Έχουν αποτύχει. Το ομολογούν. Να το πληρώσουν.

Η κυβέρνηση τα έχει σκατώσει σε όλα τα επίπεδα. Διαχείριση πανδημίας, εμβολιαστικό εγχείρημα, ενίσχυση του ΕΣΥ. Η Ελλάδα ξεκίνησε λόγω συγκυριών και τύχης, από την καλύτερη δυνατή θέση, και εδώ και μήνες βρίσκεται στη χειρότερη. Από τον Μάρτιο του 2021, όπου τα εμβόλια γίνονται διαθέσιμα σε ευρύτερες ηλικιακές και κοινωνικές κατηγορίες, μέχρι και σήμερα, η Ελλάδα είναι σταθερά πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο σε ανθρώπινες απώλειες.

Μέσα στον Νοέμβριο σημειώθηκαν 2.219 θάνατοι από Covid. Είναι σαν να ξεκληρίζεται μια μικρή πόλη κάθε μήνα. Η κοινωνία μοιάζει να έχει συνηθίσει, η κυβέρνηση αδιαφορεί και το πολιτικό σύστημα, στο σύνολό του, μοιάζει να το ανέχεται. 

Αυτό είναι μια τεράστια πολιτική, ιδεολογική και κοινωνική ήττα.

Αυτοί που προκάλεσαν με τη στάση τους αυτές τις εκατόμβες νεκρών έχουν ονοματεπώνυμο: Είναι ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του.

Όμως αυτή η πολιτική, ιδεολογική και κοινωνική ήττα του να αποδεχόμαστε το θανατικό και να μη λογοδοτούν οι υπεύθυνοι, μας αφορά όλους. 

Ο ενήλικος πληθυσμός θα έπρεπε να είχε εμβολιαστεί καθολικά.

Αυτό επιβάλλει η υγειονομική πραγματικότητα, τα επιστημονικά δεδομένα, η παγκόσμια εμπειρία. Αυτό έγινε ή γίνεται σε διάφορες χώρες του πλανήτη, από την Κούβα μέχρι την Πορτογαλία και από τη Δανία μέχρι την Κίνα. Αυτή είναι η μοναδικά προοδευτική και ανθρωπιστική στάση που μπορεί να υπάρξει στο ζήτημα του εμβολίου.

Συγκεκριμένες κοινωνικές και κυρίως ηλικιακές κατηγορίες θα έπρεπε να είχαν εμβολιαστεί. Τουλάχιστον οι άνω των 60 θα έπρεπε να είναι ήδη καθολικά εμβολιασμένοι. 

Ο εμβολιασμός, ειδικά στην Ελλάδα, είναι δύο φορές απαραίτητος, γιατί έχουμε μια κυβέρνηση που σαμποτάρει το ΕΣΥ και τη δημόσια υγεία. Επειδή η επί δεκαετίες νεοφιλελεύθερη πολιτική έχει διαλύσει την Πρωτοβάθμια Φροντίδα και το πλέγμα υγειονομικής προστασίας στην κοινότητα. Εξαιτίας του ότι οι υπουργικές αποφάσεις μετέτρεψαν τα νοσοκομεία σε μονάδες μίας νόσου, εκτινάσσοντας τη λοιπή νοσηρότητα και την υπερβάλλουσα θνητότητα.

Η απόφαση για επιβολή προστίμου 100 ευρώ στους ανεμβολίαστους άνω των 60 χρονών αποτελεί ανοικτή παραδοχή ήττας της εμβολιαστικής πολιτικής -εάν ποτέ υπήρξε τέτοια- και ταυτόχρονα χρεοκοπίας της κυβερνητικής στρατηγικής διαχείρισης της πανδημίας. 

Το πρόβλημα δεν είναι κυρίως το 100άρικο στο χαμηλοσυνταξιούχο, ούτε ο αυταρχισμός, ούτε η καταπάτηση της ατομικής ελευθερίας. Αυτά είναι εξοργιστικά, αλλά παραμένουν δευτερεύοντα. Όταν στο ζύγι μπαίνει η ατομική αυτοδιάθεση απέναντι στην κοινωνική ευθύνη, όταν αναμετριέται μια μεταμοντέρνα αντίληψη ελευθερίας με το δικαίωμα στη ζωή και στην υγεία, δεν υπάρχει δίλημμα επιλογής. 

Υπό άλλες συνθήκες, για να επιτευχθεί ο στόχος του καθολικού εμβολιασμού, αντικειμενικά θα υπήρχε μια μορφή υποχρεωτικότητας. Στην περίπτωσή μας όμως, όχι απλώς δεν εξαντλήθηκε η επιλογή να πετύχει η εμβολιαστική κάλυψη, αλλά με κάθε κυβερνητική απόφαση, το εμβολιαστικό εγχείρημα υπονομευόταν. 

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ακολουθώντας τις χειρότερες ιδεολογικές και πολιτικές προτεραιότητες του σύγχρονου καπιταλισμού, θεώρησε ότι η πανδημία μπορεί να αντιμετωπιστεί αποκλειστικά με την ατομική ευθύνη, την ατομική συμπεριφορά και την ατομική στάση του καθενός.

Στην πράξη αποδείχθηκε ότι η ατομικότητα και η επίκληση στην ατομική ευθύνη δεν αρκεί. Χρειάζεται οργανωμένη και συλλογική βούληση, κοινωνική συνείδηση, κρατική πρόνοια και πολιτική απόφαση που θα κάνει πράξη την προστασία της δημόσιας υγείας. Αυτά όμως δεν μπορούν να γίνουν από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. 

Η κυβέρνηση αυτή έχει χιλιάδες θανάτους στο λαιμό της εξαιτίας του δόγματος της ατομικής ευθύνης. Προκάλεσε εκατόμβες νεκρών εξαιτίας του μίσους που τρέφει για το δημόσιο σύστημα υγείας. Τίναξε την εμβολιαστική εκστρατεία στον αέρα βλέποντάς την ως ευκαιρία πολιτικών παιχνιδιών. 

Λιγότερο από ένα μήνα πριν, ο Μητσοτάκης, έλεγε επί λέξει: “Η υποχρεωτικότητα έχει εξαντλήσει αυτή τη στιγμή τα όριά της. Οι περισσότερες υποχρεωτικότητες προκαλούν μεγαλύτερες αντιδράσεις”. 

Σήμερα, εξαγγέλει στροφή 180 μοιρών, όχι γιατί έκανε ό,τι μπορούσε, αλλά γιατί δεν έκανε αυτό που έπρεπε. 

Ο μεγαλύτερος αντι-εμβολιαστής αποδείχθηκε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Όταν εξήγγειλε την επιχείρηση Ελευθερία μασκαρεύοντας τον εμβολιασμό σε προσωπική πολιτική του επιτυχία. Όταν ταύτιζε, παρά τις επιστημονικές επιφυλάξεις, την πλήρη ελευθερία από τον ιό με το εμβόλιο, προσφέροντας έναν ψευδή ισχυρισμό στο πιάτο του αντιεμβολιαστικού ρεύματος. Όταν δήλωνε δύο φορές μέσα σε ένα χρόνο ότι η Ελλάδα νίκησε την πανδημία. Όταν παραιτήθηκε από κάθε πολιτική υγειονομικής άμυνας και κάθε μέτρο ενίσχυσης του ΕΣΥ γιατί “θα μας σώσουν τα εμβόλια – δεν χρειαζόμαστε γιατρούς”. Όταν έβαζε την Επιτροπή Ειδικών να δηλώνει τα πιο αλλοπρόσαλλα πράγματα, μετατρεπόμενη σε Αυλή του Ηγεμόνα, με αποτέλεσμα να διαρραγεί κάθε εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς τον επιστημονικό κόσμο. Όταν εξάντλησε την κοινωνική συνοχή και καρτερικότητα με τα συνεχόμενα και αναποτελεσματικά λοκντάουν, τις κενού υγειονομικού περιεχομένου απαγορεύσεις κυκλοφορίας, τα ταξιδάκια του και τις εκδρομές του την ώρα που ο κοινός θνητός δεν μπορούσε να πάει στο βουνό ή στην εξοχή. Όταν ο ίδιος και οι υπουργοί του χάιδευαν την Εκκλησία, βεβαίωναν ότι οι αστυνομικοί δεν μεταδίδουν, δήλωναν ότι δεν είναι ευθύνη του κράτους ο εμβολιασμός ή αποποιούνταν την κυβερνητική ευθύνη λέγοντας “μη σώσουν και εμβολιαστούν”. Όταν επί μήνες αντί να οικοδομήσει εμβολιαστική κουλτούρα πρόληψης και προστασίας, έπαιζε με την αντίθεση εμβολιαστών – αντιεμβολιαστών μετατρέποντας το εμβόλιο σε πεδίο αντιπαράθεσης και όχι κοινωνικής αποδοχής. Όταν ακόμα και σήμερα δηλώνει κυνικά ότι “δεν έχει ενδείξεις για την αυξημένη θνητότητα σε διασωληνώσεις εκτός ΜΕΘ”.

Σε κάθε περίπτωση ο κ. Μητσοτάκης οφείλει να εξηγήσει γιατί χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Σουηδία, η Δανία κατάφεραν να εμβολιάσουν καθολικά τις ηλικιακά κρίσιμες κατηγορίες, σε αντίθεση με την Ελλάδα. Και θα πρέπει να σταματήσει την υποκρισία για τις υπαρκτές αντιεμβολιαστικές πονηριές της αντιπολίτευσης. Για το ότι η ίδια η κυβέρνηση έστησε το αντιεμβολιαστικό ρεύμα για να κάνει το σύνηθες παιχνίδι της εναντίον του “λαϊκισμού” δεν φταίει ο Πολλάκης. 

Σήμερα, ο κ. Μητσοτάκης παριστάνει ότι εξάντλησε κάθε περιθώριο, ενώ στην πραγματικότητα το κυβερνητικό επιτελείο καθοδηγείται από την ανάγκη να φανεί ότι σκύβει πάνω από το πρόβλημα, ότι παίρνει μέτρα, ακόμα και δύσκολα, ότι δεν είναι εντελώς αναίσθητο και ανίκανο, ότι φταίει (μονίμως) η κοινωνία. Τι απομένει λοιπόν για να μην χρεοκοπήσει η χριστουγεννιάτικη αγορά, να μην χρειαστεί να ξανακλείσει η εστίαση, να μην δώσει ξανά επιδόματα;

Η επιβολή προστίμου σε όσους δεν έχουν κάνει το εμβόλιο.

