Άρθρα

Σημειώσεις για την επιδημία

Απομονωμένος, όπως και χιλιάδες άλλοι στο Παρίσι, ο φιλόσοφος Αλέν Μπαντιού, παρουσιάζει την δική του οπτική στην κατάσταση την οποία έχει προκαλέσει η  πανδημία του Covid-19. Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι παράλογο να σκέφτεται κανείς ότι ένας υγειονομικός κίνδυνος μπορεί από μόνος του να δημιουργήσει οτιδήποτε πολιτικά ριζοσπαστικό. Για να ανατραπεί η κοινωνική τάξη, πρέπει να κινητοποιηθούν και άλλες δυνάμεις εκτός από έναν ιό. 

Πάντα πίστευα ότι η τρέχουσα πραγματικότητα, την οποία καθορίζει μια πανδημία, δεν είναι τίποτα εξαιρετικό. Ξεκινώντας  από την πανδημία του AIDS (που επίσης οφείλεται σε ιό), περνώντας στην γρίπη των πουλερικών, στον ιό του Έμπολα, στον ιό SARS 1, για να μην αναφέρουμε τους περισσότερους κοινούς ιούς της γρίπης, και την επιστροφή της ιλαράς, ή της φυματίωσης, την οποία τα αντιβιοτικά δεν θεραπεύουν πλέον, γνωρίζουμε ότι η παγκόσμια ενιαία αγορά, σε συνδυασμό με την ύπαρξη μεγάλων περιοχών που δεν έχουν επαρκή ιατρική περίθαλψη, και η χαμηλή πειθαρχία ανά τον κόσμο στους απαραίτητους εμβολιασμούς, δημιουργούν αναπόφευκτα σοβαρές και καταστροφικές επιδημίες (στην περίπτωση του  AIDS, έχουμε αρκετά εκατομμύρια θανάτους). Εξαιρώντας το γεγονός ότι η σημερινή πανδημία χτυπάει αυτή την φορά σε μεγάλη κλίμακα τον  σχετικά αναπτυγμένο κόσμο, γνωστό σε όλους ως δυτικό -γεγονός από μόνο του άνευ καινοτόμου νοήματος που όμως προκαλεί αρκετούς ύποπτους θρήνους και επαναστατικές ανοησίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης-  δεν έχω δει κάτι πέρα από τα ήδη προφανή μέτρα προστασίας και τον αναγκαίο χρόνο που χρειάζεται για να εξαφανιστεί ο ιός.

Εξάλλου, το ίδιο το όνομα αυτής της επιδημίας  υποδηλώνει ότι κατά κάποιο τρόπο αυτή «δεν είναι τίποτα καινούργιο στον ορίζοντα». Το αληθινό όνομά της είναι  SARS 2, δηλαδή «Σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο 2», ονομασία που στην πραγματικότητα της δίνει την ταυτότητα «της δεύτερης φοράς», μετά την επιδημία SARS 1, η οποία εξαπλώθηκε παγκοσμίως την άνοιξη του 2003. Αυτή η ασθένεια είχε χαρακτηριστεί ως «η πρώτη άγνωστη ασθένεια του 21ου αιώνα». Επομένως, είναι εμφανές ότι η σημερινή επιδημία δεν είναι σε καμία περίπτωση η εμφάνιση κάτι ριζικά νέου ή ανήκουστου. Πρόκειται για την δεύτερη επιδημία του ίδιου είδους μέσα στον αιώνα, η οποία τοποθετείται στο ίδιο γενεαλογικό δέντρο με την προηγούμενη.  Στο σημείο, μάλιστα, που η μόνη σοβαρή κριτική που έχει γίνει σήμερα σχετικά με τα ζητήματα πρόβλεψης προς τις αρχές, είναι ότι δεν υποστηρίχθηκε σοβαρά, μετά τον SARS 1, η έρευνα που θα έδινε στον ιατρικό τομέα τα πραγματικά μέσα δράσης εναντίον του SARS 2. Αποτελεί  μια σοβαρή κριτική, η οποία καταγγέλλει την έλλειψη συνεισφοράς του Κράτους σε σχέση με την επιστήμη, μια σχέση πολύ σημαντική στην παρούσα κατάσταση. Αλλά κι αυτή ανήκει σε αυτά που έπρεπε να γίνουν στο παρελθόν….

Στο μεταξύ, δεν μπορούσα να δω καμμιά εναλλακτική στην πράξη παρά να προσπαθήσω, όπως και όλος ο υπόλοιπος κόσμος, να κλειστώ στο σπίτι. Επίσης δεν υπάρχει καμιά άλλη εναλλακτική, από το να παροτρύνω και τους άλλους να κάνουν το ίδιο. Ο σεβασμός αυτού του αυστηρού κανόνα είναι ακόμα πιο απαραίτητος, εφ’ όσον αποτελεί το θεμελιώδη τρόπος προστασίας των πιο ευάλωτων: σίγουρα όλων όσων παρέχουν ιατρικές υπηρεσίες και φροντίζουν ασθενείς, αυτών που βρίσκονται άμεσα στο μέτωπο και θα πρέπει να μπορούν να βασιστούν σε μια μόνιμη πειθαρχία του πληθυσμού, ειδικά των ήδη νοσούντων στον ιό, αλλά και των πιο ευάλωτων, όπως των ηλικιωμένων και ιδιαίτερα όσων βρίσκονται στα γηροκομεία και σε μονάδες φροντίδας. Επίσης, όλων εκείνων που πηγαίνουν στις δουλειές τους και κινδυνεύουν έτσι να νοσήσουν. Μαζί με την αναγκαία πειθαρχία αυτών που μπορούν να κάνουν πράξη τη συμβουλή «μείνετε σπίτι», πρέπει επίσης να βρεθούν και να παρασχεθούν τρόποι προστασίας σε αυτούς που έχουν λίγο ή και καθόλου σπίτι, έτσι ώστε να βρουν ένα καταφύγιο.

Πρέπει επίσης να σκεφτεί κανείς μια γενική επίταξη συγκεκριμένων ξενοδοχείων και την δημιουργία «ταξιαρχιών», νέων εθελοντών που θα εξασφαλίσουν να διανέμουν τις προμήθειες, όπως έχει ήδη γίνει για παράδειγμα στη Νίκαια.

Αυτές οι υποχρεώσεις είναι, πράγματι, ολοένα και πιο επιτακτικές, αλλά δεν φαίνεται να εμπεριέχουν, τουλάχιστον σε πρώτο επίπεδο, μεγάλες προσπάθειες ανάλυσης ή μια νέα σκέψη. Είναι στα πλαίσια της λεγόμενης «λαϊκής βοήθειας».

Μα κοίτα να δεις που, πραγματικά, διάβασα πολλά πράγματα, άκουσα πολλά πράγματα, ακόμα και από το περιβάλλον μου, τα οποία με ενοχλούν. Με ενοχλούν γιατί προκαλούν θόρυβο και γιατί είναι ακατάλληλα, δεδομένης της πραγματικά απλής κατάστασης, στην οποία βρισκόμαστε. Πολλοί άνθρωποι οι οποίοι, όπως μου επισημαίνει η  Elisabeth Roudinesco, δεν σκέφτονται την αποτελεσματική καταπολέμηση αυτής της τραγωδίας, αλλά την απόλαυσή της.

Αυτές οι πομπώδεις ανακοινώσεις, οι θλιβερές εκκλήσεις, οι εμφατικές αναλύσεις, είναι διαφορετικών ειδών, αλλά όλες έχουν ένα κοινό: εκτός από την προαναφερθείσα κρυφή απόλαυση της σημερινής κατάστασης, έχουν και μια παράξενη περιφρόνηση για τη φοβερή απλότητα και για την απουσία κάθε καινούργιου στοιχείου στην επιδημία.

Είτε είναι χωρίς λόγο δουλικές προς τις εξουσίες, οι οποίες στην  πραγματικότητα  δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά μόνο να διαχειρίζονται την ίδια τη φύση του φαινομένου.

Είτε ακόμα, αναδεικνύουν τον πλανήτη και τα μυστήριά του, τα οποία όμως δεν μας οδηγούν πουθενά.

Είτε να φορτώνουν τα πάντα στην πλάτη του καημένου του Μακρόν, ο οποίος κάνει -όχι χειρότερα και όχι καλύτερα από κάποιον άλλον- τη δουλειά του, ως αρχηγός κράτους σε περίοδο πολέμου ή επιδημίας.

Είτε ακόμα καλούν για την ιδρυτική στιγμή μιας ανήκουστης επανάστασης η οποία δεν μπορούμε να φανταστούμε τι σχέση θα έχει με την εξόντωση του ιού, για την οποία επίσης οι «επαναστάτες» μας δεν διαθέτουν το παραμικρό καινούργιο μέσο.

Είτε δείχνουν μια απαισιοδοξία για το τέλος του κόσμου.

Είτε εκνευρίζονται για το ότι η γενική αρχή του «πρώτα ο εαυτός μου», χρυσός κανόνας  της σύγχρονης ιδεολογίας, δεν εξυπηρετεί αυτή την περίοδο κανένα συμφέρον και δεν προσφέρει καμία βοήθεια, ενώ μπορεί και να φανεί ακόμη ως συνωμοσία του κακού.

Θα έλεγε κανείς ότι η δοκιμασία της επιδημίας διαλύει παντού την εγγενή λειτουργία της Λογικής και καλεί τα άτομα να επιστρέψουν σε θλιβερές συνήθειες -μυστικισμός, φαντασιοπληξίες, προσευχές, προφητείες και κατάρες- πράγματα που στον Μεσαίωνα ήταν συνηθισμένα, την εποχή που η πανούκλα θέριζε τον κόσμο.

Με αυτό τον τρόπο, νιώθω κάπως υποχρεωμένος να εκφράσω κάποιες απλές ιδέες. Με χαρά θα έλεγα ότι αυτές οι ιδέες είναι καρτεσιανές.

Ας συμφωνήσουμε ότι πρέπει να ξεκινήσουμε με τον ορισμό του προβλήματος, καθώς αν ένα πρόβλημα ορίζεται λάθος, με λάθος τρόπο θα αντιμετωπίζεται.

Μια επιδημία ενέχει την εξής περιπλοκή: αποτελεί πάντα ένα σημείο άρθρωσης φυσικών και κοινωνικών επιλογών. Η ολοκληρωμένη ανάλυση της πρέπει να είναι εγκάρσια: να βρούμε δηλαδή τα σημεία στα οποία οι δύο ειδών αποφάσεις, οι φυσικές και οι κοινωνικές, τέμνονται και από εκεί να αντλήσουμε τα συμπεράσματα.

Για παράδειγμα, το αρχικό σημείο της επιδημίας ξεκίνησε πιθανότατα στις αγορές της επαρχίας της Ουχάν. Οι κινέζικες αγορές είναι μέχρι και σήμερα γνωστές για αυτά που εκθέτουν, και συγκεκριμένα για την προτίμησή τους στην υπαίθρια μαζική πώληση διαφόρων ειδών ζώων. Η υπόθεση, η οποία ακόμα και σήμερα θεωρείται η πιο αξιόπιστη, είναι ότι εκεί βρέθηκε ο ιός μια δεδομένη στιγμή, σε ζωική μορφή, η οποία κληρονομήθηκε από τις νυχτερίδες σε ένα πυκνοκατοικημένο μέρος και με μάλλον υποτυπώδεις συνθήκες υγιεινής.

Η φυσική πορεία του ιού τον οδήγησε από το ένα είδος στο άλλο και τελικά στο ανθρώπινο είδος.

Πώς ακριβώς; Δεν ξέρουμε ακόμα, και μόνο η επιστημονική έρευνα θα μας το απαντήσει.

Ας στιγματίσουμε, παράλληλα όμως, όλους εκείνους που εξαπολύουν στο Διαδίκτυο ρατσιστικούς μύθους, συνοδευόμενους από ψεύτικες φωτογραφίες, από τις οποίες προκύπτει ότι οι Κινέζοι τρώνε σχεδόν ζωντανές τις νυχτερίδες.

Αυτή η μεταφορά του ιού μεταξύ ζωικού και ανθρώπινου είδους σε τοπικό επίπεδο, αποτελεί και την προέλευση της όλης υπόθεσης. Μετά από την οποία όμως, λειτουργεί μόνο ένα βασικό σχέδιο του σύγχρονου κόσμου: Η είσοδος του κρατικού καπιταλισμού της Κίνας σε μία αυτοκρατορική  θέση, πιο συγκεκριμένα σε μια ισχυρή και διεθνή παρουσία στην παγκόσμια αγορά. Ως εκ τούτου, υπήρχαν αμέτρητα μέσα μετάδοσης του ιού, προτού η κινεζική κυβέρνηση καταφέρει να περιορίσει το σημείο προέλευσης ολοκληρωτικά- στην πραγματικότητα επρόκειτο για μια ολόκληρη επαρχία των 40 εκατομμυρίων ανθρώπων- πράγμα που όμως κατάφερε στο τέλος με επιτυχία. Ωστόσο, αυτό συνέβη πολύ αργά και η επιδημία δεν αποτράπηκε ιδιαίτερα από το να «ξεφύγει» στους δρόμους, στα αεροπλάνα  και στα πλοία, καθώς και σε όλο τον κόσμο.

Μία αποκαλυπτική λεπτομέρεια αυτού που αποκαλώ διπλή έκφραση μιας επιδημίας: Σήμερα, ο SARS 2 έχει περιοριστεί στην Ουχάν, όμως υπάρχουν πολλά νέα κρούσματα στην Σανγκάη, κυρίως λόγω των Κινέζων που επιστρέφουν από το εξωτερικό. Η Κίνα αποτελεί έναν τόπο όπου παρατηρείται ένας δεσμός, στην αρχή λόγω του αρχαϊκού και στη συνέχεια του μοντέρνου της χαρακτήρα ανάμεσα στη φύση και τη κοινωνία. Αυτός ο δεσμός απαντάται στο συνδυασμό από τη μια των κακοδιατηρημένων αγορών σε μια αρχαία μορφή (που είναι και το πλέον κατάλληλο περιβάλλον για την εμφάνιση του ιού), και από την άλλη στη διασπορά του στον πλανήτη, ξεκινώντας από το σημείο προέλευσης του μέχρι την παγκόσμια καπιταλιστική αγορά.

Μετά από αυτό, μπαίνουμε στο στάδιο όπου τα κράτη προσπαθούν, τοπικά, να περιορίσουν αυτή τη διάχυση. Σημειώστε ότι η προσπάθεια αυτή παραμένει βασικά εθνική, παρόλο που η επιδημία είναι παγκόσμια. Παρά την ύπαρξη διακρατικών αρχών, είναι σαφές ότι τα τοπικά αστικά κράτη είναι αυτά που βρίσκονται σε συνεχή πίεση.

Φτάνουμε, εδώ, σε μια σημαντική αντίφαση του σύγχρονου κόσμου: η οικονομία, συμπεριλαμβανομένης της μαζικής διαδικασίας παραγωγής προϊόντων, είναι μέρος της παγκόσμιας αγοράς. Γνωρίζουμε ότι η απλή κατασκευή ενός κινητού τηλεφώνου κινητοποιεί εργασία και πόρους, συμπεριλαμβάνοντας την εξόρυξη υλικών, σε τουλάχιστον επτά διαφορετικά κράτη.

Από την άλλη όμως, οι πολιτικές εξουσίες παραμένουν ουσιαστικά εθνικές. Και η αντιπαλότητα των ιμπεριαλισμών, των παλαιών (Ευρώπη και ΗΠΑ) και των νέων (Κίνας, Ιαπωνίας), απαγορεύει κάθε διαδικασία συγκρότησης ενός παγκόσμιου καπιταλιστικού κράτους. Η επιδημία είναι επίσης μια εποχή κατά την οποία αυτή η αντίφαση μεταξύ οικονομίας και πολιτικής είναι προφανής. Ακόμα και οι ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορούν να προσαρμόσουν τις πολιτικές τους στον ιό, εγκαίρως και συντονισμένα.

Στο έπακρο αυτής της αντίφασης, τα εθνικά κράτη προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την επιδημία, με το να σέβονται όσο το δυνατόν περισσότερο τους μηχανισμούς του Κεφαλαίου, αν και η φύση του κινδύνου, τα υποχρεώνει να τροποποιήσουν το στυλ και τις αποφάσεις της εξουσίας.

Γνωρίζουμε εδώ και πολύ καιρό, ότι σε περίπτωση πολέμου μεταξύ χωρών, το κράτος πρέπει να επιβάλλει όχι μόνο στις λαϊκές μάζες αλλά και στους ίδιους τους αστούς, σημαντικούς περιορισμούς για να σώσει τον εθνικό καπιταλισμό. Οι βιομηχανίες σχεδόν εθνικοποιούνται υπέρ μιας απεριόριστης παραγωγής αναγκαίων εξοπλισμών, αλλά εκείνη τη στιγμή, δεν παράγουν κέρδος. Πολλοί αστοί στρατεύονται ως αξιωματικοί και εκτίθενται στον κίνδυνο του θανάτου. Οι επιστήμονες ψάχνουν νύχτα και μέρα να εφεύρουν νέα όπλα. Πολλοί διανοούμενοι και καλλιτέχνες υποχρεούνται να τροφοδοτούν την εθνική προπαγάνδα κλπ.

Αντιμέτωποι με μια επιδημία, αυτό το είδος κρατικού αντανακλαστικού είναι αναπόφευκτο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, σε αντίθεση με όσα λέγονταν πριν και γίνονταν πριν, οι δηλώσεις του Μακρόν ή του Φιλίπ, «δείχνουν» ένα κράτος που έχει ξαφνικά γίνει κράτος «πρόνοιας», αυξάνεται η δαπάνη υποστήριξης για τους άνεργους ή για τους αυτοαπασχολούμενους των οποίων οι δραστηριότητες έχουν σταματήσει, δεσμεύονται δισεκατομμύρια χρήματα του δημόσιου ταμείου, ή ακόμα ανακοινώνονται «εθνικοποιήσεις».

Όλα αυτά δεν είναι εκπληκτικά ή παράδοξα. Και από αυτό προκύπτει ότι η αναφορά του Μακρόν για το ότι «είμαστε σε πόλεμο», είναι σωστή: Πόλεμος ή επιδημία, το κράτος αναγκάζεται, μερικές φορές να υπερβαίνει το κανονικό παιχνίδι της ταξικής του φύσης, να εφαρμόζει πρακτικές πιο αυταρχικές και πιο παγκόσμιες, για να αποφευχθεί μια στρατηγική καταστροφή. Ως εκ τούτου χρησιμοποιεί επίσης το ξεθωριασμένο λεξικό του “έθνους”, σε ένα είδος γελοιογραφικού Γκωλισμού, το οποίο είναι σήμερα επικίνδυνο, αφού ο εθνικισμός παντού στρώνει το «κρεβάτι» της ακροδεξιάς.

Όλες αυτές οι ρητορείες είναι μια απόλυτα λογική συνέπεια της κατάστασης, σκοπός της οποίας είναι να περιοριστεί η επιδημία – να κερδηθεί ο πόλεμος, για  να χρησιμοποιήσω τη μεταφορά του Μακρόν – όσο το δυνατόν πιο σίγουρα, διατηρώντας παράλληλα την καθεστηκυία τάξη. Δεν είναι σε καμία περίπτωση κωμωδία, είναι μια ανάγκη που επιβάλλεται από τη διάδοση μιας θανατηφόρου ασθένειας που όμως διασταυρώνεται με τη φύση (εξ ου και ο εξέχοντας ρόλος των επιστημόνων σε αυτό το θέμα), αλλά και την κοινωνική τάξη (εξ ου και η αυταρχική παρέμβαση, που δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, από το κράτος).

Η εμφάνιση μεγάλων ελλείψεων στην προσπάθεια αυτή, είναι αναπόφευκτη. Έτσι έχουμε και την έλλειψη προστατευτικών μασκών, και  την έλλειψη προετοιμασίας για την επέκταση της νοσοκομειακής χωρητικότητας. Αλλά ποιος μπορεί πραγματικά να καυχηθεί ότι είχε «σχεδιάσει» τέτοια πράγματα;

Από πολλές απόψεις, το κράτος δεν προέβλεψε την τρέχουσα κατάσταση, είναι αλήθεια. Μπορούμε ακόμη να πούμε ότι με την αποδυνάμωση, εδώ και δεκαετίες, του εθνικού συστήματος υγείας και, πραγματικά, όλων των τομέων του κράτους που εξυπηρετούσαν το κοινωνικό συμφέρον, πράτταμε λες και μια καταστροφική πανδημία ή κάτι αντίστοιχο, δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να επηρεάσει την χώρα μας. Αυτό είναι βέβαια το μεγάλο λάθος, όχι μόνο του Μακρόν υπό τη σημερινή του ιδιότητα, αλλά και όλων εκείνων που έχουν προηγηθεί τουλάχιστον τριάντα χρόνια. Και είναι πολύ πιθανό το ζήτημα της αποσυγκρότησης και της ιδιωτικοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών – που αποτελεί επίσης αμφισβήτηση προς την ιδιωτική ιδιοκτησία και επομένως ερώτημα του κομμουνισμού – να επανέρχεται, ως άποψη, λόγω της επιδημικής κρίσης.

Εν τω μεταξύ, είναι παρ’ όλα αυτά δίκαιο να πούμε εδώ ότι κανείς δεν είχε προβλέψει, ούτε φανταστεί, την ανάπτυξη στη Γαλλία μιας πανδημίας αυτού του τύπου. Εκτός ίσως μερικών απομονωμένων μελετητών. Πολλοί πιθανώς πίστευαν ότι αυτή η ιστορία θα μπορούσε να συμβεί στη σκοτεινή Αφρική ή στην ολοκληρωτική Κίνα, αλλά όχι στη δημοκρατική Ευρώπη. Και σίγουρα ούτε οι αριστεροί – ή τα κίτρινα γιλέκα, ή ακόμα και οι συνδικαλιστές – δικαιούνται ιδιαιτέρως να σχολιάζουν αυτό το σημείο και να συνεχίζουν να κάνουν θόρυβο για τον Μακρόν, τον γελοίο τους στόχο. Ούτε αυτοί άλλωστε είχαν προβλέψει κάτι τέτοιο. Το αντίθετο: με την επιδημία να έχει ήδη ξεσπάσει στην Κίνα, και με τα κρούσματα να πολλαπλασιάζονται, μέχρι πολύ πρόσφατα, γίνονταν ανεξέλεγκτες συγκεντρώσεις και χωρίς προστασία διαδηλώσεις. Αυτό θα έπρεπε να τους απαγορεύει σήμερα να διαμαρτύρονται θορυβωδώς για την καθυστέρηση των μέτρων που πάρθηκαν από την εξουσία. Καμία πολιτική δύναμη στην πραγματικότητα στη Γαλλία, δεν υπογράμμισε την ανάγκη των μέτρων, πριν από το κράτος του Μακρόν και τη θέσπιση αυταρχικών περιορισμών.

Από την πλευρά του κράτους, η αστική εξουσία, ρητά και δημόσια, επιβάλλει μέτρα για τα πιο γενικά συμφέροντα από τα στενά συμφέροντα της αστικής τάξης, διατηρώντας μολαταύτα στρατηγικά για το μέλλον την πρωτοκαθεδρία και την κυριαρχία των ταξικών συμφερόντων, τα οποία στη γενική τους μορφή αντιπροσωπεύει αυτό το κράτος.

Με άλλα λόγια, η συγκυρία υποχρεώνει το κράτος να μην μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση παρά μόνο με την ενσωμάτωση των συμφερόντων της τάξης, της οποίας είναι αντιπρόσωπος, στα γενικότερα συμφέροντα και αυτό λόγω της ύπαρξης ενός γενικού “εχθρού”, ο οποίος μπορεί να είναι, σε καιρό πολέμου, ο ξένος εισβολέας, και στην παρούσα κατάσταση είναι ο ιός Sars 2.

Αυτού του είδους η κατάσταση (πόλεμος ή επιδημία) είναι ιδιαίτερα «ουδέτερη» πολιτικά. Οι πόλεμοι του παρελθόντος προκάλεσαν επανάσταση μόνο σε δύο περιπτώσεις, εκκεντρικές θα μπορούσαμε να πούμε, δεδομένου ότι ήταν στις ιμπεριαλιστικές χώρες: την Ρωσία και την Κίνα.

Στη ρωσική υπόθεση, ήταν επειδή η τσαρική εξουσία βρέθηκε, από κάθε άποψη, και για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθυστερημένη, συμπεριλαμβανομένου κιόλας του προβλήματος προσαρμογής της εξουσίας αυτής στη συγκρότηση του καπιταλισμού στην τεράστια αυτή χώρα. Και υπήρχε, από την άλλη πλευρά, με τους Μπολσεβίκους, μια σύγχρονη πολιτική πρωτοπορία, ισχυρά συγκροτημένη, από αξιόλογους ηγέτες.

Στην περίπτωση της Κίνας, ο εσωτερικός επαναστατικός πόλεμος προηγήθηκε του παγκόσμιου πολέμου και το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν ήδη, το 1937, κατά την εισβολή των Ιαπώνων, επικεφαλής ενός πραγματικού λαϊκού στρατού.

Από την άλλη πλευρά όμως, σε καμία από τις άλλες δυτικές δυνάμεις ο πόλεμος δεν προκάλεσε μια νικηφόρα επανάσταση.

Ακόμα και στη χώρα που ηττήθηκε το 1918, στη Γερμανία, η Εξέγερση των Σπαρτακιστών καταπνίγηκε πολύ γρήγορα. Είναι μια ασυνεπής και επικίνδυνη ονειροπόληση να φανταζόμαστε ότι ο σύγχρονος καπιταλισμός, ο οποίος απολαμβάνει την κατάρρευση της κομμουνιστικής υπόθεσης παντού, και που μπορεί ως εκ τούτου να παρουσιάζεται ως η μόνη δυνατή ιστορική μορφή σύγχρονων ταξικών κοινωνιών, να μπορεί σοβαρά να κινδυνεύσει από αυτά που συμβαίνουν σήμερα.

Το μάθημα από όλα αυτά είναι ξεκάθαρο: η τρέχουσα επιδημία, ως τέτοια, ως επιδημία, δεν θα έχει σημαντικές πολιτικές συνέπειες σε μια χώρα όπως η Γαλλία. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι η μπουρζουαζία μας σκέφτεται, δεδομένης της ανόδου της αδιαμόρφωτης γκρίνιας και των πρόχειρων μεν, ευρέως διαδεδομένων δε συνθημάτων, ότι ήρθε η ώρα να απαλλαγούμε από τον Μακρόν, αυτό δεν θα αποτελούσε απολύτως καμία σημαντική αλλαγή. Οι “πολιτικώς ορθοί” υποψήφιοι κάνουν ήδη ουρά στα παρασκήνια, όπως και οι υποστηρικτές των πιο μουχλιασμένων μορφών ενός απαρχαιωμένου και απωθητικού “εθνικισμού”.

Όσο για εμάς, που θέλουμε μια πραγματική αλλαγή στα πολιτικά δεδομένα της χώρας αυτής, πρέπει να επωφεληθούμε από την επιδημική κρίση και ακόμη και από τον – απόλυτα αναγκαίο- περιορισμό, για να εργαστούμε διανοητικά γράφοντας και επικοινωνώντας για τις νέες πολιτικές μορφές, σχεδιάζοντας νέους πολιτικούς χώρους. Να στοχαστούμε επίσης πάνω στη διεθνιστική ανάπτυξη ενός τρίτου σταδίου του κομμουνισμού, μετά από το πρώτο λαμπρό στάδιο της δημιουργίας του, και το ισχυρό, πολύπλοκο αλλά τελικά ηττημένο από την εμπλοκή του με τα κρατικά πειράματα, δεύτερο στάδιο.

Θα πρέπει επίσης να γίνει μια αυστηρή κριτική οποιασδήποτε ιδέας, που υποστηρίζει, ότι φαινόμενα όπως μια επιδημία ανοίγουν την πόρτα σε κάτι πολιτικά καινοτόμο από μόνα τους. Πέρα από τα καινούρια επιστημονικά δεδομένα σχετικά με την επιδημία, θα προκύψουν απλώς καινούργιες πεποιθήσεις οι οποίες θα αφορούν τα νοσοκομεία και τη δημόσια υγεία, τα σχολεία και την ισότιμη εκπαίδευση, την φροντίδα των ηλικιωμένων και άλλα αντίστοιχα θέματα. Αυτά θα είναι και τα μόνα ζητήματα στα οποία θα μπορούμε να εκφράσουμε τελικά μια αντιπαράθεση με τις επικίνδυνες αδυναμίες του αστικού κράτους οι οποίες φανερώθηκαν άλλωστε από την τρέχουσα κατάσταση.

