ΕΝΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΤΡΕΧΟΥΣΑΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΕΙ, ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΑΘΕΛΑ ΤΟΥ, ΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ
Μεταφράζω εδώ ένα σημαντικό, κατά τη γνώμη μου, άρθρο του Aluf Benn, αρχισυντάκτη της γνωστής Ισραηλινής αντιπολιτευόμενης εφημερίδας Haaretz. Μην περιμένετε εδώ το είδος των ριζοσπαστικών αναλύσεων και απόψεων καθιερωμένων Εβραίων επικριτών του Ισραήλ, όπως του παλαίμαχου Νόαμ Τσόμσκι ή του Νόρμαν Φινκελστάϊν, του Έιρον Ματέ, του Μαξ Μπλούμενταλ και τόσων άλλων Εβραίων αναλυτών καθώς και απλών ανθρώπων που αρνούνται και παλεύουν με θάρρος την γενοκτονία που συντελείται στο όνομα του Σιωνισμού. Ούτε να περιμένετε μια αντικειμενική και αμερόληπτη εξιστόρηση των επανειλημμένων αποτυχιών των επί πολλά έτη επιχειρουμένων ειρηνευτικών διαδικασιών (για μια τέτοιου είδους εξιστόρηση η καλύτερη πηγή είναι ο Νόρμαν Φινκελστάϊν). Αλλού βρίσκεται η αξία αυτού του άρθρου.
Ο Aluf Benn, όπως και η Haaretz, αντανακλούν τον προβληματισμό μιας μειοψηφούσας (πλέον) μερίδας της Ισραηλινής κοινωνίας που βλέπει το σαφές αδιέξοδο των πολιτικών εθνοκάθαρσης. Όχι μόνο ‘αδιέξοδο’ αλλά και δρόμο προς την καταστροφή του εγχειρήματος “Ισραήλ”. Το ερώτημα είναι τι αντιπαρατάσσει αυτή η μερίδα στις θηριωδίες των σφαγών, της γενοκτονίας και της εθνοκάθαρσης—λέξεις που κατηγορηματικά αρνείται να καταγράψει ο αντιπολιτευόμενος Aluf Benn, αν και με ευκολία χαρακτηρίζει τους Παλαιστίνιους αντιστασιακούς ως τρομοκράτες—ως δυνατότητα επίλυσης του Παλαιστινιακού.
Και επίσης, αν και ο Benn ασκεί κριτική στην υποβάθμιση του παλαιστινιακού από την Ισραηλινή αντιπολίτευση, εν τούτοις μια προσεκτική ανάγνωση του κειμένου του θα δείξει ότι και αυτός, όπως η φιλελεύθερη και κεντρώα αντιπολίτευση, εστιάζει στην ‘εσωτερική’ ρηγμάτωση της Ισραηλινής κοινωνίας που προκαλεί η προσπάθεια της συμμαχίας του ακραίου σιωνιστικού άξονα που κυβερνά τη χώρα να επιφέρει θεμελιακές αλλαγές στα πολιτικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του κράτους και των θεσμών της κοινωνίας.
Αν και τελικά και ο Aluf Benn θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ‘μία από τα ίδια’, παρά τις ενδεχομένως καλές του προθέσεις, το ιστορικό που παραθέτει είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό για τις εξελίξεις μέσα στην ίδια την Ισραηλινή κοινωνία και για την αδυναμία του Ισραήλ να μετεξελιχθεί από κράτος-απαρτχάιντ σε κράτος για όλους τους πληθυσμούς που ζουν υπό την σκέπη του.
Συστήνω θερμά το προσεκτικό διάβασμα του άρθρου του αρχισυντάκτη της Haaretz προκειμένου να αποκτήσουμε γνώση τόσο για τις εσωτερικές εξελίξεις προς την θεοκρατία και τον απολυταρχισμό του Εβραϊκού κράτους όσο και για την αδυναμία της ισραηλινής αντιπολίτευσης να αντισταθεί σε αυτόν τον ταχύτατα εξελισσόμενο εκφασισμό της ισραηλινής κοινωνίας. Ιδιαίτερα οι ανεπάρκειες και η έλλειψη οποιουδήποτε σχεδίου διεξόδου από την αντιπολίτευση, όχι μόνο την κεντρώα και τη φιλελεύθερη, στις οποίες αναφέρεται το άρθρο ρητά, αλλά και από την κεντροαριστερή που εκφράζει η ίδια η Haaretz, αναδύονται ανάγλυφα μέσα από το προσεκτικό διάβασμα του άρθρου του αρχισυντάκτη της Haaretz.
Δημοσιευμένο στο θεωρούμενο ως το πλέον ‘έγκριτο’ περιοδικό της δυτικής διπλωματίας, το Foreign Affairs, η εμφάνισή του εκεί δεν είναι καθόλου τυχαία καθώς ο κύριος όγκος των διπλωματικών σωμάτων των Δυτικών χωρών, των ΗΠΑ συμπεριλαμβανομένων, εκφράζει την βαθύτατη ανησυχία του για την αξιοπιστία που θα έχει στο μέλλον η δουλειά τους μεταξύ των μη Δυτικών χωρών, μετά την άνευ όρων υποστήριξη της Δύσης στην συντελούμενη γενοκτονία.
Κ. Μηλολιδάκης
————————————————-
Η αυτοκαταστροφή του Ισραήλ – ο Νετανιάχου, οι Παλαιστίνιοι και το τίμημα της αμέλειας
Του Aluf Benn, αρχισυντάκτη της Haaretz
Foreign Affairs, Μάρτιος/Απρίλιος 2024[1]
Δημοσιεύθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2024
Μια φωτεινή μέρα του Απριλίου του 1956, ο Μοσέ Νταγιάν, ο μονόφθαλμος αρχηγός του επιτελείου των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων (IDF), πήγε νότια στο Ναχάλ Οζ, ένα πρόσφατα ιδρυμένο κιμπούτς κοντά στα σύνορα με τη Λωρίδα της Γάζας. Ο Dayan ήρθε για να παραστεί στην κηδεία του 21χρονου Roi Rotberg, ο οποίος είχε δολοφονηθεί το προηγούμενο πρωί από Παλαιστίνιους ενώ περιπολούσε στα χωράφια έφιππος. Οι δολοφόνοι έσυραν το πτώμα του Rotberg στην άλλη πλευρά των συνόρων, όπου βρέθηκε ακρωτηριασμένο, με τα μάτια του βγαλμένα. Το αποτέλεσμα ήταν ένα πανεθνικό σοκ και αγωνία.
Αν ο Νταγιάν μιλούσε στο σημερινό Ισραήλ, θα χρησιμοποιούσε τον επικήδειο λόγο του κυρίως για να κατακεραυνώσει τη φρικτή σκληρότητα των δολοφόνων του Ρότμπεργκ. Αλλά καθώς βρισκόμαστε στη δεκαετία του 1950, η ομιλία του ήταν αξιοσημείωτα συμπαθητική προς τους δράστες. «Ας μην ρίχνουμε την ευθύνη στους δολοφόνους», είπε ο Dayan. «Εδώ και οκτώ χρόνια κάθονται στους προσφυγικούς καταυλισμούς στη Γάζα και μπροστά στα μάτια τους εμείς μετατρέπουμε τα εδάφη και τα χωριά όπου κατοικούσαν αυτοί και οι πατεράδες τους σε δική μας περιουσία». Ο Dayan αναφερόταν στη nakba, που στα αραβικά σημαίνει “καταστροφή”, όταν η πλειοψηφία των Παλαιστινίων Αράβων οδηγήθηκε στην εξορία με τη νίκη του Ισραήλ στον πόλεμο ανεξαρτησίας του 1948. Πολλοί μετεγκαταστάθηκαν βίαια στη Γάζα, συμπεριλαμβανομένων των κατοίκων των κοινοτήτων που τελικά έγιναν εβραϊκές πόλεις και χωριά κατά μήκος των συνόρων.
Ο Dayan κάθε άλλο παρά ήταν υποστηρικτής της παλαιστινιακής υπόθεσης. Το 1950, μετά τη λήξη των εχθροπραξιών, οργάνωσε την εκτόπιση της εναπομείνασας παλαιστινιακής κοινότητας της συνοριακής πόλης Al-Majdal, τη σημερινή ισραηλινή πόλη Ashkelon. Παρόλα αυτά, ο Dayan συνειδητοποίησε αυτό που πολλοί Εβραίοι Ισραηλινοί αρνούνται να αποδεχτούν: Οι Παλαιστίνιοι δεν θα ξεχνούσαν ποτέ τη nakba ούτε θα σταματούσαν να ονειρεύονται την επιστροφή στα σπίτια τους. «Ας μην πτοούμαστε όταν βλέπουμε την απέχθεια που φουντώνει και γεμίζει τις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων Αράβων που ζουν γύρω μας», δήλωσε ο Dayan στον επικήδειό του. «Αυτή είναι η επιλογή της ζωής μας – να είμαστε προετοιμασμένοι και οπλισμένοι, δυνατοί και αποφασισμένοι, ώστε να μην μας πετάξουν το σπαθί από τη γροθιά μας και κοπούν οι ζωές μας».
Στις 7 Οκτωβρίου 2023, η διαχρονική προειδοποίηση του Νταγιάν υλοποιήθηκε με τον πιο αιματηρό τρόπο που ήταν δυνατόν. Ακολουθώντας ένα σχέδιο που καταστρώθηκε από τον Yahya Sinwar, έναν ηγέτη της Χαμάς γεννημένο σε μια οικογένεια που εκδιώχθηκε από την Al-Majdal, Παλαιστίνιοι μαχητές εισέβαλαν στο Ισραήλ σε σχεδόν 30 σημεία κατά μήκος των συνόρων της Γάζας. Πετυχαίνοντας τον απόλυτο αιφνιδιασμό, ξεπέρασαν τις ισχνές άμυνες του Ισραήλ και προχώρησαν σε επιθέσεις σε ένα μουσικό φεστιβάλ, σε μικρές πόλεις και σε περισσότερα από 20 κιμπούτζιμ. Σκότωσαν περίπου 1.200 πολίτες και στρατιώτες και απήγαγαν πολύ περισσότερους από 200 ομήρους. Βίασαν, λήστεψαν, έκαψαν και λεηλάτησαν. Οι απόγονοι των κατοίκων των προσφυγικών καταυλισμών του Dayan, τροφοδοτούμενοι από το ίδιο μίσος και απέχθεια που περιέγραψε ο ίδιος, αλλά τώρα καλύτερα οπλισμένοι, εκπαιδευμένοι και οργανωμένοι, είχαν επιστρέψει για εκδίκηση.
Η 7η Οκτωβρίου ήταν η χειρότερη καταστροφή στην ιστορία του Ισραήλ. Αποτελεί εθνικό και προσωπικό σημείο καμπής για όποιον ζει στη χώρα ή σχετίζεται με αυτήν. Έχοντας αποτύχει να σταματήσει την επίθεση της Χαμάς, οι IDF απάντησαν με συντριπτική δύναμη, σκοτώνοντας χιλιάδες Παλαιστίνιους και ισοπεδώνοντας ολόκληρες γειτονιές της Γάζας. Αλλά ακόμη και καθώς οι πιλότοι ρίχνουν βόμβες και οι κομάντος ξετρυπώνουν τις σήραγγες της Χαμάς, η ισραηλινή κυβέρνηση δεν έχει υπολογίσει την εχθρότητα που προκάλεσε την επίθεση—ή ποιες πολιτικές θα μπορούσαν να αποτρέψουν μια άλλη. Η σιωπή της οφείλεται στην εντολή του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος αρνήθηκε να παρουσιάσει ένα μεταπολεμικό όραμα ή μια μεταπολεμική τάξη. Ο Νετανιάχου έχει υποσχεθεί να «καταστρέψει τη Χαμάς», αλλά πέρα από τη στρατιωτική βία, δεν έχει καμία στρατηγική για την εξάλειψη της ομάδας και κανένα σαφές σχέδιο για το τι θα την αντικαταστήσει ως de facto κυβέρνηση της μεταπολεμικής Γάζας[2].
Η αποτυχία του να χαράξει στρατηγική δεν είναι τυχαία. Ούτε είναι πράξη πολιτικής σκοπιμότητας που αποσκοπεί στη διατήρηση του δεξιού συνασπισμού του. Για να ζήσει ειρηνικά, το Ισραήλ θα πρέπει επιτέλους να έρθει σε συμφωνία με τους Παλαιστίνιους, και αυτό είναι κάτι στο οποίο ο Νετανιάχου έχει αντιταχθεί καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του. Έχει αφιερώσει τη θητεία του ως πρωθυπουργός, τη μεγαλύτερη στην ισραηλινή ιστορία, στην υπονόμευση και τον παραγκωνισμό του παλαιστινιακού εθνικού κινήματος. Έχει υποσχεθεί στο λαό του ότι μπορεί να ευημερήσει χωρίς ειρήνη. Έχει πουλήσει στη χώρα την ιδέα ότι μπορεί να συνεχίσει να κατέχει παλαιστινιακά εδάφη για πάντα με μικρό εσωτερικό ή διεθνές κόστος. Και ακόμη και τώρα, στον απόηχο της 7ης Οκτωβρίου, δεν έχει αλλάξει αυτό το μήνυμα. Το μόνο πράγμα που έχει πει ο Νετανιάχου ότι θα κάνει το Ισραήλ μετά τον πόλεμο είναι να διατηρήσει μια «περίμετρο ασφαλείας» γύρω από τη Γάζα -ένας ελάχιστα καλυμμένος ευφημισμός για μακροχρόνια κατοχή, συμπεριλαμβανομένου ενός κλοιού κατά μήκος των συνόρων που θα φάει ένα μεγάλο κομμάτι της πενιχρής παλαιστινιακής γης.
Όμως το Ισραήλ δεν μπορεί πλέον να παραμένει εθελοτυφλούν σε τέτοιο βαθμό. Οι επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου απέδειξαν ότι η υπόσχεση του Νετανιάχου ήταν κούφια. Παρά τη νεκρή ειρηνευτική διαδικασία και το φθίνον ενδιαφέρον άλλων χωρών, οι Παλαιστίνιοι κράτησαν ζωντανό τον αγώνα τους. Στα πλάνα που τράβηξαν οι κάμερες σώματος της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, οι εισβολείς ακούγονται να φωνάζουν: «Αυτή είναι η γη μας!» καθώς περνούν τα σύνορα για να επιτεθούν σε ένα κιμπούτς. Ο Sinwar διαμόρφωσε ανοιχτά την επιχείρηση ως πράξη αντίστασης και είχε προσωπικά κίνητρα, τουλάχιστον εν μέρει, από τη nakba. Ο ηγέτης της Χαμάς πέρασε 22 χρόνια σε ισραηλινές φυλακές και λέγεται ότι έλεγε συνεχώς στους συγκρατούμενούς του ότι το Ισραήλ έπρεπε να ηττηθεί για να μπορέσει η οικογένειά του να επιστρέψει στο χωριό της.
Το τραύμα της 7ης Οκτωβρίου ανάγκασε τους Ισραηλινούς, για άλλη μια φορά, να συνειδητοποιήσουν ότι η σύγκρουση με τους Παλαιστίνιους είναι κεντρικό στοιχείο της εθνικής τους ταυτότητας και απειλή για την ευημερία τους. Αυτή δεν μπορεί να παραβλεφθεί ή να παρακαμφθεί, και η συνέχιση της κατοχής, η επέκταση των ισραηλινών οικισμών στη Δυτική Όχθη, η πολιορκία της Γάζας και η άρνηση οποιουδήποτε εδαφικού συμβιβασμού (ή ακόμη και της αναγνώρισης των παλαιστινιακών δικαιωμάτων) δεν θα φέρει στη χώρα διαρκή ασφάλεια. Ωστόσο, η ανάκαμψη από αυτόν τον πόλεμο και η αλλαγή πορείας είναι βέβαιο ότι θα είναι εξαιρετικά δύσκολη, και όχι μόνο επειδή ο Νετανιάχου δεν θέλει να επιλύσει την παλαιστινιακή σύγκρουση. Ο πόλεμος έπιασε το Ισραήλ ίσως στην πιο διχασμένη στιγμή της ιστορίας του. Στα χρόνια που προηγήθηκαν της επίθεσης, η χώρα ήταν κατακερματισμένη από την προσπάθεια του Νετανιάχου να υπονομεύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς της και να τη μετατρέψει σε μια θεοκρατική, εθνικιστική απολυταρχία. Τα νομοσχέδια και οι μεταρρυθμίσεις του προκάλεσαν εκτεταμένες διαμαρτυρίες και διχόνοια που απειλούσαν να διαλύσουν τη χώρα πριν από τον πόλεμο και θα τη στοιχειώνουν και μετά το τέλος της σύγκρουσης. Στην πραγματικότητα, η μάχη για την πολιτική επιβίωση του Νετανιάχου θα γίνει ακόμη πιο έντονη από ό,τι ήταν πριν από την 7η Οκτωβρίου, καθιστώντας δύσκολη για την χώρα την αναζήτηση της ειρήνης.
Αλλά ό,τι και να συμβεί στον πρωθυπουργό, δεν είναι πιθανό να γίνει μία σοβαρή συζήτηση στο Ισραήλ σχετικά με τη διευθέτηση των σχέσεων με τους Παλαιστίνιους. Η ισραηλινή κοινή γνώμη στο σύνολό της έχει μετατοπιστεί προς τα δεξιά. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ασχολούνται όλο και περισσότερο με μια κρίσιμη προεδρική εκλογική αναμέτρηση. Δεν θα υπάρχει πολλή ενέργεια ή κίνητρο για την αναζωπύρωση μιας ουσιαστικής ειρηνευτικής διαδικασίας στο εγγύς μέλλον.
Η 7η Οκτωβρίου εξακολουθεί να αποτελεί σημείο καμπής, αλλά εναπόκειται στους Ισραηλινούς να αποφασίσουν τι είδους σημείο καμπής θα είναι. Αν επιτέλους λάβουν υπόψη τους την προειδοποίηση του Dayan, η χώρα θα μπορούσε να ενωθεί και να χαράξει μια πορεία προς την ειρήνη και την αξιοπρεπή συνύπαρξη με τους Παλαιστίνιους. Αλλά οι ενδείξεις μέχρι στιγμής δείχνουν ότι οι Ισραηλινοί θα συνεχίσουν, αντίθετα, να πολεμούν μεταξύ τους και να διατηρούν την κατοχή επ’ αόριστον. Αυτό θα μπορούσε να καταστήσει την 7η Οκτωβρίου την αρχή μιας σκοτεινής εποχής στην ιστορία του Ισραήλ—μιας εποχής που θα χαρακτηρίζεται από περισσότερη και αυξανόμενη βία. Η επίθεση τότε δεν θα ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά ένα προμήνυμα για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.
———————-
ΟΙ ΑΘΕΤΗΜΕΝΕΣ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ
Στη δεκαετία του 1990, ο Νετανιάχου ήταν ένα ανερχόμενο αστέρι στη δεξιά σκηνή του Ισραήλ. Αφού έγινε γνωστός ως πρεσβευτής του Ισραήλ στον ΟΗΕ από το 1984 έως το 1988, έγινε ευρέως γνωστός ως επικεφαλής της αντιπολίτευσης στις συμφωνίες του Όσλο, το σχέδιο του 1993 για τη συμφιλίωση Ισραηλινών και Παλαιστινίων που υπογράφηκε από την ισραηλινή κυβέρνηση και την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Μετά τη δολοφονία του πρωθυπουργού Γιτζάκ Ράμπιν τον Νοέμβριο του 1995 από έναν ακροδεξιό ισραηλινό ζηλωτή και ένα κύμα παλαιστινιακών τρομοκρατικών επιθέσεων σε ισραηλινές πόλεις, ο Νετανιάχου κατάφερε να νικήσει τον Σιμόν Πέρες, βασικό αρχιτέκτονα της ειρηνευτικής συμφωνίας του Όσλο, με οριακή διαφορά στην κούρσα για την πρωθυπουργία το 1996. Μόλις ανέλαβε την εξουσία, υποσχέθηκε να επιβραδύνει την ειρηνευτική διαδικασία και να μεταρρυθμίσει την ισραηλινή κοινωνία «αντικαθιστώντας τις ελίτ», τις οποίες θεωρούσε ‘μαλακές’ και επιρρεπείς στην αντιγραφή των δυτικών φιλελεύθερων προτύπων, με ένα σώμα από θρησκευτικά και κοινωνικά συντηρητικούς.
Οι ριζοσπαστικές φιλοδοξίες του Νετανιάχου, ωστόσο, συνάντησαν τη συνδυασμένη αντίθεση των παλαιών ελίτ και της κυβέρνησης Κλίντον. Στην ισραηλινή κοινωνία, που τότε εξακολουθούσε να υποστηρίζει γενικά μια ειρηνευτική συμφωνία, επίσης γρήγορα ξίνισε η ακραία ατζέντα του πρωθυπουργού. Τρία χρόνια αργότερα, ανατράπηκε από τον φιλελεύθερο Εχούντ Μπαράκ, ο οποίος δεσμεύτηκε να συνεχίσει τη διαδικασία του Όσλο και να λύσει το παλαιστινιακό ζήτημα στο σύνολό του.
Αλλά ο Μπαράκ απέτυχε, όπως και οι διάδοχοί του. Όταν το Ισραήλ ολοκλήρωσε τη μονομερή αποχώρησή του από το νότιο Λίβανο την άνοιξη του 2000, δέχθηκε διασυνοριακές επιθέσεις και απειλήθηκε από μια μαζική οικοδόμηση της Χεζμπολάχ. Στη συνέχεια, η ειρηνευτική διαδικασία κατέρρευσε καθώς οι Παλαιστίνιοι ξεκίνησαν τη δεύτερη ιντιφάντα εκείνο το φθινόπωρο. Πέντε χρόνια αργότερα, η απόσυρση του Ισραήλ από τη Λωρίδα της Γάζας άνοιξε το δρόμο στη Χαμάς για να αναλάβει την εξουσία εκεί. Το ισραηλινό κοινό, που κάποτε υποστήριζε την ειρήνευση, έχασε την όρεξή του να αντιμετωπίσει τους κινδύνους ασφαλείας που την συνόδευαν. «Τους προσφέραμε το φεγγάρι και τα αστέρια και πήραμε ως αντάλλαγμα βομβιστές αυτοκτονίας και ρουκέτες», ήταν ένα κοινό ρεφρέν. (Το αντεπιχείρημα—ότι το Ισραήλ είχε προσφέρει πολύ λίγα και δεν θα συμφωνούσε ποτέ σε ένα βιώσιμο παλαιστινιακό κράτος—βρήκε μικρή απήχηση). Το 2009, ο Νετανιάχου επέστρεψε στην εξουσία, νιώθοντας δικαιωμένος. Εξάλλου, οι προειδοποιήσεις του κατά των εδαφικών παραχωρήσεων στους γείτονες του Ισραήλ είχαν επαληθευτεί.
Επιστρέφοντας στην εξουσία, ο Νετανιάχου προσέφερε στους Ισραηλινούς μια βολική εναλλακτική λύση στην απαξιωμένη πλέον φόρμουλα ‘γη έναντι ειρήνης’. Το Ισραήλ, υποστήριξε, θα μπορούσε να ευημερήσει ως χώρα δυτικού τύπου—και να προσεγγίσει ακόμη και τον αραβικό κόσμο στο σύνολό του—ενώ παράλληλα θα απωθούσε στο περιθώριο τους Παλαιστίνιους. Το κλειδί ήταν το ‘διαίρει και βασίλευε’. Στη Δυτική Όχθη, ο Νετανιάχου διατήρησε τη συνεργασία για την ασφάλεια με την Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία έγινε ντε φάκτο υπεργολάβος του Ισραήλ για την αστυνόμευση και τις κοινωνικές υπηρεσίες, και ενθάρρυνε το Κατάρ να χρηματοδοτήσει την κυβέρνηση της Χαμάς στη Γάζα. «Όποιος αντιτίθεται σε ένα παλαιστινιακό κράτος πρέπει να υποστηρίξει την παράδοση κονδυλίων στη Γάζα, επειδή η διατήρηση του διαχωρισμού μεταξύ της ΠΑ στη Δυτική Όχθη και της Χαμάς στη Γάζα θα αποτρέψει την ίδρυση ενός παλαιστινιακού κράτους», δήλωσε ο Νετανιάχου στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του το 2019. Πρόκειται για μια δήλωση που έχει επιστρέψει για να τον στοιχειώσει.
Ισραηλινοί στρατιώτες κοντά στο Sderot, Ισραήλ, Οκτώβριος 2023. Amir Cohen / Reuters
Ο Νετανιάχου πίστευε ότι μπορούσε να κρατήσει τις δυνατότητες της Χαμάς υπό έλεγχο μέσω ενός ναυτικού και οικονομικού αποκλεισμού, των πρόσφατα αναπτυγμένων συστημάτων πυραυλικής και συνοριακής άμυνας και των περιοδικών στρατιωτικών επιδρομών κατά των μαχητών και των υποδομών της ομάδας. Αυτή η τελευταία τακτική, που ονομάστηκε «κούρεμα του γκαζόν», έγινε αναπόσπαστο μέρος του ισραηλινού δόγματος ασφαλείας, μαζί με τη «διαχείριση της σύγκρουσης» και τη διατήρηση του status quo. Η επικρατούσα τάξη, πίστευε ο Νετανιάχου, ήταν ανθεκτική. Κατά την άποψή του, ήταν επίσης βέλτιστη: η διατήρηση μιας πολύ χαμηλού επιπέδου σύγκρουσης ήταν λιγότερο πολιτικά επικίνδυνη από μια ειρηνευτική συμφωνία και λιγότερο δαπανηρή από έναν μεγάλο πόλεμο.
Για πάνω από μια δεκαετία, η στρατηγική του Νετανιάχου φάνηκε να λειτουργεί. Η Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική βυθίστηκαν στις επαναστάσεις και τους εμφυλίους πολέμους της Αραβικής Άνοιξης, καθιστώντας την παλαιστινιακή υπόθεση πολύ λιγότερο σημαντική. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις έπεσαν σε νέα χαμηλά επίπεδα και οι περιοδικές πυραυλικές επιθέσεις από τη Γάζα συνήθως αναχαιτίζονταν. Με εξαίρεση έναν σύντομο πόλεμο κατά της Χαμάς το 2014, οι Ισραηλινοί σπάνια χρειάστηκε να έρθουν αντιμέτωποι με Παλαιστίνιους μαχητές. Για τους περισσότερους ανθρώπους, τις περισσότερες φορές, η σύγκρουση ήταν εκτός οπτικού πεδίου και εκτός μυαλού.
Αντί να ανησυχούν για τους Παλαιστίνιους, οι Ισραηλινοί άρχισαν να επικεντρώνονται στο να ζήσουν το δυτικό όνειρο της ευημερίας και της ηρεμίας. Μεταξύ Ιανουαρίου 2010 και Δεκεμβρίου 2022, οι τιμές των ακινήτων υπερδιπλασιάστηκαν στο Ισραήλ, καθώς ο ορίζοντας του Τελ Αβίβ γέμισε με πολυώροφα διαμερίσματα και συγκροτήματα γραφείων. Οι μικρότερες πόλεις επεκτάθηκαν για να φιλοξενήσουν την έκρηξη. Το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε κατά περισσότερο από 60 τοις εκατό, καθώς οι επιχειρηματίες της τεχνολογίας ξεκίνησαν επιτυχημένες επιχειρήσεις και οι εταιρείες ενέργειας βρήκαν υπεράκτια κοιτάσματα φυσικού αερίου στα ισραηλινά ύδατα. Οι συμφωνίες ανοικτής πρόσβασης με άλλες κυβερνήσεις μετέτρεψαν τα ταξίδια στο εξωτερικό, μια σημαντική πτυχή του ισραηλινού τρόπου ζωής, σε φθηνή δραστηριότητα. Το μέλλον φαινόταν λαμπρό. Η χώρα, όπως φαινόταν, είχε ξεπεράσει τους Παλαιστίνιους, και μάλιστα χωρίς να θυσιάσει τίποτα—έδαφος, πόρους, κεφάλαια—προς την κατεύθυνση μιας ειρηνευτικής συμφωνίας. Οι Ισραηλινοί μπορούσαν να έχουν και την πίτα ολάκερη και τον σκύλο χορτάτο.
Σε διεθνές επίπεδο, η χώρα ευημερούσε επίσης. Ο Νετανιάχου άντεξε στις πιέσεις του Αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα να αναβιώσει τη λύση των δύο κρατών και να παγώσει τους ισραηλινούς οικισμούς στη Δυτική Όχθη, εν μέρει σφυρηλατώντας μια συμμαχία με τους Ρεπουμπλικάνους. Αν και ο Νετανιάχου απέτυχε να εμποδίσει τον Ομπάμα να συνάψει πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, η Ουάσινγκτον αποσύρθηκε από το σύμφωνο μετά την επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία. Ο Τραμπ μετέφερε επίσης την αμερικανική πρεσβεία στο Ισραήλ από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ και η κυβέρνησή του αναγνώρισε την προσάρτηση των Υψιπέδων του Γκολάν, που ανήκουν στη Συρία, από το Ισραήλ. Υπό τον Τραμπ, οι Ηνωμένες Πολιτείες βοήθησαν το Ισραήλ να συνάψει τις Συμφωνίες του Αβραάμ, ομαλοποιώντας τις σχέσεις του με το Μπαχρέιν, το Μαρόκο, το Σουδάν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα -μια προοπτική που κάποτε φαινόταν αδύνατη χωρίς μια ειρηνευτική συμφωνία Ισραήλ-Παλαιστίνης. Φορτία αεροπλάνων με Ισραηλινούς αξιωματούχους, στρατιωτικούς αρχηγούς και τουρίστες άρχισαν να συχνάζουν στα κομψά ξενοδοχεία των σεϊχικών βασιλείων του Κόλπου και στα σουκ του Μαρακές[3].
Καθώς παραμέρισε το παλαιστινιακό ζήτημα, ο Νετανιάχου εργάστηκε επίσης για την αναδιαμόρφωση της εσωτερικής κοινωνίας του Ισραήλ. Αφού κέρδισε μια επανεκλογή έκπληξη το 2015, ο Νετανιάχου συγκρότησε έναν δεξιό συνασπισμό για να αναβιώσει το παλιό του όνειρο να πυροδοτήσει μια συντηρητική επανάσταση. Για άλλη μια φορά, ο πρωθυπουργός άρχισε να καταφέρεται εναντίον των ‘ελίτ’ και ξεκίνησε έναν πολιτισμικό πόλεμο εναντίον του πρώην κατεστημένου, το οποίο θεωρούσε εχθρικό προς τον ίδιο και πολύ φιλελεύθερο για τους υποστηρικτές του. Το 2018, κέρδισε την ψήφιση ενός σημαντικού, αμφιλεγόμενου νόμου που όριζε το Ισραήλ ως «το έθνος-κράτος του εβραϊκού λαού» και διακήρυττε ότι οι Εβραίοι είχαν το «μοναδικό» δικαίωμα να «ασκούν αυτοδιάθεση» στο έδαφός του. Ο νόμος αυτός έδινε προτεραιότητα στην εβραϊκή πλειοψηφία της χώρας και υποβίβαζε τον μη εβραϊκό λαό της[4].
Την ίδια χρονιά, ο συνασπισμός του Νετανιάχου κατέρρευσε. Στη συνέχεια, το Ισραήλ βυθίστηκε σε μια μακρά πολιτική κρίση, με τη χώρα να σέρνεται σε πέντε εκλογικές αναμετρήσεις μεταξύ 2019 και 2022—καθεμία από αυτές ένα δημοψήφισμα για την εξουσία του Νετανιάχου. Η ένταση της πολιτικής μάχης αυξήθηκε από μια υπόθεση διαφθοράς εναντίον του πρωθυπουργού, που οδήγησε στην ποινική παραπομπή του το 2020 και σε μια συνεχιζόμενη δίκη. Το Ισραήλ διχάστηκε μεταξύ των ‘Μπιμπιστών’ και των ‘Απλά όχι Μπιμπιστών’. («Μπίμπι» είναι το παρατσούκλι του Νετανιάχου.) Στις τέταρτες εκλογές, το 2021, οι αντίπαλοι του Νετανιάχου κατάφεραν τελικά να τον αντικαταστήσουν με μια ‘κυβέρνηση αλλαγής’ με επικεφαλής τον δεξιό Ναφτάλι Μπένετ και τον κεντρώο Γιαΐρ Λαπίντ. Για πρώτη φορά, ο [κυβερνητικός] συνασπισμός περιελάμβανε ένα αραβικό κόμμα.
Ακόμα κι έτσι, η αντιπολίτευση κατά του Νετανιάχου δεν αμφισβήτησε ποτέ τη βασική προϋπόθεση της διακυβέρνησής του: ότι το Ισραήλ θα μπορούσε να ευημερήσει χωρίς να αντιμετωπίσει το παλαιστινιακό ζήτημα. Η συζήτηση για την ειρήνη και τον πόλεμο, παραδοσιακά ένα κρίσιμο πολιτικό θέμα για το Ισραήλ, έγινε είδηση των τελευταίων σελίδων. Ο Μπένετ, ο οποίος ξεκίνησε την καριέρα του ως βοηθός του Νετανιάχου, παρομοίασε την παλαιστινιακή σύγκρουση με “θραύσματα στον πισινό” με τα οποία η χώρα θα μπορούσε να ζήσει. Αυτός και ο Λαπίντ επεδίωκαν να διατηρήσουν το status quo απέναντι στους Παλαιστίνιους και να επικεντρωθούν απλώς στο να μην εκλεγεί ο Νετανιάχου.
Αυτή η διαπραγμάτευση, φυσικά, αποδείχθηκε αδύνατη. Η ‘κυβέρνηση της αλλαγής’ κατέρρευσε το 2022, αφού απέτυχε να παρατείνει σκοτεινές νομικές διατάξεις που επέτρεπαν στους εποίκους της Δυτικής Όχθης να απολαμβάνουν πολιτικά δικαιώματα τα οποία ταυτόχρονα αρνούνταν στους μη Ισραηλινούς γείτονές τους. Για ορισμένα από τα αραβικά μέλη του συνασπισμού, η υπογραφή σε αυτές τις διατάξεις απαρτχάιντ ήταν ένας υπερβολικός [μη αποδεκτός] συμβιβασμός.
Για τον Νετανιάχου, που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει δίκη, η κατάρρευση της κυβέρνησης ήταν ακριβώς αυτό που ήλπιζε. Καθώς η χώρα διοργάνωνε ακόμη μία εκλογική αναμέτρηση, ενίσχυσε τη βάση του από δεξιούς, υπερορθόδοξους Εβραίους και κοινωνικά συντηρητικούς Εβραίους. Για να ξανακερδίσει την εξουσία, απευθύνθηκε ιδιαίτερα στους εποίκους της Δυτικής Όχθης, μια δημογραφική ομάδα που εξακολουθούσε να θεωρεί την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση ως τον λόγο ύπαρξής της. Αυτοί οι θρησκευόμενοι σιωνιστές παρέμειναν προσηλωμένοι στο όνειρό τους να εβραιοποιήσουν τα κατεχόμενα εδάφη και να τα καταστήσουν επίσημο τμήμα του Ισραήλ. Ήλπιζαν ότι αν τους δινόταν η ευκαιρία, θα μπορούσαν να εκδιώξουν τον παλαιστινιακό πληθυσμό αυτών των εδαφών. Είχαν αποτύχει να αποτρέψουν την εκκένωση των εβραίων εποίκων από τη Γάζα το 2005, όταν ο Αριέλ Σαρόν ήταν πρωθυπουργός, αλλά στα χρόνια που ακολούθησαν, έχουν σταδιακά καταλάβει θέσεις-κλειδιά στον ισραηλινό στρατό, τη δημόσια διοίκηση και τα μέσα ενημέρωσης, καθώς τα μέλη του κοσμικού κατεστημένου είχαν στρέψει την προσοχή τους στην απόκτηση χρημάτων στον ιδιωτικό τομέα.
Οι εξτρεμιστές είχαν δύο βασικές απαιτήσεις από τον Νετανιάχου. Το πρώτο, και πιο προφανές, ήταν η περαιτέρω επέκταση των εβραϊκών οικισμών. Το δεύτερο ήταν να καθιερωθεί μια ισχυρότερη εβραϊκή παρουσία στο Όρος του Ναού, τον ιστορικό χώρο τόσο του εβραϊκού Ναού όσο και του μουσουλμανικού τζαμιού Αλ Άκσα στην Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ[5]. Από τότε που το Ισραήλ πήρε τον έλεγχο της γύρω περιοχής στον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967, έχει δώσει στους Παλαιστίνιους οιονεί αυτονομία στον χώρο, από φόβο ότι η απομάκρυνσή του από την αραβική διακυβέρνηση θα υποκινούσε μια κατακλυσμιαία θρησκευτική σύγκρουση. Αλλά η ισραηλινή ακροδεξιά επιδιώκει εδώ και καιρό να το αλλάξει αυτό. Όταν ο Νετανιάχου εξελέγη για πρώτη φορά το 1996, έδωσε πρόσβαση σε ένα τείχος μέσω μιας υπόγειας σήραγγας σε έναν αρχαιολογικό χώρο δίπλα στο Αλ Άκσα για να εκθέσει λείψανα από την εποχή του Δεύτερου Ναού, προκαλώντας μια βίαιη έκρηξη αραβικών διαδηλώσεων στην Ιερουσαλήμ[6]. Η δεύτερη παλαιστινιακή Ιντιφάντα το 2000 προκλήθηκε ομοίως από μια επίσκεψη στο Όρος του Ναού από τον Σαρόν, τότε ηγέτη της αντιπολίτευσης ως επικεφαλής του κόμματος του Νετανιάχου, του Λικούντ.
