Κατώτατος μισθός

Κατώτατος μισθός και κατώτατες προσδοκίες

Από μία πλευρά το μνημόνιο ήταν, εκτός των άλλων, ένα πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης (το οποίο κατά τα άλλα ήθελαν να αποφύγουν οι εγχώριοι κήρυκες του “ανήκομεν εις τη Δύση” με μια ενδεχόμενη επιστροφή σε εθνικό νόμισμα) των μισθών και των αξιών στην Ελλάδα.

Μνημονιακή συνέχεια…

Την πλευρά αυτή υλοποίησε η μείωση του κατώτατου μισθού το 2012 και ειδικά ο μνημονιακός νόμος 4172/2013 (ν. Βρούτση). Αυτός ο νόμος θεσμοθέτησε γενικά τα εξής.

  • Ο κατώτατος μισθός θα καθορίζεται πλέον από την κυβέρνηση (δηλαδή από τους δανειστές) – και όχι από τη διαπραγμάτευση εργοδοτών-εργαζομένων όπως γινόταν έως το 2010. Τότε καθορίστηκε στα 586 € με «κλειδωμένο» αυτό το ύψος έως και το Γενάρη του 2017. Επίσης ο νόμος προβλέπει το 2013 ότι τυχόν αύξηση μετά το 2017 θα παίρνει υπόψη την κατάσταση της οικονομίας, την ανάπτυξη, την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα κοκ.
  • Ο νόμος του 2ου μνημονίου προέβλεπε ότι το Γενάρη κάθε έτους (μετά το 2017) θα εκκινούσαν διαβουλεύσεις μεταξύ διαφόρων θεσμικών παραγόντων (Τράπεζα της Ελλάδας – δηλαδή ΕΚΤ, Στατιστική υπηρεσία, Υπουργός Οικονομίας, Υπουργός Εργασίας κ.α.) για τον καθορισμό του ύψους του κατώτατου μισθού. Το αργότερο έως 31/05 ο Υπουργός Εργασίας εκδίδει την τελική απόφαση της κυβέρνησης.

Αν δε θέλουμε λοιπόν να βαφτίζουμε το κρέας ψάρι, η κυβέρνηση υλοποιεί, με καθυστέρηση δύο ετών, τη «λελογισμένη» αύξηση που προέβλεπε το δεύτερο μνημόνιο των Σαμαρά-Βενιζέλου. Το υλοποιεί βέβαια με τη γνωστή Συριζαίικη κουτοπονηριά. Αυτό που αλλάζει στο νόμο, δεν είναι η επιστροφή στις συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ συνδικάτων-εργοδοτών, όπως ψευδά δηλώνει η κ. Αχτσιόγλου ως γνήσιο τέκνο μιας «σχολής» αντιμετώπισης της πολιτικής ως συνεχείς «επικοινωνιακές μάχες», αλλά είναι η τελική ημερομηνία έκδοσης της απόφασης-πάντα από τον Υπουργό Εργασίας. Καθώς οι πολιτικές εξελίξεις τρέχουν και υπάρχει πιθανότητα να έχουμε εκλογές πριν το καλοκαίρι, γιατί η κυβέρνηση που καμώνεται την προστάτιδα των φτωχών να μην έχει άλλο ένα όπλο στην επικοινωνιακή φαρέτρα της; Γιατί να μην εμφανίσει την ήδη αποφασισμένη (λελογισμένη πάντα), από το μνημόνιο Σαμαρά-Βενιζέλου, αύξηση του κατώτατου μισθού ως μια δική της «μάχη» υπέρ των φτωχών;

Με τις ευχές των δανειστών και του ΣΕΒ

Ποια μάχη όμως; Για μια «λελογισμένη» αύξηση του κατώτατου μισθού υπάρχει και η σύμφωνη  γνώμη των εργοδοτών και των δανειστών και του «σκληρού» ΔΝΤ. Ας αφήσουμε στην άκρη τη συμφωνία και της ΝΔ, καθώς στη μεταμνημονιακή Ελλάδα του σήμερα δεν έχει μεγάλη σημασία τι λέει το κάθε κόμμα, αρκεί να έχει το οκ των δανειστών-ιμπεριαληστών.

Το ΔΝΤ το καλοκαίρι δηλώνει τα εξής: “Οποιαδήποτε προσαρμογή των κατώτατων μισθών θα πρέπει να είναι συνετή και σύμφωνη με ό,τι έχει κατακτηθεί στο πεδίο της παραγωγικότητας, με στόχο τη διατήρηση της δυναμικής της ανάκαμψης της απασχόλησης και την αποφυγή κάθε μείωση  της ανταγωνιστικότητας”.

Ο ΣΕΒ στην τελευταία του έκθεση, πριν τη ΔΕΘ, σημειώνει με νόημα: Η παραγωγικότητα της εργασίας, μετά από τρία χρόνια μείωσης, έχει επανέλθει σε θετικούς ρυθμούς μεταβολής (+0,7% το α’ εξάμηνο του 2018), στηρίζοντας ονομαστικές αυξήσεις στους μισθούς άνω του 1% (ή +0,8% λαμβάνοντας υπόψιν τον πληθωρισμό) στο α’ εξάμηνο του 2018 (έναντι 0,1% το 2017 και μειώσεων τα προηγούμενα χρόνια)“.

Τι δηλώνουν λοιπόν οι υποτιθέμενοι σκληροί; Βεβαίως να γίνει αύξηση, αλλά αυτή να μη ξεφύγει από τα πλαίσια της ανάπτυξης και της αύξησης της παραγωγικότητας.

Σε πλέον φιλοκυβερνητικά πλαίσια, ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Κωνσταντίνος Κόλλιας, δήλωνε πριν λίγες μέρες:

“Είναι σημαντικό να προχωρήσουμε σε μια τέτοια αύξηση, αλλά για να είναι βιώσιμη πρέπει να δούμε πώς θα είναι βιώσιμες και οι επιχειρήσεις. Άρα, να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές για τις επιχειρήσεις, ώστε αυτές να έχουν τη δυνατότητα να κρατήσουν τις θέσεις απασχόλησης και να τις αυξήσουν, αυξάνοντας ταυτόχρονα τον κατώτατο και τον υποκατώτατο μισθό. Παράλληλα, είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη και η μείωση των εργοδοτικών εισφορών”.

Στο ίδιο πλαίσιο – και πιο αριστερά ο Μίχαλος από την κυβέρνηση αφού ζητάει αύξηση στα 751 € σε δύο χρόνια – κινήθηκαν και οι τοποθετήσεις των Μίχαλου – Κορκίδη από τα Εμπορικά και Βιομηχανικά Επιμελητήρια. Δηλαδή επανέλαβαν αν δεν υπέβαλαν τα βασικά μέτρα ελαφρύνσεων που ανακοίνωσε ο Τσίπρας στη ΔΕΘ για το μεσαίο και μεγάλο κεφάλαιο.

Η επικοινωνιακή διαχείριση

Άρα δεν υπάρχει καμία μάχη υπέρ των φτωχών. Υπάρχει μια χυδαία προεκλογική επικοινωνιακή διαχείριση της ισχνής ανάπτυξης, που θα υπήρχε αντικειμενικά μετά από μια πρωτόγνωρη συσσωρευμένη ύφεση 8 ετών της τάξης του 29%! Και οι ίδιοι οι καπιταλιστές καταλαβαίνουν ότι με 25% ανεργία και χωρίς συμμετοχή των εργαζομένων -με μικρό μερίδιο- στην ανάπτυξη, αυτή έχει κοντά πόδια.

Το βασικό που έχουν πετύχει οι μνημονιακοί νόμοι εσωτερικής υποτίμησης είναι ότι αυτό το μερίδιο της πίτας για τους εργαζόμενους είναι απελπιστικά μικρότερο, σε σύγκριση με το 2009. Από το 2012 έχουν γίνει εκατομμύρια προσλήψεις εργαζομένων με βάση τους μνημονιακούς νόμους, που πέρα από το ύψος του κατώτατου μισθού διατηρούν παγωμένες και τις αυξήσεις ανά τριετία. Μισθοί της τάξης των 600 έως 800 ευρώ εάν πρόκειται για πτυχιούχους με παιδιά.

Για να μη μιλήσουμε για τις επιχειρησιακές ή κλαδικές συμβάσεις, για τις οποίες πάλι ψεύδεται η κ. Αχτσιόγλου καθώς η επαναφορά του καθεστώτος της βέλτιστης σύμβασης αφορά μόνο 70.000-80.000 εργαζόμενους, τις ατομικές συμβάσεις και όλο το αρχιπέλαγος της μνημονιακής απορρύθμισης που διαμορφώνουν νέους εργαζόμενους με 300 € και 400 €. Μισθοί πείνας και ανέχειας κυριολεκτικά. Αυτό το πλαίσιο το αφήνει άθικτο η κ. Αχτσιόγλου.

Δεν υποτιμούμε τις αυξήσεις 20-30 ευρώ. Ή αν καταργηθεί ο υποκατώτατος για τους κάτω των 25 ετών (όπως δεσμεύεται και η ΝΔ εξάλλου), θα έχουμε αυξήσεις της τάξης των 100 ευρώ για κάποιες χιλιάδες νέους εργαζόμενους. Ή αυξήσεις της τάξης των 40-50 ευρώ για εργαζόμενο με προϋπηρεσία, με παιδιά κοκ. Όμως δε μπορούμε παρά να υπενθυμίσουμε ότι στους ίδιους εργαζόμενους η αλλαγή στο όριο του αφορολόγητου το 2020 θα τους αφαιρέσει μεγαλύτερο ή και πολλαπλάσιο ποσό. Για να μη μιλήσουμε για όλο το υπόλοιπο πλαίσιο που κρατάει τους εργαζόμενους καθημερινά στα όρια της ανέχειας. Η σύνταξη του παππού και της γιαγιάς (σε πόσα σπίτια δε συμπληρώνουν αυτοί τους μισθούς των 600-70 ευρώ των παιδιών τους;) που ήδη έχει πετσοκοπεί με τις απανωτές μειώσεις αλλά και με το νέο τρόπο υπολογισμού του νόμου Κατρούγκαλου. Με το μνημονιακό δυσθεώρητο ΦΠΑ που «φορολογεί» το ίδιο τον πλούσιο με το φτωχό. Με τον ΕΝΦΙΑ.

Όχι δεν υπάρχει καμία διαδικασία, έστω αργή, έστω μετριοπαθής, έστω στα πλαίσια μιας σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης εργοδοτών-εργαζομένων, ανάκτησης εργασιακών δικαιωμάτων και αύξησης του μεριδίου της πίτας των εργαζομένων στο εθνικό εισόδημα και την (καπιταλιστική) ανάπτυξη.

Υπάρχει μια μικρή αύξηση στον κατώτατο μισθό που προβλεπόταν και από τους δανειστές και από το ΔΝΤ 5 χρόνια πριν. Ταυτόχρονα από την άλλη τσέπη, το μνημονιακό καθεστώς συνεχίζει και αφαιρεί τα ίδια και μεγαλύτερα ποσά από τους εργαζόμενους, μέσα από την αύξηση των φόρων και τη μείωση των συντάξεων.

Και υπάρχει και μια χυδαία επικοινωνιακή διαχείριση μιας κοινωνίας χωρίς ελπίδα, μιας μέσης συνείδησης μηδενικών προσδοκιών. Αυτήν την κοινωνία των μηδενικών προσδοκιών ο ΣΥΡΙΖΑ τη δημιούργησε με την πολιτική -ευχολόγιο που είχε έως το 2015 και μετά το 2015 με τον χυδαίο πολιτικό αμοραλισμό που επέδειξε. Η συνείδηση της κοινωνίας, η μέση συνείδηση των εργαζομένων «εκπαιδεύτηκε» από το ΣΥΡΙΖΑ να μην πιστεύει τίποτα, να μην περιμένει τίποτα, να μην αγωνίζεται για τίποτα. Δεν είναι τυχαία εξάλλου η κάμψη των αγώνων τα τελευταία 3 χρόνια. Αυτή τη μέση συνείδηση διαχειρίζεται επικοινωνιακά ο ΣΥΡΙΖΑ στα πλαίσια του διπολισμού ΝΔ/ΣΥΡΙΖΑ και δεξιάς/αντιδεξιάς, επανερχόμενος στην άλλοτε επάρατο πολιτική του μικρότερου κακού.

Για όσους βρέθηκαν στην Αριστερά κάποια στιγμή, ή πέρασαν από αυτήν, τα παραπάνω δεν αποτελούν λεπτομέρειες. Δεν μπορεί το όραμά τους να ήταν αυτή η «διαχείριση» της μετα-μνημονιακής κοινωνίας της φτώχειας.

Αν είναι έτσι, είχαν πάρει τη ζωή τους λάθος από παλιά. Από τότε που το Παπανδρεικό ή Σημιτικό ΠΑΣΟΚ ήταν όντως το μικρότερο κακό μπροστά στον Μητσοτάκη.

Γιατί αν η Αριστερά δεν μπορεί να αυξάνει τις προσδοκίες των εργαζομένων και της κοινωνίας, αν δε μπορεί να δίνει όραμα έξω από τα πλαίσια της διαχείρισης του μικρότερου κακού, δεν έχει και νόημα ύπαρξης.

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *