Ηθικός κίνδυνος ή δημιουργική καταστροφή;

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι τιμές των μετοχών και των ομολόγων των περιφερειακών τραπεζών των ΗΠΑ καταρρέουν. Και μια μεγάλη διεθνής ελβετική τράπεζα, η Credit Suisse, βρίσκεται κοντά στην πτώχευση. Μια χρηματοπιστωτική κρίση που έχει να εμφανιστεί από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κραχ του 2008 φαίνεται να εξελίσσεται. Ποια θα είναι η αντίδραση των νομισματικών και χρηματοπιστωτικών αρχών;

Το 1928, ο τότε υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και τραπεζίτης, Andrew Mellon, πίεσε για υψηλότερα επιτόκια προκειμένου να ελεγχθεί ο πληθωρισμός και η κερδοσκοπία στο χρηματιστήριο, που τροφοδοτούνταν από τις πιστώσεις. Κατόπιν  αιτήματός του, το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια και τον Αύγουστο του 1929 η Fed εκτόξευσε τα επιτόκια σε επίπεδα – ρεκόρ. Μόλις δύο μήνες αργότερα, τον Οκτώβριο του 1929, το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης υπέστη το χειρότερο κραχ στην ιστορία του, σε αυτό που ονομάστηκε “Μαύρη Τρίτη“. Η ιστορία επαναλαμβάνεται.

Το 1929 ο Mellon συνέχιζε απτόητος. Συμβούλευσε τον τότε πρόεδρο Hoover να «ρευστοποιήσει την εργασία, να ρευστοποιήσει τις μετοχές, να ρευστοποιήσει τους αγρότες, να ρευστοποιήσει την ακίνητη περιουσία. . . αυτό θα καθαρίσει τη σαπίλα από το σύστημα. Το υψηλό κόστος ζωής και η υψηλή διαβίωση θα μειωθούν. Οι άνθρωποι θα εργάζονται σκληρότερα, θα ζουν πιο ηθικά. Οι αξίες θα αναπροσαρμοστούν και οι άνθρωποι των επιχειρήσεων θα ξεχωρίσουν από τους λιγότερο ικανούς ανθρώπους». Επιπλέον, υποστήριξε την απομάκρυνση των «αδύναμων» τραπεζών ως σκληρή αλλά αναγκαία προϋπόθεση για την ανάκαμψη του τραπεζικού συστήματος. Αυτό το «ξεσκαρτάρισμα» θα επιτυγχανόταν με την άρνηση δανεισμού μετρητών στις τράπεζες (παίρνοντας δάνεια και άλλες επενδύσεις ως εγγύηση) και με την άρνηση κυκλοφορίας πληθωριστικού νομίσματος. Το μεγάλο τραπεζικό κραχ ακολουθήθηκε από την Μεγάλη ύφεση της δεκαετίας του ‘30.

Το 2008, όταν ξεδιπλώθηκε το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κραχ, οι αρχές αρχικά στόχευσαν σε κάτι παρόμοιο. Επέτρεψαν την πτώχευση της επενδυτικής τράπεζας Bear Stearns. Αλλά μετά ήρθε μια άλλη, η Lehman Brothers. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα αμφιταλαντεύτηκε και τελικά αποφάσισε να μην τη σώσει με παροχή πιστώσεων. Αυτό που ακολούθησε ήταν μια ραγδαία κατάρρευση των μετοχών και άλλων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και μια βαθιά ύφεση, η Μεγάλη Ύφεση. Ο τότε πρόεδρος της Fed, Ben Bernanke, ήταν υποτίθεται μελετητής της Μεγάλης Ύφεσης της δεκαετίας του 1930 και παρόλα αυτά συμφώνησε να χρεοκοπήσει η τράπεζα. Στη συνέχεια, αναγνώρισε ότι ως «δανειστής έσχατης καταφυγής», η δουλειά της Fed ήταν να αποφύγει τέτοιες καταρρεύσεις, ιδίως για τις τράπεζες που είναι «πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν» και  δημιουργούσαν ένα ντόμινο καταρρεύσεων σε ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Είναι σαφές ότι τώρα οι κυβερνήσεις και οι νομισματικές αρχές θέλουν να αποφύγουν τη … μανία ρευστοποίησης και το κραχ τύπου Lehmans Brother, ακόμη και αν μια τέτοια πολιτική θα καθάριζε τη «σαπίλα του συστήματος» και θα ξεχώριζε την ήρα από το στάρι, οδηγώντας σε μια νέα μέρα. Από πολιτική άποψη, κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό για τις κυβερνήσεις που θα προεδρεύουν μιας ακόμη τραπεζικής κατάρρευσης- και από οικονομική άποψη, θα προκαλούσε πιθανότατα μια νέα και βαθιά ύφεση. Έτσι, είναι προτιμότερο να «τυπωθεί περισσότερο χρήμα» για να διασωθούν οι καταθέτες και οι κάτοχοι ομολόγων των τραπεζών και να αποτραπεί η χρηματοπιστωτική μετάδοση, με το τραπεζικό σύστημα είναι τόσο διασυνδεδεμένο.

Αυτό έκαναν τελικά οι αρχές το 2008-9 και αυτό θα κάνουν και αυτή τη φορά. Οι αξιωματούχοι αρχικά δεν ήταν σίγουροι για τη διάσωση της Silicon Valley Bank. Γρήγορα άλλαξαν γνώμη μετά τις ενδείξεις για εκκολαπτόμενα bank runs σε όλες τις ΗΠΑ. Συνεντεύξεις με αξιωματούχους που συμμετείχαν στις συζητήσεις ή ήταν κοντά σε αυτές, κάνουν λόγο για 72 φρενήρεις ώρες. Η Credit Suisse είναι επίσης πιθανό να λάβει παρόμοια οικονομική στήριξη.

Υπάρχουν και σήμερα υποστηρικτές της προσέγγισης του Mellon και εξακολουθούν να έχουν ένα κάποιο δίκιο. Ο Ken Griffin, ιδρυτής του μεγάλου hedge fund Citadel, δήλωσε στους Financial Times ότι η αμερικανική κυβέρνηση δεν έπρεπε να είχε παρέμβει για να προστατεύσει όλους τους καταθέτες της SVB. Και συνέχισε: «Οι ΗΠΑ υποτίθεται ότι είναι μια καπιταλιστική οικονομία, και αυτό καταρρέει μπροστά στα μάτια μας… Έχει χαθεί η οικονομική πειθαρχία με την κυβέρνηση να διασώζει πλήρως τους καταθέτες». Δεν μπορούμε να έχουμε «ηθικό κίνδυνο», είπε. «Οι απώλειες για τους καταθέτες θα ήταν ασήμαντες και θα είχε καταστεί σαφές ότι η διαχείριση των κινδύνων είναι απαραίτητη».

Ο ηθικός κίνδυνος είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει το γεγονός ότι οι τράπεζες και οι εταιρείες θεωρούν ότι μπορούν πάντα να πάρουν χρήματα ή πιστώσεις από κάποιον, συμπεριλαμβανομένης της κυβέρνησης. Έτσι, ακόμα αν κάνουν απερίσκεπτες κερδοσκοπικές ενέργειες που πάνε στραβά, αυτό δεν έχει σημασία. Θα διασωθούν. Όπως θα μπορούσε να το θέσει ο Mellon: αυτό είναι ανήθικο.

Η άλλη πλευρά του επιχειρήματος λέει ότι το γεγονός πως οι τράπεζες αντιμετωπίζουν προβλήματα δεν θα πρέπει να σημαίνει ότι όσοι καταθέτουν τα χρήματά τους σε αυτές θα πρέπει να τα χάσουν, ενώ δεν έχουν δική τους υπαιτιότητα. Έτσι, οι κυβερνήσεις πρέπει να παρέμβουν για να σώσουν τους καταθέτες. Και έχουν κι αυτοί δίκιο. Όπως το έθεσε ένας άλλος δισεκατομμυριούχος – ιδιοκτήτης hedge fund, ο Bill Ackman, όταν προέκυψε η κατάρρευση της SVB, η Ομοσπονδιακή Εταιρεία Ασφάλισης Καταθέσεων (FDIC) πρέπει «να εγγυηθεί ρητά όλες τις καταθέσεις τώρα», διότι «η οικονομία μας δεν θα λειτουργήσει ούτε και το κοινοτικό και περιφερειακό τραπεζικό μας σύστημα». Ο Mark Cuban εξέφρασε την απογοήτευσή του για το ανώτατο όριο ασφάλισης της FDIC που εγγυάται έως 250. 000 δολάρια σε έναν τραπεζικό λογαριασμό ως «πολύ χαμηλό». Επέμεινε επίσης ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα πρέπει να εξαγοράσει όλα τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις της SVB. Ο αντιπρόσωπος στο Κονγκρέσο Eric Swalwell, ένας Δημοκρατικός από την Καλιφόρνια, συντάχθηκε με τους προαναφερθέντες γράφοντας στο Twitter ότι «πρέπει να διασφαλίσουμε ότι όλες οι καταθέσεις που υπερβαίνουν το όριο των 250 χιλιάδων δολαρίων της FDIC θα διασφαλιστούν».

Η ειρωνεία εδώ είναι ότι αυτοί που ζητούν διασώσεις τώρα είναι οι ίδιοι κερδοσκόποι καπιταλιστές που συνήθως υποστηρίζουν σταθερά την «ελεύθερη αγορά και τη μη  παρέμβαση του κράτους». Ένας άλλος υποστηρικτής του πακέτου διάσωσης είναι ο Sacks, παλιός συνεργάτης του επενδυτή Peter Thiel, ο οποίος πιστεύει βαθιά στις «ελεύθερες αγορές» και στον «καπιταλισμό». Αλλά ήταν όμως πρώτο το Founders Fund του Thiel που πυροδότησε το bank run που βύθισε την SVB.

Ο αρθρογράφος των Financial Timers Martin Wolf εξήγησε το δίλημμα: «Οι τράπεζες πτωχεύουν. Όταν το κάνουν, εκείνοι που θα χάσουν φωνάζουν για κρατική διάσωση». Το δίλημμα είναι ότι «αν το απειλούμενο κόστος είναι αρκετά μεγάλο, θα πετύχουν. Με αυτόν τον τρόπο, κρίση με την κρίση, δημιουργήσαμε έναν τραπεζικό τομέα που θεωρητικά είναι ιδιωτικός, αλλά στην πράξη είναι προστατευόμενος του κράτους. Το τελευταίο με τη σειρά του προσπαθεί να περιορίσει την τάση των μετόχων και της διοίκησης των τραπεζών να εκμεταλλευτούν τα δίκτυα ασφαλείας που απολαμβάνουν. Το αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα που είναι απαραίτητο για τη λειτουργία της οικονομίας της αγοράς, αλλά δεν λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της». Επομένως, καταλήγουμε στον ηθικό κίνδυνο επειδή η εναλλακτική λύση είναι ο Αρμαγεδδών. Όπως καταλήγει ο Wolf: «πρόκειται για ένα χάλι».

Ποια είναι λοιπόν η λύση που προσφέρεται για να αποφευχθούν αυτά τα συνεχή τραπεζικά χάλια; Ο φιλελεύθερος οικονομολόγος Joseph Stiglitz μας λέει ότι «η SVB αντιπροσωπεύει κάτι περισσότερο από την αποτυχία μιας μεμονωμένης τράπεζας. Είναι ενδεικτικό βαθιών αποτυχιών στην άσκηση τόσο της ρυθμιστικής όσο και της νομισματικής πολιτικής. Όπως και η κρίση του 2008, ήταν προβλέψιμη και προβλεπόμενη». Αλλά αφού μας είπε ότι η ρύθμιση δεν λειτουργεί, ο Stiglitz υποστηρίζει ότι αυτό που χρειαζόμαστε είναι περισσότερη και αυστηρότερη ρύθμιση! «Χρειαζόμαστε αυστηρότερη ρύθμιση, για να διασφαλίσουμε ότι όλες οι τράπεζες είναι ασφαλείς». Λοιπόν, πώς πήγε αυτό μέχρι στιγμής;

Κανείς δεν έχει τίποτα να πει για δημόσια ιδιοκτησία των τραπεζών, τίποτα για το να γίνει η παροχή τραπεζικών υπηρεσιών μια δημόσια υπηρεσία και όχι ένας τεράστιος τομέας απερίσκεπτης κερδοσκοπίας. Η SVB κατέρρευσε επειδή οι ιδιοκτήτες της πόνταραν στην άνοδο των τιμών των κρατικών ομολόγων και στα χαμηλά επιτόκια για να αυξήσουν τα κέρδη τους. Αλλά πήγε στραβά και τώρα οι άλλοι πελάτες των τραπεζών θα πληρώσουν γι’ αυτό με αυξημένες προμήθειες και ζημίες για την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, ενώ θα λείψει και η χρηματοδότηση των παραγωγικών επενδύσεων για να πληρωθεί ένα ακόμη τραπεζικό χάος.

Τα παρακάτω είχα υποστηρίξει πριν από 13 χρόνια: «Η απάντηση για την αποφυγή μιας νέας χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης δεν είναι μόνο περισσότερη ρύθμιση (ακόμη και αν αυτή δεν είναι τόσο αποδυναμωμένη, όσο οι κανόνες της Βασιλείας ΙΙΙ). Οι τραπεζίτες θα βρουν νέους τρόπους να χάσουν τα χρήματά μας, παίζοντας με αυτά για να βγάλουν κέρδη για τους καπιταλιστές ιδιοκτήτες τους. Στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-9, ήταν η αγορά «ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων μειωμένης εξασφάλισης», τα οποία ήταν μπλεγμένα σε περίεργα χρηματοπιστωτικά πακέτα που ονομάζονταν τίτλοι που εξασφαλίζονταν με υποθήκη και εξασφαλισμένες υποχρεώσεις χρέους, κρυμμένα εκτός των ισολογισμών των τραπεζών, και τα οποία κανείς, συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών, δεν καταλάβαινε. Την επόμενη φορά θα είναι κάτι άλλο. Στην απελπισμένη αναζήτηση του κέρδους και της απληστίας, δεν υπάρχουν όρια στην οικονομική απάτη».

Ας επιστρέψουμε στο δίλημμα της επιλογής μεταξύ «ηθικού κινδύνου» και «ξεσκαρταρίσματος». Όπως είπε ο Mellon, η εκκαθάριση των πτωχευμένων επιχειρήσεων, ακόμη και αν συνεπάγεται ύφεση, είναι μια αναγκαία διαδικασία για τον καπιταλισμό. Πρόκειται για μια διαδικασία «δημιουργικής καταστροφής», όπως την περιέγραψε ο οικονομολόγος Joseph Schumpeter τη δεκαετία του 1930. Η εκκαθάριση και η καταστροφή των αξιών του κεφαλαίου (μαζί με τη μαζική ανεργία) μπορεί να θέσει τις βάσεις για έναν «πιο λιτό και στιβαρό» καπιταλισμό, ικανό να ανανεωθεί για περισσότερη εκμετάλλευση και συσσώρευση με βάση την υψηλότερη κερδοφορία για όσους επιβιώσουν από την καταστροφή.

Όμως οι καιροί έχουν αλλάξει. Έχει γίνει όλο και πιο δύσκολο για  αυτούς που χαράζουν τη στρατηγική του κεφαλαίου, τις νομισματικές αρχές και τις κυβερνήσεις, να εξετάσουν το ενδεχόμενο της «εκκαθάρισης». Αντίθετα, ο «ηθικός κίνδυνος» είναι η μόνη επιλογή για να αποφευχθεί μια μεγάλη ύφεση και μια πολιτική καταστροφή για τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Όμως, οι διασώσεις και μια νέα πληγή από ενέσεις ρευστότητας δεν θα μπορούσαν μόνο να ανατρέψουν πλήρως τις μάταιες προσπάθειες των νομισματικών αρχών να ελέγξουν τα ακόμα υψηλά ποσοστά πληθωρισμού. Σημαίνει επίσης τη συνέχιση της χαμηλής κερδοφορίας, των χαμηλών επενδύσεων και της χαμηλής παραγωγικότητας σε οικονομίες που δεν μπορούν να ξεφύγουν από την κατάσταση ζόμπι. Δηλαδή ακόμη περισσότερη μακροχρόνια ύφεση.

Πηγή: Michael Roberts Blog

Μετάφραση: antapocrisis.gr

Ιδιωτικοποίηση του νερού. Η μητέρα των μαχών(;)

Η κυβέρνηση κατεβάζει στη Βουλή νομοσχέδιο που ανοίγει το δρόμο στην ιδιωτικοποίηση του νερού. Ουσιαστικά μεταθέτει την αρμοδιότητα εποπτείας υδάτων και αποβλήτων στην Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ). Η ΡΑΕ και γενικότερα οι λεγόμενες Ανεξάρτητες Αρχές, σκοπό έχουν να ρυθμίσουν μια οικονομική δραστηριότητα που συνιστά αγορά απελευθερωμένης δημόσιας υπηρεσίας ή αγαθού.  Αποτελεί ηλίου φαεινότερον, παρά τις κυβερνητικές διαψεύσεις, ότι το νομοσχέδιο ξεκλειδώνει την απελευθέρωση του νερού. Με άλλα λόγια, η ιδιωτικοποίηση ενός δημόσιου αγαθού ή υπηρεσίας ξεκινά με την ένταξη του σε μια Ανεξάρτητη Αρχή.

Το γεγονός ότι το νομοσχέδιο θα πάει προς ψήφιση εν μέσω μαζικών κινητοποιήσεων του λαού για το έγκλημα στα Τέμπη, φανερώνει χωρίς ιδιαίτερη σκέψη, δύο πράγματα.

Το πρώτο καταδεικνύει το απύθμενο μίσος της κυβερνώσας παράταξης με ό,τι έχει απομείνει στη σφαίρα του κρατικού και του δημόσιου, είτε είναι αγαθό, είτε υπηρεσία, που παρά την χρόνια απαξίωση του, μέσω της υποχρηματοδότησης, της υποστελέχωσης, της κατασυκοφάντισης του και της σχεδιασμένης υπανάπτυξης του σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα, οι (νεοφιλεύθερες) κυβερνήσεις δεν μπόρεσαν ή δεν πρόλαβαν να ιδιωτικοποιήσουν.

Το δεύτερο φανερώνει για ακόμη μια φορά το βάθος της εξάρτησης των κυβερνώντων από την ολιγαρχία, ντόπια και ξένη, η οποία πραγματώνεται  απευθείας και ανερυθρίαστα με την πρώτη, και μέσω Ε.Ε. και Αμερικανών (με περισσή υποτέλεια), με την δεύτερη. Γιατί δεν φτάνει μόνο να έχεις το αντίστοιχο θράσος και την κατάλληλη ιδεοληψία προκειμένου να ιδιωτικοποιείς το νερό εν μέσω λαϊκού αναβρασμού, λόγω του εγκλήματος των Τεμπών, το οποίο συνέβη ακριβώς λόγω της ιδιωτικοποίησης και της απαξίωσης του δημόσιου (σιδηρόδρομου). Πρέπει να το χρωστάς κιόλας. Είναι ξεκάθαρο ότι η υπερψήφιση του νομοσχεδίου αποτελεί προϊόν πρότερης σύναψης συμβολαίου και ένα από τα τελευταία χρωστούμενα από πλευράς κυβέρνησης, πριν την επίσημη έναρξη της προεκλογικής περιόδου, κατά την οποιά η ατζέντα πρέπει να αλλάξει.

Ωστόσο, το βασικό ζήτημα που πρέπει να απασχολεί κάθε σκεπτόμενο κάτοικο της χώρας είναι αν και με ποιο τρόπο μπορεί να σταματήσει η «απελευθέρωση» του υπέρτατου αγαθού, που θα σημάνει την «φυλάκιση» του στο χρηματιστήριο τιμολόγησης, την κατακόρυφη πτώση της ποιότητας του και την τρομακτική άνοδο της τιμής του.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα ασκήσει καμία ουσιαστική αντιπολίτευση, όχι γιατί δεν μπορεί, αλλά γιατί δεν θέλει και δεν τον «παίρνει».  Όπως ακριβώς (δεν) έκανε και στην τραγωδία των Τεμπών. Γιατί όταν έχεις τη φωλιά σου λερωμένη, αναγκαστικά κρατάς τη μπάλα χαμηλά. Τόσο, όσο ύψος σου δίνεται από την πολιτική που εφαρμόζεις, εντός και εκτός Ελλάδας. Αν έχεις ιδιωτικοποιήσει την ενέργεια κάνοντάς την χρηματιστηριακό προϊόν (2018), με ποια αξιοπιστία θα οργανώσεις τον αγώνα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του νερού; Αν έχεις μεταφέρει την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο (2016), καθιστώντας τις δημόσιες επιχειρήσεις εν δυνάμει βορά του πολυεθνικoύ κερδοσκοπικού κεφαλαίου, με ποιο ηθικό κύρος θα ζητήσεις να μην ενταχθεί το νερό στη ΡΑΕ Πώς μπορεί να μιλήσει ενάντια στην ιδιωτικοποίηση αυτός που αποφάσισε τη λεγόμενη ΚΥΑ τιμολόγησης νερού (2017) η οποία άφηνε ελεύθερη την τιμολόγηση στους παρόχους νερού, αγνοώντας κοινωνικούς, οικονομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες και η οποία κατέπεσε ως αντισυνταγματική στο ΣτΕ λίγους μήνες πριν; Πάλι τότε φορείς και εργαζόμενοι προειδοποιούσαν (Σωματεία εργαζομένων εταιριών ύδρευσης, δημοψήφισμα για το νερό, κ.α.), αλλά, όπως και πριν το  έγκλημα στα Τέμπη, υπήρχε και τότε μια κυβέρνηση που τους αγνοούσε.

Όσον αφορά το ΚΚΕ, ως κόμμα που αναφέρεται στο λαό και στους εργαζόμενους, θα έπρεπε να είναι στα κάγκελα με αφορμή το νομοσχέδιο, ιδίως μέσα στη συγκυρία του εγκλήματος των Τεμπών, των λαϊκών κινητοποιήσεων και της μεγάλης λαϊκής εναντίωσης σε κυρίαρχες πλευρές του νεοφιλελευθερισμού. Θα έπρεπε να σημάνει γενικό συναγερμό και να καλέσει το λαό σε ανυποχώρητο αγώνα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση, παίρνοντας σαφείς και ξεκάθαρες πρωτοβουλίες συγκρότησης του αντισυστημικού ρεύματος των τελευταίων ημερών. Αντ’ αυτού, η εκλογική εργαλειοποίηση των κινημάτων αποτελεί προτεραιότητα και η εδώ και χρόνια απόσυρση από το αναγκαίο που είναι η συγκρότηση λαϊκού μετώπου που μπορεί να απειλήσει πραγματικά και όχι εικονικά το νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, είναι πλέον τελείως εμφανής.

Ελλείψει πολιτικού φορέα που θα αναλάβει σοβαρές πρωτοβουλίας οργάνωσης και κατεύθυνσης, το βάρος της ευθύνης μπαίνει στο λαό. Τα σωματεία εργαζομένων στις επιχειρήσεις ύδρευσης, θα μπορούσαν να αναλάβουν πλατιές πρωτοβουλίες  συγκρότησης κινημάτων υπεράσπισης του νερού. Η διαθεσιμότητα του κόσμου και η δυναμική που έχει αναπτυχθεί το τελευταίο διάστημα, όπως και η ευρεία τροποποίηση εμπεδωμένων κατά τη μνημονιακή περίοδο αντιλήψεων, πρέπει να δώσει τη θέση του στο σταμάτημα του κατήφορου, στην αντιστροφή της ιδιωτικολαγνείας, στην ήττα πλευρών του νεοφιλελεύθερου κράτους και της απαξίωσης του Δημοσίου. Δεν θα υπερασπιστούμε το νερό γιατί μας αρέσει  η τωρινή διαχείριση του με τα γνωστά προβλήματα (υπεράντληση, κατασπατάληση, έλλειψη ελέγχου) και δεν θέλουμε να αλλάξει. Θα υπερασπιστούμε το νερό γιατί αφορά την ίδια μας την ύπαρξη. Αν αντιλαμβανόμστε τη μαχή για το νερό τη μητέρα των μαχών και αν θέλουμε να είναι νικηφόρα.

Νομισματική σύσφιξη, πληθωρισμός και κατάρρευση τραπεζών

Την περασμένη εβδομάδα, ο πρόεδρος της Fed[1] των ΗΠΑ Τζέι Πάουελ κατέθεσε στο αμερικανικό Κογκρέσο σχετικά με τον πληθωρισμό και τη νομισματική πολιτική της Fed. Προκάλεσε τρόμο στις χρηματοπιστωτικές αγορές όταν φάνηκε να λέει ότι τα τελευταία στοιχεία για την οικονομία θα οδηγήσουν πιθανότατα σε περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων και μάλιστα με ταχύτερο ρυθμό. Ο Πάουελ υποστήριξε ότι, αν και ο γενικός πληθωρισμός έχει υποχωρήσει, ο βασικός πληθωρισμός[2], ο οποίος δεν περιλαμβάνει τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, παραμένει επίμονος. Επίσης, η αγορά εργασίας των ΗΠΑ φαινόταν ακόμη εξαιρετικά ισχυρή, γεγονός που δικαιολογούσε την ανάγκη ελέγχου των επιπτώσεων τυχόν αυξήσεων των μισθών. Ανέφερε και πάλι ότι θα ήταν απαραίτητο να αυξηθεί περαιτέρω το επιτόκιο βάσης της Fed (το οποίο θέτει το κατώτατο όριο για όλα τα άλλα επιτόκια δανεισμού) έως ότου τεθεί υπό έλεγχο το μισθολογικό κόστος.

Γράφημα 1: Εξέλιξη του βασικού πληθωρισμού στις ΗΠΑ, την Ευρωζώνη και το Η.Β. την τελευταία διετία.

Για ακόμη μια φορά, ο Πάουελ, όπως και άλλοι διοικητές κεντρικών τραπεζών, υποστήριξε ότι ο πληθωρισμός οφείλεται στην “υπερβολική ζήτηση” και επίσης στον κίνδυνο αύξησης των μισθών που προκαλεί μια αλυσιδωτή αντίδραση αύξησης των τιμών. Υπάρχουν όμως πολλές ενδείξεις ότι δεν είναι η υπερβολική ζήτηση ή η αύξηση των μισθών που προκάλεσε την επιτάχυνση του πληθωρισμού. Έχω παραθέσει σχετικά στοιχεία σε αρκετές προηγούμενες αναρτήσεις. Σε μια πρόσφατη ανάρτηση, παρέθεσα μια μακροσκελή μελέτη του Joseph Stiglitz, η οποία παρουσίαζε με τεκμηριωμένο τρόπο στοιχεία που έδειχναν ότι ο πληθωρισμός προκλήθηκε από ελλείψεις στην πλευρά της προσφοράς και όχι από “υπερβολική ζήτηση”.

Έκτοτε, έχουν προκύψει περισσότερα στοιχεία που τεκμηριώνουν την παραπάνω θέση, ότι το πρόβλημα ανέκυψε στην πλευρά της προσφοράς. Μια πρόσφατη μελέτη διαπίστωσε ότι όταν η οικονομία βγήκε από τα  lockdown της πανδημίας COVID-19 και την ακόλουθη ύφεση, υπήρξε μια στροφή προς την αγορά περισσότερων αγαθών. Ωστόσο, οι παραγωγοί δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν αυτό το κύμα. «Το κύριο συμπέρασμά μας είναι ότι η μετατόπιση της καταναλωτικής ζήτησης από τις υπηρεσίες προς τα αγαθά μπορεί να εξηγήσει ένα μεγάλο μέρος της αύξησης του πληθωρισμού στις ΗΠΑ μεταξύ του 4ου τριμήνου του 2019 και του αντίστοιχου τριμήνου του 2021. Αυτό το σοκ της ανακατανομής της ζήτησης προκαλεί αύξηση στον πληθωρισμό λόγω του κόστους της αύξησης της παραγωγής αγαθών, καθώς άλλωστε οι τομείς αυτοί τείνουν να έχουν πιο ευέλικτες τιμές από τους τομείς παροχής υπηρεσιών».

Υπάρχουν και άλλα στοιχεία που καταδεικνύουν ότι η άνοδος του πληθωρισμού προκλήθηκε κυρίως από μη μισθολογικά κόστη (πρώτες ύλες, εξαρτήματα και μεταφορικά κόστη) και από τις μεγάλες αυξήσεις στα περιθώρια κέρδους. Οι αυξήσεις των μισθών έπαιξαν τον μικρότερο ρόλο.

Γράφημα 2: Τα τελευταία στοιχεία για τις αυξήσεις των μισθών στις ΗΠΑ επιβεβαιώνουν ότι δεν είναι οι μισθοί που αυξάνουν τον πληθωρισμό.

Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τις ΗΠΑ. Στην Ευρωζώνη, ισχύει σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό ότι η αύξηση του πληθωρισμού επήλθε από την αύξηση του μη μισθολογικού κόστους και της κερδοφορίας. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δημοσίευσε πρόσφατα μία εκτίμηση σχετικά με τη συμβολή των κερδών, των φόρων και του μισθολογικού κόστους στον πληθωρισμό της Ευρωζώνης.

Γραφήματα 3 και 4: Στοιχεία που καταδεικνύουν ότι από το πρώτο τρίμηνο του 2021 μέχρι σήμερα ο καθοριστικότερος παράγοντας αύξησης του πληθωρισμού είναι η αύξηση της κερδοφορίας και όχι η αύξηση των μισθών.

Λοιπόν, ακόμη και έτσι, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η αυστηρότερη νομισματική πολιτική, δηλαδή η αύξηση των επιτοκίων για την αύξηση του κόστους δανεισμού και η μείωση της προσφοράς χρήματος με την πώληση των αποθεμάτων ομολόγων των κεντρικών τραπεζών θα μπορούσε εν πάση περιπτώσει να μειώσει τον πληθωρισμό. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει σύμφωνα με την ανάλυση της ίδιας της ΕΚΤ. Σε μελέτη της, η ΕΚΤ διαπίστωσε ότι μια αύξηση των επιτοκίων κατά 1 ποσοστιαία μονάδα μειώνει τον πληθωρισμό μόνο κατά περίπου 0,1 έως 0,2 ποσοστιαίες μονάδες. Η ΕΚΤ εκτιμά επίσης ότι η μεγαλύτερη αρνητική ετήσια επίδραση των αυξήσεων των επιτοκίων στο ΑΕΠ θα πραγματωθεί μόλις μετά από εννέα τρίμηνα!

Γράφημα 5: Ανάλυση των μακροοικονομικών επιπτώσεων της αύξησης των επιτοκίων κατά 100 μονάδες βάσης (αριστερός και μεσαίος πίνακας), αποτίμηση των σωρευτικών συνεπειών σε βάθος 12 τριμήνων μιας τυποποιημένης περικοπής του προϋπολογισμού κατά 500 δις ευρώ (δεξιός πίνακας).

Το κλειδί για τον πληθωρισμό βρίσκεται στην πλευρά της προσφοράς. Ειδικότερα, μακροπρόθεσμα, είναι ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας σε κάθε οικονομία. Εάν η αύξηση της παραγωγής ανά εργαζόμενο επιβραδυνθεί ή ακόμη και μειωθεί, το κόστος ανά μονάδα παραγωγής θα αυξηθεί και αυτό θα αναγκάσει τις εταιρείες να προσπαθήσουν να αυξήσουν τις τιμές. Μία ακόμη πρόσφατη μελέτη υποστήριξε ότι «οι ραγδαίες αυξήσεις του κόστους παραγωγής και οι συμφορήσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού δημιουργούν τις προϋποθέσεις ώστε οι εταιρείες που μπορούν κάπως να επηρεάσουν τις τιμές να οδηγηθούν σε αυξήσεις προκειμένου να προστατεύσουν τα περιθώρια κέρδους. Έχουμε δηλαδή έναν «πληθωρισμό των πωλητών». Η αύξηση της παραγωγικότητας είναι το κλειδί για τον πληθωρισμό. Πράγματι, υπάρχει ισχυρή αντίστροφη συσχέτιση (0,45) μεταξύ της αύξησης της παραγωγικότητας και των ρυθμών πληθωρισμού κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες.

Γράφημα 6: Αποτύπωση της συσχέτισης μεταξύ της ετήσιας αύξησης της παραγωγικότητας στις ΗΠΑ και του πληθωρισμού από το 1948 έως το 2023.

Ο Πάουελ κάνει πλέον λόγο για μια άμεση και σημαντική άνοδο των επιτοκίων. Ωστόσο, οι επιπτώσεις των προηγούμενων αυξήσεων δεν επηρέασαν σχεδόν καθόλου τον πληθωρισμό. Ούτε ο περιορισμός της προσφοράς χρήματος φαίνεται να έχει μεγάλη επίδραση στον πληθωρισμό, αντίθετα με την άποψη των μονεταριστών. Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (Bank of International Settlement – BIS) είναι η διεθνής ένωση κεντρικών τραπεζών σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι οικονομολόγοι της είναι ένθερμοι μονεταριστές και υποστηρικτές της αυστριακής σχολής των ελεύθερων αγορών. Σε μια πρόσφατη μελέτη, η BIS διαπίστωσε «μια στατιστικά και οικονομικά σημαντική συσχέτιση σε μια σειρά χωρών μεταξύ της υπερβολικής αύξησης του χρήματος το 2020 και του μέσου πληθωρισμού το 2021 και το 2020». Ο John Plender των Financial Times, ένας ακόμη ειδήμονας της αυστριακής σχολής, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «δεν χρειάζεται να είναι κανείς απόλυτος οπαδός της θεωρίας της ποσότητας του χρήματος για να δει ότι η άνοδος των τιμών των κατοικιών και των μετοχών στις ΗΠΑ πέρυσι οφείλεται ουσιαστικά στο ότι πάρα πολλά χρήματα κυνηγούσαν πολύ λίγα περιουσιακά στοιχεία».

Σημειώστε δύο πράγματα εδώ. Πρώτον, υπάρχει ένα θέμα αιτιώδους συνάφειας. Όπως παραδέχεται η BIS, «Η συζήτηση σχετικά με την κατεύθυνση της αιτιότητας στη σχέση μεταξύ κυκλοφορίας χρήματος και πληθωρισμού δεν έχει διευθετηθεί πλήρως. Η παρατήρηση ότι η αύξηση του χρήματος σήμερα συμβάλλει στην πρόβλεψη του πληθωρισμού αύριο δεν συνεπάγεται από μόνη της αιτιώδη συνάφεια». Θα μπορούσε να ισχύει ότι «το εισόδημα και όχι το χρήμα είναι αυτό που προκαλεί την αύξηση των δαπανών, με την εξέλιξη των χρηματικών υπολοίπων να λειτουργεί ως σήμα». Στη συνέχεια, όμως, η BIS υποστηρίζει ότι «η σχέση αιτιότητας δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε επαρκής για να αντλήσουμε χρήσιμο πληροφοριακό περιεχόμενο για την σχέση του χρήματος με τον πληθωρισμό – στον οποίο εστιάζουμε εδώ». Σίγουρα όμως έχει σημασία το εάν αν είναι η οικονομική δραστηριότητα, η αύξηση της παραγωγής και των δαπανών που οδηγεί τη συνολική προσφορά χρήματος ή μήπως ισχύει το αντίστροφο;

Δεύτερον, ο Plender σημειώνει ότι η αυξημένη προσφορά χρήματος συνδέεται με την άνοδο των τιμών των κατοικιών και των μετοχών – καμία αναφορά δεν γίνεται στις τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών. Και αυτό είναι το θέμα. Η έντονη αύξηση της προσφοράς χρήματος και τα χαμηλά επιτόκια μέχρι και την πανδημία δεν οδήγησαν σε άνοδο των τιμών και επιτάχυνση του πληθωρισμού στα καταστήματα. Αντίθετα, η προσφορά χρήματος τροφοδότησε μια πιστωτική έκρηξη που εκφράστηκε με μια έκρηξη των ακινήτων και των χρηματοοικονομικών προϊόντων.

Το στοιχείο που χάνει το επιχείρημα των μονεταριστών είναι ότι οι αλλαγές στην προσφορά χρήματος μπορεί επίσης να σημαίνουν αλλαγές στην ταχύτητα του χρήματος, δηλαδή στον ρυθμό κυκλοφορίας του υπάρχοντος χρηματικού αποθέματος. Αν η ταχύτητα του χρήματος μειώνεται, αυτό σημαίνει ότι οι κάτοχοι μετρητών δεν τα ξοδεύουν για αγαθά και υπηρεσίες, αλλά τα συσσωρεύουν σε καταθέσεις ή επενδύουν σε ακίνητα και χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Έτσι, καθώς η αύξηση της προσφοράς χρήματος επιταχύνθηκε κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας, η ταχύτητα του χρήματος μειώθηκε, καθώς τα μετρητά χρησιμοποιήθηκαν σε κερδοσκοπικές δραστηριότητες στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στην κτηματομεσιτική κερδοσκοπία.

Γράφημα 7: Μεταβολές στην ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος στις ΗΠΑ από το 1960 έως το 2020. Πηγή: Federal Reserve Bank

Παρατηρείστε όμως την αλλαγή που σημειώθηκε μετά την πανδημία. Η Fed περιορίζει την προσφορά χρήματος για να ελέγξει τον πληθωρισμό. Αφού εκτινάχθηκε το 2020 κατά τη διάρκεια της πανδημικής ύφεσης, η προσφορά χρήματος τώρα συρρικνώνεται.

Γράφημα 8: Μεταβολές στην προσφορά του χρήματος στις ΗΠΑ από το 1960 έως το 2020. Πηγή: Federal Reserve Bank

Σε αντίθεση όμως με την αυτήν την συρρίκνωση της προσφοράς, η ταχύτητα της κυκλοφορίας του χρηματικού αποθέματος ανεβαίνει, εξουδετερώνοντας τα αντιπληθωριστικά αποτελέσματα μιας αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής. Αυτό καθιστά μια περιοριστική νομισματική πολιτική αναποτελεσματική ως προς την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, πλην όμως επηρεάζει την οικονομική ανάπτυξη και την εργασία. Η πολιτική της Fed δεν θα προσφέρει τίποτα άλλο πέρα από το να επιταχύνει μια πτώση σε οικονομική ύφεση. Οι ερευνητές της Fed από το Κλίβελαντ ανέλυσαν τις πιο πρόσφατες οικονομικές προβλέψεις της Επιτροπής της Fed για την Ελεύθερη Αγορά (Federal Open Market Committee – FOMC). Το οικονομικό τους μοντέλο προβλέπει ότι η τρέχουσα πρόβλεψη της FOMC για την ανεργία θα μειώσει τον βασικό πληθωρισμό στο 2,75%, αλλά μόνο μέχρι το 2025. Ενώ μια «βαθιά ύφεση θα ήταν απαραίτητη για να επιτευχθεί» η πρόβλεψη για πληθωρισμό 2,1% που επιδιώκει η Fed.

Και τώρα έχουμε την κατάρρευση της Silicon Valley Bank ως συνέπεια της ανόδου των επιτοκίων από την Fed. Δείτε τη σχετική μου ανάρτηση. Πράγματι, μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να αναγκάσει τη Fed να παγώσει το σχέδιό της για μια μεγαλύτερη και ταχύτερη αύξηση των επιτοκίων. Η Fed είναι παγιδευμένη σε ένα δίλημμα: περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων θα μπορούσαν να σημαίνουν περισσότερες καταρρεύσεις τραπεζών και ύφεση. Εάν όμως σταματήσουν οι αυξήσεις, κάτι τέτοιο θα σήμαινε πως η Fed δεν έχει όπλα για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού.

Και τα χειρότερα έρχονται για τον λεγόμενο «παγκόσμιο Νότο». Εάν η Fed συνεχίσει να ανεβάζει τα επιτόκια, τότε το δολάριο θα ανακτήσει την ισχύ του μετά την πρόσφατη και σύντομη πτώση (βλ. παρακάτω γράφημα).

Το συνολικό παγκόσμιο χρέος ξεπερνάει πλέον τα 300 τρισεκατομμύρια δολάρια ή αλλιώς υπερβαίνει το 345% του παγκόσμιου ΑΕΠ, καθώς το σχετικό ποσό ανέβηκε από τα 255 τρισεκατομμύρια δολάρια ή το 320% του ΑΕΠ που ίσχυε πριν την πανδημία. Όσο πιο καταχρεωμένος είναι ο πλανήτης, τόσο πιο ευαίσθητος καθίσταται απέναντι στις αυξήσεις των επιτοκίων. Για να αξιολογήσει τη σωρευτική επίδραση του δανεισμού και των υψηλότερων επιτοκίων, ο Economist, υπολόγισε το κόστος των τόκων για τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις κυβερνήσεις σε 58 χώρες. Οι οικονομίες αυτές μαζί αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 90% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το 2021 το κόστος των τόκων τους ανήλθε σε 10,4 τρισ. δολάρια, ή 12% του σωρευτικού τους ΑΕΠ. Μέχρι το 2022 θα έχει φθάσει τα 13 τρισ. δολάρια, ή 14,5%. Καθώς μεγάλο μέρος του χρέους των οικονομιών του Παγκόσμιου Νότου είναι σε δολάρια, η ανατίμηση του δολαρίου σε σχέση με τα νομίσματά τους αποτελεί πρόσθετο βάρος. Οι αναπτυσσόμενες οικονομίες ξοδεύουν σήμερα περισσότερα για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους παρά για την υγεία των πολιτών τους!

Η ύφεση λοιπόν δεν βρίσκεται απλώς στην ατζέντα των οικονομιών της G7. Η αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους και η ύφεση ήδη ξεκινά για τις «αναπτυσσόμενες» χώρες (π.χ. Σρι Λάνκα, Ζάμπια, Πακιστάν, Αίγυπτος).

[1] Σ.τ.Μ.: Federal Reserve: Κεντρική Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Η.Π.Α.

[2] Σ.τ.Μ.: Ως γενικός ή ονομαστικός πληθωρισμός (headline inflation) αναφέρεται ο πληθωρισμός στον υπολογισμό του οποίου συνυπολογίζονται οι μεταβολές των τιμών στην ενέργεια και τα τρόφιμα, σε αντίθεση με τον βασικό ή δομικό πληθωρισμό (core inflation), για τη μέτρηση του οποίου δεν συνυπολογίζονται οι μεταβολές στα παραπάνω αγαθά. Η διαφοροποίηση ως προς τον τρόπο υπολογισμού σχετίζεται με την μεγάλη αστάθεια των τιμών ενέργειας και τροφίμων. Ο γενικός/ ονομαστικός πληθωρισμός θεωρείται πιο κρίσιμο οικονομικό μέγεθος για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, ενώ για τις αναπτυγμένες οικονομίες θεωρείται –υπό κανονικές τουλάχιστον συνθήκες- κρισιμότερο μέγεθος ο βασικός / δομικός πληθωρισμός.

Πηγή: Michael Roberts Blog

Μετάφραση: antapocrisis.gr

Όχι μόνο η ιδιωτικοποίηση. Και η αξιολόγησή τους σκοτώνει.

Η λογική είναι απλή και δοκιμασμένη, εδώ και δεκαετίες, σε πολλές μεριές του πλανήτη και σχεδόν σε κάθε κρίση ή καταστροφή. Κάνε την κρίση ευκαιρία. Είναι σεισμός; Είναι πλημμύρα; Είναι χρεοκοπία; Είναι ευκαιρία για επιτάχυνση των πολιτικών ιδιωτικοποίησης, διάλυσης, κερδοφορίας εις βάρος της κοινωνίας.

Αυτό θα δοκιμάσει και η κυβέρνηση, με αφορμή το έγκλημα στα Τέμπη και όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές. Να μετατραπεί από θύτης σε θύμα. Δε φταίει η ίδια, ούτε οι ιδιωτικοποιήσεις, ούτε οι περικοπές, ούτε το δικό τους πελατειακό κράτος, ούτε το δικό τους επιτελικό κράτος. Φταίνε οι συνδικαλιστές (αν και δε γίνεται να σβήσει τις προειδοποιήσεις τους η κυβέρνηση όσο κι αν προσπαθήσει), το δημόσιο γενικά, η αριστερή αντίσταση απέναντι στις «μεταρρυθμίσεις», τα όποια εργασιακά δικαιώματα της μεταπολίτευσης.

Αφού απέτυχε το αφήγημα του «προσωπικού λάθους», η κυβέρνηση προχώρησε στη διάχυση ευθυνών. «Όλοι φταίμε». Αφού και αυτό δεν έπεισε, ο Μητσοτάκης πέταξε στο υπουργικό συμβούλιο πριν μια βδομάδα το νέο σύνθημα. «Φταίει η έλλειψη αξιολόγησης». Και όλοι οι παπαγάλοι, σαν έτοιμοι από καιρό, το υιοθέτησαν. «Αν ο σταθμάρχης είχε αξιολογηθεί, δε θα είχαν χαθεί τόσες ανθρώπινες ζωές τσάμπα». Είναι σαφές ότι η ΝΔ θα επιχειρήσει να πάει με αυτή τη στρατηγική προς τις εκλογές. Και όπως είπε και ο Άδωνις Γεωργιάδης, «αν πρέπει να κάνουμε αυτοκριτική αυτή αφορά το ότι δεν ήμασταν πιο αποφασιστικοί στην εφαρμογή της αξιολόγησης, στο χτύπημα του κρατισμού και του συνδικαλισμού». Για όποιον δεν κατάλαβε η αυτοκριτική τους θα αφορά το γιατί δεν ήταν πιο νεοφιλελεύθεροι. Και αυτό θα πιέζει και το ΣΥΡΙΖΑ γιατί θα αναγκάζεται να τοποθετείται στην ατζέντα που θα ορίζει η ΝΔ. Θα απολογείται για το αν είναι με την αξιολόγηση στο δημόσιο και όχι αν το επιτελικό κράτος του 112 και της ατομικής ευθύνης, δεν εγγυάται την ασφάλεια του λαού.

Η ΝΔ κάνει τη δουλειά της. Πες πες κάτι θα μείνει. Και επίσης είναι γνωστό οι παπαγάλοι δεν έχουν και ιδιαίτερα καλή σχέση με την αλήθεια και τα γεγονότα. Τι ισχύει όμως, γύρω από το θέμα της αξιολόγησης στο δημόσιο;

Πρώτον από το 2016 υπάρχει νόμος για την αξιολόγηση στο δημόσιο. Τον έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μια αξιολόγηση 10 κριτηρίων, από δύο προϊσταμένους. Πριν λίγες βδομάδες ο Βορίδης έκανε κάποιες τροποποιήσεις για να προωθήσει ουσιαστικά το ατομικό μισθολόγιο και τη λογική των μπόνους (ένας από τους πραγματικούς στόχους της αξιολόγησης, η εξατομίκευση μισθού και δικαιωμάτων). Σε καμία περίπτωση όμως δεν ξήλωσε το νόμο της Γεροβασίλη ως ελλιπή, αναποτελεσματικό, αριστερό, κομματικό. Πάνω σε αυτόν πάτησε και έκανε τις όποιες αλλαγές.  Με αυτόν τον νόμο αξιολογείται και ο Σταθμάρχης και ο Επιθεωρητής του και όλοι στο δημόσιο. Το παραμύθι ότι το δημόσιο είναι αναποτελεσματικό ή και επικίνδυνο γιατί δεν υπάρχει αξιολόγηση, μπορεί να ήταν πιστευτό ως προπαγάνδα πριν το 2016, όχι όμως εδώ και 7 χρόνια. Με αυτήν την αξιολόγηση που ζητούσε χρόνια το σύστημα εξουσίας και ψήφισαν ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ αξιολογούνται σταθμάρχες που δε μπορούν να βάλουν σωστά δύο τρένα σε δύο ράγες. Όσον αφορά το νέο δημόσιο που έστησαν τα μνημόνια, δε σκοτώνει μόνο η ιδιωτικοποίηση. Για την οποία οι κουτοπονηροί της ΝΔ κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν ότι μια βασική πολιτική της ιδιωτικοποίησης είναι η κοινωνικοποίηση των ζημιών (κρατικός ΟΣΕ) και η ιδιωτικοποίηση των κερδών (Ιταλική Hellenic Train). Σκοτώνει και η αξιολόγηση! Εφτά χρόνια αυτό το δημόσιο με αυτή λειτουργεί. Το αν θα μπορούσε να υπάρξει άλλη πιο αξιόπιστη ας μας το πουν αυτοί που πίνουν νερό στο όνομά της. Όμως όχι, ούτε ο Βορίδης δεν ισχυρίστηκε κάτι τέτοιο για τον νόμο του ΣΥΡΙΖΑ.

Δεύτερον οι πιο διαβασμένοι παπαγάλοι ισχυρίζονται ότι δε μπορεί το κομματικό κράτος να αξιολογήσει τα παιδιά του. Ο Υπουργός θα βάλει τους κολλητούς του προέδρους των δημόσιων οργανισμών. Αυτοί θα βάλουν τα γαλάζια παιδιά της πρώην ΔΑΠ προϊσταμένους των διαφόρων τμημάτων. Βεβαίως βεβαίως αξιοκρατικά, αφού όλοι αυτοί έχουν μια βαλίτσα μεταπτυχιακά και σπουδές στα ακριβά πανεπιστήμια του εξωτερικού. Αυτοί με τη σειρά τους θα αξιολογούν θετικά τους «δικούς τους» είτε κομματικά είτε γιατί τους βγάζουν τη δουλειά που θέλουν (πχ να διευκολύνουν ποικίλες συμβάσεις στις προμήθειες ενός νοσοκομείου, να τραβάνε χορηγίες για ένα σχολείο-και άρα να εμφανίζονται μειωμένες απαιτήσεις στη χρηματοδότησή του κοκ). Και τα παραδείγματα πολλά. Εν μέρει έχουν δίκιο. Οι εκπαιδευτικοί πέταξαν τους επιθεωρητές έξω από την τάξη πριν 41 χρόνια και η πλατεία Κλαυθμώνος έχει αυτό το όνομα γιατί οι πιο μαύρες σελίδες του ελληνικού δημοσίου είχαν να κάνουν με το τι όριζε ο α ή β κομματάρχης.

Έτσι οι συγκεκριμένοι ισχυρίζονται ότι αν αναλάβουν ανεξάρτητες αρχές, ιδιωτικές εταιρείες, συμβουλευτικοί διεθνείς οργανισμοί την αξιολόγηση, τότε αυτή θα έχει αποτέλεσμα. Κι όμως, το σύγχρονο δημόσιο, πλέον, δουλεύει σε μεγάλο βαθμό πάνω σε αυτά τα ιδιωτικοποιημένα πρότυπα.

To 2014 η Eurocert, η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ελέγχων και Πιστοποιήσεων, πιστοποιεί ότι «η εταιρεία: ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ – ΟΣΕ ΑΕ εφαρμόζει το Σύστημα Διαχείρισης Ποιότητας σύμφωνα με το πρότυπο: ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 9001:2015 για το ακόλουθο πεδίο εφαρμογής: ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΔΟΜΗΣ (ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΔΙΚΤΥΟΥ, ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ, ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ Η/Μ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ)». Το πιστοποιητικό επανεκδίδεται το 2020!

Ο ΟΣΕ λοιπόν είχε και ISO «για τη διαχείριση της κυκλοφορίας». Όχι από κάποιον κομματάρχη, αλλά κατευθείαν από τα πρότυπα της αγοράς. Με τον πλέον έγκυρο τρόπο. Πότε; Όλα αυτά τα χρόνια που δεν είχε καν σύστημα τηλεματικής και είχε σταθμάρχες με ελλιπέστατη εκπαίδευση!!!

Πάλι για τον ΟΣΕ, το Επιχειρησιακό Σχέδιο για τα έτη 2022-2025 προχώρησε με την υποβοήθηση εξειδικευμένης ιδιωτικής εταιρείας συμβούλων.

Όλοι αυτοί οι αξιολογητές με όρους αγοράς και αριστείας ήταν εντάξει ότι δε λειτουργούσε η τηλεματική, ότι το φαγοπότι και ο ανταγωνισμός με τις συμβάσεις των SIEMENS/ALSTROM καθυστερούσε το έργο, ότι ενώ η τεχνολογία, οι ταχύτητες, τα ζητήματα ασφάλειας άλλαζαν ραγδαία, μπορούσες να προσληφθείς ως σταθμάρχης με απολυτήριο Γυμνασίου.

Η προπαγάνδα τους πρέπει να πέσει στο κενό. Όχι η αξιολόγηση δεν είναι η λύση. Αυτή η αξιολόγηση θα φέρει ένα ακόμα χειρότερο δημόσιο, πιο ακριβό, πιο μακριά από τις ανάγκες του λαού, πιο επικίνδυνο για την ασφάλεια του στις μεταφορές, την υγεία, τα σχολεία.

Γιατί το ερώτημα στην αξιολόγηση είναι ποιος αξιολογεί και με τι κριτήρια κρίνει κάτι άξιο ή όχι. Τα επιχειρησιακά σχέδια, οι εταιρείες συμβούλων, οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί, τα ISO αλλά και τα γαλάζια – ή όποια μπουν στη θέση τους – παιδιά κρίνουν το άξιο με βάση το κόστος-όφελος και τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια λειτουργίας. Σε μια μελέτη, προφανώς κατά παραγγελία, από το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 2007 (Καθαράκη, Πραχαλιάς, Κιουλάφας), ο ΟΣΕ είχε σκορ 29,41%. Στο σενάριο αύξησης των εργαζομένων κατά 50% ο δείκτης πήγαινε στο 20%. Στο σενάριο μείωσης των εργαζομένων κατά 50% πήγαινε στο 51,56%. Για αυτή την αξιολόγηση μιλάμε. Είναι η ίδια αξιολόγηση που στα σχολεία θα αξιολογεί τους εκπαιδευτικούς αν μπορούν να βρίσκουν χορηγούς και να κάνουν οικονομία στα λειτουργικά έξοδα.

Η αξιολόγηση που προτείνει η άρχουσα τάξη και οι παπαγάλοι τους δεν αφορά την επίλυση των προβλημάτων που συναντάει ο λαός στο δημόσιο. Της γραφειοκρατίας – ίσα ίσα η αξιολόγηση είναι και αυτή μια γραφειοκρατική διαδικασία που πχ στα σχολεία στις ΗΠΑ οι εκπαιδευτικοί δεν κάνουν μάθημα αλλά συμπληρώνουν χαρτιά, των ράντζων στα νοσοκομεία, το ότι η δημόσια παιδεία δεν είναι καθόλου δωρεάν γιατί όλο το εκπαιδευτικό σύστημα είναι χτισμένο πάνω στο κυνήγι των εξετάσεων, του κράτους – λάφυρο μιας παρέας που μασουλάει ΕΣΠΑ και συμβάσεις (όλα με αυστηρά πρωτόκολλα αξιολόγησης) και ένα σωρό άλλα.

Αφορά την ιδιωτικοποίηση-εμπορευματοποίηση κι άλλων λειτουργιών του δημοσίου.

Αφορά το χτύπημα των όποιων εργασιακών δικαιωμάτων και το δικαίωμα στο συνδικαλισμό.  (Πάλι στο νόμο για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, όποιος εκπαιδευτικός δουλεύει τσάμπα εθελοντικά υπερωριακά θα παίρνει περισσότερα μόρια).

Κυρίως αφορά την προσπάθεια συντηρητικοποίησης της κοινωνίας με την προώθηση του κοινωνικού κανιβαλισμού και αυτοματισμού. Όπως για την προώθηση του μνημονίου ο θυμός έπρεπε να φύγει από το πολιτικό σύστημα και να πάει στον εργαζόμενο στη ΔΕΗ, στον τυροπιτά που δεν έκοψε απόδειξη κοκ.

Η κυβέρνηση βρήκε ευκαιρία με τον επικίνδυνο σταθμάρχη για να κάνει μια ιδεολογική αντεπίθεση υπέρ του ιδιωτικού, της αλητείας-αριστείας, του κόσμου του κέρδους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει το ανάστημα να απαντήσει. Αυτός ιδιωτικοποίησε τον ΟΣΕ, αυτός έφερε την αξιολόγηση, που ζήταγε η ΝΔ, στο δημόσιο.

Το ζήτημα όμως της υπεράσπισης των κοινωνικών αγαθών, όπως το ρεύμα, οι μεταφορές, η παιδεία, το νερό, ως δημόσιων και δωρεάν είναι ζήτημα βασικό για την λαϊκή πλειοψηφία. Για την υγεία της, για τη μόρφωση των παιδιών της, για την ασφάλειά της. Το σημείο εκκίνησης για ένα σύγχρονο δημόσιο είναι ότι δεν αποτελούν εμπόρευμα. Και μετά να δούμε ποιες θα είναι το άξιο και το μη άξιο ενός τέτοιου δημοσίου και τα πλαίσια λειτουργίας του, πάντα προς όφελος του πολίτη.

ΥΓ1: Θυμάται κανείς, μετά τις τραγικές δολοφονικές επιλογές των αποδεδειγμένα ακατάλληλων ένστολών σε δύο καταδιώξεις Ρομά, η ΝΔ να ζητάει αξιολόγηση εδώ και τώρα από πάνω μέχρι κάτω; Η αξιολόγηση έχει σαφή στόχο.

ΥΓ2. Ο γράφων πιστεύει ότι το πνεύμα του ωχαδερφισμού και της αδιαφορίας για την κοινωνία/πολίτη στο δημόσιο (σε κάποιους εργαζόμενους) ξεκινάει ως συμπεριφορά από τις κορυφές της άρχουσας τάξης. Ο τρόπος που μιλούσαν μεταξύ τους οι εν λόγω σταθμάρχες είναι αγγελικός σε σχέση με τις συνομιλίες υπουργών και πρωθυπουργών, όχι για σουβλάκια, αλλά για μαφίες, αγοράκια, δικαστικούς. Δεύτερον οι προοδευτικοί υγειονομικοί, εκπαιδευτικοί κρατάνε τα σχολεία και τα νοσοκομεία όρθια, με το φιλότιμό τους. Δικά τους παιδιά είναι οι μεγαλοκαθηγητές «φακελάκηδες» στα νοσοκομεία ή τα λαμόγια που λαδώνονται σε διάφορες υπηρεσίες. Οι ίδιοι οι αξιολογητές είναι το πρόβλημα, όχι οι αξιολογούμενοι.

Τι περιμένει ο ΣΥΡΙΖΑ;

Αρκετοί είναι αυτοί που προβληματίζονται σχετικά με την πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ. Kατά τη διάρκεια των 3μισι χρόνων διακυβέρνησης της ΝΔ, χρονικό διάστημα στο οποίο έχουν συμβεί αρκετά (δύο χρόνια καραντίνα χωρίς κανέναν σχεδιασμό, δρομολόγηση διάλυσης του ΕΣΥ, εκτίναξη του πληθωρισμού, ενεργειακή φτώχεια, υποκλοπές, ιδιωτικοποιήσεις – ετοιμάζονται για το νερό τώρα, εμπλοκή σε πολεμικές περιπέτειες για χάρη του ΝΑΤΟ, ακραία νεοφιλελεύθερη ατζέντα γενικά, έγκλημα στα Τέμπη), ο Τσίπρας επέλεξε τους χαμηλούς τόνους, τη χλιαρή αντιπολίτευση, τον σεβασμό του αστικού πολιτικού παιχνιδιού και των κανόνων του, την “υπευθυνότητα”.

Δεν είναι λίγοι αυτοί που έχοντας αηδιάσει από τη σκληρή δεξιά πολιτική του Μητσοτάκη αναρωτιούνται αν θα κυβερνάει για πάντα. Αν θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, η κυβέρνηση να πέσει ή έστω να υπάρξει κάποια κυβερνητική εναλλαγή μέσω των εκλογών που πλησιάζουν. Διαπιστώνουν ότι το δεύτερο δημοσκοπικά κόμμα δεν προσπαθεί να στριμώξει την κυβέρνηση και να διεκδικήσει χώρο για τον εαυτό του. Πως δε μπορεί να “αναπτύξει δυναμική”. Και με τρόμο καταλήγουν πως “θα έχουμε για άλλη μια 4ετία Μητσοτάκη”, καθώς δεν υπάρχει στον πολιτικό χάρτη κάποιος που θα ήθελε και θα μπορούσε να τον εκτοπίσει.

Ο παραπάνω συλλογισμός μπορεί να μην είναι ολόσωστος. Ούτε για πάντα θα κυβερνάει ο Μητσοτάκης, ούτε ο Τσίπρας θα μένει αδρανής ες αεί. Οι εκλογές πλησιάζουν και η προεκλογική μάχη θα ορίσει μια διαφορετική περίοδο. Ούτε μια 4ετία Τσίπρα θα δώσει λύση στα προβλήματα του λαού.

Η αλήθεια είναι πως ο Τσίπρας δεν περιφρονεί την κυβερνητική εξουσία, το έχει αποδείξει εξάλλου. Η πρώτη κυβερνητική θητεία δε φαίνεται να έχει κορέσει τις πολιτικές φιλοδοξίες του. Δεν είναι αυτό το “πρόβλημα”. Ένας “σεμνός” δηλαδή αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Φυσικά και θέλει να ξαναγίνει πρωθυπουργός. Και θα το επιδιώξει με κάθε μέσο, το οποίο θα είναι όμως σύμφωνο με τον ιδεολογικό και πολιτικό του προσανατολισμό. Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές, οι τόνοι θα ανεβαίνουν.

Το σωστό στοιχείο του παραπάνω συλλογισμού είναι αυτό: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ενόχλησε την κυβέρνηση της ΝΔ στο ελάχιστο για 3.5 χρόνια. Την άφησε να “κάνει τη δουλειά της”. Η όποια αντιπαράθεση ανοίξει την επόμενη περίοδο θα αφορά μονάχα αυτό: τις ψήφους. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ ενδιαφερόταν για την αποδυνάμωση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων, των μνημονιακών δεσμεύσεων, της λιτότητας, θα είχε πολιτευτεί αλλιώς μέσα στην τετραετία. Μετά το έγκλημα στα Τέμπη θα είχε “πυροβολήσει” την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Θα καλούσε τον λαό στους δρόμους για να ρίξει την κυβέρνηση τώρα. Θα καλούσε σε “ανένδοτο”. Δε θα απαιτούνταν καν να είναι αριστερό κόμμα για να το κάνει. Αστικά κόμματα (Γεώργιος Παπανδρέου) το έχουν κάνει στο παρελθόν.

Φυσικά, το παρελθόν είναι παρελθόν. Δε ζούμε στη δεκαετία του ΄60 (όπου το ειδικό βάρος της – ακόμα και ηττημένης – αριστεράς χρωμάτιζε το πολιτικό τοπίο). Σήμερα τα δικομματικά συστήματα εξουσίας είθισται να αποτελούνται από δύο όμοια κόμματα με αμοιβαίο σεβασμό και στήριξη, ορισμένες φορές δημόσια, άλλες φορές ανομολόγητα, μα εξίσου φανερά. Δεν είναι προς όφελος του συστήματος να “πέφτουν κυβερνήσεις”, ο αστάθμητος παράγοντας που λέγεται λαός να έρχεται στο προσκήνιο και το κοινά παραδεκτό πλαίσιο άσκησης πολιτικής – όπως καθορίζεται από την ένταξη της χώρας στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ– να αμφισβητείται.

Ο ΣΥΡΙΖΑ στην περίοδο της διακυβέρνησής του βαφτίστηκε ως ένα καθαρά αστικό κόμμα. Οι πολιτικές του επιλογές, με κορυφαία την αντιστροφή/το κουρέλιασμα του δημοψηφίσματος το έδειξαν με τρόπο αδιαμφισβήτητο. Ας θυμηθούμε την περίοδο που η διάκρισή του από τη ΝΔ ήταν ότι “εσείς ψηφίζετε με ευχαρίστηση τα μνημόνια, εμείς όμως με πόνο ψυχής”. Ένα αστικό κόμμα στην εποχή της κρίσης και των μνημονίων (τις δεσμεύσεις από τα οποία βιώνουμε με οδυνηρό τρόπο και σήμερα) δε σηκώνει τους τόνους, δεν κάνει σκληρή αντιπολίτευση, δεν καλεί τον λαό στους δρόμους, δε ρίχνει κυβερνήσεις. Ούτε τις πιο δεξιές και ακραία νεοφιλελεύθερες. Ούτε εν μέσω ξεσηκωμού για το έγκλημα στα Τέμπη.

Δεν παραβαίνει τους κανόνες, δεν ξεχνάει την “πολιτική ευγένεια”. Συμπονά τον πολιτικό του αντίπαλο (;) και τον βοηθάει κάπως να βγει από τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει. Νιώθει μάλλον μια συγγένεια μαζί του. Πως περισσότερα τον ενώνουν παρά τον χωρίζουν.

Έχει και ο ΣΥΡΙΖΑ ευθύνη για το έγκλημα στα Τέμπη, εξάλλου. Η τετραετία 2015-2019 υπήρξε καθοριστική για την τύχη των ελληνικών σιδηροδρόμων. Πόσο τυχαίο είναι που ο Σπίρτζης, πρώην υπουργός υποδομών δεν έχει μιλήσει καθόλου. Πρόσωπο που σίγουρα γνώριζε την κατάσταση, είχε μάλιστα επισκεφτεί το εργοτάξιο τον Νοέμβρη του 2017. Υπάρχει συνυπευθυνότητα ευρύτερη, πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μέσα στο μνημονιακό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.

Εντούτοις, η στάση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορά κυρίως το παρελθόν, μα κυρίως το μέλλον. Ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει και πάλι εξετάσεις. (Ειδικά η προεκλογική περίοδος έχει κάτι από… εξεταστική για τα κόμματα εξουσίας. Μοιάζουν με πρωτοετείς φοιτητές μπροστά στην οικονιμοκή ελίτ της χώρας και στους “δυτικούς συμμάχους μας”). Και αυτή είναι η βασική εξήγηση για την πολιτική του αφωνία. Θέλει να δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι σέβεται τα μνημόνια, τη λιτότητα, τις ιδιωτικοποιήσεις. Πως το “κράτος έχει συνέχεια” και αυτή θα διασφαλιστεί από “πολιτικούς εταίρους” που μπορεί να μην είναι ίδιοι, είναι όμως όμοιοι (δε βγαίνει να πει για παράδειγμα “τώρα που βγήκαμε από τα μνημόνια, θα κρατικοποιήσω και πάλι τα τρένα, θα αναιρέσω τις εξής ιδιωτικοποιήσεις”κλπ). Πως οι “δυναμικοί παράγοντες” της χώρας δεν έχουν κάτι να φοβηθούν από μια ενδεχόμενη “δεύτερη φορά αριστερά”, όπως εν τέλει δεν είχαν και από την πρώτη. Πως τώρα αυτό είναι ακόμα πιο προφανές και καθαρό από τότε (για αυτό και ρητορικές τύπου Πολάκη, χωρίς να εκφράζουν κάποιον αντισυστημισμό, είναι κομμένες πλέον). Πως η αστικοποίηση του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ είναι πλήρης. Η συζήτηση για το αν θα πάρει Αντώναρο και Σπηλιωτόπουλο ενδεικτική (δεν αρκεί που έχει βάλει μέσα το μισό ΠΑΣΟΚ…). Πως τη στιγμή που ο μέχρι χτες κραταιός αστικός διαχειριστής (Μητσοτάκης) έχει αρχίσει να κονταίνει, χωρίς να αποκλείεται και η περίπτωση να καεί εντελώς, υπάρχει σε πλήρη ετοιμότητα το άλλο μεγάλο, υπέυθυνο, σοβαρό και αξιόπιστο αστικό κόμμα με όλη τη διάθεση να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. Να αποδείξει ότι “στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα”, για την αστική πολιτική.

Την ίδια στιγμή, οι λαϊκές μάζες που κατεβαίνουν κατά χιλιάδες στους δρόμους αποδεικνύουν ότι ούτε και για τον λαό και την αριστερά της κοινωνίας υπάρχουν αδιέξοδα. Κάνουν και πάλι την εμφάνισή τους μετά το επεισόδιο “ΣΥΡΙΖΑ” (ανάθεση – ελπίδα, διάψευση προσδοκιών – απογοήτευση). Επουλώνουν τις πληγές τους και αναζητούν πολιτική έκφραση.

Γιατί αποσυντίθεται το τραπεζικό σύστημα

Οι πτωχεύσεις της Silvergate και της Silicon Valley Bank μοιάζουν με παγόβουνα που αποκολλώνται από τον παγετώνα της Ανταρκτικής. Η οικονομική αναλογία με την υπερθέρμανση του πλανήτη που προκαλεί αυτή την κατάρρευση είναι η άνοδος της θερμοκρασίας των επιτοκίων, τα οποία αυξήθηκαν την περασμένη Πέμπτη και Παρασκευή και έφτασαν κοντά στο 4,60% για τα διετή ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου. Εν τω μεταξύ, οι καταθέτες των τραπεζών εξακολουθούσαν να λαμβάνουν μόνο 0,2% επί των καταθέσεών τους. Αυτό οδήγησε σε σταθερή απόσυρση κεφαλαίων από τις τράπεζες – και σε αντίστοιχη μείωση των υπολοίπων των εμπορικών τραπεζών στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα.

Τα ρεπορτάζ των μέσων ενημέρωσης αναπαράγουν ένα ευχολόγιο να είναι περιορισμένα τα bank runs, σαν να μην υπάρχει κανένα ευρύτερο πλαίσιο ή δομική αιτία. Υπάρχει γενική αμηχανία να εξηγηθεί πώς η κατάρρευση των τραπεζών που τώρα εξελίσσεται είναι αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο η κυβέρνηση Ομπάμα διέσωσε τις τράπεζες το 2009. Δεκαπέντε χρόνια ποσοτικής χαλάρωσης έχουν διογκώσει εκ νέου τις τιμές των τραπεζικών ενυπόθηκων δανείων – και μαζί τους τις τιμές των κατοικιών, των μετοχών και των ομολόγων.

Τα 9 τρισεκατομμύρια δολάρια της ποσοτικής χαλάρωσης της Fed (που δεν υπολογίζονται ως μέρος του δημοσιονομικού ελλείμματος) τροφοδότησαν έναν πληθωρισμό των τιμών των χρηματοοικονομικών προϊόντων, πράγμα που απέφερε τρισεκατομμύρια δολάρια στους κατόχους χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, μαζί με ένα γενναιόδωρο δευτερογενές κέρδος για τα υπόλοιπα μέλη του ανώτερου δέκα τοις εκατό. Το κόστος της ιδιοκατοίκησης εκτοξεύτηκε με την κεφαλαιοποίηση ενυπόθηκων δανείων με μειούμενα επιτόκια σε πιο υπερχρεωμένα ακίνητα. Η αμερικανική οικονομία γνώρισε τη μεγαλύτερη άνθηση της αγοράς ομολόγων στην ιστορία, καθώς τα επιτόκια έπεσαν κάτω από το 1%. Η οικονομία πολώθηκε μεταξύ της τάξης των πιστωτών με θετικό χαρτοφυλάκιο και της υπόλοιπης οικονομίας – για την οποία η αναλογία με τη ρύπανση του περιβάλλοντος και την υπερθέρμανση του πλανήτη ήταν η υπερχρέωση. Εξυπηρετώντας όμως κατ’ αυτόν τον τρόπο τα συμφέροντα των τραπεζών και της τάξης που κατέχει χρηματοπιστωτικές αξίες η Fed στρίμωξε τον εαυτό της σε μια γωνία: Τι θα συνέβαινε εάν τελικά ανέβαιναν επιτέλους τα επιτόκια;

Στο βιβλίο μου «Killing the Host» («Σκοτώνοντας τον Ξενιστή») έγραψα για κάτι αρκετά προφανές. Η αύξηση των επιτοκίων προκαλεί πτώση των τιμών των ομολόγων που έχουν ήδη εκδοθεί – μαζί με τις τιμές των ακινήτων και των μετοχών. Αυτό ακριβώς συμβαίνει στο πλαίσιο του αγώνα της Fed κατά του «πληθωρισμού», δηλαδή του ευφημισμού που χρησιμοποιεί για την αντίθεσή της στην αύξηση της απασχόλησης και των μισθών. Οι τιμές των ομολόγων, αλλά και της κεφαλαιοποιημένης αξίας των πακέτων ενυπόθηκων δανείων και άλλων τίτλων, στους οποίους οι τράπεζες διατηρούν τα περιουσιακά τους στοιχεία στον ισολογισμό τους για να καλύψουν τις καταθέσεις τους, πέφτουν κατακόρυφα.

Το αποτέλεσμα απειλεί να συμπιέσει το ενεργητικό των τραπεζών κάτω από τις υποχρεώσεις τους από καταθέσεις, εξαλείφοντας την καθαρή τους αξία – τα ίδια κεφάλαια των μετόχων τους. Αυτό απειλήθηκε το 2008. Αυτό συνέβη με πιο ακραίο τρόπο με την κρίση των  συνεταιρισμών αποταμιεύσεων και δανείων και των ταμιευτηρίων τη δεκαετία του 1980, οδηγώντας στην κατάρρευσή τους. Αυτοί οι «ενδιάμεσοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί» δεν δημιουργούσαν πιστώσεις όπως οι εμπορικές τράπεζες, αλλά δάνειζαν καταθέσεις με τη μορφή μακροπρόθεσμων ενυπόθηκων δανείων με σταθερά επιτόκια, συχνά για 30 χρόνια. Όμως, μετά την αύξηση των επιτοκίων που εγκαινίασε τη δεκαετία του 1980 ο τότε πρόεδρος της Fed Paul Volcker, το συνολικό επίπεδο των επιτοκίων παρέμεινε υψηλότερο από τα μακροπρόθεσμα σταθερά επιτόκια που λάμβαναν τα οι συνεταιρισμοί αποταμιεύσεων και δανείων και τα ταμιευτήρια.

Οι καταθέτες άρχισαν να αποσύρουν τα χρήματά τους προκειμένου να λάβουν υψηλότερους τόκους αλλού, καθώς οι συνεταιρισμοί αποταμιεύσεων και δανείων και τα ταμιευτήρια δεν μπορούσαν να πληρώσουν υψηλότερα επιτόκια στους καταθέτες τους από τα έσοδα που εισέπρατταν από τα δάνεια με χαμηλότερα και σταθερά επιτόκια που είχαν δώσει. Έτσι, ακόμα και αν δεν γίνονταν απάτες τύπου Keating[1], αυτή η αναντιστοιχία μεταξύ βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων και μακροπρόθεσμων επιτοκίων έθεσε τέλος σε αυτά τα επιχειρηματικά σχήματα.

Οι συνεταιρισμοί αποταμιεύσεων και δανείων και τα ταμιευτήρια χρωστούσαν χρήματα στους καταθέτες βραχυπρόθεσμα, αλλά αυτά ήταν δεσμευμένα σε μακροπρόθεσμα περιουσιακά στοιχεία σε πτωτικές τιμές. Βέβαια, τα ενυπόθηκα δάνεια των συνεταιρισμών και ταμιευτηρίων ήταν πολύ πιο μακροπρόθεσμα από αυτά των εμπορικών τραπεζών. Αλλά η επίδραση της αύξησης των επιτοκίων έχει την ίδια επίδραση στα τραπεζικά περιουσιακά στοιχεία που έχει σε όλα τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Όπως ακριβώς η μείωση των επιτοκίων της ποσοτικής χαλάρωσης αποσκοπούσε στην ενίσχυση των τραπεζών, έτσι και η σημερινή ακριβώς αντίστροφη πολιτική πρέπει λογικά να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Και αν οι τράπεζες έχουν κάνει κακές συναλλαγές παραγώγων, έχουν πρόβλημα.

Κάθε τράπεζα έχει το πρόβλημα να διατηρεί τις αποτιμήσεις των περιουσιακών της στοιχείων υψηλότερες από τις υποχρεώσεις της σε καταθέσεις. Όταν η Fed αυξάνει τα επιτόκια αρκετά απότομα ώστε να καταρρεύσουν οι τιμές των ομολόγων, η δομή των περιουσιακών στοιχείων του τραπεζικού συστήματος αποδυναμώνεται. Αυτή είναι η γωνία στην οποία η Fed έχει στριμώξει την οικονομία με την ποσοτική χαλάρωση.

Η Fed αναγνωρίζει φυσικά αυτό το εγγενές πρόβλημα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απέφυγε να αυξήσει τα επιτόκια για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα – έως ότου το κατώτερο 99% των μισθωτών άρχισε να επωφελείται από την ανάκαμψη της απασχόλησης. Όταν οι μισθοί άρχισαν να ανακάμπτουν, η Fed δεν μπόρεσε να αντισταθεί στον συνήθη ταξικό πόλεμο εναντίον της εργασίας. Με τον τρόπο αυτό, όμως, η πολιτική της μετατράπηκε σε πόλεμο και κατά του τραπεζικού συστήματος.

Η Silvergate ήταν η πρώτη που βούλιαξε, αλλά ήταν μια ειδική περίπτωση. Είχε επιδιώξει να εκμεταλλευτεί το κύμα των κρυπτονομισμάτων, παρέχοντας τραπεζικές υπηρεσίες για διάφορα εξ αυτών. Μετά την αποκάλυψη της τεράστιας απάτης του Samuel Benjamin Bankman-Fried (SBF)[2], σημειώθηκε μαζική φυγή από τα κρυπτονομίσματα. Οι επενδυτές/ παίκτες εγκατέλειψαν το καράβι. Οι διαχειριστές των κρυπτονομισμάτων έπρεπε να πληρώσουν με την ανάληψη των καταθέσεων που είχαν στο Silverlake. Το πλοίο βυθίστηκε.

Η πτώχευση της Silvergate διέλυσε τη μεγάλη αυταπάτη των καταθέσεων σε κρυπτονομίσματα. Η επικρατούσα εντύπωση ήταν ότι τα κρυπτονομίσματα αποτελούσαν εναλλακτική λύση προς τις εμπορικές τράπεζες και το συμβατικό χρήμα. Όμως, σε τι θα μπορούσαν να επενδύσουν τα επενδυτικά σχήματα κρυπτονομισμάτων για να υποστηρίξουν τις αγορές νομισμάτων τους, αν όχι σε τραπεζικές καταθέσεις και κρατικούς τίτλους ή σε ιδιωτικές μετοχές και ομόλογα; Τι είναι στην τελική τα κρυπτονομίσματα πέρα από ένα αμοιβαίο κεφάλαιο που προστατεύεται με μυστικότητα της ιδιοκτησίας ώστε να προστατεύονται όσοι ξεπλένουν χρήμα;

Η Silicon Valley Bank είναι επίσης και κατά πολλές έννοιες μία ειδική περίπτωση, με δεδομένο ότι δάνειζε ειδικώς σε startups του κλάδου της πληροφορικής. Η Τράπεζα New Republic επίσης υπέστη ένα bank run και είναι επίσης μία εξειδικευμένη τράπεζα που δανείζει σε πλούσιους καταθέτες στην περιοχή του Σαν Φρανσίσκο και της βόρειας Καλιφόρνιας. Ήδη από την περασμένη εβδομάδα γινόταν λόγος για ένα bank run, και οι χρηματοπιστωτικές αγορές ταρακουνήθηκαν καθώς οι τιμές των ομολόγων μειώθηκαν όταν ο πρόεδρος της Fed Jerome Powell ανακοίνωσε ότι επρόκειτο να αυξήσει τα επιτόκια ακόμη περισσότερο από ό,τι σχεδίαζε νωρίτερα. Η αύξηση των ποσοστών απασχόλησης κάνει τους μισθωτούς πιο ανυπότακτους στις διεκδικήσεις τους για αύξηση των μισθών τουλάχιστον στα επίπεδα του πληθωρισμού που προκαλούν οι αμερικανικές κυρώσεις κατά της ρωσικής ενέργειας και των τροφίμων, καθώς και οι ενέργειες των μονοπωλίων που αυξάνουν τις τιμές «για να αντιμετωπίσουν τον επερχόμενο πληθωρισμό». Οι μισθοί δεν έχουν μέχρι σήμερα προσαρμοστεί προς τα υψηλά ποσοστά πληθωρισμού που προκύπτουν.

Φαίνεται ότι η Silicon Valley Bank θα πρέπει να ρευστοποιήσει τους τίτλους της με ζημία. Πιθανώς θα εξαγοραστεί από μια μεγαλύτερη τράπεζα, αλλά ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα συμπιέζεται. Το Reuters μετέδωσε την Παρασκευή ότι τα τραπεζικά αποθέματα στη Fed σημείωσαν πτώση. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς οι τράπεζες απολαμβάνουν επιτοκιακές διαφορές ρεκόρ. Δεν είναι περίεργο που οι εύποροι επενδυτές τρέχουν να ξεφύγουν από τις τράπεζες.

Το προφανές ερώτημα είναι γιατί η Fed δεν διασώζει απλώς τις τράπεζες που βρίσκονται στη θέση της SVB. Η απάντηση είναι ότι οι χαμηλότερες τιμές των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων φαίνεται να αποτελούν τη νέα κανονικότητα. μοιάζουν με τη Νέα Κανονικότητα. Για τις τράπεζες με αρνητικά ίδια κεφάλαια, πώς θα μπορούσε να επιλυθεί το θέμα της φερεγγυότητάς τους χωρίς μία απότομη μείωση των επιτοκίων και αποκατάσταση της 15ετούς πολιτικής μηδενικών επιτοκίων;

Υπάρχει ένας ακόμη μεγαλύτερος ελέφαντας στο δωμάτιο: τα παράγωγα. Η αστάθεια αυξήθηκε την περασμένη Πέμπτη και Παρασκευή. Η αναταραχή έχει φτάσει σε τεράστια μεγέθη πέρα και από αυτά που χαρακτήρισαν το κραχ της AIG και άλλων κερδοσκόπων το 2008. Σήμερα, η JP Morgan Chase και άλλες τράπεζες της Νέας Υόρκης έχουν τζογάρει σε παράγωγα που αποτιμώνται σε αξία δεκάδων τρισεκατομμυρίων δολαρίων, για τα οποία πρόκειται να μεταβληθούν τα επιτόκια, οι τιμές των ομολόγων, οι τιμές των μετοχών και άλλες παράμετροι.

