Οι ‘αντι-συμβατικές ιδέες’ της Ισραηλινής πολιτικής ελίτ για την ανάπτυξη και διατήρηση του καθεστώτος απαρτχάιντ στη χώρα
Το παρόν είναι ένα σημαντικό θεωρητικό άρθρο του πρώην Βρετανού διπλωμάτη Alastair Crooke, με μεγάλο πλούτο ιδεών όσον αφορά τη στρατηγική της σιωνιστικής ανάπτυξης του κράτους του Ισραήλ. Το άρθρο ασχολείται με την κεντρική ιδέα ότι μέσω της ασάφειας στα εκάστοτε όρια και την θόλωση του καθιερωμένου και οριοθετημένου χώρου γίνεται δυνατός ο αποικιοκρατικός έλεγχος των Παλαιστινιακών πληθυσμών. Η ιδέα αυτή, που αρχικά αποτελούσε στρατιωτικό δόγμα, έχει σταδιακά διεισδύσει στην ισραηλινή πολιτική σφαίρα, γράφει ο Alastair Crooke.
Το άρθρο παρουσιάζει και μεγάλο ενδιαφέρον στο τελικό του συμπέρασμα για την κατά πάσα πιθανότητα, σύμφωνα με τον Crooke, τροπή που θα λάβει η παραδοσιακή πολιτική των ‘ρευστών συνόρων’ από τον Νετανιάχου στην προσπάθεια να διαιωνιστεί η παγίδευση του Παλαιστινιακού λαού σε ένα καθεστώς ‘διαφοροποιημένων δικαιωμάτων’, δηλαδή απαρτχάιντ, το οποίο ταυτίζεται με την αντίληψη της ‘αποκλειστικότητας’ που βρίσκεται στην καρδιά του Σιωνισμού.
Το ρευστό “Τελικό Παιχνίδι” του Νετανιάχου – Δεν είναι τέχνασμα, αλλά επιστροφή σε παλαιότερη σιωνιστική στρατηγική
Του Alastair Crooke, 22 Ιανουαρίου 2024
Ο μακαρίτης Αριέλ Σαρόν, ένας επί μακρόν ισραηλινός στρατιωτικός και πολιτικός ηγέτης, εκμυστηρεύτηκε κάποτε στον στενό του φίλο Uri Dan ότι «οι Άραβες δεν είχαν ποτέ αποδεχτεί πραγματικά την παρουσία του Ισραήλ … και έτσι, μια λύση δύο κρατών δεν ήταν δυνατή – ούτε καν επιθυμητή».
Στο μυαλό αυτών των δύο – όπως και για τους περισσότερους Ισραηλινούς σήμερα – κρύβεται ο ‘γόρδιος δεσμός’ που βρίσκεται στην καρδιά του σιωνισμού: Πώς να διατηρηθούν τα διαφοροποιημένα δικαιώματα σε ένα φυσικό έδαφος που περιλαμβάνει έναν μεγάλο παλαιστινιακό πληθυσμό.
Οι ισραηλινοί ηγέτες πίστευαν ότι με την αντισυμβατική προσέγγιση του Σαρόν για τη “χωρική ασάφεια”, το Ισραήλ βρισκόταν κοντά στην ανάπτυξη μιας λύσης στον γρίφο της διαχείρισης των διαφοροποιημένων δικαιωμάτων μέσα σε ένα κράτος σιωνιστικής πλειοψηφίας, το οποίο περιλαμβάνει σημαντικές μειονότητες. Οι Παλαιστίνιοι, πίστευαν πολλοί Ισραηλινοί (μέχρι πρόσφατα), περιορίζονταν επιτυχώς σε έναν διαγραμμισμένο πολιτικό και φυσικό χώρο – και μάλιστα είχαν ‘εξαφανιστεί’ σε σημασία – για να έρθει η Χαμάς, στις 7 Οκτωβρίου, να τινάξει στον αέρα όλο αυτό το περίτεχνο μοντέλο.
Το γεγονός αυτό πυροδότησε έναν ευρύτατα διαδεδομένο και υπαρξιακό φόβο ότι το σιωνιστικό εγχείρημα θα μπορούσε ενδεχομένως να καταρρεύσει, εάν τα σιωνιστικά θεμέλια της αποκλειστικότητας απορρίπτονταν από μια ευρεία αντίσταση έτοιμη να οδηγήσει το ζήτημα σε πόλεμο.
Το πρόσφατο άρθρο του Αμερικανού δημοσιογράφου Steve Inskeep—Η Έλλειψη Στρατηγικής του Ισραήλ είναι η Στρατηγική—φέρνει στο επίκεντρο το φαινομενικό παράδοξο: Ότι ενώ ο Νετανιάχου είναι πολύ σαφής σχετικά με αυτό που δεν θέλει, την ίδια στιγμή παραμένει πεισματικά αδιαφανής σχετικά με αυτό που θέλει ως μέλλον για τους Παλαιστίνιους που ζουν σε ένα κοινόχρηστο έδαφος.
Για όσους πιστεύουν ότι η ειρήνη στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε (ή θα έπρεπε) να είναι ο στόχος του Νετανιάχου, αυτή η αδιαφάνεια εμφανίζεται ως σοβαρό ‘ελάττωμα’ για την επίλυση της κρίσης στη Γάζα. Ωστόσο, αν ο Νετανιάχου (που υποστηρίζεται από το υπουργικό του συμβούλιο και την πλειοψηφία των Ισραηλινών) δεν προσφέρει καμία στρατηγική για την ειρήνη με τους Παλαιστίνιους, τότε ίσως η παράλειψή της να μην είναι ‘ελάττωμα’, αλλά να είναι το χαρακτηριστικό της.
Για να κατανοήσετε το υποκείμενο οξύμωρο, πρέπει να αντιληφθείτε γιατί ο Αριέλ Σαρόν και ο Uri Dan ‘είπαν όσα είπαν’, και να καταλάβετε πώς η στρατιωτική εμπειρία του Σαρόν από τον πόλεμο του 1973 έχει ουσιαστικά διαμορφώσει ολόκληρο το παλαιστινιακό μοντέλο [του Ισραήλ]. Το 2011, έγραψα ένα άρθρο στο Foreign Policy, στο οποίο διατυπώθηκε η άποψη ότι η αντίληψη του Σαρόν περί Παλαιστινιακής Μόνιμης Ασάφειας ήταν -και παραμένει- η βασική απάντηση των Σιωνιστών στο πώς να παρακάμψουν το παράδοξο που ενυπάρχει στον Σιωνισμό. Τριάντα χρόνια αργότερα, εξακολουθεί να ελλοχεύει σε όλες τις πρόσφατες δηλώσεις του Νετανιάχου (και των ισραηλινών ηγετών όλου του πολιτικού φάσματος).
Ήδη από το 2008, η υπουργός Εξωτερικών (και δικηγόρος), Τζίπι Λίβνι, εξηγούσε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες γιατί «η μόνη απάντηση του Ισραήλ (στο ζήτημα της συντήρησης του Σιωνισμού) ήταν να διατηρήσει τα σύνορα του κράτους απροσδιόριστα – κατέχοντας παράλληλα τους σπάνιους υδάτινους και εδαφικούς πόρους – κρατώντας τους Παλαιστίνιους σε μια κατάσταση μόνιμης αβεβαιότητας, να εξαρτώνται από την καλή θέληση του Ισραήλ».
Και σημείωσα σε ένα ξεχωριστό κείμενο:
«Η Λίβνι έλεγε ότι ήθελε το Ισραήλ να είναι ένα Σιωνιστικό κράτος – βασισμένο στο Νόμο της Επιστροφής[1] και ανοιχτό σε κάθε Εβραίο. Ωστόσο, η εξασφάλιση ενός τέτοιου κράτους σε μια χώρα με πολύ περιορισμένη επικράτεια σημαίνει ότι η γη και το νερό πρέπει να παραμείνουν υπό Εβραϊκό έλεγχο, με διαφοροποιημένα δικαιώματα για Εβραίους και μη Εβραίους. Δικαιώματα που επηρεάζουν τα πάντα, από τη στέγαση και την πρόσβαση στη γη, μέχρι τις θέσεις εργασίας, τις επιδοτήσεις, τους γάμους και τη μετανάστευση».
Επομένως, η λύση των δύο κρατών, εκ των πραγμάτων, δεν έλυνε το πρόβλημα της διατήρησης του Σιωνισμού, αλλά μάλλον το επιδείνωνε. Το αναπόφευκτο αίτημα για πλήρη ισότητα των Παλαιστινίων όσον αφορά τα δικαιώματά τους θα έφερνε το τέλος των εβραϊκών ‘ειδικών δικαιωμάτων’ και του ίδιου του Σιωνισμού, υποστήριξε η Λίβνι—μια απειλή σχετικά με την οποία συμφωνούν οι περισσότεροι Σιωνιστές.
Η απάντηση του Σαρόν σε αυτό το απόλυτο παράδοξο, ωστόσο, ήταν διαφορετική:
Ο Σαρόν είχε ένα εναλλακτικό σχέδιο για τη διαχείριση μιας μεγάλης μη εβραϊκής ‘εξωτερικής ομάδας’, που θα είχε φυσική παρουσία μέσα σε ένα Σιωνιστικό κράτος διαφοροποιημένων δικαιωμάτων. Η εναλλακτική λύση του Σαρόν κατέληγε στην αποτροπή μιας λύσης δύο κρατών εντός σταθερών συνόρων.
Αυτό υποδήλωνε έναν πολύ διαφορετικό τρόπο σκέψης, σε αντίθεση με ό,τι εδώ και καιρό θεωρούνταν διεθνώς ως γενική συναίνεση: Δηλαδή, ότι η λύση των δύο κρατών θα αναδυόταν τελικά—κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες—επειδή αυτό ήταν προς το απώτερο δημογραφικό συμφέρον του Ισραήλ[2].
Οι ρίζες της ‘εναλλακτικής’ του Σαρόν βρίσκονταν στη ριζικά ανορθόδοξη στρατιωτική του σκέψη για το πώς θα υπερασπιστεί το κατεχόμενο τότε Σινά από τον Αιγυπτιακό στρατό κατά τη διάρκεια του πολέμου με την Αίγυπτο το 1973.
Η έκβαση του Ισραηλινο-Αραβικού πολέμου του 1973 δικαίωσε πλήρως το δόγμα του Σαρόν για μια δικτυακή άμυνα που βασιζόταν σε ένα πλέγμα υπερυψωμένων οχυρών σημείων που ήταν διασκορπισμένα σε όλο το βάθος του Σινά – ένα πλαίσιο που λειτουργούσε ως μια εκτεταμένη χωρική ‘παγίδα’ που παρείχε στους Ισραηλινούς υψηλό επίπεδο κινητικότητας, ενώ παρέλυε τον εχθρό που παγιδευόταν μέσα στο πλέγμα των αλληλοσυνδεόμενων οχυρών σημείων.
(Αν ο αναγνώστης παρατηρήσει την ομοιότητα αυτής της προσέγγισης με τους ισραηλινούς στρατηγικούς κόμβους από οικισμούς-‘οχυρά’ που είναι σήμερα διασκορπισμένοι στη Δυτική Όχθη, αυτό δεν είναι τυχαίο!).
Ο Σαρόν οραματιζόταν την έκταση ολόκληρης της Δυτικής Όχθης ως ένα εκτεταμένο, διαπερατό και προσωρινό ‘σύνορο’. Αυτή η προσέγγιση μπορούσε επομένως να αγνοήσει οποιαδήποτε λεπτή γραμμή με μολύβι, που θα σχεδιαζόταν για να υποδηλώσει κάποιο πολιτικό σύνορο. Αυτό το πλαίσιο αποσκοπούσε στο να αφήσει τους Παλαιστίνιους σε μια κατάσταση μόνιμης αβεβαιότητας, εγκλωβισμένους μέσα σε ένα πλέγμα αλληλοσυνδεόμενων οικισμών και υποκείμενους σε Ισραηλινές στρατιωτικές επεμβάσεις κατά την αποκλειστική κρίση του Ισραήλ.
Το 1982, ο Σαρόν επεξεργάστηκε το σχέδιο “Η” ενός πλέγματος οχυρών εποικισμών στη Δυτική Όχθη, στο οποίο θα καθρεπτιζόταν η στρατηγική που είχε ακολουθηθεί στο Σινά. Αυτή η αμυντική στρατηγική, ωστόσο, είχε επίσης ως αποτέλεσμα να προσδώσει νέο σκοπό και νομιμοποίηση στον ‘Εποικιστικό Σιωνισμό’.
Η επιτυχία αυτής της στρατηγικής οδήγησε έτσι στη μετατροπή της από μια ουσιαστικά στρατιωτική αμυντική δομή (με στόχο την παράλυση των Παλαιστινίων μέσα σε ένα πλέγμα ισχυρών σημείων των IDF[3]) σε μια κεντρική προσέγγιση, στη συνέχεια, για τη διαχείριση των Παλαιστινίων ευρύτερα. Με την πάροδο των ετών, αυτή θα γινόταν πιο κατασταλτική, πιο καταχρηστική και πιο απεχθής. Και τελικά, [αυτή η προσέγγιση] έσπειρε τη λύση απαρτχάιντ των δύο κρατών.[4]
Όταν ο Αριέλ Σαρόν ‘τράβηξε’ τις ίδιες τις άκρες της συνοριακής γραμμής του Ισραήλ και τις ‘έριξε’ εκατέρωθεν της Δυτικής Όχθης, ουσιαστικά έλεγε ότι οι έποικοι της Δυτικής Όχθης είναι η χωρικά διευρυμένη συνοριακή γραμμή της προ του 1967 επικράτειας, όπως ακριβώς είχε επεκτείνει τα σύνορα του Ισραήλ μέσω των πλεγμάτων των οχυρών-σημείων στο Σινά.
Αυτό ακριβώς ήταν το νόημα του οράματός του: Δεν έχει σημασία αν το Ισραήλ βρίσκεται στα προ του 1967 ή στα μετά το 1967 εδάφη—όλα τα σύνορα ήταν ρευστά και μεταβαλλόμενης μορφής, κατά την άποψή του. Τα επεκταμένα, ελαστικά, διαπερατά, με πλέγματα-παγίδες ‘σύνορα’ του Σαρόν ξεκίνησαν έτσι μια διαδικασία—στη στρατιωτική σφαίρα—της θόλωσης των διακρίσεων μεταξύ ενός εσωτερικού πολιτικού χώρου και ενός εξωτερικού. Αυτό, μαζί με την έννοια του Sharon για τον ‘μη σεβαστό’ χώρο, έγινε το καθιερωμένο ισραηλινό στρατιωτικό δόγμα.
«Θέλουμε να αντιπαραθέσουμε στον διαγραμμισμένο χώρο της παραδοσιακής, παλιομοδίτικης στρατιωτικής πρακτικής την ομαλότητα που επιτρέπει την κίνηση στον χώρο, μια κίνηση που διασχίζει ανεμπόδιστα τα όποια σύνορα και εμπόδια. Αντί να περιορίζουμε και να οργανώνουμε τις δυνάμεις μας σύμφωνα με τα υπάρχοντα σύνορα, θέλουμε να κινούμαστε μέσα από αυτά», σημείωνε ένας ανώτερος ισραηλινός αξιωματικός το 2006.[5]
Είναι κρίσιμο ότι η ιδέα του θολώματος του καθιερωμένου και οριοθετημένου χώρου διείσδυσε σταδιακά από την στρατιωτική στην ισραηλινή πολιτική σφαίρα. Επιπλέον, η αρχή της σύγχυσης αυτού που βρίσκεται εντός με αυτό που βρίσκεται εκτός έχει επεκταθεί στον πολιτικό και νομικό χώρο των Κατεχόμενων Παλαιστινιακών Εδαφών. Επέτρεψε τη διαμόρφωση ενός χώρου δύο επιπέδων, υπάγοντας τους Ισραηλινούς Εβραίους και τους Παλαιστίνιους Άραβες σε διαφορετικά συστήματα κινητικότητας και διοικητικής μεταχείρισης.
Οι διαφοροποιημένοι νομικοί και διοικητικοί χώροι παγίωσαν έτσι και τη Σιωνιστική πολιτική αρχή της διαφοροποίησης των πολιτικών δικαιωμάτων. Αυτό το σύστημα δύο επιπέδων προβλέπει τον πολιτικό αποκλεισμό των Παλαιστινίων, αλλά διατηρεί την εξάρτηση και τη νομική ένταξη των Παλαιστινίων κάτω από τον ισραηλινό μηχανισμό ελέγχου. Το σύστημα αυτό είναι ουσιαστικά ένα σύστημα εξαίρεσης στην κυριαρχία, με το οποίο έχουν ασχοληθεί φιλόσοφοι όπως ο Carl Schmitt και ο Giorgio Agamben.
Ας προχωρήσουμε γρήγορα στη σημερινή εποχή: Μόλις καταστεί σαφές ότι ο πρωταρχικός στόχος είναι αυτός της διατήρησης του Σιωνισμού, τότε όλα όσα κάνει ο Νετανιάχου βγάζουν νόημα. Η ουσία του προβλήματος παραμένει αμετάβλητη: Η εγγενής αντίφαση ενός Σιωνιστικού κράτους εξαιρέσεων που ενσωματώνει μια σημαντική μη εβραϊκή εξω-ομάδα χωρίς δικαιώματα—είτε αυτή βρίσκεται στο περιφραγμένο γκέτο της Γάζας είτε στο ‘πλέγμα οχυρών των εποίκων’ στη Δυτική Όχθη—έχει καταστεί μη βιώσιμη.
Μόλις το ‘σύστημα’ διαχωρισμού του Αριέλ Σαρόν καταρρεύσει (όπως συνέβη στις 7 Οκτωβρίου), ιδέες όπως οι προτάσεις του Μπλίνκεν για την “επόμενη μέρα” στη Γάζα εγείρουν αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα του σιωνιστικού σχεδίου καθαυτού. Με απλά λόγια, ο Σιωνισμός θα πρέπει να επανεξεταστεί—ή να εγκαταλειφθεί.
Το ίδιο και οι πολιτικές απαντήσεις της Δύσης θα πρέπει να επανεξεταστούν. Οι καλοπροαίρετες κοινοτοπίες για μια ‘λύση’ δύο κρατών είναι εδώ και χρόνια πολύ πίσω. Πολύ νερό έχει κυλήσει κάτω από τη γέφυρα. Ίσως θα ήταν καλύτερο αν η Δύση μπορούσε να αρχίσει να εξετάζει τις συνέπειες της ήττας για εκείνους που έχουν αγκαλιάσει τη μία πλευρά σε αυτήν τη σύγκρουση. Είναι περισσότερα από τις σκέτες ενέργειες του Ισραήλ στη Γάζα που βρίσκονται στο εδώλιο του κατηγορουμένου στη Χάγη, πολλά άλλα επίσης δικάζονται (από τη σκοπιά του Παγκόσμιου Νότου).
Άραγε θα μπορούσε στ’ αλήθεια να είχε επιτύχει αυτή η ισραηλινή ‘ενσωμάτωση δια του αποκλεισμού’; Το τεχνο-χωροταξικό πολιτικό σύστημα του Σαρόν, παρά την αξίωσή του για φιλοσοφική νομιμοποίηση, τελικά, στη ρίζα του δεν είναι παρά μια εξέλιξη του υποδείγματος που έχει συνδεθεί με έναν βασικό Σιωνιστή θεωρητικό, τον Βλαντιμίρ Γιαμποτίνσκι: δηλαδή ένας διαφορετικός τρόπος για να επιτευχθεί η ‘εξαφάνιση’ των Παλαιστινίων.
