Η Παλαιστίνη ως δοκιμασία της λογικής και της ανθρωπιάς μας
Το κείμενο βασίζεται σε ομιλία που εκφωνήθηκε σε εκδήλωση για το λαό της Γάζας και της Παλαιστίνης.
Η κατάσταση στην Παλαιστίνη διαχρονικά παρουσιάζεται ως ασύλληπτα περίπλοκη, χαρακτηριστικό δε είναι τ’ ότι όταν θέλουμε να καταδείξουμε κάτι ως δυσεπίλυτο το συγκρίνουμε με το μεσανατολικό. Υπονοείται από διάφορους ότι ακόμα και με το εφόδιο εκατοντάδων βιβλίων κι ερευνών για το ζήτημα, πάλι είναι δύσκολο να εκφέρει κανείς τελεσίδικες κρίσεις. Πως κι οι καλύτεροι και πιο σπουδαγμένοι ανάμεσά μας δεν μπορούν ν’ αναμετρηθούν μ’ αυτό το τιτάνιο για την ανθρώπινη διανόηση έργο. Εδώ παρεισφρέει και μια οριενταλιστική ματιά: πώς να χωρέσει ο μέσος έλλογος (δηλ. ευρωπαϊκός) νους τ’ ασύλληπτα που γίνονται απ’ αυτά τα μυστήρια εξωτικά όντα της Ανατολής;
Γίνεται μια συντονισμένη προσπάθεια να θαφτεί το θέμα κάτω από τόνους αδιαπέραστου από την κρίση σχετικισμού. Κάποτε οι Παλαιστίνιοι κάνανε το τάδε, οι Ισραηλινοί κάνανε το δείνα, κι αυτή η συνθήκη εκτείνεται απαράλλακτη τόσο προς το παρελθόν όσο και προς το μέλλον, μια μεταφυσική προαιώνια σύγκρουση που βαστάει απ’ την απαρχή του σύμπαντος κι ως τέτοια θα αναπαράγεται αναλλοίωτη στον αιώνα τον άπαντα.
Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο πολύπλοκα. Γιατί παρότι κάθε ιστορικό φαινόμενο έχει την πολυπλοκότητά του, το βάθος και τις αποχρώσεις του, εντούτοις το Παλαιστινιακό είναι απ’ τις λίγες, αν όχι η μόνη περίπτωση, που όσο περισσότερο εντρυφήσει κανείς τόσο πιο απόλυτη είναι η κρίση που προκύπτει: το δίκιο είναι με τους Παλαιστίνιους.
Γιατί σε τελική ανάλυση είναι αδύνατο να ξεφύγει κανείς απ’ την πραγματικότητα: το κράτος του Ισραήλ είναι το τελευταίο ανοιχτά και καταστατικά αποικιοκρατικό κράτος στον κόσμο, απότοκο μιας εθνικιστικής-φασιστικής ιδεολογίας, του σιωνισμού, δηλαδή της ιδεολογίας που αντί για την ενσωμάτωση των Εβραίων στις κοινωνίες που ζούσαν, επέτασσε τη δημιουργία έθνους-κράτους των Εβραίων στη γη της Παλαιστίνης εκτοπίζοντας τους γηγενείς κατοίκους της.
