Πολλαπλή αποτυχία της κυβέρνησης, του μοντέλου και του συστήματος
Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.
Η παράδοση της χώρας στις φλόγες σε συνθήκες άπνοιας, είναι ευθεία ομολογία αποτυχίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, του τάχα επιτελικού κράτους, του μοντέλου δασοπροστασίας που ακολουθείται εδώ και δεκαετίες και του συστήματος συνολικά. Ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε στο διάγγελμά του ότι θα έχουμε τεράστιες απώλειες σε κατοικίες και δάση και μας κάλεσε να το αποδεχτούμε. Στην πραγματικότητα αναγνωρίζει ότι οι υπηρεσίες έχουν αποδιαρθρωθεί και ο κυβερνητικός και κρατικός μηχανισμός είναι παθητικός θεατής της καταστροφής που εξελίσσεται. Σε αυτά, προστίθεται και η κλιματική αλλαγή με τις υψηλές θερμοκρασίες και την ερημοποίηση ολόκληρων περιοχών, που όμως λειτουργεί ως διαχρονικό άλλοθι μοιρολατρίας και ανικανότητας. Η αδυναμία αποτροπής της ολοκληρωτικής καταστροφής μεγάλων περιοχών, η αναποτελεσματικότητα στο να ελεγχθούν πολλαπλές αναζωπυρώσεις στο κεντρικότερο σημείο της χώρας, η εμφανής έλλειψη πυροσβεστικών μέσων, οι καθυστερήσεις σε καίριες επεμβάσεις που θα μπορούσαν να αποτρέψουν την εξάπλωση των πυρκαγιών, η διάχυτη αίσθηση ότι οι πολίτες, οι περιουσίες τους και τα δάση είναι σε καθεστώς εγκατάλειψης από την πολιτεία, συνθέτουν ένα σκηνικό πολλαπλής αποτυχίας, και τόσο ποινικής όσο και πολιτικής ευθύνης.
Η Ελλάδα καίγεται με βάση το κυβερνητικό δόγμα «ας καούν τα πάντα αρκεί να μην έχουμε θύματα». Ο αποκλειστικός στόχος είναι να αποφευχθεί ένα νέο Μάτι. Η κυβέρνηση της ΝΔ επιδιώκει να μη γυρίσει μπούμερανγκ η πολιτική εκμετάλλευση και τυμβωρυχία στην οποία επιδόθηκε το 2018. Η εγκληματική διαχείριση της τότε κυβέρνησης Τσίπρα ανάγεται πονηρά σε μέτρο σύγκρισης, επιτρέποντας αήθεις πανηγυρισμούς ότι δούλεψε ο κυβερνητικός σχεδιασμός, την ώρα που έχει προκληθεί πρωτόγνωρη καταστροφή περιβάλλοντος και περιουσιών και η δασοπροστασία έχει καταρρεύσει. Η εντελώς επικοινωνιακή διαχείριση της Πολιτικής Προστασίας, που εξαντλείται στα μηνύματα του 112 και σε εντολές εκκένωσης, δεν μπορεί να κρύψει τις δραματικές καθυστερήσεις στην πυροσβεστική επέμβαση (ακόμα και σε αναζωπυρώσεις δίπλα στην Αθήνα) και το φταίξιμο -πάλι- ρίχνεται στην ατομική ευθύνη των πολιτών. Ναι, η ανθρώπινη ζωή είναι η πρώτη ιεράρχηση σε μια πυρκαγιά, αλλά δεν μπορεί το Μάτι να είναι εσαεί άλλοθι για να αφήνονται τα δάση, οι κατοικίες, οι υποδομές, η οικονομική δραστηριότητα και η υγεία των πολιτών στο έλεος της φωτιάς.
Το μοντέλο πυρόσβεσης που εδώ και δεκαετίες ακολουθείται, έχει αποτύχει. Με την ανάθεση της δασοπροστασίας στην Πυροσβεστική το 1998, μετακινήθηκε ολοκληρωτικά το βάρος από την πρόληψη των πυρκαγιών, στην καταστολή τους. Όμως ο συνδυασμός δύσκολων καιρικών συνθηκών, πολιτικών ιεραρχήσεων και δραματικών ελλείψεων στην πυροπροστασία, αποδεικνύει ότι το συγκεκριμένο μοντέλο καταστολής και όχι πρόληψης, είναι παντελώς χρεοκοπημένο. Οι ετήσιες εθιμοτυπικές δηλώσεις των υπεύθυνων υπουργών ότι «το κράτος είναι έτοιμο» για την αντιπυρική προστασία θα ήταν γελοίες αν δεν είχαμε τα τραγικά αποτελέσματα. Χρυσοχοΐδης, Χαρδαλιάς και Μητσοτάκης, είναι έκθετοι όταν δήλωναν με έπαρση πριν ένα μήνα ότι «φέτος έχει γίνει μια τομή στην πυροπροστασία». Στην πραγματικότητα το χρεοκοπημένο μοντέλο της καταστολής και όχι της πρόληψης των πυρκαγιών είναι αυτό που αναπαράγεται επί δεκαετίες με καταστροφικά αποτελέσματα.
Δεν είναι μόνο η κυβέρνηση: το καπιταλιστικό σύστημα συνολικά, αδιαφορεί για τις αιτίες, παραιτείται από την πρόληψη, επικεντρώνεται στην καταστολή. Αυτό εκφράζεται σε κάθε φαινόμενο, κοινωνικό, φυσικό, ακόμα και βιολογικό. Αντί να ασχοληθεί με την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών επικεντρώνεται στην κατάσβεσή τους, αντί να χτίσει την πρωτοβάθμια φροντίδα διασφάλισης της δημόσιας υγείας εστιάζει στο νοσοκομειοκεντρικό μοντέλο θεραπείας, αντί να ασχοληθεί με την εξάλειψη της φτώχειας και της ανισότητας προτιμά να καταστέλλει τις κοινωνικές αντιδράσεις. Ο λόγος είναι απλός: Κοστίζει λιγότερο να θεραπεύσεις τον άρρωστο από το να διασφαλίσεις τη δημόσια υγεία στο κοινωνικό σύνολο. Κοστίζει λιγότερο (σε αποζημιώσεις) να σβήσεις την πυρκαγιά από το να την προλαμβάνεις. Κοστίζει λιγότερο να δέρνεις και να εξαπατάς τους κοινωνικά αδύναμους από το να κάνεις αναδιανομή του πλούτου. Η χυδαία ανταποδοτική λογική είναι αυτή που εκφράζει ο Μητσοτάκης και εξειδικεύει ο Πορτοσάλτε: Τα καμένα σπίτια θα ξαναχτιστούν, είτε με κρατική ενίσχυση, είτε έχοντάς τα ασφαλισμένα. Η καπιταλιστική λογική είναι ο τραπεζικός δανεισμός και η πληρωμή ασφαλίστρων από τον ιδιώτη. Το να μην έχουμε καμένα σπίτια όμως, απαιτεί άλλο μοντέλο κράτους και δημοσίου και άλλες πολιτικές, κοινωνικές και ιδεολογικές προτεραιότητες.
Οι ιεραρχήσεις του κράτους αποκαλύπτονται σε όλη τους την έκταση από τις κραυγές αγανάκτησης των ανθρώπων που ζουν τον πύρινο όλεθρο: αστυνομία παντού, πυροσβεστική πουθενά. Πόσα κονδύλια, προσλήψεις, οχήματα, ακόμα και αύρες νερού διατέθηκαν για την καταστολή των διαδηλώσεων και πόσα για την κατάσβεση των πυρκαγιών; Η σύγκριση είναι απογοητευτική. Το μεταμνημονιακό κράτος όλο και περισσότερο παραιτείται από την προστασία του πολίτη, της περιουσίας του και του φυσικού πλούτου της χώρας. Όλο και περισσότερο επενδύει στην καταστολή, στην αστυνόμευση, στο δόγμα «νόμος και τάξη». Η προστασία απέναντι στις φωτιές θα ήταν μεγαλύτερη αν είχαμε λιγότερα Ραφάλ, λιγότερους αστυνομικούς, λιγότερους ειδικούς φρουρούς, και περισσότερα μέσα κατάσβεσης, περισσότερους πυροσβέστες και δασοφύλακες. Το να κοιτούν 100 αστυνομικοί αμήχανα και παθητικά τους 10 εθελοντές πυροσβέστες, συνιστά απόδειξη χρεοκοπίας των ιεραρχήσεων και των προτεραιοτήτων των κυβερνήσεων διαχρονικά. Ειδικά όμως είναι απόδειξη χρεοκοπίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη που με την καταθλιπτική αστυνομοκρατία απαντά σε κάθε πρόβλημα: από τις κοινωνικές διαμαρτυρίες, μέχρι την πανδημία και τις πυρκαγιές.
