Ελεύθερη επιλογή σχολείου ή ξεδιάλεγμα μαθητών από τα σχολεία;

Ευφημισμός, ο: ένα σχήμα λόγου που χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι αρνητικό με μια θετική λέξη που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Πχ. ιλαρά (από το ιλαρός, γεμάτος χαρά) για να περιγράψει την παιδική ασθένεια.

Άλλο παράδειγμα: “ελεύθερη επιλογή σχολείου από τον γονέα” -που προτίθεται να εφαρμόσει η κυβέρνηση της ΝΔ- για να περιγράψει ένα ακραία ταξικό μέτρο που, στην πραγματικότητα, σημαίνει επιλογή, ξεδιάλεγμα, των μαθητών από τα ίδια τα σχολεία.

Ας υποθέσουμε ότι έχουμε ένα σχολείο με πολύ καλή φήμη, που, όπως όλα τα σχολεία, έχει συγκεκριμένο αριθμό τάξεων που χωράνε συγκεκριμένο αριθμό μαθητών, ας πούμε 100. Αν το σχολείο αυτό δεχτεί 500 αιτήσεις, θα πρέπει να διαλέξει τους 100 μαθητές του. Και είναι εύκολο να φανταστούμε τα κριτήρια: μαθητές με υψηλές επιδόσεις, χωρίς διαγνωσμένες μαθησιακές ή συμπεριφορικές δυσκολίες, με γονείς που, φυσικά, δεν είναι χωρισμένοι και καλύτερα να είναι και οι ίδιοι μορφωμένοι ή/ και ευκατάστατοι. Δε συζητάμε καν για τα παιδιά μεταναστών, εξάλλου για σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, όπως φάνηκε, αυτοί είναι καλό να πνίγονται στα ανοιχτά της Πύλου, πόσο μάλλον να διεκδικήσουν θέση σε ένα καλό σχολείο.

Το μέτρο αυτό το πιθανότερο είναι να γίνει δεκτό με ενθουσιασμό από μεγάλο κομμάτι γονέων, γιατί η ψευδαίσθηση επιλογής ενίοτε βαραίνει περισσότερο -“ο λόγος σου με χορτασε και το ψωμί σου φάτο”, όλοι με μια ελπίδα ζούμε.

Η δημόσια εκπαίδευση, παρά τα μύρια προβληματά της, παραμένει η σημαντικότερη οδός ταξικής κινητικότητας, παρά τους φραγμούς που ήδη υπάρχουν. Η αμέσως προηγούμενη τετραετία της ΝΔ συστηματικά υψωσε και άλλους φραγμους-ΕΒΕ, τράπεζα θεμάτων.

Το συγκεκριμένο μέτρο, θα δυσχεράνει περαιτέρω παιδιά από ήδη όχι τόσο προνομιούχα περιβάλλοντα, μαθαίνοντας τα από την α’ δημοτικού ποια είναι η θέση τους – στο σχολείο με τους άριστους ή στο σχολείο με τους προβληματικούς;- .

Θα εκτοξεύσει την παραπαιδεία με φροντιστήρια από το νηπιαγωγείο μπας και καταφέρει και πάει το παιδί σου στο σχολείο το καλό, θα δημιουργήσει γκέτο και “κολέγια” και, φυσικά, θα πάει σε άλλα επίπεδα τη ρουσφετολογία, αφού, για το καλό του παιδιού σου, ναι, θα ρίξεις τα μούτρα σου και θα γλείψεις τον κάθε τελευταίο πρόεδρο τοπικής οργάνωσης της ΝΔ.

Και το χειρότερο, μετά από μερικά χρόνια εφαρμογής του μέτρου, η νέα πραγματικότητα θα φαντάζει ως η μόνη δυνατή να υπάρξει.

Πρότυπα σχολεία. Αξίζουν;

Κάνουν τη διαφορά; Πιθανότατα αυτό είναι πιο σημαντικό ερώτημα για τα πρότυπα σχολεία. Είναι δεδομένο ότι οι επιδόσεις των μαθητών τους θα είναι υψηλότερες από τις επιδόσεις των μαθητών των υπόλοιπων δημόσιων σχολείων. Αυτό όμως από μόνο του δεν αρκεί για να χαρακτηρίσεις πετυχημένο τον θεσμό. Θα τον χαρακτηρίσεις πετυχημένο μόνο αν τα συγκεκριμένα σχολεία επηρεάζουν την επίδοση των μαθητών. Τι σημαίνει όμως αυτό;

 

Σκεφτείτε το εξής: αξιολογούμε όλους τους μαθητές στην ΣΤ’ Δημοτικού. Κάποιοι με υψηλές επιδόσεις πηγαίνουν σε πρότυπα σχολεία, αλλά κάποιοι άλλοι, που έχουν εξίσου υψηλές επιδόσεις, επιλέγουν να πάνε στα δημόσια. Αξιολογούμε πάλι τους μαθητές μερικά χρόνια μετά. Αν στα πρότυπα σχολεία γίνεται καλή δουλειά, τότε περιμένεις ότι οι μαθητές τους θα έχουν πλέον υψηλότερη επίδοση από τους μαθητές που παρέμειναν στα δημόσια, αλλά ήταν το ίδιο καλοί με αυτούς στην ΣΤ΄. Αν είναι αποτυχημένος τότε δε θα υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες μαθητών. Οι άριστοι μαθητές της ΣΤ΄ θα έχουν μερικά χρόνια αργότερα τις ίδιες επιδόσεις είτε φοιτούν σε πρότυπα σχολεία είτε όχι.

Δε γνωρίζω να υπάρχει παρόμοια έρευνα στην Ελλάδα. Υπάρχει όμως για το εκπαιδευτικό σύστημα της Αγγλίας. Στην Αγγλία έχουν ένα αντίστοιχο σχολείο με το πρότυπο, το grammar school. Και εκεί, όπως κι εδώ, η επιλογή των μαθητών γίνεται στο τέλος του Δημοτικού μέσω εξετάσεων.

Οι ερευνητές, λοιπόν, εξέτασαν τις επιδόσεις μαθητών που πάνε στα δημόσια σχολεία, στα grammar schools και στα ιδιωτικά. Αναφέρουν ότι δε γνωρίζουν να έχει γίνει αντίστοιχη έρευνα στο πρόσφατο παρελθόν που να δημοσιεύτηκε σε περιοδικό με κριτές. Γνώριζαν ήδη ότι ο μέσος όρος των επιδόσεων στα ιδιωτικά και στα grammar schools είναι υψηλότερος από τον μέσο όρο των δημόσιων. Έψαξαν να δουν αν αυτή η διαφορά στην επίδοση οφείλεται αποκλειστικά στο ότι τα ιδιωτικά και τα grammar schools επιλέγουν τους καλύτερους μαθητές ή επειδή αυτοί οι δύο τύποι σχολείων τελικά διδάσκουν καλύτερα από τα δημόσια.

Βρήκαν ότι ουσιαστικά η επίδραση και των δύο τύπων σχολείων, ιδιωτικών και grammar schools, είναι απειροελάχιστη. Οι μαθητές τους έχουν υψηλότερες επιδόσεις λόγω των δικών τους ατομικών χαρακτηριστικών και τα ίδια τα σχολεία δεν προσφέρουν κάτι. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν καλά ιδιωτικά ή καλά grammar schools. Προφανώς και υπάρχουν. Υπάρχουν όμως εξίσου καλά δημόσια των οποίων η δουλειά δε φαίνεται, καθώς σε αυτά φοιτούν πολύ λιγότεροι μαθητές με υψηλή επίδοση. Η επίδοση όμως αυτών των μαθητών δε διαφέρει από την επίδοση των μαθητών των ιδιωτικών και των grammar schools.

Βεβαίως, όπως κάθε έρευνα, έτσι και αυτή έχει τους περιορισμούς τους. Ο βασικότερος είναι ότι αφορά τα σχολεία της Αγγλίας και όχι της Ελλάδας. Ωστόσο, προσφέρει κάποια εμπειρικά δεδομένα με βάση τα οποία είναι δυνατόν να κρίνουμε καλύτερα το αν έχουμε ανάγκη ως χώρα τον συγκεκριμένο τύπο σχολείου. Τα grammar schools υπάρχουν στην Αγγλία εδώ και πάρα πολλά χρόνια και από ό,τι φαίνεται δεν έχουν βρει τον τρόπο να βοηθούν τους άριστους μαθητές. Εμείς τον έχουμε βρει;

ΥΓ

Θα τελείωνα την ανάρτηση στην προηγούμενη παράγραφο. Δυστυχώς όμως για κάποιους είναι πολύ πιο εύκολο να μιλάνε κομματικά για την εκπαίδευση παρά επιστημονικά. Είναι πολύ εύκολο να γράφεις με βάση την εμπειρία σου και την ιδεολογία σου. Απλώς αναδιατυπώνεις αυτά που λένε οι γύρω σου και εισπράττεις άφθονα χειροκροτήματα. Η παραπάνω έρευνα δεν ευνοεί κάποια συγκεκριμένη κομματική παράταξη. Μπορεί να φαίνεται ότι τάσσεται υπέρ της αριστεράς. Μπορείς όμως άνετα να είσαι δεξιός και να σκεφτείς ότι δεν αρκεί απλώς να ιδρύσεις αυτά τα σχολεία· πρέπει να εξασφαλίσεις ότι θα πραγματοποιήσουν αυτό που έχεις κατά νου. Και ότι η επιστήμη τελικά είναι αυτή που θα σου πει αν κάτι δουλεύει ή όχι, και όχι η ιδεολογία σου. Αρκεί να βάλεις την επιστήμη πάνω από την ιδεολογία σου και να μη φοβάσαι ακόμα και να αλλάξεις ιδεολογία αν βλέπεις ότι τα δεδομένα δε συμφωνούν με αυτή. Στην τελική, υποτίθεται ότι όλους μάς ενδιαφέρει η αλήθεια.

Ο Πανωλεθρίαμβος της Αξιολόγησης των Εκπαιδευτικών

Η κατάντια της εκπαίδευσης και η αξιολόγηση παίζουνε κρυφτό.

Και ρωτάει η κατάντια:

—Να τα βγάλω;

—Όχι, λέει η αξιολόγηση. Κρύψου εσύ κι εγώ θα τα φυλάω.

 

Το Highgate είναι ένα πολύ ακριβό ιδιωτικό σχολείο του Λονδίνου, που ιδρύθηκε πριν από πέντε αιώνες. Το 2020 το Highgate αξιολογήθηκε ως το καλύτερο σχολείο της Αγγλίας. Την επόμενη χρονιά, το 2021, έγιναν για το ίδιο σχολείο 257 καταγγελίες για βιασμούς και σεξουαλικές παρενοχλήσεις από τα αγόρια του σχολείου με θύματα τις συμμαθήτριές τους.