Μιας ιδεολογίας που στο σχηματισμό και την επικράτησή της επωφελήθηκε από 3 πράγματα:
- τους διωγμούς των Εβραίων στην Ευρώπη, με αποκορύφωμα το Ολοκαύτωμα
- τον αντισημιτισμό των αρχουσών τάξεων των Μεγάλων Δυνάμεων, ειδικά πριν τον Β’ ΠΠ αλλά και μετά απ’ αυτόν, που οδηγούσε σε μια ενθουσιώδη αποδοχή της ιδέας ενός εβραϊκού κράτους μακριά από το δικό τους
- την ανάγκη ύπαρξης ενός αταλάντευτου ευρωατλαντικού στηρίγματος στην γεωστρατηγικά εξαιρετικά κρίσιμη περιοχή της Μέσης Ανατολής μέσα σε μια θάλασσα Αράβων
Σιωνισμός χωρίς την άφθονη στήριξη από τις Μεγάλες Δυνάμεις δεν θα κατάφερνε ποτέ να ορθοποδήσει. Αυτήν ακριβώς τη στήριξη μόχλευσε ώστε το 1948 να προβεί σε μια πρωτοφανή εκστρατεία βίας, τρομοκρατίας και δολοφονιών με σκοπό τον μαζικό εκτοπισμό των Παλαιστινίων και την εκπλήρωση του σιωνιστικού ονείρου: την ίδρυση ισραηλινού κράτους, με εβραϊκή πλειοψηφία, στην Παλαιστίνη. Τα γεγονότα αυτά αποτυπώθηκαν στην παλαιστινιακή μνήμη ως Νάκμπα, Καταστροφή.
Απ’ τη στιγμή της σύλληψής του, η αποικιοκρατική φύση της ιδεολογίας του σιωνισμού τον έκανε ευθέως ανταγωνιστικό με το Παλαιστινιακό εθνικό αίσθημα. Πολύ απλά μια ιδεολογία βασισμένη στον επεκτατισμό, το ρατσισμό έναντι όλων των άλλων λαών πλην του «εκλεκτού» και την αυταπάτη εκπλήρωσης ενός προαιώνιου βιβλικού πεπρωμένου δεν θα μπορούσε ποτέ να συνυπάρξει με οτιδήποτε άλλο.
Η αντίδραση των υπόλοιπων αραβικών κρατών στη Νάκμπα, ήταν ανεπαρκής και εξαρχής καταδικασμένη στην αποτυχία. Εναντίον του νεότευκτου Ισραήλ επιχείρησαν στρατοί από 4 κράτη, αθροιστικά λιγότεροι από 24.000 άνδρες, που αντιστοιχούσαν σε λιγότερο από 1/3 των Ισραηλινών δυνάμεων. Για να μην μιλήσουμε για την έλλειψη μεταξύ τους συντονισμού, την ποιότητα του εξοπλισμού που έφεραν και της εκπαίδευσης που είχαν λάβει. Ο Ισραηλινός ιστορικός Avi Shlaim αναφέρει ότι «στην πραγματικότητα ήταν ένας απ’ τους πιο οικτρά διχασμένους, ανοργάνωτους, άτακτους στρατούς στη σύγχρονη πολεμική ιστορία». Αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά θα συνόδευαν τη στάση των αραβικών κρατών απέναντι στο Ισραήλ και τους Παλαιστίνιους και την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεών τους στις επόμενες δεκαετίες.
Έκτοτε, η μοίρα των Παλαιστινίων, περιπλανόμενων και καταπιεζόμενων, και η αδιάλλακτη εχθρότητα του Ισραήλ απέναντι σ’ αυτούς και όλα τα αραβικά κράτη που το περιτριγυρίζουν αποτελούν το μεγαλύτερο αγκάθι της Μέσης Ανατολής, το οποίο πολλές δυτικής κυβερνήσεις υποκρίνονται ότι προσπαθούν να επιλύσουν, συστηματικά και σταθερά υπονομεύοντας τα δικαιώματα του Παλαιστινιακού λαού.
Από τη Νάκμπα προκύπτουν οι εδαφικοί σχηματισμοί της Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας, τα μόνα παλαιστινιακά εδάφη που δεν κατάφερε να κατακτήσει το Ισραήλ το 1948. Η Δυτική Όχθη περιήλθε στον έλεγχο της γειτονικής της Ιορδανίας και η Λωρίδα της Γάζας στην Αίγυπτο αντίστοιχα. Αυτό όμως άλλαξε με τον πόλεμο των 7 ημερών του 1967, όταν το Ισραήλ με μια αιφνιδιαστική επίθεση σε όλα τα γειτονικά του αραβικά κράτη, κατατρόπωσε τους στρατούς τους και κατέλαβε ό,τι δεν πρόλαβε το 1948. Έκτοτε τα εδάφη αυτά τελούν υπό ισραηλινή στρατιωτική κατοχή.
Στην αντίσταση που ξέσπασε, είτε αυτή ήταν ένοπλη, όπως του PLO απ’ τη δεκαετία του ’50, της Χαμάς κι άλλων μετέπειτα, είτε άοπλη και κινηματική όπως οι εξεγέρσεις του Παλαιστινιακού λαού, οι ξακουστές Ιντιφάντα, η απάντηση του Ισραήλ ήταν μία κι απαράλλακτη: στυγνή καταστολή, δυσθεώρητα δυσανάλογα αντίποινα για κάθε πλήγμα εναντίον του, περαιτέρω περίσφιξη κι ατσάλωμα της σιδηράς πυγμής με την οποία καταστέλλει κάθε έκφραση παλαιστινιακής εθνικής ταυτότητας.
Αυτή η σιδηρά πυγμή βασίζεται στο εξής τρίπτυχο καταπίεσης: διωγμός, κατοχή, απαρτχάιντ. Στο εσωτερικό του, ένα σύστημα απαρτχάιντ, συστηματικά μεροληπτικό κατά των Αράβων Ισραηλινών πολιτών, φροντίζει ώστε να παραμένουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας έναντι των Εβραίων. Έτσι συνεχίζεται η προσπάθεια εκδίωξής τους ή έστω επιτυγχάνεται η υποταγή τους στο σιωνιστικό ζυγό.
Στα κατεχόμενα εδάφη ο Ισραηλινός στρατός που τα διοικεί, λειτουργεί σαν κανονικός στρατός κατοχής. Συλλήψεις στο σωρό που γίνονται επ’ αόριστον διοικητικές κρατήσεις, καθημερινοί κι εξαθλιωτικοί έλεγχοι ώστε να εμπεδωθεί η απανθρωποποίηση των Παλαιστινίων κι η κατωτερότητά τους έναντι των Ισραηλινών Εβραίων, κατεδαφίσεις σπιτιών για «λόγους ασφαλείας» και άνοιγμα χώρου για την ίδρυση (παράνομων και διεθνώς καταδικασμένων) ισραηλινών εποικισμών.
Σ’ όλη αυτή την υπόθεση το Ισραήλ είχε πάντα έναν απαρασάλευτο υποστηρικτή: τις ΗΠΑ. Ήδη από τη λήξη του Β’ ΠΠ αλλά με ιδιαίτερη ένταση μετά τον πόλεμο των επτά ημερών του 1967, οι ΗΠΑ στέκονταν πάντα στο πλευρό του, παρέχοντας αμέριστη στρατιωτική, υλική, οικονομική και διπλωματική στήριξη. Οι Αμερικάνοι θα φρόντιζαν οι διατυπώσεις των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ να είναι τέτοιες ώστε να αφήνουν παραθυράκια για μετέπειτα ισραηλινές διεκδικήσεις ή στη χειρότερη απλά θα ασκούσαν το βέτο τους όπου δεν τους έβγαινε (πάντα θάβοντας τα δικαιώματα των Παλαιστινίων). Κάθε χρόνο οι Αμερικάνοι δίνουν οικονομική βοήθεια στο Ισραήλ της τάξης των δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αθροιστικά, το Ισραήλ απ’ την ίδρυσή του έχει λάβει απ’ τις ΗΠΑ περίπου 300 δισεκατομμύρια.
Οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις των οποίων έχουν ηγηθεί οι ΗΠΑ, έκρυβαν την μία παγίδα μετά την άλλη για τους Παλαιστίνιους κι ήταν απ’ την αρχή σχεδιασμένες μαζί με την ηγεσία του Ισραήλ και αποσκοπούσαν στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της. Συστηματικά ζητούνταν απ’ τους Παλαιστίνιους και την όποια ηγεσία τους είχαν τη διάθεση να αναγνωρίσουν Αμερικανοί κι Ισραηλινοί, δραματικές εκχωρήσεις και παραιτήσεις από δικαιώματά τους που βασίζονταν στο διεθνές δίκαιο, με αντάλλαγμα στην καλύτερη ψήγματα αυτοδιοίκησης και στη χειρότερη απλά υποσχέσεις που δεν έμελλαν να υλοποιηθούν ποτέ. Αλλά ακόμα κι αυτά τα ψήγματα αυτοδιοίκησης δεν δίνονταν με στόχο τη σταδιακή ίδρυση των θεσμών εκείνων που προοπτικά θα μετασχηματιστούν μια μέρα σ’ ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος. Μόνος τους πραγματικός ρόλος ήταν η ανάληψη των καθηκόντων των κατοχικών ισραηλινών δυνάμεων, στα πλαίσια της αναπροσαρμογής της σιωνιστικής στρατηγικής μπροστά στο μεγάλο κόστος (οικονομικό, πολιτικό κλπ) της κατοχής. Να γίνει δηλαδή μια μερίδα Παλαιστινίων αυτό που ήταν μέχρι τότε οι Ισραηλινοί στρατιώτες, τοποτηρητές της τάξης που επιθυμεί το Ισραήλ στα κατεχόμενα. Αυτό υλοποιήθηκε με τη δημιουργία της Παλαιστινιακής Αρχής, μισητής απ’ τον λαό της για την ευθυγράμμισή της με ΗΠΑ και Ισραήλ και την αποτυχία της να παράξει ένα θετικό αποτέλεσμα για τους Παλαιστινίους.
Κοινός στόχος τόσο του Ισραήλ όσο και των Αμερικάνων είναι η διαχείριση των Παλαιστινίων μέσω της σποράς και διατήρησης διχόνοιας μεταξύ τους. Όταν απ’ τις δημοτικές εκλογές του 2006, εκ των πιο ορθά διεξαγμένων στον αραβικό κόσμο βάσει διεθνών παρατηρητών (μεταξύ των οποίων κι ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ James Carter) η Χαμάς, που ακουλουθούσε μια πολιτική σύγκρουσης με το Ισραήλ, επικράτησε συντριπτικά των δυνάμεων του PLO, που προωθούσαν κι εφάρμοζαν μια πολιτική διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ που οδηγούσε από ήττα σε ήττα και ολοένα και περισσότερες παραχωρήσεις δίχως αντίκρυσμα, ΗΠΑ και Ισραήλ κινήθηκαν αστραπιαία δυναμιτίζοντας τις προσπάθειες ένωσης του παλαιστινιακού εθνικού κινήματος και επιδιώκοντας το οριστικό σχίσμα τους, το οποίο και συνέβη. Έτσι προέκυψε μια πολύ βολική συνθήκη για τους Ισραηλινούς και τους Αμερικάνους υποστηρικτές τους, καθώς μπορούσαν δείχνοντας το διχασμό των Παλαιστινίων και να αναφωνούν «δεν υπάρχει αξιόπιστος εταίρος απ’ την Παλαιστίνη για να διαπραγματευτούμε μαζί του» και ταυτόχρονα να αποκαλούν «τρομοκράτη» όποιον αντιστεκόταν στις πολιτικές τους.
Στο μεταξύ το Ισραήλ έχει αναπτύξει ένα σύστημα διαχείρισης κάθε μερίδας: Στη Δυτική Όχθη που διοικείται απ’ την υποτακτική Παλαιστινιακή Αρχή δείχνει το πρόσωπο της πανταχού παρούσας κατοχικής δύναμης συνεχίζοντας ανενόχλητο την επί δεκαετιών του πολιτική, και στη Λωρίδα της Γάζας που ελέγχεται απ’ την ενοχλητική Χαμάς συντηρεί ασφυκτική πολιορκία και κάθε τόσο εισβάλλει σκοτώνοντας εκατοντάδες ή και χιλιάδες Παλαιστινίων αδιακρίτως προφασιζόμενο ότι κάνει πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας.