Η κυβέρνηση από την αρχή της πανδημίας επέλεξε να μην ενισχύσει το ΕΣΥ και να καθοδηγηθεί από την εμμονική πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και του τσακίσματος των δημόσιων και κοινωνικών αγαθών. Από εκεί προκύπτει και μεγάλο μέρος της υπερβάλλουσας θνητότητας, από εκεί προκύπτει και η αυξημένη θνητότητα στις ΜΕΘ, από εκεί προκύπτουν και τα χειρότερα ποσοστά θανάτων ανά πληθυσμό συγκριτικά με χώρες που έχουν ίδια ποσοστά εμβολιασμού. Το σύστημα υγείας σαμποταρίστηκε από αυτούς που το διηύθυναν με μοναδικό στόχο να θησαυρίσει σήμερα και κυρίως αύριο το ιδιωτικό κεφάλαιο υγείας. Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός είναι ηθικά και πολιτικά υπεύθυνοι για χιλιάδες θανάτους.

Brain drain, Mitsotakis vain, our minds pain

Το να εμφανίζεις τον 25χρονο γιο του βιομήχανου ως παράδειγμα επιτυχημένου νέου που επιστρέφει στην Ελλάδα, είναι φυσιολογικό για τον Μητσοτάκη και την παράταξή του. Άλλωστε και ο ίδιος μετά από ακριβές σπουδές, επέστρεψε να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση, δηλαδή τη διακυβέρνηση της χώρας. Κατά πάσα πιθανότητα το ίδιο θα κάνουν και τα δικά του παιδιά. 

Το να εμφανίζεται όμως ότι αυτός είναι ο δρόμος για την ανάκτηση του επιστημονικού δυναμικού που έφυγε από την Ελλάδα και ζει και εργάζεται στο εξωτερικό κατά την τελευταία δεκαετία, είναι και γελοίο, και χυδαίο. 

Ο λόγος, για τη σημερινή εκδήλωση της κυβέρνησης, όπου πέντε νέοι επιχειρηματίες πλαισίωσαν τον Μητσοτάκη στην παρουσίαση που έκανε ο τελευταίος για το “θετικό επενδυτικό και φορολογικό περιβάλλον” που διαμορφώνεται για όσους επιλέξουν να επιστρέψουν στη χώρα. 

Και ποιον βρήκαν οι θεομπαίχτες της κυβέρνησης να επιλέξουν ως παράδειγμα ανθρώπου που επέστρεψε στην Ελλάδα; 

Τον Παύλο, κληρονομόνο της επιχείρησης “Βίκος – Ηπειρωτική Βιομηχανία Εμφιαλώσεων” ο οποίος επέστρεψε από την Ατλάντα για να αναλάβει τη θέση του Supply Chain Manager στην οικογενειακή επιχείρηση. 

Αυτό όμως δεν είναι brain gain μετά το brain drain της μνημονιακής δεκαετίας. Πρόκειται απλώς για έναν γόνο μιας πλούσιας οικογένειας που έφυγε για καλές και ακριβές σπουδές στις ΗΠΑ, και προτού καλά καλά πάρει το πτυχίο, επέστρεψε να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση. 

Ο Παύλος δηλαδή έκανε ότι κάνει το 90% των παιδιών της αστικής τάξης. 

Τι είπε ο ξιπασμένος, ανώφελος και ματαιόδοξος Μητσοτάκης στην παρουσίασή του;

“Δίνουμε ειδικά φορολογικά κίνητρα σε νέους ανθρώπους οι οποίοι έφυγαν στα χρόνια της κρίσης από τη στιγμή που θα επιλέξουν να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Και έχουμε εδώ πέρα παραδείγματα: Ο Παύλος σπούδασε στην Αμερική, επέλεξε να γυρίσει και να δουλέψει στον τόπο του, γιατί; Διότι βρήκε μία καλή δουλειά”.

Ναι, έστειλε βιογραφικό και τον προτίμησαν. Έψαχνε δουλειά κάτι μήνες και στάθηκε τυχερός. Έλεος. Τα μυαλά μας πονάνε. 

Ο Παύλος έτσι κι αλλιώς θα πήγαινε στις ΗΠΑ να σπουδάσει, έτσι κι αλλιώς θα γύριζε στην Ελλάδα να δουλέψει, έτσι κι αλλιώς θα κληρονομούσε την οικογενειακή του επιχείρηση. 

Το ερώτημα είναι πόσοι Έλληνες αναγνωρίζουν στον Παύλο τον εαυτό τους;

Πόσοι Έλληνες που σπουδάζουν ή δουλεύουν στο εξωτερικό έχουν μια οικογενειακή βιομηχανία να τους περιμένει στην Ελλάδα;

Δηλαδή, να μην τον γλωσσοφάμε, να είναι καλά ο νεαρός, να πίνει πολύ νερό ο ίδιος, να εμφιαλώνει και καλό νερό η βιομηχανία του και να το πίνουμε και να ξεδιψάμε, αλλά το παράδειγμά του δεν αποτυπώνει την παραμικρή τάση ανάμεσα στους Έλληνες που ξενιτεύτηκαν στα χρόνια της κρίσης. 

Αυτοί, ξενιτεύτηκαν όχι για να αποκτήσουν χαρτί με κύρος από ακριβό Πανεπιστήμιο του εξωτερικού, αλλά γιατί δεν έβρισκαν δουλειά στην Ελλάδα. 

Και δεν θα επιστρέψουν γιατί δεν έχουν βιομηχανία, εταιρεία, κόμμα ή χώρα για να κληρονομήσουν. Δεν θα έρθουν στην Ελλάδα για να τους ταΐζει η οικογενειακή τους επιχείρηση, αντίθετα θα μείνουν στο εξωτερικό για να ενισχύσουν την οικογένειά τους που είναι στην Ελλάδα. 

Αυτή είναι η πικρή αλήθεια. 

Και αντί να έχεις μια κυβέρνηση που κάνει, έστω το ελάχιστο, για να ανακτήσει το επιστημονικό δυναμικό που δραπέτευσε (ή διαφορετικά, εκδιώχθηκε) από τη χώρα, γιατί το μόνο που έβρισκε εδώ ήταν μισθοί πείνας, ανασφάλεια, εργασιακά κάτεργα, εργοδοτική αυθαιρεσία, μνημόνια και λιτότητα, βρήκε να εμφανίσει τον γιο του βιομήχανου ως παράδειγμα brain gain. 

Τα χρόνια που ο κ. Μητσοτάκης κυβερνά τη χώρα που κληρονόμησε λόγω ονόματος, υπήρχε ένα τεράστιο στοίχημα με το οποίο θα όφειλε να αναμετρηθεί. 

Οι γιατροί που έχουν φύγει κατά την τελευταία δεκαετία στο εξωτερικό, είναι γύρω στους 18.000. Ποιες προσπάθειες έκανε η κυβέρνηση να τους επαναπατρίσει σε μια περίοδο που η ελληνική κοινωνία παρακαλούσε για αναισθησιολόγους, εντατικολόγους, ειδικευμένους, μάχιμους και ταυτόχρονα νέους σχετικά γιατρούς που κέρδιζαν κλινική εμπειρία στο εξωτερικό; Σε μια περίοδο που η έλλειψη ακριβώς αυτών των γιατρών ισοδυναμούσε με χιλιάδες φέρετρα;

Αύξησε τους μισθούς στο ΕΣΥ; Να παίρνει δηλαδή ένας γιατρός τουλάχιστον τα μισά από όσα παίρνει για παράδειγμα ένας κομματικός σφουγγοκωλάριος που διορίζεται διοικητής νοσοκομείου με άσχετα ή μηδαμινά προσόντα; 

Όχι. 

Πρόσφερε συμβάσεις αορίστου σε ειδικευμένους γιατρούς που έρχονται από τα νοσοκομεία του εξωτερικού;

Όχι.

Έδωσε κίνητρα για τις οικογένειές τους;

Όχι. 

Το ελληνικό κράτος με έξοδα του φορολογούμενου πολίτη πλήρωσε τις σπουδές ενός γιατρού, πλήρωσε την ειδίκευσή του, και μετά, με το εργασιακό αδιέξοδο το οποίο έχει δημιουργήσει, τον έδιωξε.

Η Γερμανία, η Αγγλία, η Σουηδία, ακόμα και η Κύπρος, γέμισαν από Έλληνες γιατρούς.

Η χώρα χρειαζόταν επειγόντως ενίσχυση του υγειονομικού της δυναμικού και μάλιστα στο πιο ειδικευμένο, μάχιμο και κλινικό επίπεδο, και ο Μητσοτάκης αγρόν ηγόραζε. Και όχι απλώς αυτό. Αφού έδινε μάχη με νύχια και με δόντια να ενισχυθεί ο ιδιωτικός τομέας υγείας, έβλεπε την ενίσχυση του ΕΣΥ, με μόνιμο και καλοπληρωμένο δυναμικό, ως εμπόδιο στα σχέδιά του. 

Και σήμερα, έχει το θράσος να φέρνει ως παράδειγμα επιτυχούς επιστροφής στην Ελλάδα τον κληρονόμο μιας βιομηχανίας. 

Αυτή όμως είναι η άρχουσα τάξη της χώρας, αυτό είναι και το πολιτικό της προσωπικό. 

ΥΓ.
drain: αποστράγγιση, εξάντληση, ξήρανση
vain: ματαιόδοξος, ξιπασμένος, ανωφελής, νάρκισσος, άχρηστος
pain: πόνος

Ζούμε στη χώρα όπου οι “ευθείες ερωτήσεις” είναι προσβολή

Ο κ. Μητσοτάκης στην εκνευρισμένη απάντησή του στην ερώτηση της Ολλανδής δημοσιογράφου Ίνγκεμποργκ Μπέγκελ παραδέχτηκε ευθέως δύο πράγματα: Πρώτον ότι γίνονται επαναπροωθήσεις και δεύτερον ότι στην Ελλάδα οι δημοσιογράφοι δεν κάνουν “ευθείες ερωτήσεις”. 

Με την πρώτη παραδοχή του ο κ. Μητσοτάκης συντάχθηκε πλήρως με την πραγματική γραμμή της Ε.Ε. όσο κι αν σκούζει η Ευρωπαϊκή Αριστερά για ένα κάποιο ανύπαρκτο ευρωπαϊκό “κεκτημένο” σεβασμού του διεθνούς δικαίου. Η πραγματική γραμμή της Ε.Ε. είναι αυτή που εφαρμόζεται στο Αιγαίο αλλά και στα σύνορα Πολωνίας – Λευκορωσίας και είναι η σιωπηρή αποδοχή των επαναπροωθήσεων, που ειδικά στη θάλασσα μπορεί να αποβεί επικίνδυνη για την ανθρώπινη ζωή. 

Η Ε.Ε. κάνει το ίδιο με αυτό που κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη: Απέναντι στα διεθνή φόρα των οργανισμών διεθνούς δικαίου παριστάνει ότι δεν γίνονται push-backs, αλλά απευθυνόμενη στο εσωτερικό της ακροατήριο κλείνει το μάτι στην αντιμεταναστευτική ψυχολογία και πρακτική, υπερηφανευόμενη ότι “προστατεύει τα σύνορά της”. 

Ειδικά στην Ελλάδα, η κυβέρνηση έχει μία γλώσσα όταν απευθύνεται στη διεθνή κοινότητα με την οποία παριστάνει ότι συντάσσεται με το Διεθνές Δίκαιο, και μία ακόμα, ισχυρότερη και δυνατότερη, όταν απευθύνεται στο εσωτερικό και απηχεί τα αντιμεταναστευτικά αισθήματα σημαντικού τμήματος της κοινωνίας, δηλώνοντας όχι απλά ότι γίνονται επαναπροωθήσεις, αλλά και ότι είναι υπερήφανη για αυτές. 

Η δεύτερη παραδοχή ωστόσο του Κ. Μητσοτάκη είναι ίσως σημαντικότερη, γιατί άθελά του παραδέχτηκε σε διεθνές ακροατήριο ότι η δημοσιογραφία στην Ελλάδα δεν είναι δημοσιογραφία, αλλά φιλοκυβερνητική προπαγάνδα εξαρτώμενη από τον κρατικό κορβανά. 

Μπορεί ο κ. Μητσοτάκης να άφησε την αλήθεια να του ξεφύγει, μέσα στον εκνευρισμό του, αλλά αυτή η αλήθεια εγείρει από μόνη της μείζον ζήτημα δημοκρατίας.

Από πότε το να ρωτούν οι δημοσιογράφοι ευθείες ερωτήσεις είναι μια παράδοση ή ιδιαιτερότητα της Ολλανδίας και δεν είναι χρέος και κεκτημένο σε κάθε χώρα που θέλει να λειτουργεί στοιχειωδώς δημοκρατικά;

Γιατί είτε μας αρέσουν είτε όχι οι επαναπροωθήσεις, είτε επικαλούμαστε είτε όχι το Διεθνές Δίκαιο, είτε μας ξινίζει είτε όχι η Ολλανδή δημοσιογράφος, είτε τη βαφτίζουμε πράκτορα των Τούρκων ή πράκτορα της Στάζι, η έμμεση παραδοχή του Έλληνα πρωθυπουργού είναι ότι στην Ελλάδα, δημοσιογραφία δεν ασκείται. 

Ασκείται ένα παθιασμένο γλύψιμο – λιβάνισμα της εξουσίας, χωρίς την παραμικρή αίσθηση αυτοσυγκράτησης ή αξιοπρέπειας, γεγονός που θα έπρεπε να προβληματίσει όχι μόνο την κοινωνία και τους πολίτες αλλά ακόμα και την εξουσία. 

Το γεγονός ωστόσο ότι η εξουσία δέχεται αυτό το αναξιοπρεπές γλύψιμο – λιβάνισμα από τον Τύπο (που συνταγματικώς κι θεωρητικώς θα όφειλε να την ελέγχει), και μάλιστα βγαίνει εκτός εαυτού τις λίγες, ελάχιστες φορές, που οι ερωτήσεις δεν είναι στημένες και προκαθορισμένες, σημαίνει ότι ο Μητσοτάκης είναι στο επίπεδο του Ορμπάν, κι ας χτυπιούνται πολλοί για το αντίθετο.

Ο κ.Μητσοτάκης συμπεριφέρεται ως κληρονόμος και ιδιοκτήτης της χώρας και ξεσπά ως κακομαθημένος γόνος όταν δεν αντιμετωπίζεται με δέος και θαυμασμό από τους πολίτες, τους δημοσιογράφους ή τους κοινούς θνητούς. Ανήκει σε έναν άλλον κόσμο από τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας και εξεγείρεται τις ελάχιστες φορές που δεν του συμπεριφέρονται ως ελέω μπαμπά μονάρχη.

Το πραγματικά προκλητικό στοιχείο της ερώτησης της Ολλανδής δημοσιογράφου δεν ήταν η αναφορά στις επαναπροωθήσεις ή στα συνεχόμενα ψέματα της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά ο υπαινιγμός της ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός πάσχει από ναρκισσισμό.

Πράγμα που ο ίδιος, με μια δόση παράκρουσης μεγαλείου, επιβεβαίωσε.

Στοιχεία της φύσης

Οι περισσότεροι ειδικοί της κβαντικής φυσικής ή της αστροφυσικής που αναζητούν το ελάχιστο μέγεθος της ύλης και το μέγιστο του Σύμπαντος, πιθανότατα θα γελάνε με τους αρχαίους Ελληνες φιλοσόφους -τον Θαλή, τον Αναξιμένη, τον Ηράκλειτο, τον Εμπεδοκλή- και τις απλοϊκές υποθέσεις τους για τα στοιχεία της φύσης, την Τετρακτύ του Πυθαγόρα -φωτιά, νερό, γη, αέρας. Πιθανότατα θα κρυφογελούν και για τον «καβγά» τους για το ποιο είναι το πρωταρχικό στοιχείο, το πολύ να δίνουν ένα δίκιο στον Πλάτωνα που πρόσθεσε το δικό του, πέμπτο, στοιχείο, τον Αιθέρα. Οχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά γιατί τους αρέσουν οι καινοτομίες, ίσως και γιατί ο startupper Πλάτωνας έγινε τελικά σταρ και παγκόσμιο σαξές στόρι, αντιθέτως με τους καημένους Ιωνες που έχουν γίνει υποσημείωση της φιλοσοφίας, αν και σε αυτούς την οφείλουμε. Ποιος εχέσθη για τη φιλοσοφία, θα πείτε, άλλο κεφάλαιο αυτό, ας το αφήσουμε στην μπάντα να μην τσακωθούμε.

Κι όμως, οι Ιωνες παίρνουν κάθε μέρα και λεπτό την εκδίκησή τους. Τα στοιχεία της φύσης τους είναι τα στοιχειά που στοιχειώνουν ακόμα όλες τις επιστήμες και τις ψευδοεπιστήμες μαζί, όλες τις γεωπολιτικές και γεωοικονομικές στρατηγικές, τους ανταγωνισμούς των κρατών, των μπλοκ και των συμμαχιών, τις οικονομικές πολιτικές, τη γεωγραφία και τη δημογραφία του πλανήτη, τη φτώχεια και τον πλούτο του, την πείνα και τον κορεσμό του, τον θάνατο ή τη ζωή του.
Ας αρχίσουμε από τα φρέσκα. Το νερό. Δεν πιστεύω να έχει κανείς παράπονο, το απολαύσαμε σε αφθονία και σε όλες τις εκδοχές τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Ας αποφύγουμε τα κλισέ για ακραία φαινόμενα και για εκδίκηση της φύσης, υπάρχουν κι αυτά, αλλά ένα χαμηλό βαρομετρικό ήταν με πολύ νερό, τι να πουν και οι Αμερικανοί που ζουν με τους κυκλώνες και τυφώνες του Ατλαντικού ή οι Ασιάτες με τους μουσώνες τους. Το νερό κάνει τον κύκλο του κι αν στον δρόμο του βρεθεί εμπόδιο, θα το σαρώσει. Οι δρόμοι και τα κτίρια είναι που βρέθηκαν σε λάθος σημείο, όχι το νερό που απλώς πάει στον προορισμό του, στη θάλασσα. Δεν πα’ να λέγεται και «Ιδρυμα Νιάρχος», αν είναι να πλημμυρίσει θα πλημμυρίσει, ποιος είπε πως το όνομα ενός εφοπλιστή «ευεργέτη» λειτουργεί σαν φυλαχτό;

Και μια που τ’ αναφέραμε, η πράξη νερό+εφοπλιστής τι μας αποφέρει; Ναυτιλία, όπου το εθνικό μας κεφάλαιο μεγαλουργεί σαρώνοντας κατά εκατοντάδες σαπάκια και καινούργια σκαριά για να διασχίζουν τους ωκεανούς μεταφέροντας κοντέινερ, στάρια, ξυλεία εξ Ανατολών προς Δυσμάς και αντιστρόφως, με τριπλάσια και πενταπλάσια ναύλα από πέρσι, που θα τα πληρώσουμε μέχρι κεραίας εμείς, στο ψωμί που θα τρώμε ή στο κινητό που θα μιλάμε. Το νερό άλλους τους πνίγει κι άλλους τους φέρνει στον αφρό του κόσμου και οι πολυθαυμασμένοι Greeks είναι από τους μεγάλους κερδισμένους της κρίσης που απειλεί να μας πνίξει.

Θα μπορούσα να πω κι άλλα φρέσκα για το νερό, για την Αρκτική αίφνης και τη Γριλανδία που γλίτωσε μεν την αγορά της από τον Τραμπ, αλλά δύσκολα θα γλιτώσει την εξαγορά της από την Ε.Ε., η οποία απέκτησε «στρατηγική για την Αρκτική», κάτω από τους πάγους υπάρχουν σπάνιες γαίες, είναι πολλά τα λεφτά, Ούρσουλα, και η πράσινη μετάβαση έχει και τις θυσίες της. Η Γριλανδία είναι σχεδόν η μισή Ε.Ε., αχανής, ανεξερεύνητη, 80% πάγος, δηλαδή νερό, αλλά κάτω από τους πάγους υπάρχει κυνήγι του πράσινου θησαυρού, το πρώτο στοιχείο συναντά το δεύτερο και η γη κρατά καλά κρυμμένα τα πολυτιμότερα μυστικά της, που ακούνε στα ονόματα λίθιο, κοβάλτιο, ρόδιο, ίνδιο, νικέλιο. Το πρασίνισμα της ανθρώπινης δραστηριότητας, η αναχαίτιση της κλιματικής κρίσης προϋποθέτει μια παράδοξη νέα βιαιότητα πάνω στη γη, ξεκοίλιασμα σε μεγάλα βάθη και μεγάλα πλάτη, με τη μανία των χρυσοθήρων των προηγούμενων αιώνων, αλλά σε έκταση πολλαπλάσια. Ποιο είναι άραγε το περιβαλλοντικό αποτύπωμα αυτής της βίας κανείς δεν το αξιολογεί, αβαβά περί αυτού, όπως και περί του άλλου, με το ξεχέρσωμα βουνών και πεδιάδων για να φυτευτούν φωτοβολταϊκά πάρκα ή ανεμογεννήτριες. Κι εδώ το δεύτερο στοιχείο της φύσης συναντά το τρίτο, τον αέρα, και η κατάταξη μέχρι εδώ δεν αποτελεί ιεράρχηση, για να μην πικράνω κανέναν από τους Ιωνες, απλώς έτσι το έφερε ο ασταθής συνειρμός που τον τρέφει η επικαιρότητα και η ένταση των στοιχείων της φύσης (τη δική μου αστάθεια την αντιπαρέρχομαι διακριτικά).

Το τρίτο στοιχείο έχει μια περίεργη διαπλοκή με το τέταρτο, αέρας και φωτιά γίνονται εκρηκτικό ζευγάρι τα καλοκαίρια, τη ζήσαμε την τραγωδία μας ξανά το καλοκαίρι που πέρασε, αν και δεν είναι σαφές αν το πάντρεμά τους είναι που εξαφάνισε 700.000 στρέμματα δασικού πλούτου στην Ελλάδα ή 82 εκατ. στρέμματα στη Σιβηρία ή ήταν η διασταύρωση της φωτιάς με την κρατική αβελτηρία και την οικονομική απληστία που έκανε την πολλή δουλειά. Μερικές φορές ακόμα και τα στοιχεία της φύσης υποχωρούν μπροστά στο μέγεθος της ανθρώπινης βλακείας και μεγαλομανίας. Ωστόσο, έπειτα από καμιά εικοσαριά χιλιάδες χρόνια συνέργειας του είδους με τη φωτιά, θα πρέπει να αναρωτηθούμε πόση απόσταση έχουμε διανύσει από τότε που μας την πρόσφερε ο Προμηθέας και με πόσο βαρύ τίμημα αλήθεια, αν πάρουμε τον Αισχύλο τοις μετρητοίς. Λοιπόν, ούτε μέτρο δεν έχουμε διανύσει αν το καλοσκεφτείτε, είμαστε ακόμη εξαρτημένοι από εκείνον τον σπινθήρα που ανάβει τους καυστήρες, είτε καίνε πετρέλαιο, είτε αέριο, είτε καυσόξυλα, είτε πέλετ, και θα είμαστε για δεκαετίες από κάποιας μορφή καύση και φωτιά, παραμένουμε άμαθα ορφανά του Προμηθέα, όμηροι του τέταρτου και όλων των στοιχείων της φύσης, μέχρι να αποφασίσουμε να συμφιλιωθούμε μ’ αυτά. Τεχνολογικά και φιλοσοφικά.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Αναδημοσίευση από ΚΙΜΠΙ

Η ακρίβεια δεν αντιμετωπίζεται με λόγια του αέρα.

Η ακρίβεια σε βασικά είδη διατροφής, στο ηλεκτρικό ρεύμα, στο φυσικό αέριο και στα καύσιμα αυξάνει αλματωδώς τους τελευταίους μήνες, συρρικνώνοντας τα λαϊκά εισοδήματα και δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα στις φτωχές λαϊκές οικογένειες, που κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς τρόφιμα, ηλεκτρικό ρεύμα και θέρμανση τις κρύες ημέρες του χειμώνα.

Η κυβέρνηση εξαπατά και κοροϊδεύει το λαό ισχυριζόμενη ότι «η ακρίβεια είναι παροδική», ότι «σε λίγους μήνες θα έχουν εξομαλυνθεί οι τιμές» και εξαγγέλλοντας μέτρα – κοροϊδία για δήθεν οικονομική ανακούφιση των λαϊκών νοικοκυριών και αντιμετώπιση της ακρίβειας.

Συγκεκριμένα, τα 14 -18 ευρώ το μήνα, που η κυβέρνηση εξάγγειλε ως επιδότηση στα λαϊκά νοικοκυριά για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στην ανατίμηση του ηλεκτρικού ρεύματος, και η πολύ μικρή μείωση στην τιμή του φυσικού αερίου, καθώς και ο κατώτατος μισθός που θα …«αυξηθεί» μόλις κατά 52 λεπτά τη μέρα (!!!) από την 1-1- 2022, δεν καλύπτουν ούτε στο ελάχιστο το ύψος των ανατιμήσεων και τις κοινωνικές ανάγκες των λαϊκών οικογενειών για αξιοπρεπή διαβίωση. Μοιάζουν κυριολεκτικά με «σταγόνα στον ωκεανό» των δυσκολιών, που αντιμετωπίζουν τα λαϊκά στρώματα εν μέσω της τριπλής κρίσης (υγειονομικής, οικονομικής, οικολογικής) και της απαράδεκτης κυβερνητικής πρακτικής να αξιοποιεί αυτή την κρίση για να περάσει χωρίς αντιστάσεις την αντιλαϊκή και αντικοινωνική πολιτική της.

Είμαστε, βέβαια, συνηθισμένοι με την κυβέρνηση Μητσοτάκη να λέει ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτε ή να κάνει μόνο ευχολόγια και παρακάλια στις επιχειρήσεις, όταν πρόκειται για την ακρίβεια ή άλλα λαϊκά προβλήματα, επικαλούμενη ότι αυτά είναι δισεπίλυτα ευρωπαϊκά ή παγκόσμια προβλήματα, ενώ, όταν είναι να περικόψει μισθούς, συντάξεις, εργασιακά και δημοκρατικά δικαιώματα και να επιβάλλει νέους φόρους, τότε να λειτουργεί ως επιτελικό αποτελεσματικό κράτος, αλλά δεν πρέπει να μείνουμε και με τα χέρια σταυρωμένα.

Και, δυστυχώς, οι ανατιμήσεις προϊόντων και υπηρεσιών, δεν έπεσαν από τον ουρανό και δεν αποτελούν παροδικό φαινόμενο, όπως ισχυρίζεται ψευδώς η κυβέρνηση και τα φιλικά της – καλοταϊσμένα από αυτή – Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Είναι η ασύδοτη δίψα και το αδίστακτο κυνήγι για κέρδη των δυνάμεων του κεφαλαίου, που συνεχώς κλιμακώνεται, με την ανοχή και τη στήριξη της κυβέρνησης και των προηγούμενων κυβερνήσεων. Είναι επίσης η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, η οποία οδηγεί στην αύξηση των τιμών, γιατί οι νέοι ιδιοκτήτες των δημόσιων επιχειρήσεων και υποδομών τις άρπαξαν «αντί πινακίου φακής» για να επιτυγχάνουν γρήγορα, εγγυημένα και εύκολα κέρδη. Επομένως, υπάρχουν ξεκάθαρες πολιτικές ευθύνες της κυβέρνησης για την εκτίναξη της ακρίβειας.

Τα εργαζόμενα λαϊκά στρώματα και η νεολαία δεν έχουν τίποτε να περιμένουν από την κυβέρνηση της ΝΔ. Μόνο, μόνοι τους μπορούν σωθούν, αναπτύσσοντας και κλιμακώνοντας ενωτικούς κοινωνικούς αγώνες και διεκδικώντας μαχητικά ουσιαστικά μέτρα περιορισμού της ακρίβειας και στήριξης των εισοδημάτων τους, όπως:

– Δραστική μείωση των ληστρικών έμμεσων φόρων, κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, ουσιαστικές αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, θέσεις εργασίας σταθερής και πλήρους απασχόλησης με αξιοπρεπείς μισθούς, αύξηση των δημοσίων κοινωνικών δαπανών για παιδεία, υγεία, πρόνοια.

– Ενέργεια, που να είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα και, επομένως, αποτροπή και ανατροπή της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ, γιατί μόνο μία δημόσια και κοινωνική ΔΕΗ μπορεί να παρέχει φθηνό ηλεκτρικό ρεύμα στο λαό. Κατάργηση των χρηματιστηρίων ενέργειας και του ειδικού φόρου κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας και άμεση μείωση του ΦΠΑ στο 4%. Επαναφορά του νόμου 4320/19-3-2015, που προέβλεπε 1200 κιλοβατώρες δωρεάν το τετράμηνο για όσους ήταν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Σταμάτημα των αποκοπών συνδέσεων ηλεκτρικού ρεύματος, νερού και τηλεπικοινωνιών σε φτωχά και υπερχρεωμένα λαϊκά νοικοκυριά.

– Μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης και του ΦΠΑ στο φυσικό αέριο στο αγροτικό πετρέλαιο, στο πετρέλαιο θέρμανσης για τα νοικοκυριά, στο πετρέλαιο κίνησης και στη βενζίνη. Επέκταση επιδομάτων θέρμανσης και σε άλλα λαϊκά νοικοκυριά, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, λόγω του πιο κρύου και μεγαλύτερου σε διάρκεια χειμώνα. Επιδότηση και όσων επιλέγουν να θερμανθούν με εναλλακτικές και περιβαλλοντικά ασφαλείς μορφές θερμότητας, όπως η γεωθερμία.

Ιδού λοιπόν «πεδίο δόξης λαμπρό» για τις δυνάμεις της Αριστεράς και το λαϊκό κίνημα εάν θέλουν να είναι πραγματικά χρήσιμοι στο λαό αυτή τη δύσκολη περίοδο.

Τι δεν κατάλαβε ο κ. Μπογδάνος και διαγράφηκε αδίκως;

Η διαγραφή Μπογδάνου έχει μια μικρή αλλά υπαρκτή σημασία για τα πολιτικά πράγματα. Φυσικά δεν εκφράζει κανενός είδους ρήξη, ούτε καν την παραμικρή, του Μητσοτάκη με το εθνικιστικό, ακροδεξιό ρεύμα. Ούτε βέβαια πρόκειται να αλλάξει στο παραμικρό η κυρίαρχη πολιτική της τοξικότητας, της θεωρίας των δύο άκρων, της συναλλαγής και συνύπαρξης του ευρωπαϊκού εκσυγχρονιστικού κοσμοπολιτισμού με τον εθνικισμό, τον ρατσισμό και τον φασισμό.  

Η διαγραφή Μπογδάνου σχετίζεται με την προσπάθεια Μητσοτάκη να ισορροπήσει τη γενικευμένη ακροδεξιά εικόνα της κυβέρνησής του. Η επιμέτρηση είναι εντυπωσιακή: 

Θάνος Πλεύρης υπουργός Υγείας με μοναδικό σκοπό να συνομιλήσει, να καθησυχάσει και να συμμαζέψει τη βαθιά συντηρητική, ψεκασμένη, θρησκόληπτη και αντιεμβολιαστική “Δεξιά του Κυρίου”. 

Μάκης Βορίδης υπουργός εσωτερικών, υπεύθυνος για τις εκλογές, με διατυπωμένη κομψά την άποψή του για τις “ελαττωματικές ιδέες” της Αριστεράς, η οποία πρέπει θεσμικά να αποκλειστεί από την επαναφορά της στην εξουσία. 

Άδωνις Γεωργιάδης υπουργός Ανάπτυξης άνευ περιεχομένου, με βασικό στόχο την ενσωμάτωση του φωνακλάδικου ακροδεξιού λαϊκισμού. 

Πρόσφατα ενέσκηψε ο υφυπουργός Παιδείας Άγγελος Συρίγος που επανέφερε ατόφια τη θεωρία των δύο άκρων, εξισώνοντας την πολιτική δράση της Αριστεράς με την εγκληματική και δολοφονική δράση των νεοναζιστικών συμμοριών, κανονικοποιώντας απολύτως τη δεύτερη. Λίγες μέρες νωρίτερα αρθρογραφούσε υπέρ Μπογδάνου για τα νηπιαγωγεία του κέντρου, δικαιολογώντας εμμέσως την κίνηση του τελευταίου να δώσει ονόματα 4χρονων παιδιών στη δημοσιότητα. 

Και μην ξεχνάμε στελέχη και υπουργούς που δεν παύουν να ξαφνιάζουν με τις βαθιά συντηρητικές, οπισθοδρομικές, ακροδεξιές τους πεποιθήσεις. 

Από τη θρησκόληπτη Υπουργό Παιδείας μέχρι τον ομοφοβικό Υπουργό Δικαιοσύνης, οι υπουργικοί θώκοι έχουν κατακλυστεί από ακραία συντηρητικούς, πατριδοκάπηλους, αμόρφωτους ταγούς της εθνικοφροσύνης. 

Ο Μπογδάνος την πλήρωσε για όλους αυτούς. 

Το ακροδεξιό θερμοκήπιο που οικοδόμησε ο Κ. Μητσοτάκης ενοχλεί (χωρίς φυσικά ποτέ να απομακρύνει) το ακραίο κέντρο που όρμησε να στεγαστεί στη ΝΔ και διεκδικεί για τον εαυτό του τίτλους φιλελευθερισμού και συνταγματικής νομιμοφροσύνης. Ο εξευμενισμός του, μετά από μια μονόπαντη πορεία της κυβέρνησης προς την ακροδεξιά, ήταν αναγκαίος. Ήρθε με τη διαγραφή του πλέον αδύναμου κρίκου, πολλαπλώς εκτεθειμένου και πολιτικά φαιδρού, κ.Μπογδάνου.

Η διαγραφή επισπεύστηκε καθώς ο Μητσοτάκης δεν μπορεί να αφήσει να κυκλοφορούν επί μακρόν οι αιτιάσεις ότι φλερτάρει απροκάλυπτα με την ακροδεξιά, αφήνοντας χώρο σε εσωκομματική αμφισβήτηση με μετριοπαθή κεντροδεξιό προφίλ (η οποία αντικειμενικά θα αυξάνεται όσο αυξάνεται η αναπόφευκτη κυβερνητική φθορά). 

Και επισφραγίστηκε, όταν ο Μπογδάνος σε μια ύστατη κίνηση να σώσει το τομάρι του και έχοντας πάρει το μήνυμα από την τοποθέτηση Δένδια, έβαλε στο κάδρο των ευθυνών το πρωθυπουργικό γραφείο στη Θεσσαλονίκη, καρφώνοντας ότι η θεσμική εκπροσώπηση του Μητσοτάκη στη Βόρεια Ελλάδα ήταν κι αυτή στις γιορτές μίσους της εθνικοφροσύνης στον Γράμμο. 

Ο Μπογδάνος επί του προκειμένου είπε την αλήθεια: Η ακροδεξιά ατζέντα, ρητορική και διολίσθηση, έχει την προσωπική σφραγίδα Μητσοτάκη. Όχι επειδή ο ίδιος ο Μητσοτάκης είναι ακροδεξιός. Κοσμοπολίτης της αρχουσας τάξης είναι. Ποσώς ενδιαφέρεται για πατρίδες, θρησκείες, Μακεδονίες και τα συναφή. 

Για να παραμείνει όμως άρχουσα η τάξη του, θα πρέπει να καλλιεργεί και να ενσωματώνει τον κοινωνικό αγριανθρωπισμό, τη μισαλλοδοξία, τη διαίρεση, την πολιτισμική και πολιτική καθυστέρηση, το μίσος προς τους αδύναμους, την υποταγή προς τους ισχυρούς. 

Δηλαδή να καλλιεργεί και να ενσωματώνει την Ακροδεξιά ως πολιτικό και κοινωνικό ρεύμα. 

Πολύ περισσότερο σήμερα, που στο έδαφος της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, της πανδημίας, της χρεοκοπίας της Αριστεράς στην κυβερνώσα της εκδοχή, και της παραλυσίας της Αριστεράς στην αγωνιστική της εκδοχή, ο αγριανθρωπισμός και η καθυστέρηση κυριαρχούν, οι φασιστικές ιδέες και συμπεριφορές εξαπλώνονται. Το πολιτικό σύστημα θα πρέπει να ακολουθήσει αυτή τη συντηρητική μετατόπιση.

Αυτό το σχέδιο έχει τη σφραγίδα του Μητσοτάκη. Εξ ου και τα καλλιστεία Ακροδεξιάς στην κυβέρνησή του. 

Αυτό όμως είναι κάτι που μπορεί να γίνεται, αλλά δεν πρέπει να λέγεται. 

Ο Μπογδάνος δεν το κατάλαβε, και το πλήρωσε. 

Ελλάδα 14.889 νεκροί – Σουηδία 14.868 νεκροί: κ. Μητσοτάκη, πώς τα καταφέρατε;

Σήμερα, 3 Οκτωβρίου, η Ελλάδα πέρασε τη Σουηδία στο θλιβερό νούμερο των νεκρών από Covid. Και αυτό έχει σημασία, γιατί πριν ένα χρόνο η Ελλάδα εμφανιζόταν ως το απόλυτο success story στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού, ενώ η Σουηδία ήταν παράδειγμα προς αποφυγή. 

Ελλάδα – Σουηδία απώλειες από Covid

Το γεγονός ότι από το ένα άκρο περάσαμε στο άλλο δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Αφορά τρεις παράγοντες: 

(α) Την καθήλωση των ποσοστών εμβολιασμού στην Ελλάδα, σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Στο γράφημα φαίνεται ότι “πιάνουμε” τη Σουηδία σε θανάτους, όταν η εμβολιαστική κάλυψη στη Σουηδία αποδίδει, ενώ στην Ελλάδα όχι (καλοκαίρι – φθινόπωρο 2021).

(β) Τη χυδαία εργαλειοποίηση και κομματική εκμετάλλευση εκ μέρους της κυβέρνησης Μητσοτάκη της πολύ ήπιας εμφάνισης της πανδημίας στη χώρα κατά το πρώτο κύμα. Η μεγάλη απόσταση που χωρίζει την Ελλάδα από τη Σουηδία μέχρι και το φθινόπωρο του 2020 εξανεμίζεται γρήγορα.

(γ) Την εμμονική ανάδειξη εκ μέρους της κυβέρνησης της “ατομικής ευθύνης” των πολιτών ώστε να κρυφτεί η πολιτική και συλλογική ευθύνη της πολιτείας.

Ως εκ τούτου, αποκλειστικός υπεύθυνος να λογοδοτήσει για την παραπάνω τραγική αντιστροφή της κατάστασης, είναι ο πρωθυπουργός. Ο άλλοτε Μωυσής, ο χθεσινός σιμουλτανέ, το πάλαι ποτέ υπόδειγμα ηγέτη, ο περσινός νικητής στη μάχη ενάντια στον κορωνοϊό. Αυτός που πανηγύριζε τον Ιούλιο του 2020 στη Σαντορίνη γιατί “η Ελλάδα νίκησε”. 

Ας απαντήσει λοιπόν σήμερα, πώς, από καλύτερη θέση, βρεθήκαμε σε χειρότερη;

Πώς από παράδειγμα προς μίμηση, βρεθήκαμε πίσω από το παράδειγμα προς αποφυγή;

Φταίει κανείς; 

Υπάρχει πολιτική ευθύνη;

Ή μήπως φταίνε πάλι οι πολίτες;

Φταίει σε κάτι η κυβέρνηση που περάσαμε τη Σουηδία σε θανάτους; Τη Σουηδία, που όλοι την χαρακτήρισαν ως τη χώρα με τη χειρότερη δυνατή αντιμετώπιση των πρώτων φάσεων της πανδημίας, τουλάχιστον ανάμεσα στον προηγμένο κόσμο; 

Το Σουηδικό μοντέλο – μαζί με την πολύ πρώιμη (και καταστροφική) βρετανική αντίδραση, αποτέλεσε παράδειγμα προς αποφυγή στην πρώτη φάση της πανδημίας, καθώς υποτίμησε τη μεταδοτικότητα του ιού, αγνόησε τον κίνδυνο ειδικά για τα γηροκομεία και τα κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων, αρνήθηκε τα περιοριστικά μέτρα. Αποτέλεσμα ήταν να εκτοξευτεί σε πρώτη φάση ο αριθμός των κρουσμάτων και των νεκρών και να πιεστεί ασφυκτικά το σύστημα υγείας. 

Από την άλλη, η Ελλάδα δεν κατάλαβε καν το πρώτο κύμα της πανδημίας. Τόσο η θέση της στην περιφέρεια της Ευρώπης, όσο και η ευλαβική τήρηση των μέτρων από τη μεριά της κοινωνίας που γνώριζε πολύ καλά τη χρόνια κατάρρευση των νοσοκομείων και τη συστηματική υπονόμευση του ΕΣΥ, την έφερε σε μία από τις καλύτερες θέσεις αναφορικά με κρούσματα και απώλειες. 

Αυτό το μάλλον αντικειμενικό γεγονός της καλής μας τύχης (καθώς αφορούσε στην πρώτη αυτή φάση σχεδόν ολόκληρη την Ανατολική Ευρώπη), ερμηνεύτηκε, παρουσιάστηκε και κυρίως διαφημίστηκε, ως παγκόσμια επιτυχία της κυβερνητικής πολιτικής και του πρωθυπουργού ειδικά. 

Ολιγόφρονες κυβερνητικοί προπαγανδιστές αποθέωναν τον Μητσοτάκη. Τις δηλώσεις ότι “νικήσαμε τον κορωνοϊό”, διαδέχθηκε το άρπα κόλλα άνοιγμα του τουρισμού, με απύθμενες ηλιθιότητες για τον “έξυπνο αλγόριθμο” που τάχα μας τον ζητάει όλος ο πλανήτης, και όταν συνακόλουθα τα κρούσματα άρχισαν να πολλαπλασιάζονται, ενοχοποιήθηκε, ποιος άλλος, η ατομική ευθύνη και ειδικά οι νέοι, οι πλατείες και τα πάρκα. 

Αντί ο χρόνος που κερδήθηκε στην πρώτη φάση να αξιοποιηθεί για να ενισχυθεί το σύστημα υγείας, να συγκροτηθούν μηχανισμοί πρόληψης, ανίχνευσης, περιορισμού της μετάδοσης, να παρθούν μέτρα σε χώρους εργασίας και μέσα μεταφοράς, αλλά και να προετοιμαστεί το εμβολιαστικό εγχείρημα εξασφαλίζοντας την καθολική κάλυψη του πληθυσμού, σπαταλήθηκε ολοκληρωτικά σε ένα ανεπανάληπτο λιβάνισμα της κυβέρνησης στον εαυτό της.

Το δεύτερο κύμα αντιμετωπίστηκε με εξίσου εγκληματικό τρόπο: Λοκ ντάουν μέσα σε λοκ ντάουν, περιορισμοί χωρίς λογική και νόημα, απαγορεύσεις με αποκλειστικά φρονηματικό χαρακτήρα, αναποτελεσματικά μέτρα, ίσα για να διαχέεται η ευθύνη στην κοινωνία και να υπεκφεύγει της ευθύνης το Μέγαρο Μαξίμου. 

Και αντί να συγκροτηθούν μηχανισμοί και θεσμοί για να επιτευχθεί η καθολική εμβολιαστική κάλυψη, πάλι με κουτοπόνηρο τρόπο, στήθηκε από την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ ένας βολικός αντίπαλος που θα φορτώνονταν τη βέβαιη μελλοντική αποτυχία: το αντιεμβολιαστικό κίνημα. 

Όσο λοιπόν η Σουηδία καθήλωνε κρούσματα και θανάτους χάρη στον εμβολιασμό, επιμένοντας ειδικά στις ευάλωτες ηλικιακές ομάδες, με σχεδόν καθολική κάλυψη στις μεγάλες ηλικίες, στην Ελλάδα αντί να καθηλωθούν κρούσματα και απώλειες, καθηλώθηκαν τα εμβολιαστικά νούμερα. 

Ο πρωθυπουργεύων κ. Σκέρτσος μπορεί να διαμαρτύρεται κάθε φορά που του υπενθυμίζουν ότι η εμβολιαστική εκστρατεία στην Ελλάδα προσάραξε στις ξέρες, αλλά ας δούμε τι γράφει το CNN: “Όλες οι πρώην δυτικές χώρες της Ευρώπης, με την ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, έχουν εμβολιάσει τουλάχιστον το 70% των ενήλικων πολιτών τους”. Είναι το CNN τμήμα κάποιας αντικυβερνητικής συνωμοσίας; 

Τι λένε συγκεκριμένα τα νούμερα του ECDC:

Η Ελλάδα έχει εμβολιάσει το 74% των ηλικιών άνω των 80, το 82,4% των ηλικιών 70-79, το 79,9% των ηλικιών 60-69. 

Η Σουηδία έχει εμβολιάσει το 95,1% των ηλικιών άνω των 80, το 96,4% των ηλικιών 70-79, το 91,8% των ηλικιών 60-69. 

Για όσους βιαστούν να αναδείξουν τις πολιτισμικές, μορφωτικές και κοινωνικές διαφορές της Ελλάδας από την προχωρημένη Σκανδιναβία, άλλες συγκρίσεις είναι πολύ πιο επώδυνες:

Η επίσης μεσογειακή, βαθιά καθολική, και συγκρίσιμου βιοτικού επιπέδου με την Ελλάδα Πορτογαλία, έχει εμβολιάσει το 100% των ηλικιών άνω των 80, το 100% των ηλικιών 70-79, το 100% των ηλικιών 60-69. 

Συγκεντρωτικά ποσοστά εμβολιασμών (μιας τουλάχιστον δόσης) ανά ηλικιακό γκρουπ στις χώρες της ΕΕ (Πηγή: ECDC, 1/10/2021)

Τόσο τα ποσοστά εμβολιασμών, όσο και η μόνιμη επίκληση της ατομικής συμπεριφοράς, συνιστούν βαριά πολιτική ευθύνη για μια κυβέρνηση που βασικό της μέλημα μέσα στην πανδημία ήταν η εικόνα της στον καθρέφτη, η προώθηση κάθε λογής αντεργατικής ρύθμισης, τα δωράκια και οι διευκολύνσεις στις επιχειρήσεις και φυσικά οι ιδιωτικοποιήσεις. 

Το γεγονός ότι σήμερα η Ελλάδα ξεπέρασε σε νεκρούς τη Σουηδία, είναι σημαντικό και από άλλη μια πλευρά:

Η Σουηδία ήταν η σημαία των οπαδών της βιοπολιτικής συνωμοσίας που λίγο μετά εξελίχθηκαν σε οπαδούς του αντιεμβολιασμού. Σύμφωνα με αυτούς, το λοκ ντάουν δεν έχει καμιά υγειονομική χρησιμότητα, γίνεται αποκλειστικά για λόγους συμμόρφωσης και υποταγής του πληθους και η σουηδική απάντηση θα αποδεικνύονταν αποτελεσματικότερη. 

Φυσικά, τα περιοριστικά μέτρα αποδείχθηκαν παγκοσμίως αναγκαία για να κερδηθεί ο κρίσιμος πρώτος χρόνος για τα συστήματα υγείας. Ανάποδα, η επί μήνες συνέχιση περιοριστικών μέτρων με ταυτόχρονη αγνόηση κάθε άλλης υγειονομικής, κοινωνικής και οικονομικής ανάγκης, αδρανοποιεί τα κοινωνικά αντανακλαστικά. Αυτό έγινε στην Ελλάδα, κατά το δεύτερο και τρίτο κύμα, όπου με κάθε σκληρότερο περιορισμό είχαμε χειρότερα αποτελέσματα στην εξάπλωση της πανδημίας.

Ωστόσο, η χαλαρή αντιμετώπιση της πανδημίας και η επένδυση σε μια γρήγορη και εύκολη επίτευξη ανοσίας του πληθυσμού, (όπως το σουηδικό μοντέλο επιδίωκε, τουλάχιστον αρχικά), δεν επιβεβαιώνεται.

Γιατί εδώ το θέμα δεν είναι να συγκριθεί η Σουηδία με την Ελλάδα, και τις καταστροφικές, ανεύθυνες και ασυνείδητες κυβερνητικές της πολιτικές.

Το θέμα είναι να συγκριθεί η Σουηδία με τη Νορβηγία, τη Φινλανδία ή τη Δανία, χώρες που υιοθέτησαν περιοριστικά μέτρα στην πρώτη φάση, με σημαντική -κατά τα αποτελέσματα- επιτυχία, και στη δεύτερη φάση επένδυσαν στην εμβολιαστική κάλυψη. 

Ελλάδα, Σουηδία, Δανία, Φινλανδία, Νορβηγία: Απώλειες Covid ανά εκατομμύριο πληθυσμού

Συγκεκριμένα, η Νορβηγία τα πάει 9,3 φορές καλύτερα από τη Σουηδία σε απώλειες ανά εκατομμύριο πληθυσμού (157,53 θάνατοι ανά εκατομμύριο έναντι 1463,36 στη Σουηδία), η Φινλανδία 7,5 φορές καλύτερα (194,29 απώλειες ανά εκατομμύριο), η Δανία 3,2 φορές καλύτερα (458,43 απώλειες ανά εκατομμύριο). Καλύτερες είναι και οι επιδόσεις των γειτονικών της Σουηδίας χωρών στην εμβολιαστική κάλυψη, με τα ποσοστά στις κρίσιμες ηλικίες των 60+ να πλησιάζουν στο 100%. 

Όχι το σουηδικό μοντέλο, δεν ήταν καλύτερο στην αντιμετώπιση της πανδημίας. 

Η ελληνική κυβερνητική διαχείριση το κάνει να φαίνεται έτσι. Μια ακόμα συνεισφορά της κυβέρνησης Μητσοτάκη στο “έλα μωρέ μια γρίπη είναι – δείτε τι έκανε η Σουηδία και τα πήγε καλύτερα από εμάς”.

Να εκκενωθεί το Μαξίμου;

Ο μόνος λόγος που το συγκεκριμένο αίτημα δεν είναι πάνδημη απαίτηση είναι ότι ο φερόμενος ως επόμενος ένοικος έχει την αξιοπιστία του στα Τάρταρα. Ανεξάρτητα όμως του αν ο Τσίπρας ανακάμψει ή παραμείνει αναξιόπιστος, ο θυμός και η αγανάκτηση για το ότι κάηκε η μισή Ελλάδα με μηδέν μποφόρ, είναι ισχυρός λόγος αποδοκιμασίας του Μητσοτάκη. Γιατί το καλά στημένο (και εξίσου καλά αγορασμένο) αφήγημα των ΜΜΕ ότι έχουμε ικανό πρωθυπουργό και αποτελεσματικότητα στη διακυβέρνηση, κάηκε, μαζί με τη μισή Εύβοια.

Η κυβερνητική χρεοκοπία έχει πολλαπλές διαστάσεις. Χρεοκόπησε (το ήδη χρεοκοπημένο από την πανδημία) δόγμα του μικρότερου κράτους (με την εξαίρεση της μεγαλύτερης αστυνομίας). Χρεοκόπησε η δοξασία ότι το αόρατο χέρι της αγοράς μπορεί να τα πάει καλύτερα από τον γραφειοκρατικό δημόσιο τομέα. Χρεοκόπησε η αντίληψη ότι η καταστολή είναι προτιμότερη από την πρόληψη (και στην δασοπροστασία), μόνο και μόνο επειδή με την καταστροφή και την ανοικοδόμηση κινείται καλύτερα η καπιταλιστική οικονομία. Χρεοκόπησε τέλος η τάχα καινοτομία και η κίβδηλη αποτελεσματικότητα του επιτελικού κράτους, που οφείλεται στο ότι όλα ελέγχονται προσωπικά και απευθείας από τον ικανότερο πρωθυπουργό της Μεταπολίτευσης, τον τίγρη της μεσογείου, τον σιμουλτανέ στρατηγό, τον γκόμενο, τον πολύγλωσσο, τον πολιτισμένο Κυριάκο.

Μπορεί να χρεοκόπησαν όλα αυτά, αλλά για την κυβέρνηση της ΝΔ και το οικονομικό – μηντιακό σύμπλεγμα που τη στηρίζει ισχύει το «we will always have Μάτι».

Το Μάτι λειτουργεί διαχρονικά ως δώρο εξ ουρανού όχι μόνο για τον Μητσοτάκη αλλά για κάθε μελλοντική κυβέρνηση που θα συγκρίνει την ανικανότητά της σε κάθε φυσική καταστροφή με τους 102 νεκρούς και θα επιχαίρει ότι «αυτή τα πήγε καλύτερα». Γιατί όση αθλιότητα εμπεριείχε η διαχείριση της κυβέρνησης Τσίπρα που έκρυβε νεκρούς και δήλωνε ότι όλα πήγαν καλά, άλλη τόση αθλιότητα ήταν η τυμβωρυχία στην οποία εμετικά επιδόθηκε η ΝΔ για να ανέβει στην κυβέρνηση. Και διαρκής – ζώσα αθλιότητα είναι η σύγκριση κάθε νέας στιγμής κυβερνητικής ανεπάρκειας με ό,τι έγινε τον Ιούλιο του 2018. Αυτή η σύγκριση γίνεται και σήμερα.

Για αυτό και η μοναδική άμυνα του κυβερνητικού σχεδιασμού εξαντλήθηκε στο να μην υπάρχει εκατόμβη νεκρών. Όχι επειδή αυτή είναι μια λογική ιεράρχηση σε μια έκτακτη συνθήκη, αλλά επειδή το Μάτι λειτουργεί ως ο χαμηλότερος δυνατός πήχης προσδοκιών. Και προφανώς κάθε κυβέρνηση από εδώ και τώρα, σε κάθε φυσική καταστροφή, θα στέλνει ένα μήνυμα εκκένωσης με το 112, θα έχει προειδοποιήσει, θα έχει κάνει το καθήκον της και από εκεί και πέρα γαία πυρί μιχθήτω. Η ατομική ευθύνη ζει και βασιλεύει. Η κρατική ευθύνη εξαντλείται στο να μην υπάρξει άλλη τραγωδία με πάνω από 102 νεκρούς.

Ωστόσο, όσο και αν το Μάτι λειτουργεί ταυτόχρονα ως οδυνηρή υπενθύμιση, ως πολιτική τυμβωρυχία και ως βολικό άλλοθι, είναι σαφές ότι η σημερινή κυβέρνηση τα σκάτωσε. Ανταπεξήλθε, επικοινωνιακά έστω, στην μεταναστευτική κρίση του Έβρου και στην πρώτη φάση της πανδημίας, αλλά τόσο η εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης, όσο κυρίως – και πολύ περισσότερο – οι πυρκαγιές και το γενικευμένο μπάχαλο της κρατικής μηχανής και του κυβερνητικού συντονισμού που επιδεικνύεται επί μία εβδομάδα, τσαλακώνει, ίσως ανεπανόρθωτα, την εικόνα του ικανού και αποτελεσματικού Μητσοτάκη.

Το πρόβλημα ωστόσο στο αν το Μαξίμου μπορεί να εκκενωθεί, είναι ταυτόσημο με το πολιτικό πρόβλημα της χώρας. Η οργή και ο θυμός είναι υπαρκτά, αλλά δεν υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική, ούτε στη μείζονα ούτε στην ελάσσονα αντιπολίτευση. Η ελπίδα ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε αλλιώς, εκτελέστηκε εν ψυχρώ πριν έξι καλοκαίρια και έκτοτε η κοινωνία διαπαιδαγωγείται όλο και περισσότερο στην αποδοχή των τετελεσμένων, στην ιδεολογία του μονόδρομου και στην επιλογή του λιγότερου μάπα διαχειριστή της ίδιας πολιτικής. Η κοινωνία αναζητά διαχειριστή στο ίδιο πλαίσιο, απλώς λιγότερο χρεοκοπημένο.

Αυτό το καταλαβαίνουν οι πάντες και έτσι ερμηνεύεται και η στάση τους. Ο Μητσοτάκης αποφεύγει να εμφανιστεί γιατί θα ταυτιστεί με την καταστροφή και η κοινωνική οργή θα τον περιλούσει με το γνωστό hashtag, ο Τσίπρας αποφεύγει να μιλήσει γιατί ένα πελώριο “σκάσε” πλανάται πάνω από το κεφάλι του, ειδικά σε ότι έχει να κάνει με πυρκαγιές.

Μένουμε λοιπόν με το ερώτημα του πόσο μπορεί να αντέξει ο θυμός προτού αρχίζουν να μοιράζουν χιλιάρικα εξαγοράς και φρούδες υποσχέσεις ανάκαμψης και ανοικοδόμησης των καμένων και αν ποτέ συγκροτηθεί αντίπαλο πολιτικό και κοινωνικό σχέδιο από τις υποτελείς δυνάμεις. Γιατί η πραγματική πολιτική εξέλιξη που πρέπει να φέρει η ολοκληρωτική χρεοκοπία του επιτελικού κράτους του Μητσοτάκη δεν είναι η (μικρή ή μεγάλη) φθορά του ίδιου, αλλά η ανασυγκρότηση ανταγωνιστικής δύναμης σε άλλο – και όχι στο ίδιο – πλαίσιο. Μόνο που αυτό είναι πολύ πιο δύσκολο καθήκον.

Πολλαπλή αποτυχία της κυβέρνησης, του μοντέλου και του συστήματος

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Η παράδοση της χώρας στις φλόγες σε συνθήκες άπνοιας, είναι ευθεία ομολογία αποτυχίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, του τάχα επιτελικού κράτους, του μοντέλου δασοπροστασίας που ακολουθείται εδώ και δεκαετίες και του συστήματος συνολικά. Ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε στο διάγγελμά του ότι θα έχουμε τεράστιες απώλειες σε κατοικίες και δάση και μας κάλεσε να το αποδεχτούμε. Στην πραγματικότητα αναγνωρίζει ότι οι υπηρεσίες έχουν αποδιαρθρωθεί και ο κυβερνητικός και κρατικός μηχανισμός είναι παθητικός θεατής της καταστροφής που εξελίσσεται. Σε αυτά, προστίθεται και η κλιματική αλλαγή με τις υψηλές θερμοκρασίες και την ερημοποίηση ολόκληρων περιοχών, που όμως λειτουργεί ως διαχρονικό άλλοθι μοιρολατρίας και ανικανότητας. Η αδυναμία αποτροπής της ολοκληρωτικής καταστροφής μεγάλων περιοχών, η αναποτελεσματικότητα στο να ελεγχθούν πολλαπλές αναζωπυρώσεις στο κεντρικότερο σημείο της χώρας, η εμφανής έλλειψη πυροσβεστικών μέσων, οι καθυστερήσεις σε καίριες επεμβάσεις που θα μπορούσαν να αποτρέψουν την εξάπλωση των πυρκαγιών, η διάχυτη αίσθηση ότι οι πολίτες, οι περιουσίες τους και τα δάση είναι σε καθεστώς εγκατάλειψης από την πολιτεία, συνθέτουν ένα σκηνικό πολλαπλής αποτυχίας, και τόσο ποινικής όσο και πολιτικής ευθύνης.

Η Ελλάδα καίγεται με βάση το κυβερνητικό δόγμα «ας καούν τα πάντα αρκεί να μην έχουμε θύματα». Ο αποκλειστικός στόχος είναι να αποφευχθεί ένα νέο Μάτι. Η κυβέρνηση της ΝΔ επιδιώκει να μη γυρίσει μπούμερανγκ η πολιτική εκμετάλλευση και τυμβωρυχία στην οποία επιδόθηκε το 2018. Η εγκληματική διαχείριση της τότε κυβέρνησης Τσίπρα ανάγεται πονηρά σε μέτρο σύγκρισης, επιτρέποντας αήθεις πανηγυρισμούς ότι δούλεψε ο κυβερνητικός σχεδιασμός, την ώρα που έχει προκληθεί πρωτόγνωρη καταστροφή περιβάλλοντος και περιουσιών και η δασοπροστασία έχει καταρρεύσει. Η εντελώς επικοινωνιακή διαχείριση της Πολιτικής Προστασίας, που εξαντλείται στα μηνύματα του 112 και σε εντολές εκκένωσης, δεν μπορεί να κρύψει τις δραματικές καθυστερήσεις στην πυροσβεστική επέμβαση (ακόμα και σε αναζωπυρώσεις δίπλα στην Αθήνα) και το φταίξιμο -πάλι- ρίχνεται στην ατομική ευθύνη των πολιτών. Ναι, η ανθρώπινη ζωή είναι η πρώτη ιεράρχηση σε μια πυρκαγιά, αλλά δεν μπορεί το Μάτι να είναι εσαεί άλλοθι για να αφήνονται τα δάση, οι κατοικίες, οι υποδομές, η οικονομική δραστηριότητα και η υγεία των πολιτών στο έλεος της φωτιάς.

Το μοντέλο πυρόσβεσης που εδώ και δεκαετίες ακολουθείται, έχει αποτύχει. Με την ανάθεση της δασοπροστασίας στην Πυροσβεστική το 1998, μετακινήθηκε ολοκληρωτικά το βάρος από την πρόληψη των πυρκαγιών, στην καταστολή τους. Όμως ο συνδυασμός δύσκολων καιρικών συνθηκών, πολιτικών ιεραρχήσεων και δραματικών ελλείψεων στην πυροπροστασία, αποδεικνύει ότι το συγκεκριμένο μοντέλο καταστολής και όχι πρόληψης, είναι παντελώς χρεοκοπημένο. Οι ετήσιες εθιμοτυπικές δηλώσεις των υπεύθυνων υπουργών ότι «το κράτος είναι έτοιμο» για την αντιπυρική προστασία θα ήταν γελοίες αν δεν είχαμε τα τραγικά αποτελέσματα. Χρυσοχοΐδης, Χαρδαλιάς και Μητσοτάκης, είναι έκθετοι όταν δήλωναν με έπαρση πριν ένα μήνα ότι «φέτος έχει γίνει μια τομή στην πυροπροστασία». Στην πραγματικότητα το χρεοκοπημένο μοντέλο της καταστολής και όχι της πρόληψης των πυρκαγιών είναι αυτό που αναπαράγεται επί δεκαετίες με καταστροφικά αποτελέσματα.

Δεν είναι μόνο η κυβέρνηση: το καπιταλιστικό σύστημα συνολικά, αδιαφορεί για τις αιτίες, παραιτείται από την πρόληψη, επικεντρώνεται στην καταστολή. Αυτό εκφράζεται σε κάθε φαινόμενο, κοινωνικό, φυσικό, ακόμα και βιολογικό. Αντί να ασχοληθεί με την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών επικεντρώνεται στην κατάσβεσή τους, αντί να χτίσει την πρωτοβάθμια φροντίδα διασφάλισης της δημόσιας υγείας εστιάζει στο νοσοκομειοκεντρικό μοντέλο θεραπείας, αντί να ασχοληθεί με την εξάλειψη της φτώχειας και της ανισότητας προτιμά να καταστέλλει τις κοινωνικές αντιδράσεις. Ο λόγος είναι απλός: Κοστίζει λιγότερο να θεραπεύσεις τον άρρωστο από το να διασφαλίσεις τη δημόσια υγεία στο κοινωνικό σύνολο. Κοστίζει λιγότερο (σε αποζημιώσεις) να σβήσεις την πυρκαγιά από το να την προλαμβάνεις. Κοστίζει λιγότερο να δέρνεις και να εξαπατάς τους κοινωνικά αδύναμους από το να κάνεις αναδιανομή του πλούτου. Η χυδαία ανταποδοτική λογική είναι αυτή που εκφράζει ο Μητσοτάκης και εξειδικεύει ο Πορτοσάλτε: Τα καμένα σπίτια θα ξαναχτιστούν, είτε με κρατική ενίσχυση, είτε έχοντάς τα ασφαλισμένα. Η καπιταλιστική λογική είναι ο τραπεζικός δανεισμός και η πληρωμή ασφαλίστρων από τον ιδιώτη. Το να μην έχουμε καμένα σπίτια όμως, απαιτεί άλλο μοντέλο κράτους και δημοσίου και άλλες πολιτικές, κοινωνικές και ιδεολογικές προτεραιότητες.

Οι ιεραρχήσεις του κράτους αποκαλύπτονται σε όλη τους την έκταση από τις κραυγές αγανάκτησης των ανθρώπων που ζουν τον πύρινο όλεθρο: αστυνομία παντού, πυροσβεστική πουθενά. Πόσα κονδύλια, προσλήψεις, οχήματα, ακόμα και αύρες νερού διατέθηκαν για την καταστολή των διαδηλώσεων και πόσα για την κατάσβεση των πυρκαγιών; Η σύγκριση είναι απογοητευτική. Το μεταμνημονιακό κράτος όλο και περισσότερο παραιτείται από την προστασία του πολίτη, της περιουσίας του και του φυσικού πλούτου της χώρας. Όλο και περισσότερο επενδύει στην καταστολή, στην αστυνόμευση, στο δόγμα «νόμος και τάξη». Η προστασία απέναντι στις φωτιές θα ήταν μεγαλύτερη αν είχαμε λιγότερα Ραφάλ, λιγότερους αστυνομικούς, λιγότερους ειδικούς φρουρούς, και περισσότερα μέσα κατάσβεσης, περισσότερους πυροσβέστες και δασοφύλακες. Το να κοιτούν 100 αστυνομικοί αμήχανα και παθητικά τους 10 εθελοντές πυροσβέστες, συνιστά απόδειξη χρεοκοπίας των ιεραρχήσεων και των προτεραιοτήτων των κυβερνήσεων διαχρονικά. Ειδικά όμως είναι απόδειξη χρεοκοπίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη που με την καταθλιπτική αστυνομοκρατία απαντά σε κάθε πρόβλημα: από τις κοινωνικές διαμαρτυρίες, μέχρι την πανδημία και τις πυρκαγιές.

Δεν είναι μόνο ζήτημα κυβερνητικής διαχείρισης, δεν είναι μόνο ζήτημα προσώπων. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μπορεί να συμπυκνώνει με τον πιο ακραίο τρόπο το νεοφιλελεύθερο δόγμα του «κάποια στιγμή θα καεί το δάσος, οπότε καλά κάνουμε και το κτίζουμε» που εκστομίστηκε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό πριν ένα χρόνο. Μπορεί επίσης να εκφράζει με τον πιο αυθεντικό τρόπο την ιδεοληψία για λιγότερο κράτος και την επιταγή του κεφαλαίου για ιδιωτικοποίηση των πάντων. Ωστόσο, αυτές οι πολιτικές είναι κοινός τόπος διεθνώς, ευρωπαϊκά και στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες, ανεξαρτήτως κυβέρνησης. Το δημόσιο αποψιλώθηκε για να βγουν οι νεοφιλελεύθεροι προϋπολογισμοί, το κράτος και οι υπηρεσίες του κατασυκοφαντήθηκαν, ο ιδιωτικός τομέας αποθεώθηκε. Στις κρίσιμες όμως ώρες της υγειονομικής κρίσης και της περιβαλλοντικής καταστροφής, ο ιδιωτικός τομέας αναζητά σανίδα σωτηρίας στον δημόσιο, διεκδικώντας πάντα τη μερίδα του λέοντος σε επιδοτήσεις, χαριστικές ρυθμίσεις, έκτακτες επιχορηγήσεις. Το 2021 η πυροπροστασία προϋπολογίστηκε στα 1,7 εκατομμύρια, την ώρα που η ιδιωτική Aegean ενισχύθηκε με 120 εκατομμύρια και τα ΜΜΕ λαδώθηκαν με τουλάχιστον 38 εκατομμύρια για να λένε πόσο καταπληκτική είναι η κυβέρνηση. Υπό αυτήν την έννοια η κυβέρνηση Τσίπρα τιμωρήθηκε για το Μάτι, αλλά η τιμωρία αυτή δε συνοδεύτηκε από μια απαίτηση για αλλαγή πολιτικής. Το ανάποδο, εντάθηκε και απογειώθηκε η πολιτική της λιτότητας και των ιδιωτικοποιήσεων.

Η κλιματική αλλαγή δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα στην δασοπροστασία και στην πυρόσβεση, αλλά δεν μπορεί να είναι δικαιολογία ανημποριάς, άλλοθι αδυναμίας και αποτυχίας. Στην Ελλάδα, την κλιματική αλλαγή τη θυμάται κάθε κυβέρνηση όταν θέλει να δικαιολογήσει την αδράνειά της στις φυσικές καταστροφές. Από το Μάτι και τη Μάνδρα, μέχρι την Εύβοια και τη Βαρυμπόμπη, η κλιματική αλλαγή είναι το βολικό άλλοθι που επιστρατεύεται για να αποσείσει ευθύνες. Η κλιματική αλλαγή οφείλεται σε ένα παράλογο σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης που στόχο έχει το κέρδος όποιο κι αν είναι το κόστος σε πόρους, φύση, ανθρώπους και δημιουργεί πρωτόγνωρες και μη βιώσιμες συνθήκες στο περιβάλλον. Το γεγονός όμως ότι δεν έχουμε σύστημα πρόληψης των πυρκαγιών και ότι το σύστημα κατάσβεσης είναι παντελώς ανεπαρκές, δεν οφείλεται στην κλιματική αλλαγή, αλλά στις κυρίαρχες πολιτικές και ιδεολογικές επιλογές. Τα συστήματα πρόληψης και πυρόσβεσης θα έπρεπε να αναβαθμίζονται και να κλιμακώνονται ώστε να αντιστοιχούν στις έκτακτες συνθήκες της υπερθέρμανσης και της κλιματικής ανισορροπίας. Στην περίπτωσή μας εγκαταλείπονται και υποβαθμίζονται υπό την επίκληση της παγκοσμιότητας του προβλήματος και της αδυναμίας μίας και μόνο χώρας να ανταπεξέλθει σε ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Πράγματι, το να έχουμε μια εποικοδομητική και όχι καταστροφική σχέση της ανθρώπινης δραστηριότητας με τη φύση απαιτεί τεράστιες αλλαγές και συνολικές ανατροπές σε όλο τον κόσμο. Μπορούμε όμως ταυτόχρονα να μη σχετικοποιούμε κάθε καταστροφή, να μη ρίχνουμε την μπάλα στην εξέδρα, να μην παραιτούμαστε, υπό αυτές έστω τις συνθήκες, από το καθήκον της προστασίας της φύσης, της ζωής και της περιουσίας των πολιτών.

Στη συγκεκριμένη πρωτόγνωρη περιβαλλοντική και οικονομική καταστροφή, απαιτείται η λαϊκή και κοινωνική κινητοποίηση για μέτρα που θα στηρίξουν τους πληγέντες και θα διασφαλίσουν την αποκατάσταση του περιβάλλοντος. Η οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα στις περιοχές που χτυπήθηκαν πρέπει να αποκατασταθεί, η απαγόρευση αλλαγής χρήσης γης στις καμένες εκτάσεις πρέπει να εφαρμοστεί, και τα καμένα σπίτια πρέπει να επιδιορθωθούν και να ξαναχτιστούν. Σε αντίθεση με ό,τι νομίζουν οι χρυσοκάνθαροι γόνοι, οι άνθρωποι είναι εξαρτημένοι από το μισθό τους, και από αυτούς που είδαν τα σπίτια τους να καίγονται, οι περισσότεροι χρεώθηκαν στις τράπεζες για αυτά. Δεν έχουν τριάντα ακίνητα ο καθένας, ούτε σπίτια παντού για να διαλέξουν πού να μείνουν.

Το πρωτοφανές μέγεθος της καταστροφής και η καθολική αναγνώριση της αποτυχίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη και του επιτελικού του κράτους, δημιουργούν απόλυτα δικαιολογημένη οργή και αγανάκτηση. Οι εκκλήσεις για ενότητα και αυτοσυγκράτηση – μέχρι και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιστρατεύθηκε – είναι προσπάθεια αποφυγής του πολιτικού κόστους για μια κυβέρνηση που διαφήμισε την αποτελεσματικότητά της, και στη συγκεκριμένη περίπτωση διακρίθηκε για το αντίθετο. Η εξοργιστική στήριξη που προσφέρουν τα ΜΜΕ στον Μητσοτάκη, η εφεύρεση σχεδίου αποσταθεροποίησης της χώρας (κλασική και επαναλαμβανόμενη κυβερνητική συνταγή σε κάθε φυσική καταστροφή), η χυδαία διαστροφή της πραγματικότητας που γίνεται στα τηλεοπτικά κανάλια έρχεται σε διάσταση με το λαϊκό αίσθημα, ακόμα και αν αυτό αποτυπώνεται με άκομψο τρόπο σε «ατυχήματα» ζωντανής μετάδοσης.

Η προτεραιότητα σήμερα για τους ενεργούς πολίτες, για τους προοδευτικούς και αριστερούς ανθρώπους είναι να βοηθήσουν στη μάχη ενάντια στις πυρκαγιές, στην πρόληψη και στην αποτροπή, στην περιφρούρηση αλσών και δασών, στο σβήσιμο των εστιών που απομένουν, υπό τις οδηγίες πάντα των εθελοντών πυροσβεστών και της (δυστυχώς διαλυμένης) Δασικής Υπηρεσίας. Να συγκροτήσουν και να ενισχύσουν δίκτυα αλληλεγγύης και βοήθειας για τις οικογένειες που έχασαν σπίτια και υπάρχοντα. Η προτεραιότητα όμως αύριο, είναι να πληρώσει ακριβά η κυβέρνηση Μητσοτάκη την ανικανότητά της να προστατεύσει τη φύση και τη περιουσία των πολιτών, να αντικατασταθεί το μοντέλο της καταστολής από το μοντέλο της πρόληψης, να μην αφεθούν στην τύχη τους οι πληγέντες, να ηττηθεί η πολιτική του λιγότερου κράτους πρόνοιας αλλά περισσότερου κράτους καταστολής που λέει ότι δε χρειαζόμαστε περισσότερους γιατρούς και πυροσβέστες, αλλά αστυνομικούς, να αναπτυχθούν παντού κινήματα ενίσχυσης των δημοσίων συστημάτων προστασίας, παιδείας, υγείας, κινήματα προστασίας του περιβάλλοντος ενάντια σε καταπατήσεις και εξυπηρετήσεις της άρχουσας τάξης, να καταδικαστεί το σύστημα που ιεραρχεί το κέρδος πάνω από τη φύση και τον άνθρωπο.

Ο εργασιακός Μεσαίωνας δεν θα περάσει!

Εκδήλωση του Συντονισμού Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεων

Πέμπτη 24 Ιουνίου 2021, 7.30 μμ Πλατεία Αυδή, Μεταξουργείο

Ομιλητές:
Δημήτρης Τσίτκανος, Συντονισμός Κομμουνιστικών Δυνάμεων
Βασίλης Μπουρδούβαλης, Συντονισμός Κομμουνιστικών Δυνάμεων
Γιάννος Γιαννόπουλος, Συνάντηση για μια Αντικαπιταλιστική Διεθνιστική Αριστερά
Γρηγόρης Καλομοίρης, Γραμματεία ΜΕΤΑ, Αριστερό Ρεύμα

Συντονίζει η Φρόσω Κορτζίδου