Δεν είναι μόνο ζήτημα κυβερνητικής διαχείρισης, δεν είναι μόνο ζήτημα προσώπων. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μπορεί να συμπυκνώνει με τον πιο ακραίο τρόπο το νεοφιλελεύθερο δόγμα του «κάποια στιγμή θα καεί το δάσος, οπότε καλά κάνουμε και το κτίζουμε» που εκστομίστηκε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό πριν ένα χρόνο. Μπορεί επίσης να εκφράζει με τον πιο αυθεντικό τρόπο την ιδεοληψία για λιγότερο κράτος και την επιταγή του κεφαλαίου για ιδιωτικοποίηση των πάντων. Ωστόσο, αυτές οι πολιτικές είναι κοινός τόπος διεθνώς, ευρωπαϊκά και στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες, ανεξαρτήτως κυβέρνησης. Το δημόσιο αποψιλώθηκε για να βγουν οι νεοφιλελεύθεροι προϋπολογισμοί, το κράτος και οι υπηρεσίες του κατασυκοφαντήθηκαν, ο ιδιωτικός τομέας αποθεώθηκε. Στις κρίσιμες όμως ώρες της υγειονομικής κρίσης και της περιβαλλοντικής καταστροφής, ο ιδιωτικός τομέας αναζητά σανίδα σωτηρίας στον δημόσιο, διεκδικώντας πάντα τη μερίδα του λέοντος σε επιδοτήσεις, χαριστικές ρυθμίσεις, έκτακτες επιχορηγήσεις. Το 2021 η πυροπροστασία προϋπολογίστηκε στα 1,7 εκατομμύρια, την ώρα που η ιδιωτική Aegean ενισχύθηκε με 120 εκατομμύρια και τα ΜΜΕ λαδώθηκαν με τουλάχιστον 38 εκατομμύρια για να λένε πόσο καταπληκτική είναι η κυβέρνηση. Υπό αυτήν την έννοια η κυβέρνηση Τσίπρα τιμωρήθηκε για το Μάτι, αλλά η τιμωρία αυτή δε συνοδεύτηκε από μια απαίτηση για αλλαγή πολιτικής. Το ανάποδο, εντάθηκε και απογειώθηκε η πολιτική της λιτότητας και των ιδιωτικοποιήσεων.
Η κλιματική αλλαγή δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα στην δασοπροστασία και στην πυρόσβεση, αλλά δεν μπορεί να είναι δικαιολογία ανημποριάς, άλλοθι αδυναμίας και αποτυχίας. Στην Ελλάδα, την κλιματική αλλαγή τη θυμάται κάθε κυβέρνηση όταν θέλει να δικαιολογήσει την αδράνειά της στις φυσικές καταστροφές. Από το Μάτι και τη Μάνδρα, μέχρι την Εύβοια και τη Βαρυμπόμπη, η κλιματική αλλαγή είναι το βολικό άλλοθι που επιστρατεύεται για να αποσείσει ευθύνες. Η κλιματική αλλαγή οφείλεται σε ένα παράλογο σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης που στόχο έχει το κέρδος όποιο κι αν είναι το κόστος σε πόρους, φύση, ανθρώπους και δημιουργεί πρωτόγνωρες και μη βιώσιμες συνθήκες στο περιβάλλον. Το γεγονός όμως ότι δεν έχουμε σύστημα πρόληψης των πυρκαγιών και ότι το σύστημα κατάσβεσης είναι παντελώς ανεπαρκές, δεν οφείλεται στην κλιματική αλλαγή, αλλά στις κυρίαρχες πολιτικές και ιδεολογικές επιλογές. Τα συστήματα πρόληψης και πυρόσβεσης θα έπρεπε να αναβαθμίζονται και να κλιμακώνονται ώστε να αντιστοιχούν στις έκτακτες συνθήκες της υπερθέρμανσης και της κλιματικής ανισορροπίας. Στην περίπτωσή μας εγκαταλείπονται και υποβαθμίζονται υπό την επίκληση της παγκοσμιότητας του προβλήματος και της αδυναμίας μίας και μόνο χώρας να ανταπεξέλθει σε ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Πράγματι, το να έχουμε μια εποικοδομητική και όχι καταστροφική σχέση της ανθρώπινης δραστηριότητας με τη φύση απαιτεί τεράστιες αλλαγές και συνολικές ανατροπές σε όλο τον κόσμο. Μπορούμε όμως ταυτόχρονα να μη σχετικοποιούμε κάθε καταστροφή, να μη ρίχνουμε την μπάλα στην εξέδρα, να μην παραιτούμαστε, υπό αυτές έστω τις συνθήκες, από το καθήκον της προστασίας της φύσης, της ζωής και της περιουσίας των πολιτών.
Στη συγκεκριμένη πρωτόγνωρη περιβαλλοντική και οικονομική καταστροφή, απαιτείται η λαϊκή και κοινωνική κινητοποίηση για μέτρα που θα στηρίξουν τους πληγέντες και θα διασφαλίσουν την αποκατάσταση του περιβάλλοντος. Η οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα στις περιοχές που χτυπήθηκαν πρέπει να αποκατασταθεί, η απαγόρευση αλλαγής χρήσης γης στις καμένες εκτάσεις πρέπει να εφαρμοστεί, και τα καμένα σπίτια πρέπει να επιδιορθωθούν και να ξαναχτιστούν. Σε αντίθεση με ό,τι νομίζουν οι χρυσοκάνθαροι γόνοι, οι άνθρωποι είναι εξαρτημένοι από το μισθό τους, και από αυτούς που είδαν τα σπίτια τους να καίγονται, οι περισσότεροι χρεώθηκαν στις τράπεζες για αυτά. Δεν έχουν τριάντα ακίνητα ο καθένας, ούτε σπίτια παντού για να διαλέξουν πού να μείνουν.