Καθώς το σιωνιστικό κατασκεύασμα είναι καθόλα εξαρτώμενο από εξωτερική στήριξη, έχει ζωτική ανάγκη να επιμελείται ενδελεχώς την εικόνα που εκπέμπει προς τα έξω. Γι’ αυτό επιστρατεύει την Hasbara (εξήγηση στα εβραϊκά), που δεν είναι τίποτα πέρα από ένα Israel-splaining, όπου το Ισραήλ λέει με ύφος ανωτερότητας στη διεθνή κοινή γνώμη: «Μη βλέπεις τι λέμε, κάνουμε και λέμε ότι θα κάνουμε. Να ‘χεις πάντα στο νου σου ότι εμείς είμαστε απόγονοι των θυμάτων του Ολοκαυτώματος, του μεγαλύτερου και ΜΟΝΟΥ εγκλήματος αυτής της κλίμακας που έγινε ποτέ στον κόσμο. Ντάξει τώρα, μην ακούς αυτούς τους όντως επιβιώσαντες του Ολοκαυτώματος που μας κατηγορούν ότι συμπεριφερόμαστε στους Παλαιστίνιους όπως οι Ναζί σε μας, αυτοί είναι τρελοί, Εβραίοι που μισούν τους εαυτούς τους και την πατρίδα τους. Ο ισραηλινός στρατός είναι ο πιο ηθικός στον κόσμο, φαίνεται κι απ’ τ’ όνομά του (το οποίο είναι Ισραηλινή Αμυντική Δύναμη). Εγώ στη θέση σου δεν θα ασκούσα κριτική στο Ισραήλ, αυτά τα κάνουν μόνο κάτι αντισημίτες.» Ούτε λίγο ούτε πολύ, δουλειά της Hasbara είναι η διατήρηση της εικόνας του Ισραήλ ως του μόνου και μόνιμου θύματος και οποιουδήποτε αντιτίθεται στο Ισραήλ ως του μόνου θύτη.
Ενδεικτικά, σ’ ένα ντοκιμαντέρ ένα εβραιο-ισραηλινός ιστορικός έλεγε: «Το 1988, 40 χρόνια μετά τη Νάκμπα (πόλεμο της ανεξαρτησίας για τους Ισραηλινούς) έπρεπε να αποχαρακτηριστούν ιστορικά ντοκουμέντα στην κατοχή του IDF – Επειδή δεν ήθελαν να τα δημοσιεύσουν όλα εξέδωσαν ένα έγγραφο που περιέγραφε τα κριτήρια με βάση τα οποία θα διαλεγόταν τι θα δημοσιευόταν και τι όχι και λένε ότι δεν θα δημοσιευτεί υλικό που αφορά «τον εκτοπισμό Αράβων», “την εκκένωση κοινοτήτων και κατοίκων”, “βίαιη συμπεριφορά έναντι κρατουμένων που παραβιάζει τη Συνθήκη της Γενεύης”, “βίαιη συμπεριφορά εναντίον του Αραβικού πληθυσμού και βιαιοπραγίες: θανάτωση, δολοφονία μη σύμφωνη με τις συνθήκες μάχης, βιασμό, ληστεία, λαφυραγωγεία, υλικό που μπορεί να βλάψει την εικόνα του IDF παρουσιάζοντάς τον ως στρατό κατοχής δίχως ηθικά στάνταρ”». Είναι πράγματι απορίας άξιο πώς μπορεί ένα κρατικό έγγραφο να βάζει δίχως να το συνειδητοποιεί τέτοιο αυτογκόλ, παραδεχόμενο στην ουσία τη διάπραξη εγκλημάτων διά της ρητής απόκρυψης των ντοκουμέντων που βρίσκονται στην κατοχή του και τα στοιχειοθετούν.
