Οι προγραμματικές δηλώσεις της νέας υπουργού αποτελούν συνέχεια της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής!

Η νεοσύστατη κυβέρνηση της ΝΔ και η Υπ.Παιδείας Ν. Κεραμέως  με τις προγραμματικές δηλώσεις, αλλά και με πρώτο δείγμα γραφής το ν/σ για την κατάργηση του ασύλου μέσα στο καλοκαίρι, προχωρούν σε μια πολύ σαφή δήλωση προθέσεων γύρω από το ποια πολιτική θα ακολουθήσουν στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, παραμένοντας πιστοί και στις δεσμεύσεις της προεκλογικής περιόδου. Η πολιτική αυτή έχει δύο ξεκάθαρους άξονες. Ο πρώτος αφορά  την επαναφορά κάποιων πάγιων εξαγγελιών που είχαν θεσμοθετήσει και στο παρελθόν: Τέτοιες είναι  η κατάργηση του ασύλου, η διαγραφή των ‘’αιωνιων’’ φοιτητών , το ανώτατο όριο φοίτησης,  η όλη συζήτηση γύρω από την  είσοδο στα πανεπιστήμια με κάρτες εισόδου, ελέγχους, μπάρες, face control… Ο δεύτερος αφορά το άνοιγμα με ένταση της συζήτησης για  Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) για την κάλυψη επιμέρους αναγκών των Ιδρυμάτων και για αξιολόγηση των πανεπιστημίων  μέσω της ΑΔΙΠ (Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση).

Πρέπει να ξεκινήσουμε την οποιαδήποτε συζήτηση με την εξής παραδοχή: Οι προγραμματικές εξαγγελίες της Κεραμέως στην Βουλή αποτελούν συνέχεια της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισής, όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένου. Η ΝΔ εκμεταλλευόμενη το στρωμένο έδαφος από τους προκατόχους της έρχεται με ένα πρόγραμμα για την παιδεία, το οποίο  αφενός επαναφέρει κάποιες από τις πάγιες θέσεις της και αφετέρου ναρκοθετεί με τον πιο διαυγή τρόπο τον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα του πανεπιστημίου

Ξεκινώντας από την βασικότερη πτυχή των μέτρων αυτών,  θωρακίζεται η Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π),δηλαδή  ο θεσμός της αξιολόγησης, ενώ η χρηματοδότηση των ιδρυμάτων όπως και ο   Ακαδημαϊκός Χάρτης της χώρας θα εξαρτάται από αυτή. Με την αξιολόγηση , η υπαρκτή ή η επιδιωκόμενη «ποιότητα» στα AEI μετριέται με εισαγόμενα/επιβαλλόμενα αντίγραφα κριτηρίων στα πανευρωπαικά πρότυπα. Αυτό πρακτικά σημαίνει 2 πράγματα : 1) Μπαίνουν  για τα καλά τα θεμέλια για ένα πανεπιστήμιο ‘’ευάλωτο’’ στις διαθέσεις της αγοράς. Η εμπορευματοποίηση του ελληνικών πανεπιστημίων συνεχίζεται και πλέον αποτελεί προϋπόθεση για να είναι επαρκώς ανταγωνιστικό στις λίστες της διεθνούς κατάταξης που προκύπτουν ως αποτέλεσμα των διαδικασιών αξιολόγησης. 2) Τμήματα , τα οποία με βάση αμφίβολα κριτήρια ως προς την αντικειμενικότητά και την επιστημονική συνεισφορά  δεν κρίνονται επαρκή οδηγούνται σταδιακά στον μαρασμό και την αδυναμία λειτουργίας, αφού η χρηματοδότησή τους θα εξαρτάται απ’ την αξιολόγησή τους. Σημειωτέον, η κυβέρνηση της ΝΔ όχι μόνο δεν αναιρεί τις πολιτικές των συγχωνεύσεων και των καταργήσεων τμημάτων του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ανοίγει την κερκόπορτα για την συνέχιση και διεύρυνσης τους ντύνοντας τες με τον μανδύα της αντικειμενικής αξιολόγησης.

Την ίδια στιγμή όλη η αποθέωση και το άγχος γύρω απ’ το πότε και με τι όρους θα μπει ο ιδιωτικός τομέας στο πανεπιστήμιο, στην βάση του ότι ο δημόσιος δεν χρηματοδοτείται επαρκώς και δεν είναι ικανός  να ανταποκριθεί σε αυτά που ζητά η αγορά, εκφράζονται  με τις εξαγγελίες για ΣΔΙΤ. Η Κεραμέως στο τέλος της ομιλίας της τονίζει ότι ‘’οι περισσότερες παρεμβάσεις τους δεν απαιτούν χρήματα’’. Τα παραδείγματα όμως ιδιωτικοποιήσεων στην σίτιση, στην φύλαξη  των εστιών, αλλά και σε μια σειρά φοιτητικών παροχών γνωρίζουμε πλέον τι συνέπειες έχουν για την ποιότητα των σπουδών μας. Επί της ουσίας ούτε η παρούσα ούτε και η προηγούμενη κυβέρνηση αμφισβητούν την πολιτική της υποχρηματοδότησης. Αυτό το οποίο ζητάμε είναι όχι να καλυφθούν ‘’τρύπες’’ που άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ μέσω ΣΔΙΤ αλλά αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για την αξιοπρεπή κάλυψη των φοιτητικών αναγκών μας.

Δημόσια και δωρεάν σίτιση, στέγαση και μετακίνηση για όλους τους φοιτητές!

Αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης – Όχι στις ιδιωτικοποιήσεις με πρόχημα την κάλυψη των αναγκών των Ιδρυμάτων – όχι στις ΣΔΙΤ μέσα στις σχολές!

Η αξιολόγηση μέσω της ΑΔΙΠ θα γίνει με τα ανταγωνιστικά κρητήρια της αγοράς – Σχολές που να προάγουν τη γνώση, όχι να καλύπτουν τις ανάγκες των επενδυτών!

Να μην περάσει το ανώτατο όριο φοίτησης (ν+2). Κανένας φοιτητής να μην αναγκαστεί να παρατήσει τις σπουδές του!

Πανεπιστήμια ανοιχτά στην κοινωνική και πολιτική δράση! Όχι στις μπάρες, τους ελέγχους και τα face control. Κάτω τα χέρια από το άσυλο – όπλο των φοιτητών και του λαού για να αγωνίζεται!

Κάτω τα χέρια από το άσυλο

Κάτω τα χέρια από το άσυλο

Άσυλο εξ ορισμού είναι χώρος περιορισμού των δικαιωμάτων της εξουσίας απέναντι στον πολίτη. Αποτέλεσε από τις απαρχές της ιστορίας λαϊκή κατάκτηση που και όταν ακόμα δεν κατοχυρώθηκε νομικά βρίσκονταν ψηλά στην κοινωνική συνείδηση και αποτελούσε άγραφο νόμο.

Το Κυλώνειο άγος (632 πΧ) έμεινε στην ιστορία ως μία πράξη ντροπής ήταν σφαγή οπαδών του Κύλωνα στην Ακρόπολη που αποτελούσε άσυλο, έστω ως χώρος λατρείας των θεών. Αλλά και στα σημερινά χρόνια το άσυλο της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής απετέλεσε κατοχυρωμένο και μάλιστα με συνταγματική περιωπή θεμελιώδες ατομικό δικαίωμα (άρθρο 9 Σ), ενώ η από μέρους κρατικού υπαλλήλου παραβίαση του οικιακού ασύλου, δηλαδή είσοδος σε ιδιωτική κατοικία χωρίς τη θέλησή του, χωρίς τις διατυπώσεις του νόμου και χωρίς την παρουσία δικαστικού λειτουργού αποτελεί ποινικό αδίκημα (ΠΚ 241) απειλούμενο μάλιστα με υψηλότερη ποινή από το αδίκημα της διατάραξης οικιακής ειρήνης (ΠΚ 334) και πολύ σωστά αφού η από μέρους οργάνου της εξουσίας παραβίαση του νόμου έχει πολύ μεγαλύτερη επικινδυνότητα και άρα απαξία από την αντίστοιχη ενός ιδιώτη. Περιορισμοί που προβλέπονται και για την κατ’ οίκον έρευνα, την κατά κανόνα απαγόρευσή της στη διάρκεια της νύχτας (ΚΠοινΔ 254) αποβλέπουν επίσης στην προστασία του οικιακού ασύλου.

Αναμφισβήτητη άλλωστε είναι και η έννοια του πολιτικού ασύλου που προστατεύει πρόσωπα που διώκονται από αντίπαλα καθεστώτα για τους πολιτικούς αγώνες τους και υποχρεώνει τα κράτη στα οποία καταφεύγουν να τα προστατεύουν όταν αυτό διαπιστώνεται.

Αν για τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα όπως η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή προβλέπεται και νομοθετήθηκε άσυλο, δεν συμβαίνει το ίδιο κατά τρόπο συγκεκριμένο με την προστασία των συλλογικών πολιτικών δικαιωμάτων παρότι το Σύνταγμα επιτάσσει την εγγύηση του κράτους για τα δικαιώματα του ανθρώπου ως μέλους του κοινωνικού συνόλου (Σ 25 παρ. 1). Τα κινήματα δεν έχουν “το σπίτι τους” κατοχυρωμένο από το Σύνταγμα αν και το έχουν κατακτήσει με αγώνες δεκαετιών που κανένας δεν τόλμησε να αμφισβητήσει.

Ένα τέτοιο σπίτι είναι το Πανεπιστημιακό Άσυλο. Θα μπορούσαν η μπορεί στο μέλλον στη θέση των Α.Ε.Ι. να είναι τα Εργατικά κέντρα, τα Δημαρχεία, οι πλατείες, τα δημόσια και δημοτικά κτίρια, κάποια άλλα “άβατα”. Συνέβη για λόγους ιστορικούς και ιδιαίτερους σε αυτήν την χώρα η θεμιτή και σεβαστή συνταγματικά κινηματική ασυλία να στεγασθεί στο πανεπιστήμιο. Και όχι φυσικά χάριν προστασίας της τριτοβάθμιας ακαδημαϊκής διδασκαλίας. Στο Ελληνικό κράτος η τελευταία δεν γνώρισε ποτέ διωγμούς, όπως στην μεσαιωνική Ευρώπη. Αντίθετα υπήρξε θεραπαινίδα των εξουσιών και διαπιστευμένη πηγή παροχής της αστικής γνώσης και ιδεολογικής συγκρότησης των μελλοντικών στελεχών της κοινωνίας. Συνεπώς ούτε κινδύνευσε ποτέ από την εξουσία, ούτε δεν είχε ανάγκη κανενός ασύλου. Ποτέ δεν μπήκε αστυνομία σε Α.Ε.Ι. για να διακόψει μάθημα η άλλη εκπαιδευτική πράξη. Η νεοελληνική ιστορία δεν έχει καταγράψει καμία τέτοια περίπτωση. Αντίθετα, έχει καταγράψει από πολύ παλιά τη νομιμοποίηση του πανεπιστημιακού ασύλου στη συλλογική συνείδηση ως χώρου προστασίας λαϊκών κινητοποιήσεων και ασυλίας από την αστυνομική επέμβαση.

Πρώτη τέτοια περίπτωση τα «Σκιαδικά» (Μάιος 1859): Στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών καταφεύγουν φοιτητές και μαθητές χαμηλών κοινωνικών τάξεων, που φορούσαν ελληνικά καπέλα (σκιάδια) από τη Σίφνο, καταδιωκόμενοι από τη φοιτητική ελίτ ύστερα από πρόκληση έντασης από εισαγωγείς πανάκριβων ευρωπαϊκών καπέλων που έβλεπαν τα συμφέροντά τους να απειλούνται, πληρωμένους τραμπούκους και την αστυνομία, που τελικά επεμβαίνει στον χώρο του ασύλου και ακολουθούν πολυήμερες συγκρούσεις. Ο ίδιος ο πρύτανης του Πανεπιστημίου καταγγέλλει την παραβίαση του πανεπιστημιακού ασύλου λέγοντας ότι το πανεπιστήμιο είναι μόνον χώρος διδασκαλίας.

Είναι όμως προφανές ότι αυτό που υπερασπίζεται δεν είναι η διδασκαλία, αλλά η ελεύθερη διάδοση των ιδεών, που είναι κάτι πολύ ευρύτερο. Ακολουθεί πολιτική κρίση που οδηγεί στην παραίτηση του αρχηγού της αστυνομίας. Και περνούν πολλές δεκαετίες για να ξαναμπεί η αστυνομία στα Πανεπιστήμια. Δεν μπήκε ούτε στα «Γαλβανικά», πολυήμερη κατάληψη του Πανεπιστημίου ενάντια στις αυθαιρεσίες του καθηγητή Ιατρικής Γαλβάνη τον Ιανουάριο 1897 από τους φοιτητές με σκληρές συγκρούσεις, ακόμα και νεκρό φοιτητή από σφαίρα αστυνομικού, Δεν μπήκε ούτε τα επόμενα χρόνια στα «Ευαγγελικά» (1901), τα «Σανιδικά», (1902) τα «Ορεστειακά» (1903). Οι τελευταίες κινητοποιήσεις καταγράφονται παρά τον αντιδραστικό τους χαρακτήρα, αφού αιτήματά τους ήταν να μην μεταφρασθεί το ευαγγέλιο στην απλή έστω καθαρεύουσα, να παιχτεί η Ορέστεια τριλογία στην αρχαία ελληνική γλώσσα κλπ. Το φοιτητικό κίνημα αποκτά προοδευτικό χαρακτήρα και εντάσσεται στις κοινωνικές δυνάμεις του κοινωνικού μετασχηματισμού μετά τη δεκαετία 1920 υπό την επιρροή της Αριστεράς.