Το πρωτοφανές μέγεθος της καταστροφής και η καθολική αναγνώριση της αποτυχίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη και του επιτελικού του κράτους, δημιουργούν απόλυτα δικαιολογημένη οργή και αγανάκτηση. Οι εκκλήσεις για ενότητα και αυτοσυγκράτηση – μέχρι και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιστρατεύθηκε – είναι προσπάθεια αποφυγής του πολιτικού κόστους για μια κυβέρνηση που διαφήμισε την αποτελεσματικότητά της, και στη συγκεκριμένη περίπτωση διακρίθηκε για το αντίθετο. Η εξοργιστική στήριξη που προσφέρουν τα ΜΜΕ στον Μητσοτάκη, η εφεύρεση σχεδίου αποσταθεροποίησης της χώρας (κλασική και επαναλαμβανόμενη κυβερνητική συνταγή σε κάθε φυσική καταστροφή), η χυδαία διαστροφή της πραγματικότητας που γίνεται στα τηλεοπτικά κανάλια έρχεται σε διάσταση με το λαϊκό αίσθημα, ακόμα και αν αυτό αποτυπώνεται με άκομψο τρόπο σε «ατυχήματα» ζωντανής μετάδοσης.
Η προτεραιότητα σήμερα για τους ενεργούς πολίτες, για τους προοδευτικούς και αριστερούς ανθρώπους είναι να βοηθήσουν στη μάχη ενάντια στις πυρκαγιές, στην πρόληψη και στην αποτροπή, στην περιφρούρηση αλσών και δασών, στο σβήσιμο των εστιών που απομένουν, υπό τις οδηγίες πάντα των εθελοντών πυροσβεστών και της (δυστυχώς διαλυμένης) Δασικής Υπηρεσίας. Να συγκροτήσουν και να ενισχύσουν δίκτυα αλληλεγγύης και βοήθειας για τις οικογένειες που έχασαν σπίτια και υπάρχοντα. Η προτεραιότητα όμως αύριο, είναι να πληρώσει ακριβά η κυβέρνηση Μητσοτάκη την ανικανότητά της να προστατεύσει τη φύση και τη περιουσία των πολιτών, να αντικατασταθεί το μοντέλο της καταστολής από το μοντέλο της πρόληψης, να μην αφεθούν στην τύχη τους οι πληγέντες, να ηττηθεί η πολιτική του λιγότερου κράτους πρόνοιας αλλά περισσότερου κράτους καταστολής που λέει ότι δε χρειαζόμαστε περισσότερους γιατρούς και πυροσβέστες, αλλά αστυνομικούς, να αναπτυχθούν παντού κινήματα ενίσχυσης των δημοσίων συστημάτων προστασίας, παιδείας, υγείας, κινήματα προστασίας του περιβάλλοντος ενάντια σε καταπατήσεις και εξυπηρετήσεις της άρχουσας τάξης, να καταδικαστεί το σύστημα που ιεραρχεί το κέρδος πάνω από τη φύση και τον άνθρωπο.
Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ είναι πολιτική οργάνωση της Κομμουνιστικής Αριστεράς.
Καμία χώρα δεν κατόρθωσε μέχρι σήμερα να παλέψει με τις δασικές πυρκαγιές. Ευτυχώς γιατί θα ήταν καταστροφική παρέμβαση στη φύση που με αυτό τον τρόπο ανανεώνει τα δάση από τότε που υπάρχουν.
Κι όποτε κατορθώνουν να σβήσουν -αντί να ελέγξουν- μια δασική πυργαγιά, αυτή συνήθως επανέρχεται φονικότερη στον επόμενο ή μεθεπόμενο καύσωνα, καθώς στο μεσοδιάστημα η ίδια περιοχή γεμίζει με περισσότερη εύφλεκτη ύλη, όπως σαθρά ξύλα και χόρτα.
Αυτά να έχουν υπόψη όσοι χτίζουν σε δάσος και θέλουν στέγη, πέργκολα και κουφώματα από ξύλο με δένδρα και θάμνους στον κήπο για ντεκόρ.
Αν παρόλα αυτά επιμένετε ότι οι φωτιές πρέπει να εμποδίζονται, η ερώτηση του εκατομμυρίου είναι τι μπορούμε να κάνουμε εμείς όταν όλες οι άλλες χώρες με προηγμένη τεχνολογία δοκίμασαν τα πάντα και απέτυχαν.