Άρθρα

Βιωματικές εικόνες τηλεκπαιδευτικής τρέλας

Σκοπός του κειμένου αυτού δεν είναι να συγκρίνει τη δια ζώσης διδασκαλία με την τηλεδιδασκαλία. Δεν είναι καν συγκρίσιμα τα μεγέθη. Η διαφορά είναι χαώδης. Σκοπός του είναι να παρουσιάσει με βιωματικές εικόνες τη συγκεκριμένη μορφή τηλεκπαίδευσης που λαμβάνει χώρα αυτή την περίοδο. Αναφέρεται μόνο στην τηλεκπαίδευση των παιδιών (όχι ενηλίκων) και δεν υπεισέρχεται καθόλου στο ερώτημα αν έκανε καλά η κυβέρνηση και έκλεισε τα σχολεία. Εστιάζει μόνο στο τι έλαβε χώρα από το κλείσιμο και μετά.

Με μια λέξη: στην τρέλα. Στην τρέλα που βιώνουν όσοι συμμετέχουν, άμεσα ή έμμεσα, στο εγχείρημα «τηλεκπαίδευση» (εκπαιδευτικοί, μαθητές, γονείς) και στην τρέλα που πουλούν οι υπεύθυνοι οι οποίοι θεωρούν πως είναι θανάσιμο αμάρτημα να παραδεχτούν μία φορά, έστω μια, τις ευθύνες τους. Και οι οποίοι έχουν το απύθμενο θράσος να παρουσιάζουν ως fake news αυτό που βιώνουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι. Υποβοηθούμενοι, όπως πάντα, από τα παραμορφωτικά ΜΜΕ που διατυμπανίζουν πως όλα βαίνουν άριστα.

Τώρα που το ξανασκέφτομαι, ο σκοπός του κειμένου είναι άλλος. Είναι μια φωνή οργής: «ε δεν θα μας τρελάνετε και τελείως».

«Το μεν πνεύμα (των εκπαιδευτικών) πρόθυμον, η δε σαρξ (του webex) ασθενής»

Να λέμε τα πράγματα όπως είναι: η ποιότητα του παρεχόμενου προγράμματος τηλεκαπίδευσης είναι χαμηλή παρά το γεγονός πως η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών υπερβάλλει εαυτόν και αγωνιά για να έχει καλό αποτέλεσμα με την αυτό-επιμόρφωση ως μοναδική λύση αφού το υπουργείο για άλλη μία φορά δεν φρόντισε και πέταξε τους εκπαιδευτικούς στα βαθιά να κολυμπήσουν μόνοι τους. Όμως «το μεν πνεύμα (των εκπαιδευτικών) πρόθυμον, η δε σαρξ (του webex) ασθενής». Αναλυτικά:

Το παρεχόμενο project τηλεκπαίδευσης είναι χαμηλής ποιότητας

Και εσύ βέβαια που έχεις μάθει να κάνεις διάλογο και όχι διάλεξη θα παρακάμψεις τις οδηγίες και θα ζητήσεις τη συμμετοχή των μαθητών. Να σηκώνουν ψηφιακό χεράκι κάθε φορά που θέλουν να πάρουν το λόγο. Μετά από λίγο όμως θα παρατηρήσεις πως τα υψωμένα χεράκια είναι πάντα τα ίδια 3-4 και πως οι υπόλοιποι μαθητές είναι σαν να μην υπάρχουν. Και εσύ που έχεις μάθει να κάνεις μάθημα με όλους τους μαθητές βρίσκεσαι σε αδιέξοδο. Υπάρχει διδασκαλία χωρίς ανατροφοδότηση; Μπορείς να προχωρήσεις παρακάτω αν δεν διαπιστώσεις πρώτα πως και ο τελευταίος μαθητής έχει καταλάβει αυτό που παρέδωσες; Στην τάξη μια ματιά του εκπαιδευτικού και ένα νεύμα του μαθητή αρκούσε, τώρα πρέπει να ανοιγοκλείσουν 25 μικρόφωνα και άλλες τόσες κάμερες. Και όλα αυτά μόνο για ένα μόνο «το καταλάβατε;».

Ταυτόχρονα από υποψιασμένος γίνεσαι αναγκαστικά καχύποπτος καθώς σκέφτεσαι πως οι μαθητές όταν είναι αόρατοι μπορούν απλά να κοιμούνται, να χαζεύουν κάτι άλλο, να σερφάρουν. Και υπάρχουν και αρκετοί που δεν έχουν τα μέσα να συνδεθούν γιατί κανείς δεν φρόντισε να τους τα παρέχει. Σου λένε να παίρνεις απουσίες κανονικά. Μπερδεύεσαι: απουσία σε κάποιον που ήθελε να είναι παρών αλλά δεν μπόρεσε και παρουσία σε κάποιον που δήλωσε απλά παρών και μετά απουσίασε;

Τηλεδιάσκεψη ή μήπως ραδιοδιάσκεψη;

Και έχεις και τους ειδικούς στην τηλεκπαίδευση να σου λένε πως το βασικότερο συστατικό μιας καλής τηλεδιάσκεψης είναι η βλεμματική επαφή του εκπαιδευτικού με τους μαθητές και των μαθητών μεταξύ τους. Πώς θα γίνει αυτό με κλειστές κάμερες μιας και το σύστημα ανοικτές δεν τις σηκώνει. Πιο πολύ με ραδιο- διάσκεψη μοιάζει όλο αυτό παρά με τηλεδιάσκεψη.

Και σκέφτεσαι πως τον Σεπτέμβρη που άνοιξαν τα σχολεία σου είχαν αφαιρεθεί πολλά από τα εκφραστικά σου μέσα εξαιτίας της μάσκας, είχες όμως τα μάτια σου, τη φωνή σου και τη γλώσσα του σώματός σου και εστίασες εκεί. Τώρα μένει μόνο η φωνή σου μέσα στην απόλυτη σιωπή. Και η σιωπή αυτή δεν μοιάζει με την σιωπή της τάξης που είναι ζωντανή και που όταν συμβαίνει σημαίνει συμφωνία για επικοινωνία. Όχι αυτή η σιωπή είναι συμφωνία της μη επικοινωνίας. Είναι σιωπή επιβεβλημένη και επιβαλλόμενη. Και δεν υπάρχει χειρότερη θέση που μπορείς να περιέλθεις όταν πρέπει να επιλέξεις μεταξύ δύο κακών: της ζούγκλας και του χάους με τα πάντα ανοικτά ή του νόμου της σιωπής και της επιβολής με τα πάντα κλειστά. Τελικά επιλέγεις το δεύτερο ρισκάροντας την παιδαγωγική σχέση που είχες χτίσει στο σχολείο με τους μαθητές σου και μη αναγνωρίζοντας, πολλές φορές, τον εαυτό σου. Διαπιστώνεις πικρά πως ένα από τα τιμήματα της τηλεκπαίδευσης είναι η απεμπόληση του παιδαγωγικού σου ρόλου. Είναι όμως λογικό πως οι άνθρωποι πρέπει να κόψουν κομμάτια τους προκειμένου να χωρέσουν μέσα σε κουτάκια.

Και χαμογελάς όταν σκέφτεσαι πως στο παρελθόν κάποιες δύσκολες ώρες μέσα στην τάξη όπως π.χ την τελευταία ώρα Παρασκευής είχες, στα αστεία, ευχηθεί να είχες ένα τηλεκοντρόλ που να έκανε mute σους μαθητές. Και να που τώρα μπορείς να τους κάνεις mute, να εξαφανίσεις την εικόνα τους, να τους στείλεις για λίγο έξω και γενικά να τους ελέγχεις όπως εσύ θέλεις. Να όμως που τώρα τίποτα από όλα αυτά δεν σου αρέσει. Ακόμα και οι φουρτούνες της τάξης σου φαίνονται καλύτερες από αυτή την σιωπή που επιβάλλεται να επιβάλλεις. Και ξέρεις πολύ καλά το γιατί: γιατί αυτή η σιωπή είναι ο απόλυτος έλεγχος του τι από εκείνους θα φτάνει σε σένα αλλά όχι του τι πραγματικά συμβαίνει. Είναι σαν ο εκπαιδευτικός στην τάξη να βάζει ωτοασπίδες, να φοράει μάσκα ματιών και να αρχίζει να μιλάει μόνος του. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως οι μαθητές μέσα στην τάξη κάθονται ήσυχοι ή προσέχουν ή ακόμα και πως παραμένουν στη θέση τους.

«Η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής απεβίωσε»

Και οι τίτλοι του υπουργείου και των ΜΜΕ πηχυαίοι αλλά ψευδεπίγραφοι. Μιλάνε για ψηφιακή τάξη. Μα η τάξη σημαίνει αλληλεπίδραση, σημαίνει κοινωνικοποίηση, σημαίνει ελάττωση των αποστάσεων και πως όλοι μαζί οι μαθητές και ο εκπαιδευτικός μοιράζονται κάτι κοινό. Οι θιασώτες της τηλεκπαίδευσης φαίνεται να μην τα θεωρούν όλα αυτά πρωτεύοντα. Το πιο σημαντικό από όλα όσον αφορά την εκπαιδευτική διαδικασία δεν είναι η ένας προς ένας αποσπασματική αλληλεπίδραση του κάθε μαθητή με τον εκπαιδευτικό αλλά ή αλληλεπίδραση των μαθητών μεταξύ τους η οποία δεν γίνεται να επιτευχθεί μέσα σε μια ψηφιακή τάξη αλλά μόνο σε μία ζωντανή τάξη. Και αν η ψηφιακή τάξη δεν μπορεί να θεωρηθεί τάξη τότε γιατί η τηλεκπαίδευση να θεωρείται εκπαίδευση; Και έχεις την κα υπουργό να θριαμβολογεί για το πόσα εκατομμύρια παιδιά συμμετέχουν στις ψηφιακές τάξεις. Σημασία όμως έχει η ποιότητα της συμμετοχής τους και όχι η ποσότητα.

Φανταστείτε πως το όλο εγχείρημα δεν περπατάει παρά το γεγονός πως οι ψηφιακές τάξεις στην συγκεκριμένη περίπτωση έρχονται ως συνέχεια των πραγματικών τάξεων που υπήρχαν από το Σεπτέμβρη στα σχολεία οπότε κάποιες παιδαγωγικές σχέσεις είχαν ήδη προλάβει να δημιουργηθούν. Δεν θέλω ούτε να διανοηθώ τι θα γινόταν αν από την πρώτη μέρα έναρξης του σχολικού έτους ξεκινάγαμε με τηλεκπαίδευση. Καμία εικοσιπενταριά άγνωστοι με κλειστές κάμερες και μικρόφωνα.

Το τεχνικό κομμάτι δοκιμάζει τα νεύρα όλων

Και δύο λόγια για το τεχνικό κομμάτι. Εκεί τα πράγματα είναι απλά απαράδεκτα. Περνάς αγωνία για το αν θα συνδεθείς, αγωνία για το αν και πότε θα σε πετάξει έξω το σύστημα, αγωνία για το αν και πότε θα κρασάρει το σύστημα, σου σπάνε τα νεύρα γιατί κάποιες φορές σε βλέπουν μα δε σε ακούνε και κάποιες άλλες σε ακούνε μα δε σε βλέπουν, είσαι αναγκασμένος να προσπαθείς να βρεις τεχνικές λύσεις για τους μαθητές που έχουν προβλήματα στη σύνδεσή τους, απελπίζεσαι με το πόσες φορές πρέπει να κάνεις admit τους μαθητές εκείνους που το σύστημα συνεχώς τους πετάει έξω, διαλύεσαι που δεν μπορείς να προσφέρεις την παραμικρή βοήθεια σε εκείνους τους μαθητές που καταβάλουν απέλπιδες προσπάθειες να συνδεθούν, ξανά και ξανά, ή σε εκείνους που δεν έχουν ούτε καν τα μέσα για να συνδεθούν. Και εξοργίζεσαι όταν μετράς τις συσκευές των μαθητών και διαπιστώνεις πως πάνω από τους μισούς είναι αναγκασμένοι να χρησιμοποιούν κινητό τηλέφωνο και όχι υπολογιστή. 6-7 ώρες την ημέρα οι μαθητές να κοιτάνε ένα κινητό και να το ονομάζουμε αυτό εκπαίδευση;

Διαβλητή ιδιωτικότητα

Όσον αφορά την ιδιωτικότητα και την παραβίαση των προσωπικών δεδομένων εκεί τι να πούμε; Για τα αόρατα μάτια και αυτιά που καταπατούν το ιερό άβατον της τάξης και βρίσκουν ευκαιρία να κρίνουν έναν εκπαιδευτικό στην χειρότερή του στιγμή και εκδοχή, για τους παράνομους εισβολείς που έχουν σκοπό να προκαλέσουν χάος την ώρα του μαθήματος, για τις φωτογραφίες και βίντεο με τα πρόσωπα αρκετών από εμάς που ήδη κυκλοφορούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εντελώς διαβλητό το σύστημα.

Να τελειώσει το αστείο πως για όλα φταίει ο δήθεν τεχνολογικός αναλφαβητισμός των εκπαιδευτικών

Παρόλα τα δεκάδες προβλήματα εσύ θα κάνεις ό, τι καλύτερο μπορείς για τους μαθητές σου. Και διαμοιρασμό οθόνης θα κάνεις, και τον ασπροπίνακα θα χρησιμοποιήσεις, και μεταφορά αρχείων προς τους μαθητές θα κάνεις και θα έχεις καθίσει μπόλικη ώρα να προετοιμάσεις ψηφιακό υλικό από την προηγούμενη μέρα, και θα έχεις ζητήσει από τους συναδέλφους σου πολύτιμες συμβουλές, και γραφίδα θα παραγγείλεις και αν χρειαστεί ακόμα και νέο πιο δυνατό υπολογιστή. Και δίνεσαι παρόλο αυτά και βάζεις τα δυνατά σου. Είναι όμως απίστευτο αυτό που διαπιστώνεις στο τέλος της κάθε ώρας: πόσα λίγα πράγματα έχεις καταφέρει. ‘Ένα πολύ μικρό ποσοστό από αυτά που θα έκανες στην τάξη. Και αυτό για ισχύει όλους τους εκπαιδευτικούς. Και για εκείνους που έχουν ευχέρεια τεχνολογικά αλλά και για αυτούς που δεν έχουν ιδιαίτερη εξοικείωση. Όταν ένα πρόγραμμα δεν δουλεύει, δεν δουλεύει. Άσχετα με το πόσο καλά γνωρίζει κάποιος από υπολογιστές.

Έστω πως όλα δούλευαν ρολόι, θα μπορούσε η τηλεκπαίδευση να υποκαταστήσει τη δια ζώσης εκπαίδευση;

Και άφησα για τελευταίο το απόλυτο ερώτημα: Έστω πως το σύστημα της τηλεκπαίδευσης δεν ήταν δυσλειτουργικό, δεν ήταν διαβλητό, ήταν τεχνικά άρτιο και εξασφάλιζε την συμμετοχή όλων των μαθητών. Τότε λοιπόν θα μπορούσε να συγκριθεί και να υποκαταστήσει τη δια ζώσης εκπαίδευση;

Και απαντώ. Αν οι friends των social media μπορούν να υποκαταστήσουν τους πραγματικούς φίλους, αν το cyber-love μπορεί να υποκαταστήσει τον πραγματικό έρωτα, αν η συμμετοχή στις δημοκρατικές διαδικασίες μπορεί να υποκατασταθεί από τηλεψηφοφορίες, αν η παρακολούθηση μιας μουσικής ή θεατρικής παράστασης on line είναι το ίδιο με την ζωντανή παρουσία των θεατών, αν μια ανθρώπινη αγκαλιά είναι το ίδιο με ένα emoji που την απεικονίζει, αν ο ψηφιακός και εικονικός κόσμος μπορεί να υποκαταστήσει τον πραγματικό κόσμο τότε ναι η δια ζώσης εκπαίδευση μπορεί να υποκατασταθεί από την τηλεκπαίδευση.

Ας μην κοροϊδευόμαστε. Η τηλεκπαίδευση έχει λόγους ύπαρξης μόνο σε περιπτώσεις όπου η εναλλακτική είναι το καθόλου μάθημα. Σε ακραίες συνθήκες όπως τώρα στην καραντίνα. Σε καμία άλλη περίπτωση. Σε μια λογική του τύπου «το μη χείρον βέλτιστον» ή του τύπου «αναγκαίο κακό». Ας το έχουμε αυτό κατά νου μιας και οι καιροί είναι πονηροί και κάποιοι που αποφασίζουν για το μέλλον του σχολείου ακούστηκαν αυτή την περίοδο να μιλάνε για ψηφιακή μετάβαση. Μην αμφιβάλουμε πως η τηλεκπαίδευση στο μυαλό κάποιων δεν είναι απλά μια προσωρινή αναγκαστική λύση.

Σε κανονικές συνθήκες ζωής λοιπόν ακολουθήστε τα παρακάτω βήματα:
1) Πηγαίνετε στον Πίνακα Ελέγχου του υπολογιστή σας και πατήστε προγράμματα
2) Μετά κάντε δεξί κλικ πάνω στο πρόγραμμα της τηλεκπαίδευσης που έχετε κατεβάσει
3) Πατήστε απεγκατάσταση προγράμματος
4) Εισέλθετε στην πραγματική σας τάξη: η περιπέτεια ξαναξεκινάει.

Πηγή: alfavita.gr

Πάρτε μέτρα για τα σχολεία – η τηλεκπαίδευση είναι ένα φιάσκο

Το δεύτερο κύμα της πανδημίας ήρθε να επιβεβαιώσει δύο διαπιστώσεις που ενδέχεται να μην έγιναν ξεκάθαρες από το πρώτο: α) Ότι τα δημόσια αγαθά της υγείας, της παιδείας, της προστασίας των αδυνάμων, των μεταφορών, είναι συρρικνωμένα και απαξιωμένα μετά από δεκαετίες νεοφιλελευθερισμού και μετά τη μνημονιακή κατεδάφιση και β) ότι δεν πρόκειται απλά για πολιτική ανικανότητα της κυβέρνησης, αλλά για μια συνειδητή και ανοιχτά αντιλαϊκή πολιτική.

Όσον αφορά τα σχολεία, μετά το πρώτο λοκ ντάουν σε αυτές τις πολιτικές προστέθηκε η 7μηνη αδράνεια και αδιαφορία της κυβέρνησης Μητσοτάκη για την τύχη της δημόσιας εκπαίδευσης εν μέσω πανδημίας. Καμία πρόσληψη προσωπικού, καμία προσπάθεια ανεύρεσης αιθουσών, καμία ουσιαστική ενίσχυση του τεχνολογικού εξοπλισμού. Το Υπουργείο έκανε μόνο τη σύμβαση με το σύστημα webex της πολυεθνικής Cisco (το οποίο είναι ακατάλληλο και δυσλειτουργεί – αλήθεια, ποιο είναι το «τίμημα» αυτής της σύμβασης; Μήπως τα δεδομένα 1,5 εκ. μαθητών και εκπαιδευτικών;) και όρισε υποχρεωτική την τηλεκπαίδευση, χωρίς όμως να μεριμνήσει για τις βασικές προϋποθέσεις για τη συμμετοχή των μαθητών. Το να ισχυρίζονται η Υπουργός και οι Υφυπουργοί ότι αυτό διασφαλίζεται, επειδή όλοι μπορούν να συνδέονται μέσω σταθερού τηλεφώνου, δείχνει, πέρα από τη φαιδρότητα, το θράσος τους να κοροϊδεύουν ευθέως τον ελληνικό λαό και τους μαθητές.

Στο ίδιο διάστημα είδαμε μια αντιπολίτευση που αντί να ζητάει από τον Μάιο μέτρα για ανοιχτά σχολεία, ζητούσε καλύτερη εφαρμογή της τηλεεκπαίδευσης (ΚΚΕ) ή, ακόμα χειρότερα, διαμαρτυρόταν διότι ανοίγουν τα σχολεία και χαλάει η τηλεκπαίδευση (ΣΥΡΙΖΑ). Δυστυχώς, καμία αγωνιστική πρωτοβουλία δεν πάρθηκε, για αιτήματα στην κατεύθυνση ”σπάσιμο τμημάτων-διορισμοί εκπαιδευτικών-περισσότερα τεστ”, μέχρι να βγουν στο προσκήνιο οι μαθητές τον Οκτώβριο.

Η κυβέρνηση, πιστή στην ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική της, υπονομεύει με κάθε τρόπο τη διασφάλιση της μαζικής δημόσιας παιδείας με ίσες ευκαιρίες για όλους, ένα θεμελιώδες και κατοχυρωμένο συνταγματικό δικαίωμα. Η τηλεκπαίδευση εντείνει τις υφιστάμενες ανισότητες, ενώ η σκόπιμη αχρήστευση του δημοσίου συστήματος εκπαίδευσης εν μέσω πανδημίας ενισχύει άμεσα την ιδιωτική εκπαίδευση (κέντρα μελέτης, φροντιστήρια, ιδιωτικά σχολεία).

Τα δεδομένα για την τηλεκπαίδευση, πέρα από τα κυβερνητικά ψέματα, είναι τα εξής:

  • Η τηλεκπαίδευση δεν είναι εκπαίδευση. Κάτι που αναγνωρίζει και το Υπουργείο, παρόλα αυτά την κάνει υποχρεωτική! Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση ήταν επιλογή για ενήλικους και την τριτοβάθμια εκπαίδευση πριν την πανδημία. Κυρίως με τη μορφή διάλεξης ή έρευνας και με δεδομένη τη συνειδητή επιλογή του ενήλικου. Τίποτε από αυτά δεν ισχύει για τα σχολεία και τους μαθητές. Κι όμως, για αυτή την ειδική διαδικασία για τους μαθητές το Υπουργείο δεν έχει ορίσει βασικά θέματα. Δεν υπάρχει αναλυτικό πρόγραμμα και νέοι διδακτικοί στόχοι. Δεν προβλέπεται μείωση της ύλης, ενώ είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να βγει η υπάρχουσα στην παρωδία της τηλεκπαίδευσης. Και το πιο ακραίο, αδιαφορούν επιδεικτικά –που δήθεν ακούν τους ειδικούς– για τις προειδοποιήσεις παιδοψυχολόγων, οφθαλμιάτρων και παιδαγωγών για τις ολέθριες συνέπειες της παρατεταμένης έκθεσης των παιδιών στην οθόνη και την ακτινοβολία του κινητού τηλεφώνου. Τα νήπια 2,5 ώρες! Τα 7χρονα 3 ώρες! Οι 15χρονοι, μαζί με τα φροντιστήρια, έως και 10 ώρες! Σε συνθήκες λοκ ντάουν, η τηλεκπαίδευση θα μπορούσε να δρα επικουρικά, όχι υποχρεωτικά, και μέσα σε αυστηρό πλαίσιο. Σε συντονισμό με την εκπαιδευτική τηλεόραση. Με διασφάλιση τεχνικών μέσων για όλα τα παιδιά. Με λιγότερες ώρες, ανάλογα την ηλικία. Με διαμόρφωση ειδικών παιδαγωγικών στόχων, με έμφαση στις επαναλήψεις και την εμπέδωση των διδαγμένων στην τάξη. Με μείωση της ύλης για να περιοριστεί το άγχος των μαθητών. Με σπάσιμο των τμημάτων. Με στήριξη στον εκπαιδευτικό. Όλα αυτά, τα γνωστά και σε έναν πρωτοετή του παιδαγωγικού τμήματος. Όμως, για την κυβέρνηση δύο πράγματα έχουν σημασία: Να δείξει ότι πιέζει τον a priori «τεμπέλη» εκπαιδευτικό – διότι δήθεν αυτός δεν δουλεύει φουλ ωράριο – και δεύτερον να παρκάρει τα παιδιά σε μια συσκευή, καθώς το σχολείο για αυτούς είναι κυρίως πάρκινγκ. Δεν είναι τυχαίο ότι οι σχολάρχες στα ιδιωτικά δημοτικά σχολεία διαμαρτύρονται για το – ήδη εξοντωτικό – 3ωρο των μαθητών του δημοτικού (14.00-17.00) και ζητούν ακόμα περισσότερες ώρες. Βεβαίως, οι σχολάρχες διαμαρτύρονται, διότι εξαιτίας του 3ωρου μαθήματος δέχονται πιέσεις από τους γονείς – πελάτες για μείωση διδάκτρων. Έτσι, αδιαφορώντας για το καλό των παιδιών, παλεύουν να επεκτείνουν το τηλεβασανιστήριο, για να μην χάσουν ούτε ευρώ.
  • Η τηλεκπαίδευση αυξάνει τις ήδη υφιστάμενες ανισότητες. Πολλοί μαθητές, ειδικά στις πιο λαϊκές γειτονιές, συνδέονται μόνο μέσω κινητού τηλεφώνου. Άλλοι δεν έχουν την κατάλληλη σύνδεση. Σε απομακρυσμένα νησιά και χωριά δεν υπάρχει καν κατάλληλο διαδίκτυο. Οι μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες ουσιαστικά αποκλείονται, όπως και τα προσφυγόπουλα. Οι συνθήκες στο σπίτι δεν είναι κατάλληλες για τα πιο φτωχά παιδιά που ζουν 2-3 αδέρφια σε μικρά διαμερίσματα και έχουν ένα δωμάτιο. Η εκπαιδευτική διαδικασία στην τάξη ενέχει την παρότρυνση, το ενδιαφέρον, την ενασχόληση με τους πιο αδύναμους μαθητές. Όλα τα παραπάνω εγγράφονται ως αποτυχία και ματαίωση για εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές, ειδικά τους πιο μικρούς. Για τα παραπάνω θεμελιώδη το Υπουργείο Παιδείας αδιαφόρησε, όχι από αβλεψία, αλλά γιατί είναι στο DNA τους ότι «το παιδί από το Περιστέρι προορίζεται για ψυκτικός», όπως είχε δηλώσει και ο κ. Μητσοτάκης.
  • Η τηλεκπαίδευση θα αξιοποιηθεί ως μοχλός επίθεσης στα δικαιώματα του εργαζόμενου-εκπαιδευτικού. Η ελαστικοποίηση του ωραρίου είναι ήδη μια πραγματικότητα. Το ίδιο και η ελαστικοποίηση του χώρου εργασίας, καθώς τα σχολεία δεν έχουν τον εξοπλισμό για να παρέχουν οι εκπαιδευτικοί τηλεκπαίδευση από εκεί. Η δυνατότητα κάθε επίδοξου αξιολογητή να «παρακολουθεί» το μάθημα θα χρησιμοποιηθεί για την περιβόητη αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, τη διαμόρφωση ενός φοβισμένου εργαζόμενου χωρίς δικαιώματα, σε ένα σχολείο που θα αντιμετωπίζει τους γονείς σαν πελάτες.

Η ίδια η επιτροπή «ειδικών» και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έχουν ισχυρισθεί ότι τα σχολεία δεν είναι εστίες υπερμετάδοσης, ειδικά τα δημοτικά και νηπιαγωγεία. Το ίδιο ισχυρίζεται και ο ΠΟΥ. Ακόμα και με στοιβαγμένα τα παιδιά σε 25άρια τμήματα, ισχυρίζονται ότι η διασπορά είναι σχετικά μικρή. Άρα γιατί έκλεισαν τα σχολεία και μάλιστα πανελλαδικά; Το επιχείρημα ότι έκλεισαν τα σχολεία εξαιτίας του συνωστισμού των γονέων το πρωί και το μεσημέρι, είναι έωλο. Κάτι τέτοιο μπορεί να ελεγχθεί στο δημοτικό με κυλιόμενο ωράριο ανά τάξη, ώστε οι γονείς να μοιράζονται. Τα δε νήπια είναι πολύ λιγότερα και ήδη προσέρχονται σε σειρά με ασφαλείς αποστάσεις. Δεν έχουν κλείσει τα αεροδρόμια, δεν έχουν κλείσει τα υποκαταστήματα τραπεζών, δεν έχουν κλείσει τα δικαστήρια, αλλά έκλεισαν τα σχολεία.

Η κυβέρνηση δείχνει κάθε στιγμή τις προτεραιότητές της. Αδιαφορία για τη μόρφωση και την κοινωνικοποίηση των παιδιών του λαού, καμία επαφή με την πραγματικότητα των φτωχών και της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Με βάση ότι έχασε τον έλεγχο της πανδημίας, πήρε εκείνα τα μέτρα που ταιριάζουν στην ιδεολογία και πολιτική της. Η κυβέρνηση έκλεισε τα σχολεία πανελλαδικά γιατί είναι αλλεργική σε οποιοδήποτε μέτρο ενίσχυσης των δημόσιων κοινωνικών αγαθών, όπως προσλήψεις και δωρεάν τεστ. Έκλεισε τα σχολεία γιατί αδιαφορεί για τη δημόσια εκπαίδευση, τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών και τη μόρφωσή τους και θεωρεί ότι έτσι κι αλλιώς η ιδιωτική εκπαίδευση καλύπτει το κενό για όποιον αντέχει η τσέπη του. Γιατί με τις εμμονές της περί καινοτομίας, θεωρεί ότι εκπαίδευση είναι το πέταγμα των μαθητών μπροστά σε μια οθόνη. Η κυβέρνηση κλεισμένη στη γυάλα των «αρίστων» της κοινωνικής τάξης που εκπροσωπεί θεωρεί ότι η τηλεκπαίδευση είναι μια «κανονική» διαδικασία, όπως ίσως είναι στα ακριβά ιδιωτικά σχολεία, τουλάχιστον από άποψη εξοπλισμού.

Τα παραπάνω σημαίνουν αυξημένα καθήκοντα για το λαϊκό κίνημα. Αν η κυβέρνηση ακολουθήσει το μοντέλο του «ακορντεόν», δηλαδή των διαδοχικών λοκ ντάουν και ανοιγμάτων έως την άνοιξη, τότε γίνεται ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη να απαιτήσουμε μέτρα για ανοιχτά σχολεία, ώστε να μην χαθεί μια χρονιά (ή μια γενιά;) μαθησιακά και ψυχολογικά.

Ζητάμε μέτρα για να ανοίξουν τα σχολεία

  • Έως 15 μαθητές ανά τμήμα – ένας μαθητής ανά θρανίο.
  • Προσλήψεις εκπαιδευτικών – όχι στις εξευτελιστικές 3μηνες συμβάσεις.
  • Ανεύρεση νέων αιθουσών / διπλή βάρδια απόγευμα-πρωί όπου δεν υπάρχουν.
  • Δωρεάν μαζικά τεστ. Ο ΕΟΔΥ από τηλεφωνικό κέντρο να γίνει πραγματικός μηχανισμός ιχνηλάτησης.
  • Να ανοίξουν οι ομάδες και οι ανοιχτοί χώροι άθλησης για τους μαθητές

Και σε κάθε περίπτωση για το εξελισσόμενο φιάσκο της τηλεκπαίδευσης είναι απαραίτητο εδώ και τώρα να απαιτηθεί ή και να επιβληθεί από τους Συλλόγους Διδασκόντων και τους Συλλόγους Γονέων:

  • Μείωση ωραρίου για όλους τους μαθητές. Όχι στην εξοντωτική έκθεση στην οθόνη.
  • Μείωση της ύλης – κανένα προχώρημα της ύλης. Όχι στην υποχρεωτικότητα.

Επιτροπή Εκπαιδευτικών Συντονισμού Κομμουνιστικών Δυνάμεων 

Στην τηλεκπαίδευση δεν δίνουμε συναίνεση

Η εκπαίδευση δεν είναι ουδέτερος θεσμός, αλλά στην πραγματικότητα επηρεάζεται κι επηρεάζει οικονομία, κοινωνία και πολιτική. Από τη δεκαετία του ’90 χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την εμπορευματοποίηση κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας μέσα από νέες τεχνολογίες πληροφορικής κι επικοινωνιών. Οι βάσεις τέθηκαν στη Συνθήκη του Μάαστριχ το 1992 και ανανεώθηκαν στη Σύνοδο της Λισσαβόνας το 2000. Από τότε κράτη και καπιταλιστές εισάγουν σταδιακά νέες τεχνολογίες, ιδίως πληροφορικής κι επικοινωνίας, στον εκπαιδευτικό τομέα.

Η υγειονομική κρίση του covid-19 έγινε χρυσή ευκαιρία για τη γενικευμένη εφαρμογή της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (εξ ΑΕ) ή τηλεκπαίδευσης, σύγχρονης ή ασύγχρονης. Στην αρχή προαιρετικά και με επίκληση στο εκπαιδευτικό καθήκον ή σ’ ενοχικά σύνδρομα, ήδη υποχρεωτικά ως καινοτόμα και πολλά υποσχόμενη μορφή εκπαίδευσης και δήθεν, μόνη ρεαλιστική λύση.

Η τηλεκπαίδευση είναι εκπαίδευση; 

Η εκπαίδευση, με όλες τις ταξικές ανισότητές της, πάντως τους δυο τελευταίους αιώνες παρείχε κάποιες εγγυήσεις. Προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, κρατική θεσμοθέτηση, δηλωμένους γενικούς σκοπούς και ειδικούς στόχους, αναλυτικά προγράμματα σπουδών, νομικό πλαίσιο λειτουργίας, συγκεκριμένες μεθόδους κι εργαλεία επίτευξης των στόχων, και συνολικό έλεγχο. Επίσης εξειδικευμένο διδακτικό προσωπικό, ισότιμη πρόσβαση, φυσική παρουσία σε συγκεκριμένους χώρους και χρόνους (κτηριακές υποδομές, χρόνοι φοίτησης), διδακτικό υλικό, διαπροσωπικές σχέσεις, δημοκρατικές διαδικασίες, ένταξη και δράση στο κοινωνικό περιβάλλον της σχολικής ή πανεπιστημιακής κοινότητας, πολύπλοκες διαδικασίες διδασκαλίας και μάθησης μέσα από ανάπτυξη σχέσεων και αλληλεπίδραση, αισθητηριακές προκλήσεις και απαντήσεις, πειραματισμό, και πλήθος άλλες πολυδιάστατες διαδικασίες. Σκοποί της ορίζονται η ολόπλευρη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων στην κατεύθυνση της δημιουργίας δημοκρατικών πολιτών, η καλλιέργεια κοινωνικής ταυτότητας και συνείδησης, η ανάπτυξη συλλογικής προσπάθειας και συνεργασίας συμμετοχικά και με ανάληψη πρωτοβουλιών υπέρ του κοινωνικού συνόλου.

Απεναντίας, στην εξΑΕ από τη δεκαετία του 1950 προσέφυγαν χώρες με αποκλειστικό γνώμονα την αύξηση της παραγωγικότητας και τη μείωση του κόστους. Η εξΑΕ σημαίνει απόσταση χωρική ή και χρονική μεταξύ δασκάλων και μαθητών και προσφέρεται από κάθε λογής φορείς. Μεσολαβείται από προκατασκευασμένα ηλεκτρονικά περιβάλλοντα μάθησης (πλατφόρμες) και ατομικά μέσα πρόσβασης σ’ αυτά, ενώ στηρίζεται στην αποτελεσματικότητα διδακτικών πακέτων που εξυπηρετούν πρωτίστως γνωσιακούς στόχους. Επιδιώκει μαθησιακά αποτελέσματα προωθώντας το τι μπορούν να κάνουν οι εκπαιδευόμενοι με το δάσκαλο ή σύμβουλο σε ρόλο απλού μεσολαβητή.  Δηλωμένο σκοπό έχει την ανάπτυξη ικανοτήτων χρήσιμων στην παραγωγή, μαζί με κάποιες ελάχιστες κοινωνικές δεξιότητες συνεργασίας που να διευκολύνουν την εργασιακή απόδοση και τη στοιχειώδη συγκράτηση της κοινωνικής συνοχής. Σ’ αυτήν ακριβώς τη θεώρηση αντιτασσόμαστε και δεν δεχόμαστε ότι η εξΑΕ είναι εκπαίδευση. Η επιστήμη τονίζει ότι μαθαίνουμε μόνο μέσα από σχέσεις και συλλογικά, ενώ η απαράδεκτη ατομική ευθύνη της επιτυχίας ή αποτυχίας δεν είναι παρά το δόγμα του φιλελευθερισμού.