Σε κάθε περίπτωση κάτι μένει, αφού στον Οργανισμό του Πανεπιστημίου Αθηνών (ν. 5343/1932, άρθρο 125) απαγορεύεται ρητά η είσοδος άλλων πλην φοιτητών και διδασκόντων στο Πανεπιστήμιο χωρίς άδεια του Πρύτανη. Προφανώς φωτογραφίζεται η αστυνομία : αυτήν αφορά η απαγόρευση.

Στα μετεμφυλιακά χρόνια της δεκαετίας 1950 και μετά οι συνελεύσεις των φοιτητικών συλλόγων απαγορεύουν την παρουσία μελών του Σπουδαστικού της Ασφάλειας στις συνελεύσεις και στις σχολές, επικαλούμενες το Πανεπιστημιακό Άσυλο. Στα χρόνια της δικτατορίας η Σύγκλητος του ΕΜΠ παραιτείται όταν η αστυνομία εισβάλλει σε αυτό (14.2.1973), αντίθετα με τη Σύγκλητο του ΕΚΠΑ που επιτρέπει την βίαιη αστυνομική εκκένωση της κατειλημμένης Νομικής την ίδια περίοδο, ενώ λίγους μήνες μετά η Σύγκλητος του ΕΜΠ επικαλούμενη επίσης το πανεπιστημιακό άσυλο αρνείται να δώσει στην αστυνομία την άδεια εκκένωσης του κατειλημμένου Πολυτεχνείου στις 15/11/1973 και μόνο εκ των υστέρων εγκρίνει την επέμβαση του στρατού με την γνωστή επιχειρηματολογία της χούντας.

Στην κοινοβουλευτική διαβούλευση για το Σύνταγμα 1975 υπάρχει ζωηρή άποψη να αναφερθεί ρητά το πανεπιστημιακό άσυλο στις συνταγματικές διατάξεις. Τελικά υποχωρεί θεωρώντας αρκετό το ότι το άρθρο 16 το υπονοεί στην ακαδημαϊκή ελευθερία που κατοχυρώνει. Και άλλωστε ο τότε Υπουργός Παιδείας Γ. Ράλλης δηλώνει στη Βουλή ότι η κυβέρνηση αναγνωρίζει το Πανεπιστημιακό Άσυλο.

Ωστόσο κανείς δεν τολμά να αμφισβητήσει το πανεπιστημιακό άσυλο, παρότι παραμένει στον χώρο του “συνταγματικού εθίμου”. χωρίς να κατοχυρώνεται έστω σε κοινό νόμο. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης τα Πανεπιστήμια ανθούν ως χώροι συνελεύσεων, εκδηλώσεων, όχι μόνο φοιτητικών αλλά και πολιτικών διαδικασιών, αφετηρίας και λήξης πορειών κ.λ.π. Όλα τα πρωτοποριακά ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα αποκτούν στους χώρους τους την επαφή και τη γείωση με την κοινωνία. Και δίνουν στο Πανεπιστήμιο, που γίνεται το “σπίτι του κινήματος” την πραγματική και πολύπλευρη μορφωτική εν τέλει λειτουργία των οριζόντων αυτών, που καμία κατεστημένη ακαδημαϊκή διδασκαλία ούτε μπορεί, ούτε θέλει να δώσει. Το σύνθημα “Το άσυλο ανήκει σε όλον τον λαό” δονεί συχνά τις διαδηλώσεις.

Το ΠΑΣΟΚ, με το ν. 1268/1982 (άρθρο 2) διατυπώνει για πρώτη φορά την έννοια του πανεπιστημιακού ασύλου «καλύπτει όλους τους χώρους των ΑΕΙ (σ. είχε γεννηθεί θέμα αν εκτείνεται και στα προαύλια) και συνίσταται στην απαγόρευση επέμβασης της δημόσιας δύναμης στους χώρους αυτούς χωρίς την πρόσκληση η άδεια του αρμοδίου οργάνου…..»

Ταυτόχρονα διατυπώνει και τους όρους της παραβίασής του μέσα από όργανο συνδιοίκησης (την οποία επίσης με σκοπό την ενσωμάτωση του φοιτητικού κινήματος και τη χρήση του για την μεταβολή των συσχετισμών στα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ καθιερώνει), την τριμελή επιτροπή ασύλου (Πρύτανης, εκπρόσωπος ΔΕΠ, εκπρόσωπος φοιτητών).

Και για πρώτη φορά το Νοέμβρη 1985 η αστυνομία παραβιάζει το Πανεπιστημιακό άσυλο μετά από άδεια της επιτροπής και εκκενώνει το κατειλημμένο για μία εβδομάδα λόγω διαμαρτυρίας για την δολοφονία του 15χρονου Μιχάλη Καλτέζα στα Εξάρχεια από αστυνομικό στις 17/11/1985 Χημείο (τότε στη Ναυαρίνου και Χ. Τρικούπη) με το πρόσχημα του κινδύνου έκρηξης από τις διάφορες χημικές ουσίες στο υπόγειο. Η κατακραυγή του φοιτητικού κόσμου και όχι μόνο είναι πλήρης : Δεν υπάρχει συνέλευση σχολής που να μην καταδικάσει την – νομότυπη αλλά ποτέ νόμιμη στις συνειδήσεις – παραβίαση του ασύλου, ενώ ο εκπρόσωπος των φοιτητικών συλλόγων του ΕΚΠΑ στην επιτροπή ασύλου και μέλος της ΠΑΣΠ διαγράφεται από μέλος του φοιτητικού συλλόγου της σχολής του (Οικονομικό Νομικής) με ομόφωνη σχεδόν απόφαση της Γενικής Συνέλευσης.

Στις 18/11/1995 είναι η επόμενη σημαντική παραβίαση του πανεπιστημιακού ασύλου : Τα ΜΑΤ εκκενώνουν το κατειλημμένο από την προηγούμενη μέρα από αντιεξουσιαστές για συμπαράσταση στους αγώνες των κρατούμενων Πολυτεχνείο και προχωρούν σε 500 και πλέον συλλήψεις, που καταλήγουν σε δίκες με ομοιόμορφες κατηγορίες χωρίς συγκεκριμένα στοιχεία για κανέναν πλην της παρουσίας του στο κτίριο, η έκβαση των οποίων συχνά εξαρτάται όχι από τα στοιχεία, αλλά από την μεταμέλεια η μη των κατηγορουμένων.

Ο «νόμος Γιαννάκου» (ν. 3549/2007) έρχεται μέσα στις πολύμηνες κινητοποιήσεις ενάντια στην τροποποίηση του άρθρου 16Σ να περιστείλει (άρθρο 3) την κατοχύρωση του ασύλου τόσο ως προς το εύρος («όλους τους χώρους των ΑΕΙ στους οποίους γίνεται εκπαίδευση και έρευνα»), όσο και ως προς την έννοια του ασύλου «αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση στη μάθηση και την εργασία των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας…..»

Ενώ καταργεί την τριμελή επιτροπή ασύλου και μεταθέτει τη σχετική αρμοδιότητα στο Πρυτανικό Συμβούλιο. Δεν τολμά ωστόσο να πειράξει την παράγραφο (1) του άρθρου (3) της οποίας η διατύπωση μένει ίδια όπως του άρθρου 2 παρ. 1 ν. 1268/1982 : «Στα ΑΕΙ κατοχυρώνεται η ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και διδασκαλία, καθώς και η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών» την οποία μάλιστα αφήνει αμετάβλητη και ο μετέπειτα σαρωτικός «νόμος Διαμαντοπούλου».

Οι καταλήψεις της Νομικής και του ΕΜΠ και άλλων σχολών μετά τη δολοφονία Γρηγορόπουλου, καθώς και οι ήδη εκδηλούμενες αντιμνημονιακές κινητοποιήσεις (απεργίες, συνελεύσεις αγανακτισμένων, καταλήψεις κλπ) εξωθούν την τότε κυβερνητική εξουσία στην ύστατη γραμμή αντεπίθεσης.

Έτσι ψηφίζεται ο «νόμος Διαμαντοπούλου» (ν. 4009/2011) που καταργεί κάθε απαγόρευση αστυνομικής επέμβασης ορίζοντας (άρθρο 3 παρ. 2) ότι «Σε αξιόποινες πράξεις που τελούνται εντός των χώρων των ΑΕΙ εφαρμόζεται η κοινή νομοθεσία».

Μόνη αυτή η υπόμνηση είναι αρκετή για να καταδείξει την υποκρισία όσων προφασίζονται ότι η παραβατικότητα εντός και πέριξ των ΑΕΙ οφείλεται στην – ανύπαρκτη από το 2011 – νομοθεσία του πανεπιστημιακού ασύλου. Και όμως από τότε και μετά ισχυροποιείται η παραβατικότητα αυτή.

Έξι χρόνια αργότερα, ο νόμος Γαβρόγλου (ν. 4485/2011, άρθρο 3) επαναφέρει την απαγόρευση επέμβασης της αστυνομίας, την οποία επιτρέπει αυτεπαγγέλτως σε περίπτωση τέλεσης κακουργήματος η εγκλήματος κατά της ζωής και μετά από άδεια του Πρυτανικού Συμβουλίου σε κάθε άλλη περίπτωση, χωρίς εν τέλει να την απαγορεύει ποτέ.

Κανένας από αυτούς τους νόμους λοιπόν δεν απαγορεύει την αστυνομική επέμβαση για ότι συμβαίνει εκτός του κτιρίου και του περιβόλου της σχολής. Είναι ψέμα ο ισχυρισμός ότι χρειάζεται άδεια της επιτροπής για τη διακίνηση ναρκωτικών που γίνεται στην αυλή του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθήνας η στους πέριξ της ΑΣΟΕΕ δρόμους η παλαιότερα στην Τοσίτσα.

Αλλά και μέσα στους χώρους της σχολής δεν υπήρξε κανένας νόμος που να μην επιτρέπει την χωρίς διατυπώσεις (δηλαδή προηγούμενη αίτηση η παροχή άδειας από πανεπιστημιακό όργανο) επέμβαση της αστυνομίας σε περίπτωση διάπραξης κακουργήματος η αυτόφωρου πλημμελήματος στρεφόμενου κατά της ζωής.

Καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις παραβίασης του ασύλου δεν έγινε με επίκληση διάπραξης κακουργημάτων η αδικημάτων κατά της ζωής. Έγιναν βέβαια φθορές και υλικές ζημιές για τις οποίες κανείς δεν πρέπει να είναι περήφανος. Αλλά η κοινωνική και πολιτική οργή δεν συγκρατείται πάντα εντός η εκτός των Α.Ε.Ι.

Δεν είναι συνεπώς η περιφρούρηση της νομιμότητας από τα τελούμενα πέριξ πανεπιστημιακών χώρων ποινικά αδικήματα το κίνητρο για την εξαγγελλόμενη κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου. Είναι η απαλλαγή των πανεπιστημιακών χώρων από τις κινηματικές διαδικασίες, τις συνελεύσεις, τις εκδηλώσεις, τις αφίσες, τα συνθήματα, τη διακίνηση εντύπων. Είναι ο σκοπός ποινικών διώξεων όσων δρουν πολιτικά στο πανεπιστήμιο.

Είναι η πειθάρχηση των ΑΕΙ και του φοιτητικού κινήματος που απέτρεψε την τροποποίηση του άρθρου 16Σ και την ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ο στόχος που δεν κατόρθωσε ποτέ καμία κυβέρνηση να πετύχει και η μετατροπή τους σε χώρους πολυτελών κολλεγίων για να παράγουν ειδικευμένους πειθήνιους και να διασυνδέονται ανεμπόδιστα με την ιδιωτική αγορά προσαρμόζοντας την εκπαιδευτική και ερευνητική τους δραστηριότητα στις ανάγκες και τις παραγγελίες της. Είναι η εμπέδωση μιας γενικευμένης κουλτούρας καταστολής και συρρίκνωσης δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, που διαπνέει όχι μόνο τις εξαγγελίες της σημερινής κυβέρνησης, αλλά και όλο το φάσμα των νομοθετικών παρεμβάσεων τα τελευταία χρόνια σε απεργίες και ποινικοποιήσεις κινητοποιήσεων. Είναι τελικά η αντεπίθεση της εξουσίας που κλιμακώνεται με την ανάκτηση του πανεπιστημίου και τον αποχαρακτηρισμό του ως χώρου περιορισμού της εξουσίας απέναντι στο κίνημα. Γιατί έχει τους συσχετισμούς να κάνει πλέον και αυτό. Η μάλλον έτσι νομίζει.

Αυτό το “σπίτι του κινήματος” που κινδυνεύει οφείλουμε να το υπερασπιστούμε. Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι αν δεν υπάρχει χώρος για τους αγώνες, οι αγώνες ουσιαστικά θα τεθούν εκτός νόμου. Ότι η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου δεν γίνεται ούτε για τους “μπαχαλάκηδες”, ούτε για τη διακίνηση ναρκωτικών, ούτε για την παραβατικότητα. Όλα αυτά είναι προσχήματα και ελάχιστα ενοχλούν τις εξουσίες, αν δεν εκπορεύονται από αυτές τις ίδιες.

Έχουμε χρέος όλες οι παλιότερες φοιτητικές γενιές που πέρασαν από τις σχολές να υπερασπίσουμε την ιστορία μας, να υπερασπίσουμε τη λειτουργία που μας έδωσε την πολυτέλεια να είμαστε πολιτικοποιημένοι, να σκεφτόμαστε πέρα από όσα μας επιβάλλουν η μας επιτρέπουν, να μην εξαντλούμε την κοινωνική, εκπαιδευτική και πολιτική μας πρακτική στο ρόλο του πελάτη του – για πόσο ακόμη – δημόσιου Α.Ε.Ι. Έχουμε χρέος να μην επιτρέψουμε την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου ούτε στο νόμο, ούτε στην πράξη.

φοιτητικό κίνημα

Μέτωπο αντίστασης και διεκδίκησης για την προάσπιση της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης

Για ένα πολιτικό και διεκδικητικό πρόγραμμα πάλης στους φοιτητικούς χώρους

Σήμερα μας έχουν καταδικάσει να ζήσουμε στην ανεργία, την έλλειψη προοπτικής, το συνεχές κυνήγι πιστωτικών μονάδων, τίτλων, πτυχίων και μεταπτυχιακών, για μισθούς πείνας. Χωρίς ίχνος δικαιώματος και φωνής. Απομονωμένοι στο άγχος και τον ατομικό δρόμο. Αυτή η πραγματικότητα που βιώνουμε ήρθε μέσα από τα μνημόνια, τα προγράμματα τσακίσματος της ελληνικής οικονομίας, με τα οποία φόρτωσαν τα χρέη και τα ελλείμματα τους στις δικές μας πλάτες. Όσο και αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αναμασά το αφήγημα της «εξόδου» από τα μνημόνια, αυτή η έξοδος σημαίνει ότι ολοκληρώθηκε το χτίσιμο μιας νέας κοινωνίας, με βασικά της χαρακτηριστικά την ανεργία, την υποαμειβόμενη εργασία, την ελαστική και επισφαλή απασχόληση. Η εργασιακή ζούγκλα είναι εδώ και το ερώτημα «πότε επιτέλους θα δουλεύουμε αξιοπρεπώς;» παραμένει αναπάντητο.

Την ίδια στιγμή, ο μνημονιακός ν. Γαβρόγλου προωθεί την περαιτέρω αναδιάρθρωση τη Ανώτατης Εκπαίδευσης. Βασικός στόχος του ν. Γαβρόγλου είναι η διαμόρφωση ενός πανεπιστημίου που θα «αυτοχρηματοδοτείται» με δεδομένη την μνημονιακή υποχρηματοδότηση. Αποτελεί ποιοτική συνέχεια- και όχι άρνηση όπως λέει η κυβέρνηση- όλων των προηγούμενων μνημονιακών νόμων για την Παιδεία. Γιατί:

Α) Θεσπίζει δίδακτρα σε όλα τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών με αποτέλεσμα να αποκλείονται χιλιάδες φοιτητές από τα μεταπτυχιακά. Ενώ όσοι θα συνεχίσουν τις σπουδές τους θα πρέπει να βάλουν το χέρι βαθιά στην τσέπη. Πλέον, οι σπουδές πέραν του βασικού πτυχίου αποτελούν προνόμιο για λίγους και εκλεκτούς. Ακόμα, η θεσμοθέτηση διδάκτρων στα μεταπτυχιακά ανοίγει την πόρτα για εισαγωγή διδάκτρων και στα προπτυχιακά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση της Αρχιτεκτονικής Πάτρας, όπου ο πρόεδρος του τμήματος πρότεινε την επιβολή διδάκτρων ύψους 1800€ τον χρόνο σε προπτυχιακούς φοιτητές της σχολής.

Β) Χτυπάει τις θεωρητικές σχολές με την αποκοπή της παιδαγωγικής επάρκειας από το πτυχίο. Δηλαδή, θεσπίζεται ένας νέος κύκλος σπουδών είτε σε μεταπτυχιακό επίπεδο είτε παράλληλος του προπτυχιακού, που αναγκαστικά θα παρακολουθούν όλοι οι φοιτητές και μάλιστα επί πληρωμή (;!) προκειμένου αύριο να μπορέσουν να δουλέψουν στην εκπαίδευση.

Γ) Καταργεί – συγχωνεύει σχολές και τμήματα. Συγχωνεύονται σχεδόν όλα τα ΤΕΙ πανελλαδικά είτε μεταξύ τους είτε με τα αντίστοιχα ΑΕΙ της περιφέρειας τους.  Φέτος με την «ανωτατοποίηση» και «μετάβαση» από ΤΕΙ Αθηνών και Πειραιά σε Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής που φέρνει συγχωνεύσεις και καταργήσεις τμημάτων και επιπλέον υποχρηματοδότηση, βλέπουμε ήδη τα αποτελέσματα: Περίπου 2/3 των εργαζομένων βρίσκονται απολυμένοι, ενώ οι ανάγκες των φοιτητών είναι αυξημένες.

Όσο και αν προσπαθεί ο Υπουργός Γαβρόγλου να μας πείσει ότι μπαίνει τάξη στην διάρθρωση και την λειτουργία των Ιδρυμάτων, η πραγματικότητα τον διαψεύδει  γιατί τα προβλήματα μας όλο και αυξάνονται. Πέρυσι παραλίγο να πληρώσουμε για τα συγγράμματα μας, πληρώνουμε για το φαγητό μας στις λέσχες, δεκάδες φοιτητές αποκλείονται από τις φοιτητικές εστίες, οι οποίες υποβαθμίζονται διαρκώς και δεν έχουν καν ζεστό νερό για να κάνουν μπάνιο οι φοιτητές (βλ. εστίες Πάτρας).

Και τι να κάνουμε;

– Να παλέψουμε για δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση. Η υποχρηματοδότηση των ιδρυμάτων δημιούργησε το έδαφος για την εμπορευματοποίηση και την ιδιωτικοποίηση δομών της εκπαίδευσης (βλ. αντίτιμο και εργολαβίες σχεδόν σε όλες τις λέσχες με πιο πρόσφατο παράδειγμα της Ξάνθης). Άμεση συνέπεια το ανέβασμα του κόστους και ο αποκλεισμός δεκάδων φοιτητών από τις φοιτητικές παροχές. Βλέπουμε ότι στη «μεταμνημονιακή εποχή» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όπου οι ανάγκες μας θυσιάζονται στον βωμό των πρωτογενών πλεονασμάτων που συμφώνησε με τους δανειστές, όλα αναθεωρούνται. Ακόμα και το κεκτημένο των δωρεάν παροχών που πλέον μετατρέπονται σε πολυτέλεια. Το να διατηρηθούν δωρεάν η σίτιση, η στέγαση, τα συγγράμματα και τα μεταπτυχιακά είναι βασικός όρος για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να σπουδάζουμε.

– Να παραδειγματιστούμε από τους περσινούς αγώνες-να επιμείνουμε στις κινητοποιήσεις για την υπεράσπιση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας. Οι φετινοί αγώνες ενάντια στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, οι κινητοποιήσεις στην Αρχιτεκτονική της Ξάνθης, οι κινητοποιήσεις για την διδακτική επάρκεια, οι αντιστάσεις των φοιτητών για αξιοπρεπή διαβίωση στις εστίες, μπορεί να είναι εξαίρεση στον κανόνα, αλλά είναι αυτό που έχουμε περισσότερο ανάγκη. Αποδείχτηκε ότι όταν τα πραγματικά προβλήματα μπαίνουν μπροστά, οι φοιτητές μπορούν να ενώνονται, να συζητούν, να οργανώνονται, να αντιστέκονται.

– Να προσπαθούμε να ενωθούμε με όσο το δυνατόν περισσότερους συμφοιτητές μας- να επιμένουμε να ορίζουμε μέτωπα και αντιπάλους. Σήμερα, επειδή όλοι πληρώνουμε από την τσέπη μας για να σπουδάσουμε λόγω της υποχρηματοδότησης των Σχολών και δυσκολευόμαστε να αντεπεξέλθουμε, έχουμε ανάγκη από την μέγιστη συγκέντρωση δυνάμεων. Για να μπορούν να ακούγονται τα αιτήματα μας. Για να έχουμε πραγματική δύναμη. Για να είμαστε αποτελεσματικοί. Γι’ αυτό χρειάζεται συντονισμός των φοιτητών ανά πόλη αλλά και πανελλαδικά απέναντι στα μέτωπα που ανοίγει το Υπουργείο Παιδείας. Να φτιάξουμε μέτωπα αντίστασης και διεκδίκησης ενάντια:

-στην απόσπαση της παιδαγωγικής επάρκειας από το πτυχίο στις Παιδαγωγικές Σχολές

-στην διάσπαση των σχολών μας (βλ. Γεωπονικό και Φιλοσοφική Αθηνών) που σημαίνει  διάσπαση του πτυχίου μας και διάλυση των επαγγελματικών μας δικαιωμάτων

-στα δίδακτρα που επιβάλλονται σε όλα τα μεταπτυχιακά

-στο κλείσιμο των σχολών και στις απολύσεις καθηγητών που φέρνει η «ανωτατοποίηση» των ΤΕΙ

-στην υποβάθμιση των φοιτητικών εστιών που βρίσκονται σε οριακό σημείο

Είναι ανάγκη οι φοιτητικοί σύλλογοι να συζητήσουν πάνω στα συγκεκριμένα ζητήματα, να πάρουν αγωνιστικές αποφάσεις και να επιμείνουν σε κινητοποιήσεις και διεκδικήσεις απέναντι στους Πρόεδρους των τμημάτων, στους Κοσμήτορες και στους Πρυτάνεις. Γιατί δεν είναι άμοιροι ευθυνών. Είναι οι πιο άμεσα εμπλεκόμενοι και αυτοί που εφαρμόζουν πιστά τις μνημονιακές πολιτικές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και του ν. Γαβρόγλου για την εκπαίδευση. Γιατί, σήμερα, ο μόνος τρόπος για να σπάσει η αποπολιτικοποίηση στους φοιτητικούς χώρους και να ταρακουνηθούμε από το τέλμα είναι να συγκροτήσουμε αντιστάσεις σε κάθε πτυχή της μνημονιακής  πραγματικότητας στις σχολές. Να οργανωθούμε όλοι εμείς, που βράζουμε στο ίδιο καζάνι, απέναντι σ’ αυτούς που χτυπάνε τις σπουδές μας: απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και το Υπουργείο Παιδείας. Απέναντι στην μνημονιακή παράταξη της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ που αποτελεί το καλύτερο στήριγμα της μνημονιακής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ στην εκπαίδευση.

Διεκδικούμε και παλεύουμε για:

Δημόσια και δωρεάν παιδεία για όλους!

Αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για την κάλυψη των αναγκών μας!

Ούτε ένα ευρώ από την τσέπη μας για σπουδές!

Καμία αποκοπή της παιδαγωγικής επάρκειας από το πτυχίο – Το πτυχίο μόνη προϋπόθεση για δουλειά!

Καμία διάσπαση των σχολών μας!

Άμεση απόσυρση των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά!

Όχι στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής – Καμία συγχώνευση-κλείσιμο σχολής!

Δωρεάν συγγράμματα!

Άμεση πρόσληψη εκπαιδευτικού προσωπικού!

Κανένα αντίτιμο για την σίτιση μας – Δωρεάν σίτιση για όλους!

Δωρεάν στέγαση για κάθε φοιτητή!

Κάτω ο ν. Γαβρόγλου και όλοι οι αντιεκπαιδευτικοί νόμοι!

Τι πανεπιστήμιο χτίζεται;

Κείμενο για το Πανελλαδικό διήμερο του ΑΡΔΙΝ, 17-18 Μαρτίου 2018

Α.Για την πολιτική της Ε.Ε. στην εκπαίδευση

1. Tο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης

Η πολιτική της Ε.Ε για την εκπαίδευση βασίζεται σε ένα πλαίσιο αντιλήψεων και κατευθύνσεων. Σε μεγάλο βαθμό αυτές αποτυπώνονται στη «Λευκή Βίβλο για την εκπαίδευση», κείμενο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 1995.

Σημείο εκκίνησης αποτελεί η θέση ότι κάτω από την επίδραση τριών παραγόντων, της εμφάνισης της κοινωνίας της πληροφορίας, της διεθνοποίησης της οικονομίας και της ακατάπαυστης προόδου του επιστημονικού και τεχνικού πολιτισμού που «τροποποιούν σημαντικά και σε διαρκή βάση το πλαίσιο της οικονομικής δραστηριότητας και τη λειτουργία των κοινωνιών μας», διαμορφώνεται μια νέα κοινωνία «της Πληροφορίας και της Γνώσης», που επιφέρει και απαιτεί αλλαγές στα πεδία τόσο της εργασίας όσο και της εκπαίδευσης. Αυτή η καταρχήν «αθώα» θέση είναι το υπόβαθρο για μια τυπικά νεοφιλελεύθερη προσέγγιση, με πυρήνα της το εξής: « Οι τεχνολογίες της πληροφορίας έχουν τροποποιήσει τη φύση της εργασίας και την οργάνωση της παραγωγής. Η μακρόχρονη τάση για ανάπτυξη μόνιμης μισθωτής εργασίας, πλήρους απασχόλησης και απροσδιόριστης διάρκειας, δείχνει να ανατρέπεται». Αφού λοιπόν η μόνιμη εργασία και η πλήρης απασχόληση… έχουν ξεπεραστεί από την εξέλιξη των πραγμάτων, απαιτείται και η αντιστοίχιση της εκπαίδευσης προς αυτή τη νέα πραγματικότητα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται: « Το κεντρικό ζήτημα: προς μια μεγαλύτερη ελαστικότητα. Οι σημερινές δομές των ιδρυμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης θα πρέπει να προσαρμοστούν […] καθώς έχουν γίνει για να εκπαιδεύουν και να καταρτίζουν τον πολίτη ή τον μισθωτό που προορίζεται για μια μόνιμη απασχόληση, τα ιδρύματα αυτά είναι υπερβολικά άκαμπτα»

Το ζητούμενο λοιπόν είναι η διαμόρφωση μιας εκπαιδευτικής διαδικασίας που θα παρέχει ευέλικτη μόρφωση που θα ανταποκρίνεται σε ένα εξίσου «ευέλικτο» και υπό διαρκή αλλαγή περιβάλλον της αγοράς εργασίας. Στη Λευκή Βίβλο γίνεται λόγος για ένα συνδυασμό γενικής μόρφωσης και εξειδικευμένης κατάρτισης με στόχο ο καθένας να « αναπτύξει την επάρκειά του για την απασχόληση και τη δραστηριότητα». Η όποια αναφορά βέβαια στο κείμενο για γενική μόρφωση και γνώση, σε καμία περίπτωση δεν γίνεται για να τονίσει την αξία της ως στοιχείου κατανόησης του φυσικού και κοινωνικού κόσμου, αλλά ως βασικής προϋπόθεσης για την κατάρτιση και την επανακατάρτιση. Η κατάρτιση και η επανακατάρτιση είναι ο σκοπός, και η γενική γνώση είναι το μέσο που οδηγεί στην καλύτερη πραγμάτωσή τους. Η γενική μόρφωση συνίσταται στην «εκμάθηση του πώς να μαθαίνουμε», με την έννοια της διαρκούς συλλογής και ανανέωσης καταρτίσεων. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται «Οι βασικές γνώσεις αποτελούν το υπόβαθρο πάνω στο οποίο οικοδομείται η προσωπική δεξιότητα απασχόλησης του καθενός[…] Στη βασική εκπαίδευση πρέπει να βρεθεί μια σωστή ισορροπία ανάμεσα στην απόκτηση γνώσεων και μεθοδολογικών ικανοτήτων που βοηθάνε το άτομο να μαθαίνει μόνο του […] μια πολυδύναμη κατάρτιση βασισμένη σε διευρυμένες γνώσεις που θα αναπτύσσει την αυτονομία και θα παρακινεί να ‘’μάθουμε να μαθαίνουμε’’ δια βίου».