Τα πολύ τελευταία χρόνια έγιναν καταγγελίες για βιασμούς και σεξουαλικές παρενοχλήσεις σε δύο ιδιωτικά σχολεία, στα οποία φοιτούν και αριστεύουν τα παιδιά των αρίστων της ελληνικής κοινωνίας και στα οποία η επιλογή των εκπαιδευτικών περνάει από λεπτό κόσκινο. Στο πιο διάσημο από αυτά τα σχολεία οι εκπαιδευτικοί επιλέγονται κατόπιν δοκιμαστικής διδασκαλίας ενώπιον επιτροπής. Εκπαιδευτικός που ως τότε εκτιμούσα πολύ και είχε κυρίαρχο ρόλο σε επιτροπή προσλήψεων μού διηγήθηκε πως απορρίφθηκε υποψήφια καθηγήτρια, γιατί πήρε την κιμωλία και έγραφε στον πίνακα. Γιατί, σύμφωνα με αυτόν, «δεν ήξερε η ανόητη πως έπρεπε να σηκώσει ένα μαθητή να γράψει, γιατί όσο έγραφε εκείνη γυρισμένη στον πίνακα, τα αγόρια θα σχολίαζαν τα οπίσθιά της». Σε αυτήν την πρώτη αξιολόγηση της καθηγήτριας πρυτάνευσε η σεξιστική προκατάληψη της επιτροπής και η καθηγήτρια ατύχησε. Άραγε θα είχε ατυχήσει το ίδιο αν είχε σηκώσει μια μαθήτρια να γράψει στον πίνακα αντί για ένα μαθητή; Αλλά αν το σχολείο δεν έχει κανένα παιδαγωγικό μέσο, για να μαθαίνει στα αγόρια να μην σχολιάζουν τα οπίσθια των γυναικών είναι επόμενο στο ίδιο σχολείο να γίνονται καταγγελίες για βιασμούς, οι οποίοι τελικά αποσιωπώνται  και παρακάμπτονται.

Τελευταία ακούμε καθημερινά για ρατσιστικές ενέργειες και αξιόποινες πράξεις εφήβων, για σωματικές και σεξουαλικές κακοποιήσεις από συνομήλικους έφηβους ακόμη και αυτοκτονίες ως αποτέλεσμα μπούλινγκ. Όλα αυτά τα συμπτώματα αξιολογούν προσωπικά την κυρία Κεραμέως και ολόκληρο το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και αναδεικνύουν την αποτυχία τους.

Σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει σκοπό την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων. Αυτός όμως είναι ο σκοπός μιας κατεξοχήν ρομαντικής παιδείας που ακόμη δεν έχει γνωρίσει διαφωτισμό. Στην εποχή μας όμως η εθνική και η θρησκευτική συνείδηση πρέπει να αποτελούν ελεύθερες επιλογές του ατόμου εκτός σχολείου και εκπαιδευτικού προγράμματος. Οι εκάστοτε αγωνιστές της εθνικής ανεξαρτησίας μπορεί να μην είχαν πάει σχολείο, να μη γνώριζαν γραφή και ανάγνωση είχαν όμως πολύ αναπτυγμένη εθνική και θρησκευτική συνείδηση. Και πάντως αν ίσχυε ο ρομαντικός στόχος με τον οποίο επιφορτίζει το Σύνταγμα την παιδεία θα έπρεπε οι απόφοιτοι του λυκείου να έχουν πιο ισχυρή εθνική και θρησκευτική συνείδηση από τους αποφοίτους του γυμνασίου και αυτοί με τη σειρά τους να είναι πιο Έλληνες και πιο χριστιανοί από αυτούς που έχουν βγάλει μόνο δημοτικό. Όσο για τους πτυχιούχους πανεπιστημιακών σχολών θα πρέπει όλοι τους ανεξαιρέτως να φτιάχνουν πίτες του Αγίου Φανουρίου.

Τα περί εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης έχουν εισχωρήσει στο ελληνικό Σύνταγμα με ένα και μοναδικό σκοπό: Να διαμορφώσουν ένα εθνικιστικό και θρησκόληπτο εκπαιδευτικό σύστημα που εμφορείται από μισαλλοδοξία, ρατσισμό, σεξισμό και στρατιωτικές αξίες, πλαισιωμένο από αγιασμούς, εκκλησιασμούς, εικονίσματα, παρελάσεις, σημαιοφορίες και εθνικιστικά παραληρήματα, από ένα στραμπουληγμένο μάθημα Ιστορίας και αμετροεπή αποφθέγματα περί ελληνικής γλώσσας, σαν αυτά που ξεστόμισε πρόσφατα ο Προκόπης Παυλόπουλος.

Το Σύνταγμα οφείλει να ορίζει πως σκοπός της παιδείας είναι να διδάσκει πρωτίστως δημοκρατικές αξίες, την ισότητα, την ανεκτικότητα και την ισότιμη αποδοχή του άλλου φύλου, της άλλης εθνικότητας,  της άλλης θρησκείας, της άλλης κουλτούρας, του άλλου σεξουαλικού προσανατολισμού, της σωματικής και πνευματικής απόκλισης.

Στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα όμως δεν έχει ενταχθεί τίποτε από αυτά κι επειδή κάποιες τέτοιες προσεγγίσεις μπορεί να γίνονταν, αλλά πολύ αργά, από το μάθημα της κοινωνιολογίας, εξοβελίστηκε και αυτό.

Αν ποτέ συζητήσετε με παλαιότερους εκπαιδευτικούς που είχαν υποστεί τα δεινά της προ του 1982 αξιολόγησης, κυρίως δασκάλους και φιλολόγους, θα σας πουν πως οι παρατηρήσεις που δέχονταν από τους τότε επιθεωρητές αφορούσαν την εθνικοφροσύνη τους      και τα ελληνοχριστιανικά πλαίσια του μαθήματός τους. Προσωπικά δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι και η τωρινή αξιολόγηση, αν της ανοίξουμε την πόρτα, θα γίνεται με στόχο την ελληνοορθόδοξη ευθυγράμμιση.

Ποιος φιλόλογος θα τολμούσε να πει ότι τα δύο έπη αποτελούν καταγραφή μιας προφορικής παράδοσης, που αποδόθηκε σε κάποιον ανύπαρκτο Όμηρο;

Ποιος θα τολμούσε να διδάξει τα αρχαία Ελληνικά με τη μέθοδο του Κέμπριτζ, χωρίς συντακτικές αναλύσεις και γραμματικές αποστηθίσεις, ξέροντας ότι έτσι θα αποτύχει στην αξιολόγηση;

Ποιος θα τολμήσει να πει ότι τα δημοτικά τραγούδια είναι του 19ου αιώνα και ότι είναι ιδεολογικά φορτισμένη η τοποθέτησή τους στο πρώτο κεφάλαιο των ανθολογίων, για να ορίσουν τις απαρχές της λογοτεχνίας; Το «σώπασε κυρά Δέσποινα και μην πολυδακρύζεις» δεν είναι του 1453, αλλά του 19ου αιώνα, όπως άλλωστε φαίνεται από τους γλωσσικούς τύπους.

Ποιος θα διδάξει λογοτεχνικό κείμενο, παρακάμπτοντας τις παρωχημένες στρουκτουραλιστικές οδηγίες του 1960, χωρίς να οδηγηθεί πάραυτα σε αποτυχία;

Ποιος θα επισημάνει τον σκοταδιστικό ρόλο της Εκκλησίας στην παιδεία κατά την οθωμανική περίοδο και αργότερα, χωρίς να λογοδοτήσει;

Ποιος θα τολμήσει να πει ότι οι γλώσσες διδάσκονται συγχρονικά και όχι διαχρονικά; Ποιος θα πει ότι η γνώση της αρχαίας γλώσσας δεν μας βοηθάει στη γνώση των νέων Ελληνικών;

Και βέβαια κανείς θεολόγος δεν θα μπορέσει ποτέ να πει ότι η φιλολογική επιστήμη έχει αποδείξει ότι τα ευαγγέλια είναι χρονικά μεταγενέστερα των ευαγγελιστών και ότι το κατά Ιωάννην και η Αποκάλυψη έχουν γραφεί από διαφορετικά πρόσωπα σε διαφορετικές εποχές.

 

Ο άλλος στόχος της αξιολόγησης είναι η χειραγώγηση των εκπαιδευτικών και ιδιαίτερα  των νεοδιόριστων, που είναι οι πλέον αδύναμοι και οι πλέον ευάλωτοι. Αυτοί πρέπει να μάθουν τη δύναμη της εξουσίας και της ιεραρχίας, να μάθουν να υπακούουν, να μην αντιδρούν και κυρίως να μην απεργούν, να μη συνδικαλίζονται και να μην παίρνουν μέρος σε διαδηλώσεις. Και κάθε πρωί να περνούν από το γραφείο και να λένε «καλημέρα σας, κύριε διευθυντά».

Η ελληνική κυβέρνηση έχει εμπιστοσύνη στο εκπαιδευτικό σύστημα, στα αναλυτικά προγράμματα, στα σχολικά βιβλία, στις εισαγωγικές εξετάσεις, στους απόφοιτους των πανεπιστημιακών σχολών, των στρατιωτικών σχολών, των σχολών της αστυνομίας, των ολιγόμηνων εκπαιδεύσεων των ειδικών φρουρών, αλλά δεν έχει καμιά εμπιστοσύνη στους πτυχιούχους των πανεπιστημιακών σχολών, αν πρόκειται αυτοί να διδάξουν σε σχολεία. Ίσως να τους υποβιβάζει και αυτούς σε αποφοίτους λυκείου, όπως τους καλλιτέχνες. Και μαζί τους πλέον συμπαρασύρουν και εκείνους τους γονείς που βλέπουν ναρκισσιστικά τα παιδιά τους ως συνέχεια των εαυτών τους. Η κοινωνία δεν εμπιστεύεται τους εκπαιδευτικούς που είναι νέοι, γιατί είναι άπειροι, αλλά δεν εμπιστεύεται ούτε τους μεγαλύτερους, γιατί δεν έχουν κατανόηση για τα παιδιά. Και επιπλέον όλοι οι Έλληνες ξέρουν την αληθινή ιστορία, όχι αυτήν που λένε οι ιστορικοί, οι στρατιωτικοί ξέρουν καλύτερα τη γραμματική από τους δασκάλους και τους φιλόλογους, οι πολιτικοί μηχανικοί που έχουν βγάλει Πολυτεχνείο ξέρουν καλύτερα μαθηματικά, φυσική και χημεία από τους εκπαιδευτικούς που έχουν βγάλει ένα απλό πανεπιστήμιο. Οι δικηγόροι, οι γιατροί και οι καπετάνιοι ξέρουν καλύτερα παιδαγωγικά. Και το πανεπιστήμιο της ζωής είναι αυτό που δίνει τα καλύτερα διπλώματα σε όλες τις ειδικότητες των εκπαιδευτικών.

