Ευάλωτη κυβέρνηση σε αμοκ εκτροπής

“Ήρθε η ώρα η αλήθεια να αντεπιτεθεί”, εξήγγειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Στα πλαίσια αυτής της αντεπίθεσης, η κυβέρνηση προσπαθεί να εμφανίσει ένα σκληρό προσωπείο εντός της δικαιοσύνης.

Κινείται τακτικά σε πολλαπλά μέτωπα.

  • Επιτίθεται στην Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων και τον πρόεδρο της, κατηγορώντας για.. συγκάλυψη και απόκρυψη πραγματογνωμοσύνης. Στο παρασκήνιο, κάπου ακούγεται ο Υπουργός Δικαιοσύνης Φλωρίδης να αισθάνεται “δικαιωμένος” που θεωρούσε όσους μιλούσαν για μπάζωμα “για τα μπάζα”.
  • Ταυτόχρονα, ασκείται πειθαρχικός έλεγχος απέναντι δικαστικούς λειτουργούς στην Ρόδο για την δικαιοδοτική τους κρίση  στο σκάνδαλο της Πολεοδομίας. Στην υπόθεση αυτή, να σου ο Πρωθυπουργός να δηλώνει “προσωπικό παρών”, εμφανιζόμενος ως ο κυνηγός κεφαλών των “διεφθαρμένων”.
  • Τέλος, σύμφωνα με δημοσιεύματα, ζητά την απομάκρυνση δημοσιογράφων από το MEGA, τα οποία ουδέποτε διαψεύστηκαν

Η αντεπίθεση της αλήθειας αποτελεί μία ενορχηστρωμένη και συντονισμένη προσπάθεια ώστε να:

  • σπιλωθεί, υποβαθμιστεί, απονομιμοποιηθεί και φιμωθεί κάθε φωνή και κέντρο, το οποίο αμφισβητεί ενεργά το κυβερνητικό αφήγημα,
  • υψωθεί το προσωπικό κύρος του πρωθυπουργού, ο οποίος “παρεμβαίνει προσωπικά” να διασώσει μία δικαιοσύνη χειμαζόμενη από λαϊκή δυσπιστία.
  • επενδυθεί η σιδερένια λαβίδα της σιωπής με ολίγη από ιδεολογία και γεωπολιτική: Στις δηλώσεις του πρωθυπουργού στις 3/4 στην Κοζάνη, επικαλείται το “ρευστό διεθνές οικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον” για να εξάρει την σημαντικότητα της σταθερότητας της χώρας. Μία αντίστοιχη αποστροφή είχε κάνει και ο Βορίδης, στο περίφημο “τα Τέμπη είναι μικρό ζήτημα μπροστά στον κόσμο που αλλάζει”.

Οι λέξεις έχουν αναποδογυρίσει και σημαίνουν τα αντίθετά τους. Η κυβέρνηση γίνεται το θύμα της σκευωρίας, ο υπέρμαχος της δικαιοσύνης, ο εγγυητής της σταθερότητας. Οι δικηγόροι και οι συγγενείς συγκαλύπτουν, οι δικαστές δεν κάνουν την δουλειά τους, οι δημοσιογράφοι που κάνουν “προπαγάνδα” τίθενται στο στόχαστρο. Υπάρχει ένα γνωστό πλέον μοτίβο χειρισμού και χειραγώγησης των συνειδήσεων, που όμως διαρκώς μετράει φτωχότερα αποτελέσματα. Η κυβέρνηση επενδύει στην πλήρη απουσία αντιπολίτευσης, ώστε να στρέψει με μαεστρία τον κοινωνικό αυτοματισμό υπερ της. Σφιγμομετρούμε δυσπιστία για την δικαιοσύνη; Περιμένουμε με τεταμένα αντανακλαστικά να “την πέσουμε” σε δικαστές, ώστε το θείο χέρι του Ηγεμόνα να συνενώσει πάλι το κοινωνικό σύνολο υπο το Στέμμα του Δικαίου. Διεκδικούν συλλογικοί φορείς και γονείς την αλήθεια για το έγκλημα; Προβαίνουμε σε μία εκτεταμένη εκστρατεία συκοφαντίας, κατά το γνωστό Γκεμπελισμό ‘πες πες, πες ένα ψέμα, στο τέλος κάτι θα μείνει”. Τα ψέματα πρέπει να αναποδογυρίσουν.