Η δημόσια εκπαίδευση την εποχή της ατομικής ευθύνης

Το ίδιο δόγμα προωθεί την υπονόμευση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Η δημόσια εκπαίδευση παύει προοδευτικά να είναι δημόσια, καθώς τεχνολογικά προϊόντα του ιδιωτικού τομέα (πλατφόρμα WEBEX, Μicrosoft, zoom, google, youtube, κ.ά.) διεισδύουν ενισχύοντας διαρκώς το ρόλο τους, αρχικά με τη μορφή χορηγίας ή φιλανθρωπίας και κατόπιν με συμπράξεις δημοσίου – ιδιωτικού τομέα που φέρνουν υπερκέρδη στον ιδιώτη ληστεύοντας το δημόσιο. Τα ψηφιακά εργαλεία μάθησης αναπτύσσονται με αλματώδη ταχύτητα προς αυτή την κατεύθυνση, όπως και η ζήτησή τους. Καθώς μετατίθενται οι ευθύνες στα άτομα, η οικογένεια -όπου και όταν υφίσταται- καλείται ξανά να στηρίξει την εκπαίδευση οικονομικά, ηθικά και ψυχολογικά. Η οικονομική μας επιβάρυνση κλιμακώνεται εδώ και χρόνια, αλλά πλέον η επιχείρηση της τηλεκπαίδευσης στη χώρα μας ακυρώνει κάθε προσπάθεια αυτονόμησης της νεολαίας και διεύρυνσης του εγκοινωνισμού πέρα από το στενό κύκλο των συγγενών, που είναι και στόχος πρωταρχικός της εκπαίδευσης.

Η εφαρμογή ακόμη κι ενός μεικτού μοντέλου δια ζώσης κι εξ αποστάσεως εκπαίδευσης μειώνει τη δημόσια δαπάνη για κτηριακές υποδομές, προσωπικό και συγγράμματα. Καθώς όμως το κόστος για την απόκτηση τεχνολογικού εξοπλισμού μεταφέρεται σ’ εκπαιδευόμενους κι εκπαιδευτικούς, πολλαπλασιάζονται ταξικές ανισότητες κι αποκλεισμοί. Οι ανισότητες αντί να αρθούν με την εξασφάλιση μέσων για όλους (αν υποθέσουμε ότι θα ήταν εφικτή) επεκτείνονται και στην ψηφιακή πραγματικότητα, καθώς αφορούν τα εργαλεία, τις δεξιότητες χρήσης τους, και όλη τη δομή και μορφοποίηση των νέων περιβαλλόντων μάθησης που καθόλου ουδέτερα δεν είναι.

Σκέψεις για τις επιπτώσεις

Παιδαγωγικά, διδακτικά και μαθησιακά η τηλεκπαίδευση φέρνει εξατομίκευση και απομόνωση που συχνά προκαλούν ψυχικές διαταραχές και νοσήματα, ακυρώνοντας τους παιδαγωγικούς σκοπούς που προάγει η φυσική παρουσία. Καταργεί τις διδακτικές μεθόδους που βασίζονται στην προσωπική σχέση δασκάλου-μαθητή, δίνοντας κυρίαρχη θέση σ’ εμπορευματοποιημένες νέες τεχνολογίες. Υποβαθμίζει τη μόρφωση σε κατάρτιση κι εργαλειακές δεξιότητες, ενώ αυθαίρετα ποσοτικοποιεί τα κριτήρια της μάθησης.  Προάγει εντέλει μια περιορισμένη εργαλειακή ορθολογικότητα (κατά το μέσο), ενώ αποδυναμώνει τη συνθετική, ολοποιητική, διαλεκτική και μη εργαλειακή λογική (ορθολογικότητα κατά το σκοπό).

Εργασιακά, η τηλεκπαίδευση οδηγεί σε κακοποιητικές ολοένα πιο ελαστικές, εντατικοποιημένες και προσωρινές μορφές εργασίας (αναπληρωτές τρίμηνης σύμβασης για την εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης το τρέχον σχολικό έτος). Κατακερματίζει το χρόνο εργασίας διαχέοντάς τον μέσα στο εικοσιτετράωρο. Αποδιοργανώνει τη συλλογικότητα, αφού ο κοινός χώρος εργασίας χάνεται και οι συλλογικές αποφάσεις περιορίζονται. Η εκπαιδευτική εργασία τυποποιείται με ανούσια ποσοτικά κριτήρια και υπόκειται σε κεντρικό έλεγχο και αξιολόγηση από το Υπουργείο, που παρακολουθεί πάντοτε τα δεδομένα χρήσης της πλατφόρμας, όσο και από τον ιδιώτη πάροχο της πλατφόρμας.

Ειδικά στη χώρα μας, η τηλεκπαίδευση στερούνταν νομικού πλαισίου στο πρώτο κύμα της υγειονομικής κρίσης. Φέτος το Υπουργείο τη νομοθέτησε εσπευσμένα ως δήθεν αποτελεσματική λύση για καραντίνες κι ευπαθείς ομάδες (και βέβαια ως εργαλείο για να σπάσει τις σχολικές καταλήψεις). Ωστόσο παραμένει αντισυνταγματική, καταλύοντας την αρχή της ισότιμης και δωρεάν πρόσβασης. Τα προσωπικά δεδομένα εκπαιδευτικών και εκπαιδευόμενων κινδυνεύουν να παραδοθούν προς αξιοποίηση σε κάθε λογής κερδοσκόπους.

Για μια δημόσια εκπαίδευση ζωντανή

Ενώ οι οπισθοδρομικές αλλαγές στην εκπαίδευση αποκτούν ιλιγγιώδη ταχύτητα, το εκπαιδευτικό κίνημα αργεί ν’ αρθρώσει οργανωμένη κριτική. Στέλνουμε λοιπόν μήνυμα κινδύνου. Αν εκπαιδευτικοί, παιδιά και γονείς δεν αντισταθούμε στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση που έχει αιχμή την εξΑΕ, δυστυχώς διαμορφώνεται στην εκπαίδευση μια νέα κατάσταση δυσοίωνη για το σύνολο της κοινωνίας και ιδίως για τα μη προνομιούχα στρώματα. Για όλους τους παραπάνω λόγους, λοιπόν, αρνούμαστε την τηλεκπαίδευση με τον τρόπο που μεθοδεύεται σήμερα, και αγωνιζόμαστε για ανοιχτά σχολεία και πανεπιστήμια με ίση πρόσβαση, μείωση σπουδαστών και μαθητών σε κάθε αίθουσα, ζωντανή εκπαιδευτική διαδικασία και ουσιαστική αύξηση των δαπανών για τη δημόσια παιδεία. Για μια δημόσια εκπαίδευση που να ανταποκρίνεται στις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες.

Αγγελίδη Ευαγγελία, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Αλεξίου Σπύρος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Αναγνωστάκης Αλέξανδρος, εκπαιδευτικός  Β΄/θμιας

Αναστασόπουλος Βασίλης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Ανδριοπούλου Ανδριάννα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Βαγενάς Μάριος, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Βαϊνάς Παντελής, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Βλάχου Σόνια, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Γαβαλάς Αργύρης, εκπαιδευτικός Β΄/Βαθμιας 

Γαλάνη Μάρω, Ε.Ε.ΕΠ, Πανεπιστημίου Πατρών

Γανωτής Νίκος, φοιτητής Παν/μίου Πατρών

Γιαταγάνα Έλενα,  εκπαιδευτικός ιδιωτικής εκπαίδευσης

Γυιόκα Λία, αναπλ. Καθηγήτρια ΑΠΘ

Διαμαντίδης Τάκης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Διολέτης  Γιώργος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας 

Ζερβουδάκης Γεώργιος, αναπλ.  Καθηγητής  Παν/μίου Πατρών

Θεοδωροπούλου Κατίνα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Ιωάννου Βάσω, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Καβάλα Μαρία, επίκ. Καθηγήτρια ΑΠΘ

Καγιάφας Φώτης, μεταπτυχιακός φοιτητής

Καζάνης Νεκτάριος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κακαγιάννης Νίκος, εκπαιδευτικός  Β΄/θμιας

Κακούρου Κωνσταντίνα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κολούσιος Στέργιος, Συνταξιούχος Εκπαιδευτικός Α/Βαθμιας

Καμπακάκη Ελένη, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Καπακτσής Αλέκος, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Καρυώτης Δημήτρης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κατσούλας Θεοδόσιος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κιουπκιολής Αλέξανδρος, αναπλ. Καθηγητής ΑΠΘ

Κιούρκας Δημήτρης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κοζιώρη Βαρβάρα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κόκα Βάσω, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας 

Κομπότης Νίκος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας 

Κοντογιάννη Μαριλένα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κοτζαμανίδη Ειρήνη, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κοτζαμανίδη Λίνα, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Κουμπουρά Μαρία, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κούκου Κατερίνα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κουκούλας Λευτέρης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας 

Κουκούτση Αγγελική, εκπαιδευτικός ιδιωτικής εκπαίδευσης

Κουκούτσης Γιάννης, φοιτητής Παν/μίου Πατρών

Κουρνιώτης Χρήστος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κουσινίδης Χαρίλαος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Κουφιώτου Λίτσα, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας 

Κυδωνιάτης Ιάσονας, φοιτητής Παν/μίου Κέρκυρας

Κυπραίος Μανόλης, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Κυριακάκης  Γιάννης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας, πρόεδρος ΕΛΜΕ Χανίων

Κωστόπουλος Κώστας, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Λαμπρόπουλος Ντίνος, εκπαιδευτικός ιδιωτικής εκπ/σης

Λαμπροπούλου Ευαγγελία, μεταπτυχιακή φοιτήτρια Παν/μίου Πατρών

Λαμπροπούλου Νίκη, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Λέττα Ελένη, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Λυκούδη Άννα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μάλης Νίκος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας 

Μάλφας Γιώργος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μανέτας Γιάννης, ομότ. Καθηγητής Παν/μίου Πατρών

Μαντέλας Νίκος, υποψήφιος διδάκτορας Π.Τ.Δ.Ε.-Ε.Κ.Π.Α.,  εκπαιδευτικός ιδιωτικής εκπαίδευσης

Μαραβελίδου Μαρία, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας 

 Μαρκέτος Σπύρος, επίκ. Καθηγητής ΑΠΘ

Μαστραπά Θεοδώρα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μουντάκη Αναστασία, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μουρατίδου Μαρίνα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μούρης Ηλίας, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μουρκούσης Σταύρος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μούρτζη Βάσω, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μπαρμπαγιάννη Έλλη, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μπελερή Ντίνα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μπελερή Ιωάννα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Μπίκα Δήμητρα, εκπαιδευτικός  Β΄/θμιας

Μπίκας Παναγιώτης, Ε.ΔΙ.Π. ΑΠΘ 

Μπουρτζίλα Αλεξάνδρα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Νικολακόπουλος Γιάννης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Νικολόπουλος Χρήστος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Ντούκα Αναστασία, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Ορφανίδου Όλγα, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Παπαδημητρίου Βασίλης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Παπαδοπετράκης Ευτύχης μαθηματικός Πανεπιστήμιο Πάτρας

Παπαδόπουλος Δημήτρης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Παπαθανάσης Λευτέρης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Παπαθανασίου Θανάσης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Παπαϊωάννου Αναστασία, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Παπαχατζής Ηλίας, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Παναγοπούλου Γιώτα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Πανουτσόπουλος Γρηγόρης, ερευνητής ΕΚΠΑ

Παρτόζης Γιάννης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Πατσιατζή Δέσποινα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Πετράκης Κωνσταντίνος, κοινωνιολόγος

Πρόγγα Μαρία, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Προγούλης Νίκος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας και Γ΄/θμιας

Ράπτη Μαρίνα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Ρεμπάπης Παναγιώτης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Ρέππα Ντίνα, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Σαλαγιάννη Διαμάντω, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Σαλαγιάννη Μαρία, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Σιέρας Απόστολος   Εκπαιδευτικός Β΄/θμιας 

Σιδηροπούλου Ελένη, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Σκούρας Άγγελος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Σμήλιος Ηλίας, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Σουρτζής Φώτης, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Σπυρόπουλος Γιάννης, φοιτητής Παν/μίου Πατρών

Σταυρόπουλος Τάσος, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας 

Σταυροπούλου Άννα-Μάγια, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Στεφάνου Κατερίνα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Στίγκα Μάρθα, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Σφαιροπούλου Αθηνά, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Τεντζερά Λήδα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Τομαρά Δήμητρα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Τραγά  Στέλλα, εκπαιδευτικός Α΄/θμιας

Τσαπραλή Μαρία, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας 

Τσιλιγιάννη Ευαγγελία, Ε.ΔΙ.Π Παν/μίου Ιωαννίνων

Τσιόκανος Θανάσης, Καθηγητής Παν/μίου Θεσσαλίας

Φουντάς Θόδωρος, εκπαιδευτικός Β΄ /θμιας

Φρυδά Ευαγγελία, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Χασιώτης Λουκής, επίκ. Καθηγητής ΑΠΘ

Χατζηαράπης Κώστας, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Χρονοπούλου Λίλα, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Ψαρρού Σοφία, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Ψωίνου Έφη, εκπαιδευτικός Β΄/θμιας

Νοέμβρης 2020

Μαύρο στην Τέχνη

Την περασμένη Πέμπτη 9 Ιουλίου, εικαστικοί καλλιτέχνες που εργαζόμαστε ως καθηγητές στη Μέση Εκπαίδευση πραγματοποιήσαμε το εικαστικό δρώμενο  «Μαύρο στην Τέχνη». Πρόκειται για μια δράση που έλαβε χώρα στο πλαίσιο της διαδήλωσης ενάντια στο χουντονόμο Χρυσοχοΐδη, η οποία, ουσιαστικά, κατέδειξε την άρρηκτη σχέση ανάμεσα στον Κεραμεσαιωνικό σκοταδισμό που επιχειρείται να επιβληθεί στην Παιδεία και στη συνολική αντιδημοκρατική κατρακύλα της κυβέρνησης. Κατέδειξε ότι το ενιαίο δόγμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι το «Να μην σκέφτεσαι – Να μην εκφράζεσαι – Να μην αντιδράς συλλογικά»

Το εικαστικό δρώμενο παρουσίαζε την εικονική κηδεία της Τέχνης που σήμερα δολοφονείται από το υπουργείο Παιδείας και την ανάστασή της ως αποτέλεσμα της ζωοδότρας δράσης των μαθητών και των καθηγητών των καλλιτεχνικών μαθημάτων. Σε ρόλο προπομπού βρέθηκε το μαύρο πανό της Ένωσης Εκπαιδευτικών Εικαστικών Μαθημάτων: «Η Τέχνη είναι Ζωή αλλά η Εικαστική Παιδεία πεθαίνει.» Ακολουθούσε το φέρετρο της πεθαμένης Τέχνης μέσα στο οποίο βρίσκονταν η ίδια η ζωή αποτυπωμένη στα πολύχρωμα έργα μαθητών μας. Κατόπιν έρχονταν οι τεθλιμμένοι υπηρέτες και οι φίλοι της Τέχνης, με αργόσυρτο βήμα, σχεδόν παραπαίοντας. Οι καλλιτέχνες ντυμένοι στα μαύρα, κρατώντας αγγελτήρια κηδείας, άδεια τελάρα ζωγραφικής και άδειες κορνίζες παρουσίασαν συμβολικά τον εξοβελισμό του έργου τέχνης και εν τέλει του ίδιου του καλλιτέχνη-εκπαιδευτικού από την κοινωνία. Οι μάσκες θανάτου που κάλυπταν τα πρόσωπα, τα μαύρα καπέλα, τα βέλα και το έντονο μακιγιάζ έδιναν στο δρώμενο έναν σουρεαλιστικής απόχρωσης τόνο αμφισβήτησης ενώ η προσπάθεια να επιτευχθεί αισθητική αρτιότητα δεν επέτρεψε τον εκφυλισμό του σε μια ποδοσφαιρικού τύπου «κηδεία της αντίπαλης ομάδας».

Οι συμμετέχοντες συγκεντρωθήκαμε στις 18.30 στην πλατεία Κλαυθμώνος. Ανάμεσα μας ήταν η Ζ. Χατζή, πρόεδρος της Ένωσης Εκπαιδευτικών Εικαστικών Μαθημάτων, και η Ε. Μελά, πρόεδρος του  Επιμελητηρίου Εικαστικών  Τεχνών Ελλάδας. Το σχέδιο ήταν να διασχίσουμε όλη την μεγαλειώδη διαδήλωση και κάνοντας στάσεις σε συγκεκριμένα σημεία να παρουσιάσουμε τη νίκη της Τέχνης αποτυπωμένη στις πολύχρωμες ζωγραφιές των μαθητών που ξεχειλίζουν μέσα από το φέρετρο. Η ζωή που νικά το θάνατο, το φως που επικρατεί του σκότους. Πράγματι, έγιναν δύο στάσεις, η μία στα Προπύλαια και η άλλη στο Σύνταγμα. Κατά την εξέλιξη του δρώμενου, ο κόσμος μας υποδέχονταν παντού με ενθουσιασμό και με χειροκροτήματα. Ήμασταν κάτι το διαφορετικό, μια σιωπηλή πομπή ζωντανών-νεκρών που υπερασπίζονταν το δίκιο, βάζοντας μπροστά το προϊόν της δουλειάς μας, την εικόνα που παράγουμε και τα έργα των μαθητών μας.

Στο Σύνταγμα, την ώρα που η αστυνομία του Χρυσοχοΐδη επιχείρησε με δολοφονικό τρόπο να διαλύσει την ειρηνική εκδήλωση διαμαρτυρίας, εμείς διαδηλώναμε την εναντίωσή μας στο θάνατο της Τέχνης στο Λύκειο, στο θάνατο της έκφρασης και της ελευθερίας. Ακόμα και η ύστατη στιγμή της αποχώρησής μας από το πνιγμένο στα δακρυγόνα Σύνταγμα είχε κάτι το άκρως καλλιτεχνικό και άκρως σουρεαλιστικό: ανάμεσα στο πανικόβλητο πλήθος κάποιοι με προσωπεία «medico di peste» έτρεχαν για να σωθούν κρατώντας ένα φέρετρο δύο μέτρων. Η σκηνή φέρνει στο νου το κουβανέζικο φιλμ του Αλέα «Ο θάνατος ενός γραφειοκράτη» όπου κάποιοι κλέβουν ένα φέρετρο και φεύγουν γρήγορα-γρήγορα, λικνιζόμενοι σε κουβανέζικο ρυθμό, μετά το χτύπημα του μαστίγιου και τους δήθεν πυροβολισμούς ενός αμερικάνου καουμπόι.

Επόμενος σταθμός του αγώνα μας είναι η σημερινή (13/7) συνέντευξη τύπου στις 18.00 στον αίθριο χώρο της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών, Πειραιώς 256, στην οποία η Ένωση Εκπαιδευτικών Εικαστικών Μαθημάτων έχει καλέσει σχολές της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, την ΟΛΜΕ, την Ανώτατη Συνομοσπονδία Γονέων Μαθητών Ελλάδας και το Επιμελητήριο Εικαστικών  Τεχνών Ελλάδας. Η συνέντευξη θα μεταδοθεί ζωντανά στο YouΤube στο διαδίκτυο ενώ μετά  θα ακολουθήσει από τους συγκεντρωμένους εικαστικούς εκπαιδευτικούς συζήτηση για την αποτίμηση της κατάστασης και προτάσεις για τη συνέχιση του αγώνα.

Ο αγώνας για να επανέλθουν τα καλλιτεχνικά μαθήματα στο Γενικό Λύκειο, ο αγώνας για ουσιαστική εικαστική παιδεία σε όλες τις τάξεις του σχολείου, ο αγώνας για να διδάσκονται τα Καλλιτεχνικά ως εργαστηριακό μάθημα θα είναι ένας αγώνας παρατεταμένος και πολύμορφος. Έχουμε πιστέψει σε αυτόν, είμαστε επίμονοι και σίγουρα θα μας ξανασυναντήσετε. Ίσως με άλλη σύνθεση, με άλλη περιβολή, όμως με την ίδια αγωνιστικότητα και πάθος.  Έχουμε πετύχει πολλά και γνωρίζουμε ότι η κυβέρνηση, η υπουργός και οι παρατρεχάμενοί τους είναι «χάρτινες τίγρεις»: όσο απειλητικοί κι αν παρουσιάζονται δεν παύουν να είναι φτιαγμένοι από χαρτί. Γι αυτό και τελικά θα νικήσουμε!

Γεωργοπούλου Ειρήνη

Ζωγράφος – Καθηγήτρια Καλλιτεχνικών

Μαθημάτων ΠΕ 08 Μέσης Εκπαίδευσης

 Μέλος του  Επιμελητηρίου Εικαστικών  Τεχνών Ελλάδας και της Ένωσης Εκπαιδευτικών Εικαστικών Μαθημάτων

Επικίνδυνος ψηφιακός δούρειος ίππος

Μου προκαλούν τρόμο τα εγκώμια που αυτές τις εβδομάδες, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, πλέκουν οι επικεφαλής της ψηφιακής πραγματικότητας και της τηλεκπαίδευσης. Είναι ένας επικίνδυνος δούρειος ίππος, που, εκμεταλλευόμενος την πανδημία, επιδιώκει με ύπουλο τρόπο να εξαφανίσει τα τελευταία προπύργια της προσωπικής μας ζωής και της διά ζώσης διδασκαλίας.

Ωστόσο, ανάμεσα στις τόσες αβεβαιότητες που μας κατακλύζουν, αναδύθηκε μέσα μου μία βεβαιότητα: μόνο η συνάντηση με τους φοιτητές, στην αίθουσα, μπορεί να νοηματοδοτήσει αληθινά τη διδασκαλία και την ίδια τη ζωή του διδάσκοντος.

Δεν μου είχε ποτέ συμβεί, στα τριάντα χρόνια διδακτικού έργου, να φανταστώ ότι θα γίνονταν μαθήματα, εξετάσεις και ορκωμοσίες μέσα από μια ψυχρή οθόνη. Κι ενώ ορισμένοι συνάδελφοι εκθειάζουν την εκπαίδευση του μέλλοντος, εγώ αισθάνομαι την αμηχανία κάποιου που ζει σε έναν κόσμο που του είναι πλέον άγνωστος.

Δεν μιλώ για την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που δημιουργήθηκε – είναι αναπόφευκτο τώρα να προσαρμοστούμε στην ψηφιακή πραγματικότητα, για να μην πάει στράφι το ακαδημαϊκό έτος. Αναφέρομαι σε όσους εν χορώ εξυμνούν την πρόοδο, στους καθηγητές-μάνατζερ της τηλεματικής και στα εξ αποστάσεως πανεπιστήμια, που, από τον Μάρτιο, κατακλύζουν με διαφημίσεις τις εφημερίδες και τα κανάλια της τηλεόρασης.

Υπάρχουν αυτοί που ζητωκραυγάζουν θεωρώντας τον κορωνοϊό σαν ευκαιρία για να συντελεστεί το πολυπόθητο άλμα προς τα εμπρός και η πολυαναμενόμενη αναβάθμιση και αυτοί που, αντιθέτως, σκέφτονται με λύπη πως δεν είναι δυνατόν να διδάξουν χωρίς την παρουσία των φοιτητών τους. Γι’ αυτόν το λόγο νιώθω μια τρομερή θλίψη στο ενδεχόμενο να κάνω πάλι χρήση της ψηφιακής πλατφόρμας, όταν ξαναρχίσουν τα μαθήματα το φθινόπωρο.

Πώς μπορώ να στερηθώ το θεμελιώδες τελετουργικό που, επί δεκαετίες, έχει τροφοδοτήσει τη διδασκαλία μου και μου έχει προσφέρει τόσες χαρές; Πώς θα μπορέσω να διαβάσω έναν κλασικό συγγραφέα χωρίς να κοιτάζω κατάματα τους φοιτητές μου, χωρίς να μπορώ να βλέπω να διαγράφονται στα πρόσωπά τους εκφράσεις αποδοκιμασίας ή χαμόγελα συνενοχής; Μια πονηρή ερώτηση είναι αρκετή για να σε βοηθήσει να σκεφθείς τι δεν έχεις κάνει καλά. Γιατί και οι καθηγητές είναι μαθητές, και μαθαίνουν και αυτοί. Τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, χωρίς τη ζωντανή παρουσία μαθητών και δασκάλων, θα γίνουν άδειοι χώροι, χωρίς ζωτική ενέργεια και πνοή.

Ποτέ άλλοτε όπως στη διάρκεια αυτών των μηνών του εγκλεισμού δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τόσο καλά ότι οι ανθρώπινες σχέσεις –οι αληθινές, όχι οι εικονικές– γίνονται ολοένα και περισσότερο μια πολυτέλεια. Το είχε αναφέρει προφητικά ο Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ όταν προέβλεπε ότι «μία μόνο πολυτέλεια υπάρχει, οι ανθρώπινες σχέσεις».

Ψευδαισθήσεις

Τώρα, είμαστε όντως σε θέση να υπολογίσουμε αποτελεσματικά τη διαφορά ανάμεσα στην κανονικότητα και στην κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Αν σε συνθήκες εκτάκτου ανάγκης, όπως στην πανδημία, οι βιντεοκλήσεις, το Facebook, το WhatsApp και άλλα παρόμοια εργαλεία αποτέλεσαν τη μοναδική μορφή επικοινωνίας για να διατηρήσουμε ζωντανές τις διαπροσωπικές σχέσεις μας, καθώς ήμασταν έγκλειστοι στα σπίτια μας, με την επιστροφή στην κανονικότητα τα ίδια αυτά εργαλεία μπορεί να αποδειχθούν επικίνδυνες πηγές ψευδαισθήσεων.

Είναι τετριμμένη η σκέψη ότι κάνοντας κλικ σε ένα κοινωνικό προφίλ έχεις κάνει έναν νέο φίλο. Ακριβώς όπως το να κάνεις chat στο Διαδίκτυο δεν σημαίνει πως καλλιεργείς φιλίες. Μια αληθινή σχέση έχει ανάγκη από τη σωματική, τη ζωντανή επαφή. Το ίδιο ισχύει και για τους χρήστες των κοινωνικών δικτύων, οι οποίοι, κλεισμένοι σ’ ένα δωμάτιο, σκέφτονται να συνάψουν σχέσεις μέσα από έναν υπολογιστή ή ένα τάμπλετ: μια συνεχής σύνδεση με τους άλλους στο τέλος καλλιεργεί μια νέα μορφή τρομακτικής μοναξιάς.

Δεν μπορούμε να φανταστούμε τη ζωή μας χωρίς Ιντερνετ ή χωρίς τηλέφωνα. Η τεχνολογία όμως, όπως ένα φάρμακο, μπορεί να θεραπεύσει ή να δηλητηριάσει: εξαρτάται από τις δόσεις που θα πάρεις! Στους New York Times, η Nellie Bowles αναφέρει ότι στην Αμερική η χρήση συσκευών παρουσιάζει μειωτική τάση στις πλούσιες οικογένειες και αυξητική στους φτωχούς και στη μεσαία τάξη.

Οι πλούσιοι και οι άλλοι

Οι ελίτ της Σίλικον Βάλεϊ στέλνουν τα παιδιά τους σε σχολεία που πριμοδοτούν τις ανθρώπινες σχέσεις αντί την τεχνολογία. Ετσι, στο μέλλον, οι γόνοι των πλουσίων οικογενειών θα κατέχουν ολοένα και περισσότερο το αγαθό της ανθρώπινης διάδρασης, ενώ η ψηφιακή πραγματικότητα θα προορίζεται για την εκπαίδευση των λιγότερο προνομιούχων. Οι λίγοι που θα μπορούν να πληρώνουν καλά έναν δάσκαλο με σάρκα και οστά και μια παιδεία υψηλού επιπέδου, φτιαγμένη ειδικά γι’ αυτούς, και όλοι οι άλλοι που δεν θα έχουν τη δυνατότητα για κάτι τέτοιο και θα πρέπει να αρκεστούν σε εικονικά ολογράμματα, που θα παρέχουν απλώς μια τηλεματική τυποποιημένη εκπαίδευση. Θα ήθελα να θυμίσω στους υποστηρικτές των πολυεθνικών της ψηφιακής τεχνολογίας –οι οποίες επιδιώκουν εδώ και χρόνια να κατακτήσουν μια μεγάλη μερίδα της παγκόσμιας αγοράς, αποτελούμενης από εκατομμύρια εκπαιδευόμενων και καθηγητών– ότι καμία εικονική πλατφόρμα δεν θα μπορέσει ποτέ να αλλάξει τη ζωή ενός φοιτητή. Από τον Σωκράτη μέχρι και πριν από την πανδημία, μόνον οι καλοί καθηγητές μπόρεσαν να το κάνουν.

Πηγή: Καθημερινή

Γιατί φωνάζουμε για τα Καλλιτεχνικά στο σχολείο;

Η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας να καταργήσει τα μαθήματα σχετικά με την Τέχνη στα Λύκεια έχει δημιουργήσει πλήθος αντιδράσεων.

Οι υπερασπιστές αυτής της ‘ιδέας’ έχουν ως βασικό επιχείρημα ότι δήθεν τα μαθήματα των Καλλιτεχνικών είναι «απλά διάλειμμα», είναι «η ώρα της κοπάνας», το «εύκολο 20» και αφού οι μαθητές δε μαθαίνουν και τίποτα χρήσιμο (sic) δεν είναι απαραίτητο να διδάσκεται. Ειδικά στο Λύκειο που αποτελεί όχι κομμάτι της εκπαιδευτικής βαθμίδας, αλλά μια τριετή προετοιμασία για τις εξετάσεις πρόσβασης στην τριτοβάθμια. Αυτό δε το λένε δυνατά στο Υπουργείο, αλλά το δείχνουν.

Έτσι λοιπόν, στον κόσμο των «αρίστων» τα μαθήματα που επιλέγονται για διδασκαλία κρίνονται όχι βάσει παιδαγωγικών κριτηρίων, αλλά βάσει της χρησιμότητάς τους με όρους της αγοράς εργασίας. Πόσο προσφέρουν δεξιότητες. Α, και κατά πόσο σε κάνουν «σωστό Έλληνα, χριστιανό και πατριώτη» κατά πώς φαίνεται και από προηγούμενες επιλογές της Υπουργού.

Ο ρόλος της Τέχνης στη ζωή μας

Η σχέση του ανθρώπου με την τέχνη συνίσταται σε δύο πράγματα: στο να τη δημιουργεί και στο να την απολαμβάνει. Στην ιστορία του ανθρώπινου γένους, οι άνθρωποι άρχισαν από πολύ νωρίς να πειραματίζονται με τη δημιουργία αισθητικών αντικειμένων. Η ίδια η διαδικασία όσο και το αποτέλεσμα τους προσέφεραν ικανοποίηση αλλά και ένα  τρόπο επικοινωνίας με τους άλλους. Αποτελεί δηλαδή μια μέθοδο κοινωνικοποίησης, αφού μέσα από το αντικείμενο της τέχνης μοιράζεσαι μια σκέψη, μια ιδέα, μια συναισθηματική κατάσταση, όχι μόνο με τον άμεσο περίγυρό σου, αλλά με όλους όσους θα έρθουν ποτέ σε επαφή με την καλλιτεχνική δημιουργία. Εκτός βέβαια από τη σύνδεση του δημιουργού και του θεατή ή του ακροατή, φέρνει κοντά το ακροατήριο μεταξύ του. Εδώ και αιώνες οι άνθρωποι συναντιόμαστε για να απολαύσουμε παρέα μια καλλιτεχνική δημιουργία: στο θέατρο, σε μια συναυλία, σε ένα κινηματογράφο, σε ένα μουσείο, πάντα βρισκόμαστε μαζί με άλλους. Ακόμα κι όταν έχουμε βρεθεί με δικούς μας ανθρώπους για κάποιο άλλο λόγο, συνηθίζουμε να ντύνουμε την εμπειρία μας με τέχνη, βάζοντας π.χ. λίγη μουσική σε ένα οικογενειακό τραπέζι. Πρόκειται λοιπόν για αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης εμπειρίας.

Ακόμα, η ενασχόληση με την τέχνη προάγει την ψυχική υγεία των ανθρώπων. Νοηματοδοτεί τη ζωή μας, μας φέρνει σε επαφή με το μέσα μας, με ένα πιο ώριμο τρόπο διαχείρισης των συναισθημάτων μας. Μας προσγειώνει στο παρόν μας σε ένα κόσμο που συνεχώς τρέχει προς τα μπρος. Μας εκπαιδεύει στη χαρά του να προσπαθούμε, και όχι μόνο στην ικανοποίηση της επιτυχίας, γιατί στην τέχνη δεν υπάρχει τελειότητα, υπάρχει πάντα χώρος για βελτίωση.

Έχει αποδειχθεί φυσικά ότι η σχέση μας με την τέχνη, παρότι με ένα τρόπο προκύπτει έμφυτα μέσα από την περιέργεια και τον πειραματισμό του ανθρώπου με το περιβάλλον του, έχει σε μεγάλο βαθμό να κάνει με τα ερεθίσματα που θα λάβει στα πρώτα χρόνια της ζωής του. Τα παιδιά που έχουν βιβλιοθήκη στο σπίτι τους είναι πιθανότερο να διαβάσουν λογοτεχνία. Τα παιδιά που στο σπίτι τους ακούνε μουσική ή έχουν μουσικό στην οικογένεια, είναι πιθανότερο να την αγαπήσουν. Η αγάπη για την τέχνη δηλαδή είναι κάτι που μαθαίνεται, τόσο στο να τη δημιουργείς όσο και στο να την απολαμβάνεις. Επειδή όμως γνωρίζουμε ότι δεν έχουν όλα τα παιδιά ίσες ευκαιρίες στο οικογενειακό περιβάλλον να έρθουν σε επαφή με την τέχνη, το σχολείο οφείλει να καλύψει αυτό το παιδαγωγικό κενό.

Ακόμα, η τέχνη είναι ένας τρόπος έκφρασης της προσωπικότητάς μας. Όταν απολαμβάνουμε τέχνη, ταυτιζόμαστε με το δημιουργό και ανακαλύπτουμε κομμάτια για τον εαυτό μας, νιώθουμε. Όταν φτιάχνουμε τέχνη αποτυπώνουμε έστω και φευγαλέα μια σκέψη ή ένα συναίσθημά μας. Πολλές φορές υιοθετούμε ένα δικό μας στυλ σε αυτό που φτιάχνουμε στην προσπάθειά μας να ξεχωρίσουμε, να πούμε «να, αυτό είμαι εγώ». Στην εφηβεία, το να βρω την ταυτότητά μου, να οικοδομήσω το ποιος ή ποια είμαι, να ανακαλύψω τις αξίες, τα ενδιαφέροντα, τις προτιμήσεις μου, είναι η βασική πρόκληση. Η τέχνη είναι αρωγός σε αυτό.

Σήμερα ζούμε σε ένα κόσμο με συνεχώς λιγότερη τέχνη αλλά με συνεχώς περισσότερο θέαμα. Αυτά τα δύο έχουν διαφορά και αυτή τη διαφορά τη βιώνουν και τα νέα παιδιά. Το ταξίδι προς την αυτοανακάλυψη πλέον περνάει μέσα από τη σύγκριση με τους άλλους στα social media με όρους ποσοτικούς – μετράω τα likes και τα follow. Μέσα από το να επαναλάβω την ίδια σκηνή, το ίδιο τραγούδι, την ίδια χορογραφία με χιλιάδες άλλους, αντί να δημιουργήσω κάτι δικό μου. Πρόκειται και αυτό για μια έκκληση για σύνδεση με τους άλλους, αλλά με έναν τρόπο εντελώς νέο, διαδικτυακό, ξένο για τους μεγαλύτερους, με αποτέλεσμα να το κατακρίνουμε. Όχι μόνο οι boomers, αλλά ακόμα και οι millennials έχουμε υιοθετήσει το κραχτήρι για τη ‘φθηνή’ διασκέδαση των νέων. Προσωπικά, πιστεύω ότι μια τέτοια οπτική χάνει το δάσος, καθώς ελάχιστοι φαίνεται να αναγνωρίζουν την ανάγκη που εκφράζεται με αυτούς τους τρόπους από τη νέα γενιά, και ακόμα λιγότεροι ενεργούν για να την καλύψουν.

Αν το σχολείο δε προσφέρει ευκαιρίες στα παιδιά να γνωρίσουν τον εαυτό τους και τους άλλους μέσα από την τέχνη, ποιος θα το κάνει; Αν το σχολείο σαν θεσμός δεν προσπαθήσει να καλύψει αυτές τις ψυχικές και κοινωνικές ανάγκες των παιδιών, θα το κάνει το tiktok με άλλο τρόπο.

Η τέχνη φυσικά προσφέρει και χαλάρωση. Μεγαλώνουμε παιδιά που από πολύ μικρή ηλικία τα φορτώνουμε με πρόγραμμα δραστηριοτήτων. Ο ελεύθερος χρόνος είναι περιορισμένος και όσο προχωράνε στη δευτεροβάθμια, οι δραστηριότητες γίνονται φροντιστήρια και μαθήματα. Τα παιδιά μεγαλώνουν με το ρολόι στο χέρι, με το άγχος να προλάβουν, και με το φόβητρο ότι αν δεν προλάβουν, θα αποτύχουν. Αν έχουν 45 λεπτά μέσα στην εβδομάδα, να κάθονται στην τάξη και να μιλάνε, να γελάνε και να μουτζουρώνουν ή να τραγουδάνε, για μένα ακούγεται υγιές και χρήσιμο. Παράλογο και επικίνδυνο μου φαίνεται να προσδοκούμε από τους εφήβους μας να φέρονται σαν ρομποτάκια επίλυσης ασκήσεων για 30+ ώρες την εβδομάδα στο σχολείο, και άλλες τόσες στο σπίτι και το φροντιστήριο.

Τέχνη στην Εκπαίδευση και Εκπαίδευση στην τέχνη;

Όπως προαναφέρθηκε, η κατεύθυνση που εφαρμόζει το Υπουργείο, με την τωρινή αλλά και με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, αφορά τη ανασύνταξη του σχολείου προς την εκμάθηση δεξιοτήτων (skill-based approach), ενάντια την εκπαίδευση προς τη γνώση (knowledge-based approach). Η συγκεκριμένη πολιτική προκύπτει από επίσημη οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία. Φυσικά, οι δεξιότητες οι οποίες προωθούνται είναι οι απορροφήσιμες σε τομείς που θεωρούνται επικερδείς. Οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές σπουδές δεν παράγουν εμπορεύσιμη αξία, άρα υποβαθμίζονται.

Επειδή θα μας κατηγορήσουν ότι δεν είμαστε ρεαλιστές, ας πούμε ότι αποδεχόμαστε το ρόλο της δευτεροβάθμιας και ειδικά του Λυκείου ως ένα πλαίσιο που σε προετοιμάζει για την επαγγελματική σου καριέρα. Και σε αυτήν την περίπτωση, η εξαφάνιση των καλλιτεχνικών μαθημάτων από το ωρολόγιο πρόγραμμα, αφήνει στο κενό τα παιδιά που θα ασχοληθούν επαγγελματικά με την τέχνη και τα σχετικά με την τέχνη επαγγέλματα. Βέβαια, γνωρίζουμε ότι εδώ και δεκαετίες σύνδεση με σπουδές καλών τεχνών, θεάτρου ή μουσικής υπάρχει ελάχιστη ως μηδενική με την εκπαίδευση που προσφέρει η δευτεροβάθμια, και οι αντίστοιχες σχολές έχουν συνήθως δικό τους τρόπο εξέτασης και εισαγωγής. Τώρα, καταργούνται και τα λίγα μαθήματα που βοηθούν στην προετοιμασία προς τέτοιες επιλογές και οι υποψήφιοι θα προετοιμάζονται εξ ολοκλήρου εκτός του δημόσιου σχολείου. Εδώ να υπογραμμίσουμε και κάτι ακόμα: ποιο κίνητρο θα έχουν τα παιδιά να παρακολουθήσουν το λύκειο αν δεν βρίσκουν ούτε ένα μάθημα που λίγο να τους συγκινεί, αφού και όλα τα υπόλοιπα μαθήματα δεν έχουν φύση γενικής παιδείας, αλλά προετοιμασίας εξετάσεων που δεν τους αφορούν;

Αλλά ακόμα και για παιδιά που σκοπεύουν να ακολουθήσουν μη καλλιτεχνικά επαγγέλματα, μια έστω και επιφανειακή σχέση με την τέχνη και την αισθητική είναι απαραίτητη. Είτε γίνεις γραφίστας, ή αρχιτέκτονας, ή φτιάχνεις site ως web designer ή χτίζεις ρομποτάκια, καλό είναι να σκαμπάζεις λίγο από αισθητική.

Η απόσυρση της τέχνης από το σχολείο διαφαίνεται και από δευτερεύοντα πράγματα. Από το πώς για παράδειγμα παλιότερα τα σχολικά βιβλία είχαν πλούσιες αυθεντικές εικονογραφήσεις. Αυτά όλο και μειώνονται στα νέα σχολικά εγχειρίδια.

Επιπτώσεις στον εκπαιδευτικό κλάδο

Σε κάθε αλλαγή που γίνεται στο ωρολόγιο σχολικό πρόγραμμα, πάντα κάποιες ειδικότητες βγαίνουν χαμένες. Αυτό υφίσταται γιατί γενικά η λογική με την οποία αλλάζουν τα μαθήματα έχει ως βασικό κριτήριο την εξοικονόμηση πόρων. Δηλαδή πώς θα βγει το πρόγραμμα με όλο και λιγότερο προσωπικό.

Στην περίπτωση όμως που ουσιαστικά καταργείται ένας ολόκληρος κλάδος, η ανεργία που χτυπήσει τις σχετικές ειδικότητες θα είναι άνευ προηγουμένου. Ενώ όσοι απομείνουν για το μάθημα της Α’ γυμνασίου θα τρέχουν σε ακόμα περισσότερες σχολικές μονάδες για να καλύψουν ώρες.

Οι δάσκαλοι μουσικής, καλλιτεχνικών και θεάτρου θα πρέπει να συνεχίζουν να πασχίζουν να βγάλουν ώρες σε καμιά σχολή, με μαύρα, με επισφάλεια, με πολλά καθημερινά χιλιόμετρα. Θυμάμαι χρόνια πριν, γύρω στο 2005-6 είχαμε ένα δάσκαλο μουσικής στο ωδείο που κάθε μέρα της εβδομάδας ήταν σε άλλη πόλη. Κοζάνη, Πτολεμαΐδα, Θεσσαλονίκη, Βέροια, Καστοριά. Αλλιώς δε βγαίνει.

Τα ηνία για την καλλιτεχνική εκπαίδευση θα πάρει εξ’ ολοκλήρου ο ιδιωτικός τομέας. Τα παιδιά από οικογένειες που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα για τέτοιες εξωσχολικές σπουδές μένουν εκτός ή πρέπει να μάθουν μόνα τους. Πολλές οικογένειες που βλέπουν κάποιο ταλέντο στα παιδιά τους, θα στερηθούν ακόμη παραπάνω από το εισόδημά τους για να τα στείλουν σε ένα ωδείο ή σε ένα καλλιτεχνικό εργαστήρι, προσθέτοντας επιπλέον βάρος στα έξοδα για τα φροντιστήρια, καθώς πρέπει «να περάσουμε και σε μια σχολή, να πάρουμε ένα πτυχίο, για να βρουν μια πραγματική δουλειά». Γιατί η τέχνη δεν είναι δουλειά, είναι χόμπι. Από την τέχνη δε ζεις. Οι καλλιτέχνες είναι τεμπέληδες, το χαβαλέ τους κάνουν, δουλεύουν μερικούς μήνες το χρόνο. Το ακούσαμε το τροπάριο τον προηγούμενο μήνα, όταν η κυβέρνηση επέλεξε να αφήσει ξεκρέμαστους όλους τους εργαζόμενους του κλάδου εν μέσω πανδημίας.

Για την τέχνη του αύριο

Εν τέλει τι κόσμος δημιουργείται γύρω μας; Σε μια κοινωνία που η τέχνη θεωρείται περιττή, που ο ζωγράφος, ο μουσικός, ο ηθοποιός δεν είναι εργαζόμενος, η δημιουργικότητα και η φαντασία έχει αντικατασταθεί από την αποτελεσματικότητα και τη δεξιότητα, σβήνονται τα κίνητρα των νέων ανθρώπων να ασχοληθούν ερασιτεχνικά ή επαγγελματικά με την τέχνη, να βιώσουν την ομορφιά της. Τι τέχνη θα παραχθεί λοιπόν αύριο;

Οι δηλώσεις Μητσοτάκη για την Ελλάδα ως λίκνο του πολιτισμού και της τέχνης ηχούν ωραίες στα αυτιά μας, αλλά μένουν κενές. Αποτελούν προσπάθειες να κεφαλαιοποιήσουν από τα δημιουργήματα του ιστορικού παρελθόντος προσελκύοντας τουρίστες εν μέσω covid-19. Αλλά τη σημερινή Ελλάδα δε τη θέλουν δημιουργική ή παραγωγική. Χρειάζεται μόνο να παράγει καλούς σερβιτόρους για να εξυπηρετούν τους θαυμαστές του τόπου μας.

Ας μιλήσουμε για αξιολόγηση των εκπαιδευτικών

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για αξιολόγηση, χωρίς φόβο και πάθος, αν και για το πάθος δεν είμαι τόσο σίγουρος.

Ξέρετε ότι σε μερικά ιδιωτικά σχολεία, για να γίνει πρόσληψη εκπαιδευτικού πρέπει να προηγηθεί επιτυχής δοκιμαστική διδασκαλία ενώπιον επιτροπής;

Υπήρχε κάποιος εκπαιδευτικός που εκτιμούσα και σεβόμουν πολύ. Ήταν πολύ αναγνωρισμένη η αξία του στο σχολείο που δίδασκε και ήταν στην επιτροπή προσλήψεων και παρακολουθούσε τις δοκιμαστικές διδασκαλίες. Την τελευταία φορά που μίλησα μαζί του ήταν πολύ εκνευρισμένος, λόγω της διδασκαλίας υποψήφιας καθηγήτριας που παρακολούθησε. «Ήταν τόσο άσχετη, μου είπε, που πήρε την κιμωλία και άρχισε να γράφει στον πίνακα, αντί να βάλει ένα παιδί να γράφει. Δεν ήξερε κάτι τόσο απλό, ότι μια καθηγήτρια δεν γράφει η ίδια στον πίνακα, γιατί από κάτω τα αγόρια θα σχολιάζουν τα οπίσθιά της». Δεν είπε ακριβώς «οπίσθια», άλλη λέξη χρησιμοποίησε, αλλά θα μου συγχωρήσετε την έλλειψη ακριβολογίας.

Θα αφήσω ασχολίαστη την απόρριψη της υποψήφιας καθηγήτριας, επειδή απευθύνομαι σε νοήμον κοινό κι ελπίζω επιπλέον να καταλάβατε, γιατί αυτή ήταν η τελευταία φορά που συνομίλησα με εκείνον τον εκπαιδευτικό. Ποιος εγγυάται ότι τα κριτήρια του αξιολογητή δεν εμφορούνται από σεξισμό ή μισαλλοδοξία; Άλλωστε κι εγώ έχω επιδείξει μισαλλοδοξία και δεν κάλεσα σε συνέντευξη υποψήφια/ο εκπαιδευτικό για πρόσληψη, αν στην αίτησή είχε επισυνάψει και συστατική επιστολή από βουλευτή η μητροπολίτη.

Αντικειμενικά κριτήρια δεν υπάρχουν, ας το παραδεχτούμε.

Επίσης ας παραδεχτούμε πως όλοι/ες οι εκπαιδευτικοί δεν βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο τελειότητας, ούτε αποδίδουν το ίδιο καλά σε όλη τη διάρκεια της διδακτικής τους καριέρας. Και επίσης ξέρω πόσο πολύ μερικοί γονείς δεν εμπιστεύονται εκπαιδευτικούς πολύ νεαρής ή μεγάλης ηλικίας. Είναι βέβαιοι πως οι πολύ νέοι δεν έχουν γνώσεις, εμπειρία και κύρος, ενώ οι μεγάλοι δεν έχουν κατανόηση για τα παιδιά και έχουν ξεπερασμένες ιδέες.

Ας παρακάμψουμε όμως προς το παρόν μαζί με τις σεξιστικές και ηλικιακές προκαταλήψεις και όλες τις άλλες που καθορίζονται από την ομοφοβία, την εμφάνιση, την αρτιμέλεια, την προφορά και ό,τι άλλο βάλει ο νους του ανθρώπου. Και ας αναρωτηθούμε για δυο πράγματα. Πόσοι είπαν να μπουν οι κάμερες μέσα στην τάξη, για να δούμε τι μάθημα κάνουν οι εκπαιδευτικοί, ενώ κανείς δεν είπε να μπουν κάμερες στα αστυνομικά τμήματα, όχι για να αναμεταδίδουν, δεν είμαστε όλοι λάτρεις της κλειδαρότρυπας, αλλά μόνο, για να καταγράφουν τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που γίνονται εκεί μέσα.

Κι επίσης να αναρωτηθούμε γιατί οι άνθρωποι δεν απαιτούν να γίνει αξιολόγηση των νοσοκομειακών γιατρών και των γιατρών του ΕΣΥ; Επειδή είναι τέλειοι και είμαστε όλοι πολύ ευχαριστημένοι; Θα απαντήσω αμέσως.

Γιατί οι γιατροί, παρά τις ενδεχόμενες οικονομικές και εργασιακές αδικίες που τους γίνονται, είναι ηθικά και και κοινωνικά καταξιωμένοι και αντιμετωπίζονται με εκτίμηση και σεβασμό από όλους.

Και για τους αστυνομικούς ο υπουργός προστασίας του πολίτη είπε ότι περπατούν στο δρόμο και ο κόσμος τους χειροκροτεί. Δεν είπε κάτι ανάλογο για τους εκπαιδευτικούς η υπουργός παιδείας. Πώς να το πει; Οι εκπαιδευτικοί είναι ένας κλάδος απαξιωμένος οικονομικά, εργασιακά και κυρίως κοινωνικά. Ακούσαμε και διαβάσαμε από πολιτικά και δημοσιογραφικά στόματα για τους άχρηστους και τεμπέληδες εκπαιδευτικούς που μόνο διεκδικούν αμοιβές και δικαιώματα. Αυτή η απαξίωση οδηγεί στην απαίτηση για αξιολόγηση, να ξεχωρίσουμε τα πρόβατα από τα ερίφια και να τα κατασπαράξουμε. Γιατί όλοι οι Έλληνες ξέρουν την αληθινή ιστορία, όχι αυτή που λένε οι ιστορικοί, γιατί οι στρατιωτικοί ξέρουν καλύτερα τη γραμματική από τους δασκάλους και τους φιλόλογους, γιατί οι πολιτικοί μηχανικοί που έχουν βγάλει Πολυτεχνείο ξέρουν καλύτερα μαθηματικά, φυσική και χημεία από τους εκπαιδευτικούς που έχουν βγάλει ένα απλό πανεπιστήμιο. Γιατί δικηγόροι, γιατροί και καπετάνιοι ξέρουν καλύτερα παιδαγωγικά. Γιατί το πανεπιστήμιο της ζωής είναι αυτό που δίνει τα καλύτερα διπλώματα σε όλες τις ειδικότητες των εκπαιδευτικών.

Πώς θα αξιολογηθούν άνθρωποι τόσο πολύ απαξιωμένοι; Άνθρωποι που δεν τους επιτρέπεται να αναπτύξουν καμιά πρωτοβουλία; Που ολόκληρη η δουλειά τους πρέπει να κινείται σε πλαίσια πολύ αυστηρά προκαθορισμένα από το υπουργείο. Ποια κεφάλαια του βιβλίου θα διδάξουν αναλυτικά, ποια περιληπτικά, ποιες σελίδες ή ποιες παραγράφους απαγορεύεται να διδάξουν και όλα αυτά να αλλάζουν σε κάθε ανασχηματισμό της κυβέρνησης ή μετά από εκλογές. Και πρέπει να ανησυχούν μόνιμα μήπως γράψουν στο βιβλίο της ύλης απαγορευμένες σελίδες, μήπως βάλουν ερώτηση σε τεστ από τις απαγορευμένες, μήπως βάλουν εργασία από τα κεφάλαια που πρέπει να διδάξουν περιληπτικά. Και δεν πρέπει να βάζουν ασκήσεις που δεν είναι στο βιβλίο, να μην κάνουν «άσχετες» ερωτήσεις και οι ερωτήσεις κρίσεως να είναι μόνο εθνοπατριωτικού χαρακτήρα. Οι καλοί εκπαιδευτικοί πρέπει να διδάσκουν πως κανένας λαός δεν αγάπησε την ελευθερία όσο οι Έλληνες, κανένας λαός δεν ύμνησε την αγάπη προς την πατρίδα όσο οι Έλληνες, καμιά γλώσσα δεν είναι τόσο πλούσια, τόσο πλήρης, τόσο ωραία όσο η Ελληνική, που μπορεί να εκφράσει νοήματα και αισθήματα που καμιά άλλη γλώσσα δεν μπορεί. Και πρέπει ο καλός εκπαιδευτικός να λέει μπράβο και να βάζει καλό βαθμό στο παιδί που διάβασε μέσα στην τάξη το απόκομμα της εφημερίδας που του έδωσε ο μπαμπάς του και που λέει για την ελληνική γλώσσα και την Microsoft.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ πως για να βγάλουμε θέματα προαγωγικών εξετάσεων σε όλα τα φιλολογικά μαθήματα έπρεπε να καθόμαστε όλοι μαζί που διδάσκαμε το μάθημα με ανοιχτές τις οδηγίες του υπουργείου. Πόσες σειρές να είναι το κείμενο, τι να ρωτάει η πρώτη ερώτηση, τι η δεύτερη, πόσα υποσκέλη έχουν η τρίτη και η τέταρτη και τι ρωτάει το καθένα και πόσες μονάδες παίρνει στη βαθμολογία. Και να αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να ρωτάμε τα παιδιά τόσες πολλές και τόσο μεγάλες μπούρδες, που υποτίθεται ότι τις είχαμε κιόλας διδάξει. Και αυτές τις οδηγίες του υπουργείου δεν άξιζε τον κόπο να τις μάθουμε απέξω, αφού θα άλλαζαν σύντομα έτσι κι αλλιώς.

Αυτό το άθλιο εκπαιδευτικό σύστημα ποιος θα το αξιολογήσει και πότε; Αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα που καταδικάζει τους εκπαιδευτικούς σε θάνατο από ασφυξία ποιος θα το αποτιμήσει;

Θα πρέπει να γίνει κατανοητό από όλη την κοινωνία ότι διαχρονικά το υπουργείο παιδείας, οι υπηρεσίες του και τα συμβούλιά του αποβλέπουν μόνο στο να στερήσουν από τους εκπαιδευτικούς κάθε πρωτοβουλία, κάθε δυνατότητα, για να αποφασίζουν και για τα πιο απλά ζητήματα λειτουργικής, παιδαγωγικής και διδακτικής φύσης για ένα πολύ απλό λόγο. Το υπουργείο παιδείας και σύσσωμη η ελληνική κοινωνία δεν εμπιστεύεται για τίποτε τους εκπαιδευτικούς. Τους απομυζά, απαιτεί θυσίες, που ποτέ δεν είναι αρκετές, τους απαξιώνει και τους απορρίπτει.

Και όχι, το επαναλαμβάνω, δεν είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί το ίδιο καλοί. Υπάρχουν λιγότερο καλοί και περισσότερο καλοί. Ας παρακάμψουμε προς το παρόν το πώς και από ποιον θα αξιολογηθούν. Ας υποθέσουμε ότι γίνεται μια πολύ δίκαιη και σωστή αξιολόγηση και αναδεικνύονται οι πολύ καλοί. Τους άλλους τι θα τους κάνουμε; Είναι ευκαιρία να τους απολύσουμε τώρα που έχουμε κυβέρνηση Μητσοτάκη ή θα τους στείλουμε σε καμιά απομακρυσμένη επαρχία, σε καμιά υποβαθμισμένη συνοικία, γιατί τα παιδιά αυτών των περιοχών έχουν λιγότερες απαιτήσεις και λιγότερα δικαιώματα; Η μήπως θα τους στερήσουμε μισθολογικό κλιμάκιο και έτσι θα ωφεληθούν οι μαθητές τους από αυτήν την ταπείνωση;

Νομίζω ότι καταλήγουμε σε αδιέξοδο. Αλλά μπορούμε να βγούμε από αυτό το αδιέξοδο. Πρέπει να ακολουθήσουμε άλλη πορεία και άλλη σειρά σκέψεων. Κι ερωτώ αυτούς τους γίγαντες της πολιτικής και της δημοσιογραφίας που κατακρίνουν τους εκπαιδευτικούς τόσο επαίσχυντα μήπως θεωρούν ότι οι νέες και οι νέοι των 18 ετών που μελετούν, για να μπουν στις πανεπιστημιακές σχολές, για να γίνουν εκπαιδευτικοί και πάρα πολλοί/ές κάνουν και μεταπτυχιακές σπουδές και μαθαίνουν ξένες γλώσσες φιλοδοξούν να κάνουν μια τεμπέλικη δουλειά, κακά αμειβόμενη; Στόχος τους είναι να συγκεντρώσουν στο πρόσωπό τους όλη την απαξίωση της κοινωνίας;

Όχι, είναι παιδιά με κέφι, με μεράκι, με ζωντάνια, με όρεξη για δουλειά που θέλουν να προσφέρουν τις γνώσεις τους στις επερχόμενες γενιές. Αλλά ξεκινάνε στραβά. Εκπαιδευτικοί γίνονται οι κοινωνικά και οικονομικά παρακατιανοί. Τα παιδιά των εύπορων και ταξικά ανώτερων οικογενειών δεν γίνονται εκπαιδευτικοί. Νομίζετε ποτέ πως κάποιος γόνος των οικογενειών Σαμαρά, Μητσοτάκη, Κεραμέως θα γινόταν εκπαιδευτικός; Ή μήπως δεν θα γινόταν εκπαιδευτικός για να μη γίνει τεμπέλης και άχρηστος; Αυτοί θα γίνονταν δικηγόροι, οικονομολόγοι, γιατροί, αρχιτέκτονες, ειδικότητες που τους ταιριάζουν. Προσωπικά δίδασκα επί 31 χρόνια σε μεγάλο ιδιωτικό Σχολείο. Από τα τέσσερα μέλη της οικογένειας που διοικούν το σχολείο αυτό κανείς δεν είναι εκπαιδευτικός, κανείς τους ποτέ δεν μπήκε σε τάξη. Κανείς τους δεν επέλεξε να γίνει δάσκαλος φιλόλογος ή μαθηματικός και να μπει σε τάξη. Όχι, τα οικονομικά και η διοίκηση επιχειρήσεων είναι αυτά που τους ταιριάζουν καλύτερα. Αλλά την παιδαγωγική επιστήμη θεωρούν ότι την κατέχουν καλύτερα από όλους τους εκπαιδευτικούς.

Οι εκπαιδευτικοί ξεκινούν την καριέρα τους με το στίγμα της κακομοιριάς και επομένως ό,τι τους δοθεί πολύ τους είναι. Και βεβαίως αντιμετωπίζονται με έλλειψη εμπιστοσύνης και επιφυλακτικότητα, που τους καταδικάζει σε αυτοπεριορισμό και αυτολογοκρισία, σε μόνιμη αβεβαιότητα και αμφισβήτηση που τους οδηγεί σε επιστημονικό μαρασμό και στασιμότητα.

Αυτά είναι που πρέπει να αλλάξουν. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να μπαίνουν στα σχολεία νέοι και όχι μετά από χρόνια ταλαιπωρίας, ΑΣΕΠ, αναπλήρωσης, φροντιστηρίων και ιδιαιτέρων μαθημάτων και όλα τα είδη ταπείνωσης και μαρασμού της προσωπικότητάς τους και της επιστημονικής τους κατάρτισης.

Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να προσλαμβάνονται χωρίς ταλαιπωρίες, όσο διατηρούν το κέφι τους για δουλειά και προσφορά. Και το υπουργείο και το σχολείο πρέπει συνεχώς να τους ενδυναμώνουν αφήνοντάς τους πολλά περιθώρια πρωτοβουλίας. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να μπορούν να ενημερώνονται σε νέες επιστημονικές θεωρίες της ειδικότητάς τους και της παιδαγωγικής και να μπορούν να τις εφαρμόσουν στη διδασκαλία τους και στη δουλειά τους. Ο σύλλογος των εκπαιδευτικών πρέπει να μπορεί να αποφασίζει για τη λειτουργία του σχολείου και την καθημερινότητά του. Ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να αποφασίζει για το αν θα γίνει αγιασμός στην έναρξη της σχολικής χρονιάς και όχι το υπουργείο. Ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να αποφασίζει αν θα κάνει γιορτή για τους Τρεις Ιεράρχες και όχι το υπουργείο. Ο σύλλογος των διδασκόντων πρέπει να αποφασίζει για το πρόγραμμα των προαγωγικών και απολυτήριων εξετάσεων, χωρίς να το στέλνει στις υπηρεσίες του υπουργείου για έγκριση.

Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αισθάνονται ότι έχουν λόγο και δεν ανήκουν στο περιθώριο της εκπαίδευσης και του σχολείου. Πρέπει να συνδιοικούν και να συναποφασίζουν σε κοινές και τακτικές συνεδριάσεις που θα προβλέπονται από το διδακτικό τους πρόγραμμα. Και πρέπει το κλίμα του σχολείου να είναι τέτοιο, ώστε οι εκπαιδευτικοί συνεχώς να γίνονται καλύτεροι, συνεχώς να βελτιώνονται. Και αυτή η βελτίωση και προσφορά να αναγνωρίζονται και να επιδοκιμάζονται με κάθε τρόπο.

Θα φέρω ένα παράδειγμα. Κάποτε μου τηλεφώνησε μητέρα μαθητή πολύ δυσαρεστημένη. Πριν μία βδομάδα είχε στείλει σημείωμα σε έναν καθηγητή του γιου της και τον παρακαλούσε να της τηλεφωνήσει, για να μιλήσουν για ένα σοβαρό θέμα του παιδιού. Ο καθηγητής πήρε το σημείωμα, αλλά δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα της μητέρας. Κάλεσα τον ?καθηγητή και τον ρώτησα τι συμβαίνει και μου είπε ότι εκείνη την εποχή είχε πολλά τεστ να διορθώσει και ότι, όταν θα τα τέλειωνε σε λίγες ημέρες, θα τηλεφωνούσε στη μητέρα. Την επόμενη ημέρα στην τακτή συνεδρίαση έθεσα στους εκπαιδευτικούς το ερώτημα: Αν μας ζητήσει μια μητέρα να της τηλεφωνήσουμε, πότε πρέπει να κάνουμε το τηλεφώνημα; Όσοι και όσες μίλησαν είπαν πως το τηλεφώνημα πρέπει να γίνει στο πρώτο διάλειμμα κι αν αυτό είναι αδύνατο, πρέπει οπωσδήποτε να γίνει στο δεύτερο. Όλοι ήταν κατηγορηματικοί σε αυτό. Δεν αναφέρθηκα στο συμβάν, δεν εξέθεσα τον καθηγητή που παρευρισκόταν στη συνεδρίαση. Η αξιολόγηση όμως έγινε ταχύτατα με πλάγιο τρόπο από τους άλλους συναδέλφους και πολύ αποτελεσματικά. Μετά από λίγο μου τηλεφώνησε η μητέρα και μου είπε ότι της τηλεφώνησε ο καθηγητής και της ζήτησε συγγνώμη για την καθυστέρηση και το θέμα είχε λήξει. Και πράγματι είχε λήξει για πάντα. Μετά με βρήκε ο καθηγητής και ζήτησε κι από μένα συγγνώμη και μου είπε πως δεν είχε καταλάβει πόσο λάθος είχε χειριστεί το θέμα.

Το σχολείο είναι ένας χώρος μέσα στον οποίο οφείλουμε όλες και όλοι να γινόμαστε καλύτερες/οι. Παιδιά, εκπαιδευτικοί, διευθυντές/τριες πρέπει να μαθαίνουμε και να βελτιωνόμαστε, να προοδεύουμε χωρίς εμμονή σε ιδέες και γνώσεις που μπορεί πλέον να είναι ξεπερασμένες.

Κάποτε σε συζήτηση που είχα με υποψήφια για πρόσληψη φιλόλογο ρώτησα πώς θα δίδασκε το μάθημα των αρχαίων Ελληνικών. Μου είπε ότι θα διάβαζαν μια παράγραφο, θα ζητούσε από τα παιδιά να κάνουν χωρισμό και αναγνώριση προτάσεων, μετά πλήρη συντακτική και γραμματική αναγνώριση και κατόπιν μετάφραση. Ρώτησα γιατί επέλεγε αυτόν τον τρόπο και μου είπε γιατί κι εκείνη έτσι έμαθε αρχαία Ελληνικά. Την ρώτησα αν και τα Αγγλικά που διδάσκονται τα παιδιά πρέπει να τα διδάσκονται με τον ίδιο τρόπο, αλλά δεν μπόρεσε να μου απαντήσει. Όμως αυτή η καθηγήτρια αν βρισκόταν σε ένα περιβάλλον που δεν θεωρεί τα θέματα της παιδείας ως θέσφατα, σε περιβάλλον που έχει μάθει να θέτει ερωτήματα, σε περιβάλλον που συνεχώς διαβάζει και ανανεώνεται είμαι βέβαιος πως θα μπορούσε να δώσει άλλες απαντήσεις.

Κανείς και καμιά μας δεν είναι τόσο καλός/ή που να μη μπορεί να γίνει καλύτερος/η. Και σε αυτό πρέπει να βοηθάει το σχολικό περιβάλλον με την ανάλογη ενίσχυση από το υπουργείο. Ενίσχυση οικονομική για συμμετοχή σε επιστημονικά συνέδρια, για συνδιοργάνωση με άλλα σχολεία της περιοχής επιστημονικών και παιδαγωγικών συνεδρίων στα οποία οι εκπαιδευτικοί θα ενθαρρύνονται να συμμετέχουν ως ομιλήτριες,ές. Ενίσχυση οικονομική για τη δημιουργία σχολικής βιβλιοθήκης με βιβλία υψηλού επιστημονικού επιπέδου, για χρήση από τους εκπαιδευτικούς, οικονομική ενίσχυση για συνδρομή σε βιβλιοθήκες του εξωτερικού, καθορισμένη ώρα στο διδακτικό ωράριο, στην οποία οι εκπαιδευτικοί μιας ειδικότητας θα συζητούν τα θέματά τους, θα θέτουν στόχους και θα αλληλοενημερώνονται. Και ακόμη οι εκπαιδευτικοί των ξένων γλωσσών να έχουν διδακτική ώρα στο τέλος του σχολικού προγράμματος, για να διδάσκουν ξένες γλώσσες σε όσες/ους συναδέλφους τους επιθυμούν.

Με λίγα λόγια δηλαδή, ας σταματήσουμε να μιλάμε για αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και να αρχίσουμε να μιλάμε για την αξιοποίηση τους μέσα σε ένα κλίμα εμπιστοσύνης που θα αφήνει πολλά περιθώρια για ανάπτυξη πρωτοβουλιών. Και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να συνδιοικούν το σχολείο και να συναποφασίζουν για ζωτικά θέματα και όχι απλώς να συνυπογράφουν μνημεία της γραφειοκρατίας. Και ας αρχίσουμε με επαναπροσδιορισμό των ρόλων και των προσόντων των διευθυντών των σχολικών μονάδων και των προϊσταμένων των εκπαιδευτικών περιφερειών, που έχουν καταλήξει ιερείς της γραφειοκρατίας.

Όχι δεν ντρεπόμαστε για τους δασκάλους μας κ. Μπαμπινιώτη. Για την πολιτική και πνευματική ηγεσία του τόπου ντρεπόμαστε.

Ο Γ. Μπαμπινιώτης αποφάσισε να υιοθετήσει όλη τη χολερική φιλολογία της ψευδεπίγραφης αριστείας για τους εκπαιδευτικούς που φοβούνται να δείξουν τη δουλειά τους. Με μπόλικη κουτοπονηριά, ξεκινά από την ανάποδη: Μα οι δάσκαλοί μας είναι εξαίρετοι, είναι δυνατόν να τους αμφισβητούμε; Να λέμε «έμμεσα και φοβικά ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν οι εκπαιδευτικοί μας ως δάσκαλοι μέσα στην τάξη; Έχουν δώσει δείγματα —στην πλειονότητά τους— οι εκπαιδευτικοί μας ότι είναι ανεπαρκείς;» ρωτά τάχα αθώα ο πρώην υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης Παπαδήμου.

Με αυτές τις κακής ποιότητας σοφιστείες ο Γ. Μπαμπινιώτης θεωρεί τους εκπαιδευτικούς εντελώς ηλίθιους. Μοιάζει με εκείνους τους θατσερικούς οικονομολόγους που αποθεώνουν την ανιδιοτέλεια, τη μεγαλοψυχία, την αίσθηση προσφοράς των νοσηλευτριών του Βρετανικού συστήματος υγείας, μόνο και μόνο για να καταλήξουν ότι …αφού επιτελούν υψηλό λειτούργημα, δεν πρέπει να πληρώνονται. Για την ακρίβεια, ισχυρίζονται ευθαρσώς ότι «η καλή νοσοκόμα είναι η κακοπληρωμένη νοσοκόμα[i]». Όποια άλλωστε νοιάζεται για το ύψος του μισθού που παίρνει, μάλλον δεν φροντίζει τους ασθενείς της ανιδιοτελώς.

Για τον κ. καθηγητή και για τους θατσερικούς οικονομολόγους δεν ισχύει καν το «να σε κάψω Γιάννη, να σε αλείψω λάδι». Ισχύει το «να σε αλείψω λάδι, για να σε κάψω Γιάννη».

Ο πρώην πρύτανης, πρώην πρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, πρώην σύμβουλος του ΙΕΠ, πρώην υπεύθυνος «εθνικών διαλόγων» και «μεταρρυθμίσεων» στην ελληνική εκπαίδευση και πρώην υπουργός Παιδείας με πρόταση της ΝΔ, συντάσσεται, εντελώς αναμενόμενα, με τον αντι-εκπαιδευτικό παροξυσμό, παριστάνοντας πονηρούτσικα τον υποστηρικτή των δασκάλων.

Αυτός ο παροξυσμός θεωρεί ότι η αντίδραση στις κάμερες αποδεικνύει ότι οι δάσκαλοι ντρέπονται για τον εαυτό τους. Κρίνοντας εξ ιδίων τα αλλότρια, οι κυβερνητικές ντροπές δεν μπορούν καν να διανοηθούν ότι οι εκπαιδευτικοί μπορεί να νοιάζονται περισσότερο για το παιδαγωγικό αποτέλεσμα της δουλειάς τους, από ό,τι για τη δημόσια εικόνα τους.

Να νοιάζονται περισσότερο για το αν το μάθημα σε ζωντανή μετάδοση είναι όντως μάθημα, από το αν θα τους «κρεμάσουν στα μανταλάκια» κακομαθημένοι άριστοι.

Να νοιάζονται περισσότερο για τη δυνατότητα των παιδιών να εκφραστούν, να ρωτήσουν ή να λαθέψουν ελεύθερα, από το να παραδίδουν καθημερινά μια τυπική, στεγνή, μετωπική, δειγματική διδασκαλία, υπό το κράτος της παρακολούθησης.

Να νοιάζονται περισσότερο για την παιδαγωγική τους ευθύνη απέναντι στους μαθητές τους, από το αν ένας γονέας παρακολουθώντας το μάθημα από το σπίτι, τους καταγγείλει γιατί είπαν στα οκτάχρονα παιδιά ότι η Οδύσσεια είναι «παραμύθι, ιστορίες που κάποιος έγραψε».

Αυτό άλλωστε που ενδιαφέρει τους υποστηρικτές μιας κακής, αψυχολόγητης και αντιπαιδαγωγικής πολιτικής, είναι να αναμεταδίδεται το μάθημα ώστε να μπορούν να λεηλατούνται οι εκπαιδευτικοί. Να σχολιάζονται για παράδειγμα από έναν γονέα που είναι σίγουρος ότι οι Κύκλωπες και οι Λαιστρυγόνες, η Κίρκη και οι Λωτοφάγοι είναι κομμάτι της ιστορίας και όχι της μυθολογίας.

Δεν έχουν σημασία άλλωστε οι τερατολογίες. Σημασία έχει να διαμορφώνεται η κοινή γνώμη και να ταΐζεται ο κοινωνικός αυτοματισμός.

«Ντρέπεστε για την ποιότητα του μαθήματός σας;» ρωτούν οι κάθε λογής υβριστές των εκπαιδευτικών. «Μα είναι δυνατόν τόσο εξαίρετοι δάσκαλοι να έχετε να φοβηθείτε κάτι από την αναμετάδοση του μαθήματός σας;» ρωτά πιο πονηρά, αλλά εξίσου προσβλητικά, ο Γ. Μπαμπινιώτης.

Άθελά τους καίνε την αιτιολογία της ντροπολογίας Κεραμέως. Ότι τάχα η ζωντανή μετάδοση του μαθήματος στο διαδίκτυο γίνεται για τα παιδιά που μένουν σπίτι. Στη λαχτάρα τους να βγάλουν τους εκπαιδευτικούς (πέρα από τεμπέληδες), άχρηστους, παραδέχονται πλέον, ότι η κάμερα δεν είναι για τον μαθητή, αλλά για τον δάσκαλο.

Ας αποφασίσουν επιτέλους τα κυβερνητικά χαλκεία: Η κάμερα θα δείξει την ποιότητα της δουλειάς των εκπαιδευτικών ή θα χρησιμοποιηθεί για τα παιδιά που μένουν σπίτι; Γιατί μέχρι τώρα, το δεύτερο λειτουργεί απλώς ως πρόφαση για το πρώτο.

Οι αντιπαιδαγωγικές προτάσεις για τις κάμερες αποδεικνύουν ότι τόσο η πολιτική ηγεσία, όσο και πολλοί πνευματικοί ταγοί, δεν έχουν την παραμικρή ιδέα για το τι είναι η σχολική τάξη. Από τι αποτελείται, πώς προχωρά, ποιες σχέσεις αναπτύσσονται, πώς μετασχηματίζεται σε δρώσα δύναμη μάθησης. Δεν έχουν κυριολεκτικά την παραμικρή εικόνα για το τι γίνεται.

Η εμμονή τους για τις κάμερες αποδεικνύει ότι είναι άσχετοι και ταυτόχρονα επικίνδυνοι. Θέλουν να σχεδιάσουν εκπαιδευτική πολιτική αυτοί που δεν καταλαβαίνουν ότι η κάμερα θα παγώσει και τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές. Θέλουν να μεταρρυθμίσουν την εκπαίδευση αυτοί που μπερδεύουν το μάθημα με τη διάλεξη, συγχέουν το πανεπιστημιακό αμφιθέατρο με τη σχολική τάξη, ταυτίζουν το TEDx με το σχολείο. Θέλουν να παραστήσουν τους φιλελεύθερους και τους υπέρμαχους των ατομικών δικαιωμάτων αυτοί που δεν διστάζουν να ρίξουν τον εκπαιδευτικό αλλά και τους ανήλικους μαθητές στην αρένα του διαδικτύου.

Κι ας επαίρονται ορισμένοι, όπως ο κ. Μπαμπινιώτης, ότι «εκπαιδεύουν τους διδάσκοντες». Αν ο κ. καθηγητής δεν μπορεί να καταλάβει ότι η ζωντανή μετάδοση του μαθήματος στο διαδίκτυο, τσαλαπατά τόσο την παιδαγωγική ευθύνη του διδάσκοντα, όσο και το μαθησιακό αποτέλεσμα της τάξης, κακώς εκπαίδευε τόσα χρόνια τους διδάσκοντες. Ζημιά τους έκανε. Ας περιόριζε έστω τις διδαχές του στη Γλωσσολογία και ας άφηνε την Παιδαγωγική.

Δεν θα επιχειρηματολογήσουμε περαιτέρω γιατί η κάμερα υπονομεύει τη μαθησιακή διαδικασία, το παιχνίδι της γνώσης ή την παιδαγωγική ελευθερία. «Όπως δεν χρειάζεται να κακοποιεί κανείς τα παιδιά του για να αρνηθεί την κάμερα μέσα στο σπίτι του, έτσι δεν χρειάζεται να είναι κανείς κακός δάσκαλος για να αρνηθεί την κάμερα στην τάξη του», σημειώσαμε σε προηγούμενο σχόλιο.

Θα επιμείνουμε ωστόσο ότι Υπουργός Παιδείας που συνελήφθη ψευδόμενη για τη γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων, αντί να υβρίζει τους εκπαιδευτικούς εμφανώς εκνευρισμένη, θα έπρεπε να υποβάλει την παραίτησή της. Ή έστω να περιορίσει τις ακροβασίες της στα εκκλησιαστικά ζητήματα, τα οποία φαίνεται να γνωρίζει καλά, σε αντίθεση με τα παιδαγωγικά. Μαθητές και εκπαιδευτικοί δεν φταίνε σε τίποτα να πληρώνουν τις ψυχώσεις της κ. Κεραμέως.

Δεν θα επιχειρηματολογήσουμε επίσης ότι ένας γονέας που θέλει κάμερα για να καταλάβει τι δουλειά γίνεται στην τάξη του παιδιού του, δεν έπρεπε να κάνει παιδιά. Ως γονιός δεν έχεις ιδέα τι κάνει το παιδί σου στο σχολείο (δηλαδή τι κάνει ο δάσκαλος στην τάξη), μόνο αν το έχεις ήδη παρκάρει στον ιδιαιτερά, στον Πουκαμισά ή στην τηλεόραση. Η κάμερα δεν θα σου δείξει τίποτα, πέρα από το ότι είσαι ακατάλληλος γονέας.

Ας σταθούμε όμως στον μύχιο πόθο των νεοφιλελεύθερων: Την αξιολόγηση των δασκάλων. Πώς και από ποιον οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αξιολογηθούν, είναι μία συζήτηση. Άλλη συζήτηση είναι αν η αξιολόγηση γίνεται με μια κάμερα που σε παρακολουθεί. Ο νόμος έχει αποφανθεί ότι ακόμα και αν ένας εργαζόμενος αξιολογείται, αυτή η αξιολόγηση δεν μπορεί να γίνεται με μια κάμερα να τον παρακολουθεί. Γιατί όμως το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια να το έχει ο κάθε εργαζόμενος, αλλά όχι ο εκπαιδευτικός;

Και αν συνεχίσουμε στον ίδιο συλλογισμό, αν είναι λογικό να αξιολογηθεί ο εκπαιδευτικός παρακολουθώντας τη δουλειά του με κάμερα, γιατί να μην βάλουμε μια κάμερα πάνω από τον δημόσιο υπάλληλο: Πόσους εξυπηρέτησε, πόσες φορές πήγε τουαλέτα, αν έκανε διάλειμμα, πόσους καφέδες παρήγγειλε, αν έξυσε τη μύτη του.

Προτού προλάβουν οι νεοφιλελεύθεροι να τρελαθούν από τη χαρά τους, ας συνεχίσουμε: Γιατί να μην αξιολογηθεί ο δημοσιογράφος την ώρα που σχεδιάζει το πώς θα κρύψει μια είδηση ή θα προβάλει μια άλλη; Ή ο υπουργός την ώρα που συνομιλεί με τον καναλάρχη; Ή ο επιχειρηματίας την ώρα που ζητά νέο δάνειο από τον τραπεζίτη; Ή ο πολιτικός την ώρα που εξυπηρετεί τον επιχειρηματία;

Όλοι αυτοί δεν πρέπει να φαίνονται; Μόνο ο δάσκαλος πρέπει να φαίνεται;

Γιατί να μην είχαμε μια κάμερα πάνω από τον κ. Βρούτση την ώρα που σχεδίαζε το σκόιλ ελικίκου; Με ποιους μίλησε; Τι τους είπε; Τι σχεδίασαν;

Γιατί να μην είχαμε μια κάμερα πάνω από την κ. Κοσιώνη την ώρα που έψαχνε να βρει σε τι είναι πρώτη η Ελλάδα της κυβέρνησης Μητσοτάκη; Ποιος συνέλαβε την επιστημονική ανακάλυψη για αριθμό τεστ ανά αριθμό κρουσμάτων;

Γιατί να μην είχαμε μια κάμερα πάνω από την κ. Κεραμέως την ώρα που σχεδίαζε πώς θα εμφανίσει ψευδώς την Αρχή Προστασίας Δεδομένων ως συναινούσα στην ντροπολογία της;

Τι έχουν να κρύψουν όλοι οι παραπάνω; Τι έχουν να ντραπούν; Μήπως φοβούνται;

Ή μήπως έχουν δικαιώματα, που τα στερούνται όμως οι εκπαιδευτικοί;

Όταν η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε λογικό πλαίσιο, όταν η αντίδραση έχει αποχαλινωθεί, τα παιδαγωγικά επιχειρήματα αναμετριούνται με την άβυσσο της πόρωσης και του φανατισμού. Αντί να μπει ένα φρένο στην ηλιθιότητα και στην εγκληματική ανευθυνότητα της πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας, καθόμαστε να συζητάμε στα σοβαρά αν η σχολική τάξη μπορεί να λειτουργήσει ελεύθερα και αποτελεσματικά κάτω από μια κάμερα. Είναι και αυτό σημείο των καιρών.

Η πνευματική και πολιτική ηγεσία του τόπου διαπράττει σημεία και τέρατα στην εκπαίδευση και ταυτόχρονα ρίχνει το φταίξιμο στους εκπαιδευτικούς. Επί τριάντα χρόνια επιδίδεται σε κάθε λογής ράβε ξήλωνε, πράξη και παράλειψη, μεταρρύθμιση και αντιμεταρρύθμιση στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, όντας ταυτόχρονα έτοιμη να κατηγορήσει τους εκπαιδευτικούς για τις αδυναμίες, τα δεινά και τις αστοχίες.

Η πνευματική και πολιτική ηγεσία του τόπου, αντί να ασχολείται με το πώς και το γιατί η πανδημία επέδρασε αρνητικά στη σχέση των οικονομικά και μαθησιακά αδύναμων μαθητών με την εκπαίδευση, επιδίδεται σε επικίνδυνες αντιπαιδαγωγικές ακροβασίες.

Ο κ. Μπαμπινιώτης μπορεί να αναρωτιέται αν ντρεπόμαστε για τους εκπαιδευτικούς μας.

Εμείς δεν αναρωτιόμαστε. Ντρεπόμαστε για την πολιτική και πνευματική ηγεσία του τόπου.

 

ΥΓ. Το δημοφιλέστερο μάθημα σε όλο το Χάρβαρντ εδώ και τέσσερα χρόνια είναι το περίφημο CS50 (Εισαγωγή στην Επιστήμη των Υπολογιστών). Ο καθηγητής David Malan, ένας χαρισματικός ακαδημαϊκός, κάνει ένα εντυπωσιακό μάθημα στο θέατρο Sanders του Memorial Hall που χωρά τους 800 και πλέον φοιτητές που σπεύδουν να δηλώσουν συμμετοχή. Πρόκειται για το πιο γνωστό και μαζικό μάθημα, και μακράν το πιο επιτυχημένο στην εκπαιδευτική πλατφόρμα του Χάρβαρντ. Ο ίδιος ο Malan είναι από τους πιο αναγνωρίσιμους καθηγητές της Επιστήμης των Υπολογιστών σε όλο τον κόσμο, και κάθε του μάθημα μοιάζει με εκρηκτική θεατρική παράσταση. Αν και την πρώτη χρονιά ζήτησε από το πολυπληθές, ενήλικο (και μάλλον υψηλότατου μορφωτικού επιπέδου) ακροατήριό του να μείνει σπίτι (εκτός από την πρώτη και την τελευταία εβδομάδα), και να μελετήσει το μάθημα από το βίντεο και την online πλατφόρμα, την επόμενη χρονιά, ζήτησε να έρχονται όλοι στο μάθημά του. Δικαιολόγησε την αλλαγή αυτή, λέγοντας ότι τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ενεργητικότητα, την αλληλεπίδραση και τη μαθησιακή διαδικασία ενός ζωντανού μαθήματος ακόμα και αν αυτό αφορά 800 άτομα. Ο σταρ του Χάρβαρντ, ο κατεξοχήν τηλεοπτικός καθηγητής, ο ακαδημαϊκός που μοιάζει με ηθοποιό, καταλαβαίνει αυτό που αδυνατούν να καταλάβουν οι εν Ελλάδι θαυμαστές της κάμερας σε σχολικές τάξεις ανήλικων μαθητών.

 

[i] Χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της οπτικής το άρθρο του καθηγητή Οικονομικών Anthony Heyes με τίτλο: «Τα οικονομικά όσων επιτελούν λειτούργημα: “Γιατί μια κακά πληρωμένη νοσοκόμα είναι καλή νοσοκόμα”;»

Κάμερες στις τάξεις: ευτελισμός της παιδαγωγικής διαδικασίας, εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης, κοινωνικός εκβαρβαρισμός

Η τροπολογία που ψήφισε η κυβέρνηση για τη θεσμοθέτηση της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και την αναμετάδοση του μαθήματος, είναι μια προκλητική και επιθετική ενέργεια απέναντι στους εκπαιδευτικούς και τη δημόσια παιδεία.

Πίσω από τη φράση «έκτακτες συνθήκες» η κυβέρνηση δημιουργεί το έδαφος για μια σειρά εξαιρέσεις και νεφελώδη σημεία, γύρω από το καθεστώς της λειτουργίας των δημόσιων σχολείων. Στο εξής και με βάση την τροπολογία αρκεί η επίκληση μιας «έκτακτης συνθήκης» για να αντικατασταθεί το μάθημα από την εξ αποστάσεως εκπαίδευση ή ακόμα χειρότερα από την αναμετάδοση της τάξης. Όσον αφορά την πανδημία όμως υπάρχει ο θεσμός της κατ’ οίκον διδασκαλίας, για τους μαθητές που δε θα μπορούν να πάνε στο σχολείο γιατί ανήκουν οι ίδιοι ή οι γονείς τους στις ευπαθείς ομάδες, ή θα μπορούσαν να διοριστούν εκπαιδευτικοί για δια ζώσης διδασκαλία σε κάποιον άλλο χώρο, σε μικρές ομάδες κοκ. Υπάρχουν άλλες λύσεις, αλλά το Υπουργείο διαλέγει τη χειρότερη.

Η εκπαιδευτική διαδικασία πλέον δε συντελείται στη φυσική τάξη από τον εκπαιδευτικό και τους μαθητές. Μια πανδημία, μια χιονόπτωση, μια απεργία ίσως ή μια μαθητική κατάληψη, η έλλειψη διορισμού εκπαιδευτικών στα νησιά μας έως και το Δεκέμβριο, όλα αυτά μπορούν να «λυθούν» πλέον με την εξ αποστάσεως εκπαίδευση ή την αναμετάδοση της τάξης.

Ειδικά η βιντεοσκόπηση της τάξης αποτελεί μια αντιπαιδαγωγική και αντιεκπαιδευτική κλιμάκωση στην επιθετικότητα του Υπουργείου προς τη δημόσια εκπαίδευση. Η χρήση της τεχνολογίας στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι απαραίτητη, όμως η τροπολογία δεν έχει καμία σχέση με αυτό. Δεν είναι οι εκπαιδευτικοί οι «οπισθοδρομικοί», οι κυβερνήσεις είναι. Να θυμηθούμε τα χάλια των υποδομών του Πανελλήνιου Σχολικού Δικτύου πριν λίγες μέρες που κατέρρεε; Να θυμηθούμε ότι κεντρικό πανελλαδικό πρόγραμμα ανανέωσης των εργαστηρίων Πληροφορικής δεν έχει υπάρξει από το 2004;

Το πρόβλημα της κάμερας δεν είναι κατεξοχήν ούτε νομικό ούτε συνταγματικό. Το πρόβλημα είναι πολιτικό και παιδαγωγικό.

Πολιτικό γιατί η κυβέρνηση θέλει να αξιοποιήσει τις πραγματικά έκτακτες και πρωτοφανέρωτες μεταπολεμικά συνθήκες για να προωθήσει την αντιλαϊκή πολιτική, της μετατροπής της εκπαίδευσης σε εμπόρευμα προς αξιολόγηση και τις περικοπές σε υποδομές και προσωπικό. Η μετατροπή της εκπαίδευσης σε εμπόρευμα προϋποθέτει το εμπόρευμα να αξιολογείται από τους γονείς-πελάτες με όρους αγοράς. Γι’ αυτό και προβλέπεται σχετική ρύθμιση αξιολόγησης σχολείων και εκπαιδευτικών στο πολυνομοσχέδιο που προωθεί εν μέσω πανδημίας. Γνώριζε ότι αυτή η ρύθμιση δε θα μπορούσε να περάσει χωρίς σημαντική αντίσταση. Σήμερα επιχειρεί να έχει, πλέον, σύμμαχο τις πλατφόρμες της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, που αξιοποίησαν οι εκπαιδευτικοί σε πραγματικά έκτακτες συνθήκες, και ταυτόχρονα επιχειρεί να αποκτήσει και άμεση εποπτεία στην τάξη μέσω της κάμερας αναμετάδοσης. Μιας κάμερας που θα πάρει τη θέση του παλαιού επιθεωρητή. Δεν αρέσει σε κάποιον γονέα πως επέπληξε ο εκπαιδευτικός το παιδί του ή δε συμφωνεί ένας εθνικόφρων για το τι λέει ένας φιλόλογος στο μάθημα της ιστορίας για την αντίσταση του 40; Κακή αξιολόγηση από «την τοπική κοινωνία».  Η αξιολόγηση δεν έχει καμία σχέση με το να «ξετρυπώσουν» οι αλαλάζοντες νεοφιλελεύθεροι τον «τεμπέλη εκπαιδευτικό». Αυτό αφορά τη γνωστή καραμέλα του κοινωνικού αυτοματισμού. Πριν ήταν οι γιατροί, τώρα οι εκπαιδευτικοί, μετά πάλι οι οδοκαθαριστές κοκ. Η αξιολόγηση έχει να κάνει με αυτό που βιώνουν τα αγγλοσαξονικά εκπαιδευτικά συστήματα εδώ και χρόνια, αλά Ελληνικά. Το σχολείο στην Κάρπαθο θα κάνει εξ αποστάσεως μάθημα λόγω περικοπών στους διορισμούς. Το σχολείο στην Κηφισιά θα έχει καλύτερο εξοπλισμό για μια εξ αποστάσεως διδασκαλία, το σχολείο στο Πέραμα όχι. Ο εκπαιδευτικός που δε θα μπορεί να κάνει το μάθημα όπως πρέπει στις τάξεις των 25-27 μαθητών θα αξιολογείται ως ανεπαρκής με στόχο την μείωση στο μισθό του ή και την απόλυση του. Όχι δεν είναι δυστοπία τα παραπάνω. Κάποια από αυτά συμβαίνουν σε άλλα συστήματα ή και δίπλα μας στα ιδιωτικά σχολεία όπου η εμπορευματοποίηση είναι ο κανόνας.

Γιατί εθίζει στον κοινωνικό κανιβαλισμό και στον κοινωνικό εκβαρβαρισμό. Στην αρχή η «πλουραλιστική» ιδιωτική τηλεόραση έφερε στα σπίτια μας τα reality τύπου Big Brother. Έτσι, εθιστήκαμε στη δημοσιοποίηση των προσωπικών στιγμών έστω κι αν αυτές ήταν στημένες: ερωτικά φλερτ, διαπληκτισμοί κ.λπ..Μετά γέμισαν την Αθήνα με κάμερες, υποτίθεται για τη διαχείριση της κυκλοφορίας, μόνο που αποδείχτηκε πως αυτές χρησιμοποιούνταν στην  παρακολούθηση πολιτών όταν αυτοί ασκούσαν το δημοκρατικό τους δικαίωμα, αυτό της διαμαρτυρίας. Στη συνέχεια, η ΕΕ φρόντισε μέσω της συνθήκης Σένγκεν να φακελώσει τους πολίτες της (πάντα για το καλό τους). Σε κάποια σχολεία των ΗΠΑ οι κάμερες έχουν μπει στις τάξεις. Γιατί οι γονείς φοβούνται. Τον επόμενο «τρομοκράτη», τον επόμενο μαθητή που θα πάρει το όπλο του να σκοτώσει συμμαθητές του, τις ληστείες και τους βιασμούς στα σχολεία των γκέτο. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας σε μία σειρά χωρών (Γαλλία, Ισραήλ, Κίνα, Νότια Κορέα κ.ά.) εφαρμόστηκαν συστήματα παρακολούθησης των πολιτών μέσω εφαρμογών στα κινητά τους. Τώρα ήρθε η Κεραμέως να νομοθετήσει τη μαγνητοσκόπηση του μαθήματος στις τάξεις, ενάντια στο Σύνταγμα και σε κάθε παιδαγωγική και δημοκρατική αρχή. Το επόμενο βήμα είναι να μας τσιπάρουν σαν τους σκύλους και τις γάτες. Και τότε, όπως είπε κάποτε ο Μάνος Χατζηδάκης, όταν συνηθίσουμε το τέρας στο τέλος θα του μοιάζουμε. Στο χέρι μας είναι να μην του μοιάσουμε.

Παιδαγωγικό γιατί το μάθημα δεν είναι διάλεξη. Είναι σχέση και αλληλεπίδραση. Δεν παράγεται μόνο από το τι λέει ο εκπαιδευτικός, αλλά από το πώς το λέει, σε ποιο πλαίσιο, με ποιο τρόπο. Και ακόμα περισσότερο το μάθημα παράγεται από το τι και πώς λέει, πώς κινείται, πώς μορφάζει, πώς βαριέται ή δεν βαριέται ο μαθητής. Από το πώς θα ψιθυρίσει με το διπλανό του. Πώς και πότε θα του το επιτρέψεις. Πώς και πότε θα τον επαναφέρεις. Πώς και πότε -με τον πιο παράδοξο ή παρεξηγήσιμο τρόπο- ο δάσκαλος θα καταφέρει έκρηξη ερωτημάτων. Και πώς και πότε θα ανιχνεύσουν όλοι μαζί απαντήσεις, δημιουργώντας νέα ερωτήματα. Αυτά όχι απλά επιτρέπονται, αλλά επιβάλλονται σε μια σχέση διδασκαλίας, που ζητά να «ξυπνήσει ψυχές» κατά πώς έλεγε ο Μίλτος Κουντουράς. Πώς θα επιδράσει στον εκπαιδευτικό και στα παιδιά η συνείδηση ότι αυτά που κάνουν, λένε ή ρωτάνε θα είναι αντικείμενο παρατήρησης έξω από την κοινότητα της τάξης; Και μάλιστα όχι από τη μαμά του συμμαθητή τους, αλλά από όλο τον κόσμο αν το οπτικοακουστικό υλικό ανέβει στο διαδίκτυο; Θα ευνοήσει την ανόθευτη ειλικρίνεια ή θα προκαλέσει τη σκόπιμη συγκάλυψη; Θα πυροδοτήσει την απορία ή θα επιβάλει τη σιωπή; Θα αφεθεί στο ρίσκο του πειραματισμού ή θα περιοριστεί στη σιγουριά του καθωσπρεπισμού; Θα επιτρέψει ή θα απαγορεύσει το λάθος, αυτόν το μεγάλο μοχλό γνώσης και αυτογνωσίας; Και αν η απορία ενός παιδιού γίνει αντικείμενο σχολίων από τον γονιό ενός άλλου παιδιού, ή από έναν τρίτο; Σε τελική ανάλυση θα προστατεύσει ή θα εκθέσει τη σχέση ανάμεσα στους μαθητές και ανάμεσα στους μαθητές και στον δάσκαλο; Κάνει κάτι κακό ο εκπαιδευτικός σε αυτή τη σχέση; Θα ρωτήσουν κουτοπόνηρα οι υβριστές των εκπαιδευτικών. Το αντίθετο: Επειδή ο εκπαιδευτικός νοιάζεται για αυτή τη σχέση, νοιάζεται και για την προστασία της.

Η τροπολογία πρέπει να αποσυρθεί στο σύνολό της. Και στον αγώνα αυτό οι γονείς πρέπει να είναι μαζί με τους εκπαιδευτικούς.

Αν δεν κακοποιείτε τη γυναίκα σας και τα παιδιά σας, τι έχετε να κρύψετε από μια κάμερα στο σπίτι σας;

Κατ’ αναλογία με το επιχείρημα των παπαγάλων που ανακάλυψαν ότι το πρόβλημα των εκπαιδευτικών για την μετάδοση του μαθήματός τους είναι ότι έχουν κάτι να κρύψουν, ας αναδιατυπώσουμε το ερώτημα προκλητικά: Ο δημοσιογράφος που ανακάλυψε τους τεμπέληδες εκπαιδευτικούς, τι έχει να κρύψει και αντιδρά σε μια υποθετική αναμετάδοση της προσωπικής του ζωής μέσα στο σπίτι του; Μήπως κακοποιεί τα παιδιά του; Μήπως δέρνει τη γυναίκα του; Ή για να μην πάμε σε ποινικώς κολάσιμες πράξεις: Μήπως δεν είναι καλός γονιός; Μήπως παρκάρει τα παιδιά του στην τηλεόραση; Μήπως απατά την/τον σύζυγό του/της;

Ας προλάβουμε την αντίρρηση: «Το σπίτι είναι άβατο και ιδιωτικός χώρος, δεν είναι σχολείο».

Να πούμε λοιπόν ότι, σε αντίθεση με τις χθεσινές νομολογίες του protagon και του ΣΚΑΙ, η σχολική αίθουσα δεν είναι δημόσιος χώρος. Δημόσιος χώρος είναι η πλατεία. Η σχολική τάξη είναι χώρος εργασίας. Αλλά στην ουσία είναι κάτι πολύ περισσότερο. Πρώτον, η σχολική τάξη είναι χώρος ειδικής εργασίας, της διδασκαλίας, που διέπεται από συγκεκριμένη και στοχευμένη νομοθεσία. Δεύτερον, είναι το σύνολο των δραστηριοτήτων και αλληλεπιδράσεων που υπάρχουν μέσα σε αυτή και που αποσκοπούν στο ξεδίπλωμα του «παιχνιδιού της γνώσης». Τρίτον, είναι χώρος πολύπλευρης συναισθηματικής, ψυχικής και νοητικής έκφρασης παιδιών και εφήβων, δηλαδή ανηλίκων.

Όλα τα παραπάνω τα παίρνει υπόψη του και το Σύνταγμα και ο κοινός νομοθέτης. Και πράττει αναλόγως. Συνήθως, με μεγάλη προσοχή και περίσκεψη (με εξαιρέσεις όπως αυτή της Κεραμέως να επιβεβαιώνουν τον κανόνα).

Εάν λοιπόν η σχολική τάξη δεν είναι δημόσιος χώρος, αλλά «σχέση» μάθησης, έκφρασης και ανάπτυξης για κρίσιμες και ευαίσθητες ηλικίες, δεν θα έπρεπε όσοι βρίζουν τους τεμπέληδες εκπαιδευτικούς (γιατί σήμερα δεν τους παίρνει -ένεκα επιδημίας- να βρίσουν τους τεμπέληδες γιατρούς), να ήταν πιο μετρημένοι;

Το ζήτημα της αναμετάδοσης της σχολικής τάξης, δεν είναι η καταγραφή των ικανοτήτων του εκπαιδευτικού. Άρα το βασικό πρόβλημα δεν είναι το ενδεχόμενο κρέμασμα του εκπαιδευτικού στα μανταλάκια από ένα αλαλάζον πλήθος που είναι σίγουρο ότι οι εκπαιδευτικοί πέρα από τεμπέληδες είναι και ανίκανοι.

Γιατί προσέξτε: Όσοι υποστηρίζουν την κάμερα μέσα στην τάξη και την αναμετάδοση, δεν μπαίνουν στη συζήτηση αυτή, αποδεχόμενοι ότι γενικά, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΛΟΓΙΚΟ να μεταδίδεται η διαδικασία της σχολικής τάξης στο διαδίκτυο, αλλά πρέπει έστω να γίνει μια εξαίρεση σε έκτακτες συνθήκες.

Το αντίθετο: Ισχυρίζονται ότι αυτή η διαδικασία ήρθε για να μείνει. Θεωρούν λογικό να υπάρχει όχι σκέτα η εξ αποστάσεως εκπαίδευση σε μια έκτακτη συνθήκη, αλλά η κανονική μετάδοση στο διαδίκτυο μιας πραγματικής σχολικής τάξης, με φυσική παρουσία παιδιών και εκπαιδευτικών. Οι λογικοί άνθρωποι καταλαβαίνουν τη διαφορά του να κάνεις εξ αποστάσεως διδασκαλία από το να κάνεις φυσική, δια ζώσης διδασκαλία, και αυτή να αναμεταδίδεται.

Υπάρχουν όμως και αυτοί που κάνουν ότι δεν το καταλαβαίνουν.

Η σχολική τάξη δεν είναι δημόσιος χώρος, δεν είναι σκέτα χώρος εργασίας, αλλά χώρος – σχέση ειδικής εργασίας του εκπαιδευτικού που δεν ορίζεται από κάποιο διευθυντικό δικαίωμα εργοδότη, αλλά από την παιδαγωγική ευθύνη και την παιδαγωγική ελευθερία. Ταυτόχρονα (και σημαντικότερο) είναι χώρος μάθησης, έκφρασης, ανάπτυξης παιδιών. Το περίεργο είναι ότι στο δημόσιο λόγο δεν εμφανίζεται κανένας φραγμός στην λογική του να καταγράφεται η σχολική τάξη, η διδασκαλία του εκπαιδευτικού, η συμμετοχή των μαθητών.

Σε αντίθεση με την πλατεία, που αν και δημόσιος χώρος, δεν επιτρέπεται η καταγραφή των πολιτών σε αυτή. Σε αντίθεση ακόμα και με το γραφείο μιας επιχείρησης, που αν και χώρος εργασίας, επίσης δεν επιτρέπεται η καταγραφή των εργαζόμενων σε αυτό.

Γιατί εκεί δεν επιτρέπεται; Επειδή υπάρχει το συνταγματικό πλαίσιο που προβλέπει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και τον σεβασμό και την προστασία της αξίας του ανθρώπου. Με βάση αυτό το συνταγματικό πλαίσιο (που όπως είπαμε ξεχνούν και θυμούνται κατά το δοκούν οι υβριστές των εκπαιδευτικών) προκύπτει και η νομοθεσία, η οποία υπόκειται στην αρχή της αναλογικότητας. Πρέπει δηλαδή οποιαδήποτε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων να είναι πρόσφορη, αναγκαία, ελάχιστη δυνατή και για νόμιμο σκοπό. Αν μπορεί η αξιολόγηση του εργαζόμενου σε μια επιχείρηση να γίνει με άλλο τρόπο, δεν επιτρέπεται ο εργοδότης να τον παρακολουθεί με κάμερα.

Η αναλογικότητα είναι η αιχμή του δόρατος των υβριστών. Βάζουμε μπροστά την υπέρτατη (και ευγενή) ανάγκη για συνέχιση της μαθησιακής διαδικασίας, για να κρύψουμε από πίσω τον μύχιο πόθο να βγάλουμε σκάρτους τους εκπαιδευτικούς. Φυσικά ένα μέτρο πιο ήπιο και πιο αποδοτικό που θα ήταν η εξ αποστάσεως εκπαίδευση σε όσα παιδιά μένουν σπίτι, θα ήταν και στο πνεύμα και στο γράμμα του Συντάγματος και του Νόμου, αλλά είπαμε ότι αυτά ισχύουν κατά το δοκούν. Άσε που θέλουν και μια σειρά από οικονομικές θυσίες της πολιτείας. Γιατί να πληρώσουμε για τα σχολεία, για επιπλέον εξοπλισμό ή προσωπικό, όταν μπορούμε να πληρώσουμε τα ΜΜΕ;

Το πρόβλημα της κάμερας δεν είναι κατεξοχήν ούτε νομικό ούτε συνταγματικό. Νομική κάλυψη, έστω και διάτρητη, δίνει η σημερινή διάταξη Κεραμέως για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Το πρόβλημα είναι παιδαγωγικό.

Το μάθημα δεν είναι διάλεξη. Είναι σχέση και αλληλεπίδραση. Δεν παράγεται σκέτα από το τι λέει ο εκπαιδευτικός, αλλά από το πώς το λέει, σε ποιο πλαίσιο, με ποιο τρόπο. Και ακόμα περισσότερο το μάθημα παράγεται από το τι και πώς λέει, πώς κινείται, πώς μορφάζει, πώς βαριέται ή δεν βαριέται ο μαθητής. Από το πώς θα ψιθυρίσει με το διπλανό του. Πώς και πότε θα του το επιτρέψεις. Πώς και πότε θα τον επαναφέρεις. Πώς και πότε -με τον πιο παράδοξο ή παρεξηγήσιμο τρόπο- ο δάσκαλος θα καταφέρει έκρηξη ερωτημάτων. Και πώς και πότε θα ανιχνεύσουν όλοι μαζί απαντήσεις, δημιουργώντας νέα ερωτήματα. Αυτά όχι απλά επιτρέπονται, αλλά επιβάλλονται σε μια σχέση διδασκαλίας, που ζητά να «ξυπνήσει ψυχές» κατά πώς έλεγε ο Μίλτος Κουντουράς.

Αλλά σιγά μην ξέρουν τον Μίλτο Κουντουρά όσοι σκούζουν για τους τεμπέληδες εκπαιδευτικούς.

Πώς θα επιδράσει στον εκπαιδευτικό και στα παιδιά η συνείδηση ότι αυτά που κάνουν, λένε ή ρωτάνε θα είναι αντικείμενο παρατήρησης έξω από την κοινότητα της τάξης; Και μάλιστα όχι από τη μαμά του συμμαθητή τους, αλλά από όλο τον κόσμο αν το οπτικοακουστικό υλικό ανέβει στο διαδίκτυο;

Θα ευνοήσει την ανόθευτη ειλικρίνεια ή θα προκαλέσει τη σκόπιμη συγκάλυψη;

Θα πυροδοτήσει την απορία ή θα επιβάλει τη σιωπή;

Θα αφεθεί στο ρίσκο του πειραματισμού ή θα περιοριστεί στη σιγουριά του καθωσπρεπισμού;

Θα επιτρέψει ή θα απαγορεύσει το λάθος, αυτόν το μεγάλο μοχλό γνώσης και αυτογνωσίας;

Και αν η απορία ενός παιδιού γίνει αντικείμενο σχολίων από τον γονιό ενός άλλου παιδιού, ή από έναν τρίτο;

Σε τελική ανάλυση θα προστατεύσει ή θα εκθέσει τη σχέση ανάμεσα στους μαθητές και ανάμεσα στους μαθητές και στον δάσκαλο;

Κάνει κάτι κακό ο εκπαιδευτικός σε αυτή τη σχέση; Θα ρωτήσουν κουτοπόνηρα οι υβριστές των εκπαιδευτικών.

Το αντίθετο: Επειδή ο εκπαιδευτικός νοιάζεται για αυτή τη σχέση, νοιάζεται και για την προστασία της.

Γιατί δηλαδή η προσωπική μας σχέση, η φιλική μας σχέση, ή η εργασιακή μας σχέση να απαιτεί προστασία, αλλά η μαθησιακή σχέση να επιτρέπει παρακολούθηση; Και μάλιστα όποιος αντιδρά στην κανονικοποίησή της να βγαίνει και σκάρτος ως εκπαιδευτικός;

Γιατί είναι βαρύ να βάλουμε κάμερα στο σπίτι μας για να κριθούμε δημοσίως ως γονείς ή ζευγάρι, είναι βαρύ να βάλουμε κάμερα στη δουλειά μας για να κριθούμε από τον εργοδότη ως εργαζόμενοι, αλλά είναι φυσιολογικό να βάλουμε κάμερα στην τάξη για να κριθούν δημοσίως οι ανεπρόκοποι εκπαιδευτικοί; Και ενίοτε να κριθούν και τα παιδιά;

Και αν ισχυριστεί κανείς ότι δεν θα συμβεί κάτι τέτοιο, ας αναρωτηθούν τι έγινε με το βίντεο με τον εξαγριωμένο μαθητή και την υπομονετική καθηγήτρια στο ΕΠΑΛ Θεσσαλονίκης. Ναι μεν δεν κρίνουμε, αλλά …άμα χρειαστεί, κρίνουμε. Και τους μαθητές, και τους καθηγητές.

Όπως δεν χρειάζεται να κακοποιεί κανείς τα παιδιά του για να αρνηθεί την κάμερα μέσα στο σπίτι του, έτσι δεν χρειάζεται να είναι κανείς κακός δάσκαλος για να αρνηθεί την κάμερα στην τάξη του. Το ανάποδο.