Αλλά καθώς οι εγγενείς αντιφάσεις του σιωνιστικού σχεδίου οδηγούνται στα άκρα τους, καθώς γίνεται όλο και πιο κατανοητή η φύση των γεγονότων, καθώς το Ισραήλ βασίζεται ολοένα και περισσότερο στη βία και τον εξευτελισμό του διεθνούς δικαίου για την επιβολή της ακόρεστης κυριαρχίας του, τόσο περισσότερο αυτή η εικόνα θρυμματίζεται. Ο κόσμος αρχίζει να ξυπνά, οι συνειδήσεις αρχίζουν να αλλάζουν με γοργό ρυθμό, καθώς εκτίθεται η διεθνής (ή μάλλον δυτική) υποκρισία:
Αν ένα κράτος καταπατάει σύνορα επεκτείνοντας με τη βία την κυριαρχία του, όπως η Ρωσία, καταδικάζεται.
Αν ένα κράτος έχει πυρηνικά όπλα έξω από κάθε πλαίσιο διεθνούς ελέγχου, όπως η Βόρεια Κορέα, καταδικάζεται .
Αν ένα κράτος συστηματικά καταπιέζει μια μερίδα του πληθυσμού του, όπως η Κίνα, καταδικάζεται.
Αν ένα κράτος στηρίζεται στον θρησκευτικό φονταμενταλισμό, όπως το Αφγανιστάν ή το Ιράν, καταδικάζεται.
Αν ένα κράτος είναι επιθετικό προς τους γείτονες του και δεν συμμορφώνεται με τις υποδείξεις υπερεθνικών θεσμών, όπως το Ιράκ πριν το 2003, καταδικάζεται .
Αλλά απ’ ό,τι φαίνεται, αυτό που χρειάζεται για να χαίρει ένα κράτος της ανεπιφύλακτης και πλήρους διεθνούς στήριξης είναι τα κάνει όλα αυτά μαζί και σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ οποιονδήποτε άλλο.
Σήμερα στη Γάζα κρίνεται το αν θα μπορούμε να λεγόμαστε άνθρωποι.
Πριν λίγες μέρες αυτοπυρπολήθηκε ένας Αμερικανός στρατιώτης. Απ’ την αρχή τα συστημικά μέσα προσπάθησαν να καλύψουν το γεγονός αναφερόμενα σε ψυχολογικά προβλήματα. Ούτε που χωράει στο νου τους η ιδέα ότι μπορεί κάποιος να νιώθει τόσο πολύ να πνίγεται απ’ το δίκιο, τόσο πολύ να αποστρέφεται το να γίνει συνένοχος στο μεγαλύτερο έγκλημα που συντελείται σήμερα σε ζωντανή μετάδοση που να καταλήξει σε μια τόσο ακραία λύση. Ούτε που μπορούν να διανοηθούν για μια στιγμή πώς είναι να μην είσαι λακές των συμφερόντων των ισχυρών και να αφουγκραστείς τους αδύναμους και καταπιεσμένους του κόσμου.
Μακάρι να πάρει διαστάσεις επιδημίας και πανδημίας η μέχρι θανάτου δυσανεξία στο άδικο. Μακάρι να κατασπαράσσονται τα σωθικά μας από κάθε επιβολή σε βάρος των αδυνάτων κι ανυπεράσπιστων. Μακάρι να σταματάει η καρδιά μας όσο βλέπουμε εικόνες φρίκης σαν αυτές της Γάζας. Μακάρι όλοι μας να μην μπορούμε να ησυχάσουμε μέχρι να ξέρουμε ότι κάναμε ό,τι ήταν δυνατό για να σταματήσει κάθε ιμπεριαλιστικό έγκλημα και να μην ξαναγίνει κανένα άλλο.
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!