Η επίθεση στους δικηγορικούς συλλόγους και την Ολομέλεια

Αρχικά, γιατί επιτίθενται στους Δικηγορικούς Συλλόγους και τον Πρόεδρο τους;
Για να απαντηθεί το ερώτημα, πρέπει να σταχυολογήσουμε ένα πλήρες ιστορικό ενεργειών της Ολομέλειας και των Δικηγορικών Συλλόγων:

  •  Δήλωση υποστήριξης κατηγορίας για τα Τέμπη
  • Αίτημα για διενέργεια πραγματογνωμοσύνης (η επίμαχη που δήθεν συγκαλύφθηκε)
  • Καθολική αποχή δικηγόρων στις 28/02, μέρα κινητοποίησης για τα Τέμπη. Ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης είναι πανό με αίτημα “Δικαιοσύνη για το έγκλημα στα Τέμπη”
  • Απόφαση καθολικής αποχής 28/03, ημέρα συζήτησης αίτησης ακύρωσης του νέου Φορολογικού
  • Ανακοίνωση στις 26/03 ενάντια στην παρέμβαση της Προέδρου του Αρείου Πάγου για πειθαρχικό έλεγχο δικαστικών λειτουργών στην Ρόδο
  • Απόφαση για διερεύνηση πειθαρχικής ευθύνης της Προέδρου του Αρείου για την πειθαρχική δίωξη δικαστικών λειτουργών
  • Απόφαση για καθολική αποχή στις 7/04 ενάντια στις παρεμβάσεις στην δικαιοσύνη

Όσον αφορά το ζήτημα της επίμαχης πραγματογνωμοσύνης:

Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της χώρας, στα πλαίσια της άσκησης της δήλωσης υποστήριξης κατηγορίας για το έγκλημα στα Τέμπη, ζήτησαν από τον Ειδικό Εφέτη Ανακριτή την διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης από δικαστικό πραγματογνώμονα. Η έκθεση αυτή εγχειρήστηκε κανονικά στον Εφέτη Ανακριτή και ενσωματώθηκε στην δικογραφία της υπόθεσης, κάτι που απαιτεί την μυστικότητα και την μη δημοσιοποίηση στοιχείων της. Δημόσια τοποθέτηση επί εγγράφων που βρίσκονται στον φάκελο της δικογραφίας και δη από διάδικο μέρος που τα έχει εισφέρει συνιστά παραβίαση της μυστικότητας της κύριας ανάκρισης Απο κει και πέρα, η ευθύνη για το γεγονός, ότι διαδικαστικά δεν έχουν βγει στο φως τα στοιχεία αυτά σχετίζονται με τις διαρκείς παρακωλύσεις της διαδικασίας, η οποία έχει καθυστερήσει σε εξοργιστικό βαθμό.

Ενόψει των ανωτέρω, είναι σαφές ότι τα δημοσιεύματα που στοχοποιούν τους δικηγορικούς συλλόγους και τα όργανά τους εξυπηρετούν αποκλειστικά, όπως δηλώνει η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων, “επικοινωνιακές ανάγκες αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης από τα βασικά ερωτήματα που απαιτούν απαντήσεις για το ίδιο το δυστύχημα (717 κ.ο.κ.). Η πλήρης διερεύνηση του εγκλήματος των Τεμπών και η απόδοση Δικαιοσύνης αποτελούν πρόσταγμα για το δικηγορικό σώμα. Και στην κατεύθυνση αυτή θα συνεχίσουμε αταλάντευτα να κινούμαστε χωρίς να μας πτοούν τέτοιου είδους επιβουλές..”.

Όπως, δε, σωστά επισημαίνουν οι σύμβουλοι της Εναλλακτικής Παρέμβασης Αθήνας,  “η στοχευμένη αρθρογραφία και αναπαραγωγή από τους κυβερνητικούς κύκλους δημοσιευμάτων που κάνουν λόγο για υποτιθέμενη απόκρυψη πραγματογνωμοσύνης για την υπόθεση των Τεμπών από τον Πρόεδρο του ΔΣΑ είναι υποβολιμαία και στόχο έχει την απονομιμοποίηση της απόφασης του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών να παρέμβει στη δίκη υποστηρίζοντας την κατηγορία και να ζητήσει την απονομή δικαιοσύνης σε μια υπόθεση που αφορά κυβερνητικό – κρατικό έγκλημα και συγκεντρώνει το ενδιαφέρον όλης της κοινωνίας.”

Γιατί οι δικαστικοί στη Ρόδο πρέπει να θυσιαστούν για την εικόνα της κυβέρνησης

Η ωμή παρέμβαση της Προέδρου του Αρείου Πάγου για την κίνηση πειθαρχικής διαδικασίας απέναντι σε δικαστικούς λειτουργούς στην Ρόδο αποτελεί άλλη μία κίνηση εντυπωσιασμού. Η κυβέρνηση των ταχυδαχτυλουργών της επικοινωνίας προσπαθεί να μετατρέψει την αδυναμία της σε δύναμη. Αξιοποιεί την διάχυτη δυσπιστία απέναντι στο δικαστικό σώμα, δικαιολογημένη και μη, εντελώς επιλεκτικά, για να δείξει την εικόνα πως ο μηχανισμός κινείται, ακούει, διδάσκεται. Στη βορά των επικοινωνιακών παιχνιδιών, δικαστικοί λειτουργοί που εκτέλεσαν ευθυσυνείδητα τα καθήκοντα τους βρίσκονται υπό διωγμόν από την δικαστική ηγεσία.

Ταυτόχρονα, ο μέγας δικαστής Ηγεμόνας και πάλι δικάζει και εκθέτει με τις δηλώσεις του, λέγοντας πως “δεν υπάρχουν άβατα” και “νομιμότητα παντού”. Ο πρωθυπουργός και πάλι κάνει δηλώσεις, οι οποίες όμως ήδη προδικάζουν το αποτέλεσμα. Θυμίζουν την δήλωση “δεν υπάρχει παράνομο φορτίο”, η οποία ήταν το σύνθημα για να ξεκινήσει μία εκστρατεία λασπολογίας των γονέων ως “συνομωσιολόγους” από τους μισθωμένους των ΜΜΕ.  Η τωρινή φράση “νομιμότητα παντού”, ειπωμένη στο συγκεκριμένο πλαίσιο μίας κίνησης πειθαρχικής δίωξης, στην ουσία υποστηρίζει την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, αλλά και ο ίδιος προσωπικά στοχοποιεί τους δικαστικούς λειτουργούς. Και όλα γίνονται, για την καλλιέργεια της εικόνας του κεφαλοκυνηγού της διαφθοράς, ο οποίος δίνει διαρκώς content στα πλήθη που πεινούν για κάποιας μορφής τιμωρία.

Ακόμα περισσότερο, η κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας αναδεικνύει μία ανείπωτη omerta στο εντός του δικαστικού σώματος, που δεν είναι μόνο ο κατασταλτικός έλεγχος, αλλά και το φόβητρο της επαγγελματικής εξέλιξης. Ο φόβος της εξάρτησης της επαγγελματικής ανέλιξης από την υπακοή στους ανωτέρους είναι ένα εξαιρετικό φίμωτρο σε όποιον έχει συνείδηση, εκτός αν επιλέξει αυτοβούλως τον δρόμο της απομάκρυνσης απο το αξίωμα στο βαθμό του Προέδρου Εφετών. Το δίπολο, υπακοή και εξέλιξη ή άρνηση και συνέπειες είναι αμείλικτο και επιτακτικό, ειδικά στον βραχίονα της εξουσίας που χαρακτηρίζεται από την απουσία άμεσης λαϊκής νομιμοποίησης.

Η ύπαρξη ενός δικαστικού σώματος που λειτουργεί υπό τον διαρκή φόβο της διακοπής της επαγγελματικής ανέλιξης, υπό τον διαρκή έλεγχο της διορισμένης ανώτατης δικαστικής ηγεσίας και  του ίδιου του τηλεδικαστή πρωθυπουργού, δεν αποτελεί στοιχείο νομιμότητας ούτε δημοκρατίας. Αποτελεί στοιχείο πολιτειακής εκτροπής.

Όπως ακριβώς υπογραμμίζει η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων:
” Κατά τα λοιπά, η δικαστική κρίση,[…] δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να επισύρει πειθαρχική δίωξη του δικαστή που την εξέφερε. Σχετικοποίηση της αρχής αυτής, η οποία, με την εξαίρεση ανώμαλων πολιτειακών καταστάσεων, παγίως μέχρι σήμερα εφαρμόζεται, με το εν λόγω περιεχόμενο, από τα αρμόδια, εσωτερικά και διεθνή όργανα, θα έθετε σε σοβαρή διακινδύνευση την ύπαρξη του κράτους δικαίου και τη σταθερότητα της Δημοκρατίας.
Κατόπιν αυτών, παρακολουθούμε με ανησυχία φαινόμενα όπως η κίνηση της ανωτέρω πειθαρχικής διαδικασίας κατά δικαστικών λειτουργών για τη δικαιοδοτική τους κρίση, καθώς μάλιστα δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας. ” (υπογράμμιση δική μας)

Μία ευάλωτη κυβέρνηση σε αμοκ εκτροπής

Τα παραπανώ δεν αποτελούν τίποτα λιγότερο από ομολογία ενοχής και αδυναμίας μίας ευάλωτης κυβέρνησης. Μίας κυβέρνησης, που σε τίποτα άλλο δεν μπορεί να προσφύγει, από την πολιτειακή ανωμαλία και την αντιστροφή των εννοιών, την θυματοποίηση και το επικοινωνιακό τρικ. Πάνω στο βωμό της εικόνας τους, θυσιάζονται δικηγόροι, δικαστές, δημοσιογράφοι, συγγενείς: όποιος τολμήσει να ισχυριστεί, πως είναι οι υπαίτιοι, οι θύτες, και όχι τα θύματα.

Η Δημοκρατία και το Κράτος Δικαίου μεθερμηνεύεται σε κράτος αδικίας, όπου ο ισχυρός μεταχειρίζεται όπως θέλει τις λέξεις και τις έννοιες, τις μετατρέπει στο αντίθετό τους, τις στρέφει ενάντια στους νόμιμους κατόχους τους.

Ο κλονισμός και η πολιτική φθορά της κυβέρνησης, σε συνδυασμό με την γεωπολιτική αστάθεια αλλά και τις έντονες αντιπαραθέσεις εντός της ελίτ της χώρας, την αναγκάζουν να κάνει άλμα προς τα μπρος, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να γλυτώσει από την λαϊκή τιμωρία. Έτσι, χρησιμοποιεί τους μηχανισμούς της δικαιοσύνης για να επέμβει στις συνειδήσεις, να δημιουργήσει εντυπώσεις και, κάποτε, να τρομοκρατήσει δικηγόρους, δικαστές, δημοσιογράφους αλλά και γονείς, ώστε να κρυφτεί το ψέμα.

Οι παραπάνω αιχμηρές ανακοινώσεις και η διαρκής αντίσταση στην παράδοση του δικαίου στα χέρια τους φανερώνουν ανοιχτά, πως το παιχνίδι της δικαιοσύνης ακόμα δεν έχει παιχτεί. Και σε αυτό θα πρέπει να αναζητηθούν οι αναγκαίες τομές, οι οποίες να αποτελέσουν αιχμηρά αιτήματα ενός ισχυρού και στιβαρού αντίπαλου στρατοπέδου της δικαιοσύνης.

Ένα πρώτο αίτημα δεν μπορεί να μην αφορά την ανώτατη δικαστική ηγεσία, τον διορισμό και το ανέλεγκτο της δράσης της. Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, με την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας, έκαναν ένα πρώτο βήμα. Το ερώτημα παραμένει: για πόσο ακόμα η ανώτατη δικαστική ηγεσία θα διορίζεται, ώστε να ελέγχει σφιχτά το δικαστικό σώμα, αντί να εκλέγεται;

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *