρακμή και με αναξιοπιστία. Πρόθυμη να συρθεί ακόμα πιο υποταγμένη στο ατλαντικό ηγεμόνα και στο σκυλί του στη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Γερμανός καγκελάριος Μέρτς, ο Μακρόν και ο Βρετανός Σταρμερ που μιλάγανε δυο χρόνια πρίν για το «δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα» και σήμερα κατηγορούν το αμυνόμενο Ιράν και όχι το επιτιθέμενο Ισραήλ.

Από κοντά και ο πάντα πρόθυμος και δεδομένος για το δυτικό στρατόπεδο Μητσοτάκης, που συνεχίζει στην ίδια φιλοισραηλινή και αμερικανόδουλη πολιτική, χωρίς να έχει τίποτα να διαπραγματευτεί. Πρόκειται για την πιο υποβαθμισμένη θέση που είχε ποτέ η Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες, με κανένα διαπραγματευτικό χαρτί πέραν των δηλώσεων πίστης και υποταγής, έχοντας μάλιστα απέναντι μια Τουρκία σαφώς αναβαθμισμένη.

7. Απέναντι στον πόλεμο πρέπει να προταχθεί η ειρήνη. Ειρήνη σημαίνει όμως να ηττηθουν ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΙΣΡΑΗΛ, σημαίνει να ανατραπούν οι επικίνδυνες φιλοπόλεμες κυβερνήσεις της ΕΕ, που ανακάλυψαν τους επανεξοπλισμούς για να αντιμετωπίσουν την οικονομική τους δυσπραγία, την βιομηχανική και τεχνολογική τους υποβάθμιση. Σημαίνει να νικήσει η παλαιστινιακή αντίσταση, να σταματήσει η γενοκτονία. Σημαίνει κυρίως να ηττηθεί το Ισραήλ και να πληρώσει η ηγεσία του για τα εγκλήματα πολέμου που διαπράττει.

Απέναντι στη διαρκή προετοιμασία πολεμικής ατμόσφαιρας, φόβου και συνεχών πολεμικών  επεισοδίων, η μόνη αποτελεσματική αυτοάμυνα είναι η οργάνωση των λαών, η εισβολή τους στο προσκήνιο, η απαίτηση και η διεκδίκηση να χρεοκοπήσουν αυτές οι πολιτικές και οι πολιτικοί που τις εξασκούν.

Στο σημερινό συσχετισμό δύναμης αυτό φαινεται ουτοπικό. Αλλα η ιστορία πάντα επιφυλάσσει εκπλήξεις, πάντα αναδεικνύει ένα ρεαλισμό που λίγο πρίν έμοιαζε με ουτοπία. Να δουλέψουμε ενωτικά, μετωπικά, πλατιά και δραστήρια για αυτό.

Ποτέ πια φασισμός – Ποτέ πια πόλεμος

Για την επέτειο της αντιφασιστικής νίκης

 

80 χρόνια πριν, η ναζιστική Γερμανία παραδίδονταν άνευ όρων και η ανθρωπότητα έβγαινε από τη φρίκη του πολέμου φωνάζοντας «ποτέ πια φασισμός – ποτέ πια πόλεμος».

Ο φασισμός σαν «η ανοιχτή τρομοκρατική διχτατορία των πιο αντιδραστικών, των πιο σωβινιστικών, των πιο ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστικού κεφάλαιου» αναπτύχθηκε και πέρασε σε επίθεση με το ξέσπασμα της γενικής οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού και την παράλληλη άνοδο του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος.

Ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος ήταν προϊόν της γενικής κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος, της επιθυμίας των επιθετικών δυνάμεων του Άξονα να ηγεμονεύσουν και να ξαναμοιράσουν τον κόσμο, αλλά και της κοινής επιθυμίας όλου του καπιταλιστικού κόσμου να χτυπηθεί η Σοβιετική Ένωση και το κομμουνιστικό κίνημα.

Οι βασικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ), οι τότε «καλές δυτικές δημοκρατίες» όχι μόνο δεν έκαναν τίποτα για να σταματήσουν την άνοδο του ναζιφασισμού, αλλά τον υπέθαλψαν, τον ενίσχυσαν και τον χρησιμοποίησαν σαν δύναμη κρούσης για να ανακόψουν το κομμουνιστικό και επαναστατικό κίνημα που απλωνόταν σ’ όλο τον κόσμο. Ακολουθούν πολιτική «μη επέμβασης» στον ισπανικό εμφύλιο, αρνούνται ή κωλυσιεργούν στις προτάσεις των σοβιετικών για σύναψη συμφωνίας ενάντια στους ναζί, ακολουθούν πολιτική «κατευνασμού» ενώ οι χιτλερικές ορδές προχωρούν στην κατάληψη της Αυστρίας και Τσεχοσλοβακίας, κηρύσσουν τον λεγόμενο «γελοίο πόλεμο» (πόλεμος χωρίς πολεμικές επιχειρήσεις) όταν οι ναζί εισβάλλουν στην Πολωνία. Στην Ανατολή, οι κινέζοι κομμουνιστές πολεμούν ταυτόχρονα ενάντια στους γιαπωνέζους και τους κινέζους εθνικιστές. ΗΠΑ και Αγγλία αναγκάζονται να μπουν ενεργά στον πόλεμο όταν πλέον η έκβασή του είχε κριθεί, όταν η ήττα του Άξονα είχε προδιαγραφεί.

Οι ναζιστικές ορδές συντρίφτηκαν, το τέρας του φασισμού θάφτηκε, χάρη στις αμέτρητες θυσίες, την αυταπάρνηση, την αυτοθυσία και τον ηρωισμό εκατομμυρίων σοβιετικών στρατιωτών και πολιτών, χάρη στη συμβολή των αντιστασιακών κινημάτων των κατεχόμενων χωρών –όπου τιμητική θέση κατέχει το ελληνικό κίνημα– με τα ΚΚ στην πρωτοπορία και την καθοδήγηση αυτού του τιτάνιου, μέχρις εσχάτων αγώνα.

Οι σημερινές «καλές δυτικές δημοκρατίες» αντιστρέφουν την ιστορία, επιχειρούν να σβήσουν την ιστορική μνήμη, ανακηρύσσουν «ήρωες» τους συνεργάτες των ναζί και τους στήνουν μνημεία ενώ αποκαθηλώνουν και καταστρέφουν οτιδήποτε θυμίζει την αντιφασιστική νίκη, τον Κόκκινο στρατό ή τη Σοβιετική Ένωση, απαγορεύουν την παρουσία στις επετειακές εκδηλώσεις στη Μόσχα.

Οι σημερινές «καλές δυτικές δημοκρατίες» διαγκωνίζονται σε πολεμοκαπηλεία στον πόλεμο της Ουκρανίας, παρακολουθούν αδιάφορα το ολοκαύτωμα της Γάζας υποστηρίζοντας –ή «κατευνάζοντας» στην καλύτερη περίπτωση– το φασιστικό κράτος του Ισραήλ.

80 χρόνια μετά το τέλος του πιο βάρβαρου, του πιο καταστροφικού, του πιο ανηλεούς πολέμου, οι λαοί του κόσμου είναι ξανά αντιμέτωποι και με τον φασισμό και με τον πόλεμο. Οι κοινώς αποδεκτές μετά τη λήξη του πολέμου δημοκρατικές ελευθερίες και δικαιώματα, οι κανόνες στις σχέσεις μεταξύ των κρατών, σήμερα παύουν να είναι δεδομένα. Καταπατιέται απροκάλυπτα κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, κάθε έννοια ανθρωπιστικού δικαίου, κάθε έννοια δημοκρατίας. Ενισχύονται και δυναμώνουν καθαρά φασιστικές ή ακροδεξιές οργανώσεις και κόμματα, και σε πολλές περιπτώσεις κατέχουν την κυβερνητική εξουσία. Καλλιεργείται συστηματικά η ξενοφοβία και ο ρατσισμός απέναντι σε οτιδήποτε διαφορετικό. Προβάλλεται συστηματικά η «αξία» της δύναμης του ισχυρού, η αδυναμία και ανημπόρια του ανίσχυρου. Η καθημερινή προπαγάνδα των ΜΜΕ δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τον Γκέμπελς. Η εκπαίδευση και ο «πολιτισμός» υπηρετούν τη φασιστικοποίηση της δημόσιας ζωής, την καλλιέργεια φασιστικών αντιλήψεων και ιδεολογίας στη νεολαία και τις λαϊκές μάζες. Δαιμονοποιούνται ως «εχθροί» κοινωνικές κατηγορίες, κινήματα και συλλογικότητες, έθνη και χώρες, καθετί προοδευτικό που αμφισβητεί την κυρίαρχη τάξη πραγμάτων. Στην πολιτική διακυβέρνηση κυριαρχεί το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» χωρίς τα φύλλα συκής της αστικής δημοκρατίας. Οι ιμπεριαλιστές δηλώνουν κυνικά και απροκάλυπτα «αυτό θα γίνει επειδή έτσι θέλω».

Το ενδεχόμενο ενός γενικευμένου πολέμου δεν είναι κάτι μακρινό στη σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Όσο περισσότερο διακυβεύεται η εξυπηρέτηση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων, όσο περισσότερο αμφισβητείται η αμερικάνικη ηγεμονία, τόσο πιο επιθετικός γίνεται ο ιμπεριαλισμός, τόσο πιο πιθανή γίνεται η γενίκευση πολεμικών συρράξεων. Εξελίσσονται περιφερειακές συγκρούσεις και ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις σε περιοχές της Ασίας και της Αφρικής που αναφέρονται μόνο στα «ψιλά» των εφημερίδων. Στην Ουκρανία όλη η Δύση πολεμά εναντίον της Ρωσίας, δυόμιση χρόνια τώρα. Σε μια μικρή λωρίδα γης, στη Γάζα, επαναλαμβάνεται σε υπερθετικό βαθμό όλη η φρίκη του Β’ παγκόσμιου. Ένα πανίσχυρο φασιστικό κράτος επιχειρεί να αφανίσει έναν λαό που αντιστέκεται και μένει όρθιος μέσα στα ερείπια χωρίς εφόδια, χωρίς γιατρούς και φάρμακα, χωρίς τροφή και νερό. Οι εικόνες της ισοπεδωμένης Γάζας, των κομματιασμένων πτωμάτων, των ακρωτηριασμένων και σκελετωμένων παιδιών είναι τραγικά όμοιες με τις εικόνες των στρατοπέδων συγκέντρωσης, των ισοπεδωμένων και καμένων πόλεων και χωριών, των κατακρεουργημένων γυναικόπαιδων, των σκελετωμένων από την πείνα ανθρώπων που άφηναν στο διάβα τους οι ναζί. Και η «πολιτισμένη» και «δημοκρατική» Δύση παρακολουθεί αυτές τις εικόνες συνδιαλεγόμενη και στηρίζοντας τον χασάπη Νετανιάχου όπως ακριβώς έκανε με τον Χίτλερ, ακούει ή εκφράζει σαν κάτι «φυσικό» τα σχέδια κατάληψης της Γάζας και εκτοπισμού του πληθυσμού της, τις δηλώσεις του τύπου «θα φέρουμε την κόλαση».

«Για να καταργήσουμε το αναπόφευκτο των πολέμων πρέπει να εκμηδενίσουμε τον ιμπεριαλισμό», έλεγε ο Στάλιν. Μόνο η ανάπτυξη ενός πλατιού αντιμπεριαλιστικού κινήματος που θα απλώνεται σε όλο τον κόσμο και θα αγκαλιάζει όλους τους λαούς μπορεί να αποτρέψει τον πόλεμο και να υπερασπιστεί την ειρήνη. Όσοι επιθυμούν την ειρήνη οφείλουν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη ενός τέτοιου κινήματος. Στη χώρα μας, να αγωνιστούμε ενάντια στην επικίνδυνη κυβέρνηση Μητσοτάκη που σπεύδει να στοιχηθεί πρώτη πίσω από τα ΝΑΤΟϊκά αφεντικά της και πλειοδοτεί ραγιάδικα στην υπηρέτηση των σχεδιασμών τους, υποθηκεύοντας την ειρήνη και το μέλλον του λαού και της χώρας.

Ο φασισμός στον 20ό αιώνα τσακίστηκε από το κομμουνιστικό κίνημα. Σήμερα σηκώνει κεφάλι και απλώνεται ακριβώς επειδή απουσιάζει το κομμουνιστικό κίνημα που θα τον αντιπαλέψει. Η αναγέννηση του κομμουνιστικού κινήματος είναι ζωτικής σημασίας για τους λαούς του κόσμου. Είναι καθήκον για όσους βγάζουν συμπεράσματα και διδάγματα με αφορμή την επέτειο της αντιφασιστικής νίκης.

Θάνατος στο φασισμό και τον ιμπεριαλισμό!

Να ηττηθεί το ΝΑΤΟ – Να ζήσουν οι λαοί!

Ζήτω η αντιφασιστική νίκη των λαών!

Οι Δασμοί, το Τέλος της Παγκοσμιοποίησης και η Νέα Διεθνής Κατάσταση

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Ο πόλεμος των δασμών που κήρυξε ο Τραμπ ένα μήνα πριν, είναι έκφραση της μετατόπισης του συσχετισμού δύναμης και της ανάδυσης ενός πολυπολικού κόσμου. Είναι ταυτόχρονα επιτάχυνση του τέλους της παγκοσμιοποίησης όπως τη γνωρίσαμε. Από την άποψη αυτή το ζήτημα δεν είναι οι “δασμοί”, ούτε πολύ περισσότερο ένας γραφικός πρόεδρος που δεν ξέρει τι κάνει, αλλά η διαμόρφωση ενός νέου κόσμου και το τέλος της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, όπως αυτή διαμορφώθηκε στα τέλη του εικοστού αιώνα.

Το «τέλος της παγκοσμιοποίησης» επιλέγεται άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο φανερά, από την κρίση του 2008 και μετά, ως διέξοδος στην κρίση του σύγχρονου καπιταλισμού. Βασική μορφή του είναι η μάχη, όχι απλά για το παγκόσμιο εμπόριο και την παραγωγή φθηνότερων/ανταγωνιστικών εμπορευμάτων, αλλά για τον έλεγχο των ροών εφοδιασμού της παγκόσμιας παραγωγής και κατανάλωσης. Ιερά και θέσφατα προηγούμενων δεκαετιών (ελεύθερο εμπόριο, κατάργηση περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίου, εμπορευμάτων και εργασίας, ζώνες ελεύθερων συναλλαγών) μπαίνουν πλέον σε αμφισβήτηση, ενώ κατά τις προηγούμενες δεκαετίες θεωρούνταν απαράβατες και μη αναστρέψιμες πολιτικές. Ρόλο καταλύτη παίζουν οι “χαμένοι της παγκοσμιοποίησης”, δηλαδή η όλο και πιο συμπιεσμένη κατά τις τελευταίες δεκαετίες μεσαία τάξη των δυτικών κοινωνιών που είδε τη θέση της να χειροτερεύει δραματικά. Είναι αυτά τα “χαμένα από την παγκοσμιοποίηση” νοικοκυριά της μεσαίας τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων που έχουν στρέψει την πολιτική πυξίδα προς την ακροδεξιά, στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη, στη Λατινική Αμερική.

Ο δηλωμένος στόχος του Τραμπ, το MAGA (κάνε την Αμερική ξανά μεγάλη) μπορεί να μην είναι καθόλου δεδομένος αλλά ενεργοποιεί επιθετικές πολιτικές σε πολλαπλά μέτωπα, επιφέρει αναστατώσεις, δημιουργεί φόβους, ανατρέπει πολύχρονα πολιτικά και οικονομικά δεδομένα. Κρύβει κινδύνους αλλά και ευκαιρίες. Το βέβαιο είναι οτι κλείνει ενα κύκλο (σχέσεις, ισορροπίες, πολιτικές, μοντέλα, δόγματα κ.α) που άνοιξε πριν μισό αιώνα περίπου. Ένας κύκλος αμερικάνικης ηγεμονίας και νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής διαχείρισης. Η κρίσιμη ιστορική καμπή που ζήσαμε την διετία 89-91, με το «τέλος του κομμουνισμού», ενέταξε όλες τις χώρες σε ένα ενιαίο καπιταλιστικό σύστημα σχέσεων. Στην ιμπεριαλιστική και νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση που κυριάρχησε, αναμφισβήτητος ηγεμόνας εμφανίζονταν οι ΗΠΑ. Σήμερα ζούμε ένα τυφώνα αλλαγής, την αρχή ενός νέου ιστορικού κύκλου με απροσδιόριστες –προς το παρόν- συνέπειες  και αποτελέσματα. Η σημερινή – εκ των έσω- αμφισβήτηση της παγκοσμιοποίησης είναι ένα ηχηρό χαστούκι σε όσους είχαν καταθέσει τα όπλα μπροστά στην παγκοσμιοποίηση, θεωρώντας ότι αυτή δεν ανακόπτεται, ότι είναι πλέον μια αναπόφευκτη και αντικειμενική διαδικασία.

Οι προεκλογικές  ομολογίες και οι έως τώρα πολιτικές ανακοινώσεις  της κυβέρνησης Τραμπ ταυτίζονται με το  αμερικάνικο δόγμα των προτεραιοτήτων : δεν μας ενδιαφέρει η σταθερότητα στον κόσμο αλλά η ηγεμονία του κόσμου. Για αυτό και οι δασμοί, είτε αποτελούν διαπραγματευτικά εργαλεία, είτε επιθετικά οικονομικά όπλα, είτε και τα δύο, δημιουργούν ανάλογες πολιτικές σχέσεις. Στην εποχή που η παγκόσμια αμερικανική ηγεμονία, και η Κίνα αναδύεται δυναμικά ως αντίπαλο δέος, οι ΗΠΑ προτιμούν να ανασκουμπωθούν και να σηκώσουν τις σημαίες του (οικονομικού) πολέμου, αντί να παριστάνουν (όπως επί Μπάιντεν) έναν αυτοκράτορα που δεν έχει συνείδηση της φθίνουσας δύναμής του και ανοίγει διαρκώς στρατιωτικά – πολεμικά μέτωπα που δεν μπορεί να κερδίσει.

Τα οικονομικά και κατά συνέπεια και πολιτικά προβλήματα των ΗΠΑ αφορούν: α) τα  τεράστια εμπορικά ελλείμματα  κυρίως με τις χώρες της Ασίας (Κίνα, Ιαπωνία, Ν.Κορέα, Βιετνάμ, Μαλαισία, Ινδία κλπ) και της Ευρώπης (Γερμανία, Γαλλία κλπ). β) Τη διόγκωση του δημοσίου χρέους που οφείλεται στην κάλυψη των ελλειμμάτων αλλά και στους υπέρογκους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και δαπάνες, που περιλαμβάνουν και το ΝΑΤΟ. γ) Την αυξητική τάση της αποδολλαριοποίησης, με τη μείωση της χρήσης του δολλαρίου στις συναλλαγές. Οι ΗΠΑ πληρώνουν σήμερα την αντίφαση να έχουν ένα ισχυρό, διεθνές, πληθωριστικό νόμισμα – το οποίο το εγγυάται η στρατιωτική και γεωπολιτική τους ισχύς, και στο ελλειμματικό ισοζύγιο που αυτό το πληθωριστικό νόμισμα προκαλεί. Την ίδια στιγμή που οι ΗΠΑ επιζητούν χαμηλότερη νομισματική ισοτιμία για το δολάριο για να ανέβουν οι αμερικανικές εξαγωγές και να μειωθούν οι εισαγωγές, απειλούν ευθέως όποια χώρα δείξει διάθεση αποσκίρτησης από το να συναλλάσσεται στις διεθνείς της υποχρεώσεις με δολάριο και προτιμήσει άλλο νόμισμα. Για τη νέα ηγεσία της Ουάσινγκτον, η στρατιωτική και οικονομική κυριαρχία των ΗΠΑ πρέπει να διατηρηθεί αλλά το κόστος πρέπει να το μοιραστεί όλος ο κόσμος, ο οποίος, (κατά την άποψη των ΗΠΑ) επωφελείται από την ειρήνη και την ασφάλεια υπό αμερικανική κυριαρχία. Οι σύμμαχοι των ΗΠΑ πρέπει επομένως να πληρώσουν το μερίδιό τους.

Η πολιτική Τραμπ επιφέρει αλλαγές μέσα στην ίδια την Αμερική. Συμμαχεί και εκφράζει τους νέους δυναμικούς ολιγάρχες που σχετίζονται με τις νέες τεχνολογίες και τις καινοτομίες της τεχνητής νοημοσύνης, των ηλεκτρονικών πλατφορμών, προϊόντων και υπηρεσιών. Μοιάζει να αδιαφορεί για το παρασιτικό χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο αλλά και να μην έχει προτεραιότητα το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα (και τα δύο, ήταν τα οικονομικά και πολιτικά στηρίγματα των Δημοκρατικών). Η προσπάθεια επιστροφής των αμερικανικών πολυεθνικών στην εθνική τους βάση, η αύξηση των ξένων επενδύσεων στην Αμερική και γενικά η ενίσχυση  της εγχώριας παραγωγής έχει να κάνει με την προσπάθεια αντιστροφής της  υποβάθμισης της ανταγωνιστικότητας της αμερικάνικης οικονομίας. Ο Τραμπ δεν ενδιαφέρεται για τους άστεγους, τους άνεργους, τους σύγχρονους κολασμένους της Αμερικής, ούτε φυσικά έχει ρεαλιστικές προσδοκίες να αναστήσει ολοκληρωτικά την βιομηχανία στην αποβιομηχανοποιημένη αμερικανική ενδοχώρα. Η πολιτική του όμως δημιουργεί ισχυρές συναινέσεις με όλους αυτούς, που είχαν εγκαταλειφθεί απο τους Δημοκρατικούς, δηλαδή την «Αριστερά» της Γουόλ Στρήτ, της φιλελεύθερης ατζέντας στο εσωτερικό και των λυσσασμένων πολεμικών αναμετρήσεων στο εξωτερικό. Για να μπορέσουν οι ΗΠΑ να παραμείνουν παγκόσμια ηγεμονική δύναμη, δεν μπορείς να στηρίζεσαι σε λαό που πεινάει, δεν εχει προσδοκίες, δεν ευημερεί. Η «επιστροφή»  στην παραγωγή και στην εργασία που υπόσχεται ο Τραμπ, δημιουργεί ελπίδες ευημερίας, επαναφέρει –αν και πολύ ψαλιδισμένο- το αμερικάνικο όνειρο, αναζητά όρους κοινωνικής συνοχής. Η πολιτική Τράμπ δημιουργεί ταξικές επαναρρυθμίσεις -συναινέσεις  μεσα στην χώρα του, ακριβώς γιατί  αποσκοπεί  στην εθνική ισχύ.

Οι ανακοινωμένοι και διαρκώς αναπροσαρμοζόμενοι δασμοί εμφανίζουν τα στοιχεία ενός εμπορικού πολέμου απέναντι σχεδόν σε όλο τον πλανήτη. Η πραγματικότητα βεβαίως είναι ότι υπάρχουν προτεραιότητες και προτιμήσεις. Ο Τραμπ γνωρίζει καλά οτι η δυναμική ήπειρος είναι πλέον η Ασία και ότι η Ευρώπη είναι υποβαθμισμένη και ταυτόχρονα πρόθυμη και δεδομένη. Επίσης γνωρίζει οτι στις υπο διαμόρφωση BRICS+  υπάρχουν αντιφάσεις και άρα δυνατότητα διεμβολισμού τους. Διαμορφώνει διαρκώς μια πολιτική που στοχεύει από τη μια στο να πληρώνουν όλοι τις ΗΠΑ, και από την άλλη στο να διαμορφώνονται ζώνες επιρροής και συνεργασίας της «συλλογικής Δύσης» σε έναν πολυπολικό κόσμο.

Η Κίνα είναι ο διακηρυγμένος αντίπαλος της Αμερικής, καθώς αμφισβητεί έμπρακτα την ηγεμονία της, πολιτικά, οικονομικά, τεχνολογικά. Η Κινα αντιμετώπισε το μπαράζ των δασμών απέναντί της με μια σχετική ψυχραιμία, υιοθετώντας μια μακροπρόθεσμη στρατηγική που στην ουσία τελειώνει το απευθείας  εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών. Προσπαθεί να ενισχύσει τις συμμαχίες της και την συνεργασία της με αναπτυγμένες χώρες της Ασίας, με ενδυνάμωση των BRICS+, με οικονομικά εργαλεία ενίσχυσης των εξαγωγών της, με ανάπτυξη της πολιτικής της αποδολλαριοποίησης, περαιτέρω είσοδο στις αγορές της Ευρώπης και της Ν.Αμερικής, ενίσχυση της εσωτερικής κατανάλωσης.

Για την ΕΕ οι συνέπειες της αμερικανικής επιθετικής πολιτικής σε σχέση με τους δασμούς θα σημάνουν μείωση της ανάπτυξης, αύξηση του πληθωρισμού και περαιτέρω ακρίβεια, άρα συγκράτηση της κατανάλωσης και των επενδύσεων, με σημαντικές επιβαρύνσεις για τις ζωές των εργαζόμενων τάξεων.  Η ΕΕ αναπολεί το απωλεσθέν ένδοξο παρελθόν της, στην προσπάθειά της να παραμείνει τουλάχιστον υπολογίσιμη δύναμη. Δεν είναι πλέον παρά μια περιφερειακή δύναμη που προσπαθεί να διαπραγματευτεί μια ηγεμονική θέση στον δυτικό κόσμο. Βρέθηκε στο πλευρό των ηττημένων στο πόλεμο της Ουκρανίας, αιμορραγεί ενεργειακά και μειώνεται ακόμα περαιτέρω η ανταγωνιστικότητά της. Η ΕΕ δεν είναι ενιαίο  κράτος και δεν μπορεί να έχει κοινή εξωτερική πολιτική, αμυντική πολιτική και γεωπολιτική στρατηγική. Στις αναστατώσεις που επιφέρει η νέα διεθνής κατάσταση, αντιμετωπίζει ολοένα και πιο πολύ την παραπέρα υποβάθμισή της, την παρακμή, και ως πολιτικό παραγόμενο τη διάσπασή της. Ο επανεξοπλισμός της, εμφανίζεται ως ατμομηχανή οικονομικής ανάπτυξης, αλλά πρακτικά θα σημαίνει ακόμα περισσότερη συρρίκνωση της ευημερίας των κοινωνιών της. Το εναπομείναν κράτος προνοίας θα εχει την ίδια τύχη με το αμερικανικό. Ολα αυτά, θα αποτελούν το υλικό έδαφος για την άνοδο της παράταξης Τραμπ στην Ευρώπη. Η Ελλάδα με τη μικρή παραγωγική και εξαγωγική της βάση κινδυνεύει απο τους δασμούς περισσότερο ως παρακολούθημα της Ε.Ε. με πιθανές απώλειες στον τουρισμό λόγω των μειωμένων εισοδημάτων των Ευρωπαίων.

Διεθνώς, ανοίγεται ένα παράθυρο ευκαιρίας. Αναζητούνται νέες πολιτικές, απαιτούνται αντιστάσεις απέναντι στις νέες επιθετικές και άγριες πολιτικές εξαρτήσεων. Ανασυντάσσονται δυνάμεις, δημιουργούνται νέα μπλόκ δυνάμεων με ικανότητα αντίστασης. Στην Ελλάδα όμως απουσιάζει τόσο η πολιτική δύναμη όσο και η κατεύθυνση μιας αλλης εναλλακτικής πολιτικής. Η αστική πολιτική έχει επιλέξει εδώ και χρόνια να είναι χωρίς διαπραγμάτευση δεδομένη στο ευρωατλαντικό στρατόπεδο, ενώ εργατική και λαϊκή πολιτική σε μια άλλη κατεύθυνση δεν υπάρχει. Δεν σημαίνει όμως ότι δεν μπορεί να οικοδομηθεί. Μια τέτοια πολιτική θα στηρίζεται σε τρία βασικά θεμέλια: α) στην ανεξαρτησία από Ε.Ε. και ΝΑΤΟ με την παράλληλη οικοδόμηση μιας πολυδιάστατης πολιτικής σε έναν πολυπολικό κόσμο, β) στην προσπάθεια συγκρότησης οικονομίας και παραγωγής που δεν θα εξαρτάται κυρίως απο τον τουρισμό, τα ακίνητα και τις χαμηλής ποιότητας υπηρεσίες, και γ) στην ουσιαστική ικανοποίηση λαϊκών αναγκών υγείας, εκπαίδευσης, στέγης, εργασίας και μισθών. Η ανεξαρτησία, η οικονομία, οι λαικές ανάγκες  δεν μπορούν  να υποθηκεύονται, ούτε στην παλιά, ούτε πολύ περισσότερο στην υπο διαμόρφωση νέα ιεραρχία  εξαρτήσεων, υποταγής, ανισοτιμίας. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχει συνθηκολόγηση και συμβιβασμός στο μοντέλο  μιας χώρας υποθηκευμένης, ασθμαίνουσας, με παρασιτική και επισφαλή ανάπτυξη, και μιας κοινωνίας φτωχών, υποτελών και απελπισμένων.

Ο νέος κύκλος, τουλάχιστον απο την πλευρά των Αμερικάνων,  έχει σαν βασική ιδεολογική και πολιτική αξία την έννοια της δύναμης.  Για την Αμερική του Τράμπ προτεραιότητα έχει η εθνική ισχύς και το κράτος σε σχέση με την αγορά. Πάνω σε αυτό το νέο αφήγημα  χτίζονται οι σημερινές ΗΠΑ. Μέσα σε αυτό το νέο κύκλο θα πολλαπλασιαστούν οι αστάθειες, οι εμπορικοί πόλεμοι, οι πάσης φύσεως εθνικισμοί, οι σκοταδισμοί και οι αυταρχισμοί. Αυτό το μοντέλο πολιτικής έχει αποκτήσει φανατικούς υποστηρικτές στην Ευρώπη, τόσο απο τους κυβερνώντες όσο και απο τους αντιπολιτευόμενους ακροδεξιούς. Η ακροδεξιά επενδύοντας προς το παρόν επικοινωνιακά σε αυτές τις πολιτικές κατευθύνσεις εμφανίζεται πιο ικανή και αποτελεσματική απο την μετριότητα και την αναξιοπιστία  των σημερινών κυβερνήσεων. Η ανάπτυξη των εθνικισμών αλλά και ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας και των υπολοίπων χωρών, αν τελικά υπάρξει, μόνο επικίνδυνες και δηλητηριώδεις καταστάσεις μπορεί να δημιουργήσει.

Ένας κόσμος πιο πλούσιος από ποτέ, πιο ανεπτυγμένος, με ορατές τις τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης επιστημονικά, τεχνικά, παραγωγικά. Και όμως είναι ενας κόσμος με ασύλληπτη συγκέντρωση οικονομικής δύναμης σε μια συντριπτική μειοψηφία, χωρίς περιορισμούς  στην απληστία της,  ενω βοούν και εξαπλώνονται διαρκώς οι τεράστιες κοινωνικές  ανισότητες σε όλες τις γειτονιές του κόσμου. Είναι ένας κόσμος που ζει με τον κίνδυνο μιας ακόμα πιο μεγάλης και καταστροφικής πολεμικής προοπτικής από αυτές που γνωρίσαμε στον εικοστό αιώνα. Ένας κόσμος που θα μπορούσε να ήταν ανάποδα. Αυτός ο κόσμος, έχει όνομα: καπιταλισμός. Ένα σύστημα χρεοκοπημένο που συνεχώς αναδεικνύει τις πολλαπλές αποτυχίες  του. Ειρήνη, ασφάλεια και σταθερότητα, υγεία, περιβάλλον, κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα, ελευθερία και δημοκρατία. Αντικειμενικά είναι ενας κόσμος υπο κατάρρευση, που αργά ή γρήγορα θα δώσει τη θέση του σε έναν κόσμο σε αναζήτηση. Αναζήτηση του κατεδαφιστή, αναζήτηση των οικοδόμων ενός άλλου κόσμου, μιας νέας κομμουνιστικής απόπειρας. Όλα αυτά ομως απαιτούν ανθρώπους με αξίες, πεποιθήσεις, ιδέες, δράση και οργάνωση.

Μετά τις 28 Φλεβάρη τι;

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Στην ερώτηση αυτή δεν χωρά μισή απάντηση. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πρέπει να παραιτηθεί. Ο πρωθυπουργός, μετά την πάνδημη πρόταση μομφής που του έκανε ο ελληνικός λαός την Παρασκευή, δεν μπορεί πια να κυβερνά. Πολύ περισσότερο, δεν μπορεί να παριστάνει τον εντολοδόχο της λαϊκής βούλησης. Η κοινωνία τον καταδίκασε ως ενορχηστρωτή μιας πολλαπλής συγκάλυψης και πολιτικό αυτουργό των συνθηκών που οδήγησαν στο δυστύχημα, δεν τον εξουσιοδότησε να “αλλάξει το κράτος” όπως ο ίδιος σήμερα παραπλανητικά ισχυρίζεται.

Είναι αδιάφορο αν η αντιπολίτευση είναι ανίκανη ή αναξιόπιστη. Το ερώτημα “και ποιος να έρθει;” δεν μπορεί να θάψει το αίτημα “να φύγει ο ένοχος Μητσοτάκης”. Όποιος και να έρθει άλλωστε, θα ξέρει ότι πάνω από το κεφάλι του κρέμεται η δαμόκλειος σπάθη που ζητά δικαιοσύνη. Αυτό, από μόνο του, είναι θετικό βήμα.

Το να φύγει ο Μητσοτάκης είναι το μισό βήμα. Το άλλο μισό βήμα είναι μια μεγάλη θεσμική και πολιτική ανατροπή. Αυτό ζήτησε ο ελληνικός λαός στη μεγαλύτερη απεργία της σύγχρονης ιστορίας του. Ζήτησε ένα άλλο κράτος, που να υπηρετεί τον πολίτη και όχι τα συμφέροντα, μια άλλη δικαστική εξουσία που να υπηρετεί τη δικαιοσύνη και όχι τους πολιτικούς εντολείς της.

Ο λαός, σε μια ιστορικής κλίμακας εισβολή του στο προσκήνιο, ζήτησε να πάψει το κράτος και η πολιτεία να αδιαφορεί διαχρονικά για τη ζωή και την επιβίωση των πολλών. Να πάψουν τα Μέσα Ενημέρωσης να είναι η τοξική προπαγάνδα της ολιγαρχίας. Να πάψει η προκλητική ασυλία των υπουργών και των πρωθυπουργών και η μόνιμη απαλλαγή από τις πολιτικές και ποινικές τους ευθύνες. Να σταματήσει η κοινοβουλευτική οπερέτα των εξεταστικών και των προανακριτικών επιτροπών. Να πάψει η δικαιοσύνη να είναι θεραπαινίδα της εξουσίας και οι ανώτατοι δικαστικοί εξαρτώμενοι από τα κομματικά και επιχειρηματικά συμφέροντα.

Η 28η Φλεβάρη με τον όγκο και την καθολικότητά της δείχνει ότι υπάρχει πλέον μια μεγάλη διαίρεση. Όχι μόνο ανάμεσα στην κοινωνία και στην κυβέρνηση που πολιτεύεται με όρους συγκάλυψης, διαπλοκής και μαφιόζικης ομερτά. Αλλά και ανάμεσα στην κοινωνία και στους θεσμούς της εξουσίας, οι οποίοι κολακευμένοι από τη διαχρονική ασυλία που απολαμβάνουν, συνεχίζουν να ασχημονούν ενάντια στην κοινωνική πλειοψηφία.

Οποιαδήποτε απόπειρα να “κοινοβουλευτικοποιηθεί” αυτή η συνολική πρόταση μομφής της ελληνικής κοινωνίας, ή να μετασχηματιστεί στον ανούσιο κοινοβουλευτικό καβγά, όπου μάλιστα η ΝΔ παρά την πάνδημη κατακραυγή εξακολουθεί να υπερέχει της διαλυμένης αντιπολίτευσης, θα λειτουργήσει ως βαλβίδα εκτόνωσης και όχι ως καταλύτης εξελίξεων.

Η αντίδραση της κοινωνίας στο έγκλημα των Τεμπών αποκαλύπτει την παρακμή στην οποία βουλιάζει η χώρα. Από την ανώτατη δικαστική εξουσία, μέχρι τις υποκριτικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες και από τη συνένοχη ή αδιάφορη κοινοβουλευτική αντιπολίτευση μέχρι τα ΜΜΕ της χυδαίας προπαγάνδας, οι θεσμοί ελληνικής δημοκρατίας τρίζουν. Όχι επειδή κάποιοι ταραξίες τους αμφισβητούν, αλλά επειδή οι ίδιοι έχουν απαξιώσει τον εαυτό τους.

Η ηθική αγανάκτηση εκατομμυρίων Ελλήνων και η πρωτοφανής αντίδραση της κοινωνίας, είναι αποτέλεσμα της προκλητικής στάσης που κράτησαν όλοι αυτοί οι θεσμοί στο έγκλημα των Τεμπών. Αλλά και στα προηγούμενα επεισόδια του βούρκου ο οποίος πλέον χαρακτηρίζει τη σύγχρονη Ελλάδα. Από τις υποκλοπές και τις παρακολουθήσεις όπου εξευτελίστηκε κάθε ίχνος κράτους δικαίου χωρίς να ανοίξει μύτη, μέχρι σκάνδαλα τύπου Νοβάρτις όπου οι θύτες παριστάνουν τα θύματα. Και από τα διαχρονικά εγκλήματα του κράτους και της πολιτείας ενάντια σε πολίτες (Μάτι, Μάνδρα, Ηλεία κλπ) μέχρι την κοινωνική καταστροφή λόγω μνημονίων.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη με τη μαφιόζικη συμπεριφορά της στο έγκλημα των Τεμπών είναι η πιο αποκρουστική έκφραση ενός πλέγματος εξουσίας που τρώει σαν καρκίνος την ελληνική κοινωνία. Επιταχύνθηκε με την κοινωνική διάλυση που έφεραν τα μνημόνια και οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Αποθρασύνθηκε από την πλήρη διάλυση της αντιπολίτευσης, η οποία πριν δέκα χρόνια, αλλάζοντας στρατόπεδο, αποδείκνυε ότι “όλοι ίδιοι είναι”. Αυτό το σύστημα εξουσίας φτιάχνει μια χώρα που όταν δεν σκοτώνει εν ψυχρώ τα παιδιά της, τα διώχνει στο εξωτερικό, ή στην καλύτερη τα προορίζει για υπηρετικό προσωπικό σε μια χώρα μεταπρατική, μια οικονομία που συντηρείται από τη φούσκα των ακινήτων, τον τουρισμό και τις υπηρεσίες χαμηλής ποιότητας.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μπορεί πια να κυβερνά γιατί όσο κυβερνά, δεν μπορεί να υπάρξει απόδοση δικαιοσύνης για το μέγα σκάνδαλο των Τεμπών. Το γεγονός όμως ότι δεν υπάρχει ορατή πολιτική διέξοδος, οφείλεται στη σήψη που διακρίνει συνολικά όλους τους αρμούς της εξουσίας. Η 28η Φλεβάρη έστειλε προφανές μήνυμα στον Μητσοτάκη, αλλά έστειλε και μήνυμα σε όλο το πολιτικό σύστημα, από την άκρα δεξιά μέχρι την Αριστερά και το ΚΚΕ ότι ουδείς υπηρετεί τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Αναζητείται διέξοδος στο πολιτικό πρόβλημα της χώρας. Τη διέξοδο δεν μπορούν να την υπηρετήσουν τα υπαρκτά πολιτικά σχέδια μιας μίζερης προσμέτρησης μικροκερδών και μικροζημιών σε ένα πολιτικό παιχνίδι που η κοινωνία το θεωρεί αφερέγγυο. Ελλείψει πολιτικού φορέα, τη διέξοδο μπορεί να την αναζητήσει ένα νέο μαζικό πολιτικό ρεύμα που θα διεκδικεί με σταθερό και μόνιμο τρόπο θεσμικές ανατροπές και τομές υπέρ του λαού, της πραγματικής δημοκρατίας και δικαιοσύνης. Με πρόγραμμα που θα περιλαμβάνει τη συνταγματική αναθεώρηση, την κατάργηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών, την εκλογή και όχι τον απευθείας διορισμό της ανώτατης δικαστικής εξουσίας, το ξήλωμα όλου του αντικοινωνικού νομοθετικού πλαισίου που επιβλήθηκε από τα Μνημόνια έως και σήμερα. Ένα ρεύμα που θα βάλει στο στόχαστρο το κράτος και το κοινοβουλευτικό-πολιτικό σύστημα που λειτουργεί ως υπηρέτης των συμφερόντων της ολιγαρχίας και όχι της κοινωνικής πλειοψηφίας, ως ενδιάμεσος ξένων συμφερόντων και όχι ως εγγυητής της ανεξαρτησίας της χώρας, ως μηχανισμός ξεπουλήματος υποδομών και όχι ως μοχλός για την αυτοδύναμη ανάπτυξη και την ανασυγκρότηση.

Η επόμενη μέρα της 28ης Φλεβάρη απαιτεί κλιμάκωση και αναβάθμιση των κινητοποιήσεων αλλά και των στόχων τους. Για να αποδοθεί δικαιοσύνη, να μπουν φυλακή οι ένοχοι του εγκλήματος των Τεμπών, να τιμωρηθούν οι ενορχηστρωτές της συγκάλυψης, να παραιτηθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Να κρατικοποιηθούν οι σιδηρόδρομοι, να επανέλθουν τα δημόσια αγαθά της παιδείας, της υγείας, της ασφάλειας, των μεταφορών, στον έλεγχο της κοινωνίας. Να ηττηθεί η πολιτική της γενικευμένης διάλυσης και απαξίωσης των κοινωνικών δικαιωμάτων, της ιδιωτικοποίησης, της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου σε βάρος ανθρώπινων ζωών. Να καταργηθεί η ασυλία πρωθυπουργών και υπουργών, να πάψει η διαπλοκή κράτους – επιχειρηματιών, να καταργηθεί η εξάρτηση της δικαστικής από την εκτελεστική εξουσία. Να σταματήσουν οι θεσμοί να κακοποιούν τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη.

Να πέσει η κυβέρνηση των δολοφόνων και του μπαζώματος! Για να ανασάνουμε!

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Η Παρασκευή 28 Φλεβάρη θα είναι μια ιστορική μέρα. Το ποτάμι της λαϊκής οργής δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Η απαίτηση για Δικαιοσύνη και τιμωρία των αυτουργών του εγκλήματος των Τεμπών έχει αγκαλιαστεί από την πλειοψηφία του λαού και θα εκφραστεί μαζικά και περήφανα την Παρασκευή. Η οργή ειδικά για το δεύτερο έγκλημα, της ολοφάνερης πλέον συγκάλυψης και μπαζώματος των ευθυνών από τους ίδιους τους αυτουργούς της προδιαγεγραμμένης δολοφονίας 57 ανθρώπων, δεν μπόρεσε να τιθασευτεί.

Όσο κι αν το σύστημα προσπαθεί απεγνωσμένα να σπιλώσει τον τίμιο και δίκαιο αγώνα των γονιών. Όσο κι αν προσπαθεί να τρομοκρατήσει και να αποτρέψει τον κόσμο να κατέβει στον δρόμο. Όσο κι αν εξαπολύει εντεταλμένους κονδυλοφόρους και πληρωμένους «καθηγητές». Όσο κι αν ξαμολάει υπουργούς που γαβγίζουν χυδαία.  Ό, τι κι αν κάνει, δεν μπορεί να σταματήσει το ποτάμι του αγώνα και της παλλαϊκής απαίτησης για τιμωρία των πραγματικών ενόχων. Δεν μπορεί να αποτρέψει την πάνδημη συμμετοχή, την με κάθε τρόπο και μέσο συμπαράσταση και αλληλεγγύη σε έναν δίκαιο αγώνα, που θα εκφραστούν τη μέρα της επετείου των δύο χρόνων.  Έναν αγώνα που έδιναν οι γονείς και οι συγγενείς ολομόναχοι εδώ και δύο χρόνια, χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς να έχουν να χάσουν τίποτα παραπάνω από αυτό που τους στέρησε το κράτος και η κυβέρνηση στις 28 Φλεβάρη του 2023. Από τις 26 Γενάρη μέχρι και σήμερα ανασαίνουμε καθαρό αέρα. Ο φόβος και η ανασφάλεια έχει αλλάξει πλευρά. Μέσα στην ανασφάλεια της καθημερινής επιβίωσης, των χαμηλών μισθών, της ακρίβειας, της διαλυμένης υγείας και παιδείας ήρθε το οξυγόνο της εμπιστοσύνης στο συλλογικό αγώνα, που όσο δύσκολα κι αν είναι τα πράγματα, μπορεί να κερδίσει, μπορεί να κάνει τους κυβερνώντες να φοβηθούν τη δύναμή μας.

Να φτάσουμε τον αγώνα μας μέχρι το τέλος. Το δίλλημα Μητσοτάκης ή χάος είναι δικό τους δίλημμα γιατί αν πέσει ο Μητσοτάκης, θα είναι έμπρακτη παραδοχή ότι αυτός και η κυβέρνησή του είναι ο βασικός υπεύθυνος του εγκλήματος, ότι ο ίδιος είναι ο ενορχηστρωτής της συγκάλυψης. Ότι δύο χρόνια τώρα, γαντζωμένος στην εξουσία, κοροϊδεύει τις οικογένειες των θυμάτων και τον ελληνικό λαό. Αν πέσει ο Μητσοτάκης υπό λαϊκή πίεση, θα ανοίξει ο δρόμος για το ξεσκέπασμα της συγκάλυψης, θα σταματήσει η ωμή και απροκάλυπτη παρέμβαση των ανώτατων δικαστικών στην υπόθεση που διορίστηκαν γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, τη συγκάλυψη. Αν πέσει ο Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του θα ανοίξει ο δρόμος για την απόδοση πολιτικών και ποινικών ευθυνών στον ίδιο και τα στελέχη του που είχαν την ηθική και φυσική αυτουργία στο έγκλημα. Όλα αυτά όντως ισοδυναμούν με χάος. Όχι όμως για τις οικογένειες, ούτε για τον ελληνικό λαό. Χάος για τον Μητσοτάκη, την οικογένειά του και το σύστημα, για τα συμφέροντα που τον στηρίζουν και τον κρατάνε στην εξουσία. Χάος για την κοινοβουλευτική αντιπολίτευση, που θα ξεβολευτεί από το ρόλο του διακοσμητικού φυτού.

Ο αγώνας πλέον βρίσκεται μπροστά σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Το δικό μας δίλημμα είναι Μητσοτάκης ή Δικαιοσύνη. Μητσοτάκης ή οξυγόνο. Δεν μπορούμε να περιμένουμε απόδοση δικαιοσύνης απ’ τους ίδιους τους αυτουργούς του εγκλήματος. Δεν πρόκειται να τιμωρήσουν τον εαυτό τους. Δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα από αυτούς που δεκαετίες πριν και δυο χρόνια μετά συνεχίζουν πιστά στην ίδια ρότα που οδήγησε στο έγκλημα, τη διάλυση και ιδιωτικοποίηση των σιδηρόδρομων,  κάθε δημόσιου αγαθού.  Μπορεί σήμερα να μην υπάρχει ο πολιτικός φορέας εκείνος που απαιτούν οι καιροί, ικανός να εκφράσει μαζικά και να ενώσει το λαό, δίνοντας κοινωνική και πολιτική διέξοδο. Όμως, αν ο Μητσοτάκης ξεπεράσει την κρίση αλώβητος, κρατώντας την καρέκλα, χωρίς κόστος για τον ίδιο, το κόμμα του και την κυβέρνησή του, τότε η απογοήτευση θα μεγαλώσει. Πρέπει να πέσει, για να αποδείξουμε στο σύστημα αλλά και σε εμάς τους ίδιους, ότι τη δύναμη την έχει ο λαός, κανείς δεν είναι παντοδύναμος απέναντί του. Για να σταματήσει η αλαζονική άσκηση εξουσίας του στυλ «η χώρα μου ανήκει». Δεν μπορούμε να ανασάνουμε όσο συνεχίζει να βρίσκεται πάνω μία από τις πιο επιθετικές, κυνικές και νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις που γνώρισε η χώρα.

Η κυβέρνηση αυτή έχει χάσει κάθε νομιμοποίηση. Δεν εκπροσωπεί τον ελληνικό λαό και δεν μπορεί να μιλά εξ ονόματός του. Παραμένει στην εξουσία στηριζόμενη μόνο σε ξένα κέντρα, στα εγχώρια επιχειρηματικά τζάκια και σε κάποια μέσα ενημέρωσης. Δεν θα περιμένουμε ούτε άλλες εξεταστικές ούτε προτάσεις μομφής. Η πραγματική αντιπολίτευση είμαστε εμείς. ΟΛΟΙ στις 28 Φλεβάρη στην απεργία και τις συγκεντρώσεις. Να πέσει η κυβέρνηση των δολοφόνων και του μπαζώματος. Να ανατραπούν οι πολιτικές που δολοφονούν. Για να ανασάνουμε. Αγώνας μέχρι το τέλος!

Επί δύο χρόνια η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση κοιμόταν. Σήμερα ανακάλυψε τις προανακριτικές επιτροπές και τις προτάσεις μομφής.

Η 26η Ιανουαρίου του 2025 δεν ήταν μόνο ένα ηχηρό χαστούκι στην κυβέρνηση που εξανάγκασε τον Κ. Μητσοτάκη να παραδεχτεί ότι έλεγε ψέματα επί δύο χρόνια. Ήταν και ένα ηχηρό χαστούκι στην κοινοβουλευτική αντιπολίτευση που ήταν παντελώς απούσα από τον αγώνα των συγγενών των θυμάτων. Η υπαρκτή κοινοβουλευτική αντιπολίτευση, στο ζήτημα των Τεμπών, ήταν απλώς ανύπαρκτη. 

Μετά τις 26/1, η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση αποφάσισε να ασχοληθεί με το έγκλημα της συγκάλυψης του δυστυχήματος. Όμως, απέναντι στη συγκάλυψη, έκαναν μόνοι τους αγώνα μέχρι τώρα οι συγγενείς των θυμάτων. Μόνο όταν το κάλεσμα των συγγενών έκανε την ελληνική κοινωνία να κατέβει κατά εκατοντάδες χιλιάδες στους δρόμους και να απαιτήσει δικαιοσύνη, η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση έσπευσε να μεταφέρει τον αγώνα, από τις πλατείες, στη Βουλή. 

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βολεύεται με τη μεταφορά της έντασης από τους δρόμους στους διαδρόμους της Βουλής. Στις πλατείες, η κυβέρνηση είναι οικτρή μειοψηφία με την κοινωνία να είναι απέναντί της, καταλογίζοντάς της ευθύνες, τόσο για το δυστύχημα, όσο και για τη συγκάλυψη. Στη Βουλή, η κυβέρνηση είναι κυρίαρχη, με τη συνένοχη για πολλά πράγματα αντιπολίτευση να εξαπολύει φραστικές κορώνες χωρίς αντίκρυσμα. 

Η 26η Γενάρη και ο πολιτικός σεισμός που προκάλεσε, μπορεί να έχει αποτέλεσμα αν συνεχίσει να κλιμακώνει την κοινωνική ένταση στην κατεύθυνση της αποκάλυψης των ενόχων της συγκάλυψης και των αιτιών της τραγωδίας. Όχι αν την αποκλιμακώνει, περιορίζοντας την κοινωνία σε ρόλο παθητικού θεατή, που θα βλέπει τις κοκορομαχίες στη Βουλή, γνωρίζοντας μάλιστα ότι όλοι όσοι θα διασταυρώνουν τα ξίφη τους, είτε σε Προανακριτικές Επιτροπές με κυβερνητική πλειοψηφία, είτε σε προτάσεις μομφής εναντίον της κυβέρνησης, επί δύο χρόνια κοιμούνταν τον ύπνο του δικαίου. 

Ακόμα χειρότερα, επί δύο χρόνια, απέφευγαν συνειδητά να ασχοληθούν με το έγκλημα των Τεμπών, βγάζοντας λάδι τον ενορχηστρωτή της συγκάλυψης Κ. Μητσοτάκη αλλά και τον τροχονόμο της, τον Κ.Τασούλα. Απέφευγαν ακόμα πιο συνειδητά να ανοίξουν τον αμαρτωλό φάκελο της ιδιωτικοποίησης και απαξίωσης των τρένων και των συστημάτων ασφαλείας, γιατί εμπλέκονται και δικοί της υπουργοί, των προηγούμενων κυβερνήσεων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ.

Η ύπνωση της αντιπολίτευσης ήταν διακομματική: Ακόμα και το ΚΚΕ, αμέσως μετά τα Τέμπη, κάλεσε τον λαό, ως συνήθως να …βγάλει τα συμπεράσματά του και, ως συνήθως, να …εκφραστεί στην κάλπη. 

Μπορεί μια τέτοια αντιπολίτευση, να αναλάβει τα ηνία του αγώνα που ξεκίνησαν, κλιμάκωσαν, και τελικά οδήγησαν σε μια πρώτη σημαντική νίκη, οι συγγενείς των θυμάτων; Μιλάμε για νίκη, γιατί αυτός ο αγώνας ανάγκασε έναν μέχρι πριν λίγες μέρες κυρίαρχο Μητσοτάκη, να παραδέχεται, υπό το συντριπτικό βάρος της εξοργισμένης κοινωνίας, ότι δεν είπε την αλήθεια, ότι η Εξεταστική δεν ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής, ότι το μπάζωμα πιθανά ήταν λάθος. Ήταν μια πρώτη μικρή νίκη, γιατί εξανάγκασε ήδη σε μια πρώτη παραίτηση για το έγκλημα της συγκάλυψης, του υφυπουργού Τριαντόπουλου, έστω και αν ο στόχος είναι να λειτουργήσει ως βαλβίδα εκτόνωσης της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Πότε μπόρεσε η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση να πετύχει μια αντίστοιχη τέτοια νίκη;

Μπορεί το πεδίο της αντιπαράθεσης να φύγει από το δρόμο και να πάει στη Βουλή; Θα είναι κάτι τέτοιο βοηθητικό για τον αγώνα για τη δικαιοσύνη και την τιμωρία των ενόχων;

Επί δύο χρόνια η Βουλή αγνοούσε επιδεικτικά τον αγώνα των συγγενών να πέσει φως τόσο στις αιτίες όσο και στις συνθήκες του δυστυχήματος. Συγκρότησε μια Εξεταστική Επιτροπή που αποτέλεσε όνειδος στην κοινοβουλευτική ιστορία, με πρωταρχική ευθύνη του ενορχηστρωτή της συγκάλυψης, Κ. Μητσοτάκη. 

Αδιαφόρησε, με πρωταρχική ευθύνη του τροχονόμου της συγκάλυψης, Κ.Τασούλα, για τις μηνύσεις των συγγενών και τις δικογραφίες που έφταναν στη Βουλή και αφορούσαν πολιτικά πρόσωπα. 

Δεν έφερε στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας την δικογραφία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που ζητούσε να διερευνηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες δύο υπουργών (Σπίρτζη, Καραμανλή) για τις εγκληματικές συνέπειες των διαδοχικών αναβολών της σύμβασης 717.

Σήμερα, αυτή η Βουλή, που αποδέχτηκε ως τελεσίδικη – αθωωτική απόφαση για τα Τέμπη το εκλογικό αποτέλεσμα του 41%, έχει το πολιτικό και ηθικό βάρος να αναλάβει τον αγώνα για τη δικαιοσύνη στο έγκλημα των Τεμπών;

Σε αυτή τη Βουλή, που όσο ασχημονούσαν οι υπουργοί απέναντι στους γονείς, καθυβρίζοντάς τους ως ψεκασμένους και συνωμοσιολόγους, δεν βρέθηκε ένα κόμμα να την κάνει άνω κάτω, εκφράζοντας την οργή και την αγανάκτηση της κοινωνίας για το θράσος και τα ψέματα;

Σήμερα είναι που αποδεικνύεται ότι το κενό πολιτικής (και κοινοβουλευτικής) εκπροσώπησης που έχει η αγωνιζόμενη κοινωνία δρα ανασταλτικά. Χρειαζόμαστε μια τέτοια πολιτική εκπροσώπηση, ακόμα και αν αυτή σήμερα δεν υπάρχει. 

Είναι στιγμές που η κοινοβουλευτική αντιπαράθεση μπορεί να λειτουργήσει βοηθητικά για τον αγώνα που δίνει η κοινωνία. 

Και είναι στιγμές που η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση πρέπει να σκύψει σεμνά το κεφάλι και να δώσει χώρο στην κοινωνία να κλιμακώσει και να οξύνει τον αγώνα της. 

Μόνο έτσι υπάρχει ελπίδα να αποδοθεί δικαιοσύνη για το διπλό έγκλημα στα Τέμπη.

Να τιμωρηθούν οι ένοχοι του εγκλήματος και οι ενορχηστρωτές της συγκάλυψης

Πανελλαδικό Συντονιστικό της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ, 30/1/2025

1. Οι συγκεντρώσεις της Κυριακής 26/2 για τα Τέμπη διαμορφώνουν μια σημαντική δυνατότητα να καταρρεύσει η συγκάλυψη του εγκλήματος, να αποκαλυφθούν οι ένοχοι και ίσως και να τιμωρηθούν κάποιοι από αυτούς. Ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας να αποκαλυφθούν οι πολιτικές και ποινικές ευθύνες, τόσο για το δυστύχημα, όσο και για την επιχείρηση συγκάλυψης που έστησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Αυτή η δυνατότητα επιβεβαιώνεται και από την ένοχη τηλεοπτική εμφάνιση του Μητσοτάκη στις 29/1.

2. Το έγκλημα στα Τέμπη ήταν διπλό. Έγκλημα λόγω της ιδιωτικοποίησης, της διάλυσης και της απαξίωσης του σιδηρόδρομου και των συστημάτων ασφάλειας και ελέγχου. Αλλά και έγκλημα λόγω της συγκάλυψης που ενορχήστρωσε η κυβέρνηση Μητσοτάκη από τις πρώτες κιόλας ώρες του δυστυχήματος. Ενώ η πλευρά της ιδιωτικοποίησης και της διάλυσης των δημόσιων μεταφορών είναι σημαντική και βαραίνει διαχρονικά τα μνημονιακά κόμματα (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ), βαρύνουσα πλευρά σήμερα είναι αυτή της συγκάλυψης. Η συγκάλυψη είναι που κάνει την κοινωνία να αγανακτήσει, να εξεγερθεί ηθικά, να κατέβει κατά εκατοντάδες χιλιάδες στις πλατείες και να απειλήσει τη σταθερότητα της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

3. Μέρα με τη μέρα επιβεβαιώνεται ότι οι εκρήξεις φωτιάς που ακολούθησαν τη σύγκρουση των τρένων, οφείλονται σε παράνομο φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας. Ειδικά τα αναμενόμενα πορίσματα του ΕΜΠ και ανεξάρτητων φορέων, εκθέτουν ανεπανόρθωτα τον πρωθυπουργό που είχε δηλώσει ότι “με σιγουριά ξέρουμε ότι η πυρκαγιά οφείλεται στα λάδια της επιβατικής αμαξοστοιχίας” και ότι “δεν υπήρχε τίποτα εύφλεκτο στην εμπορική αμαξοστοιχία”. Τον καθιστούν ευθέως, όχι θύμα παραπλάνησης, αλλά ενορχηστρωτή της, καθώς οι συγκεκριμένες ψευδείς και με σκοπιμότητα διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού, συνοδεύονται από πλήθος άλλων ενεργειών (ιατροδικαστικές παραλείψεις, μπάζωμα, παραποίηση ηχητικών συνομιλιών, διαγραφή βίντεο, παραλείψεις της Αστυνομίας, κοινοβουλευτικές κωλυσιεργίες κοκ). Η συγκάλυψη αφορά συνολικά, όλες τις πλευρές του εγκλήματος, και τις αιτίες που το προκάλεσαν, και τη μετέπειτα διαχείρισή του. Το πλήθος και η έκταση όλων των ενεργειών συγκάλυψης δείχνει ότι ενορχηστρωτής της δεν μπορεί παρά να είναι το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου.

4. Το αίτημα για την αποκάλυψη και τιμωρία των ενορχηστρωτών της συγκάλυψης είναι η δύναμη κρούσης του κινήματος για την απόδοση δικαιοσύνης στο έγκλημα των Τεμπών. Την επόμενη περίοδο, αυτή η πλευρά θα αναδεικνύεται αναπόφευκτα όλο και πιο κεντρική, και είναι αυτή ακριβώς η πλευρά που η κυβέρνηση θα θέλει να υποβαθμίσει, θυσιάζοντας ίσως πρόσωπα που ευθύνονται για το δυστύχημα καθαυτό (πχ Καραμανλής, κυβερνητικά στελέχη του υπουργείου, στελέχη του ΟΣΕ), τραβώντας την προσοχή μακριά από τη διαχείριση της επόμενης μέρας, που έχει την υπογραφή του ίδιου του Μητσοτάκη.

5. Η μόνη δύναμη που μπορεί να πάρει τις απαιτούμενες πρωτοβουλίες για το θέμα είναι ο Σύλλογος των συγγενών των θυμάτων και οι γονείς. Οι πολιτικές δυνάμεις έχουν αποδείξει με την επί διετία απραξία τους, την απροθυμία τους ή την ανικανότητά τους να θέσουν αποτελεσματικά, όχι μόνο τις ευθύνες από τη διάλυση και την ιδιωτικοποίηση των τρένων (σε αυτό άλλωστε η πλειοψηφία της αντιπολίτευσης ευθύνεται άμεσα), αλλά και τις ευθύνες για τη συγκάλυψη. Μόνο μετά την Κυριακή μπόρεσαν να ψελλίσουν αυτό το οποίο κραυγάζει όλη η Ελλάδα. Ότι δηλαδή εκτυλίχθηκε μια συντονισμένη επιχείρηση συγκάλυψης την οποία δεν αποκάλυψε ούτε ο κοινοβουλευτικός έλεγχος, ούτε η δικαιοσύνη, αλλά οι γονείς με τον δικό τους, μοναχικό αγώνα. Αυτός ο αγώνας αγκαλιάστηκε από την κοινωνία και παράγει ήδη πολιτικά αποτελέσματα.

6. Τουλάχιστον τον επόμενο μήνα η δράση και η παρέμβασή μας καθορίζεται κεντρικά από την ανάγκη το κίνημα αυτό να κλιμακωθεί, να οξύνει την απαίτηση για πλήρη διαλεύκανση και αποκάλυψη των ενόχων, να επιβάλει την απόδοση δικαιοσύνης. Πρέπει να έχουμε λόγο και δράση που να ενισχύει την παλλαϊκή απαίτηση για διαφάνεια, δικαιοσύνη και τιμωρία των ενόχων. Μέχρι τις 28 Φλεβάρη που κλείνουν ακριβώς δύο χρόνια από το δυστύχημα, η δράση η δική μας αλλά και όσων αγωνιστών αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα και την αναγκαιότητα να αποκαλυφθεί η συγκάλυψη και να τιμωρηθεί το έγκλημα, πρέπει να καθορίζεται σχεδόν αποκλειστικά από την ανάγκη κλιμάκωσης αυτού του δίκαιου αγώνα των γονιών και της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας.

7. Στόχος δεν μπορεί να είναι απλά μια κινητοποίηση στις 28 Φλεβάρη. Στόχος είναι η διαρκής κλιμάκωση, κάθε εβδομάδα, κάθε Κυριακή, που θα διατηρεί την απαίτηση για δικαιοσύνη και τιμωρία των ενόχων στην πρώτη γραμμή της κοινωνικής και πολιτικής επικαιρότητας. Για παράδειγμα, οι εβδομαδιαίες διαδηλώσεις επί σχεδόν τρεις μήνες στη Σερβία για το δυστύχημα στο σιδηροδρομικό σταθμό του Νόβισαντ, αλλά και η ελληνική εμπειρία των εβδομαδιαίων συγκεντρώσεων στις πλατείες επί μνημονίων, δείχνουν το δρόμο για το πώς ένα κίνημα μπορεί με την επιμονή του να φέρει αποτελέσματα και να αποδώσει πολιτικές ευθύνες.

8. Δύο σημαντικοί σταθμοί στην πορεία προς τις 28 Φλεβάρη είναι η ημέρα της προ ημερησίας διάταξης συζήτηση στη Βουλή ανάμεσα στους πολιτικούς αρχηγούς και η ημέρα εκλογής του Κ. Τασούλα ως Προέδρου της Δημοκρατίας. Ειδικά για τον Κ. Τασούλα, το κίνημα πρέπει να τον ονοματίσει ως έναν από τους πρωταγωνιστές της συγκάλυψης καθώς ως Πρόεδρος της Βουλής παρακράτησε παράνομα στο συρτάρι του τις μηνύσεις των συγγενών των θυμάτων προς πολιτικά πρόσωπα, ενώ έστειλε στα αζήτητα τη δικογραφία της ευρωπαϊκής εισαγγελίας για τη σύμβαση 717 που αφορούσε τις παραλείψεις των πολιτικών προσώπων για την έλλειψη τηλεδιοίκησης. Όπως και κάθε άλλος πρωταγωνιστής της συγκάλυψης (πχ η πλειοψηφία των βουλευτών της ΝΔ στην Εξεταστική Επιτροπή η οποία αναβαθμίστηκε σε υπουργικούς θώκους), έτσι και ο Κ. Τασούλας αναβαθμίζεται, στο ύπατο μάλιστα αξίωμα. Τέλος το κίνημα πρέπει να απαιτήσει την τιμωρία όλων όσων, είτε ως κυβερνητικά στελέχη, είτε ως κυβερνητικά φερέφωνα, πρωταγωνίστησαν στην παραπλάνηση, στη συκοφάντηση, στη λασπολογία ενάντια στις οικογένειες των θυμάτων και τον αγώνα τους (Γεωργιάδης, Φλωρίδης, Πορτοσάλτε κλπ).

9. Ενώ μια τέτοια πορεία διαρκούς επιμονής, συνέχειας και κλιμάκωσης είναι το πραγματικό ζητούμενο, αυτή δεν μπορεί να οργανωθεί από την υπαρκτή αναξιόπιστη ή λίγη Αριστερά. Αυτή μπορεί να οργανωθεί αποκλειστικά από τους γονείς των θυμάτων. Αν κάτι τέτοιο δεν επιλεχθεί για οποιονδήποτε λόγο, η Παρέμβαση, με όλες της τις δυνάμεις, θα προσπαθήσει να παρέμβει περιφερειακά, σε όσο γίνεται περισσότερες γειτονιές, με συναγωνιστές και φίλους που συμφωνούν σε μια τέτοια λογική, θέτοντας διαρκώς το αίτημα της δικαίωσης των νεκρών, της απόδοσης δικαιοσύνης, της αποκάλυψης της συγκάλυψης. Από την Κυριακή 2/2 και κάθε Κυριακή, σε όσο γίνεται περισσότερες γειτονιές και πλατείες πρέπει να ακούγεται το αίτημα αυτό.

10. Στις 28 Φλεβάρη, ανεξάρτητα από τη συγκεκριμένη μορφή που θα επιλεχθεί, η νεολαία της χώρας πρέπει να διαδηλώσει με τον πιο εμφατικό τρόπο ότι δεν θα περάσει η ενορχηστρωμένη συγκάλυψη για το έγκλημα των Τεμπών. Την τελευταία Παρασκευή πριν τις Απόκριες, τα Γυμνάσια, τα Λύκεια και τα Πανεπιστήμια, αντί να κάνουν μάθημα ή αποκριάτικες γιορτές και εκδηλώσεις, πρέπει να τιμήσουν τη μνήμη των 57 θυμάτων των Τεμπών. Κανένα σχολείο να μη λειτουργήσει. Με αποχές και καταλήψεις, οι μαθητές όλης της χώρας, μαζί με τους φοιτητές, να κατέβουν στο δρόμο, ενώνοντας τη φωνή τους με τη φωνή των οικογενειών των θυμάτων και τη φωνή της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας που έχει ακόμα ηθική και ανθρωπιά. Χρόνος για αποκριάτικα πάρτυ υπάρχει, χρόνος για την απόδοση της δικαιοσύνης δεν υπάρχει.

11. Στις 28 Φλεβάρη είναι σαφές ότι πρέπει η Ελλάδα να βουλιάξει ξανά, με ακόμα περισσότερο κόσμο, αν είναι δυνατόν με εκατομμύρια λαού και όχι εκατοντάδες χιλιάδες. Πρέπει να κινηθούμε και να δράσουμε με την πίστη ότι μπορούμε να έχουμε αποτέλεσμα, ότι μπορεί να υπάρξει αμφισβήτηση του πολιτικού συσχετισμού και της κυριαρχίας Μητσοτάκη, γιατί αυτή η κυριαρχία είναι που εμποδίζει τη διαλεύκανση του εγκλήματος, την αποκάλυψη της αλήθειας, την απόδοση της δικαιοσύνης.

Τι κάνει το ΚΚΕ για το έγκλημα των Τεμπών;

Η ερώτηση θα μπορούσε να αφορά το σύνολο της αντιπολίτευσης. Απευθύνεται όμως στο ΚΚΕ. Γιατί σε αντίθεση με ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ που έχουν κυβερνήσει και έχουν εφαρμόσει τις μνημονιακές, νεοφιλελεύθερες πολιτικές που ιδιωτικοποίησαν τα τρένα και απαξίωσαν τα συστήματα ασφαλείας, το ΚΚΕ ήταν και είναι εναντίον της ιδιωτικοποίησης. 

Προκαλεί όμως απορία η υποτονική στάση του απέναντι στο έγκλημα των Τεμπών, και ειδικά απέναντι στη δεύτερη πλευρά του: Στην ενορχήστρωση της συγκάλυψης που έστησε από τις πρώτες ώρες το Μέγαρο Μαξίμου, τόσο για να αποδώσει αποκλειστικά τις ευθύνες στο ανθρώπινο λάθος, όσο και για να καλύψει το γεγονός των διαδοχικών εκρήξεων που πλέον τα πορίσματα αποδεικνύουν ότι οφείλεται σε φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας. 

Ποιες ήταν οι πρωτοβουλίες του ΚΚΕ για να αποκαλυφθεί η αλήθεια; Πόσες φορές πέρα από τις γενικολογίες για τις ιδιωτικοποιήσεις τέθηκε το πιεστικό ερώτημα μέσα στη Βουλή, στον πρωθυπουργό και στους υπουργούς, για το ποιον και τι καλύπτουν; Γιατί ενώ η κοινωνία βοά για την επιχείρηση συγκάλυψης, μέσα στη Βουλή δεν είχε ακουστεί το παραμικρό; Γιατί τα κόμματα (και το ΚΚΕ) θυμήθηκαν να μιλήσουν για τη συγκάλυψη του εγκλήματος, μόνο μετά τις εκατοντάδες συγκεντρώσεις της Κυριακής; Πόσες φορές στοχοποίησαν τον ίδιον τον Μητσοτάκη που διαβεβαίωνε κατηγορηματικά ότι δεν περιείχε τίποτα ύποπτο η εμπορική αμαξοστοιχία; Και πόσες φορές ζήτησαν την αποπομπή του Άδωνη Γεωργιάδη, του μόνιμου υβριστή των θυμάτων και των οικογενειών τους; Ή μήπως αυτά είναι ήσσονος σημασίας ζητήματα μπροστά στις επετειακές συναυλίες και στις κομματικές εκδηλώσεις;

Όσο εγκληματική είναι η πολιτική και η διαχείριση της κυβέρνηση Μητσοτάκη, τόσο ένοχη είναι η υποτονικότητα, η ανυπαρξία και η σιωπή της αντιπολίτευσης που αντί να κάνει τη Βουλή άνω κάτω για τη συνωμοσία συγκάλυψης που εκτυλίχθηκε, αρκείται σε βαρετές και νυσταλέες τοποθετήσεις.

Η δράση της αντιπολίτευσης, και ειδικά του ΚΚΕ, που υποτίθεται ότι δεν το “κρατά κανείς” (εφοπλιστής, πετρελαιάς, λαθρέμπορος κλπ), γεννά δικαιολογημένα ερωτηματικά. 

Ακόμα και ενώ ήταν σαφές, ημέρες πριν, ότι η δημοσιοποίηση των πορισμάτων των εμπειρογνωμόνων προκαλεί κοινωνικό και πολιτικό σεισμό, η ανταπόκριση του ΚΚΕ στο κάλεσμα της Κυριακής, ήταν απελπιστικά καθυστερημένη. 

Είναι απλά η γνωστή δυσανεξία απέναντι σε οτιδήποτε δεν οργανώνεται από το ίδιο το κόμμα; Είναι η ίδια γνωστή πολιτική με αυτή που εκφράστηκε από τον Περισσό την εποχή των πλατειών; Είναι η μόνιμη ασυλία που προσφέρει το ΚΚΕ στις αστικές κυβερνήσεις; Είναι η μόνιμη γενικολογία που παραπέμπει κάθετί στο πολύ μακρινό μέλλον; Είναι η λογική της εκλογικής εξαργύρωσης που εκφράστηκε με πολύ καθαρό τρόπο τον Μάρτιο του 2023, όταν μετά το δυστύχημα, το ΚΚΕ κάλεσε το λαό να “βγάλει τα συμπεράσματά του” και να ψηφίσει αντίστοιχα, κλείνοντας κάθε κινηματική και αγωνιστική διεκδίκηση; Ή είναι κάτι παραπάνω;

Προς το παρόν τα πορίσματα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας επιβεβαιώνουν ότι αρκετοί από τους νεκρούς κάηκαν ζωντανοί εξαιτίας φορτίου της εμπορικής αμαξοστοιχίας. Αν και τα μελλοντικά πορίσματα, των ανεξάρτητων πλέον φορέων, και όχι απλώς των εμπειρογνωμόνων των οικογενειών του θυμάτων, επιβεβαιώσουν κάτι τέτοιο, θα είναι προφανές ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη και ο ίδιος ο πρωθυπουργός καθοδήγησε μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις συγκάλυψης εγκλήματος στη σύγχρονη πολιτική ιστορία. Προφανώς αυτό δεν θα συνέβαινε παρά μόνο αν τα συμφέροντα που κρύβονται πίσω από το αδήλωτο φορτίο είναι εξαιρετικά ισχυρά. 

Αλήθεια, αυτό είναι μικρής σημασίας ζήτημα για ένα κόμμα που θέλει να λέγεται κομμουνιστικό; Είναι δευτερεύον το να αποκαλυφθεί ποιος και γιατί ενορχήστρωσε μια σειρά από “συμπτώσεις”; Από το μπάζωμα του χώρου εντός ολίγων ημερών και τις ιατροδικαστικές παραλείψεις, μέχρι περίεργους θανάτους στελεχών του ΟΣΕ, εξαφανίσεις οπτικού υλικού από την εμπορική αμαξοστοιχία, αλλοίωση ηχητικού υλικού για να περιοριστεί η ευθύνη στον σταθμάρχη, πρωθυπουργικές διαβεβαιώσεις για τις συνθήκες του δυστυχήματος που έσπευδαν να προλάβουν, να κατευθύνουν και να περιορίσουν την δικαστική διερεύνηση. 

Η στάση του ΚΚΕ, και ακόμα περισσότερο η στάση όλης της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, μας θυμίζει γιατί είναι τόσο ασύδοτη, κυνική και θρασύτατη η κυβέρνηση Μητσοτάκη: Γιατί πολύ απλά δεν έχει αντίπαλο. Δεν αντιμετωπίζει την παραμικρή πίεση μέσα στη Βουλή. 

Η μοναδική πίεση που νιώθει είναι η οργή των εκατοντάδων χιλιάδων που βούλιαξαν τις πλατείες και τους δρόμους όλης της χώρας και που έσπασε την επιβαλλόμενη δίχρονη σιωπή για το έγκλημα. Ο κόσμος που βλέπει το έγκλημα και τους ενόχους, η κοινωνία που καταλαβαίνει ότι επιχειρήθηκε μια τεράστια συγκάλυψη, δεν εκπροσωπείται πολιτικά από κανένα κοινοβουλευτικό κόμμα. Προς το παρόν εκφράζεται από τις πρωτοβουλίες των οικογενειών των θυμάτων. 

Είναι αυτές οι πρωτοβουλίες, του Συλλόγου των Οικογενειών, των γονιών και συγγενών των θυμάτων που μπορούν να διατηρήσουν, να εντείνουν και να κλιμακώσουν την απαίτηση για δικαιοσύνη, για αλήθεια, για τιμωρία των ενόχων του εγκλήματος και της συγκάλυψής του. Η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση έχει πολλές φορές αποδείξει ότι δεν μπορεί και δεν θέλει να το κάνει.

Το διπλό έγκλημα των Τεμπών αναζητά δικαιοσύνη

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Τη νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου του 2023, δύο και όχι ένα, ήταν τα εγκλήματα που συνέβησαν. 

Το πρώτο, το προφανές, είχε να κάνει με τη διάλυση του σιδηρόδρομου και την παράλυση κάθε συστήματος ελέγχου. Για να ιδιωτικοποιηθεί ο σιδηρόδρομος, έπρεπε να έχει ήδη απαξιωθεί, και αφού ιδιωτικοποιήθηκε, απαξιώθηκε ακόμη περισσότερο. Το έγκλημα αυτό, λίγες ώρες μετά, ο Κ. Μητσοτάκης επιχείρησε να το συγκαλύψει, αποδίδοντας το δυστύχημα, κατευθείαν, στο “ανθρώπινο λάθος”. 

Το δεύτερο έγκλημα σχετίζεται με το πώς πέθαναν κάποιοι από τους 57 νεκρούς: Όχι άμεσα από τη σύγκρουση, αλλά από την πυρκαγιά που ξέσπασε κάποια λεπτά αργότερα. Το δεύτερο έγκλημα επιχειρήθηκε να συγκαλυφθεί με το μπάζωμα και την ολική ανάπλαση του τόπου του εγκλήματος καθώς και με την ρετσινιά της “θεωρίας συνωμοσίας” σε κάθε απαίτηση διαλεύκανσης. Και το δεύτερο αυτό έγκλημα επιχείρησε να καλύψει ο Κ. Μητσοτάκης δηλώνοντας βιαστικά ότι η πυρκαγιά δεν οφείλεται στο φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας.

Τα ηχητικά και το πόρισμα των πραγματογνωμόνων αποδεικνύουν πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι η εμπορική αμαξοστοιχία περιείχε παράνομο, αδήλωτο φορτίο κάποιων τόνων υδρογονανθράκων που κατά πάσα πιθανότητα προορίζονταν για το λαθρεμπόριο καυσίμων. Με δεδομένη την κατηγορηματική δήλωση Μητσοτάκη ότι οι διαδοχικές εκρήξεις οφείλονται στα λάδια της επιβατικής αμαξοστοιχίας, έχουμε μπροστά μας την πιο ακραία εκδοχή συγκάλυψης πραγματικού, πολύνεκρου εγκλήματος, την οποία ενορχήστρωσαν η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός προσωπικά, μαζί με τα ΜΜΕ και τους κατόχους του παράνομου και αδήλωτου φορτίου. 

Μια εντυπωσιακή ομερτά έχει κατακλύσει τη χώρα, τα ΜΜΕ και τη Βουλή για το συγκεκριμένο ζήτημα. 

Κάτω από τη ρετσινιά της “θεωρίας συνωμοσίας” προσπαθούν να κρύψουν, με οργανωτή και καθοδηγητή της συγκάλυψης το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου, κάθε αίτημα να διαλευκανθεί η υπόθεση σε βάθος. Βίντεο από τη φορτωση της εμπορικής αμαξοστοιχίας, βολικά, χάθηκαν. Οικογένειες δικαστικών, συμπτωματικά, αντιμετωπίζουν πρωτόγνωρες περιπέτειες. Ανώτατα στελέχη των σιδηροδρόμων, τυχαία, σκοτώνονται. Άλλα στελέχη, επίσης τυχαία, αναβαθμίζονται. Ο χώρος της σύγκρουσης μπαζώνεται πριν γίνει δειγματοληψία υλικών, τα χώματα απομακρύνονται βιαστικά, μαζί με λείψανα και οστά. Η δίκη δρομολογείται χωρίς πλήρη διερεύνηση των στοιχείων. Στη Βουλή ο πρώην Πρόεδρός της και νυν προτεινόμενος από την κυβέρνηση Μητσοτάκη για Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κ.Τασούλας, παρακρατεί τη δικογραφία της Ευρωπαίας Εισαγγελέως για τη σύμβαση 717 και τη δικογραφία για τα Τέμπη, ενώ πρωτοστατεί στην πανηγυρική δικαίωση του Κ. Καραμανλή από την Εξεταστική Επιτροπή. Και ο πρωθυπουργός της χώρας, σπεύδει, ως μη όφειλε, να εκδώσει πόρισμα και για τις δύο πλευρές του εγκλήματος: Ανθρώπινο λάθος το δυστύχημα – Δεν περιείχε τίποτα το αδήλωτο η εμπορική αμαξοστοιχία. 

Ποτέ άλλοτε, δεν υπήρχε τόση διάσταση ανάμεσα στο τι συζητά η κοινωνία και στο τι ακούγεται για το συγκεκριμένο ζήτημα στη Βουλή και στα κανάλια. Και αν για το πρώτο έγκλημα, αυτό της διάλυσης και της ιδιωτικοποίησης των σιδηρόδρομων, υπήρξε μια κάποια συζήτηση, έστω και παρά τη διαχρονική ενοχή των μνημονιακών κυβερνήσεων ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ, για το δεύτερο έγκλημα, για το ότι οι άνθρωποι κάηκαν ζωντανοί, έχει επιβληθεί άκρα του τάφου σιωπή στα ΜΜΕ και στη Βουλή. 

Ποια φασαρία αλήθεια έγινε στη Βουλή, που να είναι αντίστοιχη με την οργή της κοινωνίας για τη συγκάλυψη; Πόσο αναδείχθηκε το συγκεκριμένο ζήτημα, με συγκεκριμένα, επαναλαμβανόμενα, πιεστικά ερωτήματα, μέσα στη Βουλή, για τις επαναλαμβανόμενες “συμπτώσεις” που συνιστούν ενδείξεις ενοχής; Πόσες φορές ρωτήθηκε ο πρωθυπουργός προσωπικά, από το σύνολο των πολιτικών αρχηγών, όχι γενικά και αόριστα για την ιδιωτικοποίηση του ΟΣΕ, αλλά για τον κάτοχο του αδήλωτου φορτίου;

Χρειάστηκε η χθεσινή μέρα, με τις τεράστιες σε όγκο κινητοποιήσεις σε εκατοντάδες πόλεις στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο, για να αποδειχθεί αυτή η πρωτοφανής διάσταση ανάμεσα, όχι απλά στην κυβέρνηση που οργανώνει τη συγκάλυψη, αλλά σε όλο το πολιτικό σύστημα που ένοχο σιωπά, και στην κοινωνία. Χρειάστηκε η χθεσινή μέρα για να αποδειχθεί ότι τα Τέμπη, για την κυβέρνηση, είναι πολιτική πληγή που δεν κλείνει, αντίθετα, μεγαλώνει, όσο εδραιώνεται στην κοινωνία η αίσθηση ότι ο Κ.Μητσοτάκης πρωτοστατεί στη συγκάλυψη. Αυτή η διάχυτη οργή δεν εκπροσωπήθηκε πολιτικά επι δύο χρόνια από κανέναν, ούτε από το ΚΚΕ. Κανένας δεν απαίτησε να παραιτηθεί ο προβοκάτορας υβριστής Γεωργιάδης όταν απαντούσε με βρωμιές και λάσπη στις οικογένειες των θυμάτων. Επί δύο χρόνια πάλευαν μόνες τους οι οικογένειες για να αποδοθεί δικαιοσύνη έχοντας απέναντι τους όλο τον κρατικό μηχανισμό και τους αργυρώνητους «δημοσιογράφους». Χθές οι οικογένειες των θυμάτων απέδειξαν ότι όποιος αγωνίζεται νικά. Γιατί οι συγκεντρώσεις σε εκατοντάδες πόλεις στην Ελλάδα και σε όλο τον πλανήτη, ήταν μια συγκινητική νίκη για την κοινωνία, και μια σημαντική ήττα για την κυβέρνηση και το σιωπηλό πολιτικό σύστημα.

Το διπλό έγκλημα στα Τέμπη, το έγκλημα της ιδιωτικοποίησης και το έγκλημα της συγκάλυψης, αναζητά δικαιοσύνη. Μόνο η αφύπνιση, η οργάνωση και η μαζική δράση της κοινωνίας μπορεί να την επιβάλει, απέναντι στο καρτέλ επιχειρηματικών συμφερόντων και πολιτικού συστήματος που πλέον δρα με όρους μαφίας. Το πολιτικό καθήκον για όσους οργίζονται με το διαχρονικό έγκλημα των κυβερνήσεων του νεοφιλελευθερισμού, με την επιχείρηση συγκάλυψης που ενορχηστρώνει η σημερινή κυβέρνηση και με την ένοχη σιωπή της αντιπολίτευσης, είναι να συνεχιστεί αυτός ο αγώνας –να γίνει παλλαϊκός, παρατεταμένος αγώνας- μέχρι την οριστική νίκη που είναι η απόδοση των πολιτικών ευθυνών  και η καταδίκη των υπευθύνων. 

Όλοι θα κριθούν από το αν μπορούν να συμβάλουν και να υπηρετήσουν μια τέτοια κατεύθυνση.

Έγκλημα και Συγκάλυψη. Να υπάρξει τιμωρία.

Το πόρισμα του πραγματογνώμονα των οικογενειών των θυμάτων των Τεμπών και τα ηχητικά
ντοκουμέντα, επιβεβαιώνουν ότι στα Τέμπη πολλά θύματα επέζησαν της σύγκρουσης αλλά
κάηκαν ζωντανά μετά από κάποια λεπτά. Η έκταση και ένταση της φωτιάς είναι πλέον σαφές ότι
οφείλεται στο φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας. Σε ένα τυπικά ευνομούμενο κράτος, θα
έπρεπε άμεσα να έχει γίνει γνωστό τι μετέφερε αυτή η αμαξοστοιχία, αν το φορτίο ήταν νόμιμο
και δηλωμένο, και πού κατευθυνόταν. Αντί γι’ αυτό είχαμε μπαζώματα, μεταφορά του υλικού που
θα έπρεπε να διαφυλαχτεί στο σημείο και να ερευνηθεί, μονταρίσματα του ηχητικού υλικού,
ύποπτους θανάτους στελεχών του ΟΣΕ, Και ταυτόχρονα, δήλωση του πρωθυπουργού που
διέψευδε ότι υπήρχε οτιδήποτε εύφλεκτο στην εμπορική αμαξοστοιχία. Όλη η αλυσίδα
αλλοιώσεων, αποκρύψεων, συγκαλύψεων, μπαζωμάτων, έγινε είτε με την ανάμειξη
κυβερνητικών/ κρατικών παραγόντων είτε με την πολιτική κάλυψη της κυβέρνησης και του
πρωθυπουργού. Επί δύο χρόνια εξελίσσεται ένα πολιτικό σχέδιο συγκάλυψης του τι ακριβώς
συνέβη στα Τέμπη.

Η κοινωνική αγανάκτηση και το αίτημα για δικαιοσύνη, διαφάνεια και τελικά δημοκρατία απέναντι
στη συγκάλυψη είναι απόλυτα δίκαιη.

Τα Τέμπη δεν είναι μόνο ένα κυβερνητικό σκάνδαλο συγκάλυψης. Ήταν εξαρχής ένα πολιτικό
έγκλημα που έχει να κάνει με την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου αγαθού του σιδηροδρόμου, με
την απαξίωση και διάλυση των υποδομών του για να γίνει πιο εύκολη η ιδιωτικοποίηση, με την
εγκατάλειψη χωρίς στοιχειώδη μέτρα ασφαλείας, προκειμένου, το 2023, να μην βρεθούν δύο
τρένα στην ίδια γραμμή. Το μόνο που ήξεραν να κάνουν ήταν να συκοφαντούν τα σωματεία των
οδηγών που προειδοποιούσαν για επερχόμενο ατύχημα. Ακόμη και ο σταθμάρχης στον οποίο
επιχειρήθηκε να αποδοθεί όλη η ευθύνη και να παρουσιαστεί η σύγκρουση ως “τραγικό
ανθρώπινο λάθος”, είναι προϊόν του δικού τους πελατειακού κράτους.

Το αίτημα για δικαιοσύνη για το έγκλημα των Τεμπών εκφράζεται από την κοινωνία αλλά είναι
πολιτικά ορφανό. Όχι επειδή η αντιπολίτευση είναι τόσο ανύπαρκτη, όσο άθλια είναι η
κυβέρνηση, αλλά επειδή στο έγκλημα των ιδιωτικοποιήσεων και της διάλυσης του δημόσιου
ΟΣΕ, οι συνένοχοι είναι περισσότεροι και σε βάθος χρόνου. Όποιος μιλάει για τα Τέμπη θα
έπρεπε να μιλήσει για τις ευθύνες της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και των μνημονίων. Σε αυτά
ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ σιωπούν ή κάνουν ότι δεν θυμούνται. Το ΚΚΕ ως συνήθως δεν θέλει να
γρατζουνίσει την κυβέρνηση. Η αντιπολίτευση, στο σύνολό της, περί άλλων τυρβάζει και στέκει
εντελώς αναντίστοιχη με το μέγεθος του εγκλήματος και την έκταση της συγκάλυψης.
Τον αγώνα για τα Τέμπη δεν πρέπει να τον δώσουν μόνες οι οικογένειες των θυμάτων, όπως
γίνεται μέχρι σήμερα. Δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια απεργία ή μια πορεία την ημέρα του
δυστυχήματος. Χρειάζεται να γεννηθεί ένα κίνημα μέσα από κόμματα, οργανώσεις, σωματεία,
σχολεία, Πανεπιστήμια, που θα θέτει με ένταση και πάθος το αίτημα της αποκάλυψης του τι
ακριβώς συνέβη, της απόδοσης δικαιοσύνης, πολιτικών (και ποινικών) ευθυνών, αλλά και το
αίτημα να σταματήσει η διάλυση και το ξεπούλημα των δημόσιων, κοινωνικών αγαθών.