Ως γυμνασιάρχης σε ιδιωτικό σχολείο επί 23 χρόνια είχα προσλάβει πολλούς εκπαιδευτικούς. Η διοίκηση του σχολείου με πίεζε να προτιμώ άνδρες με διδακτική εμπειρία. Δεν εκδήλωνα προτίμηση ως προς το φύλο, αλλά πάντα προσλάμβανα άπειρους εκπαιδευτικούς που δεν είχαν μπει ποτέ σε τάξη. Και θα σας πω γιατί. Ένας νέος ή μια νέα που αποφασίζει να γίνει εκπαιδευτικός, με όλες τις αντιξοότητες του επαγγέλματος και τις πολύ χαμηλές απολαβές, και τελειώνει το πανεπιστήμιο και συχνά και μεταπτυχιακά και παρακολουθεί σεμινάρια και ενημερώνεται και μελετά πολύ, το κάνει από μεράκι. Αυτό το μεράκι προσλάμβανα με σκοπό να κάνω τα πάντα, για να διατηρηθεί και να μη μαραζώσει. Γιατί κι εγώ έκανα καθημερινά μια απλή αξιολόγηση. Αν ο καθηγητής έμπαινε στην τάξη χαμογελαστός κι έβγαινε χαμογελαστός, ήξερα ότι είχε γίνει καλό μάθημα. Κι αν δεν ήταν χαμογελαστός έριχνα την ευθύνη σε εμένα. Εγώ έφταιγα για εκείνο το χαμόγελο που έλειπε και προσπαθούσα να επανορθώσω.

Θα κάνω τώρα μια παρένθεση. Στο γυμνάσιο ένας φυσιογνώστης μπορεί να του ζητηθεί  να διδάξει Μαθηματικά, Φυσική, Χημεία, Βιολογία, Γεωγραφία και Γεωλογία. Για ποιο μάθημα θα αξιολογηθεί; Όλα αυτά τα μαθήματα μπορεί να διδαχθούν από όλες τις αντίστοιχες ειδικότητες και στα μικρά σχολεία αυτά συμβαίνουν, γιατί εκτός από τα Μαθηματικά, τα υπόλοιπα μαθήματα είναι μονόωρα και μόνο με τις διπλές και τριπλές αναθέσεις συμπληρώνονται τα ωράρια και αντιμετωπίζονται οι ελλείψεις σε εκπαιδευτικούς. Κι αν διαπιστωθεί ότι ο φυσιογνώστης δεν διδάσκει καλά τα Μαθηματικά και ο φυσικός δεν διδάσκει καλά τη βιολογία και η καθηγήτρια των Γαλλικών και ο θεολόγος δεν διδάσκουν καλά την Ιστορία τίνος θα είναι η ευθύνη;

Είχα δεχθεί πολλές πιέσεις από τη διοίκηση του σχολείου, για να μπαίνω στην τάξη και να παρακολουθώ το μάθημα, κυρίως των νέων εκπαιδευτικών. Αρνήθηκα κατηγορηματικά και δεν το έκανα ποτέ. Και εξηγώ το γιατί:

Ένας καινούργιος εκπαιδευτικός στο σχολείο έχει μειωμένο κύρος και συχνά αυτό το εκμεταλλεύονται τα παιδιά και δυστυχώς και μερικοί παλαιοί συνάδελφοι. Το να μπει μέσα στην τάξη, για να παρακολουθήσει το μάθημα ο διευθυντής ή ο σχολικός σύμβουλος έχει ως συνέπεια να κλονίσει στα μάτια των παιδιών και των γονέων τους ακόμη και αυτό το λίγο κύρος και να το εξαφανίσει. Τα παιδιά ξέρουν πως εκείνη την ώρα εξετάζεται αν ξέρει το μάθημα ο δάσκαλός τους και αναρωτιούνται τι βαθμό θα πάρει.

Το να εισβάλει μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας ο διευθυντής ή ο σύμβουλος έχει μοναδικό σκοπό να δείξει στον εκπαιδευτικό και στα παιδιά ποιος πραγματικά έχει την εξουσία. Την επόμενη φορά που κάποιος γονιός θα έχει ένα παράπονο ή κάποια αμφιβολία δεν θα απευθυνθεί στον εκπαιδευτικό, αλλά θα πάει κατευθείαν στον διευθυντή.

Όλα για αυτό το παιχνίδι εξουσίας γίνονται και μόνο για αυτό. Κατά τα άλλα, ο σύμβουλος και ο διευθυντής όταν μπουν στην τάξη θα δουν μόνο πώς αντιδρά ο εκπαιδευτικός όταν έχει το μαχαίρι στο λαιμό και σε καμιά περίπτωση δεν θα ξέρουν τι μάθημα κάνει, όταν είναι μόνος του με τα παιδιά.

Στους καινούργιους εκπαιδευτικούς πάντα έλεγα ότι τα δύο πρώτα χρόνια θα κάνουν πολλά λάθη, γιατί αυτό είναι αναπόφευκτο. Αλλά δεν πρόκειται να κριθούν από τα λάθη που κάνουν τα δύο πρώτα χρόνια, αλλά μόνο από τα σωστά. Και για τα λάθη τους να ξέρουν πως πάντα θα είμαι πρόθυμος να βοηθήσω και να τα διορθώσουμε μαζί.

Και στη διοίκηση του σχολείου έλεγα πως οι άνθρωποι δεν αποδίδουν σε ένα κλίμα ελέγχου, αστυνόμευσης, αμφισβήτησης και ανασφάλειας. Κάθε εργαζόμενος αποδίδει καλύτερα όταν στο εργασιακό περιβάλλον επικρατεί κλίμα εμπιστοσύνης, ασφάλειας, αναγνώρισης, συναίνεσης και γενικότερα ευημερίας.

Και τώρα θα κληθώ να απαντήσω στο μεγάλο ερώτημα. Είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί καλοί; Δεν υπάρχουν εκπαιδευτικοί παραιτημένοι και αδιάφοροι; Και τι κάνουμε με αυτούς; Θα τους υποστούν τα παιδιά μας;

Όπως είπα και πριν εκπαιδευτικοί γίνονται όσοι έχουν αυτό το μεράκι της πολύ δύσκολης και γεμάτης άγχος δουλειάς. Δεν γίνονται όσοι θέλουν να βγάλουν λεφτά, ούτε όσοι είναι τεμπέληδες, όπως λένε κάποιοι καλοθελητές. Ξεκινούν όλοι με αυτό το μεράκι και κάποιοι στη διαδρομή το χάνουν. Γιατί το χάνουν;

Στο γυμνάσιο η Φυσική, η Χημεία, η Βιολογία, η Γεωγραφία διδάσκονται μία ώρα την εβδομάδα, ενώ τα Θρησκευτικά δύο. Από τη μία εβδομάδα ως την άλλη δεν θυμάται το παιδί το μάθημα της Φυσικής που παραδόθηκε πριν από μέρες και δεν καταλαβαίνει τι διαβάζει στο βιβλίο την προηγουμένη του μαθήματος και δεν είναι σε θέση να λύσει τις ασκήσεις. Κι αν χαθεί το μάθημα μιας βδομάδας λόγω αργίας ή άλλου λόγου τα πράγματα χειροτερεύουν. Το παιδί δεν καταλαβαίνει και φταίει ο εκπαιδευτικός που δεν τα εξηγεί καλά και το παιδί χρειάζεται φροντιστήριο. Από την άλλη ο εκπαιδευτικός που διδάσκει το μονόωρο μάθημα σε πόσες τάξεις πρέπει να μπει, για να συμπληρώσει το ωράριο, πόσους μαθητές θα έχει; Πότε θα τους μάθει; Αν βάλει μια εργασία ή ένα τεστ πότε θα διαβάσει αυτές τις εργασίες, πότε θα βαθμολογήσει τα τεστ; Ο εκπαιδευτικός σιγά σιγά μαθαίνει να έχει λιγότερες απαιτήσεις από τον εαυτό του και από τα παιδιά. Μονόωρα μαθήματα δεν  πρέπει να υπάρχουν. Πρέπει να διδάσκονται περισσότερες ώρες και σε διαφορετικούς κύκλους ανά έτος.

Αλλά και για τα φιλολογικά μαθήματα που είναι δίωρα ισχύουν τα ίδια. Ο φιλόλογος στο ίδιο τμήμα διδάσκει 6 διαφορετικά αντικείμενα. Αν πάρει τα τετράδια μία φορά την εβδομάδα για κάθε αντικείμενο σε τάξη 20 παιδιών θα παίρνει 120 τετράδια την εβδομάδα μόνο από ένα τμήμα. Αν κάνει μάθημα σε δύο τμήματα αυτό σημαίνει 240 τετράδια την εβδομάδα, χώρια τα τεστ και οι εκθέσεις. Άρα χρειάζεται και ο φιλόλογος να κάνει εκπτώσεις στη δουλειά του.

Πέρα από αυτά τα εγγενή προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος και του σχολικού προγράμματος που πρέπει να αντιμετωπιστούν, υπάρχουν και άλλα πολλά που μπορούν να γίνουν. Το συνεχές παράπονο των εκπαιδευτικών είναι ότι δεν αναγνωρίζεται το έργο τους, ότι είναι μόνοι τους, κανείς δεν ζητάει τη γνώμη τους και κανείς δεν την ακούει και ό,τι κάνουν πάει χαμένο. Όλα αυτά μαζί με τη στασιμότητα και την οικονομική εξαθλίωση οδηγούν σε μαρασμό.

Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να έχουν φωνή μέσα στο σχολείο και η φωνή τους να ακούγεται. Και θα ακούγεται αν όλα αποφασίζονται σε ολιγομελείς εβδομαδιαίες συνεδριάσεις εντός του σχολικού προγράμματος. Οι συνεδριάσεις πρέπει να γίνονται σε ευχάριστη ατμόσφαιρα, σε κλίμα εμπιστοσύνης που θα ενθαρρύνει ατομικές πρωτοβουλίες και έτσι κανείς δεν θα αποσύρεται και κανείς δεν θα αισθάνεται στάσιμος και περιθωριοποιημένος.

Πρέπει να γίνεται συνεδρίαση των εκπαιδευτικών του τμήματος, π.χ. όταν τα παιδιά κάνουν γυμναστική,  και να συζητιέται η πορεία κάθε παιδιού και να αναζητούνται λύσεις για τα προβλήματά τους. Να διοριστούν συντονιστές για κάθε μάθημα και κάθε ειδικότητα, που θα έχουν μειωμένο ωράριο και οικονομικό επίδομα. Με ειδική χορηγία από το υπουργείο να αγοράζονται επιστημονικά εγχειρίδια από τη διεθνή βιβλιογραφία και συνδρομές σε επιστημονικά περιοδικά. Οι εκπαιδευτικοί της ειδικότητας να συνεδριάζουν κάθε βδομάδα και με την καθοδήγηση του συντονιστή να ενημερώνονται διαρκώς για την επιστήμη τους και να αναζητούν τρόπους για να γίνεται καλύτερο το μάθημά τους και να ενθαρρύνονται να συμμετέχουν σε συνέδρια με εισηγήσεις τους ή ως ακροατές. Επίσης κάθε βδομάδα να συνεδριάζει ο διευθυντής με τους υπεύθυνους καθηγητές τάξης και να συζητούν και να συναποφασίζουν όλοι μαζί για την πορεία του σχολείου, για παιδαγωγικά και πειθαρχικά θέματα, για τις σχέσεις με τους γονείς και τις κρατικές υπηρεσίες. Και να οργανώνουν μαζί προγράμματα, δράσεις και εκδηλώσεις, ώστε να διαμορφωθεί κοινή κουλτούρα μεταξύ εκπαιδευτικών και παιδιών, όχι για να αντιμετωπίζει, αλλά για να προλαβαίνει εκδηλώσεις σεξισμού, ρατσισμού και βίας. Και η κουλτούρα ισότητας από όλους προς όλους να τονίζεται σε καθημερινή βάση και σε όλα τα μαθήματα. Και ας καταλάβουν όλοι πως το μάθημα σεξουαλικής αγωγής δεν είναι τεχνικό μάθημα. Είναι κυρίως μάθημα ανθρωπίνων σχέσεων. Και γιαυτό πρέπει να αρχίζει από το νηπιαγωγείο. Και ως μάθημα δεν έχει σκοπό να τραυματίσει αθώες ψυχές, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, αλλά να προστατεύσει τις αθώες ψυχές να μην τραυματιστούν.