Τον Μάιο του 2021, η βία ξέσπασε και πάλι. Αυτή τη φορά, ο κύριος προβοκάτορας ήταν ο Itamar Ben-Gvir, ένας ακροδεξιός πολιτικός που έχει εξυμνήσει δημοσίως τους Εβραίους τρομοκράτες. Ο Ben-Gvir είχε ανοίξει ένα “κοινοβουλευτικό γραφείο” σε μια παλαιστινιακή γειτονιά στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, όπου οι Εβραίοι έποικοι, χρησιμοποιώντας παλιούς τίτλους ιδιοκτησίας, έχουν εκδιώξει ορισμένους κατοίκους, και οι Παλαιστίνιοι πραγματοποίησαν μαζικές διαμαρτυρίες σε απάντηση. Αφού εκατοντάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στο Αλ Άκσα, η ισραηλινή αστυνομία πραγματοποίησε έφοδο στο συγκρότημα του τεμένους. Ως αποτέλεσμα, ξέσπασαν συγκρούσεις μεταξύ Αράβων και Εβραίων που γρήγορα εξαπλώθηκαν σε εθνοτικά μικτές πόλεις σε όλο το Ισραήλ. Η Χαμάς χρησιμοποίησε την επιδρομή ως δικαιολογία για να στοχεύσει την Ιερουσαλήμ με ρουκέτες, γεγονός που έφερε ακόμη περισσότερη βία στο Ισραήλ και έναν ακόμη γύρο ισραηλινών αντιποίνων στη Γάζα.
Παρόλα αυτά, οι μάχες εκτονώθηκαν όταν το Ισραήλ και η Χαμάς κατέληξαν σε νέα κατάπαυση του πυρός σε συγκλονιστικά σύντομο χρονικό διάστημα. Το Κατάρ συνέχισε τις πληρωμές του και το Ισραήλ έδωσε άδειες εργασίας σε ορισμένους κατοίκους της Γάζας για να βελτιώσει την οικονομία της λωρίδας και να μειώσει την επιθυμία του πληθυσμού για συγκρούσεις. Η Χαμάς στάθηκε αδρανής όταν το Ισραήλ χτύπησε μια συμμαχική πολιτοφυλακή, την Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ, την άνοιξη του 2023. Η σχετική ησυχία κατά μήκος των συνόρων επέτρεψε στις IDF να αναδιατάξουν τις δυνάμεις τους και να μετακινήσουν τα περισσότερα τάγματα μάχης στη Δυτική Όχθη, όπου θα μπορούσαν να προστατεύσουν τους εποίκους από τρομοκρατικές επιθέσεις[7]. Στις 7 Οκτωβρίου, έγινε σαφές ότι αυτές οι αναδιατάξεις ήταν ακριβώς αυτό που ήθελε o Sinwar.
———————–
ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΤΟΥ ΜΠΙ-ΜΠΙ
Στις εκλογές του Νοεμβρίου του 2022 στο Ισραήλ, ο Νετανιάχου κέρδισε ξανά την εξουσία. Ο συνασπισμός του κατέλαβε 64 από τις 120 έδρες του ισραηλινού κοινοβουλίου, μια σαρωτική νίκη για τα πρόσφατα δεδομένα. Τα βασικά στελέχη της νέας κυβέρνησης ήταν ο Bezalel Smotrich, ο ηγέτης ενός εθνικιστικού θρησκευτικού κόμματος που εκπροσωπεί τους εποίκους της Δυτικής Όχθης, και ο Ben-Gvir. Σε συνεργασία με τα υπερορθόδοξα κόμματα, ο Νετανιάχου, ο Smotrich και ο Ben-Gvir επινόησαν ένα σχέδιο για ένα αυταρχικό και θεοκρατικό Ισραήλ. Οι κατευθυντήριες γραμμές του νέου υπουργικού συμβουλίου, για παράδειγμα, διακήρυτταν ότι «ο εβραϊκός λαός έχει αποκλειστικό, αναφαίρετο δικαίωμα σε ολόκληρη τη Γη του Ισραήλ» -απορρίπτοντας ευθέως κάθε παλαιστινιακή κατοχή εδαφών, ακόμη και στη Γάζα. Ο Smotrich έγινε υπουργός Οικονομικών και τέθηκε επικεφαλής της Δυτικής Όχθης, όπου ξεκίνησε ένα τεράστιο πρόγραμμα επέκτασης των εβραϊκών οικισμών. Ο Ben-Gvir ορίστηκε υπουργός εθνικής ασφάλειας, έχοντας τον έλεγχο της αστυνομίας και των φυλακών. Χρησιμοποίησε την εξουσία του για να ενθαρρύνει περισσότερους Εβραίους να επισκεφθούν το Όρος του Ναού (Αλ Άκσα). Μεταξύ Ιανουαρίου και Οκτωβρίου του 2023, περίπου 50.000 Εβραίοι το επισκέφθηκαν -περισσότεροι από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη αντίστοιχη περίοδο που έχει καταγραφεί. (Το 2022, υπήρχαν 35.000 Εβραίοι επισκέπτες στο Όρος).
Η ακραία νέα κυβέρνηση Νετανιάχου προκάλεσε την οργή των ισραηλινών φιλελευθέρων και κεντρώων. Αλλά παρόλο που ο εξευτελισμός των Παλαιστινίων ήταν κεντρικό θέμα στην ατζέντα τους, οι επικριτές αυτοί συνέχισαν να αγνοούν την τύχη των κατεχομένων εδαφών και του Αλ Άκσα όταν κατήγγειλαν το υπουργικό συμβούλιο. Αντ’ αυτού, επικεντρώθηκαν σε μεγάλο βαθμό στις δικαστικές μεταρρυθμίσεις του Νετανιάχου. Οι προτεινόμενοι νόμοι που ανακοινώθηκαν τον Ιανουάριο του 2023, θα περιόριζαν την ανεξαρτησία του Ανώτατου Δικαστηρίου του Ισραήλ—του θεματοφύλακα των πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε μια χώρα που δεν έχει επίσημο σύνταγμα—και θα διέλυαν το σύστημα νομικών συμβουλών που παρέχει ελέγχους και ισορροπίες στην εκτελεστική εξουσία. Αν είχαν τεθεί σε ισχύ, τα νομοσχέδια θα διευκόλυναν πολύ περισσότερο τον Νετανιάχου και τους συνεργάτες του να οικοδομήσουν μια απολυταρχία και ίσως τον γλίτωναν ακόμη και από τη δίκη του για διαφθορά.[8]
Τα νομοσχέδια για τη δικαστική μεταρρύθμιση ήταν, χωρίς αμφιβολία, εξαιρετικά επικίνδυνα. Δικαίως προκάλεσαν ένα τεράστιο κύμα διαμαρτυριών, με εκατοντάδες χιλιάδες Ισραηλινούς να διαδηλώνουν κάθε εβδομάδα. Αλλά αντιμετωπίζοντας αυτό το πραξικόπημα, οι αντίπαλοι του Νετανιάχου ενήργησαν και πάλι σαν η κατοχή να ήταν ένα άσχετο θέμα. Παρόλο που οι νόμοι συντάχθηκαν εν μέρει για να αποδυναμώσουν την όποια νομική προστασία θα έδινε το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ στους Παλαιστίνιους, οι διαδηλωτές απέφευγαν να αναφέρουν την κατοχή ή τη νεκρή ειρηνευτική διαδικασία από φόβο μήπως συκοφαντηθούν ως αντιπατριώτες. Στην πραγματικότητα, οι διοργανωτές εργάστηκαν για να παραγκωνίσουν όσους από τους διαδηλωτές διαδήλωναν κατά της κατοχής από το Ισραήλ προκειμένου να αποφύγουν την εμφάνιση εικόνων με παλαιστινιακές σημαίες στις διαδηλώσεις. Η τακτική αυτή πέτυχε, εξασφαλίζοντας ότι το κίνημα διαμαρτυρίας δεν θα ‘μολυνθεί’ από την παλαιστινιακή υπόθεση: Οι Ισραηλινοί Άραβες, οι οποίοι αποτελούν περίπου το 20% του πληθυσμού της χώρας, απέφυγαν σε μεγάλο βαθμό να συμμετάσχουν στις διαδηλώσεις. Αυτό όμως δυσκόλεψε την επιτυχία του κινήματος. Δεδομένων των δημογραφικών δεδομένων του Ισραήλ, οι κεντροαριστεροί Εβραίοι πρέπει να συνεργαστούν με τους Άραβες της χώρας, αν θέλουν ποτέ να σχηματίσουν κυβέρνηση. Απονομιμοποιώντας τις ανησυχίες των Ισραηλινών Αράβων, οι διαδηλωτές έδωσαν τροφή ακριβώς στη στρατηγική του Νετανιάχου.
Ο Ben-Gvir καθώς καλεί το Ισραήλ να ανοικοδομήσει τους οικισμούς στη Λωρίδα της Γάζας,
Ιερουσαλήμ, Ιανουάριος 2024. Ronen Zvulun / Reuters
Με τους Άραβες εκτός, η μάχη για τις δικαστικές μεταρρυθμίσεις συνεχίστηκε ως ενδοεβραϊκή υπόθεση. Οι διαδηλωτές υιοθέτησαν τη γαλανόλευκη σημαία με το αστέρι του Δαβίδ και πολλοί από τους ηγέτες και ομιλητές τους ήταν συνταξιούχοι ανώτεροι στρατιωτικοί. Οι διαδηλωτές επιδείκνυαν τα στρατιωτικά τους διαπιστευτήρια, αντιστρέφοντας την πτώση του κύρους που σκίαζε τις IDF από την εισβολή στον Λίβανο το 1982. Οι έφεδροι πιλότοι, οι οποίοι είναι ζωτικής σημασίας για την ετοιμότητα και τη μαχητική ισχύ της πολεμικής αεροπορίας, απείλησαν να αποσυρθούν από την υπηρεσία τους εάν ψηφιστούν οι νόμοι. Σε μια επίδειξη θεσμικής αντίθεσης, οι ηγέτες των IDF απέκρουσαν τον Νετανιάχου όταν αυτός απαίτησε την πειθάρχηση των εφέδρων.
Το γεγονός ότι οι IDF θα έρχονταν σε ρήξη με τον πρωθυπουργό δεν αποτέλεσε έκπληξη. Καθ’ όλη τη διάρκεια της μακράς καριέρας του, ο Νετανιάχου συγκρούστηκε συχνά με τον στρατό και οι ισχυρότεροι αντίπαλοί του ήταν απόστρατοι στρατηγοί που έγιναν πολιτικοί, όπως ο Σαρόν, ο Ράμπιν και ο Μπαράκ – για να μην αναφέρουμε τον Μπένι Γκαντζ, τον οποίο ο Νετανιάχου έκανε μέλος του έκτακτου πολεμικού υπουργικού συμβουλίου του, αλλά μπορεί τελικά να τον αμφισβητήσει και να τον διαδεχθεί στην πρωθυπουργία. Ο Νετανιάχου έχει από καιρό απορρίψει το όραμα των στρατηγών για ένα Ισραήλ που να είναι ισχυρό στρατιωτικά αλλά ευέλικτο διπλωματικά. Έχει επίσης χλευάσει τις προσωπικότητές τους, τις οποίες θεωρεί άτολμες, χωρίς φαντασία και ακόμη και υπονομευτικές. Επομένως, δεν ήταν σοκαριστικό όταν απέλυσε τον ίδιο του τον υπουργό Άμυνας, τον στρατηγό εν αποστρατεία Yoav Gallant, αφού ο Gallant εμφανίστηκε σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση τον Μάρτιο του 2023 για να προειδοποιήσει ότι τα ρήγματα που υπάρχουν στο Ισραήλ έχουν καταστήσει τη χώρα ευάλωτη και ότι επίκειται πόλεμος.
Η απόλυση του Gallant οδήγησε σε περισσότερες αυθόρμητες διαμαρτυρίες στους δρόμους και ο Νετανιάχου τον επανέφερε στη θέση του. (Παραμένουν πικροί αντίπαλοι, ακόμη και όταν διευθύνουν μαζί τον πόλεμο.) Αλλά ο Νετανιάχου αγνόησε την προειδοποίηση του Gallant. Αγνόησε επίσης μια πιο λεπτομερή προειδοποίηση που δόθηκε τον Ιούλιο από τον επικεφαλής αναλυτή των στρατιωτικών πληροφοριών του Ισραήλ ότι οι εχθροί θα μπορούσαν να χτυπήσουν τη χώρα. Ο Νετανιάχου προφανώς πίστευε ότι αυτές οι προειδοποιήσεις είχαν πολιτικά κίνητρα και αντανακλούσαν μια σιωπηρή συμμαχία μεταξύ των εν ενεργεία στρατιωτικών αρχηγών στο αρχηγείο των IDF στο Τελ Αβίβ και των πρώην διοικητών που διαμαρτύρονταν στους δρόμους.
Για να είμαστε ακριβείς, οι προειδοποιήσεις που έλαβε ο Νετανιάχου επικεντρώθηκαν κυρίως στο δίκτυο συμμάχων του Ιράν στην ευρύτερη περιοχή και όχι στη Χαμάς. Παρόλο που το σχέδιο επίθεσης της Χαμάς ήταν γνωστό στις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες, και παρόλο που η ομάδα έκανε ελιγμούς μπροστά από τα παρατηρητήρια των IDF, οι ανώτεροι στρατιωτικοί αξιωματούχοι και οι αξιωματούχοι των μυστικών υπηρεσιών δεν κατάφεραν να διανοηθούν ότι ο αντίπαλός τους στη Γάζα θα μπορούσε πραγματικά να το πραγματοποιήσει, και έθαψαν τις αντίθετες εισηγήσεις. Η επίθεση της 7ης Οκτωβρίου ήταν, εν μέρει, μια αποτυχία της γραφειοκρατίας του Ισραήλ.
Παρόλα αυτά, είναι αδικαιολόγητο το γεγονός ότι ο Νετανιάχου δεν συγκάλεσε καμία σοβαρή συζήτηση σχετικά με τις πληροφορίες που έλαβε, όπως αδικαιολόγητη είναι και η άρνησή του να συμβιβαστεί σοβαρά με την πολιτική αντιπολίτευση και να θεραπεύσει το ρήγμα που υπάρχει στη χώρα. Αντ’ αυτού, αποφάσισε να προχωρήσει με το δικαστικό πραξικόπημά του, ανεξάρτητα από τις σοβαρές προειδοποιήσεις και τις πιθανές αντιδράσεις. «Το Ισραήλ μπορεί να τα καταφέρει χωρίς μερικές μοίρες της Πολεμικής Αεροπορίας», δήλωσε αλαζονικά, «αλλά όχι χωρίς κυβέρνηση».
Τον Ιούλιο του 2023, ο πρώτος δικαστικός νόμος ψηφίστηκε από το ισραηλινό κοινοβούλιο, σε μια άλλη κορυφαία στιγμή για τον Νετανιάχου και τον ακροδεξιό συνασπισμό του. (Τελικά ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο, τον Ιανουάριο του 2024.) Ο πρωθυπουργός πίστευε ότι σύντομα θα εξυψωνόταν ακόμη περισσότερο μετά τη σύναψη ειρηνευτικής συμφωνίας με τη Σαουδική Αραβία, το πλουσιότερο και σημαντικότερο αραβικό κράτος, στο πλαίσιο μιας τριπλής συμφωνίας που περιελάμβανε ένα αμυντικό σύμφωνο ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας. Το αποτέλεσμα θα ήταν η απόλυτη νίκη της ισραηλινής εξωτερικής πολιτικής: μια αμερικανοαραβική-ισραηλινή συμμαχία κατά του Ιράν και των περιφερειακών εντολοδόχων του. Για τον Νετανιάχου, θα ήταν ένα κορυφαίο επίτευγμα που θα τον έκανε αγαπητό στο κατεστημένο[9].
Ο πρωθυπουργός ήταν τόσο σίγουρος για τον εαυτό του που στις 22 Σεπτεμβρίου ανέβηκε στη σκηνή της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ για να προωθήσει έναν χάρτη της «νέας Μέσης Ανατολής», με επίκεντρο το Ισραήλ. Αυτό ήταν ένα σκόπιμο χτύπημα στον εκλιπόντα αντίπαλό του Πέρες, ο οποίος επινόησε αυτή τη φράση μετά την υπογραφή των συμφωνιών του Όσλο. «Πιστεύω ότι βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας ακόμη πιο δραματικής τομής: μιας ιστορικής ειρήνης με τη Σαουδική Αραβία», καυχήθηκε ο Νετανιάχου στην ομιλία του. Οι Παλαιστίνιοι, ξεκαθάρισε, δεν είχαν γίνει παρά μία δεύτερη σκέψη τόσο για το Ισραήλ όσο και για την ευρύτερη περιοχή. «Δεν πρέπει να δώσουμε στους Παλαιστίνιους δικαίωμα βέτο στις νέες ειρηνευτικές συνθήκες», είπε. «Οι Παλαιστίνιοι αποτελούν μόνο το δύο τοις εκατό του αραβικού κόσμου». Δύο εβδομάδες αργότερα, η Χαμάς επιτέθηκε, κάνοντας θρύψαλα τα σχέδια του Νετανιάχου.
———————————-
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΚΡΗΞΗ
Ο Νετανιάχου και οι υποστηρικτές του προσπαθούν να μεταθέσουν την ευθύνη για την 7η Οκτωβρίου μακριά από τον ίδιο. Ο πρωθυπουργός, υποστηρίζουν, παραπλανήθηκε από τους επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών που δεν τον ενημέρωσαν για μια προειδοποίηση της τελευταίας στιγμής ότι κάτι ύποπτο συνέβαινε στη Γάζα (αν και ακόμη και αυτές οι ενδείξεις συναγερμού ερμηνεύτηκαν ως σημάδια μιας μικρής επίθεσης ή απλώς ως ‘θόρυβος’). «Σε καμία περίπτωση και σε κανένα στάδιο δεν προειδοποιήθηκε ο πρωθυπουργός Νετανιάχου για τις πολεμικές προθέσεις της Χαμάς», έγραψε το γραφείο του Νετανιάχου στο Twitter αρκετές εβδομάδες μετά την επίθεση. «Αντιθέτως, η εκτίμηση ολόκληρου του κλιμακίου ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής των στρατιωτικών μυστικών υπηρεσιών και του επικεφαλής της Shin Bet, ήταν ότι η Χαμάς είχε τρομάξει και αναζητούσε μια διευθέτηση». (Αργότερα ζήτησε συγγνώμη για την ανάρτηση αυτή).
Αλλά η ανικανότητα του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών, όσο θλιβερή και αν ήταν, δεν μπορεί να προστατεύσει τον πρωθυπουργό από την ενοχή – και όχι μόνο επειδή, ως επικεφαλής της κυβέρνησης, ο Νετανιάχου φέρει την τελική ευθύνη για ό,τι συμβαίνει στο Ισραήλ. Η απερίσκεπτη προπολεμική πολιτική του να διχάζει τους Ισραηλινούς έκανε τη χώρα ευάλωτη, δελεάζοντας τους συμμάχους του Ιράν να χτυπήσουν μια διχασμένη κοινωνία. Ο εξευτελισμός των Παλαιστινίων από τον Νετανιάχου βοήθησε τον ριζοσπαστισμό να ευδοκιμήσει. Δεν είναι τυχαίο ότι η Χαμάς ονόμασε την επιχείρησή της «Πλημμύρα του Αλ Άκσα» και παρουσίασε τις επιθέσεις ως έναν τρόπο προστασίας του Αλ Άκσα από την εβραϊκή κατάληψη. Η προστασία του ιερού μουσουλμανικού τόπου θεωρήθηκε ως λόγος για να επιτεθούν στο Ισραήλ και να αντιμετωπίσουν τις αναπόφευκτα ολέθριες συνέπειες μιας αντεπίθεσης των IDF.
Το ισραηλινό κοινό δεν έχει απαλλάξει τον Νετανιάχου από την ευθύνη για την 7η Οκτωβρίου. Το κόμμα του πρωθυπουργού έπεσε κατακόρυφα στις δημοσκοπήσεις και η δημοτικότητά του επίσης, αν και η κυβέρνηση διατηρεί την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Η επιθυμία της χώρας για αλλαγή δεν εκφράζεται μονάχα από τις έρευνες της κοινής γνώμης. Ο μιλιταρισμός έχει επιστρέψει κατά μήκος όλης της χώρας. Οι διαδηλωτές κατά του Μπίμπι έσπευσαν να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους στην εφεδρεία [του στρατεύματος] παρά τις διαμαρτυρίες, καθώς οι πρώην διοργανωτές των διαδηλώσεων κατά του Νετανιάχου αντικατέστησαν τη δυσλειτουργική ισραηλινή κυβέρνηση στη φροντίδα των ατόμων που εκκενώθηκαν από το νότο και το βορρά της χώρας. Πολλοί Ισραηλινοί έχουν οπλιστεί με πιστόλια και τουφέκια εφόδου, υποβοηθούμενοι από την εκστρατεία του Ben-Gvir για τη χαλάρωση της ρύθμισης των ιδιωτικών φορητών όπλων. Μετά από δεκαετίες σταδιακής μείωσης, ο αμυντικός προϋπολογισμός αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 50 τοις εκατό.
Κόσμος διαδηλώνει κατά της κυβέρνησης Νετανιάχου, Τελ Αβίβ, Ισραήλ,
Ιανουάριος 2024. Alexandre Meneghini / Reuters
Ωστόσο, οι αλλαγές αυτές, αν και κατανοητές, είναι επιταχύνσεις [της ακολουθούμενης πορείας] και όχι μετατοπίσεις [από την ακολουθούμενη πορεία]. Το Ισραήλ εξακολουθεί να ακολουθεί τον ίδιο δρόμο στον οποίο το οδηγεί εδώ και χρόνια ο Νετανιάχου. Η ταυτότητά του είναι πλέον λιγότερο φιλελεύθερη και ισόνομη, περισσότερο εθνοτικο-εθνικιστική[10] και μιλιταριστική. Το σύνθημα «Ενωμένοι για τη Νίκη», που βλέπουμε σε κάθε γωνία του δρόμου, δημόσιο λεωφορείο και τηλεοπτικό κανάλι στο Ισραήλ, στοχεύει στην ενοποίηση της εβραϊκής κοινωνίας της χώρας. Στην αραβική μειονότητα του κράτους, η οποία στη συντριπτική της πλειοψηφία υποστήριξε μια γρήγορη κατάπαυση του πυρός και ανταλλαγή κρατουμένων, έχει επανειλημμένα απαγορευτεί από την αστυνομία να πραγματοποιήσει δημόσιες διαμαρτυρίες. Δεκάδες Άραβες πολίτες έχουν παραπεμφθεί νομικά για αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που εξέφραζαν την αλληλεγγύη τους στους Παλαιστίνιους στη Γάζα, ακόμη και αν οι αναρτήσεις δεν υποστήριζαν ή επιδοκίμαζαν τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου. Πολλοί φιλελεύθεροι Ισραηλινοί Εβραίοι, εν τω μεταξύ, αισθάνονται προδομένοι από δυτικούς ομολόγους τους που, κατά την άποψή τους, έχουν ταχθεί στο πλευρό της Χαμάς. Αναθεωρούν τις προπολεμικές απειλές τους να μεταναστεύσουν μακριά από τη θρησκευτική απολυταρχία του Νετανιάχου και οι ισραηλινές εταιρείες ακινήτων αναμένουν ένα νέο κύμα εβραίων μεταναστών που αναζητούν να ξεφύγουν από τον αυξανόμενο αντισημιτισμό που βιώνουν στο εξωτερικό[11].
Και, όπως συνέβαινε και προπολεμικά, σχεδόν κανένας Ισραηλινός Εβραίος δεν σκέφτεται πώς θα μπορούσε να επιλυθεί ειρηνικά η παλαιστινιακή σύγκρουση. Η ισραηλινή αριστερά, που παραδοσιακά ενδιαφερόταν για την επιδίωξη της ειρήνης, έχει πλέον σχεδόν εκλείψει. Τα κεντρώα κόμματα του Γκαντζ και του Λαπίντ, νοσταλγώντας το παλιό καλό Ισραήλ πριν από τον Νετανιάχου, φαίνεται να αισθάνονται σαν στο σπίτι τους στη νέα μιλιταριστική κοινωνία και δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν την κυρίαρχη δημοτικότητά τους, υποστηρίζοντας τις διαπραγματεύσεις “Γη για Ειρήνη”. Και η Δεξιά είναι πιο εχθρική προς τους Παλαιστίνιους από ποτέ.
Ο Νετανιάχου έχει εξισώσει την Παλαιστινιακή Αρχή με τη Χαμάς και, καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές, έχει απορρίψει τις αμερικανικές προτάσεις να την καταστήσει μεταπολεμικό κυβερνήτη της Γάζας, γνωρίζοντας ότι μια τέτοια απόφαση θα αναβίωνε τη λύση των δύο κρατών. Τα ακροδεξιά φιλαράκια του πρωθυπουργού θέλουν να ερημώσουν τη Γάζα και να εξορίσουν τους Παλαιστίνιους της σε άλλες χώρες, δημιουργώντας μια δεύτερη nakba που θα άφηνε τη γη ανοιχτή για νέους εβραϊκούς οικισμούς. Για να εκπληρώσουν αυτό το όνειρο, ο Ben-Gvir και ο Smotrich απαίτησαν από τον Νετανιάχου να απορρίψει κάθε συζήτηση για μια μεταπολεμική ρύθμιση στη Γάζα που θα αφήνει τους Παλαιστίνιους επικεφαλής και απαίτησαν από την κυβέρνηση να αρνηθεί να διαπραγματευτεί για την περαιτέρω απελευθέρωση των ισραηλινών ομήρων. Έχουν επίσης εξασφαλίσει ότι το Ισραήλ δεν θα κάνει τίποτα για να σταματήσει τις νέες επιθέσεις των Εβραίων εποίκων κατά των Αράβων κατοίκων της Δυτικής Όχθης.
Αν το παρελθόν αποτελεί προηγούμενο, η χώρα δεν είναι εντελώς χωρίς ελπίδα. Η ιστορία δείχνει ότι υπάρχει πιθανότητα ο προοδευτισμός να επανέλθει και οι συντηρητικοί να χάσουν την επιρροή τους. Μετά από προηγούμενες μεγάλες επιθέσεις, η ισραηλινή κοινή γνώμη μετατοπίστηκε αρχικά προς τα δεξιά, αλλά στη συνέχεια άλλαξε πορεία και αποδέχθηκε εδαφικούς συμβιβασμούς με αντάλλαγμα την ειρήνη. Ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ το 1973 οδήγησε τελικά στην ειρήνη με την Αίγυπτο- η πρώτη Ιντιφάντα, που ξεκίνησε το 1987, οδήγησε στις συμφωνίες του Όσλο και στην ειρήνη με την Ιορδανία- και η δεύτερη Ιντιφάντα, που ξέσπασε το 2000, έληξε με τη μονομερή αποχώρηση από τη Γάζα.
Αλλά οι πιθανότητες να επαναληφθεί αυτή η δυναμική είναι αμυδρές. Δεν υπάρχει καμία παλαιστινιακή ομάδα ή ηγέτης αποδεκτός από το Ισραήλ με τον τρόπο που υπήρξε η Αίγυπτος και ο πρόεδρός της μετά το 1973. Η Χαμάς είναι προσηλωμένη στην καταστροφή του Ισραήλ και η Παλαιστινιακή Αρχή είναι αδύναμη. Το Ισραήλ, επίσης, είναι αδύναμο: η πολεμική του ενότητα έχει ήδη ραγίσει, και οι πιθανότητες είναι μεγάλες ότι η χώρα θα διασπαστεί περαιτέρω αν και όταν οι μάχες μειωθούν. Οι αντι-Μπιμπιστές ελπίζουν να προσεγγίσουν τους απογοητευμένους Μπιμπιστές και να επιβάλουν πρόωρες εκλογές φέτος. Ο Νετανιάχου, με τη σειρά του, θα υποδαυλίσει τους φόβους και θα στυλώσει τα πόδια. Τον Ιανουάριο, συγγενείς ομήρων εισέβαλαν σε κοινοβουλευτική συνεδρίαση για να απαιτήσουν από την κυβέρνηση να προσπαθήσει να απελευθερώσει τα μέλη των οικογενειών τους, στο πλαίσιο μιας σύγκρουσης μεταξύ των Ισραηλινών για το αν η χώρα θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην ήττα της Χαμάς ή να κάνει μια συμφωνία για την απελευθέρωση των υπόλοιπων αιχμαλώτων. Ίσως η μόνη ιδέα στην οποία υπάρχει ενότητα είναι η εναντίωση σε μια συμφωνία “Γη έναντι Ειρήνης”. Μετά την 7η Οκτωβρίου, οι περισσότεροι Εβραίοι Ισραηλινοί συμφωνούν ότι οποιαδήποτε περαιτέρω παραχώρηση εδαφών θα δώσει στους μαχητές ένα ορμητήριο για την επόμενη σφαγή.
Τελικά, λοιπόν, το μέλλον του Ισραήλ μπορεί να μοιάσει πολύ με την πρόσφατη ιστορία του. Με ή χωρίς τον Νετανιάχου, η «διαχείριση των συγκρούσεων» και το «κούρεμα του γκαζόν» θα παραμείνουν η κρατική πολιτική—πράγμα που σημαίνει περισσότερη κατοχή, εποικισμούς και εκτοπίσεις. Αυτή η στρατηγική μπορεί να φαίνεται ως η λιγότερο επικίνδυνη επιλογή, τουλάχιστον για ένα ισραηλινό κοινό που έχει σημαδευτεί από τη φρίκη της 7ης Οκτωβρίου και είναι κουφό σε νέες προτάσεις ειρήνης. Αλλά θα οδηγήσει μόνο σε περισσότερη καταστροφή. Οι Ισραηλινοί δεν μπορούν να περιμένουν σταθερότητα αν συνεχίσουν να αγνοούν τους Παλαιστίνιους και να απορρίπτουν τις προσδοκίες τους, την ιστορία τους, ακόμη και την παρουσία τους.
Αυτό είναι το μάθημα που θα έπρεπε να έχει πάρει η χώρα από την αρχαία προειδοποίηση του Dayan. Το Ισραήλ πρέπει να προσεγγίσει τους Παλαιστίνιους και ο ένας τον άλλον, αν θέλει μια βιώσιμη και με σεβασμό συνύπαρξη.
[1] Οι φωτογραφίες και οι παραπομπές είναι οι πρωτότυπες του άρθρου. Οι σημειώσεις και τα σχόλια είναι του μεταφραστή.
[2] Ο Νετανιάχου και η συμμαχία του αρνούνται την υπαγωγή της Γάζας στην Παλαιστινιακή Αρχή, που διοικεί την Δ. Όχθη έχοντας λίγο-πολύ αποδεχθεί να λειτουργεί ως πληρεξούσιος του Ισραήλ, παρά τις σχετικές προτάσεις των Αμερικανών, επειδή φοβούνται ότι μια τέτοια ενοποίηση της διοίκησης των Παλαιστινίων θα μπορούσε να αναζωπυρώσει τις διεκδικήσεις για τη λύση ‘των δύο κρατών’.
[3] Τα souk στο Μαρόκο είναι παζάρια πολύ δημοφιλή στους τουρίστες, με σημαντικότερα αυτά του Marrakech
[4] Φυσικά, αυτός είναι ο ορισμός του απαρτχάιντ, έστω και αν ο Aluf Benn δεν θέλει να εκστομίσει τη λέξη.
[5] Ο Εβραϊκός Ναός φυσικά δεν υπάρχει εδώ και σχεδόν δύο χιλιετίες. Αντίθετα, το τζαμί Αλ Άκσα, από τους ιερότερους χώρους των Μουσουλμάνων (τρίτος στην ιεραρχία μετά την Μέκκα και την Μεδίνα), βρίσκεται στο Όρος του Ναού και στην παρούσα του μορφή εδώ και σχεδόν μία χιλιετία.
[6] Το 1996, οι Παλαιστίνιοι ανακάλυψαν ότι το Ισραήλ είχε σκάψει κρυφά μια σήραγγα που οδηγούσε στην αρχαία περιοχή του τείχους Al-Buraq, γεγονός που προκάλεσε συγκρούσεις με τους Παλαιστίνιους με 63 νεκρούς και 600 τραυματίες. Γνωστό στους Εβραίους ως «Δυτικό Τείχος» ή «Τείχος των Δακρύων», το Τείχος Al-Buraq είναι το δυτικό τμήμα του συγκροτήματος του τζαμιού Αλ-Άκσα. Στις 21 Μαΐου του 2023 το υπουργικό συμβούλιο του Ισραήλ με πρωτοβουλία του Νετανιάχου σε μια επίδειξη πρόκλησης συνεδρίασε εντός του τούνελ κάτω από το τζαμί.
[7] Φυσικά αυτοί που πραγματοποιούν τις ‘τρομοκρατικές επιθέσεις’ και απαλλοτριώνουν τους κατοίκους από τη γη τους είναι οι έποικοι. Η ορολογία του διευθυντή σύνταξης της Χααρέτζ είναι χαρακτηριστική των ορίων εκείνων που αντιπολιτεύονται από κεντροαριστερές θέσεις τον Νετανιάχου στο Ισραήλ.
[8] Βλέπουμε και πάλι εδώ ότι για την φιλελεύθερη και κεντρώα αντιπολίτευση τα ουσιώδη ζητήματα ζωής και θανάτου που αφορούν τους Παλαιστινίους και τη σχέση τους με το κράτος-απαρτχάιντ δεν υπάρχουν στην πράξη.
[9] Mainstream στο αγγλικό κείμενο. Πρόκειται για το ‘κοσμικό κατεστημένο’ κατά Aluf Benn, δηλαδή για τις κοινωνικές και πολιτικές ελίτ που έχει παραμερίσει η ‘νέα τάξη’ του Νετανιάχου. Οι διαφορές σχίζουν κάθετα όλη την κοινωνία του Ισραήλ και έχουν να κάνουν και με την χώρα προέλευσης των κατοίκων του—οι προερχόμενοι από αφρικανικές και ασιατικές χώρες, μέχρι πρόσφατα σε περιθωριακή θέση, με τον Νετανιάχου αναλαμβάνουν τα ινία του κράτους από τους εξ Ευρώπης και ΗΠΑ προερχομένους. Με το θέμα έχει ασχοληθεί συστηματικά ο Alastair Crooke.
[10] Ethnonationalist στο πρωτότυπο. Σύμφωνα με την Wikipedia, «o εθνοτικός εθνικισμός, γνωστός και ως εθνο-εθνικισμός, είναι μια μορφή εθνικισμού στην οποία το έθνος και η εθνικότητα ορίζονται με βάση την εθνότητα, με έμφαση σε μια εθνοκεντρική (και σε ορισμένες περιπτώσεις εθνοκρατική) προσέγγιση σε διάφορα πολιτικά ζητήματα που σχετίζονται με την εθνική επιβεβαίωση μιας συγκεκριμένης εθνοτικής ομάδας». Ουσιαστικά, με απλά λόγια, την ισραηλινή εθνικότητα μπορούν να έχουν μόνο οι εθνοτικά Εβραίοι, την ουκρανική εθνικότητα μόνο οι εθνοτικά Ουκρανοί (και όχι οι εθνοτικά Ρώσοι), την ελληνική εθνικότητα μόνο οι εθνοτικά Έλληνες, κ.ο.κ. Πρόκειται για ρατσιστική προσέγγιση που συνεπάγεται την καταστολή των δικαιωμάτων των μη εθνοτικά Εβραίων (απαρτχάιντ).
[11] Είναι ιδιαίτερα κουραστική, αν όχι γελοία, αυτή η συνεχής ταύτιση της κριτικής προς τις γενοκτονικές πολιτικές του Ισραήλ με τον αντισημιτισμό, από την οποία μοιάζει να μην ξεφεύγει ούτε ο αρχισυντάκτης της Haaretz. Είναι περίεργη εμμονή στην προπαγάνδιση αυτών των απόψεων που όλο και περισσότερο απομονώνουν το κράτος-απαρτχάιντ από την υπόλοιπη ανθρωπότητα.
Πηγή: Foreign Affairs
Μετάφραση – επιμέλεια: Κ. Μηλολιδάκης