Και αν η παλαιστινιακή εξω-ομάδα δεν μπορεί να ‘εξαφανιστεί’ μέσω των τεχνο-χωρικών κατασκευών, δεν θα ήταν έκπληξη αν η λογική της κατάστασης οδηγούσε τον Νετανιάχου και την κυβέρνησή του πίσω στην αρχική στρατηγική του Σαρόν για ριζική έλλειψη σεβασμού του στρατιωτικού χώρου και των πολιτικών συνόρων—να αιφνιδιάσει και να δημιουργήσει μια εκτεταμένη χωρική παγίδα για τους Παλαιστίνιους (όπως έκανε ο Σαρόν με τον αιγυπτιακό στρατό).
«Το Ισραήλ είναι το κράτος του εβραϊκού λαού», υπογράμμισε η Λίβνι το 2008—τονίζοντας τη Σιωνιστική ‘βασική γραμμή’—«και θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι όταν μιλάμε για τον «λαό του», αυτός είναι ο εβραϊκός λαός, με την Ιερουσαλήμ να είναι η ενιαία και αδιαίρετη πρωτεύουσα του Ισραήλ και του εβραϊκού λαού εδώ και 3007 χρόνια».
Πηγή: Strategic Culture
Μετάφραση – επιμέλεια: Κ. Μηλολιδάκης
Οι σημειώσεις στο τέλος είναι του μεταφραστή.
[1] Ο “Νόμος της Επιστροφής” είναι ένας ισραηλινός νόμος, που ψηφίστηκε στις 5 Ιουλίου 1950, ο οποίος δίνει στα άτομα με έναν ή περισσότερους Εβραίους παππούδες και στους συζύγους τους το δικαίωμα να μετεγκατασταθούν στο Ισραήλ και να αποκτήσουν την ισραηλινή υπηκοότητα.
[2] Εδώ υπονοείται ότι με δεδομένη την αυξημένη γεννητικότητα των Παλαιστινιακών πληθυσμών, το Ισραήλ θα δεχόταν τελικά τη λύση των δύο κρατών με διακριτά σύνορα προκειμένου να διατηρήσει την ταυτότητά του.
[3] IDF: Israel Defense Forces (Δυνάμεις Άμυνας του Ισραήλ). Τα αρχικά που χρησιμοποιεί ο Ισραηλινός στρατός. Όλο και περισσότεροι σχολιαστές, δημοσιογράφοι, κ.λπ. χρησιμοποιούν τον όρο IOF: Israel Occupation Forces (Δυνάμεις Κατοχής του Ισραήλ) στα κείμενά τους.
[4] Ο Crooke εννοεί εδώ την παρούσα κατάσταση όπου οι δύο Παλαιστινιακές οντότητες (Δ. Όχθη και Γάζα) δεν διαθέτουν τον έλεγχο σε βασικά δικαιώματα–νερό, ηλεκτρικό, πρόσβαση στον έξω κόσμο, κ.λπ.
[5] Πήρα το θάρρος εδώ και άλλαξα την παραπομπή του συγγραφέα επειδή η σελίδα στην οποία εκείνος παραπέμπει δεν υπάρχει. Υποθέτω όμως ότι παρέπεμπε στην ίδια πηγή, μια διατριβή Master’s στο πανεπιστήμιο Trent του Καναδά η οποία ασχολείται σε μεγάλο βαθμό με τις θεωρίες του Ισραηλινού απόστρατου ταξίαρχου Shimon Naveh, ο οποίος είναι ο αξιωματικός των IDF στον οποίο αναφέρεται ο Crooke. Μέσα στη διατριβή (την οποία κατεβάζει σε PDF ο σύνδεσμος που παραθέτω) υπάρχει το σχετικό απόσπασμα σε εκτεταμένη μορφή καθώς και παραπομπή στην πρωτότυπη πηγή [Naveh, Shimon, “Between the Striated and the Smooth,” Insecurity. (Issue 22, Summer 2006)].
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!