Άρθρα

ΔΕΘ 2024: Αν κάνουμε προσλήψεις γιατρών θα χρεοκοπήσει η χώρα

Αυτός θα έπρεπε να είναι ο τίτλος του δημοσιογραφικού ρεπορτάζ από τις πρόσφατες κυβερνητικές εξαγγελίες για το ΕΣΥ.

Τα ΜΜΕ αναπαρήγαγαν τις παροχές και τα μέτρα στήριξης, ως τη νούμερο ένα προτεραιότητα Μητσοτάκη που είναι το ΕΣΥ και διάφορα άλλα. Άλλωστε ο ίδιος ζήτησε να κριθεί το 2027 (!) για το αν ενίσχυσε ή όχι την πολύπαθη δημόσια περίθαλψη (που καρκινοβατεί και στέκεται όρθια χάρη στο φιλότιμο και την αυταπάρνηση των υγειονομικών). Πρόσθεσε μάλιστα ότι έχει 1000 ολόκληρες μέρες για να προχωρήσει τις αλλαγές…

Διαφήμισε τις έως τώρα διαλυτικές μεταρρυθμίσεις ως θετικά βήματα, δηλαδή τα απογευματινά – επί πληρωμή από την τσέπη του ασθενή – χειρουργεία, τη δυνατότητα των γιατρών του ΕΣΥ για άσκηση ιδιωτικού έργου, την παραχώρηση των δομών του ΕΣΥ σε ιδιώτες. Όλα τα παραπάνω, όχι απλά δε λύνουν το πρόβλημα των πολύμηνων αναμονών, της κατάρρευσης ολόκληρων νοσοκομείων και της υποστελέχωσης, αλλά καταστρατηγούν τον ιδρυτικό νόμο του ΕΣΥ. Δημιουργείται μια χαώδης κατάσταση όπου οι μέσα βγαίνουν έξω παίρνοντας ασθενείς για έξω, οι έξω μπαίνουν μέσα για να βρουν ασθενείς για έξω, το μέσα στο νοσοκομείο γίνεται σαν το έξω, και στο τέλος οι ασθενείς αποκλείονται όλο και περισσότερο.

Δεν είναι αλλαγές που βελτιώνουν την πρόσβαση των πολιτών στην υγεία, το ανάποδο. Τη δυσχεραίνουν για όλους, κλείνοντας το μάτι σε κάποιος από αυτούς που έχουν να πληρώσουν ή σπρώχνοντας μαζικά τον κόσμο σε ιδιωτική ιατρική ασφάλιση. Οι ασθενείς χάνουν το δικαίωμα σε αξιοπρεπείς συνθήκες περίθαλψης, ενώ έχουν καταβάλει από τους κόπους μιας ζωής ασφαλιστικές και φορολογικές εισφορές. Το έξω (ο ιδιωτικός τομέας υγείας) γιγαντώνεται κερδοσκοπώντας, στηριζόμενο από τη συνειδητή διάλυση και απαξίωση του μέσα. Αυτά προβλήθηκαν αναίσχυντα ως θετικά βήματα της δεύτερης κυβερνητικής θητείας.

Η διάλυση του ΕΣΥ είναι το δεύτερο ζήτημα μετά την ακρίβεια που γονατίζει την κοινωνική πλειοψηφία και ειδικά τους μη έχοντες, τη στιγμή μάλιστα που οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας παρασύρονται από τον πληθωρισμό, εξανεμίζοντας μεγάλο κομμάτι του οικογενειακού εισοδήματος κάθε μήνα (πχ. μια απλή συνταγογράφηση χρόνιου ασθενή όπου αυξήθηκαν και η συμμετοχή στη δαπάνη του ασφαλισμένου και οι τιμές των φαρμάκων έως 400%). Ταυτόχρονα, η κατάσταση του ΕΣΥ στην περιφέρεια (κυρίως ορεινές και νησιωτικές περιοχές) κυριολεκτικά κρέμεται από μια κλωστή.

Όλα τα παραπάνω ανάγκασαν τον Μητσοτάκη να εξαγγείλει δέσμες μέτρων που δεν είναι απλά ασπιρίνη αλλά ψέματα και εμπαιγμός προς την κοινωνία και τους υγειονομικούς με πιο χαρακτηριστικό το πολυδιαφημισμένο “επίδομα-κίνητρο έως 7.000 ευρώ το χρόνο για τη στελέχωση των άγονων και προβληματικών περιοχών”. Τι πραγματικά ισχύει; Όπως αποκαλύπτει η ΟΕΝΓΕ, ένας νεοδιορισμένος επιμελητής Β’ του ΕΣΥ με βάση τη σχετική ΚΥΑ θα λαμβάνει  επίδομα 40% επί του βασικού μισθού. Όμως δεν υπολογίζεται ως βασικός ακαθάριστος μισθός τα 2.000 ευρώ αλλά οι 75.000 δραχμές (220 ευρώ) με βάση το νόμο του 1983 πάνω στον οποίο συντάχθηκε η ΚΥΑ! Άρα όχι 7000 ευρώ αλλά 700 ευρώ το επίδομα…

Δεν αξίζει σχολιασμού η δέσμευση Μητσοτάκη για αυτοτελή φορολόγηση των εφημεριών από την άνοιξη του 2025, ένα μέτρο που θα αύξανε σημαντικά το εισόδημα των υγειονομικών, μιας και μειώνονται οι επιστροφές στην εφορία. Γιατί τόσο αργά άραγε; Μήπως τότε θα είναι πιο δύσκολο να εφαρμοστεί λόγω δημοσιονομικών περιορισμών; Θα περιλαμβάνεται ή όχι στον προϋπολογισμό του νέου έτους;

Πολλά ακόμα θα μπορούσαμε να γράψουμε, όπως για παράδειγμα την προκλητική εξαίρεση απ’ τις “εξαγγελίες” των πυλώνων του ΕΣΥ που είναι οι νοσηλευτές, οι επικουρικοί και ειδικευόμενοι γιατροί.  Όμως, η ουσία είναι ότι με ψέματα και υποσχέσεις δεν μπορεί να συνεχίσει να μας κοροϊδεύει.

Κατανοούμε όλο και περισσότερο ότι ούτε καν μπαλώματα δεν θέλουν να κάνουν για να καθυστερήσουν την πλήρη κατάρρευση. Ούτε καν μια μικρή απάλυνση του βάρους που πέφτει στις πλάτες του κόσμου. Είναι ταγμένοι σε έναν και μόνο σκοπό. Τη διάλυση του ΕΣΥ, την απογύμνωσή του από προσωπικό, τον μέχρι ασφυξίας οικονομικό στραγγαλισμό του. Το είπε ξεκάθαρα και δημόσια ο εντεταλμένος εργολάβος της διάλυσης, ο Α.Γεωργιάδης λίγες ώρες πριν τη ΔΕΘ: “αν προσλάβουμε γιατρούς θα χρεοκοπήσει η χώρα”,  κάνοντας ακόμα και τη δημοσιογράφο της  εφημερίδας ΕΣΤΙΑ να απορεί.

Η παρακμή του να καίγεται η Αθήνα

Η εικόνα της ελληνικής Βουλής να πνίγεται σε σύννεφο καπνού από την πυρκαγιά που κατακαίει τη βορειοανατολική Αθήνα, ενώ το τουριστικό λεωφορείο κόβει βόλτες στο εφιαλτικό σκηνικό, είναι η φωτογραφία της σύγχρονης Ελλάδας. Η Αττική καίγεται για δέκατη φορά, οι ελάχιστες εκτάσεις πρασίνου που περιβάλλουν την πρωτεύουσα καταστρέφονται, το περιαστικό πράσινο εξαφνίζεται συστηματικά καθώς η μία μετά την άλλη ετήσια πυρκαγιά δεν αφήνει περιθώρια αναγέννησης δασικών εκτάσεων, ενώ για πρώτη φορά στην ιστορία απειλείται ο οικιστικός ιστός της πρωτεύουσας (Χαλάνδρι, Βριλήσσια, Νέα Πεντέλη κλπ) με τη φωτιά να μπαίνει μέσα στο λεκανοπέδιο και όχι απλά να καίει τα γύρω της βουνά.

Είναι σαφές ότι πρόκειται για επιλογή και όχι για αδυναμία. Η Πυροσβεστική υπηρεσία έχει υποβαθμιστεί, η δασοπυρόσβεση έχει αποδεκατιστεί, το επιτελικό κράτος προτιμά να ταΐζει τους εκλεκτούς του διαπλεκόμενους, κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες, παρά να επενδύσει στα δημόσια αγαθά και στην προστασία του περιβάλλοντος. Για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, μια δημόσια έκταση έχει νόημα αποκλειστικά και μόνο ως πεδίο κερδοσκοπίας τυχόν ιδιωτικού κεφαλαίου που θα χτίσει τουριστικές υποδομές και θα θησαυρίσει με αρπαχτές, στηριζόμενο στο αναπτυξιακό μοντέλο που καθορίζει μονοδιάστατα πλέον τη χώρα. Ενώ το κράτος υφίσταται ως όργανο εξυπηρέτησης των συμφερόντων του κεφαλαίου και όχι ως μηχανισμός που υπηρετεί το κοινό καλό και το δημόσιο αγαθό.

Μέχρι και το δόγμα της Πυροσβεστικής έχει αλλάξει καθώς οι δυνάμεις της δεν εμπέκονται ενεργά στο μέτωπο της φωτιάς, αλλά περιμένουν γύρω από κατοικημένες περιοχές μήπως και μπορέσουν να τις προστατεύσουν, αφήνοντας τα δάση στο έλεος της φωτιάς και του ανέμου. Φέτος δεν κατορθώθηκε ούτε καν αυτό.

Η ιδεολογία του 112 (γιατί πρόκειται πλέον για ιδεολογία και όχι για εργαλείο πολιτικής προστασίας) είναι ακριβώς αυτή: Μετά το Μάτι και το πολιτικό κόστος που είχε για την κυβέρνηση Τσίπρα, το δόγμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι να αφήνουμε τα πάντα να καούν και να καλούμε σε εκκενώσεις. Η Πυροσβεστική να περιμένει γύρω από τον αστικό ιστό και να παρακαλάμε η φωτιά να σβήσει τυχαία όταν κοπάσει ο άνεμος, ή όταν φτάσει στη θάλασσα. Δεν υπάρχει πυροσβέστης που να μην παραδέχεται ότι οι πυρκαγιές πλέον αφήνονται να εξελιχθούν -βάσει σχεδίου- ενώ τα ενεργητικά αντιπυρικά μέτωπα είναι στην πράξη ανύπαρκτα.

Αυτό το δόγμα είναι καταστροφικό για το περιβάλλον (άρα και για τον άνθρωπο) την ώρα που η υποκρισία και ο φαρισαϊσμός των εκκενώσεων διά του 112 (επενδύοντας στην ατομική ευθύνη των πολιτών), διατείνεται ότι βάζει σε προτεραιότητα την ανθρώπινη ζωή. Είναι όμως το δόγμα του σύγχρονου νεοφιλελεύθερου κράτους, σε μια καπιταλιστική χώρα δεύτερης διαλογής, όπου η προτεραιότητα δεν είναι η προστασία και η υπεράσπιση της χώρας και του κοινού της πλούτου, αλλά η πρόσκαιρη κερδοσκοπία της άρχουσας τάξης της.

Πεντακόσιοι πυροσβέστες επιχειρούσαν στο μέτωπο που απείλησε την Αθήνα. Δώδεκα φορές περισσότεροι είναι οι αστυνομικοί που επιχειρούν στην πορεία του Πολυτεχνείου. Αυτό και μόνο το νούμερο είναι δηλωτικό για τις προτεραιότητες και τις ιεραρχήσεις του κράτους. Ακόμα και το γεγονός ότι στις πυρκαγιές είναι περισσότεροι οι αστυνομικοί από τους πυροσβέστες, είναι ενδεικτικό για το ποια πολιτική ακολουθείται. Από εκεί και πέρα μένει ο Μητσοτάκης να δηλώνει χωρίς κόστος και αιδώ ότι κάθε φορά που καίγεται η Ελλάδα, “γινόμαστε καλύτεροι” και τα ΜΜΕ να θριαμβολογούν για τον ελληνικό τουρισμό.

Η παταγώδης αποτυχία του κρατικού μηχανισμού είναι αποτυχία της σύγχρονης Ελλάδας. αποτυχία που καταγράφεται πριν τα μνημόνια, και κυρίως, μετά από αυτά. Είναι η αποτυχία μιας χώρας να προστατεύσει τον εαυτό της από ένα ληστρικό πολιτικό σύστημα και μια αδίστακτη άρχουσα τάξη. Πρόκειται για μια αδιάκοπη παρακμιακή πορεία που δεν έχει να κάνει με δευτερεύουσες επιλογές, κακές στιγμές ή αποτυχίες μηχανισμών, αλλά συνειδητό προσανατολισμό γρήγορης καταλήστευσης και κοντόθωρης εκμετάλλευσης. Με τις αναγκαίες κάθε φορά συναινέσεις σε μεσοαστικά και μικροαστικά στρώματα που επιτυγχάνει η εξουσία μέσω της μαύρης οικονομίας και της μικρο-ιδιοκτησίας.

Διαλυμένο κράτος – Ανοχύρωτη χώρα

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ

Ανοχύρωτη απέναντι στις φωτιές και τις πλημμύρες, απέναντι στις πανδημίες, στην επισφαλή καθημερινότητα των πολιτών, στις επικίνδυνες ορέξεις των ιμπεριαλιστών, σε μια ενδεχόμενη επισιτιστική ή ενεργειακή ανεπάρκεια.

Ανοχύρωτη γιατί ο νεοφιλελευθερισμός, τα μνημόνια, οι εντολές της ΕΕ έχουν εξοβελίσει την κρατική μέριμνα για τις δημόσιες υποδομές, έχουν αποψιλώσει τις δημόσιες υπηρεσίες, έχουν διαλύσει τον παραγωγικό ιστό της χώρας, έχουν παραδώσει τον δημόσιο πλούτο και αγαθά στα χέρια μεγάλων εταιριών και εργολάβων.

Έτσι, τα δάση και η δημόσια γη μένουν αφρόντιστα και ακαθάριστα, τα δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης και ηλεκτρισμού χωρίς καμία συντήρηση, το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο έχει αφεθεί στην τύχη του, οι θαλάσσιες συγκοινωνίες στην ασυδοσία των ναυτιλιακών εταιριών, τα νοσοκομεία στην παρακμή και την κατάρρευση, τα σχολεία στο φιλότιμο ή τον πειθαναγκασμό γονέων και κηδεμόνων.

Το προβληματικό ελληνικό κράτος χτίστηκε μεταπολεμικά πάνω στο σαθρό και εξαρτημένο μοντέλο ανάπτυξης της οικοδομής, του τουρισμού, των ευρωπαϊκών πακέτων και των συνακόλουθων μικρών και κυρίως μεγάλων πελατειακών σχέσεων. Υπήρχαν όμως κάποιοι στοιχειώδεις μηχανισμοί, έλεγχοι, διαδικασίες, δομές, προσωπικό. Τα τελευταία 15 χρόνια τα μνημόνια και οι πολιτικές του λιγότερου κράτους τα διέλυσαν όλα και αυτό είναι κάτι ορατό πλέον στην καθημερινότητα, όχι μόνο στις φυσικές καταστροφές.

Οτιδήποτε σχετίζεται με δημόσιες υποδομές, κοινωνικά αγαθά και υπηρεσίες, ανατίθεται σε εταιρίες. Από τους δρόμους και τα δίκτυα κοινής ωφέλειας, μέχρι την καθαριότητα και την τροφοδοσία των νοσοκομείων. Από την τηλεδιοίκηση στα τρένα, μέχρι τη συγκέντρωση και μετάδοση των εκλογικών αποτελεσμάτων.

Μικροί και μεγάλοι εργολάβοι που τσεπώνουν αφειδώς δημόσιο χρήμα –με την απαραίτητη μίζα στους «ημέτερους»– για να κάνουν «μπαλώματα» που θα τα πάρει το ποτάμι στην πρώτη βροχή –πόσο μάλλον στην τελευταία θεομηνία. Χωρίς κανέναν σοβαρό σχεδιασμό και μελέτη, χωρίς κανέναν κρατικό έλεγχο. Όσο για έργα αντιπυρικής ή αντιπλημμυρικής προστασίας, αυτά δεν προκρίνονται από τους μάνατζερ που προσλαμβάνονται στις δημόσιες υπηρεσίες για να μας δίνουν τα αμερικανόφερτα φώτα τους.

Σε λίγες μέρες θα έχουμε αυτοδιοικητικές εκλογές, σε δήμους και περιφέρειες που εδώ και 15-20 χρόνια «εκπαιδεύτηκαν», με βάση αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο, στις πολιτικές του λιγότερου κράτους, των δήμων-εταιριών και των «αυτοδιοικητικών-μπίζνεσμαν». Οι φαιδροί δήμαρχοι και περιφερειάρχες (Μπέος, Αγοραστός κλπ) της περιοχής αυτό το μοντέλο υπηρέτησαν, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία των «αυτοδιοικητικών» της χώρας.

Η επίκληση της «κλιματικής κρίσης» και ενός πρωτοφανούς φαινομένου δεν πείθει. Δεν μπορεί να εξηγήσει την αχρήστευση και κατάρρευση των δικτύων ύδρευσης μεγάλων πόλεων όπως ο Βόλος ή η Λάρισα. Δεν πείθει για την μη κατασκευή αντιπλημμυρικών έργων στον θεσσαλικό κάμπο μετά τις πλημμύρες του 2020. Σε μια οχυρωμένη χώρα οι καταστροφικές συνέπειες αυτής της όντως πρωτοφανούς νεροποντής θα ήταν πολύ μικρότερες.

Πολύ δε περισσότερο, δεν πείθει για την εγκατάλειψη από την Πολιτική Προστασία χιλιάδων ανθρώπων στον θεσσαλικό κάμπο και στο Πήλιο στη μανία της φύσης. Το «επιτελικό κράτος» των «αρίστων» και του 112, σε ένα αναμενόμενο μέρες πριν ακραίο καιρικό φαινόμενο, δεν φρόντισε, ενώ είχε επιστημονική ενημέρωση και για την ένταση των φαινομένων και για την επικινδυνότητα των συγκεκριμένων περιοχών, να απομακρύνει έγκαιρα και οργανωμένα τους πολίτες από τις περιοχές που προβλεπόταν να πληγούν –τουλάχιστον τις ευπαθείς ομάδες– και να τους οδηγήσει σε οργανωμένους από πριν χώρους διαμονής με τις απαραίτητες προμήθειες. Δεν είχε δώσει συγκεκριμένες οδηγίες προφύλαξης και επιβίωσης, πέρα από το «εκκενώστε» ή «ανεβείτε στα ψηλά». Δεν είχε πάρει μέτρα, έστω της τελευταίας στιγμής, μετριασμού της καταστροφής πριν το ξέσπασμα της νεροποντής. Δεν είχε μεταφέρει έγκαιρα από αλλού στις περιοχές που αναμενόταν να πληγούν μονάδες τεχνικών, διασωστών, υγειονομικών, ειδικών δυνάμεων για να συνδράμουν στα παραπάνω. Δεν είχε μεταφέρει εξοπλισμό, μηχανήματα, προμήθειες. Τα ελικόπτερα –όσα δεν πνίγηκαν– σηκώθηκαν με 36 ώρες καθυστέρηση. Σχεδόν μια βδομάδα μετά το φαινόμενο, χιλιάδες πληγέντες δεν έχουν πρόσβαση σε νερό, τροφή, φάρμακα και κανένας μηχανισμός δεν φροντίζει γι’ αυτό. Σε πολλές περιπτώσεις σώθηκαν ζωές μόνο χάρη στην αυτοοργάνωση και την αλληλεγγύη των κατοίκων.

Η καταστροφή στη Θεσσαλία θα καθορίσει τη ζωή της ελληνικής κοινωνίας για πολύ καιρό. Να οργανωθούμε και να αγωνιστούμε ενάντια στις πολιτικές που καταστρέφουν και σκοτώνουν, ενάντια στην κυβέρνηση που υπηρετεί και εφαρμόζει αυτές τις πολιτικές. Την κυβέρνηση που εγκληματεί απέναντι στο λαό και τον τόπο.

Να απαιτήσουμε:

-Να παραιτηθεί τώρα ο Κικίλιας.
-Να αποκαλυφθούν και να τιμωρηθούν παραδειγματικά όσοι ευθύνονται για τις καταστροφές κερδοσκοπώντας σε βάρους του δημόσιου συμφέροντος.
-Να ξαναφτιαχτούν και να αποκατασταθούν σπίτια, παραγωγικές μονάδες, καλλιέργειες, με ευθύνη και έξοδα του κράτους. Όχι σε «αποζημιώσεις»-κοροϊδία που συντηρεί τα πελατειακά δίκτυα, φροντίζει τα δικά μας παιδιά και βάζει σε αέναα χρέη την πλειοψηφία.
-Να ξαναφτιαχτούν οι κατεστραμμένες υποδομές με ευθύνη και έξοδα του κράτους, βάσει σοβαρών μελετών και με τις απαιτούμενες προδιαγραφές. Όχι σε αναθέσεις και μπαλώματα. Ξήλωμα του νομοθετικού πλαισίου εργολαβιών, αναθέσεων κλπ σε δήμους-περιφέρειες.
-Να στελεχωθούν μαζικά οι τεχνικές υπηρεσίες των δήμων και του ΥΠΕΚΑ, οι υπηρεσίες δασοπροστασίας και δασοπυρόσβεσης.
-Να μπει έκτακτη φορολογία στο μεγάλο κεφάλαιο και να διατεθεί για την αποκατάσταση των πλημμυροπαθών.
-Να παρθούν τώρα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας (τόνοι απορριμμάτων και χιλιάδες νεκρά ζώα που σαπίζουν, μολύνουν ήδη τον υδροφόρο ορίζοντα).
-Να μην γίνουν ανατιμήσεις στα τρόφιμα με πρόσχημα την καταστροφή στο θεσσαλικό κάμπο. Να εξασφαλιστεί επισιτιστική επάρκεια για τον πληθυσμό.

Το λιγότερο κράτος και η «μητσοτάκεια» εκδοχή του, το επιτελικό κράτος, στην Ελλάδα σημαίνει διαλυμένο κράτος. Θέλουν να έχουμε χαμηλές απαιτήσεις για δημόσιο σχολείο, για δημόσιο νοσοκομείο, για δημόσιες πολιτικές. Να κυριαρχεί η μοιρολατρία, το ιδιωτικό, η λογική του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».

Να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας. Να μην επιτρέψουμε να ξανασυμβεί ανάλογη καταστροφή. Να υπερασπιστούμε το μέλλον των παιδιών μας. Να αγωνιστούμε για έναν άλλο κόσμο!

Στην Ελλάδα 2.0 η αστυνομία κάνει τον τροχονόμο των νεοναζί δολοφόνων

Μια ορδή νεοναζί οπαδών της Ντιναμό Ζάγκρεμπ, διασχίζει όλη την Ελλάδα οδικώς, μπαίνει στο μετρό, αποβιβάζεται ανενόχλητη στη Νέα Φιλαδέλφεια σε συνεννόηση με ακροδεξιούς οπαδούς ελληνικής ομάδας και επί τρεις ώρες οργιάζει έξω από το γήπεδο της ΑΕΚ καταλήγοντας πέραν των άλλων να σφάξει 22χρονο οπαδό της ΑΕΚ. 

Θα συνέβαινε το ίδιο αν μια ομάδα αναρχικών (χωρίς λοστούς, μαχαίρια και δολοφονικές προθέσεις) διαδήλωνε πχ στο Μοναστηράκι για έναν φυλακισμένο αντιεξουσιαστή;

Θα συνέβαινε το ίδιο αν μια ομάδα του Ρουβίκωνα πήγαινε να πετάξει τρικάκια έξω από το σπίτι κάποιου πολιτικού ή δημοσιογράφου;

Θα συνέβαινε το ίδιο αν μια συνέλευση φοιτητών αποφάσιζε, όχι επιδρομή και ισοπέδωση, αλλά κατάληψη σε έναν πανεπιστημιακό χώρο;

Στην Ελλάδα 2.0, στην Ελλάδα της τάξης και της ασφάλειας που υποσχέθηκε ο Κ. Μητσοτάκης χαϊδεύοντας τα φοβικά αντανακλαστικά της εκλογικής του πελατείας, η αστυνομία υπάρχει για να κάνει τον τροχονόμο σε νεοναζιστικές ορδές που ανενόχλητες διασχίζουν παράνομα (η μετακίνηση οπαδών δεν είχε επιτραπεί για το συγκεκριμένο παιχνίδι) όλη την Ελλάδα, και καταλήγουν να δολοφονήσουν έναν αντίπαλο οπαδό.

Μια κυβέρνηση και μια αστυνομία που γίνονται ρεζίλι από τη δράση κάποιων δεκάδων νεοναζί οπαδών είναι πολιτικό πρόβλημα. Μια κυβέρνηση και μια αστυνομία όμως, που με την πολιτική και ιδεολογική τους τύφλωση, με το μίσος τους να στρέφεται αποκλειστικά στις κοινωνικές και πολιτικές διαμαρτυρίες, με την καταστολή να απευθύνεται αποκλειστικά στους νέους, στους εργαζόμενους, στην Αριστερά, και που αφήνει μια ορδή από μαχαιροβγάλτες να μπει στη χώρα, να ταξιδέψει από άκρη σε άκρη και να δολοφονήσει έναν Έλληνα πολίτη, είναι παραπάνω από πολιτικό πρόβλημα.

Είναι ηθική και ποινική συναυτουργία σε έγκλημα. 

Ας σκούζει η κυβέρνηση και τα φερέφωνά της για τους Ρουβίκωνες, για την ανομία στα Πανεπιστήμια, για το άβατο των Εξαρχείων. Αυτά είναι ο φερετζές για να επιβάλουν τον ηθικό πανικό σε ένα τμήμα της κοινωνία που πρόθυμα αγοράζει την δεξιά προπαγάνδα. Είναι το προκάλυμμα για να προσλαμβάνουν κι άλλους αστυνομικούς, την ώρα που η χώρα έχει ανάγκη γιατρούς, νοσηλευτές, εκπαιδευτικούς, πυροσβέστες. 

Αλήθεια όσο δολοφονούσαν οι οργανωμένες ομάδες των νεοναζί χουλιγκάνων τον 22χρονο, όσο ισοπέδωναν καταστήματα και κατέστρεφαν αυτοκίνητα, η αστυνομία τι έκανε;

Φύλαγε τις λαμαρίνες από το μετρό στα Εξάρχεια;

Τρομοκρατούσε μαμάδες που πήγαιναν με τα παιδιά τους στο λόφο του Στρέφη;

Τραμπούκιζε περιοίκους στο πάρκο Δρακόπουλου;

Έδερνε αναρχικούς;

Άνοιγε το κεφάλι σε νεαρούς στην πλατεία Νέας Σμύρνης;

Πούλαγε προστασία σε νονούς της νύχτας;

Παρακολουθούσε μέσω Predator την αντίπαλη ομάδα της Greek Mafia;

Η εισβολή, επιδρομή, λεηλασία και δολοφονία που διέπραξαν οι νεοναζί οπαδοί της Ντιναμό Ζάγκρεμπ είναι ολοκληρωτική χρεοκοπία της κυβέρνησης Μητσοτάκη, του δόγματος που διαφήμιζε μετά μανίας, του ηθικού πανικού που προκαλεί συστηματικά με το στρατό των δημοσιογράφων της, και φυσικά αποδεικνύει ότι η Ελληνική Αστυνομία δεν επιτελεί το ρόλο που της έχει ανατεθεί από το Σύνταγμα. 

Η παραίτηση ενός υπουργού είναι πολύ λίγη για να ξεπλύνει το επί χρόνια συσσωρευμένο αίσχος.

Τι χρειάζεται για να καλυφθεί το πολιτικό εγκλημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη και οι ευθύνες των προηγούμενων κυβερνήσεων;

Πρώτον να βγάλει τον σκασμό η κοινωνία.

Δεύτερον να τοποθετηθεί αρμόδιος ο Γεραπετρίτης των επιχειρηματικών ντηλ, και να συστήσει μια “ανεξάρτητη” επιτροπή διερεύνησης ο Μητσοτάκης, αφου ο ιδιος ανακοίνωσε οτι κύριος υπεύθυνος είναι ο σταθμάρχης .

Τρίτο να συνεχίσουν επι 24ωρου βασης την ενημέρωση τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ, που κυρια εννοια εχουν την προεκλογική στηριξη του Μητσοτάκη. Οταν ο Πορτοσάλτε δείχνει σαν υπεύθυνους τους γύφτους και ο Τσίμας βλέπει το δυστύχημα σαν ευκαιρία (!!) να φτιάξουμε καλό σιδηρόδρομο όπως φτιάξαμε αυτοκινητοδρομο μετα το δυστύχημα στα Τέμπη!!!, είναι μια παραφωνία οσοι ζητούν κυβερνητικές ευθύνες, και διαδηλώνουν για τις ιδιωτικοποίησεις και την υποβάθμιση των κρατικών υποδομών και παροχών.

Τέταρτο, να αναλάβει την υπεράσπιση των θυμάτων ο Κούγιας! Οπως αναμενόταν το γραφείο Κούγια έβγαλε ανακοίνωση οτι αναλαμβάνει την εκπροσώπηση θυμάτων και είμαστε βεβαιοι οτι σύντομα θα καταλαμβάνει απλετο χρονο στις οθόνες. Το γεγονός οτι στο δελτίο τύπου του γραφείου του δηλώνει οτι θα στραφεί κατα του σταθμάρχη είναι τυχαίο οσο και αναμενόμενο…

Μας ζητούν να ξεχάσουμε ότι οι ιδιοι που σημερα τρεχουν να τα φορτώσουν σε εναν σταθμάρχη, πριν απο 4 χρονια ζητούσαν να παραιτηθεί η κυβέρνηση για την υπόθεση “Ματι”. Μας ζητούν να ξεχάσουμε οτι τοσο αυτή η κυβέρνηση οσο και η προηγούμενη του Συριζα εχουν ξεπουλήσει τα παντα για να ικανοποιησουν ιδιωτικά συμφέροντα. Μηπως πρέπει να ξεχάσουμε και τα πεπραγμένα του Μωυσή-Μητσοτακη που μας εσωσε με την πανδημία; Ειμαστε το μοναδικό κράτος της Ευρώπης που ξοδέψαμε το μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ για να επιτυχουμε τον μεγαλύτερο ποσοστό θανάτων!! Η μηπως να ξεχασουμε οτι στην Υγεία πηγε ακόμα παραπέρα το μοντέλο “αν δεν έχεις χρημα η μέσο πεθαίνεις σαν το σκυλί στ΄ αμπέλι”;

ΟΛΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΚΟΥΚΟΥΛΩΘΕΙ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ, ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΧΘΟΥΝ ΤΑ ΛΑΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΕΣ.

Η δημοκρατία δεν κινδυνεύει από τους Γλύξμπουργκ. Κινδυνεύει από τους Μητσοτάκη – Ντογιάκο.

Η μόνιμη επωδός όσων εισηγούνται μεγαλοψυχία, λήθη, δημοσία δαπάνη κηδεία του τέως βασιλιά και απόδοση τιμών αρχηγού κράτους είναι ότι η δημοκρατία δεν κινδυνεύει από τους Γλύξμπουργκ. 

Πράγματι, η δημοκρατία στη χώρα δεν κινδυνεύει από τους μπουφόνους της βασιλείας, Ούτως ή άλλως η ελλαδική εκδοχή γαλαζοαίματων υπήρξε ανίκανη και γκροτέσκο, σχεδόν όσο υπήρξε επιζήμια και καταστροφική. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ξεχάσουμε την ιστορία. Απαιτεί όμως να μην κλείνουμε τα μάτια στο παρόν συζητώντας για το παρελθόν. 

Ο έκπτωτος μονάρχης πεθαίνει μία μέρα μετά την πρωτοφανή γνωμάτευση Ντογιάκου, που λειτουργώντας ως εκτελεστικό όργανο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, απαγορεύει στην ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών) την περαιτέρω διερεύνηση του μέγα σκανδάλου των υποκλοπών, απειλώντας μάλιστα σκαιότατα τα μέλη της με απαγγελία κατηγοριών. 

Βεβαίως ο κ. Ντογιάκος πατά πάνω στον πρόσφατα ψηφισμένο νόμο 5022/2022 της κυβέρνησης Μητσοτάκη για να απειλήσει την ΑΔΑΕ. Δεν ενδιαφέρεται για το γεγονός ότι ένας νόμος μπορεί να ερμηνεύεται μόνο σε συμφωνία με το Σύνταγμα και όχι εναντίον του, αλλά αυτό είναι θέμα που θα το εξηγήσουν καλύτερα οι νομικοί και οι συνταγματολόγοι, όσοι τουλάχιστον δεν είναι εξωνημένοι των ποικίλων εξουσιών.

Ο αποκαλούμενος και “ψηλός” ή και “Παναθηναϊκάκιας”, νυν Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, αποφάσισε να ερμηνεύσει τον νόμο της κυβέρνησης Μητσοτάκη προστατεύοντας την κυβέρνηση από τυχόν επόμενες αποκαλύψεις για το εύρος και το είδος των υποκλοπών που οργανώθηκαν από την ΕΥΠ, όντας αυτή υπό την άμεση διοικητική και πολιτική ευθύνη του κ. Μητσοτάκη. 

Όλη η ιστορία των υποκλοπών μοιάζει πια να βγήκε από ένα ενιαίο κέντρο (ή καλύτερα παράκεντρο) εξουσίας: ο Μητσοτάκης αναλαμβάνει προσωπικά την ΕΥΠ από την πρώτη μέρα της θητείας του, η ΕΥΠ οργανώνει παρακολουθήσεις και υποκλοπές συνομιλιών πολιτικών προσώπων, υπουργών, στρατιωτικών, η κυβέρνηση κάνει νόμο με τον οποίο θωρακίζει τις υποκλοπές, και μόλις ξεσπά το σκάνδαλο και απειλείται το περαιτέρω ξεσκέπασμα των παρακολουθήσεων από την ΑΔΑΕ, η κυβέρνηση κάνει νέο νόμο με τον οποίο “περιορίζει” την ΑΔΑΕ, ενώ ο εισαγγελέας ερμηνεύει τον νόμο προληπτικά (!) και απειλεί ανοικτά την Αρχή. 

Όμορφος, αγγελικός κόσμος, και προπαντός δημοκρατικός… 

Αν η γνωμάτευση Ντογιάκου παρθεί τοις μετρητοίς, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ κινδυνεύει με σύλληψη στο βαθμό που αντέξει την πρωτοφανή πίεση την οποία υφίσταται και συνεχίσει να ασκεί τις από το Σύνταγμα προβλεπόμενες αρμοδιότητές του. Το ότι κάτι τέτοιο θα ήταν πρωτοφανές για ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος που αρέσκεται να δηλώνει κράτος Δικαίου, δεν φαίνεται να ενοχλεί τους ιεροφάντες του “συνταγματικού πατριωτισμού” που θυμούνται το Σύνταγμα και τους νόμους μόνο στο βαθμό που βολεύει την άρχουσα τάξη και το πολιτικό της προσωπικό με πρώτο από όλο τη φαμίλια Μητσοτάκη. 

Αυτός είναι ο κίνδυνος για τη δημοκρατία στην Ελλάδα του 2023, και όχι οι έκπτωτοι, αναξιόπιστοι, φαιδροί και ολίγιστοι Γλύξμπουργκ, μισόν αιώνα σχεδόν μετά από την αποπομπή τους. 

Τη βασιλεία την έκρινε ήδη η ιστορία – κι ας μην αρέσει στον Κυριάκο Μητσοτάκη – και αποφάνθηκε για τον ιστορικό της ρόλο ο ελληνικός λαός, όχι απλώς με το δημοψήφισμα του ‘74, αλλά με τους αγώνες και το αίμα του. 

Το πώς θα αντιμετωπιστεί ο σημερινός κίνδυνος των πολλαπλών αντισυνταγματικών εκτροπών που εκπορεύονται από την ίδια την κυβέρνηση και συνηγορούνται από τον ανώτατο Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αυτή είναι η πρόκληση για τη δημοκρατία.

Τύφλα να έχει η Στάζι: Ο υπαρκτός σοσιαλισμός και ο υπαρκτός καπιταλισμός

Οι πρόσφατες αποκαλύψεις σχετικά με τις παρακολουθήσεις του περιβάλλοντος Μητσοτάκη σε εχθρούς, φίλους, δημοσιογράφους, πολιτικούς, επιχειρηματίες μετά των συζύγων τους, προκαλεί δικαίως οργή και αγανάκτηση σε σημαντικό μέρος του δημοκρατικού κόσμου. 

Μια μεγάλη μερίδα πολιτών όμως αντιμετωπίζει τις συγκεκριμένες αποκαλύψεις με το γνωστό “έλα τώρα που δεν ξέραμε ότι όλοι παρακολουθούν όλους;”. 

Περισσότερο από τις ίδιες τις αποκαλύψεις είναι αυτός ο εθισμός, η αποδοχή της εκτροπής και της βαρβαρότητας, η οποία σοκάρει. Είναι η “λαϊκή σοφία” και η διαδεδομένη γνώση ότι η αστική δημοκρατία και οι λεγόμενοι “θεσμοί” είναι σάπιοι μέχρι το μεδούλι και ότι οι λεγόμενες δημοκρατικές ευαισθησίες είναι εντελώς υποκριτικές.

Πριν 16 χρόνια έκανε θραύση η ταινία “Οι ζωές των άλλων”. Δικαίως, καθώς με έναν κινηματογραφικά ξεχωριστό τρόπο, περιγραφόταν ένα εκτεταμένο, σχεδόν εφιαλτικό σύστημα παρακολουθήσεων στην Ανατολική Γερμανία επί υπαρκτού σοσιαλισμού. Η Στάζι, παντοδύναμη, ανεξέλεγκτη, έστηνε μηχανισμούς παρακολούθησης αντιφρονούντων, υπόπτων, ακόμα και φίλα προσκείμενων στο καθεστώς Χόνεκερ. 

Το καθεστώς Μητσοτάκη όμως, τι διαφορετικό κάνει;

Έχει φτιάξει, όχι απλά ένα αντίστοιχο, αλλά ένα πολύ χειρότερο και εξίσου εκτεταμένο σύστημα παρακολουθήσεων, όπως αποκαλύπτεται μέσω του λογισμικού predator – και όχι μόνο που κάνει τον υπαρκτό καπιταλισμό της Ελλάδας να μη διαφέρει από τον υπαρκτό σοσιαλισμό της Στάζι. 

15.000 περίπου είναι οι “νόμιμες” παρακολουθήσεις ετησίως. Φανταστείτε οι μη νόμιμες… Οι παρακολουθήσεις βεβαίως δεν αφορούν μόνο την -υπό στενό πρωθυπουργικό έλεγχο- ΕΥΠ. Ας θυμηθούμε τις σχετικές καταγγελίες ότι οι Αμερικανοί παρακολουθούν για παράδειγμα σχεδόν όλη την γερμανική κυβέρνηση, ή ότι -στην Ελλάδα- εκτεταμένες παρακολουθήσεις έκανε και η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. 

Το αποκορύφωμα είναι οι αποκαλύψεις του καθόλα συστημικού δημοσιογράφου Τάσου Τέλλογλου, ότι οι παρακολουθήσεις στη μνημονιακή Ελλάδα είναι πλέον εκτεταμένες, και στο κράτος, και στο παρακράτος, με τα κυκλώματα διεφθαρμένων αστυνομικών που έχουν αναλάβει την ηγεσία του εγκλήματος να παρακολουθούν τους ανταγωνιστές τους, εμπλέκοντας και την ΕΛΑΣ, και την ΕΥΠ και τη Δικαιοσύνη. 

Αυτό είναι κάτι, που το καθεστώς Μητσοτάκη αποδεικνύεται κατά πολύ ανώτερο του καθεστώτος της Στάζι στην Ανατολική Γερμανία. 

Δεν έχουμε απλά παρακολουθήσεις πολιτικών αντιπάλων, συμμάχων, υφισταμένων και φίλα προσκείμενων του πρωθυπουργού, αλλά παρακολουθήσεις ενός εσμού κρατικών και παρακρατικών παραγόντων. 

Το καθεστώς Μητσοτάκη μπορεί να παρακολουθούσε τον Ανδρουλάκη ή τον Σπίρτζη για πολιτικούς λόγους, αλλά επέτρεψε, αν δεν οργάνωσε, με τη χρήση των λογισμικών τύπου Predator και Pegasus, τις παρακολουθήσεις επιχειρηματιών και παραγόντων της δημόσιας ζωής. Οι παρακολουθήσεις είτε οργανώνονταν από το στενό κέντρο εξουσίας του Μαξίμου (Δημητριάδης), είτε από αυτονομημένα κρατικά κέντρα που ήθελαν να ελέγξουν παρακρατικά το οργανωμένο έγκλημα.

Μιλάμε για τη βρώμα και τη δυσωδία.

Η Στάζι μπροστά στον Μητσοτάκη ωχριά. 

Όχι γιατί παρακολουθούσε λιγότερους. 

Αλλά γιατί επί υπαρκτού σοσιαλισμού υπήρχε, έως ένα βαθμό, η σύγκρουση δύο μπλοκ, του δυτικού με το ανατολικό. Ο φόβος του καθεστώτος της Ανατολικής Γερμανίας  ήταν η κατασκοπεία, οι δολιοφθορές, τα σαμποτάζ, οι εκβιασμοί από την πλευρά της Δυτικής Γερμανίας και του ΝΑΤΟ, με στόχο την άνευ όρων και τυπική παραδοση του υπαρκτού σοσιαλισμού στον τότε καπιταλισμό. 

Όσο κι αν διαχωρίζεται κανείς από τον υπαρκτό σοσιαλισμό, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι το διακύβευμα ήταν μεγάλο. Και αυτό φάνηκε και μετά την πτώση του Τείχους οπου το πλιάτσικο των ιδιωτικοποιήσεων που έγινε πάνω στις υποδομές της Ανατολικής Ευρώπης δεν είχε προηγούμενο στην παγκόσμια ιστορία. 

Το διακύβευμα για τις εκτεταμένες παρακολουθήσεις του Μητσοτάκη και της ελεγχόμενης από τον ίδιον ΕΥΠ ποιο είναι; 

Υποτίθεται ότι το 1989-1991 με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού μπήκε ταφόπλακα στο σοσιαλιστικό όραμα και αναγγέλθηκε το τέλος της ιστορίας. Ανακαλύφθηκε ότι ο καπιταλισμός είναι το καλύτερο δυνατό σύστημα. Μετά από αυτόν δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα άλλο. 

Γιατί; Όχι γιατί οι στόχοι του σοσιαλισμού θεωρήθηκαν ξεπερασμένοι, αλλά γιατί, όπως ισχυρίστηκαν οι νικητές, δεν υπάρχει καλύτερο οικονομικό σύστημα από την ελεύθερη αγορά, δεν υπάρχει καλύτερη δημοκρατία από την αστική φιλελεύθερη δημοκρατία. 

Σήμερα πολλές από τις τότε εμβληματικές εικόνες που τάχα αποδείκνυαν την χρεοκοπία του σοσιαλισμού, εμφανίζονται πολλαπλάσιες στον υπαρκτό καπιταλισμό. 

Οι παρακολουθήσεις είναι το ίδιο ή περισσότερο εκτεταμένες, τμήμα τους δε είναι και “ιδιωτικοποιημένο”, όχι προφανώς για κάποιο διακύβευμα σοβαρό ή για λόγους εθνικής ασφάλειας, αλλά για εκβιασμούς, πιέσεις, μεθοδεύσεις, συμμαχίες, καρέκλες, εξουσία. 

Το κατάπτυστο και καταγέλαστο “κουπόνι” με το οποίο οι πολίτες της ΕΣΣΔ έπαιρναν τρόφιμα ή αγαθά, πλέον είναι καθεστώς στην “προηγμένη”, “πολιτισμένη” Δύση, σαράντα χρόνια μετά. 

Η ενέργεια, τα τρόφιμα, οι διακοπές, εκχωρούνται πλέον με “κουπόνι”. Και σε αντίθεση επιπλέον με τον υπαρκτό σοσιαλισμό, πολλά άλλα βασικά αγαθά, όπως η στέγη, η παιδεία, η υγεία, δεν είναι εξασφαλισμένα για μεγάλα τμήματα της κοινωνίας.

Η ανισότητα και η συνύπαρξη της ακραίας φτώχειας από τη μια πλευρά και του ακραίου πλούτου από την άλλη, δεν υπήρξε επί Χόνεκερ, Τσαουσέσκου ή Μπρέζνιεφ, υπάρχει όμως επί Μητσοτάκη.

Ο Σόιμπλε απειλεί ότι θα παγώσουν οι Ευρωπαίοι, απειλή που δε θυμόμαστε να την είχε κάνει ποτέ κάποιος ηγέτης του υπαρκτού. 

Τα ΜΜΕ και η ενημέρωση είναι όσο ποτέ άλλοτε πλήρως ελεγχόμενα από την εξουσία. Γιατί η κρατική τηλεόραση ήταν κακή επί Χόνεκερ και Γιαρουζέλσκι αλλά η πλήρως και ασφυκτικά ελεγχόμενη ιδιωτική και κρατική τηλεόραση είναι καλή επί Μητσοτάκη;

Οι τελευταίες αποκαλύψεις γύρω από τις παρακολουθήσεις πιθανά να τροφοδοτήσουν πολιτικές εξελίξεις. Πιθανά και όχι. 

Υπάρχει όμως και κάτι που δε συζητιέται και πρέπει να συζητηθεί. Είναι όντως ο καπιταλισμός, η αστική δημοκρατία, η ελεύθερη αγορά, ο καλύτερος δυνατός κόσμος;

Το κοινωνικό πρόβλημα δεν λύνεται στην υπάρχουσα πολιτική σκηνή

Σχόλιο του antapocrisis.

Η παρουσία Μητσοτάκη στη ΔΕΘ επιβεβαίωσε ότι η κομματική αντιπαράθεση σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο είναι αναντίστοιχη με το τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα και ο λαός της.

Το τρίπτυχο της κυβερνητικής πολιτικής συνοψίζεται στα εξής: Α. Δεν υπάρχει ακρίβεια, αλλά αν υπάρχει, φταίει ο Πούτιν. Β. Δεν έχουμε τίποτα να προσφέρουμε ως κυβέρνηση, αλλά ο Τσίπρας είναι χειρότερος. Γ. Οι υποκλοπές δεν είναι σκάνδαλο, αλλά η ανάδειξή τους είναι επιχείρηση αποσταθεροποίησης της χώρας από την Τουρκία, τη Ρωσία και τους προδότες του έθνους

Οι υποκλοπές με υπογραφή Μητσοτάκη και προφανή στόχο να ελεγχθούν οι πολιτικές εξελίξεις, είναι δεδομένο ότι τσαλαπατούν το Σύνταγμα, τα δημοκρατικά δικαιώματα  και τον πυρήνα του κράτους δικαίου, που τάχα είναι αδιαμφισβήτητο στις χώρες του “ελεύθερου καπιταλισμού”.

Επιπλέον όμως δημιουργούν σημαντικές πολιτικές συνέπειες. Το ΠΑΣΟΚ διαρρηγνύει τις σχέσεις του με τη ΝΔ, με εξαίρεση φυσικά το τμήμα που είναι Μητσοτακικότερο του Μητσοτάκη (Λοβέρδος, Καϊλή κλπ), κάνοντας το ενδεχόμενο μιας δεύτερης θητείας Μητσοτάκη υπό κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ – ΠΑΣΟΚ σχεδόν απίθανο.

Παράλληλα, τμήμα της ΝΔ διαφοροποιείται από τα έργα και τις ημέρες Μητσοτάκη, δηλώνοντας ταυτόχρονα προβληματισμένο από τη μονομερή, τυφλή και τελικά επιζήμια πρόσδεση της χώρας στον αμερικανικό άξονα.

Η ρευστότητα και η αβεβαιότητα σε μια χρονιά εκλογών, οξύνει την πολιτική αντιπαράθεση. H ΝΔ παραμένει πρώτη πολιτική δύναμη καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μην πείθει. Όμως ο στόχος της αυτοδυναμίας είναι άπιαστος και οι υποκλοπές Μητσοτάκη τίναξαν τα σενάρια συγκυβέρνησης.

Εκεί όμως που δεν υπάρχει αβεβαιότητα είναι η στάση που έχει το σύνολο σχεδόν του πολιτικού συστήματος στο τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Η πρωτοφανής ακρίβεια που σημαίνει ένα ακόμα επαχθές αλλά  κρυφό μνημόνιο στην πλάτη της κοινωνίας, δεν αντιμετωπίζεται με επιδοματικές πολιτικές, αλλά με ανατροπή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών λιτότητας.

Αν η ΝΔ υπόσχεται ακόμα περισσότερο νεοφιλελευθερισμό, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δεσμεύεται για κρατικοποίηση της ΔΕΗ, για κατάργηση του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, για επιβολή πλαφόν στα υπερκέρδη;

Γιατί δεν  δεσμεύεται καν, ότι οι παρακολουθήσεις και οι υποκλοπές θα παύσουν οριστικά, ή έστω θα περιοριστούν σε περιπτώσεις εγκληματικής δραστηριότητας και όχι σε 15 χιλιάδες “εχθρούς της εθνικής ασφάλειας”;

Αυτό δεν αφορά απλώς το καθηλωμένο δημοσκοπικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το γεγονός ότι η αίσθηση του μονόδρομου εντείνεται, ότι το αδιέξοδο παγιώνεται, και το πρόβλημα επιβίωσης δεν λύνεται. Ούτε με τη σημερινή κυβέρνηση που δουλεύει για τα υπερκέρδη της άρχουσας τάξης, ούτε όμως με κάποια αυριανή κυβέρνηση που δεν τολμά να αμφισβητήσει σήμερα, από θέση αντιπολίτευσης, τα οικονομικά δόγματα του νοφιλελευθερισμού και τις γεωπολιτικές προτεραιότητες του ευρωατλαντισμού.

Η πολιτική αντιπαράθεση που εξελίσσεται με αφορμή τις υποκλοπές, την ακρίβεια, την ενέργεια, δεν είναι αντιπαράθεση επί της ουσίας, αλλά επί της λεπτομέρειας. Εναλλακτική δεν φαίνεται στον ορίζοντα και η κοινωνική πλειοψηφία επιλέγει, προς το παρόν, την αναμονή και τον ατομικό αγώνα για την οικογενειακή επιβίωση. το πρόβλημα δεν είναι στην κοινωνία, αλλά στην πολιτική.

Η παραίτηση του πρωθυπουργού είναι μονόδρομος

Το antapocrisis αναδημοσιεύει την παρέμβαση του καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Γ. Σωτηρέλλη για τους παρακάτω λόγους:

α. Σε αντίθεση με τον θλιβερό στρατό του ακραίου κέντρου που δεν βρίσκει ατιμωτικό για μια δημοκρατική κοινωνία να παρακολουθείται ο υποψήφιος αρχηγός ενός κοινοβουλευτικού κόμματος, ο καθηγητής θεωρεί ότι αυτή η πράξη συνιστά ευθεία παραβίαση του Συντάγματος, ενέχοντας ποινικές και πειθαρχικές ευθύνες για τον διοικητή της ΕΥΠ και την εποπτεύουσα εισαγγελέα.

β. Αμφισβητεί ευθέως – και εξαιρετικά πειστικά – την αποστροφή του πρωθυπουργού ότι η παρακολούθηση ήταν “νόμιμη”. Λόγοι εθνικής ασφάλειας της χώρας δεν είναι οι εθνικές επιδιώξεις άλλων κρατών, όπως γελοιωδώς ισχυρίστηκαν κυβερνητικοί κύκλοι. Ένας βουλευτής, ευρωβουλευτής ή πολύ περισσότερο αρχηγός κόμματος δεν μπορεί να παρακολουθείται υπό την επίκληση λόγων εθνικής ασφάλειας εκτός και αν ενέχεται σε κατασκοπία ενάντια στη χώρα του. Στην προκειμένη πρόκειται δηλαδή για αντισυνταγματικές και παράνομες υποκλοπές.

γ. Ο πρωθυπουργός έχει την αντικειμενική πολιτική ευθύνη καθώς επέλεξε την άμεση υπαγωγή της ΕΥΠ στο γραφείο του και στον ίδιο προσωπικά, επέβαλε με ελάχιστα θεσμικό τρόπο τα πρόσωπα που αποφάσισαν και ενέκριναν την παρακολούθηση Ανδρουλάκη (τον διοικητή της ΕΥΠ και την εποπτεύουσα εισαγγελέα), ψήφισε την απαγόρευση της γνωστοποίησης εκ μέρους της ΑΑΔΕ παρακολουθήσεων και υποκλοπών ακόμα και όταν οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτές, έχουν εκλείψει. Όλα τα παραπάνω συντείνουν στο ότι οι υποκλοπές υπάγονταν σε εκ των προτέρων σχεδιασμό στο ανώτερο δυνατό επίπεδο (πρωθυπουργός), και σε κάθε περίπτωση η ευθύνη Μητσοτάκη για το μέγα αυτό σκάνδαλο είναι μη μεταβιβάσιμη.

δ. Ευθαρσώς θεωρεί ότι η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης πρέπει να οδηγήσει σε παραίτηση Μητσοτάκη. Αυτό δεν συνιστά απλώς εκλογές. Σημαίνει την ατιμωτική απόταξη από την πολιτική ζωή ενός πορφυρογέννητου γόνου της αστικής εξουσίας που θεωρεί ότι η χώρα ανήκει στην τάξη του και ότι μπορεί να τσαλαπατά κατά το κέφι του το Σύνταγμα, τους νόμους και τον πυρήνα των δημοκρατικών αρχών.

Οι δηλώσεις του πρωθυπουργού για το σκάνδαλο των υποκλοπών κλείνουν με τον χειρότερο δυνατό τρόπο τον πρώτο κύκλο μιας πρωτοφανούς για τα ελληνικά δεδομένα υπόθεσης, η οποία, δυστυχώς, όχι μόνον υπονομεύει την συνταγματική λειτουργία του πολιτεύματος αλλά και θέτει ευθέως ζήτημα Δημοκρατίας.

Τα δεδομένα της υπόθεσης είναι γνωστά, τουλάχιστον καθ’ό μέρος αφορούν την ομολογημένη επίσημα, πλέον, παρακολούθηση ενός ευρωβουλευτή και υποψήφιου αρχηγού κόμματος από την ΕΥΠ. Τίποτα δεν αποκλείει βέβαια να αποδειχθεί ότι η κυβέρνηση είναι αναμεμιγμένη και με την παρακολούθηση του ίδιου (και ενός δημοσιογράφου, ενδεχομένως δε και άλλων) μέσω κακόβουλων λογισμικών που βρίσκονται στα χέρια ιδιωτικών κέντρων εξουσίας (predator, Pegasus κ.α.τ.). Ωστόσο αυτό είναι μεν αντικείμενο δημοσιογραφικής και δικαστικής διερεύνησης αλλά τίποτε δεν έχει αποδειχθεί και άρα δεν μπορούμε να υιοθετήσουμε, προς το παρόν, μια τέτοια κατηγορία. Θα αρκεσθώ λοιπόν μόνο στην «νόμιμη» –όπως χαρακτηρίσθηκε καταχρηστικά από την κυβέρνηση– παρακολούθηση μέσω της ΕΥΠ, εστιάζοντας σε δύο ιδίως σημεία: πρώτον ότι η παρακολούθηση αυτή δεν ήταν νόμιμη αλλά απλώς μια νομιμοφανής παραβίαση του Συντάγματος και δεύτερον ότι η σχετική ευθύνη βαρύνει αποκλειστικά και μόνον τον πρωθυπουργό, παρά την εναγώνια προσπάθειά του να μας πείσει για το αντίθετο.

Α. Ας ξεκινήσουμε από το πρώτο σημείο. Το άρθρο 19 παρ. 1 του Συντάγματος προβλέπει τα εξής:

«1. Tο απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απόλυτα απαραβίαστο. Nόμος ορίζει τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.

**2. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες ανεξάρτητης αρχής που διασφαλίζει το απόρρητο της παραγράφου 1».

Με βάση λοιπόν αυτές τις διατάξεις ερωτάται:

Συνέτρεχε περίπτωση είτε «διακρίβωσης ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων» είτε «λόγων εθνικής ασφάλειας»; Από τον εξαναγκασμό σε παραίτηση του κ. Κοντολέοντος αλλά και από τον τρόπο που τοποθετήθηκε ο πρωθυπουργός τόσο στο «Βήμα της Κυριακής» και στην σημερινή δήλωσή του, είναι νομίζω προφανές ότι δεν συνέτρεχε καμία τέτοια περίπτωση. Πολλώ δε μάλλον με δεδομένη και την ασυλία που έχει ο Νίκος Ανδρουλάκης, ως Ευρωβουλευτής, η οποία επιβάλλει εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση. Άρα τόσο ο –τέως πλέον– διοικητής της ΕΥΠ όσο και η αρμόδια εισαγγελέας είναι υπόλογοι για εκ προθέσεως παραβίαση του Συντάγματος και υπέχουν τόσο ποινική όσο και πειθαρχική ευθύνη. Αυτό σημαίνει –πέραν των άλλων– ότι η εισαγγελέας της υπόθεσης δεν μπορεί να συνεχίσει να υπηρετεί στον δικαστικό κλάδο, επικαλούμενη την δήθεν ανεξάρτητη δικαστική κρίση της.

Διότι στην μεν περίπτωση της «διακρίβωσης ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος» δεν λέχθηκε το παραμικρό –πέρα από κάτι άθλιες διαρροές, εκβιαστικού χαρακτήρα– στην δε περίπτωση της «εθνικής ασφάλειας», το ότι πρόκειται για αόριστη νομική έννοια δεν σημαίνει ότι μπορεί να αντιμετωπισθεί κατά το δοκούν ή/και αυθαίρετα. Αντίθετα, η υπαγωγή σε «λόγο εθνικής ασφάλειας» πρέπει να υπακούει σε συγκεκριμένα ερμηνευτικά κριτήρια, που έχουν προ πολλού διαπλασθεί από την θεωρία και την νομολογία και αποκλείουν τόσο την ταύτιση της εθνικής ασφάλειας με την δημόσια τάξη (που είναι κατά πολύ ευρύτερη έννοια) όσο και την υποκατάστασή της από τις εθνικές επιδιώξεις άλλων κρατών, όπως αυτές υποτίθεται ότι εκφράστηκαν μέσω των πρεσβειών τους(αναφέρομαι στα αστεία σχετικά δημοσιεύματα, που είδαν ξαφνικά το φως της δημοσιότητας, μέσω κυβερνητικών διαρροών, για να διαψευσθούν όμως κατηγορηματικά στη συνέχεια από τις κατονομαζόμενες χώρες…). Με άλλα λόγια, η μόνη «εθνική ασφάλεια» της οποίας μπορεί να γίνει επίκληση είναι αυτή της χώρας μας (και όχι άλλης χώρας…) και ο μόνος σχετικός λόγος που θα δικαιολογούσε παρακολούθηση, για να το πούμε καθαρά, θα ήταν η κατασκοπεία…

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι δύο βασικοί υπεύθυνοι για τις αντισυνταγματικές αυτές υποκλοπές πρέπει κατά την άποψή μου να κληθούν στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, που πρόκειται να (ξανα)συγκληθεί, και να δώσουν συγκεκριμένες εξηγήσεις για την στάση τους, και μάλιστα ενώπιον του κ. Ανδρουλάκη…

Β. Με δεδομένο λοιπόν ότι οι συγκεκριμένες παρακολουθήσεις συνιστούν αναμφισβήτητη συνταγματική εκτροπή, ανακύπτει το δεύτερο κρίσιμο ζήτημα. Τις πταίει; Ποιος έχει, συγκεκριμένα, την πολιτική ευθύνη για το σκάνδαλο αυτό της παρακολούθησης προβεβλημένου πολιτικού προσώπου και τι συνεπάγεται η ανάληψη αυτής της ευθύνης;

Όπως έγινε σαφές από τις δηλώσεις του πρωθυπουργού η προσπάθειά του κινείται σε δύο κατευθύνσεις. Αφ’ενός μεν να μας πείσει ότι δεν γνώριζε τίποτε για τις παρακολουθήσεις αφ’ετέρου δε ότι κινείται απολύτως θεσμικά, τόσο σε σχέση με τον καταλογισμό των ευθυνών (παραίτηση Κοντολέοντος και Δημητριάδη) όσο και σε σχέση με την διαλεύκανση της υπόθεσης (αποδοχή της εκ νέου σύγκλησης της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας και της σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής). Ωστόσο, πίσω από τους θεσμικούς βερμπαλισμούς και τα μεγάλα λόγια η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική, σε όλα τα πεδία. Ας δούμε γιατί:

α. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι ο πρωθυπουργός λέει αλήθεια για το ότι δεν γνώριζε για τις παρακολουθήσεις –κάτι που προσωπικά θα ευχόμουν να ισχύει αλλά το θεωρώ μάλλον απίθανο–αυτό διόλου δεν τον απαλλάσσει από τον καταλογισμό της πολιτικής ευθύνης. Και τούτο διότι η πολιτική ευθύνη σχετικά με την άσκηση μιας αρμοδιότητας δεν είναι υποκειμενική αλλά αντικειμενική. Στην συγκεκριμένη μάλιστα περίπτωση η ευθύνη αυτή είναι και αποκλειστική, αν αναλογισθούμε ότι:

Πρώτον, είναι ο ίδιος που επέλεξε την υπαγωγή της ΕΥΠ στο γραφείο του πρωθυπουργού, στο πλαίσιο του κατ’ευφημισμόν «επιτελικού κράτους» (που δεν είναι τίποτε άλλο από ένα συγκεντρωτικό υπερπρωθυπουργείο). Βοηθός δε εκπληρώσεως, σε αυτήν την μεταφερθείσα αρμοδιότητα, δηλαδή στην εποπτεία της ΕΥΠ, ανέλαβε ο γενικός του γραμματέας και ανιψιός του, δηλαδή το πλέον έμπιστο πρόσωπο, που λειτουργούσε σε όλα τα ζητήματα σαν «αντ’αυτού». Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η αρμοδιότητα και κατ’επέκτασιν η πολιτική ευθύνη για την λειτουργία της ΕΥΠ έπαυσαν να ανήκουν αποκλειστικά και εις ολόκληρον στον πρωθυπουργό. Το μόνο που μπορεί να υποθέσει κανείς, ως προς την διαχειριστική εμπλοκή του κ. Δημητριάδη, είναι το ότι θα ήταν αδιανόητο να γίνονται παρακολουθήσεις αυτού του είδους και αυτής της σπουδαιότητας ερήμην του. Αυτός άλλωστε ήταν και ο βασικός λόγος της παραίτησής του, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να επιμερισθεί η πολιτική ευθύνη σε αυτόν και στον διοικητή της ΕΥΠ και να απαλλαγεί έτσι ο πραγματικά -και σε κάθε περίπτωση αντικειμενικά- υπεύθυνος, δηλαδή ο πρωθυπουργός…

Δεύτερο επιβαρυντικό στοιχείο, που επιτείνει την αποκλειστικότητα της πολιτικής ευθύνης του πρωθυπουργού, είναι ότι αυτός όχι μόνον επέλεξε αλλά και επέβαλετα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη, δηλαδή τόσο τον διοικητή της ΕΥΠ κ. Κοντολέοντα όσο και την εισαγγελέα κα Βλάχου. Το έπραξε δε με ελάχιστα θεσμικό τρόπο και εν πλήρει γνώσει περί του ότι επρόκειτο για δύο αμφιλεγόμενα, ως προς τα προσόντα τους, πρόσωπα. Έτσι, για μεν τον διοικητή της ΕΥΠ επέλεξε να ψηφισθεί μια φωτογραφική διάταξη, για να καλυφθεί η έλλειψη των τυπικών προσόντων του, για δε την εισαγγελέα επέμεινε στην τοποθέτησή της παρά τις αντιδράσεις από την ηγεσία του Αρείου Πάγου και την οριακή πλειοψηφία (6-5) με την οποία ψηφίσθηκε από το αρμόδιο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης (με μειοψηφήσαντες, μάλιστα, τόσο τον Πρόεδρο όσο και τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου…).

Τρίτο επιβαρυντικό στοιχείο είναι η ψήφιση του άρθρου 87 του νόμου 4790/2021 με την οποία τροποποιήθηκε η παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994 [«Άρση του Απορρήτου (ΦΕΚ Α 121)] ως προς τους λόγους εθνικής ασφάλειας και καταργήθηκε ρητά και σε κάθε περίπτωσηη αρμοδιότητα της ΑΔΑΕ να γνωστοποιεί την λήψη του μέτρου της άρσης, μετά την λήξη αυτής, ακόμη και αν δεν διακυβεύεται πλέον ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε (άρθρο 3 του ν.2225/1994) και μάλιστα και για σχετικές άρσεις του απορρήτου που έχουν γίνει στο παρελθόν… Δεν είναι δε διόλου συμπτωματικό το ότι η συγκεκριμένη κατάργηση της ενημέρωσης –την οποία επέκριναν έντονα και εμπεριστατωμένα ο Πρόεδρος και δύο μέλη της Αρχής Διασφαλίσεως του Απορρήτου των Επικοινωνιών (βλ. Χρ. Ράμμου/Σ. Γρίτζαλη/Αι. Παπανικολάου, Αντίθεση του άρθρου 87 Ν. 4790/2021 προς τις εγγυήσεις της ΕΣΔΑ για διαφύλαξη του απορρήτου των επικοινωνιών, Constitutionalism.gr, 7.4.2021)– έγινε σε μια περίοδο κατακόρυφης αύξησης των παρακολουθήσεων, η οποία και από μόνη της συνιστά διαρκή καταστρατήγηση του Συντάγματος, όπως επισήμαναν πρόσφατα αρκετοί συνάδελφοι.

Συμπερασματικά, ο πρωθυπουργός δεν πρέπει να συγχέει τον ρόλο του με τον ρόλο του «ανεύθυνου» ανώτατου άρχοντα (που και εκείνος ακόμη μπορεί να διωχθεί ποινικά για εκ προθέσεως παραβίαση του Συντάγματος…). Σε κάθε δε περίπτωση, έχει ο ίδιος την πλήρη και αποκλειστική πολιτική ευθύνη για μια ΕΥΠ την οποία αφού υπήγαγε ο ίδιος στις αρμοδιότητες του, εν συνεχεία την στελέχωσε με αμφιλεγόμενα πρόσωπα και με μικροπολιτικά κριτήρια, την δραστηριοποίησε υπέρμετρα και χωρίς να τηρούνται οι συνταγματικές εγγυήσεις και εν τέλει την απάλλαξε από τις ευθύνες (επί της ουσίας) παράνομων παρακολουθήσεων.

Πολλώ δε μάλλον έχει μη μεταβιβάσιμη αντικειμενική ευθύνη για το ότι η συγκεκριμένη αυτή ΕΥΠ έφτασε στο σημείο να παρακολουθεί ευρωβουλευτή και υποψήφιο αρχηγό πολιτικού κόμματος, ακόμη και αν δεχθούμε σαν αληθή τον ισχυρισμό του ότι δεν γνώριζε τίποτα… Έναν ισχυρισμό, βέβαια, ο οποίος σε κάθε περίπτωση μοιάζει σαν επίκληση «μειωμένου καταλογισμού» και ως εκ τούτου δεν τον τιμά ιδιαίτερα ως προς την πολιτική του επάρκεια…

Γ. Με βάση τα όσα προηγήθηκαν, ο πρωθυπουργός δεν έχει αναλάβει ακόμη την πολιτική ευθύνη για όσα έγιναν. Διότι ανάληψη της πολιτικής ευθύνης, για μια τόσο σοβαρή υπόθεση, δεν είναι η καρατόμηση του εκλεκτού του στην ΕΥΠ και του ανιψιού του (ο οποίος μάλιστα ερευνάται και για εμπλοκή του στην χρήση κακόβουλων λογισμικών). Ούτε βεβαίως μπορεί να κρύψει την πολιτική του ευθύνη πίσω από τον δικαστικό έλεγχο -ο οποίος αφορά τις ποινικές ευθύνες- ή πίσω από την σύσταση μιας εξεταστικής επιτροπής, στην οποία το κόμμα του θα έχει την πλειοψηφία…

Τα παραπάνω ασφαλώς και πρέπει να δρομολογηθούν. Αυτό όμως πρέπει να γίνει αφού αναληφθεί ακέραιη η πολιτική ευθύνη που βαρύνει τον πρωθυπουργό. Κα μια τέτοια ανάληψη της πολιτικής ευθύνης δεν μπορεί να σημαίνει τίποτε άλλο εκτός από την παραίτησή του, όπως συνέβη επανειλημμένα σε ανάλογες περιπτώσεις ανάληψης αντικειμενικής ευθύνης για πράξεις ή παραλείψεις εποπτευόμενων από πολιτικά πρόσωπα κρατικών υπηρεσιών. Μια αναδρομή στην σύγχρονη ιστορία μας -αλλά και στην ιστορία άλλων χωρών…- αποδεικνύει νομίζω εύγλωττα το τι συνεπάγεται η πραγματική ανάληψη αντικειμενικής πολιτικής ευθύνης. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην -εμβληματική- υπόθεση του Watergate…

Στο σημείο όμως αυτό ανακύπτει εύλογα το ερώτημα: δηλαδή ανάληψη της πολιτικής ευθύνης σημαίνει εκλογές; Η απάντηση είναι απλή: όχι απαραίτητα. Το ποιες θα είναι εν συνεχεία οι εξελίξεις, θα εξαρτηθεί από το τι είδους παραίτηση θα έχουμε. Αν παραιτηθεί ολόκληρη η κυβέρνηση, τότε προφανώς θα έχουμε εκλογές, διότι πρόκειται για κυβέρνηση που διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των βουλευτών, οπότε δεν θα υπάρξουν διερευνητικές εντολές αλλά αναλογική εφαρμογή της παρ. 3γτου άρθρου 37, δηλαδή διαβούλευση της Προέδρου με τα κόμματα και αν επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού κοινοβουλευτικής κυβέρνησης προκήρυξη εκλογών που θα διεξαχθούν από διακομματική ή από υπηρεσιακή εκλογική κυβέρνηση.

Ωστόσο, αν ο πρωθυπουργός επιλέξει να αναλάβει προσωπικά την πολιτική ευθύνη, όπως είναι και το ορθό, τότε το αν θα πάμε σε εκλογές εξαρτάται αποκλειστικά από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Διότι, όταν παραιτείται ατομικά ο πρωθυπουργός κόμματος απόλυτης πλειοψηφίας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει υποχρεωτικά πρωθυπουργό το πρόσωπο που προτείνει η κοινοβουλευτική ομάδα αυτού του κόμματος. Τίποτα δεν εμποδίζει λοιπόν την Νέα Δημοκρατία να παραμείνει στην κυβέρνηση και να δρομολογήσει η ίδια, ή ένα σχήμα ευρύτερης αποδοχής που θα στηριχθεί από αυτήν, θεσμικές και πολιτικές λύσεις που θα κριθούν πρόσφορες για την υπέρβαση της κρίσης (παράλληλα βέβαια με την διαχείριση των τρεχόντων κρίσιμων κοινωνικών και πολιτικών ζητημάτων).

Δ. Στις λύσεις αυτές, βέβαια, εντάσσεται κατ’αρχήν και η σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής. Υπό δύο όμως προϋποθέσεις:

α. Ότι η επιτροπή αυτή θα ασχοληθεί επί τούτω με το ζήτημα της συγκεκριμένης παρακολούθησης και όχι γενικά με το ζήτημα των παρακολουθήσεων των τελευταίων ετών, όπως ακούσθηκε, διότι αυτό θα παρεξέτρεπε και θα καθυστερούσε υπερβολικά την διερεύνηση της συγκεκριμένης υπόθεσης. Τίποτε δεν αποκλείει, βέβαια, να αποφασισθεί στην συνέχεια και η σύσταση δεύτερης Εξεταστικής Επιτροπής, με διευρυμένο περιεχόμενο και με ιδιαίτερη έμφαση στην εν γένει προστασία του απορρήτου των ανταποκρίσεων και στους κινδύνους από την χρησιμοποίηση -τόσο από κρατικές όσο και από ιδιωτικές εξουσίας- κακόβουλων λογισμικών, από τότε που ανέκυψαν τέτοιες παρακολουθήσεις (δηλαδή από χρονικό σημείο που πρέπει να προσδιορισθεί με κάποια κριτήρια).

β. Ότι θα συμφωνηθεί από τα κόμματα να ανατεθεί σε εξωκοινοβουλευτικά πρόσωπα ευρύτατης αποδοχής (όπως γίνεται σε άλλες χώρες) η σύνταξη ενός προκαταρκτικού πορίσματος, με βάση τα στοιχεία που θα συλλεγούν, ώστε να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις ενός ενιαίου τελικού πορίσματος της Επιτροπής, από όλους τους συμμετέχοντες εκπροσώπους των κοινοβουλευτικών ομάδων. Μόνον έτσι θα παρακαμφθούν οι μικροκομματικές σκοπιμότητες, που οδηγούν στην σύνταξη ξεχωριστών πορισμάτων, με επικράτηση, τελικά, του πορίσματος της πλειοψηφίας και με αγνόηση των θέσεων των υπόλοιπων κοινοβουλευτικών ομάδων.

Κατά την άποψή μου μια τέτοια ενίσχυση του ελεγκτικού ρόλου των Εξεταστικών Επιτροπών –προκειμένου να αποκτήσουν μείζονα θεσμική αξιοπιστία–μπορεί να γίνει και χωρίς αλλαγή του Κανονισμού της Βουλής, εφόσον συμφωνηθεί από όλες τις κοινοβουλευτικές ομάδες. Σε κάθε περίπτωση, όμως, μια σχετική πρόβλεψη είναι πολύ εύκολο να προστεθεί στον Κανονισμό της Βουλής, όπως έγινε, τηρουμένων των αναλογιών, με την δυνατότητα προσφυγής σε τριμελές γνωμοδοτικό συμβούλιο, πριν αποφασισθεί η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από την Βουλή για την παραπομπή υπουργού σε δίκη (άρθρα 153 επ. ΚαΒ).

Ε. Κλείνοντας, δεν αντέχω στον πειρασμό να επισημάνω, για μια ακόμη φορά, την μονομέρεια και την αγωνιώδη προσπάθεια υποβάθμισης του θέματος από τα «καθεστωτικά» μέσα της κατ’ευφημισμόν ενημέρωσης (δηλαδή από τα μέσα που υπηρετούν με συνέπεια τις επιλογές και τα συμφέροντα του -πολλαπλά διαπλεκόμενου- οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου). Στην αρχή έθαψαν το ζήτημα, στην συνέχεια προσπάθησαν να εμφανίσουν τον Νίκο Ανδρουλάκη σαν γραφικό, λόγω της πείσμονος εμμονής του στην προσπάθεια αποκάλυψης του σκανδάλου και μόνον όταν αποκαλύφθηκε η αλήθεια –χάρη στην Ανεξάρτητη Αρχή Διασφαλίσεως του Απορρήτου των Επικοινωνιών– άρχισαν να ψελλίζουν κάτι μισόλογα και να προσπαθούν να τηρούν κάπως τα προσχήματα. Επιβεβαιώθηκε έτσι, για μια ακόμη φορά, το ότι το μιντιακό μας σύστημα (και ιδίως το ραδιοτηλεοπτικό), συνιστά –με ελάχιστες τιμητικές εξαιρέσεις– μια από τις πλέον κρίσιμες παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος, επιτείνοντας και αυτό, με την σειρά του το μείζον πρόβλημα Δημοκρατίας που θέτει επί τάπητος η υπόθεση των ομολογημένων παρακολουθήσεων (και το οποίο δυστυχώς μπορεί να κακοφορμίσει, αν αποκαλυφθούν και εντελώς εξωθεσμικές παρακολουθήσεις, με κακόβουλο λογισμικό…).

Και μια τελευταία λέξη για τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Απέναντι στην αλαζονική ανευθυνότητα της κυβέρνησης αυτά καλούνται να επιδείξουν θεσμική στάση και νηφαλιότητα. Όσο και αν δικαιολογούνται σήμερα έντονες πολιτικές αντιδράσεις τους, πρέπει σε κάθε περίπτωση να συνυπολογίσουν με υπευθυνότητα την κρισιμότητα των στιγμών και να αναζητήσουν διαύλους εθνικής συνεννόησης, για την επόμενη μέρα. Διότι μόνον έτσι, και όχι με οιμωγές και λαϊκά δικαστήρια, θα καταστεί δυνατόν αφ’ενός μεν να αντιμετωπισθούν, με πολιτική γενναιότητα και αποφασιστικότητα, τα τρέχοντα προβλήματα αφ’ετέρου δε να θωρακισθούν, με συγκεκριμένες εγγυήσεις, οι συνταγματικές ελευθερίες και ο πλουραλισμός, ώστε να αποτραπεί στο μέλλον κάθε παρεκτροπή που θα μπορούσε να τραυματίσει τους θεσμούς και να υπονομεύσει περαιτέρω το δημοκρατικό μας πολίτευμα…

Πηγή: ieidiseis.gr

Θλιβερές πρωτιές της κυβέρνησης Μητσοτάκη: Ακρίβεια, Θάνατοι, Υποτέλεια.

Σχόλιο του antapocrisis | 15/4/2022

Θυμάστε τις πανηγυρικές ιαχές του ακραίου κέντρου το καλοκαίρι του 2019; Η Ελλάδα της αριστείας, η Ελλάδα της καινοτομίας, η Ελλάδα της προόδου, ερχόταν με ορμή. Μετά το “διάλειμμα” της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η πιο επιθετική, η πιο ρεβανσιστική, η πιο κυνική κυβέρνηση που είχε η ΝΔ ,θα έδειχνε ποιος είναι το αφεντικό στη χώρα.

Δεν ήταν ούτε η εκδικητική αδιαφορία για τη δημόσια υγεία εν μέσω πανδημίας, ούτε η απόλυτη Νατοϊκή υποτέλεια στον πόλεμο της Ουκρανίας που φέρνει για πρώτη φορά την κυβέρνηση Μητσοτάκη μπροστά στο φάσμα της πολιτικής φθοράς. Είναι η πρωτοφανής ακρίβεια σε βασικά είδη, σε πρώτες ανάγκες, σε λογαριασμούς, σε ενέργεια και μετακίνηση, που αρχίζει να προκαλεί την απέχθεια της εργαζόμενης κοινωνίας προς την κυβέρνηση της άρχουσας τάξης.

1.

Η πλήρης απελευθέρωση της αγοράς, οι δίχως όριο ιδιωτικοποιήσεις, τα εργοδοτικά προνόμια και ελαφρύνσεις, το αντεργατικό νομοθετικό πλαίσιο, οι τεμενάδες στους επενδυτές, δεν έφεραν κανενός είδους ανάπτυξη. Το αντίθετο. Η κυβέρνηση εξακολουθεί να επικαλείται την πανδημία και τον πόλεμο, ωστόσο η δραματική κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα νοικοκυριά δεν έχει μόνο εξωγενείς αιτίες.

Αν τα δεκαετή μνημόνια τσάκισαν τους μισθούς και τα εισοδήματα των Ελλήνων, η ακρίβεια τσακίζει την αγοραστική τους δύναμη. Οι παγωμένοι εδώ και χρόνια μισθοί υποτιμώνται ακόμα περισσότερο με την καλπάζουσα αύξηση του πληθωρισμού.

Σύμφωνα με τη Eurostat η Ελλάδα βούλιαξε στην προτελευταία θέση στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ (αποτιμώμενο σε πραγματική αγοραστική δύναμη), ξεπερνώντας μόνο τη Βουλγαρία. Χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που δέκα χρόνια πριν βρίσκονταν σε χειρότερη κατάσταση από την Ελλάδα (Ρουμανία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Κροατία, Πολωνία, Λετονία κλπ), σήμερα είναι σε πολύ καλύτερη θέση.

Αυτός είναι ο λόγος που οι ισχυρισμοί της κυβέρνησης Μητσοτάκη ότι οι λόγοι της νέας οικονομικής και κοινωνικής χρεοκοπίας είναι εξωγενείς, δεν πείθουν.

Τα ελληνικά νοικοκυριά δεν ασφυκτιούν μόνο επειδή η πανδημία και ο πόλεμος περιόρισαν τις προοπτικές ανάπτυξης, αλλά και επειδή το τοξικό μοντέλο οικονομίας και απασχόλησης που εφαρμόζει στη χώρα η άρχουσα τάξη, έχει επιδεινώσει την κατάσταση απόλυτα, αλλά και σχετικά, συγκρινόμενη με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Πλέον η Ελλάδα συγκρίνεται (και υστερεί) από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης σε ότι αφορά το βιοτικό της επίπεδο. Ο μέσος Ρουμάνος έχει πλέον μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη από τον μέσο Έλληνα.

Αυτή είναι η πρώτη και πιο οδυνηρή χρεοκοπία της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Εκλέχτηκε για να κάνει την Ελλάδα χώρα σύγχρονη, ευρωπαϊκή, ακμαία και δυναμική και την έφερε πίσω από τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ.

2.

Η δεύτερη επώδυνη χρεοκοπία αφορά την πανδημία, η οποία με κυβερνητικό διάταγμα “έληξε” τον Φεβρουάριο. Δεν έχει καμιά σημασία για το καθεστωτικό αφήγημα ότι οι αριθμοί των νεκρών τραβούν την ανηφόρα. Σημασία έχει να μην ενισχυθεί το  δημόσιο σύστημα υγείας, και ακόμα περισσότερο, να προετοιμαστεί το άνοιγμά του στο ιδιωτικό κεφάλαιο.

Η Ελλάδα έχει ξεπεράσει σε αριθμό νεκρών ανά εκατομμύριο πληθυσμού, το σύνολο των χωρών που κατά την πρώτη και δεύτερη φάση έσπαγαν τα θλιβερά ρεκόρ το ένα πίσω από το άλλο. Το Βέλγιο, για το οποίο πανηγύριζε ενάμισι χρόνο πριν ο υπουργός Ανάπτυξης ότι είναι 12 (δώδεκα!) φορές χειρότερα από την Ελλάδα, σήμερα είναι καλύτερα.

Αυτή η μακάβρια κούρσα της Ελλάδας προς την κορυφή είναι αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Η χώρα δεν έχει πλέον τη δικαιολογία της χαμηλής εμβολιαστικής κάλυψης. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, τα ποσοστά εμβολιασμού της χώρας είναι μεγαλύτερα από το μέσο ευρωπαϊκό όρο, σχεδόν ισοδύναμα με τις χώρες που έχουν φρενάρει την πανδημία. Ωστόσο στην Ελλάδα ο κορωνοϊός εξακολουθεί να σκοτώνει πολλούς δεκάδες συμπολίτες μας καθημερινά.

Δεν είναι μόνο οι νεκροί από Covid. Είναι και το σύνολο της υπερβάλλουσας θνητότητας στο οποίο η Ελλάδα έχει θλιβερή πρωτιά, συγκρινόμενη τουλάχιστον με τη Δυτική Ευρώπη η οποία πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος κατά την πρώτη φάση της πανδημίας. Αυτός ο δείκτης αποτελεί την πληρέστερη απόδειξη της ολικής χρεοκοπίας της κυβέρνησης στο να προστατεύσει τη δημόσια υγεία.

Αυτό το γεγονός απαιτεί εξήγηση. Δεν μπορεί πλέον να είναι η ατομική ευθύνη. Δεν μπορεί άλλο να είναι η αντιεμβολιαστική στάση. Είναι η απελπιστική κατάσταση στην οποία έχουν φέρει τη δημόσια υγεία όσοι κυβερνούν με μοναδικό γνώμονα να κάνουν την υγεία πεδίο κερδοφορίας του ιδιωτικού κεφαλαίου.

3.

Τέλος, η Ελλάδα κατέγραψε μια από τις χειρότερες επιδόσεις, που δεν ποσοτικοποιείται, αλλά είναι προφανής στους καλόπιστους παρατηρητές: αυτή του προκλητικότερου και φανατικότερου υποτακτικού των ΗΠΑ στον πόλεμο Ρωσίας Ουκρανίας.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έδωσε ρεσιτάλ αντιρωσικής υστερίας αν και η χώρα βρίσκεται σε μια περιοχή που οφείλει να παίρνει υπόψη της συσχετισμούς και γεωπολιτικές. Σε αντίθεση με αυτό που θα υπαγόρευε το συμφέρον της χώρας και του λαού της, η κυβέρνηση Μητσοτάκη πίστευε ότι όσο περισσότερο προσβάλει τη Ρωσία, τόσο περισσότερα εύσημα θα πάρει από την Ουάσινγκτον.

Τα εύσημα μπορεί να τα πήρε, αλλά δεν πήρε τίποτα άλλο. Για την ακρίβεια, την ώρα που η Ελλάδα τοποθετούσε τον εαυτό της στην κορυφή της σωρού των προθύμων του ευρωατλαντικού άξονα, η γειτονική Τουρκία έδινε μαθήματα διεθνούς διπλωματίας δείχνοντας ότι πέρα από την εξυπηρέτηση των υπερατλαντικών συμφερόντων, υπάρχουν και τα εθνικά συμφέροντα, τουλάχιστον έτσι όπως αυτά ορίζονται από την άρχουσα τάξη. Η διαφορά διεθνούς ρόλου, αναγνώρισης, σεβασμού και διπλωματικών μεγεθών ανάμεσα στις δύο χώρες είναι πλέον εμφανής.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι ευχαριστημένη με το συγκαταβατικό χτύπημα στην πλάτη που κάνει το αφεντικό στον υπάλληλο, αδιαφορώντας αν αυτό βελτιώνει ή χειροτερεύει (για την ακρίβεια εξαϋλώνει) τη διαπραγματευτική δύναμη της χώρας.

Το τριπλό έγκλημα (ακρίβεια, πανδημία και υποτέλεια) που συντελείται σε βάρος της χώρας και της εργαζόμενης πλειοψηφίας της, αφορά πολιτικές που υλοποιούνται επί χρόνια και από κοινού από δυνάμεις που σήμερα αντιπαρατίθενται.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εφαρμόζει αυτές τις πολιτικές με το αίσθημα ιδιοκτησίας που χαρακτηρίζει την καθαρόαιμη παράταξη της άρχουσας τάξης και με την αυτοκρατορική υπεροψία που δείχνουν οι καλοβολεμένοι πολιτικοί εκπρόσωποι του πλούτου απέναντι σε μια κοινωνία που είναι σε απόγνωση μπροστά τους λογαριασμούς της ΔΕΗ, στο κόστος του σούπερ μάρκετ, στις τιμές της βενζίνης.

Το γεγονός όμως ότι χρειάστηκαν τρία ολόκληρα χρόνια για να δημιουργηθούν ρωγμές σε αυτή την αντιδραστική πολιτική παλινόρθωση δείχνει ότι ο αέρας στα πανιά του νεοφιλελευθερισμού φούσκωνε από τα προηγούμενα μνημόνια, από τον βίο και την πολιτεία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, από τη συμπόρευση της Αριστεράς (στην κυβερνώσα της εκδοχή) με τα δόγματα της ελεύθερης αγοράς, του μονόδρομου και του ευρωατλαντισμού. Όσοι αναρωτιούνται γιατί άντεξε (και ακόμα αντέχει) η κοινωνική συναίνεση στην πιο αντιλαϊκή και αντεργατική κυβέρνηση που υπήρξε, ας κοιτάξουν το χώρο που της έδωσε η αξιωματική αντιπολίτευση. Η ενσωμάτωση του ενός, τροφοδότησε το θράσος του άλλου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα πασχίζει να κερδίσει από την πολιτική φθορά της κυβέρνησης και να εμφανιστεί έτοιμος για την εξουσία. Ωστόσο το σύνολο σχεδόν των κυβερνητικών πολιτικών έχουν και τη δική του σφραγίδα. Από τη μνημονιακή καθήλωση μισθών και συντάξεων, μέχρι το Χρηματιστήριο Ενέργειας, και από τις ιδιωτικοποιήσεις των κοινωνικών αγαθών (λιμάνια, αεροδρόμια, ενέργεια) μέχρι την πλήρη ταύτιση με τις αμερικανικές επιδιώξεις, η ενιαία κατεύθυνση και η όμοια πολιτική δεν κρύβεται.

Η εργαζόμενη κοινωνία δεν έχει τίποτα κοινό με την αστική τάξη και τις πολιτικές της. Η ανεξάρτητη έκφρασή της αναζητείται.