Άρθρα

Οι κυρώσεις της Ουάσιγκτον θα καταστρέψουν την Ευρώπη και όχι τη Ρωσία

Το antapocrisis αναδημοσιεύει για λόγους ενημέρωσης και προβληματισμού το άρθρο του Pepe Escobar για τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις στη Ρωσία. Ανεξάρτητα από το αν κανείς συμμερίζεται το σύνολο των εκτιμήσεων του αρθρογράφου, και ειδικά τον ισχυρισμό ότι η Ρωσία δεν θα πληγεί σχεδόν καθόλου από τα μέτρα των δυτικών κυβερνήσεων, το ενδιαφέρον βρίσκεται στην εκτίμηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων του πολέμου όσον αφορά τη γεωστρατηγική σύγκλιση Κίνας – Ρωσίας και την αυτοκτονική πορεία της Ευρώπης, η οποία εξαρτάται με όλο και πιο αρνητικούς και ετεροβαρείς όρους από την Ουάσινγκτον. Οι εκτιμήσεις του Pepe Escobar συμβαδίζουν με αυτές μιας μεγάλης σειράς αναλυτών που υποστηρίζουν ότι η Ευρώπη είναι ο μεγάλος χαμένος του πολέμου στην Ουκρανία, οι ΗΠΑ ο άμεσα ωφελούμενος και η Κίνα ο μεγάλος στρατηγικός νικητής.   

Το πολεμικό πεδίο έχει οριστεί.

Η επίσημη ρωσική μαύρη λίστα των εχθρικών εθνών που επιβάλλουν κυρώσεις περιλαμβάνει τις ΗΠΑ, την ΕΕ, τον Καναδά και, στην Ασία, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Ταϊβάν και τη Σιγκαπούρη (τη μόνη χώρα από τη Νοτιοανατολική Ασία). Παρατηρήστε πώς αυτή η «διεθνής κοινότητα» συνεχίζει να συρρικνώνεται.

Ο παγκόσμιος Νότος γνωρίζει ότι κανένα έθνος από τη Δυτική Ασία, τη Λατινική Αμερική ή την Αφρική δεν έχει ενταχθεί στην εκστρατεία κυρώσεων της Ουάσιγκτον.

Η Μόσχα δεν έχει καν ανακοινώσει το δικό της πακέτο αντι-κυρώσεων. Ωστόσο, ένα επίσημο διάταγμα «Περί προσωρινής εντολής υποχρεώσεων σε ορισμένους ξένους πιστωτές», το οποίο επιτρέπει στις ρωσικές εταιρείες να διακανονίζουν τα χρέη τους σε ρούβλια, μας υποψιάζει για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.

Τα ρωσικά αντίμετρα περιστρέφονται όλα γύρω από αυτό το νέο προεδρικό διάταγμα, που υπογράφηκε το περασμένο Σάββατο, το οποίο ο οικονομολόγος Γεβγκένι Γιουτσούκ περιγράφει ως «πυρηνική νάρκη αντιποίνων».

Το συγκεκριμένο μέτρο λειτουργεί ως εξής: για να πληρώσουν τα δάνεια που υπερβαίνουν τα 10 εκατομμύρια ρούβλια μηνιαίως που έχουν ληφθεί από μια χώρα που έχει επιβάλει κυρώσεις, οι ρωσικές εταιρείες δεν χρειάζεται να κάνουν μεταφορά. Ζητούν από μια ρωσική τράπεζα να ανοίξει έναν λογαριασμό σε ρούβλια, στο όνομα του πιστωτή. Στη συνέχεια, η εταιρεία μεταφέρει ρούβλια σε αυτόν τον λογαριασμό, με την τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία, και όλα είναι απολύτως νόμιμα.

Οι πληρωμές σε ξένο νόμισμα πραγματοποιούνται μόνο από την Κεντρική Τράπεζα κατά περίπτωση. Πρέπει να λάβουν ειδική άδεια από την Κυβερνητική Επιτροπή Ελέγχου Ξένων Επενδύσεων.

Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι το μεγαλύτερο μέρος των 478 δισεκατομμυρίων δολαρίων περίπου που είναι το ρωσικό εξωτερικό χρέος, μπορεί να «εξαφανιστεί» από τους ισολογισμούς των δυτικών τραπεζών. Το ισοδύναμο σε ρούβλια θα κατατεθεί κάπου, σε ρωσικές τράπεζες. Αλλά οι δυτικές τράπεζες, όπως έχουν τα πράγματα, δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτά.

Είναι συζητήσιμο εάν αυτή η απλή στρατηγική ήταν προϊόν των εγκεφάλων που συγκεντρώθηκαν στη Ρωσική Κεντρική Τράπεζα. Πιθανότατα, συνέβαλε ο σημαίνων οικονομολόγος Σεργκέι Γκλάζιεφ, επίσης κορυφαίος πρώην σύμβουλος του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν για την περιφερειακή ολοκλήρωση. Εδώ είναι μια αναθεωρημένη έκδοση, στα αγγλικά, του πρωτοποριακού δοκιμίου του, “Sanctions and Sovereignty”, το οποίο έχω αναφέρει προηγουμένως.

Εν τω μεταξύ, η Sberbank επιβεβαίωσε ότι θα εκδώσει τις ρωσικές χρεωστικές/πιστωτικές κάρτες Mir με την UnionPay της Κίνας (σ.μτφ. Η UnionPay είναι κινέζικο σύστημα χρηματοπιστωτικών πληρωμών, αντίστοιχο με τις αμερικανικές Visa και Mastercard, τις οποίες ξεπέρασε σε ύψος συναλλαγών το 2015. Προς το παρόν ωστόσο, ένα πολύ μικρό ποσοστό συναλλαγών διεξάγεται εκτός Κίνας, πράγμα που με τις δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία πρόκειται να αλλάξει). Η Alfa-Bank, η μεγαλύτερη ιδιωτική τράπεζα στη Ρωσία, θα εκδίδει επίσης πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες UnionPay. Αν και η κάρτα Mir παρουσιάστηκε μόλις πριν από πέντε χρόνια, το 40% των Ρώσων έχει ήδη μια τέτοια κάρτα για οικιακή χρήση. Τώρα θα μπορεί να τη χρησιμοποιεί και διεθνώς, μέσω του τεράστιου δικτύου της UnionPay. Και χωρίς τις Visa και Mastercard, οι προμήθειες για όλες τις συναλλαγές θα παραμείνουν στην οικονομική σφαίρα Ρωσίας-Κίνας.

Ουσιαστικά πρόκειται για αποδολαριοποίηση.

Κύριε Μαδούρο, δώστε παρακαλώ λίγο πετρέλαιο

Οι διαπραγματεύσεις στη Βιέννη για τις κυρώσεις προς το Ιράν, φτάνουν στο τελευταίο στάδιο – όπως παραδέχτηκε ακόμη και ο Κινέζος διπλωμάτης Wang Qun. Αλλά ήταν ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ που εισήγαγε μια νέα, κρίσιμη μεταβλητή στις τελικές συζητήσεις της Βιέννης.

Ο Λαβρόφ έκανε ένα αρκετά σαφές αίτημα, την τελευταία κυριολεκτικά ώρα: «Ζητήσαμε γραπτή εγγύηση … ότι η τρέχουσα διαδικασία [ρωσικών κυρώσεων] που ξεκίνησε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν προσκρούει με κανέναν τρόπο στη δυνατότητά μας για ελεύθερη και πλήρη εμπορική, οικονομική και επενδυτική συνεργασία και στρατιωτική-τεχνική συνεργασία με την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν».

Σύμφωνα με τη συμφωνία για το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPOA) του 2015, η Ρωσία εισάγει εμπλουτισμένο ουράνιο από το Ιράν και το ανταλλάσσει με yellowcake (σ.μτφ. συμπυκνωμένη μορφή ουρανίου), και παράλληλα, μετατρέπει εκ νέου τον πυρηνικό σταθμό Fordow του Ιράν σε ερευνητικό κέντρο. Χωρίς τις ιρανικές εξαγωγές εμπλουτισμένου ουρανίου, απλά δεν υπάρχει συμφωνία JCPOA. Είναι παράλογο το γεγονός ότι ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Blinken δεν φαίνεται να το καταλαβαίνει.

Όλοι μα όλοι στη Βιέννη, γνωρίζουν, ότι για να υπογράψουν όλοι οι παράγοντες την αναβίωση του JCPOA, κανένα έθνος δεν μπορεί να στοχοποιηθεί μεμονωμένα όσον αφορά τις συναλλαγές με το Ιράν. Αυτό το ξέρει και η Τεχεράνη.

Αυτό που συμβαίνει τώρα είναι ένα περίτεχνο παιχνίδι περσικών καθρεφτών, που παίζεται μεταξύ της ρωσικής και της ιρανικής διπλωματίας. Ο πρεσβευτής της Μόσχας στην Τεχεράνη, Levan Dzhagaryan, απέδωσε τη σφοδρή αντίδραση ορισμένων ιρανικών κύκλων στον Λαβρόφ, σε «παρεξήγηση». Όλα αυτά θα διεξαχθούν στη σκιά.

Ένα επιπλέον στοιχείο είναι, ότι σύμφωνα με μια πηγή πληροφόρησης με προνομιακή πρόσβαση στο Ιράν, η Τεχεράνη μπορεί να πουλάει έως και τρία εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα, «έτσι εάν υπογραφεί μια συμφωνία, δεν θα επηρεάσει καθόλου την προσφορά. Απλώς θα κοστίζει περισσότερο».

Η αμερικανική κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν είναι πλέον απολύτως απελπισμένη: σήμερα απαγόρευσε όλες τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία, η οποία τυγχάνει να είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου στις ΗΠΑ, πίσω από τον Καναδά και πάνω από το Μεξικό. Η μεγάλη «στρατηγική αντικατάστασης» της ενέργειας από τη Ρωσία, είναι να ζητιανεύουν πετρέλαιο από το Ιράν και τη Βενεζουέλα.

Έτσι, ο Λευκός Οίκος έστειλε μια αντιπροσωπεία για να συνομιλήσει με τον πρόεδρο της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο, με επικεφαλής τον Χουάν Γκονζάλες, τον κορυφαίο σύμβουλο του Λευκού Οίκου στη Λατινική Αμερική. Η προσφορά των ΗΠΑ είναι να «ελαφρύνουν» τις κυρώσεις στο Καράκας με αντάλλαγμα το πετρέλαιο.

Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έχει περάσει χρόνια –αν όχι δεκαετίες– καίγοντας όλες τις γέφυρες με τη Βενεζουέλα και το Ιράν. Οι ΗΠΑ κατέστρεψαν το Ιράκ και τη Λιβύη και απομόνωσαν τη Βενεζουέλα και το Ιράν στην προσπάθειά τους να κατακτήσουν τις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου – απλώς για να καταλήξουν με άθλιο τρόπο να προσπαθούν να τις εξαγοράσουν και τις δύο χώρες και να ξεφύγουν από τη συντριβή από τις οικονομικές δυνάμεις που έχουν οι ίδιες εξαπολύσει. Αυτό αποδεικνύει, για άλλη μια φορά, ότι οι «διαμορφωτές πολιτικής» του ιμπεριαλισμού είναι εντελώς ανόητοι.

Το Καράκας θα ζητήσει την κατάργηση όλων των κυρώσεων στη Βενεζουέλα και την επιστροφή όλου του κατασχεμένου χρυσού του. Και φαίνεται ότι τίποτα από αυτά δεν ξεκαθαρίστηκε με τον «πρόεδρο» Χουάν Γκουαϊδό, ο οποίος από το 2019 είναι ο μόνος ηγέτης της Βενεζουέλας που «αναγνωρίστηκε» από την Ουάσιγκτον.

Η κοινωνική συνοχή σε διάλυση

Οι αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου, εν τω μεταξύ, βρίσκονται σε απόλυτο πανικό. Κανένας δυτικός έμπορος δεν θέλει να αγοράσει ρωσικό αέριο. Αυτό δεν οφείλεται στο κρατικό ενεργειακό μεγαθήριο της Ρωσίας, Gazprom, το οποίο συνεχίζει να προμηθεύει κανονικά τους πελάτες που υπέγραψαν συμβάσεις με σταθερά τιμολόγια, από 100 έως 300 δολάρια. Άλλοι πληρώνουν πάνω από 3.000$ στην αγορά σποτ (σ.μτφ. αγορά που αφορά άμεσα παραδοτέα αγαθά).

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι όλο και λιγότερο πρόθυμες να χορηγήσουν δάνεια για το εμπόριο ενέργειας με τη Ρωσία λόγω της υστερίας των κυρώσεων. Μια ισχυρή υπόδειξη ότι ο αγωγός φυσικού αερίου Ρωσίας-Γερμανίας Nord Stream 2 είναι κυριολεκτικά νεκρός, είναι ότι ο εισαγωγέας Wintershall-Dea απέσυρε το μερίδιό του στη χρηματοδότηση, προεξοφλώντας ντε φάκτο ότι ο αγωγός δεν θα ξεκινήσει.

Καθένας με στοιχειώδη σκέψη στη Γερμανία, γνωρίζει ότι δύο επιπλέον τερματικοί σταθμοί Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) – που δεν έχουν ακόμη κατασκευαστεί – δεν επαρκούν για τις ανάγκες του Βερολίνου. Πολύ απλά δεν υπάρχει αρκετό LNG για να καλύψει τις ανάγκες της Γερμανίας. Η Ευρώπη θα ανταγωνιστεί με την Ασία για το ποιος μπορεί να πληρώσει περισσότερα. Η Ασία κερδίζει.

Η Ευρώπη εισάγει περίπου 400 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως, με τη Ρωσία να παρέχει τα 200 δισεκατομμύρια από αυτά. Δεν υπάρχει περίπτωση η Ευρώπη να βρει 200 ​​δισεκατομμύρια από οπουδήποτε αλλού, για να αντικαταστήσει τη Ρωσία – είτε στην Αλγερία, είτε στο Κατάρ είτε στο Τουρκμενιστάν. Για να μην αναφέρουμε την έλλειψη των απαραίτητων τερματικών LNG για τη μεταφορά του υγροποιημένου αερίου.

Έτσι, προφανώς, ο κορυφαίος ωφελούμενος από όλο το χάος θα είναι οι ΗΠΑ – οι οποίες θα μπορούν να επιβάλλουν όχι μόνο τους τερματικούς σταθμούς και τα συστήματα ελέγχου τους, αλλά και τα κέρδη από τα δάνεια στην ΕΕ, τις πωλήσεις εξοπλισμού και την πλήρη πρόσβαση σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ενεργειακή υποδομή. Όλες οι εγκαταστάσεις, οι αγωγοί και οι αποθήκες LNG θα συνδεθούν σε ένα μοναδικό δίκτυο με ένα ενιαίο κέντρο ελέγχου: αυτό είναι το αμερικανικό επιχειρηματικό όνειρο.

Η Ευρώπη θα μείνει με τη μειωμένη παραγωγή φυσικού αερίου για τη φθίνουσα βιομηχανία της. Απώλειες θέσεων εργασίας, μείωση του επιπέδου ποιότητας ζωής, αυξημένη πίεση στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, και, τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό, ανάγκη για επιπλέον αμερικανικά δάνεια. Ορισμένα έθνη θα επιστρέψουν στον άνθρακα για να καλύψουν τις ανάγκες για θέρμανση. Η παρέλαση της Πράσινης Οικονομίας θα είναι ιδιαίτερα ζωηρή.

Τι γίνεται με τη Ρωσία; Υποθετικά μιλώντας, ακόμα κι αν όλες οι εξαγωγές ενέργειας της περιοριστούν – και δεν πρόκειται να περιοριστούν, οι κορυφαίοι πελάτες της βρίσκονται στην Ασία – η Ρωσία δεν πρόκειται να αναλώσει τα συναλλαγματικά της αποθέματα.

Η ρωσοφοβική ολοσχερής επίθεση στις ρωσικές εξαγωγές στοχεύει επίσης σε μέταλλα όπως το παλλάδιο – ζωτικής σημασίας για τα ηλεκτρονικά, από τους φορητούς υπολογιστές έως τα συστήματα αεροσκαφών. Οι τιμές εκτοξεύονται. Η Ρωσία ελέγχει το 50% της παγκόσμιας αγοράς. Στη συνέχεια, υπάρχουν τα ευγενή αέρια – νέον, ήλιο, αργό, ξένο – απαραίτητα για την παραγωγή μικροτσίπ. Το τιτάνιο έχει αυξηθεί κατά 25% και τόσο η Boeing (κατά το ένα τρίτο των προμηθειών της) όσο και η Airbus (κατά τα δύο τρίτα των προμηθειών της) βασίζονται σε ρωσικό τιτάνιο.

Πετρέλαιο, τρόφιμα, λιπάσματα, στρατηγικά μέταλλα, αέριο νέον για ημιαγωγούς: όλα ανατινάζονται, στην ποδιά της Κακιάς Μάγισσας Ρωσίας.

Μερικοί δυτικοί που εξακολουθούν να αγαπούν πολύ τη ρεαλπολιτίκ του Μπίσμαρκ έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται εάν η εξαίρεση της ενέργειας (στην περίπτωση της Ευρώπης) και επιλεγμένων εμπορευματικών ροών από τις ρωσικές κυρώσεις, έχει να κάνει με την προστασία του συστήματος παραγωγής εμπορευμάτων.

Άλλωστε, αν η παραγωγή εμπορευμάτων καταρρεύσει, λόγω έλλειψης πρώτων υλών, ολόκληρο το δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα ανατινάζεται. Αυτό θα είναι μια πραγματική συστημική αποτυχία.

Το βασικό ζήτημα που πρέπει να χωνέψει ο Παγκόσμιος Νότος είναι ότι η «Δύση» δεν αυτοκτονεί. Αυτό που έχουμε εδώ, ουσιαστικά, είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες να καταστρέφουν εσκεμμένα τη γερμανική βιομηχανία και την ευρωπαϊκή οικονομία – παραδόξως, με τη συναίνεση των ίδιων των Ευρωπαίων.

Η καταστροφή της ευρωπαϊκής οικονομίας σημαίνει να μην παραχωρηθεί επιπλέον χώρος στην αγορά της Κίνας και να εμποδιστεί το αναπόφευκτο επιπλέον εμπόριο που θα είναι άμεση συνέπεια των στενότερων ανταλλαγών μεταξύ της ΕΕ και της Περιφερειακής Συνολικής Οικονομικής Συνεργασίας (RCEP), της μεγαλύτερης εμπορικής συμφωνίας στον κόσμο.

Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι οι ΗΠΑ να τρώνε για το μεσημεριανό τους γεύμα τις ευρωπαϊκές αποταμιεύσεις, ενώ η Κίνα θα επεκτείνει τη μεσαία τάξη της σε πάνω από 500 εκατομμύρια ανθρώπους. Η Ρωσία θα τα καταφέρει μια χαρά, όπως περιγράφει ο Γκλάζιεφ: κυρίαρχη και αυτάρκης.

Ο Αμερικανός οικονομολόγος Μάικλ Χάντσον σκιαγράφησε συνοπτικά τις γραμμές της αυτοκρατορικής αυτοκατάρρευσης. Ωστόσο, πολύ πιο δραματικό, σε βαθμό στρατηγικής καταστροφής, είναι το πώς οι κωφοί, άλαλοι και τυφλοί παρελαύνουν προς τη βαθιά ύφεση και τον υπερπληθωρισμό, διαλύοντας ό,τι έχει απομείνει από την κοινωνική συνοχή της Δύσης.

Αποστολή εξετελέσθη.

Πηγή: The Cradle

Μετάφραση: antapocrisis

Προσοχή στο κενό μεταξύ των ίσων αποστάσεων

Ω, τι έκπληξη! 

Όσοι ήταν υπέρ της ειρήνης χθες, σήμερα εξοπλίζουν με κάθε τρόπο το Κίεβο και ναρκοθετούν κάθε προσπάθεια εκεχειρίας, προστασίας των αμάχων, ειρήνευσης. Μια Ουκρανία ειρηνική και ουδέτερη, που δεν είναι προκεχωρημένο φυλάκιο του ΝΑΤΟ και επιτρέπει στις εθνότητές της να συνυπάρξουν ειρηνικά, δεν είναι επιθυμητή. Η ειρήνη δεν είναι “αυταξία” για τη Δύση, ούτε υπέρτατο αγαθό. Είναι απλώς όχημα των γεωπολιτικών της επιδιώξεων.

Μα δεν το περιμέναμε!

Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες της Δύσης επιλέγουν την πλήρη αντιδημοκρατική εκτροπή και φιμώνουν κανάλια και ιστότοπους που δεν αναπαράγουν τη δική τους προπαγάνδα, αλλά την προπαγάνδα της Ρωσίας. Οι κατασκευασμένες εικόνες, οι μονόπλευρες ειδήσεις, η καθημερινή κατήχηση, τα εξόφθαλμα ψέματα για τον πόλεμο στην Ουκρανία, πρέπει να είναι προνόμιο μόνο της “δημοκρατικής” Δύσης. Ο αντίπαλος, δεν δικαιούται να έχει τη δική του φωνή. Το CNN μπορεί να εκπέμπει στη Μόσχα, αλλά το Russia Today δεν μπορεί να εκπέμπει στην Ευρώπη και στην Αμερική. Και οι πολίτες οφείλουν να ενημερώνονται, να σχολιάζουν, να αλληλεπιδρούν, σε πλατφόρμες απολύτως ελεγχόμενες από ένα κράτος πατερναλιστικό που ξέρει το καλό των πολιτών του, πριν από αυτούς. Κατά τα άλλα η Ρωσία είναι που έχει αντιδημοκρατικό καθεστώς. Η Δύση είναι το απαύγασμα της δημοκρατίας. 

Πέσαμε από τα σύννεφα! 

Η αντιρωσική υστερία, το κυνήγι μαγισσών, η δαιμονοποίηση της Ρωσίας, έφτασε στο σημείο να σπάνε ρωσικά μαγαζιά και αυτοκίνητα στη Γερμανία, να απαγορεύονται οι ρωσικές γάτες (!), να αφαιρείται η σημαία από Ρώσους αθλητές, να ακυρώνονται καλλιτεχνικές διοργανώσεις που σχετίζονται με φορείς της Ρωσίας, να απολύονται Ρώσοι καλλιτέχνες που δεν αποκηρύσσουν τον Πούτιν, να τρομοκρατούνται όσοι έχουν άλλη άποψη για τον πόλεμο στην Ουκρανία από την κυρίαρχη. Αυτά δεν είναι τίποτα άλλο από πρόβα πογκρόμ και μακαρθισμός. 

Αιφνιδιαστήκαμε!

Η ιστορία της Ουκρανίας μάθαμε ότι ξεκίνησε πριν από μια εβδομάδα. Όχι από το 2004  που οργανώθηκε το πρώτο πραξικόπημα της πορτοκαλί επανάστασης. Όχι από το 2014 που οι ΗΠΑ οργάνωσαν το δεύτερο πραξικόπημα, με ένα πακτωλό δολαρίων και προθύμων πολιτικών παραγόντων. Όχι κάθε μέρα, κάθε μήνα, κάθε χρόνο έκτοτε, που το καθεστώς του Κιέβου οργάνωνε πογκρόμ διώξεων, τρομοκράτησης, εμπρησμού, δολοφονιών. Όχι όταν η Ουκρανία δήλωνε ότι θα μπει στο ΝΑΤΟ ή ότι θα αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Δεν μπορούν οι πολίτες να αναρωτηθούν αν το Διεθνές Δίκαιο είναι α λα καρτ. Αν μπορεί να το ξεσκίζει μόνο η Δύση, και άλλος ουδείς. Αν πόλεμοι, βομβαρδισμοί και εισβολές επιτρέπονται μόνο αν γίνονται από τις ΗΠΑ, αλλά όχι αν γίνονται από τη Ρωσία. Έφτασαν οι νούμερο ένα κακοποιητές της ειρήνης, της ανεξαρτησίας, της ακεραιότητας και της κυριαρχίας ενός πλήθους χωρών που δεινοπάθησαν από τις Νατοϊκές επεμβάσεις, να παριστάνουν τον κήνσορα.

Το πολεμικό κλίμα που επικρατεί στη Δύση δεν είναι πρωτόγνωρο ιστορικά. Ούτε τα πογκρόμ, οι διώξεις, ο μακαρθισμός, η ψύχωση, η υστερία και η μαύρη προπαγάνδα. Και δεν ήταν αναπάντεχα. 

Ήταν απολύτως προβλέψιμα.

Για την ακρίβεια ήταν το αναμενόμενο αποτέλεσμα των δηλώσεων νομιμοφροσύνης που πρέπει να δείχνει κάθε πολίτης αλλά και κάθε πολιτική δύναμη, αποκηρύσσοντας τη σύγχρονη “αυτοκρατορία του Κακού”. Μπορεί η Ρωσία να μην έχει ουδεμία σχέση με τη Σοβιετική Ένωση, αλλά οι ομοιότητες με το παρελθόν είναι πάνω από εμφανείς. 

Η καταδίκη εξίσου και των δύο πλευρών, είναι τόσο δύσκολη όσο το να ισορροπήσει ελέφαντας σε οδοντογλυφίδα. Γιατί η κυρίαρχη προπαγάνδα με το κυνήγι μαγισσών που έχει εξαπολύσει, βλέποντας παντού Πουτινικούς, δεν αρκείται να αποσπάσει την αποκήρυξη του Πούτιν και της ρωσικής εισβολής. Απαιτεί την πλήρη προσχώρηση στον δυτικό λόγο, στην αντιρωσική υστερία, στον πολεμικό εξοπλισμό του Κιέβου, στην αποκήρυξη της “αυταρχικής” Ανατολής και στην ενθουσιώδη στράτευση στη “δημοκρατική” Δύση.  

Τελικά μάθαμε ότι δεν υπάρχουν ίσες αποστάσεις. 

Ω, τι έκπληξη: η νίκη του ενός πόλου, είναι ήττα του άλλου. 

Και δεν μπορεί το αποτέλεσμα που θα προκύψει από την ακραία πόλωση ανάμεσα στη Δύση και στη Ρωσία, να είναι ουδέτερο για το διεθνή συσχετισμό. 

Δεν μπορείς να ελπίζεις ότι τυχόν υποταγή της Ρωσίας στη Δύση (και στην επιθετικότητά της), δεν θα επηρεάσει αρνητικά οποιαδήποτε χώρα αμφισβητήσει στο μέλλον τον μονόδρομο του ευρωατλαντισμού. 

Και δεν είναι δυνατόν να ελπίζεις ότι μπορείς να μείνεις με ένα μαγικό τρόπο έξω από μια οξεία αντιπαράθεση, που θα λήξει είτε με τον περιορισμό της δυτικής επιθετικότητας, είτε με την παράδοση της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ.

Οι ίσες αποστάσεις ήταν από την αρχή καταδικασμένες να είναι άνισες γιατί τα δύο αντιμαχόμενα μέρη, είτε μας αρέσει, είτε όχι, δεν έχουν την ίδια δύναμη, δεν έχουν τον ίδιο ρόλο. Η παράταξη της Δύσης, σε μια χωρίς όριο επιθετικότητα, στριμώχνει τη Ρωσία περικλείοντάς τη ασφυκτικά με Νατοϊκές βάσεις, στήνοντας πυραυλικά συστήματα στα σύνορά της, οργανώνοντας σχεδόν δημόσια (γιατί δεν απολογείται πουθενά) πραξικοπήματα ενάντια σε φιλικές στη Μόσχα κυβερνήσεις. Η Ρωσία έκανε στρατιωτική εισβολή, αλλά ο πόλεμος εναντίον της μαίνεται εδώ και δεκαετίες με “ειρηνικό” και “δημοκρατικό”, αλλά πάντως απολύτως υπαρκτό τρόπο. 

Οι ίσες αποστάσεις δημιούργησαν μεγάλο κενό ανάμεσά τους. 

Και όσοι τις επικαλέστηκαν, σήμερα, είτε πέφτουν μέσα και γίνονται κιμάς στη μηχανή της Ευρωατλαντικής παράταξης στρατευόμενοι στην αντιρωσική υστερία και στο σύγχρονο μακαρθισμό ενάντια σε όσους δεν υπηρετούν το δόγμα των ΗΠΑ, είτε υποχρεούνται να ανασκοπήσουν και να αναθεωρήσουν τη στάση τους.

Η ομίχλη του πολέμου

Η παρακολούθηση της εμπλοκής του ευρωπαϊκού συστήματος στη βαρβαρότητα του πολέμου –για πρώτη φορά μετά τον βομβαρδισμό του ΝΑΤΟ στο Βελιγράδι το 1999– χρειάζεται κάτι περισσότερο από ψυχολογικές εκτιμήσεις. Τι έκανε τη Ρωσία και τη «Δύση» να εμπλακούν σε έναν αδυσώπητο αγώνα πάλης στην άκρη της αβύσσου, με τις δύο πλευρές να πέφτουν τελικά από τον γκρεμό; Καθώς ζούμε αυτή την τερατώδη εποχή, καταλαβαίνουμε καλύτερα από ποτέ τι πρέπει να εννοούσε ο Γκράμσι με τον όρο μεσοβασιλεία: μια κατάσταση «στην οποία το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν μπορεί να γεννηθεί», μια κατάσταση στην οποία «εμφανίζεται μια μεγάλη ποικιλία νοσηρών συμπτωμάτων», όπου ισχυρές χώρες αναζητούν το μέλλον τους στις αβεβαιότητες του πεδίου της μάχης, συννεφιασμένο από την ομίχλη του πολέμου.

Κανείς δεν γνωρίζει τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές πώς θα τελειώσει ο πόλεμος για την Ουκρανία και μετά από πόση αιματοχυσία. Αυτό που μπορούμε να προσπαθήσουμε να υποθέσουμε σε αυτό το σημείο, είναι ποιοι μπορεί να ήταν οι λόγοι – και οι ανθρώπινες πράξεις έχουν πάντα αιτίες, όσο αψυχολόγητες κι αν φαίνονται σε τρίτους – για την ριψοκίνδυνη πολιτική τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ρωσίας. Τι φοβερή σκηνή: Κλιμακούμενη σύγκρουση, ραγδαία μείωση των δυνατοτήτων και των δύο πλευρών να σώσουν την αίγλη τους χωρίς την ολοκληρωτική νίκη, που τελειώνει με τη φονική επίθεση της Ρωσίας σε μια γειτονική χώρα με την οποία κάποτε συμβίωνε σε ένα κοινό κράτος.

Εδώ βρίσκουμε αξιοσημείωτους παραλληλισμούς, καθώς και προφανείς ασυμμετρίες, αφού τόσο η Ρωσία όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν εδώ και καιρό την υφέρπουσα αποσύνθεση τόσο της εσωτερικής κοινωνικής τους τάξης όσο και της διεθνούς τους θέσης. Προφανώς αυτό τους κάνει να αισθάνονται ότι πρέπει να σταματήσουν την αποσύνθεση τώρα, διαφορετικά αυτή θα συνεχίζεται για πάντα. Στη ρωσική περίπτωση, αυτό που βλέπει κανείς είναι ένα καθεστώς, κρατικό αλλά και ολιγαρχικό, που αντιμετωπίζει αυξανόμενη αναταραχή μεταξύ των πολιτών του, πλούσιο σε πετρέλαιο και διαφθορά, ανίκανο να βελτιώσει τη ζωή των απλών ανθρώπων του, ενώ οι ολιγάρχες του πλουτίζουν απροσμέτρητα, ένα καθεστώς που χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο το βαρύ αντιδημοκρατικό του χέρι ενάντια σε κάθε οργανωμένη διαμαρτυρία. Για να εγκαθιδρύσει κανείς μια κατάσταση που βασίζεται στις ξιφολόγχες, απαιτείται εσωτερική σταθερότητα, που προέρχεται από την οικονομική ευημερία και την κοινωνική πρόοδο, που με τη σειρά της εξαρτάται από την παγκόσμια ζήτηση για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο που πρέπει να πουλήσει η Ρωσία. Για αυτό, ωστόσο, χρειάζεται πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές και την προηγμένη τεχνολογία, πρόσβαση που οι ΗΠΑ είχαν αρχίσει να περιορίζουν εδώ και καιρό.

Το ίδιο γίνεται με την εξωτερική ασφάλεια, όπου οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ έχουν διεισδύσει για σχεδόν δύο δεκαετίες τώρα πολιτικά και στρατιωτικά σε αυτό που η Ρωσία (πολύ εξοικειωμένη με τις ξένες εισβολές), ισχυρίζεται ότι είναι η ζώνη ασφαλείας της. Οι προσπάθειες της Μόσχας να διαπραγματευτεί επ’ αυτού οδήγησαν τη μετα-σοβιετική Ρωσία να αντιμετωπίζεται από την Ουάσιγκτον με τον ίδιο τρόπο όπως η προκάτοχός της, η Σοβιετική Ένωση, με απώτερο σκοπό των ΗΠΑ την αλλαγή καθεστώτος. Όλες οι προσπάθειες για τον τερματισμό της καταπάτησης δεν οδήγησαν πουθενά. Το ΝΑΤΟ πλησιάζει όλο και πιο κοντά, τοποθετώντας πρόσφατα πυραύλους μέσου βεληνεκούς στην Πολωνία και στη Ρουμανία, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο την Ουκρανία ως έδαφος που τους ανήκει – ας θυμηθούμε τα κηρύγματα της υφυπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Βικτόριας Νιούλαντ σχετικά με το ποιος πρέπει να ηγηθεί της κυβέρνησης στο Κίεβο.

Στην πορεία, το ρωσικό καθεστώς προφανώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτή η υφέρπουσα διάβρωση, εσωτερική αλλά και εξωτερική, θα συνεχιζόταν αμείωτη, εκτός και αν αναλαμβανόταν δραματική δράση για να σταματήσει η παρακμή. Αυτό που ακολούθησε ήταν η στρατιωτική συγκέντρωση δυνάμεων γύρω από την Ουκρανία από την άνοιξη του 2021, συνοδευόμενη από το αίτημα για επίσημη δέσμευση από την Ουάσιγκτον να σέβεται εφεξής τα ρωσικά συμφέροντα ασφαλείας. Επιδιώκοντας έτσι μια ανοιχτή σύγκρουση αντί για μια υφέρπουσα, ίσως με την ελπίδα να κινητοποιηθεί το πνεύμα του ρωσικού πατριωτισμού που κάποτε είχε νικήσει τους Γερμανούς.

Στρεφόμενοι προς την αμερικανική πλευρά, θα ανακαλύψει κανείς μια μνησικακία που πηγαίνει πίσω, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν ο Μπόρις Γέλτσιν, ο μετασοβιετικός υπάλληλος της Αμερικής, παρέδωσε το μαγαζί στον Βλαντιμίρ Πούτιν, στον απόηχο της οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής που προκλήθηκε από τη «θεραπεία σοκ» που εισηγήθηκαν οι Αμερικανοί. Η αρχική προσπάθεια του Πούτιν να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ υπό την αιγίδα της Νέας Παγκόσμιας Τάξης, απορρίφθηκε, παρόλες τις προσπάθειές του να βοηθήσει την Ουάσιγκτον στην εισβολή της στο Αφγανιστάν. Οι ρωσικές αντιρρήσεις για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ το 2004 –που απειλούν τώρα τα βορειοδυτικά σύνορά του– αντιμετωπίστηκαν με την πολιτική των Μπους και Μπλερ για μια Νατοϊκή πολιτική «ανοιχτών θυρών» για τη Γεωργία και την Ουκρανία, στη σύνοδο κορυφής του Βουκουρεστίου το 2008.

Το αμερικανικό πολιτικό κατεστημένο, υπό την ηγεσία της πτέρυγας της Χίλαρι Κλίντον στο Δημοκρατικό Κόμμα, άρχισε να αντιμετωπίζει τη Ρωσία ως ένα κράτος αδίστακτο, όπως εκείνη η άλλη χώρα που είχε ξεφύγει από τον αμερικανικό έλεγχο, το Ιράν. Εκεί που στο παρελθόν παραφύλαγε ένας Κόκκινος κάτω από κάθε αμερικάνικο κρεβάτι, τώρα ο αυτόκλητος επισκέπτης ήταν ένας Ρώσος – μια διάκριση που πολλοί Αμερικανοί δεν είχαν μάθει ποτέ πραγματικά να κάνουν. Ακόμη και η εκλογή του Τραμπ το 2016 αποδόθηκε από το ηττημένο κόμμα των Δημοκρατικών σε μυστικές ρωσικές μηχανορραφίες, οι οποίες και εξόντωσαν πολιτικά τις αρχικές προσπάθειες του Τραμπ να αναζητήσει κάποιου είδους συμφωνία με τη Ρωσία. (Θυμάστε την αθώα ερώτησή του για το γιατί υπήρχε ακόμα το ΝΑΤΟ, τρεις δεκαετίες μετά το τέλος του κομμουνισμού;) Μέχρι το τέλος της θητείας του, προκειμένου να διορθώσει τη ρήξη με το αμερικανικό βαθύ κράτος και τους ψηφοφόρους, είχε επιστρέψει στην κλασική δοκιμασμένη αντιρωσική στάση.

Για τον διάδοχο του Τραμπ, τον Μπάιντεν, όπως και για τους Ομπάμα – Κλίντον, η Ρωσία παρουσιάστηκε ως ένας βολικός εχθρός, εγχώρια και διεθνώς: μικρός οικονομικά, αλλά εύκολο να παρουσιαστεί ως μεγάλος λόγω των πυρηνικών όπλων της. Μετά την επικοινωνιακή καταστροφή  της αποχώρησης του Μπάιντεν από το Αφγανιστάν, η επίδειξη δύναμης έναντι της Ρωσίας φαινόταν ένας ασφαλής τρόπος για να αναδειχθεί η αμερικανική δύναμη, αναγκάζοντας τους Ρεπουμπλικάνους, κατά τη διάρκεια των κρίσιμων ενδιάμεσων εκλογών, να στοιχηθούν πίσω από τον Μπάιντεν ως ηγέτη ενός αναστημένου “ελεύθερου κόσμου”. Η Ουάσιγκτον στράφηκε δεόντως στη διπλωματία πυγμής και εντυπωσιασμού, και αρνήθηκε κατηγορηματικά κάθε διαπραγμάτευση για την επέκταση του ΝΑΤΟ. Για τον Πούτιν, έχοντας προχωρήσει όσο πιο μακριά μπορούσε, η επιλογή τέθηκε ξεκάθαρα μεταξύ της κλιμάκωσης και της συνθηκολόγησης. Ήταν σε αυτό το σημείο που η μέθοδος μετατράπηκε σε τρέλα, και ξεκίνησε η φονική, καταστροφική από στρατηγικής άποψης, ρωσική χερσαία εισβολή στην Ουκρανία.

Για τις ΗΠΑ, η άρνηση των ρωσικών απαιτήσεων για εγγυήσεις ασφαλείας ήταν ένας βολικός τρόπος για να υποστηρίξουν την άνευ όρων πρόσδεση των ευρωπαϊκών χωρών στο ΝΑΤΟ, μια συμμαχία που είχε γίνει ασταθής τα τελευταία χρόνια. Αυτό αφορούσε ιδιαίτερα τη Γαλλία, της οποίας ο πρόεδρος πριν από λίγο καιρό είχε χαρακτηρίσει το ΝΑΤΟ «εγκεφαλικά νεκρό», αλλά και τη Γερμανία με τη νέα κυβέρνησή της, της οποίας το ηγετικό κόμμα, το SPD (σοσιαλδημοκράτες), θεωρούνταν πολύ φιλικό προς τη Ρωσία. Εκκρεμούσαν επίσης ημιτελή έργα σχετικά με τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2. Η Μέρκελ, μαζί με τον Σρέντερ, είχε ζητήσει από τη Ρωσία να τον κατασκευάσει, ελπίζοντας να καλύψει το κενό στον ενεργειακό εφοδιασμό της Γερμανίας. Οι ενεργειακές ελλείψεις αναμένεται να προκύψουν από το μετασχηματισμό της Γερμανίας σε χώρα χωρίς άνθρακα και πυρηνικά. Οι ΗΠΑ αντιτάχθηκαν στο σχέδιο, όπως και πολλοί άλλοι στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων των Γερμανών Πρασίνων. Μεταξύ των λόγων ήταν οι φόβοι ότι ο αγωγός θα έκανε τη Δυτική Ευρώπη πιο εξαρτημένη από τη Ρωσία και ότι θα ήταν πλέον αδύνατο για την Ουκρανία και την Πολωνία να διακόψουν τις παραδόσεις ρωσικού φυσικού αερίου σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η Μόσχα δεν συμπεριφέρεται σωστά.

Η αντιπαράθεση για την Ουκρανία, με την αποκατάσταση της ευρωπαϊκής εμπιστοσύνης στην αμερικανική ηγεσία, έλυσε αυτό το πρόβλημα σε χρόνο μηδέν. Μετά τη διαρροή των αποχαρακτηρισμένων εγγράφων της CIA, ο λεγόμενος «ποιοτικός τύπος» της Δυτικής Ευρώπης, για να μην αναφέρουμε τα δημόσια ραδιοτηλεοπτικά συστήματα, παρουσίασε τη ραγδαία επιδεινούμενη κατάσταση ως μια μανιχαϊστική πάλη μεταξύ καλού και κακού, των ΗΠΑ υπό τον Μπάιντεν, εναντίον της Ρωσίας υπό τον Πούτιν. Τις τελευταίες εβδομάδες της Μέρκελ, η κυβέρνηση Μπάιντεν συζητούσε με τη Γερουσία των ΗΠΑ πιθανές κυρώσεις στη Γερμανία και στους φορείς εκμετάλλευσης του Nord Stream 2, με αντάλλαγμα την απόσπαση της γερμανικής συναίνεσης στο να συμπεριληφθεί ο αγωγός σε ένα πιθανό μελλοντικό πακέτο κυρώσεων προς τη Ρωσία. Μετά τη ρωσική αναγνώριση των δύο αποσχισμένων επαρχιών της Ανατολικής Ουκρανίας, το Βερολίνο ανέβαλε επισήμως τη θεσμική ρύθμιση του αγωγού – κάτι που, ωστόσο, δεν ήταν αρκετό. Με τον νέο γερμανό καγκελάριο να στέκεται δίπλα του σε συνέντευξη Τύπου στην Ουάσιγκτον, ο Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι, αν χρειαστεί, ο αγωγός θα περιλαμβανόταν σε πιθανές κυρώσεις, με τον Σολτς να μένει σιωπηλός. Λίγες μέρες αργότερα, ο Μπάιντεν ενέκρινε το σχέδιο της Γερουσίας στο οποίο είχε αντιταχθεί νωρίτερα. Στη συνέχεια, στις 24 Φεβρουαρίου, η ρωσική εισβολή ώθησε το Βερολίνο να κάνει μόνο του, ό,τι σε διαφορετική περίπτωση θα είχε κάνει η Ουάσιγκτον για λογαριασμό της Γερμανίας και της Δύσης: να βάλει στο ράφι τον αγωγό, μια για πάντα.

Έτσι, η δυτική ενότητα επέστρεψε, χαιρετίστηκε από το ενθουσιώδες χειροκρότημα των εγχώριων σχολιαστών, ευγνώμονες πλέον για την επιστροφή των υπερατλαντικών βεβαιοτήτων του Ψυχρού Πολέμου. Η προοπτική να μπουν οι Ευρωπαίοι στη μάχη, σε συμμαχία με τον πιο τρομερό στρατό στην παγκόσμια ιστορία, εξαφάνισε αμέσως τις μνήμες μερικών μηνών πριν, όταν οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν με ελάχιστη προειδοποίηση όχι μόνο το Αφγανιστάν αλλά και τα βοηθητικά στρατεύματα που παρείχαν οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ για να υποστηρίξουν τα αμερικανικά, ευνοώντας έτσι την κατεύθυνση της «οικοδόμησης του έθνους». Δεν έχει σημασία επίσης η ιδιοποίηση από τον Μπάιντεν του μεγαλύτερου μέρους των αποθεματικών της αφγανικής κεντρικής τράπεζας, ύψους 7,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, για να μοιραστούν σε όσους επλήγησαν από την 11η Σεπτεμβρίου (και στους δικηγόρους τους), ενώ το Αφγανιστάν υπάρχει πείνα σε όλο το έθνος. Ξεχασμένα είναι επίσης τα συντρίμμια που άφησαν πίσω τους οι πρόσφατες αμερικανικές επεμβάσεις στη Σομαλία, το Ιράκ, τη Συρία, τη Λιβύη – η απόλυτη καταστροφή, ακολουθούμενη από βιαστική εγκατάλειψη, ολόκληρων χωρών και περιοχών.

Τώρα είναι πάλι η «Δύση», είναι η Μέση Γη που πολεμά τη Μόρντορ, για να υπερασπιστεί μια γενναία μικρή χώρα που θέλει μόνο «να γίνει σαν εμάς» και για τον σκοπό αυτό δεν επιθυμεί παρά να της επιτραπεί να περάσει από τις ανοιχτές πόρτες του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Οι κυβερνήσεις της Δυτικής Ευρώπης κατέπνιξαν ευσυνείδητα όλες τις εναπομείνασες αναμνήσεις της βαθιά ριζωμένης απερισκεψίας της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Απερισκεψία που προκλήθηκε από το τεράστιο μέγεθος των Ηνωμένων Πολιτειών και τη θέση τους σε μια νησιωτική ήπειρο, την Αμερική, όπου κανείς δεν μπορεί να φτάσει σε αυτή, ανεξάρτητα από το χάος που δημιουργείται όταν οι στρατιωτικές τους περιπέτειες πηγαίνουν στραβά. Με εκπληκτικό τρόπο η Ευρώπη έδωσε στις Ηνωμένες Πολιτείες -μια μακρινή μη ευρωπαϊκή αυτοκρατορία σε παρακμή με διαφορετικά συμφέροντα και διαφορετικά προβλήματα από τα δικά της- πλήρες πληρεξούσιο για τη διαχείριση της Ρωσίας και το μέλλον του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Τι γίνεται με την ΕΕ; Εν ολίγοις, καθώς η Δυτική Ευρώπη επιστρέφει στη «Δύση», η ΕΕ περιορίζεται στο ρόλο ενός γεωοικονομικού εργαλείου για το ΝΑΤΟ, δηλαδή τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα γεγονότα γύρω από την Ουκρανία καθιστούν πιο σαφές από ποτέ ότι για τις ΗΠΑ, η ΕΕ είναι ουσιαστικά μια πηγή οικονομικών και πολιτικών ρυθμίσεων για τα κράτη που χρειάζονται για να βοηθήσουν τη «Δύση» να περικυκλώσει τη Ρωσία από τη δυτική της πλευρά. Η διατήρηση φιλοαμερικανικών κυβερνήσεων στην εξουσία στα πρώην σοβιετικά δορυφορικά κράτη, είναι δαπανηρή, οπότε δημιουργείται έναν ελκυστικός επιμερισμός των βαρών σύμφωνα με τον οποίο η «Ευρώπη» πληρώνει για το ψωμί, ενώ οι ΗΠΑ παρέχουν τη δύναμη πυρός – πραγματικά ή φανταστικά. Αυτό καθιστά την ΕΕ στην πραγματικότητα οικονομικό στήριγμα του ΝΑΤΟ. Εν τω μεταξύ, οι κυβερνήσεις της Ανατολικής Ευρώπης προτιμούν να εμπιστεύονται στην Ουάσιγκτον την άμυνά τους, συγκριτικά με το Παρίσι και το Βερολίνο, δεδομένης της αποδεδειγμένα ασφαλούς μακρινής έδρας της. Σε αντάλλαγμα για την προστασία των ΗΠΑ μέσω του ΝΑΤΟ και την υποστήριξη της Ουάσιγκτον στη σχέση τους με την ΕΕ, χώρες όπως η Πολωνία και η Ρουμανία φιλοξενούν αμερικανικούς πυραύλους που υποτίθεται ότι υπερασπίζονται την Ευρώπη ενάντια στο Ιράν, ενώ δυστυχώς η Ρωσία βρίσκεται ακριβώς στο δρόμο από τον οποίο θα πρέπει να περάσουν.

Το υπονοούμενο για τη φον ντερ Λάιεν και την ομάδα της είναι να επιβεβαιώσουν την υποταγή τους. Η επέκταση της ΕΕ στην Ουκρανία και τα Δυτικά Βαλκάνια, ακόμη και στη Γεωργία και την Αρμενία, θεωρείται από τις ΗΠΑ ως ζήτημα που αποφασίζεται από την Ουάσιγκτον. Η Γαλλία ειδικότερα μπορεί να εξακολουθεί να έχει αντίρρηση για περαιτέρω διεύρυνση, αλλά το πόσο μπορεί να αντέξει, ειδικά εάν η Γερμανία αναγκάζεται να καλύψει το λογαριασμό, είναι ζητούμενο. (Αν και δεν έχουν ξεκινήσει επίσημες διαδικασίες ένταξης στην ΕΕ για την Ουκρανία, η φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε: «Τους θέλουμε να μπουν»). Επιπλέον, επειδή η Πολωνία είναι αυστηρά αντι-ρωσική και φιλοΝΑΤΟϊκή, θα είναι πλέον δύσκολο να την τιμωρήσει με περικοπές στην οικονομική στήριξη της ΕΕ για αυτό που το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θεωρεί ως ελλείψεις στο «κράτος δικαίου». Το ίδιο ισχύει και για την Ουγγαρία, της οποίας ο δύστροπος ηγέτης, Όρμπαν, γίνεται ολοένα και πιο αντιρωσικός. Με την επιστροφή των Αμερικανών, η εξουσία πειθάρχησης των κρατών μελών της ΕΕ έχει μεταναστεύσει από τις Βρυξέλλες στην Ουάσιγκτον.

Ένα πράγμα που μαθαίνουν επί του παρόντος οι Ευρωπαίοι – ειδικά οι Πράσινοι-  είναι ότι εάν επιτρέψετε στις ΗΠΑ να σας προστατεύουν, η γεωπολιτική θα υπερισχύσει όλων των άλλων πολιτικών, και ότι η γεωπολιτική ορίζεται μόνο από την Ουάσιγκτον. Έτσι λειτουργεί μια αυτοκρατορία. Η Ουκρανία, μια χώρα διαιρεμένη σε ολιγάρχες, θα αρχίσει σύντομα να λαμβάνει ενισχυμένη οικονομική υποστήριξη από την «Ευρώπη». Αυτό, ωστόσο, δεν θα είναι παρά ένα κλάσμα των όσων καταθέτουν τακτικά οι Ουκρανοί ολιγάρχες σε ελβετικές, βρετανικές ή, υποθέτουμε, αμερικανικές τράπεζες. Όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν ότι, σε σύγκριση με την Ουκρανία, η Πολωνία, ή ακόμη και η Ουγγαρία, είναι καθαρές λες και βγήκαν από πλυντήριο. (Ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει τον μισθό που απολάμβανε ο Χάντερ Μπάιντεν ως μη εκτελεστικός διευθυντής μιας ουκρανικής εταιρείας φυσικού αερίου της οποίας ο κύριος ιδιοκτήτης αντιμετώπιζε τότε έρευνα της δικαιοσύνης για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος;)

Αυτό που παραμένει μυστήριο, προφανώς όχι το μοναδικό σε αυτό το πλαίσιο, είναι γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους ήταν ως επί το πλείστον ευχαριστημένοι απορρίπτοντας την πιθανότητα η Ρωσία να απαντά στις συνεχιζόμενες πιέσεις για αλλαγή καθεστώτος – με τη μορφή μιας «δυτικού τύπου» άρνησης μιας ζώνης ασφαλείας – οδηγώντας τη στην εμβάθυνση μιας συμμαχίας με την Κίνα. Είναι αλήθεια ότι ιστορικά, η Ρωσία πάντα ήθελε να είναι μέρος της Ευρώπης, και κάτι σαν φοβία για την Ασία είναι βαθιά ριζωμένη στην εθνική της ταυτότητα. Η Μόσχα είναι για τους Ρώσους η Τρίτη Ρώμη, όχι το Δεύτερο Πεκίνο. Μέχρι το 1969, η Ρωσία και η Κίνα, και οι δύο κομμουνιστικές τότε, συγκρούστηκαν για τα αμοιβαία σύνορά τους στον ποταμό Ουσούρι. Τώρα, με τη Ρωσία αποκομμένη από τη Δύση στο απροσδιόριστο μέλλον, η Κίνα, χωρίς πρώτες ύλες, μπορεί να παρέμβει και να προσφέρει στη Ρωσία τη δική της σύγχρονη τεχνολογία. Καθώς το ΝΑΤΟ διαιρεί την ευρασιατική ήπειρο σε «Ευρώπη», συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας, εναντίον της Ρωσίας, ως μη-ευρωπαϊκού εχθρού της Ευρώπης, ο ρωσικός εθνικισμός μπορεί, ενάντια στο ιστορικό του φορτίο, να αισθανθεί αναγκασμένος να συμμαχήσει με την Κίνα, όπως προμηνύεται από αυτή την παράξενη εικόνα του Σι και του Πούτιν να στέκονται δίπλα-δίπλα στα εγκαίνια των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου.

Θα ήταν μια συμμαχία μεταξύ Κίνας και Ρωσίας ένα ακούσιο αποτέλεσμα της αμερικανικής ανικανότητας, ή αντίθετα, ένα επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της αμερικανικής παγκόσμιας στρατηγικής; Εάν η Μόσχα συνεργαζόταν με το Πεκίνο, δεν θα υπάρχει πλέον προοπτική για μια ρωσο-ευρωπαϊκή διευθέτηση α λα γαλλικά. Η Δυτική Ευρώπη, σε οποιαδήποτε πολιτική μορφή, θα λειτουργούσε περισσότερο από ποτέ ως η υπερατλαντική πτέρυγα των Ηνωμένων Πολιτειών σε έναν νέο ψυχρό ή, ίσως, θερμό πόλεμο μεταξύ των δύο παγκόσμιων μπλοκ ισχύος, με το ένα παρακμάζει, ελπίζοντας να αντιστρέψει την παλίρροια, και το άλλο να ελπίζει να ανέβει.

Μόνο μια Ευρώπη σε ειρήνη με τη Ρωσία, μια Ευρώπη που σέβεται τις ρωσικές ανάγκες ασφαλείας, θα μπορούσε να ελπίζει ότι θα απελευθερωθεί από την αμερικανική αγκαλιά, η οποία τόσο αποτελεσματικά ξανάνιωσε κατά τη διάρκεια της ουκρανικής κρίσης. Αυτός, υποθέτει κανείς, είναι ο λόγος για τον οποίο ο Μακρόν επέμενε τόσο καιρό στη Ρωσία να είναι μέρος της Ευρώπης και στην ανάγκη της «Ευρώπης», όπως φυσικά εκπροσωπείται από τον ίδιο και τη Γαλλία, να διασφαλίσει την ειρήνη στην ανατολική της πλευρά. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει θέσει για πολύ καιρό, αν όχι για πάντα, ένα τέλος σε αυτό το έργο. Αλλά τότε, δεν ήταν ποτέ πολλά υποσχόμενο το να ξεκινήσουμε, δεδομένης της αισθητής εξάρτησης της Γερμανίας από την αμερικανική πυρηνική προστασία, και σε συνδυασμό με τις γερμανικές αμφιβολίες για τις υπερβολικά φαντασιόπληκτες γαλλικές παγκόσμιες φιλοδοξίες, που επαναπροσδιορίστηκαν ως ευρωπαϊκές φιλοδοξίες για να χρηματοδοτηθούν από τη γερμανική οικονομική δύναμη. Και η Ρωσία μπορεί, έχοντας υπαρκτούς λόγους, να αμφισβήτησε εάν, υπό αυτές τις συνθήκες, η Γαλλία θα μπορούσε να απωθήσει τις ΗΠΑ από τη θέση του οδηγού της Ευρώπης.

Οπότε ο νικητής είναι …οι Ηνωμένες Πολιτείες; Όσο περισσότερο διαρκεί ο πόλεμος, λόγω της επιτυχούς αντίστασης των Ουκρανών και του στρατού τους, τόσο περισσότερο θα παρατηρούμε ότι ο ηγέτης της «Δύσης», που μιλούσε για «Ευρώπη» όσο ο πόλεμος ετοιμαζόταν, δεν θα επεμβαίνει στρατιωτικά για λογαριασμό της Ουκρανίας. Οι ΗΠΑ απουσιάζουν, δίνοντας στους εαυτούς τους ειδική άδεια, όπως ξεκαθάρισε από την αρχή ο Μπάιντεν. Κοιτάζοντας την ιστορία των ΗΠΑ, αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο: όταν η αποστολή τους γίνεται ανεξέλεγκτη, αποσύρονται στο μακρινό τους νησί. Ωστόσο, καθώς οι Γερμανοί θα αναρωτιούνται πού βρίσκονται οι ΗΠΑ, μπορεί να αρχίσουν να αισθάνονται κάποιες αμφιβολίες για την αμερικανική δέσμευση να προστρέξουν για την πυρηνική ομπρέλα προστασίας τους. Αυτή η δέσμευση, σε τελική ανάλυση, βασίζεται στη γερμανική ένταξη στο ΝΑΤΟ, τη γερμανική προσχώρηση στη συνθήκη μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων και την εγκατάσταση 30.000 περίπου αμερικανικών στρατευμάτων σε γερμανικό έδαφος.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ειδικός προϋπολογισμός των 100 δισ. ευρώ, που ανακοινώθηκε λίγες μέρες μετά τον πόλεμο από την κυβέρνηση Σολτς και αφιερώθηκε στο να εκπληρώσει την υπόσχεση, από το 2001, να ξοδεύεται το 2% του γερμανικού ΑΕΠ σε όπλα, μοιάζει με τελετουργική θυσία κατευνασμού ενός θυμωμένου Θεού, για τον οποίο φοβούνται ότι μπορεί να εγκαταλείψει όσους δεν πιστεύουν και πολύ σε αυτόν. Κανείς δεν σκέφτεται ότι αν η Γερμανία ανταποκρινόταν στην απαίτηση του 2% του ΝΑΤΟ, η Ρωσία θα είχε αποτραπεί από την εισβολή στην Ουκρανία ή ότι η Γερμανία θα μπορούσε και θα ήθελε να την βοηθήσει. Σε κάθε περίπτωση θα χρειαστούν χρόνια για να διατεθεί στα στρατεύματα το νέο υλικό, φυσικά το πιο πρόσφατο σε προσφορά. Θα είναι επίσης υλικό ακριβώς του ίδιου είδους, που έχουν ήδη σε αφθονία οι ΗΠΑ, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Επιπλέον, ολόκληρος ο γερμανικός στρατός βρίσκεται υπό τη διοίκηση του ΝΑΤΟ, δηλαδή του Πενταγώνου, επομένως τα νέα όπλα θα προστεθούν στη δύναμη πυρός του ΝΑΤΟ και όχι στη Γερμανία. Τεχνολογικά, θα σχεδιαστούν για ανάπτυξη σε όλο τον κόσμο, σε «αποστολές» όπως στο Αφγανιστάν – ή, πιθανότατα, στα περίχωρα της Κίνας, για να βοηθήσουν τις ΗΠΑ στην αναδυόμενη αντιπαράθεσή τους στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Δεν υπήρξε καθόλου συζήτηση στην Γερμανική Βουλή σχετικά με το ποιες ακριβώς νέες «ικανότητες» θα χρειαστούν ή για ποιο σκοπό θα χρησιμοποιηθούν. Όπως και στο παρελθόν, επί Μέρκελ, αυτό αφέθηκε στους «συμμάχους» να καθοριστεί. Ένα στοιχείο θα μπορούσε να είναι το Future Combat Air System (FCAS), αγαπημένο στους Γάλλους, το οποίο συνδυάζει μαχητικά βομβαρδιστικά, drones και δορυφόρους για επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο. Υπάρχει μια ελάχιστη ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα υπάρξει μια στρατηγική συζήτηση στη Γερμανία σχετικά με το τι σημαίνει να υπερασπίζεσαι το δικό σου έδαφος, αντί να επιτίθεσαι στο έδαφος άλλων. Μπορεί η ουκρανική εμπειρία να βοηθήσει στην έναρξη αυτής της συζήτησης; Απίθανο.

Μετάφραση: antapocrisis

Πηγή: New Left Review

Εμβόλια: σκάνδαλο του καπιταλισμού, χρεοκοπία της Ε.Ε.

Η αποτυχία της καπιταλιστικής Δύσης να αντιμετωπίσει την πανδημία του κορωνοϊού ήταν παροιμιώδης. Η αποτυχία της όμως να διαχειριστεί τη διάθεση των εμβολίων είναι σκανδαλώδης. Εμβόλια που ακριβοπληρώθηκαν πριν καν υπάρξουν, έρευνα που χρηματοδοτήθηκε από κρατικούς προϋπολογισμούς, ρυθμοί εμβολιασμού που υποτάσσονται στον κυνισμό του κέρδους και του χρήματος, τεράστια ενίσχυση των πολυεθνικών φαρμακευτικών χωρίς άμεσο αντίκρισμα για τους λαούς: Όλα αυτά συνθέτουν την εικόνα της αποτυχίας του συστήματος και της χρεοκοπίας της Ε.Ε.

Οι ισχυρές καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής αποδείχθηκαν ανίκανες να σταματήσουν την πανδημία, δέσμιες της ελεύθερης αγοράς, της παγκοσμιοποίησης, της ατομικής και μόνο ευθύνης, της διάλυσης των κοινωνικών πολιτικών, της υποτίμησης της δημόσιας υγείας στο βαθμό που αυτή δεν φέρνει άμεσα κέρδη για το κεφάλαιο. Παρά την οικονομική, πολιτική και ιδεολογική υπεροπλία τους, οι μητροπόλεις του καπιταλισμού φανέρωσαν ότι το σύστημα που υπηρετούν, έχει ανυπέρβλητα όρια. Όρια που κοστίζουν σε ανθρώπινες ζωές. Μέσα από την τραγωδία της πανδημίας, ξεπροβάλει επιτακτικά, το όραμα και η αναγκαιότητα ενός άλλου κόσμου. Ένας κόσμος που θα ιεραρχεί ψηλότερα τον άνθρωπο, την υγεία του και τις κοινωνικές ανάγκες, δεν είναι ούτε ανεπίστρεπτο παρελθόν του εικοστού αιώνα, ούτε μελλοντική ουτοπία. Είναι αναγκαιότητα.

Η αποτυχία στην αντιμετώπιση της πανδημίας επιχειρήθηκε να διασκεδαστεί με τον αγώνα δρόμου για τα εμβόλια. Η προπαγάνδα της κυρίαρχης τάξης δεν έχανε την ευκαιρία να αποθεώνει την υπεροχή του καπιταλισμού, τα θετικά του συστήματος της αγοράς, τις επιτυχίες των ερευνών, την πρόοδο των μεγάλων φαρμακοβιομηχανιών. Πράγματι, η έρευνα επιταχύνθηκε σε πρωτόγνωρο βαθμό. Ωστόσο σε πρωτόγνωρο βαθμό υπήρξαν και τέτοιες χρηματοδοτήσεις. Τα κράτη προαγόρασαν τα εμβόλια σε τεράστιες ποσότητες, η έρευνα τέθηκε στην υπηρεσία των πολυεθνικών του φαρμάκου, τα κορυφαία Πανεπιστήμια του κόσμου διέθεσαν τις δυνάμεις τους στη γρήγορη παραγωγή του εμβολίου.

Να καταργηθούν οι πατέντες – Η υγεία είναι δικαίωμα

Τα εμβόλια πράγματι παρήχθησαν σε χρόνο ρεκόρ. Η επιστημονική κοινότητα έβαλε στοίχημα με το χρόνο και το κέρδισε για λογαριασμό της ανθρωπότητας. Το αποτέλεσμά της ωστόσο, δεν το γεύτηκε η ανθρωπότητα. Προς το παρόν το γεύονται οι μεγαλομέτοχοι των πολυεθνικών του φαρμάκου. Η έρευνα που στηρίχθηκε με πρωτοφανή τρόπο και τρομακτικά ποσά από τα κράτη και τους δημόσιους προϋπολογισμούς οδήγησε σε ιδιόκτητες πατέντες. Ακόμα περισσότερο, προκάλεσε τεράστιες δυσαναλογίες στην κατανομή και διάθεση των εμβολίων, στο ρυθμό του εμβολιασμού, ενώ καταδίκασε τους λαούς του Τρίτου Κόσμου σε επ’ αόριστον αναμονή μέχρις ότου εμβολιαστεί η «πολιτισμένη» Δύση.

Η επιστήμη και η έρευνα είναι υπό το ζυγό του κεφαλαίου, παρόλο που η ανάπτυξή τους έγινε δυνατή μέσα από τη δουλειά, τους πόρους, τη γνώση και τη χρηματοδότηση των κοινωνιών. Η υγεία, τα φάρμακα και τα εμβόλια είναι πεδίο κερδοφορίας των εταιρειών και όχι δημόσιο αγαθό, αναφαίρετο δικαίωμα των λαών.

Τα εμβόλια, η έρευνα για την παραγωγή τους, οι πατέντες που περιορίζουν την ανεμπόδιστη διάθεσή τους για να σωθούν ζωές, η διαίρεση της ανθρωπότητας σε ζώνες πολλών ταχυτήτων, προνομιούχων και καταδικασμένων, είναι απόδειξη ότι μια επιστήμη – δούλα του κεφαλαίου δεν προσφέρει στην ανθρωπότητα αυτά που η ανθρωπότητα δικαιούται. Η επιστήμη έχει υποκύψει ολοκληρωτικά στο κεφάλαιο. Η άρχουσα τάξη υποστηρίζει ότι μόνο έτσι μπορούν τα πράγματα να προχωρήσουν. Η πραγματικότητα είναι ότι με αυτόν τον τρόπο παράγονται τεράστια κέρδη για την ολιγαρχία του πλούτου.

Η ιστορία των εμβολίων για την πανδημία και του εμβολιαστικού εγχειρήματος ανά τον κόσμο, δείχνει ότι αυτό που ζούμε δεν είναι πρόοδος, αλλά οπισθοδρόμηση. Δεν είναι κάτι νέο που γεννιέται, αλλά κάτι παλιό που σαπίζει.

Θα ισχυριστούν οι απολογητές του καπιταλισμού ότι ακόμα κι έτσι, εκατομμύρια άνθρωποι θα σωθούν κάποια στιγμή και θα κάνουν το εμβόλιο. Θα προσπαθούν να κρύψουν το γεγονός ότι θα υπάρξουν εκατοντάδες ίσως χιλιάδες θύματα του κορωνοϊού μέχρι να ολοκληρωθεί η εμβολιαστική κάλυψη, εξαιτίας της ασυδοσίας των πολυεθνικών του φαρμάκου, της αδυναμίας των κρατών να εξασφαλίσουν εμβόλια, της κατοχύρωσης κρατών και λαών πολλών ταχυτήτων ανάλογα με τον πλούτο και τη δύναμη, αλλά και των αισχρών πολιτικών πατέντας που εμποδίζουν την πρόσβαση των φτωχότερων στα εμβόλια.

Μνημόνια για τους λαούς – υποταγή στις πολυεθνικές

Ειδικά η Ε.Ε. απέτυχε παταγωδώς να εξασφαλίσει την κάλυψη των κρατών μελών της με ικανές ποσότητες δόσεων ώστε να επιτευχθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2021 η ανοσία του πληθυσμού.

Η Ε.Ε. μπορεί να επιβάλει εξοντωτικά μνημόνια, να διαλύει οικονομίες και κοινωνίες, να στραγγαλίζει χώρες και λαούς, αλλά είναι παντελώς ανίκανη να επιβάλει την τήρηση των συμφωνιών που υπογράφει με τις πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρείες. H σύμβαση της Ε.Ε. με την πολυεθνική AstraZeneca, σύμφωνα με την οποία οι Βρυξέλλες αγόρασαν εμβόλια τα οποία η εταιρεία δεν παραδίδει, θα ήταν περίγελος αν δεν ήταν τραγική απόδειξη ότι το πολιτικό προσωπικό των κρατών και ειδικά της Ε.Ε. υπηρετεί σκανδαλωδώς τις αδηφάγες ανάγκες του κεφαλαίου.

Η Ε.Ε. χρεοκόπησε για μια ακόμα φορά καθώς καταγράφει τα μακράν χαμηλότερα ποσοστά εμβολιασμού συγκριτικά με χώρες ίδιου βιοτικού επιπέδου. Αποδεικνύει ότι δεν προσφέρει προστασία, δεν αποτελεί πλεονέκτημα. Οι μηχανισμοί προπαγάνδας λένε ότι ευτυχώς που είμαστε στην Ε.Ε. και μπορούμε να προμηθευτούμε εμβόλια με το κύρος μιας παγκόσμιας δύναμης. Οι αριθμοί αποδεικνύουν ότι χώρες που δεν είναι στην Ε.Ε. και βρίσκονται σε οικονομικά και πολιτικά δυσχερέστερη θέση από τη δική μας, έχουν πολλαπλάσια ποσοστά εμβολιασμού από εμάς.

Δεν είναι ρεαλιστικό να εμβολιαστεί ο γενικός πληθυσμός σε ποσοστά ικανά να προκαλέσουν ανοσία στον ιό εντός του 2021. Είναι αντίθετα ρεαλιστικό να απεμπλακεί η Ελλάδα από τις συμφωνίες της Ε.Ε. για τα εμβόλια και να διαμορφώσει και στο υγειονομικό πεδίο μια πολυδιάστατη και ανεξάρτητη πολιτική. Είναι επίσης ρεαλιστικό να διεκδικηθεί όχι απλά η πρόσκαιρη εξαίρεση των εμβολίων για τον κορωνοϊό από τους περιορισμούς των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά η κατάργηση της πατέντας σε φάρμακα και εμβόλια. Είναι τέλος ρεαλιστικό και αναγκαίο να ανασυσταθεί η ελληνική φαρμακοβιομηχανία με εθνικοποίηση των δομών της, φέρνοντας το φάρμακο στην υπηρεσία του λαού.

Τόσο η πανδημία, όσο και το αίσχος που εξελίσσεται με τα εμβόλια και τον εμβολιασμό, δείχνουν την αναγκαιότητα ενός άλλου δρόμου για τους λαούς και τις εργαζόμενες τάξεις. Δείχνουν την παταγώδη χρεοκοπία της Ε.Ε. σε ένα ακόμα κορυφαίο για τους λαούς και τα κράτη ζήτημα. Δείχνουν πολύ περισσότερο ότι ο σημερινός κόσμος σαπίζει μέσα στο ξέφρενο κυνήγι και ακόμα και αν δεν έχει αναδειχθεί αντίπαλο δέος, ένας άλλος κόσμος είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίος.

Πώς μια ταινία αναπτέρωσε τον φασισμό στην Αμερική και βοήθησε στην εκλογή του Τραμπ

Το antapocrisis αναδημοσιεύει το παρακάτω άρθρο γιατί ανεξάρτητα από την εκτίμηση για την καλλιτεχνική και φιλοσοφική αξία μιας ταινίας, επιχειρεί να ερμηνεύσει την υλική βάση του Τραμπισμού πολύ ευρύτερα και μάλλον ουσιαστικότερα από την περιοριστική εικόνα του αμόρφωτου Αμερικανού του καθυστερημένου Νότου. Ως τέτοιο, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και εξηγεί το βάθος και την έκταση του φαινομένου καθώς και τις ρίζες του στο “τέλος της ιστορίας”.

Τι θα απαντούσατε στο ερώτημα για το ποια ταινία είχε την μεγαλύτερη επιρροή στον 21ο αιώνα μέχρι τώρα; Και μιλώ για πραγματική, απτή επιρροή. Επιρροή που βιώνουμε κάθε μέρα. Η ταινία στην οποία αναφέρομαι, κυκλοφόρησε το 1999. Αφηγείται την ιστορία ενός άνδρα που κουράζεται από το κενό νόημα του κόσμου. Μιλώ φυσικά για το Fight Club.

Κατά το γράψιμο αυτού του άρθρου, το Fight Club κατατάσσεται στην 11η θέση στις αγαπημένες ταινίες όλων των εποχών στη λίστα του IMDB. Όταν κυκλοφόρησε, οι κριτικοί ήταν πολύ διχασμένοι και η ταινία απέτυχε να ενθουσιάσει το κοινό της. Από τότε όμως, έχει γίνει αντικείμενο λατρείας, κυρίως από νεαρούς λευκούς άντρες που αναζητούν σκοπό στη ζωή τους.

Για μένα, η ταινία έμοιαζε πάντα σαν φασιστικός ψευδο-πνευματισμός τυλιγμένος σε περιττή βία. Ο Ρότζερ Έμπερτ καταλάβαινε καλύτερα τη ματαιοδοξία της ταινίας, όταν έγραψε ότι το Fight Club είναι «ένας συναρπαστικός περίπατος μεταμφιεσμένος σε φιλοσοφία» και μία από τις «πιο ειλικρινείς και χαρούμενες φασιστικές ταινίες μεγάλων αστέρων». Οι υποστηρικτές της ταινίας ισχυρίζονται ότι είναι μια κριτική του φασισμού, του καταναλωτισμού και της τοξικής αρρενωπότητας. Λένε ότι ο Aφηγητής, σκοτώνοντας τον Τάιλερ, αποδεικνύει την ειρωνική του πρόθεση. Είναι ο τρόπος του να πει «ήταν απλώς μια φάρσα». Διαφωνώ εντελώς.

Το Fight Club δεν είναι κριτική. Είναι μια αδιάκοπη απολογία. Ο Aφηγητής, που σκοτώνει τον Τάιλερ, δεν απαλλάσσεται από αυτό που έχει κάνει. Δεν αποδεικνύει επίσης ότι έχει μάθει κάτι ή ότι έχει γίνει καλύτερο άτομο. Ενώ κάποιοι βλέπουν λύτρωση στη δολοφονία-αυτοκτονία, εγώ βλέπω αποδοχή. Ο Aφηγητής δεν χρειάζεται πια ένα alter ego. Έχει πλέον εσωτερικεύσει αυτό που αρχικά πρόβαλε στον Tyler. Η τελική σκηνή, στην οποία κοιτάζει ασταμάτητα και δίχως συναισθήματα να ξετυλίγεται η τρομοκρατική συνωμοσία, είναι περαιτέρω απόδειξη ότι έχει γίνει πλέον Tyler.

Αυτή η συζήτηση θα είχε μικρή σημασία εάν περιοριζόταν στη συζήτηση της καλλιτεχνικής και φιλοσοφικής αξίας μιας ταινίας. Ωστόσο, το ζήτημα είναι ότι το Fight Club και η «φιλοσοφία» που υποστηρίζει, έχουν φτάσει πολύ πέρα ​​από τα σαλόνια των κριτικών της ταινίας. Η ταινία συνέβαλε στην ψυχολογική μιζέρια μιας ολόκληρης γενιάς και αναζωογόνησα πολλές τοξικά και επικίνδυνα ρεύματα που τελικά οδήγησαν στην εναλλακτική ακραία δεξιά (alt-right) και εξέλεξαν τον Ντόναλντ Τραμπ.

Για εκείνους που είναι αρκετά μεγάλοι για να θυμούνται, η δεκαετία του ’90 ήταν μια χαμένη δεκαετία που ορίστηκε από το παράξενο συναίσθημα ότι είχαμε φτάσει στο «τέλος της ιστορίας», αυτό που οι κοινωνιολόγοι αποκαλούν ιστορικό κενό. Ο 20ος αιώνας είχε τελειώσει τον Δεκέμβριο του 1991 με τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Ο 21ος αιώνας ξεκίνησε την Τρίτη, 11 Σεπτεμβρίου 2001. Δέκα χρόνια έμειναν ξεκρέμαστα ανάμεσα σε δύο αιώνες, χάθηκαν ανάμεσα σε δύο χιλιετίες, περιπλανώμενα στο χρόνο.

Ο Γάλλος φιλόσοφος Αντρέ Κομπτ-Σπονβίλ, σε ένα δοκίμιο του 2004, υποστήριξε ότι η πτώση του κομμουνιστικού ανατολικού μπλοκ άφησε την καπιταλιστική Δύση χωρίς σαφή συνείδηση του εαυτού της. Από τον Β ‘Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, εμείς στον «πρώτο κόσμο» ορίσαμε τον εαυτό μας βάζοντάς τον σε αντίθεση με τον δεύτερο και τον τρίτο κόσμο. Οι εθνικές μας επιστημολογίες και οι μεταφυσικές βασίστηκαν σε αντίθεση και σύγκριση με τους Άλλους. Όταν ο Μεγάλος Άλλος εξαφανίστηκε, δεν μπορούσαμε να εξηγήσουμε πια ποιοι είμαστε.

Ταινίες από τη δεκαετία του ’90 περικλείουν αυτό το αίσθημα απελπισίας, εγκατάλειψης, έλλειψης σκοπών. Μόνο το 1999 μας έδωσε το Matrix, το Office Space, το Fight Club, το American Beauty και το Eyes Wide Shut. Οι πρωταγωνιστές όλων αυτών των ταινιών είναι λευκοί άντρες που αισθάνονται ότι η ζωή τους (προσωπική, επαγγελματική, σεξουαλική) βρίσκεται σε αδιέξοδο και προσπαθούν να δημιουργήσουν νόημα σε ένα παράλογο κόσμο μέσα από την εξέγερση, τη βία και το σεξ.

Όταν τελικά ήρθε ο 21ος αιώνας, ξεκίνησε μέσα στη βία και στο χάος. Μας υποσχέθηκαν ιπτάμενα αυτοκίνητα και έναν καλύτερο, ειρηνικό κόσμο. Το μόνο που πήραμε ήταν συντριβή αεροπλάνων στους Δίδυμους Πύργους, φόβο και άνοδο του αυταρχισμού. Ως κοινωνία, χρειαζόμαστε έναν Μεγάλο Άλλο για να μας κάνει να νιώθουμε σαν να είμαστε εμείς οι καλοί. Τον βρήκαμε πολύ εύκολα. Οι ισλαμιστές έγιναν οι νέοι κομμουνιστές. Το μεγάλο χάσμα μετακινήθηκε από τις κοινωνικοοικονομικές πολιτικές σε μια πολύ πιο απλοϊκή διχοτόμηση ανάμεσα στους καλούς και τους κακούς. Είμαστε Εμείς και απέναντι ο άξονας του Κακού. Ο Ντικ Τσένι χαρακτήρισε τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας ως «υπαρξιακή σύγκρουση».

Η μελαγχολία της δεκαετίας του ’90 μετατράπηκε σε υπαρξιακό φόβο κατά τη δεκαετία του 2000. Με την αρρενωπότητα και τις παραδοσιακές δυτικές αξίες να δέχονται επίθεση, τα χειρότερα πνευματικά κινήματα επανεμφανίστηκαν σε ένα εξαιρετικά εύφορο έδαφος, ενισχυμένα από νέα παγκόσμια εργαλεία επικοινωνίας: το Διαδίκτυο και, σύντομα, τα κοινωνικά δίκτυα. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι όλες αυτές οι κινήσεις θα βρίσκουν στο Fight Club, την τέλεια έκφραση των βασικών αρχών τους. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι άνθρωποι που προσηλυτίστηκαν σε αυτά τα ρεύματα, θα λατρέψουν αυτήν την ταινία και θα την κρατήσουν ως Ευαγγέλιο.

Το Fight Club δοξάζει τον ανδρισμό, τον μηδενισμό, την έλλειψη πίστης και τον φασισμό. Εξυψώνει τον λευκό νεαρό άνδρα που βρίσκει νόημα στην επιβολή της ανδρικότητάς του, μεταχειρίζεται τις γυναίκες σαν θηράματα προς κυνήγι, απορρίπτοντας κοινωνικούς κανόνες, αρνούμενος τις παραδοσιακές αξίες, φλερτάροντας με το μηδέν.

Είναι συναρπαστικό να βλέπουμε πώς το Fight Club έχει γίνει μια φιλοσοφική αναφορά και, σε κάποιο βαθμό, μια εξιδανικευμένη εκδοχή της ζωής, για τους ακτιβιστές των δικαιωμάτων των ανδρών, για όσους θεωρούν ότι το σεξ με τις γυναίκες είναι αποτέλεσμα επιστημονικού σχεδιασμού (pick-up artists), για όσους δεν βρίσκουν γυναίκα παρόλο που το επιδιώκουν (incels), για τους νέους άθεϊστές, για τις ομάδες πολιτοφυλακών όπως το Fraternal Order of Alt-Knights ή τους Proud Boys, για τον Steve Bannon και το Breitbart, και για μισογυνιστές όπως ο Jordan Peterson.

Όλες αυτές οι ομάδες και οι άνθρωποι ζουν σε έναν κόσμο όπου οι λευκοί άντρες είναι καταπιεσμένοι:

Από τις γυναίκες που τους αρνούνται το σεξ που τάχα τους οφείλουν, αναγκάζοντάς τους να μην έχουν σεξουαλική ζωή, παρά το ότι την επιδιώκουν.

Από κάποιον άλλο άνδρα που επιτυγχάνει σεξουαλικά με τις γυναίκες, κλέβοντάς τες από τους «καλούς» στους οποίους υποτίθεται ότι ανήκουν οι ίδιοι.

Από την κοινότητα LGBTQ+, από ακτιβιστές κοινωνικών δικαιωμάτων, και από αυτό που αποκαλούν «ιδεολογία της αφύπνισης», σύμφωνα με την οποία όλοι οι άλλοι συνωμοτούν για να μειώσουν τα δικαιώματα των λευκών ανδρών για να αυξήσουν τα δικά τους.

Από αλλοδαπούς φυσικά, στη διαδικασία που αποκαλούν Μεγάλη Αντικατάσταση.

Και, φυσικά, όλες αυτές οι ομάδες έχουν συγκεντρωθεί σε αυτό που είναι τώρα γνωστό ως alt-right (Εναλλακτική Δεξιά). Αρτίστες του σεξουαλικού πεσίματος, νέοι αθεϊστές, σκεπτικιστές, ακτιβιστές για τα δικαιώματα των ανδρών, αποτελούν πλέον τον πυρήνα αυτής της νέας ακροδεξιάς, φασιστικής ιδεολογίας της οποίας ηγέτης είναι ο Ντόναλντ Τραμπ και Βίβλος είναι το Fight Club.

Με πολλούς τρόπους, ο Τραμπ προσωποποιεί όλα αυτά που εκτιμούν αυτοί οι άντρες στον Τάιλερ του Fight Club. Ο Τραμπ είναι απροκάλυπτα μισογύνης, αγκαλιάζει με υπερηφάνεια τις απόψεις της Λευκής Ανωτερότητας, είναι εντελώς ρατσιστής, δεν δείχνει σεβασμό στις κλασικές αξίες ή στο πρωτόκολλο, είναι ομοφοβικός που επαινεί την τοξική αρρενωπότητα. Είναι ανοιχτά αυτό που ελπίζουν οι ίδιοι να είναι κρυφά.

Το Fight Club βοήθησε στη γέννηση μιας νέας φυλής φασισμού στην Αμερική. Αποκρυσταλλώνει τον φόβο των νέων λευκών αντρών και τους έδωσε έναν χάρτη πορείας για να βρουν νόημα στην λύπηση προς τον εαυτό τους και στο μίσος προς τους άλλους. Μας έδωσε την ακροδεξιά και τον Ντόναλντ Τραμπ.

Το Fight Club είναι πιθανώς η πιο καταστροφική ταινία που έγινε ποτέ.

Πηγή: Medium

Μετάφραση: antapocrisis

Η Δύση απέτυχε στην πανδημία. Θα αποτύχει και στον εμβολιασμό;

Ο εντυπωσιακός συνωστισμός κατά τον εορτασμό της Πρωτοχρονιάς στην Γουχάν της Κίνας, με όλες τις εμφανείς σκοπιμότητές του, στέλνει σαφές μήνυμα στον πλανήτη: Κάποιοι τα κατάφεραν και κάποιοι απέτυχαν. Στους πρώτους, πέρα από την Κίνα, φαίνεται να συγκαταλέγεται σχεδόν όλη η Ασία. Δίπλα στο σκληρό -και κατά τη Δύση αντιδημοκρατικό- καθεστώς του Πεκίνου, φιγουράρει η ακραιφνώς καπιταλιστική Ιαπωνία της οποίας μάλιστα το Σύνταγμα απαγόρευε τις απαγορεύσεις που έγιναν συνήθεια στην κατά τα άλλα φιλελεύθερη Δύση. Παρόλα αυτά, η Ιαπωνία έρχεται μακράν τελευταία από τις χώρες του G8 στην αναλογία θανάτων από κορωνοϊό, παρά τον υπέργηρο πληθυσμό της. Στην ίδια κατάσταση βρίσκονται η Νότια Κορέα, η Ταϊβάν και άλλες χώρες, υπεράνω κάθε υποψίας για κομμουνιστική (ή έστω φιλο-Κινεζική) παρέκκλιση. Το να υπογραμμίζει δηλαδή κανείς ότι οι χώρες της Ανατολής πέτυχαν να περιορίσουν κρούσματα και θανάτους, ενώ οι χώρες της Δύσης απέτυχαν, δεν μπορεί πλέον να ερμηνεύεται ως πολιτική συμπάθεια προς το κινέζικο καθεστώς, παρά τις ακατάσχετες βλακείες που συνήθως ακούγονται.

Η αποτυχία της Δύσης καταγράφεται και στους οικονομικούς και κοινωνικούς δείκτες. Τα αναποτελεσματικά λοκ ντάουν – φυσαρμόνικα, τα μακρόχρονα περιοριστικά μέτρα, η αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών, έχουν βουλιάξει τις οικονομίες της Δύσης, προκαλώντας μια δεύτερη μεγάλη κοινωνική καταστροφή μέσα σε μια δεκαετία, μετά την κρίση του 2008-2010. Η Κίνα αντίθετα, ήταν η μόνη παγκόσμια οικονομική δύναμη που δεν κατέγραψε μείωση του ΑΕΠ κατά το 2020, ενώ η συνολικά η ανατολική Ασία αναμένεται να επιστρέψει ευκολότερα σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης μέσα στο 2021.

Δεν είχαμε δηλαδή απλώς μια αποτυχημένη υγειονομικά απάντηση της Δύσης στην πανδημία. Είχαμε και μια καταστροφική κοινωνικά και οικονομικά πολιτική.

Αποτυχία στον έλεγχο της πανδημίας, αποτυχία στην αντιμετώπιση της οικονομικής ύφεσης.

Αποτυχία και στον εμβολιασμό;

Αν πάρουμε τοις μετρητοίς τα αποτελέσματα των προγραμμάτων εμβολιασμού στις χώρες της Δύσης τα πράγματα είναι ανησυχητικά. Αν και καλύτερα από όλους τα πάνε το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ, η εμβολιαστική εκστρατεία έχει εμφανώς «λαγκάρει». Το άρθρο σύνταξης των New York Times, με όλη τη βαρύτητα που έχει η υπογραφή, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Δεν πρόκειται μάλιστα για μια κλασική αντι-Τραμπ ρητορική του εκδοτικού κατεστημένου των ΗΠΑ. Η Δύση, αφού επί μήνες απέτυχε να περιορίσει την πανδημία, αφού επί μήνες πόνταρε στον από μηχανής θεό του εμβολίου, σήμερα αποδείχθηκε ανίκανη να οργανώσει τον εμβολιασμό των ευπαθών ομάδων, του υγειονομικού δυναμικού και του γενικού πληθυσμού, τουλάχιστον με ρυθμό που να ανταποκρίνεται στην παραγωγή των εμβολίων.

Αν πριν λίγες εβδομάδες έλεγε κανείς ότι θα υπήρχαν εμβόλια, αλλά δεν θα ανταποκρινόταν ο μηχανισμός για να εμβολιάζεται γρήγορα ο πληθυσμός, θα χαρακτηριζόταν μάντης κακών. Όλο και περισσότερες όμως φωνές, υπεράνω πάσης αντικαθεστωτικής υποψίας, διαπιστώνουν ότι, και στην πρόκληση της εμβολιαστικής κάλυψης, «ο βασιλιάς είναι γυμνός».

Σήμερα, μία εβδομάδα μετά την πρώτη διανομή εμβολίων στην Ε.Ε. και τρεις εβδομάδες μετά τον πρώτο εμβολιασμό στις ΗΠΑ, τα ποσοστά εμβολιασθέντων αναλογικά με τον πληθυσμό είναι λίγο πάνω από το μηδέν.

Ωστόσο, το πιο ανησυχητικό είναι ότι τα ποσοστά εμβολιασμών αναλογικά με τον αριθμό των διαθέσιμων ανά χώρα δόσεων, παραμένουν εξαιρετικά χαμηλά. Περιμέναμε ότι τα εμβόλια δεν θα ήταν αρκετά, αλλά αποδεικνύεται ότι οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί για την αξιοποίηση των διαθέσιμων εμβολίων είναι ανεπαρκέστατοι.

Από τις χώρες που εστίασαν σχεδόν αποκλειστικά στη σωτηρία δια του εμβολίου, μακράν καλύτερα τα πάει το Ισραήλ έχοντας εμβολιάσει την 1η Ιανουαρίου πάνω από το 10% του πληθυσμού του. Στην Ευρώπη τα καλύτερα ποσοστά βρίσκονται στο 0,2% του πληθυσμού, με την εξαίρεση του Ηνωμένου Βασιλείου που προσεγγίζει το 1,5%. Ωστόσο, στις περισσότερες χώρες της Δύσης τα εμβόλια που έχουν γίνει, σε σχέση με τις ήδη διαθέσιμες ποσότητες είναι ανάμεσα στο 5 και 10%. Στις τελευταίες θέσεις, μαζί με τη Γαλλία είναι και η Ελλάδα.

Ειδικά για την Ελλάδα, είχαμε επιπλέον την παγκόσμια αποκλειστικότητα να βλέπουμε κυβερνητικούς αξιωματούχους να πλιατσικολογούν τα εμβόλια. Δεν είναι τόσο ζήτημα αριθμών – δεν είναι σημαντικός ο αριθμός των εμβολίων που υποκλάπηκαν από τον κυβερνητικό και κομματικό μηχανισμό της ΝΔ. Είναι ωστόσο ενδεικτικό προτεραιοτήτων, αντίληψης και ιδεολογίας. Και φυσικά από μια κυβέρνηση που εμπνεύστηκε και οργάνωσε το πλιάτσικο κατά παράβαση κάθε υγειονομικού πρωτοκόλλου (και μόνο μετά την κατακραυγή το σταμάτησε), ποιος περιμένει σοβαρό σχεδιασμό εμβολιαστικής κάλυψης του γενικού πληθυσμού;

Παντού λοιπόν τίθεται το ερώτημα: Η Δύση επένδυσε όλες τις ελπίδες της για την αντιμετώπιση της πανδημίας στο εμβόλιο, καταγράφοντας τα χειρότερα δυνατά αποτελέσματα στην πρόληψη, στον επιδημιολογικό έλεγχο, στην προστασία των ευπαθών ομάδων. Είχε ολόκληρους μήνες να προετοιμάσει και να προετοιμαστεί, για τη γρήγορη εμβολιαστική κάλυψη τουλάχιστον των ευπαθών ομάδων και των υγειονομικών. Και σήμερα, που το εμβόλιο είναι πραγματικότητα, αδυνατεί να προχωρήσει τον εμβολιασμό;

Και ακόμα βρισκόμαστε στο πρώτο επίπεδο προτεραιότητας, το οποίο αφορά αποκλειστικά τις πιο ευπαθείς ομάδες και τους εργαζομένους σε δομές υγείας και οίκους ευγηρίας, επίπεδο που είναι απολύτως διαχειρίσιμο. Τι θα γίνει όταν μπει σε σειρά εμβολιασμού ο γενικός πληθυσμός;

Η Ανατολή επέλεξε να ελέγξει την πανδημία και εν πολλοίς τα κατάφερε. Η Δύση απέτυχε να ελέγξει την πανδημία, επένδυσε στον ερχομό του εμβολίου, αλλά και εδώ καταγράφει ορατές αποτυχίες.

Ποιος είναι ο λόγος;

Γιατί η επιστήμη μπόρεσε σε λίγους μήνες να ανταποκριθεί σε μια τεράστια πρόκληση και να παράξει το εμβόλιο, αλλά τα κράτη και οι κυβερνήσεις αδυνατούν να οργανώσουν τον εμβολιασμό; Θα απευθυνόμασταν σε αυτό το σημείο στον τιτάνα της πολιτικής σκέψης Κυρανάκη, που είχε εκφράσει παράπονα για τους επιστήμονες θεωρώντας τους …κατώτερους των περιστάσεων, αλλά το ζήτημα είναι σοβαρό.

Η αποτυχία εμβολιασμού ερμηνεύεται σε τρία επίπεδα

Πρώτον στη διάλυση των κρατικών μηχανισμών που είναι απαραίτητοι για την εξέλιξη μαζικών επιχειρήσεων δημοσίου συμφέροντος. Η διάλυση είναι πολύ μεγαλύτερη σε τομείς που αφορούν τα κοινωνικά αγαθά. Το κράτος έχει απωλέσει προ πολλού τα κοινωνικά του χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τις επιταγές του νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Τα πάντα (θεωρητικά) αυτορυθμίζονται, αλλά σε κάθε κρίσιμη στιγμή, σε κάθε οικονομική κρίση, σε κάθε φυσική καταστροφή, σε κάθε υγειονομικό κίνδυνο, αποδεικνύεται η ανάγκη της δημόσιας παρέμβασης και ο απορρυθμιστικός έως καταστροφικός ρόλος της ελεύθερης αγοράς. Τα κράτη της Δύσης συστηματικά πλέον εκχωρούν τις αρμοδιότητες, που άλλοτε είχαν, σε ιδιωτικούς φορείς – υπεργολάβους. Όχι μόνο η υγεία και η παιδεία, όχι μόνο οι συγκοινωνίες και οι επικοινωνίες, αλλά και η ενέργεια, το νερό, η φορολογία, εκχωρούνται ως αρμοδιότητα και πεδίο κερδοφορίας στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Το κράτος υπάρχει αποκλειστικά για να εξασφαλίζει την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα. Αναμενόμενα λοιπόν, σε περιόδους κρίσης, το αποδυναμωμένο, κατατεμαχισμένο, ατζέντης τρίτων συμφερόντων, κράτος, αδυνατεί να ανταποκριθεί. Η αποτυχία της γρήγορης εμβολιαστικής κάλυψης είναι μια ακόμα απόδειξη των μειωμένων πλέον δυνατοτήτων των κρατικών μηχανισμών.

Ο δεύτερος λόγος είναι η επιλογή της νεοφιλελεύθερης Δύσης να επενδύει επί δεκαετίες στην ιατρική και στο φάρμακο (πχ εμβόλιο) αλλά όχι στην υγεία του πληθυσμού (πχ προγράμματα εμβολιαστικής κάλυψης). Πρόκειται για μια επιλογή με σαφή ταξικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Είναι πιο κερδοφόρο για το κεφάλαιο να παραχθεί το εμβόλιο, παρά να υπάρξει καθολική υγειονομική φροντίδα. Το πρώτο σημαίνει έρευνα υψηλής έντασης γνώσης και κεφαλαίου που αποφέρει τεράστια κέρδη στις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες. Το δεύτερο απαιτεί πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, εκτεταμένα προγράμματα υγειονομικής παρακολούθησης του πληθυσμού, δηλαδή δημόσιους πόρους, ή αλλιώς (κατά την ελληνική κυβέρνηση) «πεταμένα λεφτά». Το πρώτο είναι ατόφιος καπιταλισμός, το δεύτερο παραπέμπει σε προτεραιότητες των πάλαι ποτέ σοσιαλιστικών κρατών.

Υπάρχει όμως και μια τρίτη πλευρά της νέας αποτυχίας της Δύσης: Είναι προτιμότερο για το σύγχρονο καπιταλισμό να επενδύει σε ένα επιστημονικό θαύμα, παρά στην κοινωνική οργάνωση. Είναι προτιμότερο να εθίζει την κοινωνία στην αναμονή του προϊόντος της επιστημονικής έρευνας, παρά να εξασφαλίζει διαδικασίες, μηχανισμούς και δομές για το κοινό καλό. Είναι χίλιες φορές προτιμότερο μάλιστα, όταν το πρώτο ξεπλένει εγκληματικές ευθύνες για ιδεολογικές, πολιτικές και οικονομικές αγκυλώσεις του καπιταλιστικού συστήματος που προκάλεσαν εκατομμύρια νεκρούς από μια πανδημία, ενώ το δεύτερο θέτει εκ νέου σε μαζική κλίμακα τον προβληματισμό για μια άλλη κοινωνική οργάνωση. Μια κοινωνική οργάνωση με οδηγό την αλληλεγγύη, την ισότητα, την δίκαιη και καθολική πρόσβαση στην υγεία και σε υψηλή ποιότητα ζωής.

Οι θλιβεροί απολογητές μιας παρηκμασμένης καπιταλιστικής Δύσης μπουρδολογούν ξανά και ξανά. Ανακαλύπτουν ότι ο εμβολιασμός μπορεί να πετύχει σε …στρατιωτικοποιημένες κοινωνίες τύπου Ισραήλ, ακριβώς όπως η υγειονομική απάντηση στην πανδημία μπορούσε να πετύχει μόνο σε αντιδημοκρατικά καθεστώτα τύπου Κίνας, ενώ η επιδημιολογική επιτήρηση μπορούσε να υπάρξει μόνο σε πειθαρχημένες κοινωνίες τύπου Νότιας Κορέας και τα μέτρα αποστασιοποίησης να τα εφαρμόζουν μόνο οι Γιαπωνέζοι. Τι μας μένει λοιπόν, πέρα από το να πεθαίνουμε μεν, αλλά σε συνθήκες «δημοκρατίας», «ατομικών δικαιωμάτων» και «διαφωτισμού»;

Η συζήτηση για το αν η πανδημία καταγράφει μια μετατόπιση ισχύος από την Δύση προς την Ανατολή είναι ανοικτή και σίγουρα πρέπει να πάρει υπόψη πολύ περισσότερα δεδομένα. Και φυσικά πρέπει να γίνει με πλήρη συνείδηση του τι είναι και τι εκφράζει σήμερα ο σκληρός κινέζικος καπιταλισμός. Στο θέμα της πανδημίας ωστόσο, τα γεγονότα είναι γεγονότα και οι αριθμοί -συνήθως- λένε την αλήθεια.

Και η αλήθεια είναι ότι οι πρώτες εβδομάδες του εμβολιασμού πάνε πιο άσχημα από όσο μπορούσαμε να φανταστούμε.

Μετά από 10 μήνες σύγχυσης, χάους και θανάτου, μπορεί η Δύση να έχει μια σαφή στρατηγική απέναντι στον ιό;

Πλησιάζουμε στα τέλη Δεκεμβρίου. Η πανδημία έπληξε την Ευρώπη και τις ΗΠΑ τον Μάρτιο. Πριν από 10 μήνες. Μεγάλο μέρος της Ευρώπης βρίσκεται και πάλι σε λοκ ντάουν διαφορετικών βαθμών. Στις ΗΠΑ, ο COVID-19 συνεχίζει να εξαπλώνεται ασταμάτητα. Η κατάσταση στη Δύση είναι τώρα τόσο κακή όσο κάθε άλλη στιγμή από τότε που όλα ξεκίνησαν. Με την έντιμη εξαίρεση της Νέας Ζηλανδίας, η Δύση απέτυχε να ξεπεράσει, πόσο μάλλον να εξαλείψει τον ιό. Χωρίς εμβόλιο, τα στοιχεία δείχνουν ότι η Δύση θα πρέπει να μάθει να ζει με τον κορωνοϊό επ’ αόριστον.

Γιατί η Δύση απέτυχε τόσο άσχημα;

Από την αρχή, οι δυτικές κυβερνήσεις απέτυχαν να αντιμετωπίσουν σοβαρά την πανδημία, αγνοώντας το γεγονός ότι η πανδημία στην Ανατολική Ασία ήταν πιθανό να μεταναστεύσει στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Εξέφρασε μια εντελώς επαρχιακή νοοτροπία: ότι η Δύση ήταν διαφορετική, ότι κατά κάποιον τρόπο δεν θα επηρεαζόταν από τον ιό. Μέχρι να φτάσει ο Μάρτιος, η Δύση ήταν εντελώς απροετοίμαστη για την πανδημία. Καταβλήθηκαν απεγνωσμένες προσπάθειες για την απόκτηση επαρκών μέσων ατομικής προστασίας και τεστ. Αλλά από την αρχή μέχρι σήμερα, οι δυτικές κυβερνήσεις, και οι πληθυσμοί τους, βρίσκονται συνεχώς να ακολουθούν, πάντα στην άμυνα, πάντα πίσω από την πορεία του ιού.

Οι δυτικές κυβερνήσεις στερούνται μιας σαφούς στρατηγικής. Οι κυβερνήσεις έχουν παγιδευτεί από μια ατέλειωτη συζήτηση για το ποια πρέπει να είναι η προτεραιότητα. Τι έχει μεγαλύτερη σημασία, ο ιός ή η οικονομία; Καμία κυβέρνηση δεν υιοθέτησε τη στρατηγική της Κίνας, και άλλων χωρών της Ανατολικής Ασίας, όπου η βασική προτεραιότητα ήταν η εξάλειψη του ιού. Υπήρξε μια ατέρμονη συζήτηση σχετικά με την εξουσία της κυβέρνησης έναντι των δικαιωμάτων του ατόμου. Παντού, ως αποτέλεσμα, η κυβερνητική πολιτική κλωθογυρίζει ανάμεσα στα περιοριστικά μέτρα και στην άρση τους, ιεραρχώντας την οικονομία, αλλά στη συνέχεια ανησυχεί για την πανδημία. Στις ΗΠΑ, η πανδημία είχε πάντα τη δεύτερη θέση έναντι της οικονομίας, με τις τρομερές συνέπειες που μπορούμε όλοι να δούμε. Στην Ευρώπη, η προσέγγιση ήταν πιο διφορούμενη, ωστόσο το αποτέλεσμα παρέμεινε σχεδόν, αλλά όχι τόσο, καταστροφικό.

Μετά από 10 μήνες σύγχυσης, χάους και περιττών θανάτων, η στρατηγική που έπρεπε να ακολουθηθεί είναι εντελώς σαφής. Η πρωταρχική προτεραιότητα πρέπει να είναι η εξάλειψη του ιού. Μέχρι να επιτευχθεί αυτό, η οικονομία, στην καλύτερη περίπτωση, δεν θα κάνει τίποτα άλλο πέρα από το να αδυνατίζει. Αυτό απαιτεί τα αυστηρότερα μέτρα απομόνωσης και καραντίνας, φυσική απόσταση, καθολική χρήση μάσκας, μαζικά τεστ και αποτελεσματικό εντοπισμό επαφών.

Αλλά οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν αποδειχθεί ανίκανες να κάνουν κάτι τέτοιο. Γιατί; Σε γενικές γραμμές, δεν σκέφτονται στρατηγικά. Οι προοπτικές τους είναι εντελώς βραχυπρόθεσμες, ανησυχούν για τη δημοτικότητά τους και για τις επόμενες εκλογές, μια νοοτροπία που ισχυροποιείται με την πάροδο του χρόνου. Δεν έχουν επίσης βασικές ικανότητες. Κάθε μεγάλη πρόκληση που αντιμετώπισε η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχει αντιμετωπιστεί πρόχειρα και αναποτελεσματικά. Είναι καθήκον της κυβέρνησης να συγκροτήσει ηγεσία έτσι ώστε οι πολίτες να κατανοούν τις προτεραιότητες. Αυτός είναι ένας ακόμα τομέας αποτυχίας. Εάν οι κυβερνήσεις συνεχώς σκαμπανεβάζουν τις πολιτικές τους και χαζολογούν, οι άνθρωποι παίρνουν μπερδεμένα μηνύματα.

Αλλά η επιτυχημένη διακυβέρνηση δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση, αλλά και τον πολιτισμό και την κοινωνία. Εδώ υπήρξε ένα χάσμα μεταξύ της απόκρισης της Δύσης και της απάντησης της Ανατολικής Ασίας. Είναι αδύνατο να καταπολεμηθεί επιτυχώς η πανδημία χωρίς έντονη αίσθηση κοινωνικής ευθύνης και κοινωνικής πειθαρχίας: σεβασμός της εξουσίας της κυβέρνησης, προθυμία να δοθεί προτεραιότητα στα συμφέροντα της κοινωνίας πάνω από εκείνα του ατόμου, αναγνώριση ότι η συμπεριφορά κάθε ατόμου είναι ζωτικής σημασίας για την ευημερία της κοινωνίας. Οι ρίζες της διαφοράς είναι πολύ βαθιές, η αντίθεση μεταξύ του Κομφουκιανικού χαρακτήρα των κοινωνιών της Ανατολικής Ασίας και του δυτικού ατομικισμού. Τις τελευταίες δεκαετίες, επιπλέον, ο εγωιστικός ατομικισμός έχει γίνει όλο και πιο έντονος στη Δύση. Η καλύτερη απεικόνιση του προβλήματος μπορεί να φανεί με τη μάσκα: ενώ στην Κίνα και αλλού, είναι καθολική και αδιαμφισβήτητη, στη Δύση μόνο μια μειονότητα τα φοράει.

Υπάρχει πλήρης άγνοια στη Δύση σχετικά με την επιτυχία της Κίνας και της Ανατολικής Ασίας στην καταπολέμηση της πανδημίας. Η Δύση αρέσει να θεωρεί τον εαυτό της ως κοσμοπολίτη και γνώστη του τι συμβαίνει στον κόσμο. Αλλά η πανδημία λέει διαφορετικά πράγματα. Στην πραγματικότητα είναι χαρακτηρίζεται από το βλέμμα στραμμένο στο εσωτερικό, από εμμονή για τον εαυτό της, ενώ στερείται και περιέργειας. Η γνώση των Δυτικών για την πανδημία, και το ενδιαφέρον για αυτήν, δεν επεκτείνεται πέρα ​​από τη Δύση. Αντί να είναι κοσμοπολίτικη, η Δύση γίνεται όλο και πιο επαρχιακή στις προοπτικές της.

Ίσως ένα εμβόλιο να δώσει στη Δύση μια πολυπόθητη ανάπαυλα από την πανδημία. Ωστόσο, ο αντίκτυπός της ήταν ήδη τεράστιος, τόσο από την άποψη της υγείας όσο και από την άποψη της οικονομίας, ώστε οι επιπτώσεις αναμένεται να είναι βαθιές και μακροχρόνιες. Η πανδημία είναι ένα τεράστιο τεστ διακυβέρνησης, μακράν το μεγαλύτερο από το 1945. Η Κίνα έχει περάσει πανηγυρικά, η Δύση έχει αποτύχει οικτρά. Το 2020 θα θεωρηθεί ότι σηματοδότησε τη Μεγάλη Μετάβαση, δηλαδή μια αυξανόμενη αναγνώριση σε όλο τον κόσμο ότι η σκυτάλη της παγκόσμιας ηγεσίας περνά στην Κίνα.

Πηγή: Global Times

Μετάφραση: antapocrisis


To antapocrisis αναδημοσίευσε το παραπάνω άρθρο όχι επειδή κατ’ ανάγκη συμφωνεί με τα πάντα αλλά επειδή θέτει πλευρές της αντιμετώπισης της πανδημίας που δεν συζητιούνται στην Ευρώπη και στη Δύση γενικότερα.

Ο κορωνοϊός και ο καπιταλισμός της Άγριας Δύσης

Τα θλιβερά νέα από την άλλη μεριά του Ατλαντικού είναι αναμενόμενα για όποιον δεν μπερδεύει τις δυνατότητες της κοινωνικής ελίτ με την αληθινή πραγματικότητα. Το «ισχυρότερο κράτος» του πλανήτη είναι στην πραγματικότητα ανοχύρωτο κοινωνικά και υγειονομικά. Ο λόγος δεν είναι ούτε η οικονομική αδυναμία, ούτε η τεχνολογική υστέρηση. Κάθε άλλο.

Ο Τραμπ ανακοίνωσε πακέτο μαμούθ ύψους 2,2 τρισεκατοκκυρίων δολαρίων για την αμερικανική οικονομία. Ξεπερνά κατά πολύ κάθε άλλο πρόγραμμα στήριξης. Οι δε εταιρείες τεχνολογικές αιχμής, ακόμα και αν έχουν στείλει σημαντικά τμήματα της παραγωγής τους στην Άπω Ανατολή, διατηρούν ισχυρές δυνατότητες στο εσωτερικό των ΗΠΑ.

Τι φταίει λοιπόν;

Ο Άντι Σλάβιτ, πρώην επικεφαλής σύμβουλος Υγείας του Ομπάμα, έγραψε χθες για έναν σκληρό εμφύλιο πόλεμο εξασφάλισης αναπνευστήρων ανάμεσα στις Πολιτείες των ΗΠΑ. Κάθε κυβερνήτης ψάχνει απεγνωσμένα μέσα αναπνευστικής υποστήριξης των βαρέως πασχόντων, ξέροντας ότι ο αριθμός τους θα κρίνει τις ανθρώπινες απώλειες. Πληρώνουν όσο όσο. Η τιμή τους εκτοξεύτηκε από 15.000 δολάρια στα 45.000 δολάρια, ωστόσο το πρόβλημα δεν είναι οικονομικό.

Ο Άντριου Κουόμο, κυβερνήτης της Νέας Υόρκης δήλωσε ότι στην πολιτεία οι αναπνευστήρες θα τελειώσουν σε 5 μέρες. Είναι διαθέσιμοι 2.200 αλλά οι ανάγκες διασωλήνωσης κάθε μέρα ανεβαίνουν. Προς το παρόν προσπαθούν να κάνουν πατέντες διακλαδώνοντας τους σωλήνες των αναπνευστήρων ή μετατρέποντας συσκευές BiPAP σε CPAP.

Οι αναπνευστήρες εξαντλήθηκαν όταν η Κίνα αγόρασε μαζικά όλο το απόθεμα στις αρχές Φεβρουαρίου, την περίοδο που η διοίκηση Τραμπ καθησύχαζε τους πάντες ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα. Σήμερα οι αμερικανικές εταιρείες σπεύδουν να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες, αλλά οι καπιταλιστικοί νόμοι της προσφοράς και της ζήτησης δεν ανταποκρίνονται στις άμεσες ιατροφαρμακευτικές απαιτήσεις.

Ταυτόχρονα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ρίχνει το μπαλάκι στις πολιτείες για την προμήθεια του απαραίτητου εξοπλισμού. Ο ίδιος ο Τραμπ κατηγόρησε τις πολιτείες λέγοντας ότι θα όφειλαν να είχαν στοκάρει τον απαραίτητο εξοπλισμό και όχι να περιμένουν από την Ομοσπονδιακή κυβέρνηση.

Όμως ήταν η FEMA (η ομοσπονδιακή υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας των ΗΠΑ) που πρόλαβε και δέσμευσε όποιον αναπνευστήρα υπήρχε στην αγορά.

Κάθε πολιτεία χτυπά τις τιμές προς τα πάνω σε έναν ανταγωνισμό που θα κρίνει τη ζωή και τον θάνατο δεκάδων ή και εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, σύμφωνα με τις δυσοίωνες προβλέψεις του Άντονι Φάουτσι, επικεφαλής επιδημιολόγου.

Και η κυβέρνηση Τραμπ;

Απέτυχε ολοκληρωτικά στην προετοιμασία της υγειονομικής άμυνας και του συστήματος περίθαλψης ενόψει πανδημίας. Από την αρχική αδιαφορία για τα διαγνωστικά τεστ, μέχρι την έλλειψη κλινών, μέσων προστασίας, αναπνευστήρων, η διακυβέρνηση Τραμπ δείχνει με κυνισμό τι σημαίνει το κράτος της ελεύθερης αγοράς.

Όταν στις 16 Μαρτίου οι κυβερνήτες των πολιτειών ζήτησαν από τον Λευκό Οίκο να χρησιμοποιήσει όλη την ομοσπονδιακή δύναμη για να λύσει το πρόβλημα της έλλειψης εξοπλισμού, ο Τραμπ απάντησε με τη φράση που θα μείνει στην ιστορία: “Αναπνευστήρες, μάσκες, εξοπλισμό – βρείτε τα μόνοι σας”.

Και για να μην μείνει αμφιβολία για το laissez faire στην αγορά ιατρικού εξοπλισμού, συμπλήρωσε ότι “το νόημα της αγοράς είναι κάντε το μόνοι σας – είναι καλύτερο”.

Προς το παρόν οι πειρατείες διαδέχονται η μία την άλλη ανάμεσα στις χώρες της πολιτισμένης Δύσης, με αρπαγές φορτίων ιατροφαρμακευτικής βοήθειας. Προχθές, Γερμανός αξιωματούχος κατήγγειλε τις ΗΠΑ ότι άρπαξαν φορτίο 200.000 μασκών υψηλής προστασίας που έρχονταν από την Κίνα.

Είπε ο πειρατής τον πειρατή, πειρατή. Η Γερμανία ήταν αυτή που δέσμευε κατ’ εξακολούθηση ιατροφαρμακευτικό εξοπλισμό που προορίζονταν για την Ισπανία, την Ιταλία, ακόμα και την Ελλάδα, σύμφωνα με τα διεθνή μέσα. Είχε την ατυχία αυτός ο εξοπλισμός, προερχόμενος από Κίνα να προσγειώνεται πρώτα σε γερμανικά αεροδρόμια. Κι εκεί, γινόταν το πλιάτσικο.

Ο USAID, ο ομοσπονδιακός οργανισμός ανθρωπιστικής βοήθειας, εξέδωσε στις 27 Μαρτίου μια επείγουσα ανακοίνωση όπου ζητούσε από όλες τις αποστολές ανά τον πλανήτη να μαζέψουν τον προστατευτικό εξοπλισμό (ειδικά τις μάσκες) και να τις στείλουν πίσω στις ΗΠΑ.

Φορτηγά πλοία άλλαξαν προορισμό εν πλω, αερομεταφερόμενα κοντέινερ με μέσα ατομικής προστασίας έγιναν αντικείμενο διπλωματικών απειλών και οικονομικών εκβιασμών, σε μια μάχη που αντί να έχει την ανθρωπότητα στο ένα στρατόπεδο και την πανδημία τον άλλο, μοιάζει με το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».

Κράτος εναντίον κράτους, κυβερνήτης εναντίον κυβερνήτη, πολιτεία εναντίον πολιτείας, σε έναν πλειστηριασμό με τίτλο «ο θάνατός σου η ζωή μου». Η πολιτισμένη και προηγμένη Δύση έγινε ξανά άγρια, σε έναν ανταγωνισμό που βυθίζει κάθε προοπτική συνεργασίας, συντονισμού, κοινού σχεδίου. Ο ανταγωνισμός και η εμπορευματική λογική βρίσκεται άλλωστε στο γενετικό υλικό του καπιταλισμού και της ελεύθερης αγοράς.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν υπάρχει κανένα ίχνος αλληλοβοήθειας ανάμεσα στα μέλη της. Για την ακρίβεια το ισχυρό της κέντρο απλώς αναμένει την περαιτέρω εξασθένηση της αδύναμης περιφέρειας για να της πατήσει ακόμα σκληρότερα το λαιμό. Το δε Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ δεν έχει καν συνέλθει για να αναζητήσει τους καλύτερους δυνατούς τρόπους για μια συντονισμένη παγκόσμια απάντηση στην πανδημία.

Η αλήθεια είναι ότι οι επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων που ορκίζονται στον απόλυτο και άγριο ανταγωνισμό της ελεύθερης αγοράς δεν μπορούν να εκπαιδευτούν μέσα σε λίγα 24ωρα στις αρχές της συνεργασίας, της αλληλεγγύης ή της ενότητας.

Πώς μπορούν όσοι κηρύσσουν τον ανταγωνισμό με τον «άλλον» ή την απαξίωση για τον ανίσχυρο και τον ασθενέστερο, να αντιληφθούν σήμερα ότι η υγεία είναι δημόσιο αγαθό; Ότι η υγεία του ενός δεν είναι αδιάφορη για την υγεία του άλλου, αλλά προϋπόθεσή της;

Η κατάσταση θυμίζει μια δυστοπική σύγχρονη εκδοχή του βιβλίου «Ο Άρχοντας των Μυγών» του Γουίλιαμ Γκόλντινγκ λέει ο Τζέρεμι Κόναϊντικ, ένας πρώην αξιωματούχος – επικεφαλής ανθρωπιστικών αποστολών. «Χρειαζόμαστε αλληλεγγύη για να βρούμε λύση, αλλά αντί για αλληλεγγύη, έχουμε ανταγωνισμό».

Η πανδημία φέρνει το χειρότερο πρόσωπο του σύγχρονου κόσμου στην επιφάνεια. Η προηγμένη και πολιτισμένη Δύση στις μέρες μας θυμίζει την Άγρια Δύση. Κυβερνήσεις και κράτη πυροβολούνται μεταξύ τους στην απελπισμένη προσπάθειά τους να διασώσουν πρώτα (ή και μόνο) τον εαυτό τους.

Είναι όμως αυτό το χειρότερο πρόσωπο του σύγχρονου κόσμου ή η σκληρή αλήθεια του σύγχρονου καπιταλισμού; Που φανερώνεται γυμνή μπροστά μας, σήμερα, την ώρα της κρίσης;

Η υγειονομική χρεοκοπία του σύγχρονου κόσμου, και μάλιστα του ισχυρότερου μέρος του, θα φέρει μια μεγάλη οικονομική χρεοκοπία.

Όμως έχει ήδη προκαλέσει μια ακόμα μεγαλύτερη ηθική και ιδεολογική χρεοκοπία.

Γιατί απέτυχε η Δύση και όχι η Ανατολή;

Τα νούμερα είναι γνωστά. Χθες, 31 Μαρτίου, Ιταλία, Ισπανία, ΗΠΑ και Γαλλία βρέθηκαν στις 4 πρώτες θέσεις των ανθρώπινων απωλειών από τον κορωνοϊό. Η Κίνα με 3.305 νεκρούς είναι στην 5η θέση, αλλά με βάση τους ρυθμούς αύξησης, άλλες χώρες της Δύσης θα την ξεπεράσουν.

Τα θλιβερά στατιστικά, θέτουν ένα αμείλικτο ερώτημα:

Γιατί η Δύση απέτυχε;

Το ερώτημα γίνεται ακόμα πιο αμείλικτο καθώς ο ιός ξεκίνησε από την Κίνα. Ο πρώτος νεκρός στη Δύση καταγράφεται δύο περίπου μήνες από τις πρώτες κινεζικές απώλειες και την ενημέρωση του ΠΟΥ για τον νέο ιό. Εάν στην Κίνα η πανδημία ήταν κάτι καινούριο και ξαφνικό, η Δύση είχε χρόνο να προετοιμαστεί.

Οι επιδημιολόγοι και οι ερευνητές θα μελετήσουν τους ειδικούς λόγους αυτής της δυτικής ευαλωτότητας. Θα αναφερθούν στα επιστημονικά ευρήματα, στα πληθυσμιακά και επιδημιολογικά στοιχεία, στα καθαρά ιατρικά δεδομένα, στα αποτελέσματα των ερευνών. Οι μη ειδικοί καλά θα κάνουμε να τους ακούσουμε.

Μπορούμε ωστόσο να σημειώσουμε μια σειρά από κοινωνικές συμπεριφορές, πολιτικές στάσεις και ιδεολογικές ιεραρχήσεις που έπαιξαν το δικό τους ρόλο.

Πρώτον: Η υπεροψία του αποικιοκράτη

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι μαζικοί θάνατοι από τις επιδημίες ήταν θλιβερό προνόμιο της «καθυστερημένης» Ασίας ή Αφρικής. Σήμερα η προηγμένη Δυτική Ευρώπη και οι ΗΠΑ ζουν ένα οδυνηρό σοκ. Η αναπτυγμένη Δύση που θεωρεί ότι η οικονομική και τεχνολογική της υπεροχή την κάνει άτρωτη, έκανε λάθος υπολογισμούς. Σαφής ένδειξη είναι οι συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας:

Στις 31 Δεκεμβρίου του 2019 η Κίνα ενημερώνει τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για 50 κρούσματα πνευμονίας που συνδέονται με οξύ αναπνευστικό σύνδρομο αλλά δεν ανήκει στους γνωστούς ιούς.

Στις 31 Ιανουαρίου, ένα μήνα μετά την ενημέρωσή του από τις κινεζικές αρχές, ο Π.Ο.Υ. αποδέχεται ότι υπάρχει υγειονομικό πρόβλημα και κηρύσσει κατάσταση ανάγκης.

Μόλις στις 11 Μαρτίου, ο Π.Ο.Υ. κηρύσσει πανδημία, αφού έχουν ήδη υπάρξει 4.291 νεκροί. Χρειάστηκαν δύο μήνες και δέκα μέρες από το ξέσπασμα της επιδημίας στην Κίνα, και πάνω από ενάμισι μήνας από τα σκληρά μέτρα της κινεζικής κυβέρνησης για μια τέτοια απόφαση.

Η αργοπορία, η αδιαφορία, η έλλειψη συναίσθησης της κατάστασης για τις ηγεσίες της Δύσης είναι εκκωφαντικές. Αποκορύφωμα, η κανονική διενέργεια των δημοτικών εκλογών στη Γαλλία, στις 15 Μαρτίου, ημέρα κατά την οποία καταγράφονται 682 θάνατοι παγκοσμίως, 368 εκ των οποίων στην Ιταλία και 101 στην Ισπανία.

Το Reuters αποκάλυψε σήμερα ότι στις αρχές Φεβρουαρίου οι κυβερνήσεις των κρατών μελών της ΕΕ δήλωναν προς τις Βρυξέλλες ότι τα συστήματα υγείας τους ήταν έτοιμα, ενώ δεν χρειάζονταν επιπρόσθετο ιατροφαρμακευτικό εξοπλισμό. Ένα μήνα μετά, τα συστήματα υγείας  σε Ιταλία και Ισπανία είχαν καταρρεύσει, ενώ στη Γαλλία, στην Ολλανδία, στο Βέλγιο, ακόμα και στη Γερμανία δοκιμάζονται ισχυρά.

Η αποικιοκρατική υπεροψία των ελίτ της Δύσης θεώρησε ότι η επιδημία δεν θα πλήξει, ή τουλάχιστον δεν θα πλήξει σοβαρά, τις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Η αιωνόβια αυτή κουλτούρα βλέπει τους «άλλους» ως κατώτερους, ευάλωτους ή και αναλώσιμους. Όταν αποδεικνύεται ότι ο ιός δεν γνωρίζει σύνορα και δεν σέβεται τις μητροπόλεις του καπιταλισμού, δεν υπάρχει πλέον χώρος για αυτοκριτική, παρά μόνο για ενοχοποίηση του ιού ως «κινέζικου», κατά τις προσφιλείς διατυπώσεις του Αμερικανού προέδρου.

Είναι προφανές ότι η Κίνα αγόρασε -με μεγάλο κόστος- τον χρόνο για να προετοιμαστεί όλος ο υπόλοιπος κόσμος, και όλος ο υπόλοιπος κόσμος τον σπατάλησε, όπως εύστοχα σημειώνει ο Ian Johnson των New York Times.

Χρειάστηκαν 800 νεκροί στην Ιταλία για να επιβληθεί το λοκ ντάουν στον Βορρά, το οποίο μάλιστα ήταν σε τεράστιο βαθμό προσχηματικό καθώς οι βιομηχανίες εξακολούθησαν να δουλεύουν στο φουλ. Σχεδόν όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις χρησιμοποίησαν το παραθυράκι του αντίστοιχου νόμου παίρνοντας άδεια από τον αρμόδιο Νομάρχη για να συνεχίσουν απρόσκοπτα τη λειτουργία τους.

Στην Κίνα, στην Ουχάν των 11 εκατομμυρίων κατοίκων, επιβλήθηκε λοκ ντάουν μετά τον 30ο νεκρό. Εφτά μέρες μετά, απαγορεύτηκε η κυκλοφορία σε ολόκληρη την επαρχία της Χουμπέι των 60 εκατομμυρίων πολιτών. Το λοκ ντάουν ήταν απόλυτο και πραγματικό.

Ακόμα και οι πιο φανατικοί πολέμιοι του αυταρχικού κινέζικου καπιταλισμού, δεν μπορούν παρά να αναγνωρίσουν ότι στην πανδημία, η Κίνα, αν και υπέστη πρώτη τα φονικά αποτελέσματα του covid-19, αντέδρασε με πιο ορθολογικό και αποτελεσματικό τρόπο από την υπεροπτική Δύση.

Οι αντιδράσεις στη Νότια Κορέα, στην Ταϊβάν, στη Σιγκαπούρη, στην Ιαπωνία, ήταν άμεσες και ακαριαίες. Ίσως επειδή οι ασιατικές χώρες είχαν χτυπηθεί σκληρότερα από τον ιό SARS το 2002 – 2003, ίσως επειδή οι κυβερνήσεις τους δεν κινήθηκαν με την υπεροψία του απρόσβλητου από ασθένειες υπερόπτη αποικιοκράτη, η επιδημία κατέστη διαχειρίσιμη.

Δεύτερον: Η λατρεία των αγορών

Στις 11 Ιανουαρίου η Κίνα καταγράφει τον πρώτο θάνατο. Η κατάσταση βγαίνει τόσο γρήγορα εκτός ελέγχου που 12 ημέρες μετά, στις 23 Ιανουαρίου η κινεζική κυβέρνηση θέτει σε σκληρή καραντίνα την Ουχάν.

Στις 19 Φεβρουαρίου ξεσπά η επιδημία στην βόρεια Ιταλία. Ο ασθενής μηδέν δεν μπορεί να βρεθεί με σιγουριά και τελικά αποδεικνύεται εκ των υστέρων ότι υπήρξαν πολλαπλές πηγές εισόδου.

Στις 21 Φεβρουαρίου η Κίνα μετρά ήδη 2.345 νεκρούς. Είναι σαφές ότι η επιδημία μπορεί να εξελιχθεί πολύ γρήγορα και με φονικά αποτελέσματα.

Εντωμεταξύ η εβδομάδα Μόδας του Μιλάνου διεξάγεται κανονικά από τις 18 μέχρι τις 24 Φεβρουαρίου, ενώ επίσης κανονικά συνεχίζονται τα σχολεία, οι ποδοσφαιρικοί αγώνες, οι εμπορικές και τουριστικές δραστηριότητες.

Μόλις στις 8 Μαρτίου η Ιταλία μπαίνει σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, αν και, όπως έχει επισημανθεί, αυτή η κατάσταση ανάγκης δεν αφορά τις μεγάλες βιομηχανίες του Βορρά που συνεχίζουν να συνωστίζουν τους εργαζόμενους στους χώρους παραγωγής. Ο Σύνδεσμος Ιταλών Βιομηχάνων διαμαρτύρεται σε κάθε απόπειρα να κλείσουν οι μη αναγκαίες παραγωγικές δραστηριότητες, ακόμα και τις ημέρες που ο ημερήσιος φόρος αίματος ξεπερνά τα 600 άτομα.

Ο Μπόρις Τζόνσον, με βασικό του μέλημα να μην διαταραχθεί η απρόσκοπτη οικονομική λειτουργία στο Ηνωμένο Βασίλειο, σε συνέντευξή του στις 11 Μαρτίου, έδωσε ζωντανό δείγμα της σύγχρονης ευγονικής: Προειδοποίησε ότι πολλοί άνθρωποι θα πεθάνουν, αλλά την ίδια ώρα δεν εξήγγειλε ούτε μισό μέτρο για την αποτροπή της διάδοσης. Τα σχολεία παρέμειναν ανοικτά, το ίδιο – και πολύ περισσότερο – οι επιχειρήσεις σε μια νεοφιλελεύθερη επιδημιολογική εφαρμογή της «θεωρίας της αγέλης». Μόνο 10 μέρες αργότερα, στις 23 Μαρτίου, και κάτω από την ισχυρή πίεση του επιστημονικού κόσμου της χώρας, πάρθηκαν μέτρα περιορισμού της διάδοσης.

Ο Ντόναλντ Τραμπ, αφού είδε ότι η προσευχή μαζί με τους συνεργάτες του δεν εμποδίζει τον ιό, αναγκάστηκε να πάρει μέτρα, δηλώνοντας όμως ότι «η χώρα δεν σχεδιάστηκε για να μείνει κλειστή», και πρέπει πολύ σύντομα «να ανοίξει ξανά για μπίζνες». Συνεπικουρείται από το επιχειρηματικό, βιομηχανικό και χρηματοπιστωτικό σύμπλεγμα της χώρας, που θεωρεί ότι η ζημιά είναι μεγαλύτερη με το κλείσιμο της οικονομίας παρά με την ανεξέλεγκτη διάδοση του ιού. Ο αμερικανός πρόεδρος υπήρξε εντελώς κυνικός λέγοντας ότι «δεν μπορούμε να ακολουθούμε μια θεραπεία χειρότερη από το ίδιο το πρόβλημα».

Από άκρη σε άκρη, στην πολιτισμένη Δύση, το μήνυμα είναι σαφές: Δεν μπορεί η οικονομία να υποτάσσεται στους ανθρώπους, αλλά οι άνθρωποι στην οικονομία. Έτσι, το κλείσιμο της οικονομίας άργησε απελπιστικά, όταν πλέον οι ρυθμοί μετάδοσης είχαν γίνει εκθετικοί. Και όσο και αν φαίνεται εγκληματικό, το άνοιγμα της οικονομίας πρόωρα, παρά τις προειδοποιήσεις των ειδικών, είναι πάντα στο τραπέζι.

Όσο και αν ο κυρίαρχος λόγος ισχυρίζεται ότι δεν μπορούμε να πολιτικοποιούμε την πανδημία, αυτή η εγκληματική αργοπορία σε μέτρα περιορισμού της μετάδοσης, αργοπορία που τσάκισε ήδη τα ισχυρά υγειονομικά συστήματα της Ευρώπης, έχει ηθικό αυτουργό: Λέγεται παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός.

Τρίτον: Η ιδιωτικοποίηση του κράτους

Μετά την υποτίμηση του κινδύνου για να μην διαταραχθούν οι ελεύθερες αγορές της παγκοσμιοποίησης, μετά την καθυστέρηση των μέτρων για να μην επιβραδυνθεί η οικονομία, ακολούθησε η χρεοκοπία του νεοφιλελευθερισμού σε εγχώρια πλέον κλίμακα.

Τα συστήματα υγείας δεν άντεξαν εκεί που ξέφυγε η επιδημία. Το σύστημα περίθαλψης λύγισε κάτω από τους αυξημένους αριθμούς. Ο αριθμός των ανθρωπίνων απωλειών είναι σαφές ότι εξαρτάται από τη δυνατότητα εντατικής και αυξημένης παρακολούθησης των βαρέως νοσούντων. Εάν η χωρητικότητα των συστημάτων υγείας σε τέτοιες κλίνες εντατικής παρακολούθησης εξαντληθεί, ο αριθμός εκτοξεύεται.

Το επιχείρημα όσων απαξιώνουν την ανάγκη της ραγδαίας αύξησης των κλινών ΜΕΘ και ΜΑΦ αλλά και του προσωπικού και εξοπλισμού για εντατική παρακολούθηση, είναι ότι δεν άντεξε η Λομβαρδία, με πολλαπλάσια καλύτερες αναλογίες του συστήματος περίθαλψης. Υπονοεί αυτή η άποψη ότι δεν έχει σημασία να ενισχυθεί το σύστημα υγείας, καθώς ούτως ή άλλως μια ραγδαία αύξηση κρουσμάτων είναι μη διαχειρίσιμη. Το μόνο λοιπόν που μένει είναι να τηρηθούν τα μέτρα περιορισμού της διάδοσης.

Είναι πράγματι αναμενόμενο να μην αντέξει η τρέχουσα δυναμικότητα του συστήματος υγείας αν ο ιός μεταδίδεται μαζικά στην κοινότητα. Δεν είναι όμως αναμενόμενο να μην προετοιμαστεί, χρηματοδοτηθεί και εκτελεστεί από ένα ισχυρό δημόσιο, η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αύξηση αυτής της δυναμικότητας, έστω και στις παραμονές της πανδημίας.

Η Κίνα άλλωστε δεν κινήθηκε μόνο στο επίπεδο του περιορισμού της διάδοσης. Επέβαλε μια καραντίνα στρατιωτικού τύπου χωρίς την παραμικρή χαλαρότητα. Οι αρχές της έφτασαν στο σημείο να μην επιτρέπουν παρά την έξοδο ενός και μόνο ατόμου κάθε νοικοκυριού ανά δύο ημέρες, για την αγορά των απολύτως απαραίτητων.

Οι φιλελεύθεροι της Δύσης θα μιλήσουν για τον πρωτοφανή κρατικό αυταρχισμό. Πιθανά θα έχουν δίκιο. Ξεχνούν όμως, ή θέλουν να ξεχνούν, ότι μαζί με τον αυταρχισμό, το κινεζικό κράτος είχε τη δυνατότητα να επιβάλει την καραντίνα, ικανοποιώντας ταυτόχρονα τις βασικές ανάγκες επιβίωσης. Οι κρατικές υπηρεσίες έφτασαν στο σημείο να διανέμουν φαγητό στο κατώφλι των σπιτιών για να μην βγει κανείς έξω. Θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο στην Ευρώπη;

Η αδυναμία της Δύσης φάνηκε από την αδυναμία των κρατών της να επέμβουν αποτελεσματικά, ακόμα και μετά την διάδοση του ιού στην κοινότητα, στα συστήματα υγείας. Προστατευτικά υλικά, αναπνευστήρες, εξοπλισμός, βρέθηκαν όλα εξαντλημένα, η προμήθειά τους μετέωρη, εξαρτώμενη από τη διαθεσιμότητα της αγοράς. Η διαθεσιμότητα γρήγορα εξαντλήθηκε και οι ισχυρές κυβερνήσεις βρέθηκαν να μπλοκάρουν εξαγωγές, να παρακρατούν φορτία ιατροφαρμακευτικής βοήθειας ή να επιτάσσουν παραγωγικές μονάδες στην παραγωγή πχ αναπνευστήρων.

Τα, σε μεγάλο βαθμό ιδιωτικοποιημένα κράτη της Δύσης, δεν μπόρεσαν να αυξήσουν απότομα τη χωρητικότητα των συστημάτων υγείας. Η τιτάνια κινητοποίηση για να αυξηθούν στο συντομότερο χρονικό διάστημα οι κλίνες με δυνατότητα υποστήριξης βαρέως πασχόντων ασθενών, απαιτούσε ένα ισχυρό δημόσιο σύστημα που δεν έχει απεμπολήσει τη δυνατότητά του να κινητοποιεί όλες τις υπαρκτές δυνάμεις μιας κοινωνίας.

Η Κίνα έστησε 17 νοσοκομειακές μονάδες μέσα σε πέντε μέρες στην Ουχάν. Φυσικά η Κίνα είναι Κίνα και τα μεγέθη δεν είναι συγκρίσιμα. Ωστόσο αυτή η κίνηση δείχνει μια κατεύθυνση.

Δείχνει μια λογική.

Δείχνει ότι δεν φτάνει μόνο να επιμηκύνεις στο χρόνο το ξέσπασμα της επιδημίας, και άρα να μειώσεις το ύψος της καμπύλης των νοσούντων.

Απαιτείται να αυξήσεις όσο το δυνατόν περισσότερο την καμπύλη της δυναμικότητας του συστήματος περίθαλψης, και ειδικά εκείνου του τμήματος που μπορεί να προσφέρει εντατική παρακολούθηση.

Αυτή η λογική δεν ήταν δυνατόν να ακολουθηθεί από μια Δύση που επί δεκαετίες αποδυναμώνει συστηματικά και συνειδητά τη δημόσια παρέμβαση σε όφελος του ιδιωτικού τομέα.

Αποτέλεσμα ήταν στην Ιταλία και στην Ισπανία να πεθαίνει κόσμος χωρίς να μπορεί να λάβει την απαιτούμενη ιατρονοσηλευτική στήριξη.

Μας λένε να μην πολιτικολογούμε αλλά και αυτή η αδυναμία έχει ηθικό αυτουργό: Την απαξίωση του δημόσιου, την κυριαρχία της αγοράς, τη λατρεία του ιδιωτικού, την αποδυνάμωση του κοινωνικού ρόλου του κράτους.

Τέταρτον: Το κολλεκτιβίστικο πνεύμα

Δεν υπάρχει κανενός είδους σοσιαλισμός στην Κίνα, αυτό είναι σαφές.

Υπάρχει όμως κληρονομημένο ένα πνεύμα συλλογικής ευθύνης και κολλεκτιβισμού. Υπάρχει η πεποίθηση – γιατί είναι πεποίθηση- ότι μόνο μια καλά οργανωμένη, συντονισμένη, πειθαρχημένη και συλλογική δράση θα μπορέσει να φέρει αποτέλεσμα.

Ο καθηγητής του Γέιλ Χρηστάκης, υπεράνω κάθε φιλο-κινεζικής υποψίας, μιλώντας για το πώς η Κίνα περιόρισε την επιδημία υπογράμμισε ότι «η Κίνα έχει μια κολεκτιβιστική κουλτούρα και μια αυταρχική κυβέρνηση, που επέτρεψαν αυτήν την τεράστια αντίδραση σε τέτοιο ευρύ φάσμα. Έχει έτσι τα φόντα για την καταπολέμηση μιας πανδημίας, εφόσον αξιοποιεί πράγματι πραγματικές πληροφορίες και ανταποκρίνεται ορθολογικά».

Απέναντι στην κολλεκτιβίστικη κουλτούρα της Κίνας, αλλά και ευρύτερα των ασιατικών κρατών, που δεν οφείλεται με θετικό τρόπο μόνο στο σοσιαλιστικό παρελθόν της πρώτης, αλλά και με αρνητικό τρόπο σε αυτοκρατορίες και απολυταρχικά καθεστώτα αιώνων, τι έχει να αντιτάξει η Δύση;

Τη λατρεία της ατομικότητας, που ενώ συχνά λειτουργεί ως προπέτασμα καπνού για το σφαγιασμό των κοινωνικών δικαιωμάτων, στην προκειμένη λειτούργησε ως αμφισβήτηση, με φιλελεύθερο πρόσημο του δικαιώματος στο κέρδος, στη βόλτα, στη διασκέδαση.

Η δυσκολία να πειστούν οι δυτικές κοινωνίες για άμεσα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης και άρα καθυστέρησης της διάδοσης ήταν εμφανής, ακόμα και αν υποθέσουμε ότι τα μέτρα που πήραν οι κυβερνήσεις ήταν στη σωστή κατεύθυνση. Που δεν ήταν, ή τουλάχιστον δεν ήταν όλα.

Η Δύση υστέρησε ακόμα και εκεί που θεωρείται ευρέως ότι έχει πλεονέκτημα: Στην άρνηση της δεισιδαιμονίας, στην αποδοχή της επιστημονικής πρότασης, στον ορθό λόγο. Στη Δύση είναι που ανθούν οι πιο αντιεπιστημονικές απόψεις για την υγειονομική άμυνα. Στη Δύση είναι που καθημερινά πολλαπλασιάζονται παραδοξολογίες και συνωμοσιολογίες. Στη Δύση είναι που αμφισβητήθηκαν τα μέτρα περιορισμού, όχι μόνο για τις εκ του πονηρού, περιττές ή «συμμορφωτικές» πλευρές τους, αλλά και εκεί που ήταν άκρως απαραίτητα από κάθε ιατρική άποψη.

Είναι νωρίς να εκτιμήσει κανείς αν η υστέρηση της Δύσης μεταφράζεται σε κάτι, πυροδοτεί κάτι άλλο, ή φανερώνει κάτι τρίτο. Είναι επίσης προφανές ότι η υστέρηση της Δύσης δεν συνεπάγεται πλεονέκτημα της Ανατολής, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα λαϊκά συμφέροντα και την υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης. Ούτε φυσικά οικοδομείται κανένα νέο κοινωνικό υπόδειγμα από τον σκληρό καπιταλισμό -υπό κόκκινη σημαία- του Πεκίνου. Οι σκοπιμότητες του κινεζικού καθεστώτος άλλωστε, σε όλα τα επίπεδα, από τη διαχείριση της επιδημίας εσωτερικά, μέχρι τις αποστολές βοήθειας στο εξωτερικό, είναι προφανείς. Αυτά όμως δεν σβήνουν το σκληρό ερώτημα για την αποτυχία της Δύσης.

Πολλοί ισχυρίζονται ότι η κρίση της πανδημίας θα μεταβάλει συσχετισμούς και διατάξεις δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Όπως λειτούργησε για παράδειγμα ο Πρώτος Παγκόσμιος, ή η κρίση του Σουέζ, ή η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν και το δυστύχημα του Τσέρνομπιλ. Η πανδημία είναι σε εξέλιξη, αλλά οι επιπτώσεις της θα υπάρξουν σε βάθος χρόνου, συνυπολογίζοντας πολλαπλά δεδομένα.

Σε κάθε περίπτωση όμως, η Δύση εμετρήθη, εζυγίσθη και ευρέθη ελλιπής.

Η Κίνα αγόρασε ακριβά χρόνο για τη Δύση. Η Δύση τον σπατάλησε.

Γιατί τόσες χώρες έβλεπαν την επιδημία να εξαπλώνεται για εβδομάδες και συμπεριφέρονταν σαν να μην τους ενδιέφερε;

Όταν επέστρεψα από την πτήση μου από το Πεκίνο στο Λονδίνο πριν δυο εβδομάδες, ήξερα τι έπρεπε να κάνω: να μπω σε ατομική καραντίνα.

Ζω στην Κίνα, όπου η αυστηρή απαγόρευση κυκλοφορίας στα τέλη Ιανουαρίου, είχε καταστήσει σαφές σε όλους τους πολίτες, ακόμα και σε αυτούς που ζουν μακριά από το επίκεντρο του ξεσπάσματος του ιού στο Ουχάν, ότι βρισκόμαστε στη μέση μιας παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης. Η διαδικασία επιβίβασης στο Πεκίνο ήταν η τελευταία υπενθύμιση: δύο υποχρεωτικοί έλεγχοι θερμοκρασίας και μια ηλεκτρονική δήλωση υγείας στην οποία έπρεπε να δώσω μια διεύθυνση email και δύο αριθμούς τηλεφώνου.

Ωστόσο, καθώς το αεροπλάνο πλησίαζε στο Λονδίνο επικρατούσε μία παράλογη κατάσταση. Η αεροπορική εταιρεία μοίραζε ένα φθηνό φυλλάδιο που η μόνη συμβουλή που έδινε ήταν να καλέσουμε την συνηθισμένη γραμμή επικοινωνίας του Εθνικού Κέντρου Υγείας εάν αισθανόμασταν άρρωστοι. Κατά την άφιξη μας, δεν υπήρχε έλεγχος θερμοκρασίας, ούτε δήλωση της κατάστασης της υγείας μας- γεγονός που σημαίνει, ότι οι Βρετανικές αρχές δεν θα μπορούσαν να μας εντοπίσουν  εύκολα σε περίπτωση που κάποιος από εμάς είχε νοσήσει με τον COVID-19. Αντίθετα, απλώς αποβιβαστήκαμε από το αεροπλάνο, βγάλαμε τις μάσκες μας και εξαφανιστήκαμε μέσα στην πόλη.

Από εκείνες τις μέρες και μετά, η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν κλυδωνιστεί με την γρήγορη εξάπλωση του κορωνοϊού σε αυτές τις περιοχές. Η Ιταλία τώρα βρίσκεται ολόκληρη σε καραντίνα και τα κρούσματα του ιού πολλαπλασιάζονται ταχύτατα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα χρηματιστήρια έχουν πέσει κατακόρυφα. Την Τετάρτη ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας επίσημα ανακοίνωσε αυτό που όλοι ήδη γνωρίζαμε: πρόκειται για πανδημία. Ίσως, από την στιγμή που το διαβάζετε αυτό, έλεγχοι και δηλώσεις υγείας στα αεροδρόμια θα είναι επιτέλους υποχρεωτικά σε μέρη όπως το Λονδίνο.

Αυτό βέβαια δεν αλλάζει το γεγονός ότι εδώ και εβδομάδες, η αντίδραση εν όψει στο ξέσπασμα του κορωνοϊού στις Ηνωμένες Πολιτείες και πολύ περισσότερο στην Ευρώπη, ήταν για κάποιον παράξενο λόγο κατόπιν εορτής, αν όχι εντελώς παθητική- ή ότι οι κυβερνήσεις σε αυτές τις χώρες άφησαν να περάσει η μεγαλύτερη τους ευκαιρία να περιορίσουν την εξάπλωση του ιού. Έχοντας δει ήδη στην Κίνα να υπάρχει μια αρχική άρνηση, αισθάνομαι ένα ντεζαβού. Αλλά ενώ η Κίνα έπρεπε να αντιμετωπίσει μια κακή και ξαφνική έκπληξη, οι κυβερνήσεις της Δύσης είχαν προειδοποιηθεί εδώ και εβδομάδες.

Είναι σαν η εμπειρία της Κίνας να μην είχε δώσει στις Δυτικές χώρες καμία προειδοποίηση για τους κινδύνους της αδράνειας. Αντ’ αυτού, πολλές κυβερνήσεις φαίνεται να έχουν μιμηθεί μερικά από τα χειρότερα μέτρα που έθεσε η Κίνα σε εφαρμογή, ενώ συχνά κλείνουν τα μάτια τους στα καλύτερα μέτρα ή τις επιτυχίες τους.

Οι εκτός Κίνα, φαίνεται να θεωρούν ότι η κινέζικη εμπειρία δεν τους αφορά. Φαντάζομαι ότι υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό, συμπεριλαμβανομένης της καθησυχαστικής ιδέας ότι η Κίνα βρίσκεται πολύ μακριά και μια επιδημία δεν μπορεί να φτάσει τόσο μακριά και τόσο γρήγορα προς τα εδώ. Πολύ περισσότερο, όμως, πιστεύω ότι οι εκτός Κίνας, και ειδικά οι Δυτικοί, έχουν πάθει εμμονή με το αυταρχικό πολιτικό σύστημά της, και αυτό τους κάνει να παραβλέπουν την πιθανή αξία και σχέση των δικών τους αποφάσεων με αυτές της Κίνας.

Μέχρι πρόσφατα, η κυρίαρχη αντίληψη ήταν ότι η επιδημία στην Κίνα βγήκε εκτός ελέγχου επειδή οι αρχές αγνόησαν κατά τις αρχές τους Δεκεμβρίου τις πρώτες πληροφορίες, επιτρέποντας έτσι στον ιό να εξαπλωθεί. Όταν η Κίνα έθεσε σε ισχύ δρακόντεια μέτρα απαγόρευσης της κυκλοφορίας και καραντίνας τον Ιανουάριο, μερικές καθωσπρέπει αναφορές σε ξένα ΜΜΕ δεν κατέκριναν απλώς τα μέτρα αυτά ως υπερβολικά, αλλά  περιέγραψαν ολόκληρη την άσκηση είτε ως επιστροφή στο παρελθόν είτε ως επί της ουσίας άσκοπη. Η Κίνα έλαβε βεβαίως τα εύσημα γιατί έχτισε δύο νοσοκομεία σε λιγότερο από δύο εβδομάδες, αλλά ακόμα και υπό το δέος αυτού του κατορθώματος, υπήρχε η υπόνοια ότι κάτι μοχθηρό ετοιμαζόταν – σαν να λέμε περίπου ότι και ο Χίτλερ έφτιαξε αυτοκινητόδρομους. Ακόμα και όταν δημιουργήθηκαν καταφύγια καραντίνας για να φιλοξενήσουν ασθενείς ώστε να μην μεταδώσουν τον ιό στις οικογένειες τους στο σπίτι, η κίνηση παρουσιάστηκε ως κάτι το δυστοπικό ή, στην καλύτερη, χαοτικό.

Το να επιχειρηματολογώ εναντίον αυτών των ερμηνειών μου φέρνει ναυτία. Καταλαβαίνω ότι οι Κινέζικες αρχές κουκούλωσαν το πρόβλημα που προέκυψε στα τέλη του Δεκέμβριου και αρχές Ιανουαρίου- με μια καταστροφική σειρά αποφάσεων. Και ξέρω ότι τώρα οι ηγέτες της Κίνας θέλουν να εμφανίσουν τις σκληρές μεθόδους που χρησιμοποίησαν ως άξιες προς μίμηση. Ο πρόεδρος Xi Jinping πραγματοποίησε την πρώτη του επίσκεψη στην Ουχάν την Τρίτη. Ήταν μια σιωπηλή δήλωση επιτυχίας.

Ακόμα και αν ο ιός σκότωνε κάθε μέρα δεκάδες άτομα εκεί, η κυβερνητική προπαγάνδα εκθείαζε το κινέζικο μοντέλο ενώ διακωμωδούσε τις προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών να αντιμετωπίσουν τις φυσικές καταστροφές. Τώρα που και άλλα μέρη του κόσμου υποφέρουν, η Κίνα κάνει μεγάλη προσπάθεια να διαφημίσει   την προσφορά της για βοήθεια, στέλνοντας ομάδες στο Ιράν και την Ιταλία για να μεταφέρουν  προμήθειες και να προσφέρουν συμβουλές. Επίσης έχει θέσει ταξιδιωτικές απαγορεύσεις από κάποιους προορισμούς όπου έχουν χτυπηθεί από τον ιό- ένα μέτρο που η ίδια η κινεζική κυβέρνηση το είχε αποκηρύξει ως υπερβολικό όταν είχε τεθεί απέναντι στην Κίνα.

Βέβαια θα ήταν ηλίθιο να πιστεύουμε ότι οι αποφάσεις της Κίνας ήταν κυρίως βασισμένες στον σκληρό αυταρχισμό. Δεν χρειάζεται κάποιος να υπερασπιστεί όλα τα μέτρα με ιατρικά επιχειρήματα. Αυτά είναι θέματα για τα οποία οι επαγγελματίες της υγείας θα συζητούν για τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο έχει σημασία να αναγνωρίσουμε ότι δεν οφείλονται όλες οι αποτυχίες της Κίνας στο πολιτικό της σύστημα, και ότι κάποια από τα μέτρα που πάρθηκαν βασίστηκαν στη σοβαρή ανησυχία για το δημόσιο συμφέρον και εκτελέστηκαν από εξαιρετικά ικανές κρατικές υπηρεσίες.

Για παράδειγμα, πριν καταδικάσουμε την απόφαση των Κινέζικων αρχών να αποκρύψουν τον κίνδυνο μιας επικείμενης επιδημίας, ας θυμηθούμε ότι εκείνη την περίοδο δεν είχε καταγραφεί κανένας θάνατος από τον κορωνοϊό. Αντίθετα, με ό,τι κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα: Παρόλο που έχουν ελεύθερη ροή πληροφοριών εδώ και εβδομάδες και έχουν γίνει μάρτυρες χιλιάδων θανάτων στην Κίνα, τμήματα του πολιτικού κατεστημένου της Αμερικής – συμπεριλαμβανομένου του Λευκού Οίκου – έχουν προωθήσει μια καμπάνια παραπληροφόρησης για να υποβαθμίσουν τον κίνδυνο.

Και αν νομίζετε ότι είναι πολύ εύκολο να κάνει κανείς κριτική στον Πρόεδρο Τραμπ, θυμηθείτε την εμπειρία μου στο αεροδρόμιο του Λονδίνου, ή αναλογιστείτε την απόφαση της Γερμανίας νωρίτερα αυτή την εβδομάδα να πραγματοποιήσει ένα μαζικό αθλητικό γεγονός με την επιδημία διαρκώς επιδεινούμενη. Ή την απόφαση της Ιαπωνίας να αφήσει ένα μολυσμένο από τον ιό κρουαζιερόπλοιο ελεύθερο, χωρίς τις απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις. Μερικές από αυτές τις χώρες τώρα τρέχουν και δεν φτάνουν, προσπαθώντας να εξηγήσουν την μπλαζέ συμπεριφορά τους. Τώρα όμως είναι πολύ αργά.

Οι ηγέτες της Κίνας δίστασαν στην αρχή, αλλά μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, έδρασαν πολύ πιο αποφασιστικά από όπως έχουν μέχρι στιγμής δράσει πολλοί δημοκρατικά εκλεγμένοι ηγέτες. Αυταρχικοί ή όχι, οι Κινέζοι ηγέτες θέλουν την έγκριση του λαού. Οι κινέζοι ηγέτες μπορεί να μην αντιμετωπίζουν τους ψηφοφόρους, νοιάζονται όμως και αυτοί για τη νομιμότητα, και αυτό εξαρτάται και από τις δικές τους πράξεις.

Πτυχές της καραντίνας της Κίνας -ιδιαίτερα όταν εμπόδιζαν τους ηλικιωμένους και τα άτομα με αναπηρία να λαμβάνουν ιατρική περίθαλψη- ήταν αχρείαστα σκληρές. Παρόλα αυτά, δεν νομίζω ότι τα μέτρα ήταν μη δημοφιλή. Η κυβέρνηση εργάστηκε σκληρά για να κάνει τους ανθρώπους να δεχτούν την ανάγκη για σκληρά μέτρα. Βομβάρδιζε το κοινό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με σποτ, με διαφημιστικές πινακίδες, με ραδιοφωνικές εκπομπές και άρθρα σχετικά με τους κινδύνους που ενέχει ο ιός. Σε ένα πάρκο στο Πεκίνο ένα επαναλαμβανόμενο  ηχογραφημένο μήνυμα προειδοποιούσε τους ανθρώπους: «Πλένετε τα χέρια σας σχολαστικά. Αποφύγετε να συναντήσετε φίλους σας. Κρατήστε μια ασφαλή απόσταση».

Από την εμπειρία μου, ζώντας στην Κίνα για εβδομάδες κατά τη διάρκεια της περιόδου αιχμής της απαγόρευσης κυκλοφορίας, και μιλώντας σε διάφορες ομάδες, πέρα από τις δυσαρεστημένες ελίτ, οι άνθρωποι ήταν απογοητευμένοι, ακόμα και αναστατωμένοι από τα μέτρα περιορισμού- αλλά επίσης τα στήριζαν σε μεγάλο βαθμό.

Και ενώ κάποιοι στη Δύση επαναλάμβαναν εμμονικά πώς το σύστημα της Κίνας απέτυχε να σταματήσει το ξέσπασμα από την αρχή, αγνοούσαν τις πλευρές εκείνες που λειτούργησαν. Δεν υπάρχει τίποτα αυταρχικό στον έλεγχο της θερμοκρασίας σώματος στα αεροδρόμια, στην μείωση της κοινωνικής συναναστροφής ή στην παροχή δωρεάν ιατρικής περίθαλψης σε οποιονδήποτε έχει προσβληθεί από τον Covid -19.

Δεν κινήθηκαν όμως όλες οι ανοιχτές κοινωνίες απρόσεκτα. Η Σιγκαπούρη, η Ταιβάν και ίσως σύντομα η Νότια Κορέα, έχουν κινηθεί με αυστηρότητα, αλλά και με κατανόηση, για να περιορίσουν τον ιό, δείχνοντας το είδος της αντίληψης που φαίνεται να λείπει σε μεγάλο μέρος της  Δύσης. Μπορεί να φταίει βέβαια και ότι αυτές οι χώρες βρίσκονται αρκετά κοντά στο κέντρο της επιδημίας ώστε οι κυβερνήσεις να μπορούν να αναγνωρίσουν τη σοβαρότητά της, ενώ παράλληλα είναι επιφυλακτικές με τα σκληρά μέτρα της Κίνας.

Όμως, πάρα πολλές άλλες χώρες απλώς παρατηρούσαν εδώ και εβδομάδες τι εκτυλίσσεται στην Κίνα και στη συνέχεια στην Ασία, σαν να μην τρέχει τίποτα. Μερικές κυβερνήσεις χαρακτηρίστηκαν από έλλειψη πολιτικής βούλησης. Κάποιες φαίνεται να πέφτουν για μια ακόμα φορά θύματα της αντίληψης ότι η Κίνα είναι ο αιώνιος “άλλος”, του οποίου η εμπειρία δεν θα μπορούσε να σχετίζεται με εμάς, ούτε ακόμα να παρέχει οποιοδήποτε μάθημα – εκτός από το τι να μην κάνουμε.

Πηγή: New York Times

Μετάφραση: antapocrisis.gr