Η συγκεκριμένη κυβέρνηση δεν θέλει να κάνει τίποτε από αυτά. Ξέρει μόνο να αντιμετωπίζει τα πάντα με αστυνομία. Και θέλει να μετατρέψει τους σχολικούς συμβούλους και τους διευθυντές των σχολείων σε αστυνομικούς. Αυτοί όμως θα δεχθούν αυτόν τον ρόλο;

Για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών

Στην Ελλάδα είναι διαδεδομένη η αντίληψη ότι αν εφαρμοστεί η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών θα βελτιωθεί η εκπαίδευση. Πιθανότατα για τους περισσότερους είναι και το μόνο μέτρο που μπορεί να λύσει τα σημερινά προβλήματα. Πρόκειται για μία λογική σκέψη την οποία έχω κάνει κι εγώ αρκετές φορές. Με τρία παιδιά στο ελληνικό σχολείο δε θα μπορούσα να την αποφύγω… Το πρόβλημα όμως είναι ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.

Ας ξεκινήσω από την Κύπρο. Στην Κύπρο εφαρμόζεται η αξιολόγηση από το 1976. Παρά ταύτα, στον διαγωνισμό Πίζα του 2018 κατάφερε να τα πάει χειρότερα ακόμα κι από μας. Αν και εφαρμόζει την πολυπόθητη αξιολόγηση σχεδόν όσα χρόνια εμείς την έχουμε καταργήσει, δε φάνηκε η διαφορά.

Μία άλλη χώρα που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι η Αγγλία. Έχει έναν ολόκληρο οργανισμό που ασχολείται με την αξιολόγηση, τον Ofsted, μέλη του οποίου επισκέπτονται σε τακτά χρονικά διαστήματα τα σχολεία για να τα αξιολογήσουν. Το λογικό, λοιπόν, είναι να περιμένεις ότι οι μαθητές που φοιτούν στα εξαιρετικά σχολεία θα έχουν αρκετά υψηλότερες επιδόσεις από τους μαθητές που φοιτούν στα σχολεία που βρίσκονται πολύ χαμηλά στην κατάταξη. Δε συμβαίνει αυτό. Στην πραγματικότητα δεν παίζει κανέναν ρόλο ο βαθμός του σχολείου για το πώς θα τα πάνε οι μαθητές (ρίξτε μία ματιά εδώ κι εδώ). Αυτή όμως η αποτυχία της αξιολόγησης δεν εμποδίζει την Αγγλία να τα πηγαίνει πολύ καλύτερα από μας στον διεθνή διαγωνισμό Πίζα. Ενώ δηλαδή η αξιολόγηση δεν κάνει σωστά τη δουλειά της και παραπληροφορεί τους Άγγλους πολίτες, το εκπαιδευτικό τους σύστημα φαίνεται να τα πηγαίνει σαφώς καλύτερα από το δικό μας.

Μία άλλη ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που συνέβη στη Γαλλία το 1989. Στόχος της ήταν να μειώσει τις εκπαιδευτικές ανισότητες. Είχαν δει ότι τα παιδιά των πλουσίων τα πήγαιναν καλύτερα από τα παιδιά των φτωχών και αποφάσισαν να αλλάξουν αρκετά πράγματα στην εκπαίδευση για να μειωθεί αυτή η διαφορά. Και πράγματι η μεταρρύθμιση ήταν τόσο αποτελεσματική, που άλλαξε τις επιδόσεις των μαθητών. Έτσι μέσα σε 20 χρόνια, από το 1987 μέχρι το 2007, έπεσε η επίδοση όλων των μαθητών και ταυτόχρονα αυξήθηκε η διαφορά ανάμεσα στους πλούσιους και στους φτωχούς (Hirsch, 2016). Τι ακριβώς πρόσφερε η αξιολόγηση σε αυτήν την περίπτωση;

Παρ’ όλα αυτά διάφοροι ισχυρίζονται ότι πρέπει να ξεκινήσουμε την αξιολόγηση κι ας έχει ελαττώματα. Θα τα διορθώσουμε στην πορεία. Αυτοί που υποστηρίζουν αυτήν τη θέση θα δέχονταν να πάρουν λάθος θεραπεία με την προοπτική ότι στο μέλλον θα διορθωθεί; Τα παραπάνω παραδείγματα δείχνουν ότι τόσο εύκολα διορθώνονται τα συστήματα αξιολόγησης; Είναι λογικό και ηθικό να λες: «Ας την ξεκινήσουμε κι ας είναι λάθος»; Δηλαδή γιατί να μην την ξεκινήσουμε και να είναι σωστή; Έτσι, να πρωτοτυπήσουμε και μία φορά σαν χώρα.

Η εκπαίδευση είναι πολύπλοκο σύστημα. Όπως φαίνεται από τα παραπάνω παραδείγματα, μπορούμε άνετα να έχουμε αξιολόγηση και να μην κάνει τη δουλειά της. Οπότε, όσοι είναι υπέρ της αξιολόγησης, καλό είναι να κρατούν μικρό καλάθι. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα εκτοξεύσει την εκπαίδευσή μας, όπως δήλωσε πρόσφατα η υπουργός. Ας μην ξεχνάμε ότι η υπουργός είναι νομικός και αγνοεί πλήρως τα εκπαιδευτικά θέματα. Ούτε αληθεύει ότι κατακρίνουν την αξιολόγηση μόνο οι εκπαιδευτικοί με όλες τις συνυποδηλώσεις που έχει αυτή η δήλωση. Για την αξιολόγηση γκρινιάζουν όλοι, εργοδότες και εργαζόμενοι (δες εδώ κι εδώ). Είναι ακανθώδες θέμα στον χώρο της οικονομίας και έχουν δοκιμαστεί όλες οι πιθανές λύσεις (Kahneman et al., 2021). Επειδή μάλιστα διάφοροι αναφέρουν πολλές φορές ότι πρέπει να φέρουμε ένα σύστημα έτοιμο από το εξωτερικό, παραθέτω την παρακάτω φράση:

«Είναι σαφές ότι καμία χώρα δεν έχει δημιουργήσει ένα ολοκληρωμένο σύστημα που να είναι υπόδειγμα και που να μπορεί να προσαρμοστεί σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο». Σελ. 125/139

Όπως είπα, με τρία παιδιά στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, κι εγώ έχω σκεφτεί αρκετές φορές ότι θα μας σώσει η αξιολόγηση. Σίγουρα θα το σκεφτώ στο μέλλον. Το θέμα είναι όμως ότι δεν μπορούμε να παίρνουμε αποφάσεις με βάση το συναίσθημα. Τα παραπάνω παραδείγματα δείχνουν ότι η αξιολόγηση δεν είναι απαραίτητα αυτό που νομίζουμε ότι είναι, όταν απογοητευόμαστε από το σημερινό σχολείο. Οπότε, πριν διαφωνήσεις έντονα μαζί μου, καλό είναι να σκεφτείς αν αυτό που θες είναι η αξιολόγηση ή ένα καλύτερο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Δυστυχώς, η πρώτη επιλογή δε συνεπάγεται και τη δεύτερη. Και η δεύτερη επιλογή θέλει πάρα πολλή δουλειά και όχι μόνο κάποιον που θα με παρακολουθήσει για δυο διδακτικές ώρες σε μία τετραετία.

Βιβλιογραφία

Hirsch, E. D. (2016). Why knowledge matters: Rescuing our children from failed educational theories. Harvard Education Press.

Kahneman, D., Sibony, O., & Sunstein, C. R. (2021). Noise: a flaw in human judgment. Brown Spark.

Πηγή: Το ημερολόγιο ενός δασκάλου

Ένας μαθητής γύρισε νεκρός από το σχολείο του: Υπάρχουν ευθύνες;

Σχετικά με τον θάνατο του 12χρονου μαθητή στις Σέρρες και την αποποίηση των ευθυνών από όλους τους αρμόδιους παράγοντες:

1) Οι σχολικές επιχορηγήσεις της πολιτείας στα χρόνια των μνημονίων μειώθηκαν στο μισό και ουδέποτε επανήλθαν στα προηγούμενα ποσά προ μνημονίων. Αποτέλεσμα είναι να μην μπορούν οι σχολικές μονάδες να ικανοποιήσουν ούτε τις στοιχειώδεις και αυτονόητες ανάγκες τους. Πολλές σχολικές μονάδες βρίσκονται με μεγάλο χρέος και προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα κόβοντας από παντού. Δεν είναι μυστικό ότι ξεπαγιάζουν μαθητές και εκπαιδευτικοί επειδή δεν υπάρχουν χρήματα για να λειτουργήσει η θέρμανση.

2) Οι δήμοι που είναι αρμόδιοι για την αποκατάσταση των ζημιών και τη συντήρηση των σχολικών μονάδων δεν έχουν το απαραίτητο προσωπικό για τις παραπάνω εργασίες. Αποτέλεσμα είναι να υπογράφουν συμβάσεις με ιδιωτικές εταιρείες στις οποίες ανειδίκευτοι εργάτες αναλαμβάνουν τις εργασίες χωρίς να γνωρίζουν το αντικείμενο με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλεια μαθητών και εκπαιδευτικών. Ένα δε μεγάλο μέρος των εργασιών γίνεται την ώρα λειτουργίας των σχολείων και κατά τη διάρκεια των μαθημάτων χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η υγεία και η ασφάλεια μαθητών και εκπαιδευτικών.

3) Πολλά σχολικά κτίρια είναι ακατάλληλα να φιλοξενήσουν μαθητές λόγω παλαιότητας, αλλά και λόγω έλλειψης ή κακής συντήρησης. Ακατάλληλα προαύλια, ακατάλληλες τουαλέτες, αίθουσες που πλημμυρίζουν με την πρώτη βροχή, σοβάδες που πέφτουν στα κεφάλια μαθητών και εκπαιδευτικών λόγω έλλειψης μόνωσης. Ακόμη και τα καινούρια σχολικά κτίρια που παραδίδονται είναι με κακοτεχνίες και είναι απορίας άξιον πώς παραλαμβάνονται από τους αρμόδιους φορείς χωρίς να καταγγέλλονται οι εργολάβοι τους ή χωρίς να ενεργοποιούνται οι ρήτρες που υπάρχουν στις συμβάσεις.

