Άρθρα

Η κοινωνία, ο πολιτικός κόσμος και το αντιφασιστικό κίνημα απέναντι στο ερώτημα: Κατάδικοι Χ.Α. και εκλογές: “Αποκλεισμός ή ελευθερία συμμετοχής;”

Ό φασισμός και ο ναζισμός ως πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά αντιμετωπίζεται στον δρόμο, στις γειτονιές, στα συνδικάτα και στην κοινωνία. Η μαζική, πολύμορφη και ενωτική πάλη όλα τα προηγούμενα χρόνια απέτρεψε τη νομιμοποίησή του σε ευρύτερα κοινωνικά ακροατήρια και υποχρέωσε τις αρμόδιες δυνάμεις της κρατικής εξουσίας να ελέγξουν την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής σε όλα τα κλιμάκια της ιεραρχίας της και όχι μόνο στα εκτελεστικά όργανα.

Η καταδικαστική απόφαση της 7.10.2020 έθεσε τέλος στην ατιμωρησία της φασιστικής βίας στην Ελλάδα για πρώτη φορά στην ιστορία μετά από πολλές δεκαετίες. Ζητούμενο ήταν όχι η απαγόρευση της πολιτικής δράσης, πράγμα που σε κανένα δικαστήριο δεν πρέπει να δίδεται το δικαίωμα να κάνει, αλλά η αποδοκιμασία και τιμωρία της εγκληματικής δράσης των κατηγορουμένων μελών της Χ.Α, που όπως αποδείχθηκε, εκδηλώθηκε με κίνητρο τη ναζιστική της ιδεολογία.

Το ζήτημα του επιτρεπτού της συμμετοχής η μη των καταδικασθέντων για την υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης «Χρυσή Αυγή» με την υπ’ αριθμόν 2425/2020 Απόφαση του Α΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, ύστερα από μία ιστορική δίκη που διήρκεσε πεντέμισι χρόνια, απασχολεί την επικαιρότητα σήμερα.

Οφείλουμε να επισημάνουμε, καταρχήν, σχετικά με το νομικό πλαίσιο, ότι το Σύνταγμα απαγορεύει ρητά (άρθρο 51 παρ. 2) τον περιορισμό του εκλογικού δικαιώματος, εκτός των περιπτώσεων που δεν έχει συμπληρωθεί κατώτατο όριο ηλικίας ή για την ικανότητα δικαιοπραξίας ή ως συνέπεια αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για ορισμένα εγκλήματα. Η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων η οποία προβλεπόταν ως παρεπόμενη ποινή από τις διατάξεις του παλαιού Ποινικού Κώδικα προέβλεπε επίσης ως προϋπόθεση για την εφαρμογή της το αμετάκλητο της καταδίκης και, κατά συνέπεια, η κατάργηση της παρεπόμενης αυτής ποινής από το νέο Ποινικό Κώδικα δεν επέφερε οποιαδήποτε τροποποίηση στο νομικό καθεστώς αντιμετώπισης των καταδικασθέντων με βάση την ποινή τους.

Ωστόσο, οι συνταγματικές διατάξεις (άρθρα 55 επ.) επιτρέπουν στον κοινό νομοθέτη να θεσπίζει κωλύματα και ασυμβίβαστα των βουλευτών, όχι με την έννοια της ποινής, αλλά με την έννοια του μέτρου για την εύρυθμη λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και του πολιτεύματος. Αυτή αντίστοιχα επιβάλλεται και από το άρθρο 29 του Συντάγματος, που προβλέπει την υποχρέωση των πολιτικών κομμάτων να εξυπηρετούν με την οργάνωση και δράση τους (σ.σ.  όχι με την ιδεολογία και τις πεποιθήσεις τους) την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, παρότι το τελευταίο δεν υλοποιείται από συγκεκριμένους εκτελεστικούς νόμους, ούτε προβλέπει κυρώσεις. Κωλύματα και ασυμβίβαστα υποψηφίων βουλευτών προβλέπονται ακόμα και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η κοινωνική συμπεριφορά τους δεν ενέχει ηθική και ποινική απαξία όση αποτυπώνεται στο μέγεθος μιας καταδικαστικής απόφασης, ή και καμία απαξία, και γι’ αυτό δεν έχει και τον χαρακτήρα ποινής.

Έχοντας τις σκέψεις αυτές, κάποιοι συνήγοροι πολιτικής αγωγής ήδη από τον Οκτώβριο 2020 είχαμε διατυπώσει την απαίτηση να αντιμετωπισθεί με ανάλογη τροποποίηση της εκλογικής νομοθεσίας το ζήτημα της συμμετοχής των καταδικασμένων για ένταξη και διεύθυνση στην εγκληματική ναζιστική οργάνωση «Χρυσή Αυγή». Δεν υπηρετούσαμε καμμία προεκλογική σκοπιμότητα, το θέσαμε ως συνέπεια της όλης προσπάθειάς μας στη δίκη. Χωρίς να αμφισβητούμε στο παραμικρό το γεγονός ότι ο φασισμός αντιμετωπίζεται στον δρόμο, στις γειτονιές, στα συνδικάτα και στην κοινωνία, κρίναμε  ότι η θέσπιση διάταξης αποκλεισμού συνιστά την αναγκαία, ανάλογη και ισόρροπη αποτύπωση της κατάκτησης της άμυνας του κοινωνικού σώματος και του αντιφασιστικού κινήματος και της θεσμικής του απαίτησης για τη θωράκισή της απέναντι στον κίνδυνο μιας νέας ασυλίας, ανοχής και  νομιμοποίησης της ναζιστικής εγκληματικής βίας, όπως είχε συμβεί την περίοδο 2012-2013.

Επισημάναμε ότι για τη την θεσμική υλοποίηση της πρόβλεψης δεν βοηθά η χρήση των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα που είτε στην εκδοχή του νέου (που έχει καταργήσει από 1.7.2019 την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων ως παρεπόμενη ποινή), είτε στην εκδοχή του παλιού (που προέβλεπε  την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων αλλά απαιτούσε αμετάκλητη απόφαση), παρά μόνο τροποποίηση στην εκλογική νομοθεσία, ώστε να αντιμετωπιστεί ισόρροπα, ανάλογα και οριοθετημένα το ζήτημα της απαγόρευσης συμμετοχής τους στις βουλευτικές εκλογές, αφού η ναζιστική εγκληματική τους δράση συνιστά αυτονόητη απειλή για την δημοκρατία.

Η κυβέρνηση της Ν.Δ. έκλεισε τα μάτια για άλλη μία φορά και σε αυτήν στην δίκαιη απαίτηση του αντιφασιστικού κινήματος και έσπευσε λίγους μήνες μετά, και τότε με την φημολογία της περιρρέουσας ατμόσφαιρας για πρόωρες εκλογές, να νομοθετήσει το ν. 4804/2021, κύριος στόχος του οποίου όμως δεν ήταν παρά  ήταν η επέκταση του ορίου του 3% που ισχύει στις βουλευτικές εκλογές και στις δημοτικές και περιφερειακές, προκειμένου να υπάρξει δικαίωμα εκλογής συμβούλων από αυτοδιοικητική παράταξη, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι τον κύριο αντίπαλο της αποτελεί η εξωκοινοβουλευτική αριστερά, που στις αυτοδιοικητικές εκλογές 2019 είχε κατορθώσει να εκπροσωπηθεί σε όλες τις Περιφέρειες της χώρας και σε εκατοντάδες Δήμους.

Για τις βουλευτικές εκλογές, με το άρθρο 92 του ν. 4804/2021, επιτράπηκε η συμμετοχή σε κόμματα ως υποψηφίων βουλευτών προσώπων τα οποία έχουν καταδικαστεί για ένταξη ή διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, αρκεί να μην είναι νόμιμοι εκπρόσωποι και αρχηγοί των κομμάτων αυτών. Με άλλα λόγια, δηλαδή, η Ν.Δ. “έκλεισε το μάτι” στα καταδικασμένα μέλη της Χρυσής Αυγής και τους υπέδειξε να βαφτίσουν κάποιον άλλον, αχυράνθρωπο ή μη, ως αρχηγό του κόμματος, και ύστερα από αυτό να συμμετάσχουν ελεύθερα στα ψηφοδέλτια. Καταγγείλαμε επανειλημμένα την ρύθμιση αυτή χωρίς να εισακουστούμε.

Μπροστά στη γενική κατακραυγή  σήμερα η Νέα Δημοκρατία, επιδιώκοντας να δημιουργήσει εντυπώσεις αντιπερισπασμού στην ακροδεξιά και ανελέητη κοινωνικο – οικονομική της πολιτική, πολιτική της, την απροκάλυπτη στήριξη των κατασταλτικών εγκλημάτων, την ανοχή των σεξιστικών εγκλημάτων και την υστερία ενάντια στους πρόσφυγες και μετανάστες, το τείχος, τις επαναπροωθήσεις και τα ψέμματα, και όλα όσα άλλα επιβεβαιώνουν την εμμονή της στην πολιτική ατζέντα της ακροδεξιάς και κάνει τους φασίστες να νοιώθουν ισχυροί και δικαιωμένοι, σπεύδει να ζητήσει διαβούλευση από τα άλλα κόμματα με ποιο τρόπο θα νομοθετηθεί ο αποκλεισμός των καταδικασθέντων της Χ.Α. από τις προσεχείς βουλευτικές εκλογές.

Αλλά και τα στενότερα κίνητρά της Ν.Δ. βέβαια, δεν είναι και τόσο….αντιναζιστικά ! Είναι γνωστό (και πως να μην είναι με την συστηματική πλύσης εγκεφάλου από δημοσκοπήσεις και Μ.Μ.Ε. 😉 ότι οι δημοσκοπικές επιταγές, που εκπορεύονται πάντα από τα ίδια επιτελεία και συμφέροντα που εμπιστεύονται τη Ν.Δ. στη διαχείριση της εξουσίας της χώρας, φαίνονταν μέχρι πρότινος να οδηγούν «σηκωτό» τον Κασιδιάρη στην Βουλή (για τον οποίο μάλιστα φημολογείται ότι είχε και την ευφυή σκέψη να χρίσει αρχηγό του συνδυασμού που πρόκειται να συμμετάσχει στις επικείμενες εκλογές έναν συγγενή του που φέρει ακριβώς το ίδιο όνομα και επώνυμο, γελοιοποιώντας στην πράξη τις διατάξεις του νόμου Βορίδη), οπότε ο κίνδυνος απώλειας ψήφων και  δυσχέρανσης των μετεκλογικών κυβερνητικών της σχεδίων την οδηγεί εσπευσμένα στον προσανατολισμό του αποκλεισμού. Φαίνεται ότι οι τελευταίοι σχεδιασμοί στα επιτελεία της άρχουσας τάξης δεν εκτιμούν σε αυτήν τη φάση ως συμφέρουσα την παραγωγή μιας – παλιά, γνωστή και πολλαχού εκπορευόμενη εκδοχή επίσης – κοινοβουλευτικής “σοβαρής Χ.Α.”.

Η διάταξη την οποία προτείνει η κυβέρνηση είναι πολύ χειρότερη από αυτήν που έχει θεσπίσει ήδη, για τον λόγο ότι διευρύνει ανεπίτρεπτα το εύρος των κομμάτων και προσώπων τα οποία αποκλείει από τις εκλογές και, ακόμα χειρότερα, διότι απεμπολώντας απροκάλυπτα τη νομοθετική της εξουσία, μεταθέτει στην κρίση του Αρείου Πάγου, ενός δικαστικού σώματος δηλαδή που δεν νομιμοποιείται ευθέως από τον λαό, ούτε συγκροτείται από το Σύνταγμα για να νομοθετεί, την κρίση για το αν ένα κόμμα απειλεί ή όχι την δημοκρατία. Δεν ζούμε όμως στις εποχές που οι ιδεολογίες και οι πολιτικές εγκρίνονταν ή απορρίπτονταν από τα δικαστήρια και δεν επιθυμούμε να συμβάλουμε στην επάνοδό της. Και ο Αρειος Πάγος πρέπει να περιορίζεται στον συνταγματικό του ρόλο που είναι ο τυπικός έλεγχος της νομιμότητας των κομμάτων, συνδυασμών και υποψηφίων και όχι ο ουσιαστικός έλεγχος του ιδεολογικοπολιτικού πλαισίου τους και ο αποκλεισμός τους από τη νομιμότητα.

Συνεπώς, η διάταξη που προτείνει η Ν.Δ. είναι παντελώς απαράδεκτη και μόνο για τον λόγο αυτόν.

Απέναντι στο ζήτημα που ανοίγει το αντιφασιστικό κίνημα εύλογα προβληματίζεται (γίνεται λόγος για προβληματισμό και όχι για δίλημμα γιατί καμμία από τις δύο επιλογές δεν υπερτιμά τη σημασία των θεσμών απέναντι στην κινηματική δράση) ανάμεσα σε δύο επιλογές :

1) Την επιλογή της αντίθεσης σε οποιονδήποτε εκλογικό περιορισμό, ακόμα και για τους ναζιστές με το σκεπτικό ότι είναι ανεπίτρεπτη η παραχώρηση στο κράτος οποιασδήποτε εξουσίας απαγόρευσης λειτουργίας κομμάτων η και συμμετοχής τους στις εκλογές με το σκεπτικό ότι αυτή θα χρησιμοποιηθεί και ενάντια σε οποιονδήποτε άλλον σχηματισμό μη αρεστό στο σύστημα. Το σκεπτικό αυτό απορρέει από βαρειά και μακρόχρονη ιστορική εμπειρία, αφού ολόκληρη η πολιτική ιστορία του τόπου είναι ιστορία διώξεων της αριστεράς, ενώ ο αποκλεισμός από τη νομιμότητα κομμουνιστικών κομμάτων τα τελευταία χρόνια είναι γεγονός σε δεκάδες  χώρες, καθώς και η διακηρυκτική καταδίκη του κομμουνισμού από όργανα και φορείς της Ε.Ε.

2) Την επιλογή της απαίτησης να αποκλεισθούν από τη νομιμότητα και τις εκλογές αυτοί που έχουν καταδικασθεί για κακουργήματα που αποδεδειγμένα τελέστηκαν με ναζιστικό κίνητρο. Το σκεπτικό της επιλογής αυτής είναι το γνωστό “Καμμία ελευθερία στους εχθρούς της ελευθερίας”, σε συνδυασμό με την ανάγκη θεσμικής και νομικής αποτύπωσης και κατοχύρωσης των κατακτήσεων της κοινωνίας, ανάμεσα στις οποίες προφανέστατα σημαντική θέση κατέχει η πολιτική απομόνωση του ναζισμού και η προστασία από τη νομιμοποίηση της εγκληματικής του δράσης. Απέναντι στην ανησυχία της επέκτασης των απαγορεύσεων στην αριστερά, η επιλογή αυτή προβάλλει την απάντηση ότι ο κίνδυνος αυτός αποτρέπεται όσο ο συσχετισμός δυνάμεων επιβάλλει τη νομιμότητα της δράσης της και αποκρούει την απαγόρευσή της.

Το “θεσμικό προσωπικό” του αντιφασιστικού κινήματος έχει την υποχρέωση να αναζητήσει λύση στη δεύτερη επιλογή προκειμένου να δοκιμασθεί αν είναι εφικτή κατά τρόπο που να διαψεύδει τους φόβους μια ρύθμιση αποκλεισμού των εχθρών της ελευθερίας. Και αυτό επιχειρεί το κείμενο που διαβάζετε.

Μόνη ικανή ανεκτή συνταγματικά ρύθμιση είναι εκείνη η οποία θα αποκλείει από τις εκλογές πρόσωπα και κόμματα τα οποία συνδέονται με συγκεκριμένα εγκλήματα κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας ή των άρθρων187 ή 187Α του Ποινικού Κώδικα τα οποία τελέστηκαν με ναζιστικό κίνητρο (εφόσον αυτό προκύπτει από το σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης) και ο αποκλεισμός των κομμάτων και των προσώπων αυτών από το δικαίωμα εκλέγεσθαι σε όλη τη διάρκεια της ποινής που εκτίουν, εφόσον σε αυτήν δεν έχει χορηγηθεί αναστέλλουσα δύναμη ενόψει έφεσης. Και όχι η γενική της εφαρμογή σε καταδικασθέντα για διάφορα ποινικά αδικήματα πρόσωπα η η επέκτασή της σε άλλα κόμματα που να ανοίγει τον δρόμο για τον αποκλεισμό τους στα γνωστά αντιδραστικά πλαίσια εξίσωσης του ναζισμού με τον κομμουνισμό και τη θεωρίας των δυό άκρων.

Χωρίς καμμία θεσμολαγνική αυταπάτη και έχοντας πάντα την επίγνωση ότι ο ναζισμός ως πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά αντιμετωπίζεται στην κοινωνία και στο δρόμο (“Τον φασισμό τσακίζουν αγώνες λαϊκοί”) παρά στους θεσμούς, που δεν στάθηκαν ποτέ ικανοί, στο μέτρο που υποτίθεται ότι θέλησαν, να τον ανακόψουν, ο γράφων θα είχε να προτείνει την ακόλουθη διατύπωση διάταξης :

Κόμματα, των οποίων ο αρχηγός ή ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας ή εκείνος που ασκεί την πραγματική διεύθυνση ή περισσότεροι του ενός πέμπτου των βουλευτών ή του ενός πέμπτου των ευρωβουλευτών ή του ενός πέμπτου των μελών του κεντρικού οργάνου διοίκησης έχουν καταδικαστεί με  απόφαση  των άρθρων 187 ή 187Α του Ποινικού Κώδικα ή κατά της ζωής ή κατά της σωματικής ακεραιότηταςπου τελέστηκαν με ναζιστικό κίνητρο όπως προκύπτει από τη δικαστική απόφαση, καθώς και συνασπισμοί κομμάτων στους οποίους συμμετέχει τέτοιο κόμμα, αποκλείονται από τη συμμετοχή στις εκλογές. Τα καταδικασθέντα πρόσωπα αποκλείονται και ως μεμονωμένοι υποψήφιοι η και ως υποψήφιοι κομμάτων και συνασπισμών που δεν εμπίπτουν στο πρώτο εδάφιο.

Ομοίως αποκλείονται από τις εκλογές κόμματα των οποίων ο αρχηγός ή εκείνος που ασκεί την πραγματική διεύθυνση ή οι υποψήφιοι βουλευτές έχουν καταδικαστεί με απόφαση οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας χωρίς αναστολή ή χωρίς αναστέλλουσα δύναμη της έφεσης για κακουργήματα  των άρθρων 187 ή 187Α του Ποινικού Κώδικα, ή κατά της ζωής ή κατά της σωματικής ακεραιότητας, τα οποία τελέστηκαν με ναζιστικό κίνητρο, όπως προκύπτει από τη δικαστική απόφαση.

Η ρύθμιση αυτή ισχύει όσο διαρκεί για τα ως άνω φυσικά πρόσωπα η επιβληθείσα ποινή. Το χρονικό διάστημα αποστέρησης υπολογίζεται από την επομένη της ημέρας της καταδικαστικής απόφασης. Η έκτιση ή μη της ποινής και η υφ όρον απόλυση δεν ασκεί επιρροή στον υπολογισμό του ανωτέρω χρονικού διαστήματος.

Η ρύθμιση αυτή θεσπίζεται μεν εκ των υστέρων σε σχέση με το χρόνο της καταδικαστικής απόφασης για τη Χ.Α, όμως είναι ανεκτή συνταγματικά διότι όπως προαναφέρθηκε δεν αποτελεί ποινή (έστω και παρεπόμενη, που θα προϋπέθετε ποινική πρόβλεψη πριν την τέλεση της πράξης), αλλά μέτρο.

 Τα χαρακτηριστικά της προτεινόμενης από τον γράφοντα παραπάνω ρύθμισης, ότι :

1) Δεν πρόκειται για διάταξη φρονηματική, διότι δεν αποκλείει τους ναζιστές γενικά από τις εκλογές, αλλά αποκλείει μόνο εκείνους οι οποίοι έχουν καταδικαστεί για εγκληματική δράση με ναζιστικό κίνητρο.

2) Δεν θέτει εκτός νόμου κανένα κόμμα με  κριτήριο την ιδεολογία του, ακόμα και τη ναζιστική. Κατά συνέπεια, κρίνει με γνώμονα την πράξη και όχι το φρόνημα.

3) Δεν απολήγει σε πολιτικές διώξεις αντιφρονούντων, όπως συνέβαινε με τα ιδιώνυμα, τους αντιτρομοκρατικούς νόμους κλπ.

4) Δεν προβλέπει μόνιμο αποκλεισμό, αφού η διάρκεια του αποκλεισμού από  δικαίωμα εκλέγεσθαι δεν είναι δια βίου, αλλά μόνο όσο διαρκεί η ποινή που επιβλήθηκε.

5) Δεν αναθέτει σε καμμία κυβερνητική, διοικητική η δικαστική αρχή την υποκειμενική κρίση σχετικά με την επικινδυνότητα των καταδικασθέντων και την τέλεση του αδικήματος από ναζιστικό κίνητρο, αλλά αντλεί στοιχεία μόνο από την ίδια την προηγηθείσα καταδικαστική απόφαση.

6) Συναρτάται με την μη χορήγηση αναστέλλουσας δύναμης στην έφεση, πράγμα που σημαίνει ότι ακολουθεί το σκεπτικό του δικαστηρίου στο μείζον (που είναι η στέρηση της ελευθερίας) και στο έλασσον (που είναι το δικαίωμα εκλέγεσθαι).

Ας σημειωθεί ότι  για τον Η. Κασιδιάρη, εκτός από την απόφαση του Οκτώβρη 2020 που δεν του έδωσε αναστέλλουσα δύναμη στην έφεση (όπως και σε άλλους 39 καταδικασθέντες), μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί δύο ακόμα απορριπτικές αποφάσεις σε αντίστοιχα αιτήματά του, μία στις 19.12.2022 από το Α΄ Πενταμελές Εφετείο Αθηνών που δικάζει από τις 17.6.2022 την υπόθεση στον δεύτερο βαθμό και άλλη μία στις 16.1.2023 από το Πενταμελές Εφετείο Αναστολών Αθηνών.

7) Επικεντρώνεται στα καταδικασθέντα πρόσωπα και αντλεί από τη συμμετοχή τους τις έννομες συνέπειες για ην απαγόρευση συμμετοχής των αντίστοιχων κομμάτων, χωρίς να την επεκτείνει σε κόμματα ακόμα και ναζιστικής ιδεολογίας,που δεν περιλαμβάνουν καταδικασθέντες με ναζιστικό κίνητρο για τα παραπάνω εγκλήματα.

8) Δεν επεκτείνεται σε περισσότερα αδικήματα από εκείνα με τα οποία εκδηλώνεται συνήθως η ναζιστική βία (που οι διαχειριστές της έννομης τάξης αρνούνται ακόμα να την εντάξουν στο ΠΚ 187Α) ούτε σε εγκλήματα με άλλο πλην ναζιστικού κινήτρου. Και έτσι δεν “παίρνει σβάρνα” άλλα μέρη της κοινωνίας, ιδίως σε εποχές άκρατου ποινικού λαϊκισμού και αυστηροποίησης.

9) Προβλέπεται μόνο για κακουργήματα (σοβαρά και δεκτικά φυλάκισης) αδικήματα και όχι μικρότερης κλίμακας αδικήματα π.χ. πλημμελήμματα.

Αν έλειπε οποιαδήποτε από τις παραπάνω προϋποθέσεις, θα ήταν χίλιες φορές προτιμότερο να μην ψηφισθεί τίποτα ή ακόμα και να παραμείνει σε ισχύ  ακόμα και η φαιδρή διάταξη του άρθρου 92 ν. 4804/1992.

Συνεπώς η ανησυχία ότι μία ρύθμιση όπως αυτή που προτείνεται είναι δυνατό να ανοίξει τον δρόμο και για μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας και κυρίως για την Αριστερά, που εύλογα και σωστά εκφράζεται και αμφισβητεί τις καλές προθέσεις των συστημικών κύκλων, αφού ολόκληρη η πολιτική ιστορία του τόπου είναι ιστορία διώξεων της αριστεράς, δεν επιβεβαιώνεται από τα νομικά δεδομένα των εννόμων συνεπειών της διάταξης αυτής, η οποία περιορίζει τον αποκλεισμό στην εγκληματική δράση με ναζιστικό κίνητρο, χωρίς να τη διευρύνει κατά τρόπο που να είναι δυνατόν να υπαχθούν και άλλοι. Αλλά ούτε και τα πολιτικά δεδομένα της περιόδου καθιστούν ρεαλιστική την πρόβλεψη ότι μία τέτοια διάταξη είναι δυνατό να αποκλείσει την Αριστερά ή να τη θέσει εκτός νόμου. Αφενός διότι η Ελλάδα (ευτυχώς) δεν είναι ……Εσθονία, αλλά και αφετέρου διότι οι ένοπλες αντικαπιταλιστικές οργανώσεις που δραστηριοποιήθηκαν ή δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα δεν διακατέχονται από την στόχευση να υποδυθούν το πολιτικό κόμμα και να συμμετάσχουν στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες διατηρώντας την όποια παράνομη δράση τους.

Χωρίς να αμφισβητείται και πάλι στο παραμικρό το γεγονός ότι ο φασισμός αντιμετωπίζεται στον δρόμο, στις γειτονιές, στα συνδικάτα και στην κοινωνία, η θέσπιση της παραπάνω διάταξης αποκλεισμού συνιστά την αναγκαία αποτύπωση της άμυνας του κοινωνικού σώματος και του αντιφασιστικού κινήματος και της θεσμικής του απαίτησης για κατάκτηση της θωράκισης της άμυνας αυτής απέναντι στον κίνδυνο μιας νέας ασυλίας και ανοχής και κατ’ ουσίαν νομιμοποίησης της ναζιστικής εγκληματικής βίας, όπως είχε συμβεί την περίοδο 2012-2013. Ανάλογη θεσμική αποτύπωση αποτέλεσε ο ν. 4203/2013 για την αναστολή της χρηματοδότησης της Χ.Α, που μάλιστα κρίθηκε ανεκτός συνταγματικά με δύο αποφάσεις του ΣτΕ, αρχικά με την 83/2014 Συμβ. Αναστολών και οριστικά με την 518/2015 ΟλομΣτΕ, που απέρριψε σχετική αίτηση ακύρωσης της Χ.Α. Το ίδιο και οι αποφάσεις σε Δήμους και Περιφέρειες που έθεσαν σε αργία από τις θέσεις των συμβούλων καταδικασθέντα πρόσωπα (άρθρο 236α ν. 3852/2010). Και δεν μίλησε κανείς για κίνδυνο επέκτασης. Ούτε και υπήρξε.

Αλλιώς θα πρέπει να δεχθούμε τό άτοπο ότι το κίνημα δεν πρέπει να διεκδικεί  τη θεσμική και νομική αποτύπωση και κατοχύρωση των κατακτήσεών του.

Και πέρα από την προτεινόμενη διάταξη σχετικά με τις εκλογές, η δίκη της Χρυσής Αυγής και η αντιμετώπιση της ναζιστικής, ρατσιστικής και φασιστικής εγκληματικής βίας υπάρχουν και άλλες διεκδικήσεις, που βαρύνουν με αντίστοιχες υποχρεώσεις την κυβέρνηση και τις κοινοβουλευτικές δυνάμεις.

1) Η αποτελεσματική και άμεση αντιμετώπιση κάθε προσπάθειας αναβίωσης τραμπούκικων, φασιστικών και ναζιστικών πρακτικών, που αν και χωρίς την έκταση των Ταγμάτων Εφόδου της Χρυσής Αυγής επιχειρούν κατά καιρούς  την επανεμφάνιση τους και είναι βέβαιο ότι, όσο αντιμετωπίζονται με ανοχή, θα την επαυξάνουν.

2) Η αποζημίωση με νομοθετική πράξη των θυμάτων της Χρυσής Αυγής, των οικογενειών τους και των συνηγόρων πολιτικής αγωγής, που εργάζονται απλήρωτοι επί οχτώ χρόνια στην υπόθεση αυτή, με διάθεση του ποσού της παρακρατημένης κοινοβουλευτικής χρηματοδότησης της Χρυσής Αυγής.

Το κράτος  είναι υπόχρεο, αφού ανέχθηκε, αν όχι υπέθαλψε, τα ναζιστικά αυτά εγκλήματα να αποζημιώσει τα θύματα τους όπως συμβαίνει στις περισσότερες χώρες και να απαλλάξει τα θύματα από ατελέσφορους και δαπανηρούς αγώνες στα αστικά δικαστήρια. Το γεγονός ότι οι υπόδικοι της Χρυσής Αυγής οδηγήθηκαν στο ακροατήριο χωρίς την κατηγορία του ΠΚ 187Α (αφού ο σημερινός Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και τότε Εισαγγελέας Εφετών, δεν άσκησε ποινική δίωξη και για το αδίκημα αυτό, παρότι βοούσαν τα πραγματικά περιστατικά που διαπίστωνε ακόμα και ο ίδιος) είχε ως έννομη συνέπεια, πέρα απ’ όλα τα άλλα, και την απαλλαγή του κράτους από την παροχή αποζημιώσεων στα θύματα της ως θύματα τρομοκρατίας, όπως γίνεται για κάθε τζάμι που σπάει ύστερα από γκαζάκια ή μολότοφ στα γραφεία οποιουδήποτε πολιτικού ή αναγραφή συνθημάτων κλπ.

Ο αγώνας ενάντια σε κάθε προσπάθεια αναβίωσης του φασισμού, στην ανοχή των ρατσιστικών εγκλημάτων και τη νομιμοποίηση της ναζιστικής εγκληματικής βίας δεν σταματάει, ούτε “εμπιστεύεται” περισσότερο από τις δυνάμεις του τους θεσμούς, που είναι πάντα υπηρέτες της εξουσίας. Αλλά όταν οι αγώνες αποκτούν νίκες και κατακτήσεις, είναι προς όφελός τους να  νομιμοποιούνται.

Καμμία ελευθερία στους εχθρούς της ελευθερίας. Οχι στη συμμετοχή των καταδικασθέντων για ναζιστικά εγκλήματα στις εκλογές. Αποζημιώσεις στα θύματα της ΧΑ και τις οικογένειές τους. Καμμία ανοχή στη φασιστική, ρατσιστική και ναζιστική εγκληματική δράση και τη νομιμοποίησή της.

Ανασταλτική δύναμη της έφεσης στην δίκη της Χρυσής Αυγής: Ζητήματα αναστολής

Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών εξέδωσε χθες την απόφαση του στην δίκη της Χρυσής Αυγής. Το δικαστήριο με Πρόεδρο την κ. Λεπενιώτη στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και προέβη σε μια απόφαση ιστορική.

Το βασικό ζήτημα που απασχόλησε το δικαστήριο ήταν το αν η έφεση των καταδικασμένων θα έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.  Τελικώς, δεν χορηγήθηκε αναστολή σε κανέναν από τους κατηγορουμένους πλην 12, πράγμα που σημαίνει ότι το διευθυντήριο της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής θα εκτίσει άμεσα τις ποινές κάθειρξης που τους έχουν επιβληθεί για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης (άρθρο 187 παρ. 2 ΠΚ). Συνεπώς, οι Ν. Μιχαλολιάκος, Η. Κασιδιάρης, Ι. Λαγός, Η. Παναγιώταρος, Α. Ματθαιόπουλος, Γ. Γερμενής και Χ. Παππάς θα οδηγηθούν στην φυλακή. Το Τριμελές Εφετείο δεν υιοθέτησε την πρόταση της κ. Εισαγγελέως Αδαμαντίας Οικονόμου, η οποία πρότεινε η έφεση να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα για όλους, εκτός από τον Ρουπακιά. Πρότεινε ουσιαστικά να αφεθούν ελεύθεροι οι καταδικασθέντες μέχρι την έκδοση της απόφασης του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων). Δικονομικά και δικαιοπολιτικά το δικαστήριο προχώρησε σε μια άκρως ορθή απόφαση. Διότι η πρόταση της κ. Εισαγγελέως ήταν δικονομικά εσφαλμένη.

Καταρχάς, η άρνηση χορήγησης ανασταλτικού αποτελέσματος για τον φυσικό αυτουργό της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα Γιώργο Ρουπακιά είναι ορθή καθώς σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ν. 3904/2010 « Εξορθολογισμός και βελτίωση στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις», όταν το πρωτοβάθμιο δικαστήριο επιβάλλει την ποινή της ισόβιας κάθειρξης (το Τριμελές Εφετείο), το μόνο δικαστήριο που είναι αρμόδιο να αποφανθεί για την αναστολής είναι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Δηλαδή, στην προκειμένη περίπτωση, το Πενταμελές Εφετείο. Επομένως, από τον ίδιο τον νόμο προκύπτει ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ήταν αναρμόδιο να αποφανθεί για την αναστολή του Ρουπακιά και άρα σωστά έκρινε να μην ανασταλεί η ποινή της ισόβιας κάθειρξης.

Τα σφάλματα της πρότασης της κ. Εισαγγελέως αφορούν την χορήγηση ανασταλτικού αποτελέσματος σε όλους τους υπόλοιπους κατηγορουμένους και ειδικά αυτούς που απαρτίζουν την διεύθυνση της εγκληματικής (13 χρόνια κάθειρξη) και την Τοπική Οργάνωση Νίκαιας (τάγμα εφόδου Νίκαιας) που ήταν υπεύθυνο για την προσχεδιασμένη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.

Συγκεκριμένα, το άρθρο 497 παρ. 8 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας θέτει τα κριτήρια για την χορήγηση ή μη του ανασταλτικού αποτελέσματος της έφεσης, μεταξύ των οποίων και ο κίνδυνος ο καταδικασθείς να είναι υπότροπος, δηλαδή αν αφεθεί ελεύθερος να είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης του, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα.

Εδώ πρέπει να σταθούμε και να δούμε τι σημαίνει ή αναφορά του ποινικού νομοθέτη στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης ως κριτήριο μη χορήγησης τους ανασταλτικού αποτελέσματος. Το νόημα της έκφρασης «συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης» στο βαθμό που αποτυπώνει την συνδρομή αρνητικών στοιχείων που είναι ικανά να αποκλείσουν το ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης, θα πρέπει τα στοιχεία αυτά να είναι, κατ’ αντικειμενική πρόγνωση, πρόσφορα για την τέλεση και άλλων αξιόποινων πράξεων. Η αληθινή, αιτιολογία εδώ για την μη χορήγηση ανασταλτικού θα πρέπει να υπολογίζει τα συγκεκριμένα αρνητικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης, τα οποία λογικά και αιτιακά συνθέτουν και προοικονομούν κρίσιμους όρους μια αντικειμενικά δρομολογημένης εγκληματικής δραστηριότητας[1]. Αυτός άλλωστε είναι ο λόγος που δεν δόθηκε ανασταλτικό αποτέλεσμα στην έφεση των χρυσαγιτών: αν αφεθούν ελεύθεροι οι ηγέτες της εγκληματικής οργάνωσης είναι πολύ πιθανό να υποπέσουν και πάλι σε τέλεση εγκλημάτων, καθώς παραμένουν στην δίνη μιας αποδεδειγμένα δρομολογημένης συνέχισης της εγκληματικής δραστηριότητας.

Για την ενίσχυση της παραπάνω ορθής δικονομικής άποψης θα πρέπει αναγκαστικά να ληφθεί υπόψη η δράση της Χρυσής Αυγής ως μια ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης.

Η αξιόποινη δράση της Χρυσής Αυγής εκδηλωνόταν με μια διαρκή βιαιότητα, σκληρότητα με βασικό μοτίβο τις προσχεδιασμένες και οργανωμένες αιματηρές και δολοφονικές επιθέσεις. Στα πλαίσια αυτής της εγκληματικής δραστηριότητας της η Χρυσή Αυγή έχει διαπράξει βαρύτατες πράξεις, όπως ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, απόπειρα ανθρωποκτονίας και επικίνδυνες σωματικές βλάβες. Επιθέσεις σε μαγαζιά αλλοδαπών,  ρατσιστικό πογκρόμ και δολοφονία του Αλίμ Αμντούλ Μανάν το 2011. Μαχαίρωμα Αφγανού πρόσφυγα το 2011 στον Αγ. Παντελεήμονα. Επίθεση σε δύο αλλοδαπές γυναίκες το 2011 στο Μεταξουργείο και επικίνδυνη σωματική βλάβη. Επικίνδυνη σωματική βλάβη στους Αιγύπτιους αλιεργάτες στο Πέραμα το 2012. Επίθεση σε αλλοδαπούς μικροπωλητές στην Ραφήνα το 2012. Ενέδρα 50 χρυσαυγιτών με λοστούς σε 30 μέλη του ΠΑΜΕ το 2013, πέντε ημέρες πριν την δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Δολοφονία Σαχζάτ Λουκμάν και φυσικά η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Οι αναφορές είναι ενδεικτικές καθώς ο κατάλογος των επιθέσεων δεν έχει τελειωμό.

Είναι προφανές χωρίς καμία απολύτως αμφιβολία, με βάση το πλαίσιο του άρθρου 497 παρ. 8 ΚΠΔ και με δεδομένα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εγκληματικής δραστηριότητας της Χρυσής Αυγής ότι ο κίνδυνος υποτροπής όσων καταδικάστηκαν για διεύθυνση ήταν πέρα για πέρα υπαρκτός. Διότι όχι απλά παραμένουν στην δίνη μια αποδεδειγμένα δρομολογημένης συνέχισης εγκληματικών πράξεων, αλλά οι ίδιες οι παραπάνω πράξεις τους αποτελούν οργανικό χαρακτηριστικό-αναπόσταστο κομμάτι μιας ναζιστικής οργάνωσης. Χωρίς τις ανθρωποκτονίες, τις απόπειρες ανθρωποκτονίας και τις επικίνδυνες σωματικές βλάβες σε συμπολίτες μας δεν μπορεί να υπάρξει και να συγκροτηθεί μια ναζιστική οργάνωση και το αντίστροφο.

Εκτός από τον κίνδυνο της υποτροπής προκύπτει και ακόμα ένα στοιχείο που αποδεικνύει πόσο λάθος ήταν η πρόταση της Εισαγγελέως. Η περίπτωση του Χρήστου Παππά, καταδικασθέντος για διεύθυνση. Η Εισαγγελέας στην αγόρευσή της για το ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης ισχυρίστηκε πως κανένας δεν είναι ύποπτος φυγής. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ ο Χρήστος Παππάς καταζητείται από την 1η Οκτωβρίου, δηλαδή δύο εβδομάδες ήδη πριν προτείνει η κ. Οικονόμου για το ανασταλτικό. Είναι δυνατόν η Εισαγγελέας να μην γνώριζε ότι ο Χρήστος Παππάς καταζητούνταν από την αστυνομία; Γιατί ισχυρίστηκε ότι κανένας δεν είναι ύποπτος φυγής την στιγμή που ο Χ. Παππάς ήδη όπως φαίνεται είχε διαφύγει; Γιατί υποστήριξε ότι κανένας κατά το παρελθόν δεν προσπάθησε να διαφύγει την σύλληψη του ενώ ο ίδιος ο Χρήστος Παππάς το 2013 μετά την δολοφονία Φύσσα κρυβόταν για να αποφύγει την σύλληψη; Η πρόταση της Εισαγγελέως την εκθέτει, είναι λάθος, δεν συμβαδίζει με την πραγματικότητα. Όποιος, επίσης, την υπερασπίζεται εκτίθεται και αυτός νομικά.

Το δικαστήριο με την μη χορήγηση ανασταλτικού αποτελέσματος και την επιβολή άμεσης έκτισης της ποινής στους ηγέτες και στα τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής έπραξε το νομικά και δικαιοπολιτικά ορθό. Από την άλλη, η κριτική που γίνεται στην κ. Εισαγγελέα από συναδέλφους και συμπολίτες μας φανερώνει βαθύτατα δημοκρατικά αντανακλαστικά. Η κριτική και η έκφραση γνώμης είναι συνταγματικό δικαίωμα και όχι λαϊκό δικαστήριο όπως ειρωνικά σχολιάζουν κάποιοι συνάδελφοι. Η κριτική στην κ. Εισαγγελέα είναι αυτό που έχει ανάγκη κάθε κοινωνικό κράτος δικαίου: μια δημοκρατία με την ενεργή συμμετοχή του λαού.

[1] Αδάμ Χ. Παπαδαμάκης, Ποινική Δικονομία, Η δομή της ποινικής δίκης, σελ. 668, Σάκκουλας

Συμπεράσματα και καθήκοντα από την καταδίκη της Χρυσής Αυγής

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

1.

Η καταδίκη της Χρυσής Αυγής είναι ανακούφιση για το λαό και την κοινωνία. Αποτελούσε καθολική δημοκρατική απαίτηση καθώς για 3 δεκαετίες η συγκεκριμένη οργάνωση στοχοποιεί, μαχαιρώνει, χτυπάει και δολοφονεί αντιφασίστες, μετανάστες, μέλη αριστερών οργανώσεων, συνδικαλιστές. Οι περισσότερες από τις 32 δικογραφίες που παρέδωσε ο Δένδιας το 2013 υπήρχαν από πριν, αλλά για δεκαετίες το αστικό πολιτικό σύστημα ανέχτηκε, συνομίλησε ή και υπέθαλψε το ναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής.

2.

Στην απόφαση του δικαστηρίου και στην καταδίκη της Χρυσής Αυγής φτάσαμε μετά από τη συνάντηση δύο παραγόντων. Από τη μία η κοινωνική αποδοχή της δράσης των Ναζί μέχρι το 2013, μετατράπηκε σε κοινωνική αποστασιοποίηση μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Η συγκεκριμένη ενέργεια έδειξε, ακόμα και σε θετικά διακείμενους ή ψηφοφόρους της ΧΑ, ότι η συγκεκριμένη οργάνωση δεν κυνηγάει μόνο μετανάστες ή κομμουνιστές, αλλά και «παιδιά της διπλανής πόρτας». Η απομόνωση της ΧΑ αποτυπώθηκε και στις περασμένες βουλευτικές εκλογές και γιγαντώθηκε τις τελευταίες μέρες με ένα μαζικό δημοκρατικό ρεύμα καταδίκης. Αυτό το ρεύμα πίεσε τη δικαστική και πολιτική εξουσία για μια καθαρή καταδικαστική απόφαση. Ο δεύτερος παράγοντας αφορά την απόφαση της ΝΔ το 2013, μετά τη δολοφονία Φύσσα και την επίθεση της ΧΑ εναντίον κυβερνητικών στελεχών στον Μελιγαλά λίγες μέρες νωρίτερα, να κόψει τις σχέσεις και τις συνομιλίες με τη Χρυσή Αυγή. Το 2013 η κυβέρνηση Σαμαρά αντιμετώπιζε αμφισβήτηση λόγω των μνημονιακών πολιτικών, ο ΣΥΡΙΖΑ ερχόταν με τη σιγουριά της επόμενης κυβέρνησης και στο σύστημα υπήρχε έντονη και σοβαρή συζήτηση για μια δεξιά-ακροδεξιά συγκυβέρνηση. Ούτε ο Μπαλτάκος έκανε του κεφαλιού του όταν συνομιλούσε με τον Κασιδιάρη, ούτε ο Παπαδημητρίου εξέφραζε προσωπικές απόψεις όταν μίλαγε για τη σοβαρή Χρυσή Αυγή και το ενδεχόμενο συγκυβέρνησης. Μετά τη δολοφονία Φύσσα και το γεγονός ότι η νεοναζιστική οργάνωση φερόταν ανεξέλεγκτα, η ΝΔ έπρεπε να διαλέξει. Είτε ανοχή και υπόνοιες συνεργασίας με τους ναζί δολοφόνους (με ό,τι αυτό σημαίνει για ένα ιστορικό κόμμα της αστικής τάξης), είτε προσπάθεια να τους κοντύνει, δημοσκοπικά και πολιτικά. Η ΝΔ επί Σαμαρά, διάλεξε το δεύτερο, για λόγους πολιτικής επιβίωσης.

3.

Σύσσωμο το αστικό πολιτικό σύστημα έχει «παίξει» με το ναζιστικό μόρφωμα εδώ και δεκαετίες. Οι κυβερνήσεις ΝΔ-ΠΑΣΟΚ το άφηναν να αλωνίζει στα σώματα ασφαλείας από τη δεκαετία του 90 και έπειτα και να χτυπάει λαϊκές και νεολαιίστικες κινητοποιήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ άφηνε να σέρνεται η δίκη (δεν απάλλαξε τους δικαστές από άλλες δίκες) με την ελπίδα να ροκανιστεί το ποσοστό της ΝΔ από τα δεξιά της. Στην Ελλάδα, το νεοναζιστικό φαινόμενο σχετικοποιήθηκε, εκλογικεύτηκε, διαφημίστηκε ευνοϊκά, χρησιμοποιήθηκε για να χτυπηθεί το λαϊκό κίνημα, εργαλειοποιήθηκε για να φθαρούν συγγενικά κόμματα, αναδείχθηκε για να εδραιωθεί η θεωρία των δύο άκρων και της πολιτικής βίας που ασκείται όχι μόνο από την ακροδεξιά αλλά και από το αριστερό κίνημα. Προφανώς είναι διαφορετικές οι ευθύνες του καθένα, αλλά κανένα αστικό κόμμα δεν κινήθηκε στην κατεύθυνση μιας συνεπούς αντιφασιστικής στάσης όλα αυτά τα χρόνια. Είναι κι αυτό μια ένδειξη για τα χαρακτηριστικά της αστικής τάξης και του πολιτικού της προσωπικού. Είναι κατάκτηση για το λαϊκό κίνημα ότι όλοι αναγκάστηκαν, κάτω από την κοινωνική απαίτηση για τιμωρία της δολοφονικής συμμορίας, να ζητήσουν την καταδίκη  χωρίς περιστροφές, έστω και την τελευταία στιγμή. Όμως αυτό δε συνιστά δημοκρατικό τείχος. Η αστική τάξη στην Ελλάδα έχει αποδείξει πολλάκις ότι δεν έχει πρόβλημα να πάει και με το διάολο αν αισθανθεί ότι απειλούνται τα συμφέροντά της. Στην πλειοψηφία της συνεργάστηκε το 40 με τους ναζί κατακτητές, ενώ άνοιξε το δρόμο στους χουντικούς δύο δεκαετίες μετά. Η άρχουσα τάξη ορκίζεται στην κοινοβουλευτική δημοκρατία αλλά ο επικεφαλής της ΝΔ Μεϊμαράκης το 2015 δήλωνε ότι αν κινδυνεύσει η θέση της χώρας στο ευρώ, λόγω του αποτελέσματος της λαϊκής ετυμηγορίας, η αστική τάξη της χώρας θα αντιδράσει όπως εκείνη ξέρει.

4.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ετοιμάζεται για τη ρελάνς με βάση την ανιστόρητη και εγκληματική θεωρία των δύο άκρων. Εξισώνει τη φασιστική βία, με το μαζικό κίνημα και τις διάφορες μορφές πάλης του. Τους μαχαιροβγάλτες που δολοφονούν, με τους νέους που κάνουν καταλήψεις. Και φυσικά δεν αφήνει αχρησιμοποίητο κάθε επιζήμιο ή αχρείαστο για το μαζικό κίνημα επεισόδιο βίας, από τα γκαζάκια μέχρι τον κλεφτοπόλεμο με τα ΜΑΤ. Το θεωρητικό σχήμα έχει άλλωστε και ακαδημαϊκό – ιστορικό μανδύα. Πόσους και πόσους δεν έχουμε ακούσει να υποστηρίζουν ότι στην Ελλάδα οι Γερμανοί ναζί δεν ήθελαν να κάνουν τόσες αγριότητες, εξαναγκάστηκαν ωστόσο από τη βία των ανταρτών του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ. Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι απέναντι στο Ναζισμό δεν υπάρχουν ίσες αποστάσεις και δεν χωρά καμιά σχετικοποίηση του φασιστικού φαινομένου.

5.

Πριν καλά καλά ανακοινωθεί η δικαστική απόφαση, το προαποφασισμένο χτύπημα της αντιφασιστικής συγκέντρωσης έστειλε μήνυμα της κυβέρνησης προς όλες τις κατευθύνσεις: Πρώτον προς το δεξιό ακροατήριο της ΝΔ, διαβεβαιώνοντάς το ότι το συγκυριακό ανέβασμα τόνων Μητσοτάκη απέναντι στην ακροδεξιά, διόλου δεν σημαίνει παραίτηση από τα κοινά θεμέλια της δεξιάς πολυκατοικίας. Δεύτερον προς την κατεύθυνση του κινήματος προειδοποιώντας το ότι δεν θα γίνει ανεκτή καμιά αγωνιστική έκρηξη. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη γνωρίζει πλέον ότι ζει την αρχή της φθοράς της και καταλαβαίνει πολύ καλά ότι η οικονομική και υγειονομική κρίση θα έχει θύματα και θα δημιουργήσει αυξημένη δυσαρέσκεια. Αυτή η δυσαρέσκεια δημιουργεί την υλική δύναμη του κοινωνικού θυμού και του αντικυβερνητικού ρεύματος. Ταυτόχρονα όμως, η καταδίκη της ΧΑ επί Μητσοτάκη, η σύλληψή της επί Σαμαρά και η χρονοτριβή της δίκης επί Τσίπρα, καταγράφει τη διείσδυση που επιχειρεί η ΝΔ στον κεντρώο χώρο, προσδοκώντας τη μόνιμη δημοσκοπική καθήλωση του ΣΥΡΙΖΑ. Από αυτή την άποψη η νίκη του αντιφασιστικού κινήματος μεταφράζεται και σε άμεσα πολιτικά κέρδη της ΝΔ.

6.

«Μη χαίρεστε που σκοτώσατε το κτήνος. H σκύλα που το γέννησε ζει και είναι πάλι σε οργασμό», είχε πει ο Μπέρτχολτ Μπρεχτ. Παραφράζοντας, χαιρόμαστε ιδιαίτερα που η ηγεσία της Χρυσής Αυγής καταδικάστηκε, δυστυχώς όμως το ακροδεξιό συντηρητικό ρεύμα είναι δυνατότερο από ποτέ. Εκφράζεται διεθνώς με την άνοδο της ακροδεξιάς, με την εξάπλωση του κοινωνικού ανορθολογισμού, με την πόλωση σε θέματα δικαιωμάτων ομάδων και μειονοτήτων, με αγριανθρωπισμό και μισαλλοδοξία. Το χωράφι είναι εύφορο, το λίπασμα υπάρχει, η ακροδεξιά λογική δυναμώνει, οι εθνικές ταπεινώσεις προσφέρουν υλικό υπέδαφος, η φτώχεια και η ανισότητα πυροδοτούν. Κοινώς η φασιστική απειλή υπάρχει, όπως και το αντίστοιχο ακροατήριο. Αναζητά πολιτική έκφραση και ηγεσία. Ο Μιχαλολιάκος ήταν υπερβολικά μιλιταριστής και ανεξέλεγκτος δάγκωσε το χέρι που τον συντηρούσε. Ο Βελόπουλος είναι μάλλον γελοίος. Υπάρχουν άλλοι υποψήφιοι μνηστήρες;

7.

Η αντιφασιστική – αντιναζιστική δράση παραμένει αναγκαία. Σήμερα οι συγκυρίες και οι συσχετισμοί οδήγησαν στην καταδίκη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης. Το μόνιμο καθήκον όμως παραμένει η αλλαγή των αρνητικών κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών, το να μην αφήσουμε τα μικροαστικά στρώματα βορά στην επόμενη ακροδεξιά, το να δώσουμε λύση στην κοινωνική κρίση και τις εθνικές ταπεινώσεις που έρχονται.

Και μετά τη δίκη τι;

Η άγρια χαρά που νιώσαμε όλοι την Τετάρτη, στα ελάχιστα λεπτά πριν την πνίξει σε δακρυγόνα ο Χρυσοχοΐδης και σε νέφη συναίνεσης το μιντιακό συνονθύλευμα που για πεντέμισι χρόνια είχε πνίξει στη σιωπή την ελληνική Νυρεμβέργη, έχει ήδη δώσει τη θέση της σε περίσκεψη και συνοφρύωση. Οσο κι αν αδικεί τον Μπρεχτ να τον τσιτάρουμε ακατάσχετα κι απλουστευτικά, μου είναι αδύνατο να αποφύγω τη μυριοστή του επανάληψη: «Μη χαίρεστε που σκοτώσατε το κτήνος. H σκύλα που το γέννησε ζει και είναι πάλι σε οργασμό». Το είπε την κατάλληλη στιγμή, ακριβώς πάνω στην άγρια χαρά της αντιφασιστικής νίκης, στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που ήταν η αρχή του Ψυχρού Πολέμου. Τον άγριο οίστρο της σκύλας τον ένιωσε προσωπικά, περνώντας από τις μακαρθικές διώξεις στις ΗΠΑ, όπου ο τρόμος και η αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ είχαν δώσει τη θέση τους στην υστερία και στη βαρβαρότητα του αντικομμουνισμού.

Επ' ευκαιρία, η μοναδική "χολιγουντιανή" ταινία του Μπέργκαν, παραμένει ό,τι καλύτερο έχει γυριστεί ως μυθοπλασία, ως κοινωνικό ψυχογράφημα του ναζισμού στο λυκαυγές του...

Επ’ ευκαιρία, η μοναδική “χολιγουντιανή” ταινία του Μπέργκαν, παραμένει ό,τι καλύτερο έχει γυριστεί ως μυθοπλασία, ως κοινωνικό ψυχογράφημα του ναζισμού στο λυκαυγές του…

Ο Μπρεχτ μάς συνιστά την επαγρύπνηση, μας καρφώνει στο μυαλό το ερώτημα «και μετά, τι;», καλώντας μας να θυμηθούμε το: «και πριν, πώς;». Τώρα, που «όλοι δικοί μας είμαστε», τώρα που οι χαζοχαρούμενοι συνομιλητές ή παρ’ ολίγον συνεργάτες των νεοναζί επιδίδονται σε χαρακίρια ειλικρίνειας και καλούν «να ξεριζώσουμε τους χρυσαυγίτες που έχουμε μέσα μας» (τι λες τώρα!), τώρα που η κυβερνώσα Δεξιά προσπαθεί να απαλλοτριώσει τη νίκη του αντιφασιστικού κινήματος, τώρα είναι η στιγμή να θυμηθούμε τα στοιχειώδη για να προλάβουμε τα επόμενα τερατώδη. Γιατί όλες οι πρώτες ύλες για μια επανάληψη του φασιστικού φαινομένου, στην απροσδιόριστη και ιστορικά μοναδική εκδοχή που έχει κάθε φορά, είναι ήδη εδώ.

Το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα ένα ποσοστό πολιτών (έως 20%, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της Prorata) αισθάνεται οικείες τις «ιδέες» της Χρυσής Αυγής, αν «καθαριστούν» από εγκληματικές δραστηριότητες, είναι η πιο πρόσφατη επιβεβαίωση ότι η σκύλα δεν είναι απλώς σε οίστρο, αλλά είναι ήδη γκαστρωμένη. Ή -για να συνεχίσουμε την κατάχρηση των σχημάτων λόγου που αδικούν το ζωικό βασίλειο- ότι τα αυγά του φιδιού είναι έτοιμα να ξανασκάσουν.

Τι ακριβώς έγινε το 2010, όταν οι «φασίστες που έκρυβαν κάποιοι μέσα τους» βγήκαν έξω κι έγιναν η πρώτη εκλογική έκπληξη στην Αθήνα; Τι μεσολάβησε μέχρι το 2012, στο πρώτο πανελλαδικό εκλογικό άλμα, και μέχρι το 2014, στον φασιστικό θρίαμβο των ευρωεκλογών; Τι γέννησε τα ακροδεξιά και ρατσιστικά μορφώματα που διέτρεξαν την Ευρώπη την προηγούμενη δεκαετία, στις εκδοχές του «φασισμού των πλουσίων» του Βορρά, που πίστεψαν ότι απειλούνται από τους τεμπέληδες του Νότου, και του «φασισμού των φτωχών» του Νότου, που τους έφταιξαν οι ακόμα φτωχότεροι, οι «εισβολείς» της εξαθλιωμένης Αφρικής και της διαλυμένης Μέσης Ασίας;

Για να μην ξεχνιόμαστε: το υλικό υπόστρωμα, ο παγκόσμιος κοινωνικο-οικονομικός καμβάς της ναζιστικής ή φασίζουσας αναγέννησης ήταν η χρηματοπιστωτική κρίση, η κρίση χρέους στην Ευρώπη, η ανοιχτά ρατσιστική διαχείρισή της από το γερμανικό ράιχ στην Ε.Ε., η μετατροπή της Ελλάδας σε ζώνη οικονομικής καραντίνας για την προστασία της ευρωζώνης και των τραπεζών της, η βίαιη επιβολή των μνημονίων, η μαζική φτωχοποίηση του πληθυσμού, η προλεταριοποίηση μικροαστικών στρωμάτων που έπεσαν απότομα από τα σύννεφα της δανεικής ευημερίας τους, η εκτίναξη της ανεργίας, η επιβολή καθεστώτος πολιτικής επιτροπείας στη χώρα, η τοκογλυφική συμπεριφορά των δανειστών, η παντελής αδυναμία του πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί την κρίση και η συνακόλουθη χρεοκοπία του, η κονιορτοποίηση και ανασύνθεση του κομματικού συστήματος, τα κρυφά και φανερά φλερτ μέρους της ελληνικής επιχειρηματικής ελίτ με τους νεοναζί, των οποίων η πολιτική εκτίναξη προφανώς δεν συντελέστηκε χωρίς χρηματοδότηση.

Το πώς όλα αυτά μετασχηματίστηκαν σε σκέψη, κουλτούρα και συμπεριφορά των ανοήτων που έγιναν εκτελεστές, πραιτοριανοί, ακόλουθοι, μέλη ή απλοί οπαδοί και ψηφοφόροι των νεοναζί είναι υπόθεση πολλών επιστημών, συμπεριλαμβανομένης της ψυχιατρικής. Ομως, το βέβαιο είναι ότι το φαινόμενο που ως μετά Χριστόν προφήτες όλοι σήμερα αποδοκιμάζουν έχει συνενόχους και χορηγούς: τις ευρωπαϊκές ηγεσίες που διαχειρίστηκαν με κυνισμό και βαρβαρότητα την κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, την πολιτική γραφειοκρατία που θεσμοποίησε τη λιτότητα, την τραπεζοκρατία και τη χρεοκρατία, το χρηματοπιστωτικό σύστημα που ενθυλάκωσε τους ποταμούς χρήματος που τύπωναν οι κεντρικές τράπεζες, τους υπερπλούσιους που μετέτρεψαν σε ακόμα περισσότερο πλούτο τα κρατικά χρέη και την εξαθλίωση των ήδη φτωχών. Γι’ αυτούς δικαστήριο δεν έγινε, ούτε προβλέπεται.

Δεν ξέρω αν το αισθάνεστε, αλλά είμαστε ακριβώς στην επανεκκίνηση του φαινομένου, με τους ιστορικά μοναδικούς όρους που δημιουργεί η πανδημία του κορονοϊού. Τα κρατικά χρέη αυξάνονται ξανά – είναι μονόδρομος για τις κυβερνήσεις, έστω κι αν είναι βέβαιο ότι σε ένα-δυο χρόνια από μας θα ζητήσουν τον λογαριασμό. Η ύφεση που προκαλεί η πανδημία καταστρέφει μια ώρα αρχύτερα μεγάλο μέρος της «παλιάς οικονομίας», αλλά απογειώνει τη «νέα», ετοιμάζοντας έναν βαθύτατο, ευρύτατο και παγκόσμιο μετασχηματισμό του καπιταλισμού. Κι ενώ κατά εκατομμύρια εργαζόμενοι και φτωχά μεσαία στρώματα χάνουν εισόδημα, θέσεις εργασίας και τζίρους, οι δισεκατομμυριούχοι του πλανήτη (τα γράφει καθημερινά σ’ αυτή την εφημερίδα ο Μπάμπης Μ.) μπαζώνουν μερικά ακόμα τρισεκατομμύρια στα χαρτοφυλάκιά τους, καθιστώντας την πανδημία μηχανισμό αβυσσαλέας διεύρυνσης των ανισοτήτων. Η αγαπησιάρικη ρητορεία των ελίτ για «την πανδημία που θα μας βοηθήσει να χτίσουμε έναν πιο δίκαιο κόσμο» δίνει και παίρνει, αλλά δουλεύουν ακάματα ακριβώς για το αντίθετο. Οι ανισότητες, η επισφάλεια, η αποξένωση, η εισοδηματική υποβάθμιση, ο ανταγωνισμός της επιβίωσης σε έναν κόσμο που όχι απλά δεν τον ελέγχεις, αλλά δυσκολεύεσαι ακόμη και να τον κατανοήσεις, αποτελούν το υπόστρωμα των εκρήξεων του μέλλοντος. Καλοδεχούμενες, όταν υπάρχει δεξαμενή δημιουργικής εκτόνωσής τους στον δρόμο της ουτοπίας. Ολέθριες, όταν εγκλωβίζονται στην ολοκληρωτική δυστοπία, στον αυταρχισμό, στους «σωτήρες», στον φασισμό. Ο φασισμός δεν είναι απλά ξενιστής στο άσπιλο σώμα του φιλελεύθερου καπιταλισμού. Είναι η βαρβαρότητα στην οποία προσφεύγει ένα πλέγμα οικονομικής κυριαρχίας όταν το μονοπώλιό του δεν μπορεί πια να προστατευτεί παρά μονάχα με την ανοιχτή βία. Κι είναι και ο εκβαρβαρισμός των ανθρώπων που αδυνατούν να καταλάβουν τι και ποιος φταίει για την εξαθλίωσή τους. Ο Μπρεχτ είχε απόλυτο δίκιο.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Το Πρώτο και τα υπόλοιπα ψέματα για την επάνω πλατεία και τους Αγανακτισμένους

Το έγραψε ο Πρωθυπουργός σε άρθρο του το περασμένο Σαββατοκύριακο. Το αναπαρήγαγαν οι εκπρόσωποι του κόμματος και διάφορα στελέχη, το αναμάσησαν εργολαβικά μέσα από τα χωνιά τους οι πληρωμένες πένες και το τάγμα της τηλεοπτικής και έντυπης ενημέρωσης, για να το επαναφέρει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο μικρόψυχο μήνυμά του μετά την ανακοίνωση της καταδίκης. «Οι πλατείες του μίσους και τα θολά νερά των αντιμνημονίων» έφεραν τους ναζί της Χρυσής Αυγής. Μία ξεκάθαρα φτιαγμένη σε γραφεία επικοινωνία «γραμμή» που εάν το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας είχε την οποιαδήποτε σχέση με την αλήθεια, θα σήμανε τον εξοστρακισμό του ίδιου του Αντώνη Σαμαρά και της δράκας του. Φευ. Στην πραγματικότητα  βρισκόμαστε μπροστά σε μία συκοφαντική και δόλια παραχάραξη της ιστορίας. Και αυτό δεν μπορεί να περάσει έτσι.

Αρχικά, από την περασμένη εβδομάδα, ενόψη και στο άκουσμα της καταδικαστικής απόφασης για την ναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής, έχουμε από την Νέα Δημοκρατία και την ηγεσία της τα εξής:

«Είναι αλήθεια ότι ο πολιτικός κόσμος ολιγώρησε. Αδράνησε μπροστά στον κίνδυνο που αναπτυσσόταν στα θολά νερά των «αντιμνημονίων», στις συνοικίες του μίσους και στις πλατείες των «αγανακτισμένων». Παντού όπου απλώθηκε η πιο χυδαία και αποτρόπαιη έκφραση της δημαγωγίας που είναι ο φασισμός. Κάποιοι, μάλιστα, δεν αρνήθηκαν ακόμη και να αξιοποιήσουν το αντισυστημικό προσωπείο του, στα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Ακριβώς γι’ αυτό η Δημοκρατία χρειάστηκε καιρό για να νικήσει».
Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην Εφημερίδα των Συντακτών, 3 Οκτωβρίου 2020

«Όμως, την εποχή της ανόδου του νεοναζιστικού μορφώματος, που τρεφόταν από την οργή των πολιτών για την οικονομική κρίση, η αντίδραση των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων απέναντί του, δεν ήταν, δυστυχώς, καθολική. Κάποιοι μοιράζονταν την ίδια πλατεία σε συγκεντρώσεις εκμετάλλευσης του θυμού, αλλά και του πόνου, των πολιτών. Ψάρευαν μαζί “αγανακτισμένες” ψήφους στις συνοικίες που εξέτρεφαν το μίσος. Φορούσαν μαζί το δήθεν αντισυστημικό προσωπείο στα χρόνια της κρίσης».
Κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, 6 Οκτωβρίου 2020

«Γιατί η Νέα Δημοκρατία πολέμησε ανέκαθεν, σταθερά και παντού τον φασισμό. Κατήγγειλε τον λαϊκισμό που τον ανέθρεψε στις πλατείες του τυφλού μίσους και της βίας. Ούτε στιγμή δεν συνέπλευσε με εκπροσώπους του, είτε σε πολιτικές επιλογές είτε σε κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες».
Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μετά την ανακοίνωση της καταδίκης, 7 Οκτωβρίου 2020

«Να μην ξεχάσουμε ποτέ ποιοι βρέθηκαν μαζί με τους νεοναζί στην πλατεία, την περίφημη πλατεία και φώναζαν συνθήματα, όχι και τόσο δημοκρατικά, όπως “να καεί να καεί τη Βουλή”. Να μην ξεχάσουμε ποτέ ποιοι ψήφισαν μαζί με τη Χρυσή Αυγή να πέσει μία κυβέρνηση και άλλες διατάξεις όπως η απλή αναλογική, η οποία έβαζε εμπόδια και έβαλε εμπόδια στην τοπική αυτοδιοίκηση».
Πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ Παύλος Μαρινάκης, 7 Οκτωβρίου στα Παραπολιτικά

«Η προσπάθεια συμψηφισμού που επιχείρησε η Αξιωματική Αντιπολίτευση δεν πιάνει τόπο για τον απλούστατο λόγο ότι οι Έλληνες έχουν και μνήμη και κρίση. Θυμούνται ποιοι ήταν στις ίδιες πλατείες εκμεταλλευόμενοι την αγωνία του κόσμου για την οικονομική κρίση. Ποιοι έριξαν την Κυβέρνηση Σαμαρά συμπράττοντας με τη Χρυσή Αυγή».
Κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, 10 Οκτωβρίου 2020 στο ΣΚΑΪ

Τα παραπάνω, μπορεί κανείς να πει πως συνοψίζονται στο πρωτοσέλιδο του Πρώτου Θέματος:

Είναι προφανές πως μετά το σύνθημα που έδωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στα αχνάρια του Αντώνη Σαμαρά στο φύλλο της Εφημερίδας των Συντακτών του περασμένου Σαββατοκύριακου, οι δηλώσεις στελεχών της Νέας Δημοκρατίας που κινούνται στο ίδιο πνεύμα είναι πολλές, όπως το ίδιο συμβαίνει με την αρθρογραφία των διαφόρων λιμπερογραφιάδων, καπιταλαμαράδων και άλλων έγκριτων. Οι πέντε δηλώσεις παραπάνω αρκούν για να δωθεί η γεύση για τον τόνο της συζήτησης, και παρότι βρίθουν ψεμάτων, σε αυτό το άρθρο θα ασχοληθούμε μόνο με το ψέμα της σύμπλευσης των Αγανακτισμένων του 2011 στην πλατεία Συντάγματος με τους ναζί της Χρυσής Αυγής. Για τα υπόλοιπα, επιφυλασσόμεθα…

«Η Χρυσή Αυγή γεννήθηκε μέσα στο κίνημα των Αγανακτισμένων, μέσα από τη βία της πλατείας Συντάγματος, μέσα από το αντιμνημόνιο και τις κοινωνικές αντιδράσεις στις πολιτικές λιτότητας της πρώτης μνημονιακής περιόδου», αυτό λέει ο πρωθυπουργός και το κόμμα του τις τελευταίες ημέρες με κάθε τρόπο. Μία ιδεολογική εκστρατεία που δεν είναι καθόλου καινούρια, αφού πρώτος μέσα από την εφημερίδα Καθημερινή την είχε κηρύξει ο καθηγητής Μαρατζίδης, που στα «γενέθλια» των Αγανακτισμένων έγραφε πως «Οι εθνικοσοσιαλιστές […] στην “άνω πλατεία”, έγιναν ένα με το πλήθος […] «Η Χρυσή Αυγή γεννήθηκε στον Άγιο Παντελεήμονα, αλλά μεγάλωσε και νομιμοποιήθηκε πολιτικά στην πλατεία Συντάγματος».

Το συνέχισαν τα προηγούμενα χρόνια διάφορα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, όπως ο αντιπρόεδρος του κόμματος, Άδωνις Γεωργιάδης, ο Κωστής Χατζηδάκης, ο παλιός διευθυντής του γραφείου Τύπου και στενός συνεργάτης του Κυριάκου Μητσοτάκη, Μακάριος Λαζαρίδης, αλλά και ο ίδιος ο σημερινός πρωθυπουργός, δειλά ωστόσο κατά την περίοδο της αντιπολίτευσης. Από κοντά και η αρχηγός του όψιμα εξίσου αντιφασιστικού Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά. Η διαφορά του Μαΐου του 2012 με τον Οκτώβριο του 2020, εκτός της καταδίκης της ναζιστικής συμμορίας που τότε η Καθημερινή και η πλειοψηφία των συστημικών μέσων ενημέρωσης δεν έβλεπαν να εγκληματεί στον Άγιο Παντελεήμονα, είναι πως πλέον το ψεύδος εκτοξεύεται κεντρικά.

Από τον πρωθυπουργό της χώρας, από το κυβερνόν κόμμα, και κατ’ επέκταση, από την συντριπτική πλειοψηφία της συστημικής ενημέρωσης που στέκεται πιστά στο πλευρό τους. Είτε φοβούνται την πραγματικότητα των γεγονότων που έλαβαν χώρα πριν απο εννέα χρόνια, είτε φοβούνται αυτήν που ελλοχεύει στο εγγύς μέλλον, αυτή διαφωνεί μαζί τους, τους διαψεύδει και δεν μπορεί να παραγραφεί.

Η «μαρτυρία» της Χρυσής Αυγής

Πρώτοι απ’ όλους, τα παραπάνω έχουν διαψεύσει οι ίδιοι οι χρυσαυγίτες, όπως τους έχει καταγράψει σε ανύποπτο χρόνο σε άρθρο του με αφορμή τη σύμπλευση της Νέας Δημοκρατίας με τη Χρυσή Αυγή στις πλατείες του Μακεδονικού, ο δημοσιογράφος της Εφημερίδας των Συντακτών, Δημήτρης Ψαρράς.

Στο άρθρο του «Άλλο “αγανακτισμένοι”, άλλο ναζιστές», μία σειρά από ντοκουμέντα των ίδιων των μελών της ναζιστικής συμμορίας αποδεικνύουν με τον πιο απόλυτο τρόπο, όχι απλά το «άλλοθι» της εγκληματικής οργάνωσης από την παλλαϊκή κινητοποίηση ενάντια στο πρώτο από μία σειρά στραγγαλιστικών μνημονίων. Ντοκουμέντα που αποτυπώνουν το μίσος και την απέχθεια των χρυσαυγιτών για αυτού του είδους τα κοινωνικά αντανακλαστικά, που τότε, έφεραν δεκάδες χιλιάδες πολιτών σε επαφή με τον οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό ζόφο που άπλωνε επάνω από τη χώρα η κυβέρνηση Παπανδρέου, πριν παραδώσει στην κυβέρνηση Παπαδήμου για να ετοιμάσει το έδαφος για την κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά. Όλα αυτά δηλαδή που έφεραν την κυβέρνηση Τσίπρα στο τιμόνι της χώρας, πριν την σοκαριστική αλλαγή πλεύσης της «πρώτης φοράς Αριστερά».

Σταχυολογώ μόνο, καθώς τις τελευταίες ημέρες, αρκετά μέρη του εν λόγω άρθρου κυκλοφορούν στα κοινωνικά δίκτυα παντοιοτρόπως. Μερικά από τα σημεία που σημείωνε τον Φεβρουάριο του 2019 ο Δ. Ψαρράς:

  • Αρθρογράφος της εφημερίδας της Χρυσής Αυγής έγραφε στις 15 Ιουνίου του 2011 πως «Πολλοί με ρωτούν για ποιο λόγο η Χρυσή Αυγή δε συμμετέχει επίσημα στις συγκεντρώσεις των “αγανακτισμένων” ή δε στηρίζει με δημοσιεύματα τις ανακοινώσεις τους και τα καλέσματά τους. Ηρθε η ώρα να ηχήσει ξεκάθαρη η απάντησή μας, σχετικά με αυτό το θέμα, έτσι ώστε οι φίλοι του κινήματός μας να μην μπερδεύονται από τον κυκεώνα πληροφοριών και δημοσιευμάτων, καθώς κάποιοι, με “διαβολικά” καλές προθέσεις, προσπαθούν να εμπλέξουν τον Λαϊκό Σύνδεσμο, με το πανηγύρι που λαμβάνει χώρα στην πλατεία Συντάγματος».
    Ο ίδιος επικαλούνταν την… απέχθεια της συμμορίας στην «γκλαμουριά και την κυρίλα», όπως και την «χάβρα του πλήθους των διαδηλωτών», στην οποία εντόπιζαν «Αλβανούς, νοικοκυραίους, λαθρομετανάστες που πουλάνε σημαιάκα, καντίνες με βρώμικα, φοιτητές ετών 29, αναρχικούς, αριστεριστές και αναμφίβολα αρκετούς Έλληνες πατριώτες» παγιδευμένους, όπως έγραφε ο συντάκτης Νίκος Φέρμας, «παγιδευμένοι στα κελεύσματα των Σειρήνων, δημιουργούν έναν εσμό από πολυφωνικές καταστάσεις, θυμίζουν το πανηγύρι που κάποτε γινόταν στη γειτονιά μας. Και όλοι αυτοί έχουν θέση σε αυτή τη διαμαρτυρία».
    «Ε ναι λοιπόν, εμείς δεν γουστάρουμε να συμμετέχουμε στο “επαναστατικό πανηγυράκι”, χτυπώντας κατσαρόλες και χορεύοντας σε ρυθμούς Αφρικής παρέα με αράπηδες λαθρομετανάστες. Εμείς δεν μπαίνουμε σε στεγανά, δεν συμμετέχουμε σε κινήσεις με όσους μας χωρίζουν ιδεολογικά χάσματα, δεν νερώνουμε το κρασί μας, δεν πουλάμε την Ιδέα μας, δεν κυνηγάμε την αγανακτισμένη ψήφο τους» έγραφε ακόμα ο συντάκτης.
  • Στην εφημερίδα της συμμορίας έγραψε και δύο εβδομάδες αργότερα ο Κασιδιάρης, παραμονές της ψήφισης του αιματηρού «Μεσοπρόθεσμου» στο όνομα του οποίου η κυβέρνηση Παπανδρέου και τα ΜΑΤ μετέτραψαν σε πεδίο πολέμου την πλατεία Συντάγματος. «Εχουμε αναφέρει επανειλημμένως πως το “κίνημα των αγανακτισμένων” είναι απόλυτα βολικό για το βρώμικο και ανθελληνικό σύστημα εξουσίας. Είναι η ανώδυνη εκτόνωση για τις πλατιές μάζες – ή τουλάχιστον για το ποσοστό εκείνο των συμπατριωτών μας, που έχει βαρεθεί να αράζει στον καναπέ του. Δεν είναι τυχαίο πως οι μαζικότερες συνάξεις αυτού του ασύνδετου και ασύντακτου πλήθους γίνονται μόνο Κυριακή βράδυ, όταν η βουλή είναι κλειστή και οι εθνοπατέρες την πέφτουν εκ του ασφαλούς στις βιλάρες τους ή τρώνε και πίνουν στην υγειά των κορόιδων».
    Τα παραπάνω επιβεβαιώνει και βίντεο που δημοσίευσε το Omniatv από ομιλία του υπαρχηγού του ναζιστικού μορφώματος τον Νοέμβριο του 2012, όπου το καταδικασμένο πλέον ηγετικό στέλεχος της εγκληματικής οργάνωσης εξηγούσε πως «Επίτηδες η Χρυσή Αυγή δεν κατεβάζει οργανωμένα μπλοκ στις συγκεντρώσεις του Συντάγματος. Επίτηδες, γιατί αν κατέβουμε εμείς οργανωμένα, θα εμφανίσουν ένα ρεμάλι, ξέρουν αυτοί ποιούς, να μας πετάξει μια μολότοφ, θα κάνουμε έναν από αυτούς κομμάτια και μετά θα λένε για μήνες μακριά απ’τη Χρυσή Αυγή…».
  • Αύγουστο του 2011 πλέον, και ο ίδιος ο Μιχαλολιάκος διατράνωνε την απέχθεια του μορφώματος στις λαϊκές κινητοποιήσεις, κάνοντας λόγο για «εβραϊκό δάκτυλο» πίσω από το κίνημα των πλατειών, για «επανάσταση μαϊμού» όπου «τον ρόλο της ανώδυνης εκτόνωσης παίζουν αφελείς μάζες, καθοδηγούμενες όμως πάντοτε και ελεγχόμενες από δοκιμασμένους αγκιτάτορες της παγκοσμιοποίησης. Εμπνευστής του κινήματος ένας Εβραίος από τη Γαλλία, ο Εσέλ, ο πνευματικός πατέρας των αγανακτισμένων. Μιας πολύ βολικής αντιδράσεως για το παγκόσμιο σύστημα, την οποία κάποιοι με πολύ θράσος αποκαλούν εξέγερση».

Όπως σημειώνει ο Δ. Ψαρράς στο ίδιο άρθρο, μία ήταν η φορά που εμφανίστηκαν ακροδεξιές ομάδες στην πλατεία των Αγανακτισμένων, και αυτό συνέβη στο πλαίσιο των διήμερων απεργιακών κινητοποιήσεων κατά της ψήφισης του Μεσοπρόθεσμου του πρώτου μνημονίου, όταν χρυσαυγίτες και άλλες ναζιστικές γκρούπες κατέβηκαν στον δρόμο στο πλευρό της αστυνομίας. Χαρακτηριστικές οι εικόνες -τότε- ενός «συνδικαλιστή της ΕΘΕΛ» να μαλώνει τα ΜΑΤ, λίγο πριν αυτά του δώσουν «άσυλο» εντός του περιβάλλοντος χώρου του κοινοβουλίου. (Θυμηθείτε μαζί μας)

Το γεγονός πως ακόμα και στην «επάνω πλατεία» -με τις ελληνικές σημαίες, τα συνθήματα κατά της Βουλής και τις διάφορες γραφικές παρουσίες- δεν χωρούσαν οι ναζί της Χρυσής Αυγής, αποτυπώνεται και από τα ίδια τα «όργανα» που ξεπήδησαν τότε. Μπορεί να μην πραγματοποιούνταν εκεί λαϊκές συνελεύσεις όπως αυτές γύρω από το Συντριβάνι της πλατείας Συντάγματος, όμως η ίδρυση οργάνωσης υπό το όνομα «Δημοκρατικη Πατριωτικη Ενοτητα», κάθε άλλο παρά αφήνει χώρο για ναζιστές και παράγωγά τους. Στο κείμενό τους, «Όχι στην πάνω και την κάτω πλατεία», μεταξύ άλλων, περιγράφουν τα χαρακτηριστικά που θα προσδιόριζαν την φυσιογνωμία του -τότε- κινήματος:

1) Οι Αγανακτισμένοι είναι Πατριώτες. Γιατί θεωρούν πως οι διεθνείς τοκογλύφοι στοχεύουν στην κατοχή της πατρίδας τους και τη λεηλασία του εθνικού της πλούτου. Γιατί γνωρίζουν πως η πατρίδα είναι το σπίτι του λαού και χωρίς αυτό ο λαός ξεπέφτει στη δουλεία η οδηγείται στη μετανάστευση.
2) Οι Αγανακτισμένοι είναι Κοινωνικοί Αγωνιστές. Γιατί θεωρούν πως η καπιταλιστική Ελίτ στοχεύει στην κατεδάφιση των εργατικών δικαιωμάτων. Γιατί συμφωνούν ότι την τεχνητή αυτή παγκόσμια κρίση δεν πρέπει να την πληρώσουν τα χαμηλότερα στρωματά.
3) Οι Αγανακτισμένοι είναι Αμεσοδημοκράτες. Θα προσπαθήσουν να πιέσουν για ανάδειξη κυβερνήσεων που θα σεβαστούν αμεσοδημοκρατικά χαρακτηριστικά όπως δημοψηφίσματα και θεσμούς που θα ενθαρρύνουν την δραστηριοποίηση των ενεργών πολιτών ακόμη και σε θέματα ελέγχου της πολιτικής διαφθοράς.
4) Οι Αγανακτισμένοι είναι Αντιστασιακοί κατά της χρεοκρατιας που προσπαθεί να σαρώσει πατρίδες και λαούς. Οι Αγανακτισμένοι όχι μόνο θέλουν να απαλλάξουν τη χωρά τους από τις δαγκάνες ενός επαχθούς χρέους αλλά επιθυμούν την αναζωπύρωση ενός πανευρωπαϊκού κινήματος των πλατειών που θα τονίσει πως προτεραιότητα είναι η ζωή των πολιτών και όχι η ικανοποίηση των κερδοσκόπων.
5) Οι Αγανακτισμένοι είναι Αρωγοί για τη δημιουργία ενός διευρυμένου αντιμνημονιακού μετώπου και καταλύτες για την επίτευξη της ενότητας του λαού πέρα από κομματικές και παραταξιακές αγκυλώσεις σ’ αυτή τη δύσκολη ώρα. Δεν πρέπει να υπάρχουν διχαστικές λογικές αυτή τη στιγμή ούτε κατάλοιπα των εμφυλίων συνδρόμων μίσους, προχωράμε ενωμένοι και προτείνουμε σε λαό, αντιμνημονιακούς φορείς και προσωπικότητες τη συγκρότηση του κοινού μετώπου.

Συνεπώς, με βάση τα τότε γραπτά τους, οι σχέσεις επάνω πλατείας και Χρυσής Αυγής δεν βρίσκονταν επ’ ουδενί σε πλαίσιο σύμπλευσης. Τουλάχιστον τον καιρό που λάμβαναν χώρα οι «Αγανακτισμένοι», αμεσοδημοκρατία και ναζισμός μοιάζει κομματάκι δύσκολο να συμβαδίσουν. Ειδικά εάν λάβει κανείς υπόψη πως μόλις δέκα ημέρες πριν την εμφάνιση του κινήματος στην πλατεία Συντάγματος, οι χρυσαυγίτες είχαν αιματοκυλήσει την Αθήνα με την ανοχή της αστυνομίας, με περισσότερες από 500 επιθέσεις σε αλλοδαπούς, μεταξύ των οποίων και κατά του 21χρονου Αλίμ Αμπντούλ Μάναμ που δολοφονήθηκε με μαχαίρι από δύο άνδρες που τον καταδίωξαν με μηχανή, για τις οποίες επιθέσεις σήμερα η wikipedia γράφει: «Στα επεισόδια πρωτοστάτησαν στελέχη και υποστηρικτές της Χρυσής Αυγής, μεταξύ των οποίων οι Ηλίας Κασιδιάρης, Ηλίας Παναγιώταρος, Ευστάθιος Μπούκουρας & Παναγιώτης Ηλιόπουλος. Σημειώθηκαν περισσότεροι από 100 τραυματισμοί μεταναστών, επιθέσεις σε μαγαζιά αλλοδαπών και επιθέσεις σε αναρχικές καταλήψεις (κατάληψη Σκαραμαγκά & Βίλα Αμαλίας)». Για τα εγκλήματα αυτά, παρεμπιπτόντως, δεν δικάστηκε κανένας.

Τα γραπτά που μένουν

Γραπτά όμως υπάρχουν και από τον συστημικό Τύπο, που τότε αντιμετώπιζε με βιωματικού τύπου ρεπορτάζ αυτό το «περίεργο φρούτο» που παρέμενε για βδομάδες και μήνες μπροστά από το ελληνικό κοινοβούλιο, και κάθε εβδομάδα κατέβαζε δεκάδες χιλιάδες κόσμου στον δρόμο.

Μεταφέροντας λοιπόν απλώς τα δημοσιεύματα των ημερών εκείνων, διαβάζουμε:

Το protagon.gr και ο Μόδεστος Σιώτος, έγραφαν στις 8 Ιουνίου 2011 στο άρθρο με τίτλο «Η “Άνω” και η “Κάτω” Πλατεία»:

«To πάνω μέρος της Πλατείας Συντάγματος, ο δρόμος μπροστά από τη Βουλή, γεμίζει από κόσμο αποκλειστικά το απόγευμα της Παρασκευής, του Σαββάτου και της Κυριακής. Όπως είδαμε και τη τελευταία Κυριακή, ο κόσμος που κατέκλυσε το συγκεκριμένο χώρο ήταν κυρίως οικογενειάρχες, μικροαστοί, πρώην ψηφοφόροι του δικομματισμού. Ηλικιωμένοι που κατέβαιναν με ελληνικές σημαίες ή μικρά παιδιά που τους τις είχαν δώσει οι γονείς τους».

Σε ένα παρόμοιο δημοσίευμα, της εφημερίδας «το Βήμα» αυτή τη φορά, και τρεις ημέρες νωρίτερα, ο αρθρογράφος Δημήτρης Χαραλάμπους θα έγραφε για «Πλατεία… Άνω και Κάτω Συντάγματος»:

«Στα «ορεινά» της πλατείας, μπροστά από το Μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη, ως άλλοι θεματοφύλακες βωμών και εστιών ξεχωρίζουν ξυρισμένα κεφάλια, μπράτσα με γαλανόλευκα τατουάζ, «απολιτίκ» πιτσιρικαρία βγαλμένη από το γήπεδο, και, όταν η συγκέντρωση μεγεθύνεται, ελληνικές σημαίες. Είναι το αποκαλούμενο «πατριωτικό» κομμάτι των αγανακτισμένων, που πλην της Χρυσής Αυγής- η οποία δεν συμμετέχει, καθώς χαρακτήρισε «καρναβάλι προοδευτικών» το Σύνταγμα- περιλαμβάνει καθέναν ο οποίος ακόμη εμπνέεται από συνθήματα τύπου «η Ελλάδα ανήκει στους Ελληνες» και εκτιμά ότι η παρουσία του ΔΝΤ εμπίπτει σε θεωρίες συνωμοσίας. Η συνθηματολογία… μπερδεύει. Στιχάκια για ασπίδες, «ή ταν ή επί τας», ρυθμικά «Ελλάς Ελλάς» αλλά και… «Σώπα όπου να ΄ναι θα σημάνουν οι καμπάνες» ή και κάλεσμα για ανυπακοή, τα οποία μόνο σε οπαδούς δεξιότερους της Δεξιάς δεν ταιριάζουν».

Οι αναφορές αυτές στον συστημικό ηλεκτρονικό και έντυπο Τύπο των ημερών είναι δύο μόνο στιγμιότυπα «μαρτυρίας» για τον χαρακτήρα του κόσμου που βρισκόταν στην λεγόμενη επάνω πλατεία, για την οποία η «κάτω» κατηγορείται σήμερα πως ωσμώθηκε τις ημέρες των αντιμνημονίων. Η εικόνα όμως θα μείνει μισή, εάν αφήσουμε εκτός κάδρου την μεγαλύτερη αντιπολιτευτική δύναμη εκείνων των ημερών, την Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά.

Ο πρώτος αντιμνημονιακός (και αγανακτισμένος)

Η σημερινή Νέα Δημοκρατία μπορεί να υπερηφανεύεται πως κατάφερε «με την ψήφο του ελληνικού λαού», να πετάξει έξω από το κοινοβούλιο το ναζιστικό μόρφωμα, προσθέτοντας φυσικά πως είναι αυτή που -επί Σαμαρά- το κυνήγησε. Είπαμε, τα λοιπά ψεύδη θα απαντηθούν εν καιρώ, γι’ αυτό και θα παραμείνει ασχολίαστο το τι ακριβώς πέταξε έξω από τη Βουλή όταν στη θέση τους έβαλε τον δημοσιογράφο Κωνσταντίνο Μπογδάνο της «λυτής μάνας Φύσσα και του ανθρώπινου ράκους Ρουπακιά», τον δημοσιογράφο Μπάμπη Παπαδημητρίου της «σοβαρής Χρυσής Αυγής που θα συνεργαζόταν με μια συντηρητική κυβέρνηση», τον δημοσιογράφο Δημήτρη Μαρκόπουλο που το 2012 ξέπλενε το ναζιστικό μόρφωμα γράφοντας πως «δεν μεταλλάχθηκα σε νεοφασίστα, απλά γνώρισα από κοντά τον Μιχαλολιάκο».

Ήταν 30 Μαΐου του 2011, πέντε ημέρες μετά την πρώτη των Αγανακτισμένων στις πλατείες, όταν ο αντιμνημονιακός -τότε- αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας, Αντώνης Σαμαράς μιλούσε στην κοινοβουλευτική του ομάδα, μόλις 20 ημέρες μετά το Ζάππειό του και το μόνο «αντιμνημόνιο» που είχε ακουστεί στη χώρα. Το αναίσχυντο Πρώτο Θέμα που σήμερα φιγουράρει με τίτλο «Στη φυλακή η πάνω πλατεία» στα περίπτερα, έγραφε τότε πως «Νέους όρους ρίχνει στο τραπέζι ο Αντώνης Σαμαράς»:

Αναφέρθηκε και στο κίνημα των αγανακτισμένων πολιτών, λέγοντας ότι «αλλαγή πολιτικής και αξιοπρέπειας ζητούν οι πολίτες, που συγκεντρώνονται κάθε μέρα και δεν είναι μόνο αγανακτισμένοι, αλλά απελπισμένοι και πρέπει να τους ακούσουμε, γιατί το κίνημά τους είναι ακομμάτιστο, ειρηνικό, ενωτικό, πανεθνικό».

Το δε αγαπημένο του Antinews αποδελτίωνε ακόμα μεγαλύτερο μέρος της τότε ομιλίας του, καθώς ο Αντ. Σαμαράς δεν είχε σταματήσει εκεί:

«Ξέρετε ποιους εννοώ: Αυτούς που μαζεύονται κάθε μέρα και δηλώνουν «αγανακτισμένοι». Είναι κάτι παραπάνω από αγανακτισμένοι: είναι απελπισμένοι! Αλλά το κίνημα τους είναι ειρηνικό, ακομμάτιστο, ενωτικό και πανεθνικό. Είναι όλοι ενωμένοι. Δεν είναι κομματικά μπλοκ. Κρατάνε ελληνικές σημαίες. Μόνο ελληνικές σημαίες! Όπως πάντα ο λαός στις δύσκολες στιγμές του, πυκνώνει τις τάξεις του γύρω από τη σημαία του που εκφράζει ενότητα και αγώνα. Σε αυτούς οφείλουμε να δώσουμε ελπίδα και προοπτική».

Το… γλυκοκοίταγμα αυτό της Νέας Δημοκρατίας και του Αντώνη Σαμαρά προς την παλλαϊκή κινητοποίηση κατά της λιτότητας και των κυβερνήσεων που χρεωκόπησαν την χώρα δεν ήταν ούτε όψιμο, ούτε παρωδικό, καθώς και πάλι οι δημόσιες δηλώσεις της εποχής αποδεικνύουν το αντίθετο. Μετά τη διήμερη απεργία – ορόσημο της 28ης και 29ης Ιουνίου του 2011, και το όργιο αστυνομικής καταστολής και κτηνωδίας που έφερε στα δικαστήρια δεκάδες αστυνομικούς των ΜΑΤ (για να αθωωθούν όλοι τον Ιούλιο του 2018 από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας), μεταξύ των ανθρώπων που τοποθετήθηκαν δημόσια προς υπεράσπιση των διαδηλωτών ήταν ο ίδιος ο εκπρόσωπος Τύπου της Νέας Δημοκρατίας, που τότε ήταν ο Γιάννης Μιχελάκης:

«Τα πρωτοφανή επεισόδια που διαδραματίζονται στην περιοχή της Πλατείας Συντάγματος παίρνουν απρόβλεπτες διαστάσεις […] Ο σταθμός του μετρό έχει μεταβληθεί σε θάλαμο αερίων. Αθώοι ειρηνικοί διαδηλωτές έχουν εγκλωβιστεί. Φωτιές εκδηλώνονται σε κτίρια, ενώ τα ασθενοφόρα αδυνατούν να παραλάβουν τραυματίες και συνανθρώπους μας που έχουν ανάγκη βοήθειας […] Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη αποδεικνύεται ότι δεν έχει κανένα σχέδιο αντιμετώπισης των λίγων “γνωστών αγνώστων”. Αντίθετα, καταφεύγει στην αλόγιστη χρήση χημικών, που έχουν μετατρέψει το κέντρο της πρωτεύουσας σε ‘κόλαση’. Οι ευθύνες του κ. Παπουτσή είναι αυταπόδεικτες και τεράστιες» δήλωνε τότε ο επίσημος εκπρόσωπος του κόμματος του Αντώνη Σαμαρά, έναν και πλέον μήνα από την ημέρα που οι Αγανακτισμένοι είχαν καταλάβει την πλατεία Συντάγματος.

Η συμπάθεια της Νέας Δημοκρατίας προς το κίνημα αυτό δεν κάμφθηκε ούτε από το όργιο βίας που έλαβε χώρα έπειτα με τις συχνές αστυνομικές επιθέσεις, ούτε και από την… θερινή ραστώνη, που μετά τα μέσα Αυγούστου είχε αραιώσει τον αριθμό των συμμετεχόντων, πριν επανέλθουν τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Έτσι, βρίσκουμε και τον τότε κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τον Κώστα Μαρκόπουλο, να παροτρύνει το κόμμα τους να ταχθεί με τους Αγανακτισμένους της πλατείας.

Όπως έγραφε δημοσίευμα του iefimerida στις 20 Αυγούστου του 2011, «ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ επισημαίνει πως η ΝΔ θα πρέπει να βρίσκεται πάνω στην πλατεία Συντάγματος μαζί με τους Αγανακτισμένους, οι οποίοι αντιστέκονται σε αυτό που έρχεται». Το γεγονός πως τόσο ο Κ. Μαρκόπουλος όσο και ο Γ. Μιχελάκης έχουν σήμερα «αποστάσεις» από το κυβερνόν κόμμα, δεν μοιάζει δυνατό να αλλάξει τις δημόσιες δηλώσεις τους από τα κορυφαία κομματικά αξιώματα που κατείχαν.

Και τέλος, καλό θα είναι να μην αφήνουμε έξω από τον κάδρο τον τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, που ως σημαίνον στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας τότε, ήταν ο πρώτος που μίλησε δημόσια για την αντισυνταγματικότητα του πρώτου μνημονίου και του αιματηρού Μεσοπρόθεσμου, με δημοσίευμα του «Αδέσμευτου Τύπου» που επικαλούνταν δηλώσεις του να δίνει μπόλια καύσιμα στην αμφισβήτηση της πολιτικής της κυβέρνησης Παπανδρέου, με τον ίδιο να μιλά για «νομοσχέδιο κατασκεύασμα», για «κατάφωρη παραβίαση του άρθρου 79 παράγραφος 8 του Συντάγματος» και για τις ποινικές διώξεις που περιμένουν τους υπουργούς της κυβέρνησης που τότε ψήφιζαν τους μνημονιακούς νόμους.

Προφανώς, η Νέα Δημοκρατία δεν αλληθώριζε τυχαία τότε προς τους Αγανακτισμένους. Όσοι θυμούνται τα τότε γεγονότα, δέκα ημέρες πριν το πρώτο κάλεσμα των αγανακτισμένων, στην επάνω πλατεία είχε τοποθετηθεί ένα πανό που έγραφε «300 Έλληνες». Έπειτα, πράγματι αρκετές ημέρες της εβδομάδας η επάνω πλατεία γέμιζε με κόσμο που οι λαϊκές συνελεύσεις και οι συλλογικότητες δεν ήταν το αγαπημένο του σημείο. Παπάδες, στρατιωτικοί και διάφοροι άλλοι γραφικοί και μη τύποι, με σημαίες, εθνικούς ύμνους αλλά και άλλα άσματα. Σύνθεση που λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω αλλά και τα εκλογικά αποτελέσματα που ακολούθησαν, μάλλον με αυτήν των Ανεξαρτήτων Ελλήνων προσομοιάζει. Οι οποίοι με τη σειρά τους, χρόνια αργότερα, αιμοδότησαν και πάλι τη Νέα Δημοκρατία.

Ως επιστέγασμα συγκάλυψης και επιχείρησης ξαναγραψίματος της ιστορίας όλων των παραπάνω ήρθε σήμερα το χυδαίο ως προς τα κινήματα των ημερών εκείνων, ανιστόρητο και δόλιο πρωτοσέλιδο του Πρώτου Θέματος. Στο άρθρο του «Επιτέλους Ενώθηκαν! Όλοι τους Εναντίον της … Χρυσής Αυγής!» λίγες ώρες πριν την καταδικαστική απόφαση, ο αρχηγός της ναζιστικής συμμορίας χρησιμοποίησε για να επιτεθεί κατά… όλων τα υποστηρικτικά σχόλια των αναγνωστών της φυλλάδας για την «άδικη δίωξή» τους. Απόδειξη του κοινού που ακόμα και σήμερα απευθύνεται η φυλλάδα. Είναι αυτός ο λόγος που για ολόκληρο πρωτοσέλιδο για το «τέλος εποχής για αγανακτισμένους» δεν βρήκε ούτε μία φωτογραφία να βάλει, αλλά χρησιμοποίησε αυτή της εγκληματικής συμμορίας από τη Βουλή;

Πιθανότατα όχι, ο λόγος είναι απλός. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω εάν αυτή η ένταση της «γραμμής» κατά τις κινητοποιήσεις εκείνων των ημερών στοχεύουν τον ίδιο τον Αντ. Σαμαρά που και τότε επιχειρούσε να τζογάρει, κατά το προσφιλές του σπορ. Πάντως, σίγουρα δεν υπάρχει τέτοια φωτογραφία, παρότι η φυλλάδα, η Νέα Δημοκρατία, ο Πρωθυπουργός και αρχηγός της μαζί με πλήθος οικονομικών παραγόντων της χώρας θα ήθελαν πολύ να υπάρχει. Αντί αυτών, υπάρχουν χιλιάδες φωτογραφίες αγνών ανθρώπων, δημοκρατών, αριστερών, αναρχικών και πολλών ακόμα που πριν από εννέα χρόνια κατέβηκαν στον δρόμο για λόγους που η σημερινή συγκυρία θυμίζει όλο και περισσότερο. Και ίσως αυτό το τελευταίο να εξηγεί πολλά για την κατά μέτωπο επίθεση που βρίσκεται σε εξέλιξη εναντίον της ίδιας της πρόσφατης ιστορίας της χώρας.

Το λαϊκό κίνημα είναι το πραγματικό τείχος υπεράσπισης της δημοκρατίας

Η 7η Οκτώβρη σίγουρα θα καταγραφεί ως μια ιστορική μέρα νίκης στον διαχρονικό αγώνα απέναντι στον φασισμό τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Η πρόταση της εισαγγελέως κατέπεσε και η απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης για τον ρόλο της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης. Απομένει η απονομή των ποινών (που οι προβλεπόμενες με τον νέο Ποινικό Κώδικα Παρασκευόπουλου είναι αισθητά μειωμένες) για την ολοκληρωτική καταδίκη των νεοναζί. Οι δολοφόνοι του Παύλου Φύσσα, του Σαχζάτ Λουκμάν, οι πρωτοστάτες των επιθέσεων σε συνδικαλιστές, αντιφασίστες, πρόσφυγες και μετανάστες δεν είναι αθώοι, ποτέ δεν ήταν, είναι εγκληματική οργάνωση. Πρέπει να οδηγηθούν στη φυλακή χωρίς κανένα ελαφρυντικό, μέχρι να οδηγηθούν εκεί που πραγματικά ανήκουν, στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

Η μεγαλειώδης συγκέντρωση στην Αθήνα και οι μεγάλες συγκεντρώσεις σε διάφορες πόλεις έδειξαν ότι το πραγματικό τείχος υπεράσπισης της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων μας είναι το ίδιο το εργατικό και λαϊκό κίνημα, το κίνημα της νεολαίας, το πολύπλευρο και πολύμορφο αντιφασιστικό κίνημα, οι δημοκρατικοί άνθρωποι. Είναι οι δυνάμεις της μαχόμενης ριζοσπαστικής και κομμουνιστικής αριστεράς που μετά από χρόνια εμφανίστηκαν και έδρασαν από κοινού.

Η νίκη και απονομή δικαιοσύνης δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει κτήμα της κυβέρνησης της ΝΔ, της αντιμεταναστευτικής και ακροδεξιάς ρητορικής και  της θεωρίας των δυο άκρων που κάθε φορά που σπείρεται θερίζεται φασισμός.  Δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει κτήμα του ΣΥΡΙΖΑ που έπαιξε καθοριστικό ρόλο τόσο στην καθυστέρηση της ίδιας της δίκης όσο και σε διάφορα «ξεπλύματα» των νεοναζί (στάση στη Βουλή, επίσκεψη με Κασιδιάρη στο Καστελόριζο κλπ.)

Η απόφαση του δικαστηρίου και η ανάσα δικαίωσης και αισιοδοξίας που μας δημιούργησε δεν μπορεί να οδηγήσει σε εφησυχασμό ότι ξεμπερδέψαμε με το φασιστικό φαινόμενο.  Δεν είναι μόνο η αναμονή των ποινών, είναι η ίδια η φύση του σύγχρονου καπιταλισμού που μπροστά στην κρίση και τις αντιφάσεις του επιστρατεύει και αξιοποιεί την ακροδεξιά και τον φασισμό. Ειδικά στην Ελλάδα που οι δεσμοί δεξιάς και ακροδεξιάς, κράτους και παρακράτους είναι χρόνιοι και ισχυροί ξέρουμε καλά ότι έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας.  Δεν ξεμπερδέψαμε ούτε με τους φασίστες ούτε με όσους τους στήριξαν και τους ανέδειξαν,  έστω και αν τώρα εμφανίζονται με γερές δόσεις όψιμου και ψεύτικου αντιφασισμού. Η ίδια η απρόκλητη καταστολή της μεγαλειώδους διαδήλωσης έξω από το εφετείο με τη χρήση χημικών και αύρας, λίγες στιγμές μόλις μετά την ανακοίνωση της απόφασης και εν μέσω των πανηγυρισμών από τους διαδηλωτές, δείχνει ένα νέο γύρο κλιμάκωσης της επίθεσης στα δημοκρατικά δικαιώματα και τις λαϊκές ελευθερίες. Για αυτό απαιτούμε την εκκαθάριση των σωμάτων ασφαλείας και γενικά του κρατικού μηχανισμού από φασιστικά εγκληματικά στοιχεία, για αυτό παλεύουμε για την κατάργηση του πρόσφατου αντιδημοκρατικού νόμου για τις διαδηλώσεις και ζητάμε κατάργηση του Π.Δ.171/1991 που δίνει τη δυνατότητα στην αστυνομία να αυθαιρετεί.

Συνεχίζουμε στο δρόμο του αγώνα απέναντι στον φασισμό και το σύστημα που τον γεννά, για ζωή, ελευθερία και υπεράσπιση των δημοκρατικών μας δικαιωμάτων.

Να καταδικαστεί η Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση

Να καταδικαστούν οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί όλων των εγκλημάτων της

Την Τετάρτη 7/10 θα εκδοθεί η απόφαση για την πολύκροτη δίκη της Χρυσής Αυγής μετά από 5,5 χρόνια. Είναι κορυφαίας σημασίας ζήτημα η καταδίκη της οργάνωσης ως εγκληματικής και των φυσικών και ηθικών αυτουργών των εγκλημάτων της. Οι φασίστες δεν πρέπει να πέσουν στα μαλακά. Οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί των δολοφόνων του Φύσσα, του Λουκμάν, των επιθέσεων σε συνδικαλιστές, μετανάστες και αγωνιστές του LGBTQ+ κινήματος, δεν πρέπει να κυκλοφορούν ελεύθεροι, χύνοντας το ρατσιστικό και μισαλλόδοξο δηλητήριό τους.

Το φαινόμενο του φασισμού και των ρατσιστικών ιδεών δεν εξαντλείται φυσικά στην Χρυσή Αυγή. Όμως αυτή ήταν η προμετωπίδα και η πολιτική έκφρασή του στη χώρα μας στα χρόνια της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής κρίσης. Οι φασίστες ήταν τα καλύτερα μαντρόσκυλα των αφεντικών, από τους εφοπλιστές μέχρι μικροϊδιοκτήτες που εκμεταλλεύονται απλήρωτη εργασία μεταναστών/τριων. Δεν είναι «λαϊκό» ρεύμα ούτε «αντισυστημική» δύναμη όπως δήθεν διατείνονται. Στρέφονται ευθέως ενάντια στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, την Αριστερά, ακόμα και τις ριζοσπαστικές πολιτιστικές εκφράσεις που δεν τους αρέσουν όπως έδειξε η δολοφονία Φύσσα. Η καταδίκη τους στη λαϊκή συνείδηση είναι αναγκαία για να υπάρξει κοινωνική πρόοδος και τα χαστούκια που έφαγαν από το μαζικό, λαϊκό αντιφασιστικό κίνημα ήταν κομβικά για αυτό. Είναι όμως αναγκαία και η καταδίκη τους στο δικαστήριο, για να πάρουν ένα ακόμα αποφασιστικό χτύπημα που θα τους βάλει ξανά στο περιθώριο.

Ο φασισμός και η ακροδεξιά αποτελούν τέρας της αντιδραστικότητας του καπιταλισμού. Στη σύγχρονη εποχή, η πολιτική και οικονομική κρίση του συστήματος φέρνουν συνεχώς στην επιφάνεια ως εφεδρεία τέτοιες δυνάμεις  σε διεθνές επίπεδο. Σήμερα, που ο υποκινούμενος από την ακροδεξιά ανορθολογισμός ενάντια στην ύπαρξη της πανδημίας και  στη χρήση μάσκας, και οι εξελίξεις με το προσφυγικό και τα ελληνοτουρκικά αξιοποιούνται για μία πιθανή επανεμφάνιση τους, είναι χρέος να μην αφήσουμε περιθώριο και έδαφος για τη δράση τους.

Η φτώχεια και η ανεργία και η ακροδεξιά κυβερνητική και μιντιακή προπαγάνδα ενάντια στους πρόσφυγες και τους μετανάστες τόσο από την ΝΔ όσο και από την προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με την παράλληλη καλλιέργεια μιλιταριστικών και εθνικιστικών αντανακλαστικών, συνθέτουν ένα εκρηκτικό μείγμα που αξιοποιείται από τον φασισμό για την επανεμφάνισή του.

Απαιτείται η ριζοσπαστική δημοκρατική παρέμβαση του λαού σε όλα τα επίπεδα του κρατικού μηχανισμού για την εκρίζωση των φασιστικών και νεοναζιστικών στοιχείων από τα σώματα ασφαλείας, το στρατό και το δικαστικό σώμα. Η εκδίωξή τους από το μαζικό κίνημα, τα συνδικάτα και τις οργανώσεις των εργαζομένων και του λαού. Η αποκάλυψη και η τιμωρία των χορηγών τους από επιχειρηματίες και των υποστηρικτών τους από εκκλησιαστικούς κύκλους.

Να σταθούμε όλοι και όλες, λοιπόν, στο ύψος των περιστάσεων και το σύνθημα «δεν είναι αθώοι, είναι εγκληματική οργάνωση, οι ναζί στη φυλακή» να φτάσει παντού. Χρειάζεται η πάλη και ο αγώνας του λαού για το τσάκισμα του φασισμού σε οποιαδήποτε εκδοχή του.

Όλοι στις 7 Οκτώβρη στο Εφετείο – Προσυγκέντρωση στις 9.30 π.μ. στο ΜΕΤΡΟ Αμπελοκήπων

Συνεχίζουμε στον δρόμο του αγώνα για να στείλουμε τους φασίστες εκεί που ανήκουν, στο χρονοντούλαπο της ιστορίας!