Άρθρα

Εκλογή Τραμπ: Το τέλος ενός κύκλου και το αναπάντητο ερώτημα για την Ελλάδα

Οι αμερικάνικες εκλογές τουλάχιστον για έναν αιώνα απασχολούσαν όλες τις χώρες και τους ανθρώπους του πλανήτη. Οι τελευταίες όμως εκλογές, με την ανάδειξη του Τραμπ ως προέδρου των ΗΠΑ δημιούργησαν έναν παγκόσμιο πυρετό, που συνεχίζεται μέσα από χιλιάδες πανικόβλητες εκτιμήσεις, πολιτικές κρίσεις, ακροδεξιές φιλοδοξίες και συστημικούς φόβους…

Όλα αυτά καθόλου τυχαία, όταν μάλιστα συνεχίζεται ο πόλεμος στην Ουκρανία και υπάρχει ο φόβος για μετεξέλιξή του σε πυρηνικό και παγκόσμιο. Ένας πόλεμος που ήταν καταλύτης αλλαγής των πραγμάτων όχι μόνο στον δυτικό ευρωατλαντικό κόσμο, αλλά σε όλο τον πλανήτη. Τα άμεσα ορατά πραγματικά του αποτελέσματα, καθώς και οι αλληλεπιδράσεις του είναι :

Πρώτον, η υποβάθμιση της ΕΕ και η πρόθυμη εξάρτηση του διευθυντηρίου της (Γερμανία, Γαλλία) από τη θηλιά των ΗΠΑ. Μια ΕΕ που χρηματοδοτεί και εξοπλίζει τους Ουκρανοναζί ενώ αιμορραγεί ενεργειακά και πληρώνει το λογαριασμό από τις κυρώσεις που επέβαλε στη Ρωσία. Φυσικό επακόλουθο είναι να αυξάνεται ο προβληματισμός και οι φυγόκεντρες τάσεις χωρών από μια ΕΕ που βρίσκεται σε υποβάθμιση.

Δεύτερον, η επιτάχυνση της διαδικασίας συγκρότησης και διεύρυνσης των BRICS (που αποτυπώθηκε πρόσφατα στο Καζάν) με πρωτοβουλία Ρωσίας και Κίνας και τη συμμετοχή σημαντικών και αναπτυσσόμενων χωρών, που επιθυμούν την απεξάρτησή τους από το δολάριο και τις ΗΠΑ και αναζητούν έναν πολυπολικό κόσμο.

Τρίτον, το επίμονο λαχάνιασμα της οικονομίας, η κρίση χρέους που μαστίζει ιμπεριαλιστικές χώρες, η στασιμότητα και ο πληθωρισμός που απλώνονται σε πολλές περιοχές του κόσμου, οξύνουν παραπέρα τα προβλήματα. Ενισχύεται ένα πολεμικό κλίμα, μέσα από την εξαγγελία προστατευτικών πολιτικών και αύξησης των πολεμικών εξοπλισμών.

Τέταρτον, η διάχυτη δυσαρέσκεια, για τον κόσμο που οικοδομήθηκε κάτω από την μπαγκέτα των αγορών, της παγκοσμιοποίησης και της πολιτικής του λιγότερου κράτους, είναι το σημερινό φάντασμα που πλανιέται πάνω από τον κόσμο. Η αναπτυσσόμενη κοινωνική ανισότητα, ο φόβος, η αποξένωση και ο αποκλεισμός εκατομμυρίων ανθρώπων τείνουν πλέον να καταγράψουν (στη Δύση και ειδικά στις ΗΠΑ, είναι πλέον ορατό) δύο κόσμους, τον κόσμο των εξασφαλισμένων και τον κόσμο των αποκλεισμένων. Αυτός ο κόσμος, που διαρκώς αυξάνεται, είναι ο άτακτος και ανοργάνωτος στρατός ενάντια στο σύστημα. Η διεκδίκηση αυτού του «στρατού», αποτελεί τη βάση της αντιπαράθεσης της δεξιάς– ακροδεξιάς με την αριστερά. Ανεξάρτητα αν η σημερινή δυτική αριστερά, αδιαφορεί και έχει την πλάτη γυρισμένη σε αυτόν.

Υπάρχουν σειρά από ερωτήματα, που σαν κοινή συνισταμένη έχουν το ενδεχόμενο/επερχόμενο τέλος του κύκλου που άνοιξε πριν από μισό αιώνα εγκαινιάζοντας την εποχή του νεοφιλελευθερισμού και της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης κάτω από την ηγεμονία των ΗΠΑ (που έγινε πολύ εμφανής μετά την κατάρρευση του αντίπαλου και μη σοσιαλιστικού ανατολικού δέους):

– Θα συνεχίσουν –μπορούν, και αν ναι, πώς;– οι ΗΠΑ να είναι ο ηγεμόνας ή θα έχουν το τέλος των παλιών αυτοκρατοριών;

– Θα υπάρξει η ικανότητα (η δυνατότητα δεν αμφισβητείται) συγκρότησης ενός άλλου πόλου που θα απελευθερώσει δυνάμεις και θα βάλει τέλος στο ΤΙΝΑ («δεν υπάρχει εναλλακτική»);

– Θα μπορέσει η ΕΕ να μετασχηματιστεί η θα συνεχίσει εξαρτημένη και ουραγός στην «ιμπεριαλιστική αλυσίδα»; Η κρίση Γερμανίας και Γαλλίας, που επιφέρει και μια διαρκή επικίνδυνη πολιτική κρίση (ακροδεξιά ατζέντα, προστατευτισμοί, εθνικισμοί και σε αναμονή ακροδεξιά κόμματα εξουσίας), μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά και άμεσα ή η υφέρπουσα παρακμή θα δώσει ένα τέλος στο εγχείρημα της ΕΕ δικαιώνοντας όλους όσους εκτιμούσαν το θνησιγενές και το αδύνατο αυτής της ένωσης;

Ο Τραμπ πρόταξε το πρόγραμμα της Make America Great Again (Κάντε την Αμερική Μεγάλη Ξανά) τοποθετώντας πολιτικά στο κέντρο του την οικονομία και χρωματίζοντάς την ιδεολογικά με τον εθνικισμό, τον ρατσισμό και την αντι-woke ατζέντα. Στην πραγματικότητα ο Τραμπ επιδιώκει να αλλάξει τους όρους και το μοντέλο της σημερινής παγκοσμιοποίησης. Η παγκοσμιοποίηση δεν αμφισβητείται από κανένα, θεωρείται μία μη αντιστρεπτή διαδικασία στην ιστορία της ανθρωπότητας. Βεβαίως ο κάθε ιμπεριαλιστής θέλει οι όροι της παγκοσμιοποίησης να υπηρετούν πρωτίστως τα δικά του συμφέροντα. Αυτή όμως η έννοια του ανταγωνισμού των «μεγάλων δυνάμεων», που συνοδεύεται από την ανισόμετρη ανάπτυξή τους, είναι και όρος αυτοναρκοθέτησης της παγκοσμιοποίησης.

Ο Τραμπ με την MAGA διεκδικεί την ανακοπή της σταδιακής απώλειας της οικονομικής υπεροχής, τη σταθεροποίηση και την αναβάθμιση της ηγεμονίας των ΗΠΑ. Γνωρίζει επιπλέον πως η οικονομική συρρίκνωση των ΗΠΑ επιδρά άμεσα στα κατώτερα και αδύναμα ταξικά-λαϊκά στρώματα, δημιουργώντας ένα επικίνδυνο κοκτέιλ για τη σταθερότητα του κράτους του. Γι’ αυτό και οι προστατευτισμοί κυρίως απέναντι στην Κίνα αλλά και στην Ευρώπη (με άμεσο κόστος για Γερμανία και Γαλλία που έχουν και τα μεγαλύτερα ποσοστά εξαγωγών τους προς τις ΗΠΑ). Η οικονομία στο τιμόνι, ενώ η στρατιωτική ισχύς θα αποτελεί το εργαλείο και όχι την κεντρική κατεύθυνση για το κράτημα της ηγεμονίας. Αυτή φαίνεται να είναι μια βασική διαφορά μεταξύ Τραμπ και δημοκρατικών. Το σε τι αντιθέσεις και το ποιες αντιφάσεις (που είναι φανερό ότι δημιουργεί η αλλαγή των όρων της παγκοσμιοποίησης) θα βρεθεί να αντιμετωπίζει η πολιτική Τραμπ, καθώς και η ικανότητα και ο τρόπος αντιμετώπισής τους είναι ζητούμενο. Καθώς και επικίνδυνο. Έτσι κι αλλιώς όμως, τα χαρτιά ξαναμοιράζονται και αυτό προκαλεί αύξηση του πυρετού και των αναζητήσεων. Γιατί πρόκειται για αλλαγή κατά το δοκούν του μίγματος της αμερικάνικης ιμπεριαλιστικής πολιτικής, το οποίο φαίνεται πως τρομάζει και ξεβολεύει τους «πρόθυμους φίλους» της (ΕΕ), περισσότερο από τους ανταγωνιστές της. Η ασφάλεια που προσφέρει το ΝΑΤΟ πρέπει να πληρώνεται και όχι να προσφέρεται δωρεάν. Άρα Ευρωπαίοι (κατά συνέπεια βλέπε εργαζόμενοι και λαϊκά στρώματα) πληρώστε για την ΝΑΤΟϊκή ασφάλεια από τους μισθούς σας και από τις περικοπές των δαπανών για την υγεία, την εκπαίδευση, την ασφάλισή σας… Ο Τραμπ μοιάζει να αντιλαμβάνεται ότι το δυναμικό και δεσπόζον κομμάτι της οικονομίας αφορά στην καινοτομία, στις πλατφόρμες, στην τεχνητή νοημοσύνη, στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα κ.ά. Καθόλου τυχαία, μάλλον ορισμένοι επιχειρηματίες και γκουρού αυτής της οικονομίας τάσσονται δίπλα στον Τραμπ, ακόμα και σε κυβερνητικές θέσεις, ενώ οι δημοκρατικοί της Καμάλα Χάρις, μονίμως φιλικοί στην Γουόλ Στρητ, φάγανε μαύρο από ένα πλήθος με αυξημένο λαϊκό μίσος για τον «ναό του τζόγου».

Σήμερα ο κύκλος ή οι κύκλοι μοιάζουν να φτάνουν στο τέλος τους (το πόσο θα πάρει αυτό είναι ένα ζήτημα, όπου και οι λαοί έχουν λόγο). Βρισκόμαστε μπροστά σε έναν χαοτικό και απρόβλεπτο κόσμο. Αυτό τουλάχιστον εισπράττει σαν αίσθηση ο δυτικός κόσμος και ειδικότερα ο ευρωπαϊκός της ΕΕ. Ας κάνουμε και μια αναγκαία γενική παρένθεση. Οι πολυποίκιλες κρίσεις (χρηματοπιστωτική, πανδημίας, πολεμική, ενεργειακή…) αποδεικνύουν χρεοκοπίες αυτών των κύκλων που έχουν ονοματεπώνυμο. Καπιταλιστικό σύστημα και νεοφιλελεύθερη πολιτική. Επί μισό αιώνα χωρίς αντίπαλο το καπιταλιστικό σύστημα απέδειξε την χρεοκοπία του. Καμιά απολογητική λοιπόν, απέναντι στους χρεοκοπημένους , για τον σοσιαλισμό που δεν πρόλαβε καν να σβήσει τα 50 κεράκια του.

Οι κοινωνίες στη δύση είναι διχασμένες. Από τη μια, ο λαϊκός κόσμος που ζει μέσα στην αμηχανία, τη δυσαρέσκεια και τη ζαλάδα, είναι περισσότερο μοναχικός και φοβισμένος, ταυτόχρονα εχθρικός σε αυτό και σε αυτούς που νομίζει ότι αποτελούν το σύστημα… Από την άλλη, ο κόσμος του συστήματος μοιάζει να απειλείται, να χάνει τις σταθερές και τον ρυθμό του, τρομάζει στην αναζήτηση άλλου προσανατολισμού. Η έκθεση Ντράγκι-Λέτα που συζητήθηκε στην άτυπη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, δείχνει προς μια πολιτική «εθνικής ισχύος» της ΕΕ, αλλά χωρίς την ικανότητα ενιαίας χρηματοδότησης (λόγω κυρίως της άρνησης της Γερμανίας) για τη συγκρότηση και ανάπτυξη αυτής της ισχύος. Η ΕΕ μοιάζει με ένα γερασμένο και εν παραλύσει οργανισμό. Δεν μεταρρυθμίζεται, δεν εκδημοκρατίζεται. Δεν υπολογίζεται καν σαν δυνατός παίκτης ούτε από τον Ατλαντικό, ούτε από τον Ειρηνικό.

Έχουν σχέση όλα αυτά με την Ελλάδα; Θα συνεχίσουμε στην ίδια κατεύθυνση, την ίδια πορεία; Θα παραμένει αναπάντητο το ερώτημα του ποιος, πότε και πώς θα αφυπνίσει τη χώρα;

Γιατί όσο συνεχίζουμε στο δόγμα «ανήκουμε στη δύση», τόσο ο λαός θα ζει καταστροφές υποβαθμίσεις, περιορισμό της ευημερίας του… Τόσο θα συρρικνώνεται η εναλλακτική που θα απελευθερώσει δυνάμεις και δυνατότητες. Η αστική τάξη δεν θέλει και δεν μπορεί. Η αστική τάξη περιμένει τον «πατερούλη» που λέγεται Αμερική και την μητέρα που λέγεται ΕΕ. Πορεύτηκε και στηρίχτηκε πολλάκις και πολλαπλώς (ακόμα και στην απώλεια της εξουσία της) από τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Επέλεξε τον μεταπρατισμό, διέλυσε την παραγωγική ικανότητα και δυνατότητα της χώρας, ρεφάροντας με τον τουρισμό, τις υπηρεσίες και το real estate. Δεν απέχουμε πολύ από αυτό που λέει η λαϊκή σοφία «παράγουμε σουβλάκια και γκαρσόνια»…

Σήμερα είναι επιτακτική ανάγκη, και η συγκυρία ανοίγει παράθυρα και δημιουργεί ευκαιρίες, για να υπάρξει μια διαφορετική πορεία αφύπνισης και απελευθέρωσης για τον ελληνικό λαό. Υπάρχουν δύο προϋποθέσεις σε αυτή την κατεύθυνση. Η μία είναι η ανεξαρτησία από ΕΕ και ΗΠΑ/ΝΑΤΟ, η άλλη είναι η παραγωγική συγκρότηση και δημιουργία μιας οικονομίας που θα στηρίζεται στις πραγματικές δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα της χώρας. Μιας οικονομίας που θα μπορεί να ανταποκρίνεται στις δυσκολίες που θα προκύπτουν από τις γεωπολιτικές αναταράξεις και οποιεσδήποτε κρίσεις. Αυτές οι δύο κεντρικές κατευθύνσεις-προϋποθέσεις θα εξυπηρετήσουν πρωτίστως τις ανάγκες και τα όνειρα της πλειονότητας των νέων. Της νεολαίας που έχει χάσει τις προσδοκίες της, που αντιλαμβάνεται ότι δικαιοσύνη, εκπαίδευση, υγεία και ίσες ευκαιρίες δεν απασχολούν ένα διαλυμένο αδιάφορο κράτος και σύστημα, που λειτουργεί μνημονιακά και κάτω από τις θηλιές της ΕΕ, του συμφώνου σταθερότητας και του χρέους. Μια νεολαία, που δεν χωράει στον κόσμο των λίγων, που δεν υπολογίζεται παρά μόνο σαν εκμεταλλευόμενο και κακοσυντηρημένο εξάρτημα μιας μηχανής και ενός συστήματος των λίγων. Τα αιτήματα της ανεξαρτησίας και μιας άλλης οικονομίας αφορούν το σύνολο των εργαζομένων της χώρας καθώς και την θαμπή μικρομεσαία τάξη που αντιλαμβάνεται τη σημερινή και την παραπέρα μελλοντική απαξίωση και υποβάθμισή της.

Για να αλλάξουν τα πράγματα στη χώρα και στην κοινωνία είναι απαραίτητη η πολιτική. Απαραίτητο όρο αποτελεί η ύπαρξη ενός οργανωμένου πολιτικού ρεύματος, μιας πολιτικής δύναμης, που θα αναλάβει την ευθύνη να σηκώσει αυτή τη σημαία της αφύπνισης και της αλλαγής. Δεν υπάρχει και πρέπει να οικοδομηθεί. Η οικοδόμηση αφορά όλους τους προοδευτικούς και αριστερούς ανθρώπους και δυνάμεις που δεν «βγάζουν σπυράκια» με το αίτημα της ανεξαρτησίας, που αναγκαστική προτεραιότητα έχουν να ανακόψουν την αποξένωση από τα λαϊκά και εργατικά στρώματα, να δώσουν τέλος στη φλυαρία και τον ακαδημαϊσμό, στην αυτοαναφορικότητα, την κομματική ιδιοτέλεια, το σεχταρισμό και τον πολιτικό αυτισμό και ιδεολογισμό της «δευτέρας παρουσίας». Η υπαρκτή αριστερά, που έχει πάρει διαζύγιο από την εργατική τάξη, που έχει εξορίσει ακόμα και την έννοια του ιμπεριαλισμού, για δεκαετίες βλέπει την πολιτική της γραμμή να έρχεται σε σύγκρουση με την πραγματικότητα, να μην είναι χρήσιμη και ελκυστική στα λαϊκά στρώματα, να είναι ακίνδυνη για το σύστημα, και επιμένει στην ίδια κατεύθυνση. Η αφύπνιση αφορά και την ίδια.

