Στις πόσες γυναικοκτονίες θα σταματήσουμε να «πέφτουμε από τα σύννεφα»;

Η δολοφονία της 20χρονης στα Γλυκά Νερά «πολιτικοποιήθηκε» από την πρώτη στιγμή από όσους είδαν σε αυτήν μία εξαιρετική ευκαιρία για στάξουν λίγο ακόμη ρατσιστικό δηλητήριο στο δημόσιο διάλογο και να εξυπηρετήσουν δικές τους σκοπιμότητες.  Ο υπουργός Χρυσοχοϊδης που μιλούσε για αναβάθμιση του οργανωμένου εγκλήματος και επικήρυξε τους δράστες με 300.000 ευρώ, ο «συνδικαλιστής» αστυνομικός – πανελίστας Μπαλάσκας που δήλωνε ότι «ούτε μία στο τρισεκατομμύριο» δεν είναι Έλληνες οι δράστες, η πρόεδρος της Ένωσης Εισαγγελέων που –καταργώντας όλη τη σύγχρονη εγκληματολογία- απέδιδε την αύξηση της εγκληματικότητας στους μετανάστες που «δεν μοιράζονται τις δικές μας αξίες» είναι μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα για το κλίμα που επιχειρήθηκε να στηθεί. Δίπλα σε αυτούς και οι διάφοροι ακροδεξιοί φελλοί που προσπαθούσαν να ανοίξουν εκ νέου συζήτηση για επαναφορά της θανατικής ποινής και οπλοκατοχή. Τα ΜΜΕ έπαιξαν για ακόμη μια φορά το δικό τους ρόλο: προαγωγή του ρατσισμού, αναπαραγωγή της αντίληψης περί «κατάντιας της κοινωνίας» και άκρατη συγκινησιοκρατία (και τα τρία βασικά εργαλεία για την φασιστικοποίηση της δημόσιας ζωής).

Από χθες που επιβεβαιώθηκε η αναμενόμενη εδώ και μέρες «ανατροπή» στην υπόθεση και πλέον έχουμε ως φερόμενο, καθ’ ομολογία δράστη τον 32χρονο σύζυγο της 20χρονης άρχισε να στήνεται το νέο επικοινωνιακό σκηνικό: «σοκαριστική ανατροπή», «πέσαμε από τα σύννεφα», «ήταν πολύ καλός ηθοποιός» (σαν τον Λιγνάδη μάλλον κι αυτός). Και φυσικά μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας αποδίδει και πάλι το έγκλημα στην ψυχοσύνθεση του δράστη, εθισμένο στη λογική πως οι εγκληματίες είναι «τέρατα» ή «ψυχασθενείς» και άρα δεν μετέχουν ούτε αυτοί του «ημετέρου πολιτισμού».

Προς το παρόν, δημοσιοποιούνται προσωπικές σκέψεις του θύματος στο ημερολόγιό της, επιχειρώντας να δείξουν (ακόμη μια φορά) ότι ο θύτης είχε τα δίκια του: Η δολοφονημένη 20χρονη τον “απειλούσε με διαζύγιο”, είχε “πρόβλημα με τις ορμόνες της”, τον “χτυπούσε” επειδή ήξερε πολεμικές τέχνες, “αδιαφορούσε” για την κόρη της. Πόσο λοιπόν να αντέξει και ο καημένος ο πιλότος; Ο δε Μπαλάσκας τον έβγαλε και αγαθό, καθώς, αν ήταν έξυπνος, έπρεπε να πάρει τηλέφωνο κατευθείαν και να επικαλεστεί βρασμό ψυχής. Θα έβγαινε έτσι από τη φυλακή σε 3-4 χρόνια να συνεχίσει τη ζωή του, με ένα πτώμα στην πλάτη του.

Αυτά που ακολούθησαν την ομολογία του πιλότου, είναι χειρότερα από όσα προηγήθηκαν: επιβεβαιώνουν ότι όσοι διαμορφώνουν την κοινή γνώμη διαχέουν, αναπαράγουν και εμπεδώνουν στην κοινωνία, την αντίληψη της ιδιωτικοποιημένης -από το σύντροφο- γυναίκας, επί της οποίας, υπάρχει δικαίωμα ζωής και θανάτου, ή έστω, υπάρχει ισχυρό ελαφρυντικό.

Το έγκλημα στα Γλυκά Νερά έχει όνομα: λέγεται γυναικοκτονία και σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου παγκοσμίως για τις γυναίκες 16-44 ετών. Έχει μελετήθεί επιστημονικά και ορίζεται συνοπτικά ως «η δολοφονία γυναικών και κοριτσιών επειδή είναι γυναίκες». Οι περιπτώσεις παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά: Οι δράστες έχουν το κλειδί του σπιτιού σου. Είναι σύζυγοι/ σύντροφοι, νυν και πρώην, πατεράδες, αδερφοί, καμιά φορά και μανάδες. Πολύ σπανιότερα ο θύτης είναι άγνωστος στο θύμα. Το δεύτερο κοινό χαρακτηριστικό προκύπτει από το κίνητρο και αρκεί μια απλή ανάγνωση των απολογιών[1] των δραστών: “μου αντιμίλησε”, “έθιξε τον ανδρισμό μου”, “με έβρισε”, “ήθελε να με εγκαταλείψει”, “την αγαπούσα πολύ και θόλωσα” κλπ. Οι περισσότερες απολογίες είναι σχεδόν εκνευριστικά όμοιες. Κοινά χαρακτηριστικά και ως προς τον τρόπο τέλεσης: στραγγαλισμός, πολλαπλές μαχαιριές, χτυπήματα στο κεφάλι και αρκετά συχνά σημαντικές προσπάθειες για την συγκάλυψη του εγκλήματος και την παρουσίασή του ως «φυγή», «ατύχημα» ή οτιδήποτε άλλο.

Το πρόβλημα δεν είναι φυσικά βιολογικό ούτε οφείλεται σε κάποιον τάχα «προαιώνιο» πόλεμο των δύο φύλων, αλλά έγκειται  στην κοινωνική πρόσληψη του “τι είναι γυναίκα” και “τι άντρας” και ποια η δέουσα κοινωνική συμπεριφορά των δύο φύλων. Οι δράστες δεν είναι κατά κανόνα ούτε “τρελοί” ούτε τέρατα, είναι “κανονικοί” άνθρωποι, με “κανονικές” δουλειές, όλων των εθνικοτήτων, ηλικιών και τάξεων.  Η βία κατά των γυναικών –και συνολικά το έγκλημα- είναι προϊόν της κοινωνίας που ζούμε, του οικονομικού και πολιτικού της συστήματος, του αξιακού της κώδικα και των προτύπων ζωής της. Τα αίτια της γυναικοκτονίας έχει σκιαγραφήσει ο Φρίντριχ Ένγκελς ήδη από το 1884: «Ο άντρας πήρε το πηδάλιο και στο σπίτι, η γυναίκα ταπεινώθηκε, υποδουλώθηκε, έγινε σκλάβα των ορέξεών του και απλό εργαλείο για την παραγωγή παιδιών (…) Για να εξασφαλιστεί η πίστη της γυναίκας, δηλαδή η πατρότητα των παιδιών, παραδίδεται η γυναίκα χωρίς όρους στην εξουσία του άνδρα: Αν τη σκοτώσει, εξασκεί μονάχα το δικαίωμά του…» (Η καταγωγή της οικογένειας της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους)». Η αιτία λοιπόν των γυναικοκτονιών δεν είναι ούτε η «υπερβολική αγάπη» του δράστη ούτε το θολωμένο του μυαλό, αλλά κατά βάση η βαθιά ριζωμένη κοινωνικά ιδιοκτησιακή αντίληψη για την γυναίκα σύζυγο/σύντροφο.

Για την 20χρονη στα Γλυκά Νερά μπορούμε φυσικά να πενθούμε αλλά δεν έχουμε το δικαίωμα να «σοκαριζόμαστε» για το έγκλημα αυτό καθαυτό. Το σοκαριστικό είναι ότι στο 2021 και επί ένα μήνα ακούγαμε καθημερινά ΜΜΕ, πανελίστες, αλλά και το συγγενικό και φιλικό περιβάλλον του θύματος να μιλούν για “μεγάλο έρωτα” και “παραμυθένια ζωή”. Δεν υπάρχει όμως τίποτα το παραμυθένιο όταν ένας άνθρωπος 28 χρονών αποπλανεί μια 16χρονη μαθήτρια και όπως μας λένε συγκινημένες οι φίλες της “την ακολουθεί ακόμη και στις σχολικές εκδρομές”. Δεν υπάρχει τίποτα το μαγικό στην φράση “διάβαζε για τις πανελλήνιες και παράλληλα διάλεγε νυφικό. Λίγο μετά τις εξετάσεις παντρεύτηκαν”. Υπάρχει μόνο χειριστικότητα, τοξικότητα, σχολεία, συγγενείς και “τοπικές κοινωνίες” που κάνουν τα στραβά μάτια όχι από αδιαφορία ή έλλειψη αγάπης, αλλά γιατί πιστεύουν βαθύτατα ότι ο γάμος και τα παιδιά (και μάλιστα με πλούσιο κι ωραίο παλικάρι) είναι ο φυσικός προορισμός κάθε γυναίκας, όσων χρονών κι αν είναι.

Ακόμη και μετά από την «ανατροπή» των δεδομένων, η συζήτηση για αυστηροποίηση των ποινών αλλά ακόμη και για αυτοτελή τυποποίηση της γυναικοκτονίας ως «ιδιώνυμου» αδικήματος ή ως διακεκριμένης μορφής ανθρωποκτονίας παραμένει. Το πρόβλημα όμως δεν είναι στις ποινές ούτε η γυναικεία ζωή διαφέρει ποιοτικά ως έννομο αγαθό από την ανδρική. Το πρόβλημα ξεκινάει από την πρόληψη και την άρνηση να αντιληφθούμε ως κοινωνία το έγκλημα ως μια έλλογη πράξη νοημόνων όντων που η δράση τους καθοδηγείται από κίνητρα, αξίες και αντιλήψεις ενυπάρχουσες και σε μεγάλο βαθμό αποδεκτές στην κοινωνία μας.

«Ξέρω: κηρύγματα και ρητορείες πάλι, θα πεις. / Ε ναι λοιπόν! Κηρύγματα και ρητορείες», γιατί αναγκαία προϋπόθεση για την αντιμετώπιση οποιουδήποτε κοινωνικού φαινομένου –άρα και του εγκλήματος- αποτελεί η κατανόησή του. Και γιατί μία κοινωνία που εγκαταλείπει την αξίωση για ουσιαστική, ορθολογική προσέγγιση του εγκληματικού φαινομένου και αρχίζει να αναζητεί τα αίτια στο …DNA των δραστών και να μοιράζει κρεμάλες είναι μια βαθιά ηττημένη και φοβισμένη κοινωνία, που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ορθολογικά τα προβλήματά της.  Χρειάστηκαν αιώνες για να απομαγεύσουμε το έγκλημα και δεν πρέπει να αφήσουμε κανέναν να μας γυρίσει πίσω. Αντίθετα, πρέπει να δώσουμε με συνέπεια την μάχη ενάντια στην ανισότητα και την κοινωνική οπισθοδρόμηση που το γεννά και φυσικά απέναντι στους κάθε λογής θιασώτες τους.

[1] Διαβάστε ενδεικτικά πολλές απολογίες εδώ

1 reply

Trackbacks & Pingbacks

  1. […] το κίνητρο και αρκεί μια απλή ανάγνωση των απολογιών[1] των δραστών: “μου αντιμίλησε”, “έθιξε τον ανδρισμό […]

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *