Γιατί τόσοι πολλοί αντισημίτες υποστηρίζουν το Ισραήλ;
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια αξιοσημείωτη στροφή στους διεθνείς κύκλους της ακροδεξιάς. Αν και εξακολουθούν να κατηγορούν, όπως πάντα, τους «Εβραίους» για τα δεινά του κόσμου όλου (σκεφτείτε μόνο πόσες χιλιάδες συνωμοσίες έχει προλάβει να φέρει σε πέρας στη ζωή του ο φοβερός Σόρος), εντούτοις συχνά δείχνουν έναν σεβασμό, μια κατανόηση ή και υποστηρίζουν αναφανδόν το Ισραήλ στον πόλεμο που διεξάγει κατά των Παλαιστινίων, αναγνωρίζοντας ρητά και φωναχτά το δικαίωμα στην αυτοάμυνα (του Ισραήλ – αλλά όχι των Παλαιστίνιων, οι οποίοι βρίσκονται υπό κατοχή να θυμίσουμε).
Αυτή η τάση ισχύει και στα εγχώρια φασιστικά φρούτα: ο Κασιδιάρης λχ, βλέπει στο Ισραήλ ένα καλό παράδειγμα για το πώς θα έπρεπε να είναι οργανωμένη η Ελλάδα: μια μικρή χώρα περιτριγυρισμένη από θανάσιμους εχθρούς θα έπρεπε να είναι οπλισμένη μέχρι τα δόντια και έτοιμη να απαντήσει αδίστακτα σε κάθε πρόκληση όχι αναλογικά, αλλά στο πολλαπλάσιο. Από την άλλη μεριά βέβαια και ο συνεπής αντιφασίστας, δηλωμένος εχθρός του ανορθολογισμού και πιο δημοκράτης πεθαίνεις, Φαήλος Κρανιδιώτης, με το πάντα χαριτωμένο, βαθιά λαϊκό του στιλ , γράφει στον λογαριασμό του στο Χ: «Με αφορμή τον πόλεμο του Ισραήλ κατά των ισλαμοναζί τρομοκρατών, έχουν βγει στον αφρό όλα τα αντισημιτικά γουρούνια, κουκουέδες, χρυσαυγίτες (φανεροί και κρυφοί), συριζαίοι, ψέκες, ψευτοθεούσες κ.ά. Στηρίζουμε το Ισραήλ, στηρίζουμε το δίκαιο και τα εθνικά μας συμφέροντα».
Πρόκειται για ένα μικρό δείγμα που επιδεικνύει το παράδοξο του αντισημιτισμού: αυτό δεν είναι το μίσος για τους Εβραίους από καταγωγή, αλλά το μίσος για τον (φαντασιακό) «αιώνιο Εβραίο», που στην πραγματικότητα είναι μια μετωνυμία, ένα κενό σημαινόμενο που μπορεί, υπό κατάλληλες συνθήκες, να χωρέσει τον εκάστοτε φτωχό, τον μαύρο, τον άλλο, το θύμα της αποικιοκρατίας.
Ο μοντέρνος αντισημιτισμός
Λόγω του διωγμού τους από την Παλαιστίνη από τους Ρωμαίους, οι Εβραίοι ήταν παντού οι ιδανικοί ξένοι εδώ και σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια. Θα μπορούσαμε να συγκρίνουμε τους μεσαιωνικούς Εβραίους με τους σημερινούς «γύφτους»: ο μέσος μικροαστός θα σας πει ότι οι τελευταίοι είναι βρώμικοι, επικίνδυνοι, παραβατικοί, πηγή μικροβίων, απαγωγείς παιδιών κλπ. Είναι οι ίδιοι μύθοι που κάποτε τροφοδοτούσαν τον αντισημιτισμό: οι Εβραίοι απήγαγαν παιδιά λευκών για να τους πιουν το αίμα στις μυστικές τους τελετές. Βέβαια, αργότερα οι Εβραίοι βρέθηκαν, όχι επειδή το ήθελαν, να διαχειρίζονται χρήματα, οπότε στην πρώιμη νεωτερικότητα προέκυψε και ο χαρακτήρας του Εβραίου τραπεζίτη-τσιφούτη, του σαιξπηρικού Σάιλοκ: ο μύθος του Εβραίου που πίνει αίμα απόκτησε και ένα νέο νόημα.
Αλλά ο νεωτερικός αντισημιτισμός μορφοποιήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα σε δύο διαφορετικές περιοχές. Η πρώτη ήταν η «ζώνη κατοίκησης» της Ρωσικής Αυτοκρατορίας όπου επιτρεπόταν να ζουν οι Εβραίοι, ζώνη που εκτεινόταν από την δυτική Ουκρανία και την Λευκοροωσία μέχρι την ανατολική Πολωνία και τις Βαλτικές χώρες. Σε αυτήν την περιοχή έγιναν τα πρώτα σύγχρονα, συστηματικά πογκρόμ. Η δεύτερη ήταν η Γαλλία, κατά τη διάρκεια της υπόθεσης Ντρέιφους, όταν αναδύθηκε η σύγχρονη φασιστική ακροδεξιά, η οποία, όντας από τη γέννησή της αντισημιτική, θα κουβαλούσε αυτό το χνάρι σε όλη της τη βρωμερή ζωή.
Το τελευταίο είναι ένα σημαντικό σημείο: η ακροδεξιά είναι αντισημιτική για ιστορικούς λόγους, όχι εγγενώς, όχι δηλαδή για κάποιους ιδεολογικούς λόγους: ο Εβραίος ήταν ο ιδανικός άλλος στην Γαλλία και σε όλη την Ευρώπη εκείνη την εποχή. Ο Μουσολίνι αντίθετα, στα χρόνια της δόξας του περιγελούσε τους αντισημίτες, προτιμώντας να θεωρεί κατώτερους τους Αφρικανούς. Οι διωγμοί των Εβραίων στην φασιστική Ιταλία ξεκίνησαν σε δεύτερο χρόνο, όταν το καθεστώς άρχισε να νοιώθει τα πρώτα σημάδια αδυναμίας και ζήτησε βοήθεια από την ναζιστική Γερμανία. Ο Χίτλερ, που ένοιωθε μαθητής του Ντούτσε, έδωσε μεν βοήθεια, αλλά με αντάλλαγμα την επιβολή και ενός σκληρού αντισημιτισμού στην χώρα.
Το αναγκαίο, συστατικό στοιχείο της φασιστικής ιδεολογίας δηλαδή είναι ο φόβος του άλλου, όχι συγκεκριμένα ο αντισημιτισμός. Ο φασισμός και η ακροδεξιά εμφανίστηκαν όταν η αποικιοκρατία βρισκόταν στην μέγιστη ακμή τους, λίγα μόνο χρόνια μετά τους μεγάλους θεωρητικούς του ρατσισμού, με κυριότερον τον Arthur de Gobineau (1812-1882), έναν ευπατρίδη Γάλλο που έγραψε τα βιβλία του στον ίσκιο των τρομακτικών εξεγέρσεων της «Άνοιξης των Λαών» του 1848. Οι εξεγέρσεις ήταν τρομακτικές, επειδή οι αστοί κατάλαβαν ότι οι πραγματικοί τους εχθροί δεν ήταν οι αριστοκράτες (κάτι που ίσχυε λ.χ. στην Γαλλική Επανάσταση), αλλά οι εργάτες, αυτοί που η επανάστασή τους θα αμφισβητούσε τα ιερά και τα όσια. Η παγκόσμια επανάσταση του 1848 τρόμαξε τους αστούς και άλλαξε την κοσμοθεωρία τους, βασίζοντάς την στον φόβο.
Ο φασισμός ήταν μια πολιτική εξειδίκευση αυτού του φόβου. Κατασκευάζοντας μια συμμαχία των μικροαστών με τα λούμπεν κομμάτια του υποκόσμου (που θα επάνδρωναν τα σώματα κρούσης) μιλούσε με μια γλώσσα ψευτο-λαϊκή, ζητώντας το κεφάλι του «μεγάλου» εβραϊκού κεφαλαίου που ήταν «διεθνιστικό», όπως διεθνιστικό ήταν και το εργατικό κίνημα της εποχής. Ο φασισμός υποσχόταν να διώξει το διεθνιστικό κεφάλαιο για χάρη του ντόπιου, του εθνικού, του καλού κεφαλαίου. Ο φασισμός έκλεινε το μάτι στον μικροαστό νοικοκύρη που συντριβόταν μεταξύ των αστών από πάνω και των εργατών από κάτω, κινδυνεύοντας να προλεταριοποιηθεί. Σε αυτόν τον φόβο απαντούσε ο φασισμός, δίνοντάς του την υπόσχεση ότι θα μοιραστεί μαζί του τα κέρδη από την βίαιη δολοφονική εκμετάλλευση των αποικιών, από την εκμετάλλευση όλων των υπανθρώπων, ότι θα έπαιρνε αυτό το προνόμιο από τα χέρια των μισητών τραπεζών και θα το μοίραζε στα μέλη του «λαού», δηλαδή των φυλετικά καθαρών κομματικών μελών.
Αυτή η ιδεολογία μπόρεσε πολύ εύκολα να μπολιαστεί στην Γερμανία του μεσοπολέμου. Ο Ρόζεμπεργκ, ένας μάλλον ελαφρώς διαταραγμένος θεωρητικός του ναζισμού, οικειοποιήθηκε, όπως και άλλοι πολλοί από τους Γερμανούς αντιδραστικούς της εποχής την ιδέα, τροποποιώντας την καταλλήλως. Έτσι την βρήκε και ο Χίτλερ και την συμπεριέλαβε στο δίτομο πόνημά του. Η ιδέα είναι απλή: η Γερμανία, ηττημένη από την προδοσία των κουλτουρομαρξιστών εβραιομπολσεβίκων, ουδέποτε κατάφερε να αποκτήσει επαρκείς αποικίες, όπως είχαν κάνει οι υπόλοιπες σοβαρές καπιταλιστικές δυνάμεις της εποχής. Ακόμα και η Ρώσικη Αυτοκρατορία είχε καταφέρει να αποικίσει την αχανή Σιβηρία – και μάλιστα την είχε με μεγάλη επιτυχία ενσωματώσει στα εδάφη της. Το Γερμανικό Volk (μια μυστικιστική, αντιδραστική έννοια μακρινά συγγενική με αυτό που λέμε «λαός») είχε την ιερή υποχρέωση να επεκταθεί σε αποικιακά εδάφη, τον «ζωτικό χώρο» του, όπως τον είχε πει ο Ρόζενμπεργκ, εδάφη τα οποία δεν ήταν άλλα από την ζώνη κατοίκησης των Εβραίων στην Ρωσική Αυτοκρατορία. Το σχέδιο είχε τρία πολύ ωραία στοιχεία: Πρώτον έδενε τον λυσσασμένο αντισημιτισμό με ένα ζωτικό πλάνο «επιβίωσης» των Γερμανών που η εισβολή «λαθραίων» εποίκων Εβραίων από την Ανατολή τους απειλούσε με εξαφάνιση. Δεύτερο, σε αυτά τα εδάφη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας υπήρχαν ήδη Γερμανοί κάτοικοι που περίμεναν τάχα την ένωση με τον εθνικό κορμό. Τρίτον, τα εδάφη αυτά ήταν ιδιαιτέρως γόνιμα και ως τέτοια θα ταίριαζαν πολύ με τις ανάγκες και του γερμανικού αγροτικού κεφαλαίου, αλλά και με την ισχυρή εκλογική βάση των ναζί, τους μικροϊδιοκτήτες αγροτικής γης στην Ανατολική Πρωσία, στους οποίους υποσχέθηκαν την νομή των κατακτημένων αγροτικών γαιών, απ’ όπου με κάποιον αδιευκρίνιστο αρχικά τρόπο θα εκδιώκονταν οι Εβραίοι.
Αυτό το σχέδιο, γραμμένο ήδη από τη δεκαετία του 20, ήταν που μπήκε σε εφαρμογή και τα υπόλοιπα είναι, όπως λένε, ιστορία.
Αλλά το σημαντικό εδώ είναι ότι οι ναζί απλώς εφάρμοσαν στο Ολοκαύτωμα τα μαθήματα που είχαν ήδη μάθει από τις αποικιακές δυνάμεις στην Αφρική (μαθήματα που παρακολούθησαν και οι Νεότουρκοι και εφάρμοσαν και αυτοί με επιτυχία). Είναι μάλιστα ενδιαφέρον το γεγονός ότι τα ασύλληπτα εγκλήματα των Βέλγων, των Εγγλέζων και των Γάλλων στις αποικίες τους, ακόμα και σήμερα δεν έχουν λάβει την αναγνώριση στην κοινή μνήμη που θα όφειλαν να έχουν, ούτε έχουν ταυτοποιηθεί οι ένοχοι. Όλα αυτά δεν θεωρούνται εγκλήματα συγκρίσιμα με το Ολοκαύτωμα, ούτε έχουν καταδικαστεί σε ειδικά δικαστήρια, όπως συνέβηκε, σε έναν ανεπαρκή βέβαια βαθμό, με τις Δίκες της Νυρεμβέργης. Και όμως, οι ναζί ακολούθησαν τα βήματα των δασκάλων τους, ρητά έχοντας ως σχέδιο να δημιουργήσουν τις δικές τους αποικίες, ενώ το «μόνο» νέο που πρόσθεσαν ήταν η βιομηχανική αποτελεσματικότητα και ακρίβεια στην εξολόθρευση «άχρηστων» πληθυσμών, προκειμένου να μπορέσουν οι άποικοι να καταλάβουν τις περιοχές τους.
Ο φασισμός είναι εγγενώς ρατσιστικός και αμετανόητος συνεχιστής της αποικιοκρατίας, επομένως έχει να πολεμήσει πρωτίστως όχι με αντίπαλους στρατούς, αλλά με αντίπαλους πληθυσμούς. Οι αποικιοκράτες δεν έχουν απέναντί τους τακτικά στρατεύματα, όπλα, παρατάξεις: στην χειρότερη περίπτωση έχουν αντάρτικα σώματα, μικρές άτακτες μονάδες, που όμως δεν είναι ο στόχος τους. Η αποικιοκρατία θέλει να χρησιμοποιήσει ως δωρεάν εργασία τους αμάχους – και όσους περισσεύουν θέλει απλώς να τους ξεφορτωθεί με τον πιο οικονομικό δυνατό τρόπο. Αυτός είναι ο λόγος που όλοι οι πόλεμοι μετά τον Β’ Παγκόσμιο, στους οποίους υπήρχε συμμετοχή των δυνάμεων του κέντρου (δηλαδή όλοι), ήταν πρώτα και κύρια πόλεμοι κατά αμάχων και δευτερευόντως κανονικές πολεμικές συρράξεις. Στο Βιετνάμ, στην Αλγερία, στις διάφορες αφρικανικές συγκρούσεις (που έγιναν όλες με ευρωπαϊκή καθοδήγηση), στην εισβολή των Αμερικάνων στο Αφγανιστάν, στο βομβαρδισμό της Σερβίας, παντού είχαμε βομβαρδισμούς πόλεων και αμάχων. Οι πόλεμοι είχαν περισσότερο τη λογική του απαρτχάιντ στην Νότια Αφρική, όπου κάθε φορά που εκδηλωνόταν κάποια «τρομοκρατική» ενέργεια από τους ντόπιους, οι αποικιοκράτες σε απάντηση εκκαθάριζαν τυφλά άμαχους. Μόνη μερική εξαίρεση στον κανόνα, ήταν η πρώτη εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ το 1991, που υπήρξε και η μόνη μεταπολεμική νίκη των αμερικανικών στρατευμάτων (σε όλες, μα όλες ανεξαιρέτως, τις υπόλοιπες εκστρατείες τους οι ΗΠΑ ηττήθηκαν, κάτι που πρέπει να το κρατήσουμε). Στην πρώτη εισβολή, ο στόχος ήταν η συντριβή του ιρακινού στρατεύματος, στόχος που επετεύχθη. Αλλά αυτό άλλαξε στην δεύτερη εισβολή του 2003, που ήταν μια κλασική περίπτωση σφαγής και τρομοκράτησης αμάχων και μάχες σε αστικό ιστό με ελαφρές αντάρτικες ομάδες.
Ο λόγος για αυτήν την εμμονή, την ανάγκη για βομβαρδισμό αμάχων ήταν πάντα το βαρύ στίγμα που έφεραν οι ιμπεριαλιστές, αυτό που ο Κίπλινγκ το είχε πει, προσπαθώντας να το εξωραΐσει, το φορτίο του λευκού ανθρώπου: το προνόμιο της εκμετάλλευσης της αποικίας, είτε αυτή είναι υπερπόντια είτε είναι μέσα στα ίδια τα εδάφη μας, η δημιουργία δύο λαών, του επικυρίαρχου αφέντη και των κατώτερων σκλάβων. Η υπόσχεση του ρατσισμού είναι ότι θα επιτρέψει το δωρεάν πλιάτσικο της εργατικής δύναμης των υπανθρώπων. Αλλά επίσης, ότι αυτοί, αντίθετα από τους επαναστάτες του 1848 ή αυτούς της Κομμούνας το 1871, ή ακόμα χειρότερα, τους μπολσεβίκους, όταν δεν είναι πια αναγκαίοι, όταν δεν θα τους χρειάζεται το αφεντικό, θα εξαφανίζονται, θα παύουν να υπάρχουν, θα «πηγαίνουν στις πατρίδες τους», θα τους «παίρνουν στα σπίτια τους οι ισλαμολάγνοι». Είναι προφανές ότι αυτή η φαντασίωση του μικρού κεφαλαίου, η τζάμπα εργατική δύναμη, δεν μπορεί να υπάρξει. Το αδιέξοδο μπορεί να επιλυθεί, μόνο με την καταστροφή των απο-ανθρωποποιημένων μαύρων, Εβραίων, Παλαιστίνιων. Το πρόβλημα μπορεί να επιδεχτεί μόνο μια λύση, την Τελική Λύση.
Με αυτήν την έννοια, το Ολοκαύτωμα δεν ήταν κάτι το μοναδικό, δεν οφειλόταν σε κάποια «εβραϊκότητα» εγγενή στους Εβραίους, σε κάποια μεταφυσική ιδιότητα που έχουν όσοι γεννιούνται από Εβραία μάνα, που για δικούς τους, μυστικούς λόγους απεχθάνονταν οι ναζί. Το Ολοκαύτωμα ήταν «απλώς» (αν αυτό το επίρρημα χωράει σε αυτήν τη φρικιαστική συζήτηση) το μεγαλύτερο, το πιο αδιανόητο και κυρίως το πιο βιομηχανοποιημένο και μοντέρνο έγκλημα, πρώτο από μια σειρά άλλων γιγαντιαίων και αδιανόητων εγκλημάτων που σπάνια τα θυμόμαστε, επειδή οι εγκληματίες ήταν τελικά δεν χρειάστηκε να παραστούν σε δίκη, όπως οι ναζί. Τα εγκλήματα αυτά δεν έγιναν λόγω της φύσης των Γερμανών και των Εβραίων· ούτε από τη φύση των Βέλγων και των εκατομμυρίων κατοίκων του «Ελεύθερου Κράτους του Κονγκό» που σκοτώθηκαν, ακρωτηριάστηκαν ή πέθαναν από αρρώστιες και πείνα· ούτε από κάποια «ουσία» των Εγγλέζων και των Ινδών. Τα εγκλήματα έγιναν λόγω της φύσης του εκμεταλλευτικού κοινωνικού συστήματος που λέγεται καπιταλισμός, το οποίο εγγενώς τα αποζητά, τα προκαλεί, τα χρησιμοποιεί για να αυξήσει τα κέρδη του και να μειώσει τους κατά περίπτωση «άχρηστους» για αυτό πληθυσμούς. Δεδομένου ότι μια σφαίρα έχει μικρότερο κόστος από ένα γεύμα, είναι η απλή, ξερή λογική του υπολογισμού κόστους-οφέλους το ποια μέθοδο θα πρέπει να ακολουθήσουμε όταν μας περισσεύουν πληθυσμοί.
Το Ισραήλ έχει πλέον καταλήξει να είναι το τελευταίο μεγάλο αποικιοκρατικό πρότζεκτ της Δύσης. Οι Εβραίοι άποικοι (που τους λέμε «εποίκους») δεν είναι εκεί ως κατώτεροι, ως υπάνθρωποι Εβραίοι, όπως τους έβλεπαν οι ναζί, αλλά αντίθετα ως ανώτεροι, ως εκπολιτιστές των βάρβαρων ισλαμο-ορκ: αυτοί οι τελευταίοι είναι πλέον οι υπάνθρωποι, αυτοί είναι οι άχρηστοι πληθυσμοί, αυτοί απειλούν με την ύπαρξή τους τις μικροαστικές ορδές των εκπολιτιστών Ευρωπαίων. Έτσι έχουμε κάποια συμπεράσματα.
Πρώτον, αυτός είναι ο λόγος που οι δικοί μας ακροδεξιοί και παραδοσιακοί αντισημίτες είναι υποστηρικτές του Ισραήλ. Επειδή ανήκουν (ή επιχειρούν να εκπροσωπήσουν) ακριβώς σε αυτές τις κοινωνικές κατηγορίες που στο έδαφος μιας διαρκούς κρίσης, της διαρκούς χειροτέρευσης των προσδοκιών τους και μιας ιστορικής υποχώρησης της Αριστεράς, είναι έτοιμοι να ρίξουν την ευθύνη σε αυτόν που εμφανίζεται στα μάτια τους ως εύκολος στόχος. Όπως στον μεσοπόλεμο αδύναμος ήταν ο Εβραίος, έτσι τώρα αδύναμος είναι ο Παλαιστίνιος, αφού καμία «πραγματική» δύναμη με τανκς και υποβρύχια, καμία Αμερική, καμία Ε.Ε. (εδώ γελάμε) δεν είναι διατεθειμένη να πολεμήσει μαζί τους. Υπάρχει φυσικά το πρόβλημα του ιστορικού βάρους του όρου «Εβραίος», οι εκατοντάδες συνωμοσίες που έχουν υποτίθεται εξυφάνει εδώ και εκατό χρόνια στην πάλη τους για παγκόσμια κυβέρνηση οι Εβραίοι με τα τόσο διαδεδομένα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών. Ο αντισημιτισμός είναι τμήμα των λαϊκών αντιδραστικών ιδεολογιών σε πολλές χώρες – και στην Ελλάδα: το διαδίκτυο είναι γεμάτο με ιερωμένους που εξηγούν πόσο προφητικό κείμενο είναι τα Πρωτόκολλα. Αυτό όμως είναι λεπτομέρεια, ενοχλητική μεν, λεπτομέρεια δε. Το Ισραήλ είναι πραγματική δύναμη, με τανκς και αεροπλάνα και πυρηνικά, άρα δεν είναι κατάλληλο για εχθρός του φασίστα, που πάντα προτιμάει τον αδύναμο, αυτόν που μπορεί να παίξει τον ρόλο της φτηνής εργατικής δύναμης.
Το δεύτερο και φαινομενικά το πιο δυσεξήγητο, είναι το πώς οι Ισραηλινοί στρατιώτες, εγγόνια και δισέγγονα ανθρώπων που επέζησαν από το Άουσβιτς, άνθρωποι που μεγάλωσαν με τέτοιες μνήμες φρίκης στο σπίτι και στο σχολείο, πως είναι δυνατόν να ακολουθούν αυτές τις θηριώδεις πρακτικές μαζικής δολοφονίας (η «εθνοκάθαρση» είναι μάλλον ευφημισμός). Και όμως, είναι δυνατόν: επειδή οι Ισραηλινοί δεν είναι ούτε ο περιούσιος λαός ούτε οι «υπάνθρωποι» των ναζί. Οι Ισραηλινοί είναι και αυτοί άνθρωποι, ακριβώς όπως και οι Παλαιστίνιοι, αλλά ακόμα και εσύ αγαπητή αναγνώστρια – και επομένως, ως κανονικοί άνθρωποι είναι και αυτοί τόσο ικανοί για το χειρότερο όπως ακριβώς είσαι και εσύ, όπως είμαστε όλοι και όλες: έχουμε την ικανότητα για το χειρότερο, όχι επειδή είναι στη φύση μας, αλλά επειδή είναι στη φύση ενός καταστροφικού κοινωνικού συστήματος. Ο αποικιακός, ρατσιστικός, φασιστικός καπιταλισμός μπροστά στο κέρδος του δεν διστάζει να (προσπαθήσει να) αφανίσει τα άχρηστα σε αυτόν σώματα και να μετατρέψει σε άψυχες μηχανές θανάτου τα σώματα των πρόθυμων υπηρετών του, ακόμα και αν αυτά τα σώματα ανήκουν στα εγγόνια των επιζώντων του Άουσβιτς.
Πηγή: Κοσμοδρόμιο
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!