Τα «εθνικά» όρια της αστικής τάξης

Στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα στην στρατηγική -και ως εκ τούτου εξαιρετικά εύφλεκτη- ζώνη της Μέσης Ανατολής διαμορφώθηκε μια ιδιαίτερη κατάσταση την οποία μπορούμε να ορίσουμε ως «στρατηγικό κενό». Με το τελευταίο εννοούμε την απουσία μιας δύναμης ή ενός συστήματος δυνάμεων που θα είχε τη ισχύ να επιβληθεί στα τοπικά και στα επιμέρους συμφέροντα επιβάλλοντας το δικό της νόμο και, κάτω από αυτόν, την σταθερότητα στην περιοχή. Για πολλούς αιώνες στην ζώνη αυτή η σταθερότητα εξασφαλιζόταν από την ισχύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μετά από αυτήν από το αποικιακό ευρωπαϊκό σύστημα και, τέλος, στα πιο κοντινά στα δικά μας χρόνια από τον ισχυρό «δυτικό» συνασπισμό του Ψυχρού Πολέμου. Στον τελευταίο δέσποζε η υπερδύναμη Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.

Οι καιροί όμως αλλάζουν και οι συσχετισμοί μεταβάλλονται. Οι δημογραφικές μεταβολές, τα οικονομικά μεγέθη, οι στρατιωτικές δυνατότητες ανέτρεψαν σε βάρος του δυτικού συνασπισμού δυνάμεων τις ισορροπίες. Η αλλαγή των δεδομένων εμφανίστηκε δραματικά στο προσκήνιο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ακριβώς τη στιγμή που στη δυτική Ευρώπη και στις ΗΠΑ θριαμβολογούσαν για την επικράτηση και την επιβολή του δικού τους καπιταλισμού σε ολόκληρο τον κόσμο. Σχεδόν απρόσμενα, σε καιρούς ευδαιμονίας, οι νικητές του Ψυχρού Πολέμου έχασαν όλους τους θερμούς πολέμους που εξαπέλυσαν στην περιοχή. Για την ακρίβεια κέρδισαν όλες τις μάχες, ανακάλυψαν όμως με έκπληξη ότι τα μεγέθη δεν τους επέτρεπαν πλέον να κερδίσουν τον πόλεμο. Από τις επιβλητικές εκστρατείες, τύπου Αφγανιστάν και Ιράκ, περιορίστηκαν στους δι’ αντιπροσώπων πολέμους και σε αντίστοιχους σχεδιασμούς: η «Αραβική Άνοιξη» ήταν η ελπιδοφόρα καινοτομία που όμως οδήγησε στο κενό και στη απογοήτευση.Η αποτυχία των δυτικών δυνάμεων και των μηχανισμών τους -Ενωμένης Ευρώπης, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ- και η συνακόλουθη αποκάλυψη των περιορισμένων δυνατοτήτων τους, ανέδειξε στη στρατηγική αυτή περιοχή περιφερειακές δυνάμεις οι οποίες έσπευσαν, με ολοένα και πιο αποφασιστικούς τρόπους να διεκδικήσουν τα όσα οι «δυτικοί» δεν μπορούσαν πλέον να ελέγξουν: η πλέον αποφασιστική των αναμετρήσεων μεταξύ των νέων μνηστήρων λαμβάνει χώρα στην πολύπαθη Συρία, όπου όλοι οι παλαιοί και νέοι διεκδικητές κυριαρχίας αναμετριόνται πάνω στα πτώματα και στα ερείπια των Σύρων και της Συρίας: Ιράν, Τουρκία, Σαουδική Αραβία, Ισραήλ είναι άμεσοι συμμέτοχοι στο πολεμικό παιχνίδι. Η παραγκωνισμένη στα 1990 Ρωσία βρήκε μέσα από το ίδιο παιχνίδι την ευκαιρία να μπει και πάλι στο πεδίο των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών ενώ οι ΗΠΑ και οι «πρόθυμοι» σύμμαχοί της κάνουν και αυτοί τον πόλεμο που μπορούν: κυρίαρχοι του αέρα βομβαρδίζουν δικαίους και αδίκους σε ένα παράξενο είδος πολέμου –«αντιποίνων» θα λέγαμε- όπου ελλείψει δυνατοτήτων χερσαίας επέμβασης – κατάκτησης, δεν μπορεί να οδηγήσει σε αποφασιστικό αποτέλεσμα.

Το παιχνίδι είναι πολεμικό. Ως εκ τούτου κερδίζει αυτός που βάζει στρατιώτες και όπλα στο σκηνικό. Το Ιράν το κατάλαβε πρώτο αυτό, η Ρωσία επίσης, η Σαουδική Αραβία με αυτό που μπορεί, τους μισθοφόρους. Με κάποια καθυστέρηση λόγω του εσωτερικού πολιτικού σκηνικού, το κατάλαβε και η Τουρκία. Διστακτικά στην αρχή, σε κλίμακα αληθινού πολέμου στη συνέχεια, ο τουρκικός στρατός βρίσκεται σε ολοένα και μεγαλύτερους αριθμούς στο έδαφος της Συρίας και του Ιράκ. Φυσικά ο πόλεμος έχει απώλειες, στρατιώτες σκοτώνονται, δάκρυα και πόνος γονέων συγγενών, φίλων, εμφανίζονται στις τηλεοπτικές εικόνες. Δεν είναι έξω από τις πολιτικούς σχεδιασμούς η θλίψη για τους πεσόντες. Εισάγει την κοινωνία ολόκληρη στην «κανονικότητα» του πολέμου, την εθίζει στις μικρές δόσεις σε τρόπο ώστε να μπορεί να δεχθεί τις μεγαλύτερες. Η Τουρκία με τον τεράστιο στρατό, με την φιλόδοξη στρατιωτική βιομηχανία, με οικονομία που χωρίς να είναι ακόμα «οικονομία πολέμου», τείνει προς τα εκεί, βρίσκει στη Συρία τον τρόπο να αξιοποιήσει πολιτικά τα στρατιωτικά της επιχειρήματα. Να προωθεί δηλαδή τα συμφέροντα και τα σχέδια της άρχουσας τάξης της χώρας δια του πολέμου.

Ερχόμαστε στο σημείο που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη δική μας χώρα και το δικό μας λαό. Η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα σε δύο ζώνες αστάθειας. Από βορρά τα Βαλκάνια, από τα ανατολικά το μεσανατολικό κενό. Η ίδια η χώρα είναι ο ορισμός της γεωπολιτικής «μαύρης τρύπας». Το πρόβλημα είναι το ακόλουθο: στο νομικό πεδίο -στο διεθνές δίκαιο- η χώρα κατέχει μια πολλά υποσχόμενη θέση. Τα χωρικά της ύδατα σε συνδυασμό με την ζώνη «Αποκλειστικής Οικονομικής Εκμετάλλευσης» (ΑΟΖ), εκτείνονται σε έκταση 500.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, στο ένα πέμπτο της Μεσογείου. Δεν πρόκειται για «άγονες» εκτάσεις. Οι ενεργειακές ανακαλύψεις ή έστω οι βάσιμες προσδοκίες που έχουν δημιουργηθεί καθιστούν ετούτες τις θαλάσσιες εκτάσεις το ίδιο ενδιαφέρουσες για τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό με τις ερήμους της Σαουδικής Αραβίας. Ως εκεί η τύχη δείχνει να χαμογελά στην χώρα μας.

Φαίνεται όμως ότι η τύχη αυτή χαμογελά στην Ελλάδα όσο η αντίστοιχη των γερμανο-ολλανδών αγροτών εποίκων στη Νότιο Αφρική, στην Οράγγη και στο Τρανσβαάλ. Και αυτοί κατέκτησαν-απέκτησαν μια τεράστια επικράτεια όπου έβοσκαν τα κοπάδια τους και καλλιεργούσαν τη γη τους. Όταν σε αυτή βρέθηκαν κοιτάσματα χρυσού η τύχη έγινε ατυχία. Αιματηρός πόλεμος και τελικά κατάκτηση από τους ισχυρούς γείτονες, τους Βρετανούς του Ακρωτηρίου. Ο φυσικός πλούτος είναι τελικά κατάρα για τις χώρες και τους λαούς που διαθέτουν αναντίστοιχη με τα εμπλεκόμενα συμφέροντα ισχύ. Η Ελλάδα θυμίζει στο ζήτημα αυτό τους δυστυχισμένους Μπόερς του 1900.