Για κάθε πετυχημένη μαντεψιά, υπάρχει ένας χαμένος. Όταν ποντάρονται τρισεκατομμύρια δολάρια, είναι βέβαιο ότι κάποιος τραπεζίτης θα καταλήξει σε μια ζημία που μπορεί εύκολα να εξανεμίσει το σύνολο των καθαρών ιδίων κεφαλαίων της τράπεζας.

Υπάρχει πλέον μια στροφή προς το ασφαλές καταφύγιο των «μετρητών», αλλά και σε κάτι ακόμη καλύτερο από τα μετρητά: τις κρατικές εγγυήσεις του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ. Παρά τις συζητήσεις για την άρνηση των Ρεπουμπλικάνων να αυξήσουν το ανώτατο όριο του χρέους, το Υπουργείο Οικονομικών μπορεί πάντα να τυπώσει χρήματα για να πληρώσει τους κατόχους των ομολόγων του. Φαίνεται ότι το Υπουργείο Οικονομικών θα γίνει το νέο αγαπημένο καταθετήριο για όσους έχουν τους οικονομικούς πόρους. Οι τραπεζικές καταθέσεις θα μειωθούν. Και μαζί τους, τα αποθεματικά των τραπεζών στη Fed.

Μέχρι στιγμής, η χρηματιστηριακή αγορά αντιστέκεται στην πτώση των τιμών των ομολόγων. Η εκτίμησή μου είναι ότι τώρα θα δούμε τη Μεγάλη Εκτόνωση της μεγάλης έκρηξης του Πλασματικού Κεφαλαίου της περιόδου 2008-2015. Εξάλλου, όποιος σπέρνει ανέμους, θερίζει θύελλες. Οι «άνεμοι» εν προκειμένω είναι η υπερβολική αύξηση των παραγώγων που τροφοδοτήθηκε από τη χαλάρωση των κανόνων της χρηματοπιστωτικής αγοράς και της ανάλυσης κινδύνου κατά  την μετά το 2008 εποχή.


[1] Σ.τ.Μ.: Αναφέρεται στην περίπτωση του CEO της Lincoln Savings and Loans Association που καταδικάστηκε στα μέσα της δεκαετίας του ‘90 για απάτες πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων που οδήγησαν χιλιάδες ομολογιούχους σε πτώχευση και κόστισαν περίπου 124 δις δολάρια στους φορολογούμενους.

[2] Ο S. Bankman – Fried είναι ο πρώην ιδιοκτήτης του ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων FTX, που πτώχευσε αιφνιδίως το Νοέμβριο του 2022, χάνοντας 32 δις δολάρια σε λίγες μέρες. Λίγο μετά ο ίδιος συνελήφθη για σειρά οικονομικών αδικημάτων (απάτη, ξέπλυμα μαύρου χρήματος κ.ά.).

Πηγή: Counterpunch

Μετάφραση: antapocrisis.gr

Οι μέθοδοι αντιμετώπισης της εκκολαπτόμενης τραπεζικής κρίσης στις ΗΠΑ, ακόμη και αν ηρεμήσουν προσωρινά την κατάσταση, θα οδηγήσουν σε μακροπρόθεσμες καταστροφικές συνέπειες

Τις τελευταίες μέρες παρακολουθούμε να εξελίσσεται η τελευταία από μια σειρά κρίσεων του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, επικεντρωμένη για μια ακόμη φορά στις ΗΠΑ.

ΟΙ τράπεζες εκεί (και όχι μόνον εκεί) έχουν βρεθεί σε δεινή θέση λόγω της αύξησης των επιτοκίων. Όταν αυξάνονται τα επιτόκια η τιμή των ομολόγων στην αγορά αναπροσαρμόζεται προς τα κάτω ώστε η παρούσα αξία τους να ευθυγραμμιστεί με τα νεοεκδιδόμενα ομόλογα. Δηλαδή πρόκειται ακριβώς για την αντίστροφη διαδικασία που συμβαίνει όταν πέφτουν τα επιτόκια (και άρα ανεβαίνουν οι τιμές των ομολόγων στην αγορά).

Οι τράπεζες τα τελευταία χρόνια δεν αποθηκεύουν απλά τα χρήματα από τις καταθέσεις σε ομόλογα, αλλά και σε σύνθετα προϊόντα τα οποία ‘μοχλεύουν’ τις αποδόσεις των ομολόγων. Όμως, όπως οι αποδόσεις αυξάνονται μέσω αυτών των προϊόντων σε περιβάλλον σταθερών ή πτωτικών επιτοκίων έτσι και οι τιμές των ίδιων προϊόντων πέφτουν δυσανάλογα πολύ όταν τα επιτόκια ανεβαίνουν. Όπως φαίνεται, οι τράπεζες δεν έχουν καταφέρει να ‘ξεφορτωθούν’ αυτά τα ‘τοξικά’ πλέον προϊόντα και αυτό επιφέρει μεγάλες ζημιές στην παρούσα αξία των επενδύσεών τους.

Αντιγράφουμε από το CNN: «Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank την περασμένη εβδομάδα προκάλεσε ρίγη πανικού στους επενδυτές, καθώς ανέδειξε ένα μεγαλύτερο πρόβλημα σε ολόκληρο τον τραπεζικό τομέα: Το διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ της αξίας που δίνουν οι μεγάλοι δανειστές στα ομόλογα που κατέχουν και της πραγματικής αξίας τους στην αγορά. [ΣΗΜ. με απλά λόγια, φούσκα στην αγορά των ομολόγων που κατέχουν οι τράπεζες]…..Αλλά η SVB δεν είναι το μόνο ίδρυμα με αυτό το πρόβλημα. Οι αμερικανικές τράπεζες κάθονταν σε 620 δισεκατομμύρια δολάρια μη πραγματοποιημένων ζημιών (περιουσιακά στοιχεία που έχουν μειωθεί σε τιμή αλλά δεν έχουν ακόμη πωληθεί) στο τέλος του 2022, σύμφωνα με την FDIC.»

Και το CNN συνεχίζει το ρεπορτάζ του: «Το σημερινό περιβάλλον επιτοκίων είχε δραματικές επιπτώσεις στην κερδοφορία και το προφίλ κινδύνου των στρατηγικών χρηματοδότησης και επενδύσεων των τραπεζών», δήλωσε ο πρόεδρος της FDIC Martin Gruenberg σε προετοιμασμένες παρατηρήσεις στο Institute of International Bankers την περασμένη εβδομάδα. [ΣΗΜ. FDIC είναι η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφάλισης των τραπεζικών καταθέσεων–μέχρι 250,000 δολάρια ανά καταθέτη]. «Οι μη πραγματοποιημένες ζημίες αποδυναμώνουν τη μελλοντική ικανότητα μιας τράπεζας να ανταποκρίνεται σε απροσδόκητες ανάγκες ρευστότητας», πρόσθεσε.

«…«Πολλά ιδρύματα – από κεντρικές τράπεζες, εμπορικές τράπεζες και συνταξιοδοτικά ταμεία – κάθονται σε περιουσιακά στοιχεία που αξίζουν σημαντικά λιγότερο από ό,τι αναφέρουν οι οικονομικές τους καταστάσεις», δήλωσε ο Jens Hagendorff, καθηγητής χρηματοοικονομικών στο King’s College του Λονδίνου. «Οι προκύπτουσες ζημίες θα είναι μεγάλες και θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν με κάποιον τρόπο. Η κλίμακα του προβλήματος αρχίζει να προκαλεί ανησυχία». Παρόλα αυτά, δεν υπάρχει ακόμη λόγος πανικού, λένε οι αναλυτές.» [Σωστά, αν έλεγαν το αντίθετο το τραπεζικό και ασφαλιστικό σύστημα θα κατέρρεε την επομένη μέρα].

*          *          *

Το ερώτημα που παρέμενε ανοικτό κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου ήταν τι θα απογίνει με τις μη ασφαλιζόμενες καταθέσεις της χρεοκοπημένης SVB που αποτελούσαν και την συντριπτική πλειοψηφία των συνολικών καταθέσεων. Ο κίνδυνος “Bank Run”, δηλαδή επιδρομής των καταθετών στις τράπεζες για να σηκώσουν τα λεφτά τους από βδομάδα ήταν περισσότερο από ορατός.

Ο κίνδυνος αυτός πολλαπλασιάστηκε μετά το κλείσιμο μιας ακόμη τράπεζας το βράδυ της Κυριακής: Στα νέα του CNBC διαβάζουμε: «Και νέο κλείσιμο τράπεζας από τις ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ: “Οι ρυθμιστικές αρχές της πολιτείας της Νέας Υόρκης έκλεισαν την Κυριακή την Signature Bank, έναν μεγάλο δανειστή στον κλάδο των κρυπτονομισμάτων, σε μια προσπάθεια να αποτρέψουν την εξαπλούμενη τραπεζική κρίση. “Ανακοινώνουμε επίσης μια παρόμοια εξαίρεση λόγω συστημικού κινδύνου για την Signature Bank, Νέα Υόρκη, Νέα Υόρκη, η οποία έκλεισε σήμερα από την πολιτειακή αρχή που είχε εκδώσει την άδεια λειτουργίας της”, ανέφεραν το υπουργείο Οικονομικών, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα Αποθεμάτων και η Ομοσπονδιακή Εταιρεία Ασφάλισης Καταθέσεων σε κοινή ανακοίνωση το βράδυ της Κυριακής».

Έτσι, το βράδυ της Κυριακής είχαμε μία ανακοίνωση (που βλέπετε στην εικόνα στο τέλος του σχολίου μας) από το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ. Σύμφωνα με αυτήν διασώζεται το σύνολο των καταθέσεων της SVB ανεξαρτήτως ποσού μετά από συνεννόηση του Αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών με την Κεντρική Τράπεζα, τον πρόεδρο των ΗΠΑ και όλο το ασφαλιστικό σύστημα των καταθέσεων. Από την Δευτέρα θα μπορούν όλοι οι καταθέτες να αποσύρουν το σύνολο των καταθέσεών τους, εάν το επιθυμούν.

Η ανακοίνωση ισχυρίζεται ότι αυτό θα γίνει χωρίς την επιβάρυνση των φορολογουμένων. Επομένως εδώ έχουμε ένα κυριολεκτικό “λεφτόδενδρο”: Λεφτά εμφανίζονται από το πουθενά και κανείς δεν θα πληρώσει γι’ αυτά (εκτός από τα έξοδα εκτύπωσης των χαρτονομισμάτων, που είναι και ελάχιστα δεδομένου ότι πλέον κανείς δεν κουβαλά μετρητά στις τσάντες).

Αλλά, αυτό το πληθωριστικό χρήμα με το οποίο το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών διασώζει τα δισεκατομμύρια των καταθέσεων θα βρει τελικά τον δρόμο του στο να φορολογήσει επιπλέον τους φορολογούμενους. Όταν τυπώνεις χρήμα και το ρίχνεις στην αγορά το επακόλουθο είναι να αυξηθούν οι τιμές των αγαθών και αυτό αποτελεί ασφαλώς έμμεση φορολόγηση του συνόλου της κοινωνίας.

Ίσως όμως το κυριότερο δεν είναι αυτό. Το κυριότερο είναι η εισαγωγή συστημικού κινδύνου στο χρηματοπιστωτικό σύστημα με αυτές τις ενέργειες: Τώρα πλέον οι τράπεζες που έχουν πράξει τα ίδια ακριβώς με την SVB δεν θα φοβούνται να συνεχίζουν τις πρακτικές τους, καθαρά κερδοσκοπικές, επειδή στη γωνία περιμένει να τις διασώσει ο “μεγάλος αδελφός”.

Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, προκειμένου να αντιμετωπίσει την επείγουσα κρίση που κινδυνεύει να προκαλέσει ανάφλεξη του συνολικού τραπεζικού συστήματος των ΗΠΑ, ‘αναγκάστηκε’ να πάρει την απόφαση διάσωσης η οποία μεσοπρόθεσμα, ακόμη και αν τελικά αποσοβηθεί η τραπεζική κρίση, θα οδηγήσει σε σοβαρές συνέπειες το σύνολο της Αμερικανικής, αλλά και της παγκόσμιας κοινωνίας.

Και βέβαια καν δεν αναφέρουμε ότι η όλη αυτή επιχείρηση απέδειξε για μια ακόμη φορά πόσο διάτρητες είναι οι απολογητικές θεωρίες της αστικής πολιτικής οικονομίας οι οποίες αιτιολογούν τα κέρδη των καπιταλιστών με το σκεπτικό ότι αυτοί αναλαμβάνουν ‘κίνδυνο’. Όταν ο καπιταλιστής είναι αρκετά μεγάλος, πλέον δεν υφίσταται κανέναν κίνδυνο. Το κράτος (που είναι όργανο της τάξης του) θα αναλάβει να τον ξελασπώσει σε βάρος της κοινωνίας.

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ

Το σχόλιο για την διάσωση των μη ασφαλισμένων καταθέσεων της SVB είχε ήδη γραφτεί όταν διαπίστωσα ότι έχω παραλείψει την κλασική παρατήρηση, που προηγείται όλων των άλλων σε μια κλασική αστική ανάλυση των συνεπειών της κρίσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Να το πούμε και εδώ λοιπόν.

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) είχε ξεκινήσει έναν κύκλο αύξησης των επιτοκίων με στόχο να τιθασεύσει τον πληθωρισμό που είναι φανερό ότι αυξάνεται ανεξέλεγκτα. Ορισμένοι οικονομολόγοι, με κύριο εκπρόσωπο τον Dr. Doom, δηλαδή τον καθηγητή Νουριέλ Ρουμπινί, με τις αναλύσεις τους είχαν προείπει ότι ο κύκλος αυτών των αυξήσεων θα σπάσει μόλις εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα κρίσης που θα προκληθεί ακριβώς επειδή οι αυξήσεις των επιτοκίων θα αποδείξουν ότι ‘ο βασιλιάς είναι γυμνός’, δηλαδή θα οδηγήσουν πολύ σύντομα σε κρισιακά φαινόμενα, τα οποία θα τρομοκρατήσουν τις Κεντρικές Τράπεζες. Κατά τον Ρουμπινί, ο πληθωρισμός οφείλεται σε «σοκ λόγω ελλιπούς προσφοράς», που είναι ένας άλλος τρόπος να πει ότι έχει τυπωθεί χαρτονόμισμα υπερβολικά πολύ σε σχέση με τις πρώτες ύλες και τα βιομηχανικά προϊόντα που διατίθενται στην αγορά. Επομένως, ο μόνος τρόπος, κατά την κλασική αντιμετώπιση, να τιθασευτεί ο πληθωρισμός είναι να δημιουργηθεί στενότητα στην προσφορά χρήματος, και αυτό αποσκοπούσε ο κύκλος αύξησης των επιτοκίων.

Η αγορά εκτιμούσε ότι ο κύκλος αύξησης θα συνεχιστεί μέχρι τον Αύγουστο ενώ επίσης η Fed ακολουθούσε τη συνήθη τακτική να παρουσιάζεται στα λόγια πολύ αυστηρή και να δίνει την εντύπωση ότι «νυν υπέρ πάντων ο αγών» σε σχέση με το σπάσιμο του σπιράλ του πληθωρισμού. Πρόκειται για την κλασική ιδέα (της αστικής οικονομικής σκέψης) ότι οι προσδοκίες ασκούν πραγματική οικονομική επιρροή, δηλαδή ότι αν τρομάξουν οι αγορές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια συνεχή αύξηση των επιτοκίων, τότε από μόνες τους θα αυτορυθμιστούν και οι πληθωριστικές πρακτικές της αγοράς θα αυτοελεχθούν.

Τώρα, μετά τη διάσωση της SVB αποδεικνύεται ότι ο κίνδυνος κατάρρευσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι υπαρκτός και ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων οξύνουν τον κίνδυνο λόγω της μαζικής απομείωσης της αξίας των ομολόγων, όπως και των σύνθετων τοξικών προϊόντων, που απαρτίζουν τα χαρτοφυλάκια όλων των τραπεζών οδηγώντας τις σε αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεών τους προς τους καταθέτες. Επομένως (ένα και ένα κάνουν δύο) πολύ σύντομα, όταν περάσει ο κρύος ιδρώτας που τώρα τις λούζει, οι αγορές θα στοιχηματίσουν ότι ο ανοδικός κύκλος των επιτοκίων έληξε. Πράγμα που σχεδόν βεβαίως θα είναι και ακριβές, ακόμη και αν ο πρόεδρος της Fed κάνει ‘γερακίσιες’ δηλώσεις για να προκαλέσει φόβο. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι τα πληθωριστικά φαινόμενα θα ενταθούν στο μέλλον ΧΩΡΙΣ να αρθούν οι κρισιακές διαδικασίες.

Είναι ακριβώς αυτό που είχε προείπει ο Dr. Doom, δηλαδή ότι εισερχόμαστε σε μια περίοδο στασιμοπληθωρισμού, όπως αυτή που συντάραξε το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα την δεκαετία του ’70.

Μόνο που τώρα τα πράγματα είναι πολύ επικίνδυνα, επειδή στο όλο σκηνικό εμπλέκεται και ο πόλεμος στην Ουκρανία, που ωθεί εκ φύσεως το παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα σε τυχοδιωκτισμούς για να ξεπεράσει τα έντονα κρισιακά φαινόμενα. Αν οι λαοί δεν κινητοποιηθούν, ακόμη και η επιβίωση του ανθρώπινου είδους είναι σε άμεσο κίνδυνο.

Ο σιδηρόδρομος ως δημόσιο αγαθό και η ιδιωτική επιχείρηση ως λαθρεπιβάτης

Τι ζητήματα πολιτικής θέτει για την Αριστερά το δυστύχημα στα Τέμπη; Τι θέλουμε για τους σιδηροδρόμους στην Ελλάδα εκτός από την αυτονόητη απαίτηση ότι σε κάθε περίπτωση δεν επιτρέπεται να χάνονται ανθρώπινες ζωές; Φαίνεται λοιπόν ότι είναι μάλλον αδύνατο να συμφωνήσουν όλοι στην Αριστερά στις απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. 

Υπάρχουν όσοι ισχυρίζονται ότι ο στόχος μας πρέπει να είναι η κρατικοποίηση του σιδηροδρόμου, με ή χωρίς αποζημίωση, με ή χωρίς εργατικό έλεγχο, και υπάρχουν άλλοι που πιστεύουν ότι στις σημερινές συνθήκες δεν μπορεί να υπάρξει αυθεντικός δημόσιος χαρακτήρας των μεταφορών, τον οποίο μπορεί να διασφαλίσει μόνο μια ανατροπή στο επίπεδο της εξουσίας, επομένως στον σοσιαλισμό ή σε μια πορεία προς το σοσιαλισμό. 

Υπάρχουν και άλλοι, που εκκινούν από την ορθή διαπίστωση ότι ο δημόσιος χαρακτήρας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων είναι ένα κέλυφος νομικής ιδιοκτησίας κάτω από το οποίο υπάρχει η πραγματική ιδιοκτησία, που αυτή είναι ιδιωτική, για να καταλήξουν στην εκτίμηση ότι η μορφή ιδιοκτησίας τελικά δεν έχει σημασία ή έχει μικρή σημασία για τους κοινωνικούς αγώνες. 

Ίσως αυτή τη συζήτηση θα την βοηθούσε εάν χαράσσαμε ανάμεσα στον δημόσιο και στον ιδιωτικό χαρακτήρα της επιχείρησης δύο διαχωριστικές γραμμές που μάλλον περνούν κάπως απαρατήρητες.

Διαχωριστική γραμμή 1: Οι υπηρεσίες μεταφοράς, εμπόρευμα ή δημόσιο αγαθό; 

Το επιχείρημα ότι η δημόσια ιδιοκτησία είναι η νομική μορφή μιας κατά τα άλλα ιδιωτικής επιχείρησης, διότι οι κρατικές επιχειρήσεις αλώθηκαν «από τα μέσα» με τη λογική των ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων (μείωση κόστους, ελαστικές εργασιακές σχέσεις, εκτεταμένες υπεργολαβίες κλπ), οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της επιχείρησης δεν μπορεί να ανήκει στις δικές μας διεκδικήσεις. 

Ο ισχυρισμός αυτός αγνοεί όμως ότι η ιδιωτική επιχείρηση παράγει εμπόρευμα ενώ η δημόσια επιχείρηση, όταν δεν είναι γιαλαντζί, παράγει δημόσιο αγαθό (με καπιταλισμό ή σοσιαλισμό αδιακρίτως).

Με άλλες δε προϋποθέσεις έχουμε πρόσβαση στο προϊόν της μεταφοράς που έχει γίνει εμπόρευμα και με άλλες προϋποθέσεις έχουμε πρόσβαση στο δημόσιο αγαθό, άλλους καταναγκασμούς επιβάλλει η παραγωγή υπεραξίας στους μισθωτούς και στην κοινωνία από την ιδιωτική επιχείρηση μεταφορών, και άλλους επιβάλλει η παραγωγή της μεταφοράς ως δημόσιο αγαθό, άλλες οι εργασιακές σχέσεις εδώ και άλλες εκεί, άλλη η δυνατότητα ανάπτυξης συνδικαλιστικών οργανώσεων, και ούτω καθεξής. 

Ακόμη και στην δημόσια επιχείρηση στην οποία έχουν επιβληθεί ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, διατηρούνται σε κάποιο βαθμό τα χαρακτηριστικά της «καθαρής» δημόσιας επιχείρησης.

Το κυριότερο δε, είναι ότι η νομική ιδιοκτησία της, δεν είναι απλά και μόνο ένα αδρανές κέλυφος της ιδιωτικής, πραγματικής ιδιοκτησίας, διότι αυτή η νομική ιδιοκτησία μάς επιτρέπει, με τον κατάλληλο κοινωνικό συσχετισμό δυνάμεων, να παρέμβουμε και να επαναφέρουμε το δημόσιο αγαθό στην θέση του εμπορεύματος, να απαλλάξουμε την δημόσια επιχείρηση από τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και τις άλλες συνθήκες που της έχουν επιβληθεί από τον νεοφιλελευθερισμό, ώστε να ξαναβρεί την μορφή που είχε πριν την επικράτησή του. Για την περίπτωση του σιδηροδρόμου αυτό σημαίνει ύπαρξη ενιαίου φορέα που έχει την νομική και πραγματική ιδιοκτησία της υποδομής όσο και της χρήσης της υποδομής. 

Αυτά είναι αδιανόητα για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, και αυτό οφείλεται στην ιδιωτική μορφή ιδιοκτησίας που έχουν. Αντιθέτως, είναι εφικτά για τις δημόσιες επιχειρήσεις, όπως εξάλλου το δείχνει η ίδια η ιστορία του καπιταλισμού: ανόθευτο δημόσιο σύστημα υγείας, δημόσιος σιδηρόδρομος κλπ υπήρχαν στην μεταπολεμική Ευρώπη πριν τον νεοφιλελευθερισμό χωρίς να χρειάζεται να περιμένουμε τον σοσιαλισμό. Είναι δε αυτά εφικτά επειδή η νομική μορφή ιδιοκτησίας αυτών των επιχειρήσεων είναι δημόσια. Όσο για την πραγματική ιδιοκτησία, αποτελεί επίδικο αντικείμενο του κοινωνικού ανταγωνισμού μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. 

Διαχωριστική γραμμή 2: Η ιδιωτική επιχείρηση ως λαθρεπιβάτης των σιδηροδρόμων

Πέραν αυτών, ο σιδηρόδρομος έχει μια πολύ σημαντική ιδιομορφία: Η λειτουργία του προϋποθέτει την ύπαρξη δικτύου και άλλων υποδομών για την εγκατάσταση των οποίων, για την επέκτασή τους, την συντήρησή τους και τον εκσυγχρονισμό τους απαιτείται εξαιρετικά μεγάλο αρχικό πάγιο κεφάλαιο και συνεχείς επενδύσεις στην συνέχεια. Η αξιοποίηση αυτού του κεφαλαίου δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί απευθείας από μια ιδιωτική επιχείρηση διότι η κερδοφορία της θα ήταν χαμηλότερη, και μάλιστα κατά πολύ, από την μέση κερδοφορία (διότι στο κλάσμα κέρδη/κεφάλαιο, ο παρονομαστής θα ήταν πολύ μεγάλος). Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ιδιωτικοποιήσεις γίνονται με τον τρόπο που γνωρίζουμε (και ο οποίος ορίζεται από σχετική οδηγία της ΕΕ):

Η μεν δημόσια επιχείρηση επωμίζεται τις υποδομές, με όλο το κόστος που τις συνοδεύει και τις επενδύσεις που της αναλογούν, ενώ η ιδιωτική επιχείρηση κρατάει για τον εαυτό της το τμήμα εκείνο που φέρνει κέρδη, δηλαδή την εκμετάλλευση του δικτύου πληρώνοντας ενοίκιο στην δημόσια επιχείρηση. Ενοίκιο το οποίο είναι προφανώς ανεπαρκές για την συντήρηση του δικτύου, τον εκσυγχρονισμό του και την επέκτασή του. 

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απαιτείται η εισροή δημόσιων πόρων στις δημόσιες επιχειρήσεις που διαχειρίζονται τις σιδηροδρομικές υποδομές, αυτός είναι και ο λόγος που οι επιχειρήσεις αυτές οδηγούνται στην υπερχρέωση. Πρόκειται για το πολύ παλιό και γνωστό κόλπο της ιδιωτικοποίησης των κερδών και της κοινωνικοποίησης των ζημιών σε νέα έκδοση για αφελείς. Υπάρχει λοιπόν αυτή η θεμελιακή ασυμμετρία μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής επιχείρησης στους σιδηροδρόμους. Η ιδιωτική επιχείρηση είναι λαθρεπιβάτης των σιδηροδρόμων.

Αν όχι τώρα, πότε;

Να κρατικοποιηθεί, λοιπόν, ο σιδηρόδρομος, και να κρατικοποιηθεί πλήρως, στην υποδομή και στο μεταφορικό έργο, χωρίς αποζημίωση, και να εκκαθαριστούν οι λειτουργίες του από τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, και να γίνουν εν τέλει όλα όσα απαιτούνται για να παράγει μεταφορά επιβατών ως δημόσιο αγαθό και μεταφορά εμπορευμάτων ως πηγή εσόδων από τον επιχειρηματικό τομέα. Αν αυτά δεν μπορούμε να τα διεκδικούμε τώρα, που τίθεται σε αμφιβολία η ικανότητά της εξουσίας να εκπροσωπεί το γενικό συμφέρον σε ό,τι αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα, τότε πότε θα τα διεκδικήσουμε;

Πηγή: Commune

Η ψευδής προσδοκία από το chatGPT

Ο Noam Chomsky, ο Ian Roberts και ο Jeffrey Watumull με άρθρο γνώμης στους New York Times απορρίπτουν την ιδέα ότι το chatGPT, η μηχανή μηχανικής μάθησης που έβγαλε στον διαδικτυακό αέρα η εταιρεία OpenAI με τη στήριξη της Microsoft, θα αντικαταστήσει την μοναδική ικανότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου να σκέφτεται και να παράγει πρωτότυπες ιδέες και περιεχόμενα. 

Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες έγραψε κάποτε ότι το να ζεις σε μια εποχή μεγάλων κινδύνων και υποσχέσεων σημαίνει να βιώνεις ταυτόχρονα την τραγωδία και την κωμωδία, με αίσθηση μιας αποκάλυψης όταν κατανοούμε τον εαυτό μας και τον κόσμο. Σήμερα οι υποτιθέμενες επαναστατικές εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη αποτελούν πράγματι αιτία τόσο για ανησυχία όσο και για αισιοδοξία. Αισιοδοξία επειδή η νοημοσύνη είναι το μέσο με το οποίο λύνουμε τα προβλήματα. Ανησυχία επειδή φοβόμαστε ότι το πιο δημοφιλές και μοντέρνο τμήμα της τεχνητής νοημοσύνης – η μηχανική μάθηση – θα υποβαθμίσει την επιστήμη μας και θα εξευτελίσει την ηθική μας ενσωματώνοντας στην τεχνολογία μας μια θεμελιωδώς λανθασμένη αντίληψη για τη γλώσσα και τη γνώση.

Το ChatGPT της OpenAI, το Bard της Google και το Sydney της Microsoft είναι θαύματα της μηχανικής μάθησης. Μιλώντας χοντρικά, παίρνουν τεράστιες ποσότητες δεδομένων, αναζητούν μοτίβα σε αυτά και γίνονται όλο και πιο ικανά στο να παράγουν στατιστικά πιθανά αποτελέσματα – όπως φαινομενικά ανθρώπινη γλώσσα και σκέψη. Τα προγράμματα αυτά έχουν χαιρετιστεί ως οι πρώτες αναλαμπές στον ορίζοντα της τεχνητής γενικής νοημοσύνης – της από καιρό προφητευμένης στιγμής κατά την οποία τα μηχανικά μυαλά θα ξεπεράσουν τους ανθρώπινους εγκεφάλους όχι μόνο ποσοτικά από άποψη ταχύτητας επεξεργασίας και μεγέθους μνήμης αλλά και ποιοτικά από άποψη διανοητικής διορατικότητας, καλλιτεχνικής δημιουργικότητας και κάθε άλλης ξεχωριστής ανθρώπινης ικανότητας.

Αυτή η ημέρα μπορεί να έρθει, αλλά η αυγή της δεν έχει ακόμη ανατείλει, αντίθετα με ό,τι μπορεί να διαβάσει κανείς σε υπερβολικούς τίτλους ή αν συμπεράνει κανείς βλέποντας τις αλόγιστες επενδύσεις που γίνονται σε αυτή. Η μπορχεσιανή αποκάλυψη της κατανόησης δεν έχει συμβεί και δεν θα συμβεί – και, όπως υποστηρίζουμε, δεν μπορεί να συμβεί – αν τα προγράμματα μηχανικής μάθησης όπως το ChatGPT συνεχίσουν να κυριαρχούν στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης. Όσο χρήσιμα και αν είναι αυτά τα προγράμματα σε ορισμένους στενούς τομείς (μπορούν να είναι χρήσιμα στον προγραμματισμό υπολογιστών, για παράδειγμα, ή στο να προτείνουν ομοιοκαταληξίες για στίχους ελαφρών ποιημάτων), γνωρίζουμε από την επιστήμη της γλωσσολογίας και τη φιλοσοφία της γνώσης ότι διαφέρουν βαθύτατα από τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι σκέφτονται και χρησιμοποιούν τη γλώσσα. Αυτές οι διαφορές θέτουν σημαντικούς περιορισμούς σε ό,τι μπορούν να κάνουν αυτά τα προγράμματα, εγγράφοντας σε αυτά απαράγραπτα ελαττώματα.

Είναι ταυτόχρονα κωμικό και τραγικό, όπως θα μπορούσε να είχε σημειώσει ο Μπόρχες, το γεγονός ότι τόσα χρήματα και τόση προσοχή συγκεντρώνονται σε ένα τόσο μικρό πράγμα – κάτι τόσο ασήμαντο σε σύγκριση με τον ανθρώπινο νου, ο οποίος με τη βοήθεια της γλώσσας, σύμφωνα με τα λόγια του Βίλχελμ φον Χούμπολντ, μπορεί να κάνει “άπειρη χρήση πεπερασμένων μέσων”, δημιουργώντας ιδέες και θεωρίες με παγκόσμια εμβέλεια.

Το ανθρώπινο μυαλό δεν είναι, όπως το ChatGPT και οι όμοιοί του, μια βαριά στατιστική μηχανή για την αντιστοίχιση προτύπων, που καταβροχθίζει εκατοντάδες terabytes δεδομένων και εξάγει την πιο πιθανή απάντηση σε μια συνομιλία ή την πιο πιθανή απάντηση σε ένα επιστημονικό ερώτημα. Αντιθέτως, το ανθρώπινο μυαλό είναι ένα εκπληκτικά αποτελεσματικό και επιπλέον κομψό σύστημα που λειτουργεί με μικρές ποσότητες πληροφοριών- δεν επιδιώκει να συμπεράνει απλές συσχετίσεις μεταξύ σημείων δεδομένων αλλά να δημιουργήσει εξηγήσεις.

Για παράδειγμα, ένα μικρό παιδί που κατακτά μια γλώσσα αναπτύσσει – ασυνείδητα, αυτόματα και γρήγορα από μικροσκοπικά δεδομένα – μια γραμματική, ένα εκπληκτικά εξελιγμένο σύστημα λογικών αρχών και παραμέτρων. Αυτή η γραμματική μπορεί να γίνει κατανοητή ως έκφραση του έμφυτου, γενετικά εγκατεστημένου “λειτουργικού συστήματος” που προικίζει τους ανθρώπους με την ικανότητα να δημιουργούν σύνθετες προτάσεις και μακροσκελείς σκέψεις.

Πράγματι, τέτοια προγράμματα έχουν κολλήσει σε μια προανθρώπινη ή μη ανθρώπινη φάση της γνωστικής εξέλιξης. Το βαθύτερο ελάττωμά τους είναι η απουσία της πιο κρίσιμης ικανότητας οποιασδήποτε νοημοσύνης: να λένε όχι μόνο τι συμβαίνει, τι συνέβαινε και τι θα συμβεί – αυτό είναι η περιγραφή και η πρόβλεψη – αλλά και τι δεν συμβαίνει και τι θα μπορούσε και τι δεν θα μπορούσε να συμβεί. Αυτά είναι τα συστατικά της εξήγησης, το σημάδι της αληθινής νοημοσύνης.

Ακολουθεί ένα παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι κρατάτε ένα μήλο στο χέρι σας. Τώρα αφήνετε το μήλο να φύγει. Παρατηρείτε το αποτέλεσμα και λέτε: “Το μήλο πέφτει”. Αυτό είναι μια περιγραφή. Μια πρόβλεψη θα μπορούσε να είναι η δήλωση “Το μήλο θα πέσει αν ανοίξω το χέρι μου”. Και τα δύο είναι πολύτιμα και και τα δύο μπορεί να είναι σωστά. Αλλά μια εξήγηση είναι κάτι περισσότερο: Περιλαμβάνει όχι μόνο περιγραφές και προβλέψεις αλλά και αντιφατικές εικασίες όπως “Οποιοδήποτε τέτοιο αντικείμενο θα έπεφτε”, συν την πρόσθετη πρόταση “λόγω της δύναμης της βαρύτητας” ή “λόγω της καμπυλότητας του χωροχρόνου” ή οτιδήποτε άλλο. Αυτή είναι μια αιτιώδης εξήγηση: “Το μήλο δεν θα είχε πέσει αν δεν υπήρχε η δύναμη της βαρύτητας”. Αυτό είναι σκέψη.

Η ουσία της μηχανικής μάθησης είναι η περιγραφή και η πρόβλεψη- δεν θέτει αιτιώδεις μηχανισμούς ή φυσικούς νόμους. Φυσικά, οποιαδήποτε εξήγηση ανθρώπινου τύπου δεν είναι απαραίτητα σωστή- δεν είμαστε αλάνθαστοι. Αλλά αυτό είναι μέρος του τι σημαίνει να σκέφτεσαι: Για να έχεις δίκιο, πρέπει να είναι δυνατόν να κάνεις λάθος. Η νοημοσύνη δεν συνίσταται μόνο σε δημιουργικές εικασίες αλλά και σε δημιουργική κριτική. Η σκέψη ανθρώπινου τύπου βασίζεται στις πιθανές εξηγήσεις και στη διόρθωση των λαθών, μια διαδικασία που σταδιακά περιορίζει τις δυνατότητες που μπορούν να εξεταστούν ορθολογικά. (Όπως είπε ο Σέρλοκ Χολμς στον Δρ Γουάτσον: “Όταν έχεις εξαλείψει το αδύνατο, ό,τι απομένει, όσο απίθανο κι αν είναι, πρέπει να είναι η αλήθεια”).

Κατά διεστραμμένο τρόπο, ορισμένοι λάτρεις της μηχανικής μάθησης φαίνεται να είναι υπερήφανοι που οι δημιουργίες τους μπορούν να παράγουν σωστές “επιστημονικές” προβλέψεις (π.χ. για την κίνηση των φυσικών σωμάτων) χωρίς να χρησιμοποιούν εξηγήσεις (που περιλαμβάνουν, ας πούμε, τους νόμους του Νεύτωνα για την κίνηση και την παγκόσμια βαρύτητα). Αλλά αυτού του είδους οι προβλέψεις, ακόμη και όταν είναι επιτυχείς, είναι ψευδοεπιστήμη. Ενώ οι επιστήμονες αναζητούν ασφαλώς θεωρίες που έχουν υψηλό βαθμό εμπειρικής επιβεβαίωσης, όπως σημείωσε ο φιλόσοφος Καρλ Πόπερ, “δεν αναζητούμε θεωρίες υψηλής πιθανότητας αλλά εξηγήσεις- δηλαδή ισχυρές και εξαιρετικά απίθανες θεωρίες”.

Η θεωρία ότι τα μήλα πέφτουν στη γη επειδή αυτή είναι η φυσική τους θέση (άποψη του Αριστοτέλη) είναι πιθανή, αλλά το μόνο που κάνει είναι να προκαλεί περαιτέρω ερωτήματα. (Γιατί η γη είναι ο φυσικός τους τόπος;). Η θεωρία ότι τα μήλα πέφτουν στη γη επειδή η μάζα κάμπτει τον χωροχρόνο (άποψη του Αϊνστάιν) είναι εξαιρετικά απίθανη, αλλά στην πραγματικότητα σας λέει γιατί πέφτουν. Η αληθινή ευφυΐα αποδεικνύεται στην ικανότητα να σκέφτεσαι και να εκφράζεις απίθανα αλλά διορατικά πράγματα.

Η αληθινή νοημοσύνη είναι επίσης ικανή για ηθική σκέψη. Αυτό σημαίνει ότι περιορίζει την κατά τα άλλα απεριόριστη δημιουργικότητα του μυαλού μας με ένα σύνολο ηθικών αρχών που καθορίζουν τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γίνεται (και φυσικά υποβάλλοντας τις ίδιες αυτές τις αρχές σε δημιουργική κριτική). Για να είναι χρήσιμο, το ChatGPT πρέπει να έχει τη δυνατότητα να παράγει αποτελέσματα που μοιάζουν με μυθιστόρημα- για να είναι αποδεκτό από τους περισσότερους χρήστες του, πρέπει να αποφεύγει το ηθικά επιλήψιμο περιεχόμενο. Αλλά οι προγραμματιστές του ChatGPT και άλλων θαυμάτων μηχανικής μάθησης έχουν αγωνιστεί – και θα συνεχίσουν να αγωνίζονται – για να επιτύχουν αυτού του είδους την ισορροπία.

Εν ολίγοις, το ChatGPT και τα αδέλφια του είναι καταστατικά ανίκανα να εξισορροπήσουν τη δημιουργικότητα με τους περιορισμούς. Είτε υπερ-δημιουργούν (παράγοντας τόσο αλήθειες όσο και ψεύδη, υποστηρίζοντας ηθικές και ανήθικες αποφάσεις), είτε υπο-δημιουργούν (επιδεικνύοντας μη δέσμευση για οποιαδήποτε απόφαση και αδιαφορία για τις συνέπειες). Δεδομένης της ανηθικότητας, της ψευδοεπιστήμης και της γλωσσικής ανικανότητας αυτών των συστημάτων, δεν μπορούμε παρά να γελάσουμε ή να κλάψουμε με τη δημοτικότητά τους.

Πηγή: New York Times

Μετάφραση: antapocrisis

Η αριστεία σκοτώνει. Όχι άλλη αριστεία. Όχι άλλοι νεκροί.

Η κυβέρνηση των αρίστων του Κυριάκου Μητσοτάκη ήρθε στην εξουσία πουλώντας το αφήγημα ότι είναι ικανοί, αποτελεσματικοί, αξιόπιστοι διαχειριστές. Πολιτικές διαφορές με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ – μετά τα μνημόνια – επί της ουσίας δεν υπήρχαν, ή ήταν εντελώς δευτερεύουσες. Η διαφορά ήταν ότι οι Συριζαίοι ήταν κατσαπλιάδες, αγροίκοι, ανίκανοι και κακοντυμένοι, ενώ οι κολλεγιόπαιδες νόμιμοι ιδιοκτήτες της χώρας και μόνιμοι ένοικοι του Μαξίμου, ήταν άριστοι, πτυχιούχοι των ακριβότερων Πανεπιστημίων, σχεδόν νέιτιβ σπήκερς αγγλικών, με ακριβά ρούχα, καλούς τρόπους και γραβάτες.

Ο Μητσοτάκης υποσχέθηκε “όχι άλλο Μάτι” και επί των ημερών του συνέβη κάτι χειρότερο. Αν στο Μάτι είχαμε μια φυσική καταστροφή, ένα ανίκανο – αδιάφορο κράτος και μια κυβέρνηση να πελαγοδρομεί, να καταρρέει και να παίζει θέατρο, στα Τέμπη είχαμε την παταγώδη χρεοκοπία της Ελλάδας του Μητσοτάκη, δηλαδή της Ελλάδας της “αριστείας”, της “ικανότητας”, της “αξιοκρατίας” και του “ψηφιακού μετασχηματισμού”. 

Στα Τέμπη, όλα είχαν ειπωθεί, όλοι είχαν προειδοποιηθεί, όλοι γνώριζαν. Οι κακοί συνδικαλιστές, οι επάρατοι εργατοπατέρες, όσο κι αν στοχοποιούνται από τον ένοχο πρωθυπουργό είναι αυτοί που είχαν δίκιο. Είχαν στείλει μέχρι και εξώδικα στον υβριστή τους, όπου προειδοποιούσαν τον κ. Μητσοτάκη να πάρει μέτρα, να μη συμβεί το δυστύχημα για να μην χύνει μετά κροκοδείλια δάκρυα. Η κυβέρνηση επέλεξε να τους αγνοήσει. Και τώρα η χώρα θάβει τους νεκρούς της με το υπουργικό συμβούλιο και τον πρωθυπουργό να παριστάνουν τις τεθλιμμένες χήρες και να χύνουν τα κροκοδείλια δάκρυα για τα οποία είχαν προειδοποιηθεί. Σήμερα, η εκστρατεία εναντίον των συνδικαλιστών ενορχηστρώνεται μετά μανίας, αλλά τα γεγονότα είναι πεισματάρικα. 

Ο Μητσοτάκης ήρθε στην εξουσία υποσχόμενος ότι θα βάλει τη χώρα σε πρόγραμμα μετά τον “εκτροχιασμό” που υποτίθεται υπέστη από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ότι θα σταματήσει το “πάμε κι όπου βγει” του Βαρουφάκη όταν αυτός διαπραγματευόταν με την τρόικα. Ότι θα βάλει φρένο στον λαϊκισμό, στις πελατειακές σχέσεις, στο πλιάτσικο του κράτους, στο χάος του δημοσίου. 

Η Ελλάδα, μας διαβεβαίωνε ο κ. Μητσοτάκης, “ταξιδεύει στο πρώτο βαγόνι της ευρωπαϊκής αμαξοστοιχίας”. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα του Μητσοτάκη στέλνει στο θάνατο τα παιδιά που ήταν και στο πρώτο και στο δεύτερο και στο τρίτο βαγόνι του Intercity 62. Η Ελλάδα, μας έλεγε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος “ηγείται της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης”. Στην πράξη, είμαστε πίσω και από τη δεύτερη βιομηχανική επανάσταση που σηματοδότησαν οι σιδηρόδρομοι του 19ου αιώνα – τα τρένα στην Ελλάδα ταξιδεύουν τυφλά. Οι Ιάπωνες, κατά τον Πιερρακάκη, “θέλουν να αντλήσουν μαθήματα από τον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας μας”. Όμως η χώρα μας δεν μπορεί να ελέγξει, ούτε ψηφιακά, ούτε αναλογικά, ούτε καν με σήματα καπνού, αν δύο τρένα κινούνται σε τροχιά μετωπικής σύγκρουσης. 

Ποτέ άλλοτε, τόσο ψέμα, τόση προπαγάνδα, και τόσο θέατρο, δεν πληρώθηκε τόσο ακριβά σε ανθρώπινες ζωές.

Μια κινέζικη παροιμία λέει πως όσο ψηλότερα ανεβαίνει η μαϊμού στο δέντρο, τόσο περισσότερο φαίνεται ο πισινός της. Και η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη πήρε πολύ ψηλά τον αμανέ της αριστείας.

Και ήρθαν οι 57 νεκροί. 

Οι άριστοι τα σκάτωσαν. Απέτυχαν να εγγυηθούν την ασφάλεια των πολιτών. Στην πραγματικότητα άλλωστε ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν για αυτήν. Με το τρένο ταξιδεύει η πλέμπα. Παιδιά της επαρχίας, φοιτητές, εργαζόμενοι του μεροκάματου, χαμηλά εισοδήματα, μετανάστες. Τα δικά τους παιδιά, ταξιδεύουν με αεροπλάνο και κατά πάσα πιθανότητα δεν φοιτούν στο ΑΠΘ αλλά στα Αγγλικά πανεπιστήμια, επί πληρωμή. Θα αγοράσουν ωραία πτυχία, και μετά θα παραστήσουν, όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου, τους επόμενους “άριστους”, “άξιους” και “ικανούς”, τους μόνους που προορίζονται από τον Θεό και την Ιστορία να κυβερνούν αυτή την καθυστερημένη και ταλαίπωρη χώρα.

Το να συγκρούονται μετωπικά δύο τρένα στην Ελλάδα του 2023, σε διπλή γραμμή, την ώρα που επί 150 χρόνια, τρένα σε μονές γραμμές, δεν είχαν ποτέ συγκρουστεί, θέλει πράγματι πτυχία από το Χάρβαρντ, από το Κολάμπια, από το Ταφτς και το Στάνφορντ. 

Γιατί απαιτεί διάλυση των υποδομών, υποστελέχωση των υπηρεσιών, μείωση της ασφάλειας, επιπλέον κέρδος, συμβάσεις που σέρνονται επ’ αόριστον προς όφελος των εργολάβων. Οι άριστοι μισούν από τα βάθη της καρδιάς τους τα κοινωνικά αγαθά, θεωρώντας ότι δεν πρέπει να είναι κοινωνικά. Πρέπει να είναι πεδίο κερδοσκοπίας. 

Στην περίπτωση του ΟΣΕ η αριστεία ξεσάλωσε. Υπό τη διεύθυνση της ΕΕ διέλυσαν τον ΟΣΕ, κατακρεούργησαν και τεμάχισαν έναν ενιαίο οργανισμό, με στόχο η επιβατική κίνηση με εξασφαλισμένες τις δημόσιες επιδοτήσεις να πουληθεί μπιρ παρά στους ξένους, ενώ οι υποδομές να μείνουν να σαπίζουν και να απαξιώνονται στο μνημονιακό και πτωχευμένο δημόσιο. Ξεκίνησαν από υπαρκτά προβλήματα σπατάλης και διαφθοράς. Και εμφανίστηκαν ως χειρούργοι, έχοντας όχι απλά σκοτώσει, αλλά κατακρεουργήσει τον ασθενή. 

Αν λοιπόν τα τρένα να συγκρούονται μετωπικά σε διπλή σιδηροδρομική γραμμή, το 2023, τι χρειαζόμαστε υπουργούς αποφοίτους Χάρβαρντ, ΜΙΤ και Κολάμπια; 

Μήπως να επιλέγαμε υπουργούς αποφοίτους κάποιου ΕΠΑΛ;

Γιατί σε αυτή την περίπτωση, οι πιθανότητες να μην είχε γίνει το δυστύχημα θα ήταν πολύ περισσότερες. Οι απόφοιτοι του ΕΠΑΛ δεν θα σφύριζαν αδιάφορα στις προειδοποιήσεις των ειδικών. Δεν θα έγραφαν στα παλιά τους τα παπούτσια τα εξώδικα των σιδηροδρομικών. Το σημαντικότερο είναι ότι δεν θα έβαζαν την καριέρα τους πάνω από τις ζωές δεκάδων ομοίων τους.

Δυστυχώς έχουμε πολιτικούς από τα ακριβά σχολεία και τα ακριβότερα Πανεπιστήμια. Πολιτικούς που κλίνουν τη λέξη αριστεία, αλλά δεν θέλουν και δεν μπορούν να διασφαλίσουν ασφαλείς μεταφορές. Πολιτικούς που αυτοδιαφημίζονται ως ντούερς αλλά δεν θέλουν και δεν μπορούν να προχωρήσουν τις απαραίτητες συμβάσεις, τουλάχιστον αν αυτές δεν αποφέρουν θηριώδη κέρδη για την τάξη που εκπροσωπούν. 

Η αριστεία σκοτώνει. Όχι επειδή το θέλει ή το σχεδιάζει, αλλά επειδή αδιαφορεί για κάθε τι που δεν φουσκώνει τις τσέπες της άρχουσας τάξης. Και οι τσέπες των εθνικών νταβατζήδων δεν γεμίζουν με ασφαλείς σιδηροδρομικές μεταφορές. Οι τσέπες τους φουσκώνουν με ιδιωτικούς δρόμους, με ιδιωτικά διόδια, με καρτέλ στην ενέργεια, με αεροπορικό μονοπώλιο. Αυτά ήθελε να κάνει η αριστεία και αυτά έκανε. 

Όχι άλλη αριστεία, όχι άλλοι νεκροί.