4) Όσον αφορά τα λεβητοστάσια των σχολικών μονάδων υπάρχουν αυστηρές προδιαγραφές από την Πυροσβεστική Υπηρεσία ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια μαθητών και εκπαιδευτικών. Πρέπει τα λεβητοστάσια να είναι καλυμμένα εσωτερικά με υλικά που δεν αναφλέγονται εύκολα και οι πόρτες τους να είναι θωρακισμένες. Δυστυχώς σε ελάχιστα σχολεία συμβαίνει αυτό. Στη συντριπτική πλειοψηφία των σχολικών μονάδων δεν τηρούνται οι προδιαγραφές αυτές. Όπου έχουν γίνει καταγγελίες από γονείς ή εκπαιδευτικούς η πυροσβεστική υπηρεσία επενέβη και υποχρέωσε τους αρμόδιους φορείς να συμμορφωθούν με τις κατάλληλες προδιαγραφές. Σίγουρα το κόστος είναι μεγάλο για αυτό ούτε η πολιτεία ούτε οι δήμοι αναλαμβάνουν το έξοδο αυτό ρίχνοντας ο ένας το μπαλάκι στον άλλον αδιαφορώντας για τον κίνδυνο που διατρέχουν μαθητές και εκπαιδευτικοί. Μια λύση πρόσφατα ήταν τα προγράμματα μέσω του ΦΙΛΟΔΗΜΟΥ, όπου μερικοί δήμοι μπήκαν στο πρόγραμμα αυτό για να συμμορφωθούν στο θέμα της πυρασφάλειας των σχολικών μονάδων με χρήματα της Ε.Ε.

5) Στα περισσότερα σχολεία ουδέποτε έχει γίνει έλεγχος όσον αφορά τη σεισμική τους θωράκιση, ούτε από την πολιτεία ούτε από τους δήμους.

6) Δυστυχώς αρκετοί πρόεδροι συλλόγων ή και ενώσεων γονέων όπως και διευθυντές σχολικών μονάδων ή και διευθυντές εκπαίδευσης κρύβουν τα προβλήματα κάτω από το χαλί προσπαθώντας παράλληλα να τα ωραιοποιήσουν. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότεροι από αυτούς ανταμείβονται από τις δημοτικές αρχές με μια θέση στα ψηφοδέλτια δημοτικών παρατάξεων που πρόσκεινται στους δημάρχους, με θέσεις αντιδημάρχων, προέδρων σχολικών επιτροπών των δήμων και άλλες θέσεις.

Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν το θέμα μας αγγίζει όλους και δεν μπορεί κανείς να μένει στο απυρόβλητο. Χρειάζεται αυτοκριτική από όλους μας στοχεύοντας στο να φοιτούν τα παιδιά μας σε ασφαλείς σχολικές μονάδες. Να είμαστε θιασώτες του προλαμβάνειν και όχι του θεραπεύειν.

Γιατί σήμερα μπορεί μια οικογένεια στις Σέρρες να θρηνεί τον χαμό του παιδιού της, αύριο μπορεί μπορεί να είμαστε κι εμείς στην ίδια θέση. Ας πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας έξω από κόμματα, προσωπικά συμφέροντα και φιλοδοξίες και ας αγωνιστούμε για να έχουμε σχολεία που αξίζουν στα παιδιά μας.

Η δυστοπία της “δημόσιας δωρεάν” παιδείας

Μιλώντας με τους μαθητές της Β’ Λυκείου στην καθιερωμένη πρώτη ώρα γνωριμίας μαζί τους, συνειδητοποιώ τα εξής:

1. Όλοι κάνουν φροντιστήρια 10-12 ώρες. Χωρίς ξένες γλώσσες. Ο παρακάτω πίνακας από ένα τυχαίο φροντιστήριο είναι ενδεικτικός και μάλλον “προς τα κάτω”. Δεν έχω τίποτα με τους φροντιστηριάρχες, το ψωμί τους προσπαθούν να βγάλουν και το θέμα μας δεν είναι αυτό. Αλλά η έκρηξη της παραπαιδείας είναι μια νέα πραγματικότητα εδώ και λίγα χρόνια. Και στη Β’ και στη Γ’ λυκείου έχουν αυξηθεί δραματικά οι ώρες, σχεδόν διπλασιαστεί.

2. Οι 4 στους 5 εγκαταλείπουν στην Α ή στη Β λυκείου κάθε αθλητική δραστηριότητα που έκαναν. Δεκαέξι και δεκαεφτά χρονών παιδιά, κάθονται σε ένα θρανίο 8-9 ώρες τη μέρα. Αν θέλουν να είναι στοιχειωδώς καλοί μαθητές και αν κάνουν και μια δεύτερη ξένη γλώσσα διαβάζουν και 2-3 ώρες, σύνολο είναι ένα 14ώρο στην καρέκλα.

3. Στην ερώτηση γιατί παιδί μου τόσες ώρες φροντιστήριο η απάντηση είναι γιατί φοβάμαι την τράπεζα θεμάτων, γιατί ακούγεται ότι οι βαθμοί Α’ και Β’ τάξης θα μετράνε για το απολυτήριο και γιατί είναι πιο δύσκολο πλέον να περάσω λόγω βάσης εισαγωγής στις πανελλαδικές. Όλα μεταρρυθμίσεις Κεραμέως.

4. Στα παραπάνω να προσθέσω τη φροντιστηριοποίηση της Γ’ λυκείου από τον Γαβρόγλου του ΣΥΡΙΖΑ το 2019. Διδάσκω Πληροφορική-Προγραμματισμό 6 ώρες/βδομάδα από 2 ώρες/βδομάδα προ 2019. Για να μη μένει το φροντιστήριο “πίσω” από το σχολείο, γιατί τότε θα είναι άχρηστο, “αναγκάζεται” και κάνει εντατικά από τη Β’ λυκείου και στη Γ’ κάνει περισσότερες ώρες. Αυτό σε όλα τα μαθήματα των πανελλαδικών. Και από κοντά και η ελληνική οικογένεια που θεωρεί ότι αν το παιδί είναι παρκαρισμένο σε κάποιον εκπαιδευτικό, έχει βγει από την υποχρέωση. Τα λέγαμε αυτά τότε, ότι ο κος Γαβρόγλου δουλεύει για τα φροντιστήρια, αλλά ήμασταν οι γνωστοί μεμψίμοιροι και βολεμένοι που δεν καταλαβαίναμε τις φιλολαϊκές πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ και θέλαμε να ρθει η δεξιά στην εξουσία…

5. Τα φροντιστήρια έχουν αυξηθεί και από τις μικρότερες τάξεις. Mαζική παράκρουση γονέων και μαθητών της ΣΤ Δημοτικού για τις εξετάσεις για εισαγωγή στα πρότυπα γυμνάσια, ιδιαίτερα επί ιδιαίτερων από μικρές τάξεις του δημοτικού, εξετάσεις τύπου PISA στη Στ Δημοτικού και στη Γ’ Γυμνασίου, αύξηση της ύλης. Και αυτά έργα Κεραμέως.

6. Η δεύτερη φωτογραφία είναι από το σχολείο μου στα Καμίνια. Το σύνθημα είναι μια ρήση ενός Γάλλου φιλόσοφου και χρησιμοποιείται ευρέως στην παιδαγωγική για να τονίσει ότι η γνώση δεν “μπαίνει” στο κεφάλι του άλλου αλλά κατακτιέται με διάφορες παιδαγωγικές πρακτικές. Στην ηλικία των 16-18 βασική πρακτική είναι η μέθοδος-παρουσίαση και η μέθοδος-επίδειξη από τον εκπαιδευτικό και μετά ο μαθητής να αναμετρηθεί (και) μόνος του με τις ασκήσεις και τις έννοιες για να τις κατακτήσει. Αλλά που να προλάβει αν έχει κάποιον καθηγητή πάνω από το κεφάλι του 10 ώρες τη μέρα… Βάζο τον έχουμε κάνει.
Βεβαίως στις εισηγητικές εκθέσεις των νομοσχεδίων του Υπουργείου, εδώ και 20 χρόνια, στα σεμινάρια, στις επιμορφώσεις, στις αξιολογήσεις σύμβουλοι και προϊστάμενοι μηρυκάζουν τα περί βιωματικής μάθησης, ομάδων, προτζεκτ, μαθητοκεντρικής παιδαγωγικής και ότι άλλο έχουν μάθει να παπαγαλίζουν. Στα χαρτιά εκθειάζουν τη διερευνητική μάθηση και στην πράξη επιβάλουν τη μετωπική διδασκαλία.
Και όταν μας παίρνουν οι σύμβουλοι τηλέφωνο μας ρωτάνε αν έχουμε προχωρήσει την ύλη σύμφωνα με το εξοντωτικό πρόγραμμα και τις οδηγίες διδασκαλίας του ΙΕΠ και αν την “χώσαμε” στον μαθητή-βάζο.
Όταν, για παράδειγμα στο προπέρσινο 6μηνο της εξ αποστάσεως, αρνιόμασταν να δηλώσουμε ότι έχουμε διδάξει την ύλη μέσω… podcast στο τσίρκο της τηλεκπαίδευσης, αν δε συναντηθουμε πρώτα δια ζώσης με τους μαθητές μας, μας απειλούσαν με διώξεις. Τόσο μαθητοκεντρικά…

7. Αν νομίζουμε ότι για αυτήν την έκρηξη παραπαιδείας φταίει ο τεμπέλης ή κακός εκπαιδευτικός, μάλλον δεν καταλαβαίνουμε το βάθος του προβλήματος. Δεν είναι γενικώς αχρείαστα τα φροντιστήρια, ούτε ισχυρίζομαι ότι δεν υπάρχουν προβλήματα στο δημόσιο σχολείο. Τα κυριότερα είναι τα μεγάλα τμήματα 23-27 μαθητών, στα οποία δύσκολα μπορεί ο εκπαιδευτικός να βοηθήσει εξατομικευμένα τους μαθητές και οι ελλείψεις στο προσωπικό αφού είναι συχνό το φαινόμενο να μην έχουν οι μαθητές κάποιον καθηγητή έως και το Νοέμβριο. Οι ασυνείδητοι εκπαιδευτικοί είναι ελάχιστοι. Δεν είναι αυτά οι αιτίες όμως.
Ο ασθενής που λέγεται δημόσια δωρεάν παιδεία, με την συνεπακόλουθη οικονομική  αφαίμαξη, επιχειρείται να ιαθεί με το ίδιο φάρμακο-δηλητήριο, εδώ και 40 χρόνια σχεδόν. Περισσότερες εξετάσεις, περισσότερη ύλη, περισσότερα ταξικά φίλτρα, μικρότερη χρηματοδότηση για δομές στήριξης των πιο αδύναμων μαθητών. Δεν είμαι της γνώμης ούτε ότι οι εξετάσεις είναι γενικώς αχρείαστες ή ότι η αριστεία, δηλαδή η μέγιστη προσπάθεια για τη μέγιστη και βέλτιστη κατάκτηση της γνώσης, πρέπει να χαριστεί στο αριστοκρατικό σχολείο για τους λίγους της κ. Κεραμέως. Ούτε μπορεί το σχολείο να είναι για τους μαθητές μια πενταήμερη διαρκείας. Όμως η εκπαίδευση πρέπει να είναι δημόσια και δωρεάν και το κράτος να κάνει ότι χρειάζεται για να παρέχει ίδιες ευκαιρίες για όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης, καταγωγής, πορτοφολιού. Σήμερα κάνει το ανάποδο και τα πράγματα θα χειροτερέψουν αν περάσει η αξιολόγηση σχολείου και εκπαιδευτικού. Όπου φτωχός και η μοίρα του…

8. Αν μας έβαζαν μια άσκηση να φτιάξουμε μια δυστοπία για ένα έφηβο θα φτιάχναμε την παρούσα κατάσταση. Μηδέν κίνηση, καθόλου αθλητισμός, καθόλου ελεύθερος χρόνος για βόλτα, σχέσεις, έρωτες κοκ και 10-14 ώρες τη μέρα θρανίο, τις περισσότερες να βομβαρδίζεται από έναν καθηγητή. Και όταν κάνουν καταλήψεις αύριο μεθαύριο, με δίκαια ή άδικα αιτήματα και ίσως από ανάγκη να ξεκουραστούν και να “χαβαλεδιάσουν”, θα τους βρίζουμε, θα τους στέλνουμε αστυνομία, τηλεκπαιδεύσεις, αγανακτισμένους γονείς. Δε θα συζητάμε καν ότι αυτό που έχουμε φτιάξει είναι δυστοπικό.

Ο αγώνας ενάντια στην Πανεπιστημιακή Αστυνομία, είναι αγώνας για δημόσια και δωρεάν παιδεία!

Η κυβέρνηση, σαν τον κλέφτη, με τους φοιτητές να απουσιάζουν από τις σχολές, φέρνει την Πανεπιστημιακή Αστυνομία μέσα στα πανεπιστήμια, ξεκινώντας από το ΕΚΠΑ, ενώ εδώ και 1,5 χρόνο προετοιμάζει το έδαφος για την ΟΠΠΙ και στο ΑΠΘ, με την διαρκή παρουσία ΜΑΤ μέσα στο campus. Η κυβέρνηση, που βρίσκεται σε αδιέξοδο, με την ακρίβεια, από την μία, να χειροτερεύει συνεχώς τους όρους διαβίωσής μας και με το σκάνδαλο των υποκλοπών, από την άλλη, να τσαλαπατά τα δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών και των πολιτικών της αντιπάλων στο όνομα της δήθεν «εθνικής ασφάλειας», θέλει να βάλει τώρα την αστυνομία μέσα στα πανεπιστήμια.

Από το 2019, που ήρθε στην κυβέρνηση, η ΝΔ θέλησε να προωθήσει μια ολοκληρωτική δεξιά ατζέντα, μετά την «αριστερή» παρένθεση του ΣΥΡΙΖΑ. Δημοσιογράφοι της κυβέρνησης έλεγαν ότι «τώρα είναι η ευκαιρία», τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ ξεφτίλισε την έννοια της αριστεράς, τον αντιιμπεριαλισμό-αντιαμερικανισμό, τον συνδικαλισμό ως διεκδίκηση αιτημάτων και δικαιωμάτων, την αντίσταση στην εμπορευματοποίηση και την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών.

Η εμπορευματοποίηση και η ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει προχωρήσει εδώ και τριάντα χρόνια, με όλες τις κυβερνήσεις και ειδικά τις μνημονιακές ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ να χτίζουν ένα πανεπιστήμιο μόνο για όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα να αντεπεξέλθουν στο βαρύ κόστος σπουδών. Ένα πανεπιστήμιο με όλο και χειρότερες υποδομές, όλο και λιγότερους καθηγητές, με δίδακτρα και με πτυχία χωρίς αξία, ισοδύναμα με αυτά των ιδιωτικών κολλεγίων. Αυτοί έχτισαν ένα πανεπιστήμιο, που αναζητά συνεχώς χρηματοδοτήσεις από εταιρείες, με ιδιώτες στην διοίκηση του, σε ευθυγράμμιση με τις κατευθύνσεις της Ε.Ε.

Η κυβέρνηση φέρνει την πανεπιστημιακή αστυνομία, αφενός, για να διασφαλίσει ότι σ’ ένα πανεπιστήμιο με πενιχρή κρατική χρηματοδότηση και δίδακτρα, όπου θα σπουδάζουν μόνο όσοι μπορούν να πληρώσουν, δεν θα υπάρχει καμία φωνή αντίστασης και διεκδίκησης, ούτε φοιτητικός συνδικαλισμός. Γιατί η κυβέρνηση ξέρει ότι ακόμα και στα πανεπιστήμια, που δεν υπάρχει φοιτητικός συνδικαλισμός, όπως αυτά των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας, έχουν γεννηθεί αντιστάσεις στα δίδακτρα και στην εμπορευματοποίηση. Επειδή αντιστάσεις θα υπάρξουν, η κυβέρνηση θέλει να τις αποτρέψει με την πανεπιστημιακή αστυνομία. Αφετέρου, προκειμένου να ικανοποιήσει το πιο αντιδραστικό της ακροατήριο, που από το 2019 ζητάει αποτελέσματα στην «τάξη και την ασφάλεια», θέλει να «τελειώνει» με ο,τι θυμίζει αντίσταση και αμφισβήτηση.

Γι’ αυτό φέρνει η κυβέρνηση την Πανεπιστημιακή Αστυνομία.  Δίνει 50 εκατομμύρια ευρώ για την σύσταση των ΟΠΠΙ, τα οποία θα μπορούσε να διαθέσει για μαζικές προσλήψεις καθηγητών, για την ανέγερση νέων εστιών, για νέες υποδομές και αίθουσες και για φοιτητική μέριμνα. Αυτά χρειαζόμαστε και όχι την αστυνομία για να χτυπάει όποιον διαφωνεί με την εκάστοτε κυβερνητική πολιτική διάλυσης των δημόσιων πανεπιστημίων.

Η απάντηση στα σχέδια της κυβέρνησης περνάει, αυτή τη στιγμή, μέσα από την αντίσταση ενάντια στην παρουσία της αστυνομίας στο ΕΚΠΑ, στο ΑΠΘ και σε όλα τα ιδρύματα. Είναι αναγκαίος ένας αγώνας σύσσωμης της ακαδημαϊκής και εκπαιδευτικής κοινότητας, με ενότητα όλων των φορέων, προκειμένου να μην πατήσουν οι ΟΠΠΙ το πόδι τους στις σχολές μας! Είναι πιο αναγκαίο από ποτέ να υπερασπιστούμε το Δημόσιο και Δωρεάν Πανεπιστήμιο!

ΟΙ ΟΠΠΙ ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΤΗΣΟΥΝ ΤΟ ΠΟΔΙ ΤΗΣ ΣΤΙΣ ΣΧΟΛΕΣ ΜΑΣ!

ΕΞΩ ΤΑ ΜΑΤ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ!

Όλοι σήμερα στα μεγάλα πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια

Αθήνα: Προπύλαια, 19:00

Θεσσαλονίκη: Καμάρα, 19:00

Με αφορμή την απόλυση εκπαιδευτικού για αντιναζιστικές ιδέες και συνδικαλιστική δράση

Η αφορμή για το παρόν σχόλιο είναι η πολιτική-συνδικαλιστική απόλυση του εκπαιδευτικού, συγγραφέα και συνδικαλιστή Βασίλη Λιόση, μετά από 25 χρόνια εργασίας σε ιδιωτικό σχολείο (δες εδώ ανακοίνωση ΟΙΕΛΕ).

Στη συζήτηση για την αξιολόγηση στην εκπαίδευση έχει γίνει κατορθωτό από την κυβέρνηση, να συζητιούνται διάφορα άσχετα θέματα εκτός από τους πραγματικούς στόχους της αξιολόγησης. Επαναλαμβάνονται μονότονα επιχειρήματα για την ανάγκη βελτίωσης του εκπαιδευτικού έργου, για την ανάγκη βελτίωσης ή απομόνωσης των ακατάλληλων εκπαιδευτικών και επαναλαμβάνονται κλισέ όπως “μα παντού γίνεται αξιολόγηση” ή “τι φοβάται ο καλός εκπαιδευτικός από την αξιολόγηση”.

Δε συζητιέται όμως ούτε η διεθνής εμπειρία από τα συστήματα αξιολόγησης, ούτε η εμπειρία από την ιδιωτική εκπαίδευση όπου εκεί υπάρχει η αξιολόγηση του σχολάρχη.

Δε συζητιέται ότι δεν υπάρχει γενικώς αξιολόγηση, αλλά η συγκεκριμένη αξιολόγηση που θα κάνει η κυβέρνηση, το υπουργείο, η εξουσία, οι σχολάρχες στα ιδιωτικά σχολεία, οι κυβερνητικά αρεστοί στα δημόσια, με στόχους να υποχρηματοδοτηθεί η εκπαίδευση, να εμπορευματοποιηθεί περισσότερο η εκπαιδευτική λειτουργία, να ελέγχθεί και χειραγωγηθεί το εκπαιδευτικό έργο και βεβαίως, για να γίνουν όλα αυτά, να περιοριστούν ή καταργηθούν τα όποια εργασιακά και άρα και συνδικαλιστικά δικαιώματα των εκπαιδευτικών.

Και μπορεί για τους γονείς-πελάτες όλα τα παραπάνω να είναι θεμιτά και ίσως και αναγκαία, καθώς ελπίζουν να ανήκουν σε εκείνο το 25% που θα βρίσκεται στα καλά σχολεία και με τους καλούς εκπαιδευτικούς, αλλά για τους γονείς-πολίτες είναι μια μεγάλη οπισθοδρόμηση σε σχέση με βασικές αξίες της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της άμβλυνσης των ανισοτήτων στην πρόσβαση στη γνώση, μια οπισθοδρόμηση που μας γυρνάει 150 χρόνια πριν, στα εκπαιδευτικά συστήματα της Βικτωριανής Εποχής, όπου “ο έχων εκπαιδεύεται”.

Στη χώρα μας η πολιτική αυτή έχει επιταχυνθεί επί κυβέρνησης ΝΔ. Αξιολόγηση σχολικής μονάδας, αύξηση πρότυπων σχολείων, διαγνωστικές εξετάσεις για παιδιά ΣΤ’ δημοτικού και Γ’ γυμνασίου. Στη δε ιδιωτική εκπαίδευση ο νόμος Κεραμέως του 2020 έλυσε τα χέρια στους σχολάρχες να “αξιολογούν”, δηλαδή να απολύουν εκπαιδευτικούς λόγω συνδικαλιστικής δράσης. Η ΟΙΕΛΕ έχει κάνει λόγο για πάνω από 200 τέτοιες απολύσεις τα τελευταία 2 χρόνια.

Το ότι πολλά ιδιωτικά σχολεία έχουν απευθείας σχέσεις με τη ΝΔ είναι γνωστό. Το ότι στο συγκεκριμένο σχολείο, όπου ο συγκεκριμένος εκπαιδευτικός διαμαρτυρήθηκε γιατί εκθειάστηκε ο Μεταξάς, φοιτούν παιδιά κορυφαίου υπουργού της ΝΔ και εγγόνια γνωστού ναζιστή και οπαδού του Μεταξά, δεν είναι τυχαίο.

Το ότι σε πολλά ιδιωτικά σχολεία οι σχολάρχες θέλουν τους εκπαιδευτικούς να είναι διαθέσιμοι ανά πάσα ώρα και στιγμή, απόγευμα, σαββατοκύριακα, αργίες και θέλουν να τελειώνουν με το συνδικαλισμό και τα εργασιακά δικαιώματα είναι επίσης γνωστό.

Το ότι η αξιολόγηση στα δημόσια σχολεία θα ακολουθήσει, στην ουσία και στο γράμμα, τα πεπραγμένα στην ιδιωτική εκπαίδευση είναι επίσης δεδομένο.

Αυτό που αναζητείται είναι η πολιτική που θα συγκροτήσει τους γονείς ως πολίτες από πελάτες και τους εκπαιδευτικούς ως πρωτοπόρα δύναμη για την υπεράσπιση του δικαιώματος στη μόρφωση για ΟΛΑ τα παιδιά.

Τι θα έγραφε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Νεοελληνική Γλώσσα αν έδινε Πανελλήνιες Εξετάσεις;

Το ερώτημα είναι εντελώς υποθετικό. Καταρχήν επειδή η ευρύτερη οικογένεια Μητσοτάκη ουδεμία σχέση έχει με τις Πανελλήνιες Εξετάσεις. Το κυβερνών σόι και η άρχουσα τάξη δεν έχουν ανάγκη εξετάσεων – η αριστεία ρέει στο αίμα τους. Δεν έχουν χρεία συνωστισμού με τους κοινούς θνητούς για μια θέση στο ελληνικό Πανεπιστήμιο. Τους περιμένει με ανοιχτές αγκάλες το Χάρβαρντ και το Γέιλ. Λόγω ονόματος, περιουσίας, ισχύος και διασυνδέσεων, όλοι μα όλοι οι γόνοι θα αποφοιτούν ντε φάκτο από τα κλασάτα ιδρύματα του εξωτερικού, κι ας είναι «αχαΐρευτοι» – κατά την ευφυή διατύπωση της Μαρίκας Μητσοτάκη για τον εγγονό της.

Το κείμενο του Ραϋμόνδου Αλβανού που κλήθηκαν να σχολιάσουν οι εξεταζόμενοι μαθητές στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας πριν μία εβδομάδα μιλά για την αξία της ιστορίας. 

Για την αξία της ιστορίας έχει ήδη τοποθετηθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας για τη δολοφονία Λαμπράκη: “Το παιδί των 17 ετών δεν το ενδιαφέρει τι έγινε το 1963”. 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τοποθετείται λίγο χειρότερα από τους φοιτητές του Ραϋμόνδου Αλβανού οι οποίοι, σύμφωνα με το απόσπασμα που παρατέθηκε στις εξετάσεις, του έλεγαν: «Γιατί, κύριε, να πρέπει να μαθαίνουμε ιστορία; Εμείς κοιτάμε μπροστά. Κοιτάμε στο μέλλον». 

Βέβαια οι φοιτητές του κ. Αλβανού είναι παιδαρέλια που σήμερα σπουδάζουν, μαθαίνουν, και ίσως θα προβληματιστούν, ενώ ο Κ. Μητσοτάκης είναι αριστούχος Κοινωνικών Επιστημών του Χάρβαρντ. Το να παπαγαλίζει αντι-ιστορικές κοινοτυπίες για την ιστορία, δεν περιποιεί τιμή ούτε για το Χάρβαρντ, ούτε για τις Κοινωνικές Επιστήμες. 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης – αν ήθελε να είναι συνεπής με τα πιστεύω του – θα ισχυριζόταν στο υποθετικό γραπτό του ότι η ιστορία δεν έχει καμιά σημασία. 

Ειδικά όταν αυτή η ιστορία προδίδει σε κάθε της σελίδα ότι για έναν και πλέον αιώνα, υπήρξαν δύο Ελλάδες. Η Ελλάδα των Λαμπράκηδων και η Ελλάδα των Μητσοτάκηδων. Η δεύτερη Ελλάδα θέλει να σβήσει την πρώτη. Για αυτό και απαξιώνει όχι μόνο το τι έγινε το 1963 αλλά και το τι έγινε το 1940 – 44, το 1946 – 49, το 1952, το 1967, το 1973 κοκ. 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο υποθετικό γραπτό του για τις Πανελλήνιες δεν θα ισχυριζόταν ότι η Ιστορία είναι αναγκαία για να καταλάβουμε το σήμερα. 

Για αυτόν, η ιστορία είναι απλώς το δίκαιο των νικητών. Πόσες φορές δεν έχει τονίσει ότι ο ίδιος, το σόι του, το κόμμα του και η τάξη του, είναι “με τη σωστή πλευρά της ιστορίας”;

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο υποθετικό γραπτό του για τις Πανελλήνιες θα ισχυριζόταν ότι η Ιστορία είναι αναγκαία μόνο για να νομιμοποιεί τις σημερινές επιλογές της άρχουσας τάξης. 

Όχι για να θυμίζει τις αμαρτίες της – και αυτές είναι πολλές και απαράγραπτες. 

Όχι για να θυμίζει το μεγαλείο των αγώνων των απλών ανθρώπων και του λαού. 

Όχι για να θυμίζει στιγμές συλλογικής και αγωνιστικής ανάτασης. 

Η ιστορία είναι χρήσιμη ως ντεκόρ για τα σόου της κυρίας Αγγελοπούλου – Δασκαλάκη για τα 200 χρόνια από την επανάσταση.

Είναι χρήσιμη ως τελική κρίση, ως θεολογικού τύπου τελεσιδικία για τη νίκη της αντεπανάστασης έναντι της επανάστασης, και ας είναι αυτή η νίκη στην πραγματικότητα προσωρινή. 

Αυτή είναι η μόνη χρησιμότητα της Ιστορίας για έναν Μητσοτάκη και για τους ομοίους του. 

Και αυτά θα έγραφε – αν ήταν ειλικρινής – και αν έδινε Πανελλήνιες εξετάσεις ο ίδιος ή ο επόμενος γόνος. 

Και τα δύο αν όμως, δεν πρόκειται να συμβούν.

Ο Ραϋμόνδος νίκησε τον Παπανούτσο; Βαριά ήττα της Νεολληνικής γλώσσας.

Ορισμένοι φιλόλογοι δεν έκρυψαν τον ενθουσιασμό τους για τα φετινά θέματα των πανελλαδικών εξετάσεων στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας – Λογοτεχνίας και για την επιλογή ενός κειμένου του Ραυμόνδου Αλβανού με τον τίτλο – πέτρα του σκανδάλου – λόγω της εσφαλμένης «ενδεικτικής απάντησης» της Κεντρικής Επιτροπής Εξετάσεων- «Γιατί να μαθαίνουμε ιστορία;».  Κάποιοι αναφέρθηκαν και στο «τέλος της εποχής Παπανούτσου»!

Ας μη χαθούμε στις επιμέρους εικόνες, αλλά να εστιάσουμε στη γενική.

Η γενική εικόνα για τα θέματα της Ν. Γλώσσας – Λογοτεχνίας δε διαφέρει από αυτή που κυριαρχεί την  τελευταία εικοσαετία με τον «νέο» τρόπο εξέτασης και τις πρόσφατες οριακές «μεταμοντέρνες» αλλαγές των τριών τελευταίων χρόνων.

Ο Ραϋμόνδος νίκησε τον Παπανούτσο;

Αναφορικά με το κείμενο του Ραϋμόνδου Αλβανού – παρόλο που δεν είμαι γνώστης του έργου του– αλλά μένοντας στο περιεχόμενο του κειμένου και ανεξάρτητα από την ιδεολογικόπολιτική ταυτότητα του συγγραφέα,  με μια προσεκτική ανάγνωση,  θα διαπιστώσουμε ότι αναπαράγει την κυρίαρχη ιδεολογία και μια συντηρητική αντίληψη περί ιστορικής γνώσης.

Παραθέτω μερικά αποσπάσματα με υπογραμμίσεις δικές μου: «όλοι μας είμαστε προϊόντα της ιστορίας. Ό,τι έχουμε στο μυαλό μας έρχεται από τους προηγούμενους από εμάς. ως μελλοντικοί νεκροί που αναπόφευκτα είμαστε όλοι μας. Η γνώση του παρελθόντος είναι απαραίτητη για την κατανόηση του παρόντος. Μαθαίνουμε ιστορία για να καταλάβουμε ποιοι είμαστε και να σκεφτούμε πού θέλουμε να πάμε…»

Αυτό το «μας»  και το «εμείς»  δεν είναι παρά μια ουδέτερη, αταξική αντίληψη περί κοινωνίας. Ο Ραϋμόνδος δεν διαφοροποιείται κατ΄ ελάχιστο με τον Παπανούτσο και άλλους αστούς δοκιμιογράφους και συγγραφείς. Όλοι είμαστε ένα ομοιογενές, διαταξικό σύνολο, όπου οι υπάρχουσες κοινωνικές τάξεις και στρώματα (αστοί, εργάτες, αγρότες κ.ά.) με διαμετρικά αντίθετα συμφέροντα και αντιθέσεις – συγκρούσεις έχουν εξαφανιστεί. Ανάλογα και η (ιστορική) γνώση είναι ουδέτερη ιδεολογικά και αταξική, όπως η παράδοση και ο «εθνικός πολιτισμός»

Μόνο που δεν είναι έτσι, γιατί η παράδοση, ο «εθνικός πολιτισμός» χαρακτηρίζεται από έναν πολιτιστικό δυισμό, δηλαδή την παράδοση και τον πολιτισμό της κυρίαρχης τάξης και τη λαϊκή παράδοση,  τον πολιτισμό των κυριαρχούμενων τάξεων και στρωμάτων. Σε αυτή την μονόδρομη ιδεολογικά κατεύθυνση και το κείμενο της Κικής Δημουλά με τίτλο «Θυμάμαι, άρα ζω;» που μου φέρνει στον νου αντιπαραθετικά το φιλοσοφικό μήνυμα του Αλμπέρ Καμί «Εξεγείρομαι, άρα υπάρχουμε».

Δε χρειάζονται περισσότερα. Οι επιλογές των κειμένων υποτάσσονται  στο στόχο της ιδεολογικής χειραγώγησης των υποψηφίων, ανεξάρτητα αν φέτος έσπασε η «παράδοση» των τελευταίων χρόνων να επιλέγονται από συγκεκριμένες συστημικές εφημερίδες «ΤΟ ΒΗΜΑ» και την «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ».

Μόνο το 2003 υπήρχε μια σημαντική εξαίρεση. Το κείμενο του Κορνήλιου Καστοριάδη, «Η Άνοδος της Ασηµαντότητας», όπου εκτός των άλλων είχε «πέσει» και το παρακάτω θέμα: Να αναπτύξετε µε 80-100 λέξεις το νόηµα της παρακάτω άποψης του συγγραφέα: «Η ανάπτυξη, βέβαια, των ανθρώπων αντί για την ανάπτυξη των σκουπιδοπροϊόντων θα απαιτούσε µιαν άλλη οργάνωση της εργασίας, η οποία θα έπρεπε να παύσει να είναι αγγαρεία και να γίνει πεδίο προβολής των ικανοτήτων του ανθρώπου».

Φαντάζεστε τη Νίκη Κεραμέως με ταγάρι;

Τι να απαντήσουν οι υποψήφιοι και τι να διορθώσουν οι βαθμολογητές στην ερώτηση για το ταγάρι; Πόση «σοφία», άραγε κρύβει η ερώτηση που επιδιώκει να βάλει τους υποψηφίους «στη θέση της αφηγήτριας»; Τι να απαντήσουν τα παιδιά που δεν ξέρουν καν τη λέξη ταγάρι, άσχετα από την επεξήγηση που δόθηκε. Βέβαια μην πείτε στους ιεροεξεταστές ότι η Νίκη Κεραμέως και οι ομοϊδεάτες – ισσές της δε θα κρατούσαν ποτέ «ταγάρι» που είναι ιδεολογικοπολιτικά χρωματισμένο και ό,τι αυτό συμβολίζει. Άλλωστε η Νίκης Κεραμέως και οι όμοιοι – ες της δε σπουδάζουν στο ελληνικό πανεπιστήμιο είναι οι γόνοι της κυρίαρχης τάξης που βαφτίζει το ταξικό συμφέρον της «εθνικό» και κάθε προσπάθεια υποταγής, εκμετάλλευσης και εξαθλίωσης των λαϊκών τάξεων και στρωμάτων  «σωτηρία της πατρίδος» Αυτό θα ήταν μια αιρετική, «εκτός θέματος» απάντηση».

Οι «κοτσάνες» της Κεντρικής Επιτροπής Εξετάσεων

Πανελλαδικές εξετάσεις στη Νεοελληνική Γλώσσα Λογοτεχνία, χωρίς γκάφες ή κοτσάνες γίνεται;

Δυστυχώς για υποψηφίους, κυρίως, αλλά και βαθμολογητές οι «κοτσάνες» δεν έλειψαν.

Πρώτη και χαρακτηριστική η ενδεικτική απάντηση της ΚΕΕ για το ερώτημα Β2α που αφορούσε τον τίτλο του κειμένου. Σύμφωνα με την ενδεικτική απάντηση το ερώτημα «Γιατί μαθαίνουμε Ιστορία;» είναι ρητορικό. Φυσικά ακόμα και ένας μέτρια προετοιμασμένος υποψήφιος εύκολα διαπιστώνει ότι το ερώτημα δεν είναι ρητορικό. Όσο και αν οι διάφοροι «σοφοί», ακόλουθοι της ΚΕΕ καταφεύγουν σε διάφορα αποσπάσματα και βιβλιογραφία για να μας πείσουν για το αντίθετο στηρίζοντας την άποψη της ΚΕΕ. Τουλάχιστον από αυτά που γράφουν τα σχολικά βιβλία και τα οποία θα πρέπει να παίρνουν υπόψη τους οι θεματοθέτες δεν αποδεικνύεται ότι το ερώτημα είναι ρητορικό, άσχετα αν το συγκεκριμένο ζήτημα δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, αλλά αποτελεί μια ενδεικτική λεπτομέρεια  ότι η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων ελάχιστη ή και καθόλου σχέση έχει με τη σχολική πραγματικότητα με αποτέλεσμα οι γκάφες και οι «κοτσάνες» στις εξετάσεις να είναι επαναλαμβανόμενες.

Δε χρειάζεται να σταθούμε καν σε θέματα ερωτήματα που αναπαράγουν όλες αυτές τις «μεταμοντέρνες μπούρδες» περί «υφολογικού αποτελέσματος» και άλλων «επικοινωνιακών» δαιμονίων. Πόσο σημαντικό για την πνευματική συγκρότηση των υποψηφίων είναι  να μάθουν τις «μεταμοντέρνες μπούρδες» και να ξεχωρίζουν το «ρητορικό ερώτημα» ή να διακρίνουν την προτρεπτική από την απορηματική υποτακτική και άλλα «μεταμοντέρνα» θέματα για τα οποία ξεσπά «εμφύλιος φιλολογικός πόλεμος», αλλά απαιτούν από τους υποψηφίους να έχουν γνώση;

Ούτως ή άλλως συνολικά η αντιεκπαιδευτική πολιτική στοχεύει στο σχολείο των δεξιοτήτων και όχι της ουσιαστικής γνώσης και γενικής παιδείας. Σε αυτό το πλαίσιο η ήττα της Νεοελληνικής Γλώσσας ως μάθημα χρόνο με το χρόνο γίνεται όλο και πιο βαριά, όλο και πιο οδυνηρή. Στόχος δεν είναι η σε βάθος κατανόηση και κριτική προσέγγιση των κειμένων η γλωσσική καλλιέργεια  των μαθητών παρά η ανάπτυξη κάποιων δεξιοτήτων και ασύνδετων αποσπασματικών γνώσεων.

Ενδεικτικό παράδειγμα η ερώτηση Β1 που παλαιότερα ήταν η ανάπτυξη ή σχολιασμός παραθέματος σε μια παράγραφο. Μας άφησε … χρόνους. Προέχει η άσκηση Σ – Λ ή πολλαπλής … αντιγραφής. Γιατί να μαθαίνουν οι μαθητές να γράφουν σωστά; Πολλοί βολεύονται με αυτό το Σ – Λ στο πλαίσιο της πολιτικής απομόρφωσης της νέας γενιάς. Αφήστε που διορθώνετα εύκολα και «αντικειμενικά». Άλλωστε υπάρχει και η εφαρμογή  «Βαθμολόγος». Σιγά – σιγά δε θα χρειάζονται και οι βαθμολογητές.

Άλλωστε η παραγωγή λόγου συρρικνώνεται παντοιοτρόπως. Από τις 500 – 600 λέξεις φτάσαμε στις 350 – 400. Με στόχο να μην εκφράζουν οι υποψήφιοι ελεύθερα τις προσωπικές τους απόψεις, αλλά να αναπαράγουν αυτές του κειμένου. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην παραγωγή λόγου το πρώτο ερώτημα διατυπώνεται ως εξής: «να εκφράσετε την άποψή σας για την αξία της ιστορικής γνώσης» (Η υπογράμμιση δική μου). Στις ενδεικτικές απαντήσεις η ΚΕΕ γράφει «οι μαθητές να αξιοποιήσουν δημιουργικά στοιχεία των κειμένων 1 και 2». Η αντίφαση είναι χαρακτηριστική και δείχνει ότι στόχος είναι η χειραγώγηση των υποψηφίων.

Τέτοιες επιλογές θεμάτων καταδυναστεύουν τις εξετάσεις και τη διδασκαλία του μαθήματος με αναχρονιστικές και συντηρητικές απόψεις αποστεώνοντας ακόμα περισσότερο το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας που υποφέρει στην προκρούστεια κλίνη της κυρίαρχης ιδεολογίας με επικίνδυνες περιπλοκές για την πνευματική συγκρότηση και την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών που υποτίθεται ότι είναι ο στόχος του.

Βαριά, λοιπόν, ήττα της Ν. Γλώσσας που αποτελεί προνομιακό μάθημα αναπαραγωγής και εμπέδωσης της κυρίαρχης ιδεολογίας. Με αποτέλεσμα να  καταπνίγεται ο αυθορμητισμός και να εθίζονται οι μαθητές στην ανειλικρίνεια και την υποκρισία. Ακόμα περισσότερο ναρκώνεται η κριτική σκέψη και παθητικά γίνονται αποδεκτές οι υποτιθέμενες «αιώνιες και γενικού κύρους αλήθειες», ενώ παράλληλα διαμορφώνονται ανελεύθερες προσωπικότητες.

Ιερά εξέταση και πολυσέλιδοι κατάλογοι «ενδεικτικών απαντήσεων»Χειραγώγηση βαθμολογητών

Ειδικότερα για τους βαθμολογητές οι οδηγίες χειραγώγησης από το Υπουργείο διαμoρφώνουν ακόμα πιο ασφυκτικές συνθήκες. Από σήμερα 75.000 περίπου γραπτά θα περάσουν από την «Ιερά Εξέταση» της Κεντρικής Επιτροπής των Εξετάσεων. Πολυσέλιδοι κατάλογοι «ενδεικτικών απαντήσεων» λειτουργούν ως μέσα χειραγώγησης και αλλοτρίωσης των βαθμολογητών με σκοπό «την ομογενοποίηση της κρίσης», την «αντικειμενική βαθμολόγηση»,  αλλά και για να καλυφθούν αστοχίες ή ασάφειες στη διατύπωση των θεμάτων.

Ο διοικητικός μηχανισμός τη εκπαίδευσης και οι επιτροπές των εξετάσεων που στελεχώνονται με διαδικασίες αδιαφάνειας και πελατειακών σχέσεων επιδιώκουν να διαμορφώσουν στους βαθμολογητές μια διεκπεραιωτική λογική όσον αφορά τη βαθμολόγηση των γραπτών με αποτέλεσμα να πιέζονται να βαθμολογήσουν περισσότερα γραπτά και γρηγορότερα. Με πρόσχημα «την ομογενοποίηση της κρίσης» δίνονται οδηγίες που χειραγωγούν και αλλοτριώνουν τους βαθμολογητές, πολλές φορές, για να καλυφθούν αστοχίες ή ασάφειες στη διατύπωση των θεμάτων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων συγκροτείται όχι από τους «άριστους», αλλά, κυρίως, από αρεστούς και υποτακτικούς στην ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας  και λειτουργεί  σε ένα πλαίσιο αδιαφάνειας με επίφαση το «αδιάβλητο» των εξετάσεων υλοποιώντας την «γραμμή», ακόμα και στην επιλογή των θεμάτων. Εύλογα για μια ακόμα χρονιά συγκεντρώνει τα πυρά της κριτικής και των αντιδράσεων της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Όσοι νομίζουν ότι εξετάσεις είναι τι να κάνουμε οι υποψήφιοι «πρέπει να βαθμολογηθούν αντικειμενικά» παραβλέπουν ότι οι εξετάσεις επιβάλλουν έναν ολοκληρωτικό έλεγχο στην εκπαιδευτική διαδικασία από το Δημοτικό κιόλας. Οι εξετάσεις γίνονται εργαλεία που μετατρέπουν τη διαδικασία της μόρφωσης σε εξάσκηση για το κυνήγι «χρήσιμων γνώσεων» που αποφέρουν βαθμούς. Σημασία έχει η παροχή «συνταγών επιτυχίας» για τη συλλογή μορίων. Οι μαθητές «μαθαίνουν» τις σχολικές γνώσεις, αρκετοί περνούν με επιτυχία τις εξετάσεις, αλλά δεν τις κατανοούν. Δεν μπορούν να συνδέσουν τις επιμέρους γνώσεις από τα διάφορα  μαθήματα προκειμένου να ερμηνεύσουν τον κόσμο στον οποίο ζουν μέχρι το πανεπιστήμιο.

Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε έχουμε ανάγκη από ένα σχολείο που να αγκαλιάζει όλα τα παιδιά χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις, όπου πρωταρχική σημασία έχει ο πνευματικός εξοπλισμός των μαθητών, η καλλιέργεια «ελεύθερων και δημοκρατικών πολιτών», έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν κριτικά την κοινωνία με την ενεργή συμμετοχή τους και παρέμβαση σ ΄ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας.

Πηγή: alfavita