Πρόκειται για μια χώρα αδύναμη κοινωνικά και, ως εκ τούτου, πολιτικά. Την κυβερνά μια αστική τάξη «μετεμφυλιακή» που έκτισε την οικονομική, κοινωνική και πολιτική της κυριαρχία υπηρετώντας κατακτητές. Που έμαθε να ζει και να πορεύεται στη σκιά των «μεγάλων», στην υπηρεσία τους, και που, χάρη στα όπλα και στα χρήματα των τελευταίων, δεν δίστασε να συντρίψει τον λαό της χώρας κάθε φορά που αυτός σήκωνε κεφάλι. Μια αστική τάξη που έχει στις ρίζες της την απάνθρωπη συντριβή ενός λαϊκού κινήματος που, μεταξύ πολλών άλλων, δίδαξε αυτό που είναι ο πατριωτισμός. Ετούτο τον πατριωτισμό του λαού ποικιλότροπα απεχθάνεται η κυρίαρχη αστική μας τάξη. Πότε πιθηκίζοντας όσα «κοσμοπολίτικα» συναντά, πότε ομνύοντας πίστη και αφοσίωση στους «αφέντες-προστάτες», πότε καταθέτοντας στα πόδια και στα συμφέροντά τους τις τύχες της χώρας, του λαού, του μέλλοντος μας.

Ας δούμε τι είναι για ετούτη την αστική τάξη -και τις συνακόλουθες κυβερνήσεις, «αριστερές» ή δεξιές, που την εκφράζουν- η «άμυνα» της χώρας. Ένα πλέγμα «εξυπηρετήσεων» των ισχυρών της προστατών με το αζημίωτο γι αυτήν και με γνώμονα μοναδικό την ικανοποίηση των ισχυρών μητροπόλεων της καπιταλιστικής και ιμπεριαλιστικής «δύσης». Η μόνη «στρατηγική» συνίσταται στην επίκληση της παρέμβασης και της προστασίας των «ισχυρών» κάθε φορά που αναδεικνύεται η εθνική αδυναμία.

Η πολιτική των εξοπλισμών αποτυπώνει εύγλωττα την κατάσταση. Τα εξοπλιστικά «προγράμματα» ανακοινώνονται συνήθως μετά από κάποια «επίσημη» και επικοινωνιακή συνάντηση της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας με αντίστοιχη της όποιας δυτικής μητρόπολης. Μέσα στο πακέτο των «συμφωνηθέντων» περιλαμβάνεται συνήθως και το όποιο «συμβόλαιο» στα εξοπλιστικά. Η επίσκεψη του Τσίπρα στον Τραμπ συνοδεύτηκε από ανακοινώσεις για την αναβάθμιση των F-16 και ακολουθήθηκε από την ανεκδιήγητη απόκτηση ελικοπτέρων Kiowa προερχόμενα από τον χώρο απορριμάτων προς καταστροφή του αμερικανικού στρατού! Ο απληροφόρητος αναγνώστης οπωσδήποτε θα έχει δει τα ελικόπτερα αυτά είτε στην ταινία «Αποκάλυψη τώρα» είτε στην «Black Hawk down!”. Πραγματικά ετούτα τα οπλικά συστήματα πρωταγωνιστούσαν σε πολέμους που έγιναν πενήντα ή εικοσιπέντε χρόνια πριν από τις μέρες μας!

Οι καλές σχέσεις με τη Γαλλία του Μακρόν οδήγησαν στην εμμονή για την αγορά γαλλο-ιταλικών φρεγατών FREMM. Το τι ακριβώς θα κάνουν στο κλειστό Αιγαίο πανάκριβα πλοία των 7.000 τόνων παραμένει τακτικά, στρατηγικά και λογικά αδιευκρίνιστο. Παράλληλα η χώρα παραδίδει με απλή αίτηση και χωρίς περαιτέρω διαδικασίες βάσεις και «διευκολύνσεις» σε όποια νατοϊκή δύναμη το αιτηθεί. Διαφημίζει δε τα πλεονεκτήματα θέσεων όπως η Σκύρος, η Κάρπαθος, η Καλαμάτα, έτσι ώστε οι «ισχυροί» να ενδιαφερθούν και για αυτά. Ένα στρατιωτικό ΤΑΙΠΕΔ έχει δημιουργηθεί σε αυτόν τον χώρο! Το προφανές γεγονός ότι η «συνδιοίκηση» -τουλάχιστον- των στρατιωτικών βάσεων μειώνει κατά πολύ την σημασία τους για την πραγματική άμυνα της χώρας, απλά δεν σχολιάζεται. Δεν σχολιάζεται διότι απλά δεν υπάρχει ούτε καν η υποψία ότι η άμυνα της εθνικής επικράτειας είναι αποκλειστικά και μόνο υπόθεση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Ασυνείδητα ή ενσυνείδητα ετούτο το καθήκον έχει παραχωρηθεί σε «φίλους», «συμμάχους» και «προστάτες». Και αυτό σε εποχές όπου τα δρώμενα στη Συρία μαρτυρούν καθημερινά το πόσο ευμετάβλητη είναι η στάση και οι προθέσεις των μεγάλων σε κατάσταση «στρατηγικού κενού».

Ακόμα και οι «επικοινωνιακές» τακτικές προδίδουν τις βαθύτερες σκέψεις. Τα δάκρυα που χύθηκαν για τον εμβολισμό του περιπολικού «Γαύδος» του Λιμενικού Σώματος από τουρκικό πολεμικό (το TCSG703 Umut δηλώνεται ως σκάφος του λιμενικού από τους Τούρκους, σε ολόκληρο τον κόσμο όμως είναι πολύ σπάνιο φαινόμενo να εξοπλίζονται σκάφη του λιμενικού με πυροβόλο των 76 χλστ!) επικεντρώνονταν στο γεγονός ότι το πληγέν σκάφος χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ποσοστό 80% περίπου. Η ιδέα και η ελπίδα ότι οι Ευρωπαίοι θα ένοιωθαν κάποιο είδος οργής για την καταστροφή της «δικής τους» περιουσίας φαίνεται πως διακατέχει τους «επικοινωνιακούς υπεύθυνους», ένστολους και μη.

Η όλη συνταγή ήταν από καιρό προφανές ότι είχε ημερομηνία λήξης. Η τελευταία προσδιορίστηκε από τη στιγμή που η Τουρκία αισθάνθηκε αρκετά δυνατή ώστε να προσθέσει το στρατιωτικό χαρτί στο πολιτικό της οπλοστάσιο. Πολύ λίγοι μπορούν να ακολουθήσουν σε αυτό το πεδίο. Και η Ελλάδα βρίσκεται απόλυτα απροετοίμαστη μπροστά σε αυτό. Οι συμμαχίες και οι ιμπεριαλιστικοί συνασπισμοί στους οποίους οι αστικές κυβερνήσεις εναπόθεσαν την προστασία των εθνικών συμφερόντων αδυνατούν επίσης να ακολουθήσουν στο δρόμο αυτό. Οι πόλεμοι τους γίνονται σχεδόν αποκλειστικά στην περιοχή «δι αντιπροσώπων» (proxy–wars στην αγγλοσαξωνική ορολογία). Αυτό σημαίνει ότι οι συμμαχίες τους και οι εγγυήσεις που αυτές παράγουν είναι ασταθείς και διαρκώς μεταβαλλόμενες. Με άλλα λόγια ελάχιστα πράγματα αξίζουν. Το μόνο «όπλο» των ελληνικών αστικών κυβερνήσεων είναι απλά άσφαιρο.

Κάθε φορά που κατεδαφίζονται “εθνικά” δίκαια και περικόπτεται η εθνική κυριαρχία και η εθνική επικράτεια, οι φωνές για τα “εθνικά ζητήματα” φθάνουν ως τον ουρανό. Μη νομίσει κανείς ότι αφορούν τη συγκεκριμένη απειλή και τον πραγματικό ένοχο της επιβουλής. ‘Οχι! Οι φωνές αφορούν πάντα ένα θέμα άσχετο, μια απειλή που δεν υπάρχει (το εάν θα υπάρξει στο μέλλον είναι άλλη υπόθεση – για το παρόν μιλούμε τώρα). Υπαινίσσομαι το περίφημο «όνομα»… Στην Κατοχή, θυμίζω, οι παράγοντες του ναζιστικού καθεστώτος της Ελληνικής Πολιτείας -οι δωσίλογοι- έκαναν “εθνικό αγώνα” ενάντια στους πάντες εκτός από τους Γερμανούς και τους Ιταλούς που κατείχαν, λεηλατούσαν και διαμέλιζαν τη χώρα. Παλιές τακτικές, παλιά τεχνογνωσία της άρχουσας τάξης.

Στις βραχονησίδες του Αιγαίου ΣΗΜΕΡΑ, στα κυπριακά πελάγη ΣΗΜΕΡΑ δημιουργούνται κάθε μέρα τετελεσμένα σε βάρος των λαών της Κύπρου και της Ελλάδας – της επικράτειας και των δικαιωμάτων των χωρών αυτών. Επειδή σε αυτά τα σπουδαία η αστική τάξη ελάχιστα έχει να πει και λιγότερα να πράξει, το «όνομα» προσφέρεται ως ιδανική δίοδος απόδρασης από την σκληρή πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που και αυτής το κόστος οι λαοί θα αναλάβουν να το πληρώσουν.

Πηγή: Κατιούσα

Όχι στα συλλαλητήρια της πατριδοκαπηλείας – Έξω οι Ιμπεριαλιστές από τα Βαλκάνια

Ανακοίνωση από την ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

ΟΧΙ ΣΤΑ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΚΑΠΗΛΕΙΑΣ

ΕΞΩ ΟΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ

ΕΞΩ Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑΤΟ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΤΩΝ ΛΑΩΝ ΤΗΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΗΣ

Το σύγχρονο «μακεδονικό πρόβλημα» δημιουργήθηκε τρεις δεκαετίες πριν, με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας από την ωμή και βίαιη επέμβαση των ιμπεριαλιστών των ΗΠΑ και ΕΕ. Ξαναβρέθηκε πρόσφατα στην ημερήσια διάταξη, πάλι από αυτούς που το δημιούργησαν: τώρα, η στρατηγική των ιμπεριαλιστών υπαγορεύει την άμεση ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ, άρα καιτην άρση του ελληνικού βέτο. Η πρόθυμη κυβέρνηση Τσίπρα έσπευσε να ανταποκριθεί αφού κάθε επιθυμία των προστατών είναι γι’ αυτήν διαταγή. Ο ελληνικός αστισμός τη στηρίζει ώστε να βρεθεί γρήγορα «λύση».

Σε συνθήκες γενικής υποχώρησης του λαϊκού κινήματος και σχεδόν ανυπαρξίας αντιιμπεριαλιστικού προσανατολισμού, οι βρικόλακες της πατριδοκαπηλίας βγήκαν μπροστά. Αμβρόσιοι, ψωμιάδηδες, φασίστες απόστρατοι, χρυσαυγίτες, ανέλαβαν την «υπεράσπιση» της ελληνικότητας της Μακεδονίας. Από κοντά και σημαντικό τμήμα της ΝΔ ποντάροντας στο «μακεδονικό» για τη φθορά της κυβέρνησης. Το οικονομικό τσάκισμα και η εθνική ταπείνωση που βιώνει την εποχή των μνημονίων ο ελληνικός λαός, διευκολύνει τη διάχυση του εθνικιστικού δηλητήριου. Η μαζικότητα του συλλαλητηρίου της Θεσσαλονίκης αυτό αποδεικνύει.

Το εσωτερικό σκηνικό που στήνεται είναι από τη μία η κυβέρνηση Τσίπρα που αξιοποιεί μια ευνοϊκή για την Ελλάδα γεωπολιτική συγκυρία για να βρει μια βιώσιμη λύση με τους γείτονες, καιαπό την άλλη οι πατριδοκάπηλοι. Όμως και οι δυο τους ψήφισαν και ψηφίζουν -με χέρια και πόδια- τα μνημόνια που εξαθλιώνουν το λαό και εκχωρούν την εθνική κυριαρχία. Και οι δυο συμφωνούν στο ξεπούλημα του εθνικού πλούτου και των υποδομών. Και οι δυο συμφωνούν με τη στρατηγική συνεργασία με τους σιωνιστές του Ισραήλ, ναρκοθετώντας τη φιλειρηνική πορεία της χώρας. Γιατί τελικά και οι δυο εκφράζουν με πλήρη συνέπεια την αμερικανοδουλεία και την ευρωδουλεία.

Το συλλαλητήριο που οργανώνεται την Κυριακή στην Αθήνα έχει λάθος σύνθημα, λάθος στόχο, λάθος συμμαχίες, λάθος φίλους, λάθος εχθρούς και επικίνδυνους διοργανωτές. Δεν γίνεται για την υπεράσπιση της Μακεδονίας. Όταν ξεπουλιόνταν τα αεροδρόμια, τα λιμάνια, οι δρόμοι, ο ορυκτός πλούτος της Μακεδονίας, οι «μακεδονομάχοι» της συμφοράς υπερθεμάτιζαν ή απουσίαζαν. Το συλλαλητήριο της Κυριακής στοχεύει να διοχετεύσει την ταξική αγανάκτηση και την εθνική ταπείνωση του λαού σε ανώδυνα για το σύστημα κανάλια. Να αναδιατάξει τη δεξιά και να αναδιαμορφώσει συνολικά το πολιτικό σύστημα σε ακόμα πιο αντιδραστικό επίπεδο.

Το συλλαλητήριο της Κυριακής δεν προκαλεί καμία πολιτική φθορά στη μνημονιακή κυβέρνηση Τσίπρα. Αντίθετα, την ενισχύει γιατί την κάνει να φαντάζει ως ρεαλιστική, φιλειρηνική και εκσυγχρονιστική συγκρινόμενη με τους φασίστες, τους γραφικούς, τους πολεμοκάπηλους.

Η εξόφθαλμη προσπάθεια των διοργανωτών του, να στρογγυλέψουν τα ακροδεξιά χαρακτηριστικά του (που στη Θεσσαλονίκη εμφανίστηκαν με εντελώς απεχθές πρόσωπο) δεν πρέπει να παραπλανήσει κανέναν. Ενδεχόμενη συμμετοχή προσωπικοτήτων κύρους με αναφορά στην αριστερά δεν μπορεί να αλλοιώσει τον αντιδραστικό χαρακτήρα του.

Ένα γνήσιο λαϊκό συλλαλητήριο θα είχε στόχο την έξοδο της χώρας από το ΝΑΤΟ και όχι τη χρήση του σαν «διαπραγματευτικό χαρτί». Θα διοχέτευε τη λαϊκή οργή ενάντια στο πολιτικό προσωπικό που ξεπούλησε την πατρίδα στους δανειστές αντί να τους ξεπλένει. Θα έβαζε απέναντι τους υποτακτικούς των ΗΠΑ – ΕΕ και τους εθνικιστές και από τις δύο πλευρές. Όχι το λαό της ΠΓΔΜ.

Το -υπαρκτό- πρόβλημα με τη γειτονική χώρα μπορεί να επιλυθεί μόνο από μια κυρίαρχη ελληνική κυβέρνηση που θα αξιοποιεί τις αντιθέσεις και τη γεωπολιτική συγκυρία αλλά θα αρνείται την επιδιαιτησία των ιμπεριαλιστών. Που στόχος της θα είναι η φιλία και η συνεργασία με όλους τους γειτονικούς λαούς.

Η ιστορική εμπειρία των βαλκανικών λαών δείχνει ότι δεν υπάρχει τρόπος για να ηρεμήσει η πολύπαθη περιοχή αν δεν ξεκουμπιστούν οι πάτρωνες της Δύσης. Σε αυτήν την κατεύθυνση, είναι επείγουσα η ανάγκη συγκρότησης ενός μαζικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος από τα Βαλκάνια μέχρι τη Μ. Ανατολή, σε αντιπαράθεση με τις δυνάμεις του πολέμου και του θανάτου.

Η Αριστερά, αν θέλει να είναι χρήσιμη, οφείλει να πρωτοστατήσει στο καθήκον της συγκρότησης ενός τέτοιου κινήματος. Μόνο έτσι θα αποκαλυφθεί ο ρόλος του εσμού των πατριδοκάπηλων, θα αποσπαστούν από την επιρροή τους λαϊκά στρώματα και ταυτόχρονα θα υπονομευθεί η τωρινή, αλλά και κάθε εθελόδουλη κυβέρνηση. Αυτός είναι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε σήμερα και όχι εκείνος των εύκολων, «αντιεθνικιστικών» συγκεντρώσεων καταγγελίας.

Το ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια

Καμία συμφωνία για χάρη του ΝΑΤΟ – Όχι στους εθνικισμούς και στους αλυτρωτισμούς – Αλληλεγγύη των λαών της Βαλκανικής

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

1. Το σύγχρονο βαλκανικό πρόβλημα δημιουργείται τρεις δεκαετίες πριν, με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας κατά την προσπάθεια διαμόρφωσης μιας νέας πραγματικότητας στην ευρύτερη περιοχή από ΗΠΑ και ΕΕ. Οι ωμές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις διαδέχονται η μία την άλλη, στοχεύοντας στη διαμόρφωση κρατών-ακολουθητών της δυτικής πολιτικής, σύγχρονων προτεκτοράτων, αλλά και στη μεγαλύτερη δυνατή μείωση της επιρροής της Ρωσίας. Ξεκινάει επίσης μια λυσσαλέα προσπάθεια πετσοκόμματος της Σερβίας που αποτελούσε εμπόδιο για τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, που φτάνει μέχρι και σήμερα. Οι βομβαρδισμοί της Σερβίας, η αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Κοσσόβου, το δημοψήφισμα στο Μαυροβούνιο, το παιχνίδι της ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, εντάσσονται ακριβώς στο πλαίσιο αποδυνάμωσης του ρόλου της Σερβίας. Νευραλγικό ρόλο στην εξέλιξη των γεγονότων διαδραματίζει η εκμετάλλευση του μουσουλμανικού στοιχείου στην περιοχή από τις ΗΠΑ. Με την κλασική τακτική τού «διαίρει και βασίλευε», προνομοποιούνται διάφορες εθνικιστικές επιδιώξεις (πχ ιδεολόγημα «Μεγάλης Αλβανίας», Κόσσοβο κ.ά.), γεγονός που γεννάει ακόμα μεγαλύτερη αποσταθεροποίηση που φτάνει μέχρι και την αμφισβήτηση συνόρων. Οι χώρες της Βαλκανικής βρίσκονται σχεδόν πάντα σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης: σύνορα αμφισβητούνται, εθνικισμοί γιγαντώνονται και μονίμως επικρατεί αβεβαιότητα για το τι θα ακολουθήσει.

2. Με τα παραπάνω συνδέεται το πρόβλημα με το κράτος της λεγόμενης ΠΓΔΜ. Το θέμα της ονομασίας ξαναμπήκε πρόσφατα στην ημερήσια διάταξη, προκειμένου η Ελλάδα να άρει το βέτο εισόδου της ΠΓΔΜ σε ΝΑΤΟ αλλά και σε ΕΕ. Διότι αυτό υπαγορεύει η πολιτική των ΗΠΑ, που επιδιώκει κλείσιμο μετώπων και κατάκτηση θέσεων απέναντι στους ανταγωνιστές. Η ΠΓΔΜ είναι ένα μικρό και σχετικά αδύναμο κράτος, που αποτελείται κυρίως από Σλάβους αλλά και με έντονο αλβανικό στοιχείο, και βρέθηκε σχετικά πρόσφατα υπό την απειλή του διαχωρισμού της. Η επιμονή στην καθιέρωση του ονόματος «Μακεδονία» αφορά κυρίως στη διατήρηση του ενιαίου του κράτους σε σχέση με τις αποσχιστικές τάσεις των Αλβανών και πολύ λιγότερο στην «ιστορική κληρονομιά του Μ. Αλεξάνδρου». Το πρόβλημα λοιπόν είναι καθαρά γεωπολιτικό. Διατηρείται μέχρι σήμερα το ενιαίο της χώρας, ολοκληρώνεται η προσέγγιση με τη Δύση μέσω πιθανής εισόδου στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ –αυτό έχει σημασία καθώς υπάρχουν δυνάμεις στο εσωτερικό της χώρας που στρέφονται προς Ρωσία– και διαμορφώνεται ένα κράτος «έτοιμο» για να χρησιμοποιηθεί στο μέλλον ώστε να θέσει νέα ζητήματα συνόρων. Ακριβώς στη ρότα που χάραξε για την Βαλκανική ο ιμπεριαλισμός.

3. Ο ελληνικός αστισμός συνειδητά διατήρησε και γιγάντωσε με τη στάση του το Μακεδονικό. Θεώρησε ότι οι ΗΠΑ χρειάζονταν κάποιου είδους διαμεσολαβητή για να κάνουν τις δουλειές τους στα Βαλκάνια. Με την προσφιλή μέθοδο του κολαούζου και επιδιώκοντας παράλληλα να έχει τον ρόλο ρυθμιστή των εξελίξεων στην περιοχή, το σύνολο του τότε πολιτικού προσωπικού δεν αποδέχονταν κανενός είδους σύνθετη ονομασία για την γείτονα. Μετά το πρώτο κοινό τραπέζι των πολιτικών αρχηγών για το Μακεδονικό το 1992 –ήταν όλοι εκεί, ΚΚΕ και ΣΥΝ– διαμορφώθηκε μια ορισμένου τύπου «εθνική ενότητα και ομοψυχία» που υπέθαλψε την ανάπτυξη ακραίου εθνικισμού. Μετά την απόσυρση του ΚΚΕ, ακολούθησαν εθνικιστικά συλλαλητήρια και κάθε είδους λεονταρισμοί για το ζήτημα της ονομασίας. Λίγος καιρός βεβαίως μεσολάβησε μέχρι την κυβίστηση και το «Σε δέκα χρόνια θα το έχουμε ξεχάσει» του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη για το όνομα των Σκοπίων. Τα πολιτικά παιχνίδια συνεχίστηκαν με αποκορύφωμα την αποχώρηση Σαμαρά από την κυβέρνηση και τη δημιουργία νέου κόμματος με πρόσχημα το Μακεδονικό. Η μπάλα πλέον είχε χαθεί. Αφού δεν βρέθηκε τότε λύση, ακολούθησε σταδιακή κατοχύρωση και διεθνής αναγνώριση της ΠΓΔΜ ως «Μακεδονία» υπό την αιγίδα ΗΠΑ και ΕΕ. Και κάπως έτσι από τις ιαχές για την ελληνικότητα της Μακεδονίας τότε, φτάσαμε αργότερα σε φωνές που υποστήριζαν σύνθετη ονομασία ακόμα και χωρίς γεωγραφικό προσδιορισμό («Νέα Μακεδονία» από Ντ. Μπακογιάννη το 2008).

4. Η υποκρισία όμως συνεχίζεται. Ενώ στο παρελθόν η άρχουσα τάξη της Ελλάδας επιχειρούσε αναβάθμιση του οικονομικοπολιτικού της ρόλου στην περιοχή, σήμερα μετά την πολλαπλή εποπτεία, η υποταγμένη (πολιτικά-στρατιωτικά) στις ΗΠΑ και (πολιτικά-οικονομικά) στην ΕΕ κυβέρνηση Τσίπρα ακολουθεί νέα στρατηγική πρόσδεσης στον αντιδραστικό συνασπισμό ΗΠΑ – Ισραήλ – Αίγυπτος – Σ. Αραβία, και με βάση αυτό χαράσσει την πολιτική της για τη διαχείριση των λεγόμενων εθνικών ζητημάτων. Επί της ουσίας σήμερα, με όλον τον πλανήτη –εκτός από την Ελλάδα– να αναγνωρίζει την ΠΓΔΜ ως Μακεδονία, ο λόγος του ΝΑΤΟ για την υπόθεση βαραίνει τόσο, που κυβέρνηση και λοιπό πολιτικό προσωπικό ταυτίζονται ώστε να βρεθεί «λύση». Τα κελεύσματα απ’ έξω είναι νόμος, σε τέτοιο βαθμό που ο Ιερώνυμος εμπιστεύεται τον Τσίπρα και ο Παυλόπουλος εξαίρει τη στάση της Εκκλησίας.  Οι εναπομείναντες «μακεδονομάχοι» των πολιτικών σκοπιμοτήτων που παραβρέθηκαν στα συλλαλητήρια καλό είναι να θυμούνται τον «πατριωτισμό» τους όταν σκύβουν το κεφάλι στους δανειστές ή ψηφίζουν με τα δύο χέρια την εκχώρηση της εθνικής ανεξαρτησίας και της λαϊκής κυριαρχίας. Και όχι να πλασάρονται ως «εθνικοί υπερασπιστές» την ίδια στιγμή που κάνουν τα στραβά μάτια στις μπίζνες στα βόρεια σύνορα. Εξάλλου αυτή είναι η φύση του ελληνικού αστισμού: Τυχοδιωκτισμός και πατριδοκαπηλεία, μπίζνες και μαυραγοριτισμός, ψευτοτσαμπουκάδες στους γείτονες και τελικά υπακοή στις επιταγές των κάθε φορά δυτικών «προστατών». Με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα από το 1922 μέχρι το 1974.

5. Όσο λοιπόν ο Τσίπρας ρεφάρει πανηγυρίζοντας για την μεταμνημονιακή καμμένη γη που θα παραδώσει και εμφανίζεται ως πολιτικός που θα παρέχει λύσεις και στα μεγάλα θέματα, αποκρύπτει το κυρίαρχο πρόβλημα: Η κυβέρνηση, εφαρμόζοντας τα σχέδια του ΝΑΤΟ, βάζει σήμερα ένα χεράκι στην περαιτέρω διάλυση των Βαλκανίων, γεγονός που θα έχει αύριο ολέθριες συνέπειες ακόμη και σε θέματα εθνικής κυριαρχίας. Η σωστή τοποθέτηση για το θέμα του ονόματος, που δυστυχώς ένα μόνο μικρό μέρος της αριστεράς είχε υιοθετήσει όταν έπρεπε, είναι σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό. Σλαβομακεδόνες στην Ελλάδα υπάρχουν, όπως και στη Βουλγαρία, και βέβαια στην ΠΓΔΜ. Μακεδονικό έθνος όμως δεν διαμορφώθηκε ιστορικά. Πέρα από την ονομασία όμως, τεράστιας σημασίας είναι η έμπρακτη ακύρωση κάθε συνταγματικού και θεσμικού αλυτρωτισμού και η εκατέρωθεν αναγνώριση της ακεραιότητας των συνόρων. Όσο, λοιπόν, η συζήτηση θα αφορά μια διευθέτηση της ονομασίας για να προχωρήσουν οι ενταξιακές διαδικασίες, η απάντηση θα είναι: καμία συμφωνία που επιβάλλεται από το ΝΑΤΟ, καμία συμφωνία που διευκολύνει τα σχέδια των ιμπεριαλιστών.

6. Το Μακεδονικό είναι πολιτικό πρόβλημα και πηγή του κακού είναι οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στην περιοχή. Με πρώτο και κύριο τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και το ΝΑΤΟ. Ο ιμπεριαλισμός εισχωρεί όλο και πιο βαθιά, καθορίζει όλο και περισσότερα. Καταδικάζει μια περιοχή σε μόνιμη αποσταθεροποίηση γεννώντας κράτη-χωροφύλακες που εκτελούν εντολές. Είναι ο αποκλειστικός υπεύθυνος για τη διαμόρφωση αυτών των κρατών σε προτεκτοράτα, σε «παρίες» της Ευρώπης. Περιθωριοποιημένες χώρες, κάποιες σε καθεστώς μνημονίων, με φτώχεια και εξαθλίωση. Οι αλυτρωτικές επιδιώξεις που γεννούν εθνικισμό, μίσος και αντιπαλότητα, είναι το θλιβερό αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής. Οι λαοί των δύο χωρών και όλοι οι λαοί της βαλκανικής, πρέπει να ζουν αρμονικά, αλληλέγγυα. Αυτό προϋποθέτει πλήρη σεβασμό των συνόρων. Σε μια περιοχή με πολλά κοινά γεωγραφικά, ιστορικά, πολιτισμικά στοιχεία, στόχος είναι η απόρριψη κάθε αλυτρωτικής διάθεσης. Να μην κρύβονται πίσω από τον καλλιεργούμενο εθνικισμό τα πραγματικά ζητήματα. Και αυτά είναι ταξικά και αφορούν την καταπίεση των λαών αυτών στον καταμερισμό που ετοίμασαν οι «δυνατοί». Ο μοναδικός τρόπος για να ηρεμήσει η πολύπαθη περιοχή των Βαλκανίων είναι να αποχωρήσουν οι πάτρωνες της Δύσης. Σε αυτήν την κατεύθυνση είναι αναγκαίο ένα αντιιμπεριαλιστικό κίνημα από τα Βαλκάνια μέχρι τη Μ. Ανατολή που θα σαρώσει τις δυνάμεις του πολέμου και του θανάτου. Σε μια περιοχή γεωπολιτικών, οικονομικών και στρατιωτικών αντιθέσεων, ο μόνος τρόπος ουσιαστικής επίλυσης του προβλήματος είναι η αντιιμπεριαλιστική πάλη και η αποχώρηση του ΝΑΤΟ και των βάσεών του. Η υπεράσπιση των συνόρων και η απαίτηση να μην γίνει καμία αλλαγή σε αυτά. Σε αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να αγωνιστούν οι λαοί της περιοχής για να οικοδομήσουν σχέσεις φιλίας και αλληλεγγύης, για να εξασφαλίσουν ειρήνη και ανεξαρτησία.

ΕΞΩ ΤΟ ΝΑΤΟ ΚΑΙ ΟΙ ΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ

ΚΑΜΙΑ ΑΛΛΑΓΗ ΣΥΝΟΡΩΝ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ

ΚΑΜΙΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΝΑΤΟ

Η δεύτερη τουρκική πρόκληση στα Ίμια

Η τελευταία πρόκληση του τουρκικού καθεστώτος στα Ίμια, 21 χρόνια ακριβώς μετά το πρώτο «θερμό επεισόδιο» και την Ελληνοτουρκική κρίση πάλι στα Ίμια, δεν είναι καθόλου αθώα, ούτε βέβαια τυχαία. Τα Ίμια ή Λίμνια ανήκουν στις «παρακείμενες» νήσους των Δωδεκανήσων και αποτελούν Ελληνικό εδάφους από το 1947. Στο χθεσινό επεισόδιο είχαμε την παραβίαση των χωρικών υδάτων της χώρας –σύμφωνα και με το διεθνές δίκαιο – όχι ενός αλιευτικού που «έχασε» τον προσανατολισμό του. Είχαμε ολοκάθαρα μια συνειδητή επιλογή του ισλαμοφασιστικού καθεστώτος του Ερντογάν.

Οι φωτογραφίες και τα βίντεο πάνω στην πυραυλάκατο με κομάντος και με φόντο τα Ίμια, σε απόσταση λιγότερο του 1 χλμ, των τριών ανώτατων αξιωματικών των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων (αεροπορίας, στρατού και ναυτικού), δεν είναι απλά ένα σόου, όπως διατείνεται η κυβέρνηση. Ή για να είμαστε πιο ακριβείς είναι σόου πολιτικής σκοπιμότητας που υπηρετεί τις εσωτερικές πολιτικές στρατηγικές, ενταγμένο σε μια πολιτική επίδειξης δύναμης και αμφισβήτησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας. Αυτά τα σόου παράγουν πολιτικές που μπορεί να πάρουν ανεξάρτητες και ανεξέλεγκτες δυναμικές και να οδηγήσουν σε περιπέτειες τους λαούς Τουρκίας και Ελλάδας.

Η επίδειξη δύναμης έγινε λίγες βδομάδες αφότου ο αρχηγός της κεμαλικής αντιπολίτευσης στην γειτονική χώρα κατηγόρησε τον Ερντογάν ότι έχει «χαρίσει» 18 νησιά στην Ελλάδα, λίγο διάστημα μετά τη διακοπή των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Πραγματοποιήθηκε λίγες μέρες μετά τη δικαστική απόφαση -παρά τις περί αντιθέτου υποσχέσεις του Τσίπρα στον Ερντογάν- για μη έκδοση των 8 στρατιωτικών στην Τουρκία και τη σχετική δήλωση του Τούρκου υπουργού εξωτερικών για «συνολική επαναξιολόγηση των διμερών σχέσεων». Την ίδια στιγμή που οι απειλές «θα ανοίξουμε τα σύνορα και θα πλημμυρίσετε μετανάστες» δίνουν και παίρνουν.

Όλα τα παραπάνω δεν πρέπει να δημιουργούν εφησυχασμό. Η κρίση στην γειτονική χώρα μαζί με τους ενδεχόμενους συμμαχικούς αναπροσανατολισμούς δημιουργεί μια αποσταθεροποίηση. Μαζί με τις αυτοκρατορικές βλέψεις Ερντογάν δημιουργείται ένα εκρηκτικό μίγμα όπου η εξαγωγή της κρίσης και τα «ατυχήματα» είναι μέσα στη λογική των πραγμάτων.

Ο Α. Τσίπρας σταθερά προσανατολισμένος και υποταγμένος στον νατοϊκό και ευρωατλαντικό άξονα γνήσιος συνεχιστής της πολιτικής ΠΑΣΟΚ και ΝΔ -για άλλη μια φορά- αναζητά προστασία στην Α. Μέρκελ. Εικοσιένα χρόνια μετά από το ιταμό ευχαριστώ του Σημίτη προς τους Αμερικάνους για την πρώτη πρόκληση των Τούρκων στα Ίμια η δήθεν κυβέρνηση της αριστεράς έχει την ίδια κατεύθυνση και ψάχνει να βρίσκει προστάτες πότε στους Αμερικάνους και πότε στους Γερμανούς.

Μία ανεξάρτητη φιλειρηνική πολιτική, μια προοδευτική ριζοσπαστική αριστερή πολιτική θα σήμαινε γνήσια και έμπρακτη αμφισβήτηση του ευρωατλαντισμού πρωτοβουλίες σε διεθνές επίπεδο για καταδίκη και απομόνωση των επεκτατικών τυχοδιωκτικών και εν τέλει φιλοπόλεμων πολιτικών και πρακτικών της Τουρκίας.

Μια τέτοια πολιτική πρωτίστως προϋποθέτει όμως και μια κοινωνία που δεν θα είναι καθημαγμένη από τα μνημόνια και τις πολιτικές λιτότητας που θα έχει την λαϊκή κυριαρχία και ανεξαρτησία και ένα λαό που δεν θα έχει προδοθεί και θα έχει χάσει τις προσδοκίες για καλύτερη ζωή που θα έχει ατομική, ταξική εθνική περηφάνια.

Σημαίνει, τέλος, μια χώρα αξιόπιστη όχι παρίας των δανειστών και των κάθε λογής προστάτιδων γερακιών ικανής να παίρνει πρωτοβουλίες ανάμεσα στις προοδευτικές δυνάμεις και τους λαούς της περιοχής.

Είναι ολοκάθαρο πως πρέπει να τελειώνουμε με το αμαρτωλό μνημονιακό καθεστώς ΝΔΠΑΣΟΚ στο σύνολό του να τελειώνουμε με την κυβέρνηση της δήθεν αριστεράς, να μην επιτρέψουμε να αναπτυχθούν οι φασιστικές και εθνικιστικές πολιτικές. Η μετωπική και αγωνιστική διεκδίκηση της ανεξαρτησίας και της λαϊκής κυριαρχίας είναι άρρηκτα δεμένες με το τέλος των μνημονίων και του καθεστώτος τους.

Κύπρος ενιαία ανεξάρτητη

Απο το ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν έως τις συναντήσεις στο Μόντ Πελερέν και στη πολυμερή της Γενεύης

Το 2006 ο Τ. Παπαδόπουλος με τον τουρκοκύπριο ηγέτη Μεχμέτ Αλί Ταλάτ δεσμεύονται σε λύση επανένωσης του νησιού βασισμένη στην δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία. Το 2007 ο Ερντογάν κάνει λόγο για δύο κράτη.

Από το 2008 πρόεδρος της Κύπρου αναλαμβάνει ο Δ. Χριστόφιας (ΑΚΕΛ) ο οποίος επιβεβαιώνει την δέσμευση του προκατόχου του για επίλυση του Κυπριακού στα πλαίσια της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 2010 εντοπίζονται μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου στις ΑΟΖ Κύπρου, Αιγύπτου και Ισραήλ. Έτσι στο ιμπεριαλιστικό ενδιαφέρον και τον ανταγωνισμό για την Κύπρο και την επίλυση του Κυπριακού προστίθεται μια ακόμα ένδιαφέρουσα πλευρά, η γεωοικονομική –ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τη γεωστρατηγική και γεωπολιτική σημασία της- που έχει να κάνει με την εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου καθώς και τον έλεγχο των ενεργειακών διαδρομών και αγωγών.

Από το 2010 η Ελλάδα είναι υπό επιτροπεία και κάτω από την πολιτική τριών μνημονίων που υπογράφηκαν από όλα τα κόμματα του μνημονιακού καθεστώτος. Υποβάθμιση, νεοαποικιοποίηση, καθημαγμένη κοινωνία, χαρακτηρίζουν την Ελλάδα που είναι εξαρτημένη οικονομικά από την γερμανική ευρωζώνη και στρατιωτικά από το ΝΑΤΟ και αναζητεί συμμαχίες στην περιοχή με Ισραήλ και Αίγυπτο.

Τον Μάρτη του 2013 η Κύπρος υποτάσσεται από την ΕΕ σε τρίχρονη μνημονιακή πολιτική και κουρεύονται οι καταθέσεις των Κυπρίων. Το μνημόνιο χρεώθηκε στη διακυβέρνηση Χριστόφια μολονότι από τις 28/2/2013 νέος πρόεδρος της Κύπρου είναι και παραμένει ο Ν. Αναστασιάδης, υποστηρικτής του σχεδίου Ανάν και της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.

Στις 11/2/2014 ο Ν. Αναστασιάδης υπογράφει κοινή ανακοίνωση με τον τουρκοκύπριο ηγέτη Ερόγλου στην οποία αναφέρεται ότι «η λύση θα βασίζεται σε μιά δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα…Όλοι οι πολίτες της ενωμένης Κύπρου θα είναι επίσης πολίτες είτε της ελληνοκυπριακής συνιστώσας πολιτείας είτε της τουρκοκυπριακής συνιστώσας πολιτείας…οι συνιστώσες πολιτείες θα ασκούν πλήρως και αμετακλήτως όλες τις εξουσίες τους, χωρίς παρέμβαση από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση». Στην πραγματικότητα ο Ανανιστής Αναστασιάδης υπογράφει την διχοτόμηση της Κύπρου.

Το ερευνητικό τουρκικό πλοίο «Μπαρμπαρός» στις 3/10/14 μέσω ΝΑVTEX(ναυτική οδηγία) «δεσμεύει» περιοχή της κυπριακής ΑΟΖ. Επίσης, το τουρκικό ΥΠΕΞ διεκδικεί μονίμως το οικόπεδο 6 της κυπριακής ΑΟΖ που το θεωρεί κομμάτι στα εξωτερικά της τουρκικής υφαλοκρηπίδας και επίσης απαιτεί την συνεκμετάλλευσή του με την τ/κ μειονότητα. Πολυεθνικές εταιρείες, ενεργειακοί κολοσσοί εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων (ΗΠΑ,Βρετανία, Γαλλία κ.ά.) έχουν πάρει την αδειοδότηση και τα δικαιώματα εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων των οικοπέδων της κυπριακής ΑΟΖ.

Από το 2013 αναπτύσσεται παραπέρα η πολιτική, στρατιωτική, ενεργειακή και οικονομική συνεργασία Ελλάδας, Ισραήλ, Κύπρου και Αιγύπτου, με την Ελλάδα να διεκδικεί να γίνει ενεργειακό και διαμετακομιστικό κέντρο του ισραηλινού, αιγυπτιακού και κυπριακού φυσικού αερίου – μολονότι από το τέλος του καλοκαιριού του 2016 αποκαταστάθηκαν και οι σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας, με την Τουρκία να επιδιώκει την άρση της απομόνωσής της αλλά και τη δυνατότητα να παίξει ενεργό ρόλο στούς αγωγούς και στη μεταφορά φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.

Από το 2011 σαν συνέχεια της «Αραβικής Άνοιξης» ξεκινά ο πόλεμος μέσα στη Συρία που μετρά πάνω από 300.000 νεκρούς και χιλιάδες χιλιάδων πρόσφυγες. Αποκαλείται εμφύλιος πόλεμος, στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για μια μεγάλη περιφερειακή σύγκρουση με ανταγωνιστικές παγκόσμιες υπερδυνάμεις και με άμεση εμπλοκή σχεδόν του συνόλου των κρατών της Μ. Ανατολής. Η γεωγραφική θέση της Συρίας που βρέχεται από το ανατολικότερο τμήμα της Μεσογείου την έχουν καταστήσει την κεντρική πύλη της Μ. Ανατολής. Η Κύπρος βρίσκεται μπροστά σε αυτή την κεντρική πύλη της σημαντικότατης ενεργειακής πλουτοπαραγωγικής περιοχής, μιας περιοχής διαρκούς αστάθειας που αναζητούνται νέες ισορροπίες μεταξύ των εμπλεκόμενων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Στην γειτονική Τουρκία, είναι αναπτυγμένη μια πολύπλευρα φιλόδοξη στρατηγική από τον Ερντογάν που κυβερνά την Τουρκία από το 2003. Αυτή η πολιτική που έχει «στρατηγικό βάθος» κατά Νταβούσογλου, παρόλη την αποτυχία της τόσο στον πόλεμο στη Συρία όσο και στην ηγεμονική προσπάθεια έκφρασης όλων των ισλαμιστών και των ισλαμιστικών κρατών, παραμένει, συνδυάζεται, υπηρετεί και υπηρετείται από την μόνιμα επεκτατική της πολιτική. Η αναθεωρητική αμφισβήτηση του Ερντογάν της συνθήκης της Λωζάνης παρόλο που περισσότερο αποτελεί αντιστάθμισμα στα αδιέξοδα της εσωτερικής πολιτικής του και προσπάθεια εκβιασμού και εγκλωβισμού των κεμαλιστών (που ανεβάζουν την εθνικιστική ρητορική διά στόματος του ηγέτη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου…εγκαλώντας τον Ερντογάν για την εγκατάλειψη 16 νησιών και βραχονησίδων στο Αιγαίο) δεν θα εγκαταλειφθεί αλλά θα ενισχυθεί στο προσεχές μέλλον «επίλυσης» του Κυπριακού. Και τούτο γιατί μπορεί η πολιτική σκοπιμότητα να συμβαδίζει με την υπηρέτηση στρατηγικών σχεδιασμών αλλά και ανεξαρτήτως τούτων δημιουργείται μια ανεξάρτητη και ανεξέλεγκτη δυναμική των πραγμάτων που μπορεί να οδηγήσει σε νέες περιπέτειες. Εξάλλου στην εποχή της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης, της «νέας τάξης πραγμάτων», στον 21ο αιώνα οι ισορροπίες αλλά και τα σύνορα που κατοχύρωσε ο «σύντομος» 20ός είναι υπό αμφισβήτηση.

Από το 2015 έχουν ξεκινήσει εντατικές συνομιλίες και διαπραγματεύσεις για σχέδιο επίλυσης του Κυπριακού μεταξύ Μ. Ακιντζί και Ν. Αναστασιάδη κάτω από την επίβλεψη του συμβούλου των Ηνωμένων Εθνών Εσ. Έιντε. Η αμερικανίδα υφυπουργός εξωτερικών για θέματα Ευρώπης και Ευρασίας Β. Νούλαντ (γνωστή για τη δημιουργία και την «επίλυση» της ουκρανικής κρίσης) επιθυμεί να κλείσει το Κυπριακό άμεσα. Στο Μοντ Πελερέν πραγματοποιήθηκαν δύο συναντήσεις με θέματα το εδαφικό-χάρτες και το προσφυγικό-οικονομικό, που έφθασαν σε αδιέξοδο όταν ανέκυψε το θέμα των εγγυήσεων και της ασφάλειας.

Η τουρκική και τουρκοκυπριακή διαπραγματευτική πλευρά πρόταξε και προτάσσει ορισμένους όρους και προϋποθέσεις:

α) Αναθεώρηση και όχι κατάργηση του δικαιώματος της παρέμβασης, των εγγυήσεων, που σημαίνει παραμονή του τούρκικου στρατού στο νησί για μια μεταβατική περίοδο 15 χρόνων σαν εγγυήτρια δύναμη ασφαλείας, και κατόπιν θα υπάρξει επαναξιολόγηση.

β) Αμοιβαία εκμετάλλευση του φυσικού αερίου και μεταφορά του μέσω Τουρκίας στην Ευρώπη.

γ) Στο πολιτειακό – κυβερνητικό, εκ περιτροπής προεδρία ανά πέντε χρόνια, στην ομόσπονδη κυβέρνηση τ/κ και ε/κ. Η Άγκυρα μάλιστα δεν σταματά να υπενθυμίζει τη θετική στάση Χριστόφια σε αυτό το θέμα.

δ) Στο εδαφικό – προσφυγικό ο Ακιντζί σε σχέση με τα εδάφη και τους χάρτες κάνει λόγο ότι η τ/κ πλευρά θα είναι γύρω στο 29% και πλέον, ενώ ο Αναστασιάδης μιλά για περίπου 28%. Ταυτόχρονα, η επιστροφή της Μόρφου ως απαίτηση της ε/κ πλευράς βρίσκει αντίθετους Ερντογάν και Ακιντζί. Το οικονομικό κόστος των αποζημιώσεων των προσφύγων το επωμίζεται η ε/κ πλευρά, οι τούρκοι έποικοι παραμένουν, και τα ελλείμματα των τ/κ θα τα καλύπτουν τα πλεονάσματα των ε/κ.

Ο Ερντογάν βεβαίως – και κατά δήλωσή του– δεν διαπραγματεύεται το Κυπριακό αλλά το σύνολο των ελληνοτουρκικών σχέσεων που κατ’ αυτόν αφορά τα νησιά, το καθεστώς της Θράκης, την οριοθέτηση της ΑΟΖ, την υφαλοκρηπίδα κλπ.

Οι διαπραγματεύσεις τερματίστηκαν και θα συνεχιστούν στη Γενεύη στις 12/1/2017 σε πενταμερή διάσκεψη (ε/κ, τ/κ πλευρά, Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία) που θα την παρακολουθήσει και η ΕΕ.

Από την ελληνική κυβέρνηση μέσω του υπουργού εξωτερικών Κοτζιά, αυτό που έχει τεθεί σαν «κόκκινη γραμμή» είναι το ζήτημα της εγγυήτριας δύναμης και της αποχώρησης του στρατού κατοχής. Εμφανίζεται από την πλευρά Αναστασιάδη (κάνοντας λόγο για «επισκέπτες») κάποια ασυμφωνία μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας. Την 1η του Δεκέμβρη του 2016 ο Αναστασιάδης μονομερώς συμφώνησε να διεξαχθεί η διασκεψη στη Γενεύη για τις 12 Γενάρη, χωρίς η Τουρκία να έχει αποδεχθεί τόσο την κατάργηση των εγγυήσεων όσο και την άμεση αποχώρηση του στρατού κατοχής, που ήταν κοινοί όροι της Λευκωσίας και της Αθήνας. Διάσκεψη που η Κυπριακή Δημοκρατία σαν κράτος θα απουσιαζει σαν «εκλιπούσα», όπως την επιβάλλουν τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα και την θέλει ο τούρκικος επεκτατισμός. Θα παρευρίσκεται ο Αναστασιάδης, όμως σαν ηγέτης της ε/κυπριακής πλευράς, όπως και ο Ακιντζί σαν ηγέτης της τ/κυπριακής πλευράς. Το σχέδιο Ανάν ξαναεμφανίζεται και πλέον ξαναυποστηρίζεται απο τον Αναστασιάδη σαν πρόεδρο τώρα και οχι σαν αρχηγό κόμματος. Απο την άλλη είναι γνωστό πως ο εναπομείνας ΣΥΡΙΖΑ των δικαιωμάτων(!!!) , του ευρωπαισμού και του κοσμοπολιτισμού που υποστήριξε το σχέδιο Ανάν μπορεί εύκολα να βολευτεί κάτω απο την επιλογή Αναστασιάδη.

ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ-ΘΕΣΕΙΣ

1. Η Κύπρος ήταν είναι και θα παραμείνει –εκτός αν υπάρξουν άλλες συνθήκες και όροι στην περιοχή της Ν.Α Μεσογείου– ένα τεραστίας σημασίας, καθοριστικό γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό κέντρο, γιατί βρίσκεται σε ένα γεωγραφικό σημείο όπου: α) συναντώνται τρείς ήπειροι και αποτελεί το μάτι ελέγχου της εισόδου από τη διώρυγα του Σουέζ, β) εκεί βρίσκεται η «πύλη» της Μ. Ανατολής, η οποία τροφοδοτεί ενεργειακά σημαντικότατο μέρος του πλανήτη, γ) αποτελεί το ίδιο πλέον γεωοικονομική-ενεργειακή περιοχή με τεράστια κοιτάσματα και αποθέματα, αλλά και κόμβο καθώς και σημείο ελέγχου των ενεργειακών διαδρομών προς Ευρώπη… δ) τα τελευταία 25 χρόνια αλλά και σε όλη την μεταπολεμική περίοδο έχουμε πολεμικές αναμετρήσεις, επεμβάσεις, σκληρούς ανταγωνισμούς…

Για όλους αυτούς τους λόγους το νησί-οικόπεδο αποτελούσε και αποτελεί πλέον ακόμα περισσότερο, πεδίο σκληρού ανταγωνισμού των εκάστοτε ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που η πολιτική τους ήταν και είναι ο έλεγχος του νησιού με κάθε τρόπο. Η πολιτική των ΗΠΑ –διά της Νούλαντ– θέλει «λύση» με δημιουργία κράτους συνολικά εξαρτημένου και στην πραγματικότητα διχοτομημένου θεσμικά –πολιτειακά, ανίκανου να διευθετήσει τόσο τις εξωτερικές όσο και τις εσωτερικές του υποθέσεις, άρα να βρίσκεται διαρκώς υπό τον έλεγχό τους, και που α) να μη δημιουργεί πρόβλημα στη ΝΑ. πτέρυγα του ΝΑΤΟ, β) να προσφέρει τη δυνατότητα στην Τουρκία να μπει από το παράθυρο στην ΕΕ και από την πόρτα στην συνεκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων και μεταφορών.

2. Το Κυπριακό πρωταρχικά-ιστορικά ήταν και είναι ζήτημα άρνησης της αυτοδιάθεσης και ανεξαρτησίας κυρίως από την πλευρά του βρετανικού και κατόπιν του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Στην Κύπρο από το 1960 έχουμε ένα ιδιόμορφο «αποικιακό καθεστώς» εγγυητριών δυνάμεων με βρετανικές στρατιωτικές βάσεις σε βρετανικό έδαφος. Το Κυπριακό από το 1974 αποτελεί ζήτημα εισβολής και κατοχής του ενός τρίτου του νησιού, με επακόλουθα, μεταξύ άλλων, το ζήτημα των προσφύγων και των περιουσιών τους, καθώς και του τούρκικου εποικισμού. Οι διακοινοτικές διαφορές και προστριβές υποκινήθηκαν και υποδαυλίστηκαν για την εξυπηρέτηση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων και της πολιτικής του τουρκικού επεκτατισμού, και χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο και τη διχοτόμηση του νησιού.

3. Αλλάζουν ή βρίσκονται σε μια διαδικασία μεγάλης και μη ειρηνικής αλλαγής οι ισορροπίες στην ευρύτερη περιοχή της Μ. Ανατολής. Οι ανταγωνισμοί των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων αλλά και των ενεργειακών πολυεθνικών κολοσσών (ΗΠΑ, Γαλλίας, Ιταλίας κ.ά) για την εκμετάλλευση αλλά και την μεταφορά υδρογοναθράκων είναι ανειρήνευτοι, και στη σημερινή εποχή της κρίσης περισσότερο από ποτέ σκληροί. Αναζητούνται νέες συμμαχίες και σημεία ισορροπίας, αμφισβητούνται έμπρακτα σύνορα, παλιές συμμαχίες και στρατηγικές, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται έντονες περιφερειακές αντιθέσεις και φιλοδοξίες που (θα) έχουν σα συνέπεια και πολεμικές συγκρούσεις

4. Για τους λαούς, ή ακριβέστερα για τους εργαζόµενους, είναι τεχνητό πρόβληµα οι εθνικισμοί,οι σοβινισµοί, οι αντιπαραθέσεις κλπ. Aλλά να που µ’ αυτό το “τεχνητό” πρόβληµα ασχολούνται και θα ασχοληθούν όλοι όσοι παλεύουν πραγµατικά για τη χειραφέτησή τους. Ποιο είναι το κριτήριο του “τεχνητού” και του “πραγµατικού”; Δεν πρόκειται για γενικές αφαιρέσεις, αλλά για συγκεκριµένη δράση κοινωνικών πολιτικών δυνάµεων και για τα αποτελέσµατα αυτής της δράσης που “τεχνητά” προβλήµατα τα µετατρέπουν σε “πραγµατικά”.Όταν από την ίδρυση του NATO τα “ελληνοτουρκικά”   αποτελούν τη µεγάλη ανοιχτή πληγή του και το «κυπριακό» τουλάχιστον για 57 χρόνια, είναι στην καρδιά των εξελίξεων δεν µπορούµε να “κάνουµε το κορόιδο”, ή να λέµε γενικά οτι είναι αντιπαράθεση δυο περιφερειακών δυνάμεων για την ηγεμονία. Έχουµε στο ζήτηµα της ελληνοτουρκικής αντίθεσης γενικά, µια ενιαία επιθετική στάση από τον “τουρκικό αστισµό” και µια όχι ενιαία και εξαρτημένη απο τον ευρωατλαντισμό στάση απ’ αυτό που λέγεται “ελληνικός αστισµός”. Kι αυτό όχι στο ότι ο ένας είναι από διάθεση περισσότερο ή λιγότερο επεκτατικός, αλλά γιατί η συγκεκριµένη εξέλιξη των διεθνών πραγµάτων τοποθετούν τον ένα (τουρκικό) σε πλεονεκτικότερη θέση και τον άλλο σε µειονεκτικότερη θέση. O “ελληνικός αστισµός” έσπασε τα µούτρα του το 1922, ενώ ο “τουρκικός αστισµός” βγήκε νικητής το 1922. Eπί πολλά χρόνια επωφελήθηκε από τις διεθνείς συγκυρίες. O αντίστοιχος “ελληνικός αστισµός” µε το στίγµα και την ιδεολογία του δοσιλογισµού του 1941-44, έφαγε καρπαζιές και είπε “ευχαριστώ” και το 1955 στη Σµύρνη, και στην Πόλη το 1955 και 1964, και το 1967, και το 1974, ακόμα και στα ίμια. Eίναι λάθος πως έως σήμερα τουλάχιστον και το NATO-αµερικάνοι και οι ρώσοι ποντάρουν στην “Tουρκία” ενώ οι ευρωπαίοι «κάνουν το παγώνι» για τους δικούς τους λόγους;

5. Το Κυπριακό είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να έχει και διεθνή αναφορά αλλά δεν είναι ένα πρόβλημα που θα λυθεί από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και τους οργανισμούς τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ πέρα από το ότι της χάρισε μνημόνιο, «κούρεμα» καταθέσεων και ξήλωμα κοινωνικών κατακτήσεων δεν την οδήγησε σε επίλυση του προβλήματος ούτε εξασφάλισε το ενιαίο της κρατικής οντότητας. Τουναντίον, της χάρισε το σχέδιο Ανάν, ακριβώς μετά την ένταξη της στην ΕΕ. Διαψεύστηκαν παταγωδώς και σε αυτό όλοι οι υποστηρικτές της «ευρωπαϊκής ιδέας» και του κοινού σπιτιού –που δήθεν προσφέρει ασφάλεια– που οδήγησαν την Κύπρο στη φυλακή της ΕΕ. Η λύση του Κυπριακού όπως συζητιέται στη Γενεύη δεν είνια συμβατή ούτε με το ευρωπαϊκό πλαίσιο ούτε με τις ευρωπαϊκές αρχές και το κεκτημένο. Η ΕΕ όμως απλά παρακολουθεί εδώ και χρόνια τα τεκταινόμενα και …τις τουρκικές δυνάμεις κατοχής, αποδεχόμενη την «λύση» και πλασαριζόμενη για τα ενεργοφόρα οικόπεδα και τις μεταφορές.

6. Ο σημερινός συσχετισμός δυνάμεων φαίνεται σήμερα να είναι αρνητικός και για δίκαιη και για βιώσιμη λύση. Δεν έχει αναπτυχθεί –μόνιμα είτε αποτρεπόταν είτε περιοριζόταν και υποτιμούνταν αυτή η ανάγκη– ένα κίνημα που να επιβάλει μια δίκαιη και βιώσιμη λύση μιας ανεξάρτητης από ξένους στρατούς και βάσεις ενιαίας Κύπρου με μια κρατική οντότητα και με πλήρη ισοτιμία και σεβασμό των εργασιακών, θρησκευτικών, πολιτιστικών δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Απουσιάζει ενας αντιιμπεριαλιστικός διεθνιστικός πόλος που να αποτρέψει τα ιμπεριαλιστικά σχέδια, που να επιβάλει λύσεις στα πλαίσια της φιλίας και της αλληλεγγύης των λαών.

7. Η δικέφαλη, διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, που αποτελεί αποδοχή των τετελεσμένων γεγονότων και είναι ιμπεριαλιστική εφεύρεση και επιλογή, είναι η μόνιμη βάση συζήτησης για την επίλυση του Κυπριακού. Αυτή η «λύση» οδηγεί σε μεγαλύτερες περιπέτειες, σε διχοτόμηση και θα καταστήσει το Κυπριακό ζήτημα, πρόβλημα που θα τροφοδοτήσει την ανάφλεξη σε όλη την περιοχή του Αιγαίου, με ενδεχόμενες επιπτώσεις και πολεμικές περιπέτειες σε όλη τη Ν.Α Μεσόγειο.

8. Οι δηλώσεις Ερντογάν μπορεί να εκτιμάται ότι γίνονται για λόγους εσωτερικής πολιτικής σκοπιμότητας, αλλά είναι δυνατόν και έχει αποδειχθεί ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική του αστισμού υπηρετεί μακροχρόνιους στρατηγικούς επεκτατικούς σχεδιασμούς, είναι σταθερή, έχει φιλοδοξίες ηγεμονικής περιφεριακής δύναμης σε τροχιά αυτοκρατορίας και υλοποιείται τακτικά πολιτικά με τη μέθοδο των αμφισβητήσεων κατόπιν των τετελεσμένων γαι να φθασει τέλος στα κεκτημένα. Εξάλλου ο Ερντογάν μπορεί να πουλήσει στο εσωτερικό του ως επιτυχία του είτε την παραμονή του στρατού κατοχής και της κατοχύρωσης της εγγυήτριας δύναμης πράγμα που θα σημαίνει ότι το ναυάγιο της μη επίλυσης το χρεώνεται η ελλαδική πλευρά, είτε τη δημιουργία δικέφαλου ομόσπονδου κράτους, που αυτό σημαίνει γεωπολιτικό (μέσω του νέου πολιτειακού καθεστώτος) και γεωοικονομικό έλεγχο του νησιού μιας και η ΑΟΖ αποτελεί «τεχνικό θέμα», που θα ακολουθήσει την επίλυση του Κυπριακού.

9. Η ελληνική κυβέρνηση σταθερά εξαρτημένη μέσα στο δυτικό ευρωατλαντικό πλαίσιο, οικονομικά με την ΕΕ και στρατιωτικά με το ΝΑΤΟ, με συνεχόμενη επιτροπεία χωρίς ίχνος λαϊκής κυριαρχίας, σε μια καθημαγμένη χώρα και κοινωνία,προσπαθεί να αποφορτιστεί των ελληνοτουρκικών αντιθέσεων, ζητημάτων και αναταραχών παίζοντας τις καθυστερήσεις και αποβλέποντας κυρίως σε μια αλλαγή της αμερικάνικης πολιτικής.

10. Η αριστερά στην Ελλάδα οφείλει –έστω και καθυστερημένα – να αναδείξει την πραγματικότητα του Κυπριακού προβλήματος, να αναδείξει από τη μια σε όλες τις λεπτομέρειές της σαν βιώσιμη και δίκαιη λύση το «ΚΥΠΡΟΣ ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΧΩΡΙΣ ΞΕΝΕΣ ΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΟΥΣ ΜΕ ΠΛΗΡΗ ΣΕΒΑΣΜΟ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΩΝ» και ταυτόχρονα να προσπαθεί να συγκροτήσει στην Ελλάδα χωρίς αποκλεισμούς ένα φιλειρηνικό αντιμπεριαλιστικό μέτωπο και κίνημα και έναν διεθνή μεσογειακό πόλο συνεργασίας και αλληλεγγύης των λαών και των προοδευτικών κινημάτων. Δύσκολες εποχές, δύσκολα αλλά αναγκαία καθήκοντα.