Η «στροφή στην κατάρτιση» έχει μια σειρά από πλευρές: α) διεύρυνση των διαδικασιών που αναγνωρίζεται ότι παρέχουν κατάρτιση, που δεν θα περιορίζει την κατάρτιση στο επίσημο (τυπικό) εκπαιδευτικό σύστημα και στους τίτλους σπουδών. Το ζητούμενο είναι αφενός καταρτίσεις λιγότερο γενικές και περισσότερο ανταποκρινόμενες στις ανάγκες της αγοράς(β) αναβάθμιση του ρόλου των επιχειρήσεων στη διαδικασία εκπαίδευσης-κατάρτισης. Σύμφωνα με τη Λευκή Βίβλο απαιτείται η συνεργασία εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων, κυρίως μέσα από τη διαδικασία της μαθητείας στις επιχειρήσεις και τίθεται ο στόχος της ανάπτυξης της μαθητείας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. (γ) προκρίνεται η λογική της δια βίου κατάρτισης και της ανανέωσης των δεξιοτήτων, στο όνομα της προσαρμογής στο διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον της αγοράς εργασίας και τις απαιτήσεις του. (δ) η κατάρτιση πρέπει να νοηθεί σαν μια διαδικασία εξατομικευμένη. Το κάθε άτομο έχει την ευθύνη για την κατάρτισή του ενώ και το αποτέλεσμα της κατάρτισης είναι ένα ατομικό πλαίσιο προσόντων-δεξιοτήτων με βάση το οποίο εντάσσεται στην αγορά εργασίας.

Παράλληλα, ανοίγει το ζήτημα της αναζήτησης νέων μορφών χρηματοδότησης της εκπαίδευσης. Αποκαλυπτικό για την λογική που υπάρχει πίσω από αυτή την κατεύθυνση «ευελιξίας» και «αναζήτησης» και στο πεδίο της χρηματοδότησης είναι το αντίστοιχο «Λευκό Βιβλίο για την Ανάπτυξη, Ανταγωνιστικότητα, Απασχόληση»: …Οι ανάγκες σε εκπαίδευση, κατάρτιση, ασφάλεια κλπ, η ανάπτυξή τους δεν μπορεί να είναι δωρεάν και να στηρίζεται στη σιωπηρή χρηματοδότηση από το φορολογούμενο… Απαιτούν τη δημιουργία νέων βάσεων πληρωμής…’’payperuse’’( πλήρωσε για τη χρήση) . Η κατεύθυνση είναι η μετατροπή της εκπαίδευσης από δημόσιο αγαθό και κοινωνικό δικαίωμα σε υπηρεσία, στην οποία ο καθένας ατομικά έχει πρόσβαση ανάλογα με την οικονομική του δυνατότητα.

Τα παραπάνω συνθέτουν ένα βαθιά νεοφιλελεύθερο πλαίσιο, μέσα στις γενικές γραμμές του οποίου κινείται η πολιτική της Ε.Ε μέχρι και σήμερα: Η (τριτοβάθμια) εκπαίδευση υποτάσσεται με άμεσο τρόπο στις απαιτήσεις της αγοράς. Αποκόπτεται από το στόχο της παροχής γνώσης πάνω σε επιστημονικά αντικείμενα. Μετατρέπεται σε πάροχο δεξιοτήτων, δηλαδή πρακτικών και άμεσα αναλώσιμων επαγγελματικών εφοδίων, όπως αυτά καθορίζονται από την αγορά. Παράλληλα, οι όποιες δεξιότητες-προσόντα προορίζονται να απαξιώνονται άμεσα στο όνομα των τεχνολογικών-οικονομικών εξελίξεων, οδηγώντας σε μια δια βίου επιστροφή του ατόμου σε δομές-μηχανισμούς κατάρτισης προκειμένου να ανανεώνει τις δεξιότητές του για να βρίσκει θέση στην αγορά εργασίας. Εν τέλει, διαμορφώνεται μια «ευέλικτη» εκπαίδευση σε αντιστοιχία με την «ευέλικτη» αγορά εργασίας, που παρέχει και ανανεώνει δεξιότητες-προσόντα όχι σε εργαζόμενους αλλά σε απασχολήσιμους, σε άτομα που θα βρίσκονται σε ένα καθεστώς μεταβαλλόμενης απασχόλησης-ανεργίας-κατάρτισης.

2. Συνθήκη της Μπολόνια και Ενιαίος Χώρος Ανώτατης Εκπαίδευσης: η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση στην πράξη

Η Συνθήκη της Μπολόνια που υπογράφηκε από τους Ευρωπαίους Υπουργούς Παιδείας το 1999, αποτελεί τη συγκεκριμένη εφαρμογή του πλαισίου της Ε.Ε για την εκπαίδευση. Είναι ένα σημείο-σταθμός καθώς ορίζει συγκεκριμένα μέτρα για τη διαδικασία της αναδιάρθρωσης, γύρω από την υλοποίηση των οποίων σχεδιάζουν και απολογίζουν την πολιτική τους οι χώρες της Ε.Ε μέχρι και σήμερα.

Περιληπτικά, η Συνθήκη θέτει το στόχο της διαμόρφωσης ενός Ενιαίου Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης, δηλαδή ενός συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με ενιαία χαρακτηριστικά σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. Για την επίτευξη αυτού του στόχου τίθενται οι ακόλουθοι άξονες:

Υιοθέτηση ενός συστήματος τίτλων σπουδών που θα είναι ευκόλως αναγνώσιμοι και συγκρίσιμοι […] με στόχο την προώθηση της απασχολησιμότητας των Ευρωπαίων πολιτών.

Υιοθέτηση ενός συστήματος σπουδών που θα στηρίζεται βασικά σε δύο κύριους κύκλους σπουδών, ένα προπτυχιακό και ένα μεταπτυχιακό. Η πρόσβαση στο δεύτερο κύκλο θα προϋποθέτει την επιτυχή ολοκλήρωση των σπουδών του πρώτου κύκλου, οι οποίες θα διαρκούν τουλάχιστον τρία χρόνια. Ο τίτλος σπουδών που θα χορηγείται μετά τον πρώτο κύκλο σπουδών θα αναγνωρίζεται στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας ως ικανό επαγγελματικό προσόν. Ο δεύτερος κύκλος θα πρέπει να οδηγεί στο μεταπτυχιακό δίπλωμα (master) ή/και στο διδακτορικό.

Καθιέρωση ενός συστήματος διδακτικών μονάδων-ανάλογου με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Μεταφοράς Διδακτικών Μονάδων (ECTS)- ως του πλέον κατάλληλου μέσου για την προώθηση της ευρύτερης δυνατής κινητικότητας των φοιτητών. Διδακτικές μονάδες μπορούν επίσης να συγκεντρώνονται και σε συστήματα εκπαίδευσης εκτός του πλαισίου της ανώτατης εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένων και των συστημάτων δια βίου εκπαίδευσης

Προώθηση της κινητικότητας

Προώθηση της ευρωπαϊκής συνεργασίας στη διασφάλιση της ποιότητας, με στόχο την ανάπτυξη συγκρίσιμων κριτηρίων και μεθοδολογιών

Προώθηση των απαραίτητων ευρωπαϊκών διαστάσεων στην ανώτατη εκπαίδευση κατά κύριο λόγο σε σχέση με τα προγράμματα σπουδών, τη συνεργασία μεταξύ των ιδρυμάτων, τα σχήματα κινητικότητας και τα ολοκληρωμένα προγράμματα σπουδών και άσκησης, κατάρτισης- επιμόρφωσης και έρευνας.

Προωθείται το σύστημα των δύο κύκλων σπουδών με τον πρώτο να έχει 3ετή διάρκεια. Η χρονική μείωση του προπτυχιακού επιπέδου δεν είναι τυχαία. Αντιστοιχεί σε μια μείωση και του γνωστικού περιεχομένου και των επαγγελματικών δικαιωμάτων. Ένας σύντομος, «απλούστερος», λιγότερο δαπανηρός για το κράτος, προπτυχιακός κύκλος (bachelor) που θα παρέχει μια αρχική κατάρτιση, ικανοποιητική για την εξασφάλιση μιας πρώτης απασχόλησης, σύμφωνα πάντα με τη λογική της «ευέλικτης» εκπαίδευσης που παρέχει σε δεξιότητες τόσα όσα αποτελούν τις άμεσες ανάγκες της αγοράς. Ένας κύκλος που ουσιαστικά παράγει μαζικά ένα δυναμικό αποφοίτων χωρίς ολοκληρωμένες επιστημονικές γνώσεις, μισοειδικευμένο που αποτελεί μια στρατιά «απασχολήσιμων» και χωρίς δικαιώματα νέων εργαζομένων. Μια πιο ολοκληρωμένη εκπαίδευση και «λιγότερο αναλώσιμη» σαν προσόν στην αγορά εργασίας, παρέχεται από τον μεταπτυχιακό τίτλο (master) για την πρόσβαση στον οποίο (συνήθως) απαιτούνται δίδακτρα, οδηγώντας τόσο στην εμπορευματοποίηση όσο και στη δημιουργία «φίλτρων» αποκλεισμού για όσους δεν έχουν να πληρώσουν και εξωθούνται στο κυνήγι προσόντων μέσω σεμιναρίων, πιστοποιήσεων, προγραμμάτων κατάρτισης.

Μια παρεμφερής εκδοχή, χωρίς φαινομενικά να θίγεται η χρονική διάρκεια της 4ετούς φοίτησης, είναι η εισαγωγή κατευθύνσεων στο προπτυχιακό επίπεδο και η απόκτηση πτυχίου με βάση αυτές. Η υπερεξειδίκευση είναι μια παραλλαγή της αποειδίκευσης ενός πιο σύντομου κύκλου σπουδών, καθώς και οι δυο καταλήγουν στην «ανάγκη» για επανακατάρτιση. Η διάσπαση των πτυχίων μέσω αυτού του τρόπου δοκιμάζεται σε χώρες όπως η Ελλάδα, που ο προπτυχιακός κύκλος παραμένει 4ετής.

Με το σύστημα των διδακτικών-πιστωτικών μονάδων (ECTS) προωθείται η κατεύθυνση της εξατομίκευσης της εκπαίδευσης/ κατάρτισης αλλά και της αναγνώρισης-νομιμοποίησης των διαφόρων δομών κατάρτισης, ιδιαίτερα των ιδιωτικών. Όλες οι διαδικασίες εκπαίδευσης, που σύμφωνα με την πολιτική της «ευελιξίας» περιλαμβάνουν από την πανεπιστημιακή εκπαίδευση μέχρι δομές κατάρτισης και δια βίου μάθησης, σεμινάρια κλπ., γίνονται μετρήσιμες σε πιστωτικές μονάδες. Ο καθένας μέσα από την «περιπλάνησή» του στις διάφορες εκπαιδευτικές δομές, συσσωρεύει πιστωτικές μονάδες που συνθέτουν τον ατομικό φάκελο προσόντων του, με βάση τον οποίο αναζητά μια θέση στην αγορά εργασίας. Το αποτέλεσμα είναι ένα πολυκατακερματισμένο δυναμικό εργαζομένων, με τα επαγγελματικά δικαιώματα του καθενός να είναι έκφραση του ατομικού φακέλου προσόντων του, χωρίς καμία συλλογική κατοχύρωση.

Ο κατακερματισμός των εργαζομένων και των δικαιωμάτων τους, προωθείται και μέσω της συγκρισιμότητας των τίτλων σπουδών με τη διαμόρφωση ενός συστήματος κατηγοριοποίησης, του Πλαισίου Προσόντων. Υπάρχει το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων και Εθνικά Πλαίσια που αντιστοιχίζονται με αυτό. Οι διάφοροι τίτλοι σπουδών/κατάρτισης τοποθετούνται σε βαθμίδες ανάλογα με τη βαρύτητα που έχουν σαν προσόν για την αγορά εργασίας. Σε συνδυασμό με την «απελευθέρωση» του χώρου της εκπαίδευσης, με τη δημιουργία των διαφόρων δομών και διαδικασιών κατάρτισης και την επικαλυπτόμενη λειτουργία τους με την τυπική τριτοβάθμια εκπαίδευση (δηλαδή πάνω στο ίδιο αντικείμενο να υπάρχουν και σπουδές πανεπιστημιακές και προγράμματα κατάρτισης κλπ.) , οδηγεί σε αποφοίτους πολλών κατηγοριών και αντίστοιχα σε εργαζόμενους πολλών κατηγοριών και δικαιωμάτων, με την τάση βέβαια να είναι η συμπίεση δικαιωμάτων προς τα κάτω.

Η διασφάλιση της ποιότητας μέσω μηχανισμών αξιολόγησης, είναι το όχημα για την περαιτέρω υποταγή της εκπαίδευσης στο πνεύμα της αγοράς και την εμπορευματοποίηση της λειτουργίας της. Η ποιότητα όπως την ευαγγελίζεται η ευρωπαϊκή πολιτική δεν σχετίζεται με κάποιο γνωστικό/ακαδημαϊκό κριτήριο αλλά ταυτίζεται με την ανταγωνιστικότητα. Η «ποιότητα» γίνεται μετρήσιμοι δείκτες και μεγέθη, που αφορούν τα προγράμματα σπουδών και αν έχουν άμεση ανταπόκριση στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας με βάση τις υποδείξεις των εργοδοτών (βαθμός ικανοποίησης από τους απασχολούμενους αποφοίτους, γνώμη για τους προσερχόμενους για εύρεση εργασίας αποφοίτους κλπ), την αναλογία φοιτητών-καθηγητών, το μέσο χρόνο αποφοίτησης και τους «λιμνάζοντες-αιώνιους» φοιτητές, αν τα προγράμματα έρευνας έχουν αντικείμενο που προσελκύει την ιδιωτική χρηματοδότηση (δηλαδή ανταποδοτικό με όρους κέρδους), αν συνολικά ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα εμφανίζει έσοδα πέρα από την κρατική χρηματοδότηση. Η αξιολόγηση και η σύνδεσή της με την χρηματοδότηση των ιδρυμάτων (όπως συμβαίνει ήδη με χρηματοδότηση προερχόμενη από ευρωπαϊκά προγράμματα), είναι το μέσο για την προσαρμογή στις απαιτήσεις της αγοράς και για την προώθηση της εμπορευματοποίησης. Εμπορευματοποίηση κυρίως έμμεση (δίδακτρα, ιδιωτική χρηματοδότηση ή συγχρηματοδότηση σε τυπικά δημόσιες δομές/διαδικασίες κλπ) αλλά και άμεση (εκχώρηση πεδίων της εκπαίδευσης/έρευνας στο ιδιωτικό κεφάλαιο).

……………………….

3. Η ευρωπαϊκή πολιτική μέσω της διαδικασίας της Μπολόνια πλέον είναι εν πολλοίς ολοκληρωμένη, με την έννοια ότι στα επιμέρους κράτη (συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας) έχει νομοθετηθεί το μεγαλύτερο μέρος των αξόνων που προέβλεπε η Διακήρυξη του 1999. Από αυτή την άποψη έχει διαμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό ο Ενιαίος Χώρος Ανώτατης Εκπαίδευσης. Η πολιτική της Ε.Ε εστιάζει στο να βαθύνουν οι αναδιαρθρώσεις που έχουν θεσμοθετηθεί, δίνοντας βάρος σε μια πιο πλήρη εφαρμογή του συστήματος των διδακτικών μονάδων και των Πλαισίων Προσόντων, της αναγνώρισης και κατάταξης των διαφόρων διαδικασιών εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Παράλληλα, δύο ζητήματα εμφανίζονται στο επίκεντρο της πολιτικής της Ε.Ε: Το πρώτο αφορά το ζήτημα της χρηματοδότησης. Στο όνομα και της κρίσης, των δημοσιονομικών περιορισμών και της συρρίκνωσης της δημόσιας χρηματοδότησης στην εκπαίδευση, τίθεται με μεγαλύτερη ένταση η κατεύθυνση για «εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης», δηλαδή για ιδιωτικά κεφάλαια. Και επειδή τα πανεπιστήμια πρέπει να προσελκύσουν την ιδιωτική χρηματοδότηση, τα «εργαλεία» που προτείνονται είναι η μεγαλύτερη αυτονομία των ιδρυμάτων για την εξασφάλιση της αποδοτικότητάς τους. Εν ολίγοις, πανεπιστήμια «ελεύθερα να καθορίζουν τις δομές και τις στρατηγικές τους και να διαφοροποιούνται από τους ανταγωνιστές τους (= τα άλλα πανεπιστήμια)» προκειμένου να κρίνονται αποδοτικά με όρους αγοράς, για να αυξάνουν τα ιδιωτικά τους έσοδα.

Το δεύτερο την αναβάθμιση της συμμετοχής των επιχειρήσεων στην εκπαίδευση. Για την Ε.Ε υπάρχει ένα τρίγωνο γνώσης αποτελούμενο από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, την έρευνα και τις επιχειρήσεις και το ζητούμενο είναι η ενεργοποίησή του, μέσω της σύμπραξης ιδρυμάτων και επιχειρήσεων. Μάλιστα όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται χρειάζεται «η ενθάρρυνση της σύμπραξης και συνεργασίας με τις επιχειρήσεις ως βασική δραστηριότητα των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης». Πλευρές αυτής της δραστηριότητας: ενθάρρυνση των επιχειρηματικών δεξιοτήτων στους κύκλους σπουδών, αξιοποίηση της έρευνας για εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες, πολύμορφες συμπράξεις/συνεργασίες ιδρυμάτων και επιχειρήσεων κλπ. Με άλλα λόγια ένταση της προσαρμογής των πανεπιστημίων στις ανάγκες της αγοράς.

4. Η πάλη για δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση αναγκαστικά αφορά και τη σύγκρουση με το πλαίσιο που θέτει η Ε.Ε. Είναι αναγκαία η αντίσταση απέναντι στα συγκεκριμένα μέτρα που υλοποιούν την πολιτική της Ε.Ε στην εκπαίδευση ( π.χ εισαγωγή κατευθύνσεων στα πτυχία, αξιολόγηση, δίδακτρα κλπ) και στην εφαρμογή τους. Κυρίως όμως είναι αναγκαία η αμφισβήτηση του ιδεολογικού πλαισίου της πολιτικής της. Της προσαρμογής της εκπαίδευσης στο πνεύμα και τις επιταγές της αγοράς, τη λειτουργία με όρους ανταγωνισμού και ανταποδοτικότητας, τη μετατροπή της σε υπηρεσία/εμπόρευμα που εξασφαλίζεται ατομικά και με βάση τη δυνατότητά του να πληρώνει, την «αποτίμησή» της σε προσόντα και το κυνήγι για την εξασφάλισή τους με πτυχία, μεταπτυχιακά, σεμινάρια, δια βίου μάθηση κλπ, την αντίληψη ότι η εργασία και η ανεργία συνδέονται με μια ατομική ευθύνη συλλογής/ανανέωσης προσόντων και όχι με τον καπιταλισμό σαν σύστημα και τις πολιτικές που ακολουθούνται.

– Επιστημονική μόρφωση και όχι «κατάρτιση και ευελιξία»

– Έξω από το σύστημα της Μπολόνια

 Αποχώρηση των ελληνικών ιδρυμάτων από τον Ενιαίο Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης

Β. Πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων για την εκπαίδευση

Το άρθρο 16

Το 2006-2007 επιχειρήθηκε να προχωρήσει η αναδιάρθρωση της ελληνικής εκπαίδευσης με μια ευθεία επίθεση στο δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα της, μέσα από την προσπάθεια για αναθεώρηση του άρθρου 16 που θα έδινε τη δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων ισότιμων με τα δημόσια.

Το μαζικό φοιτητικό κίνημα που ξέσπασε, μπλόκαρε το σχεδιασμό της αναθεώρησης, αποδεικνύοντας ταυτόχρονα την αποτελεσματικότητα του στο να δίνει και να κερδίζει μάχες απέναντι στην πολιτική Ε.Ε και κυβερνήσεων, αποτελεσματικότητα που από τότε βέβαια ψάχνει.

Η οικονομική κρίση και η ένταξη στα μνημόνια από το 2010, οδήγησαν και σε μια νέα φάση την κυβερνητική πολιτική στο χώρο της εκπαίδευσης. Ουσιαστικά μιλάμε για ένα συνδυασμό προώθησης των αναδιαρθρώσεων που ορίζουν οι κατευθύνσεις της Ε.Ε με την υποχρηματοδότηση στο πλαίσιο της «δημοσιονομικής προσαρμογής», δηλαδή των περικοπών σε καθετί δημόσιο και ιδιαίτερα σε υγεία και παιδεία.

Νόμος Διαμαντοπούλου- σταθμός στην υλοποίηση της Μπολόνια

  1. Βασικό σημείο η νέα διάρθρωση των σπουδών. Οι σπουδές στην ανώτατη εκπαίδευση «πέφτουν» στα 3 έτη και οργανώνονται στους τρεις κύκλους του ευρωπαϊκού χώρου ανώτατης εκπαίδευσης, ενώ εισάγεται και το σύστημα των πιστωτικών μονάδων. Ο πρώτος κύκλος συνίσταται στην παρακολούθηση ενός προγράμματος σπουδών και περιλαμβάνει μαθήματα που αντιστοιχούν κατ’ ελάχιστον σε 180 ακαδημαϊκές μονάδες (α.μ.). Ένα έτος αντιστοιχεί τουλάχιστον σε 60 α.μ. Ένα ίδρυμα μπορεί να οργανώνει και προγράμματα σύντομου κύκλου σπουδών, ως μέρος του πρώτου κύκλου σπουδών ή συνδεδεμένα με αυτόν, που αντιστοιχούν κατ’ ελάχιστο σε 60 και κατά ανώτατο όριο σε 120 α.μ. και οδηγούν στην απονομή διπλώματος σύντομου κύκλου. Ο δεύτερος κύκλος συνίσταται στην παρακολούθηση προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών και περιλαμβάνει μαθήματα που αντιστοιχούν κατ’ ελάχιστο σε 60 και κατά μέγιστο σε 120 α.μ. Ο τρίτος κύκλος είναι οι διδακτορικές σπουδές. Μπορεί να περιλαμβάνει μαθήματα που αντιστοιχούν κατ’ ελάχιστο σε 60 και κατά μέγιστο σε 120 α.μ. καθώς και την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής.
  2. Οι διαδικασίες αξιολόγησης της ποιότητας που είχαν εισαχθεί από το 2005 ενισχύονται. Από συμβουλευτικές για τα ιδρύματα και τις διοικήσεις τους, οι διαδικασίες αξιολόγησης μετατρέπονται σε διαδικασίες πιστοποίησης. Για το λόγο αυτό, διευρύνονται οι αρμοδιότητες της Μονάδας Διασφάλισης της Ποιότητας (ΜΟΔΙΠ) κάθε ιδρύματος ώστε να αποτελέσει το όργανο της διοίκησης κάθε ιδρύματος που σχεδιάζει, αναπτύσσει και συντονίζει τις εσωτερικές διαδικασίες διασφάλισης της ποιότητας του ιδρύματος και υποστηρίζει τις διαδικασίες εξωτερικής πιστοποίησης. Η ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας (ΑΔΙΠ) που θεσμοθετήθηκε το 2005 μετεξελίσσεται και αναλαμβάνει την αρμοδιότητα για την πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών και των εσωτερικών συστημάτων διασφάλισης της ποιότητας των ιδρυμάτων.
  3. Για τη βελτίωση της απόδοσης των ιδρυμάτων και την εισαγωγή κινήτρων στη λειτουργία τους, η δημόσια χρηματοδότηση κατανέμεται στα ιδρύματα με βάση αντικειμενικά κριτήρια και δείκτες και διακρίνεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος κατανέμεται στα ιδρύματα με βάση τον αριθμό των ενεργών φοιτητών που εγγράφονται σε αυτό και το κόστος σπουδών ανά φοιτητή. Το υπόλοιπο κατανέμεται στα ιδρύματα με βάση τους δείκτες ποιότητας και επιτευγμάτων και σύμφωνα με τον βαθμό επίτευξης των στόχων που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ της πολιτείας και των ιδρυμάτων. Κάθε ίδρυμα επιλέγει τους δείκτες ποιότητας και επιτευγμάτων με βάση τους οποίους επιθυμεί να αξιολογηθεί, ώστε, παράλληλα με τη βελτίωση της απόδοσης και της αποτελεσματικότητας διασφαλίζεται η δυνατότητα των ιδρυμάτων να διαφοροποιούν τη στρατηγική ανάπτυξής τους.
  4. Ένα Νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) σε κάθε ΑΕΙ. Για την ενίσχυση της διοικητικής ευελιξίας, σε κάθε ΑΕΙ ιδρύεται με ΠΔ ειδικό νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου υπό την εποπτεία του Συμβουλίου του ιδρύματος. Πρόεδρος του ΝΠΙΔ ορίζεται ένας εκ των Αναπληρωτών Πρυτάνεων/Προέδρων, επιλογής του Πρυτάνεως/Προέδρου. Το ΝΠΙΔ του ιδρύματος διαχειρίζεται και αξιοποιεί τους πόρους των ερευνητικών και αναπτυξιακών προγραμμάτων και της κινητής και ακίνητης περιουσίας τους και την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνάς τους. Για την καλύτερη αξιοποίηση, τη βελτίωση της απόδοσης και της ποιότητας των υπηρεσιών δύναται να ανατίθενται στο ΝΠΙΔ και υπηρεσίες προς φοιτητές (φοιτητικές εστίες, εστιατόρια, κυλικεία, κλπ.). Παραμένουν οι τετραετείς προγραμματισμοί των Ιδρυμάτων. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα είναι ο ΙΝΕΔΙΒΙΜ.
  5. Καθιέρωση του ν+2 ως ορίου φοίτησης και των διαγραφών των «αιώνιων» φοιτητών, μέτρα που αφενός αφορούσαν την πειθάρχηση του φοιτητικού σώματος μέσα από την εντατικοποίηση των σπουδών, αφετέρου την προσαρμογή στα όσα ορίζουν τα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα ανταγωνιστικότητας των ιδρυμάτων (αναλογία καθηγητών-φοιτητών, μέσος χρόνος αποφοίτησης).

Η κατάργηση του μέτρου της διαγραφής φοιτητών μαζί με την κατάργηση των Συμβουλίων Ιδρύματος, ήταν και το σημείο όπου η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εξάντλησε την όποια «αριστερή» πολιτική της για την εκπαίδευση με το ν/σ Μπαλτά.

Εξωτερική αξιολόγηση: Κριτήριο αξιολόγησης οι ανάγκες της αγοράς

Ο όρος αξιολόγηση δεν είναι εξ ορισμού κάτι αρνητικό. Καθορίζεται όμως από το ερώτημα «πώς, από ποιόν και για ποιόν». Η αξιολόγηση που προβλέπεται από τον νόμο Διαμαντοπούλου και τον ΟΟΣΑ δεν αφορά μία υγιή διαδικασία με συμμετοχή του δυναμικού της ακαδημαϊκής κοινότητας από τους φοιτητές μέχρι τους καθηγητές που αποσκοπεί στη βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Πρόκειται για την συγκρισιμότητα των εκπαιδευτικών συστημάτων και την αναγνώριση των αποδοτικών στην έρευνα προς όφελος των επιχειρήσεων. Διεξάγεται από εξωτερικούς «ειδικούς εμπειρογνώμονες που με μοναδικό κριτήριο το εάν ένας επιστημονικός κλάδος είναι χρήσιμος για την αγορά εργασίας και παράγει έρευνα για τις επιχειρήσεις θα καθορίζουν την χρηματοδότηση του πανεπιστημίου. Αυτό αναπόφευκτα θα δώσει την χαριστική βολή στις ανθρωπιστικές επιστήμες ως μη αποδοτικές αλλά και σε κλάδους θετικών επιστημών που δεν είναι πια χρήσιμοι για την αγορά εργασίας. Θα δούμε σχολές να κλείνουν/συγχωνεύονται λόγω της οικονομικής αφαίμαξης ή να αναζητούν πόρους από ιδιώτες, εργαστήρια να θεωρούνται άχρηστα και επομένως μαθήματα να καταργούνται κτλ.

Η έρευνα για τις ανάγκες των επιχειρήσεων και όχι της κοινωνίας και της νεολαίας (νόμος Αρβανιτόπουλου και Φίλη)

Η έρευνα είναι αναγκαία συνθήκη για την ανάπτυξη της επιστήμης, της οικονομίας και της κοινωνίας συνολικά. Ποια συμφέροντα όμως θα εξυπηρετεί η έρευνα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση; Ο νόμος Φίλη στο κομμάτι της έρευνας υιοθετούσε πλήρως τη γκάμα διατάξεων του ν. Αρβανιτόπουλου επί Κυβέρνησης Σαμαρά και τις επιταγές του ΟΟΣΑ. Βασικό στοιχείο της έρευνας είναι η ενίσχυση της εμπορευματοποίησης της και η λειτουργία της με όρους επιχειρηματικής μονάδας. Η παραγόμενη ακαδημαϊκή έρευνα όμως μπορεί να μεταφέρει πιο εύκολα τα αποτελέσματά της στην αγορά προκειμένου να την αξιοποιήσει για την κερδοφορία της, όταν γίνεται πεδίο επεξεργασίας της ίδιας της αγοράς. Επομένως ο δημόσιος χαρακτήρας αποσύρεται με γοργούς ρυθμούς και από την έρευνα, που περνά και αυτή στα χέρια ερευνητών με προσόντα στην προσέλκυση κεφαλαίου. Δίνεται ώθηση στην συνεργασία της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης με επιχειρηματικές και βιομηχανικές μονάδες, χτίζεται ένα δίκτυο διαμορφωμένων περιοχών, που δημιουργούνται με σκοπό: την ενίσχυση των δεσμών των ακαδημαϊκών, ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων με τις επιχειρήσεις και τους λοιπούς φορείς. Η αποδέσμευση ερευνητικών φορέων από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών τους οδηγεί αναπόφευκτα στην αναζήτηση πόρων, εξωθώντας τους έτσι στην ανάπτυξη συμπράξεων με επιχειρηματικούς φορείς. Είναι ξεκάθαρο ότι πρόκειται για την έρευνα εκείνη που θα γίνεται προς όφελος της άρχουσας τάξης και των αναγκών του κεφαλαίου. Όταν η γνώση και η πρόοδος της υποτάσσεται στο σύστημα του κέρδους και του ανταγωνισμού χάνει την αυτοτέλεια της, την υγιή εξέλιξη της, γίνεται αντικείμενο και αυτοσκοπός ελέγχου της οικονομίας, γεννά επιστήμονες μηχανές χρήσιμους για την κερδοσκοπία των λίγων, και όχι ανθρώπους που η επιστήμη τους θα εξυπηρετεί τον άνθρωπο.

Ένα συμπέρασμα, που μπορούμε ασφαλώς να εξάγουμε, είναι ότι oι κρίσεις του κεφαλαίου αντιμετωπίζονται ως μια «επενδυτική ευκαιρία» και για τον χώρο της εκπαίδευσης, καθώς το κράτος μειώνει τις δαπάνες και προχωράει σε εκτεταμένες αναδιαρθρώσεις με σκοπό την εμπορευματοποίηση. Από το 2009 έως και το 2013 η χρηματοδότηση στην ΕΕ των 28 κρατών-μελών μειώθηκε από 5,3% σε 5,05%. Η μείωση αυτή ήταν πιο μεγάλη στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας (ακόμα πιο μεγάλη αν συνυπολογίσουμε και τη μείωση του ΑΕΠ σε απόλυτους αριθμούς σε Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία, Κύπρο, Ιρλανδία), ενώ σε χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, το Βέλγιο ή στις Σκανδιναβικές χώρες παρατηρείται διατήρηση ή και αύξηση της χρηματοδότησης μαζί με τη διατήρηση ή και την ραγδαία αύξηση (πχ στη Γερμανία) του ΑΕΠ.

Προγράμματα σπουδών-διαβατήρια για την ανεργία, τη μετανάστευση και την επισφαλή εργασία (για τα ects)

Η ανταγωνιστική αγορά, με την ανεργία των νέων σε πρωτοφανή επίπεδα και την οικονομική κρίση να συνεχίζεται, έχει ανάγκη μία άλλη μορφή επιστημόνων και εργαζομένων. Άξονας των αλλαγών, όπως έχουν ήδη προωθηθεί σε πολλά τμήματα της χώρας είναι η δημιουργία προγραμμάτων σπουδών στηριγμένα στην υπερεξειδίκευση και την επανακατάρτιση εφ όρου ζωής, στη διάλυση και διάσπαση των πτυχίων, στην εντατικοποίηση των σπουδών, σε ατομικούς φακέλους προσόντων. Τα στοιχεία αυτά δεν έχουν καμία σχέση με ένα δυνατό πτυχίο που θα σου εξασφαλίσει δικαιώματα και μία θέση εργασίας. Στην πραγματικότητα η υπερεξειδίκευση μας εφοδιάζει με ένα πτυχίο μιας χρήσης μπροστά στην μεταβολή των αναγκών της αγοράς. Αναπόδραστα τα πανεπιστήμια θα βγάζουν στρατιές ανέργων ή ευέλικτων εργαζομένων που θα αναγκάζονται σε συνεχή επανακατάρτιση μέσα από κοστοβόρα μεταπτυχιακά και σεμινάρια προκειμένου να μπορέσουν να διατηρήσουν ή να εξασφαλίσουν μια θέση εργασίας. Σ’ αυτήν την λογική κινείται και η διάταξη του ν. Διαμαντοπούλου για την διάρθρωση των σπουδών σε κύκλους και το σύστημα των πιστωτικών μονάδων.

Ίδιο τροπάρι και από τον Γαβρόγλου (ν. Γαβρόγλου)

  • Διάσπαση πτυχίων: Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ο Υπουργός Γαβρόγλου προωθούν και αυτοί τις πάγιες πολιτικές της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ. Ο νέος ν. Γαβρόγλου αναγωρίζει τα 5 ετή προγράμματα σπουδών ως master. Κάτι τέτοιο μπορεί να φαντάζει θετικό πχ. για τους φοιτητές των Πολυτεχνείων, ωστόσο προωθεί δια της πλαγίου την διάσπαση των πτυχίων σε bachelor και master.
  • Προϊόντα και υπηρεσίες εκπαίδευσης: Σε άμεση συνάρτηση με την διάσπαση των πτυχίων βρίσκεται η θεσμοθέτηση προϊόντων και υπηρεσιών εκπαίδευσης που θα παρέχονται από τα πανεπιστήμια επί πληρωμή. Συγκεκριμένα προβλέπονται προγράμματα που θα παρέχουν πιστοποιητικά μη τυπικής εκπαίδευσης από Κέντρα Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης του κάθε πανεπιστημίου και διετή προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης για αποφοίτους ΕΠΑ.Λ. Ειδικά για τα πρώτα, ο νόμος είναι ξεκάθαρος για το πώς θα χρηματοδοτούνται: α) χρηματοδοτήσεις από επιχειρησιακά ή άλλα προγράμματα που συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, β) χρηματοδοτήσεις από φορείς του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους διεθνείς οργανισμούς, καθώς και δωρεές και χορηγίες προς το Κέντρο, γ) έσοδα από εκπαιδευόμενους, σε περίπτωση που το πρόγραμμα δεν χρηματοδοτείται σύμφωνα με τις περιπτώσεις α’ και β΄, δ) έσοδα από την ανάπτυξη, παραγωγή και αξιοποίηση εκπαιδευτικού και άλλου υλικού, από την εκπόνηση μελετών, από την παροχή υπηρεσιών και από την εκτέλεση επιμορφωτικών έργων που αφορούν στην δια βίου μάθηση […].
  • Σύνδεση πανεπιστημίου-αγοράς: Ο ν. Γαβρόγλου αυτό το επιτυγχάνει με την ίδρυση των Περιφερειακών Συμβουλιών Ανώτατης Εκπαίδευσης. Τα ΠΣΑΕ στην ουσία θα αντικαταστήσουν τα Συμβούλια Ιδρύματος (που προβλέφθηκαν πρώτη φορά με τον ν. Διαμαντοπούλου). Η εισαγωγή των ΠΣΑΕ που θα συμμετέχουν τοπικοί φορείς και επιχειρηματίες στόχο έχουν την σύνδεση ακόμα περισσότερο του πανεπιστημίου με την αγορά. Η κατεύθυνση είναι ένα πανεπιστήμιο της αγοράς που θα προσελκύει χρηματοδότηση, θα αξιολογείται, θα αναπτύσσεται ή θα συρρικνώνεται με κριτήριο την αγοραία αποδοτικότητα του. Συγκεκριμένα σύμφωνα με τον νόμο: Τα Περιφερειακά αυτά Συμβούλια με βάση συγκεκριμένες προτάσεις, και με σύμφωνη γνώμη των Ιδρυμάτων της κάθε περιφερείας, θα διεκδικούν χρηματοδοτήσεις και από πήγες διαφορετικές του κρατικού προϋπολογισμού (ΠΕΠ), αλλά και διεθνείς φορείς, όπως για παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Τα μέλη τους θα εκπροσωπούν τα Πανεπιστήμια, ΤΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα ανά Περιφέρεια και θα αναδεικνύονται με εκλογικές διαδικασίες των φορέων στις όποιες θα δύνανται να μετέχουν υποψήφιοι από την Ελλάδα και το εξωτερικό χωρίς ποσόστωση.

Γ. Για την υποχρηματοδότηση της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης

Τα τελευταία 7 χρόνια η επιβολή των μνημονίων από τις μνημονιακές κυβερνήσεις, την Ε.Ε. και το Δ.Ν.Τ. είχε ως συνέπεια να διαμορφωθεί μια νέα κατάσταση στην κοινωνία και την χώρα. Αύξηση της ανεργίας, κόψιμο κοινωνικών παροχών και γκρέμισμα δικαιωμάτων είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της περιόδου. Μεγάλο θύμα των μνημονιακών πολιτικών ήταν η Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Στον βωμό της αποπληρωμής του χρέους, η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης των Πανεπιστημίων έφτασε στο 80%. Η μείωση αυτή σε συνδυασμό με το κούρεμα των αποθεματικών των Ιδρυμάτων με το PSI που οδήγησε στην απώλεια 200 εκατομμυρίων ευρώ, ναρκοθέτησαν και υποβάθμισαν τον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης.

Χαρακτηριστικά με βάση τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους:

Την περίοδο 2005-2009 παρατηρείται αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης. Από τα 971,4 εκ. το 2005 σε 1.305,8 εκ. το 2009 (περίοδος προ των μνημονίων). Η εφαρμογή των μνημονίων αποτέλεσε τομή. Από τα 1.305,8 εκ. το 2009 έφτασε στα 969,9 εκ. το 2013.

Ερώτημα 1ο: Γιατί δεν πέφτουν λεφτά για την παιδεία; Που πηγαίνουν τα λεφτά των φορολογουμένων και των «πακέτων διάσωσης» της Ελλάδας; Όπως βλέπουμε και στο διπλανό γράφημα, το 81% των χρημάτων που πήρε η χώρα μας από το πρώτο «πακέτο διάσωσης» δαπανήθηκαν για την εξυπηρέτηση των δανειακών υποχρεώσεων και των τραπεζών. Εν ολίγοις: Λεφτά όχι για τις ανάγκες μας αλλά για τις ανάγκες των δανειστών!

Ερώτημα 2ο: Γιατί ενώ υπάρχει αύξηση της δημόσιας δαπάνης για την παιδεία την διετία 2016-2018 (2,8% του ΑΕΠ) βλέπουμε πως τα περισσότερα Ιδρύματα είναι υπό κατάρρευση με αποκορύφωμα τα έντονα προβλήματα που προέκυψαν πέρυσι με την αναστολή διανομής συγγραμμάτων, την σίτιση και την στέγαση των φοιτητών; Η απάντηση είναι διπλή. Από την μία, κατόπιν συνεχών μειώσεων την 6ετία 2009-2015 φαίνονται πλέον ξεκάθαρα οι συνέπειες της υποχρηματοδότησης και από την άλλη, η συμφωνία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και των δανειστών για πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,5% σημαίνει περαιτέρω κόψιμο των κοινωνικών παροχών και, συνεπώς, και των φοιτητικών παροχών όπως τα συγγράμματα, οι λέσχες και οι εστίες.

Ποιες οι συνέπειες της υποχρηματοδότησης στο Πανεπιστήμιο και τους φοιτητές;

  • Τα αμφιθέατρα γεμάτα…τα πανεπιστήμια χωρίς καθηγητές: Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Παιδείας κατά την πενταετία του 2010-2015 το διδακτικό προσωπικό των πανεπιστημίων μειώθηκε κατά 40,3%, από 24.636 το 2010 σε 14.686 το 2015, την ίδια ώρα που οι φοιτητές αυξήθηκαν σημαντικά: οι προπτυχιακοί φοιτητές από 262.753 το 2009-2010 σε 279.871 το 2014-2015. Αποτέλεσμα είναι η αναλογία φοιτητών προς καθηγητές στα πανεπιστήμια από 8,58% που ήταν το 2010 να τριπλασιαστεί στο 24,01% το 2015. Με βάση τον γενικό κανόνα στα χρόνια των μνημονίων ότι για κάθε 5 αποχωρήσεις καθηγητών (πχ λόγω συνταξιοδότησης) θα γίνεται μια πρόσληψη γίνεται αντιληπτό ότι οι μειώσεις προσωπικού συνεχίζονται με μαθηματική ακρίβεια. Άμεση συνέπεια για τους καθηγητές, ο αυξημένος φόρτος εργασίας. Άμεση συνέπεια για τους φοιτητές το στοίβαγμα τους στις αίθουσες (που συνεπάγεται κακή ποιότητα διδασκαλίας) και η κατάργηση επαναληπτικών μαθημάτων και εξεταστικών (καθώς δεν υπάρχουν καθηγητές για να διδάξουν και να εξετάσουν) με αποτέλεσμα οι σπουδές να γίνονται πιο εντατικές.
  • Μείωση εισακτέων: Πριν 1 χρόνο οι διοικήσεις των Ιδρυμάτων απέστειλαν προτάσεις στο Υπουργείο Παιδείας για δραστικές περικοπές στον αριθμό των εισακτέων λόγω της υποχρηματοδότησης, του μεγάλου αριθμού συνταξιοδοτήσεων διδακτικού προσωπικού που δεν αναπληρώθηκαν πάλι λόγω υποχρηματοδότησης και της έλλειψης υποδομών.
  • Δίδακτρα στα μεταπτυχιακά: Ο νέος ν. Γαβρόγλου για την παιδεία θεσμοθετεί δίδακτρα για όλα τα μεταπτυχιακά προγράμματα. Συγκεκριμένα αναφέρει «Με την απόφαση ίδρυσης καθορίζονται…τα τυχόν τέλη φοίτησης», ενώ παρακάτω ότι «Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, κατά τις οποίες τα λειτουργικά έξοδα ενός Π.Μ.Σ. δεν καλύπτονται…μέρος των λειτουργικών του εξόδων μπορεί να καλύπτεται από τέλη φοίτησης». Όσο και αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να παίξει με τις λέξεις, αντικαθιστώντας την λέξη «δίδακτρα» με τα «τέλη φοίτησης» η ουσία παραμένει η ίδια. Η συνεχής μείωση της κρατικής χρηματοδότησης θα σημαίνει δίδακτρα για τους φοιτητές και υποβάθμιση των σπουδών μας. Είναι κοροϊδία ότι τέλη φοίτησης θα υπάρχουν μόνο αν τα λειτουργικά έξοδα δεν βγαίνουν την στιγμή που τα περισσότερα τμήματα δηλώνουν αδυναμία κάλυψης των λειτουργικών τους εξόδων και κλείνουν λόγω της αδυναμίας τους να πληρώσουν. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο νέος νόμος απαλλάσσει μόνο το 30% των φοιτητών από τα «τέλη εγγραφής». Με το μέτρο αυτό αποκλείονται φοιτητές από τις μεταπτυχιακές σπουδές. Η κυβέρνηση μας λέει πως αν θέλουμε να κάνουμε μεταπτυχιακό θα πρέπει να χώσουμε το χέρι μας βαθιά στην τσέπη (βλ. μεταπτυχιακό στη Νομική Αθήνας με κόστος 1200€). Ακόμα, η θεσμοθέτηση διδάκτρων στα μεταπτυχιακά ανοίγει τον ασκό του Αιώλου για την επιβολή διδάκτρων και στα προπτυχιακά. Οι δηλώσεις Μπουτάρη και του αν. Πρύτανη του ΑΠΘ Λαόπουλου για δίδακτρα στο προπτυχιακό είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα.
  • Καταργήσεις τμημάτων και συγχωνεύσεις σχολών: Με μειωμένη την κρατική χρηματοδότηση πολλά τμήματα δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Μετά το περιβόητο «Σχέδιο Αθηνά» με το οποίο συγχωνεύτηκε το 30% των τμημάτων ο νέος νόμος Γαβρόγλου προβλέπει περαιτέρω συγχωνεύσεις και καταργήσεις τμημάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα φέτος το σχέδιο του Υπουργείου Παιδείας για το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής όπου συγχωνεύονται το ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά. Ουσιαστικά συγχωνεύονται δύο ΤΕΙ με τεράστια προβλήματα χρηματοδότησης χωρίς να προβλέπεται αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης γι’αυτά, μόνο και μόνο για να μειωθεί ο αριθμός τους. Η μεταφορά έδρας (με τις συγχωνεύσεις) ή οι καταργήσεις τμημάτων, σε μια περίοδο όπου κυρίαρχο κριτήριο επιλογής σχολής για έναν φοιτητή είναι η πόλη που βρίσκεται το πανεπιστήμιο, αποκλείει πολλούς φοιτητές από την Τριτοβάθμια εκπαίδευση ή τους αναγκάζει να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους.
  • Φοιτητική «μέριμνα»: Το μεγαλύτερο θύμα της υποχρηματοδότησης είναι η φοιτητική μέριμνα. Μια ματιά να ρίξει κανείς στο τελευταίο τρίμηνο του 2017 καταλαβαίνει το μέγεθος της διάλυσης. Η κατάσταση στις Φοιτητικές Εστίες πανελλαδικά είναι αποκαρδιωτική. Κτίρια που δεν συντηρούνται και είναι υπό κατάρρευση, εκβιαστική είσπραξη παράνομων ενοικίων από τους οικοτρόφους και το κερασάκι στην τούρτα…ο φετινός αποκλεισμός 200 φοιτητών από τις Φοιτητικές Εστίες του ΑΠΘ λόγω έλλειψης υποδομών. Αναρωτιόμαστε αν αυτοί οι 200 φοιτητές μπορούν να σπουδάσουν; Σαν να μην έφταναν όλα αυτά οι οικότροφοι των εστιών τον Νοέμβρη βρέθηκαν αντιμέτωποι με την διακοπή της σίτισης σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Ξάνθη. Οι υπεύθυνοι για την κατάσταση αυτή έχουν ονοματεπώνυμο: Είναι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και το ΙΝΕΔΙΒΙΜ (αρμόδιος φορές για τις Φοιτητικές Εστίες). Από την μία, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ λόγω του ασφυκτικού μνημονιακού πλαισίου δεν χρηματοδοτεί πλέον την φοιτητική μέριμνα και από την άλλη ο ΙΝΕΔΙΒΙΜ που παίζει κρυφτούλι όσον αφορά τις οικονομικές του δραστηριότητες. Προκαλεί οργή το πόρισμα του Σώματος Επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης για τα φαινόμενα διαφθοράς και κακοδιαχείρισης του ΙΝΕΔΙΒΙΜ κατά την περίοδο 2011-2017 με τις ευθύνες να βαραίνουν τις μνημονιακές κυβερνήσεις ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ, καθώς τα μέλη του ΔΣ του ΙΝΕΔΙΒΙΜ διορίζονται από τον εκάστοτε αρμόδιο υπουργό. Μνημονιακές κυβερνήσεις και ΙΝΕΔΙΒΙΜ παίζουν με αυτονόητα δικαιώματα των φοιτητών και στήνουν «γλέντια διαφθοράς» πάνω στις πλάτες μας.

Η υποχρηματοδότηση δεν αγγίζει μόνο τις λέσχες και τις εστίες αλλά εξαπλώθηκε σαν γάγγραινα φέτος και στα πανεπιστημιακά μας συγγράμματα. Κινδυνεύσαμε αυτή την ακαδημαϊκή χρονιά να μην πάρουμε συγγράμματα καθώς η κυβέρνηση χρωστούσε 50 εκ. στον Σύλλογο Εκδοτών. Το πρόβλημα αυτό ενδέχεται να ξαναυπάρξει δεδομένου ότι η κυβέρνηση Τσίπρα έχει συμφωνήσει πλεονάσματα ύψους 3,5% που σημαίνει περαιτέρω κόψιμο των δωρεάν παροχών προς τους φοιτητές.

Η κυβέρνηση κοροϊδεύει τους φοιτητές και στο θέμα του στεγαστικού επιδόματος που ανέρχεται στα 1000 €. Η αλήθεια είναι ότι με 1000€ δεν καλύπτονται οι στοιχειώδεις ανάγκες στέγασης ενός φοιτητή και μάλιστα τίθενται και πολύ αυστηρές προϋποθέσεις. Τέτοια προϋπόθεση είναι ότι οι γονείς των φοιτητών ή οι ίδιοι δεν θα πρέπει να είναι κύριοι κατοικιών που ξεπερνούν τα 200 τμ αθροιστικά. Η πραγματικότητα είναι ότι πολλές φορές οικογένειες έχουν παραπάνω του ενός σπίτια χωρίς αυτό να σημαίνει κάτι για την οικονομική τους κατάσταση. Άλλη προϋπόθεση είναι ότι ο φοιτητής θα πρέπει να έχει περάσει τουλάχιστον τα μισά μαθήματα του προηγούμενου έτους με ότι αυτό συνεπάγεται για τους φοιτητές που εργάζονται ή σπουδάζουν εξ αποστάσεως (ακριβώς γιατί δεν έχουν χρήματα για στέγαση!). Επίσης, το επίδομα στέγασης χορηγείται για τόσα έτη όσα είναι και τα έτη σπουδών της Σχολής. Δηλαδή πχ για ένα φοιτητή Νομικής ή Οικονομικού μετά τα 4 χρόνια τα έξοδα στέγασης είναι δικό του πρόβλημα.

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης για την παιδεία μεταφέρει το κόστος σπουδών στις πλάτες των φοιτητών. Διαμορφώνεται ένα μοντέλο του «ό, τι πληρώνεις παίρνεις». Με δεδομένη την μνημονιακή πραγματικότητα, την συνεχή μείωση μισθών και συντάξεων που στηρίζουν την ελληνική οικογένεια καταλαβαίνει κανείς ότι όλο και περισσότεροι φοιτητές αποκλείονται από την εκπαίδευση γιατί δεν αντέχει η τσέπη των γονιών τους. Αν μάλιστα σκεφτούμε πως βασική πηγή εσόδων του κράτους για την κάλυψη των αναγκών μας είναι η φορολογία που πληρώνουμε, αντιλαμβανόμαστε την τραγική ειρωνεία της υπόθεσης. Εδώ και 8 χρόνια υπερφορολογούμαστε και παρόλαυτα οι ανάγκες μας μένουν ακάλυπτες!

Απέναντι στην υποβάθμιση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας, στην λογική του «θα σπουδάζει όποιος έχει λεφτά» ή θα μείνουμε με σταυρωμένα τα χέρια μας ή τουλάχιστον θα αμφισβητήσουμε την υπάρχουσα πραγματικότητα. Σήμερα το φάντασμα της δυστυχισμένης συνείδησης, του «δεν αλλάζει τίποτα», του «όλοι το ίδιο είναι» και του «μπας και γλιτώσω εγώ» πλανάται πάνω από την γενιά μας. Η νέα γενιά έχει χιλιάδες λόγους για να εξεγείρεται αλλά μένει απαθής. Δεν αρνείται αλλά δέχεται με σκυμμένο το κεφάλι την απόρριψη από τις σπουδές και αύριο μεθαύριο από την δουλειά. Άρνηση σημαίνει αμφισβήτηση ότι δεν θα πληρώνουμε για να σπουδάσουμε, δεν θα ζήσουμε άνεργοι ή με 400 €. Χρειάζεται οι φοιτητές να βάλουν επιτέλους ένα stop, να οργανωθούν και να οργανώσουν την αντίσταση όλης της γενιάς μας ενάντια στις μνημονιακές κυβερνήσεις και τους δανειστές που μας διαλύουν την ζωή. Για σπουδές, δουλειά και ζωή με αξιοπρέπεια στον τόπο μας. Γιατί κανείς δεν μπορεί μόνος του. Γιατί όσα περισσότερα μας ζητάνε τόσα λιγότερα μας δίνουν!

  • Αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης
  • Δημόσια και δωρεάν παιδεία για όλους
  • Λεφτά για τις ανάγκες μας και όχι για τις ανάγκες των δανειστών
  • Ούτε 1 € από την τσέπη μας για τις σπουδές μας

Ενάντια στη διάσπαση και την παραταξιοποίηση. Για τα ΕΑΑΚ – τα ανεξάρτητα αριστερά σχήματα των νικηφόρων αγώνων

Τα τελευταία χρόνια βρισκόμαστε μπροστά σε μία φάση υποχώρησης του φοιτητικού κινήματος και αποδυνάμωσης των συλλογικών διαδικασιών εντός των σχολών. Η ηττοπάθεια, η απογοήτευση, η εμπέδωση ότι δεν υπάρχει εναλλακτική απέναντι στα μνημόνια, που ενισχύθηκε μετά τη νεοφιλελεύθερη προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η εμπέδωση πτυχών της αναδιάρθρωσης, αλλάζουν τον συσχετισμό της δύναμης στα πανεπιστήμια. Παρά τους δυσμενείς όρους, τη φετινή χρονιά διαμορφώθηκαν δυνατότητες κινητοποιήσεων. Οι πρώτοι γύροι συνελεύσεων και οι κινητοποιήσεις γύρω από το ζήτημα της αναστολής διανομής των συγγραμμάτων είχαν θετικά αποτελέσματα, ενώ φάνηκε ότι ο κόσμος των σχολών ανέπτυξε προβληματισμούς και μία πρωτόλεια διάθεση εμπλοκής σε συλλογικές πρακτικές. Τα ΕΑΑΚ θα έπρεπε να αξιοποιήσουν αυτές τις δυνατότητες, ωστόσο αυτό δεν συνέβη.

Μέσα στην ευρύτερη συνθήκη της υποχώρησης του κινήματος και της αριστεράς, τα ΕΑΑΚ βρίσκονται σε βαθιά κρίση πολιτικής στρατηγικής, γραμμής και φυσιογνωμίας, η οποία διαρκώς οξύνεται από το 2015 και μετά. Τα σχήματα έχουν απομακρυνθεί από μία πολιτική γραμμή που θα μπορεί να οικοδομεί μαζικά μπλοκ στους συλλόγους, να διεμβολίζει και να κινητοποιεί ευρύτερα ακροατήρια, να καθιστά τα ΕΑΑΚ πολιτικό νεύρο για τους συλλόγους, αλλά και κεντρικό πόλο για μία μετωπική κατεύθυνση συσπείρωσης δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς στις σχολές.

Το φοιτητικό κίνημα και τα σχήματα έχουν ανάγκη από μία μεθοδολογία παρέμβασης που θα ιεραρχεί την υπεράσπιση των υλικών συμφερόντων των φοιτητών, θα επανεισάγει στην καθημερινότητα των συλλόγων τις ριζοσπαστικές πρακτικές και τη σύγκρουση με τους φορείς της κοινωνικής εξουσίας εντός των σχολών, αλλά και με τις καθεστωτικές παρατάξεις. Που θα αφήνει πίσω την απόσυρση σε αποκλειστικά δευτερεύοντα ζητήματα και θα επιχειρεί να αποσπάσει νίκες μέσα στις σχολές.

Ταυτόχρονα, τα ΕΑΑΚ έχουν ανάγκη να επανακτήσουν τη φυσιογνωμία που τους επέτρεπε να αποτελούν εκείνο το χώρο όπου ενοποιούνταν διαφορετικά και αντιφατικά ρεύματα αριστερής, ριζοσπαστικής αμφισβήτησης που αναπτύσσονται στους συλλόγους. Ήδη, εδώ και δύο χρόνια, τα ΕΑΑΚ όφειλαν να αποτελέσουν τον καταλύτη μίας μετωπικής συσπείρωσης ΕΑΑΚ – ΑΡΕΝ –ΑΡΔΙΝ, μέσα από κοινές πολιτικές διαδικασίες και πρακτικές, ανοιχτή φυσιογνωμία, ισοτιμία στην έκφραση των σύμμαχων δυνάμεων. Με γνώμονα τη διατήρηση του κοινωνικοπολιτικού μπλοκ που εκφραζόταν από την ευρύτερη ριζοσπαστική αριστερά στις σχολές και στόχο την ενοποίηση σε ένα αριστερό, ριζοσπαστικό σχήμα ανά φοιτητικό σύλλογο. Αντ’ αυτού, εμφανίστηκαν αντιλήψεις ηγεμονισμού, σεκταρισμού, αυτοσυγκρότησης, διάλυσης των συμμάχων.

Οι κατευθύνσεις αυτές, τόσο σε επίπεδο γραμμής, όσο και σε επίπεδο φυσιογνωμίας, έχουν παραλύσει τα ΕΑΑΚ τα τελευταία δύο χρόνια, ενώ τα σχήματα έχουν μπει σε μία κατεύθυνση διαρκούς εσωστρέφειας, δεν εμπλέκονται σε κινηματικές πρακτικές και δεν εμπνέουν το δυναμικό των συλλόγων.

Δύο χρόνια μετά, επιδιώκεται μία συνολική μεταστροφή της φυσιογνωμίας των ΕΑΑΚ που θα τα μετατρέψει σε παράταξη συγκεκριμένων αντιλήψεων στο εσωτερικό τους. Με κλειστές και γραφειοκρατικές διαδικασίες που δεν θα μπορούν να συσπειρώσουν τον κόσμο των σχολών. Αυτή η διαδικασία επιχειρείται να επιβληθεί με την εξώθηση των διαφωνούντων, και μάλιστα με μορφές ρητών διαγραφών και οργανωτικών μέτρων που οδηγούν στη διάσπαση του δικτύου. Είναι πρωτοφανές για την ιστορία των σχημάτων των ΕΑΑΚ να υιοθετούνται πρακτικές ψηφοφοριών με αντικείμενο τη διαγραφή συντρόφων από σχήματα, να οργανώνονται διασπάσεις σχημάτων χωρίς καμία πολιτική διαδικασία, να ανακοινώνονται προθέσεις διαγραφών εκατοντάδων σχηματιών και να προαναγγέλλεται η διάσπαση του δικτύου με ανακοινώσεις οργανώσεων, με ιδιοκτησιακές λογικές που δεν αντιστοιχούν στα ΕΑΑΚ. Όπως είναι επίσης πρωτοφανές να βγαίνουν κείμενα σχημάτων που δηλώνουν ρητά ότι τα συντονιστικά πόλης «θα γίνουν με σφραγισμένες πόρτες» απέναντι σε όσους διαφωνούν, εισάγοντας επί της ουσίας μία κατεύθυνση αποκλεισμών και νομιμοποιώντας τις οργανωτικές συγκρούσεις.

Αυτές οι πρακτικές και αντιλήψεις, εφόσον κυριαρχήσουν, θα οδηγήσουν στο τέλος του δικτύου των ΕΑΑΚ ως μορφώματος το οποίο, μέσα από την γραμμή και τη φυσιογνωμία του, έπαιζε καθοριστικό ρόλο στη συγκρότηση μαζικών κινημάτων και στη διαμόρφωση αγωνιστικών μπλοκ στους συλλόγους, αλλά και κατόρθωνε να διατηρεί ζωντανή την παρουσία της ριζοσπαστικής αριστεράς σε πολύ δύσκολες εποχές. Στην ουσία, θα αναιρέσουν την ίδια τη συγκρότηση των ΕΑΑΚ ως ένα εγχείρημα συνεύρεσης και κοινής παρέμβασης πολύ διαφορετικών ρευμάτων και αντιλήψεων, άρσης του πολιτικού κατακερματισμού της ριζοσπαστικής αριστεράς στους κοινωνικούς χώρους και θα τα μετατρέψουν σε άλλη μία κομματική παράταξη που λίγα θα έχει να συνεισφέρει στην υπόθεση του κινήματος.

Δηλώνουμε ξεκάθαρα ότι θα μας βρουν απέναντι όλες οι προσπάθειες παραταξιοποίησης των ΕΑΑΚ, αλλά και των οργανωτικών εξωθήσεων και των διαγραφών. Θα συνεχίσουμε να παλεύουμε, με γνώμονα την ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος, για σχήματα μαζικά, ανοιχτά, δημοκρατικά, πλουραλιστικά, με υγιή πολιτική λειτουργία, τα οποία, πέρα και έξω από κάθε λογική οργανωτικής, γραφειοκρατικής επιβολής, θα συνθέτουν τις διαφορετικές γραμμές και αντιλήψεις και θα επιλύουν τις αντιθέσεις στο πεδίο των μαζών, θα δίνουν δυνατότητα έκφρασης των διαφορετικών αντιλήψεων και θα τους επιτρέπουν να δοκιμάζονται μέσα στους συλλόγους. Για σχήματα που θα παλεύουν ενάντια στην επιβολή της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης όπως σήμερα εξειδικεύεται με τις διασπάσεις των πτυχίων και την αποστοίχιση των επαγγελματικών δικαιωμάτων από αυτά, με την εντατικοποίηση και την όξυνση του αυταρχισμού στις σχολές, με τις προσπάθειες αποδιάρθρωσης του φοιτητικού συνδικαλισμού μέσα από τον νόμο Γαβρόγλου. Για σχήματα που θα προωθούν την άρση του κατακερματισμού και θα μπορούν να γίνουν πεδία συνεύρεσης όλων των αντιλήψεων της ριζοσπαστικής αριστεράς και του ανένταχτου, αριστερού δυναμικού των συλλόγων.

Για εκείνα τα ΕΑΑΚ, εκείνα τα ανεξάρτητα αριστερά σχήματα, που εδώ και 26 και πλέον χρόνια, κόντρα στους δυσμενείς συσχετισμούς, στην ηττοπάθεια και στις επιθέσεις διαφόρων μηχανισμών, αποτελούσαν φάρο συσπείρωσης και ελπίδας για την ανατροπή της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης μέσα και έξω από τις σχολές, που στράτευσαν και γέννησαν γενιές αγωνιστών οι οποίοι, σε πείσμα των καιρών, παραμένουν ενεργοί στην υπόθεση της αριστεράς και του κινήματος.

Το κείμενο υπογράφεται από εκατοντάδες αγωνιστές / αγωνίστριες του φοιτητικού κινήματος και μέλη των ΕΑΑΚ, από 88 φοιτητικούς συλλόγους ΑΕΙ και 19 φοιτητικούς συλλόγους ΤΕΙ.

ΑΕΙ

ΕΜΠ: Αρχιτεκτονική, Ηλεκτρολόγοι, Μεταλλειολόγοι, Μηχανολόγοι, Πολιτικοί Μηχανικοί, ΣΕΜΦΕ, Τοπογράφοι, Χημικοί Μηχανικοί

ΕΚΠΑ: Γεωλογικό, Θεολογική, Ιατρική, Μαθηματικό, Νηπιαγωγών, Νομική, Νοσηλευτική, Οδοντιατρική, Οικονομικό, Παιδαγωγικό, Πληροφορική, Πολιτικό, Φαρμακευτική, Φιλοσοφική, Φυσικό, Χημικό

Πάντειο

ΠΑ.ΠΕΙ.

ΑΣΟΕΕ

Γεωπονική

ΤΕΦΑΑ

ΑΣΚΤ

ΑΠΘ: Αγγλικό, Αρχιτεκτονική, Βιολογικό, Γαλλικό, Γεωλογικό, Γεωπονία, Ηλεκτρολόγοι – Μηχανολόγοι, Ιατρική, Ιστορικό – Αρχαιολογικό, Μαθηματικό, Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης, Νομική, Οδοντιατρική, Οικονομικό, Παιδαγωγικό, Πολιτικοί Μηχανικοί, Πολιτικό, Τοπογράφοι, Φιλολογικό, Φυσικό, Χημικοί Μηχανικοί, Χημικό, Ψυχολογία

ΠΑ.ΜΑΚ.

Πανεπιστήμιο Πατρών: Γεωλογικό, Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων, Διοίκηση Επιχειρήσεων, Μηχανικοί Επιστήμης Υλικών, Μηχανικοί Η/Υ, Ιατρική, Μαθηματικό, Μηχανολόγοι, Νηπιαγωγών, Παιδαγωγικό, Φαρμακευτική, Φιλοσοφία, Φυσικό, Χημικοί Μηχανικοί

Πανεπιστήμιο Κρήτης: Ιατρική, Παιδαγωγικό, Φιλοσοφική, Χημικό

Πολυτεχνείο Κρήτης

ΔΠΘ: Νομική, Οικονομικό, Φιλολογία, Πολυτεχνική Ξάνθης

Ιωαννίνων: Νηπιαγωγοί, Χημικό, ΦΠΨ

Θεσσαλίας: Αρχιτεκτονική, Παιδαγωγικό Ειδικής Αγωγής

Αιγαίου: Μηχανικών Οικονομίας και Διοίκησης, ΤΕΠΑΕΣ, Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής

Ιόνιο: Τεχνών Ήχου και Εικόνας

Πελοποννήσου: Μηχανικών Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών, Νοσηλευτική

Δυτικής Μακεδονίας: Καλών Τεχνών

ΤΕΙ

ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ: ΣΔΟ, ΣΤΕΦ, ΣΕΥΠ, ΣΓΤΚΣ

ΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΕΙ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ: ΣΔΟ, ΣΤΕΦ

ΤΕΙ ΠΑΤΡΑΣ: ΣΔΟ, ΣΤΕΦ, ΣΕΥΠ

ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ: ΣΔΟ, ΣΤΕΦ, ΣΕΥΠ

ΤΕΙ ΧΑΛΚΙΔΑΣ: ΣΔΟ, ΣΤΕΦ

ΤΕΙ ΛΑΜΙΑΣ: ΣΤΕΦ

ΤΕΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ: ΣΔΟ

ΤΕΙ ΔΥΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ: ΣΔΟ

ΤΕΙ ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ: ΣΔΟ

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ: ΣΕΥΠ