Για να μην αφήσουμε την ακροδεξιά να γίνει μόδα, μεταδοτικός ιός και κίνδυνος και στην Ελλάδα, οφείλουμε όλοι όσοι τοποθετούμαστε ή νομίζουμε πως είμαστε στην αριστερή και στη σωστή πλευρά της ιστορίας, να αναλάβουμε την ευθύνη της ανάδειξης του αιτήματος της ανεξαρτησίας και της αλλαγής του χαρακτήρα και προσανατολισμού της οικονομίας, αλλά και της συγκρότησης του αντίστοιχου πολιτικού ρεύματος.

Είναι ένα δρόμος που ξεβολεύει, που αποδεικνύει στην πράξη την χρεοκοπία του συστήματος και της αστικής τάξης, ένας δρόμος, που οδηγεί στην χειραφέτηση.

Ένα σύγχρονο πολιτικό πρόγραμμα είναι αναγκαίο απέναντι στο σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα

Το «τέλος» των μνημονίων εγκαθίδρυσε ένα καθεστώς που σε τίποτα δεν θυμίζει την κοινωνική και εργασιακή πραγματικότητα πριν από την κρίση. Όχι μόνο δεν επιστρέψαμε στα προ του 2008 τοπία αλλά σε συνδυασμό και με τον ακραίο πληθωρισμό που πυροδότησε η πανδημία οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα βυθίζονται όλο και περισσότερο στον πάτο.  Σύμφωνα με τα γνωστά πλέον στοιχεία από την έρευνα της Eurostat, η Ελλάδα όχι μόνο δεν επανέρχεται στα προ- κρίσης επίπεδα αντίθετα κατρακυλάει στον πάτο τον χωρών της ΕΕ -3η από το τέλος- όσον αφορά την αγοραστική δύναμη που έχει ο μέσος μισθός πλήρους απασχόλησης στην Ελλάδα.

Που οφείλεται όμως αυτή η κατάσταση αφού βγήκαμε από τα μνημόνια και η ανεργία έχει υποχωρήσει κάτω από το 10%; Γιατί δεν επιστρέφουμε σε μια προμνημονιακή κανονικότητα;

  • Πολύ υψηλός πληθωρισμός στα τρόφιμα που καθιστά την επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ εφιάλτη εν απουσία και δικτύων προστασίας του καταναλωτή. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ οι τιμές έχουν αυξηθεί 47% σε σχέση με το 2020. Η αύξηση αυτή πυροδοτήθηκε σε σημαντικό βαθμό από την κούρσα του δυτικού κόσμου ΗΠΑ και ΕΕ να βγουν μπροστά από τους υπόλοιπους την περίοδο της πανδημίας τυπώνοντας τεράστιες ποσότητες χρήματος από τις κεντρικές τους τράπεζες- «φωτοτυπίες δολαρίων και ευρώ» που θα στήριζαν αγορές εμβολίων, επάρκεια τροφίμων και εφοδιαστικών αλυσίδων και το σύμφωνο σταθερότητας στις καλένδες όταν απειλήθηκε ο σκληρός- πυρήνας την ΕΕ.
  • Εκτίναξη του κόστους στέγης. Από το 2015 έως το 2023, οι τιμές πώλησης των κατοικιών αυξήθηκαν κατά 48% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τη Eurostat. Στη χώρα μας οι τιμές πώλησης των κατοικιών αυξήθηκαν από το 2017 έως το 2024 κατά 88% στην Αττική και κατά 69,2% πανελλαδικά. Φυσικά στην Ελλάδα η αύξηση αυτή οδηγείται από τον κατακλυσμό της αγοράς νέων ιδιοκτητών κινέζων, ισραηλινών, λιβανέζων, κλππου τα τελευταία χρόνια συστηματικά τοποθετούν μεγάλες ποσότητες κεφαλαίων στην αγορά κατοικίας κυρίως στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας.
  • Αύξηση των λογαριασμών ρεύματος. Σχεδόν διπλασιασμός των τιμών σε σχέση με το 2018. Εδώ τεράστιο ρόλο παίζει η εγκαθίδρυση του target model που νομοθέτησε ο ΣΥΡΙΖΑ και καθορίζει τις τιμές πώλησης ρεύματος ανάλογα με το καύσιμο που έχει χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή τους και η εγκληματική πολιτική της βίαιης απολιγνιτοποίησης χωρίς κανένα μακροπρόθεσμο σχέδιο απλά και μόνο κατ’ επιταγή της ΕΕ και για να γίνει η χώρας μας για άλλη μια φορά καλός πελάτης των εταιριών κατασκευής φωτοβολταϊκών, ανεμογεννητριών και φυσικά ηλεκτρικών αυτοκινήτων κεντρικο- ευρωπαικής προέλευσης. Άλλη μια φορά αποδείχτηκε περίτρανα ότι η απελευθέρωση του μονοπωλίου στην παραγωγή και προμήθεια ρεύματος όχι μόνο δεν έριξε τις τιμές αλλά έγινε προκειμένου να στηριχθούν τα κέρδη των ιδιωτών παρόχων που «τυγχάνουν» και κατασκευαστές δημοσίων έργων, εργοστασιάρχες, πετρελαιάρχες και φυσικά εκδότες και καναλάρχες. Το γεγονός ότι η πλειοψηφία της ΔΕΗ παραμένει δημόσια- και δεν έχει πλήρως ιδιωτικοποιηθεί- φαίνεται να γίνεται προκειμένου με κρατικές πολιτικές να εξασφαλίζονται τα συμφέροντα των παρόχων μέχρι να ενηλικιωθεί το σύστημα απομύζησης του λαού και να μπορεί να περπατήσει μόνο του. Τότε θα μπορεί να ιδιωτικοποιηθεί και η ΔΕΗ 100% τάχα για την αποπληρωμή μιας ακόμα δόσης χρέους.
  • Υποβάθμιση της δημόσιας δωρεάν παιδείας. Από την βρεφική ηλικία μέχρι την ανώτατη εκπαίδευση, τα χιλιάδες κενά, οι ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή, οι κακοπληρωμένοι εκπαιδευτικοί, οδηγούν γονείς και παιδιά στην ιδιωτική εκπαίδευση. Αυτό δεν γίνεται πάντα στην αναζήτηση του «καλύτερου για τα παιδιά μου» αλλά προκειμένου να πληρείται ένα μίνιμουμ συνθηκών (πρόγραμμα, ωράριο, φύλαξη) που να επιτρέπει στους γονείς να δουλεύουν 9-5 για να ανταποκριθούν στα υπόλοιπα καθήκοντα τους. Ειδικά για την τριτοβάθμια εκπαίδευση όλο και λιγότερες οικογένειες μπορούν πλέον να ανταποκριθούν και να στείλουν τα παιδιά τους στην επαρχία και να πληρώνουν ένα ακόμα ενοίκιο για όσο διαρκούν οι σπουδές τους. Παράλληλα, ολοκληρώνεται σε μεγάλο βαθμό η αναδιάρθρωση -με την θεσμική πλέον κατοχύρωση των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην πραγματικότητα ιδιωτικών ΙΕΚ που όμως θα προσφέρουν ισότιμα πτυχία με τα υποβαθμισμένα δημόσια- οδηγώντας σε μια κατάσταση συνολικής υποβάθμισης του «ντόπιου» εκπαιδευτικού συστήματος. Έτσι τα «μεσαία στρώματα(;)» δεν θα χάνουν χρόνο με πανελλήνιες, μηχανογραφικά κλπ. και θα στέλνουν κατευθείαν τα παιδιά τους στην και ελληνική τριτοβάθμια ιδιωτική εκπαίδευση ενώ οι «πλούσιοι», γόνοι κλπ. ούτως ή άλλως σπουδάζουν στα πανεπιστήμια της Δύσης.
  • Υποβάθμιση/ εμπορευματοποίηση της υγείας. Η διάλυση της δημόσιας υγείας που αναδείχτηκε με κραυγαλέο τρόπο την περίοδο της πανδημίας «χαρίζοντας» στην χώρα μας την μια αρνητική πρωτιά μετά την άλλη σε θανάτους ανά κατοίκους παρά την παροιμιώδη υπομονή και υπακοή του λαού στα περιοριστικά μέτρα την περίοδο του lock down, το κλείσιμο (λέγε με συνένωση) νοσοκομείων/ τμημάτων, η ιδιωτικοποίηση εντός των δημόσιων κλινικών, το «μεγάλο κόλπο» με τους επικουρικούς γιατρούς, οι τεράστιες ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό, οι πολύ χαμηλοί μισθοί σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, τα εξαντλητικά ωράρια, το απαρχαιωμένο σύστημα διασύνδεσης και διοίκησης, η απουσία δομών πρωτοβάθμιας περίθαλψης αλλά και η φυγή προς τον «ιδιωτικό τομέα» μεγάλου μέρους του έμπειρου ιατρικού/ νοσηλευτικού προσωπικού- που σπούδασε και εκπαιδεύτηκε με δημόσιο χρήμα- σε αναζήτηση καλύτερων συνθηκών επιβαρύνουν και το κόστος διαβίωσης- επιβίωσης του λαού ακόμα περαιτέρω. Όλο και περισσότεροι στρέφονται στα ιδιωτικά πακέτα ασφάλισης τους οποίους τον πλασιέ κάνει με τεράστια επιτυχία ο Μητσοτάκης με τον Άδωνη τα τελευταία χρόνια.
  • Χαμηλοί μισθοί παρά την πτώση του ποσοστού της ανεργίας. Στον καπιταλισμό, η αύξηση των ανέργων οδηγεί σχεδόν αυτόματα σε μείωση των μισθών και δικαιωμάτων όσων εργάζονται, η μείωση των ανέργων όμως δεν οδηγεί σε αύξηση των μισθών των εργαζομένων. Η αντίθεση είναι γνωστή από παλιά, όμως στην Ελλάδα υπάρχει και το επιβαρυμένο παρελθόν της παραγωγικής από- συγκρότησης της χώρας, ο μεταπρατικός χαρακτήρας της οικονομίας, η διάλυση της κτηνοτροφικής/ γεωργικής παραγωγής, της μεσαίας βιοτεχνίας και της βιομηχανίας κατ’ απαίτηση της ΕΕ είτε με το μοντέλο τον κρατικοποιήσεων, είτε των ιδιωτικοποιήσεων εσχάτως. Η μετατροπή της Ελλάδας σε χώρα υπηρεσιών και τουρισμού δημιουργούν μια αγορά εργασίας χαμηλής προστιθέμενης αξίας, μη ανταγωνιστικής λόγω και ενιαίου νομίσματος και ακριβή στην λειτουργία λόγω κόστους ενέργειας και καυσίμων. Ενώ οι συνθήκες εργασίας εντατικοποιούνται τα ουσιαστικά μέτρα ασφαλείας διαρκώς περιστέλλονται με αποτέλεσμα την ραγδαία αύξηση θανατηφόρων- και μη- εργατικών ατυχημάτων.
  • Η Ελλάδα είναι αιχμάλωτη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Το βάθεμα της εξάρτησης από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό που υλοποιείται συστηματικά τα τελευταία πολλά χρόνια αλλά που κατά καιρούς παρουσιάζει διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά έχει περάσει σήμερα σε μια νέα φάση. Ήδη από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με την συμφωνία των Πρεσπών, μέχρι την κυβέρνηση Μητσοτάκη με την πρόσδεση στο άρμα του ΝΑΤΟ σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, την αποστολή ελληνικών οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία, το άνοιγμα της βάσης στην Αλεξανδρούπολη σαν βασικό σημείου τροφοδότησης του πολέμου με αμερικάνικο υλικό, τη στάση σχετικά με την γενοκτονία στην Γάζα και τον Λίβανο, την αποστολή φρεγάτας στην Υεμένης όλα τα παραπάνω αποτελούν μια ποιοτική αναβάθμιση και φυσικά δεν είναι άσχετα με την στάση που παίρνει συνολικά και η ΕΕ. Επιπλέον, η κοινή γνώμη προετοιμάζεται εδώ και καιρό με δηλώσεις παραγόντων και «σοφών» για λύσεις στα ελληνοτουρκικά σε βάρος των συμφερόντων του ελληνικού λαού. Σε μια εποχή που ο κόσμος κινείται ταχύτερα προς την κατεύθυνση ενός πολυπολικού κόσμου που- χωρίς να αμφισβητείται η παγκοσμιοποίηση- και άλλες χώρες διεκδικούν χώρο στο διεθνή καταμερισμό, η εξωτερική πολιτική της χώρας μοιάζει πιο μονοδιάστατη και δεδομένη από ποτέ.

Αν περιγράφαμε συνοπτικά την παραπάνω κατάσταση σαν το σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα ποια θα μπορούσε να είναι μια πολιτική απάντηση σε αυτό και ποιες θα ήταν εκείνες οι δυνάμεις ταξικά και πολιτικά που θα μπορούσαν να το πραγματώσουν;

Μιλώντας πιο γενικά απαιτείται μια κεντρική γραμμή, ένα συνεκτικό νήμα, που να ενώσει πολιτικά και κοινωνικά τους εργαζόμενους και τον λαό πάνω σε ένα σύγχρονο πολιτικό πρόγραμμα ανατροπής του κοινωνικού προβλήματος. Αναζητείται εκείνη η κατεύθυνση που θα ενώσει τους μικρούς και μεγάλους αγώνες σε τροχιά αλλαγής του συσχετισμού δύναμής. Τα παραπάνω αποτελούν το εκρηκτικό μείγμα ξεσπασμάτων και ρωγμών. Μια συνολική πολιτική τοποθέτηση για το πώς προετοιμάζεσαι και τι μπορείς να κάνεις για να βοηθήσεις στο να υπάρξουν ξεσπάσματα επιταχύνοντας τον χρόνο είναι αναγκαία. Ποιο είναι εκείνο το ποιοτικό βήμα που όταν συντελεστεί θα τροποποιήσει γοργά τον συσχετισμό δύναμης προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας; Ποιος είναι ο αποφασιστικός στόχος; Αλλά βασικά ποιος ή ποιοι είναι διατεθειμένοι να ανοίξουν τον δρόμο περπατώντας σε αυτήν την κατεύθυνση;

Απαιτείται μια βασική εκτίμηση για το πως θα κινηθεί ο αντίπαλος-η αστική τάξη, η κυβέρνηση, οι κοινωνικοί της σύμμαχοι, τα υπόλοιπα κόμματα και ο διεθνής παράγοντας την επόμενη περίοδο καθώς και η αναζήτηση του μηχανισμού με τον οποίο εξασφαλίζεται συναίνεση από τα φτωχά και υπό φτωχοποίηση λαϊκά στρώματα.

Μετά την- με πάταγο- εξαΰλωση του χώρου που κάλυψε επί σχεδόν μια 10ετία ο ΣΥΡΙΖΑ οδηγούμαστε σε ένα ιδιότυπο πολιτικό σύστημα με χαρακτηριστικά διπολισμού χωρίς όμως την παλιά πυγμή και ποσοστά.

  • Η ΝΔ φαίνεται να μπορεί να κινηθεί εκλογικά από 20-30% όντας ο βασικός πόλος του συστήματος και ο κύριος εκφραστής της αστικής τάξης της χώρας. Κοινωνικά έχει τριγμούς λόγω της εκτίναξης του κόστους διαβίωσης και πολιτικά έχει τριγμούς από τα δεξιάς της με τα πολλά ακροδεξιά κόμματα και κομματίδια που έχουν δημιουργηθεί, όμως ακόμα ελέγχει το παιχνίδι γιατί εν απουσία μιας «ισχυρής προσωπικότητας» ο χώρος της ακροδεξιάς ή «Νέας Δεξιάς» είναι διασπασμένος και ο κάθε σχηματισμός φιλοδοξεί να εκφράσει ένα μικρό κομμάτι της κοινωνίας παρά έναν «δεξιό ριζοσπαστικό αντι-συστημισμό». Όσο η ΝΔ και ο Μητσοτάκης συνομιλεί προνομιακά και εκφράζει εκλογικά αυτό που λέγεται «κέντρο» φαίνεται ότι μπορεί να κυριαρχήσει στο παιχνίδι εξουσίας μόνος- είτε με μικρότερους συμμάχους που όμως δεν θα επηρεάσουν καθόλου το «μίγμα πολιτικής». Αν η διαγραφή Σαμαρά αποτελέσει πυροκροτητή ευρύτερων ανασχηματισμών στα δεξιά της ΝΔ αυτό μένει να φανεί σε συνδυασμό και με την στροφή που συντελείται σε ευρωατλαντικό επίπεδο με την εκλογή Τραμπ και την άνοδο της νέας εκδοχής της δεξιάς σε Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία κλπ.
  • Το ΠΑΣΟΚ ελλείψει αντιπάλου θα προσπαθήσει και αυτό να συνομιλήσει με το «κέντρο» και να επαναπατρίσει ψηφοφόρους που έχασε την τελευταία 10 ετία. Πιθανά θα ενσωματώσει βουλευτές που θα μείνουν ορφανοί από την διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ο χώρος τον οποίο το σύστημα Μητσοτάκη έχει επιλέξει να βάλει στο κάδρο σαν τον βασικό του αντίπαλο γιατί ξέρει ότι μπορεί να συμπορευθεί μαζί του σε όλες τις στραβές που μπορεί να τύχουν.
  • Η Ακροδεξιά με τα διάφορα κόμματα της αθροίζει ένα διόλου αμελητέο ποσοστό κοντά στο 15%. Για πρώτη φορά το άθροισμα δεξιάς- ακροδεξιάς είναι περισσότερο από 50%. Αν θα καταφέρει να καβαλήσει το κύμα της νέας πραγματικότητας που δημιουργείται σε ευρωατλαντικό επίπεδο με την εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ αλλά και την άνοδο της νέας δεξιάς σε Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ουγγαρία κλπ. και να εκφράσει τους «ριγμένους της παγκοσμιοποίησης» αλλά γκρέκα μένει να φανεί. Η άλλη εκδοχή της, η ναζιστική και εγκληματική άκρα δεξιά, φαίνεται να έχει ακόμα ερείσματα κυρίως στην νεολαία και ακόμα και μέσα από την φυλακή οι πρώην της αρχηγοί της Χρυσής Αυγής φαίνεται να επηρεάζουν ένα δυναμικό.
  • Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την ξεφτίλα που ακολούθησε η εκλογή Κασελλάκη οδηγείται και στην τυπική διάλυση. Τρία κόμματα έχουν ήδη προκύψει σαν θραύσματα της διάλυσης τα οποία θα κινούνται στο όριο της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης εκλιπαρώντας για μια ψήφο στις όποιες εκλογές. Ο κόσμος που εξέφρασε ο ΣΥΡΙΖΑ θα μετακινηθεί είτε προς το ΠΑΣΟΚ είτε το ΚΚΕ εκλογικά αλλά βασικά έχει ήδη αναδιπλωθεί καθώς οι συνθήκες που γέννησαν την εκρηκτική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ έχουν πλέον τροποποιηθεί.
  • Το ΚΚΕ είναι το άγαλμα της πολιτικής ζωής- δεν απειλεί και δεν απειλείται. Αρκείται σε έναν γενικό αντικαπιταλιστικό λόγο με μπόλικες «αντεπιθέσεις» και «ξεσηκωμούς» που όμως δεν έρχονται, ενώ από τον λόγο του απουσιάζει οποιαδήποτε πολιτική αιχμή όταν ζητήματα που είναι τάχατης «ταυτοτικά» για το ΚΚΕ τέθηκαν στην ημερήσια διάταξη (ευρωμονόδρομος, πόλεμος, λιτότητα). Η εκλογική άνοδος του κόμματος, του ΠΑΜΕ, της ΠΚΣ και όλων των πλατιών σχημάτων που ελέγχει δεν έχουν οδηγήσει σε ποσοτική και ποιοτική αναβάθμιση των αγώνων, με αποκορύφωμα την νηνεμία στα ΑΕΙ σχετικά με την γενοκτονία στην Γάζα. Το ποιοτικό στοιχείο εδώ έχει να κάνει με την ολοκλήρωση της μετάλλαξης σε ένα «αντικαπιταλιστικό» κόμμα καθώς έχει εξαφανιστεί το καθήκον της πάλης με τον ιμπεριαλισμό από τον λόγο και την δράση του κόμματος αλλά και η ανάλυση για την θέση της Ελλάδας στο σύγχρονο κόσμο η οποία μάλλον είναι μια ιμπεριαλιστική χώρα. Το ΚΚΕ αναμένεται να κρατήσει ένα σταθερό ποσοστό το οποίο θα αυξάνεται τις ήρεμες μέρες και θα συρρικνώνεται όταν υπάρχει κοινωνική αναταραχή.
  • Το ΜΕΡΑ25 και οι υπόλοιποι σχηματισμοί της ριζοσπαστικής αριστεράς αδυνατούν να απαντήσουν και να ανταποκριθούν στο καθήκον της οργάνωσης του λαού, της πολιτικής έκφρασης των διεκδικήσεων του και της αποτελεσματικής πάλης του. Ξαναζούμε την χρεοκοπία των «λύσεων» που προτάθηκαν στον κόσμο της αριστεράς και ζούμε την αρνητική πλευρά αυτής της χρεοκοπίας όπου περισσεύει η απαισιοδοξία, η απογοήτευση, η καχυποψία, η αποδιοργάνωση και τελικά η φθορά ενός αξιόλογου δυναμικού αγωνιστών. Δεν ιεραρχούν το καθήκον της ανασυγκρότησης ενός κομμουνιστικού φορέα με λαϊκά χαρακτηριστικά και την δημιουργία μια σύγχρονης αριστερής δύναμης σε σύνδεση με τις επικίνδυνες τάξεις ψηλά στο πολιτικό τους καθηκοντολόγιο. Παρά τις όποιες -διόλου ευκαταφρόνητες- προσπάθειες έγιναν τα τελευταία χρόνια να βρεθεί και να συμπορευτεί ένα δυναμικό πάνω στο καθήκον της οικοδόμησης κομμουνιστικής οργάνωσης λόγω των ουσιαστικών αποκλίσεων σε επίπεδο ιεραρχήσεων, γλώσσας, στυλ παρέμβασης και λειτουργίας δεν καρποφόρησαν. Οι σημερινές «συμπορεύσεις» περισσότερο αποτελούν αντανάκλαση της ανημπόριας και αμυντικές «στρατηγικές» παρά ελπιδοφόρα εγχειρήματα.

Στη χώρα μας, παρόλα αυτά, υπάρχουν πολλές δυνάμεις που αγωνίζονται στους κοινωνικούς χώρους, που οργανώνονται και επιμένουν, που αναμένουν παρακολουθώντας τις εξελίξεις και που οργίζονται και δεν ξεχνούν τον αντίπαλο. Δεν συναποτελούν ένα μέτωπο ούτε στρατεύονται στην ίδια συλλογικότητα είτε στο χτίσιμο μιας νέας κομμουνιστικής αριστεράς. Παραμένουμε στην θέση ότι είναι δυνατόν και απαραίτητο να ανασκοπήσουν δυνάμεις μέσα και έξω από αυτή την αριστερά, αλλά ότι νέο οικοδομηθεί θα κατασκευαστεί με νέα υλικά: με την νέα φουρνιά της εργατικής τάξης, με την νεολαία (όχι αποκλειστικά των πανεπιστημίων αλλά της γειτονίας, των γηπέδων, της σεζόν), με την γενιά του άρθρου 16 και της κρίσης αλλά και με την γενιά μια προηγούμενης πολιτικοποίησης.

Δεν παραβλέπουμε την οικοδόμηση ενός πολιτικού μετώπου με την μορφή μιας νέας αριστερής πολιτικής δύναμης που η προτεραιότητά της δεν θα είναι το κοινοβουλευτικό παιχνίδι –επιδιώκοντας όμως την κοινοβουλευτική συμμετοχή- αλλά η οργάνωση των κοινωνικών υποκειμένων . Μια νέα πολιτική δύναμη που θα προσπαθεί να ενώνει τις υποτελείς τάξεις και θα εκφράζει τις ανάγκες και τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας.

Ανάμεσα στην σύγκρουση εκμεταλλευτών- εκμεταλλευόμενων υπάρχει ένα κενό απουσιάζει η διέξοδος γιατί υπάρχει ένας μεγάλος απών, το κομμουνιστικό κόμμα. Χωρίς μια σύγχρονη κομμουνιστική δύναμη που θα θέτει το πεπερασμένο του καπιταλισμού σαν σύστημα κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων και θα πασχίζει να ενώσει αιτήματα, αγώνες αλλά και δράση σε μια κατεύθυνση αντικατάστασης του καπιταλισμού από τον σοσιαλισμό η κατάσταση θα παραμένει πάνω κάτω ίδια όσον αφορά την μεγάλη εικόνα.

Μια σύγχρονη κομμουνιστική δύναμη όμως πρέπει να έχει ορισμένα απαραίτητα χαρακτηριστικά, να είναι:

  • λαϊκή να θέλει να «λερωθεί» και να ξεβολευτεί προσπαθώντας να ριζώσει μέσα στον λαό
  • χρήσιμη για την κοινωνία και αποτελεσματική
  • συμμετοχική που δεν επιδιώκει την ανάθεση
  • να (προσπαθεί να) έχει σχέση με την εργατική τάξη
  • να είναι σχολείο που θα παράγει ιδεολογία κόντρα στην ιδεολογία της αστικής τάξης και θα δημιουργεί ένα διαφορετικό πρότυπο ανθρώπου από τον σύγχρονο homo homini lupus που φτιάχνει ο νεοφιλελευθερισμός
  • να είναι πολιτική με την έννοια του να απαντάει στα ζητήματα που θέτει η ζωή με συγκεκριμένες προτάσεις και όχι με ιδεολογικές αρχές
  • να έχει εκτιμήσεις που πατάνε στην γη αλλά να προπαγανδίζει την «ουτοπία».

Προφανώς αυτά δεν γίνονται από την μια μέρα στην άλλη και η επανάσταση μοιάζει πιο μακρινή σήμερα, όμως αυτή η «κουλτούρα» δεν (πρέπει να) είναι χωρισμένη με σινικά τείχη με τα άμεσα πολιτικά καθήκοντα ενός μεταβατικού προγράμματος με στοιχεία εναλλακτικής προοπτικής. Απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει μια σύγχρονη αριστερή δύναμη είναι να έχει στο κέντρο της μια σύγχρονη κομμουνιστική οργάνωση. Αυτό είναι σήμερα το δίδυμο έλλειμα και το διπλό καθήκον το οποίο ζητά ανταπόκριση και μια νέα στράτευση.

Η πολιτική αντιπαράθεση δυναμώνει την αριστερά, ο χουλιγκανισμός την αναξιοπιστία της!

Για άλλη μια χρονιά χθες γίναμε μάρτυρες της ντροπιαστικής εικόνας ξύλου μεταξύ πολιτικών οργανώσεων (ΑΡ.Α.Σ-ΑΡΙ.Σ) στο Πολυτεχνείο.

Την ίδια ώρα που οικογένειες με μικρά παιδιά κατέθεταν γαρύφαλλα στο μνημείο, τη στιγμή που κόσμος μαζεύτηκε να τιμήσει την εξέγερση του Πολυτεχνείου, εφαρμόζοντας καθαρά χουλιγκάνικες τακτικές οργανώσεις που αναφέρονται στην αριστερά (!) παίζουν ξύλο με κράνη που καταλήγει σε ανοιγμένα κεφάλια.

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν ένας κεντρικός πολιτικός αγώνας απέναντι στην Χούντα και τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Ένας αγώνας που απέδειξε τη δύναμη της νεολαίας και του λαού και άφησε παρακαταθήκη για τους αγώνες που ακολούθησαν και ακολουθήσουν. Πώς ακριβώς τέτοιες πρακτικές βοηθούν στην τιμή της μνήμης του Πολυτεχνείου και τους αγώνες του σήμερα;

Σήμερα προσπαθούν να μας πείσουν ότι τα συλλογικά οράματα και οι αγώνες δεν έχουν αποτελέσματα. Σε μια εποχή που η υποχώρηση της αριστεράς, ο αρνητικός συσχετισμός και η λυσσαλέα επίθεση του αντιπάλου στην αριστερά και ότι πρεσβεύει είναι τόσο μεγάλος, ποιον ακριβώς βοηθάνε αυτές οι λογικές και οι εικόνες; Τον κόσμο που αγωνίζεται; Τη χαμένη αξιοπιστία της αριστεράς; Κανέναν. Μόνο τα ΜΜΕ, τη κυβέρνηση, το κράτος που αφορμή ψάχνουν (και πολύ καλά τη βρίσκουν) να σπιλώσουν ακόμα παραπάνω την εικόνα της αριστεράς.

Μια αριστερά που θέλει να είναι χρήσιμη και στο σήμερα αλλά και διαχρονικά πρέπει να ασκεί κριτική και να κάνει πολιτική αντιπαράθεση. Είναι ντροπή η λογική της επιβολής με τη βία στον άλλο αριστερό και αποδεικνύει ότι η ιδεολογική νίκη του εκμεταλλευτικού συστήματος αφορά σε μεγάλο βαθμό και την αριστερά.

Οι χουλιγκανισμοί και το ξύλο δεν χωράνε στον εορτασμό του Πολυτεχνείου.

 

Πράγματι, τον γιο της πλύστρας να φοβάστε

Κάπου ανάμεσα στο τσίρκο που παίζει καθημερινά ο ΣΥΡΙΖΑ, πετάχτηκε η βουλεύτριά του Έλενα Ακρίτα, με αφορμή μια φωτογραφία όπου φαινόταν η πισίνα του σπιτιού της, να μας πει ότι “τον χορτασμένο δεν πρέπει να τον φοβόμαστε, πρέπει να φοβόμαστε τον γιο της πλύστρας”. Ζήτησε κατόπιν συγνώμη, όχι τόσο για το σχόλιο αυτό καθαυτό, όσο για το ότι το απέδωσε στον …Λένιν. Μέσα στην αβάσταχτη ελαφρότητα και την βαρύτατη ηλιθιότητα που συχνά χαρακτηρίζει τις διαδικτυακές συζητήσεις, έχει κυκλοφορήσει και η απίθανη ιδέα ότι ο Λένιν θα μπορούσε να είχε γράψει κάτι τέτοιο. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να δίνει αφορμή κάθε μέρα, ωστόσο, στο σχόλιο της Έλενας Ακρίτα αξίζει να σταθούμε. Γιατί άθελά της, η βουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ προδίδει τον βασικό λόγο για τον οποίο η Αριστερά σήμερα στην Ελλάδα είναι υπό διάλυση. 

Η πεποίθηση ότι ο πλούτος προκαλείται από την ικανότητα του πλούσιου, άρα και η φτώχεια από την ανικανότητα του φτωχού, είναι ο θεμέλιος λίθος της καπιταλιστικής ιδεολογίας την οποία έχει στη σημαία της το πολιτικό σύστημα, από τα δεξιά ως τα αριστερά. Αυτή η ιδεολογία, ως ιδεολογία της άρχουσας τάξης είναι και η κυρίαρχη ιδεολογία στην κοινωνία. 

Η ηγεμονία της Δεξιάς και του Μητσοτάκη σήμερα, δεν οφείλεται απλώς στο ότι η Κεντροαριστερά είναι σε φάση διάλυσης ή υποχώρησης. Οφείλεται στο ότι οι ιδέες της άρχουσας τάξης έχουν ποτίσει το σύνολο της κοινωνίας και δεν βρίσκουν αντίσταση ή αντιπαράθεση από πουθενά και από κανέναν. 

Η αντίσταση στην κυρίαρχη ιδεολογία θα όφειλε να ξεκινά από το ότι ο διαχωρισμός Δεξιάς – Αριστεράς στηρίζεται πρώτα και κύρια, στα ταξικά συμφέροντα. Οι φτωχοί είναι με την Αριστερά, οι πλούσιοι είναι με τη Δεξιά. Φυσικά, αυτό στην πραγματική ζωή δεν συμβαίνει. Οι διαμεσολαβήσεις και οι διαθλάσεις της πολιτικής εκπροσώπησης είναι τέτοιας κλίμακας που μπορεί φτωχοί και αμόρφωτοι εργάτες να ψηφίζουν Δεξιά και πλούσιοι και μορφωμένοι αστοί να ψηφίζουν Αριστερά. 

Ωστόσο, η Αριστερά δεν είναι ζήτημα αισθητικής, πολιτισμού, διαβάσματος ή ιδεολογίας. Η Αριστερά είναι πρώτα και κύρια ταξική τοποθέτηση. Η αριστερά υπάρχει για να οργανώνει το μέτωπο των φτωχών ενάντια στο ήδη υπαρκτό, συγκροτημένο και ηγεμονικό μέτωπο των πλούσιων. Η κομμουνιστική ιδεολογία γεννιέται, συγκροτείται και αναπτύσσεται από τις υλικές συνθήκες των εργατών και όχι το ανάποδο. 

Αριστερά δεν είναι να συγκινείσαι από την ιδεολογία, την ιστορία, τη μουσική του Θεοδωράκη ή την ποίηση του Αναγνωστάκη. Αριστερά είναι να θέλεις ο πλούτος των πλούσιων να μοιραστεί στους φτωχούς. Όποιος αυτό δεν το θέλει, δεν είναι αριστερός, ανεξαρτήτως του τι δηλώνει και τι ψηφίζει.

Μπορεί η Αριστερά στα χρόνια της κρίσης και της αποκομμουνιστικοποίησης να έχει γεμίσει χομπίστες, ανθρώπους δηλαδή που βλέπουν την πολιτική ενασχόληση ως χόμπι που καλύπτει προσωπικά κενά και αδιέξοδα, αλλά η Αριστερά θα ανασκοπήσει και θα αναταχθεί αν γεμίσει από ανθρώπους που είναι αριστεροί από ανάγκη. Ανθρώπους δηλαδή που δεν μπορούν να ζήσουν σε αυτή τη σύγχρονη κοινωνική και οικονομική βαρβαρότητα και θέλουν ο πλούτος που παράγει η εργαζόμενη πλειοψηφία να γυρνά και πάλι σε αυτήν. Ανθρώπους που θέλουν να φτιαχτεί το μέτωπο των φτωχών για να μπει τέρμα στην ασυδοσία των πλούσιων.

Και σε ότι αφορά τον πλούτο, η Αριστερά και οι αριστεροί ξέρουν, (ή οφείλουν να ξέρουν), ότι αυτός δεν παράγεται από την ατομική ικανότητα του ανθρώπου, αλλά από την ίδια τη φύση του καπιταλιστικού συστήματος που καταρχήν απομυζά την υπεραξία των εργαζομένων, και κατόπιν την πολλαπλασιάζει σε μια σειρά από παρασιτικές χρηματοπιστωτικές κυρίως δραστηριότητες. 

Θα έπρεπε δηλαδή κανείς να ρωτήσει την κυρία Ακρίτα, η οποία υπερηφανεύεται ότι από τον τίμιο ιδρώτα της απέκτησε τα σπίτια της στην Ελλάδα και στο Λονδίνο με τις πισίνες και τις πολυτέλειες, από πού νομίζει ότι προήλθαν οι αστρονομικές απολαβές της; Η ιδιωτική τηλεόραση στα χρόνια της αφθονίας, τίνος ακριβώς τα λεφτά σκορπούσε αφειδώς σε δημοσιογράφους, παρουσιαστές, σεναριογράφους και ηθοποιούς; Δεν ήταν αλήθεια αυτή η ιδιωτική τηλεόραση που σκανδαλωδώς και παράνομα λυμαίνονταν δημόσιες συχνότητες χωρίς να πληρώνει δραχμή; Δεν ήταν οι εφοπλιστές, πετρελαιάδες, μεγαλοκατασκευαστές καναλάρχες, αυτοί που σκανδαλωδώς απολάμβαναν την εύνοια του κράτους, τις δημόσιες προμήθειες, τα μεγάλα έργα και την προστασία των χρυσοφόρων μονοπωλίων τους; Οι αστρονομικές αμοιβές της κυρίας Ακρίτα, προήλθαν από τον ιδρώτα της; Και γιατί ο εξίσου, ή και περισσότερο τίμιος ιδρώτας μιας τυχαίας πλύστρας, δεν της αποφέρει παρά ψίχουλα;

Η ενοχοποίηση της φτώχειας και η αποθέωση του πλουτισμού είναι η βάση της ιδεολογίας της άρχουσας τάξης. Από εκεί προκύπτει το μίσος για την εργασία, η μεροληψία υπέρ της επιχειρηματικότητας, η δουλικότητα προς τους επενδυτές, οι κοινωνικές και ταξικές διακρίσεις ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργαζόμενο. 

Η Αριστερά δεν υπάρχει για να διακρίνει τους ανθρώπους σε έντιμους ή ανέντιμους.Αλλά για να διακρίνει τους ανθρώπους σε καταπιεστές και καταπιεζόμενους. Οι πλούσιοι συνήθως, αν όχι πάντα, ανήκουν στην πρώτη κατηγορία. Οι φτωχοί πάντα μα πάντα, ανήκουν στη δεύτερη. Η Αριστερά, για να υπάρξει, πρέπει να μιλήσει, να αγωνιστεί, να εκπροσωπήσει τους δεύτερους. Και όχι απλά να αδιαφορήσει, αλλά να πολεμήσει τους πρώτους. 

Πράγματι, τον γιο της πλύστρας πρέπει να φοβούνται. Όχι ο εργαζόμενος λαός που δεν έχει τίποτα να χάσει παρά μια ζωή στην πίεση, στην ένταση, στο όριο της επιβίωσης και στο αδιανόητο άγχος να βγει ο μήνας, να μπει το νοίκι, να βρεθεί η δόση του δανείου, να γεμίσει το καρότσι του σούπερ μάρκετ ή να πληρωθούν οι υποχρεώσεις των παιδιών. 

Τον γιο της πλύστρας πρέπει να φοβάται το κεφάλαιο και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι. Είτε είναι χομπίστες της Αριστεράς, είτε μαντρόσκυλα της Δεξιάς.

Με τα μπούνια στο λαθρεμπόριο των ιδεών: Γιατί η άρχουσα τάξη θολώνει τις έννοιες “αριστερά—δεξιά”;

Από την εποχή της γαλλικής επανάστασης οι όροι ‘αριστερά’ και ‘δεξιά’ όταν χαρακτηρίζουμε πολιτικές απόψεις και κόμματα ήταν λίγο-πολύ οριοθετημένοι και καταλαβαίναμε τι συζητούσαμε. Όχι πιά! Για ποιους λόγους και από ποιους επιχειρείται η σύγχυση αυτής της ορολογίας αιώνων;

H ιδέα ότι ‘κομμουνισταί’ διεισδύουν σε άλλα κόμματα με στόχο να τα διαβρώσουν εκ των έσω δεν είναι καινούργια. Η τελευταία μεγάλη επιχείρηση τρομοκράτησης της Αριστεράς μέσω διώξεων που υποτίθεται ότι αποσκοπούσαν να σταματήσουν την διείσδυση των ‘κομμουνιστών’ στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση (και σε άλλες κρατικές ή μαζικές οργανώσεις) οργανώθηκε στις ΗΠΑ όχι μόνον από τον γερουσιαστή Μακάρθι αλλά και μέσω της επιτροπής «αντι-Αμερικανικών ενεργειών» της Βουλής των ΗΠΑ αμέσως μετά τον Β’ ΠΠ. Με τον τρόπο αυτό, ο Μακάρθι κατάφερε να μείνει, έστω και με εξευτελιστικούς χαρακτηρισμούς, καταγεγραμμένος στα βιβλία της Ιστορίας και ο όρος «μακαρθισμός» να έχει πλέον καθιερωθεί διεθνώς.

Ακόμη και τότε όμως, η υστερία και το κυνήγι αφορούσε αριστερούς και η ορολογία (όπως και οι έννοιες) ‘αριστερά-δεξιά’ δεν αλλοιώνονταν. Αλλά, αυτό επιχειρείται να αλλάξει τα τελευταία χρόνια, και ιδιαίτερα κατά το τελευταίο διάστημα. Έτσι, συνεχώς εμφανίζονται περισπούδαστες αναλύσεις σύμφωνα με τις οποίες οι ‘κομμουνισταί’ έχουν πλέον καταλάβει το κόμμα των …Δημοκρατικών στις ΗΠΑ (εδώ είναι ένα παράδειγμα) που πλέον άγεται και φέρεται από τους ‘συντρόφους’. Η άποψη αυτή διαδίδεται ευρύτατα από εκπομπές στο YouTube, υποστηρίζεται από συντηρητικούς αναγνώστες (παράδειγμα εδώ) ενώ επίσης μηρυκάζεται και από Έλληνες ακροδεξιούς στα μέσα κοινωνική δικτύωσης.

Ο άσημος γερουσιαστής των ΗΠΑ Joseph Raymond McCarthy απέκτησε ξαφνικά εθνική φήμη τον Φεβρουάριο του 1950, όταν υποστήριξε σε μια ομιλία του ότι είχε έναν κατάλογο «μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος και μελών ενός κατασκοπευτικού κυκλώματος» που εργάζονταν στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και καθόριζαν την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Προκαλώντας συνεχώς θόρυβο με εμπρηστικές δηλώσεις κατά ‘κομμουνιστών’ και ‘ομοφυλοφίλων’, κατεδίωκε αυτούς που έβαζε στο στόχαστρό του μέσω της ‘διαρκούς (υπο)επιτροπής ερευνών’ της Γερουσίας και όχι—όπως είναι ευρύτατα διαδεδομένο—μέσω της ‘επιτροπής αντι-αμερικανικών ενεργειών’, η οποία είχε ανάλογη δράση αλλά ανήκε στην Βουλή. Πέθανε σε ηλικία 48 ετών από αλκοολισμό. Οι απόψεις όμως περί διείσδυσης και ελέγχου από τους ‘κομμουνιστές’—αυτή τη φορά του ΚΚ Κίνας—Ομοσπονδιακών Υπηρεσιών των ΗΠΑ ζουν και βασιλεύουν στις επιτροπές του Αμερικανικού Κογκρέσου.

Αλλά τα πράγματα δεν περιορίζονται πλέον σε αυτά τα γραφικά πλαίσια καθώς ο ίδιος ο νυν υποψήφιος (και πρώην) πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλτ Τραμπ έχει υιοθετήσει την άποψη ότι πλέον είναι οι ‘κομμουνισταί’ που ελέγχουν το κόμμα των Δημοκρατικών και την προβάλλει σε κάθε ευκαιρία. Έχει μονιμοποιήσει την απεύθυνση «συντρόφισσα Χάρις» όταν αναφέρεται στην ανθυποψήφιά του παγιώνοντας κάποιες τάσεις που είχε εμφανίσει ήδη από την προεκλογική εκστρατεία του 2020 όταν περιέγραφε τον εαυτό του ως τον λιμενοβραχίονα ανακοπής της μαρξιστικής επέλασης.

Από την άποψη της καλλιεργούμενης σύγχυσης όσο αφορά τις έννοιες ‘αριστερά’ και ΄δεξιά’, που επεκτείνεται με γρήγορους ρυθμούς τελευταία, έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον ο χαρακτηρισμός από τον Τραμπ των επίδοξων δολοφόνων του. Έτσι, σε συνέντευξη που έδωσε στο X (εκπομπή X-spaces) στις 16 Σεπτεμβρίου, μια ημέρα μετά τη δεύτερη απόπειρα, λέει: «Λοιπόν, γίνονται πολλές συζητήσεις αυτή τη στιγμή. Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι οι Δημοκρατικοί, όταν μιλούν για “απειλή για τη δημοκρατία” και όλα αυτά… Και φαίνεται ότι και οι δύο αυτοί άνθρωποι ήταν ριζοσπαστικοί αριστεροί».

Ώστε, ο δεύτερος επίδοξος δολοφόνος του Τραμπ, Ryan Wesley Routh, αποδεδειγμένα φανατικός υποστηρικτής του καθεστώτος του Κιέβου φωτογραφημένος στο Κίεβο να συμμετέχει σε διαδηλώσεις τον Απρίλιο του 2022 για την σωτηρία των μελών του νέο-ναζιστικού συντάγματος Αζόφ λίγο πριν να αναγκαστούν σε παράδοση στη Μαριούπολη, όπου είχαν διαπράξει πάμπολλα εγκλήματα πολέμου, και θορυβώδης στρατολόγος μισθοφόρων για τον πόλεμο στην Ουκρανία, με συνεντεύξεις για το έργο του στο Newsweek (Ιούνιος 2022) και στους New York Times[1] (Μάρτιος 2023), τελικά ήταν ‘ακρο-αριστερός’ κατά τον πρώην πρόεδρο και νυν υποψήφιο.

Μετά τις αποκαλύψεις για το παρελθόν του, τόσο οι αρχές του καθεστώτος του Κιέβου έσπευσαν να διαψεύσουν ότι είχαν οποιαδήποτε επαφή μαζί του—αυτός, λένε, τους έγραφε, αλλά δεν του απαντούσαν—πράγμα που διαψεύδεται από τις σβησμένες πλέον αναρτήσεις του Routh στο F/B αλλά και από έγγραφο που είχε αναρτήσει εκεί (βλ. τη λεζάντα στην επόμενη φωτογραφία). Παρόμοια διάψευση έκαναν και οι νέο-ναζί του Αζόφ κατηγορώντας όποιον αναδεικνύει τη συμμετοχή του Routh στη συγκέντρωση ως συμμέτοχο της ρωσικής προπαγάνδας.

Οι χαρακτηρισμοί από τον Τραμπ των επίδοξων δολοφόνων του ως ‘ριζοσπαστών της αριστεράς’ δεν πρέπει να υποτιμηθούν ως δήθεν ένα ακόμη δείγμα κάποιας περαστικής λόξας που έχει κυριεύσει τους υπερπόντιους μονομάχους για την προεδρία των ΗΠΑ καθώς εκεί όντως ακούγονται και λέγονται πολλά. Πρώτον, ο χαρακτηρισμός επαναλαμβάνεται σταθερά από όλο το φάσμα των Ρεπουμπλικάνων ομιλούντων κεφαλών—του υποψήφιου αντιπροέδρου περιλαμβανομένου—και δεύτερον, μοιάζει να γίνεται—έστω σιωπηρά—αποδεκτός από μεγάλη γκάμα των καθεστωτικών ΜΜΕ, που όντως προωθούν την ιδέα ότι το κόμμα των Δημοκρατικών καλύπτει και την πολιτική αριστερά στις ΗΠΑ, στην οποία πολλοί κατατάσσουν και τον γερο-ξεκούτη, αυτοχαρακτηρισμένο ως «σιωνιστή» Τζο Μπάιντεν—πάντως η Βικτόρια Νούλαντ προς το παρόν έχει γλυτώσει τη ρετσινιά.

Η στιγμή της εμφάνισης σε video από συγκέντρωση στο Κίεβο με σύνθημα «Είμαστε όλοι Ουκρανοί, είμαστε όλοι Αζόφ» και αντικείμενο τη διάσωση των πολιορκημένων στο Αζοφστάλ νέο-ναζί (το νέο Μεσολόγγι κατά τον ξεδιάντροπο Μητσοτάκη) του επίδοξου, ‘ριζοσπάστη της αριστεράς’, δολοφόνου του Τραμπ—εδώ γελάνε και οι κότες—Ryan Wesley Routh. Το βίντεο έχει αναρτηθεί σε λογαριασμό του X που τιτλοφορείται «Σώστε το Azov” την 1η Μαΐου του 2022. O Routh στις αναρτήσεις του στο F/B (που πλέον έχουν σβηστεί—άγνωστο από ποιον—αλλά έχουν διασωθεί σε βίντεο στιγμιοτύπων,  περιγράφει τις διαπραγματεύσεις με το καθεστώς του Κιέβου για τη στρατολόγηση Αφγανών πρώην κομάντος που έχουν διαφύγει σε διάφορες χώρες προκειμένου να πάνε για να πολεμήσουν με τη ‘Λεγεώνα των Ξένων’ εκεί. Πέρα από τις λεπτομέρειες που παραθέτει, έχει αναρτήσει και σχετικό έγγραφο. Το υπουργείο εξωτερικών του Κιέβου έσπευσε να διαψεύσει τους δεσμούς λέγοντας ότι ναι μεν ο Routh τους έγραφε, αλλά αυτοί δεν του απαντούσαν—πράγμα, όπως είδαμε, ψευδές.

*                      *                      *

Εδώ έχουμε ένα φαινόμενο που διαδίδεται κατά τα τελευταία χρόνια σε όλο το φάσμα της πολιτικής ελίτ του συνόλου των δυτικών χωρών. Επανειλημμένα γραφειοκράτες από την ηγεσία της ΕΕ, αλλά και ιδεολογικοί εκπρόσωποι της αμερικανικής κυβέρνησης και του βαθέως κράτους των ΗΠΑ μιλούν για ακροδεξιό Πούτιν, υπαινισσόμενοι ότι οι ίδιοι αυτό-τοποθετούνται με τις δυνάμεις της …αριστεράς και της προόδου ή έστω κάποιου ανύπαρκτου ΄κέντρου’.

Αυτό οδηγεί τις άρχουσες τάξεις στις ΗΠΑ και στην ΕΕ σε γραφικές φαιδρότητες: Έτσι, το γεγονός ότι ο ανισόρροπος επίδοξος δολοφόνος του Τραμπ ήταν οπαδός της λευκής υπεροχής και φανατικός στην προσπάθεια στρατολόγησης μισθοφόρων για το καθεστώς του Κιέβου, που είχε τύχει μεγάλης προβολής από τα καθεστωτικά ΜΜΕ των ΗΠΑ (Newsweek, New York Times) δεν μετρά καθόλου στην προσπάθειά τους να τον παρουσιάσουν ως …ριζοσπάστη αριστερό.

Στην ΕΕ έχουμε δει επανειλημμένα να καλύπτεται το γεγονός των πολιτικών και ιδεολογικών προσανατολισμών του σοσιαλιστικού κόμματος που κυβερνά την Σλοβακία, αλλά αντιτίθεται στις πολιτικές της ευρω-γραφειοκρατίας που τα δίνει όλα για την επικράτηση του ρατσιστικού καθεστώτος του Κιέβου: Κατά την περιφερόμενη γελοιότητα των φαιδρών κονδυλοφόρων, ο Ρόμπερτ Φίτσο είναι …ακροδεξιός ενώ ο Ζελένσκι σε λίγο θα μας πούνε ότι είναι και …αριστερός.

Ο σπινθηροβόλος Μπορέλ των ανοιχτά ρατσιστικών απόψεων που χαρακτηρίζει ως «ζούγκλα» τις χώρες του λεγόμενου ‘Νότου’ και που επιδιώκει να αντλήσει διδάγματα από την εισβολή του Χίτλερ στην ΕΣΣΔ  για να νουθετήσει τους τωρινούς στρατηλάτες κατά της Ρωσικής Ομοσπονδίας, πλασάρεται ως σοσιαλιστής.

Τα παραδείγματα δεν σταματούν και τα παρακολουθούμε σχεδόν καθημερινά.

Γιατί επιχειρείται ένα τέτοιο χοντροκομμένο μπέρδεμα στον σταθερά συνεχιζόμενο γνωστικό πόλεμο της Δύσης, που έχει ως στόχο κυρίως τους λαούς των χωρών της αλλά όχι μόνον, από όλες τις φατρίες των αρχουσών τάξεων–είτε μιλάμε π.χ. για τους Ρεπουμπλικάνους είτε για τους Δημοκρατικούς στις ΗΠΑ και είτε μιλάμε για τους Σοσιαλδημοκράτες είτε για τους Χριστιανοδημοκράτες στην ΕΕ;

Και να παρατηρήσουμε ότι αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην Δύση αλλά και στην Ανατολή: Το Russia Today έχει επανειλημμένα φλερτάρει με την ιδέα ότι είναι η παγκόσμια “Αριστερά” που πολεμά την Ρωσία και τον πρόεδρό της, λες και ο δικός τους Ναβάλνι δεν ήταν δηλωμένος ακροδεξιός, ρατσιστής και υπερασπιστής της λευκής υπεροχής ενώ και ο πρόεδρος Πούτιν έχει μιλήσει επανειλημμένα για ‘από-κομμουνιστικοποίηση’ και αποδίδει τα προβλήματα της Ρωσίας με την Ουκρανία στον …Λένιν, ξεχνώντας βολικά ότι ήταν ο Γιέλτσιν που υπέγραψε την ανεξαρτησία του Κιέβου κατά παράβαση του δημοψηφίσματος που είχε διεξαχθεί στην ΕΣΣΔ. Και αυτά όλα την στιγμή που το ΚΚΡΟ πρωτοστατεί στον αγώνα για την ήττα της δυτικής επέμβασης κατά της Ρωσίας—άλλωστε το Ν/Σ με το οποίο η Ρωσία αποδέχτηκε την ανεξαρτησία των λαϊκών δημοκρατιών του Ντονμπάς ήταν δική του πρόταση που με επιμονή επεδίωκε για μεγάλο χρονικό διάστημα την ψήφισή του. Αλλά φαίνεται ότι το ΚΚΡΟ δεν είναι αριστερό κόμμα…

Ποιον εξυπηρετεί λοιπόν η καλλιεργούμενη σύγχυση και πού αποσκοπεί;

*                      *                      *

Ο λόγος της εμφάνισης αυτών των καινοφανών προπαγανδιστικών επιχειρήσεων είναι ο φόβος των αρχουσών τάξεων όλων των καπιταλιστικών χωρών για την επαναφορά της αριστεράς στους πολιτικούς αγώνες μετά τις αλλεπάλληλες υποχωρήσεις των τελευταίων πενήντα χρόνων. Διότι το γνωρίζουν καλά ότι αυτό που θρέφει την αριστερά είναι οι ταξικοί αγώνες και αυτοί δεν μπορούν να απαγορευτούν όσο και αν το επιθυμούν. Επομένως, η αναγέννηση της αριστεράς είναι ντετερμινιστικά προδιαγεγραμμένη. Αυτό που δεν είναι καθόλου προδιαγεγραμμένο είναι τα χαρακτηριστικά που τα νέα αριστερά ρεύματα θα αποκτήσουν. Θα μπορέσουν να επανασυνδεθούν με τον επιστημονικό σοσιαλισμό ή θα μπλεχτούν σε ένα κυκεώνα παρανοήσεων και ιδεολογικο-πολιτικών συγχύσεων;

Εκεί αποσκοπεί το λαθρεμπόριο των ιδεών στο οποίο επιδίδεται με μανία η άρχουσα ιδεολογία στις καπιταλιστικές χώρες και οι οργανικοί διανοούμενοι της αστικής τάξης: Να μπερδέψει τις έννοιες και τον τρόπο σκέψης των λαών, να θολώσει τα νερά σε απελπιστικό βαθμό, να κρατήσει άμυνα απέναντι στη νέα, αναπόφευκτη, άνοδο της ριζοσπαστικοποίησης των μαζών.

Για τις άρχουσες τάξεις οι Μελόνι, οι Λεπέν και οι Φάραζ, το AFD και όλα τα λαϊκιστικά δεξιά κόμματα δεν αποτελούν απειλή. Οι ιδέες τους ενισχύουν την κυριαρχία της άρχουσας τάξης. Άλλωστε ιστορικά η ακροδεξιά—και αυτά τα κόμματα αποτελούν συνονθυλεύματα με στοιχεία ακροδεξιάς—πάντα αποτελούσε την φυσική προέκταση στην πιο ακραία της μορφή της καπιταλιστικής πολιτικής τάξης, την οποία ουδέποτε κανένα από αυτά δεν αμφισβήτησε ενώ ιστορικά πάντα το πρώτο μέλημά τους ήταν η συντριβή της αριστεράς. Τα κόμματα αυτά σταθερά στρέφονταν κατά του λαϊκού κινήματος και στερέωναν την υπερ-εκμετάλλευση των εργαζομένων όπου κι αν πήραν την εξουσία, ακόμη και όταν κάποια από αυτά φορούσαν δήθεν φιλο-λαϊκό προσωπείο.

Επομένως, το θόλωμα των νερών εξυπηρετεί και τις δύο τάσεις των κυρίαρχων πολιτικών ελίτ στις καπιταλιστικές χώρες: Και την νεοφιλελεύθερη/νεοσυντηρητική που τώρα κυριαρχεί μέσω των παραδοσιακών αστικών κομμάτων και την λαϊκιστική δεξιά/ακροδεξιά που επιδιώκει να πάρει την σκυτάλη από αυτά στην εκπροσώπηση της άρχουσας τάξης.

Τα υπόλοιπα είναι απλά φαιδρές γελοιότητες, που όμως χρειάζεται να ανοίξει ιδεολογικό μέτωπο απέναντί τους καθώς μας βομβαρδίζουν με αυτές ασταμάτητα.

Διότι, όπως έλεγε και ο Γκαίμπελς, “πες, πες, πες, κάτι θα μείνει”.

 

[1] Ο τίτλος του ρεπορτάζ των ΝΥΤ αφορά μη ενεκρινόμενους υποψήφιους μισθοφόρους, αλλά η αναφορά στον Ryan Wesley Routh είναι ουδέτερη, σε αντίθεση με τις αρνητικές αναφορές σε άλλους.

Ευρωεκλογές: Η κοινή λογική, η επιστροφή στην πολιτική και η δυνατότητα μιας Νέας Πολιτικής Δύναμης

Τοποθέτηση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

1. Η Αριστερά, σχεδόν δέκα χρόνια μετά το δημοψήφισμα του 2015 και την επακόλουθη ήττα του αντιμνημονιακού κινήματος, εξακολουθεί να τελεί σε σύγχυση, να παραμένει αναξιόπιστη στα μάτια της κοινωνίας, να μην μπορεί να εμπνεύσει και να οργανώσει αποτελεσματικά αγώνες και αντιστάσεις. Η πολιτική κυριαρχία της ΝΔ παραμένει αναμφισβήτητη, ο εξευτελισμός του ΣΥΡΙΖΑ και η πολιτική αναποτελεσματικότητα της Κεντροαριστεράς γενικότερα δεν στρέφει το βλέμμα και το ενδιαφέρον στην Αριστερά, το ΚΚΕ βολεύεται ως μια ακίνδυνη επιλογή εκλογικής χρήσης χωρίς να απειλεί τους συσχετισμούς, η Ακροδεξιά ενισχύεται πανευρωπαϊκά ελλείψει Αριστεράς. Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, είναι επιτακτικό να πιάσουμε την άκρη του νήματος και να επιχειρήσουμε να ξεμπερδέψουμε το κουβάρι. Να κερδίσουμε βήμα το βήμα, αργά, αλλά πραγματικά, την δυνατότητα συγκρότησης μιας Αριστεράς με αξιοπιστία, ταγμένη στην πλευρά των λαϊκών συμφερόντων, ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό και στον ευρωατλαντισμό.

2. Βήμα που θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά σε αυτή την κατεύθυνση και να δημιουργήσει καλύτερους όρους για να βγούμε από το (σχεδόν δεκαετές) τέλμα, είναι η συγκρότηση μιας νέας πολιτικής δύναμης της Αριστεράς. Μιας πολιτικής δύναμης συνθετικής και μετωπικής που θα έχει μαζική απεύθυνση, φιλοδοξία να σταθεί εμπόδιο στον νεοφιλελευθερισμό και στον ευρωατλαντισμό, κοινή λογική και λαϊκότητα. Κάθε πολιτική συγκυρία, κάθε εκλογική αφορμή ή μάχη, θα πρέπει να μπαίνει στην υπηρεσία αυτής της ανάγκης. Μπροστά στις Ευρωεκλογές, η πολιτική και εκλογική στάση των σκεπτόμενων και προβληματισμένων αριστερών ανθρώπων και συλλογικοτήτων θα πρέπει να κριθεί από το αν εξυπηρετεί την αναζήτηση και τη συγκρότηση μιας τέτοιας νέας πολιτικής δύναμης, ή αν αρκείται στην αναπαραγωγή μιας επί χρόνια τελματωμένης κατάστασης.

3. Η πολιτική κυριαρχία της ΝΔ και του Μητσοτάκη δέχεται πλήγματα αλλά δεν έχει κλονιστεί. Η ακρίβεια, το κόστος στέγασης, η στάση απέναντι στους αγρότες, η αντισυνταγματική εμμονή για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια, η διαχείριση της υπόθεσης των Τεμπών δείχνουν μια κυβέρνηση με έπαρση και υπεροψία. Εκτιμώντας ότι δεν έχει κανέναν πολιτικό αντίπαλο, τελεί σε πλήρη ασυδοσία. Ωστόσο η κοινωνική δυσαρέσκεια είναι υπαρκτή, οι συμμαχίες και οι συναινέσεις μειώνονται, η φθορά αυξάνει και το κρίσιμο ερώτημα είναι αν θα υπάρξει πολιτική έκφραση στην υπαρκτή κοινωνική δυσαρέσκεια. ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ από την κεντροαριστερά και τα υπαρκτά σχήματα από τα ακροδεξιά, δεν δημιουργούν αξιόπιστη εναλλακτική, έχοντας φορτωθεί είτε τις βαριές αμαρτίες του παρελθόντος, είτε πολιτικά και προγραμματικά αδιέξοδα, είτε ακόμα γραφικές και γελοίες καταστάσεις που τους καταδικάζουν στην αναξιοπιστία. Το ΚΚΕ, αν ήθελε, θα μπορούσε να αναδειχθεί σε αξιόπιστη εναλλακτική, αλλά το γενετικό υλικό αυτού του κόμματος το περιορίζει σε μια ακίνδυνη πολιτική παρουσία η οποία μπορεί να έχει κάποιες κινηματικές (αλλά ελεγχόμενες) εξάρσεις αλλά στοχεύει αποκλειστικά στην εκλογική εξαργύρωση. Η πολιτική κυριαρχία Μητσοτάκη, σε αυτό το σκηνικό, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Η συγκρότηση μιας μετωπικής πολιτικής δύναμης της Αριστεράς θα μπορούσε να δημιουργήσει τους όρους να κλονιστεί αύριο αυτή η κυριαρχία από τα αριστερά.

4. Οι ευρωεκλογές θα επιβεβαιώσουν πανευρωπαϊκά και στην Ελλάδα ότι το πολιτικό ρεύμα που μαζεύει τη γενικευμένη δυσαρέσκεια από τις πολιτικές που εφαρμόζονται είναι αυτό της ακροδεξιάς. Τα καλλωπισμένα αλλά ακροδεξιά σχήματα είναι οι ανερχόμενες πολιτικές δυνάμεις σε όλη την Ευρώπη, με κάποια από αυτά να βρίσκονται στην κυβέρνηση και τα περισσότερα να αποτελούν τη βασική εναλλακτική αντιπολίτευση. Η άνοδος της ακροδεξιάς οφείλεται στην κοινωνική κρίση και στη διάρρηξη των παραδοσιακών σχέσεων εκπροσώπησης που χτυπά και την κεντροαριστερά και την κεντροδεξιά, αλλά αποκτά σημαντική διάσταση λόγω της πλήρους χρεοκοπίας της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Η ευρωπαϊκή Αριστερά βρίσκεται σε παρατεταμένη κρίση δεκαετιών, έχοντας αρνηθεί τον κομμουνιστικό και επαναστατικό της χαρακτήρα και λερωθεί πολλές και απανωτές φορές με συμμετοχή σε νεοφιλελεύθερες και αντιλαϊκές κυβερνήσεις. Σήμερα, η ευρωπαϊκή Αριστερά με ελάχιστες εξαιρέσεις που όμως και αυτές δεν έχουν συνέχεια και βάθος, θεωρείται μέρος του συστήματος, τμήμα του κατεστημένου, και ορισμένες φορές ιδεολογικός και πολιτικός προπομπός της διάλυσης της κοινωνικής συνοχής. Επιπλέον, η πολιτική κρίση, το έλλειμμα πολιτικής εμπιστοσύνης, η καχυποψία και η αμφισβήτηση ευνοούν μια μηδενιστική πολιτική που με τη σειρά της πριμοδοτεί την ακροδεξιά.

5. Στις ευρωεκλογές το ζητούμενο θα ήταν να εμφανιστούν προοδευτικές, αριστερές δυνάμεις που να θέτουν στην ημερήσια διάταξη μια άλλη πορεία της Ευρώπης, σε ρήξη με τον ατλαντισμό σε ότι αφορά τη γεωπολιτική κατεύθυνση, και σε αντίθεση στον νεοφιλελευθερισμό σε ότι αφορά τα κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα. Την τελευταία ειδικά περίοδο, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, την επιθετική περικύκλωση της Ρωσίας από τη Δύση, τη δολοφονική ασυδοσία του Ισραήλ, η ΕΕ έχει συρθεί σε μια πολιτική ουράς απέναντι στις ΗΠΑ, διακυβεύοντας αποκλειστικά και μόνο τα δικά της συμφέροντα. Από την ενεργειακή ακρίβεια μέχρι τα οπλικά συστήματα, η ΕΕ πληρώνει τις επιλογές των ηγετών της να στοιχίζονται χωρίς την παραμικρή αμφισβήτηση σε ένα κρεσέντο αντιρωσικής ψύχωσης και αμερικανόπνευστης επιθετικότητας που στο βάθος της έχει τη σύγκρουση ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα για την παγκόσμια ηγεμονία. Αυτή η Ευρώπη δεν αντιστοιχεί στα συμφέροντα και στις επιθυμίες των πολιτών της. Ακόμα και η ευρωπαϊκή ακροδεξιά (Λεπέν, Μελόνι, Βίλντερς κλπ) πρωτοστατεί σε αυτή την πορεία, με τον Όρμπαν να αποτελεί τη μοναδική εξαίρεση. Μπορούν να εμφανιστούν δυνάμεις που να αμφισβητήσουν την πλήρη και εξευτελιστική υποταγή της Ευρώπης στο άρμα των αμερικανικών τυχοδιωκτισμών; Μπορούν να εμφανιστούν δυνάμεις που να αμφισβητούν την πολιτική του νεοφιλελευθερισμού;

6. Ταυτόχρονα με ένα πανευρωπαϊκό διακύβευμα που αφορά τον εξευτελιστικό γεωπολιτικό προσανατολισμό της Ευρώπης και τη θεσμοποιημένη νεοφιλελεύθερη πολιτική των Βρυξελλών, το εθνικό ζητούμενο στη μάχη των ευρωεκλογών θα ήταν να γίνουν μικρά αλλά υπαρκτά βήματα στην κατεύθυνση της πολιτικής εκπροσώπησης των κοινωνικών στρωμάτων που διαρκώς συμπιέζονται από το νεοφιλελευθερισμό, τις ιδιωτικοποιήσεις, την ακρίβεια, την ταξική μεροληψία της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Οι κοινωνικοί αγώνες, σκόρπιοι, ασυντόνιστοι και απρογραμμάτιστοι, δεν έχουν πολιτική έκφραση. Για αυτό και αδυνατούν να πετύχουν όχι απλά νίκες αλλά και μικρές μετατοπίσεις ή παραχωρήσεις. Για αυτό και δυναμώνει η υπεροψία και η ψευδαίσθηση παντοδυναμίας της κυβέρνησης της ΝΔ. Οι κοινωνικοί αγώνες έχουν -προς το παρόν- εκλογική εξαργύρωση από το ΚΚΕ που έχει αναγάγει σε ύψιστη μορφή πολιτικής το «να βγάλει συμπεράσματα ο λαός και να ψηφίσει την επόμενη φορά ΚΚΕ».

7. Οι ευρωεκλογές θα πρέπει να υπηρετήσουν την ανάγκη συγκρότησης ενός νέου πολιτικού υποκειμένου που να είναι πόλος έλξης, μια μετωπική πολιτική σύνθεση που θα έχει μαζικό λόγο και απεύθυνση, συγκροτημένο πρόγραμμα που θα ανταποκρίνεται στον σημερινό πραγματικό συσχετισμό και θα πείθει το λαό και την εργαζόμενη κοινωνία για την αναγκαιότητα και τη δυνατότητα μιας συνολικής αλλαγής. Δεν είναι ζητούμενο οι μάξιμουμ τοποθετήσεις επί παντός επιστητού, δεν είναι ζητούμενο οι αυτοαναφορικές καταγραφές που δεν προσφέρουν το παραμικρό εδώ και δεκαετίες στον κόσμο της Αριστεράς και των αγώνων. Είναι αδιάφορες οι προσπάθειες συνελεύσεων και συζητήσεων που ξαναπαίζουν για πολλοστή φορά το παιχνίδι του πολιτικού μουτζούρη που τάχα επιζητά ενότητα ανάμεσα σε δυνάμεις που όλοι ξέρουν ότι αδιαφορούν για αυτήν. Όπως και απωθητικές είναι οι επαναλήψεις εγχειρημάτων που χαρακτηρίζονται από ηγεμονισμούς και εγωπάθειες. Ένα ενωτικό ψηφοδέλτιο – βήμα προς μια μετωπική συγκρότηση θα μπορούσε να είναι μια έντιμη και ουσιαστική διέξοδος από το αδιέξοδο στο οποίο εδώ και χρόνια βρίσκεται η Αριστερά και οι αριστεροί που δεν έχουν παραιτηθεί από την πεποίθηση ότι υπάρχει άλλος δρόμος πέρα από τον νεοφιλελευθερισμό και τον ευρωατλαντισμό.

8. Υπάρχουν δυνάμεις που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν σε μια τέτοια κατεύθυνση; Ναι, αν συγκρουστούν με πλευρές του εαυτού τους σε τρεις βασικές πλευρές – προϋποθέσεις.

– Χρειαζόμαστε συγκρότηση πολιτικού φορέα – πολιτικής δύναμης με οργανώσεις εκεί που δουλεύουν, σπουδάζουν και ζουν οι νέοι και οι λαϊκές τάξεις. Με δημοκρατική λειτουργία, εναλλαγή, ανακλητότητα. Οι προσωπικότητες, οι παράγοντες, οι διανοούμενοι, η παρουσία στα ΜΜΕ είναι χρήσιμα-ειδικά για τις εκλογές- αλλά αν υποκαθιστούν την βασική κατεύθυνση που είναι ένας φορέας μελών που θα αναμετριέται με την αλλαγή του κοινωνικού συσχετισμού καθημερινά, μέσα από την μάχη της προπαγάνδας και από εστίες αντίστασης, είναι αποπροσανατολιστικά.

– Χρειαζόμαστε φυσιογνωμία που θα έρχεται σε ρήξη με την υπαρκτή ταυτότητα της ριζοσπαστικής αριστεράς, η οποία συμβάλλει στην αναξιοπιστία της μέσα στις λαϊκές τάξεις. Προτεραιότητα στο ταξικό-κοινωνικό ζήτημα και όχι στα ατομικά δικαιώματα. Υπεράσπιση της εθνικής-λαϊκής κυριαρχίας στα πλαίσια μιας διεθνιστικής αντιιμπεριαλιστικής πολιτικής.

– Χρειαζόμαστε ένα συγκροτημένο πρόγραμμα που θα ανταποκρίνεται στον σημερινό πραγματικό συσχετισμό και θα πείθει βήμα το βήμα το λαό και την εργαζόμενη κοινωνία για την αναγκαιότητα μιας συνολικής αλλαγής-και όχι συνθήματα. Πρόγραμμα εκλογικό και πολιτικό, που να δημιουργεί την πεποίθηση ότι μπορούν να εφαρμοστούν κρίσιμες πολιτικές και κοινωνικές διεκδικήσεις και αιτήματα, με στόχο την τροποποίηση του πολιτικού και κοινωνικού συσχετισμού δύναμης. Ενδεικτικά και προς συζήτηση:

  • Ανεξάρτητη πολύπλευρη εξωτερική πολιτική της Ελλάδας. Αντιπαράθεση με την πολιτική εξάρτησης της ΕΕ από τις ΗΠΑ τόσο σε σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις κυρώσεις στη Ρωσία. Να απαιτήσει την καταγγελία της Ισραηλινής στρατιωτικής μηχανής από την ΕΕ και την διακοπή των σχέσεων με το Ισραήλ αναγνωρίζοντας, η ΕΕ, το Παλαιστινιακό κράτος.
  • Να καλέσει τα κράτη και τους λαούς της ΕΕ σε ανυπακοή και σε άρνηση εφαρμογής του συμφώνου σταθερότητας  με στόχο την κατάργησή του.
  • Η Ελλάδα να δημιουργήσει με χώρες εκτός ΕΕ ισότιμες αμοιβαίες και επωφελείς οικονομικές, εμπορικές, πολιτιστικές και πολιτικές σχέσεις
  • Να θέσει ως στόχο την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της υπερτουριστικοποίησης και του real estate. Να οικοδομήσει σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας με διαρκή διαβούλευση και σεβασμό στις πραγματικές ανάγκες και τα σημερινά δεδομένα του τόπου και των εργαζόμενων/παραγωγών ανά περιφέρεια.
  • Να ανασυγκροτήσει τις διαλυμένες κρατικές υποδομές, υπηρεσίες. Να επιστραφούν στο δημόσιο οι μεταφορές, η ενέργεια οι τηλεπικοινωνίες. Να θωρακίσει το φυσικό πλούτο και την ζωή και περιουσία από τις φυσικές καταστροφές, τις πυρκαγιές, τις πλημμύρες και τους σεισμούς. Να λύσει τα χρόνια προβλήματα σε υγεία και παιδεία σε μια κατεύθυνση κατοχύρωσής τους ως κοινωνικά δικαιώματα και όχι ως εμπορεύματα – όπως γίνεται σήμερα.
  • Να αναδιανείμει τον πλούτο υπέρ των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων με αυξήσεις στους μισθούς, αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, φορολόγηση της χλιδής και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας, αντιπαράθεση με τα καρτέλ σε ενέργεια, τρόφιμα, φάρμακα κ.α.

Πολιτικά σημειώματα | Δεκέμβριος 2023. Ακροδεξιά: Να ανησυχήσουμε για την επέλασή της;

Η εκλογή Μιλέι, του τρελού με το αλυσοπρίονο, στην Αργεντινή, μπορεί να απομάκρυνε τις Κίνα, Ρωσία, Βραζιλία και να σόκαρε τα BRICS (τα οποία η Αργεντινή εγκαταλείπει), να ευχαρίστησε τις ΗΠΑ και το νόμισμα τους με το οποίο επανασυνδέεται, να ενθουσίασε τους (διεθνείς και ντόπιους) ολιγάρχες γιατί τους έταξε το «ότι μπορεί να κρατήσει ο ιδιωτικός τομέας θα το κρατήσει», να  χάιδεψε τα αυτιά των Αργεντίνων,με το τραμπικό σύνθημα «πρώτα η Αργεντινή» και με  το τέλος του πληθωρισμού (που τρέχει με 150%), όμως σκόρπισε πολλά ενδιαφέροντα και σκληρά ερωτηματικά για την φορά της αλλαγής σε  ένα κόσμο που πράγματι αλλάζει ενώ κατακερματίζεται.

Στην γηραιά ήπειρο «της ευημερίας, του πολιτισμού και της δημοκρατίας»  άνεμος αισιοδοξίας φυσάει σε όλα τα ακροδεξιά μορφώματα σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης.

Στις πρόσφατες εκλογές στην Ολλανδία το ακροδεξιό κόμμα του Βίλντερς βγήκε πρώτο και ο ίδιος φιλοδοξεί να γίνει πρωθυπουργός των Ολλανδών. Στη Γερμανία, το ενδεχόμενο εκλογών ταυτόχρονα με τις ευρωεκλογές τον Ιούνιο του 2024, ανεβάζει δημοσκοπικά πολύ ψηλά το ακροδεξιό κόμμα AFD (Εναλλακτική Γερμανία). Έχουμε ακροδεξιά πρωθυπουργό στην Ιταλία (Μελόνι), άνοδο του VOX στην Ισπανία και του FPO στην Αυστρία, η ακροδεξιά στη Σουηδία έφτασε στο 20% και στηρίζει την κυβέρνηση, στη Φιλανδία είναι επίσης εταίροι στην κυβέρνηση, στην Πολωνία κυβερνά ο ακροδεξιός Ματέους Μοραβιέσκι από το 2017, ενώ στην  Ουγγαρία κυβερνάει για 13 χρόνια ο Βίκτορ  Όρμπαν, ακροδεξιός με φιλορωσική ιδιοτελή κατεύθυνση, αλλά και  στη  φτωχότερη  Βουλγαρία η φιλορωσική ακροδεξιά ανέβηκε στο 14%. Να μην ξεχνάμε τέλος και την Γαλλία της Λεπέν που απειλεί τον Μακρόν και δημοσκοπικά είναι δημοφιλέστερη του.

Στην Ευρώπη μπορούμε να μιλάμε για μια αντιδραστική, αντιπολιτική  και αντιδημοκρατική μετατόπιση που εδράζεται αλλά και αλληλοτροφοδοτείται από μια κοινωνική μεταστροφή προς εθνικιστικές, ρατσιστικές και συντηρητικές απόψεις και στάσεις ζωής.

Που οφείλεται αυτό το φαινόμενο  πόσο επικίνδυνο είναι και  τι πρέπει να κάνει μια πραγματικά αριστερή πολιτική δύναμη;

Πριν λίγα χρόνια για την Ευρώπη και ειδικά για την ΕΕ θα  παρέπεμπε σε  σενάρια επιστημονικής  φαντασίας η ύπαρξη μιας ισχυρής ακροδεξιάς και ενός μείγματος πολύπλευρου και αντιφατικού εθνικισμού. Και αυτό γιατί αυτά τα πολιτικοκοινωνικά μορφώματα εμφανίζονταν να συγκρούονται  με το διακηρυγμένο και μονότονα προπαγανδιστικό επίσημο και θεσμικό όραμα της Ευρώπης, της συνεργασίας της ενοποίησης και του κοσμοπολιτισμού.

Η οικονομική κρίση του 2008, η πανδημία και ο φόβος αλλά και οι αντιεπιστημονικές θεωρίες που την συνόδεψαν, ο πληθωρισμός και ο κίνδυνος μιας πολύχρονης και σκληρής φτωχοποίησης, το τέλος των προσδοκιών, οι αλλαγές στo εκπαιδευτικό σύστημα (πχ.υποχρηματοδότηση έως εγκατάλειψη των ανθρωπιστικών σπουδών, εξασθένιση έως και απόρριψη της κριτικής σκέψης κ.α), η συρρίκνωση της κοινωνικής συνοχής, το «τέλος» των κοινωνικών και συλλογικών αξιών και το σύνολο του ανθρωπολογικού μοντέλου που εισήγαγε -και το οποίο ηγεμονεύει – ο νεοφιλελευθερισμός, είναι μόνο μερικές από τις πολύ σοβαρές αιτίες πάνω στις οποίες στρώθηκε το χαλί για να περπατήσει η ακροδεξιά.

Μπορούμε να το πούμε και αλλιώς, το τέλος του κομμουνισμού σαν εναλλακτικό όραμα και πραγματικότητα και η ταυτόχρονη επέλαση του νεοφιλελευθερισμού, άνοιξαν την πόρτα στην ακροδεξιά. Ο νεοφιλελευθερισμός αγκαλιάστηκε από την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία (Μπλέρ, Σρέντερ, Ολάντ κλπ), δημιουργώντας ένα πολιτικό κενό στα αριστερά της παραδοσιακής Δεξιάς, τελειώνοντας το δικομματισμό 50 περίπου χρόνων, μαζί με τη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας και δικαίου, της μεταπολεμικής δημοκρατίας και της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας.

Μια σειρά από πολιτικοί και κρατικοί θεσμοί βρίσκονται στο στόχαστρο και απαξιώνονται, ενώ μια γενικευμένη δυσαρέσκεια απλώνεται απέναντι στο ενιαίο κομματικό – πολιτικό σύστημα. Όλα αυτά γίνονται βούτυρο στο ψωμί της ακροδεξιάς τα οποία τα εκμεταλλεύεται κατάλληλα προβάλλοντας ένα αντισυστημικό αφήγημα που βεβαίως είναι ένας επικίνδυνος μύθος.

Αν η σοσιαλδημοκρατία – κεντροαριστερά ζει και βλέπει την μείωση των ποσοστών της και την λεηλάτηση της από την παραδοσιακή δεξιά, η αριστερά είτε δεν υπάρχει, είτε καταποντίζεται.

Σχηματίζεται λοιπόν μια νέα κατάσταση και μια νέα δυναμική στην Ευρώπη, όπου εμφανίζεται ένα «ανταγωνιστικό» δίπολο από την μια δεξιά/κεντροδεξιά, και από την άλλη ακροδεξιά, ανταγωνίζονται για την κυβερνητική εξουσία και καταλήγουν εταίροι σε αρκετές περιπτώσεις. Η ακροδεξιά ατζέντα και πρόγραμμα ενσωματώνεται όλο και περισσότερο στη δεξιά και δεν αποτελεί καθόλου έκπληξη ότι οι θέσεις που ενώνουν ακροδεξιά και κεντροδεξιά είναι περισσότερες από αυτές που τις χωρίζουν.

Η όποια αντιπαράθεση ή διαφωνία δεν αφορά το κοινωνικό πρόβλημα και τις πραγματικές σχέσεις εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Η δυστυχία/έλλειψη είναι ότι ο πραγματικός κοινωνικός διχασμός πού θεμελιώνεται από την ταξική πάλη και αντιπαράθεση δεν βρίσκει πολιτική εκπροσώπηση (κατά το ένα μέρος του), και από αυτήν την άποψη, το σχήμα δεξιά – αριστερά εμφανίζεται ξεπερασμένο.

Έτσι, η πολιτική ορθότητα του παρελθόντος βρίσκεται στο στόχαστρο και αντιμετωπίζεται κυρίως από τις φτωχές, αμόρφωτες και εγκαταλελειμμένες λαϊκές (μην ξεχνάμε τα μικροαστικά ριγμένα και με χαμηλές προσδοκίες στρώματα)  και εργατικές μάζες με αρκετή απέχθεια και στα όρια του μίσους. Αμφισβητούνται διαρκώς και περισσότερο  η πολυπολιτισμικότητα, η παγκοσμιοποίηση, ο κοσμοπολιτισμός και αναδεικνύονται δηλητηριώδικα ο ρατσισμός, ο εθνικισμός (χωρίς όμως εθνική κυριαρχία), και ο ρηχός πατριωτισμός (χωρίς φυσικά αντιιμπεριαλισμό), σαν κεντρικά προτάγματα και συνθήματα στα οποία τσιμπάει και ένα μέρος της νεολαίας.

Η ακροδεξιά είναι προσεκτική –στις περισσότερες των μορφών της- σε σχέση με τον παλιό  φασιστικό λόγο και την πρακτική του. Όμως ο αντισυστημισμός της τελειώνει όταν έχει πρακτικά και κυβερνητικά να αποφασίσει για τα λαϊκά στρώματα, τα προβλήματα και αιτήματα  τους, που αφορούν  στην υπεράσπιση των εργατικών κατακτήσεων και δικαιωμάτων. Δεν μπορεί, ούτε θέλει να επιβάλει μια πολιτική αναδιανομής του παραγόμενου  πλούτου με μονομερή κατεύθυνση προς τους  εργαζόμενους, δεν έχει στο πρόγραμμα της την υπεράσπιση και την διεύρυνση του δωρεάν και κοινωνικού χαρακτήρα των υπηρεσιών υγείας, ασφάλειας, εκπαίδευσης, πρόνοιας κλπ. Από την άποψη αυτή διαμορφώνει ένα αντικομματικό-αντιπολιτικό λόγο χωρίς κανένα αφήγημα εναλλακτικό και ανατρεπτικό του σχήματος «Δεν υπάρχει εναλλακτική».

Στην Ελλάδα έχουμε τρεισήμισι κόμματα με ακροδεξιό λόγο (Σπαρτιάτες με υποβολέα τον Κασιδιάρη, Νίκη, Ελληνική Λύση και μέρος της ΝΔ) μέσα στη Βουλή, ενώ διεκδίκησαν την ψήφο μας πάνω από 10 αντίστοιχα πολιτικά μορφώματα, που αποδεικνύει το γεγονός ότι η ακροδεξιά έχει μεγάλη ζήτηση αλλά δεν έχει ηγεσία που να τη συνενώνει και να δημιουργεί ικανότητα  κυβερνητικής δύναμης. Σήμερα αυτό φαντάζει καθησυχαστικό αλλά δεν μπορεί να το αντιμετωπίζουμε διαρκώς με αυτό τον τρόπο.

Η ΝΔ έχει ακόμα την δυνατότητα (από το 1974 τουλάχιστον με τον Κ. Καραμανλή), να εγκλωβίζει – ενσωματώνει ένα παραδοσιακό ακροδεξιό ακροατήριο που υπάρχει ιστορικά στην Ελλάδα και βρίσκεται τουλάχιστον στο 5% -8% του εκλογικού σώματος. Οι παρουσίες Βορίδη – Πλεύρη- Γεωργιάδη, αλλά και οι αντιπολιτευτικές κορώνες – φωνές του Σαμαρά, επιλεκτικά σε κοινωνικά ζητήματα (γάμος ομοφυλοφίλων εκκλησία κ.α), καθώς και σε «εθνικά» θέματα (πχ Πρέσπες), που όμως δεν έχουν καθόλου  αντινατοϊκό χρώμα, ενσωματώνονται χωρίς φθορά εντός της ΝΔ.

Η σημερινή αυτοαποκαλούμενη αριστερά βοηθά στην ανάπτυξη αυτών των αντιλήψεων και των πολιτικών μορφωμάτων γιατί πολύ απλά το υπάρχον πραγματικό κενό δεν την ενδιαφέρει να το καλύψει και αντικειμενικά το έχει εδώ και χρόνια εκχωρήσει στην ακροδεξιά.

H σημερινή λεγόμενη αριστερά είναι μια νεοφιλελεύθερη και ατλαντικο-δυτική αριστερά.  Και τούτο γιατί:

  1. Έχει εγκαταλείψει τα λαϊκά στρώματα, θεωρώντας πως το κοινωνικό ζήτημα έχει χοντρικά επιλυθεί από τον 20ο αιώνα με το κράτος προνοίας. Στο σημείο αυτό πρέπει να προβληματιστούμε για το τι εννοούμε και τι περιλαμβάνει το κοινωνικό ζήτημα: δεν εννοούμε σκέτα νέτα και χυδαία τα οικονομικά ζητήματα –παρόλο που η οικονομία είναι η βάση- αλλά εννοούμε το σύνολο των ζητημάτων της καθημερινής ζωής που χειραφετούν την εργατική τάξη και απελευθερώνουν τον άνθρωπο. Δεν έχουμε μια προλεταριακή λαϊκή αριστερά, αλλά μια αριστερά απεύθυνσης και έκφρασης των μικροαστικών και μεσαίων στρωμάτων που υποστηρίζει τα αιτήματά τους, που ο δικαιωματισμός με μπόλικη οικολογία και κοσμοπολιτισμό (που βαφτίζεται διεθνισμός), έχει αντικαταστήσει την υπεράσπιση των κοινωνικών και οικονομικών δικαιωμάτων, και κάνει μια απλή αναφορά για τις ανισότητες και τις σύγχρονες μορφές εκμετάλλευσης και  καταπίεσης που τις γεννούν.
  2. Έχει υποστείλει τη σημαία της εθνικής ανεξαρτησίας – κυριαρχίας και του πατριωτισμού (πατριωτισμός χωρίς αντιιμπεριαλισμό είναι εθνικισμός και σωβινισμός), χωρίς να προσφέρει ένα αντισυστημικό εναλλακτικό λόγο στην ακροδεξιά που εκμεταλλεύεται το κενό και εκφράζει ένα συνθηματολογικό πατριωτισμό χωρίς να στοχοποιεί την πολιτική της εξάρτησης (οικονομική –πολιτική- στρατιωτική) από τον δυτικό ιμπεριαλισμό.

Είναι ανάγκη να τεθούν οι προτεραιότητες (ενάντια στον ευρωατλαντισμό, τον ιμπεριαλισμό και την παγκοσμιοποίηση, και στο κέντρο να βρίσκονται  τα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα και η υπεράσπισή τους και όχι ο εύκολος και ενσωματώσιμος δικαιωματισμός). Είναι ανάγκη η οικοδόμηση μιας χρήσιμης για τους εργαζόμενους και επικίνδυνης για το σύστημα αριστεράς, που θα αμφισβητεί το δόγμα της ΤΙΝΑ και θα αναζητά την «ουτοπία» ενός άλλου κόσμου που στο προσκήνιο θα είναι οι λαοί και οι εργαζόμενοι. Αυτή η ταυτότητα πρέπει να έχει η αριστερά.

Καταπίνοντας τα μνημόνια, διυλίζοντας τον Κασσελάκη

Επαληθεύοντας όλα τα προγνωστικά ο Στέφανος Κασσελάκης πέτυχε ευρεία νίκη στις εκλογές για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ και πλέον είναι το αδιαφιλονίκητο φαβορί. Τα στελέχη και τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ που απορούν με την εκτόξευση προς την προεδρία ενός μέχρι πρόσφατα άσχετου με το κόμμα και την ιστορία του, κακώς απορούν. Το ένα και μοναδικό κριτήριο του κόσμου του ΣΥΡΙΖΑ είναι να μην εξαϋλωθεί η αξιωματική αντιπολίτευση, να μην επιστρέψει στο 3%, και -ίσως-  να μπορέσει να ξαναχτυπήσει την πόρτα της εξουσίας. Αυτή την προοπτική μπορεί να τη δώσει ένας νεότερος και ωραιότερος Μητσοτάκης, δεν μπορούν να τη δώσουν πρόσωπα και στελέχη που ταυτίστηκαν με τη χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση – και ακόμα περισσότερο – με τη χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση. 

Απορούν και εξίστανται σχολιαστές και δημοσιογράφοι για τη μετεωρική άνοδο του Στέφανου Κασσελάκη, για τη μεταπολιτική και τη μεταδημοκρατία, για την αμερικανική πρεσβεία και την πλήρη επικράτηση των ιδεολογημάτων της αριστείας και της προσωπικής επιτυχίας. 

Μα αν έχεις υιοθετήσει το σύνολο της πολιτικής και της ιδεολογίας, γιατί να μην υιοθετήσεις και τον τρόπο με τον οποίο αυτή η πολιτική και αυτή η ιδεολογία επιλέγει τους εκφραστές της;

Αυτοί που κατάπιναν αμάσητα τα μνημόνια, τις ιδιωτικοποίησεις, την υποθήκευση για δεκαετίες του δημόσιου πλούτου, την ολόψυχη προσχώρηση στον αμερικανονατοϊκό άξονα, την αποδοχή του μονόδρομου λιτότητας των Βρυξελλών, αυτοί που υπηρέτησαν (με πόνο καρδιάς αλλά και μέχρι κεραίας) ό,τι ζήτησε ο ευρωατλαντισμός και η εγχώρια άρχουσα τάξη, γιατί διαμαρτύρονται;

Αυτοί που μοναδικό τους κριτήριο έκαναν το να αποκτήσουν μια Αριστερά που να ξεφύγει από το “αριστεροχώρι” και να μπορέσει να κυβερνήσει, υιοθετώντας το σύνολο σχεδόν του πολιτικού και αξιακού πλαισίου του αντιπάλου, γιατί απορούν;

Ο Κασσελάκης τους φταίει;

Εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο Κασσελάκης, και μάλιστα πολύ πιο αληθινή και πιστή από τις μαρξίζουσες αμπελοφιλοσοφίες του Τσακαλώτου και τα αλτουσεριανά φληναφήματα του Τζανακόπουλου. Γιατί δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ να πρέπει να έχει επικεφαλής κάποιον ή κάποια που να παριστάνει κάτι που δεν είναι;

Γιατί θα πρέπει ο επικεφαλής του να παριστάνει το στέλεχος της Αριστεράς ενώ ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τίποτα διαφορετικό από Democrats και μάλιστα σε αποδρομή; Γιατί θα πρέπει να αντλείς το πολιτικό σου κεφάλαιο από τον Ηλιού, τον Πουλαντζά και τον Ελεφάντη, ενώ ασκείς την πολιτική του Μπάιντεν;

Ο Κασσελάκης ήταν και είναι η μόνη έντιμη επιλογή για όποιον έχει πραγματική και όχι φαντασιακή εικόνα για το τι είναι και τι εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα. Δεξιά, συστημική, αμερικανόπνευστη (και αμερικανοκίνητη) επιλογή, επιλογή της αγοράς και των χρηματαγορών, προερχόμενη κατευθείαν από τον κόσμο της αριστείας, της Εκάλης και του Κολλεγίου Αθηνών. Δεν “καταλαμβάνει” το κόμμα, απλώς το κόμμα βρήκε αυτόν που το εκφράζει καλύτερα.

Γιατί άλλωστε να μπλέκεις με νέους Τσίπρες που βαρύνονται και με το προπατορικό αμάρτημα του δημοψηφίσματος;

Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κόμμα που κυβερνά χωρίς τις αρχές της Αριστεράς, γιατί ο επικεφαλής του πρέπει υποκριτικά να δηλώνει πίστη σε αυτές;

Αριστερός ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να υπάρξει, ας υπάρξει τουλάχιστον ειλικρίνεια. 

ΥΓ. Το πρόβλημα με τον Κασσελάκη δεν είναι ότι θα βγει πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Το πρόβλημα είναι ότι η νίκη του είναι μια ακόμα απόδειξη της κατάργησης της πολιτικής, με το περιτύλιγμα, την εικόνα, το πλασάρισμα και συνεπώς την κενολογία, τη μπουρδολογία και τη ρηχότητα να έχουν το πάνω χέρι. Η μετεωρική πορεία και η φαντασμαγορική επίδοση του Κασσελάκη, πιστοποιούν ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει προς το χειρότερο.

Βουβές εκλογές, ελλείψεις, κενά, αλλά και ελπίδες

Αλήθεια γίνονται εκλογές;  Ναι, γιατί δεν εξηγείται αλλιώς ο γνωστός  πληθωρισμός φυλλαδίων, συνθημάτων, κινήσεων, στημένων συγκεντρώσεων, βαρετών συζητήσεων στα ΜΜΕ. Το γνωρίζουν αυτό τα  κολακευόμενα «αντικείμενα» που θεωρούνται πολίτες  και (προσ) καλούνται ως λαός να ψηφίσουν;

Κοινή διαπίστωση είναι ότι λίγες  μέρες πριν να ανοίξουν οι κάλπες έχουμε μια διάχυτη σιωπή, μια ατμόσφαιρα βουβαμάρας. Στα διλήμματα των τριών προσωπείων που υπηρετούν τη μνημονιακή ισορροπία (που όμως κάτω από όρους είναι περαστική και κινούμενη), ο κόσμος μοιάζει να αδιαφορεί. Ο κόσμος έχει αντιπάθειες, δεν εμπιστεύεται και δεν του αρέσουν τα προβαλλόμενα πρόσωπα. Οδεύουμε σε εκλογές που η ψήφος θα καθοριστεί από την ποσότητα και την ποιότητα της αντιπάθειας, το βάθος  της αναξιοπιστίας, τον θυμό των νέων.

Δεν έχουμε πλειοψηφική ψήφο πίστης, δεν έχουμε μεγάλα ποσοστά συσπείρωσης, σιγουριάς, θετικότητας ψήφου. Παραφράζοντας τον «εθνάρχη» την Κυριακή θα ψηφίζουν και την ίδια ώρα θα αισθάνονται κοψοχέρηδες.

Είναι σωστό, είναι δίκαιο όμως να είμαστε έκπληκτοι και να αναρωτιόμαστε για αυτό το βουβό κλίμα;

Θα ξεχάσουμε άραγε το τι συνέβη στην Ελλάδα τα τελευταία 10 χρόνια; Θα ξεχάσουμε τις ομοιότητες στην πολιτική, που ακόμα και στο έγκλημα των Τεμπών μας υπενθύμισαν την διάλυση του κράτους; Θα ξεχάσουμε το κορωνοϊό και τις χιλιάδες των νεκρών, τη διάλυση του καθημαγμένου ΕΣΥ; Θα ξεχάσουμε τις ιδιωτικοποιήσεις του ηλεκτρισμού, των τηλεπικοινωνιών, των μεταφορών, τις καθηλωμένες συντάξεις και τους δεκάδες χιλιάδες νέους που μετανάστευσαν;

Οι υπεύθυνοι, είτε με αυταπάτες, είτε χωρίς, έχουν ονοματεπώνυμο: ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, όλοι μαζί, υπηρέτες και οικοδόμοι της μνημονιακής ελλαδικής πραγματικότητας, διαγκωνίζονται σήμερα για το πόσο άγρια ή ήπια θα είναι η διαχείριση της σημερινής (μνημονιακής πάντα) ισορροπίας.

Η διάχυτη αναξιοπιστία που απλώνεται στο σύνολο του επίσημου αλλά δυστυχώς ακουμπά και τον λεγόμενο ανεπίσημο πολιτικό κόσμο, μπορεί να χαρακτηρισθεί  ως πολυπαραγοντικό φαινόμενο.

Πρώτον γιατί στην ψυχολογία, στο «συλλογικό ασυνείδητο» των μαζών, έχει εμπεδωθεί η αντίληψη ότι το πλαίσιο είναι δεδομένο και δεν το πειράζει κανένας. Αυτό το πλαίσιο είναι η διπλή θηλειά που εξαρτά την ελλαδική πραγματικότητα και καθορίζει τις καθημερινές ζωές των ανθρώπων. Από τη μια, η θηλιά της ΕΕ που επιβάλλει τις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές και έχει εγκαταστήσει το μνημονιακό πλαίσιο από το 2010. Από την άλλη, η ευρωατλαντική θηλιά  όπου η μεγάλη δύναμη, οι ΗΠΑ, ως αυτοκράτορας, κάνουν ό,τι θέλουν, όπου θέλουν.  Στις καθημερινές ζωές των ανθρώπων μοιάζει η πολιτική να μην έχει κάποιο χρήσιμο ρόλο και αξία. Υπάρχει η άποψη (εσφαλμένα αλλά υπάρχει και είναι ισχυρή και βαίνει αυξανόμενη) ότι με την πολιτική και ειδικά τις εκλογικές διαδικασίες, δεν ανατρέπεται η καθημερινότητα σου, δεν καλυτερεύει η ζωή σου.

Ποιο από τα τρία πρόσωπα του δικομματισμού (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ) στην Ελλάδα θέλει να ανατρέψει αυτό το πλαίσιο ή έστω θέλει να αμφισβητήσει και να αρνηθεί  πλευρές του;

Εδώ απαγορεύεται μάλιστα δια αποκλεισμού και φραστικού προπηλακισμού οποιαδήποτε συζήτηση που θίγει ακροθιγώς το νόμισμα και την πολιτική του ευρώ, τους μη αιρετούς οργανισμούς και «άρχοντες» της Ε.Ε. με τους παχυλούς μισθούς και το θανάσιμο μίσος τους για τον κόσμο της δουλειάς.

Απαγορεύεται και η συζήτηση για το άλλοτε λαομίσητο  ΝΑΤΟ, την ίδια στιγμή που έχουν φροντίσει να αμβλύνουν την μνήμη αλλά και τα δίκαια αντιαμερικανικά αισθήματα του λαού μας. Μια συζήτηση που δεν γίνεται, ενώ είναι εμφανείς, τόσο η ρυτιδιασμένη και παρακμάζουσα οικονομικά, πολιτισμικά και πολιτικά ΕΕ, αλλά και η ανάδυση νέων πόλων στο παγκόσμιο επίπεδο, που αρνούνται στις ΗΠΑ να συνεχίζουν να παίζουν τον ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα και στο δολάριο  να είναι το αποθεματικό και παγκόσμιο ανταλλακτικό νόμισμα

Δεύτερος λόγος της πολιτικής αναξιοπιστίας είναι ότι η μορφή που παίρνει η σημερινή πολιτική έχει περισσότερο να κάνει με επικοινωνιακά τρυκ και πόζες παρά με εκπροσώπηση συμφερόντων. Σελέμπριτις να κοσμούν τα ψηφοδέλτια, λαμπερά πρόσωπα σε ιλουστρασιόν χαρτιά και καμπάνιες στο διαδίκτυο, και βέβαια εμπέδωση ότι πολιτική σημαίνει πρόσωπα και όχι έκφραση συμφερόντων. Απουσιάζουν οι άνθρωποι του πραγματικού μόχθου, όχι μόνο από τα ψηφοδέλτια αλλά πρωτίστως από τη συζήτηση. Είναι αόρατοι, είναι αποκλεισμένοι.

Αντιθέτως ο κόσμος της Εκάλης και του Κολωνακίου, αλλά και οι μεσοαστικές και κάποιες μικροαστικές κατηγορίες, αυτές που αποκαλούνται το οικονομικό κέντρο που καθορίζει το πολιτικό κέντρο και τα πράγματα στην χώρα, είναι παρόντες. Λες και αυτοί είναι το πλειοψηφικό και το καθοριστικό στοιχείο των εκλογών. Φυσικά, αυτό γίνεται για λόγους ευρύτερων κοινωνικών συναινέσεων που έχει ανάγκη η αστική πολιτική, αλλά και για να εμπεδώσει η πλειοψηφική «πλέμπα» ότι αν θέλει να είναι λιγάκι ορατή πρέπει να εξαρτηθεί από αυτούς.

Τρίτος λόγος της διευρυμένης αναξιοπιστίας είναι τα υπαρκτά ερωτήματα: παίρνονται οι αποφάσεις στο κοινοβούλιο; Έχει αξία η ψήφος; Μπορούν πραγματικά να διαμορφώνουν την πραγματικότητα οι πολιτικές αποφάσεις και η λαϊκή ετυμηγορία;

Αυτά τα ερωτήματα που ο λαός τα απαντάει αρνητικά έχουν δημιουργήσει το τεράστιο και συνεχώς αυξανόμενο αίσθημα της έλλειψης εμπιστοσύνης. Έχει συρρικνωθεί η λαϊκή κυριαρχία, η δύναμη των  εθνικών  κοινοβουλίων, η αγορά και οι θεσμοί της επιβάλλουν πολιτικές, ενώ οι από κάτω είναι αμόρφωτοι, είναι αποκλεισμένοι, αντιμετωπίζονται σαν πράγματα-αντικείμενα που δεν τους συναντάμε, δεν τους ακούμε. Αποτελούν επιπλέον εύφορο έδαφος το οποίο μπορεί να σπαρθεί το φασιστικό δηλητήριο και να αποτελέσουν μαζικό στρατό της ακροδεξιάς, η οποία βαπτίζεται με το δήθεν ταξικό μίσος της ως αντισυστημική δύναμη.

Υπάρχουμε εμείς, υπάρχουν και αυτοί, αλλά δεν είναι καθαρό, ούτε το εμείς, ούτε το αυτοί. Ενώ υπάρχουν δυο Ελλάδες, δυο κόσμοι, ενώ ο ταξικός διχασμός είναι παντού ορατός, σε όλες τις πλευρές της καθημερινής ζωής, δεν βρίσκει αξιόπιστη πολιτική έκφραση. Δεν υπάρχει το κόμμα των φτωχών που θα τα βάλει με το κόμμα των πλουσίων.

Η σημερινή μορφή της πολιτικής στην περίοδο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού δεν αποτελεί ελληνικό φαινόμενο. Το συναντάμε σε όλες τις χώρες του ευρωατλαντικού πόλου και στην ίδια την ιμπεριαλιστική μητρόπολη, τις ΗΠΑ. Έχει στο DNA της: την εκχώρηση της εξουσίας και των αποφάσεων στην αγορά, τη δημιουργία εθνικών και υπερεθνικών οργανισμών μη αιρετών αλλά εντεταλμένων από την αγορά, που αποφασίζουν και δεσμεύουν λαούς, περιοχές, τάξεις και στρώματα, τη συρρίκνωση της ελάχιστης λαϊκής κυριαρχίας και δημοκρατίας, τη δραματική μείωση της δύναμης των κοινοβουλίων, τον αποκλεισμό, πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, των φτωχών, των σύγχρονων της γης των κολασμένων. Αυτοί οι αόρατοι, οι άφωνοι, οι δίχως έκφραση, αποτελούν όμως στρατό, που στα τελευταία χρόνια προβάλλει επικίνδυνα στο προσκήνιο εκφράζοντας περισσότερο την οργή και απόγνωσή του.

Αποκλεισμένη και απαγορευμένη (κατασταλτικά, προληπτικά και  ιδεολογικά) παραμένει η συζήτηση για το πώς να πάμε αλλιώς, πώς να ξανασχεδιάσουμε και να ξανασκαλίσουμε τους δρόμους μιας εναλλακτικής πορείας, μιας χειραφέτησης που θα πατά στο τέλος του καπιταλισμού και θα απαντά ότι υπάρχει ζωή μετά τον καπιταλισμό, και αυτή βεβαίως δεν είναι η δευτέρα παρουσία. Αλλά αυτό το κενό αναζητά έκφραση, ύλη, δύναμη, σχέδιο. Πάνω από όλα αναζητάει την ανάληψη της ευθύνης να τεθεί με σοβαρούς όρους η ατζέντα της συζήτησης.

Σε αυτόν τον δρόμο, επιμένουμε ότι υπάρχουν αρκετές δυνάμεις, νέες και παλιότερες.

Επιπλέον, υπάρχουν και ανθίζουν ελπίδες, ντόπιες και εισαγόμενες.

Ελπίδα ήταν το πλειοψηφικό κύμα οργής και θυμού της νεολαίας, που στο έγκλημα των Τεμπών με συναίσθημα (χωρίς συναίσθημα η πολιτική δεν έχει ιδεολογία), πλημμύρισε τους δρόμους δείχνοντας τους ενόχους και στα τρία πρόσωπα του δικομματισμού, απαιτώντας το τέλος των ιδιωτικοποιήσεων και την επιστροφή σε ένα άλλο δημόσιο. Μια οργή και ένας θυμός που δεν έχει σήμερα πολιτική έκφραση, έστω σε μια νέα πολιτική δύναμη που θα ένωνε διαφορετικές φωνές σε μια κοινή συνισταμένη, στην ανατροπή της μνημονιακής ισορροπίας και των υπηρετών της.

Ελπίδα ήταν και ο μακροχρόνιος, ανειρήνευτος αγώνας των Γάλλων εργαζομένων και της νεολαίας που καταξεσχίζει τα αφηγήματα της ΕΕ και του Μακρόν.

Η ελπίδα, για να μετασχηματιστεί σε πολιτική φωνή και δύναμη, απαιτεί χρόνο, θέληση, κοινή λογική αλλά κυρίως ανάληψη και όχι εκχώρηση της ευθύνης. Αυτό είναι το κεντρικό ζητούμενο για όσους καταλαβαίνουν με αυτόν τον τρόπο τα πράγματα, και όχι το τι ακριβώς θα ψηφίσουμε στις 21 Μαΐου.

Διεκδίκηση ή διαχείριση;

Ανακοίνωση για τις εκλογές της 21ης Μαϊου

Για τις εκλογές της 21ης Μαΐου,
με τη ματιά μας στραμμένη στην επόμενη μέρα

  1. Παρά τη διάχυτη οργή για το έγκλημα των Τεμπών και τις καταστροφικές συνέπειες της ιδιωτικοποίησης και της διάλυσης των δημόσιων υποδομών, ο αρνητικός συσχετισμός παραμένει. Απουσιάζει ένα εναλλακτικό πολιτικό και κοινωνικό σχέδιο πέραν αυτού που παρουσιάζει ως μονόδρομο ο καπιταλισμός. Απουσιάζει και μια αξιόπιστη πολιτική δύναμη που να έχει πρόγραμμα ανατροπής αυτού του συσχετισμού δύναμης. Μεγάλο τμήμα της κοινωνίας θεωρεί ότι η Αριστερά (δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ) δοκιμάστηκε, κυβέρνησε και τελικά εφάρμοσε το ίδιο, πάνω-κάτω, νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. Δεν έχει αναληφθεί σοβαρά από κανένα συλλογικά οργανωμένο υποκείμενο η ευθύνη ανατροπής αυτής της αίσθησης. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη κομμουνιστικής Αριστεράς αλλά και στην απουσία μιας μετωπικής αριστερής-προοδευτικής εναλλακτικής πολιτικής δύναμης που θα συγκρούονταν με πλευρές του σύγχρονου καπιταλισμού και θα εξέφραζε, έστω πρόσκαιρα και μερικά, τα συμφέροντα των εργαζομένων και των μικρομεσαίων στρωμάτων.
  2. Η μακρά ύφεση που πλήττει τον δυτικό καπιταλιστικό κόσμο έχει αρνητικά αποτελέσματα στην καθημερινή επιβίωση των λαϊκών στρωμάτων και πολύ περισσότερο των νέων εργαζομένων. Η ακρίβεια και ο πληθωρισμός μειώνουν τις προσδοκίες μιας καλύτερης ζωής και επιπλέον καθιστούν προβληματική την ίδια την επιβίωση. Σε αυτό το περιβάλλον, ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζει να διαιρεί το ενιαίο σύστημα κοινωνικών σχέσεων γεωγραφικά και πολιτικά (δύση και ανατολή). Απέναντι σε αυτό το οικονομικό – γεωπολιτικό πλαίσιο έχουμε μια πολιτική πλήρους υποταγής από την πλευρά της αστικής τάξης. Τόσο η υπαγωγή της Ελλάδας στο ατλαντικό σχέδιο (ΝΑΤΟ – ΗΠΑ) όσο και η ένταξη και παραμονή στο οικονομικό ευρωπαϊκό σχέδιο (ΕΕ), δεν αμφισβητούνται θεωρητικά από τη συντριπτική πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών κομμάτων και πρακτικά – πολιτικά δεν αντιπαλεύονται από κανέναν. Από την άλλη, η εργαζόμενη κοινωνία δεν έχει υπερβεί το σοκ του 2015 και χαρακτηρίζεται από εναλλασσόμενες στιγμές μοιρολατρίας, αμηχανίας, οργής, αδιεξόδου. Εγκλήματα σαν αυτό των Τεμπών, απελευθερώνουν τη δυσαρέσκεια απέναντι στην διαχρονική και κοινή πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και αναδεικνύουν την ευθύνη των κομμάτων που την εφάρμοσαν (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ). Δεν μπορούν όμως να συγκροτήσουν το αντίπαλο πολιτικό υποκείμενο. Σε κάθε περίπτωση, σε κάθε ζήτημα που προκύπτει, σε κάθε στροφή της συγκυρίας, το δίλημμα παραμένει: είτε αποδοχή του συστήματος και των πολιτικών του, είτε σύγκρουση. Ενδιάμεσες απαντήσεις και εύκολες λύσεις, δεν υπάρχουν.
  3. Το γεγονός ότι το πλαίσιο της αντιπαράθεσης είναι δεδομένο και μη αμφισβητήσιμο από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου, προσδιορίζει και τον χαρακτήρα των συγκεκριμένων εκλογών. Δεν κυοφορούνται εκπλήξεις για το τι θα συμβεί την επόμενη μέρα. Η εκλογική αναμέτρηση αφορά κυρίως την εμπέδωση του δικομματισμού και τη συνέχιση της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, γεγονός που αποδεικνύεται και από την ποιότητα, τον προβληματισμό και τα θέματα που απασχολούν τον δημόσιο διάλογο, λίγο πριν τις κάλπες. Η αναξιοπιστία της Αριστεράς είναι βαθιά και οργανική, τροφοδοτεί την ηγεμονία της απροκάλυπτης δεξιάς νεοφιλελεύθερης πολιτικής, όπως αυτή εκφράζεται από το πρόσωπο του Μητσοτάκη, κι ορίζει, είτε το θέλουμε, είτε όχι, πολύ πιο σύνθετα και στρατηγικά καθήκοντα από αυτά της μιας ή της άλλης εκλογικής στάσης.
  4. Σε αυτή τη συγκεκριμένη συνθήκη, ο δρόμος ανάταξης του λαϊκού φρονήματος, του κινήματος και της Αριστεράς δεν περνά από τις εκλογικές μάχες αλλά αφορά μια πιο βαθιά, επίπονη, δύσκολη διαδικασία ανασυγκρότησης σε όλα τα επίπεδα. Βαθύτερη εννοούμε καταρχήν την προγραμματική συγκρότηση για το τι σημαίνει μια εναλλακτική πορεία για τη χώρα και την κοινωνία σε ρήξη με την ολιγαρχία και το ευρωατλαντικό πλαίσιο, αξιόπιστες διαδικασίες συγκρότησης πολιτικού μετωπικού υποκειμένου, πέρα από την μετωπική φλυαρία και τους παραγοντισμούς της τελευταίας 10ετίας, και κυρίως επίπονη προσπάθεια οργάνωσης του κοινωνικού υποκειμένου για την υπεράσπιση των συμφερόντων του. Οι εκλογές μπορεί να είναι μια σημαντική στιγμή στην πολιτική διαδικασία, αλλά σημαντικότερη είναι η ανταπόκριση σε ανάγκες που υπερβαίνουν τις εκλογές. Το πρόβλημα γίνεται πιο οξύ ειδικά όταν στις εκλογικές μάχες δεν παρεμβαίνει μια πολιτική πρόταση που να απαντάει σε αυτές τις ανάγκες. Η υπέρβαση των πολλαπλών αδιεξόδων που αντιμετωπίζει σήμερα η κοινωνία δεν θα γίνει μέσα από τη μία ή την άλλη εκλογική στάση. Ανεξάρτητα από αναλαμπές, εκρήξεις, ξεσπάσματα, ο συσχετισμός δύναμης παραμένει τέτοιος που απαιτεί βαθύτερη στάση από την εκλογική στιγμή. Αν υπήρχε εκλογική δύναμη που να υπηρετεί αυτό το πολιτικό σχέδιο ανάταξης και ανασυγκρότησης δυνάμεων, η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ θα ήταν παρούσα.
  5. Είναι προφανές ότι στεκόμαστε με τον πιο αποφασιστικό τρόπο ενάντια στα κόμματα που εκφράζουν τις -όχι ίδιες- αλλά πάντως όμοιες μνημονιακές, συστημικές ή «αντισυστημικές»-ακροδεξιές, ευρωατλαντικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Δεν διαλέγουμε τον ήπιο (ΣΥΡΙΖΑ) από τον αυταρχικό (ΝΔ) διαχειριστή, μιας δεδομένης νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Η ιστορικά διαδεδομένη λογική λεηλασίας της Αριστεράς που είναι η επιλογή του «μικρότερου κακού», δηλαδή σήμερα του ΣΥΡΙΖΑ, έχει επίσης ιστορικά αποδειχθεί ότι οδηγεί αναπόφευκτα στο μεγαλύτερο κακό. Στο χώρο που ορίζεται αριστερά και ριζοσπαστικά, το μεν ΚΚΕ αδιαφορεί και αποσύρεται, γιατί καταλαβαίνει ότι η παραμικρή αμφισβήτηση του συστημικού πλαισίου οδηγεί σε σύγκρουση, ενώ από την άλλη, ο ιδεολογικός προσανατολισμός του ΜΕΡΑ25 αφορά μια κεντροαριστερή φιλολαϊκή διαχείριση (που κι αυτή ακόμα δεν είναι αποδεκτή από τον σημερινό καπιταλισμό). Η δε εξωκοινοβουλευτική αριστερά επιμένει να δοκιμάζει το ίδιο ανύπαρκτο πολιτικό σχέδιο, εδώ και δεκαετίες, που δεν μετατοπίζει στο παραμικρό το συσχετισμό. Το διπλό καθήκον της οικοδόμησης τόσο της κομμουνιστικής Αριστεράς όσο και μιας νέας μετωπικής πολιτικής δύναμης, παραμένει ορφανό και δε θα λυθεί – ούτε καν θα διευκολυνθεί – στην εκλογική μάχη.
  6. Οι υπαρκτές δυνάμεις της ελληνικής αριστεράς, παρ’ όλες τις διαφορές τους, δε μπορούν ή δε θέλουν να δώσουν πολιτική διέξοδο, τώρα ή μετά τις εκλογές. Ωστόσο είτε η εκλογική λεηλασία αυτής της αριστεράς από τη λογική του μικρότερου κακού – ειδικά αν υπάρξουν δεύτερες εκλογές – είτε η αριθμητική και κοινοβουλευτική συρρίκνωσή της θα επιταχύνει την αποστράτευση την απογοήτευση τον ατομικό-ιδιωτικό δρόμο . Δυστυχώς θα εμπεδώνει βαθύτερα την αίσθηση ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Μια τέτοια συρρίκνωση δεν θα βοηθήσει τη δράση για χιλιάδες αριστερούς και κομμουνιστές που παλεύουν στα συνδικάτα, στα σωματεία, στους κοινωνικούς χώρους, στη δημόσια συζήτηση, ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, την ολοκληρωτική ΝΑΤΟποίηση της χώρας, την αναδιανομή του πλούτου και της εξουσίας υπέρ της αστικής τάξης.
  7. Με αυτή τη λογική, καλούμε σε μαύρισμα όλων των μνημονιακών, νεοφιλελεύθερων, ακροδεξιών κομμάτων που εφάρμοσαν στο παρελθόν -και υποστηρίζουν και σήμερα- όμοιες πολιτικές. Καλούμε σε στήριξη αριστερών και ριζοσπαστικών ψηφοδελτίων, με πλήρη συνείδηση των ανεπαρκειών, των λαθών, των αναντιστοιχιών τους. Δεν μπαίνουμε σε αντιπαραθέσεις, τουναντίον, αναζητούμε δίαυλους επικοινωνίας και μορφές πολιτικής και αγωνιστικής συγκρότησης των νέων ανθρώπων και των εργαζομένων τάξεων που ψηφίζουν άκυρο ή απέχουν. Πάνω από όλα όμως, καλούμε να αναταχθούν και να ανασκοπήσουν υπαρκτές πολυάριθμες δυνάμεις και άνθρωποι για να καλυφθεί το κενό της κομμουνιστικής Αριστεράς, αλλά και να συγκεντρωθούν όροι για τη συγκρότηση μιας μετωπικής πολιτικής δύναμης που θα αναλαμβάνει το την ευθύνη της σύγκρουσης με το νεοφιλελεύθερο και ευρωατλαντικό πλαίσιο. Αυτό το διπλό καθήκον ορίζει το περιεχόμενο της πολιτικής μάχης που δίνει η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ μπροστά στις ερχόμενες εκλογές, και προφανώς υπερβαίνει τον εκλογικό ορίζοντα.