Παρεμπιπτόντως, θα πρέπει να πούμε με γενναίο τρόπο δημόσια ότι τα λεγόμενα «κοινωνικά δίκτυα» δείχνουν για ακόμη μια φορά, ότι πρωταρχικά –εκτός από το γεγονός ότι πλουτίζουν όλο και περισσότερο τους μεγαλύτερους εκατομμυριούχους των καιρών μας- είναι ένας τόπος εξάπλωσης της εγκεφαλικής παράλυσης, των ανεξέλεγκτων φημών, της ανακάλυψης αναχρονιστικών «καινοτομιών», όταν δεν πρόκειται απλώς για φασιστικό σκοταδισμό.

Ας μην δώσουμε σημασία, ειδικά, και κυρίως μέσα στην απομόνωση, σε τίποτα άλλο εκτός από τις αλήθειες που επαληθεύονται από την επιστήμη και τις προσγειωμένες απόψεις μιας νέας πολιτικής, που πηγάζει από την πραγματική εμπειρία.

Πηγή: Quartier General

Μετάφραση: antapocrisis

Μάσκες, τεστ και άλλες ιστορίες: Επιστήμη κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της Πολιτικής

Ο Economist που δύσκολα μπορεί κανείς να τον κατηγορήσει για “στείρα αντιπολίτευση” στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, λέει για τις μάσκες το προφανές: “Ο κόσμος καλό θα ήταν να φορά μάσκες αλλά όχι αν αυτό αποβαίνει σε έλλειψη προστατευτικού υλικού για τους υγειονομικούς”.

Ας θυμηθούμε από πού ξεκίνησε η συζήτηση στην Ελλάδα:

1. Όταν δεν υπήρχαν μάσκες ούτε για δείγμα μέσα στα νοσοκομεία, η οδηγία ήταν ότι η μάσκα δεν προστατεύει τον γενικό πληθυσμό, επομένως δεν συστήνεται η χρήση τους.

2. Όταν βρέθηκαν κάποιες μάσκες αλλά δεν είχαμε ακόμα πλήρη επάρκεια, η σύσταση παρέμεινε ίδια στον γενικό πληθυσμό, αλλά η αιτιολογία ήταν ότι η λάθος χρήση μπορεί να μολύνει. Η χρήση τους δεν είναι πλέον από επιστημονικής άποψης λάθος, αλλά αφού ο γενικός πληθυσμός δεν ξέρει πώς να τις χρησιμοποιήσει, δεν προτείνεται.

Όταν λοιπόν μεταφέρθηκε και στην Ελλάδα η διεθνής συζήτηση γύρω από τη χρήση των μασκών στον γενικό πληθυσμό (και εντωμεταξύ είχαν λυθεί και τα βασικά προβλήματα παροχής ΜΑΠ στα νοσοκομεία), έγινε αποδεκτό ότι η μάσκα γενικά προστατεύει, αν κανείς τη βάζει και τη βγάζει με σωστό τρόπο.

Στο θέμα αυτό είχαμε άλλη μια φορά την εφαρμογή της αρχής “Επιστήμη κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της πολιτικής και οικονομικής ανάγκης”.

Όπως ακριβώς και στο θέμα της διενέργειας μαζικών διαγνωστικών ελέγχων, οι επιστημονικές συστάσεις, αν απομονωθούν από το ευρύτερο πλαίσιο, μπορούν να στηρίξουν ΚΑΘΕ πολιτική ΚΑΘΕ κυβέρνησης και ΚΑΘΕ δημόσιας αρχής.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν υποστηρίζει τη γενικευμένη χρήση μάσκας, παρά μόνο από τους νοσούντες, από όσους τους φροντίζουν και από το υγειονομικό προσωπικό. Η Βρετανική κυβέρνηση συμφωνεί. Το Αμερικανικό Κέντρο Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) στην αρχή αποθάρρυνε τη χρήση μάσκας, αλλά από τις αρχές Απριλίου άλλαξε τις συστάσεις του, φτάνοντας να προτείνει μέχρι και τη χρήση απλής υφασμάτινης μάσκας στο γενικό πληθυσμό. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης Νοσημάτων στις τελευταίες του αναφορές είναι πλέον θετικό σε χρήση μάσκας στην κοινότητα, ειδικά σε κλειστούς χώρους, αγορές, μέσα μεταφοράς.

Σε χώρες της Ασίας, της Κίνας συμπεριλαμβανομένης, η χρήση μάσκας ενθαρρύνεται ακόμα και σε περιόδους που δεν εξελίσσεται κάποια επιδημία. Εκεί όμως δεν λείπουν οι μάσκες για το υγειονομικό προσωπικό, όπως έλειψαν στη Δύση και στην Ελλάδα.

Προφανώς κάποιες κοινές παραδοχές υπάρχουν, αλλά το εύρος των διαφοροποιήσεων είναι μεγάλο. Είναι μεγάλη και η απόσταση που διανύουν οι εθνικές αρχές από τις αρχικές μέχρι τις πιο πρόσφατες συστάσεις.

Γιατί προκύπτουν τόσες πολλές και διαφορετικές πολιτικές;

Από τη μια γιατί δεν υπάρχει κατηγορηματική επιστημονική απάντηση στο πώς ακριβώς μεταδίδεται ο ιός από αερομεταφερόμενα σταγονίδια ή από μολυσμένες επιφάνειες. Ξέρουμε ό,τι ισχύει γενικά, ανακαλύπτουμε σιγά σιγά ό,τι ισχύει συγκεκριμένα για τον νέο ιό.

Από την άλλη, κάθε χώρα έχει διαφορετικές δυνατότητες σε εξοπλισμό, υποδομή, προσωπικό, νοσοκομεία, μέσα προστασίας. Υιοθετεί λοιπόν καταλλήλως και τις επιστημονικές οδηγίες που την «βολεύουν».

Αυτή η ασάφεια στα επιστημονικά δεδομένα, μπορεί να «παράξει» τις πιο διαφορετικές οδηγίες, ανάλογα με τις πολιτικές και οικονομικές παραμέτρους που κυριαρχούν σε κάθε χώρα.

Αυτό συνέβη και στη χώρα μας.

Στην Ελλάδα αντιμετωπίσαμε την πανδημία έχοντας τεράστια τύχη και ελάχιστη πραγματική προετοιμασία, παρά τις περί αντιθέτου διαβεβαιώσεις των ΜΜΕ και τα εικοσιτετράωρα λιβανιστήρια προς την κυβέρνηση και ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που έχει αναδειχθεί σε ηγέτη-πρότυπο όλου του πλανήτη. Ο πλανήτης φυσικά δεν το ξέρει, αλλά αρκεί να το εμπεδώσουμε εμείς.

Η ελάχιστη πραγματική προετοιμασία για παράδειγμα αφορούσε την προνοητικότητα προμήθειας Μέσων Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ) από την πρώτη στιγμή που φάνηκε ότι θα έχουμε επιδημική κρίση. Τότε, που ήταν δυνατή η προμήθειά τους. Αντ’ αυτού ο υπουργός Κικίλιας και ο πρόεδρος του ΕΟΔΥ Αρκουμανέας, καθ’ ύλην αρμόδιοι (αλλά επί της ουσίας άσχετοι με την υγεία), έκαναν δηλώσεις για το πόσο θωρακισμένοι είμαστε.

Από τα μέσα Μάρτη που εδέησαν να «κινητοποιηθούν» οι κρατικοί μηχανισμοί, προφανώς οι μάσκες ήταν σε παγκόσμια έλλειψη, οι δε ισχυρές χώρες κουρσεύαν στην κυριολεξία ιατροφαρμακευτικό εξοπλισμό τρίτων χωρών.

Η κατάληξη ήταν όχι απλά να μην υπάρχουν μάσκες για το γενικό πληθυσμό και να έχει εκτοξευτεί η τιμή τους στη μαύρη αγορά, αλλά να μην αρκούν και για τα ίδια τα νοσοκομεία. Οι διοικητές των νοσοκομείων μετέρχονταν κάθε μέσου για να εξασφαλίσουν λίγες παρτίδες, ειδικά στις μάσκες υψηλότερης προστασίας, ώστε να διατηρήσουν εντός μάχης τους γιατρούς και νοσηλευτές που αντιμετώπιζαν τα ύποπτα εμπύρετα κρούσματα.

Και αυτή είναι η καλή περίπτωση γιατί στην κακή, είχαμε και διοικητές που όντας το ίδιο άσχετοι με την δημόσια υγεία με τους προϊσταμένους τους, αποφάσιζαν ότι μία και μόνη απλή χειρουργική μάσκα, μούσκεμα μετά από ώρες χρήσης, αρκεί. Και είχαμε και τα τραγελαφικά περιστατικά με τις μάσκες χαμηλής ποιότητας από τη Νότια Κορέα, που ήρθαν, μοιράστηκαν, προκάλεσαν τις επώνυμες διαμαρτυρίες γιατρών, έγιναν αφορμή να κατηγορήσει ο κ. Κοντοζαμάνης σε πανελλήνια ζωντανή μετάδοση τους γιατρούς για διασπορά ψευδών ειδήσεων, και εν σιωπή, ξαφνικά, αυτές οι «απολύτως ασφαλείς μάσκες», αποσύρθηκαν.

Ο κ. Κοντοζαμάνης δεν ανακάλεσε, αλλά ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΩΡΑ ΓΙΑ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ.

Ποιο είναι το συμπέρασμα;

Ότι σε ένα κράτος που δεν έχει προνοήσει για τα βασικά, με αποτέλεσμα να υπάρχει έλλειψη σε ΜΑΠ, οι οδηγίες ποικίλουν. Εξελίσσονται ανάλογα με τις οικονομικές και τεχνικές δυνατότητες. Το ίδιο έγινε με τα τεστ, το ίδιο έγινε με τα πρωτόκολλα προστασίας, το ίδιο έγινε με τη δειγματοληψία, το ίδιο έγινε και με την «πτυσσόμενη» διάρκεια της καραντίνας του εκτεθειμένου προσωπικού. Το ίδιο θα γινόταν και με το triage, αν φτάναμε ποτέ σε αυτό το σημείο καθώς και με το ποιος θα μπει σε κλίνη ΜΕΘ, αν αυτές δεν αρκούσαν.

Ένα άλλο παράπλευρο συμπέρασμα είναι το όνειδος μιας Ελλάδας που την έφτασαν στο σημείο να μην μπορεί να παράξει στοιχειώδη πράγματα. Γιατί η βιομηχανία διαλύθηκε με ευρωπαϊκές εντολές, το βαμβάκι ξεριζώθηκε με την ΚΑΠ, και το όνειρο της ελληνικής άρχουσας τάξης ήταν και παραμένει να γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης. Το να μπορεί η χώρα να παράξει -έστω για ώρα ανάγκης- ιατροφαρμακευτικό εξοπλισμό, είναι πλέον όνειρο θερινής νυκτός. Αυτό είναι ένα άλλο μεγάλο έγκλημα, που όμως δεν πρέπει κανείς να το θέσει, γιατί ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΩΡΑ ΓΙΑ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ.

Επανερχόμενοι στο τι κάνει και τι δεν κάνει η επιστήμη ας δούμε το παράδειγμα, των εμβολίων. Οι ιοί SARS και MERS εμφανίστηκαν το 2002 και το 2003 αντίστοιχα, αλλά ενώ ο πρώτος επεκτάθηκε και στις προηγμένες χώρες της Δύσης, ο δεύτερος περιορίστηκε κυρίως στη Μέση Ανατολή. Οπότε για τον πρώτο ιό, η έρευνα προχώρησε μέχρι ένα σημείο, ενώ για τον δεύτερο η έρευνα σταμάτησε νωρίς. Ακόμα χειρότερα, ο χαμηλός αριθμός κρουσμάτων άρα και απωλειών (λιγότεροι από 1000 θάνατοι από τον κάθε ιό), δεν προμήνυε υψηλά κέρδη για τις εταιρείες, οπότε η έρευνα για εμβόλιο, στην ουσία σταμάτησε. Ο Τζέισον Σβαρτς από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ παραδέχτηκε ότι «αν δεν είχαμε παρατήσει το πρόγραμμα για το εμβόλιο SARS θα ήμασταν σε πολύ καλύτερη θέση στην έρευνά μας για το εμβόλιο του νέου ιού SARS-CoV-2».

Σε αντίθεση με τον νέο κορωνοϊό για τον οποίο – εξαιτίας των απωλειών αλλά και των συνεπειών της πανδημίας στην οικονομία – διατίθενται δισεκατομμύρια δολάρια για να βρεθεί εμβόλιο, για τους παλιότερους κορωνοϊούς το ενδιαφέρον ήταν ανύπαρκτο μόλις η επιδημία υποχωρούσε.

Ας μην ακούσουμε λοιπόν ξανά για το πόσο «αντικειμενικά» είναι τα επιστημονικά ευρήματα, όταν αυτά σε μεγάλο βαθμό καθορίζονται από τις πολιτικές και οικονομικές προτεραιότητες.

Είναι προφανές ότι δεν υπάρχει καθαρή και ανόθευτη επιστήμη που υπαγορεύει τι ακριβώς πρέπει να γίνει, παρά μόνο στο επίπεδο των κλινικών και βιο-ιατρικών δεδομένων. Σε μια επιδημία, ακούμε και κάνουμε αυτά που μας λένε οι ειδικοί, η διαχείριση ωστόσο μιας υγειονομικής κρίσης ποτέ και πουθενά δεν είναι απολύτως «επιστημονική».

Από τα διαγνωστικά τεστ μέχρι την εύρεση εμβολίου και από τη χρήση μάσκας στον γενικό πληθυσμό μέχρι τη σύσταση νοσηλείας ή όχι, η «επιστημονική» διαχείριση εξελίσσεται και διαμορφώνεται από τις οικονομικές και τεχνικές δυνατότητες, άρα υπακούει σε αυτές.

Κατά τον εικοστό αιώνα το κίνημα της κοινωνικής αμφισβήτησης αντιπαρατέθηκε με το δόγμα της αντικειμενικής και ουδέτερης επιστήμης. Τόσο ο καπιταλισμός, όσο και οι χειρότερες εκδοχές του «υπαρκτού σοσιαλισμού», έσκιζαν αγανακτισμένα τα ιμάτιά τους για την ιεροσυλία. Ωστόσο η αποδοχή μιας καθαρής και ουδέτερης αλήθειας οδηγεί αναπόφευκτα στη μονοκρατορία της μίας και αδιαίρετης σκέψης που κυριάρχησε στο κλείσιμο του αιώνα. «Ένα δόγμα, μία αγορά, ένα σύστημα» υπό επιστημονικό μανδύα.

Σήμερα, από τη μια κάνει θραύση κάθε είδους παραδοξότητα, μεταφυσική και μπουρδολογία. Υποτιμώντας την πανδημία, παίζοντας ως μαθητούδια δημοτικού με τα δεδομένα, επικαλούμενοι στατικές αριθμητικές συγκρίσεις ανάμεσα στις αιτίες θανάτων, αναρωτιούνται οι θιασώτες της συνωμοσιολογίας, κάθε φορά, «τι μας κρύβουν»;

Από την άλλη καλούμαστε να αποδεχτούμε το τι λέει η επιστήμη, κλείνοντας τα μάτια στις σκοπιμότητες που την ορίζουν. Παραβλέποντας ότι ειδικα η εφαρμοσμένη επιστήμη καθορίζει τα ευρήματα και τις συστάσεις της αναγκαστικά ανάλογα με τις πολιτικές προτεραιότητες και τα οικονομικά δεδομένα.

Απομένει ένας δύσβατος δρόμος που από τη μια απορρίπτει με περιφρόνηση κάθε αντι-επιστημονική παραδοξολογία και συνωμοσιολογία και από την άλλη θέτει στη βάσανο της κριτικής κάθε «καθαρή επιστημονική» σύσταση που κρύβει από πίσω της την οικονομική ανάγκη και την πολιτική σκοπιμότητα.

Πράγμα ομολογουμένως δύσκολο. Ειδικά στην Ελλάδα που πίσω από τον Τσιόδρα και την Επιτροπή Ειδικών παίζει κρυφτό και ξεπλένει ευθύνες ένα ολόκληρο πολιτικο-οικονομικό σύστημα με διαχρονικές και εγκληματικές πράξεις και παραλείψεις.

Το μάθημα της Ιταλίας: Τι έπρεπε να γίνει στην Ελλάδα ΧΘΕΣ

Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές η Ιταλία περνάει δραματικές ώρες, σε μαζική καραντίνα σε ολόκληρη την επικράτεια, μαζικό lockdown με ανοιχτά μόνο τα supermarket που μπορούν να εγγυηθούν τουλάχιστον 1 μέτρο απόσταση ανάμεσα στους επισκέπτες, με πορτιέρηδες και ουρές απέξω σαν να ήταν το πιο σικάτο club, οικογένειες που κλαίνε νεκρούς παππούδες και όχι μόνο από μακριά, τα νοσοκομεία σε σχεδόν πλήρη κατάρρευση, έχοντας αναστείλει κάθε άλλη λειτουργία πέραν του COVID-19 και των κατεπειγόντων, άμεσα επικίνδυνων για την ζωή συμβάντων, με τους γιατρούς και τους νοσηλευτές σε εξάντληση και απόγνωση, με κάποιους να παραμένουν στο νοσοκομείο για να μην ρισκάρουν μια μετάδοση σε αγαπημένα τους πρόσωπα στο σπίτι που έχουν λόγο να φοβούνται. Με δυο λόγια, πόλεμος κανονικός. Μα πώς συνέβη αυτό;

Το SSN, ή ΕΣΥ αλά ιταλικά

Το ιταλικό ΕΣΥ ζει από το 2010 ένα δράμα παράλληλο με το δικό μας. Παρότι τα μεγέθη είναι διαφορετικά και το τσεκούρι στην χρηματοδότηση ομολογουμένως μικρότερο από το δικό μας, τα προβλήματα είναι τα ίδια.

  • Μειωμένες κλίνες νοσηλείας: με σύνολο περίπου 150.000 δημόσιες και 40.000 ιδιωτικές, η αντιστοιχία προς κατοίκους είναι της τάξης του 3,2/1000 κατοίκους, σημειώνοντας μια πτώση της τάξης του 30% συγκριτικά με το έτος 2000. Έπρεπε σύμφωνα με τους μάνατζερς να μειωθούν, καθότι ασύμφορα, σπρώχνοντας όλο και περισσότερη λειτουργικότητα σε εξωτερικά ιατρεία και day hospital, gate-keeping που φρενάρει τα τακτικά περιστατικά έξω από το νοσοκομείο, ιδιωτικό δίκτυο πρωτοβάθμιας υγείας αλλά και εταιρειών ασθενοφόρων που συμπληρώνουν το αντίστοιχο ΕΚΑΒ υπό την μορφή ΜΚΟ.
    Σας θυμίζει κάτι;
  • Γερασμένος και ανεπαρκής εξοπλισμός: οι περικοπές χτύπησαν ακόμα χειρότερα τον ιατροτεχνικό εξοπλισμό ενός συστήματος με ήδη πολύ συχνά πεπαλαιωμένες δομές, με εντονότατη διάθεση για outsourcing σε εξωτερικές ιδιωτικές δομές.
    ΣΔΙΤ του λέγανε και μου το παντρεύανε.
  • Γερασμένο και ανεπαρκές προσωπικό: παρότι μέχρι την τωρινή κρίση, η 24ωρη εφημερία που είναι το ψωμοτύρι του Έλληνα γιατρού ήταν σχεδόν ανήκουστη, μιας και το προσωπικό δεν είναι τόσο εξωφρενικά ελάχιστο όσο στα καθ’ημάς νοσοκομεία, η περιστολή δαπανών και προσλήψεων, ως άλλη Αγία Γραφή της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας που παρέσυρε ολόκληρη την Ευρώπη, οδήγησε σε μαζικό brain drain, ειδικευόμενους λιγοστούς και κυρίως νεαρούς, και άρα μάχιμους, επιμελητές με το κιάλι. Μόλις το φθινόπωρο που μας πέρασε υπήρχε μια διάχυτη συζήτηση – ανησυχία στους ιατρικούς κύκλους της γείτονος χώρας περί γηραιών διευθυντών που καλούνται να εφημερεύουν νύχτες, να κρατούν ανοιχτές χειρουργικές αίθουσες πέραν των φυσικών τους αντοχών, να… να… να… Σε αριθμούς, το SSN, με δεδομένα του 2017, διέθετε 92.855 ιατρούς (αναλογία 1,33/1000 κατοίκους) και 233.000 νοσηλευτές (αναλογία 3,33/1000 κατοίκους).
    Αν γνωρίζετε τους αντίστοιχους, ισχνότατους συγκριτικά, αριθμούς στην χώρα μας, ελπίζω να προλάβατε να καθίσετε σε καρέκλα πριν ο κρύος ιδρώτας σας λούσει και επέλθει το λιποθυμικό επεισόδιο.
  • Περιορισμένος αριθμός σε κλίνες ΜΕΘ: η Ιταλία διαθέτει περίπου 5100 κλίνες ΜΕΘ (αναλογία 8,42/100.000 κατοίκων) που αποδείχθηκαν ολίγιστες στην αντιμετώπιση μιας μαζικής επιδημίας που στέλνει περί το 5% κατά διεθνή μέσο όρο των νοσούντων σε μηχανική υποστήριξη. Στην Ιταλία ειδικότερα το ποσοστό αυτό είναι υπερδιπλάσιο (13,3%) αλλά περισσότερα επί της ιδιαιτερότητας αυτής παρακάτω. Η Ελλάδα με το μόνιμο πρόβλημα των ελλείψεων σε κλίνες ΜΕΘ ακόμα και προ κρίσης διαθέτει περίπου 550-580 κλίνες (αναλογία 5,57/100.000)!
    Αν το γλιτώσατε το λιποθυμικό στο προηγούμενο bullet, εδώ δεν υπάρχει περίπτωση… Συνεχίζουμε σε λίγο, μόλις συνέλθετε!

Η στατιστικά αναπάντεχη βαρύτητα της νόσου

Τα επιδημιολογικά ποσοστά που αναδύονται από το ιταλικό σκέλος της επιδημίας που μας πλήττει είναι εξαιρετικά δυσάρεστα, με μεγάλη απόκλιση από την μέχρι τώρα καταγραφή σε άλλα οργανωμένα κράτη. Νοσηλεία ΜΕΘ στο 13,3%, θάνατος στο 5%, με μεγάλες αποκλίσεις από περιοχή σε περιοχή (η Λομβαρδία που ήταν το επίκεντρο έχει την πρωτιά με >6% θνητότητας). Αυτή η απόκλιση μπορεί να αποδοθεί σε πολλαπλούς παράγοντες και ενδεχομένως κάποιο συνδυασμό αυτών.

  • Πληθυσμιακή σύνθεση: η Ιταλία διαθέτει τον πλέον γερασμένο πληθυσμό της Ευρώπης και ως εκ τούτου περισσότερες πιθανότητες ένα κρούσμα να ανήκει σε ευάλωτη πληθυσμιακή ομάδα.
    Να δείτε ποια άλλη χώρα είναι εξόχως γερασμένη, έχοντας ξαποστείλει τους νέους της στην ξενιτιά και εμποδίζοντας ποικιλοτρόπως όσους παρέμειναν να ξεκινήσουν οικογένειες…
  • Ετερογένεια στατιστικού δείγματος: μέχρι τώρα τα περισσότερα κρούσματα και θάνατοι αφορούσαν τον κινεζικό πληθυσμό που είναι σαφώς διαφοροποιημένος από τον ιταλικό. Έτσι η στατιστική, ακολουθώντας την φυσιοπαθολογία και την φυσική πορεία της νόσου, μπορεί να διαφέρει σημαντικά.
    Αν αυτή η υπόθεση αληθεύει, να δείτε με ποιους μοιάζουμε πιο πολύ, που έχουμε και σχετική λαϊκή ρήση…
  • Διαθεσιμότητα και ποιότητα συστήματος υγείας: πριν ακόμα η ιταλική κρίση λάβει διαστάσεις, δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό Lancet μια μελέτη που, παρατηρώντας τα επιδημιολογικά δεδομένα, συνέδεε την θνητότητα του COVID-19 με την ποιότητα και την διαθεσιμότητα ενός οργανωμένου συστήματος υγείας κατά περιοχή.
    Με δεδομένη την παραπάνω περιγραφή του SSN και των προβλημάτων αλλά και την οδυνηρή σύγκριση με το ΕΣΥ, πόσο ποιοτικοί νιώθετε;
  • Δεδομένα τύπου παγόβουνου: υπάρχει μια πολύ σοβαρή υποψία, με δεδομένες και τις συμπεριφορές του πληθυσμού στην Ιταλία, πως τα δεδομένα είναι “αλλοιωμένα” από την μη καταγραφή πάμπολλων υποκλινικών και ελαφρών κρουσμάτων, όπως ένα παγόβουνο του οποίου μόνο ένα μικρό μέρος είναι ορατό ως κορυφή. Υπέρ αυτής της υπόθεσης είναι τα εξαιρετικά υψηλά ποσοστά της Λομβαρδίας που ήταν και το επίκεντρο της μετάδοσης – αν και θα πρέπει να προσμετρηθεί και η ενδεχόμενη “εξάντληση” των τοπικών δομών του συστήματος υγείας. Και αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό συμπέρασμα, ιδίως σε ότι αφορά τις συμπεριφορές των πληθυσμών και την εφαρμογή μέτρων προστασίας και πρόληψης όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω.

Πληθυσμιακές συμπεριφορές και μέτρα πρόληψης: una faccia, una razza!

Αναντίρρητα η Ιταλία πληρώνει την αδυναμία της να ελέγξει την ταχύτητα μετάδοσης της λοίμωξης, παραμένοντας ακόμη και τώρα στην εκθετική φάση εξάπλωσης, με αποτέλεσμα τον υπερκορεσμό ενός ήδη πληγωμένου από χρόνια λιτότητας συστήματος υγείας. Ποια ιδιαίτερα σημεία μπορούμε να απομονώσουμε ως κρίσιμα σφάλματα και ανεπάρκειες, ώστε να μην επαναληφθούν;

  • Ολιγωρία των αρχών στην λήψη αποφασιστικών μέτρων αποφυγής συγχρωτισμού. Όταν πια αποφασίστηκαν σε βαθμό που θα ήταν χρήσιμος, το τζίνι είχε ήδη βγει από το λυχνάρι.
  • Ελαφρότητα του πληθυσμού στην ορθή χρήση ατομικών μέτρων προστασίας. Δεν εμπεδώθηκε από τον πληθυσμό η σημασία τους ως μέσο ετερο – και όχι αυτο – προστασίας. Έτσι προσβλήθηκαν οι “νέοι και επιπόλαιοι” αφού “τι θα πάθουν πια”, μεταδίδοντας την λοίμωξη σε ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες. Πρόκειται για τον θρίαμβο του ατομικισμού και την συντριβή του αλτρουϊσμού ως εξελικτικό πλεονέκτημα επιβίωσης της κοινότητας.
  • Απείθεια του πληθυσμού στις συστάσεις και εκκλήσεις των αρχών. Χαρακτηριστικότερο και δραματικότερο παράδειγμα αυτής ήταν η μαζική φυγή προς τον νότο λίγο πριν “σφραγιστούν” οι βόρειες επαρχίες, αφού η αντιπολιτευτική προς την κεντρική κυβέρνηση διοίκηση της περιφέρειας διέρρευσε την είδηση πριν την εφαρμογή της, λόγω μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων. Το αποτέλεσμα ήταν απλά η επέκταση της κόκκινης ζώνης σε ολόκληρη την ιταλική επικράτεια και το μαζικό lockdown από άκρη σε άκρη και σε κάθε δραστηριότητα της καθημερινής ζωής.

Σε αυτό το σημείο δεν θα κάνω καμία σύγκριση με την ελληνική πραγματικότητα. Οι ομοιότητες είναι απλά αποκαρδιωτικές.

Επιμύθιο

Αν θα έπρεπε να συμπυκνώσω τα συμπεράσματα σε μία μόνο πρόταση, θα ήταν η ακόλουθη.

Ολικό lockdown χθες, αφού δεν γίνεται να εμπιστευθούμε ατομικές συμπεριφορές και αίσθημα αλληλεγγύης του πληθυσμού.

Άνοιγμα όλων των κλινών ΜΕΘ προχθές.

Μαζικές προσλήψεις πέρυσι (και δεν εννοώ τις σαχλαμάρες με τρίμηνα μπλοκάκια, εξάμηνα επικουρικά και επιστροφή των νεοσυνταξιοδοτηθέντων που είναι ευάλωτοι οι ίδιοι).

Μήπως και σώσουμε ο,τιδήποτε αν σώζεται.